ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Γενικής αίτησης: 1482/13

 

 

Αίτηση, ημερ. 18.9.18, για ακύρωση μεταβιβάσεων

 

Αναφορικά με τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο 22/85, άρθρο 52(2)(β) και το Κεφ. 4, άρθρο 21

 

- και -

 

Αναφορικά με τη ΣΠΕ Στροβόλου Λτδ (πρώην ΣΠΕ Στροβόλου)

Αιτήτρια

- και -

 

Αναφορικά με τους 1. Σάββα [   ] και 2. Μαρούλλα [   ]

Καθ’ ων η αίτηση

- και -

 

Αναφορικά με τη ΣΠΕ Στροβόλου Λτδ (πρώην ΣΠΕ Στροβόλου)

 

- και -

 

Αναφορικά με τον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62

 

- και -

 

Αναφορικά με την αίτηση της Συνεργατικής Εταιρείας

Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων

Αιτήτρια

- και -

 

1.    Μαρούλλα [   ]

2.    ΑΑ

3.    ΒΒ

4.    ΓΓ

5.    ΔΔ

6.    Νεοκλής [   ]

Καθ’ ων η αίτηση

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει Διατάγματος, ημερ. 17.5.19

 

Αναφορικά με τον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62

 

- και -

 

Αναφορικά με την αίτηση της Συνεργατικής Εταιρείας

Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων

Αιτήτρια

- και -

 

1.  Μαρούλλα [   ]

2.  ΑΑ, ανήλικη δια των γονέων της και/ή πλησιέστερων φίλων της και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά της, [   ] και [   ]

3.  ΒΒ, ανήλικος, δια των γονέων του και/ή πλησιέστερων φίλων του και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά του, [   ] και [   ]

4.  ΓΓ, ανήλικος, δια των γονέων του και/ή πλησιέστερων φίλων του και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά του, [   ] και [   ]

5.  ΔΔ, ανήλικη, δια των γονέων της και/ή πλησιέστερων φίλων της και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά της, [   ] και [   ]

6.  Νεοκλής [   ]

Καθ’ ων η αίτηση

 

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει Διατάγματος, ημερ. 17.5.19

 

Αναφορικά με τον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62

 

- και -

 

Αναφορικά με την αίτηση της Συνεργατικής Εταιρείας

Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων

Αιτήτρια

- και -

 

1.  Μαρούλλα [   ]

2.  ΑΑ, ανήλικη, δια των γονέων της και/ή πλησιέστερων φίλων της και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά της, [   ] και [   ]

3.  ΒΒ, ανήλικος, δια των γονέων του και/ή πλησιέστερων φίλων του και/ή που ασκούν τη γονική μέριμνά του, [   ] και [   ]

4.  ΓΓ, ανήλικος, δια του γονέα του και/ή πλησιέστερου φίλου του και/ή που ασκεί τη γονική μέριμνά του, [   ]

5.  ΔΔ, ανήλικη, δια του γονέα της και/ή πλησιέστερου φίλου της και/ή που ασκεί τη γονική μέριμνά της, [   ]

6.  Νεοκλής [   ]

Καθ’ ων η αίτηση

----------------------------------

 

Ημερομηνία: 25 Ιουλίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για αιτήτρια: κα Ι. Κορφιώτου

Για καθ’ ων η αίτηση 1-5: κ. Χ. Πουτζιουρής

Καθ’ ου η αίτηση 6 εμφανίζεται αυτοπροσώπως

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια ζητά να ακυρωθούν οι μεταβιβάσεις ακινήτων από την καθ’ ης η αίτηση 1 στον σύζυγο (καθ’ ου η αίτηση 6) και τα εγγόνια της (καθ’ ων η αίτηση 2-5).

Οι καθ’ ων η αίτηση 1-5 και ο καθ’ ου η αίτηση 6 ενίστανται.  Επικαλούνται 11 λόγους και 13 λόγους ένστασης αντίστοιχα.

Κατά την ακροαματική διαδικασία, πέραν των ένορκων δηλώσεων που υποστηρίζουν την αίτηση και τις ενστάσεις, προσκομίστηκε προφορική μαρτυρία. 

Για την αιτήτρια κατέθεσαν οι ΜΑ1 και ΜΑ2.  Για την αντίδικη πλευρά κατέθεσαν οι καθ’ ων η αίτηση 1 και 6.  Η μαρτυρία τους μπορεί να συνοψισθεί ως εξής:

Ο ΜΑ1 συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή του (Έγγραφο Α).  Είναι λειτουργός της αιτήτριας.  Η καθ’ ης η αίτηση 1 ήταν εγγυήτρια σε δάνειο που παραχωρήθηκε στον υιό της.  Το 2012 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον τους για το ποσό των €118.662,30, πλέον τόκους.  Το 2014, στην παρουσία του δικηγόρου τους, εκδόθηκε Διάταγμα εγγραφής της διαιτητικής απόφασης για σκοπούς εκτέλεσης (Τεκμήριο 5).  Ουδέν ποσό πληρώθηκε έναντι του εξ αποφάσεως χρέους.    

Τον Απρίλιο 2016 η καθ’ ης η αίτηση 1 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στα εγγόνια της, καθ’ ων η αίτηση 2-5, ένα σπίτι (μερίδιο όλο) στην [   ] (ακίνητο 1). 

Την ίδια μέρα μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον σύζυγό της, καθ’ ου η αίτηση 6, ακίνητο (¼ μερίδιο) στο [   ] (ακίνητο 2). 

Λίγες μέρες μετά, μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον σύζυγό της, καθ’ ου η αίτηση 6, μια διώροφη κατοικία (½ μερίδιο) στο [   ] (ακίνητο 3).

Η καθ’ ης η αίτηση 1, αναφέρει, μεταβίβασε όλα τα ακίνητά της τα οποία ήταν ελεύθερα από βάρη (εκτός δηλαδή από το ενυπόθηκο ακίνητο το οποίο εξασφάλιζε το δάνειο), με σκοπό να καταστήσει αδύνατη την εκτέλεση της απόφασης. 

Το οφειλόμενο ποσό σήμερα, μετά την εκποίηση του ενυπόθηκου ακινήτου, είναι €136.837,74, πλέον τόκους (Τεκμήριο 14). 

Αντεξεταζόμενος από την πλευρά των καθ’ ων η αίτηση 1-5, του υποβλήθηκε ότι ο Δημητράκης [   ], γραμματέας της ΣΠΕ Στροβόλου, γνώριζε για την πρόθεση της καθ’ ης η αίτηση 1 «να μεταβιβάσει τα ακίνητα στα εγγόνια της πριν φύγει από τον συνεργατισμό».  Απάντησε ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι αυτός έπαψε να είναι γραμματέας τον Μάιο 2014, ήτοι δύο χρόνια πριν τη μεταβίβαση.    

Ο ΜΑ2 συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή του (Έγγραφο Β).  Εργαζόταν στη ΣΠΕ Στροβόλου.  Ο Δημητράκης έπαψε να είναι γραμματέας τον Μάιο 2014.

Η καθ’ ης η αίτηση 1 συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή της (Έγγραφο Γ).  Είναι σε διάσταση με τον σύζυγό της από το 2009, όμως διαμένουν στο ίδιο σπίτι.  Έχουν δύο υιούς, εκ των οποίων ο ένας ήταν ο πρωτοφειλέτης στο δάνειο.  Τα ακίνητα, παρόλο που είναι εγγεγραμμένα στο όνομά της, ανήκουν στον σύζυγό της. 

Απέκτησε το ακίνητο 1 το 1980.  Το ½ μερίδιο ήταν κληρονομικό από τη μητέρα της.  Το άλλο ½ μερίδιο ανήκε στον αδελφό της, το οποίο αγόρασε ο σύζυγός της και γράφτηκε στο όνομά της.  Εκεί διαμένει σήμερα με τον σύζυγό της.  Το σπίτι κτίστηκε με την οικονομική συνεισφορά του συζύγου της και είναι δικό του.  Το μεταβίβασε στα εγγόνια της λόγω προβλημάτων υγείας της και λόγω αγάπης για αυτά.

Κληρονόμησε το ακίνητο 2 από τον πατέρα της το 2015.  Το μεταβίβασε στον εν διαστάσει σύζυγό της επειδή ο πατέρας της του το υποσχέθηκε ως προίκα το 1975. 

Απέκτησε το ακίνητο 3 το 1998 με την οικονομική συνεισφορά του συζύγου της.  Για να πληρώσουν λιγότερο φόρο, γράφτηκε ανά ½ μερίδιο και στους δύο. 

Οι μεταβιβάσεις έγιναν με τη συγκατάθεση του γραμματέα της αιτήτριας, Δημητράκη.  Τη διαβεβαίωνε ότι το χρέος θα εξοφλείτο με το ενυπόθηκο ακίνητο.

Ο καθ’ ου η αίτηση 6 συμφώνησε με τη γραπτή δήλωσή του (Έγγραφο Δ).  Είναι σε διάσταση με τη σύζυγό του από το 2009, όμως διαμένουν στο ίδιο σπίτι.  Τα ακίνητα είναι δικά του, παρόλο που είναι εγγεγραμμένα στο όνομα της συζύγου του. 

Το ακίνητο 1 ήταν κληρονομικό στη σύζυγό του και στον αδελφό της ανά ½ μερίδιο.  Το 1980 αγόρασε ο ίδιος το μερίδιο του αδελφού της συζύγου του.  Για να μην πληρώσουν μεταβιβαστικά τέλη, ενεγράφη, αντί στον ίδιο, στη σύζυγό του ως δωρεά από τον αδελφό της.  Η οικία άρχισε να κτίζεται το 1983 με δικά του χρήματα.  Το 2010 κέρδισε ένα μεγάλο ποσό σε τυχερό παιχνίδι, με το οποίο ξόφλησε τα χρέη του σπιτιού και το επιδιόρθωσε.  Μετά από καυγάδες και λόγω προβλημάτων υγείας της συζύγου του, συμφώνησαν να το μεταβιβάσουν στα εγγόνια τους. 

Το ακίνητο 2 ανήκε στον πεθερό του.  Πριν παντρευτεί τη σύζυγό του, ο πεθερός του του υποσχέθηκε να του το δώσει, όμως ουδέποτε του το μεταβίβασε.  Όταν ο πεθερός του απεβίωσε, η σύζυγός του κληρονόμησε το ¼ μερίδιο το 2015.  Επειδή του το είχε υποσχεθεί ο πεθερός του το 1975, η εν διαστάσει από το 2009 σύζυγός του, του το μεταβίβασε το 2016.

Το ακίνητο 3 είναι μια διώροφη εξοχική κατοικία.  Το αγόρασε με δικά του χρήματα το 1997.  Για να πληρώσει λιγότερο κεφαλαιουχικό φόρο, ενέγραψε το ½ μερίδιο στο όνομα της συζύγου του.

Ο Δημητράκης τον καθησύχαζε ότι η ΣΠΕ Στροβόλου δεν θα έχει απαίτηση από την περιουσία της συζύγου του και του έλεγε να προχωρήσει με τις μεταβιβάσεις.

Αντεξεταζόμενος ρωτήθηκε για ποιο λόγο η σύζυγός του μεταβίβασε τα ακίνητα το 2016 αφού ο ίδιος, όπως ανέφερε, την παρακαλούσε για χρόνια.  Απάντησε: «Εθώρουν ότι που κάναν τη διαιτησία, είναι η κουβέντα εθώρουν ότι με δόλιο τρόπο η τράπεζα έρχετουν και μεγάλωνε το ποσό και απαίτουν, ήθελα να φύγει από τη [σύζυγό μου] να πάει στα εγγόνια μου ή να μου τα γυρίσει πάνω μου».

Ερωτηθείς αν η αιτήτρια ενοχλούσε τη σύζυγο και τον υιό του μέχρι το 2016 για να πληρώσουν το χρέος, απάντησε ότι λάμβαναν επιστολές και «ανησυχούσαν».  Έβλεπε, είπε, ότι κινδύνευε η περιουσία του. Πρόσθεσε: «Όπως πήγαιναν τα πράματα φως φανάρι, με δόλο της τράπεζας να μου πιάσει την περιουσία μου».

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι αγόρευσαν γραπτώς και προφορικώς.  Ο καθ’ ου η αίτηση 6 υιοθέτησε την αγόρευση της πλευράς των καθ’ ων η αίτηση 1-5.

Έλαβα υπόψη μου την αίτηση, τις ενστάσεις, τη μαρτυρία και τις αγορεύσεις στο σύνολό τους, έστω κι αν δεν γίνεται ρητή αναφορά στο κείμενο της απόφασης.  Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο.

Πρωτίστως θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ στη θέση του ευπαίδευτου συνήγορου των καθ’ ων η αίτηση 1-5 στην αγόρευσή του σε σχέση με την ιδιότητα της αιτήτριας: «Γράφω στην αγόρευσή μου ότι, και για να μην το επαναλάβω, βεβαίως, ότι στη συντριπτική πλειοψηφία τους αυτές οι αιτήσεις αποτυγχάνουν όταν έχεις να κάνεις με τράπεζα ή ταμεία εξαγοράς πιστώσεων».  Πρόσθεσε: «Σε όλες τις υποθέσεις των δανειοληπτών, ο μόνος δανειολήπτης που δικαιώθηκε ένας είναι».  Με κάθε σεβασμό, κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της γεγονότα και τη μαρτυρία που κάθε διάδικος επιλέγει να προσκομίσει.  Όλοι είναι ίσοι ενώπιον της δικαιοσύνης.  Δεκαετίες πριν, το Ανώτατο Δικαστήριο στη Δημοκρατία v. Κυριάκου (1990) 2 Α.Α.Δ. 264 τόνισε τον απρόσωπο χαρακτήρα της δικαστικής λειτουργίας.  Παραθέτω τα όσα εκεί λέχθηκαν, τα οποία υιοθετώ για σκοπούς της παρούσας:

«Θέλουμε να βεβαιώσουμε τον εφεσίβλητο και τον καθένα ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον της δικαιοσύνης. Η ίση μεταχείριση των διαδίκων αποτελεί θεμέλιο της δικαιοσύνης.  Η διακήρυξη του εξέχοντος Δικαστή Atkin στην υπόθεση Liversidge v. Anderson [1942] A.C. 206, βλ. επίσης απόφαση του Λόρδου Scarman στην Inland and Revenue Commissioners v. Rossminster Limited [1980] 1 All E.R. 80 (HL)), ότι “Judges are no respecters of persons” (οι Δικαστές δε γνωρίζουν άτομα), προσδιορίζει τη θέση του Δικαστή έναντι παντός και πάντων.  Οι Δικαστές δεν αναγνωρίζουν πρόσωπα, όσο ψηλά κι αν βρίσκονται, αλλά αρχές δικαίου που ομιλούν, όπως διακήρυξε ο Lord Atkin στην ίδια υπόθεση, πάντα την ίδια γλώσσα, τη γλώσσα του δικαίου.  Αναγνωρίζουμε ότι είναι μέσα από την απαρασάλευτη προσήλωση των Δικαστών στον απρόσωπο χαρακτήρα της δικαστικής λειτουργίας που το δικαστικό έργο μετουσιώνεται σε πράξη δικαιοσύνης.  Η αρχή της ίσης μεταχείρισης των διαδίκων κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα ως θεμελιώδες δικαίωμα.  Το Άρθρο 28.1 ορίζει ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και της δικαιοσύνης.» 

Παρακολούθησα τους μάρτυρες έχοντας υπόψη τις σχετικές αρχές (Δ. Κούβα και Υιοί Λτδ v. Γενικού Εισαγγελέα, Πολ. Έφεση 295/15, ημερ. 17.7.24 και Παναγή v. Χρυσοδόντα, Πολ. Έφεση 249/15 κ.ά., ημερ. 6.6.24).  Η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται σε συνάρτηση με τα επίδικα θέματα και τα τεκμήρια (Ιωαννίδης v. Στυλιανός & Γεώργιος Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ, Πολ. Έφεση 369/14, ημερ. 25.5.22), ECLI:CY:AD:2022:A214.

Ο ΜΑ1 μου έκανε πολύ καλή εντύπωση.  Απαντούσε με πληρότητα.  Ουδεμία τάση καταφυγής στο ψεύδος διαπιστώθηκε.  Περιορίστηκε να αναφέρει, όπως είπε, στα όσα γνώριζε από τα έγγραφα που έχει στην κατοχή του (Ρώσσου v. Ελληνικής Τράπεζας (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Πολιτική Έφεση 448/12, ημερ. 17.12.18), ECLI:CY:AD:2018:A543.  Κατέθεσε σχετικά τεκμήρια.  Η αξιοπιστία του δεν κλονίστηκε.  Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση στην τελική αγόρευσή της εισηγήθηκε ότι θα πρέπει να κηρυχθεί αναξιόπιστος «εφόσον ο ίδιος παραδέχτηκε ότι καθηκόντως δίνει μαρτυρία ενώπιον των Δικαστηρίων για τις υποθέσεις των αιτητών και κατά την άποψη μας έχει και Δικαστική γνώση το Δικαστήριο για την εκ του καθήκοντος του μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου».  Με κάθε σεβασμό, όταν του υποβλήθηκε ότι προσήλθε στο Δικαστήριο «με καθήκον» να βοηθήσει την αιτήτρια, αυτός απάντησε ότι «διαφωνεί πλήρως» και ότι κατέθεσε μόνο για όσα «έχει δει και είναι βέβαιος για αυτά που έχει προαναφέρει».  Με ειλικρίνεια ανέφερε ότι δεν μπορεί να τοποθετηθεί για θέματα που δεν γνωρίζει, όπως την οικογενειακή κατάσταση ή την οικονομική κατάσταση των καθ’ ων η αίτηση.  Το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία του.

Ο ΜΑ2 μου έκανε καλή εντύπωση.  Η μαρτυρία του περιορίστηκε κυρίως στο πότε αποχώρησε ο Δημητράκης από τη θέση του γραμματέα της ΣΠΕ Στροβόλου.  Παρέμεινε σταθερός στις θέσεις του.  Ουδεμία αντίφαση διαπιστώθηκε.  Η αξιοπιστία του δεν κλονίστηκε.  Το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία του.

Η μαρτυρία της καθ’ ης η αίτηση 1 παρουσιάζει αδυναμίες.

Θέση της ήταν, για να καταδείξει ότι δεν είχε δόλια πρόθεση, ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν με τη συγκατάθεση της αιτήτριας.  Στην ένορκη δήλωσή της, ημερ. 5.2.20 που συνοδεύει την ένσταση, αναφέρει: «Ο τότε πρόεδρος και γραμματέας της ΣΠΕ Στροβόλου, Δημητράκης [   ], μας ενημέρωσε ότι δεν είχαν ένσταση όταν του το ανέφερα προσωπικά».  Η αιτήτρια απάντησε με τη συμπλ. ένορκη δήλωση, ημερ. 19.1.23, ότι οι ισχυρισμοί της καθ’ ης η αίτηση 1 δεν είναι αληθείς αφού ο Δημητράκης αντικαταστάθηκε τον Μάιο 2014.  Η καθ’ ης η αίτηση 1 απάντησε με τη συμπλ. ένορκη δήλωσή της, ημερ. 28.3.23, ότι ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι ο Δημητράκης «έφυγε από το 2015 (sic) δεν αληθεύει και ούτε επισύναψε [ο ενόρκως δηλών] οποιοδήποτε έγγραφο παύσης του ή διορισμού του νέου γραμματέα όπως ισχυρίζεται και ο σχετικός ισχυρισμός του γίνεται πάλιν με σκοπό να κριθώ αναξιόπιστη και για να παραπλανηθεί το Δικαστήριο».

Αντίθετα, αντεξεταζόμενη ανέφερε (κατ’ επανάληψη) ότι ο Δημητράκης «έφυγε» από τη ΣΠΕ Στροβόλου το 2014.  Ρωτήθηκε για ποιο λόγο ισχυρίζεται ότι, όταν μεταβίβαζε τα ακίνητα το 2016, είχε τη συγκατάθεση του «τότε» γραμματέα της ΣΠΕ Στροβόλου, Δημητράκη, ο οποίος είχε αποχωρήσει δύο χρόνια πριν τις μεταβιβάσεις.  Αρχικά ανέφερε ότι τη διαβεβαίωνε ότι δεν χρειάζεται να ανησυχεί για την υπόλοιπη περιουσία της αφού το ενυπόθηκο ακίνητο θα κάλυπτε το χρέος.  Της υποδείχθηκε ότι δεν είναι αυτό που ρωτήθηκε.  Απάντησε: «Ναι, κατάλαβα τι θέλετε να πείτε».  Ερωτηθείσα αν λέει ψέματα στην ένορκη δήλωσή της, απάντησε: «Όχι. Κοιτάξετε να δείτε, πήγαινα πολλές φορές στον κύριο Δημητράκη και βρεθήκαμε και μετά που έφυγε και πριν και η ίδια κουβέντα ήταν “είσαι υπόθηκη, μην αγχώνεσαι».  Όταν της υποδείχθηκε ότι στη συμπλ. ένορκη δήλωσή της, ημερ. 28.3.23, η ίδια διαψεύδει τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι ο Δημητράκης «έφυγε» από το 2014, απάντησε ότι αυτός που το έγραψε έκανε «λάθος».  Ερωτηθείσα γιατί ένιωθε ότι ήθελε τη συγκατάθεση του Δημητράκη αφού από το 2014 είχε φύγει, απάντησε: «Όχι, δεν ήθελα τη συγκατάθεσή του.  Απλώς τσακώνουμουν με τον σύζυγό μου, δεν ήθελα να μπερτέψω πιο πολλά και τον [σύζυγό μου].  Ήθελα να τελειώσει η υπόθεση διότι και το οικόπεδο τούτο με λεφτά δικά του που έγιναν και έχασα τα και τσακωνόμασταν συνέχεια γιατί του έτρωγα τα λεφτά του».  Εξάλλου, η μαρτυρία της (ότι ο Δημητράκης «έφυγε» από τη ΣΠΕ Στροβόλου από το 2014) είναι αντίθετη με τη θέση που υποβλήθηκε στον ΜΑ2 από την πλευρά της, ήτοι ότι «ερχόταν μέχρι το 2017 στη ΣΠΕ Στροβόλου».

Ήταν επίσης θέση της, για να καταδείξει ότι δεν είχε δόλια πρόθεση, ότι συμφώνησε με την αιτήτρια να εκποιηθεί το ενυπόθηκο ακίνητο προς εξόφληση του χρέους.  Ερωτηθείσα σχετικά ανέφερε αντεξεταζόμενη ότι υπέγραψε στο πλαίσιο της διαιτησίας όπως το ενυπόθηκο ακίνητο μεταβιβαστεί στην αιτήτρια προς εξόφληση του χρέους: «Έγινε η διαιτησία και υπογράψαμε να γίνει αυτό το πράγμα και συμφώνησε και ο Δικαστής και είπαμε την οικονομική κατάσταση του [πρωτοφειλέτη] και είπε “εντάξει, συμφωνούμε να πιάσουμε τα οικόπεδα και να σβήσουμε τα δάνεια».  Ο ισχυρισμός αυτός προβλήθηκε για πρώτη φορά στη δια ζώσης μαρτυρία της.  Δεν αναφέρεται στις ένορκες δηλώσεις της, ημερ. 5.2.20 και 28.3.23.  Ούτε υποβλήθηκε στους μάρτυρες της αιτήτριας.  Αντίθετα, τέτοια συμφωνία δεν αναφέρεται στη διαιτητική απόφαση, παρά μόνο η επιδίκαση του ποσού.  Το δε Διάταγμα εγγραφής εκδόθηκε εκ συμφώνου.  Αυτή ήταν η θέση που υποβλήθηκε στον ΜΑ1 από την πλευρά των καθ’ ων η αίτηση 1-5: «εκδόθηκε εκ συμφώνου, δηλαδή παρουσιάστηκαν δικηγόροι εκ μέρους των 1 και 2 και δέχτηκαν να εγγραφεί η διαιτητική απόφαση».  Η θέση δικηγόρου κατά την αντεξέταση αντιδίκου δεσμεύει τον διάδικο που εκπροσωπεί.  Πάγια νομολογιακή αρχή η οποία επαναλήφθηκε πρόσφατα στην Τ&Μ Οικονόμου και Υιός Λτδ κ.ά. v. SCY CAC Limited, Πολιτική Έφεση 353/18, ημερ. 28.3.24. 

Ήταν περαιτέρω η θέση της ότι μεταβίβασε το ακίνητο 2 στον εν διαστάσει σύζυγό της επειδή ο πατέρας της του το υποσχέθηκε όταν είχαν παντρευτεί το 1975.  Η θέση αυτή προβλήθηκε για πρώτη φορά στην αντεξέταση.  Αντίθετα, στην ένορκη δήλωσή της, ημερ. 5.2.20 που συνοδεύει την ένστασή της, αναφέρει: «Όλα τα ακίνητα είναι του εν διαστάσει συζύγου μου παρά το ότι είναι γραμμένα πάνω μου πλην του [ακινήτου 2] που είναι κληρονομικό από τους γονείς μου και είναι δικό μου».    

Ήταν ακόμη η θέση της στην ένορκη δήλωσή της, ημερ. 5.2.20 που συνοδεύει την ένστασή της, για να καταδείξει ότι η αιτήτρια γνώριζε για τις μεταβιβάσεις, ότι το 2014 δεσμεύτηκε να μην καταθέσει ΜΕΜΟ επί της επίδικης περιουσίας: «Η τράπεζα μας έπεισε να δεχτούμε απόφαση για εγγραφή της διαιτητικής απόφασης γνωρίζοντας ότι είχα άλλη περιουσία που ήθελα να αφήσω στα εγγόνια μου με τη σύμφωνη γνώμη του εν διαστάσει συζύγου μου χωρίς να θέσουν προηγουμένως θέμα δέσμευσης της περιουσίας στο όνομα μου πράγμα που δεν θα δεχόμουν αν γνώριζα τις προθέσεις τους.  Από το 2014 που ήταν στο όνομά μου η επίδικη περιουσία δεν την δέσμευσαν μέχρι τη μεταβίβασή της αφού τίμησαν τη δέσμευσή τους που μας είχαν δώσει μέσω του Δημητράκη να μην βάλουν μέμο».  Αντίθετα, αντεξεταζόμενη σχετικά ανέφερε ότι ο Δημητράκης δεν αναφέρθηκε σε περιουσία, πλην του ενυπόθηκου ακινήτου για το οποίο τη διαβεβαίωνε ότι κάλυπτε το χρέος.  Ερωτηθείσα γιατί τότε στην ένορκη δήλωσή της μιλά για δέσμευση να μην καταθέσουν ΜΕΜΟ επί της περιουσίας της και αν πρόκειται για λάθος, απάντησε: «Μπορεί. Ορισμένες λέξεις μεν τις παίρνετε πολλά... Με την κουβέντα μπορεί να το ανέφερα εγώ λάθος. Πώς δεσμεύτηκε; Έδωσε μου υπογραφή αφού;».  Ρωτήθηκε τότε: «Δεν μιλήσατε για την υπόλοιπη περιουσία;».  Απάντησε: «Όχι, μόνο για τούτο μιλούσαμε και έλεγε μου “Δεν έχεις κίνδυνο».  Σε άλλο σημείο ρωτήθηκε: «Αλλά [ο Δημητράκης] δεν συμφώνησε, δεν σας δήλωσε ότι δεν θα δεσμεύσει την υπόλοιπη περιουσία σας;».  Απάντησε: «Ναι, άλλασσέ μου το “δεν έχεις κίνδυνο λαλούσε μου”.  Τίποτε άλλο». 

Οι αδυναμίες στη μαρτυρία της, σε ουσιώδεις πτυχές της εκδοχής της, δεν μπορούν να αγνοηθούν.  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία της.

Η μαρτυρία του καθ’ ου η αίτηση 6 παρουσιάζει αδυναμίες.

Ήταν η θέση του ότι οι μεταβιβάσεις δεν ήταν δόλιες και ότι συμφώνησε με τη σύζυγό του να μεταβιβαστεί το ακίνητο 1 στα εγγόνια τους καθότι αυτό επιθυμούσαν ανέκαθεν λόγω των προβλημάτων υγείας της συζύγου του.  Αντίθετα, αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι ζητούσε από τη σύζυγό του να το μεταβιβάσει «διότι θεωρώ τον δόλιο τρόπο της τράπεζας ότι θα έρθει σημείο να μου πιάσει την περιουσία μου, το οποίο έχει τόσα χρόνια από το 1975 που αγωνίζομαι να το κάνω». 

Περαιτέρω, αντεξεταζόμενος ανέφερε (κατ’ επανάληψη) ότι γνώριζε για το χρέος και ανησυχούσε για την περιουσία που ήταν εγγεγραμμένη στο όνομα της συζύγου του: «Εθώρουν ο [υιός μας] δεν δούλευε, δεν εδίαν τη δόση του και εμουρμούρουν του να πάτε να τα κανονίσετε, να παν τα οικόπεδα, να κλείσει η υπόθεση.  Εγώ δεν διακινδυνεύω την περιουσία που έκανα».  Ερωτηθείς τι έγινε τον Απρίλιο 2016 και η συζύγος του μεταβίβασε τα ακίνητα, τα οποία για δεκαετίες ήταν στο όνομά της, απάντησε:  «Τι έγινε;  Με την πίεση τη δική μου όπως πήγαιναν τα πράγματα, φως φανάρι, με δόλο της τράπεζας να μου πιάσει την περιουσία μου».  Αντίθετα, ο (τότε) δικηγόρος του υπέβαλε στον ΜΑ1 ότι ο καθ’ ου η αίτηση 6 «δεν είχε ιδέα για τις οφειλές της καθ’ ης η αίτηση 1 και του [υιού τους] προς τη ΣΠΕ Στροβόλου» (Τ&Μ Οικονόμου και Υιός Λτδ (ανωτέρω)).

Ήταν επίσης η θέση του ότι το ακίνητο 2 είναι δικό του επειδή του «το έταξε» ο πεθερός του όταν αρραβωνιάστηκε το 1972.  Ο ισχυρισμός αυτός προβλήθηκε για πρώτη φορά στη δια ζώσης μαρτυρία του.  Δεν αναφέρεται στην ένορκη δήλωσή του.  Πέραν τούτου, αντεξεταζόμενος ανέφερε ότι, όταν αρραβωνιάστηκε με τη σύζυγό του, ο πεθερός του «πήγε να της το δώσει».  Ερωτηθείς αν ο πεθερός του είπε ότι προτιμά να το δώσει στη σύζυγό του, απάντησε: «Είπα έτασσε τα χωράφια για να παντρέψει την κόρη του…».  Ρωτήθηκε: «Να σας το δώσει;  Της κόρης του ήταν να το δώσει.  Εν τζιαι ήταν να σας το δώσει εσάς;».  Απάντησε: «Ναι αλλά έταξε μου ένα χωράφι…».

Οι αδυναμίες στη μαρτυρία του, και μάλιστα σε ουσιώδεις πτυχές της εκδοχής του, είναι εμφανείς.  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί σε αυτή.

Προτού καταγραφούν τα ευρήματα του Δικαστηρίου, σημειώνω τα εξής:

Ο ΜΑ1 προσκόμισε σημειώσεις της συναδέλφου του, Αναστασίας, στις οποίες καταγράφεται ότι λίγες μέρες πριν τις μεταβιβάσεις, επικοινώνησε με την καθ’ ης η αίτηση 1 για σκοπούς εξώδικης διευθέτησης του χρέους, όμως η τελευταία δεν αποδέχτηκε την πρότασή της (Τεκμήρια 6 και 7).  Πρόκειται για εξ ακοής μαρτυρία.  Η βαρύτητα που θα της δοθεί επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις (άρθρο 27, Κεφ. 9, Γρηγορίου v. Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση 233/15, ημερ. 29.5.24, Haji κ.ά. v. Adonis Baths Mavrokolimbos Waterfalls Ltd κ.ά., Πολιτική Έφεση 192/14, ημερ. 10.5.22), ECLI:CY:AD:2022:D181.  Η Αναστασία δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να αντεξεταστεί.  Τα έγγραφα φέρουν χρονοσφραγίδα («timestamp») 1.12.17.  Ο ΜΑ1 επεξήγησε ότι η χρονοσφραγίδα αφορά, υπό κανονικές συνθήκες, την ημερομηνία καταχώρισης, όμως εδώ είναι η ημερομηνία μεταφοράς των καταχωρίσεων από το παλιό σύστημα στο νέο.  Ερωτηθείς αν στο σύστημα υπάρχει κωδικός ταυτοποίησης, απάντησε ότι δεν γνωρίζει πώς δουλεύει το σύστημα και ότι απλώς βλέπει τι αναπαράγεται στην οθόνη.  Ουδεμία βαρύτητα, υπό τις περιστάσεις, μπορεί να δοθεί στην εξ ακοής μαρτυρία. 

Ομοίως, ουδεμία βαρύτητα μπορεί να δοθεί στις χειρόγραφες σημειώσεις της οικονομολόγου Άννας, τις οποίες κατέθεσε ο καθ’ ου η αίτηση 6, για να καταδείξει τις ενέργειές της για να αναδιαρθρωθούν τα δάνεια του υιού του (Τεκμήριο 27).  Η Άννα δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να αντεξεταστεί.  Οι σημειώσεις φέρουν ημερομηνίες 3.4.18 και 11.4.18 και αφορούν γεγονότα μεταγενέστερα των μεταβιβάσεων. 

Η επιστολή, ημερ. 28.6.17, και το έντυπο με τίτλο Κατάσταση Προσωπικών Οικονομικών Στοιχείων του πρωτοφειλέτη, ημερ. 15.4.18, (Τεκμήριο 19 και 26) τα οποία κατατέθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση 1 και 6 αντίστοιχα για να καταδείξουν ότι γίνονταν προσπάθειες διευθέτησης είναι μεταγενέστερα των μεταβιβάσεων.  Ούτε υποδείχθηκαν στους μάρτυρες της αιτήτριας.

Από την αξιόπιστη μαρτυρία αποτελούν ευρήματα του Δικαστηρίου ότι η καθ’ ης η αίτηση 1 ήταν εγγυήτρια σε δάνειο που δόθηκε στον υιό της.  Το 2012 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον τους για το ποσό των €118.662,30, πλέον τόκους.  Το 2014, στην παρουσία του δικηγόρου τους, εκδόθηκε εκ συμφώνου Διάταγμα εγγραφής.  Τον Απρίλιο 2016 η καθ’ ης η αίτηση 1 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στα εγγόνια της ένα σπίτι (μερίδιο όλο) στην [   ] (ακίνητο 1).  Αυθημερόν μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον σύζυγό της ένα ακίνητο (¼ μερίδιο) στο [   ] (ακίνητο 2).  Λίγες μέρες μετά, μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς στον σύζυγό της μια διώροφη κατοικία (½ μερίδιο) στο [   ] (ακίνητο 3).  Ουδέν ποσό πληρώθηκε έναντι του χρέους από την έκδοση της διαιτητικής απόφασης.  Το οφειλόμενο ποσό σήμερα, μετά την εκποίηση του ενυπόθηκου ακινήτου, είναι €136.837,74, πλέον τόκους.  Ο Δημητράκης ήταν γραμματέας της ΣΠΕ Στροβόλου μέχρι τον Μάιο 2014.     

Η αίτηση βασίζεται στον περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6.  Σχετικές είναι οι πρόσφατες Καή v. Γεώργιος Κωνσταντινίδης Ακίνητα Λτδ, Πολιτική Έφεση 174/18, ημερ. 31.5.24, Καλέζα v. Ιωάννου, Πολιτική Έφεση 65/18, ημερ. 30.5.24 και Καρυδά κ.ά. v. Λυκούργου, Πολιτική Έφεση 182/18, ημερ. 17.5.24.

Το Κεφ. 62 προνοεί ότι κάθε δωρεά ακίνητης περιουσίας που γίνεται από πρόσωπο με πρόθεση να παρεμποδίσει τους πιστωτές του να ανακτήσουν το χρέος του, θεωρείται ότι είναι δόλια και άκυρη και η περιουσία δύναται να κατασχεθεί και να πουληθεί προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους (άρθρο 3(1)).  Όταν η μεταβίβαση έγινε χωρίς χρηματικό αντάλλαγμα σε γονέα, σύζυγο, παιδί ή αδελφό του δικαιοπάροχου, το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση έγινε με καλή πίστη και χωρίς πρόθεση να παρεμποδίσει τους πιστωτές του, έχει ο δικαιοπάροχος και το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση (άρθρο 3(2)). 

Το Κεφ. 6 προνοεί ότι η δωρεά περιουσίας του εξ αποφάσεως οφειλέτη προς όφελος τρίτου η οποία γίνεται με σκοπό την παρεμπόδιση ικανοποίησης του εξ αποφάσεως χρέους του οφειλέτη συνιστά πράξη καταδολίευσης (άρθρο 91Α(1)).  Τέτοια δωρεά τεκμαίρεται, μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, ότι έγινε με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή (άρθρο 91Α(2)).  Η καταδολιευτική μεταβίβαση δύναται να κηρυχθεί άκυρη, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου (άρθρο 91Γ(1)).  Το Δικαστήριο δύναται, εκδίδοντας το ακυρωτικό Διάταγμα, να διατάξει όπως το περιουσιακό στοιχείο κατασχεθεί και πουληθεί προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους, να ακυρωθεί η εγγραφή και να επανεγγραφεί στο όνομα του οφειλέτη και η επανεγγραφή να συνοδεύεται με εγγραφή του εξ αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνση (άρθρο 91Γ(2)).  

Το βάρος απόδειξης είναι στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Καή (ανωτέρω)). 

Θέση των καθ’ ων η αίτηση στην αγόρευσή τους ήταν ότι δεν μπορούν να εξεταστούν τα Κεφ. 62 και Κεφ. 6 στην ίδια αίτηση:  «…το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει και τα άρθρα του Κεφ. 6 τα οποία αναφέρονται στη νομική βάση της αίτησης εφόσον αυτά είναι μέρος και αποτελούν τη συνέχεια της αίτησης 1482/13 και όχι αυτοτελή διαδικασία στην οποία μπορούσαν να αλλάξουν τον τίτλο της αίτησης και να προσθέσουν τους καθ’ ων η αίτηση ως διάδικους.  Ούτε ζητείται με την αίτηση μέτρο και διάταγμα εκτέλεσης και ούτε η αίτηση του Κεφ. 6 γίνεται με αυτοτελή πρωτογενή αίτηση όπως η αίτηση του Κεφ. 62 αλλά γίνεται με αίτηση δια κλήσεως στη βάση της Δ.48 και παρά του ότι η Δ.48 καταγράφεται στη νομική βάση της αίτησης εντούτοις αυτή έπρεπε να γίνει με τον τίτλο της αρχικής αίτησης ο οποίος δεν έχει τροποποιηθεί ποτέ με αίτηση τροποποίησης των αιτητών και παραμένει ο ίδιος όπως ήταν αρχικά όταν καταχωρήθηκε η αίτηση.  Υπενθυμίζουμε το Δικαστήριο ότι οι αιτήσεις τροποποίησης των αιτητών δεν αφορούσαν την αρχική γενική αίτηση αλλά την αυτοτελή αίτηση ημερομηνίας 18.9.18».  Τέτοιος λόγος ένστασης δεν εντοπίζεται. 

Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση, ορθώς με βάση το άρθρο 4, Κεφ. 62, καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της γενικής αίτησης στην οποία εκδόθηκε απόφαση -έστω κι αν δικονομικά αποτελεί αυτόνομη διαδικασία- με την προσθήκη στον τίτλο των νέων ιδιοκτητών (Gron v. Χαραλαμπίδη, Πολιτική Έφεση 328/13, ημερ. 16.4.19), ECLI:CY:AD:2019:A146.  Ουδεμία παρατυπία ή επηρεασμός στα δικαιώματα των διαδίκων διαπιστώνεται από τη συμπερίληψη και των δύο νόμων στη νομική βάση της αίτησης.  Στη διαδικασία έλαβαν μέρος όλοι οι αναγκαίοι διάδικοι, είχαν την ευκαιρία να θέσουν τις θέσεις τους και να προσκομίσουν τη μαρτυρία που επιθυμούσαν, όπως και έπραξαν.  Αν γινόταν αποδεκτή η εισήγηση των καθ’ ων η αίτηση, θα είχε ως αποτέλεσμα τον κατακερματισμό διαδικασιών που αποσκοπούν στο ίδιο αποτέλεσμα. 

Ούτε η προσθήκη των νέων ιδιοκτητών στον τίτλο της αίτησης εμποδίζει το Δικαστήριο να εξετάσει τις πρόνοιες του Κεφ. 6, ως εισηγούνται οι καθ’ ων η αίτηση.  Ό,τι έχει σημασία είναι ότι έλαβαν μέρος στη διαδικασία όλα τα αναγκαία πρόσωπα, και όχι η μορφή του τίτλου.  Στη Λαούρη κ.ά. v. Themis Portfolio Management Holdings Limited, Πολιτική Έφεση E167/17, ημερ. 17.6.24, εξετάζοντας τη μη συμπερίληψη ενδιαφερόμενου προσώπου στον τίτλο της αίτησης, το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι με δεδομένη τη συμμετοχή όλων των αναγκαίων προσώπων στη διαδικασία χωρίς να επηρεάζονται, το θέμα του τίτλου «απολήγει πραγματικά τυπικής μορφής και ήσσονος σημασίας, μη δυνάμενο να επιδράσει  καταλυτικά, γενικότερα στη διαδικασία». 

Η καθ’ ης η αίτηση 1 κατά το χρόνο μεταβίβασης ήταν εξ αποφάσεως οφειλέτης.  Δύο χρόνια πριν, εκδόθηκε εκ συμφώνου το Διάταγμα εγγραφής (Τεκμήριο 5).    

Η αιτήτρια είναι εξ αποφάσεως πιστωτής.  Το Διάταγμα εγγραφής εκδόθηκε υπέρ της ΣΠΕ Στροβόλου Λτδ.  Το 2017 μετέφερε, ως ανέφερε ο ΜΑ1, όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της στη ΣΕΔΙΠΕΣ, η οποία το 2022 μετέφερε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της στην αιτήτρια (Τεκμήρια 1-3).  Οι ειδοποιήσεις, ημερ. 20.9.21 και 7.11.22 αντίστοιχα, οι οποίες κατατέθηκαν με βάση το άρθρο 49ΣΤ, Ν.22/85 και το άρθρο 18, Ν.169(Ι)/15, βρίσκονται στον φάκελο του Δικαστηρίου.  Δεν χρειαζόταν να επανακαταχωρηθούν, ως εισηγούνται οι καθ’ ων η αίτηση.  Ούτε η δικονομική αυτοτέλεια της αίτησης, με βάση το Κεφ. 62, εμποδίζει το Δικαστήριο να λάβει γνώση του περιεχομένου του φακέλου, ως εισηγούνται οι καθ’ ων η αίτηση.  Αντίθετα, ο νόμος προνοεί για την καταχώριση της αίτησης στη διαδικασία που έχει ακουστεί «ούτως ώστε να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ της κυρίως αγωγής ή άλλης εναρκτήριας διαδικασίας...  Κατ’ αναλογία, λοιπόν, ορθό και λογικά αναμενόμενο είναι η ενιαία και σφαιρική αντίκριση και επίλυση θεμάτων που αναδύονται από το ίδιο υπόβαθρο γεγονότων ή έχουν κοινή θεματολογία» (ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ κ.ά. v. Lakis Georgiou Construction Ltd, Πολιτική Έφεση 214/12, ημερ. 28.9.18), ECLI:CY:AD:2018:A422.

Τα ακίνητα 2 και 3 μεταβιβάστηκαν από την καθ’ ης η αίτηση 1 δυνάμει δωρεάς στον σύζυγό της.  Τεκμαίρεται ότι οι μεταβιβάσεις ήταν δόλιες (άρθρο 3(2), Κεφ. 62 και άρθρο 91Α(2), Κεφ. 6).  Το βάρος απόδειξης είναι στους ώμους των καθ’ ων η αίτηση να αποδείξουν στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν με καλή πίστη (Ζίττη κ.ά. ν. Φθαρτεμπορική Α/φοι Α. Κατσαρής Π. Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. Ε92/14, ημερ. 16.7.19), ECLI:CY:AD:2019:A308.  Οι καθ’ ων η αίτηση δεν προσκόμισαν αξιόπιστη μαρτυρία.  Το Δικαστήριο, για τους λόγους που έχουν επεξηγηθεί, δεν μπορεί να βασιστεί στη μαρτυρία τους.  Οι ισχυρισμοί τους, για παράδειγμα ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν με τη σύμφωνη γνώμη της αιτήτριας, ότι το εξ αποφάσεως χρέος είχε εξοφληθεί ή ότι τα ακίνητα ανήκαν στον σύζυγό της, δεν έχουν αποδειχθεί.  Επομένως, το τεκμήριο ότι οι μεταβιβάσεις των ακινήτων ήταν δόλιες δεν ανατράπηκε.

Το ακίνητο 1 μεταβιβάστηκε από την καθ’ ης η αίτηση 1 δυνάμει δωρεάς στα εγγόνια της.  Εξετάζοντας τις πρόνοιες του Κεφ. 62, τα εγγόνια δεν περιλαμβάνονται στα πρόσωπα για τα οποία δημιουργείται τεκμήριο δόλιας μεταβίβασης (άρθρο 3(2)).  Με κάθε σεβασμό προς την εισήγηση της αιτήτριας για το αντίθετο, ένας νόμος δεν μπορεί να διευρυνθεί ερμηνευτικά ώστε να προβλέψει για κάτι για το οποίο δεν έχει γίνει πρόνοια (Κρονίδης v. Κυπριακής Δημοκρατίας 2009 3 Α.Α.Δ. 669).  Το βάρος απόδειξης επομένως, με βάση το Κεφ. 62, ότι το ακίνητο μεταβιβάστηκε δόλια είναι στους ώμους της αιτήτριας.  Το ακίνητο ήταν εγγεγραμμένο στο όνομα της καθ’ ης η αίτηση 1 από το 1980.  Το 2012 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση εναντίον της.  Το 2014 εκδόθηκε εκ συμφώνου Διάταγμα για εγγραφή και εκτέλεσή της.  Δύο χρόνια μετά, η καθ’ ης η αίτηση 1 μεταβίβασε δυνάμει δωρεάς το ακίνητο στα εγγόνια της.  Από την έκδοση της διαιτητικής απόφασης μέχρι τη μεταβίβαση ουδέν ποσό πληρώθηκε έναντι του εξ αποφάσεως χρέους από την καθ’ ης η αίτηση 1 ή από τον πρωτοφειλέτη.  Με άλλα λόγια, η καθ’ ης η αίτηση 1 αποφάσισε να αποξενώσει το ακίνητο το οποίο ήταν εγγεγραμμένο στο όνομά της από το 1980, δύο χρόνια μετά την έκδοση του Διατάγματος εγγραφής και εκτέλεσης της διαιτητικής απόφασης εναντίον της.  Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι από την έκδοση της απόφασης μέχρι τη μεταβίβαση ουδέν ποσόν πληρώθηκε έναντι του εξ αποφάσεως χρέους, δεικνύει ότι η μεταβίβαση έγινε από την καθ’ ης η αίτηση 1 με δόλια πρόθεση.  Οι ισχυρισμοί της, για παράδειγμα ότι όταν μεταβίβαζε το ακίνητο θεωρούσε ότι το χρέος ήταν πλήρως εξασφαλισμένο ή ότι η μεταβίβαση έγινε με τη συγκατάθεση της αιτήτριας δεν μπορούν, ελλείψει αξιόπιστης μαρτυρίας, να γίνουν αποδεκτοί. 

Η πλευρά των καθ’ ων η αίτηση ζητά να απορριφθεί η αίτηση επειδή τα εγγόνια ως ανήλικοι τότε, δεν θα μπορούσαν να έχουν πρόθεση καταδολίευσης.  Με κάθε σεβασμό, όπως τονίστηκε πρόσφατα στην Καή, «η πεμπτουσία του πράγματος είναι ο πιστωτής, να υπήρχε στη σκέψη του δικαιοπάροχου την ώρα της μεταβίβασης, όχι κατ’ ανάγκη του δικαιοδόχου».  Στη δε Ζίττη (ανωτέρω) τονίστηκε ότι για να διαπιστωθεί αν η μεταβίβαση έγινε δόλια «η πρόθεση που ο μεταβιβάζων είχε, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, αποτελεί το ουσιώδες». 

Η αιτήτρια, με βάση τη μαρτυρία ιδωμένη στο σύνολό της, απέσεισε το βάρος απόδειξης ότι η μεταβίβαση ήταν δόλια δυνάμει του Κεφ. 62.    

Ανεξαρτήτως της κατάληξης αυτής, στρεφόμενος στις πρόνοιες του Κεφ. 6, η μεταβίβαση του ακίνητου 1 τεκμαίρεται ότι έγινε με σκοπό την καταδολίευση της αιτήτριας (άρθρο 91Α(2)).  Το βάρος απόδειξης ήταν στους καθ’ ων η αίτηση να αποδείξουν το αντίθετο.  Ελλείψει αξιόπιστης μαρτυρίας, δεν το απέσεισαν.

Εν ολίγοις, τόσο με βάση το Κεφ. 62 όσο και το Κεφ. 6, η αιτήτρια απέδειξε στον αναγκαίο βαθμό ότι οι μεταβιβάσεις των επίδικων ακινήτων ήταν δόλιες. 

Εξετάζοντας τις λοιπές εισηγήσεις στην αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, με κάθε σεβασμό ουδεμία θέση τους συνιστά λόγο για να απορριφθεί η αίτηση.

Εισηγούνται ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί «να διατάξει την αφαίρεση των ακινήτων από το όνομα [των καθ’ ων η αίτηση 2-5] καθόσον όταν μπήκε στο όνομα τους ήταν ανήλικοι και μόνο στα πλαίσια του ειδικού Νόμου του Οικογενειακού Δικαστηρίου περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου μπορεί να αποξενωθεί περιουσία από το όνομα τους άρα το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία στην ακύρωση της μεταβίβασης στο όνομα τους».  Ο Νόμος που επικαλούνται ρυθμίζει θέματα οικογενειακού δικαίου, τα οποία ουδόλως σχετίζονται με τα επίδικα θέματα.

Εισηγούνται ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί επειδή δεν εξασφαλίστηκε άδεια για συνέχιση της διαδικασίας με βάση τη Δ.12 θ.4, επειδή όταν γίνονταν οι μεταβιβάσεις η αιτήτρια ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο και επειδή στις συνταγμένες αποφάσεις της διαιτησίας και του Διατάγματος εγγραφής δεν αναγράφεται στον τίτλο τους το όνομα της αιτήτριας.  Με βάση το άρθρο 49ΣΤ, Ν.22/85 και το άρθρο 18, Ν.169(Ι)/15, ό,τι χρειαζόταν ήταν η καταχώριση των ειδοποιήσεων· όπως και έγινε.

Εισηγούνται ότι η δόλια μεταβίβαση είναι δικαίωμα «ποινικής φύσης» και άρα μη μεταβιβάσιμο.  Ό,τι επιζητείται σε τέτοιες αιτήσεις είναι η ακύρωση μεταβίβασης όταν αυτή γίνεται με σκοπό την καταδολίευση.

Επικαλούνται κατάχρηση διαδικασίας, εκδικητικότητα της αιτήτριας και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώριση της αίτησης με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η δίκαιη δίκη.  Ουδεμία σχετική αξιόπιστη μαρτυρία προσκομίστηκε.  Η αίτηση, σύμφωνα με τον ΜΑ1, καταχωρήθηκε λίγους μήνες μετά που η αιτήτρια έμαθε για τις μεταβιβάσεις.  Ούτε επεξηγήθηκε πώς επηρεάστηκε το δικαίωμα για δίκαιη δίκη.     

Τέλος, έθεσαν θέμα ποια από τις τροποποιημένες αιτήσεις καταχωρήθηκε τελευταία.  Πριν την αντεξέταση του ΜΑ1, το Δικαστήριο αναφέρθηκε στην τελευταία τροποποιημένη αίτηση, τις ενστάσεις και τις συμπλ. ένορκες δηλώσεις[1] και οι ημερομηνίες επιβεβαιώθηκαν από τους συνήγορους.

Η αίτηση εγκρίνεται.

Οι μεταβιβάσεις των ακινήτων ακυρώνονται.  Διατάσσεται η επανεγγραφή τους στο όνομα της καθ’ ης η αίτηση 1.  Η επανεγγραφή να συνοδεύεται ταυτόχρονα με εγγραφή του εξ αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνση επί της ακίνητης περιουσίας.  Τα ακίνητα να κατασχεθούν και να πουληθούν προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους (αιτητικά Α-Δ αντίστοιχα). 

Το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ή άλλο δημόσιο αρχείο, με την προσκόμιση πιστοποιημένου αντίγραφου του Διατάγματος, να προβούν στις αναγκαίες διορθώσεις σε σχέση με τα ακίνητα.

Τα έξοδα δεν εντοπίζεται λόγος γιατί να μην ακολουθήσουν το αποτέλεσμα.  Επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(Υπ.) ……………………..

Χρ. Ε. Χατζηευτυχίου, A.Ε.Δ.



[1] Τροποποιημένη αίτηση, ημερ. 5.11.21 και συμπλ. ένορκη δήλωση, ημερ. 19.1.23.

Ένσταση των καθ’ ων η αίτηση 2-5, ημερ. 5.2.20 και συμπλ. ένορκη δήλωση, ημερ. 28.3.23.

Ένσταση του καθ’ ου η αίτηση 6, ημερ. 13.9.21. 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο