ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Γενική Αίτηση: 508/22 (iJustice)

Μεταξύ:

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Αιτητών

                                                            -και-

 

1.    ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ

2.    ΣΩΤΗΡΗ ΔΑΛΙΤΗ

3.    ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΙΛΤΙΑΔΟΥΣ

Καθ’ ων η Αίτηση

 

Ημερομηνία: 28 Ιουνίου 2024

Εμφανίσεις:

Για Αιτητές: κα Α. Λοϊζίδου δια Γιώργος Ζ. Γεωργίου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ων η Αίτηση: κα Σπ. Χριστοδούλου

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ι.   Εισαγωγή

1.    Με την υπό κρίση Αίτηση τους οι Αιτητές αξιώνουν διάταγμα που να επιτρέπει την εγγραφή και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης με ημερομηνία 12.12.2002 η οποία εκδόθηκε υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση, ως δικαστική απόφαση («η Αίτηση»). Οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 δεν εμφανίστηκαν στη διαδικασία. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 ενίσταται στην έκδοση του αιτούμενη διατάγματος και προς τούτο καταχώρησε σχετική ένσταση («η Ένσταση»).

 

ΙΙ.   Η Αίτηση και η Ένσταση

2.    Η Αίτηση βασίζεται κυρίως στις Διαταγές 47, 48 θ.1 – 9 και Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στα άρθρα 2 και 21 του περί Διαιτησίας Νόμου Κεφ. 4 και στα άρθρα 2 και 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου 22/85. Προς υποστήριξη της Αίτησης καταχωρήθηκε ένορκη δήλωση από τον κ. Ανδρέα Ανδρέου («η ΕΔ Ανδρέου»), υπαλλήλου της υπαλλήλου της Altamira Asset Management (Cyprus) Ltdη Altamira»). Συνοψίζοντας τις θέσεις του, εκεί αναφέρει ότι:

 

(α) Από την 1.2.2018 εργάζεται ως υπάλληλος της Altamira η οποία συνήψε συμφωνία διαχείρισης και ρύθμισης δανείων με την Αιτήτρια. Δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας, η Altamira ενεργεί για λογαριασμό της Αιτήτριας και ανέλαβε τη διαχείριση αριθμού χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων της, συναφών συμφωνιών εξασφαλίσεων - εγγυήσεων και συναφών θεμάτων. Η Αιτήτρια αποτελεί εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένης στην Κύπρο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κεφ. 113 και κατέχει άδεια εταιρείας εξαγοράς πιστώσεων από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Ο ίδιος είναι ένας από τους λειτουργούς που χειρίζονται τις δικαστικές υποθέσεις της Αιτήτριας και είναι εξουσιοδοτημένος από την Αιτήτρια να προβεί στην ΕΔ Ανδρέου και να καταθέσει τα εκεί συνημμένα τεκμήρια.

 

(β) Στις 12.12.2002 εκδόθηκε η Διαιτητική Απόφαση προς όφελος του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Δημοσίων Υπαλλήλων Λευκωσίας («το Συνεργατικό Ταμιευτήριο») και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση, πιστό αντίγραφο της οποίας επισυνάπτει ως Τεκμήριο 1.

 

(γ) Το Συνεργατικό Ταμιευτήριο περί τις 5.1.2013 με απόφαση της Ειδικής Συνέλευσης των μελών του συγχωνεύθηκε με την Συνεργατική Οικοδομική Εταιρεία Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου Λτδ και μετονομάσθηκε σε Συνεργατική Οικοδομική & Ταμιευτήριο Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου. Κατόπιν δε συγχωνεύσεως της τελευταίας με τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ με ημερομηνία ισχύος περί την 01/07/2017, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ τη διαδέχθηκε εξ ολοκλήρου σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της. Πρόσθετα, την 17/07/2017, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ μετονομάστηκε σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ με ημερομηνία ισχύος περί τις 24/07/2017. Ακολούθως, η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ μετονομάστηκε σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ με ημερομηνία ισχύος τις 03/09/2018.  Στη συνέχεια, στις 07/10/2022, η ΣΕΔΙΠΕΣ, σύμφωνα με τον περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2015 (Ν.169(Ι)/2015), ως έχει τροποποιηθεί, μεταβίβασε στην Αιτήτρια, η οποία είναι 100% θυγατρική εταιρεία της ΣΕΔΙΠΕΣ, όλες τις πιστωτικές διευκολύνσεις και συναφείς εξασφαλίσεις που κατείχε ως δανειστής κατά τον χρόνο μεταβίβασης, συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων της δυνάμει της Διαιτητικής Απόφασης.

 


(δ) Η ειδοποίηση του διαιτητή για να παραστούν στην διαιτητική διαδικασία γνωστοποιήθηκε νομότυπα στους Καθ’ ων η Αίτηση έναντι της υπογραφής των ιδίων, στις 1.11.2002, 30.10.2002 και 24.10.2002, αντίστοιχα. Πιστό αντίγραφο των σχετικών εντύπων επισυνάπτεται στην παρούσα ένορκη δήλωση ως Τεκμήριο 3. Ως Τεκμήριο 4 επισυνάπτονται οι ένορκες δηλώσεις επίδοσης. Η Διαιτητική Απόφαση δεν έχει εφεσιβληθεί εντός 21 ημέρων από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προς τους Καθ΄ ων η Αίτηση, και συνεπώς κατέστη τελεσίδικη.

 

3.    Με την Ένσταση του ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 προβάλλει 12 χωριστούς λόγους ένστασης, οι οποίοι δύνανται να συνοψιστούν ως εξής: (α) η Διαιτητική Απόφαση έχει παραγραφεί, (β) ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 ουδεμία γνώση είχε της διαιτητικής διαδικασίας εφ’ όσον ο ίδιος ουδέποτε ειδοποιήθηκε να παραστεί σε συνεδρίαση, (γ) η Διαιτητική Απόφαση είναι άκυρη εφόσον η συμφωνία δανείου είναι άκυρη λόγω πλαστογραφίας, (δ) η Διαιτητική Απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη και δεν αναφέρει το δικαίωμα του Καθ’ ου η Αίτηση 3 για υποβολή έφεσης εντός 21 ημερών από την επίδοση της, (ε) ο επιβληθείς τόκος είναι παράνομος και εξωπραγματικός, (στ) δεν τηρήθηκαν πρακτικά στη διαδικασία, (ζ) η υπό κρίση αίτηση προωθήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση.

 

4.    Η Ένσταση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του Καθ’ ης η Αίτηση 3 («η ΕΔ Μηλτιάδους»). Εκεί υιοθετεί τους Λόγους Ένστασης και αρνείται το σύνολο των ισχυρισμών του κ. Ανδρέου, επαναλαμβάνοντας κατ’ ουσίαν τα όσα καταγράφονται επί του περιεχομένου της Ένστασης. Αναφέρει ότι ο κ. Ανδρέου εμποδίζεται να προβαίνει στην ΕΔ Ανδρέου καθώς ουδεμία γνώση έχει, των γεγονότων που αναφέρει. Αναφέρει επίσης ότι ο ίδιος δεν έχει ασκήσει έφεση εντός 21 ημερών από τη γνωστοποίηση της Διαιτητικής Απόφασης καθώς δεν αναφερόταν επί της σχετικής ειδοποίησής ότι είχε τέτοιο δικαίωμα.

 

IΙΙ. Η Ένορκη Δήλωση προς υποστήριξη της Αίτησης

 

5.    Ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας κρίνω σκόπιμο να στραφώ στη θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 3, ότι ο κ. Ανδρέου νομιμοποιείται να προβαίνει στην ΕΔ Ανδρέου καθώς δεν είναι γνώστης των γεγονότων που αναφέρει. Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνη. Κατ’ αρχάς, το σύνολο των θέσεων των Αιτητών που καταγράφονται στην παρ. 2(γ) πιο πάνω απέμειναν αναντίλεκτες και ως  τέτοιες τις αποδέχομαι. Ο κ. Ανδρέου  αναφέρει ρητά ότι είναι εξουσιοδοτημένος από την Αιτήτρια να προβεί στην ΕΔ Ανδρέου με αναφορά στο  περιεχόμενο της συνεργασίας της Altamira, ως εταιρείας διαχείρισης των δικαιωμάτων της Αιτήτριας, δυνάμει των συγχωνεύσεων που έχουν λάβει χώρα που επίσης επεξηγεί λεπτομερώς (βλ. ανωτέρω). Επεξηγεί ότι γνώση λαμβάνει μεταξύ άλλων από τα έγγραφα τα έχει στην κατοχή του υπό την περιγραφόμενη του ιδιότητα. Συναφώς, ουδόλως προκύπτει έλλειψη εξουσιοδότησης του ιδίου να προβαίνει στην ΕΔ Ανδρέου, ως η σχετική εισήγηση της πλευράς του Καθ’ ου η Αίτηση 3.  

 

IV.   Διαδικασία

6.    Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων περιορίστηκαν σε αγορεύσεις και ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε. Τα όσα οι συνήγοροι των διαδίκων ανέφεραν έχουν μελετηθεί και λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους, αναφορά δε σε αυτά θα γίνει πιο κάτω, στο βαθμό που κρίνεται αναγκαίο.

 

V.   Οι προϋποθέσεις για εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης

7.    Είναι κοινώς αποδεκτό ότι στις 12.12.02 εκδόθηκε η Διαιτητική Απόφαση, Τεκμήριο 1 στην ΕΔ Ανδρέου.[1] Από το περιεχόμενο της Διαιτητικής Απόφασης, προκύπτει ότι το Συνεργατικό Ταμιευτήριο παρέπεμψε τη διαφορά των μερών σε διαιτησία δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου Ν.22/1985ο Νόμος»), όπως ίσχυε τότε. Ειδικότερα, γίνεται αναφορά στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμούς και ειδικότερα στο Θεσμό 79 οι οποίοι, σύμφωνα με το άρθρο 53 του Νόμου, όπως ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της Διαιτητικής Απόφασης, εκδίδονται για την καλύτερη εφαρμογή του Νόμου. Σύμφωνα με το άρθρο 52(1) του Νόμου:

«Οσάκις εγείρεται οιαδήποτε διαφορά αφορώσα τας εργασίες εγγεγραμμένης εταιρείας - (α) μεταξύ μελών, πρώην μελών και προσώπων αξιούντων μέσω μελών (…) η τοιαύτη διαφορά θα παραπέμπηται υφ’ οιουδήποτε εξ αυτών εις τον Έφορον.»

8.    Σύμφωνα δε με το άρθρο 52(2) ο Έφορος δύναται με τη λήψη της πιο πάνω παραπομπής (α) να επιχειρήσει συνδιαλλαγή της διαφοράς ή (β) να παραπέμπει τη διαφορά προς επίλυση σε διαιτησία, η οποία διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχυούσης νομοθεσία περί διαιτησίας (Παπαγεωργίου ν. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Κοκκινοτριμιθιάς Πολ. Έφ. 192/2013, 19.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:A327Παπαγεωργίου»)). Στην Διαιτητική Απόφαση αναφέρεται ρητώς ότι ο Διαιτητής διορίστηκε και ενεργεί «για τη διαφορά μεταξύ  του Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Δημοσίων Υπαλλήλων Λευκωσίας και του […] και Γεώργιο Μιλτιάδους, εγγυητών, τη σχετική με τις πιο κάτω απαιτήσεις: Γραμμάτιο υπ’ αρ. 725247-6 για £13.775,92 – κεφάλαιο και τόκο προς 8% ετησίως από 28/11/2002 μέχρι εξόφλησης

 

9.    Από το σύνολο των πιο πάνω προκύπτει ότι η Διαιτητική Απόφαση εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή του μέρους XIII του Νόμου (βλ. Ζάμπα κ.ά. ν. Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ Πολ. Έφ. 96/12, 6.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A277 και Ζάμπα κ.ά. ν. Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ Πολ. Έφ. 169/12, 6.6.2018), ECLI:CY:AD:2018:A273.

 

10. Σύμφωνα δε με το άρθρο 52(4) του Νόμου, οποιοσδήποτε θεωρεί τον εαυτό του αδικημένο από την απόφαση οποιουδήποτε διαιτητή ή διαιτητών δύναται να υποβάλει έφεση στο Δικαστήριο εντός είκοσι και μιας ημερών (21) από της ημερομηνίας της προς αυτόν γνωστοποιήσεως της απόφασης.

 

11. Εν προκειμένω, είναι κοινώς αποδεκτό ότι στις 14.10.22, επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση 3 η Διαιτητική Απόφαση, δια ιδιωτικής επίδοσης. Σχετικό είναι το Τεκμήριο 4 στην ΕΔ Ανδρέου. Τούτου δοθέντος, ενεργοποιήθηκε το δικαίωμα του Καθ’ ου η Αίτηση 3 για υποβολή έφεσης, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 52(4) (βλ. παρ. 21 ανωτέρω), δικαίωμα το οποίο ο Καθ’ ης η Αίτηση 3 δεν άσκησε. Τα ίδια ισχύουν κατ’ αναλογίαν και για τους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2, σύμφωνα με την αναντείλεκτη θέση του κ. Ανδρέου, στην παρ. 12 της ΕΔ Ανδρέου. Οι συνέπειες της παράλειψης αυτής, ορίζονται από τον ίδιο το Νόμο και ειδικότερα από το άρθρο 52(5) του Νόμου, το οποίο διαλαμβάνει ότι:

 

«(5) Αν οποιαδήποτε απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών, με βάση το εδάφιο (2), δεν έχει εφεσιβληθεί στο δικαστήριο, σύμφωνα με το εδάφιο (4), ή αν η έφεση κατ’ αυτής εγκαταλειφθεί ή αποσυρθεί, η διαιτητική απόφαση είναι τελική και εκτελείται κατά τον ίδιο τρόπο ως εάν αυτή να ήταν απόφαση πολιτικού δικαστηρίου

 

12. Συναφώς, δια νόμου, η Διαιτητική Απόφαση κατέστη τελεσίδικη και «εκτελείται» όπως επιτακτικά διαλαμβάνει το άρθρο 52(5) του Νόμου, ως απόφαση πολιτικού Δικαστηρίου (βλ. επίσης Middlemiss & Gould (a firm) v. Hartepool Corporation (1973) 1 All ER 172).

 

13. Η εισήγηση του κ. Μηλτιάδους δια το ότι δεν αναγράφηκε επί της γνωστοποίησης επί του Τεκμηρίου 4 το δικαίωμα του για υποβολή έφεσης, δεν αλλοιώνει την πιο πάνω εικόνα. Ουδόλως προκύπτει από το άρθρο 52(4) του Νόμου μια τέτοια υποχρέωση. Ούτε και υπάρχει συγκεκριμένος τύπος γνωστοποίησης της διαιτητικής απόφασης και τούτο θα μπορούσε να γίνει και προφορικά (βλ. Πέτρος Ανδρέου ν. Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ Πολ. Έφ. 35/2015, 17.10.2023 και εκεί αναφερόμενες αυθεντίες). Μπορεί μάλιστα να γίνει και δια μέσου απαγγελίας της Διαιτητικής Απόφασης (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Σωτήρη Δημοσθένους (2000) 1 ΑΑΔ 1699.)

 

14. Των πιο πάνω δοθέντων, στρέφομαι στις προϋποθέσεις που έχει θέσει η νομολογία για σκοπούς εγγραφής μίας Διαιτητικής Απόφασης στο σχετικό μητρώο του Πρωτοκολλητείου, οι οποίες έχουν ως εξής:

 

(α) Το επαρχιακό Δικαστήριο κατά την ενάσκηση των εξουσιών του στα πλαίσια  στα πλαίσια διαδικασίας εγγραφής και εκτέλεσης διαιτητικής απόφασης δεν ελέγχει την ορθότητα της διαιτητικής απόφασης ούτε υπεισέρχεται στην ουσία της διαφοράς (Ανδρέας Χατζηγεωργίου Νικολάου ν. Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Αγλαντζιάς (2012) 1 ΑΑΔ 707. Από την άλλη όμως, η διαδικασία δεν είναι απλώς τυπική εφόσον δι’ αυτής επιδιώκεται η πρόσδοση δικαστικής ισχύος στη διαιτητική απόφαση για σκοπούς εκτέλεσης μέσω του επαρχιακού δικαστηρίου δια της εφαρμογής των ανάλογων δικονομικών μέτρων που εφαρμόζονται για σκοπούς εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων (Ανδρέας Χατζηγεωργίου). Επομένως, κάθε αίτηση που υποβάλλεται στο επαρχιακό δικαστήριο για εγγραφή και εκτέλεση διαιτητικής απόφασης πρέπει να επιδίδεται στο πρόσωπο προς το οποίο στρέφεται η διαιτητική απόφαση. Το καθήκον αυτό του αιτητή αποσκοπεί στην παροχή ευχέρειας στον καθ’ ου η Αίτηση να προβάλει οτιδήποτε που ενδεχομένως να έχει σχέση μόνο με το επίδικο θέμα της προώθησης της εγγραφής και εκτέλεσης της διαιτητικής απόφασης, χωρίς το δικαστήριο να υπεισέρχεται σε άλλα θέματα αναγόμενα στην ουσία της διαφοράς (Ανδρέας Χατζηγεωργίου και Παπαγεωργίου (ανωτέρω)).

(γ) Βασική προϋπόθεση για την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης είναι η διαπίστωση ότι η εν λόγω απόφαση, φέρει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας έγκυρης διαιτητικής απόφασης, ότι γνωστοποιήθηκε στο πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται και ότι η αίτηση για εγγραφή επιδόθηκε στον Καθ’ ου η Αίτηση (Παπαγεωργίου, Ανδρέας Χατζηγεωργίου, Χριστοφή ν. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Λατσιών Πολ. Έφ. 871, 20.6.2014 η οποία υιοθετήθηκε στην Ζάμπα (ανωτέρω)).

15. Στην Χριστοφή λέχθηκε ότι (ο τονισμός έχει προστεθεί):

«Η διαιτητική απόφαση ημερ. 28/6/2007 μετά την πάροδο των 21 ημερών από την γνωστοποίηση της στον εφεσείοντα κατέστη τελική και δεν μπορούσε πλέον, σύμφωνα με το Νόμο, να προσβληθεί με τη διαδικασία της αίτησης ημερ. 14/10/2008 που καταχώρησε ο εφεσείων. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατά την εξέταση της αίτησης ημερ. 3/12/2007, γι' εγγραφή της διαιτητικής απόφασης, όφειλε μόνο να διαπιστώσει κατά πόσο αυτή επιδόθηκε, ότι η απόφαση έφερε τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία έγκυρης διαιτητικής απόφασης και ότι γνωστοποιήθηκε στον εφεσείοντα

16. Τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν και στην Παπαγεωργίου όπου λέχθηκε ότι:

 

«Οποιαδήποτε αμφισβήτηση της απόφασης του διαιτητή δεν νοείται  εκτός εάν προηγουμένως είχε εφεσιβληθεί στο Δικαστήριο εντός 21 ημέρες από τη γνωστοποίηση της απόφασης.  Η έφεση στο Δικαστήριο έχει ακριβώς την έννοια της αναψηλάφησης της απόφασης του διαιτητή με ενδεχόμενο την ακύρωση ή παραμερισμό της για τους λόγους που προβάλλονται.  Η έφεση αποτελεί την ορθή διαδικασία αναζήτησης θεραπείας στο στάδιο της έκδοσης απόφασης από τον διαιτητή.» Ακολούθως, ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν φαίνεται να άσκησε το δικαίωμα του δυνάμει του άρθρου 52(4) του Νόμου για καταχώρηση Έφεσης εναντίον της Διαιτητικής Απόφασης. Ούτε και εν πάση περιπτώσει ο Καθ’ ου η Αίτηση προώθησε τη θέση αυτή. Προκύπτει ότι η εκεί αναφερόμενη προθεσμία των 21 ημερών παρήλθε άπρακτη. Η νομική συνέπεια της παράλειψης του αυτής ορίζεται από τον ίδιο το νόμο, και ειδικότερα το άρθρο 52(5) του Νόμου το οποίο διαλαμβάνει ότι σε μια τέτοια περίπτωση «η διαιτητική απόφαση είναι τελική και εκτελείται κατά τον ίδιο τρόπο ως εάν αυτή να ήταν απόφαση πολιτικού δικαστηρίου». (βλ. Ζάμπα – ανωτέρω) (ο τονισμός προστέθηκε).

 

17. Εν προκειμένω, θα πρέπει κατ’ αρχάς να λεχθεί ότι η Διαιτητική Απόφαση φέρει τα απαιτούμενα εξωτερικά στοιχεία μιας έγκυρης Διαιτητικής Απόφασης και είναι διατυπωμένη με σαφείς όρους (βλ. Russell on Arbitration, 20η έκδοση, σελ. 314 – “an award ought to be certain, so that no reasonable doubt can arise upon the face of it as to the arbitrator's meaning, or as to the nature and extent of the duties imposed by it on the parties” και Κυριάκου ν. Συνεργατικό Ταμιευτήριο Ιδιωτικών Εργατοϋπαλλήλων Κύπρου (Σ.Υ.Τ.Ι.Ε.Κ.) Λτδ Πολ. Έφ. 129/2014, 21.5.2012). Ειδικότερα, η Διαιτητική Απόφαση αποκαλύπτει την νομική βάση της εφόσον γίνεται ειδική μνεία στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμούς, με ειδική αναφορά στον Θεσμό 79. Προκύπτει ότι φέρει το όνομα και την υπογραφή του διαιτητή που την εξέδωσε, φέρει ημερομηνία έκδοσης, συναρτάται προς τους διαδίκους οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικά και υπό την συγκεκριμένη τους ιδιότητα σε σχέση με την οποία εκδόθηκε εναντίον τους η Διαιτητική Απόφαση. Γίνεται αναφορά στο περιεχόμενο της διαφοράς, περιλαμβανομένων και του αριθμού γραμματίου και ποσού το οποίο αξιωνόταν, επεξηγείται ότι ειδοποίηση για τη διεξαχθείσα διαιτησία επιδόθηκε, μεταξύ άλλων, στον Καθ’ ου η Αίτηση 3 αναφέροντας ότι ο ίδιος εμφανίζεται στη διαδικασία. Το ποσό της απόφασης είναι σαφές όπως και ο τόκος και τα έξοδα (βλ. Παπαγεωργίου (ανωτέρω)). Των πιο πάνω δοθέντων, προκύπτει ότι η Διαιτητική Απόφαση φέρει τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας έγκυρης διαιτητικής απόφασης. Υπό το φως των πιο πάνω, οι Λόγοι Ένστασης 5 μέχρι 7 απορρίπτονται.

 

18. Προβάλλει ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 ότι δεν είχε γνώση της έκδοσης της Διαιτητικής Απόφασης, ότι δεν ειδοποιήθηκε οποτεδήποτε για να παραστεί στη διαιτητική διαδικασία και ότι δεν τηρήθηκαν πρακτικά στη διαδικασία. Προβάλλει επίσης ότι το γραμμάτιο σε σχέση με το οποίο εκδόθηκε η Διαιτητική Απόφαση, αποτελεί προϊόν πλαστογραφίας, ζήτημα το οποίο τέθηκε από τον κ. Κυριάκο Κυριάκου, εγγυητή, στο πλαίσιο της διαιτητικής διαδικασίας. Για αυτό το λόγο η υπόθεση είχε αναβληθεί. Τέλος, προβάλλει ότι ο τόκος που επιδικάσθηκε είναι παράνομος.

 

19. Το σύνολο των πιο πάνω θέσεων του Καθ’ ου η Αίτηση 3 δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, με δεδομένο το γεγονός ότι η Διαιτητική Απόφαση κατέστη τελεσίδικη και ως τέτοια «εκτελείται», όπως χαρακτηριστικά επιτάσσει το άρθρο 52(5) του Νόμου, όπως οποιαδήποτε άλλη απόφαση πολιτικού Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο δεν κέκτηται εξουσίας να ασκήσει αναθεωρητικό έλεγχο της Διαιτητικής Απόφασης στα πλαίσια εγγραφής της, είτε με αναφορά στην ουσία είτε με αναφορά στην διαιτητική διαδικασία που έλαβε χώρα ενώπιον του Διαιτητή. Ισχυρισμοί και θέσεις ως προς την παράλειψη προσεπίκλησης του Καθ’ ου η Αίτηση 3 στην διαιτητική διαδικασία ή παράλειψη λήψης πρακτικών ως προς τις εμφανίσεις των εκεί μερών ή παράλειψης δέουσας αιτιολόγησης της Διαιτητικής Απόφασης, αποτελούν ζητήματα που το Δικαστήριο θα είχε εξουσία να εξετάσει στα πλαίσια αναθεωρητικού ελέγχου δυνάμει της απορρέουσας εκ του άρθρου 52(4) του Νόμου εξουσίας του και όχι στα πλαίσια εγγραφής της για σκοπούς εκτέλεσης της, και εφόσον αυτή κατέστη, δια νόμου, τελεσίδικη.

 

20. Έρεισμα για την πιο πάνω κατάληξη μου αντλείται από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παράσχου ν. Περιφερειακή Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Λευκωσίας Λτδ Πολ. Έφ. 93/14, 22.4.2021, η οποία υιοθετήθηκε στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Σωτήρη Ιωάννου ν. Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ Πολ. Έφ. 43/18, 13.9.2023. Εκεί λέχθηκε ότι ακόμα και σε περιπτώσεις υφίσταται ζήτημα ασάφειας μιας διαιτητικής απόφασης, ως ζήτημα που άπτεται του άρθρου 30(2) του Συντάγματος και του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τούτο δεν αποτελεί ζήτημα που εξετάζεται στο στάδιο εγγραφής της αλλά στα πλαίσια της διαδικασίας που προβλέπεται από του άρθρο 52(4) του Νόμου. Όπως επίσης χαρακτηριστικά λέχθηκε στην Παπαγεωργίου με αναφορά στην Μιχαήλ κ.ά. ν. Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στρομπιού Πολ. Έφ. 190/12, 28.6.2016:

«Κατά την έφεση στο Δικαστήριο, μπορούν να εξεταστούν ζητήματα παρατυπίας από πλευράς του διαιτητή ή πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων του ή και ζητήματα αναφορικά  με τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας παραπομπής περιλαμβανομένης και της ορθής τήρησης πρακτικών εκ μέρους του διαιτητή

21. Επομένως, τα ζητήματα που σήμερα εγείρει ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 είχε την ευχέρεια να τα εγείρει ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια του αναθεωρητικού του ελέγχου δυνάμει του άρθρου 52(4) του Νόμου. Η πιο πάνω προσέγγιση υιοθετήθηκε στην μεταγενέστερη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Κυριάκου ν. Συνεργατικό Ταμιευτήριο Ιδιωτικών Εργατοϋπαλλήλων Κύπρου (ΣΥ.Τ.Ι.Ε.Κ.) Λτδ, Πολ. Έφ. 129/14, 21.5.2021 (ο τονισμός προστέθηκε):

 

«Η διαδικασία  της εγγραφής της διαιτητικής απόφασης η οποία έχει γίνει τελεσίδικη δεν υποκαθιστά την έφεση.  Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο αφού ακριβώς στην περίοδο των 21 ημερών δίδεται η δυνατότητα ενδίκου μέσου κατά της διαιτητικής απόφασης.  Ανοικτή επίσης είναι η δυνατότητα που έχει κάποιος, αν συντρέχουν οι αυστηρές προϋποθέσεις της νομοθεσίας και νομολογίας - να αναζητήσει ακύρωση της διαιτητικής απόφασης ή του πορίσματος (βλ. Χριστοδούλου ν. ΣΠΕ Πολεμιού (2009)1Α ΑΑΔ 242 και Ψιλογένης κ.ά. ν. Νέα Συνεργατική Πάνω Πλατρών (2004) 1 ΑΑΔ 243).   Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει.  Οι εφεσίβλητοι, ως είχαν δικαίωμα, μερίμνησαν να εγγράψουν την υπέρ αυτών διαιτητική απόφαση με σκοπό την εκτέλεση αυτής.»

 

22. Συναφώς, οι Λόγοι Ένστασης, 2 μέχρι 4, 8 και 12 απορρίπτονται. 

 

 VI. Παραγραφή και καθυστέρηση

 

23. Αποτέλεσε τη θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 3 ότι η διαιτητική απόφαση έχει παραγραφεί. Στην Στυλιανού ν. ΣΠΕ Δευτεράς - Ανάγυιας Πολ. Έφ. 92/14, 22.4.2021, ECLI:CY:AD:2021:A168 λέχθηκε χαρακτηριστικά ότι «(σ)χετικά με εγγραφή διαιτητικής απόφασης δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός» (βλ. επίσης και Χριστοδουλίδης κ.ά. Σ.Π.Ε. Στρουμπιού Πολ. Έφ. 122/2015, 3.2.2020.) Συναφώς, δεν τίθεται ζήτημα παραγραφής του δικαιώματος εγγραφής μίας διαιτητικής απόφασης δυνάμει της Διαταγής 47 και συναφώς ο Λόγοι Ένστασης 1 και 8 απορρίπτονται.

 

24. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της καθυστέρησης, η συνήγορος του Καθ’ ου η Αίτηση 3 προβάλλει στην γραπτή της αγόρευση θέσεις οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο της μαρτυρίας που προσκόμισε ο κ. Μηλτιάδους μέσω της ένορκης του δήλωσης και συναφώς δεν δύνανται να ληφθούν υπόψιν, όπως είναι για παράδειγμα η θέση της ότι οι οικονομικές συνθήκες του Καθ’ ου η Αίτηση 3 έχουν αλλάξει. Παράλληλα, η παραπομπή της συνηγόρου του σε αρχές και αυθεντίες που διέπουν το ζήτημα για άδεια εκτέλεσης δικαστικής απόφασης δυνάμει της Διαταγής 40, δεν τυγχάνουν εφαρμογής στα πλαίσια της υπό κρίση διαδικασίας ούτε και δύνανται να καθοδηγήσουν την κρίση του Δικαστηρίου επί του αιτήματος των Αιτητών, με δεδομένες τις ως άνω αυθεντίες (βλ. παρ. 23 ανωτέρω) αλλά και την ύπαρξη του μηχανισμού που θεσπίζεται δια νόμου για υποβολή του όποιου παραπόνου κατά Διαιτητικής Απόφασης ή διαιτητικής διαδικασίας (βλ. παρ. 10 -11 πιο πάνω). Η εισήγηση ότι η καθυστέρηση στην προώθηση αφ’ εαυτής επισφραγίζει την αποτυχία τέτοιας αίτησης αντίκειται στην πάγια νομολογία επί του σημείου (βλ. Στυλιανού και Σ.Π.Ε. Στρουμπιού – παρ. 23 ανωτέρω). Δεν μου διαφεύγει η αναφορά του κ. Μηλτιάδους δια το ότι οι Αιτητές, ένεκα της καθυστέρησης στην προώθηση της Αίτησης, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι εμποδίζονται να προωθήσουν ένα τέτοιο αίτημα. Η θέση αυτή παραπέμπει στην αρχή του κωλύματος, παρά το ότι τέτοια ρητή αναφορά δεν εξειδικεύεται μέσω των λόγων ένστασης. Σχετική επί τούτου είναι η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση POP LIFE ELECTRIC SHOPS LTD ν. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ Πολ. Έφ. 30/2015, 18.9.2023 όπου αναφέρθηκαν χαρακτηριστικά τα εξής (ο τονισμός έχει προστεθεί):

«Σε σχέση με τη θέση για κώλυμα στη βάση της συμπεριφοράς της Εφεσίβλητης, παρατηρούμε ότι ούτε στο περίγραμμα, ούτε στην αγόρευση των δικηγόρων της Pop Life, εξηγείται πώς η τελευταία είχε ενεργήσει, στη βάση της συμπεριφοράς της Εφεσίβλητης, διαφοροποιώντας τη θέση της προς βλάβη τηςΤέτοια διαφοροποίηση της θέσης του μέρους προς βλάβη του, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίκληση κωλύματος, όπως υποδεικνύεται και στην Ιωάννου ν. Οργ. Χρημ. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1999) 1 ΑΑΔ 1522, 1527, στην οποία παρέπεμψαν οι δικηγόροι της και η οποία υιοθετήθηκε πρόσφατα στην Κώστας Παφίτης & Υιοί Λτδ, Πολ. Έφ Αρ.201/2014, ημερ.19.5.2022, ECLI:CY:AD:2022:D191. […]»

25. Καμία αναφορά γίνεται δια μέσου της Ένστασης, περί διαφοροποίησης της θέσης του Καθ’ ου η Αίτηση 3 συνεπεία της αδράνειας της Αιτήτριας στην προώθηση της Αίτησης για εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης και συναφώς δεν υπάρχουν στοιχεία που να δύναται ευλόγως να στηρίξουν την εξαγωγή συμπεράσματος περί κωλύματος της Αιτήτριας να προωθεί αίτηση για εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης. Ούτε το ζήτημα του τοκισμού με αναφορά στο διαρρεύσαν χρονικό διάστημα από την έκδοση της Διαιτητικής Απόφασης, αποτελεί ζήτημα που δύναται να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας εγγραφής με δεδομένη τη δυνατότητα που παρέχει το άρθρο 52(4) του Νόμου (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Σωτηρούλλας Κωνσταντινίδου (1995) 1 ΑΑΔ 827.)

 

26. Τα πιο πάνω συμπαρασύρουν και τη θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 3 περί περιφρόνησης των νόμων και κανονισμών ή δόλο εκ μέρους της Αιτήτριας (βλ. Λόγος Ένστασης 11). Η προώθηση της Αίτησης έστω και σε καθυστερημένο στάδιο αποτελεί, με βάση τις προαναφερόμενες αυθεντίες άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων της Αιτήτριας.

 

27. Εξάλλου, δεν αποτελεί αντικείμενο αμφισβήτησης ότι η Διαιτητική Απόφαση εκδόθηκε στις 12.12.2002, ως το Τεκμήριο 1 στην ΕΔ Ανδρέου. Από το περιεχόμενο δε της Διαιτητικής Απόφασης αλλά και το Τεκμήριο 3 στην ΕΔ Ανδρέου, προκύπτει ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση 3 κλήθηκε στην διαιτησία, δια της επιδόσεως σχετικής ειδοποίησης, και ο ίδιος μάλιστα εμφανίστηκε. Προκύπτει δηλαδή ότι η προώθηση της Αίτησης ήταν το αποτέλεσμα παράλειψης εξόφλησης του εκεί εξ αποφάσεως χρέους στο μεσοδιάστημα. Υπό αυτές τις συνθήκες ουδέν συμπέρασμα για δόλο ή άλλως πως κατάχρηση, εκ μέρους της Αιτήτριας, δύναται να ευλόγως εξαχθεί. Τα πιο πάνω επισφραγίζουν και την αποτυχία των Λόγων Ένστασης 10 και 11 και απορρίπτονται.

 

VIII. Κατάληξη

 

28. Υπό το φως των πιο πάνω η αίτηση για εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας επιτυγχάνει. Συνεπώς άδεια δίδεται όπως η Διαιτητική Απόφαση υπέρ των Αιτητών και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 3 εγγραφεί ώστε να καταχωριστεί σαν δικαστική απόφαση για σκοπούς εκτέλεσης.

 

29. Όσον αφορά τα έξοδα της παρούσας αίτησης θεωρώ πως θα πρέπει να υπάρξει παρέκκλιση από το γενικό κανόνα και να μην εκδοθεί οποιαδήποτε διαταγή. Τούτο ενόψει της μεγάλης και αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην γνωστοποίηση της Διαιτητικής Απόφασης στον Καθ’ ου η Αίτηση 3, παράγοντας που ναι μεν δεν δύναται να εμποδίσει εγγραφή της Διαιτητικής Απόφασης ως δικαστικής απόφασης, πλην όμως δύναται να ληφθεί υπόψιν στα πλαίσια άσκησής διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για το ζήτημα των εξόδων. Συνεπώς, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

(Υπ.)……………..……………

Ν. Παπανδρέου, Ε.Δ.

Πιστό αντίγραφο

Πρωτοκολλητής



[1] Βλ. σελ. 6, πρώτη παρ. της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου του Καθ’ ου η Αίτηση 3.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο