ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 2631/18

Μεταξύ:

Συμεών Παπασυμεών, εκ Ορούντας, Λευκωσία

Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση

-και-

 

1. Πάτερ Νετκάριος Χατζημιχαήλ, εκ Ορούντας, Λευκωσία

2. Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος Μασούρας

Εναγόμενων / Αιτητών

 

 

Ημερομηνία: 12.4.2024

Εμφανίσεις:

Για Εναγόμενους / Αιτητές: κα Κ. Ορφανίδου για Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγοντα / Καθ’ ου η Αίτηση: κ. Λ. Λουκαΐδης για Λουκής Λουκαΐδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Αίτηση και Ένσταση

1.    Με την υπό κρίση αίτηση τους οι Εναγόμενοι – Αιτητές («οι Αιτητές») αιτούνται την απόρριψη της αγωγής λόγω του ότι αυτή καταχωρήθηκε κατά παράβαση του κανόνα του δεδικασμένου (res judicata) και λόγω του ότι είναι ανυπόστατη, ενοχλητική και καταχρηστική («η Αίτηση»). Η Αίτηση στηρίζεται στην Διαταγή 19, τη Διαταγή 21 θ.θ. 1 μέχρι 15, τη Διαταγή 27 θ. 1 – 3, τη Διαταγή 48 θ. 1 – 4, 8(1) και 9 και τη Διαταγή 64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της κας Δέσποινας Γεωργούλλας, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο Ορφανίδης, Χριστοφίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. Εκεί αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι, στις 17.7.2018 ο Ενάγων καταχώρησε την υπ’ αριθμό 1919/18 αγωγή εναντίον του Εναγόμενου 1 («η Πρώτη Αγωγή»). Ως Τεκμήριο 1 επισυνάπτει αντίγραφο του Γενικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος που καταχωρήθηκε στην Πρώτη Αγωγή. Ακολούθως, ως αναφέρει, στις 21.9.2018 ο Ενάγων καταχώρησε την αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο («η Δεύτερη Αγωγή») δια της οποίας προωθεί αντίστοιχες αξιώσεις. Συνεχίζει ότι, στις 23.11.20 ο Ενάγων στα πλαίσια της Πρώτης Αγωγής εμφανίστηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και ζήτησε άδεια από το Δικαστήριο όπως αποσύρει την αγωγή και η αγωγή απορρίφθηκε εναντίον του εκεί Εναγόμενου χωρίς επιφύλαξη ως προς την καταχώρηση νέας αγωγής. Προς τούτο επισυνάπτει σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου ως Τεκμήριο 2. Επειδή, αναφέρει, υπάρχει ταύτιση επίδικων θεμάτων και διαδίκων μεταξύ των δύο αγωγών ο Ενάγων κωλύεται να προωθεί την παρούσα αγωγή λόγω εφαρμογής του κανόνα res judicata ενώ παράλληλα η προώθηση της είναι εμφανώς καταπιεστική, σκανδαλώδης, ενοχλητική και αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας.

 

2.    Η πλευρά του Ενάγοντα καταχώρησε ένσταση στην εν λόγω αίτηση προβάλλοντας ότι: «η αγωγή 1919/18 έχει γίνει από άλλο δικηγόρο και έχει αποσυρθεί στις 23.11.20. Συνεπώς δεν δίθεται θέμα res judicata με άλλη αγωγή η οποία έτσι και αλλιώς όχι μόνο αποσύρθηκε αλλά δεν έχει φτάσει σε σημείο να εκδικαστεί» και ότι  «ο Ενάγων απορρίπτει ως αβάσιμα τα αιτήματα της αίτησης ημερ. 28.6.21.»

 

3.    Αμφότεροι οι συνήγοροι παραχώρησαν στο Δικαστήριο τις γραπτές τους αγορεύσεις προβάλλοντας την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία τους. Έχω λάβει υπόψιν μου στην πλήρη τους έκταση το σύνολο των πιο πάνω και ειδική αναφορά σε αυτά θα προβώ πιο κάτω στο βαθμό που αυτό κρίνεται αναγκαίο.

 

Εξέταση της αίτησης

 

4.    Το κώλυμα λόγω δεδικασμένου (res judicata) εξυπακούει ότι ένας διάδικος εμποδίζεται από του να αρνηθεί την ύπαρξη μιας κατάσταση γεγονότων που έχει προβάλει προηγουμένως (Καλφοπούλου Ασπασία (1998) 1 ΑΑΔ 55. Η εφαρμογή του κωλύματος λόγω δεδικασμένου προϋποθέτει, με βάση την πάγια νομολογία, ότι θα πρέπει να υπάρχει τελεσίδικη απόφαση, να υπάρχει ταύτιση διαδίκων, ιδιότητας διαδίκων και επίδικων θεμάτων (βλ. Καλφοπούλου και Χρύσω Κακοφεγγίτου ν. Κυπριακές Αερογραμμές, Πολ. Έφ. 225/12, 6.12.2017, ECLI:CY:AD:2017:D442, Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 349).

 

5.    Ο κ. Λουκαϊδης επιχειρηματολόγησε ως εξής:

«Το θέμα είναι απλό. Δεν μπορείς να επικαλεστείς res judicata εκτός εάν το θέμα στο οποίο επιδιώκεις να εφαρμόσεις την αρχή αυτή έχει εκδικαστεί από παρόμοιας δικαιοδοσίας Δικαστήριο, (στην προκειμένη περίπτωση, αστικό και όχι ποινικό) και έχει απαφασιστεί επί της ουσίας. Εδώ μιλάτε για απόσυρση προηγούμενης αγωγής για παρόμοιο μεν θέμα αλλά, η Αγωγή δεν επιδικάστηκε επι της ουσίας. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα, διαβάστε το Halsbury's laws of England τόμος 16(2) παράγραφοι 977-980. Στην παράγραφο 978 αναφέρεται συνοπτικά το εξής “In all cases where the cause of action is really the same and has been determined on the merits (i.e.: The previous case was adjudicated by a Court of civil jurisdiction, (civil or criminal, depending on the case] and that there was judgement of the same facts), and not on some ground (such as the non-expiration of the term of credit) which has ceased to operate when the second action or claim is brought, the plea of res judicata should succeed. Βλ. και παράγραφο 980.»

 

6.    Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνη. Στο Σύγγραμμα Halsburys στο συγκεκριμένο σημείο οι συγγραφείς πραγματεύονται την περίπτωση όπου  προηγείται δικαστική απόφαση επί της ουσίας. Δεν προκύπτει από το εκεί απόσπασμα ότι δεν δημιουργείται δεδικασμένο υπό συνθήκες απόσυρσης μίας δικαστικής διαδικασίας, όπως είναι η απόσυρση μίας αγωγής η οποία οδηγεί στην απόρριψη της. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην SCF Finance Co Ltd v. Masri a.o. (No.3) [1987] 1 All ER 194 με παραπομπή στην Khan v Goleccha International Ltd [1980] 2 All ER 259 [1980] 1 WLR 1482:

 

The decision in Khan's case makes it clear that an order dismissing proceedings is capable of giving rise to issue estoppel even though the court making such order has not heard argument or evidence directed on the merits. [...] If a party puts forward a positive case, as the basis of asking the court to make the order which that party seeks, and then at trial declines to proceed and accepts that the claim must be dismissed, then that party must, in our view, save in exceptional circumstances, lose the right to raise again that case against the other party to those proceedings.

 

7.    Στο ημεδαπό δίκαιο το ζήτημα δημιουργίας δεδικασμένου κατά την απόσυρση μιας αγωγής ξεκαθαρίστηκε στην Παμπορίδης v. Κτηματική Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1995) 1 ΑΑΔ 670 («Παμπορίδης») όπου το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι (η έμφαση είναι του Δικαστηρίου):

 

«Το ζήτημα καλύπτεται από τη Δ.15 των Θεσμών Περί Πολιτικής Δικονομίας. Οι προεκτάσεις της εξηγήθηκαν στις υποθέσεις Kypreos vKypreos (1984) 1 C.L.R.565 και Eleftheriades vCyprus Hotels (1985) 1 C.L.R.676. Με τη θέσπιση της η ελευθερία που αναγνωριζόταν στον Ενάγοντα για απόσυρση της αγωγής, οποτεδήποτε, διατηρώντας δικαίωμα επαναφοράς της αιτίας της αγωγής που αποτελούσε το αντικείμενο της με νέα αγωγή ή σε μεταγενέστερη διαδικασία, δεν υπάρχει πλέον. Ο Ενάγων μπορεί να αποφασίσει αν θα προωθήσει την αγωγή του ή αν θα την αποσύρει. Αυτό είναι δικό του προνόμιο και είναι ο κανόνας πως στο βαθμό που η απόσυρση της αγωγής διενεργείται για να οδηγηθεί η ορισμένη αντιδικία σε οριστικό τέλος, ούτε ο Εναγόμενος έχει λόγο αλλά ούτε και το Δικαστήριο. Εκείνο που δεν δικαιούται να κάμει είναι να τερματίσει οποτεδήποτε θέλει τη διαδικασία διατηρώντας μονομερώς το δικαίωμα να επανέλθει στα ίδια. Οι περιορισμοί εν προκειμένω είναι σαφείς. Ο Ενάγων δικαιούται να διακόψει (discontinue) με γραπτή ειδοποίηση την αγωγή, δηλαδή να την τερματίσει με δικαίωμα καταχώρησης νέας, οποτεδήποτε πριν την παραλαβή της Υπεράσπισης, ή μετά την παραλαβή της πριν προβεί σε οποιοδήποτε άλλο δικονομικό διάβημα (με επιφύλαξη ως προς οποιανδήποτε ενδιάμεση αίτηση). Από εκεί και πέρα ο Ενάγων παύει να είναι dominus litis. Η διακοπή της αγωγής τελεί πλέον υπό την αίρεση της εξασφάλισης άδειας από το Δικαστήριο. Η απόσυρση της αγωγής και η επακόλουθη απόρριψη της χωρίς τέτοια άδεια που εξ ορισμού εμπεριέχει την αναγνώριση στον ενάγοντα δικαιώματος καταχώρισης νέας αγωγής, δημιουργεί δεδικασμένο. Βλ. Spencer Bower and Turner - the Doctrine of Res Judicata 2η έκδοση σελ.36, παράγραφος 39)

 

8.    Οι προεκτάσεις της Δ. 15 εξηγήθηκαν στις υποθέσεις Kypreos v. Kypreos (1984) 1 C.L.R. 565 και Eleftheriades ν. Cyprus Hotels (1985) 1 C.L.R. 677. Με τη θέσπιση της η ελευθερία που αναγνωριζόταν στον ενάγοντα για απόσυρση της αγωγής οποτεδήποτε, διατηρώντας δικαίωμα επαναφοράς της αιτίας της αγωγής που αποτελούσε το αντικείμενό της με νέα αγωγή ή σε μεταγενέστερη διαδικασία, δεν υπάρχει πλέον. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση Kypreos v. Kypreos (1984) 1 CLR 565 στις σελίδες 567-568:

 

The Rule conditioning withdrawal of proceedings after a certain stage, that is, after a formal step is taken with a view to continuing the litigation after the filing of defence, replaced the common law rule to claim a nonsuit, and the rule of equity entitling a party to dismiss his bill at his own option that permitted the plaintiff to discontinue proceedings at any stage before judgment. The object of the new rule is to ensure no abuse is made of the judicial process. A litigant will not be allowed to withdraw an action in anticipation of the outcome of the proceedings. After a formal step is taken, subsequent to defence, signifying unequivocally a decision to pursue litigation, the leave of the Court is required before a party is allowed to discontinue litigation**. A party will not ordinarily be compelled to litigate against his will.

 

This is not the object of the rule requiring leave. The primary purpose of the rule is to empower the Court to refuse leave whenever it is sought thereby to gain a tactical advantage.”

 

9.    Στην Πατσαλίδης ν. Δίσπυρου (2006) 1 ΑΑΔ 17, η οποία υιοθέτησε την Παμπορίδης, αναφέρθηκε ότι η αρχή δια το ότι κώλυμα λόγω δεδικασμένου δημιουργείται μόνο στην περίπτωση όπου το συγκεκριμένο επίδικο ζήτημα έχει επιλυθεί  από το Δικαστήριο, έχει μεταβληθεί, στη βάση την πιο πάνω ερμηνεία της Διαταγής 15. Η ίδια προσέγγιση υιοθετήθηκε και στην Θεοδώρου ν. Μάντη Πολ. Έφ. 297/2006, 12.7.2010.

 

10. Στη βάση των πιο πάνω, το ζήτημα του κατά πόσο εγείρεται δεδικασμένο από την απόσυρση της Πρώτης Αγωγής, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση των προνοιών της Διαταγής 15, ως αυτή ερμηνεύτηκε από την νομολογία. 

 

11. Προς τούτο σημειώνω ότι αποτελεί κοινό τόπο ότι η Πρώτη Αγωγή αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, στις 23.11.20, με το σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου να επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση. Κρίνω σκόπιμο στο σημείο αυτό, να παραθέσω αυτούσιο το λεκτικό του εν λόγω πρακτικού:

 

«Ενάγων: Ζητώ άδεια να αποσύρω την Αγωγή.

κα Μεττή: Θα αποσύρω και εγώ την αίτηση που εκκρεμεί από πλευράς μας. Ζητώ τα έξοδα.

Ενάγων: Συμφωνώ ως προς τα έξοδα.

Δικαστήριο: Η Αγωγή και η Αίτηση που εκκρεμεί απορρίπτονται με έξοδα υπέρ του Εναγόμενου και εναντίον του Ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.»

 

 

12. Παρά το ότι επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση επισυνάφθηκε το πρακτικό με ημερ. 23.11.20, εντούτοις, δεν αναφέρθηκε σε ποιο στάδιο της δικαστικής διαδικασίας απεσύρθη και απερρίφθη η Πρώτη Αγωγή. Η παρουσίαση του στοιχείου αυτού ήταν κεφαλαιώδους σημασίας για σκοπούς αξιολόγησης της θέσης των Αιτητών ότι δημιουργείτο δεδικασμένο από την υπό κρίση απόσυρση και απόρριψη της Πρώτης Αγωγής. Τούτο διότι με βάση το ίδιο το περιεχόμενο της Διαταγής 15 αλλά και της νομολογίας που το ερμήνευσε (βλ. ανωτέρω) προκύπτει ότι ο Ενάγων «πριν την παραλαβή της Υπεράσπισης, ή μετά την παραλαβή της πριν προβεί σε οποιοδήποτε άλλο δικονομικό διάβημα (με επιφύλαξη ως προς οποιανδήποτε ενδιάμεση αίτηση)» (Παμπορίδης) δικαιούται να διακόψει την αγωγή του, δικαιωματικά και χωρίς να δημιουργείται δεδικασμένο εφ’ όσον θεωρείται “dominus litis”. Κατόπιν του πιο πάνω σταδίου, η διακοπή υπόκειται σε άδεια του Δικαστηρίου. Η φιλοσοφία του κανόνα επεξηγήθηκε στην Fox v. Star Newspaper Company (1898) 1 QB 636, υπό τον Δικαστή Chitty J, παραπομπή στην οποία γίνεται υπό την Έντιμη Λ. Δημητριάδου – Ανδρέου, Π.Ε.Δ. (ως ήταν τότε) στην Tricomitis Ltd Αίτηση Εταιρείας 19/2019, 20.6.2019, ECLI:CY:AD:2019:B86:

 

The principle of the rule is plainIt is that after the proceedings have reached a certain stage the plaintiff who has brought his adversary into court, shall not be able to escape by a side door and avoid the contest.  He is then to be no longer dominus litis, and it is for the judge to say whether the action shall be discontinued or not and upon what terms. I think it would be a great error to construe the rule by reference to the old meaning of the term ‘discontinuance’ or any mere technical sense of words. The substance of the provision is that, after a stage of the action has been reached at which the adversaries are meeting face to face, it shall only be in the discretion of the judge whether the plaintiff shall be allowed to withdraw from the action so as to retain the right of bringing another action for the same subject-matter.”

 

13. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε από την Έντιμη Λ. Δημητριάδου – Ανδρέου (Π.Ε.Δ.) (ως ήταν τότε) στην A. Tricomitis Ltd (ανωτέρω):

«Είναι ορθή η επισήμανση από πλευράς των δικηγόρων της Αιτήτριας ότι με βάση τις πρόνοιες της Δ.15, ο Ενάγων ή, ο Αιτητής στην περίπτωση μιας Εναρκτήριας Αίτησης, έχει το δικαίωμα να διακόψει ή να αποσύρει εξ ολοκλήρου ή μέρος της Αγωγής ή της Αίτησης αντίστοιχα χωρίς να απαιτείται η εξασφάλιση σχετικής άδειας από το Δικαστήριο προτού ο Εναγόμενος καταχωρήσει Υπεράσπιση (ή Ένσταση) ή, στην περίπτωση που καταχωρηθεί Υπεράσπιση, προτού ληφθεί οποιοδήποτε περαιτέρω διάβημα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο Ενάγων ή ο Αιτητής δεν εμποδίζεται να προχωρήσει στην καταχώρηση νέας Αγωγής ή νέας Εναρκτήριας Αίτησης. Με άλλα λόγια, όταν ο Ενάγων αποσύρει την Αγωγή του ή μέρος αυτής χωρίς άδεια του Δικαστηρίου (όταν αυτό δεν απαιτείται) δεν εμποδίζεται από του να καταχωρήσει άλλη αγωγή και να διεκδικήσει το ίδιο πράγμα.

 

Παρομοίως στην υπόθεση Eleftheriades v. Cyprus Hotels Ltd (1985) 1 C.L.R. 677, στη σελ. 684 τονίζεται ότι όταν ο Ενάγων αποσύρει την Αγωγή ή μέρος της πριν την καταχώρηση Υπεράσπισης ή έστω μετά την καταχώρηση Υπεράσπισης αλλά προτού λάβει οποιοδήποτε περαιτέρω διάβημα he may discontinue without leave and yet bring a second action.

 

Ωστόσο, εκεί όπου ο Ενάγων λαμβάνει οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα μετά την παραλαβή της Υπεράσπισης (ή Ένστασης) το οποίο υποδηλώνει την πρόθεση του να συνεχίσει την προώθηση της διαδικασίας, απαιτείται η άδεια του Δικαστηρίου για σκοπούς διακοπής της Αγωγής ή μέρους της και δεν είναι ο ίδιος πλέον dominus litis.»

 

14. Εν προκειμένω, απουσιάζουν από το πραγματικό υπόβαθρο το οποίο οι Αιτητές επικαλούνται βασικά στοιχεία που θα επέτρεπαν στο Δικαστήριο να καταλήξει σε συμπεράσματα ως προς τις συνθήκες απόσυρσης και απόρριψης της Πρώτης Αγωγής. Ειδικότερα, επαναλαμβάνω, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ως προς το χρονικό σημείο απόσυρσης και απόρριψης της. Η παράλειψη αυτή των Αιτητών αποστέρησε από το Δικαστήριο τη δυνατότητα να αξιολογήσει με ακρίβεια και στην πλήρη τους διάσταση της συνθήκες απόσυρσης και δη, το κατά πόσο, κατά το χρόνο που η Πρώτη Αγωγή αποσύρθηκε, όφειλε ο Ενάγων να αιτηθεί την άδεια του Δικαστηρίου για να την αποσύρει ώστε να μην δημιουργείται δεδικασμένο. Το βάρος δε βρισκόταν στους ώμους των Αιτητών να το πράξουν (βλ. Ελενίτσα Α. Κωνσταντινίδη ν. Nur Habib Hissin, ως Διαχειρίστριας της Περιουσίας του Αποβιώσαντος Habib Said El Hissin (Hosson) Πολ. Έφ. 288/15, 15.10.2007.)

 

15. Στη βάση επομένως των δεδομένων που παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο μέσω της υπό κρίση αίτησης, δεν δύναται να εξαχθεί οιοδήποτε συμπεράσματα περί δημιουργίας δεδικασμένου, διαπίστωση που επισφραγίζει την αποτυχία της.

 

16. Αναφέρω περαιτέρω για σκοπούς πληρότητας ότι στο βαθμό που η Αίτηση αφορά την απαίτηση του Ενάγοντα έναντι του Εναγόμενου 2, αυτή δεν θα μπορούσε να επιτύχει και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι ο Εναγόμενος 2 δεν αποτελούσε διάδικο μέρος στην Πρώτη Αγωγή. Συνεπώς, δεν θα μπορούσε υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να θεωρηθεί ότι υφίσταται δεδικασμένο σε σχέση με την αυτήν την απαίτηση, εφ’ όσον δεν πληρούται η προϋπόθεση δια ταύτιση διαδίκων (βλ. Χαράλαμπος Κύπρου Χωματένος κ.ά. ν. Λούκα Παναγιώτου Σταυρινού (2015) 1 ΑΑΔ 2825, Σοφία Λούη Καζαμία, δια του Πληρεξουσίου Αντιπροσώπου της Ανδρέα Παναγιώτου ν. Νέστορα Χαραλάμπους κ.ά. (2011) 1 ΑΑΔ 2159) και Ανδρέας Γιάννη Γαβριήλ κ.ά. ν. Γεωργίου Αγαπίου (1998) 1 ΑΑΔ 1868).

 

17. Στρεφόμενη στη θέση της συνηγόρου των Αιτητών ότι η αγωγή εναντίον του Εναγόμενου 2 θα πρέπει να απορριφθεί ως ενοχλητική και σκανδαλώδης καθώς «η μοναδική αναφορά που γίνεται στο πρόσωπο του (…) είναι εικασία και δεν εδράζεται σε οποιοδήποτε πραγματικό γεγονός» (βλ. παρ. 16 της αγόρευσης της συνηγόρου των Αιτητών), ούτε αυτή η θέση βρίσκει έρεισμα στη δικογραφία. Στον Εναγόμενο 2 αποδίδονται συγκεκριμένες ενέργειες από κοινού με τον Εναγόμενο 1 οι οποίες, σύμφωνα με τη θέση του Ενάγοντα, του προξένησαν ζημιά. Δεν αποτέλεσε τη θέση των Αιτητών ότι οι εν λόγω ενέργειες δεν συνιστούν αστικά αδικήματα ούτε προσφέρθηκε οποιαδήποτε άλλη επιχειρηματολογία επί τούτου. Συνεπώς, η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

 

Κατάληξη

18. Υπό το φως των πιο πάνω η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Καθ’ ου η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.)…………………………….

Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

 

 

Πιστόν αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο