ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 5552/16

Μεταξύ:

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΤΙΜΜΙΝΗΣ άλλως (ΤΙΜΙΝΝΗΣ)

Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση

 

-και-

 

ΠΑΝΤΕΛΙΤΣΑΣ ΠΕΤΡΙΔΟΥ

Εναγόμενης / Αιτήτριας

 

 

Ημερομηνία: 21 Μαρτίου 2024

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενη / Αιτήτρια: κ. Νεοφύτου για Νεοφύτου & Νεοφύτου Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Γ. Φ. Τρίγγας

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Εισαγωγή

1.    Με την υπό κρίση αίτηση της («η Αίτηση») η Εναγόμενη αξιώνει την έκδοση οδηγιών προς εκδίκαση των προδικαστικών ενστάσεων που ήγειρε μέσω της Υπεράσπισης της στην παρούσα αγωγή προδικαστικά, δυνάμει της Διαταγής 27 θεσμού 2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ως εξής:

«1. Το κλητήριο Ένταλμα συνετάχθη και καταχωρήθηκε κατά παράβαση της Δ.2 Θ. 6 των θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας και του αντίστοιχου ΤΥΠΟΥ 2 του δικογράφου, αφού ενώ σύμφωνα με τον ΤΥΠΟ 2 στην Έκθεση Απαίτησης οι αξιώσεις πρέπει να περιλαμβάνονται στην αρχή και εν πάση περιπτώσει, και κατά παράβαση του ΤΥΠΟΥ 2 περιλαμβάνονται εκτός από την αρχή της Έκθεσης Απαίτησης παράλληλα και στο τέλος της Έκθεσης Απαίτησης με αντιμαχόμενα ή/και αντικρουόμενα ή/και νομικά διαφορετικά Αιτητικά και θεραπείες.

 

2. Ενώ στην Έκθεση Απαίτησης και ειδικά στην παράγραφο 10 της Έκθεσης Απαίτησης αναφέρεται ρητά ότι η Αγωγή ηγέρθη στη βάση παράβασης Συμφωνίας ημερομηνίας 21/11/12, κάτι το οποίο αποτελεί μια και αυτόνομη βάση αγωγής, χωρίς καμιά απολύτως αναφορά ότι η εν λόγω συμφωνία έχει τερματιστεί, αντίθετα στην παράγραφο 3 της Απάντησης στην Υπεράσπιση αναφέρεται ρητά ότι με την επιστολή ημερομηνίας 31/10/16 και τη λήξη της δοθείσας προθεσμίας αυτής η συμφωνία έχει τερματιστεί και γι’ αυτό ο Ενάγοντας ήγειρε την εν λόγω αγωγή, κάτι το οποίο αποτελεί άλλη αυτόνομη και ξεχωριστή βάση έγερσης αγωγής σύμφωνα με τη σχετική Νομολογία η οποία αντιμάχεται τη βάση αγωγής ότι η συμφωνία ημερομηνίας 21/11/12 βρίσκεται σε ισχύει.

 

3. Σύμφωνα με τη Συμφωνία ημερ. 21/11/12 ο Ενάγοντας είχε δικαίωμα έγερσης της αγωγής σε περίπτωση που η Εναγόμενη αποκτούσε οικονομική ευχέρεια, χωρίς ορισμό συγκεκριμένης ημερομηνίας και δεν υπάρχει δικογραφημένος ισχυρισμός στην Έκθεση Απαίτησης για μεταβολή της οικονομικής κατάστασης της Εναγομένης μετά τη Συμφωνία 21/11/12 ή/και απόκτηση οικονομικής ευχέρειας της Εναγομένης με αποτέλεσμα η παρούσα αγωγή να καθίσταται πρόωρη, καθώς και ο ίδιος ο Ενάγοντας παραδέχεται στην παρ. 7 της απάντησης στην Υπεράσπιση ότι η συμφωνία όπως είναι διατυπωμένη τον φέρνει σε δυσμενή θέση καθότι εάν και όταν άλλαζε η οικονομική κατάσταση της Εναγομένης σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να γίνει γνωστό στον Ενάγοντα και θα το απόκρυβε η Εναγόμενη, προκειμένου να μην καταβάλλει ποτέ την εν λόγω οφειλή της προς Ενάγοντα.»

 

το Αιτητικό Α»).

 

 

2.    Διαζευκτικά αξιώνει διαγραφή της παρ. 12 της Έκθεσης Απαίτησης η οποία δεν προβλέπεται, σύμφωνα με τη θέση της, στον Τύπο 2, κατά παράβαση της Δ.2 θ.6 η οποία διαλαμβάνει ως εξής («το Αιτητικό Β»):

 

«12. Για όλους τους πιο πάνω λόγους ο Ενάγοντας καταχώρησε την παρούσα αγωγή και αξιώνει από την Εναγόμενη ως κατωτέρω.

 

Α. Απόφαση και/ή Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να διαγιγνώσκει ότι η Εναγόμενη οφείλει στον Ενάγοντα το χρηματικό ποσό των € 25,000 όπως λεπτομερώς περιγράφεται ανωτέρω στην παράγραφο 6 δυνάμει παράβασης της ιδιωτικής συμφωνίας ημ. 21/11/12 και /ή πιστωτικών διευκολύνσεων και/ή αδικαιολόγητου πλουτισμού.

 

Β. Γενικές αποζημιώσεις λόγω της μη έγκαιρης καταβολής ή/και εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού προς τον Ενάγοντα.

 

Γ. Απόφαση και/ή Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να δικαιούται ο ενάγοντας να εγγράψει ΜΕΜΟ επί της περιουσίας της εναγόμενης και να το καταθέσει στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας μέχρι εξοφλήσεως του ποσού € 25.000.

 

Δ. Νόμιμο τόκο πλέον έξοδα και έξοδα επίδοσης.»

 

           

Επίσης, διαζευκτικά προς το Αιτητικό Α, αξιώνει τη διαγραφή μέρος της παραγράφου 3 της Απάντησης στην Υπεράσπιση του Ενάγοντα, η οποία βρίσκεται, σύμφωνα με τη θέση της, σε σύγκρουση και/ή προσθέτει νέους ισχυρισμούς στην Έκθεση Απαίτησης και/ή αποτελεί άλλη ξεχωριστή βάση αγωγής, η οποία διαλαμβάνει ως εξής («το Αιτητικό Γ»):

«Είναι ισχυρισμός του ενάγοντα ότι με την επιστολή ημερομηνίας 31 Οκτωβρίου 2016 και με την λήξη της δοθείσας προθεσμίας η συμφωνία ημ. 21/11/2012 έχει τερματιστεί και γι’ αυτό και καταχώρησε την παρούσα αγωγή. Σε κάθε περίπτωση θεωρεί τη Συμφωνία ημ. 21/11/2012 ως τερματισθείσα»

 

 

Η Αίτηση και η Ένσταση

 

3.    Η Αίτηση στηρίζεται κυρίως στους θεσμούς περί Πολιτικής Δικονομίας στη Δ.48, Δ.19 θ.θ. 4 και 26, Δ.27 θ.θ. 1 – 4 και στη Δ.64 θ.θ. 1 και 2 και συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της κας Ταμπούρη, δικηγόρου στον δικηγορικό οίκο που εκπροσωπεί την Εναγόμενη. Στην Αίτηση ο Ενάγων καταχώρησε ένσταση προβάλλοντας 13 λόγους ένστασης οι οποίοι δύνανται να κατηγοριοποιηθούν ως εξής: (α) ότι η Αίτηση καταχωρήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση, (β) ότι είναι αβάσιμη και αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας με μοναδικό σκοπό την καθυστέρηση της εκδίκασης στης υπόθεσης ενώ δεν συντρέχουν λόγοι έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, (γ) η αίτηση αναφέρεται σε ζητήματα τα οποία άπτονται της ουσίας της υπόθεσης και (δ) η αίτηση καταχωρήθηκε άνευ άδειας του Δικαστηρίου. Η ένσταση στηρίζεται από την ένορκη δήλωση του ιδίου.  Θα προβώ σε αναφορά στις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις των μερών στο βαθμό που τούτο κρίνεται αναγκαίο. Σημειώνω επίσης ότι η διαδικασία διεξήχθη στη βάση των πιο πάνω και ουδείς αντεξετάστηκε. Τα μέρη παραχώρησαν στο Δικαστήριο εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τις οποίες το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν στην πλήρη τους έκταση και αναφορά θα προβώ στις εκατέρωθεν θέσεις στο βαθμό που κρίνεται αναγκαίο. 

 

Νομική πτυχή

4.    Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της ευχέρειας του Δικαστηρίου για εκδίκαση νομικού σημείου προδικαστικά, είναι καλά γνωστές και δεν χρήζουν επανάληψης παρά μόνο συνοπτικά. Αρκεί να λεχθεί ότι η σχετική εξουσία παρέχεται δυνάμει της Διαταγής 27 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία διαλαμβάνει οποιοσδήποτε διάδικος δικαιούται να εγείρει στο δικόγραφο του οποιοδήποτε νομικό σημείο το οποίο θα αποφασίζεται από το Δικαστήριο σε οποιοδήποτε στάδιο τούτο κριθεί πρόσφορο (“convenient”). Η έκδοση μιας τέτοιας διαταγής γίνεται κατά κανόνα όταν το Δικαστήριο κρίνει ότι το κρινόμενο νομικό σημείο εγείρει σοβαρό νομικό θέμα το οποίο αν αποφασιστεί υπέρ του αιτητή, αποφασίζεται η όλη υπόθεση ή ένα ουσιώδες θέμα της αγωγής (Χ’’Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1 ΑΑΔ 949 και Malachtou v. Armefti and Another (1984) 1 C.L.R. 584). Μια τέτοια διαταγή θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις και όχι εκεί όπου τα εγειρόμενα θέματα, λόγω ασάφειας των γεγονότων ή του νόμου, θα πρέπει να αποφασιστούν κατά την ακρόαση. Ακόμα, η διαταγή αυτή δεν εκδίδεται όταν υπάρχουν αμφισβητούμενα γεγονότα (Χ’’Οικονόμου και Αγρόκτημα Λανίτη Λτδ & Άλλοι ν. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 225). Ως προς τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί, η σχετική αίτηση θα πρέπει να καθορίζει το συγκεκριμένο νομικό σημείο που εγείρεται και να καταχωρείται κατά το χρόνο που κλείνουν οι έγγραφες προτάσεις ή πολύ σύντομα αργότερα. Κανονικά η προκαταρκτική εκδίκαση θα πρέπει να ζητείται στην αίτηση για οδηγίες (βλ. Χ΄΄Οικονόμου (ανωτέρω)).

 

5.    Στρεφόμενη στο αίτημα διαγραφής (βλ. Αιτητικό Β της υπό κρίση αίτησης), η Δ.19 Θ.26 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, η οποία είναι πανομοιότυπη με το O.19 r.27 των Αγγλικών Θεσμών από την οποία και έλκει την προέλευση της, προνοεί τα εξής:

 

26. The Court or a Judge may, at any stage of the proceeding order to be struck out or amended any matter in any indorsement or pleading which may be unnecessary or scandalous or which may tend to prejudice, embarrass or delay the fair trial of the action.”

 

 

6.    Το μέτρο διαγραφής μέρους δικογράφου αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και ασκείται με φειδώ (Παγκύπριος Εταιρεία Αρτοποιώ Λτδ. ν. Σαββίδη (1997) 1 Α.Α.Δ. 692) ενώ ο αιτητής θα πρέπει να καταδείξει ότι συνεπεία κάποιας αντικανονικότητας επί του δικογράφου του αντιδίκου του επηρεάζεται δυσμενώς (βλ. Ετήσια Πρακτική του 1958, σελίδα 477 υπό τον τίτλο Grounds for Granting or Refusing – (t)he applicant must show that he is in some way prejudiced by the irregularity.”) Διαφωτιστικό είναι το εξής απόσπασμα από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Esquire Holding Ltd v. Tsentas Developers Ltd κ.ά. (2016) 1 ΑΑΔ 786:

 

«Με βάση τη σχετική νομολογία κάθε αίτημα για διαγραφή δικογράφου είναι εξαιρετικό μέτρο και μέρη από τη δικογραφία μπορούν να διαγραφούν όταν τείνουν να επηρεάσουν δυσμενώς, να προκαλέσουν αμηχανία, ή να καθυστερήσουν τη δίκαιη δίκη της αγωγής. Όπως έχει τεθεί από παλαιά (βλ Annual Practice 1958, σελ.477 κ.ε.) απλή πολυλογία δεν προκαλεί αμηχανία. Το Δικαστήριο δεν υποδεικνύει στα μέρη πώς θα διαμορφώσουν την υπόθεση τους εφόσον αυτά δεν παραβαίνουν τους Κανόνες. Ακόμη και αν ένα δικόγραφο περιέχει αχρείαστα ζητήματα τούτο δεν είναι αρκετό για να οδηγήσει το Δικαστήριο στη διαγραφή του εφόσον δεν προκαλείται ζημιά στον αντίδικο. Η τελευταία αυτή φράση αποτελεί το ουσιώδες στοιχείο ως προς την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου αλλά και ως προς τη συναφή αιτιολογία που πρέπει να δίδεται για τη διαγραφή.  Όπως εύστοχα έχει παρατηρηθεί παλαιότερα ‘though the language of Order 19 Rule 26 is wide, its operation is limited.’ (βλ. Lavar Shipping Co. Ltd a.o. v. Souras Bros Ltd a.o. [1972] 4 J.S.C. σελ. 416). Δεν συμφωνούμε με τον κ. Παπαθεοδώρου ότι η υπόθεση Παγκύπρια Εταιρεία Αρτοποιών Λτδ v. Σαββίδη (1997) 1 Α.Α.Δ. 685 που ασχολείται ειδικά με παραβίαση κανόνα Δ.19.θ.4 λέει κάτι διαφορετικό από τα μέχρι τώρα νομολογηθέντα. Στην κρινόμενη περίπτωση η δοθείσα αιτιολογία δεν καλύπτει με επαρκή ή και καθόλου τρόπο το θέμα της πρόκλησης ζημιάς στον αντίδικο. Αλλά ούτε και εξηγείται με ποιο τρόπο και γιατί τα διαγραφέντα σημεία αποτελούν μαρτυρία, επιχειρήματα και ή άλλως πως όπως αόριστα τίθεται στην εκκαλούμενη απόφαση. Όπως αναφέρθηκε στη FASILI a.o. v. M.V. "SUN BOAT" HER SHIPOWNERS AND/OR CHARTERERS a.o. (1984) 1 C.L.R. 679 η εξουσία διαγραφής ενεργοποιείται μόνο σε απλές και φανερές υποθέσεις. Όμως ούτε αυτό προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση.»

 

7.    Η δε Δ.27 Θ.3 των περί Πολιτικής δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, που είναι πανομοιότυπη με το Ο.25 r.4 των Αγγλικών Θεσμών, από την οποία και έλκει την προέλευση της, προνοεί τα εξής:

 

The Court may order any pleading to be struck out on the ground that it discloses no reasonable cause of action or answer, and in any such case or in case of the action or defence being shown by the pleadings to be frivolous or vexatious, the Court may order the action to be stayed or dismissed, or judgment to be entered accordingly as may be just.”

 

8.    Στην Χατζήκυριακος ν. Κυθρεώτη (1992) 1 Α.Α.Δ. 1119 το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι:

 

«Η απόφανση για ανυπαρξία εύλογης αιτίας αγωγής οδηγεί αναπόδραστα στον οριστικό τερματισμό της διαδικασίας. Δικαιολογείται αυτός ο τερματισμός μόνο όταν το δικόγραφο, στην περίπτωση αυτή, το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο. (Βλ. In Re Pelmaco Development Ltd (1991) 1 Α.Α.Δ. 246. Εντοπισμός κάποιας αιτίας αγωγής ή έστω κάποιου ζητήματος κατάλληλου για εκδίκαση από το Δικαστήριο, επιβάλλει τη διατήρηση της διαδικασίας στη ζωή όσο και αν η προοπτική επιτυχίας εμφανίζεται απομακρυσμένη. Βλ. Costas Mavromoustaki v. Iacovos N. Yeroudes as executor of the will of the deceased Spyros Michaelides (1965) 1 CLR 176, Michael Papamichael v. Clitos Chaholiades (1970) 1 CLR 305

 

 

9.    Σε σχέση με τη φύση της Δ.19 θ.26 και της Δ.27 θ.3 στην Cyber Group Ltd v. Κυριάκου Χαραλαμπίδη και άλλων (2004) 1 Α.Α.Δ 1852 αναφέρθηκε ότι η πρώτη επιτρέπει τη διαγραφή δικογράφου το οποίο είναι μη αναγκαίο ή σκανδαλώδες ή τείνει να προκαταλάβει ή επηρεάσει τη δίκαιη εκδίκαση της αγωγής και δεν επιχειρείται εξέταση της εγκυρότητας της υπεράσπισης. Αυτό είναι ζήτημα που εξετάζεται δυνάμει της Δ.27, θ.3.

 

Εξέταση της αίτησης

10. Η αίτηση καταχωρήθηκε στις 26.8.22, ήτοι, σχεδόν έξι έτη μετά την καταχώρηση της αγωγής. Στις 20.4.2017 καταχωρήθηκε σημείωμα εμφάνισης από την Εναγόμενη η Υπεράσπιση της οποίας καταχωρήθηκε στις 21.6.2017. Ακολούθως, στις 7.7.17 καταχωρήθηκε Απάντηση στην Υπεράσπιση καθώς και κλήση για οδηγίες. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες ενδιάμεσες αιτήσεις οι οποίες αποτελούν μέρος του δικαστικού φακέλου. Παρά το ενδελεχές δικονομικό ιστορικό στην υπόθεση, δεν επιχειρήθηκε να επεξηγηθεί στα πλαίσια της υπό κρίση αίτησης η παρατηρηθείσα καθυστέρηση στην καταχώρηση της. Τούτου δοθέντος, κρίνω ότι δεν παρέχεται περιθώριο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου στη βάση της Διαταγής 27 θ.1. Συναφώς, ο πρώτος λόγος ένστασης σε ό,τι αφορά το ζήτημα της καθυστέρησης επιτυγχάνει.  

 

11. Αναφέρω για σκοπούς πληρότητας τα εξής:

 

(α) Σε ό,τι αφορά την παράγραφο 1 του Αιτητικού (Α), η προώθηση διαζευκτικών αξιώσεων μέσω του δικογράφου του αποτελεί δικαίωμα ενός διαδίκου με τον ίδιο να διατηρεί το βάρος της υποχρέωσης επιλογής της εκδοχής του ως προς τα γεγονότα ή διαζευκτικών αξιώσεων, κατά την ακροαματική διαδικασία (βλ. Λαϊκή Κυπριακή (Χρηματ.) Λτδ ν. Χίνη (2008) 1 ΑΑΔ 818, Καστανός κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακή Τράπεζα (Χρημ.) Λτδ (2001) 1 ΑΑΔ 1374 και Atlaspantou Co Ltd v. Angelos Nicolaides Holdings Ltd (2013) 1 ΑΑΔ 2553).

 

(β) Σε ό,τι αφορά την παράγραφο 2 του Αιτητικού (Α), δεν προκύπτει οποιαδήποτε αντιφατικότητα ως προς τους ισχυρισμούς γεγονότων εφ’ όσον η ίδια επιστολή ημερ. 31/10/2016 αναφέρεται επί του κειμένου της Έκθεσης Απαίτησης. Ειδικότερα, δεν προκύπτει οποιαδήποτε αντιφατικότητα αναφορικά με το ζήτημα του «τερματισμού» το οποίο έπεται, ακριβώς, σύμφωνα με τη θέση του Ενάγοντα, της «παράβασης σύμβασης». Το ότι δεν χαρακτηρίσθηκε η επιστολή ως «τερματίζουσα» την «συμφωνία» λίγη σημασία έχει εφ’ όσον η αξίωση θεραπείας είναι επιτρεπτή αρκεί αυτή να δικαιολογείται από την παράθεση των γεγονότων και άσχετα από το νομικό πέπλο κάτω από το οποίο τίθεται η απαίτηση (βλ. Atlas Pantou – ανωτέρω).

 

(γ) Σε ό,τι αφορά την παράγραφο 3 του Αιτητικού (Α), τα όσα εκεί καταγράφονται άπτονται της ουσίας της υπόθεσης και δεν θα ήταν πρόσφορο να ακουσθούν προδικαστικά. Αποτελούν δε μέρος του βασικού πυρήνα της αντιδικίας των μερών, συμπέρασμα το οποίο επίσης προκύπτει από μια απλή ανάγνωση των σελ. 12 μέχρι 17 της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου για την Εναγόμενη.

 

Συνεπώς, το αιτητικό (Α) θα υπόκειτο σε απόρριψη και για τους πιο πάνω πρόσθετους λόγους.

 

12. Στρεφόμενη στο Αιτητικό Β, σημειώνω κατ’ αρχάς ότι για τους λόγους που έχω παραθέσει στην παρ. 11(α) ανωτέρω, δεν προκύπτει ανάγκη διαγραφής των εν λόγω παραγράφων, και δη αξιώσεων, της Έκθεσης Απαίτησης. Προσθέτω εδώ ότι, όπως αναφέρθηκε στην Vector Onega A.G. v. Πλοίου M/V Girvas κ.ά. (Αρ. 1) (2000) 1 ΑΑΔ 16:

 

«Το γεγονός ότι στα δικόγραφα τους προβάλλουν αλληλοσυγκρουόμενους ισχυρισμούς δεν μπορεί να οδηγήσει σε διαγραφή, και οποιοδήποτε πρόβλημα υπάρξει λόγω των συγκρουόμενων αυτών δικογράφων θα πρέπει να αντιμετωπισθεί όταν τούτο εγερθεί κατά τη διάρκεια της ακρόασης κατά την οποία και οι εναγόμενοι 2 - αιτητές θα μπορούν να εκθέσουν τη θέση τους επί του προκειμένου.»

 

13. Δεν προκύπτει ούτε αναγκαιότητα διαγραφής της Έκθεσης Απαίτησης λόγω του ό,τι αυτή καταχωρήθηκε κατά παράβαση του τύπου που προνοούν οι θεσμοί. Το ελάττωμα αυτό είναι θεραπεύσιμο (βλ. Φαλέκκου ν. Χριστοφίδη (2013) 1 Α.Α.Δ. 2534) και το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας θεραπείας του και εκδίδω ανάλογη διαταγή (ANS Secretaries Ltd v. Orianda Management FZ LLC (2014) 1 ΑΑΔ 1348 και Ανδρέας Γεωργιάδης & Υιός ν. Alpha Bank Cyprus Ltd Πολ. Έφ. 177/11, 15.5.2017), ECLI:CY:AD:2017:A176. Αποτέλεσμα αυτής είναι ότι όλες οι αξιώσεις που καταγράφονται επί το κλητηρίου εντάλματος θα θεωρούνται ότι προωθούνται από τον Ενάγοντα, σωρευτικά. Στα βαθμό που αυτές δύνανται να χαρακτηρισθούν ως διαζευκτικές, εναπόκειται στον Ενάγοντα να επιλέξει την γραμμή που θα προωθήσει κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας (βλ. παρ. 11(α) και 12 ανωτέρω). Η διαταγή εκδίδεται από το παρόν Δικαστήριο και όχι κατόπιν αιτήσεως του Ενάγοντα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου έχοντας κατά νουν το γεγονός ότι οι θεραπείες ως καταγράφονται επί του κλητηρίου εντάλματος παραμένουν αναλλοίωτες εδώ και οκτώ σχεδόν έτη με την πλευρά της Εναγόμενης να μην επιχειρεί προηγουμένως, χωρίς οιαδήποτε αιτιολόγηση, τη διαγραφή τους για τους λόγους που σήμερα προβάλλει. Λαμβάνω επίσης υπόψιν ότι η ίδια η Εναγόμενη υπερασπίστηκε εκτενώς την αγωγή και το σύνολο των θεραπειών που καταγράφονται επί της αγωγής, καθώς και το γεγονός ότι η διαγραφή αξιώσεων για το λόγο ότι ο Ενάγων δεν αιτήθηκε να άρει ζήτημα που άπτεται τον τύπο του κλητηρίου θα αποτελούσε δυσανάλογο υπό τις περιστάσεις μέτρο, έχοντας κατά νουν το άρθρο 30 του Συντάγματος και το δικαίωμα κάθε πολίτη να προσφεύγει στη δικαιοσύνη (βλ. άρθρο 35 του Συντάγματος). Ρητά δε αναφέρεται στην Διαταγή 64 θ.3 όπου αναφέρεται ότι:

 

«Το Δικαστήριο δεν θα παραμερίζει εξ ολοκλήρου οποιαδήποτε διαδικασία, ή το κλητήριο ένταλμα, ή άλλο εναρκτήριο μέσο με το οποίο έχει αρχίσει η διαδικασία, για το λόγο ότι έχει χρησιμοποιηθεί διαφορετικό εναρκτήριο μέσο για την έναρξη της διαδικασίας από εκείνο που απαιτεί οποιοσδήποτε από τους παρόντες Κανονισμούς.»

 

14. Πέραν των πιο πάνω, το Αιτητικό Β δεν θα μπορούσε να επιτύχει και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, ως αναφέρεται στην Διαταγή 64 θ.2:

 

«Αίτηση για παραμερισμό οποιασδήποτε διαδικασίας, οποιουδήποτε βήματος που έγινε σε οποιαδήποτε διαδικασία, ή οποιουδήποτε εγγράφου, αποφάσεως ή διατάγματος σε αυτή, λόγω παρατυπίας, δε θα επιτρέπεται, εκτός εάν υποβάλλεται μέσα σε εύλογο χρόνο και προτού o διάδικος που υπέβαλε την αίτηση προβεί σε οποιοδήποτε νέο βήμα, αφότου η παρατυπία περιήλθε σε γνώση του. Οι προτεινόμενοι λόγοι για παραμερισμό δυνάμει του παρόντος Κανόνα, θα αναφέρονται στην αίτηση.»

 

15. Για τους λόγους που προανέφερα στην παρ. 9 πιο πάνω, η καταχώρηση της Αίτησης στις 26.8.22 δεν δύναται να θεωρηθεί ότι υποβλήθηκε μέσα σε εύλογο χρόνο και σε κάθε περίπτωση, προτού ο διάδικος που υποβάλει την αίτηση προβεί σε νέο βήμα αφότου η παρατυπία περιήλθε σε γνώση του.

 

16. Σε ό,τι αφορά το Αιτητικό Γ, δεν προκύπτει οιαδήποτε ανάγκη διαγραφής της εν λόγω παραγράφου. Επαναλαμβάνω τα όσα έχω παραθέσει στην παρ. 11(β) πιο πάνω. Μάλιστα δε σημειώνω ότι επί της εν λόγω επιστολής η ίδια η Εναγόμενη προβάλλει συγκεκριμένες θέσεις και ισχυρισμούς στην παρ. 23 της Υπεράσπισης της.

 

17. Τα πιο πάνω επισφραγίζουν την αποτυχία της αίτησης.

 

Κατάληξη

18. Υπό το φως όλων των πιο πάνω η αίτηση ημερ. 26.8.22 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση και εναντίον της Εναγόμενης / Αιτήτριας όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

(Υπ.)……………………………

Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο