ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Α. ΛΟΥΚΑ Ε.Δ

ΑρΑγωγής: 1036/15 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΑΚΙΝΗΤΑ Α.Ι. ΑΝΔΡΕΟΥ ΛΤΔ

Ενάγουσας

 

-και-

 

TEMCO PANEL ADVERTISMENTS LTD

Εναγόμενης

 

Ημερομηνία:  10/6/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Στ. Παπαθεοδώρου

Για Εναγόμενη: κ. Χρ. Καμπούρης

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Ενάγουσα από το 2006 φιλοξενούσε διαφημιστική πινακίδα της Εναγόμενης, στην οροφή κτιρίου της. Προς τούτο είχε συνομολογηθεί συμφωνία μεταξύ των μερών, την οποία αμφότεροι υποστηρίζουν ότι παραβίασε ο αντίδικος τους. Η  Ενάγουσα διεκδικεί αποζημιώσεις για τη μη πληρωμή του οφειλόμενου ενοικίου, τον Φεβρουάριο του 2012 και του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας από την Εναγόμενη. Η τελευταία αξιώνει την αξία της πινακίδας και την απώλεια χρήσης και εσόδων που θα της έφερε, αλλά και το κόστος αφαίρεσης της πινακίδας που προϋπήρχε στον χώρο. Τούτες ουσιαστικά είναι οι αξιώσεις Εναγόντων και Εναγομένων, όπως προκύπτουν μέσω της απαίτησης και ανταπαίτησης τους αντίστοιχα, αλλά και όπως προωθήθηκαν τελικώς.

 

Το πλέγμα των γεγονότων που οδήγησαν στην επίδικη διαφορά θα περιγραφεί κατωτέρω, με λεπτομέρεια, όπως δικογραφήθηκε και μεταφέρθηκε, μέσω της μαρτυρίας. Αρχικά για σκοπούς περιορισμού των επίδικων θεμάτων, κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι μέσω των δικογράφων, της αντεξέτασης μαρτύρων, αλλά και των θέσεων που προωθήθηκαν από τους διάδικους κατά τις τελικές τους αγορεύσεις, προκύπτουν παραδεκτά γεγονότα. Αυτά είναι τα ακόλουθα:

 

Α. Ενάγουσα και Εναγόμενη, είναι εταιρείες δεόντως εγγεγραμμένες και συνήψαν αρχικά σύμβαση το 2006 και την επίδικη την 6/12/2010 (Τεκμήριο 2). Το αντικείμενο και οι ακριβείς όροι αυτής θα αναλυθούν κατωτέρω.

 

Β. Η διαφημιστική πινακίδα, τριών όψεων, της Εναγόμενης, είχε τοποθετηθεί στην οροφή του ακινήτου των Εναγόντων, όπως προνοούσε η ανωτέρω συμφωνία Τεκμήριο 2. Οι Εναγόμενοι είχαν επωμιστεί τα έξοδα, μετακίνησης της πινακίδας που υπήρχε προηγουμένως, μέχρι το 2006, στον επίδικο χώρο, ήτοι  €1939,26.

 

Γ. Δεν πληρώθηκε από την Εναγόμενη στην Ενάγουσα το ενοίκιο που προέβλεπε η συμφωνία Τεκμήριο 2, για την περίοδο 1/2/2012 μέχρι 31/8/2012, ήτοι €2580, ούτε το ηλεκτρικό ρεύμα που η πινακίδα κατανάλωνε.

 

Δ. Η πινακίδια παρέμεινε στην οροφή του κτιρίου της Ενάγουσας μέχρι το 2017, όταν και την μετακίνησε, χωρίς όμως να περιέλθει στην κατοχή της Εναγόμενης.

 

Τα ως άνω, ως παραδεκτά και αναντίλεκτα, καθίστανται και ευρήματα του Δικαστηρίου. Παραμένουν ως επίδικα ζητήματα τα εξής:

Α. Ως προς την ισχύ της σύμβασης η μεν Ενάγουσα υποστηρίζει ότι αυτή ανανεώθηκε ως οι όροι της, ενώ η δε Εναγόμενη ότι τερματίστηκε εκ της συμπεριφοράς της Ενάγουσας το Φεβρουάριο του  2012.

 

Β. Αναφορικά με την υποχρέωση καταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος, τα μέρη διαφωνούν ως προς την κοστολόγηση του, παρά το γεγονός ότι είναι παραδεκτή η μη καταβολή του όποιου ποσού από την Εναγόμενη.

 

Γ. Σε σχέση με το κόστος μετακίνησης της προηγούμενης πινακίδας από την Εναγόμενη, η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι υπήρχε προφορική συμφωνία όπως το ποσό που κατέβαλε η Εναγόμενη να συμψηφίζεται με το ποσό που όφειλε να πληρώνει ως ηλεκτρικό ρεύμα, στην αρχική συμφωνία του 2006. Η Εναγόμενη απορρίπτει αυτό τον ισχυρισμό.

 

Δ. Αντικρουόμενες υπήρξαν οι θέσεις των μερών ως προς το αν η Ενάγουσα απαγόρευσε την είσοδο σε άτομα που απέστειλε η Εναγόμενη προς συντήρηση της πινακίδας και αν απέκοψε την ηλεκτρική ενέργεια από αυτήν κατά το τέλος Φεβρουαρίου αρχές Μαρτίου του 2012.

 

Ε. Αμφισβητήθηκαν επίσης οι ζημιές της Εναγόμενης, για απώλεια χρήσης της πινακίδας και η εκάστοτε αξία αυτής.

 

Αυτά είναι όσα παραδεκτά και επίδικα προκύπτουν εκ των δικογράφων και της μαρτυρίας. Παρέλκει, επομένως, η λεπτομερής παράθεση των όσων περιέχονται στα δικόγραφα, προς αποφυγή επανάληψης των εκατέρωθεν ισχυρισμών. Αρκεί να αναφερθεί ότι τα όσα υποστηρίζει κάθε πλευρά στα δικόγραφα της αναπτύχθηκαν με τη μαρτυρία που προσφέρθηκε και μέσω της αξιολόγησης αυτής, θα προβεί σε ευρήματα το Δικαστήριο.

Προς απόδειξη της υπόθεσης της κατέθεσε ο διευθυντής της Ενάγουσας, ενώ για την υπεράσπιση παρουσιάστηκε μαρτυρία από τον διευθυντή της Εναγόμενης, από διευθυντή άλλης εταιρείας που προβαίνει σε εργασίες συντήρησης της πινακίδας και από τον κατασκευαστή. Τελικώς κατατέθηκαν γραπτές αγορεύσεις από τα μέρη, στις οποίες θα γίνεται αναφορά όπου κριθεί σκόπιμο. Δεν θα παραθέσω τα όσα κατέθεσε ο κάθε μάρτυρας με λεπτομέρεια, αφού το σύνολο της μαρτυρίας βρίσκεται καταγεγραμμένο στα πρακτικά της διαδικασίας και τα έχω υπόψη μου.

Προχωρώ στην ανάλυση και αξιολόγηση της μαρτυρίας, έχοντας υπόψη τα επίδικα θέματα με σκοπό να καταστεί δυνατή η εξαγωγή διαπιστώσεων αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και δεδομένα που περιβάλλουν την υπόθεση και είναι, ακολούθως, καθοριστικά για το αποτέλεσμα[1]. Ως είναι νομολογιακά καθιερωμένο η αξιολόγηση λαμβάνει χώρα επί σημείων που αφορούν τα επίδικα θέματα[2].

 

Πρώτος και μόνος μάρτυρας για την Ενάγουσα, ήταν ο διευθυντής της, κ. Πόλυς Πολυδώρου (ΜΕ 1). Κατέθεσε το Τεκμήριο 1, με το οποίο αποδεικνύεται ότι το ακίνητο, όπου τοποθετήθηκε η διαφημιστική πινακίδα, είναι ιδιοκτησίας της Ενάγουσας. Κατέθεσε επίσης την επίδικη συμφωνία, Τεκμήριο 2. Κρίνεται ότι είναι αναγκαία η παράθεση συγκεκριμένων προνοιών της συμφωνίας, καίριων προς επίλυση των επίδικων ζητημάτων.

 

Το Τεκμήριο 2 τιτλοφορείται ως Ενοικιαστήριο Έγγραφο και οι αντισυμβαλλόμενοι της ιδιοκτήτης και ενοικιαστής. Στον όρο 1 παραχωρείται στην Εναγόμενη άδεια να τοποθετήσει διαφημιστική πινακίδα τριών όψεων, διαστάσεων 8x4 μέτρων, επί της οροφής του ακινήτου της Ενάγουσας. Η ισχύς της συμφωνίας ξεκινάει την 1/9/2010 και ολοκληρώνεται την 31/8/2012, με συμφωνημένο χρονιαίο ενοίκιο στα €5160. Η Εναγόμενη είχε το δικαίωμα ανανέωσης της συμφωνίας για άλλα δύο έτη, εκτός εάν έδιδε 6 μήνες γραπτή προειδοποίηση για μη ανανέωση, πριν της ενάρξεως της νέας περιόδου (όρος 4). Και οι επόμενοι όροι προέβλεπαν και ρύθμιζαν την περαιτέρω ανανέωση της συμφωνίας, ενώ στον όρο 6 προβλεπόταν ότι αν η Ενάγουσα δεν επιθυμούσε την ανανέωση με τη λήξη της δεύτερης περιόδου θα δικαιούτο να τερματίσει την συμφωνία με γραπτή ειδοποίηση 6 μήνες πριν.

 

Η Εναγόμενη όφειλε να πληρώνει τέλη ηλεκτρικής ενέργειας (όρος 14), ενώ μπορούσε να αποταθεί στην ΑΗΚ για τοποθέτηση με δικά της έξοδα, ξεχωριστού μετρητή, επ’ ονόματι της (όρος 22). Το Τεκμήριο 2 δεν υπογράφεται από μάρτυρες, παρά μόνο από τα μέρη .

 

Στη γραπτή του δήλωση, Έγγραφο Α, ο ΜΕ 1 αναφέρει ότι το ενοίκιο καταβάλλετο σε δύο δόσεις, την 1/8 και 1/2 κάθε έτους και δεν αμφισβητήθηκε αυτός ο τρόπος πληρωμής. Η Εναγόμενη δεν κατέβαλε το ποσό  των €2580, ως όφειλε στη βάση της σύμβασης, για την περίοδο 1/2/2012 μέχρι 1/8/2012. Ο ΜΕ 1 υποστηρίζει ότι δικαιούται την καταβολή των ενοικίων και για τις επόμενες περιόδους, ήτοι από 1/9/2012 μέχρι 30/8/2014 και από 1/9/2014 μέχρι 31/1/2015.

 

Έθεσε επίσης ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω του Εγγράφου Α, τη θέση της Ενάγουσας ως προς την ανταπαίτηση. Ειδικότερα ανέφερε ότι το ποσό των €1939,26, που διεκδικεί η Εναγόμενη από την Ενάγουσα, για τη μεταφορά της προηγούμενης πινακίδας, πριν την τοποθέτηση της δικής της, έχει εξοφληθεί μέσω συμψηφισμού με τις οφειλές της Εναγόμενης για ηλεκτρική ενέργεια, την προηγούμενη περίοδο, 2006 μέχρι 2010. Τούτη ήταν η προφορική του συμφωνία με τον διευθυντή της Εναγόμενης. Ποτέ και κανένας, προσθέτει, δεν εμπόδισε την πρόσβαση στην επίδικη πινακίδα και καμία ενέργεια δεν  έλαβε που να ζημιώνει την Εναγόμενη.

 

Ο ΜΕ 1 κατέθεσε κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήριο 3), όπου φαίνονται οι χρεώσεις και πιστώσεις στην Εναγόμενη από 1/9/2010 μέχρι 31/12/2014. Εκεί καταγράφονται οι χρεώσεις για το ενοίκιο, το ηλεκτρικό ρεύμα και οι επαυξήσεις ενοικίου, όπως και οι πιστώσεις του λογαριασμού, τα ποσά που κατέβαλε η Εναγόμενη. Οι πιστώσεις σταματούν την 1/9/2011, ενώ δεν προκύπτει πληρωμή ηλεκτρισμού. Το Τεκμήριο 3 ετοιμάστηκε από τον ίδιο μαζί με τη θανούσα σύζυγο του.

 

Η Ενάγουσα αξιώνει ως ενοίκιο για την τοποθέτηση της πινακίδας από τους Εναγόμενους, €2580 για την περίοδο από 1/2/2012 μέχρι 31/8/2012, €11340 για την περίοδο 1/9/2012 μέχρι 31/8/2014 και €3118,50 για την περίοδο 1/9/2014 μέχρι 31/1/2015. Επίσης διεκδικεί ως έξοδα ηλεκτρικής ενέργειας €540 για την περίοδο από 1/9/2010 μέχρι 31/8/2011 και €270 για την περίοδο από 1/9/2010 μέχρι 3/1/2012. Αυτά συνοψίστηκαν στο Έγγραφο Α.

 

Κατά την κυρίως του εξέταση ο ΜΕ 1 ξεκαθάρισε ότι προσπάθησε προς το τέλος του 2012 να επικοινωνήσει τηλεφωνικώς με τον διευθυντή της Εναγόμενης,  αλλά δεν του απαντούσε το τηλέφωνο. Μάλιστα τον καλούσε και από άλλα τηλέφωνα και προσπάθησε να επικοινωνήσει και με τη σύζυγο του. Αναφορικά με την κατάσταση του κτιρίου είπε ότι οι είσοδοι είναι ανοικτοί, δεν υπάρχουν πόρτες κλειδωμένες, και υπάρχουν και δύο εξωτερικές σκάλες όπου οποιοσδήποτε μπορεί να ανέβει στην ταράτσα. Το κτήριο είναι του 1967, δεν έχει ούτε ασανσέρ. Η πινακίδια όπως την είχε δει το 2006 που τοποθετήθηκε,  μετακινήθηκε το 2017. Προς το τέλος της περιόδου της δεύτερης, δηλαδή το 2011- 2012, είχε διαπιστώσει ότι φαινόταν μόνο μία όψη και είχε ρωτήσει τότε τους τεχνικούς, οι οποίοι του είπαν ότι υπάρχει πρόβλημα με το moter που γυρνά.

 

Αντεξεταζόμενος ο ΜΕ 1 παρέμεινε σταθερός στις απόψεις του και απαντούσε πάντοτε τεκμηριωμένα. Δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις, ενώ παρά το ότι σε κάποιες περιστάσεις απαντούσε εντόνως οι απαντήσεις του ήταν σαφείς και λογικές. Ήταν ειλικρινής και παραδέχτηκε ότι πριν ξεκινήσει η συνεργασία της Ενάγουσας με την Εναγόμενη, υπήρχε πινακίδα άλλης εταιρείας στην οροφή του κτιρίου. Τους είχε ειδοποιήσει να την μετακινήσουν, δεν το έπραξαν και τότε την μετακίνησε προσωπικό της Εναγόμενης, με έξοδα δικά τους. Συμφώνησε ότι δεν υπήρχε ξεχωριστός μετρητής για την ηλεκτρική ενέργεια που κατανάλωνε η πινακίδα της Εναγόμενης, αλλά πρόσθεσε ότι κανονικά έπρεπε να τοποθετηθεί ξεχωριστός μετρητής από την τελευταία, ως άλλωστε προβλέπεται και στο Τεκμήριο 2. Παραδέχτηκε επίσης ότι είχε φιλική σχέση με τον κ. Τεμπριώτη, διευθυντή της Εναγόμενης. Επέμεινε ότι ουδέποτε πληρώθηκε ρεύμα για την πρώτη περίοδο, από το 2006 μέχρι το 2010.

 

Ως προς τον υπολογισμό της ηλεκτρικής ενέργειας, εξήγησε ότι είχαν τοποθετηθεί δύο μεγάλοι προβολείς των 1000 VAT ο καθένας, παλιάς τεχνολογίας. Στην υπόλοιπη πολυκατοικία, στους κοινόχρηστους χώρους, υπήρχαν μόνο από οχτώ λαμπτήρες των 40 Volt που κατανάλωναν ηλεκτρικό ρεύμα. Είχαν ορίσει ηλεκτρονικό, ώστε να υπολογίσουν την ηλεκτρική ενέργεια που κατανάλωνε η πινακίδα, αν και ο ίδιος κατέχει από ηλεκτρολογία. Παραδέχτηκε ότι δεν λειτουργούσε η πινακίδα μετά τον Φεβρουάριο του 2012 και δεν υπήρχε εκεί κατανάλωση ρεύματος. Αρνήθηκε όμως ότι ο ίδιος το απέκοψε.

 

Αρνήθηκε ότι έγινε συζήτηση για αποκοπή από το οφειλόμενο ενοίκιο, του ποσού που καταβλήθηκε από την Εναγόμενη για τη μετακίνηση της προηγούμενης πινακίδας. Μάλιστα προσέθεσε ότι ήταν ξεκάθαρο από την αρχή ότι η Εναγόμενη δεν θα πλήρωνε ηλεκτρική ενέργεια για κάλυψη του συγκεκριμένου ποσού όπως και έγινε.  Αρνήθηκε επίσης ότι τσακώθηκαν με τον κ. Τεμπριώτη, αλλά επεσήμανε ότι δεν του απαντούσε το τηλέφωνο την επίδικη περίοδο. Μάλιστα αναφέρει ότι ο ίδιος δεν είχε κίνητρο να μην επικοινωνεί με τον κ. Τεμπριώτη, γιατί έχανε χρήματα από το 2012 μέχρι το 2017 όταν και μετακίνησε την πινακίδα του.

 

Διαφώνησε ότι ήταν κλειδωμένη η πόρτα εισόδου της πολυκατοικίας. Είπε ότι από εκείνη την πόρτα ανεβαίναν όποτε επιθυμούσαν στην οροφή οι υπάλληλοι και συνεργάτες της Εναγόμενης. Ο ίδιος δεν είχε ρόλο φύλακα στην πόρτα, για να επιτρέπει και να απαγορεύσει είσοδο και έξοδο.

 

Ως προς την ανανέωση της συμφωνίας ο ΜΕ 1 υποστηρίζει ότι εφόσον δεν ενημερώθηκε για τερματισμό της, έκρινε ότι ανανεώθηκε. Μάλιστα η πινακίδα παρέμενε στο ακίνητο του μέχρι το 2017 και μόνο όταν την κατέβασε οχλήθηκε. Οχλήθηκε από την Αστυνομία και όχι την Εναγόμενη, η οποία ουδέποτε είχε διεκδικήσει προηγουμένως επιστροφή της διαφημιστικής πινακίδας της. Η Αστυνομία τον προέτρεψε μάλιστα να αποθηκεύσει την πινακίδα. Από την όλη, δε, συμπεριφορά του ΜΕ 1 δεν διαφάνηκε να επιδιώκει την κατοχή της πινακίδας. Άλλωστε δεν του είναι χρήσιμη, αφού έχει πλέον συμβληθεί με άλλη εταιρεία για αυτό τον σκοπό.

 

Γενικά ο ΜΕ 1 ήταν ειλικρινής, είχε συγκροτημένη σκέψη και οι τοποθετήσεις του ήταν τεκμηριωμένες. Δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις και μέσω της μαρτυρίας του κατέδειξε τα αληθή, πραγματικά γεγονότα, όπως το ότι ουδέποτε παρεμπόδισε κανένα να εισέλθει στην πολυκατοικία και συνακόλουθα στην οροφή. Ούτε το ότι είχε αποκόψει την ηλεκτρική ενέργεια έχει καταδειχθεί. Τουναντίον εξήγησε ότι από προηγουμένως υπήρχε πρόβλημα στην πινακίδα και είχε σταματήσει να καταναλώνει ηλεκτρική ενέργεια. Όπως θα διαφανεί και σε κατοπινό στάδιο της απόφασης ο ΜΕ 1 ήταν ο μόνος που προσέφερε πρωτογενή μαρτυρία ως προς τούτο. Η μαρτυρία του ΜΕ 1 λοιπόν κρίνεται ως αξιόπιστη και αποδεκτή.

 

Ως πρώτος μάρτυρας για την υπεράσπιση κατέθεσε ο διευθυντής των Εναγομένων κ. Χρίστος Τεμπριώτης (ΜΥ 1). Στη γραπτή του δήλωση Έγγραφο Β εξηγεί τη διαδικασία που έγινε για τη μετακίνηση της προηγούμενης πινακίδας το 2006, ώστε να τοποθετηθεί η πινακίδα της Εναγομένης. Κατέθεσε αποδείξεις, ως προς το κόστος της μετακίνησης, οι οποίες συμποσούνται σε €1939,26 (Τεκμήριο 6). Τα τιμολόγια αφορούν, ως εμφαίνεται επ’ αυτών, κατέβασμα και ξήλωμα της πινακίδας. Κατέθεσε και άδειες για διαφήμιση που του παραχωρήθηκαν από το Δήμο Στροβόλου (Τεκμήριο 7).

 

Υποστηρίζει ότι ανά περιόδους επανέφερε το ζήτημα της πληρωμής των €1939,26, αλλά ο ΜΕ 1  το απέφευγε. Όταν σε συνάντηση την 1/2/2012 ζήτησε να αφαιρεθεί το ποσό αυτό από το ενοίκιο της επίδικης συμφωνίας, ο ΜΕ 1 αρνήθηκε, υπήρξε αναστάτωση μεταξύ τους και από τότε δεν είχαν άλλη επικοινωνία. Είχε δώσει το τηλέφωνο του κ. Πολυδώρου σε συνεργάτες του που θα αντικαθιστούσαν τις όψεις της διαφημιστικής πινακίδας, αλλά ο ΜΕ 1 τους είπε ότι δεν δικαιούνται να εισέρχονται στην πολυκατοικία. Δεν μπορούσαν να ανέβουν στην οροφή από την εξωτερική σκάλα γιατί ήταν σε κακή κατάσταση. Ο  ΜΥ 1 ισχυρίζεται ότι τελικώς ο ΜΕ 1 απέκοψε την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στην πινακίδα, περί το τέλος Φεβρουαρίου αρχές Μαρτίου 2012, αφού αυτή δεν φωτιζόταν ούτε λειτουργούσε. Είναι περαιτέρω η θέση του ότι αυτή η συμπεριφορά αποτελεί μονομερή τερματισμό της μεταξύ τους συμφωνίας.

 

Κατέθεσε συμφωνίες διαφήμισης (Τεκμήριο 8 ), όλες υπογεγραμμένες πριν την 1/2/2012, αλλά με ισχύ μετά, για να καταδείξει ότι απώλεσε έσοδα από την μη χρήση της πινακίδας, ελέω της απαγόρευσης του ΜΕ 1. Παρουσίασε μάλιστα και τα σχετικά έξοδα (Τεκμήριο 9), για να διαφανεί το δυνητικό κέρδος του. Στο Έγγραφο Β αναφέρει ότι η αξία της πινακίδας, καινούρια του 2017 ανέρχεται στα €3.865.

 

Ο ΜΥ 1 κατά την αντεξέταση του υπέπεσε σε σειρά αντιφάσεων. Οι θέσεις και οι ισχυρισμοί του άλλοτε διαψεύδονταν από τεκμήρια που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και άλλοτε δεν άντεχαν στη βάσανο της λογικής.

 

Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα της καταβολής ποσού για ηλεκτρική ενέργεια, ως το Τεκμήριο 2 προέβλεπε, είναι παραδεκτό ότι η Εναγόμενη ουδέν ποσό πλήρωσε, παρά την εν λόγω υποχρέωση της δυνάμει του Τεκμηρίου 2. Αρχικά του υποβλήθηκε ότι είχε δικαίωμα η Εναγόμενη να τοποθετήσει δικό της μετρητή και να πληρώνει απευθείας ηλεκτρική ενέργεια στην αρμόδια αρχή. Ο ΜΥ 1 απάντησε κατηγορηματικά ότι δεν υφίσταται τέτοιος όρος στο Τεκμήριο 2. Το εν λόγω Τεκμήριο διαψεύδει τον ΜΥ 1, αφού αυτό ακριβώς προβλέπεται στον όρο 22, ότι δηλαδή η Εναγόμενη μπορούσε να αποταθεί στην ΑΗΚ για τοποθέτηση με δικά της έξοδα, ξεχωριστού μετρητή, επ’ ονόματι της. Αν δηλαδή πράγματι ενδιαφερόταν να πληρώσει ηλεκτρικό ρεύμα η Εναγόμενη, το Τεκμήριο 2 της επέτρεπε να το πράττει αυτοβούλως και χωρίς να επαφύεται στη χρέωση της Ενάγουσας. Όχι μόνο όμως δεν το έπραξε αλλά και ο Διευθυντής της ΜΥ 1 αρνήθηκε επ’ ακροατηρίω την ίδια την ύπαρξη αυτού του δικαιώματος της, ως ρητώς αναφέρεται στο Τεκμήριο 2.

 

Ακόμα όμως και ως προς τον υπολογισμό του ηλεκτρικού ρεύματος που όφειλε να καταβάλλει η Εναγόμενη εγέρθηκαν αντιφατικοί ισχυρισμοί. Αρχικά ο ΜΥ 1 υποστήριξε ότι ζητούσε λογαριασμούς από τον ΜΕ 1 και δεν του δόθηκαν. Όταν του υποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε ξεχωριστός μετρητής, άρα οι λογαριασμοί δεν θα καταδείκνυαν το ύψος της οφειλής, άλλαξε τη θέση του αναφέροντας ότι ο ΜΕ 1 είναι γνώστης της ηλεκτρολογίας και μπορούσε να διευθετήσει το ζήτημα. Μα αυτό είναι τελικά που είχε κάνει ο ΜΕ 1. Υπολόγισε, με την βοήθεια ηλεκτρονικού, το κόστος ηλεκτρισμού που κατανάλωνε η πινακίδα και ο ΜΥ 1 δεν το δέχθηκε, ως αυθαίρετο. Η στάση λοιπόν του ΜΥ 1 δεν δεικνύει ότι η Εναγόμενη σκοπό είχε να καταβάλει το όποιο ποσό για ηλεκτρική ενέργεια. Τουναντίον δεν τοποθέτησε δικό της μετρητή για να αναλάβει η ίδια την υποχρέωση, ως δικαιούτο, ζητούσε λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος που δεν θα μπορούσε να καταδείξει το κόστος που όφειλε να καταβάλει και όταν τελικά αυτό το κόστος της επισημάνθηκε με την βοήθεια ειδικού δεν το αποδέχτηκε.

 

Αναφορικά με το κόστος για να κατέβει η προηγούμενη πινακίδα, καθίσταται οξύμωρη η θέση του ΜΥ 1 ότι το ποσό των €1939,26 του οφειλόταν για 6 έτη, από το 2006, το 2010 έγινε νέα συμφωνία μεταξύ των μερών χωρίς να αναφέρεται επ’ αυτής τίποτε σχετικό και τελικώς το αναζήτησε μόλις το 2012 όταν του ζητήθηκε να πληρωθεί το ποσό που όφειλε δυνάμει του Τεκμηρίου 2. Στο Τεκμήριο 2 μάλιστα υπήρχε ο όρος 20 ο οποίος ρύθμιζε την μετακίνηση και μεταφορά πινακίδας, επομένως εύκολα θα μπορούσε να ρυθμιστεί και η σχετική οφειλή σε εκείνο το σημείο, το οποίο μάλιστα καθορίζει και κόστος μετακίνησης της πινακίδας που δύναται να επωμιστεί η Ενάγουσα. Ο ΜΥ 1 επέλεξε δηλαδή να ανασύρει αυτή την οφειλή την περίοδο που είχε υποχρέωση να ξεχρεώσει μια άλλη δική του ανεξάρτητη και μεγαλύτερη οφειλή. Επέλεξε να συνδέσει μια οφειλή 6 ετών, ενώ στο μεσοδιάστημα υπογράφηκε νέα συμφωνία, με μια υποχρέωση της Εναγόμενης, το τελευταίο καταβλητέο ενοίκιο της σύμβασης Τεκμήριο 2. Επιχείρησε συμψηφισμό, τη στιγμή που επιχειρηματολογεί υπέρ του παράνομου και ανεπίτρεπτου του συμψηφισμού με το ηλεκτρικό ρεύμα που όφειλε και δεν κατέβαλε. Με κάθε σεβασμό αλλά δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, να συνδεθεί η μη πληρωμή του ποσού ενοικίου, όπως καθορίζεται στο Τεκμήριο 2, με την εν λόγω υποχρέωση της Ενάγουσας.

 

Από την αντεξέταση του ΜΥ 1 καταδείχθηκε ότι ουδέποτε πληρώθηκε ποσό για ηλεκτρική ενέργεια. Παρά δηλαδή την υποβολή του κ. Καμπούρη στον ΜΕ 1 ότι πληρώθηκε με επιταγή το ηλεκτρικό ρεύμα της περιόδου 2006 μέχρι 2010, ο ΜΥ 1 δεν ήγειρε τέτοια θέση, ούτε κατέθεσε το όποιο τεκμήριο. Παρέμεινε λοιπόν έωλος ο εν λόγω ισχυρισμός. Και αν ακόμα ίσχυε, εκφεύγει της λογικής το ότι προπλήρωσε για την πρώτη περίοδο το ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ για την δεύτερη αναζητούσε λογαριασμούς και δεν κατέβαλε κανένα ποσό, παρά τους υπολογισμούς του, έστω γνώστη, ΜΕ 1. Συνεπώς φαίνεται να ευσταθεί ο ισχυρισμός του ΜΕ 1, μέσω της κατά τα άλλα αποδεκτής μαρτυρίας του, ότι το ποσό που οφείλετο στην Εναγόμενη για την μετακίνηση πινακίδας το 2006, συμψηφίστηκε με το ποσό ηλεκτρικού ρεύματος της πρώτης τους συμφωνίας, την περίοδο 2006 μέχρι 2010. Η νομική υπόσταση αυτής της συμφωνίας θα αναλυθεί κατωτέρω, μαζί με τα άλλα νομικά ζητήματα που γεννώνται.

 

Και για τη ίδια την διαδικασία μετακίνησης της πινακίδας που υφίστατο πριν το 2006 στην οροφή του ακινήτου της Ενάγουσας, ο ΜΥ 1 ήγειρε αντιφατικούς ισχυρισμούς. Είπε ότι απλώς ξηλώθηκε η πινακίδα και αυτή παρέμεινε στον στην οροφή του ακινήτου. Τούτο βέβαια αντιφάσκει με τη δικογραφημένη θέση της Εναγόμενης, ότι δηλαδή «μετακινήθηκε» η πινακίδα. Μάλιστα μέρος του Τεκμηρίου 6 αφορά την πληρωμή υπηρεσίας γερανού, για το κατέβασμα της πινακίδας και το ποσό αυτό πληρώθηκε από την Εναγόμενη. Άρα τα Τεκμήρια που ο ίδιος ο ΜΥ 1 κατέθεσε τον διαψεύδουν αφού καταδεικνύουν ότι πράγματι είχε διευθετήσει την λήψη της πινακίδας του προηγούμενου αντισυμβαλλόμενου με την Ενάγουσα, κάτι που ρητώς αρνήθηκε κατά την αντεξέταση του.

 

Σχετικά με την απαγόρευση εισόδου των συνεργατών του ο ΜΥ 1 ανέφερε ότι είναι στον ΜΥ 2 που δεν επετράπη η είσοδος. Ο ίδιος δεν επιχείρησε πρόσβαση στην πινακίδα. Είπε ότι είναι ο ΜΕ 1 που απαγόρευε την είσοδο στην πολυκατοικία. Στη συνέχεια είπε ότι είναι μετά από τηλεφωνική συνεννόηση που τους είχε πει ο ΜΕ 1 ότι δεν δικαιούνται να εισέλθουν στο κτίριο. Αξίζει να αναφερθεί ότι η θέση της Εναγόμενης, όπως εκφράστηκε μέσω υποβολής στον ΜΕ 1, ήταν ότι η πόρτα της οροφής ήταν κλειδωμένη. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα πως ο ΜΕ 1 εμπόδισε τους συνεργάτες να έχουν πρόσβαση στην πινακίδα. Κλειδώνοντας την πόρτα της οροφής, απαγορεύοντας τους ο ίδιος να εισέλθουν, κλειδώνοντας την πόρτα εισόδου της πολυκατοικίας, όπως ισχυρίστηκε ο ΜΥ 2 ή απαγορεύοντας τους μέσω τηλεφώνου να εισέλθουν στο κτίριο; Και αν τελικά έγινε το τελευταίο, εφόσον ο ΜΥ 1 παραδέχεται ότι ο ΜΕ 1 δεν είχε ρόλο φύλακα, γιατί δεν επιχείρησε πρόσβαση στην οροφή και την πινακίδα, ως το Τεκμήριο 2 του επιτρέπει; Είναι σαφές ότι η Εναγόμενη, μέσω του ΜΥ 1 και των υπαλλήλων ή συνεργατών του, δύνατο να έχει πρόσβαση στην οροφή του κτιρίου. Δεν αποδείχθηκε ότι εμποδίστηκε ουσιαστικά ο όποιοσδήποτε να ανέλθει για να λάβει πρόσβαση στην πινακίδα, ενώ οι αντιφάσεις ως προς τούτο συνεχίστηκαν και από τον ΜΥ 2 όπως θα εκτεθεί κατωτέρω.

 

Ακόμα είναι παράλογη η θέση του  ΜΥ 1 ότι ο ΜΕ 1 τερμάτισε εκ της συμπεριφοράς του την συμφωνία τους, αλλά ουδέποτε τον όχλησε για να λάβει την πινακίδα. Ουδέποτε επιχείρησε να λάβει την κατοχή της, μέσω επιστολής, συνεργατών του ή και του ιδίου προσωπικά. Πρώτη φορά αναζητεί τη λήψη της με την ανταπαίτηση το 2015 και την επιζητεί, ως περιουσία του, εκ νέου το 2017 μέσω της Αστυνομίας, όταν η πινακίδα του κατέβηκε από την οροφή του κτιρίου της Ενάγουσας. Θα αναμένετο ότι με τον κατ’ ισχυρισμό τερματισμό ο ιδιοκτήτης της πινακίδας θα επιζητούσε παντοιοτρόπως την επιστροφή της και δεν θα αρκείτο σε ορισμένες, κατά τη θέση του ΜΥ 1, προσπάθειες επικοινωνίας με τον ΜΕ 1.

 

Τέλος ως προς τις συμφωνίες διαφήμισης, Τεκμήριο 8, στις οποίες είχε προβεί ο ΜΥ 1 παρατηρούνται τα ακόλουθα: Αρχικά οι συμφωνίες αυτές είχαν ισχύ από τα μέσα Φεβρουαρίου του 2012. Επομένως η Εναγόμενη θα μπορούσε να τις αναρτήσει, να τις τοποθετήσει πριν την κατά τον ισχυρισμό της αποκοπή της ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι τέλος Φεβρουαρίου του 2012. Μετά όπως ο ίδιος ο ΜΥ 1 παραδέχτηκε ακόμα και αν οι πελάτες του επιδίωκαν διαφήμιση στο συγκεκριμένο χώρο, η συνεργασία τους συνεχίστηκε με διαφήμιση τους σε άλλα σημεία, άρα καθίσταται αμφίβολο αν απωλέσθηκε το όποιο ποσό.

 

Γενικά κατά την επ’ ακροατηρίω μαρτυρία του ο ΜΥ 1 ήταν απόλυτος, πλάτειαζε και οι θέσεις του για όλα τα επίδικα ζητήματα διαψεύδονταν ή καταρρίπτονταν από τα Τεκμήρια και την κοινή λογική. Δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να αποκαλύψει την αλήθεια, αλλά για να υπηρετήσει τις θέσεις της Εναγόμενης και την προσωπική του πικρία με τον ΜΕ 1. Η μαρτυρία του δεν γίνεται αποδεκτή.

 

Ο κ. Ματθαίος Χατζηματθαίου (ΜΥ 2), διευθυντής της εταιρείας H.M. Installations Ltd, παρουσιάστηκε ουσιαστικά για δύο λόγους. Για να καταδείξει ότι δεν τους επετράπη, ως συνεργάτες της Εναγόμενης, είσοδος στην πολυκατοικία από τον ΜΕ 1 και για να επισημάνει τα έξοδα συντήρησης της πινακίδας (βλ. Τεκμήριο 16). Ως προς το δεύτερο μέρος της μαρτυρίας του δεν αμφισβητήθηκε και έτσι αυτό γίνεται αποδεκτό.

 

Δεν ισχύει το ίδιο σχετικά με την απαγόρευση εισόδου στον επίδικο χώρο[3]. Στην γραπτή του δήλωση Έγγραφο Γ αναφέρει ότι η πρακτική ήταν όταν θα μετέβαιναν προς συντήρηση της επίδικης πινακίδας να καλούσαν τον ΜΕ 1 και τους ξεκλείδωνε την κλειδωμένη πόρτα της οροφής. Την 20/2/2012 δύο υπάλληλοι του κάλεσαν τον ΜΕ 1, υποστηρίζει, ώστε να μεταβούν στον χώρο και ο τελευταίος τους απάντησε ότι δεν δικαιούνται να εισέρχονται στην πολυκατοικία γιατί δεν πληρώθηκε το ενοίκιο. Περί το τέλος Φεβρουαρίου αρχές Μαρτίου, πήγε και ο ίδιος στον χώρο, για να επιδιορθώσει την πινακίδα που δεν δούλευε, και δεν του επέτρεψε την είσοδο ο ΜΕ 1.

 

Κατά την αντεξέταση του ο ΜΥ 1 άλλαξε βέβαια τις θέσεις του. Είπε ότι δεν μπορεί να ξέρει αν η πόρτα που ανοίγει στην οροφή του κτιρίου είναι ανοικτή γιατί μετά από κάποιο σημείο ήταν κλειστή και η πόρτα εισόδου στην πολυκατοικία. Τούτος, βέβαια, είναι ένας νεοφυής ισχυρισμός, ο οποίος δεν τέθηκε στη γραπτή δήλωση του ΜΥ 2. Στη συνέχεια αλλάζει και τον χρονικό προσδιορισμό της επίσκεψης του στον χώρο, αναφέροντας ότι πήγε εκεί αρχές Φεβρουαρίου του 2012, ενώ στο Έγγραφο Γ ορίζει τον συγκεκριμένο χρόνο στα τέλη Φεβρουαρίου αρχές Μαρτίου και σίγουρα μετά τις 20/2/2012, όταν είχαν μεταβεί εκεί οι υπάλληλοι του.

 

Η μαρτυρία του ΜΥ 2, αντιφάσκει με τη μαρτυρία του ΜΥ 1 σε συγκεκριμένα, καίρια σημεία. Ειδικότερα ο ΜΥ 2 αναφέρει ότι τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου του 2012 τον ειδοποίησε ο ΜΥ 1 ότι η πινακίδα δεν εναλλασσόταν και δεν φωτιζόταν, ώστε να πάει να διορθώσει τη βλάβη. Ο ΜΥ 1, όμως, είπε ότι η μη εναλλαγή και φωτισμός της πινακίδα δεν προέκυπτε από βλάβη της αλλά γιατί δεν της παρείχε ηλεκτρισμό η Ενάγουσα. Ο ΜΥ 2 ανάφερε ότι ήταν κλειδωμένη η πόρτα εισόδου και ότι πήγε στο χώρο και δεν του επέτρεψε είσοδο ο ΜΕ 1. Ο ΜΥ 1 όμως κατά την αντεξέταση του είπε ότι ο ΜΕ 1 δεν ήταν φύλακας της πόρτας, αλλά μέσω τηλεφώνου ενημέρωνε ότι δεν θα επιτρέψει είσοδο. Σε σχέση λοιπόν με αυτό το σημείο η μαρτυρία της υπεράσπισης είναι προφανώς αντιφατική και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Τέλος κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου ο κ. Sales Matatyhow, ως ΜΥ 3. Ο εν λόγω μάρτυρας είναι ο κατασκευαστής των πινακίδων τριπλής όψης, όπως και της επίδικης. Κατέθεσε ότι κάθε έτος ανεβαίνει η τιμή της πινακίδας, παρά την φθορά που μπορεί να δεχθεί και τη συντήρηση που χρειάζεται, ως και ο ΜΥ 2 κατέθεσε. Μάλιστα ανέφερε ότι αν αγοράστηκε 8.000 δολάρια μια πινακίδα το 2006, το 2017 η τιμή της θα ανερχόταν στα 12.000 δολάρια.

 

Ο ΜΥ 3 παρουσιάστηκε για να καταθέσει ως εμπειρογνώμονας, ως ειδικός για την αξία της επίδικης πινακίδας. Ένα όμως από τα απαραίτητα συστατικά που κάποιος πρέπει να αποδείξει για να γίνει αποδεκτή μαρτυρία γνώμης είναι η ανεξαρτησία του[4]. Ο ΜΥ 3 δεν μπορεί να κριθεί ως ανεξάρτητος μάρτυρας. Περισσότερο απευθυνόταν στο Δικαστήριο ως πωλητής του προϊόντος του και επ’ ουδενί ως ένας ανεξάρτητος κριτής του. Μιλούσε με περηφάνια που σε κάποια σημεία μετατρεπόταν σε έπαρση για τις εν λόγω πινακίδες, τις οποίες κατασκευάζει ο ίδιος. Απευθυνόταν στο Δικαστήριο διαφημίζοντας το προϊόν του παρά για να προσπαθήσει με επιστημονικούς ή έστω εμπειρικούς όρους να εξηγήσει τη διακύμανση της αξίας της πινακίδας. Ακόμα και από μόνη της, όμως, η ιδιότητα του κατασκευαστή και πωλητή, τον καθιστά μη δυνάμενο να καταθέσει ως εμπειρογνώμονας, αφού δεν κατέχει το απαραίτητο στοιχείο της ανεξαρτησίας, από το προϊόν για το οποίο καταθέτει, ενώ δεν έδωσε τα απαραίτητα στοιχεία και δεδομένα ώστε να κριθεί ως πραγματογνώμονας[5].

 

Στη βάση των ως άνω εξάγονται τα εξής ευρήματα, ως προς τα πραγματικά ζητήματα της υπό κρίση αγωγής:

 

Ενάγουσα και Εναγόμενη μέσω της συμφωνίας τους Τεκμήριο 2 συμβλήθηκαν ώστε η τελευταία να τοποθετήσει πινακίδα τριπλής όψεως 8x4 στην οροφή του κτιρίου ιδιοκτησίας της πρώτης. Η Εναγόμενη όφειλε να πληρώνει τον ηλεκτρισμό που θα κατανάλωνε η πινακίδα και για την περίοδο 1/2/2012 μέχρι 31/8/2012 ποσό ύψους €2580. Δεν κατέβαλε κανένα ποσό σε σχέση με τις εν λόγω οφειλές της, ούτε για καμία επόμενη περίοδο που η πινακίδα βρισκόταν στην οροφή του κτιρίου. Η κατανάλωση του ηλεκτρισμού από την πινακίδα, υπολογίστηκε από τον ΜΕ 1 με τη βοήθεια ειδικού, ο οποίος δεν κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου. Η επίδικη πινακίδα, δεν λειτουργούσε ούτε κατανάλωνε ηλεκτρικό ρεύμα από το Φεβρουάριο του 2012. Κανένα μέρος δεν τερμάτισε ρητώς τη σύμβαση Τεκμήριο 2.

 

Δεν αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί της Εναγόμενης ότι απεκόπη η παροχή ρεύματος στην πινακίδα ή ότι ο ΜΕ 1 τους απαγόρευσε την είσοδο. Τουναντίον ο ΜΕ 1 απέδειξε ότι η είσοδος και έξοδος από και προς την οροφή του κτιρίου και την πινακίδα ήταν ανεμπόδιστη. Σε ότι αφορά το ποσό που πληρώθηκε για την αποκαθήλωση της πινακίδας που βρισκόταν στην οροφή του κτιρίου της Ενάγουσας το 2006, αυτό το κατέβαλε η Εναγόμενη και συμψηφίστηκε με το ηλεκτρικό ρεύμα που η Εναγόμενη όφειλε να καταβάλει στην Ενάγουσα κατά την περίοδο 2006 μέχρι 2010.

 

Στρέφομαι τώρα στη νομική βάση της αγωγής. Πλείστα από τα ζητήματα που εγέρθηκαν στην υπό εξέταση αγωγή άπτονται της ερμηνείας της συμβάσεως, του Τεκμηρίου 2. Οι αρχές της ερμηνείας των όρων συμβάσεων επιτάσσουν όπως το Δικαστήριο μέσα από το λεκτικό, αναζητά τις προθέσεις των συμβαλλομένων, με κριτήριο πάντοτε να είναι η έννοια την οποία μεταδίδει στο μέσο λογικό άνθρωπο[6]. Οι όροι της σύμβασης δεν θα πρέπει να διαβάζονται απομονωμένοι από το όλο πνεύμα της σύμβασης και την πρόθεση των συμβαλλομένων, αλλά να δίδεται η ερμηνεία η οποία οδηγεί στην πραγμάτωση του σκοπού και της πρόθεσης των συμβαλλομένων, όπως αυτή συνάγεται από το κείμενο το οποίο εξετάζεται ως ενιαίο σύνολο, χωρίς να απομονώνεται οποιαδήποτε φράση[7]. Οι ερμηνευτικοί κανόνες χρησιμοποιούνται μόνο όταν το νόημα ενός όρου, είναι ασαφές[8].

 

Ένα ζήτημα που τίθεται στις αγορεύσεις των μερών και θα πρέπει να αποφασιστεί πριν τα υπόλοιπα, είναι αν υφίστατο στην επίδικη σύμβαση η ανάγκη υπογραφής της από δύο μάρτυρες. Συγκεκριμένα το άρθρο 77 του περί Συμβάσεων Νόμου, ορίζει ότι:

 

«Σύμβαση που αφορά τη μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας για περίοδο που υπερβαίνει το ένα έτος δεν είναι έγκυρη και εκτελεστή εκτός αν-

(α) είναι γραπτή~ και

(β) υπογράφεται στο τέλος αυτής, από το κάθε πρόσωπο που βαρύνεται από τη σύμβαση ή από πρόσωπο το οποίο είναι ικανό προς το συμβάλλεσθαι και το οποίο έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί να υπογράψει εκ μέρους του πιο πάνω προσώπου στην παρουσία δύο τουλάχιστο μαρτύρων ικανών προς το συμβάλλεσθαι, οι οποίοι και προσυπογράφουν τη σύμβαση ως μάρτυρες.»

 

Φρονώ ότι η επίδικη συμφωνία δεν μπορεί να κριθεί ως μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας. Εν πρώτοις είναι πάγια νομολογημένο ότι ο τίτλος της σύμβασης ή το όνομα που τα μέρη δίνουν στη συναλλαγή είναι στοιχεία σχετικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποτελούν παράγοντα αποφασιστικής σημασίας και ούτε δεσμεύουν το δικαστήριο[9]. Ο ορισμός λοιπόν της συμφωνίας ως Ενοικιαστήριο Έγγραφο και των μερών ως Ιδιοκτήτης και Ενοικιαστής, λίγη σημασία έχουν, αν θεωρηθεί στο σύνολο του το Τεκμήριο 2. Ειδικότερα με το Τεκμήριο 2 δεν παρέχεται δικαίωμα κατοχής ή χρήσης συγκεκριμένου χώρου ή ακίνητης ιδιοκτησίας. Παρέχεται, απλώς, άδεια για τοποθέτηση διαφημιστικής πινακίδας, στην οροφή του ακινήτου, χωρίς να καθορίζεται καν σε ποιο συγκεκριμένο σημείο αυτής. Και αυτό καθίσταται σημαντικό, γιατί στον όρο 9 του Τεκμηρίου 2 δίδεται η ευχέρεια στην Ενάγουσα να τοποθετήσει και άλλες, νέες πινακίδες, εκτός στον χώρο πάνω ή κάτω από την επίδικη. Επομένως αντικείμενο της υπό εξέταση σύμβασης δεν είναι η μίσθωση ακίνητης ιδιοκτησίας, ούτε καν η χρήση της. Απλώς συμφωνήθηκε η τοποθέτηση πινακίδας επί του εδάφους ακινήτου της Ενάγουσας, επομένως δεν ήταν αναγκαίες οι υπογραφές μαρτύρων στο Τεκμήριο 2 για να είναι έγκυρο.

 

Όπως άλλωστε παραδέχεται και η Εναγόμενη με τις αγορεύσεις της, ακόμα και αν καθίστατο ως μη έγκυρη η σύμβαση, αυτή θα ίσχυε από μήνα σε μήνα μέχρι τη λήξη της[10], άρα η υποχρέωση πληρωμής της Ενάγουσας για την περίοδο μέχρι την 31/8/2012 παρέμενε.

 

Ως προς το ζήτημα του αν η συμφωνία Τεκμήριο 2 ανανεώθηκε αυτόματα και άρα η Ενάγουσα δικαιούται ενοίκια και για επόμενη περίοδο, τέτοια αυτόματη ανανέωση δεν προβλέπεται στη συμφωνία των μερών. Τουναντίον παρέχεται δικαίωμα στην Εναγόμενη να ανανεώσει τη σύμβαση, στο όρο 4. Αυτός προβλέπει επ’ ακριβώς ότι:

 

«Ο Ενοικιαστής (η Εναγόμενη) έχει το δικαίωμα ανανέωσης της εν λόγω συμφωνίας για άλλα δύο χρόνια, εκτός εάν δώσει 6 μήνες προ της έναρξης της νέας περιόδου γραπτή ειδοποίηση για μη ανανέωση της παρούσας»

 

Παρατηρείται λοιπόν, ότι το δικαίωμα προς ανανέωση το είχε σαφώς η Εναγόμενη. Ο τρόπος άσκησης του δεν καθίσταται σαφής, δεν απαιτεί την όποια ενέργεια της. Παρά ταύτα προβλέπεται ότι αν 6 μήνες πριν τη λήξη της σύμβασης αποστείλει σχετική επιστολή δεν θα ανανεωθεί η συμφωνία. Πρόθεση των μερών δεν ήταν η ανανέωση της σύμβασης αυτομάτως[11]. Αν τούτο ίσχυε θα αναφέρετο ρητώς.  Τουναντίον παρέχεται δικαίωμα, που κατείχε η Εναγόμενη και επαφύετο σε αυτήν αν θα ανανέωνε ή όχι την συμφωνία. Αν έδιδε γραπτή ειδοποίηση έξι μήνες πριν έχανε αυτό το δικαίωμα. Δεν σημαίνει όμως, ότι η μη αποστολή γραπτής ειδοποίησης ανανέωνε, δίχως άλλο τη συμφωνία, αφού δεν υπήρχε πρόνοια για αυτόματη ανανέωση ενώ η Εναγόμενη δεν έδειξε με κανένα τρόπο ότι επιθυμεί την ανανέωση της συμφωνίας.

 

Ως προς την απαίτηση για αδικαιολόγητο πλουτισμό Η παλαιά αρχή ότι δεν μπορεί από μόνη της η αρχή του αδικαιολόγητου πλουτισμού να στοιχειοθετεί βάση αγωγής, έχει ξεπεραστεί. Συγκεκριμένα στην Αρχιππέα Σύμβουλοι Επενδύσεων Λτδ και Άλλη ν. Δημήτριου Κακαβού (2015) 1 ΑΑΔ 2195, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Η σύγχρονη αντίληψη είναι ότι η αποκατάσταση συνιστά θεραπεία και όχι βάση αγωγής και ανήκει χωρίς άλλο στο χώρο του δικαίου της επιείκειας. Γίνεται πλέον λόγος για restitutional claim, η φιλοσοφία και λειτουργία του οποίου απορρέει από οιονεί συμβατική σχέση που στοχεύει στην απόδοση ποσού στον ενάγοντα του οφέλους που απεκόμισε ο εναγόμενος λόγω λανθασμένης ή έκνομης πράξης.  Κατά τον F.H. Lawson: "Remedies of English Law" σελ. 173, η βάση της αξίωσης εδράζεται στον αδικαιολόγητο πλουτισμό ή την ύπαρξη εξυπακουόμενης υπόσχεσης. Η θεραπεία της αποκατάστασης («restitution»), έχει αναφερθεί και εξηγηθεί στην Θεοχαρίδης ν. Ιωάννου (2012) 1 Α.Α.Δ. 1311, σελ. 1328-1330.»

 

Αυτή η αρχή υιοθετήθηκε στην Μιχάλης Ζένιος Λτδ ν. Touch Properties and Investments Ltd, Πολιτική Έφεση αρ. 484/2012, 10/6/2019, ECLI:CY:AD:2019:A225, ECLI:CY:AD:2019:A225, όπου αποφασίστηκε πως η εφεσίβλητη κατέστη πλουσιότερη αδικαιολόγητα, ποσό που θα πρέπει να αποδώσει πίσω στον εφεσείοντα στη βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού.

 

Εν προκειμένω όχι μόνο δεν προκύπτει να αποκόμισε το όποιο όφελος η Εναγόμενη από την πινακίδα που βρισκόταν στην οροφή του κτιρίου της Ενάγουσας, αλλά ο ίδιος ο ΜΕ 1 παραδέχτηκε ότι από τον Φεβρουάριο του 2012 αυτή δεν βρισκόταν σε λειτουργία. Με κανένα τρόπο δεν αποδείχθηκε, δε, ότι η Εναγόμενη κατέστη πλουσιότερη, επομένως δεν δύναται το Δικαστήριο να επιδικάσει αποζημιώσεις υπέρ της Ενάγουσας για αδικαιολόγητο πλουτισμού, ούτε για όποιο ποσό μετά το τέλος της συμβατικής σχέση των μερών, τη λήξη του Τεκμηρίου 2.

 

Αναφορικά με το ποσό του ηλεκτρικού ρεύματος που διεκδικεί η Ενάγουσα,  υφίσταται κανόνας για αυστηρή απόδειξη των ειδικών ζημιών[12], ενώ αυτές θα πρέπει να δικογραφούνται με λεπτομέρεια[13]. Δεν αρκεί γενική και αόριστη επίκληση ζημιάς χωρίς να καταδεικνύεται πώς και με βάση ποια κριτήρια καταλήγει σε ένα ορισμένο ποσό ζημιάς[14]. Στην υπό κρίση περίπτωση ο ΜΕ 1 μπορεί να κρίθηκε ως αξιόπιστος μάρτυρας, αλλά οι υπολογισμοί της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος για την πινακίδα, όπως τους παρουσίασε, δεν ικανοποιούν τους ως άνω κανόνες. Συγκεκριμένα οι υπολογισμοί του δεν καταδείχθηκε με ποιο τρόπο έγιναν, δηλαδή από ποιο συνολικό ποσό λογαριασμού προκύπτει το κόστος ηλεκτρισμού που υποστηρίζει ότι καταναλώθηκε για τους σκοπούς λειτουργίας της πινακίδας. Έγινε γενική αναφορά σε βοήθεια που δόθηκε από ειδικό, αλλά τέτοιος ειδικός, τέτοια μαρτυρία γνώμης, δεν παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο. Δεν δόθηκαν δηλαδή τα εχέγγυα, όλα τα απαραίτητα στοιχεία και η σχετική εξίσωση που έγινε, για να δύναται το Δικαστήριο να κρίνει ως ορθό ή λανθασμένο[15] το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, όπως το εισηγείται η Ενάγουσα.

 

Ως προς την ανταπαίτηση, η Εναγόμενη μέσω της μαρτυρίας της δεν κατάφερε να αποδείξει ότι ο ΜΕ 1 και η Ενάγουσα εμπόδισαν την πρόσβαση της στην πινακίδα ή ότι απέκοψαν την ηλεκτρική ενέργεια αυτής. Συνεπώς δεν μπορούν να επιδικαστούν αποζημιώσεις ως το (Β) έως (Ε) της ανταπαίτησης. Η μαρτυρία, δε, των μαρτύρων υπεράσπισης δεν ήταν αποδεκτή και σε καμία περίπτωση δεν κρίνεται ικανή να καταδείξει την εκάστοτε αξία της πινακίδας. Οι όποιες συμβάσεις έγιναν από την Εναγόμενη, για διαφήμιση στον επίδικο χώρο, δεν αποδείχθηκε ότι οδήγησαν στην απώλεια κερδών, αφού τελικώς, ως ο ΜΥ 1 υποστήριξε οι πελάτες του διαφημίστηκαν από την Εναγόμενη σε άλλα σημεία. Έτσι αφενός, δεν καταδείχθηκε ότι η Ενάγουσα προκάλεσε παράβαση του Τεκμηρίου 2, απώλεια της πινακίδας και συνακόλουθα απώλεια χρήσης της και αφετέρου οι ζημιές της Εναγόμενης, δεν αποδείχθηκαν αυστηρώς, ως η νομολογία ορίζει[16]. Αναφορικά με το αιτητικό (Α), αυτό καθίσταται άνευ αντικειμένου αφού επιζητεί την πρόσβαση στην οροφή του κτιρίου της Ενάγουσας, για μετακίνηση της επίδικης πινακίδας, ενώ είναι παραδεκτό ότι η επίδικη πινακίδα, δεν βρίσκεται εκεί.

 

Τέλος έχει αποδειχθεί με αποδεκτή μαρτυρία ότι το ποσό που πληρώθηκε από την Εναγόμενη για αποκαθήλωση της πινακίδας που βρισκόταν στον επίδικο χώρο πριν τον επίδικο χρόνο, συμψηφίστηκε με το ηλεκτρικό ρεύμα που όφειλε να καταβάλλει την περίοδο 2006 μέχρι 2010. Πράγματι συμφωνία συμψηφισμού δεν είναι δυνατή στο Κυπριακό Δίκαιο εφόσον δεν μπορούν να συμψηφιστούν υποχρεώσεις που απορρέουν από διαφορετικές και ανεξάρτητες μεταξύ τους δοσοληψίες[17]. Είναι όμως επιτρεπτό να λάβει χώρα συμφωνία δημιουργούσα δικαιώματα και υποχρεώσεις δυνάμει των όρων της, οι οποίοι καθορίζουν και το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα της[18]. Είναι επιτρεπτό να συμψηφιστούν κοινές οφειλές, μεταξύ ίδιων μερών, που αφορούν το ίδιο δικαίωμα[19]. Και τούτο έγινε στην υπό εξέταση περίπτωση το κόστος που επωμίστηκε η Εναγόμενη για την αφαίρεση πινακίδας, προς τοποθέτηση της δικής της, συμψηφίστηκε με το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας που αυτή η πινακίδα θα κατανάλωνε για 4 έτη, από το 2006 μέχρι το 2010. Συνεπώς η σχετική ανταπαίτηση της Εναγόμενης, δεν μπορεί να επιτύχει.

 

Στη βάση των πιο πάνω εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγομένης, για το ποσό των €2580 πλέον νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής. Ως προς τις άλλες απαιτήσεις της η αγωγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η ανταπαίτηση απορρίπτεται.

 

Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης, ένα σετ, αφού απαίτηση και ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο σε κλίμακα €2.000-€10.000.

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 



[1] Barry Wyne v. David Costaki Mavronicola [2009] 1 ΑΑΔ 1138

[2] Χριστίνα Ρασποπουλου ν. Θεοδώρα Μακρή, Ποινική ΄Έφεση αρ.287/2015, 11/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:B171

[3] Σάββα Γεώργιος ν. Aστυνομίας [1998] 2 ΑΑΔ 391 και Χρίστου v. Khoreva [2002] 1 A.A.Δ. 454, (ως προς μάρτυρα που κρίνεται εν μέρει αξιόπιστος)

[4] Βλ. R ν Harris (2006) 1 Cr App R 55 και Σάντης, Το Δίκαιο της Απόδειξης, σελ. 581

[5] Πελεκάνος κ.ά. ν. Πελεκάνου [2010] 1 ΑΑΔ 1746

[6] Χατζησωτηρίου Γιολάντα ν. Κυπριακές Αερογραμμές Δημόσια Εταιρεία Λτδ [2011] 1 ΑΑΔ 1406

[7] Δ. Κυθρεώτης & Συνεργάτες ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Πολιτική Έφεση αρ. 352/2014, 16/3/2023, ECLI:CY:AD:2023:A104 και MARK ASHLEY SAUL κ.α. v. NICOS DEMETRIOU FINANCE AND CONSTRUCTION LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 246/2015, 4/6/2024

[8] Amethyst Distributors Ltd ν. Iεράς Mονής Kύκκου [2011] 1 ΑΑΔ 199

[9] Θεοδούλου Στέλιος ν. Aσπίς Πρόνοια Aνώνυμη Aσφαλιστική Eταιρεία Ζωής [1997] 1 ΑΑΔ 1551

[10] Nicos Christou Developm. Ltd ν. Τοφινή [1998] 1 Α.Α.Δ. 1990

[11] Βλ. κατ΄ αναλογία George Charalambous Ltd ν. Kalos Kafes Ltd και Άλλου (1997) 1 ΑΑΔ 199

[12] R.K.P. Lethergoods Ltd v. Αγγελίδη [2004]1 ΑΑΔ 1071

[13] Αθανασίου Κυριάκος ν. Δάφνης Ορφανίδου [2015] 1 ΑΑΔ 2804

[14] Aχιλλέως Στέφανος K ν. Kυπριακής Δημοκρατίας [1999] 1 ΑΑΔ 176

[15] Νικολάου ν. Σταύρου [1992] 1 Α.Α.Δ. 746

[16] Ο.π.π. υποσημ. 12-14

[17] Kυρατζής Nίκος ν. Xριστόφορου Xριστοφόρου (2009) 1 ΑΑΔ 1423

[18] Heatron Co. Ltd ν. Πολύκαρπου Nικολάου (1999) 1 ΑΑΔ 577

[19]Chitty on Contracts, Vol. 1, 31st Edition, par. 20-043


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο