ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Α.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 2266/21

 

Μεταξύ:

A & A KRITIKOS ESTATES LTD

Ενάγοντες

και

 

Πέτρου Ιωαννίδη υπό την ιδιότητά του ως

Παραλήπτης – Διαχειριστής της E. Philippou Limited

Εναγόμενος

-------------------------------------------

Αίτηση ημερομ. 07/10/2021

για έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων

 

Ημερομηνία: 10 Ιουνίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες - Αιτητές: κ. Λιβέρας, για Δ. Π. Λιβέρας & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενο - Καθ’ ου η αίτηση: κ. Χριστοδούλου, για Πανάγος & Πανάγος Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την αίτησή τους οι Ενάγοντες ζήτησαν προσωρινά διατάγματα με τα οποία να διατάσσεται ο Εναγόμενος όπως μη παραβιάζει την οποιαδήποτε υφιστάμενη ή μελλοντική σύμβαση ενοικίασης σε σχέση με το κτίριο στην οδό Αντρέα Αραούζου 38, στην Λευκωσία, να απαγορεύεται στον Εναγόμενο από το να επέμβει στη συμβατική σχέση των Εναγόντων με οποιοδήποτε ενοικιαστή στο συγκεκριμένο κτίριο, καθώς και απαγορευτικό διάταγμα που να μην επιτρέπει στον Εναγόμενο ή τους αντιπροσώπους του να εισέρχονται εντός του συγκεκριμένου κτιρίου.

 

Ως νομική βάση της αίτησης καταγράφηκαν τα άρθρα 5 και 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, τα Άρθρα 11 και 15 του Συντάγματος, το Άρθρο 8(Ι) της ΕΣΔΑ, η Δ.48 θ.θ. 1 ‑ 3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και οι γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα στα οποία βασίζεται η αίτηση παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Μάριου Κρητικού, μοναδικού διευθυντή της Ενάγουσας εταιρείας και εξουσιοδοτημένου στην κατάρτιση της. Είναι η θέση του ότι η Ενάγουσα εταιρεία ιδρύθηκε στις 30/08/2018 ως κτηματική εταιρεία, της οποίας οι μετοχές ανήκουν στις κόρες του. Στις 30/07/2020 ο Εναγόμενος διορίστηκε ως Διαχειριστής – Παραλήπτης της E. Philippou Limited, από την Gordian Holdings Ltd, στην οποία ο ίδιος κατέχει 41 μετοχές από τις 80, ενώ οι υπόλοιπες ανήκουν στον αδελφότεχνό του. Το κτίριο, στην οδό Αντρέα Αραούζου 38, ανήκει στην υπό διαχείριση εταιρεία E. Philippou Limited και αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο, μεσοπάτωμα και τέσσερις ορόφους. Στο ισόγειο υπάρχουν 3 καταστήματα από τα οποία ένα ενοικιάζεται από την θυγατέρα του, το δεύτερο ενοικιάζεται από τους Ενάγοντες ως περίπτερο και το τρίτο είναι άδειο. Στον πρώτο όροφο του κτιρίου υπάρχει ένα διαμέρισμα το οποίο υπενοικιάζει ο ίδιος ως αποθήκη. Στον δεύτερο όροφο, στο διαμέρισμα 201 διαμένει ο ίδιος και το δεύτερο διαμέρισμα είναι ενοικιασμένο. Στον τρίτο όροφο υπάρχουν τρία διαμερίσματα, το ένα είναι εγκαταλελειμμένο και τα άλλα δύο ενοικιάζονται σε αλλοδαπούς και στον τέταρτο όροφο υπάρχει ένα γραφείο το οποίο είναι άδειο και σε κακή κατάσταση.

 

 

Ισχυρίζεται ότι στις 03/06/2019 οι Ενάγοντες συνήψαν σύμβαση ενοικίασης του συγκεκριμένου κτιρίου με ανάληψη υποχρέωσης όπως ανακαινίσουν και ανοικοδομήσουν το κτίριο στην ολότητα του. Μετά την υπογραφή της συγκεκριμένης σύμβασης ενημερώθηκαν όλοι οι ενοικιαστές που κατείχαν διαμερίσματα και καταστήματα ότι ο δικαιούχος των ενοικίων μεταβάλλεται και ετοιμάστηκαν νέες συμβάσεις υπενοικίασης. Η ενοικίαση του καταστήματος που χρησιμοποιεί η θυγατέρα του παρέμεινε σε προφορική βάση, ενώ για τα διαμερίσματα που υπενοικίαζε ο ίδιος υπογράφτηκε γραπτή σύμβαση στις 11/11/2020. Προωθεί τη θέση ότι ο Παραλήπτης - Διαχειριστής της Εναγόμενης εταιρείας αμφισβητεί τη νομιμότητα της σύμβασης ενοικίασης του κτιρίου ημερομηνίας 03/06/2019, υποστηρίζοντας ότι θίγονται τα συμφέροντα των πιστωτών της εταιρείας την οποία εκπροσωπεί και λόγω αυτού παρενοχλεί τους υπενοικιαστές, με επιστολές, ότι θα λάβει νομικά μέτρα εναντίον τους και ότι οφείλουν να διακόψουν τη συμβατική σχέση με τους Ενάγοντες και να καταβάλλουν σε αυτόν τα ενοίκια των υποστατικών. Επιπρόσθετα, με επιστολή ημερομηνίας 30/03/2021 προς τους Ενάγοντες, ο Παραλήπτης - Διαχειριστής ακύρωσε τη συγκεκριμένη σύμβαση ενοικίασης θεωρώντας την ως άκυρη. Οι Ενάγοντες ζήτησαν από τον Παραλήπτη - Διαχειριστή, με επιστολή του δικηγόρου τους, όπως σταματήσει να παρενοχλεί τους υπενοικιαστές στο συγκεκριμένο κτίριο χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι υπενοικιαστές θορυβήθηκαν από τις ενέργειες του Παραλήπτη - Διαχειριστή, ιδιαιτέρα από την παρουσία αστυνομικού οργάνου στο χώρο η οποία στόχευε στον εκφοβισμό των υπενοικιαστών.

 

Ισχυρίζεται, ο Ομνύοντας, ότι οι συγκεκριμένες πράξεις του Παραλήπτη - Διαχειριστή, ήτοι η αποστολή επιστολών και η προσπάθειά του να επέμβει στη συμβατική σχέση των Εναγόντων με τους υπενοικιαστές, οι οποίες είναι επαναλαμβανόμενες, σκοπούν στο να πλήξουν τα δικαιώματα των Εναγόντων αδιαφορώντας για την προκληθείσα ζημιά και το ενδεχόμενο να βρεθούν, οι Ενάγοντες, σε πολύ δυσμενή οικονομική κατάσταση, αφού υπάρχει η πιθανότητα οι ενοικιαστές να εγκαταλείψουν το κτίριο και να μην βρεθούν άλλοι. Προωθεί τη θέση ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση αφού η σύμβαση υπενοικίασης έγινε ένα χρόνο και ένα μήνα πριν να διοριστεί ο Παραλήπτης – Διαχειριστής και ότι είναι καθ' όλα νόμιμη και νομικά εφαρμόσιμη οπόταν υπάρχει πιθανότητα επιτυχίας στην αγωγή. Σε περίπτωση δε που οι Ενάγοντες επιτύχουν στην αγωγή, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο ο Διαχειριστής - Παραλήπτης να μην είναι σε θέση να αποζημιώσει τους Ενάγοντες αφού, στην περίπτωση που το συγκεκριμένο κτίριο παρέλθει στην κατοχή του, θα το πωλήσει ή θα διαλύσει τη συγκεκριμένη εταιρεία, οπόταν οι Ενάγοντες δεν θα μπορούν να εισπράξουν το ποσό της απόφασης. Το συγκεκριμένο κτίριο άξιζε, στις 30/03/2021, €1.540.000. Η υπό διαχείριση εταιρεία έχει παραχωρήσει Κυμαινόμενα Ομόλογα τα οποία ξεπερνούν το ποσό των €9.500.000.

 

Καταχωρίστηκε και συμπληρωματική ένορκη δήλωση του Μάριου Κρητικού, ημερ. 20/01/2023, στην οποία καταγράφει ότι η Ενάγουσα συστάθηκε μετά από διαβουλεύσεις με την Τράπεζα Κύπρου και την Gordian Holdings Ltd σε μια προσπάθεια εξεύρεσης λύσης στις διαφορές που υπήρχαν. Όσον αφορά τις υπενοικιάσεις, προώθησε τη θέση ότι οι υπενοικιαστές αναγνωρίζουν μόνο τους Ενάγοντες, ως νόμιμους δικαιούχους του κτιρίου, στους οποίους καταβάλλουν τα ενοίκια. Τα συγκεκριμένα ενοίκια καταβάλλονται σε μετρητά γιατί η Τράπεζα Κύπρου κατέστησε τους τραπεζικούς λογαριασμούς ανενεργούς, λόγω μη επικαιροποίησης των λογαριασμών, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή η κατάθεση οποιουδήποτε ποσού. Μετά το διορισμό του Παραλήπτη – Διαχειριστή το εξαμηνιαίο ενοίκιο αποστέλλετο στα γραφεία του, πλην όμως αυτός αρνείτο να το παραλάβει. Το συγκεκριμένο ακίνητο προοριζόταν για τον αδελφότεχνό του, ο οποίος κατέχει 39 μετοχές και ο Παραλήπτης – Διαχειριστής είχε ενημερωθεί για αυτό. Καταλήγει, ότι η Τράπεζα με τη συμπεριφορά της επιβεβαιώνει την εγκυρότητα των ενοικιάσεων.

Ο Παραλήπτης - Διαχειριστής αντιμετώπισε την αίτηση με καταχώριση ένστασης στην οποία καταγράφονται εννέα (9) λόγοι ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αφορούν την έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων αφού δεν εγείρεται οποιοδήποτε σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, ότι δεν υπάρχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας αλλά ούτε και αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση εναντίον του Παραλήπτη – Διαχειριστή σύμφωνα με το περιεχόμενο του Γενικά Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος, ότι επιδιώκεται η ικανοποίηση της μοναδικής θεραπείας που επιδιώκεται από τους Ενάγοντες, ήτοι η διατήρηση του ελέγχου της μοναδικής περιουσίας της υπό διαχείριση εταιρείας, ότι η αίτηση προωθείται κακόπιστα, παράτυπα, παραπλανητικά, καταχρηστικά και λανθασμένα, ότι σκοπείται με έμμεσο τρόπο η ανατροπή ή/και καταστρατήγηση των όρων των δύο Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 07/12/2009 δυνάμει των οποίων διορίστηκε ο Παραλήπτης - Διαχειριστής, ότι στην περίπτωση που εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα ο Παραλήπτης - Διαχειριστής θα αποστερηθεί τα δικαιώματα τα οποία του δίδει ο Νόμος, ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της απόρριψης της αίτησης προς διατήρηση του status quo ante, ότι δεν είναι δίκαιο ούτε εύλογο να εκδοθούν τα διατάγματα και ότι η αίτηση είναι νομικά ουσιαστικά και πραγματικά αβάσιμη.

 

Τα γεγονότα που υποστηρίζουν την ένσταση παρατίθενται σε ένορκη δήλωση του Διαχειριστή - Παραλήπτη, ο οποίος τα γνωρίζει προσωπικά. Παραθέτει με λεπτομέρεια τα προσόντα του και ισχυρίζεται ότι ως επαγγελματίας κατέχει εμπειρία, γνώση και σοβαρότητα για να εκτελεί τα χρέη του Διαχειριστή - Παραλήπτη. Όσον αφορά την αίτηση, ισχυρίζεται ότι οι Ενάγοντες ήταν και συνεχίζουν να είναι ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στο μητρώο του Έφορου Εταιρειών. Κατά τη δική του άποψη η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η αγωγή δεν έχει ορατή προοπτική ή πιθανότητα επιτυχίας αφού τα αιτητικά του Κλητήριου Εντάλματος καταγράφουν, ως βάση της αγωγής, την πρόκληση παράβασης σύμβασης, την επέμβαση σε συμβατική σχέση και την παράνομη και εσκεμμένη υπέρβαση των εξουσιών του Διαχειριστή - Παραλήπτη. Υποστηρίζει ότι δεν αναφέρεται, στην ένορκο δήλωση του διευθυντή των Εναγόντων, ότι λόγω των πράξεων του Διαχειριστή - Παραλήπτη οι υπενοικιαστές παράβηκαν τις συμβάσεις υπενοικίασης ή ότι δεν καταβάλλουν τα ενοίκια στους Ενάγοντες. Επίσης, εισηγείται ότι δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη οποιασδήποτε ζημιάς. Προωθεί τη θέση ότι ο ίδιος πάντα ενεργούσε και ενεργεί καθόλα νόμιμα και εντός των εξουσιών του, σύμφωνα με τους όρους των δύο Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης ημερομηνίας 07/12/2009. Ισχυρίζεται ότι νόμιμα έχει τερματίσει την κατ΄ ισχυρισμό συμφωνία ενοικίασης μεταξύ της υπό διαχείριση εταιρείας και των Εναγόντων αφού σύμφωνα με τα στοιχεία που εξασφάλισε αποτελεί εικονική συμφωνία, η οποία συνάφθηκε δόλια και κακόπιστα με σκοπό την αποξένωση του μοναδικού περιουσιακού στοιχείου της υπό διαχείριση εταιρείας.

 

Όσον αφορά το ιστορικό των γεγονότων, καταγράφει ότι στις 30/07/2020 είχε διοριστεί Παραλήπτης - Διαχειριστής της εταιρείας E. Philippou Limited σύμφωνα με τους όρους των δύο Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης και με τον διορισμό του περιήλθαν υπό τον πλήρη έλεγχο του όλα τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, καθώς και η διαχείριση της εμπορικής δραστηριότητας της. Ως Παραλήπτης - Διαχειριστής έχει καθήκον να διαχειριστεί την επιχείρηση και να εκποιήσει τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, έτσι ώστε να καταστεί εφικτή η εξόφληση της οφειλής προς τον πιστωτή που τον διόρισε καθώς και τους προνομιούχους πιστωτές. Επιπρόσθετα από τον πιστωτή η υπό διαχείριση εταιρεία οφείλει περί τις €45.000 στο Τμήμα Φορολογίας και €27.000 σε δημοτικούς φόρους. Το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της υπό διαχείριση εταιρείας είναι το συγκεκριμένο ακίνητο, το οποίο απαρτίζεται από τετραώροφο κτίριο με δέκα μονάδες – υποστατικά. Τόσο η υπό διαχείριση εταιρεία καθώς και οι Ενάγοντες – Αιτητές ελέγχονται από τον Μάριο Κρητικό. Τέσσερις μήνες μετά τον διορισμό του έλαβε γνώση για την ύπαρξη της κατ' ισχυρισμό συμφωνίας ενοικίασης, στην οποία περιλαμβάνονται υπέρμετρα επαχθείς όροι για την εταιρεία. Παράλληλα, ενημερώθηκε ότι τα διαμερίσματα του συγκεκριμένου ακινήτου υπενοικιάζονται σε έξι ενοικιαστές, μεταξύ αυτών και ο διευθυντής των Εναγόντων ο οποίος ενοικιάζει δύο διαμερίσματα με γραπτή συμφωνία που καταρτίστηκε μετά τον δικό του διορισμό, καθώς και η κόρη του, η οποία ενοικιάζει ένα εκ των καταστημάτων δυνάμει προφορικής συμφωνίας. Ο ίδιος θεώρησε ορθό όπως τερματίσει την κατ' ισχυρισμό συμφωνία ενοικίασης, με επιστολή ημερομηνίας 30/03/2021 και ζήτησε από τους Ενάγοντες την παράδοση της κατοχής του ακινήτου.

 

Ισχυρίζεται ότι οι υποχρεώσεις της υπό διαχείριση εταιρείας προς την εταιρεία Gordian Holdings Ltd ανέρχονται στα €3.427.158,000 ενώ, ως προκύπτει από την Έκθεση Καταστάσεως που ο ίδιος ο Διευθυντής της υπό διαχείριση εταιρείας παρέθεσε, η υπό διαχείριση εταιρεία οφείλει ποσά που υπερβαίνουν τα €4 εκατομμύρια. Παρά το γεγονός αυτό, ο Διευθυντής της υπό διαχείριση εταιρείας συνέστησε την Ενάγουσα εταιρεία, με μετόχους τις δύο του κόρες, στην οποία ενοικίασε το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο της υπό διαχείριση εταιρείας αξίας €1.540.000, για €20.000 τον χρόνο. Ο ίδιος αρνείται τους ισχυρισμούς για παρενόχληση των υπενοικιαστών και ισχυρίζεται ότι η αποστολή των επιστολών, από μέρους του προς τους υπενοικιαστές, αποσκοπούσε στην ενημέρωση τους ως προς το πραγματικό νομικό καθεστώς που διέπει την κατοχή των συγκεκριμένων υποστατικών, στη λήψη πληροφοριών για σκοπούς διαχείρισης της συγκεκριμένης περιουσίας και στην προστασία των υπενοικιαστών, εφόσον συνέχιση καταβολής οποιουδήποτε ποσού σε άλλο πρόσωπο πλην του ίδιου, ενδεχομένως να οδηγήσει στη διπλή καταβολή του και στην έξωση τους. Ισχυρίζεται ότι κατά την επίδοση των επιστολών ουδέποτε συνοδευόταν από Αστυνομικό όργανο αλλά από ένα συνεργάτη του νεαρής ηλικίας. Προωθεί τη θέση ότι ο διευθυντής της Ενάγουσας σκόπιμα προσπαθεί να δημιουργήσει εντυπώσεις, με απώτερο σκοπό να παραπλανήσει το Δικαστήριο. Μέχρι σήμερα δεν έχει καταβληθεί, από τους υπενοικιαστές, οποιοδήποτε ενοίκιο στο λογαριασμό της υπό διαχείριση εταιρείας αλλά, ως προκύπτει και από τα Τεκμήρια που επισύναψαν οι Ενάγοντες, τα ενοίκια καταβάλλονται στους Ενάγοντες.

 

Όσον αφορά την κατ' ισχυρισμό συμφωνία ενοικίασης, προωθεί την άποψη ότι συνάφθηκε κατά παράβαση των καθηκόντων πίστεως και εμπιστοσύνης του διευθυντή προς την υπό διαχείριση εταιρεία αφού ενοικιάστηκε με αντάλλαγμα €20.000 ανά έτος για περίοδο 15 ετών, τα ενοίκια τα οποία καταβάλλονται από τους ενοικιαστές είναι πολύ χαμηλά σε σχέση με το αγοραίο ενοίκιο της περιοχής, ενώ η ποινική ρήτρα προκαθορισμένης αποζημίωσης ύψους €100.000 ανά έτος, στην περίπτωση που η υπό διαχείριση εταιρεία καθυστερήσει να προσκομίσει στους Ενάγοντες οποιαδήποτε έγγραφα, καταδεικνύει ότι αναμένετο ο διορισμός Παραλήπτη - Διαχειριστή. Επιπρόσθετα, οι Ενάγοντες ουδέποτε κατέβαλαν οποιοδήποτε ποσό στην υπό διαχείριση εταιρεία υπό μορφή ενοικίου, ως προκύπτει από τη μελέτη των τραπεζικών λογαριασμών της από το 2019 μέχρι και σήμερα. Διαφάνηκε ότι καθ' όλη τη διάρκεια της ενοικίασης, ήτοι από το 2019, οι Ενάγοντες επωφελούνταν από την χρήση του ακινήτου, αφού διαμένει σε δύο από τα διαμερίσματα ο διευθυντής τους, ενώ ένα από τα καταστήματα κατέχεται από τη μέτοχό τους. Επιπρόσθετα, εισπράττουν ενοίκια χωρίς να έχουν τέτοιο δικαίωμα και ενεργούν σε βάρος των πιστωτών της εταιρείας. Ως προκύπτει, από τα ενοικιαστήρια έγγραφα με τους υπενοικιαστές, οι Ενάγοντες λαμβάνουν από τις υπενοικιάσεις συνολικό ετήσιο ενοίκιο ύψους €32.800, ενώ ενοικιάζουν το κτίριο για €20.000. Οπόταν, σε σχέση με το ενοίκιο που ίδιοι καταβάλλουν επωφελούνται ένα ποσό της τάξεως των €12.800 ετησίως.

 

Υποστηρίζει ότι η κατ' ισχυρισμό συμφωνία ενοικίασης συνάφθηκε από τον Μάριο Κρητικό, διευθυντή τόσο των Εναγόντων καθώς και της υπό διαχείριση εταιρείας, κατά παράβαση των όρων των Ομολόγων Κυμαινόμενης επιβάρυνσης, αφού σύμφωνα με τους όρους 14(η) και 15(η) η υπό διαχείριση εταιρεία είχε αναλάβει την υποχρέωση να μην ενοικιάσει το ακίνητο χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας. Καθώς επίσης και κατά παράβαση του εγγράφου υποθήκης Υ14931/09, ημερομηνίας 17/12/2009, αφού στον όρο 8(γ) η υπό διαχείριση εταιρεία ανέλαβε την ίδια υποχρέωση. Εισηγείται ότι ο Μάριος Κρητικός και οι Ενάγοντες επενέβησαν στις συμβάσεις μεταξύ της υπό διαχείριση εταιρείας και της Gordian, παραβιάζοντάς τις, αφού ήταν σε γνώση τους οι όροι των Ομολόγων και της Υποθήκης.

 

Όσον αφορά τη νομική πτυχή, υποστήριξε ότι δεν αποκαλύπτεται σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση ή ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην αγωγή αφού δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη των αστικών αδικημάτων τα οποία επικαλούνται οι Ενάγοντες ή η υπέρβαση εξουσιών από τον ίδιο, αλλά ούτε και αναφέρεται ότι λόγω των δικών του πράξεων οι υπενοικιαστές παράβηκαν τις συμβάσεις υπενοικίασης ή ότι δεν καταβάλλουν τα ενοίκια. Υποστηρίζει ότι δεν αναφέρεται αλλά ούτε τεκμηριώνεται η ύπαρξη οποιασδήποτε ζημιάς από τους Ενάγοντες. Προωθεί τη θέση ότι στην περίπτωση που κριθεί ότι η κατ' ισχυρισμό συμφωνία ενοικίασης είναι έγκυρη, τότε ο τερματισμός της εμπίπτει εντός των εξουσιών του ως Παραλήπτη-Διαχειριστή και είναι απολύτως δικαιολογημένος. Σε σχέση δε με την τρίτη προϋπόθεση, υποστηρίζει ότι δεν εξειδικεύεται οποιαδήποτε ζημιά και ότι τυχόν ζημιές μπορούν να υπολογιστούν σε χρήμα με μεγάλη ευκολία. Παράλληλα, εισηγείται ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι δεν μπορεί να καταβληθεί οποιαδήποτε τυχόν αποζημίωση και ότι αυτοί που θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά είναι η Gordian και οι λοιποί πιστωτές της υπό διαχείριση εταιρείας, στην περίπτωση που η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ των Εναγόντων. Καταγράφει ότι ο ίδιος, από την ημερομηνία του διορισμού του, είναι προσωπικά υπεύθυνος και σε περίπτωση ατυχήματος στο κτίριο, το οποίο δεν έχει συντηρηθεί για χρόνια, θα φέρει ευθύνη. Καταλήγει ότι το ισοζύγιο της δικαιοσύνης γέρνει υπέρ των Εναγόμενων, αφού τυχόν έγκριση της αίτησης θα καταστήσει τον δικό του διορισμό ανενεργό χωρίς καν να έχει αμφισβητηθεί, γι’ αυτό ζητά την απόρριψη της αίτησης.

 

Και οι δύο πλευρές προώθησαν τις εκατέρωθεν θέσεις με εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Η κα Χριστοδούλου προέβη και σε δια ζώσης επισημάνσεις προς υποβοήθηση του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο έχει υπόψη του όλα όσα έχουν καταγραφεί και λεχθεί και θα αναφερθεί σ΄αυτά όπου κρίνει τούτο απαραίτητο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Προτού το Δικαστήριο εξετάσει τα ζητήματα που έχουν εγερθεί, θεωρεί ότι είναι το κατάλληλο στάδιο για να συνοψιστεί η νομική πτυχή που διέπει τις αιτήσεις για έκδοση τέτοιου είδους διαταγμάτων. Το ουσιαστικό δίκαιο για την έκδοση απαγορευτικών διαταγμάτων παρέχεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60, ενώ η δικονομία για τέτοια διατάγματα προσδιορίζεται από τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο και Κανονισμούς. Το άρθρο 32 παρέχει στο Δικαστήριο ευρεία εξουσία σχετικά με την έκδοση παρεμπιπτόντων διαταγμάτων. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που το άρθρο αυτό καθορίζει ότι πρέπει να συντρέχουν, για να έχει το Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να εκδίδει παρεμπίπτοντα διατάγματα που θα έκρινε δίκαια ή πρόσφορα, είναι οι εξής: Η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση, η ύπαρξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας, η πιθανότητα να υποστεί ο ενάγων ανεπανόρθωτη ζημιά, καθώς επίσης ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός εάν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.

 

Όσον αφορά τις προϋποθέσεις για την έκδοση ενός απαγορευτικού διατάγματος και κατά πόσο αυτές ικανοποιούνται στην υπό εξέταση υπόθεση καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οι αποφάσεις των Κυπριακών Δικαστηρίων, που έχουν αναλύσει τις προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων βάσει του άρθρου 32 του Ν.14/60, είναι πολλές. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρονται οι υποθέσεις Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557, Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, A.B.P. Holdings Ltd ν. Κιταλίδη κ.ά. (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694. Στην τελευταία απόφαση τονίζεται ότι το άρθρο 32 του Ν.14/60 παρέχει στα Δικαστήρια ευρύτατες εξουσίες για έκδοση οποιωνδήποτε διαταγμάτων, όταν κάτι τέτοιο κρίνεται δίκαιο ή πρόσφορο χωρίς να τίθεται κανένας περιορισμός. Τα ίδια επαναλήφθηκαν και στην υπόθεση Παντελίδη ν. Πιερή (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2111.

 

Επιπρόσθετα, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, το Δικαστήριο έχει καθήκον να σταθμίσει αν είναι εύλογο και δίκαιο να εκδώσει το διάταγμα (βλ. Bacardi v. Vinco (1996) 1(B) A.A.Δ. 788, Mitsingas v. Timberland (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1791 και Akis Express v. Aris Express (1998) 1(A) A.A.Δ. 149). Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Recnex Trading Limited, Ιωάννη Μιχαηλίδη ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λίμιτεδ (2014) 1 Α.Α.Δ. 866:

 

«      Βρίσκουμε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης είναι τέτοια ώστε δεν κρίνουμε σκόπιμο να προσθέσουμε οτιδήποτε άλλο παρά μόνο να παραπέμψουμε στις ΑΒΡ Holdings v. Κιταλίδη (1994) 1 Α.Α.Δ. 694, 699, C. Phasarias (Automotive Centre) Ltd v. Σκυροποιία «Λεωνίκ» Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 785 και στην Πολιτική Έφεση 52/10 Aspis Liberty Life Insurance Public Co Ltd v. E. Σιακατίδου, ημερ. 19.3.2014. Αποδίδεται ευρύτατη εξουσία στο Δικαστήριο να εκδώσει οποιοδήποτε παρεμπίπτον απαγορευτικό, προστακτικό διάταγμα όταν κρίνει ότι αυτό είναι δίκαιο ή πρόσφορο υπό τις περιστάσεις χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό.».

 

Στην υπόθεση T. A. Micrologic Consultants Ltd ν. Microsoft Corporation (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1802, ο έντιμος Δικαστής κ. Νικολάου διατύπωσε το θέμα ως εξής:

 

« Σε ενδιάμεση διαδικασία για προσωρινό διάταγμα εκείνο που χρειάζεται δεν είναι η απόδειξη του ουσιαστικού δικαιώματος αλλά σοβαρές ενδείξεις περί της πιθανότητας ύπαρξης του. Αυτό είναι το πραγματικό νόημα των επί του θέματος αποφάσεων μας: βλ. ενδεικτικά  τις υποθέσεις Constantinides v. Makriyiorghou (1978) 1 C.L.R. 585, Odysseos v. Pieris Estates & Others (1982) 1 C.L.R. 557 και Κυτάλα v. Χρυσάνθου κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 253. Αυτό συχνά παραγνωρίζεται στα Επαρχιακά Δικαστήρια τόσο από δικηγόρους όσο και από Δικαστές με αποτέλεσμα η διαδικασία να γίνεται απαραδέκτως πολύπλοκη και μακρά».

 

(Βλ επίσης Hazelwood Investment & Finance Ltd v. XXX Manuel κ.α. Πολ. Εφ. Ε14/17 και Ε209/17 ημερ. 16/07/19).

 

Επομένως, το Δικαστήριο περιορίζεται και προσεγγίζει το μαρτυρικό υλικό με μόνο σκοπό τη διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των πιο πάνω προϋποθέσεων και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα.

 

Ο αιτητής είναι αυτός που πρέπει να πείσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, ως επίσης και για το δίκαιο και εύλογο της έκδοσής του ή και της διατήρησής του σε ισχύ στην περίπτωση που έχει εκδοθεί μονομερώς. Το πραγματικό υπόβαθρο των γεγονότων, στα πλαίσια των οποίων εξετάζεται η αίτηση, τίθεται με τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση αντίστοιχα, δεδομένης πάντα της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από την Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

 

Στο σύγγραμμα των Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη, «Διατάγματα», έκδοση 2016, στη σελίδα 123 του συγγράμματος, κάτω από το τίτλο «Σοβαρό Ζήτημα προς εκδίκαση - η πρώτη προϋπόθεση» αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«       Το πρώτο ζήτημα στο οποίο το Δικαστήριο θα στρέψει την προσοχή του, είναι αναφορικά με την νομική πτυχή της υπόθεσης. Αναμένεται να εξετάσει κατά πόσο ο ενάγων έδειξε ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα για εκδίκαση. Στα πλαίσια της εξέτασης του, θα ερευνήσει το αγώγιμο δικαίωμα του ενάγοντα. Θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι το κατ' ισχυρισμό αγώγιμο δικαίωμα του δεν είναι "επιπόλαιο και ενοχλητικό" και ότι θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα των πράξεων του εναγομένου».

 

Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί σε σχέση με τις πρώτες δυο προϋποθέσεις, των οποίων η αλληλουχία επιτρέπει την από κοινού εξέταση, είναι αν έχουν καταδειχθεί τέτοιες σοβαρές ενδείξεις δικαιωμάτων εκ μέρους των Εναγόντων - Αιτητών ώστε σε συσχετισμό με τη δικογραφία της αίτησης και το αγώγιμο δικαίωμά τους να οδηγούν στη διαπίστωση σοβαρού ζητήματος με ορατή πιθανότητα επιτυχίας. Εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση υπενθυμίζεται ότι, με βάση τη νομολογία, η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος αποκαλύπτεται στη βάση του καταχωρημένου δικογράφου και αφορά τη νομική θεμελίωση της αξίωσης των Εναγόντων – Αιτητών.

 

Διαβάζοντας τις θεραπείες που ζητούνται με την Έκθεση Απαίτησης, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ζητείται αποζημίωση της τάξεως των €500.000 για πρόκληση, από τον Εναγόμενο ως Παραλήπτη – Διαχειριστή, παραβίασης της σύμβασης ενοικίασης μεταξύ των Εναγόντων και της υπό διαχείριση εταιρείας, τιμωρητικές και παραδειγματικές αποζημιώσεις, αλλά και γενικές αποζημιώσεις για πρόκληση παραβίασης σύμβασης. Στην Έκθεση Απαίτησης είναι παραδεκτό ότι το συγκεκριμένο ακίνητο είναι το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της υπό διαχείριση εταιρείας, καθώς επίσης και ότι υπάρχει οφειλή προς την Τράπεζα Κύπρου με την οποία η εταιρεία βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις για να της καταβληθεί το ποσό του €1.500.000 για να αγοραστεί το συγκεκριμένο κτίριο. Ότι δημιουργήθηκε η Ενάγουσα εταιρεία, η οποία ανήκει στις κόρες του μετόχου πλειοψηφίας της υπό διαχείριση εταιρείας, με σκοπό να επενδυθούν από αυτές κεφάλαια για να επιδιορθωθεί το ακίνητο και ως αντίτιμο να λαμβάνουν τα ενοίκια για 15 έτη, μέχρι να βρεθεί δανεισμός σε μεταγενέστερο στάδιο για αγορά του.

 

Προκύπτει επίσης ότι, ενώ υπήρχαν διαπραγματεύσεις με την Τράπεζα, ο Μάριος Κρητικός, διευθυντής της υπό διαχείριση εταιρείας, προχώρησε και ενοικίασε το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο, το οποίο ήταν υποθηκευμένο ως εξασφάλιση των υποχρεώσεών της, στους Ενάγοντες για 15 χρόνια, για το ποσό των €20.000 ετησίως τα πρώτα 5 χρόνια, €24.000 τα επόμενα 5 χρόνια και €30.000 τα τελευταία 5 χρόνια. Όμως όλα αυτά έγιναν χωρίς την άδεια ή την έγκριση της Τράπεζας, η οποία απαιτείτο σύμφωνα με τον όρο 8(γ) των εγγράφων υποθήκης, Τεκμήριο 11 στην Ένσταση και ενώ απαγορευόταν ρητά από τους όρους των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης, όρος 14(η) και 15(η) του Τεκμηρίου 3 της Ένστασης. Γνώριζε, ο διευθυντής της υπό διαχείριση εταιρείας, ότι όφειλε στην Τράπεζα ποσό πέραν των €3.427.158,00, όπως γνώριζε για την ύπαρξη της υποθήκης και των δύο Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης. Από το γεγονός αυτό μπορεί να εξαχθεί το προκαταρτικό συμπέρασμα ότι η ενοικίαση, ημερομηνίας 03/06/2019, έγινε, εκ πρώτης όψεως, κατά παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων της υπό διαχείριση εταιρείας προς την Τράπεζα. Δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η υπό διαχείριση εταιρεία και η Ενάγουσα εταιρεία είχαν τον ίδιο διευθυντή και ότι τα ενοίκια δεν καταβλήθηκαν ποτέ στο λογαριασμό της υπό διαχείριση εταιρείας, ακόμα και μετά τον διορισμό του Διαχειριστή - Παραλήπτη.

 

Επομένως, στη βάση των πιο πάνω το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να υπεισέρθει σε εξέταση της αγωγής επί της ουσίας της αλλά, ως καθίσταται προφανές από τις ένορκες θέσεις που έχουν προβληθεί, οι Ενάγοντες - Αιτητές βασίζουν την απαίτησή τους σε μια συμφωνία την οποία γνώριζαν ότι δεν μπορούσαν να συνάψουν λόγω της ύπαρξης της υποθήκης και των δύο Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης. Ο Εναγόμενος - Καθ΄ου η αίτηση προωθεί τη θέση ότι νόμιμα τερμάτισε τη συμφωνία ενοικίασης, ημερομηνίας 03/06/2019, αφού μπορούσε να το πράξει, σύμφωνα με τους όρους, όροι 11(α) και 12(α), των Ομολόγων Κυμαινόμενης Επιβάρυνσης.

 

Καθίσταται έκδηλα φανερό ότι οι Ενάγοντες – Αιτητές δεν έχουν αποδείξει στο βαθμό που απαιτείται, στα πλαίσια εξέτασης αυτής της φύσης των αιτήσεων, ότι έχουν συζητήσιμη υπόθεση με βάση το δικόγραφό τους και συνεπώς δεν πληρείται η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 32, ήτοι της ύπαρξης σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση. Θα πρέπει να τονιστεί ότι το βάρος απόδειξης, ότι παράνομα τερμάτισε ο Παραλήπτης – Διαχειριστής τη συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας 03/06/2019, το φέρουν οι Ενάγοντες – Αιτητές (βλ. Χαρούς ν. Χαρούς (2010) 1 Α.Α.Δ. 267).

 

Σε σχέση με τη δεύτερη προϋπόθεση, είναι αρκετό ο ενάγοντας να πείσει το Δικαστήριο ότι έχει κάποια σοβαρή πιθανότητα επιτυχίας. Ο ενάγοντας πρέπει να αναφέρεται σε γεγονότα που θα πείθουν το Δικαστήριο ότι έχει πραγματική προοπτική επιτυχίας, η δε ικανοποίηση του εξαρτάται από τη συσχέτιση της νομικής θεμελίωσης της αξίωσης με την προσφερόμενη μαρτυρία, όπως αυτή εξάγεται, σ΄ αυτό το στάδιο, από τις ένορκες δηλώσεις και από τυχόν προφορική μαρτυρία σε περίπτωση αντεξέτασης, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει ζητηθεί από οποιαδήποτε από τις αντίδικες πλευρές. Η προοπτική επιτυχίας εξετάζεται σε συνάρτηση και με την αντίθετη εκδοχή. Το επίπεδο του αποδεικτικού εμποδίου το οποίο απαιτείται να υπερπηδήσει ο ενάγοντας συνίσταται στην τεκμηρίωση «μιας πιθανότητας» επιτυχίας. Κάτι δηλαδή περισσότερο από μια απλή δυνατότητα, αλλά και πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, το επίπεδο δηλαδή απόδειξης που απαιτείται για πολιτική αγωγή. Υπό το πρίσμα αυτό, δεν είναι επιθυμητό το Δικαστήριο να υπεισέρχεται σε βάθος στα επίδικα θέματα σε αυτό το πρόωρο στάδιο.

 

Όπως υπεδείχθη στην Κωνσταντίνος Λόρδος κ.ά ν. Πέτρου Σιακόλα κ.ά., Πολ. Έφ. Ε143/2015, ημερ. 23/03/17 «τηρουμένης της αρχής ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία, οφείλει πάντως να προβεί σε κάποια αξιολόγηση της αποδεικτικής δύναμης της υπόθεσης εκείνου του διαδίκου ο οποίος ζητά ενδιάμεση θεραπεία.». Στην υπόθεση Σεβαστού v. Σεβαστού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1980, ελέχθη συναφώς ότι, «κάποια πρωταρχική, έστω, αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι αναγκαία για να μπορεί το δικαστήριο να συνεκτιμήσει την αποδεικτική δύναμη της κάθε πλευράς. Έστω στην περιορισμένη σφαίρα εξέτασης σε αυτό το στάδιο.».

 

Οι πιο πάνω αρχές επαναδιατυπώθηκαν στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση 1.Gradis Properties Corporation S.A. 2. Georgios Melisanidis v. Peter Kravitz Πολ. Εφ. Ε113/2020 ημερ. 31/05/2024, από την οποία διαβάζονται τα ακόλουθα σημαντικά:

 

«Υπενθυμίζουμε ότι το Δικαστήριο σε διαδικασία προσωρινού παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν αποφασίζει την ουσία της υπόθεσης και πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα, αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης. Επισημαίνουμε επίσης την καλά γνωστή αρχή ότι το Δικαστήριο στο στάδιο αυτό δεν προβαίνει σε αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας ούτε οδηγείται σε εξαγωγή συμπερασμάτων αξιοπιστίας γιατί αυτό είναι κάτι που θα συμβεί κατά το στάδιο της δίκης (Jonitexo Ltd vAdidas (1983) 1 CLR 263, Γρηγορίου κ.α. ν. Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 ΑΑΔ 248, Molvi Estates Ltd v. Λ. Κίμωνος, Πολ. Εφ. Ε193/12 ημερ. 9.5.2023).».

 

Το Δικαστήριο έχει κάθε δυνατή ευχέρεια με την εκατέρωθεν ενώπιόν του μαρτυρία να σχηματίσει μια εικόνα για τις πιθανότητες επιτυχίας της παρούσας αγωγής. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ήδη εκτεθεί πιο πάνω. Οι Ενάγοντες - Αιτητές επιζητούν αποζημιώσεις ύψους €500.000 όμως δεν προσφέρθηκε κάποια εξήγηση σε σχέση με το ποσό. Δεν αιτιολογήθηκε. Με δεδομένο ότι το ενοίκιο ανερχόταν στις €20.000 ετησίως, η απώλεια δεν μπορεί να αξιολογηθεί στις €500.000. Πρόκειται, ως είναι καταγραμμένο το αιτητικό στο Κλητήριο Ένταλμα, για ειδικές αποζημιώσεις οι οποίες σύμφωνα με τη νομολογία πρέπει να εξειδικεύονται. Ούτε στο Κλητήριο Ένταλμα, αλλά ούτε και στην Έκθεση Απαίτησης που καταχωρίστηκε στις 30/04/2024, δεν προκύπτει τέτοια εξειδίκευση. Στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων τα οποία προκύπτουν από τα έγγραφα που η πλευρά των Εναγόντων – Αιτητών έχει καταχωρίσει, είναι η άποψη του Δικαστηρίου ότι οι Ενάγοντες - Αιτητές στην παρούσα υπόθεση δεν έχουν αποδείξει ότι έχουν κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα επιτυχίας.

Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση, δηλαδή ότι χωρίς την έκδοση των διαταγμάτων θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, αυτή εξετάζεται απαντώντας το ερώτημα κατά πόσο η επιδίκαση αποζημιώσεων θα ήταν επαρκής θεραπεία με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης. Δηλαδή, αν η επιδίκαση των αποζημιώσεων υπέρ των Εναγόντων – Αιτητών στο τελικό στάδιο της υπόθεσης είναι αρκετή για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους, τότε η έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος δεν είναι απαραίτητη.

 

Οι νομολογιακές αρχές επαναβεβαιώνονται στην πρόσφατη απόφαση Loucas Panayiotou Estates Ltd κ.ά. ν. Hellenic Bank Public Company Ltd, Πολ. Εφ. Ε203/2013, ημερ. 11/09/2019, από την οποία και το ακόλουθο απόσπασμα: 

 

« Η τρίτη προϋπόθεση που πρέπει να πληρείται, σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/60, για να δικαιολογείται η έκδοση ενός ενδιάμεσου διατάγματος, αφορά στο κατά πόσο, χωρίς την έκδοση του, θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη, στον αιτητή, σε μεταγενέστερο στάδιο, στην περίπτωση όπου αυτή, επιτύχει στις αξιώσεις του.

 

Στην Κυρίσαββα κ.ά. ν. Κύζη (2001) 1 ΑΑΔ 1245 αναφέρθηκε ότι «η έννοια του δύσκολου ή αδύνατου της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο περιλαμβάνει και άλλα, μεταβλητά κριτήρια, εκτός από την ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο χρηματικός παράγοντας της αποζημίωσης δεν είναι ο μόνος που λαμβάνεται υπόψη». (Βλ. επίσης Παπαστράτης ν. Πιερίδης (1979) 1 C.L.R. 231). Η πιο πάνω αντίκριση επαναλήφθηκε και στην υπόθεση Zena Company Ltd v. Demenian Catering Ltd (2011) 1 A.A.Δ. 1848.

 

Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Highgate Primary School Ltd κ.ά. v. Στέλιου Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 317, «η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την αποκατάσταση μόνο της υλικής ζημιάς, αλλά είναι ευρύτερη και σ' αυτήν περιλαμβάνεται και η προστασία των δικαιωμάτων των Αιτητών. Το γεγονός δηλαδή ότι οι Εφεσείοντες μπορεί να είναι σε οικονομική κατάσταση που τους επιτρέπει να αποζημιώσουν τους Εφεσίβλητους σε περίπτωση επιτυχίας των Εφεσιβλήτων στην αγωγή, δεν εξυπακούει αυτόματα ότι δεν θα προκληθεί οποιαδήποτε αδικία στους Εφεσίβλητους-Ενάγοντες, υπό την ευρύτερη έννοια».

 

Η πιο πάνω νομολογία σαφώς προσδιορίζει ότι η έννοια της απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν είναι ταυτόσημη με την υποκατάσταση της υλικής ζημιάς. Θα πρέπει, συνεπώς, να λαμβάνονται υπόψη και άλλα στοιχεία, περιλαμβανομένης της προστασίας των δικαιωμάτων των αιτητών. Το θέμα αυτό, βεβαίως, δεν εξετάζεται αορίστως, αλλά είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το περιεχόμενο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου και συμπεριλαμβάνονται μέσα στην ένορκη δήλωση, επί του προκειμένου, των εφεσειόντων.».

 

Όπως είναι πάγια νομολογημένο, η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 ικανοποιείται όχι μόνο όταν η επιδίκαση αποζημιώσεων δεν θα ήταν επαρκής θεραπεία αλλά και στην περίπτωση όπου υπάρχει ο κίνδυνος να μην μπορέσει ο εναγόμενος να ικανοποιήσει απόφαση που, ενδεχομένως, έχει ληφθεί εναντίον του. Όπως προκύπτει από τη σχετική νομολογία, η αδυναμία ή η δυσκολία απονομής πλήρους δικαιοσύνης επεκτείνεται και στο στάδιο της εκτέλεσης. Αφορά δε την ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων προς ικανοποίηση τυχόν μελλοντικής απόφασης υπέρ των Εναγόντων. Το σχετικό κριτήριο είναι κατά πόσο, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου της μαρτυρίας, υφίσταται βάσιμος κίνδυνος η απόφαση υπέρ των Εναγόντων να παραμείνει ανικανοποίητη. Τέτοιος κίνδυνος δεν φαίνεται να υφίσταται στην υπό εξέταση υπόθεση γιατί μόνο οικονομικές θα είναι τυχόν απώλειες των Εναγόντων – Αιτητών αφού το μόνο που φαίνεται ότι πιθανών να απολέσουν είναι το ενοίκιο το οποίο λαμβάνουν από τους ενοικιαστές. Δεν αμφισβητήθηκε η ικανότητα της Gordian Holdings Ltd να αποζημιώσει τυχόν ζημιές προκληθούν στους Ενάγοντες – Αιτητές. Οπόταν, ούτε και η τρίτη προϋπόθεση ικανοποιείται.

 

Το θέμα του ισοζυγίου της ευχέρειας κατά πόσο, δηλαδή, είναι δίκαιο ή κατάλληλο υπό τις περιστάσεις να εκδοθούν τα διατάγματα εξετάζεται μόνο όταν έχει προηγηθεί διαπίστωση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από το άρθρο 32 του Ν.14/60. Το απαιτούμενο «ισοζύγιο της ευχέρειας» σχετίζεται με το καθήκον του Δικαστηρίου να σταθμίσει τον κίνδυνο αδικίας που θα προκύψει για τον ενάγοντα ή τον εναγόμενο αναλόγως αν φανεί ότι η ενδιάμεση απόφαση είναι εσφαλμένη και να υιοθετήσει εκείνη την πορεία η οποία φαίνεται να έχει λιγότερους κινδύνους αδικίας. Στην υπό κρίση περίπτωση, με δεδομένη την μη πλήρωση των τριών κριτηρίων του άρθρου 32(1), παρέλκει η εξέταση αυτού του παράγοντα.

Υπό τις περιστάσεις και με δεδομένο ότι το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί από τους Ενάγοντες – Αιτητές ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του Ν.14/60 για να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια προς όφελος των Εναγόντων – Αιτητών, η αίτηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

 

Συνεπακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται. Όσον αφορά το θέμα των εξόδων της παρούσας αίτησης, δεν βρίσκω κανένα λόγο για να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα, εκτός αν υπάρχει καλός λόγος για έκδοση διαφορετικής διαταγής και, συνεπώς, οι Αιτητές – Ενάγοντες θα καταβάλουν τα έξοδα του Εναγόμενου – Καθ΄ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο. Θα είναι άμεσα καταβλητέα.

 

 

 

                                                          (Υπ.) …………………………………….

                                                                   Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο