ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

Αγωγή αρ.: 182/2016

 

Μεταξύ:

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ

Εναγόντων

-και-

 

1.    ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΥΖΑΣ

2.    ΛΙΖΑ ΜΟΥΖΑ

Εναγομένων

 

Ημερομηνία:  19 Ιουνίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες:  Ο κ. Μ. Φλωρίδης για ΜΙΧΑΗΛ Γ. ΦΛΩΡΙΔΗΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ

Για Εναγόμενους 1 και 2:  Ο κ. Κωνσταντίνος Πόλεος

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο, αξιώνεται από τους εναγομένους 1 και 2, αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως, η καταβολή του ποσού των €990.642,73, πλέον τόκο προς 9% ετησίως του ποσού αυτού από 1.1.2016 μέχρι εξόφλησης κεφαλαιοποιημένου του τόκου την 30ην Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους, ως υπόλοιπο δανείου.  Αξιούται περαιτέρω, η έκδοση διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται η εκποίηση ενυπόθηκων ακινήτων (περιγράφονται στην Έκθεση Απαίτησης) τα οποία βαρύνονται με την Υποθήκη Υ9243/2011 του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λευκωσίας.

 

Σύμφωνα με τους προβαλλόμενους στην Έκθεση Απαίτησης ισχυρισμούς:

 

 (α) η τότε Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στροβόλου Λίμιτεδ (ΣΠΕ Στροβόλου Λτδ) παραχώρησε στους εναγομένους 1 και 2 δάνειο ύψους €695.000.- στην βάση γραπτής Συμφωνίας Δανείου ημερομηνίας 22.7.2011.

 

(β)  το δάνειο θα εξοφλείτο με 240 μηνιαίες δόσεις, ύψους €6.503, 68 έκαστη, της πρώτης δόσης πληρωτέας την 30.7.2012 και των υπολοίπων την αντίστοιχη ημέρα εκάστου επόμενου μηνός, μέχρι πλήρους εξόφλησης του δανείου, περιλαμβανομένων τόκων εξόδων και άλλων επιβαρύνσεων.

 

(γ)  το δάνειο θα έφερε τόκο, ο οποίος θα υπολογίζετο με κυμαινόμενο επιτόκιο, το οποίο κατά την υπογραφή της Συμφωνίας καθορίστηκε στο  8% (5% βασικό και 3% περιθώριο) ετησίως.  Ο τόκος θα κεφαλαιοποιείτο την 30 Ιουνίου και την 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

 

(δ)  οι ενάγοντες θα εδικαιούντο να χρεώνουν, κατά την κρίση τους, τον λογαριασμό του δανείου με οποιεσδήποτε χρεώσεις, έξοδα και επιβαρύνσεις.

 

(ε)  εάν οποιοδήποτε ποσό που καθίστατο πληρωτέο δεν επληρώνετο κατά την δήλη ημέρα, τούτο θα έφερε και τόκο υπερημερίας προς 1% από την ημερομηνία αυτή μέχρι την ημερομηνία εξόφλησης.

 

(στ)  ήταν δικαίωμα των εναγόντων να απαιτήσουν, σε οποιοδήποτε χρόνο κατά την απόλυτη κρίση τους, την αποπληρωμή του δανείου ή οποιουδήποτε υπολοίπου και στην περίπτωση αυτή, το υπόλοιπο (περιλαμβανομένου κεφαλαίου, τόκων, τόκου υπερημερίας, δικαιωμάτων, δαπανών και άλλων εξόδων) θα καθίστατο αμέσως πληρωτέο και απαιτητό. 

 

Προς περαιτέρω εξασφάλιση των υποχρεώσεων των εναγομένων 1 και 2, ο εναγόμενος 1 ενέγραψε προς όφελος των εναγόντων την Υποθήκη Υ9243/2011 του Επαρχιακού Κτηματολογίου Λευκωσίας επί ακινήτων του στην Επαρχία Λευκωσίας.  Η Σύμβαση και Δήλωση Υποθήκης έφερε ημερομηνία 22.7.2011 και υπόκειτο στους όρους του Εγγράφου Υποθήκης.

 

Οι εναγόμενοι 1 και 2 κατά παράβαση των συμφωνηθέντων παρέλειψαν να καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό προς εξόφληση του δανείου, παρά τις κατά καιρούς οχλήσεις των εναγόντων.

 

Συνεπεία της παράλειψης των εναγομένων 1 και 2 να ανταποκριθούν στις οχλήσεις των εναγόντων, οι τελευταίοι με επιστολή τους ημερομηνίας 9.9.2015 τερμάτισαν την Συμφωνία Δανείου και κάλεσαν τους εναγομένους 1 και 2 να εξοφλήσουν το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού του δανείου. Παράλληλα τους ενημέρωναν ότι από τις 9.9.2015, το οφειλόμενο υπόλοιπο θα χρεώνετο με επιτόκιο προς 9%.

 

Στις 31.12.2015, ο λογαριασμός του δανείου παρουσίαζε οφειλόμενο υπόλοιπο €990.642.73 το οποίο βαρύνετο με τόκο προς 9% από 1.1.2016 μέχρι εξόφλησης κεφαλαιοποιούμενου του τόκου την 30ην Ιουνίου και την 31ην Δεκεμβρίου, εκάστου έτους. 

 

Οι εναγόμενοι 1 και 2 στην Έκθεση Υπεράσπισης τους αρνούνται τους ισχυρισμούς των εναγόντων.  Υποστηρίζουν πως η επίδικη Συμφωνία (αν και ισχυρίζονται πως δεν θυμούνται την ακριβή ημερομηνία κατάρτισης της, εντούτοις διατείνονται πως έγινε το 2011) αποτελούσε «προϊόν ανανέωσης προηγούμενης συμβατικής υποχρέωσης που έγινε στα πλαίσια διαιτησίας με την ενάγουσα».  Αποτελούσε όρο της συμφωνίας, προσθέτουν, και ήταν σκοπός των συμβαλλομένων μερών, όπως δοθεί χρόνος για πώληση της υποθηκευμένης περιουσίας προς εξόφληση του δανείου, καθότι οι εναγόμενοι «ουδέποτε μπορούσαν να πληρώσουν την δόση που κατεγράφη στο έγγραφο συμφωνίας». 

 

Διατείνονται περαιτέρω πως η Συμφωνία του 2011 ήταν εικονική και δεν αποτελούσε καλή τη πίστει σύμβαση δανείου. Πως αποτελούσε «αντάλλαγμα για αποδοχή παράνομων χρεώσεων επί του λογαριασμού των εναγομένων πριν από το έτος 2011, με πίστωση χρόνου για πώληση της υποθηκευμένης περιουσίας».  Τέλος διατείνονται πως οι όροι της σύμβασης είναι καταχρηστικοί και συνεπώς άκυροι. 

 

Παρόλο που παραδέχονται ότι ο εναγόμενος 1 υποθήκευσε προς όφελος των εναγόντων την περιγραφόμενη στην Έκθεση Απαίτησης περιουσία, αναφέρουν πως δεν γνωρίζουν τον αριθμό της Υποθήκης και/ή τους όρους της.

 

Όσον αφορά το αξιούμενο ποσό ισχυρίζονται πως τούτο αποτελεί προϊόν παράνομων χρεώσεων. 

 

Οι ενάγοντες ανταπαντούν πως το επίδικο δάνειο καταρτίστηκε ώστε να εξοφληθούν δύο προγενέστερα δάνεια των εναγομένων, τα οποία παρουσίαζαν σοβαρές καθυστερήσεις.  Αρνούνται τους ισχυρισμούς των τελευταίων και διατείνονται πως η επίδικη συμφωνία ήταν προϊόν ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ των. 

 

Για να αποδείξουν την υπόθεση τους οι ενάγοντες κάλεσαν ένα μάρτυρα, τον Ανδρέα Ανδρέου (ΜΕ1). Από πλευράς εναγομένων κατέθεσε ο εναγόμενος 1 Γιάννης Μουζάς (ΜΥ1).

 

Ο Ανδρέας Ανδρέου (ΜΕ1)κατέθεσε πως από την 1.2.2018 εργάζεται ως υπάλληλος στην εταιρεία Altamira Asset Management (Cyprus) Ltd, (στη συνέχεια «η Altamira»), η οποία ενεργεί για λογαριασμό των εναγόντων και έχει αναλάβει την διαχείριση αριθμού υποθέσεων που αφορούν την παροχή χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων από τους ενάγοντες.  Μία εκ των υποθέσεων είναι και η παρούσα.  Μέχρι και την 31.1.2018 ήταν στην υπηρεσία της Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, ως λειτουργός Ανάκτησης Χρεών. Εξακολουθεί να χειρίζεται τις δικαστικές υποθέσεις των εναγόντων και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος τόσο από τους ενάγοντες όσο και από την Altamira

 

Η μαρτυρία του συνοψίζεται ως εξής:

 

Η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στροβόλου ήταν Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία και ασχολείτο μεταξύ άλλων με χρηματοπιστωτικές εργασίες. Την 1.2.2013 με ψήφισμα των μελών της σε Γενική Συνέλευση μετονομάστηκε σε Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στροβόλου Λτδ (ως Τεκμήριο 1, κατατέθηκε αντίγραφο του Πιστοποιητικού Εγγραφής της). Στις 21.7.2017, η τελευταία συγχωνεύθηκε με την Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ (Συνεργατικό Πιστωτικό Ίδρυμα κατέχων άδεια αδειοδοτημένου Πιστωτικού Ιδρύματος), στην οποία μεταφέρθηκαν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού της πρώτης. Από τις 21.7.2017, η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Στροβόλου Λτδ, διαλύθηκε (ως Τεκμήριο 2 κατατέθηκε αντίγραφο της σχετικής διαταγής, όπως αυτή δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας). Από 24.7.2017, η Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ μετονομάστηκε σε Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (ως Τεκμήριο 3 κατατέθηκε αντίγραφο της γνωστοποίησης αλλαγής του ονόματος στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας). Με απόφαση Γενικής Συνέλευσης ημερομηνίας 31.8.2018, η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ, μετονομάστηκε σε Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ ( ως Τεκμήριο 4, κατατέθηκε αντίγραφο του Πιστοποιητικού Εγγραφής). Οι πιστωτές ενημερώθηκαν σχετικά από την Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα Λτδ με Ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 24.7.2017 (Τεκμήριο 5).  Στις 7.10.2022, η Συνεργατική Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ μεταβίβασε στους ενάγοντες όλες τις πιστωτικές διευκολύνσεις και συναφείς εξασφαλίσεις που κατείχε ως δανειστής  (αντίγραφο της σχετικής δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, κατατέθηκε ως Τεκμήριο 6).

 

Ο ΜΕ1 κατέθεσε περαιτέρω τα εξής Έγγραφα:

·         Την αίτηση των εναγομένων 1 και 2 προς την ΣΠΕ Στροβόλου για την παραχώρηση δανείου ύψους €695.000.= (Τεκμήριο 7).

·         Την Συμφωνία Δανείου ημερομηνίας 22.7.2011, στην βάση της οποίας παραχωρήθηκε στους εναγομένους 1 και 2 δάνειο ύψους €695.000 (Τεκμήριο 8).

·         Το Έγγραφο Υποθήκης Υ9243/2011 του επαρχιακού Κτηματολογίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 22.7.2011 (Τεκμήριο 9).

·         Την Σύμβαση και Δήλωση της Υποθήκης Υ9243/2011 (Τεκμήριο 10).

·         Τους τίτλους ιδιοκτησίας των ενυπόθηκων ακινήτων (Τεκμήρια 11 – 17).

·         Κατάσταση Λογαριασμού του Δανείου μαζί με το Πιστοποιητικό που ετοιμάστηκε δυνάμει του Άρθρου 35 του Περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 (Τεκμήριο 18).

·         Επιστολές ημερομηνίας 6.8.2013 από ΣΠΕ Στροβόλου Λτδ προς τους εναγομένους 1 και 2 (Τεκμήρια 19 και 20).

·         Επιστολές από Συνεργατική Κεντρική τράπεζα Λτδ, ημερομηνίας 28.7.2014  προς εναγομένους 1 και 2 (Τεκμήρια 21 και 22).

·         Ειδοποιήσεις (Τύπος «Θ») προς τους εναγομένους 1 και 2, βάσει του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/1965 (Τεκμήρια 23 και 24).

·         Επιστολή ημερομηνίας 18.11.2014 από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ προς τους εναγομένους 1 και 2 (Τεκμήριο 25).

·         Επιστολή ημερομηνίας 9.9.2015 από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα προς εναγόμενο 1 (Τεκμήριο 26).

·         Επιστολή ημερομηνίας 9.9.2015 από Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα προς εναγομένη 2 (Τεκμήριο 27).

·         Αναλυτική Κατάσταση του Λογαριασμού του Δανείου (Τεκμήριο 28).

·         Αναδομημένη Κατάσταση (περιλαμβανομένου τόκου υπερημερίας 1%) Λογαριασμού του Δανείου (Τεκμήριο 29).

·         Αναδομημένη Κατάσταση (χωρίς τόκο υπερημερίας) Λογαριασμού του Δανείου (Τεκμήριο 30).

 

Ο ΜΕ1 επεξήγησε πως ο τόκος στην Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 28) υπολογίστηκε με βάση το συμβατικό επιτόκιο (8%).  Σύμφωνα με την συγκεκριμένη Κατάσταση, το οφειλόμενο υπόλοιπο του δανείου στις 31.12.2015 ήταν €990.642.73.=. Στην Αναδομημένη Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 29) αφαιρέθηκαν όλες οι χρεώσεις προμηθειών, τα έξοδα μελέτης, καθώς και άλλα έξοδα. Ο τόκος υπολογίστηκε με βάση το συμβατικό επιτόκιο, πλέον 1% τόκο υπερημερίας.  Σύμφωνα με την εν λόγω Κατάσταση, το οφειλόμενο υπόλοιπο του δανείου στις 30.6.2022 ανήρχετο στο ποσό του 1.740.888.54 πλέον τόκο προς 9% ετησίως από 1.7.2022 μέχρι εξόφλησης.  Διευκρίνισε πως ο τόκος υπερημερίας που επιζητείται πέραν του συμβατικού επιτοκίου, διεκδικείται ως ζημιά την οποία έχουν υποστεί οι ενάγοντες λόγω της συμπεριφοράς των εναγομένων, οι οποίοι δεν τήρησαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις με αποτέλεσμα οι ενάγοντες να επωμισθούν πρόσθετη εργασία όπως συστηματικός έλεγχος των εναγομένων, αφιέρωση πρόσθετου χρόνου για την όχληση τους είτε τηλεφωνικά, είτε με την αποστολή επιστολών. Η δε τελευταία Αναδομημένη Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 30) ετοιμάστηκε χωρίς να ληφθεί υπόψη το επιτόκιο υπερημερίας.  Ο τόκος υπολογίστηκε μόνο στην βάση του συμβατικού επιτοκίου.  Σύμφωνα δε με την εν λόγω Κατάσταση, το οφειλόμενο υπόλοιπο του λογαριασμού στις 30.6.2022 ανέρχεται στο ποσό του €1.630.824.42, πλέον τόκος 8% από 1.7.2022 μέχρι εξόφλησης. 

 

Ο εναγόμενος Γιάννης Μουζάς (ΜΥ1) καταθέτοντας, παραδέχθηκε την σύναψη του επίδικου δανείου. Αναγνώρισε και την υπογραφή του στην Συμφωνία Δανείου (Τεκμήριο 8). Αναγνώρισε επίσης και την Σύμβαση και Δήλωση Υποθήκης (Τεκμήριο 9).  Η εναγομένη 2 είναι η σύζυγος του. Όπως ανέφερε, το συγκεκριμένο δάνειο έγινε για να εξοφληθεί παλαιότερο του 2007, το οποίο έγινε για επαγγελματικούς σκοπούς.  Επεξήγησε ότι δραστηριοποιείτο επιχειρηματικά στην Λιβύη, στον τομέα των Γεωτρήσεων γενικά και των Γεωτρήσεων Πετρελαίου ειδικώτερα. Το 2011 (Φεβρουάριο – Μάρτιο), όταν «έπεσε» ο Καντάφι, οι επιχειρήσεις του καταστράφηκαν, τα μηχανήματα (διατρητικά), τα γραφεία και όποια άλλη περιουσία είχαν στην χώρα, αξίας τουλάχιστον 2 εκατομμυρίων ευρώ, «χάθηκαν».

 

Παρόλο που είχαν ενημερώσει τόσο την Κυβέρνηση και μέσω αυτής και την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, μέχρι σήμερα δεν έχουν αποζημιωθεί από την Κυβέρνηση της Λιβύης για την ζημιά τους.

 

Αντεξεταζόμενος δεν θυμόταν εάν έλαβε τόσο τις προειδοποιητικές επιστολές (Τεκμήρια 19, 20, 21 και 22) καθώς και τις επιστολές τερματισμού (Τεκμήρια 26 και 27).  Θυμόταν όμως πως το αίτημα του για αναδιάρθρωση του χρέους απερρίφθη.

 

Κατά τις τελικές αγορεύσεις, η κάθε πλευρά  υπεραμύνθηκε της θέσης της με αναφορά σε δικογραφία.

 

Ο ΜΕ1 δεν αντεξετάστηκε και τα όσα κατάθεσε παρέμειναν αναντίλεκτα.

 

Η μαρτυρία του ΜΥ1 ουσιαστικά δεν έρχεται σε αντίθεση με την υπόθεση των εναγόντων, αφού τόσο η υπογραφή της Συμφωνίας Δανείου όσο και η κατάρτιση της Υποθήκης δεν αμφισβητούνται. Δεν αμφισβητείται επίσης ότι το δάνειο, το οποίο έγινε στα πλαίσια αναδιάρθρωσης άλλου παλαιότερου, δεν εξοφλήθηκε. 

 

Βάσει της αποδεκτής μαρτυρίας, τα ευρήματα στα οποία καταλήγω, είναι τα ακόλουθα:

 

Κατόπιν αιτήματος (Τεκμήριο 7) των εναγομένων 1 και 2 για παραχώρηση σ’  αυτούς πιστωτικής διευκόλυνσης, υπεγράφη την 22.7.2011 Συμφωνία (Τεκμήριο 8) μεταξύ της ΣΠΕ Στροβόλου και των εναγομένων 1 και 2, στη βάση της οποίας παραχωρήθηκε στους τελευταίους δάνειο ύψους €695.000.=. Το δάνειο παραχωρήθηκε για εξόφληση οφειλών των εναγομένων 1 και 2, οι οποίες είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμες.  Την ίδια ημέρα (22.7.2011), ο εναγόμενος 1 υπέγραψε στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λευκωσίας, το Έγγραφο και Δήλωση Υποθήκης (Τεκμήρια 9 και 10).  Με την Υποθήκη Υ9243/2011, ο Εναγόμενος 1 υποθήκευσε ακίνητα του στα χωριά Γούρι και Αρεδιού και στον Δήμο Ιδαλίου της Επαρχίας Λευκωσίας, προς περαιτέρω εξασφάλιση των υποχρεώσεων των Εναγόμενων 1 και 2.

 

Οι εναγόμενοι 1 και 2 δεν κατέβαλαν οποιοδήποτε ποσό έναντι του δανείου, με αποτέλεσμα ο Λογαριασμός να παρουσιάζει καθυστερήσεις. Οι δανειστές με επιστολές τους ημερομηνίας 6.8.2013 και 6.9.2013 (Τεκμήρια 19 και 20) γνωστοποίησαν τούτο στους οφειλέτες.  Οι δανειστές επανήλθαν με νέες επιστολές ημερομηνίας 28.7.2014 (Τεκμήρια 21 και 22).  Οι εναγόμενοι 1 και 2 παρέλειψαν να συμμορφωθούν στις οχλήσεις των δανειστών και οι τελευταίοι με επιστολές τους ημερομηνίας 9.9.2015 (Τεκμήρια 26 και 27) τερμάτισαν την Συμφωνία Δανείου και κάλεσαν τους οφειλέτες όπως εξοφλήσουν το χρεωστικό υπόλοιπο του Λογαριασμού του δανείου. Οι επιστολές στάληκαν με συστημένο ταχυδρομείο στην τελευταία γνωστή διεύθυνση των οφειλετών και δεν επεστράφησαν. Ουδείς συνεμορφώθη.

 

Η υπογραφή των Συμφωνιών Δανείου και Υποθήκης, όπως έχει προαναφερθεί, δεν αμφισβητείται. Οι ενάγοντες απέδειξαν την παραχώρηση του δανείου και την λειτουργία του Λογαριασμού, ο οποίος διέπετο από τους όρους της Συμφωνίας Δανείου. Απέδειξαν επίσης την κατάρτιση της Συμφωνίας Υποθήκης Υ9243/2011.

 

Οι εναγόμενοι 1 και 2 παρέλειψαν να πληρώσουν τις δόσεις του δανείου και οι ενάγοντες νόμιμα προχώρησαν στον τερματισμό της Συμφωνίας Δανείου. Ζήτησαν δε την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού. Οι ενάγοντες προ του τερματισμού ζήτησαν, σύμφωνα με την μαρτυρία του Μ.Ε.1, από τους οφειλέτες την εξόφληση του οφειλόμενου ποσού χωρίς όμως ανταπόκριση.

 

Ο τερματισμό της Συμφωνίας, είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί απαιτητό ολόκληρο το χρεωστικό υπόλοιπο του δανείου.

 

Στην υπόθεση Lombard Natwest Ltd v. Λαζαρίδη (1999) 1 Α.Α.Δ. 1465, λέχθηκε πως ο τερματισμός του λογαριασμού συνιστά πράξη προσδιοριστική του χρέους και συναφώς των αντίστοιχων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων. Επομένως ο τερματισμός του λογαριασμού και ο καθορισμός του ποσού, αποτελούν πράξη προσδιοριστική του ποσού το οποίο καθίσταται απαιτητό. Λέχθηκε ακόμη πως το κυρίαρχο στοιχείο στην στοιχειοθέτηση της υποχρέωσης αποπληρωμής είναι ο τερματισμός του λογαριασμού.

 

Οι ενάγοντες απέδειξαν το χρεωστικό υπόλοιπο του Λογαριασμού του δανείου.   Είναι νομολογημένο πως η τράπεζα (οι ενάγοντες εν προκειμένω) φέρει το βάρος απόδειξης του ύψους της απαίτησής της [Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ v. Γιώργος Οικονόμου (2014) 1 Α.Α.Δ. 2287]. Σε περίπτωση που ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι η εκδοχή της είναι πιο πιθανή παρά όχι, τότε δικαιούται σε απόφαση [Μπούλος Μαρσέλ κ.ά. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 1858]. Σε περίπτωση όπου υπάρχει μόνο μία εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός αν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με τον μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι αν τα γεγονότα, όπως βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο [βλ. Barry Wynne v. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Κωστάκη Δαυίδ Μαυρονικόλα (2009) 1(Β) Α.Α.Δ. 1138].

Στην υπό κρίση υπόθεση, τα στοιχεία που βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι ικανά να καταδείξουν στον απαιτούμενο βαθμό, το χρεωστικό υπόλοιπο του Λογαριασμού. Τόσο η Αναλυτική Κατάσταση του Λογαριασμού (Τεκμήριο 28) όσο και οι Αναδομημένες Καταστάσεις (Τεκμήρια 29 και 30) συνιστούν εκ πρώτης όψεως απόδειξη των καταχωρήσεων στα τραπεζικά βιβλία, δυνάμει του άρθρου 22(1) του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9. Οι εναγόμενοι 1 και 2 είχαν το βάρος να αποδείξουν την μη ύπαρξη των καταχωρήσεων στα τραπεζικά βιβλία ή ότι οι καταχωρήσεις δεν ήσαν στην ουσία ορθές ως μη αντιστοιχούσες με τα πρωτότυπα τραπεζικά βιβλία [Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Χαριλάου Λτδ κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 479, 493].  Οι εναγόμενοι 1 και 2 απέτυχαν να αντικρούσουν την πιο πάνω μαρτυρία, δεδομένου του ότι δεν πρόσφεραν οποιαδήποτε σχετική ή περί του αντιθέτου μαρτυρία.

 

Οι ενάγοντες προχώρησαν στην ετοιμασία Αναδομημένων Καταστάσεων Λογαριασμού (Τεκμήρια 29 και 30) από τις οποίες αφαιρέθηκαν διάφορες χρεώσεις, τις οποίες επεξήγησε ο Μ.Ε.1. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο πως οι αδικαιολόγητες ή παράνομες χρεώσεις, δεν προσδίδουν παρανομία στην Σύμβαση (C.T.A. Techno Marketing Ltd και άλλοι ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ, Πολ. Έφεση αρ. 11449, ημερομηνίας 23.3.2004). Η θέση των εναγόντων πως δικαιούνται απόφασης ως η Αναδομημένη Κατάσταση Λογαριασμού (Τεκμήριο 29) δεν με βρίσκει σύμφωνη. Για να δικαιολογήσουν το αίτημα τους για επιδίκαση τόκου υπερημερίας, διατείνονται πως λόγω των παραλείψεων των εναγομένων 1 και 2 να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, οι ίδιοι επωμίστηκαν «πρόσθετη εργασία» για να ελέγχουν τον επίδικο λογαριασμό. Όμως, πέραν της φραστικής διατύπωσης δεν προσκόμισαν στο Δικαστήριο στοιχεία από τα οποία να καταδεικνύεται η πρόσθετη αυτή εργασία την οποία επωμίστηκαν. Ως εκ τούτου η αξίωση τους για επιδίκαση τόκου υπερημερίας απορρίπτεται.  Καταληκτικά βρίσκω πως οι ενάγοντες απέδειξαν το χρεωστικό  υπόλοιπο του λογαριασμού και δικαιούνται σε απόφαση ως η Αναδομημένη Κατάσταση Λογαριασμού, Τεκμήριο 30

 

Οι ενάγοντες απέδειξαν επίσης τον νόμιμο τερματισμό της Συμφωνίας Δανείου.   Όλες οι επιστολές περιλαμβανομένων και των επιστολών τερματισμού (Τεκμήρια 26 και 27) στάληκαν στις τελευταίες γνωστές του διευθύνσεις. Είναι καλά γνωστό πως από την στιγμή που γίνεται αποδεκτή μαρτυρία πως οι επιστολές ταχυδρομήθηκαν και δεν επεστράφησαν, δημιουργείται τεκμήριο παραλαβής και το βάρος απόδειξης για την μη παραλαβή τους μετέρχεται στους ώμους των εναγόμενων [Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery (1965) 1 C.L.R. 9]. Οι εναγόμενοι 1 και 2 σε καμία περίπτωση ισχυρίστηκαν ότι ειδοποίησαν τους ενάγοντες ότι άλλαξαν διεύθυνση ή έδωσαν σ’ αυτούς νέα διεύθυνση αλληλογραφίας [Barclays Bank Plc v. J.G.L (Constructions) Ltd κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1726]. Είναι σημαντικό να λεχθεί πως ακόμη και εάν δεν αποστέλλοντο οι επιστολές τερματισμού, η καταχώρηση της αγωγής συνιστά επαρκή τερματισμό της συμφωνίας δανείου και απαίτησης πληρωμής του οφειλομένου ποσού [βλ. Κυριάκου v. Χρυσοστόμου (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2029].

 

Τέλος όσον αφορά την Σύμβαση Υποθήκης δεν έχω να πω πολλά. Είναι νομολογημένο πως η Σύμβαση Υποθήκης δημιουργεί μεν πρωτογενή υποχρέωση με αυτοτέλεια, πλην όμως η αυτοτέλεια μιας σύμβασης, δεν την προστατεύει από την ακυρότητα μιας άλλης σύμβασης με την οποία είναι λειτουργικά συνδεδεμένη [βλ. Αγγελίδης v. Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Παλουριώτισσας (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1771]. Στην προκειμένη περίπτωση η σύναψη της Υποθήκης δεν είναι ανεξάρτητη από το δάνειο, αλλά είναι άμεσα συνδεδεμένη με αυτό. Είναι αποτέλεσμα της σύναψης της Συμφωνίας Δανείου, αφού αποτελεί μέρος των εξασφαλίσεων που συμφωνήθηκε να δοθούν στους ενάγοντες για την παροχή του δανείου. Η Υποθήκη διέπεται από τους όρους της Συμφωνίας Δανείου. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που η εγκυρότητα της Συμφωνίας Δανείου, επηρεάζει άμεσα και τις εξασφαλίσεις που δόθηκαν. Εν προκειμένω αφ’ ης στιγμής η Συμφωνία Δανείου ήταν έγκυρη, έγκυρη ήταν και η Υποθήκη.

 

Για όλους τους λόγους που επεξηγήθηκαν ανωτέρω κρίνω πως οι ενάγοντες  έχουν επιτύχει να αποδείξουν στον απαιτούμενο βαθμό, την απαίτηση τους.

 

Δια ταύτα εκδίδεται απόφαση προς όφελος των εναγόντων και σε βάρος των εναγομένων 1 και 2, ευθυνομένων αλληλεγγύως και/ή κεχωρισμένως, για το ποσό των €1.630.842.42 πλέον τόκου προς 8% από 1.7.2022 μέχρι εξόφλησης, κεφαλαιοποιημένου του τόκου την 30η Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

Περαιτέρω, εκδίδεται διάταγμα σε βάρος του εναγομένου 1 ως η παράγραφος 9Β του αιτητικού της Έκθεσης Απαίτησης.

 

Όσον αφορά τα έξοδα, αυτά επιδικάζονται υπέρ των εναγόντων και σε βάρος των εναγομένων 1 και 2. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

(Υπ.)  ……………………………………….

Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 

 

 

 

Πιστόν αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής

/ΑΚ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο