ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Ν. Πετρίδου, Προσ. Ε.Δ

Αγωγή αρ. 2954/2020

 

Μεταξύ:

ΡΕΝΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

Ενάγοντας

-και-

 

1.    ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΑΤΑΛΙΩΤΗ

2.    LUCE ATALIOTIS LIMITED (HE 65766)

Εναγόμενοι

 

Ημερομηνία: 27 Μαρτίου 2024.

 

Εμφανίσεις:

Για τους Εναγόμενους/ Αιτητές: κ. Αττίκης για Αλέξανδρος Γ. Ιωαννίδης & Συνεργάτες

Για τον Ενάγοντα/ Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Θεοφάνους για Κυριάκος Θ. Μιχαηλίδης & Σια.

 

Ενδιάμεση Απόφαση

 

Ως προκύπτει από τον δικαστηριακό φάκελο της υπόθεσης, η Υπεράσπιση των Εναγομένων στην πιο πάνω αγωγή καταχωρήθηκε στις 10.1.2022. Ο Ενάγοντας δεν καταχώρησε Απάντηση στην Υπεράσπιση εντός της, προνοούμενης (βάσει της Δ.21 θ. 14), περιόδου των 7 ημερών[1], με αποτέλεσμα τα δικόγραφα να έχουν συμπληρωθεί στις 17.1.2022. Σημειώνω, επίσης, ότι ο Ενάγοντας δεν καταχώρησε Κλήση για Οδηγίες εντός 90 ημερών από την ημερομηνία που τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα[2], ούτε έχει καταχωρήσει αυτή μέχρι και σήμερα. Στις 28.11.2022, οι Εναγόμενοι υπέβαλαν αίτημα[3] προς την Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία ζητούσαν όπως ο φάκελος της παρούσας υπόθεσης τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου για σκοπούς απόρριψης της αγωγής λόγω μη καταχώρησης της Κλήσης για Οδηγίες, εντός της καθορισθείσας, από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, προθεσμίας. Το παρόν Δικαστήριο (υπό άλλη σύνθεση), αφότου τέθηκε το αίτημα των Εναγομένων ενώπιον του, όρισε την υπόθεση, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, με σκοπό να τοποθετηθούν οι συνήγοροι των διαδίκων, δίδοντας ταυτόχρονα οδηγίες στο Πρωτοκολλητείο όπως αυτοί ενημερωθούν για την εν λόγω ημερομηνία.

 

Πριν την ημερομηνία που ήταν ορισμένη η υπόθεση για τον πιο πάνω σκοπό, και δη στις 6.2.2023, οι Εναγόμενοι-Αιτητές (στο εξής «οι Εναγόμενοι») καταχώρησαν την υπό κρίση Αίτηση, με την οποία επιζητούν διάταγμα του Δικαστηρίου το οποίο να απορρίπτει την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή, λόγω μη προώθησης της, στη βάση του ότι ο Ενάγοντας-Καθ’ ου η Αίτηση (στο εξής «ο Ενάγοντας») δεν καταχώρησε εντός της καθορισθείσας, από τους Θεσμούς, προθεσμίας, Κλήση για Οδηγίες.

 

Για τους λόγους που θα διαφανούν αμέσως πιο κάτω, δεν κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ στο παρόν στάδιο είτε στο μαρτυρικό υλικό που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση, είτε στο περιεχόμενο των λόγων Ένστασης που προβάλλονται από τον Ενάγοντα σε αυτήν. Κρίνω δε σκόπιμο να παραθέσω τα όσα προνοούνται από την Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας:

 

«1. (α) Ο ενάγων σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός ενενήντα ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα και προτού λάβει οποιοδήποτε νέο μέτρο στην αγωγή, εκτός από αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, να εκδώσει κλήση για οδηγίες, οριζόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των εξήντα ημερών.

 

(β) […]

 

(γ) Σε περίπτωση που ο ενάγων αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την προνοούμενη στην παράγραφο (α) πιο πάνω κλήση για οδηγίες, ο εναγόμενος δύναται, εντός περαιτέρω 15 ημερών, να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο δύναται, επιλαμβανόμενο τέτοιας αίτησης, είτε να απορρίψει την αγωγή με τέτοιους όρους όπως ήθελε κρίνει δίκαιο, είτε να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες δυνάμει της παρούσας διαταγής:

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση που παρέλθουν άπρακτες οι παραπάνω προθεσμίες, η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και το Πρωτοκολλητείο θα θέτει το φάκελο της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό προς απόρριψή της, με έξοδα εναντίον του ενάγοντα.

 

Νοείται ότι, η έννοια του ενάγοντα και της αγωγής, καλύπτει και τον ανταπαιτούντα διάδικο, και, αναλόγως, την ανταπαίτηση.

[…]

 

2 (β) Οι προθεσμίες που προβλέπονται στον Κανονισμό 1(α) και 2(α) ανωτέρω, δύνανται να παραταθούν, εάν καταδειχθεί στο Δικαστήριο ότι υπήρχε αντικειμενική αδυναμία συμμόρφωσης με τις εν λόγω προθεσμίες ή άλλος καλός λόγος που να δικαιολογεί την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για παράτασή τους» [4].

 

Απλή ανάγνωση της πιο πάνω διαταγής, δεικνύει ότι ο Εναγόμενος που επιθυμεί να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής ως εγκαταλειφθείσας, λόγω της μη καταχώρησης από τον Ενάγοντα της προνοούμενης Κλήσης για Οδηγίες, εντός της καθορισθείσας, δυνάμει της Δ.30, προθεσμίας, θα πρέπει να υποβάλει του αίτημα του εντός περαιτέρω 15 ημερών από την ημερομηνία που παρήλθαν οι 90 μέρες από τη συμπλήρωση των δικογράφων. Σε διαφορετική περίπτωση και αφού παρέλθουν άπρακτες οι εν λόγω προθεσμίες, η αγωγή θεωρείται εγκαταλειφθείσα, εκτός αν τούτες οι προθεσμίες παραταθούν από το Δικαστήριο στη βάση των προνοιών της Δ.30 θ. 2(β).

 

Εν προκειμένω, παρατηρώ ότι η υπό κρίση Αίτηση καταχωρήθηκε σχεδόν 10 μήνες μετά την ημερομηνία που παρήλθαν οι 90 μέρες από τη συμπλήρωση των δικογράφων στην πιο πάνω αγωγή. Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι ούτε το αίτημα/επιστολή ημερομηνίας 22.11.2022 που απέστειλαν οι Εναγόμενοι προς την Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, στάληκε εντός των περαιτέρω 15 ημερών από την ημερομηνία που παρήλθαν οι 90 μέρες από το κλείσιμο της δικογραφίας, αλλά στάληκε 7 μήνες μετά την εν λόγω ημερομηνία. Παρατηρώ δε ότι με την υπό κρίση Αίτηση, οι Εναγόμενοι δεν επιζητούν οποιαδήποτε παράταση χρόνου για την καταχώρηση της.

 

Στη βάση των ανωτέρω, και με δεδομένο ότι η υπό κρίση Αίτηση έχει καταχωρηθεί εκπρόθεσμα και όχι εντός της προνοούμενης, από τη Δ.30, προθεσμίας, τούτη είναι έκθετη σε απόρριψη. Έχοντας τούτο ως δεδομένο, παρέλκει η ανάγκη εξέτασης οποιουδήποτε εκ των λόγων ένστασης που προβάλλονται από πλευράς του Ενάγοντα.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου και με δεδομένο ότι το Δικαστήριο, σε κάθε περίπτωση που τίθεται ενώπιον του αγωγή η οποία, λόγω παρέλευσης του χρόνου καταχώρησης της Κλήσης για Οδηγίες, θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα, έχει εξουσία να την απορρίψει, αλλά και με δεδομένο ότι ο φάκελος της παρούσας υπόθεσης έχει τεθεί ενώπιον μου, προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο η παρούσα αγωγή θα πρέπει να οδηγηθεί σε απόρριψη.

 

Παρεμβάλλω εδώ ότι ως προς τα γεγονότα που ο Ενάγοντας επικαλείται περί του ότι η παρούσα αγωγή δεν θα πρέπει να απορριφθεί, τούτα προβάλλονται μέσω της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την Ένσταση στην υπό κρίση Αίτηση. Στη βάση της απόφασης στην υπόθεση Γεωργίου Κύπρος v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ (Αρ. 2) (1999) 1 ΑΑΔ 1938 και με δεδομένο ότι η εν λόγω ένορκη δήλωση αποτελεί μέρος του δικαστηριακού φακέλου, θα προχωρήσω και θα λάβω τούτα υπόψη μου, για να αποφανθώ ως προς το κατά πόσο η παρούσα αγωγή θα πρέπει να οδηγηθεί σε απόρριψη.

 

Κατ’ αρχάς, σε ότι αφορά τους ισχυρισμούς της ομνύουσας στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Ένσταση στην υπό κρίση Αίτηση (στο εξής «η ομνύουσα στην Ένσταση»), περί του ότι ο Ενάγοντας καταχώρησε, στις 20.1.2022, αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση, η οποία αποσύρθηκε άνευ βλάβης επειδή τα μέρη βρίσκονταν σε συζητήσεις για εξεύρεση εξώδικης διευθέτησης, επαναλαμβάνω, εν προκειμένω, τα όσα σχετικά ανέφερα στην ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 8.12.2023[5] και δη τα ακόλουθα, τα οποία αποτέλεσαν και το λόγο για τον οποίο οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν λήφθηκαν υπόψη από το Δικαστήριο και επομένως δεν θα ληφθούν υπόψη ούτε για τους σκοπούς της παρούσας:

 

«Παρά το γεγονός ότι, από αμφότερες τις ένορκες δηλώσεις, προκύπτει ως κοινώς αποδεκτό και μη αμφισβητούμενο γεγονός ότι ο Ενάγοντας καταχώρησε, στις 20.1.2022, παρόμοια (με την παρούσα) αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση, εντούτοις, κατόπιν προσεκτικής μελέτης του δικαστηριακού φακέλου, δεν προκύπτει να έχει καταχωρηθεί οποιαδήποτε τέτοια αίτηση. Δεν προκύπτουν, επίσης, από τον φάκελο του Δικαστηρίου, τα όσα η ομνύουσα στην Αίτηση αναφέρει, περί του ότι η εν λόγω αίτηση ημερ. 20.1.2022, αποσύρθηκε, άνευ βλάβης δικαιωμάτων, σε προηγούμενο στάδιο ή ότι οι οδηγίες που είχε δώσει το Δικαστήριο ήταν όπως η υπόθεση μην οριστεί, καθότι τα μέρη βρίσκονταν σε συζητήσεις για εξεύρεση εξώδικης λύσης. Δεδομένου ότι ο καθρέφτης της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας, είναι τα πρακτικά που τηρούνται από το Δικαστήριο και δεδομένου επίσης ότι, ουδόλως προκύπτει από τον φάκελο της διαδικασίας να έχουν λεχθεί από το Δικαστήριο, τα όσα αναφέρει η ομνύουσα στην Αίτηση, οι εν λόγω ισχυρισμοί και αναφορές από πλευράς του Ενάγοντα παραμένουν μετέωροι και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη για σκοπούς εξέτασης της παρούσας Αίτησης. Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, τα πρακτικά αποτελούν «τον αυθεντικό οδηγό» για τα όσα έχουν λάβει χώρα και/ή έχουν λεχθεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία (βλ. Ματθαίου ν. Θεμιστοκλέους (1998) 1 Α.Α.Δ. 1372 και Σωτηριάδης ν. Βασιλείου και άλλων (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 801)». 

 

Τα όσα δε αποτελούν κρίση μου στην ενδιάμεση απόφαση ημερ. 8.12.2023 αναφορικά με το δικαιολογημένο ή μη του αιτήματος του Ενάγοντα για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση, αποκρυσταλλώνονται και ως θεώρηση μου και στην προκειμένη περίπτωση σε σχέση με το κατά πόσο έχει καταδειχθεί οποιοσδήποτε καλός λόγος ή αντικειμενική αδυναμία στην καταχώρηση της Κλήσης για Οδηγίες. Και εξηγώ.

 

Το γεγονός και μόνο ότι γίνονταν συζητήσεις ή ότι υπήρχε κάποια προσπάθεια για εξεύρεση εξώδικης διευθέτησης της υπόθεσης μεταξύ των διαδίκων, ουδόλως απαλλάσσει αυτούς από την υποχρέωση τους να τηρούν τις προθεσμίες που θέτουν οι Θεσμοί. Εν πάση περιπτώσει, δεν προκύπτει από την ενώπιον μου μαρτυρία ότι τα μέρη είχαν καταλήξει σε κάποια συμφωνία εξώδικης διευθέτησης, η οποία μεταγενέστερα, για κάποιο λόγο, ναυάγησε. Τουναντίον, το μόνο που αναφέρει η πλευρά του Ενάγοντα είναι ότι υπήρχε από πλευράς των Εναγομένων η έκφραση βούλησης για συζήτηση για πιθανή εξώδικη διευθέτηση, πράγμα που εν τέλει ποτέ δεν έγινε. Εν πάση όμως περιπτώσει, ακόμη κι αν αποδεκτώ ότι ο λόγος που δεν καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα η Κλήση για Οδηγίες, ήταν επειδή οι συνήγοροι του Ενάγοντα τελούσαν με την εντύπωση ότι υπήρχε διάθεση και πρόθεση (από την άλλη πλευρά) για εξεύρεση εξώδικης διευθέτησης της αγωγής, ουδόλως αιτιολογείται ο χρόνος που άφησε η πλευρά του να διαρρεύσει από τις 27.4.2022[6], οπόταν και οι συνήγοροι των Εναγομένων είχαν ενημερώσει τους συνήγορους του Ενάγοντα ότι δεν μπορούσαν, άνευ ρητών οδηγιών των πελατών τους, να προβούν σε οποιαδήποτε πρόταση για εξώδικη διευθέτηση της υπόθεσης, χωρίς να προβεί στην καταχώρηση της προνοούμενης Κλήσης για Οδηγίες ή έστω αίτησης για παράταση του χρόνου καταχώρησης της. Το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 27.4.2022 στάληκε εις απάντηση του ηλεκτρονικού μηνύματος, ίδιας ημερομηνίας, των συνηγόρων του Ενάγοντα, με το οποίο οι τελευταίοι ζητούσαν τη θέση των πρώτων ως προς το κατά πόσο θα υπάρξει τελικά εξώδικη διευθέτηση της υπόθεσης, διαφορετικά, ως ανέφεραν, θα πρέπει να προχωρήσουν στα επόμενα δικαστικά διαβήματα[7]. Εντούτοις, και παρά τη ρητή θέση της πλευράς των συνηγόρων των Εναγομένων ότι δεν είχαν οδηγίες από τους πελάτες τους και δεν μπορούσαν, σε εκείνο το στάδιο, να προβούν σε πρόταση για εξώδικη διευθέτηση, η πλευρά του Ενάγοντα αντί να προχωρήσει σε εκείνο το χρονικό σημείο και να προωθήσει την υπόθεση του ενώπιον του Δικαστηρίου, επέλεξε να αναμένει τυχόν ενδεχόμενο η πλευρά των Εναγομένων να υποβάλει, μελλοντικά, πρόταση για εξώδικη διευθέτηση και/ή να απαντήσει στην πρόταση που η πλευρά του Ενάγοντα υπέβαλε στις 23.3.2022.

 

Επομένως, ουδόλως δικαιολογείται, στη βάση της ενώπιον μου μαρτυρίας, ο χρόνος που άφησε η πλευρά του Ενάγοντα να διαρρεύσει τουλάχιστον από τις 27.4.2022, χωρίς να λάβει οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα είτε με την καταχώρηση Κλήσης για Οδηγίες είτε με την καταχώρηση αίτησης για παράταση του χρόνου καταχώρησης τούτης. Τουναντίον, η στάση αυτή της πλευράς του Ενάγοντα, δεικνύει παντελή αδιαφορία ως προς τις προθεσμίες που θέτουν οι θεσμοί.

 

Πέραν όμως των πιο πάνω, ούτε και τα όσα αναφέρει η ομνύουσα στην Ένσταση ότι από τον Ιούλιο του 2022 που αποχώρησε ο δικηγόρος που χειριζόταν την παρούσα υπόθεση από το γραφείο τους και την υπόθεση ανέλαβε πλέον, τον Οκτώβριο του 2022, άλλος δικηγόρος, ο οποίος προσλήφθηκε στο γραφείο τους, δικαιολογεί τον χρόνο που αφέθηκε να διαρρεύσει, χωρίς η πλευρά του Ενάγοντα να λάβει οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα για την προώθηση της παρούσας αγωγής. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει καταδειχθεί από πλευράς του Ενάγοντα ότι υπήρχαν οποιεσδήποτε αντικειμενικές δυσκολίες, κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα μεταξύ Ιουλίου και Οκτωβρίου του 2022, η παρούσα υπόθεση να ανατεθεί σε άλλο δικηγόρο που εργαζόταν στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Ενάγοντα ή τέτοιες δυσκολίες που τον εμπόδιζαν στην καταχώρηση της προνοούμενης Κλήσης για Οδηγίες. Το ότι ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση αποχώρησε, τον Ιούλιο του 2022, από το δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Ενάγοντα στην παρούσα αγωγή, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο γιατί έστω από εκείνο το χρονικό σημείο, η πλευρά του Ενάγοντα ουδέν έπραξε για να προωθήσει την παρούσα αγωγή. 

 

Εν πάση περιπτώσει, ουδεμία επαρκής αιτιολογία δίδεται ακόμη και για το χρόνο που αφέθηκε από πλευράς του Ενάγοντα να διαρρεύσει από τον Οκτώβριο 2022 μέχρι και σήμερα. Οι δε λόγοι που προβάλλονται, ουδόλως αιτιολογούν την καθυστέρηση που έχει υποδειχθεί από πλευράς του Ενάγοντα στην προώθηση της υπόθεσής του. Εύλογα διερωτάται κανείς, αφ’ ης στιγμής, η πλευρά του Ενάγοντα δεν είχε λάβει καμία απάντηση στο ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 21.11.2022 γιατί δεν καταχώρησε Κλήση για Οδηγίες ή αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης της, έστω κατ’ εκείνο το στάδιο, ή ακόμη όταν πλέον, κατόπιν έρευνας που πραγματοποιήθηκε στο φάκελο της υπόθεσης, περιήλθε εις γνώση τους ότι η πλευρά των Εναγομένων απέστειλε την επιστολή ημερ. 28.11.2022 με την οποία ζητούσε όπως η αγωγή απορριφθεί. Αξιοσημείωτο είναι δε και το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα, μετά την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 8.12.2023 με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Ενάγοντα για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση, η πλευρά του δεν έχει προωθήσει οποιαδήποτε αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης της Κλήσης για Οδηγίες.

 

Σε ότι δε αφορά τον ισχυρισμό του Ενάγοντα ότι θα ήταν παράδοξο να καταχωρήσει Κλήση για Οδηγίες ενώ διεκδικούσε παράταση του χρόνου για την καταχώρηση Απάντησης στην Υπεράσπιση, καθότι κάτι τέτοιο δεν θα ήταν προς το συμφέρον της διαδικασίας, με κάθε σεβασμό, τούτος δεν πείθει καθότι, υπενθυμίζω ότι η ρηθείσα αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση, καταχωρήθηκε 13 μήνες μετά που έκλεισαν τα δικόγραφα και χωρίς να δοθεί πειστικός λόγος για την αδράνεια αυτή εκ μέρους του Ενάγοντα[8]. Εν πάση περιπτώσει, ο Ενάγοντας ουδέν έχει πράξει από την έκδοση της εν λόγω ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 8.12.2023 μέχρι και σήμερα.

 

Είναι εμφανές από όλα τα πιο πάνω ότι η πλευρά του Ενάγοντα άφησε να παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την λήξη της προθεσμίας που προβλέπει η Δ.30 για την καταχώρηση της Κλήσης για Οδηγίες, με αποτέλεσμα η αγωγή του να θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα. Παρεμβάλλω στο σημείο αυτό ότι το Πρωτοκολλητείο όφειλε να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου το φάκελο της παρούσας υπόθεσης νωρίτερα και αφότου παρήλθε η προθεσμία των 15 ημερών μετά την παρέλευση των 90 ημερών από το κλείσιμο της δικογραφίας. Τέτοια όμως παράλειψη, ουδόλως μπορεί να δικαιολογήσει την αδράνεια του Ενάγοντα να προωθήσει την αγωγή του μέχρι και σήμερα.

 

Συνεπώς, για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνω ότι δεν έχει καταδειχθεί οποιαδήποτε αντικειμενική αδυναμία του Ενάγοντα να συμμορφωθεί με την τασσόμενη προθεσμία της Δ.30, ούτε έχει προβληθεί άλλος καλός λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την αδράνεια του για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμα και να δεχόμουν ότι η πλευρά του Ενάγοντα τελούσε με την εντύπωση ότι οι Εναγόμενοι ήταν δεκτικοί σε εξώδικη διευθέτηση της υπόθεσης, η απραξία και αδράνεια του για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, όχι μόνο από τη συμπλήρωση των δικογράφων, αλλά και από τις 27.4.2022 (ημερομηνία κατά την οποία πλέον γνώριζε ότι οι συνήγοροι των Εναγομένων δεν είχαν οποιεσδήποτε οδηγίες για σκοπούς εξώδικης διευθέτησης της υπόθεσης) μέχρι και σήμερα, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δικαιολογήσει την παράλειψη του να συμμορφωθεί με την επιτακτική πρόνοια της Δ.30 για την καταχώρηση Κλήσης για Οδηγίες. 

 

Στη βάση των ανωτέρω, η αγωγή είναι έκθετη σε απόρριψη ως εγκαταλειφθείσα.

 

Για σκοπούς πληρότητας και μόνο, προχωρώ να εξετάσω τα ακόλουθα επιχειρήματα που προβάλλονται μέσω της αγόρευσης των συνηγόρων του Ενάγοντα. Επικαλείται η πλευρά του Ενάγοντα, ότι το Δικαστήριο αφενός θα πρέπει να μην εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα και αφετέρου να θεωρήσει την υπό κρίση Αίτηση ως Κλήση για Οδηγίες, ως προνοείται στην Δ.30, δυνάμει της Δ.57 θ. 2 και της Δ.64.

 

Κατ’ αρχάς, εν προκειμένω, δεν είναι δυνατόν να γίνεται επίκληση της Δ.64 από τον Ενάγοντα, κατά τον τρόπο που τίθεται. Και εξηγώ. Με δεδομένη την κρίση του Δικαστηρίου ότι η υπό κρίση Αίτηση είναι εκπρόθεσμη και ως εκ τούτου έκθετη σε απόρριψη, αίτημα στη βάση της Δ.64 για διάσωση της και άρσης της παρατυπίας αναφορικά με το εκπρόθεσμο της καταχώρησης της, θα μπορούσε να ζητηθεί μόνο από τους Εναγόμενους, οι οποίοι εκπρόθεσμα καταχώρησαν τούτη.

 

Αν εκείνο που επιζητεί ο Ενάγοντας είναι η άρση της παρατυπίας αναφορικά με την Κλήση για Οδηγίες εκ μέρους του, σημειώνω ότι ούτε κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει δεκτό, καθότι για να γίνεται λόγος για άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για άρση της παρατυπίας, προϋποθέτει ότι το Δικαστήριο έχει ενώπιον του κάποιο διάβημα, δικόγραφο, έγγραφο κτλπ, το οποίο καταχωρήθηκε, από τον αιτούντα την άρση της παρατυπίας, κατά παρέκκλιση των Θεσμών, είτε ως προς τον χρόνο, τύπο, τόπο, τρόπο, περιεχόμενο ή οτιδήποτε άλλο, για το οποίο το Δικαστήριο δύναται να άρει την παρατυπία. Εν προκειμένω, όπως έχω προαναφέρει, μέχρι και σήμερα ο Ενάγοντας δεν έχει καταχωρήσει Κλήση για Οδηγίες στα πλαίσια της παρούσας αγωγής, έστω και εκπρόθεσμα, για να επιζητεί οποιαδήποτε άρση της παρατυπίας στην καταχώρηση της, στη βάση της Δ.64[9]. Στη βάση των ανωτέρω, η όποια επίκληση της Δ.64, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι δυνατή.

 

Στρεφόμενη τώρα στα όσα επικαλείται ο Ενάγοντας περί του ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να θεωρήσει την υπό κρίση Αίτηση ως Κλήση για Οδηγίες ως προνοείται στην Δ.30, δυνάμει της Δ.57 θ. 2, με δεδομένη τη κρίση του Δικαστηρίου ότι η υπό κρίση Αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη λόγω του εκπρόθεσμου της καταχώρησης της, δεν θα μπορούσε τούτη να εκληφθεί ως Κλήση για Οδηγίες και ως εκ τούτου ο εν λόγω ισχυρισμός εκ μέρους του Ενάγοντα είναι έκθετος σε απόρριψη.

 

Αν εκείνο που επικαλείται ο Ενάγοντας (μέσω της αγόρευσης του) είναι ότι το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία καταχώρησης της Κλήσης για Οδηγίες στη βάση της Δ.57 θ. 2, σημειώνω ότι τέτοιο αίτημα δεν έχει υποβληθεί εκ μέρους του Ενάγοντα. Εντούτοις, ακόμη κι αν ήθελε κριθεί ότι τέτοιο αίτημα υποβάλλεται μέσω της αγόρευσης του, τα όσα ανέφερα πιο πάνω στην παρούσα απόφαση περί του ότι δεν έχει καταδειχθεί εκ μέρους του Ενάγοντα είτε οποιαδήποτε αντικειμενική αδυναμία του για να συμμορφωθεί με την τασσόμενη προθεσμία για την καταχώρηση της Κλήσης για Οδηγίες, είτε άλλος καλός λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την αδράνεια του για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα για να καταχωρήσει τούτη, για τους λόγους που λεπτομερώς εξήγησα ανωτέρω, τέτοιο αίτημα δεν θα μπορούσε να επιτύχει.

 

Κατάληξη

 

Στη βάση των όσων προσπάθησα να εξηγήσω ανωτέρω, η υπό κρίση Αίτηση απορρίπτεται, λόγω του εκπρόθεσμου καταχώρησης αυτής. Ως προς τα έξοδα της υπό κρίση Αίτησης, με δεδομένο ότι τούτη καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα, κρίνω ορθότερο όπως η κάθε πλευρά επιβαρυνθεί τα έξοδα της.

 

Επίσης, για τους λόγους που εξηγούνται ανωτέρω στην παρούσα απόφαση, η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή απορρίπτεται ως εγκαταλειφθείσα. Ως προς τα έξοδα της αγωγής, στη βάση των όσων προνοούνται στη Δ.30 θ. 1(γ), τούτα επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων 1 και 2 και εναντίον του Ενάγοντα, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Με δεδομένο ότι οι Εναγόμενοι 1 και 2 έτυχαν κοινής εκπροσώπησης, θα είναι ένα σετ εξόδων και για τους δύο.

 

 

 

(Υπογρ.)…………………………….

Ν. Πετρίδου, Προσ. Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

          



[1] Ούτε του δόθηκε τέτοια άδεια από το Δικαστήριο, κατόπιν σχετικού αιτήματος του, στη βάση της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου ημερ. 8.12.2023.

[2] Βάσει της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

[3] Μέσω επιστολής ημερ. 28.11.2022.

[4] Τονισμός και υπογράμμιση δική μου.

[5] Με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Ενάγοντα για παράταση του χρόνου καταχώρησης Απάντησης στην Υπεράσπιση.

[6] Λίγες δηλαδή μέρες μετά την εκπνοή των 90 ημερών για την καταχώρηση της Κλήσης για Οδηγίες.

[7] Βλ. Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση ημερ. 27.3.2023 που συνοδεύει την Ένσταση στην Αίτηση ημερ. 6.2.2023.

[8] Σχετικά είναι τα όσα αναφέρονται στην ενδιάμεση απόφαση ημερ. 8.12.2023.

[9] Όπως αναφέρθηκε στην Πέτριχου ν. Χ΄΄Ιωσήφ (1998) 1 Α.Α.Δ. 81, η νέα Δ.64 δεν αποτελεί πανάκεια στη μη συμμόρφωση με τους κανονισμούς. Δεν έχει σκοπό δηλαδή να τους καταργήσει. Οι κανονισμοί πρέπει να τηρούνται. Η Δ.64 δημιουργεί ένα ένδικο μέσο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει ο αιτών για να θεραπεύσει παρατυπίες στη διαδικασία, εφόσον αυτές είναι θεραπεύσιμες. Επομένως, εκεί που εγείρεται ζήτημα ενώπιον του Δικαστηρίου για μη συμμόρφωση με τους Κανονισμούς, το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχεται από τη Δ.64 και είτε να το παραμερίσει, είτε να θεωρήσει τη μη συμμόρφωση θεραπεύσιμη και να εκδώσει τέτοιο διάταγμα, όπως κρίνει δίκαιο και πρέπον αναφορικά με τη διαδικασία, για διόρθωση ή άρση της παρατυπίας.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο