ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 1555/2023

 

Μεταξύ:

 

 

 

1.

JOHN DAVIES HAYDN

2.

ROBERT GEORGE BOOT 

3.

 

 

 

SUSAN DAVIES MILDRED

Εναγόντων 

-και-

 

1.

TRIUMPH INT. (CYPRUS) LIMITED 

2.

 ΜΑΡΙΟΣ ΝΑΖΙΡΗΣ

3.

JOEL PRAKASH BENEDICT

4.

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ

5.

ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΚΙΤΤΗ ΣΑΒΒΑ

6.

 

TRIUMPH INT (SC) LIMITED

Εναγομένων 

 

Ημερομηνία: 29 Απριλίου, 2024

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 14.11.2023 για καταχώρηση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης

 

 

Εμφανίσεις:

 

Για Ενάγοντες-Αιτητές:  N. PIRILIDES & ASSOCIATES LLC

Για Εναγόμενους 1-5-Καθ΄ ων η αίτηση:  ΜΑΡΚΙΔΗ, ΜΑΡΚΙΔΗ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενη 6 – Καθ΄ ης η αίτηση: ΗΛΙΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

 

 

 

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Αποτελεί θέση των εναγόντων, όπως προβάλλεται μέσα από το Γενικά Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα που καταχώρησαν, πως οι εναγόμενοι 1-6, «συλλογικά» μεταξύ Ιουλίου και Δεκεμβρίου 2022, δόλια και/ή συνωμοτικά, και/ή αυθαίρετα και/ή αντισυμβατικά και/ή παράνομα απέρριψαν αιτήματα των εναγόντων ώστε να τους επιτραπεί η ανάληψη ποσών που βρίσκονταν κατατεθειμένα στους λογαριασμούς που έκαστος διατηρεί με την εναγόμενη 1 και/ή 6 και πως αρχές Δεκεμβρίου 2022, οι εν λόγω εναγόμενες μονομερώς και χωρίς προηγουμένως να λάβουν την συγκατάθεση και/ή έγκριση των εναγόντων, μετέτρεψαν τα διαθέσιμα κεφάλαια των τελευταίων που διατηρούντο σε δολάρια ΗΠΑ (USD) σε δικό τους κρυπτονόμισμα (TFX Cryptocurrency Coin), το οποίο ψευδώς παρουσίασαν ότι θα είχε ισόποση αξία, πλην όμως σε σύντομο χρονικό διάστημα, η «υποτιθέμενη» αξία του μετετράπη και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι $0,01 με αποτέλεσμα οι ενάγοντες να υποστούν ζημιές και απώλειες ύψους $713,612,00 (δολαρίων Αμερικής), ισόποσο σε €654.376,48 (ευρώ).

 

Με την αγωγή τους αξιούν εναντίον των εναγομένων 1-6 μεταξύ άλλων, Ειδικές Αποζημιώσεις ύψους $713.612,00 ή το ισόποσο σε ευρώ, Γενικές, Παραδειγματικές και/ή Τιμωρητικές Αποζημιώσεις για συνωμοσία και/ή δόλο και/ή απάτη.

 

Με την καταχώρηση της αγωγής, οι ενάγοντες πέτυχαν μονομερώς την έκδοση Προσωρινού Διατάγματος (Mareva), με το οποίο οι εναγόμενοι 1-6 εμποδίζονται από του να αποξενώσουν χρήματα από τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς που διατηρούν σε τράπεζες στην Κύπρο ή το εξωτερικό, έτσι ώστε το διαθέσιμο υπόλοιπο των εν λόγω λογαριασμών να μειωθεί σε ποσό μικρότερο του ποσού των $713.612,00 δολαρίων Αμερικής ή του ισόποσου τούτου σε ευρώ.  Οι ενάγοντες πέτυχαν επίσης την έκδοση επικουρικού Διατάγματος Αποκάλυψης (Ancillary Discovery Order), με το οποίο οι εναγόμενες 1 και 6 διατάσσονται  όπως αποκαλύψουν ενόρκως εντός καθορισμένου χρόνου, πληροφορίες αναφορικά με τους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούν στην Κύπρο ή το εξωτερικό.

 

Η υπόθεση των εναγόντων όπως φαίνεται μέσα από την Ένορκη Δήλωση του ενάγοντα 1 που συνοδεύει την Αίτηση για έκδοση των Προσωρινών Διαταγμάτων είναι η εξής.

 

Η εναγομένη 1 είναι Κυπριακή επενδυτική εταιρεία (CIF) αδειοδοτημένη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, λειτουργούσα ως διεθνής χρηματιστηριακή εταιρεία, η οποία παρέχει οικονομικές και επενδυτικές υπηρεσίες ανά το παγκόσμιο, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, και υπηρεσίες διαδικτυακής συναλλαγής ξένου νομίσματος (Forex).

 

Η εναγομένη 6 είναι εταιρεία συσταθείσα στις Σεϋχέλλες, προσφέρουσα τις ίδιες ή παρόμοιες επενδυτικές υπηρεσίες όπως η εναγομένη 1, με την οποία είναι συνδεδεμένη.  Η εναγόμενη 6 εποπτεύεται από αρμόδια Αρχή των Σεϋχελλών.

 

Οι εναγόμενοι 2, 3, 4 και 5 είναι διευθυντές της εναγομένης 1, ενώ οι εναγόμενοι 3 και 4 είναι επίσης αξιωματούχοι και της Εναγόμενης 6.

 

Οι ενάγοντες 1, 2 και 3, κάτοικοι όλοι του Ηνωμένου Βασιλείου, επένδυσαν, κατά πάντα ουσιώδη για την αγωγή χρόνο, στις εναγόμενες 1 και 6 το συνολικό ποσό των $713.612,00 δολαρίων Αμερικής (ισόποσο σε ευρώ €654.376,48).

 

Είναι θέση των εναγόντων πως οι εναγόμενοι 2, 3, 4 και 5 υπό την ιδιότητα τους ως διευθυντών της εναγόμενης 1 αναμείχθηκαν στο «απατηλό/δόλιο» σχέδιο, το οποίο ενορχήστρωσαν οι εναγόμενες 1 και 6 με σκοπό την εξαπάτηση τους.

 

Από το 2022 και οι τρεις ενάγοντες επένδυσαν σε επενδυτικά ταμεία (funds) που διαχειριζόταν η εναγομένη 6.  Μέχρι και τον Απρίλιο του 2023, ο ενάγοντας 1 είχε καταθέσει στα εν λόγω ταμεία το συνολικό ποσό των 243.200,00 δολαρίων Αμερικής, ο ενάγοντας 2, 175.000,00 και η ενάγουσα 3, 233.900,00.

 

Μεταξύ Σεπτεμβρίου με αρχές Νοεμβρίου 2022, οι ενάγοντες προέβησαν σε αναλήψεις των κερδών τους από τους λογαριασμούς της πλατφόρμας της εναγομένης 6, χρησιμοποιώντας το κρυπτονόμισμα USDT.  Τον Νοέμβριο του 2022, η διαδικασία ανάληψης κεφαλαίων κατέστη «πολύ αργή» και τελικά πολλές από τις «απόπειρες» για ανάληψη απορρίφθηκαν, με την δικαιολογία ότι η εναγομένη 6 βρισκόταν στο στάδιο «μετάβασης για την εγκαθίδρυση του καινούργιου συστήματος». 

 

Στις 16.11.2022 εκπρόσωπος της εναγομένης 6 παρουσίασε, διαδικτυακά, στους επενδυτές «το καινούργιο σύστημα», το οποίο ήταν το κρυπτονόμισμα με την ονομασία «TFX Coin».  Ουσιαστικά, η εναγομένη 6 μετέτρεψε τα κεφάλαια των εναγόντων από παραστατικό νόμισμα (Flat Currency) ή νόμισμα USDT σε κρυπτονόμισμα TFX Coin.  Σύμφωνα με ό,τι παρουσιάστηκε στους επενδυτές, ένα TFX Coin θα ήταν ισάξιο με ένα USDT

 

Στα μέσα Νοεμβρίου του 2022 όλοι οι λογαριασμοί των επενδυτών, περιλαμβανομένων και αυτών των εναγόντων, έπαψαν να αποδέχονται/εγκρίνουν οποιεσδήποτε καταθέσεις ή αναλήψεις κεφαλαίων είτε σε USDT είτε σε παραστατικό νόμισμα και από εκείνο το σημείο και μετέπειτα το TFX Coin θα τύγχανε συναλλαγής σε νέα πλατφόρμα με την ονομασία «TFX».  Από τον Δεκέμβριο του 2022 η αξία του TFX άρχισε να πέφτει κατακόρυφα φθάνοντας στο $0.01.  Αρχές του 2023 όλοι οι μεγαλοεπενδυτές ειδοποιήθηκαν εγγράφως από την εναγομένη 6 ότι οι λογαριασμοί τους είχαν παγοποιηθεί (εξακολουθούν να είναι παγοποιημένοι) και πως καμμιά πώληση του TFX Coin δεν θα επιτρεπόταν μέχρις ότου η αξία του φθάσει τουλάχιστον το $0.80.

 

Είναι θέση των εναγόντων πως η μονομερής μετατροπή των κεφαλαίων που επένδυσαν από δολάρια Αμερικής ή USDT σε κρυπτονόμισμα TFX Coin, χωρίς οι ίδιοι να δώσουν την συγκατάθεση ή την έγκριση τους ήταν ένα καλά ενορχηστρωμένο σχέδιο των εναγομένων 1 και 6, με την βοήθεια και την ανάμειξη των εναγομένων 2-5, υπό την ιδιότητα τους ως διευθυντές των εναγομένων 1 και 6, ώστε να τους εξαπατήσουν.

 

Οι εναγόμενοι 1-6 ενίστανται στην οριστικοποίηση των μονομερώς εκδοθέντων Διαταγμάτων, προβάλλοντας σωρεία λόγων. 

 

Σε απάντηση των ισχυρισμών των εναγόντων (η Ένσταση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του εναγομένου 4 Χριστόφορου Χριστοφόρου), οι εναγόμενοι αναφέρουν πως η μετατροπή των νομισμάτων των εναγόντων σε κρυπτονομίσματα TFX έγινε «αυτοβούλως» από τους ίδιους τους ενάγοντες, οι οποίοι είναι επενδυτές με «(κατά τεκμήριο) άριστη γνώση των κινδύνων και των ρίσκων που εμπεριέχει το να συναλλάσσεται κάποιος σε ξένο συνάλλαγμα (Forex Trading)» και με δικές τους ενέργειες.  Πως από τον Ιανουάριο του 2023 μέχρι και τον Απρίλιο του 2023, οι ενάγοντες συνέχισαν να συναλλάσσονται στο νέο κρυπτονόμισμα TFX και πως προσέφυγαν στο δικαστήριο όταν η τιμή του TFX μειώθηκε σε βαθμό που δεν ήσαν ικανοποιημένοι για την μετατροπή του κρυπτονομίσματος USDT σε TFX.  Υποστηρίζουν επίσης πως η εναγόμενη 1 και η εναγόμενη 6 είναι διαφορετικές νομικές οντότητες, προσφέρουσες ανεξάρτητες και διαφορετικές υπηρεσίες, χρησιμοποιούν δε διαφορετικά λογότυπα, ιστοσελίδες, εμπορικά σήματα και επωνυμίες (brand names) και πως οι ενάγοντες επένδυσαν μέσω της εναγόμενης 6 (συναλλάσονταν με το κρυπτονόμισμα USDT και όχι με δολάρια Αμερικής) και όχι της εναγόμενης 1, της οποίας, η άδεια που της παραχωρήθηκε βάσει του Νόμου 87(1)/2017 δεν της επιτρέπει να παρέχει υπηρεσίες δημιουργίας λογαριασμού σε κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου, χώρα προέλευσης των εναγόντων.  Πως οι εναγόμενοι 2-5 προστέθηκαν στην αγωγή ως «εναγόμενοι άγκυρα» (anchor defendants) και πως δεν εμπλέκονται με την εναγόμενη 6.  Πως «απουσιάζει» μαρτυρία που να καθιστά την εναγόμενη 1 μέρος της διάπραξης οποιουδήποτε αστικού ή άλλης φύσεως αδικήματος κατά των εναγόντων.  Τέλος πως τα Κυπριακά Δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία και δεν είναι κατάλληλο «Forum» για εκδίκαση της αγωγής.

 

Με την υπό κρίση Αίτηση οι ενάγοντες αιτούνται από το Δικαστήριο όπως τους δοθεί άδεια να καταχωρίσουν Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση ώστε να απαντήσουν στους ισχυρισμούς των εναγομένων.

 

Η Αίτηση στηρίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.39, Δ.48 Θ. 1-3 και 4(2) και Δ.64, στην νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων, στην πρακτική και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση του Γιάννη Σταύρου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους ενάγοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένου. 

 

Είναι η θέση του ομνύοντα πως θα πρέπει να επιτραπεί η καταχώριση της Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης (προσχέδιο της επισυνάπτεται) για να απαντηθούν συγκεκριμένοι ισχυρισμοί των εναγομένων, οι οποίοι χρήζουν διευκρίνησης, ώστε να αποκρυσταλλωθεί η πραγματική εικόνα των γεγονότων της υπόθεσης .

 

Οι θέσεις των εναγομένων, οι οποίες κατά τους ενάγοντες χρήζουν απάντησης καταγράφονται στην παράγραφο 4 της Ενόρκου Δηλώσεως του Γιάννη Σταύρου, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτω αυτούσιο:

 

«4.  Συγκεκριμένα, οι ισχυρισμοί και θέσεις των Εναγομένων που χρήζουν απάντησης ή διευκρίνησης μέσω συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης είναι οι εξής:

i.      Ότι η εταιρεία των Εναγόμενων 1 με την εταιρεία των Εναγόμενων 6 είναι ανεξάρτητες και/ή δεν έχουν καμία απολύτως σχέση μεταξύ τους (δέστε παρ. 12 έως 20 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

ii.      Ότι η εταιρεία των Εναγόμενων 1 δεν προσφέρει επενδυτικές υπηρεσίες παγκοσμίως ή ότι δεν είναι «worldwide international brokerage company (δέστε παρ. 14 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

iii.    Ότι οι Ενάγοντες συμβλήθηκαν μόνο με την εταιρεία των Εναγόμενων 6, επειδή από τις επιστολές υπό τον Τίτλο «Letter of Consent» προκύπτει ότι οι Ενάγοντες συγκατατέθηκαν στο άνοιγμα λογαριασμού με τους Εναγόμενους 6 και κατά συνέπεια οι Ενάγοντες δεν έχουν αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των Εναγόμενων 1 και/ή Εναγόμενων 2 έως 5 (δέστε παρ. 24 έως 29 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

iv.    Ότι ο Ενάγων 1 δεν ήταν παρών στην εκδήλωση των Εναγόμενων 1 και/ή 6 που έλαβε χώρα στην Λεμεσό τον Μάιο του 2022 (δέστε παρ. 36 έως 39 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

v.    Ότι o Ενάγων 1 ψεύδεται αναφορικά με το ότι το Τεκμήριο 7 στην ένορκη δήλωση του) ημερ. 11.Ο7.2Ο23 παρουσιάστηκε από τον Εναγόμενο 4 στην εκδήλωση που έλαβε χώρα στη Λεμεσό τον Μάιο του 2022 καθώς και για το γεγονός καταχώρισης από τους Εναγόμενους 1 ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον του με αρ. 2886/2023 (δέστε παρ. 40 και 41 της Ε/Δ εναγόμενου 4).

vi.   Ότι το νόμισμα στο οποίο συναλλάσσονταν οι Ενάγοντες μέσω των Εναγόμενων 1 και/ή 6 ήταν μόνο κρυπτονόμισμα με την ονομασία USDT και όχι κανονικό νόμισμα και δη Δολάρια Η.Π.Α. (USD) (δέστε παρ. 50 Και 51 της ΕΙΔ Εναγόμενου 4).

vii.     Ότι το κρυπτονόμισμα TFX προσφέρθηκε στους επενδυτές (συμπεριλαμβανομένων των Εναγόντων) ως επιλογή ή εναλλακτική από τους Εναγόμενους 1 και/ή 6 (δέστε παρ. 54 και 57 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

viii. Ότι οικειοθελώς, αυτόβουλα κατόπιν δικής τους επιλογής οι Ενάγοντες μετέτρεψαν τα κεφάλαια τους στο κρυπτονόμισμα TFX (δέστε παρ. 58 και 60 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).

ix.   Ότι οι Ενάγοντες συνέχισαν, άνευ διαμαρτυρίας, να συναλλάσσονται με το νέο κρυπτονόμισμα (δέστε παρ. 67 της Ε/Δ Εναγόμενου 4).»

 

            Οι εναγόμενοι 1-6 καταχώρησαν Ένσταση προβάλλοντας πως δεν έχει καταδειχθεί η ύπαρξη «καλού λόγου» ώστε να δικαιολογείται η παροχή της αιτούμενης θεραπείας. Πως ό,τι επιδιώκεται με την προτεινόμενη να καταχωρηθεί Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση είναι η επίκληση εκ των υστέρων γεγονότων και/ή εγγράφων που οι ενάγοντες, κατά παράβαση των υποχρεώσεων τους, σκόπιμα απέκρυψαν από το Δικαστήριο στο πλαίσιο προσπάθειας παραπλάνησης του, κατά το στάδιο έκδοσης των Προσωρινών Διαταγμάτων. Πως με την προτεινόμενη Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση επιδιώκεται η μεταβολή ή η αλλοίωση της εικόνας των γεγονότων που δόθηκε στο Δικαστήριο, μέσω της Ένορκης Δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση για έκδοση των Προσωρινών Διαταγμάτων, πράγμα που σύμφωνα με την νομολογία είναι ανεπίτρεπτο ειδικά σε περιπτώσεις όπου έχουν ήδη εκδοθεί Προσωρινά Διατάγματα σε μονομερή βάση. Πως με την εν λόγω Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση επιζητείται η προβολή νομικών επιχειρημάτων πράγμα ανεπίτρεπτο και/ή μη αποδεκτό.  Επίσης πως η προτεινόμενη να καταχωρηθεί Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση είναι παράτυπη και/ή αποτελεί μαρτυρία την οποία το Δικαστήριο δεν θα μπορεί να λάβει υπόψη. 

 

Η Ένσταση, η οποία στηρίζεται στην ίδια με την Αίτηση νομική βάση υποστηρίζεται και πάλι από Ένορκη Δήλωση του Χριστόφορου Χριστοφόρου (εναγομένου 4), ο οποίος επιχειρηματολογεί υπερ της απόρριψης του αιτήματος υιοθετώντας και επαναλαμβάνοντας τους Λόγους Ένστασης. 

 

Η υπό κρίση Αίτηση εδράζεται στη Δ.48 θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία προνοεί πως:

«Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»

 

Αναφέρεται στην υπόθεση, Αναφορικά με την Αίτηση του Φιλόκυπρου Ματθαίου κ.α., (2008) 1(Α) Α.Α.Δ. 508, 514 πως:  

  «…το κατά πόσο θα επιτραπεί σε ένα διάδικο να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση σε μια αίτηση ενδιάμεσης φύσεως εμπίπτει      σαφώς            στη      διακριτική             ευχέρεια         του      πρωτόδικου δικαστηρίου.»

 

Στην Stavros Georgiou & Son (Scrap. Metals) Ltd v. Του Πλοίου LIPA (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1976, 1981, αναφέρεται πως όταν προσωρινή προστασία εξασφαλίζεται μονομερώς:

 

«Ο κανόνας, καθολικής εφαρμογής, είναι ότι δεν επιτρέπεται η επανόρθωση παράλειψης πρωθύστερα έτσι ώστε να μεταβληθεί ή αλλοιωθεί η εικόνα που δόθηκε πρωταρχικά στο δικαστήριο.»

 

Στην υπόθεση Stavros Georgiou & Son (ανωτέρω), γίνεται παραπομπή στην Vuitton v. Δερμοσάκ Λτδ και άλλης (1992) 1(Β) Α.Α.Δ.

1453, 1463 όπου αναφέρεται πως:

 

«Η παροχή ενδιάμεσης θεραπείας συναρτάται άμεσα και αποκλειστικά από τα γεγονότα που τεκμηριώνουν το αίτημα».

 

Όταν δεν έχει εκδοθεί μονομερώς οιοδήποτε διάταγμα, πιο εύκολα μπορεί να ικανοποιηθεί η προϋπόθεση της ύπαρξης «καλού λόγου» για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης  Δήλωσης. 

 

Η αναφορά στον θεσμό σε Συμπληρωματικές Ένορκες Δηλώσεις δεν υπαγορεύει την μορφή και δεν περιορίζει την θεματολογία της δήλωσης που μπορεί να επιτραπεί να καταχωριστεί. Αναμφίβολα μπορεί να αφορά σε ζήτημα που πρωτοεγείρεται με την ένσταση και χρήζει απάντησης. Η Ένορκη Δήλωση που για «καλό λόγο» μπορεί να επιτραπεί να καταχωριστεί, δεν περιορίζεται ούτε στο να συμπληρώσει την αρχικά καταχωρηθείσα, έννοια μάλλον ενστάσιμη καθ’ όσον αφορά την περίπτωση που ενδιάμεσο διάταγμα έχει εξασφαλιστεί στη βάση της αρχικής, ούτε και στο να απαντήσει σε ζήτημα που εγείρεται στην ένσταση. Είναι μια επιπρόσθετη Ένορκη Δήλωση που αφορά σε κάτι το οποίο είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί υπόψη του Δικαστηρίου.  

 

Στην Α. Messios & Sons Ltd κ.α. ν. Λεωνίδα (Αρ.1) (2010) 1(Α) Α.Α.Δ.

195, 199 αναφέρεται πως:

  «Κατά την εκτίμησή μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ΄ ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης.  Δεν πρόκειται, κατά την κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντεςαιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων.»

 

Δεν μπορεί να καθοριστεί εξαντλητικά τι είναι ορθό και δίκαιο να τεθεί, στην κάθε περίπτωση, υπόψη του Δικαστηρίου και συνεπώς τι συνιστά «καλό λόγο».  Πέραν των βασικών αρχών, τα επί μέρους κριτήρια είναι αναρίθμητα όσα και η ποικιλία των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης.

 

Ο αιτητής πρέπει να θέσει υπόψη του Δικαστηρίου τα στοιχεία που καταδεικνύουν την ύπαρξη «καλού λόγου», διαφορετικά το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει πως υφίσταται τέτοιος. Δεν είναι αναγκαίο ο αιτητής να παρουσιάζει την Ένορκη Δήλωση που θα καταχωρίσει εάν του επιτραπεί,  αναμφίβολα όμως εάν τούτο γίνει, το Δικαστήριο αποκομίζει την ακριβή μαρτυρία που επιθυμεί να παρουσιάσει. (Βλ. Παπακοκκίνου κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ (Αρ.1) (2012) 1(Α) Α.Α.Δ.

643).

 

Το Δικαστήριο πρέπει να ικανοποιηθεί πως υπάρχει «καλός λόγος».  Επιβάλλεται λοιπόν ξεχωριστή εξέταση του κάθε θέματος για το οποίο, ο αιτητής εξαιτείται την άδεια του Δικαστηρίου για να αναφερθεί, μέσα στα πλαίσια των περιστάσεων της υπόθεσης, τι έχει ήδη τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και πως προέκυψε η ισχυριζόμενη αναγκαιότητα για αναφορά ή περαιτέρω αναφορά σε αυτό.

 

Κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να επιτρέψει την αναφορά σε επί μέρους θέματα με την καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης, το Δικαστήριο πρέπει να έχει υπόψη του και ποιο είναι το επίδικο ζήτημα στην αίτηση, με το οποίο η διαπίστωση του «καλού λόγου» συναρτάται.  

 

Στην Cyprus Popular Bank Public Co Ltd v. 1. Ανδρέα Βγενόπουλου κ.α, αγωγή αρ. 8400/2012 Ε.Δ. Λευκωσίας, ο κ. Οικονόμου (Πρόεδρος όπως ήταν τότε) σε Ενδιάμεση Απόφαση του ημερομηνίας 31.10.2013 (αφορούσε αίτηση για καταχώρηση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης που ζητήθηκε στα πλαίσια έκδοσης, μονομερώς, διαταγμάτων παγοποίησης περιουσιακών στοιχείων) ανέφερε τα εξής, σε σχέση με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται αιτήματα, τέτοιας φύσης:

 

«Έχοντας υπόψη το σύνολο των επιχειρημάτων των διαδίκων και ειδικότερα τα σχόλια της κάθε πλευράς για τις σκοπούμενες συμπληρώσεις, κρίνω ότι δεν είναι περίπτωση στην οποία οι αιτητές προσπαθούν να καλύψουν κενά ή να μεταβάλουν ή να αλλοιώσουν το αρχικό υπόβαθρο. Εκείνο που με έχει περισσότερο απασχολήσει είναι η διεύρυνση του πλαισίου και το κατά πόσο οι σκοπούμενες συμπληρώσεις είναι σε συνάρτηση με τους περιορισμένους σκοπούς της διαδικασίας. Αυτό όμως είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπιστεί με περισσότερη ασφάλεια σε μεταγενέστερο, στο τελικό της αίτησης, στάδιο. Ένας ισχυρισμός που αποκλείεται ως άσχετος δεν μπορεί να τεθεί πλέον ενώπιον του δικαστήριο, ενώ πάντοτε υπάρχει η ευχέρεια να μην ληφθούν ισχυρισμοί οι οποίοι κρίνονται ως άσχετοι στην ακροαματική διαδικασία. Ασφαλώς δε, δεν υπάρχει κίνδυνος δημιουργίας εντυπώσεων από ισχυρισμούς που θα αποδειχθούν τελικά άσχετοι ή ασύνδετοι με τους συγκεκριμένους σκοπούς της διαδικασίας, εφόσον τα δικαστήρια δεν κρίνουν με εντυπώσεις. 

 

Υπό την ευρεία αυτή προσέγγιση, δέχομαι τις εισηγήσεις των αιτητών περί του ότι προβλήθηκαν τέτοιοι ισχυρισμοί με τις ενστάσεις ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να απαντήσουν».

 

Τούτων λεχθέντων, επανέρχομαι στην υπό κρίση Αίτηση. Έχοντας κατά νου τα προαναφερθέντα, θεωρώ πως οι ενάγοντες-αιτητές έχουν καταδείξει «καλό λόγο» ώστε να τους επιτραπεί η καταχώρηση της προτεινόμενης Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης. 

 

Τα όσα επιθυμούν να καταθέσουν, δεν αλλοιώνουν ούτε και μεταβάλλουν το πραγματικό υπόβαθρο, το οποίο υποστηρίζει την Αίτηση βάσει της οποίας εκδόθηκαν τα Προσωρινά Διατάγματα. Ούτε και επιδιώκεται η προσθήκη νέων ισχυρισμών ή μαρτυρίας ώστε να διορθώνεται η εικόνα που αρχικά δόθηκε στο Δικαστήριο ή να καλύπτονται οποιαδήποτε κενά.

 

Ό,τι επιδιώκεται είναι να απαντηθούν οι ισχυρισμοί των εναγομένων, τους οποίους οι ενάγοντες δεν μπορούσαν να προβλέψουν εξ΄ αρχής ώστε να θέσουν την δική τους θέση στα όσα οι εναγόμενοι υποστηρίζουν με την Ένσταση τους.

 

Ουσιαστικά σε εκείνο που οι ενάγοντες θέλουν να τοποθετηθούν είναι στο επιχείρημα των εναγομένων ότι δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με «καθαρά χέρια» και ότι προσπάθησαν να παραπλανήσουν το Δικαστήριο.

 

Κατά την κρίση μου, τα όσα επιδιώκουν οι ενάγοντες να θέσουν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν αλλοιώνουν την εικόνα που παρουσίασαν αρχικά στο Δικαστήριο, στη βάση της οποίας εξασφάλισαν τα Προσωρινά Διατάγματα. 

 

Στην βάση των προαναφερθέντων θεωρώ ότι δεν συντρέχει θέμα κατάχρησης της διαδικασίας ή ότι προκαλείται βλάβη στην πλευρά των εναγομένων εάν δοθεί η αιτούμενη άδεια.

 

 Συνεπώς, θεωρώ, πως στα πλαίσια της ορθής απονομής της δικαιοσύνης είναι σωστό και δίκαιο να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα σχετικά με τα επίδικα θέματα της διαδικασίας έκδοσης των Προσωρινών Διαταγμάτων, γεγονότα. 

 

Καταληκτικά, κρίνω πως υφίσταται «καλός λόγος» ώστε να επιτραπεί η καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης εκ μέρους των εναγόντων. 

 

Διά ταύτα, εκδίδεται Διάταγμα με το οποίο επιτρέπεται η καταχώριση της προτεινόμενης Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης. Αυτή να καταχωρηθεί εντός δέκα (10) ημερών από σήμερα. 

 

Τα έξοδα της Αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο στο τέλος της αγωγής οπόταν και θα είναι πληρωτέα, επιδικάζονται υπέρ των εναγόντων-αιτητών και σε βάρος των εναγομένων 1-6-καθ΄ ων η αίτηση.  

 

                                                                       

(Υπ.) ..................................................

                                                                                      Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 Πιστό αντίγραφο

 

 

 Πρωτοκολλητής

 /ΑΚ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο