ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Α. ΛΟΥΚΑ, Ε.Δ.                                                                              

  Αγωγή Αρ.: 2311/1990

Μεταξύ:

Δήμου Χρίστου Φουτρή

                                                                                                                     Ενάγοντα

                                                            -και-

1.    Γεώργιου Ερωτοκρίτου, ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Δημήτρη Κουμπαρή

2.    Χαράλαμπου Δ. Κουμπαρή

                                                                                                                 Εναγόμενων

 

Επί τοις αφορώσι τον περί Παρεμποδίσεως Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62

 

και

 

Επί τοις αφορώσι την αίτηση του Δήμου Χρίστου Φουτρή                                                                                                                                             Αιτητή

                  -και-

 

1.    Ελένης Χαραλάμπους Κουμπαρή

2.    Χαράλαμπου Δ. Κουμπαρή

3.    Θεόδωρου Κουμπαρή

                                                                                                    Καθ’ ων η αίτηση

 

Αίτηση ημ. 17/8/2022 για ακύρωση δόλιας μεταβίβασης

 

Ημερομηνία: 22/7/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Αιτητή: κ. Παπαντωνίου

Για Καθ’ ων η αίτηση: κα. Γεωργιάδου

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό εξέταση αίτηση επιζητείται διάταγμα με το οποίο να ακυρώνεται η μεταβίβαση ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 2 στην Καθ’ ης η αίτηση 1, σύζυγο του, όπως αυτά αναφέρονται στα αιτητικά Α1 και Α3 έως 8, η επανεγγραφή τους στον πρώτο (αιτητικό Β) και η εγγραφή ΜΕΜΟ σε αυτά (αιτητικό Γ). Επιδιώκεται επίσης η ακύρωση της μεταβίβασης ακινήτου στον Καθ’ ου η αίτηση 3 από την Καθ’ ης η αίτηση 1 (αιτητικό Α 2), ακίνητο το οποίο επίσης αρχικά είχε μεταβιβαστεί στην τελευταία από τον Καθ’ ου η αίτηση 2.

Μέσω της ενόρκου δηλώσεως που υποστηρίζει την αίτηση, ο Αιτητής, αναφέρεται στην τελεσίδικη απόφαση εναντίον των Εναγομένων, όπως αυτή εκδόθηκε κατ’ έφεση[1].  Με αυτήν διατάζονται οι Εναγόμενοι όπως καταβάλουν 13.040 ΛΚ στον Ενάγοντα Αιτητή. Όπως προκύπτει από το κείμενο της απόφασης οι Εναγόμενοι είχαν επιτεθεί και τραυμάτισαν τον Αιτητή την 11/3/90. Το 2017 δόθηκε άδεια για εκτέλεση της εν λόγω απόφασης για ακόμα 10 έτη (Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση του Αιτητή). Κατόπιν έρευνας την 8/3/2016 διαπιστώθηκε ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2 μεταβίβασε στη σύζυγο του Καθ’ ης η αίτηση 1 τα ακίνητα που αναφέρονται στο αιτητικό Α, δια δωρεάς την 18/4/1990, κακόπιστα και δόλια για να αποφύγει την πληρωμή αποζημιώσεων ως εισηγείται ο Αιτητής. Με συμπληρωματική ένορκη δήλωση ο Αιτητής αναφέρει ότι το 2018 το ακίνητο, όπως περιγράφεται στο αιτητικό Α 2, μεταβιβάστηκε από την Καθ’ ης η αίτηση 1 στον Καθ’ ου αίτηση 3, υιό της, πάλι κακόπιστα για αποφυγή πληρωμής του εξ’ αποφάσεως χρέους.

Οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 καταχώρησαν διαφορετική ειδοποίηση για πρόθεση ένστασης από τον Καθ’ ου η αίτηση 3. Οι Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2, συνοπτικά, ενίστανται γιατί ο Αιτητής κατέστη εξ’  αποφάσεως πιστωτής μετά τη μεταβίβαση, η αίτηση εγέρθηκε καθυστερημένα, είναι αβάσιμη και οι μεταβιβάσεις δεν έγιναν δόλια. Οι λόγοι ένστασης υποστηρίζονται από ένορκη δήλωση του Καθ’ ου η αίτηση 2, ο οποίος επί της ουσίας αναφέρει ότι τα επίδικα ακίνητα του μεταβιβάστηκαν ως κληρονομιά από τους γονείς του. Λόγω της πάθησης του, από ωχρά κηλίδα, δεν βλέπει σχεδόν καθόλου και γι’ αυτό προέβη στις επίδικες μεταβιβάσεις, αφού δεν μπορούσε να χειρίζεται τέτοιου είδους ζητήματα. Η δωρεά στη σύζυγο του έλαβε χώρα γιατί η ίδια συνεισέφερε στο σπίτι και πλήρωνε δόσεις δανείου. Δεν προχώρησε στη δωρεά δολίως, για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την πληρωμή του Αιτητή, αφού τότε δεν υπήρχε εναντίον του απόφαση, ισχυρίζεται. Από το 2009, άλλωστε, υπάρχει ακίνητο εγγεγραμμένο στο όνομα του και ο Αιτητής δεν προέβη στην όποια ενέργεια για εκείνο.

Ο Καθ’ ου η αίτηση 3, εγείρει ως επιπρόσθετους λόγους έφεσης, το ότι αποτελεί καλόπιστο τρίτο, η μεταβίβαση στο όνομα του δεν έγινε κακόπιστα και ότι τυχόν επιτυχία της αίτησης θα παραβίαζε το συνταγματικό δικαίωμα του στην ιδιοκτησία. Στην ένορκη του δήλωση αναφέρει ότι το επίδικο ακίνητο του μεταβιβάστηκε το 2018 (Τεκμήριο 1) και έχει ξοδέψει πάνω από €350.000 για την ανέγερση της οικίας του εκεί, όπως φαίνεται σε φωτογραφίες που επισύναψε ως Τεκμήριο 2.

Οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3 προσφέρθηκαν για αντεξέταση. Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν ήταν ειλικρινής με το Δικαστήριο, υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων και απέφευγε να απαντήσει συγκεκριμένες ερωτήσεις. Ειδικότερα, σε προηγούμενη διαδικασία οικονομικού ελέγχου, είχε αναφέρει στο Δικαστήριο ότι δεν κληρονόμησε καμία περιουσία από τον πατέρα, ενώ αποδείχθηκε και αποδέχθηκε ότι τα επίδικα ακίνητα τα είχε κληρονομήσει. Με αυτό τον τρόπο είχε παραπλανήσει το Δικαστήριο και τον αντίδικο του σε προηγούμενη διαδικασία, δεικνύοντας την εικόνα προσώπου που ουδέποτε είχε κληρονομήσει περιουσία, ενώ μετά την κατάθεση αποδείξεων από τον Αιτητή, στην παρούσα, το παραδέχθηκε.

Επιπλέον στην ένορκη του δήλωση ο Καθ’ ου η αίτηση 2 έθεσε ως ένα από τους λόγους που δώρισε στη σύζυγο του τα ακίνητα, το ότι πλήρωσε δάνειο τους. Κατά την αντεξέταση του όμως παραδέχθηκε ότι η σύζυγος του ουδέποτε εργάστηκε, ο ίδιος πλήρωνε τις δόσεις και η σύζυγος του πρόσφερε μόνο κάποια ποσά που έδωσαν οι γονείς της. Επίσης είπε ότι είναι πολλά χρόνια πριν την αγωγή που προέβη στις επίδικες δωρεές, ενώ η αγωγή καταχωρήθηκε, την 17/3/1990, πριν τις μεταβιβάσεις δηλαδή. Τέλος ο ισχυρισμός του ότι κατέστη ανίκανος να διαχειρίζεται περιουσία αφενός δεν υφίσταται νομικά γιατί δεν προκύπτει να εκδόθηκε σχετικό διάταγμα που να τον κηρύσσει ανίκανο και αφετέρου αντιφάσκει με την ίδια του τη θέση ότι είχε στην κατοχή του ακίνητο από το 2009. Γεννάται λοιπόν το εύλογο ερώτημα πως μπορούσε να διαχειρίζεται το ακίνητο ιδιοκτησίας του το 2009, ενώ 19 χρόνια πριν ένιωσε ανίκανος να διαχειριστεί περιουσία και τη μεταβίβασε στην οικοκυρά σύζυγο του; Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 κρίνεται αναξιόπιστος.

Από την άλλη ο Καθ’ ου η αίτηση 3, ήταν ειλικρινής και απαντούσε με σαφήνεια. Εξήγησε ότι ήταν στρατιώτης την περίοδο της δωρεάς των ακινήτων από τον Καθ’ ου η αίτηση 2 στην Καθ’ ης η αίτηση 1 και δεν γνώριζε κάτι συγκεκριμένο σε σχέση με την παρούσα αγωγή. Πολλά χρόνια μετά, το 2016 του μεταβιβάστηκε το ακίνητο που αναφέρεται στο αιτητικό Α 2, για να κτίσει το σπίτι του. Από τότε μόνος του εργάζεται για να το κτίσει, φτάνοντας το σε προχωρημένο στάδιο, όπως καταδεικνύουν οι φωτογραφίες Τεκμήριο 2 που επισυνάπτονται στην ένορκη του δήλωση.

Το ότι γνωρίζει, το 2024, το σκοπό του πατέρα του να μεταβιβάσει στα τέκνα του την περιουσία που κληρονόμησε, ως το καταγράφει στην παράγραφο 6 της ενόρκου δηλώσεως, δεν τον καθιστά αυτομάτως κακόπιστο. Κάθε άλλο. Ο Καθ’ ου η αίτηση 3, έλαβε ως δωρεά από τη μητέρα του το επίδικο ακίνητο για να κτίσει την οικία του, όπως σαφώς κατέδειξε. Για κανένα άλλο λόγο ή πρόσχημα. Είχε μάλιστα ξεκινήσει να χτίζει εκεί από το 2010. Όπως άλλωστε ανέφερε δεν θα ξεκινούσε να ανοικοδομήσει με κόπο και μόχθο ένα σπίτι αν γνώριζε ότι υπάρχει πιθανότητα να το χάσει. Επομένως από τη μαρτυρία του Καθ’ ου η αίτηση 3 συνάγεται ότι δεν γνώριζε καν το χρέος του Καθ’ ου η αίτηση 2 στον Αιτητή και έλαβε το επίδικο ακίνητο με σκοπό να χτίσει την οικία του, ανεγείροντας την σε μεγάλο βαθμό με μεγάλο κόστος και εργασία από μέρους του.

Οι αρχές του περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου (ΚΕΦ.62) (στο εξής «ο Νόμος»), κύρια νομική βάση της αίτησης, συνοψίζονται στην Τζίεπρα ν. Σάββα [2013] 1 Α.Α.Δ. 2410, όπου αποφασίστηκε ότι:

"Το Κεφ. 62, και ειδικά το Άρθρο 4, παρέχει εξουσία στο δικαστήριο να ακυρώσει, μεταξύ άλλων, οποιαδήποτε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας που θεωρείται ως «δόλια» βάσει των διατάξεων του Άρθρου 3 του Νόμου. Το Άρθρο 3(1) του Κεφ. 62 προνοεί, μεταξύ άλλων, ότι κάθε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας, που γίνεται από οποιοδήποτε πρόσωπο, με πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους πιστωτές του ή οποιοδήποτε απ' αυτούς να ανακτήσουν απ' αυτόν τα χρέη τους, θα θεωρείται ότι είναι δόλια και θα είναι άκυρη εναντίον του εν λόγω πιστωτή ή πιστωτών.»

Από το άρθρο 3(2) του Νόμου προκύπτει ότι σε περιπτώσεις μεταβιβάσεων διά δωρεάς σε σύζυγο ή υιό, όπως στην υπό εξέταση υπόθεση, το βάρος απόδειξης ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν με καλή πίστη και όχι με πρόθεση να παρεμποδιστούν ή να καθυστερήσουν πιστωτές, το έχει ο δικαιοπάροχος ή εκχωρητής και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η εν λόγω μεταβίβαση[2]. Υπάρχει τεκμήριο το οποίο λειτουργεί υπέρ του πιστωτή με τον οφειλέτη να βαρύνεται με την απόδειξη του αντιθέτου. Απόδειξη που ικανοποιείται στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων[3].

Αρχικά το ότι δεν είχε εκδοθεί η απόφαση όταν μεταβιβάστηκαν τα επίδικα ακίνητα, δεν διαφοροποιεί την ευρύτερη εικόνα της υπόθεσης. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 του Νόμου, αυτός εφαρμόζεται ακόμη και για μεταβιβάσεις που έγιναν πριν την έγερση της αγωγής[4]. Πόσω μάλλον εν προκειμένω όπου ο Καθ’ ου η αίτηση 2 ενάμιση μήνα μετά τον τραυματισμό του Αιτητή και κάποιες μέρες μετά την έγερση της αγωγής εναντίον του, έσπευσε να δωρίσει τα ακίνητα στη σύζυγο του. Επομένως ο χρόνος της μεταβίβασης εμπίπτει στην περίοδο που καλύπτει ο Νόμος.

Εν προκειμένω είναι σαφές ότι ο Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν απόσεισε το βάρος απόδειξης που του εναποτίθεται. Αφού έγινε το περιστατικό που γέννησε την αιτία αγωγής και ο Αιτητής καταχώρησε αγωγή, κάποιες μέρες μετά ο Καθ’ ου η αίτηση 2 δώρισε τα επίδικα ακίνητα στη σύζυγο του.

Οι λόγοι που ο Καθ’ ου η αίτηση 2 έθεσε ως τη γενεσιουργό αιτία της μεταβίβασης, δεν υποστηρίζονται από λογικά επιχειρήματα. Αφενός παραδέχθηκε ότι ο ίδιος πλήρωνε το δάνειο και όχι η σύζυγος του και αφετέρου το επιχείρημα του ότι είχε προβλήματα υγείας και γι’ αυτό προέβη στην δωρεά, καταρρίπτεται από την κτήση και κατοχή ακινήτου μεταγενέστερα και ενώ υφίσταντο τα προβλήματα.

Όπως έχει νομολογηθεί ο χρόνος της μεταβίβασης λαμβάνεται υπόψη στη διεργασία απόφασης του Δικαστηρίου ως προς το αν η μεταβίβαση έγινε δόλια[5]. Ο Καθ’ ου η αίτηση 2 όχι μόνο δεν κατάφερε να πείσει, έστω στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι προέβη καλόπιστα στις επίδικες μεταβιβάσεις, αλλά υπέπεσε σε τέτοιες καίριες αντιφάσεις, εκ των οποίων προκύπτει το δόλιο των μεταβιβάσεων.

Δεν μπορεί όμως να καταλήξει το Δικαστήριο στο ίδιο συμπέρασμα και για τον Καθ’ ου η αίτηση 3. Η νομολογία επιτάσσει ότι για να θεωρηθεί κάποιος ως καλόπιστος οφείλει να καταβάλει εύλογη φροντίδα και να προβεί στη διεξαγωγή της αναγκαίας έρευνας[6]. Ο άρθρο 91 (Γ) (1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου (ΚΕΦ.6), δε, προβλέπει όπως το Δικαστήριο λαμβάνει προσηκόντως υπόψη τα συμφέροντα οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου, κατά τη διαδικασία ακύρωσης καταδολιευτικών μεταβιβάσεων.

Στην υπό κρίση περίπτωση ο Καθ’ ου η αίτηση 3, ήταν καλόπιστος και έχει αναπτύξει το ακίνητο σε σημείο που θα ήταν δυσανάλογο και άδικο να ακυρωθεί η μεταβίβαση προς αυτόν. Εξ’ άλλου έχει αποδείξει ότι καλή τη πίστει έγινε η μεταβίβαση του ακινήτου που αναφέρεται στο αιτητικό Α 2 στο όνομα του.

Συγκεκριμένα γνώριζε ευθύς εξ’ αρχής ότι το επίδικο ακίνητο θα του δωρισθεί με σκοπό να ανεγείρει εκεί την οικία του. Από το 2010 ξεκίνησε να την κτίζει με δικό του κόπο και έξοδα. Έφτασε, όπως δεικνύουν και οι φωτογραφίες Τεκμήριο 2, σε προχωρημένο στάδιο η ανέγερση και τότε ειδοποιήθηκε για το απλήρωτο εξ’ αποφάσεως χρέος. Δεν καταδείχθηκε ότι το γνώριζε προηγουμένως. Τουναντίον η άγνοια του ως προς το χρέος αυτό οδήγησε στην δημιουργία σοβαρών εξόδων στο ακίνητο, πιστεύοντας γνήσια ότι του ανήκει χωρίς υποσημειώσεις ή βάρη.

Οι Καθ’ ων η αίτηση ήγειραν ως λόγο ένστασης την υπέρμετρη καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης, αφού οι μεταβιβάσεις είχαν λάβει χώρα πριν 34 χρόνια και η τελεσίδικη απόφαση εκδόθηκε πριν 23 χρόνια. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι δόθηκε άδεια για εκτέλεση της απόφασης το 2017, για δέκα έτη. Άρα το Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι ο Αιτητής, δικαιούται να λάβει μέτρα προς εκτέλεση της απόφασης, δίδοντας του χρόνο για να το πράξει μέχρι το 2027.

Αναφορικά με το ζήτημα της καθυστέρησης το Δικαστήριο καλείται να σταθμίσει δύο διαφορετικές πτυχές του δικαιώματος στη δίκαιη δίκη ως το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ το καθορίζει και το ΕΔΔΑ το ερμηνεύει. Καλείται να σταθμίσει αφενός το δικαίωμα της πρόσβασης στο δικαστήριο, μέσω της εκτέλεσης των αποφάσεων που εκδίδονται[7] και το δικαίωμα σε εκδίκαση σε εύλογο χρόνο, ακόμα και της διαδικασίας εκτέλεσης απόφασης[8]. Μεγάλη καθυστέρηση στην εκτέλεση απόφασης μπορεί δηλαδή να κριθεί ότι παραβιάζει το εν λόγω δικαίωμα. Προς τούτο λαμβάνονται υπόψη η πολυπλοκότητα των μέτρων εκτέλεσης, η συμπεριφορά του εξ αποφάσεως οφειλέτη και των αρχών και το ποσό και η φύση της απόφασης[9]. Η επίκληση της αρχής της επιείκειας για καθυστέρηση (laches), δε όπως την θέτουν οι Καθ’ ων η αίτηση, προϋποθέτει, πρώτον, μη εύλογη καθυστέρηση έναρξης της διαδικασίας και δεύτερο, οι συνέπειες που προκάλεσε η καθυστέρηση να καθιστούν την παροχή της αιτούμενης θεραπείας άδικη[10]. Δεν αρκεί λοιπόν η ύπαρξη καθυστέρησης, αλλά απαιτείται σωρευτικώς να αποδειχτεί αρνητική επίδραση στον Καθ’ ου η αίτηση, λόγω της καθυστέρησης, και μάλιστα τέτοια που να καθιστά άδικη την αξιούμενη θεραπεία.

 

Εφαρμόζοντας τις ως άνω αρχές στην παρούσα, προκύπτει ότι πράγματι η υπό εξέταση αίτηση καταχωρήθηκε με καθυστέρηση. Παρά ταύτα ο Καθ’ ου η αίτηση 2 σε προηγούμενη διαδικασία είχε αποκρύψει ότι κληρονόμησε ακίνητα, ενώ δεν κατέδειξε ότι η καθυστέρηση καθιστά την παροχή της αιτούμενης θεραπείας άδικη. Δεν κατέδειξε να υπήρξε κάποια νομική ή πραγματική συνέπεια στα επίδικα ακίνητα, πλην εκείνου του αιτητικού Α 2, που να καθιστά άδικη την ακύρωση της μεταβίβασης. Δεν κατέδειξε ότι η καθυστέρηση προκάλεσε ή έστω επηρέασε την κατάσταση των επίδικων ακινήτων, τη στιγμή που με τη συμπεριφορά του παραπλανούσε το Δικαστήριο και τον αντίδικο του, ως προς την περιουσία που μεταβιβάστηκε. Επομένως ο Καθ’ ου η αίτηση 2 δεν μπορεί να επωφεληθεί από την όποια καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης, αφ’ ης στιγμής προκάλεσε μέρος της καθυστέρησης μέσω παραπλανητικών δηλώσεων του και καμία αρνητική συνέπεια δεν κατέδειξε να δημιουργήθηκε από την καθυστέρηση.

 

Δεν ισχύει το ίδιο όμως και για τον Καθ’ ου η αίτηση 3. Για τον τελευταίο το διαρρεύσαν διάστημα των 23 ετών, από την τελεσίδικη απόφαση μέχρι την καταχώρηση της αίτησης, έτρεξαν σωρεία εξελίξεων επί του εδάφους του ακινήτου, όπως εμφαίνεται στο αιτητικό Α 2. Καλόπιστα του μεταβιβάστηκε το ακίνητο, για να κτίσει την οικία του. Ξεκίνησε την ανέγερση της εδώ και πέραν των δέκα ετών με δικές του προσπάθειες, ξοδεύοντας σημαντικό χρόνο και χρήμα. Έφτασε αυτή την ανέγερση σε προχωρημένο σημείο, ενώ του μεταβιβάστηκε το επίδικο ακίνητο από τη μητέρα του. Δεκατρία χρόνια μετά και με το σπίτι σχεδόν ολοκληρωμένο είναι που απαιτείται η ακύρωση της μεταβίβασης από τον Αιτητή. Ο χρόνος που διέρρευσε, λοιπόν, έφερε τέτοιες συνέπειες στο επίδικο ακίνητο, όπως μεταβιβάστηκε στον καλόπιστο Καθ’ ου η αίτηση 3, που θα ήταν άδικο να αποδοθεί η αιτούμενη θεραπεία στον Αιτητή.

 

Στη βάση των ως άνω εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ακυρώνονται οι μεταβιβάσεις, των ακινήτων όπως αναφέρονται στις παραγράφους Α1 και Α3 έως 8, ημ. 18/4/1990 προς την Καθ’ ης η αίτηση 1 και διατάζεται η επανεγγραφή των ακινήτων αυτών στο όνομα του Καθ’ ου η αίτηση 2. Κατ' εφαρμογή του εδαφίου 2 (γ) του άρθρου 91(Γ) του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, η ως άνω ακύρωση της εγγραφής και η επανεγγραφή στο όνομα του Καθ' ου η αίτηση 2, να συνοδεύεται ταυτόχρονα με εγγραφή του εξ' αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνσης επί του Ακινήτου. Η αίτηση σε ότι αφορά το αιτητικό Α 2 απορρίπτεται. 

Επιδικάζονται δικηγορικά έξοδα ύψους €1500 υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2. Σε σχέση με τον Καθ’ ου η αίτηση 3 επιδικάζονται έξοδα ύψους €600 υπέρ του και εναντίον του Αιτητή, αφού ο Καθ’ ου η αίτηση 3 προστέθηκε σε προχωρημένο στάδιο στη διαδικασία.

 

 

(Υπ.)………………………………

Α. Λουκά Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητή



[1] Ερωτοκρίτου Γεώργιος ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Δημήτρη Kουμπαρή και Άλλος ν. Δήμου Xρίστου Φουτρή [2001] 1 ΑΑΔ 921

[2] Σωτήρης Νικόλα Γιαννίτσαρος κ.α. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε151/2015, 9/5/2023, ECLI:CY:AD:2023:A158

[3] ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ κ.ά. ν. Lakis Georgiou Construction Ltd, Πολ. Εφ. 214/2012, ημερ. 28.9.2018, ECLI:CY:AD:2018:A422, ECLI:CY:AD:2018:A422

[4] Βλ. ο.π.π. υποσημ. 2

[5] Φ. ΖΙΤΤΗ κ.α. ν. ΦΘΑΡΤΕΜΠΟΡΙΚΗ Α/ΦΟΙ Α. ΚΑΤΣΑΡΗΣ Π. ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε92/2014, 16/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A308

[6] Τσιάρτας κ.α. ν. Alocay Holdings Ltd κ.α. [2010] 1(Γ) Α.Α.Δ. 1523 και Παναγιώτου ν. Χ''Κυριάκου [1991] 1 Α.Α.Δ. 362

[7] Scordino v. Ιταλίας (No. 1) 36813/97, 29/03/2006 παρ. 196, Sharxhi and others v. Αλβανίας

10613/16, 11/01/2018, παρ. 92

[8] Burdov v. Ρωσίας, 59498/00, 07/05/2002 παρ. 35

[9] Raylyan v. Ρωσίας, 22000/03, 15/02/2007, παρ. 31

[10] Ρένα Αριστοτέλους Λτδ. και Άλλοι ν. Benfleet Enterprises Ltd και Άλλων [2006] 1 ΑΑΔ 280


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο