ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον:  Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγ. 1815/2020

Μεταξύ:-

Elkhan Gasanov, εκ Ρωσικής Ομοσπονδίας

Ενάγοντας

και

ι . DORNECO HOLDlNGS LTD, εκ Βρετανικών Παρθένων Νήσων

2. Vladimir Kanin, εκ Ρωσικής Ομοσπονδίας

Εναγόμενοι

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 14.3.2023 για παραμερισμό της εκδοθείσης εναντίον του εναγομένου 2, απόφασης

 

Ημερομηνία:  27 Μαΐου, 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Εναγόμενο 2-Αιτητή: Η κα Χατζηχαραλάμπους μαζί με κα Δαμιανού για

                                                              Ανδρέας Μ. Σοφοκλέους & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

Για Ενάγοντα-Καθ΄ ου η Αίτηση: Ο κ. Χαρίλαος Βελάρης για

                                                              ΒΕΛΑΡΗΣ & ΒΕΛΑΡΗΣ Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

           Στην αγωγή με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο εκδόθηκε την 14.9.2022 ερήμην των εναγομένων 1 και 2 απόφαση εναντίον τους, για πληρωμή, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, του ποσού των 670.588.= Δολαρίων Αμερικής με νόμιμο τόκο 2% ετήσια από 17.7.2020 μέχρι εξόφλησης, πλέον €4,914.= έξοδα, πλέον Φ.Π.Α.

 

           Σύμφωνα με τους προβαλλόμενους στην Έκθεση Απαίτησης ισχυρισμούς:

(α)       η Κυπριακή εταιρεία Wonderworks Investments Limited, παρείχε δάνειο ύψους 600.000.= Δολαρίων Αμερικής με τόκο 8% στην εναγόμενη 1 εταιρεία, εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, στην βάση Συμφωνίας Δανείου, ημερομηνίας 21.8.2015.

(β)       ο εναγόμενος 2, υπήκοος της Ρωσικής Ομοσπονδίας ήταν και/ή είναι διευθυντής και/ή τελικός δικαιούχος της εναγομένης 1.

(γ)       δανειστής και οφειλέτης συμφώνησαν σε μεταγενέστερο της Συμφωνίας Δανείου χρόνο, την τροποποίηση της Συμφωνίας ως προς τον πληρωτέο τόκο και την ημερομηνία αποπληρωμής του δανείου.  Υπεγράφησαν ως προς τούτο Συμπληρωματικές Συμφωνίες.

(δ)       την 5.11.2018, η Κυπριακή εταιρεία Wonderworks Investments Limited, εκχώρησε τα δικαιώματα της που απέρρεαν από την Συμφωνία Δανείου, στην εταιρεία Wonderheart Investments Ltd, εταιρεία εγγεγραμμένη στην Ομοσπονδία του Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις. 

(ε)        με την σειρά της, η εταιρεία Wonderheart Investments Ltd εκχώρησε την 1.9.2019, τα απορρέοντα από την Συμφωνία Δανείου δικαιώματα της, στον ενάγοντα, υπήκοο επίσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(στ)     η εναγόμενη 1 κατέβαλε προς εξόφληση του δανείου μόνο το ποσό των 218.706.= Δολαρίων Αμερικής και μέχρι την 25.2.2020 εξακολουθούσε να οφείλει 657.174.= Δολάρια Αμερικής πλέον τόκο. 

(ζ)        ο εναγόμενος 2 προέβη σε δόλιες ενέργειες και συνωμότησε με την εναγόμενη 1 για την μείωση της αξίας της.  Συγκεκριμένα μεταβίβασε περιουσιακά της στοιχεία ώστε η εναγόμενη 1 να μην διαθέτει επαρκή περιουσιακά στοιχεία προς εξόφληση του δανείου και/ή προς ικανοποίηση οποιασδήποτε απόφασης ήθελε εκδοθεί σε βάρος της. 

           Με την υπό κρίση Αίτηση, η οποία καταχωρήθηκε την 14.3.2023, ο εναγόμενος 2 επιζητεί τα ακόλουθα:

«1.  Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να ακυρώνεται και/ή να παραμερίζεται (set aside) η απόφαση ημερομηνίας 14.09.2022 (στο εξής η «Απόφαση») που εκδόθηκε εναντίον του Αιτητή στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή

2.    Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζεται και/ή ακυρώνεται (στο μέρος και έκταση που αφορά τον Αιτητή) το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.10.2020 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής (στο εξής η «Αγωγή») και το οποίο επέτρεπε την επίδοση εκτός δικαιοδοσίας της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος και άλλων συναφών δικαστικών εγγράφων της Αγωγής (στο εξής το «Διάταγμα Επίδοσης»).

 

3.   Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζεται και/ή ακυρώνεται (στο μέρος και έκταση που αφορά τον Αιτητή) το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 05.10.2021 το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της Αγωγής και το οποίο ανανέωνε το Κλητήριο Ένταλμα (στο εξής το «Πρώτο Διάταγμα Ανανέωσης»).

4.   Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζονται και/ή ακυρώνονται (στο μέρος και έκταση που αφορά τον Αιτητή) τα διατάγματα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 21.12.2021 τα οποία εκδόθηκαν στα πλαίσια της Αγωγής και τα οποία το ένα ανανέωνε το Κλητήριο Ένταλμα (στο εξής το «Δεύτερο Διάταγμα Ανανέωσης») και το άλλο επέτρεπε την υποκατάστατη επίδοση εκτός δικαιοδοσίας στον Αιτητή, της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος και άλλων συναφών δικαστικών εγγράφων της Αγωγής (στο εξής το «Διάταγμα Υποκατάστατης Επίδοσης»).

5.   Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να παραμερίζεται και/ή ακυρώνεται η Απόφαση και/ή η επίδοση και/ή η υποκατάστατη επίδοση της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος και άλλων συναφών δικαστικών εγγράφων της Αγωγής στον Αιτητή και/ή όλα τα βήματα που ακολούθησαν την έκδοση του Διατάγματος Επίδοσης και/ή του Πρώτου Διατάγματος Ανανέωσης και/ή του Δεύτερου Διατάγματος ανανέωσης και/ή του Διατάγματος Υποκατάστασης Επίδοσης (στο μέρος και έκταση που αφορούν τον Αιτητή).

6.   Διάταγμα με το οποίο να παραμερίζεται και/ή να απορρίπτεται και/ή να αναστέλλεται η Αγωγή και/ή η Ειδοποίηση του Κλητηρίου Εντάλματος (στο μέρος και έκταση που αφορούν τον Αιτητή).

7.   Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία και/ή διάταγμα και/ή οδηγίες ήθελε κρίνει ορθή και δίκαιη το Δικαστήριο υπό τις περιστάσεις.

8. Τα έξοδα της παρούσας Αίτησης πλέον Φ.Π.Α. (Αρ. Μητρώου Φ.Π.Α. 10314915F).»

Η Αίτηση βασίζεται στη Δ.1, Δ.2, Δ.4 θ. 1, Δ.5, Δ.5Α, Δ.6, Δ.16 θ 9, Δ.Ι7 θ.ιο, Δ.27 θ.θ.1, 2 και 3, Δ.39 θ.θ. 7 και 17 και στη Δ.48, Δ.50, Δ.51, Δ.57 θ. 2, Δ.64 θ.θ.1, 2 και 3 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας, ειδικότερα αλλά χωρίς περιορισμό στα άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, και 8 της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΕΣΣΔ για την Παροχή Νομικής Συνδρομής που κυρώθηκε με τον Νόμο 172/86, στον Περί του Πρωτοκόλλου μεταξύ της Κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για το Ευρετήριο των Διμερών Συμφωνιών (Κυρωτικός) Νόμο του 2001, στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές («Ρώμη ΙΙ»), στο άρθρο 3 του περί Ορκων Νόμου (ΚΕΦ. 18), στα άρθρα 28 και 30 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών, στις σύμφυτες εξουσίες, στην πρακτική και διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.

           Πραγματικό υπόβαθρο της Αίτησης είναι η Ένορκη Δήλωση της Ιφιγένειας Σπηλιωτοπούλου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον αιτητή.

Κατά την ομνύουσα, ο εναγόμενος 2 – αιτητής αρνείται και απορρίπτει τους ισχυρισμούς του ενάγοντα.  Συγκεκριμένα αρνείται ότι διέπραξε οποιαδήποτε αδικοπραξία ή ότι ενήργησε κακόπιστα ή δόλια.

Προς υποστήριξη του αιτήματος του για παραμερισμό της Απόφασης, η οποία εκδόθηκε ερήμην του διατείνεται (α) ότι έχει, εκ πρώτης όψεως, καλή υπεράσπιση και (β) δεν επέδειξε αδικαιολόγητη ολιγωρία ή περιφρονητική συμπεριφορά ως προς την δικαστική διαδικασία. 

Είναι η θέση του ότι ο ενάγοντας δεν έχει προσκομίσει καθόλου και/ή επαρκή μαρτυρία για να στοιχειοθετήσει εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του.  Και τούτο καθότι η απαίτηση του ενάγοντα στηρίζεται στην κατ΄ ισχυρισμόν διάπραξη από πλευράς του αστικών αδικημάτων, τα οποία δεν διέπονται από το Κυπριακό δίκαιο αλλά από το Ρωσικό, αφού και οι δύο (ενάγοντας και εναγόμενος 2) έχουν την συνήθη διαμονή τους στην Ρωσική Ομοσπονδία, ενώ και τα γεγονότα «γενικότερα» έλαβαν χώρα στην Ρωσική Ομοσπονδία και όχι στην Κύπρο.  Εφόσον δε, η απαίτηση του ενάγοντα «διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο», ο τελευταίος «προκειμένου να στοιχειοθετήσει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, όφειλε να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία αναφορικά με το Ρωσικό δίκαιο».  Σε σχέση δε με την κατ΄ ισχυρισμόν συμμετοχή του σε δόλιες ενέργειες και συνωμοσία με τους εναγομένους 1, στην Ένορκη Δήλωση της Χρίστιας Μιχαήλ, ημερομηνίας 27.7.2020 (υποστηρίζει την αίτηση του ενάγοντα για άδεια επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας), δεν αναφέρεται οτιδήποτε άλλο πέραν του αόριστου αυτού ισχυρισμού.  Κατά τον εναγόμενο 2, ο ενάγοντας προβάλλει τον εν λόγω ισχυρισμό, ο οποίος είναι εντελώς αβάσιμος, για να «μπορέσει» να δικαιολογήσει την δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων σε σχέση με την απαίτηση του εναντίον του.

Ο εναγόμενος 2 διατείνεται περαιτέρω πως τα Κυπριακά Δικαστήρια δεν είναι το «ευχερέστερο φόρουμ» για να εκδικαστεί η αγωγή.  Δέχεται ότι «η μόνη σύνδεση της υπόθεσης με την Κύπρο είναι το γεγονός ότι η συμφωνία δανείου διέπεται από το Κυπριακό δίκαιο», πλην όμως υποστηρίζει ότι ο ίδιος δεν ήταν μέλος της Συμφωνίας Δανείου και ως εκ τούτου «δεν δεσμεύεται υπό την προσωπική του ιδιότητα από τις πρόνοιες της».  Επίσης πως δεν προκύπτει από την Συμφωνία Δανείου ότι πρόθεση των μερών ήταν να υπαχθεί η τυχόν διαφορά τους στην δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων.  Είναι η θέση του πως ο ενάγοντας δεν απεκάλυψε στο Δικαστήριο ότι τα μέρη «διαπραγματεύονταν» την υπογραφή Μνημονίου Κατανόησης (Memorandum of  Understanding), σύμφωνα με το οποίο τυχόν διαφορές που θα προέκυπταν από την Συμφωνία Δανείου θα παραπέμποντο σε διαιτησία στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο του Λονδίνου (London Court of International Arbitration).  Συνεπώς, ο ισχυρισμός από πλευράς ενάγοντα ότι πρόθεση των μερών ήταν η διαφορά να υπαχθεί στην δικαιοδοσία του αρμόδιου Κυπριακού Δικαστηρίου και εκ παραδρομής ανεγράφη στην Συμφωνία Δανείου λανθασμένη ονομασία του Δικαστηρίου (Cyprus Court of International Arbitration) είναι «εντελώς ανυπόστατος».  Ως εκ τούτου, καταλήγει η ομνύουσα «είναι φανερό» ότι τα «καταλληλότερα» Δικαστήρια για εκδίκαση της οποιασδήποτε απαίτησης του ενάγοντα εναντίον του εναγομένου 2, είναι τα Ρωσικά, αφού (α) αμφότεροι (ενάγοντας και εναγόμενος 2) που είναι οι βασικοί μάρτυρες στην διαδικασία είναι Ρώσοι υπήκοοι έχοντες την συνήθη διαμονή τους στην Ρωσική Ομοσπονδία και β) εφαρμοστέο δίκαιο είναι το Ρωσικό. 

Ως προς το Διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας, είναι η θέση του εναγόμενου 2 πως τούτο πρέπει να παραμεριστεί, καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης του.  Και τούτο επειδή στην Ένορκη Δήλωση της Χρίστιας Μιχαήλ, ημερομηνίας 27.7.2020 δεν υπάρχει «ουσιαστική» μαρτυρία ότι ο ενάγοντας έχει εκ πρώτης όψεως καλή υπόθεση εναντίον του (ότι δηλαδή η κατ΄ ισχυρισμόν συνωμοσία και/ή αδικοπραξία, διαπράχθηκαν στην Κύπρο) ώστε να ενεργοποιηθούν οι προϋποθέσεις της Διαταγής 6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  

Η  ίδια θέση προβάλλεται και για το Διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης.  Είναι θέση του εναγομένου 2 ότι η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος και των άλλων συναφών δικαστικών εγγράφων στον ίδιο μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και μέσω εταιρείας ταχυμεταφορέα (DHL) συνιστά κακή επίδοση, «η οποία δεν υπακούει στους οικείους επί του ζητήματος κανόνες και τη νομολογία, σε σχέση με πρόσωπα που διαμένουν ή εδρεύουν στη Ρωσία».  Διατείνεται περαιτέρω πως ο ενάγοντας δεν κατέδειξε ότι η προσωπική επίδοση ήταν αντικειμενικά αδύνατη ούτε ότι ο ίδιος απέφευγε εσκεμμένα την επίδοση, ώστε να δικαιολογείται το αίτημα για υποκατάστατη επίδοση. 

            Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η θέση του εναγομένου 2 για τα Διατάγματα Ανανέωσης του Κλητηρίου Εντάλματος.  Υποστηρίζει πως αυτά θα πρέπει να ακυρωθούν, αφού «ο Ενάγοντας επέλεξε να καταχωρήσει την πρώτη Αίτηση Ανανέωσης την 28.7.2021, ήτοι δηλαδή μετά την λήξη του Κλητηρίου Εντάλματος που ήταν η 16.7.2021».

            Ως προς τις αιτούμενες αξιώσεις ο εναγόμενος 2 δέχεται ότι η Κυπριακή εταιρεία Wonderworks Investments Ltd δάνεισε στην εναγόμενη 1 εταιρεία 600.000.= Δολάρια Αμερικής με ετήσιο επιτόκιο 8%.  Στην συνέχεια, η Κυπριακή εταιρεία Wonderworks εκχώρησε τα δικαιώματα της στην εταιρεία Wonderheart Investments Ltd, από Ομοσπονδία Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις.  Η τελευταία εκχώρησε στην πορεία τα δικαιώματα της στον ενάγοντα.

            Ο εναγόμενος 2 διατείνεται ότι ο ενάγοντας δεν απεκάλυψε στο Δικαστήριο (α) ότι οι εταιρείες Wonderworks Investments Limited και Wonderheart Investments Ltd (δανειστής και εκδοχέας) βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Ρώσου Sergey Leontiev, ο οποίος σήμερα κατηγορείται από τις Ρωσικές Αρχές για συμμετοχή σε σχέδιο αποξένωσης, κατάχρησης και ξεπλύματος χρήματος, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία της Ρωσικής Τράπεζας OJSC JSCB Probusinessbank και (β) ότι στις 23.1.2018, 26.7.2018 και 30.10.2018 έγιναν πληρωμές ύψους 140.000.=, 97.320.= και 57.606.= Δολαρίων Αμερικής, αντίστοιχα.  Στις 7.8.2018 και 24.8.2018 έγινε προσπάθεια πληρωμής ποσού ύψους 452.272.= και 600.000.= Δολαρίων Αμερικής, αντίστοιχα, αλλά η Τράπεζα αρνήθηκε να κάμει την μεταφορά λόγω των ερευνών και διαδικασιών που γίνονταν εναντίον του Sergey Leontiev στην Ρωσία.

Προσθέτει πως το μέγιστο ποσό που θα μπορούσε ο ενάγοντας να αξιώσει ως τόκο είναι 124.405.= Δολάρια Αμερικής και ως εκ τούτου το συνολικό οφειλόμενο από την εναγόμενη 1 ποσό ήταν 724.405.= Δολάρια Αμερικής.  Λαμβανομένου υπόψη ότι οι συνολικές πληρωμές  που κατεβλήθησαν από την εναγόμενη 1 για εξόφληση του δανείου ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 294.926.= Δολαρίων Αμερικής, το υπόλοιπο ποσό που οφείλεται ανέρχεται στις 429.479.= Δολάρια Αμερικής.  Η απόφαση εκδόθηκε για ποσό 670.588.= Δολαρίων Αμερικής, πλέον νόμιμο τόκο προς 2% ετησίως από 17.7.2020 μέχρι εξόφλησης, ποσό κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό που πραγματικά οφείλεται.

            Υποστηρίζει περαιτέρω ότι η εναγόμενη 1 είναι σε θέση να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις, ενώ ο ίδιος δεν έχει προβεί σε οποιαδήποτε αποξένωση των περιουσιακών της στοιχείων. 

Για την «καθυστέρηση» στην εμφάνιση του στην αγωγή, ο εναγόμενος 2 αναφέρει, μέσω της ομνύουσας και πάλι, τα εξής:

Το Κλητήριο Ένταλμα και τα άλλα συναφή δικαστικά έγγραφα που απεστάλησαν μέσω DHL, στάλησαν σε διεύθυνση η οποία δεν έχει καμμιά σχέση μαζί του.  Συγκεκριμένα, στάληκαν στην διεύθυνση Michurinsky Prospect 10, Bld. 4, Flat 12, (είναι μονάδα υγειονομικής περίθαλψης) ενώ ο ίδιος διαμένει στην διεύθυνση Michurinsky Prospect ΙΙ, Bld. 4, Flat 12, Μόσχα.  Εκπρόσωπος της υπηρεσίας DHL επικοινώνησε μαζί του τηλεφωνικώς και ο ίδιος πήγε στην πρώτη διεύθυνση και τα παρέλαβε.

Τα έγγραφα μέσω DHL τα παρέλαβε τον Φεβρουάριο του 2022.  Ουδέποτε όμως παρέλαβε οποιαδήποτε αλληλογραφία που να αφορά την αγωγή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην ηλεκτρονική διεύθυνση vkepay-me.ru.

Περί τα τέλη Φεβρουαρίου 2022, αποτάθηκε σε Ρωσίδα δικηγόρο (Elisaveta Prikhodko) για να τον συμβουλεύσει σχετικά.  Η τελευταία, αφού μελέτησε τα έγγραφα τον συμβούλευσε ότι έπρεπε να διοριστούν Κύπριοι δικηγόροι για να τον εκπροσωπήσουν.  Η Prikhodko, την οποία εξουσιοδότησε, προσπάθησε ανεπιτυχώς να εξεύρει Κύπριους δικηγόρους.  Λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι οποίες επεβλήθησαν σε Ευρωπαϊκό επίπεδο συνεπεία της συνεχιζόμενης «εμπόλεμης κατάστασης» στην Ουκρανία, δεν μπορούσε να γίνει πληρωμή οποιουδήποτε ποσού, μέσω τραπεζικού εμβάσματος, σε δικηγόρους στην Κύπρο ώστε να τον εκπροσωπήσουν. 

            Τον Νοέμβριο του 2022 η Prikhodko τον πληροφόρησε ότι η δικηγορική εταιρεία Ανδρέας Μ. Σοφοκλέους & Σια Δ.Ε.Π.Ε. αποδέχθηκε να αναλάβει την υπόθεση του.

            Οι συνήγοροι του προέβησαν τον Νοέμβριο του 2022 σε έρευνα στον φάκελο της υπόθεσης και εξασφάλισαν αντίγραφα όλων των εγγράφων ώστε να τα μελετήσουν.

            Αρχές Δεκεμβρίου του 2022 άρχισε η προετοιμασία της υπό κρίση Αίτησης.  Κατά την προετοιμασία της προέκυπταν θέματα, τα οποία έχριζαν διευκρίνισης, η οποία γινόταν μέσω της Prikhodko.  Στο μεταξύ μεσολάβησαν οι διακοπές των Χριστουγέννων.

            Περί τα τέλη Ιανουαρίου 2023 ολοκληρώθηκε το πρώτο προσχέδιο της Αίτησης, το οποίο έπρεπε να μεταφραστεί στην Ρωσική γλώσσα και να αποσταλεί στην Prikhodko για διευκρινήσεις και τυχόν σχόλια από τον ίδιο.   Το προσχέδιο τροποποιήθηκε λόγω κάποιων σχολίων του, μεταφράστηκε ξανά στην Ρωσική γλώσσα και στάληκε εκ νέου στην Prikhodko.  Τελικά εγκρίθηκε από τον ίδιο την 13 Μαρτίου 2023.

            Καταληκτικά είναι η θέση του εναγομένου 2 πως παρόλο που υπήρξε καθυστέρηση στην καταχώρηση της Αίτησης αυτή ήταν δικαιολογημένη.

            Ο ενάγοντας καταχώρησε Ένσταση προβάλλοντας πως η Αίτηση είναι κακόπιστη, κακόβουλη, στοχεύουσα στην παρακώλυση της εκτέλεσης της εκδοθείσης Απόφασης και της προώθησης μέτρων εκτέλεσης.  Πως καταχωρήθηκε με υπέρμετρη καθυστέρηση, σε βαθμό που συνιστά καταφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας.  Πως ο αιτητής δεν απεκάλυψε καλή και/ή εκ πρώτης όψεως Υπεράσπιση.  Πως δεν κατέδειξε ουσιαστική και/ή σοβαρή δικαιολογία για την μη εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου.  Πως η Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση, περιέχει ανακριβείς και/ή αναληθείς και/ή παραπλανητικούς ισχυρισμούς κα πληροφορίες.

Η Ένσταση συνοδεύεται από Ένορκη Δήλωση του Πέτρου Παγιάση, ασκουμένου δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον ενάγοντα, δεόντως εξουσιοδοτημένου. Ο ομνύων επιχειρηματολογεί υπερ της απόρριψης της Αίτησης.  Τόσο όσον αφορά τον παραμερισμό της Απόφασης όσο και προς τα άλλα αιτητικά της.

Οι συνήγοροι προνόησαν να καταγράψουν και να θέσουν υπόψη του Δικαστηρίου, τις εκατέρωθεν θέσεις τους για τα ζητήματα που απασχολούν στο πλαίσιο της υπό κρίση Αίτησης.  Έχω σημειώσει τις αναφορές, τοποθετήσεις και εισηγήσεις και των δύο πλευρών, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα επιχειρήματα όσο και τις νομικές αυθεντίες στις οποίες αναφέρθηκαν, σχετικές πάντα με τα ζητήματα που εδώ απασχολούν. Ειδικότερη αναφορά στις εισηγήσεις τους θα γίνει εκεί και όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο για τις ανάγκες της παρούσας απόφασης, έχοντας πάντα κατά νουν ότι δεν απαιτείται ειδικότερη αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται. Άλλωστε η δραστικότητα ενός επιχειρήματος συναρτάται με την επίδραση που τούτο μπορεί να έχει στην θεώρηση των επιδίκων θεμάτων (βλ. Θεμιστοκλέους v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 176/2018, ημερ. 11.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:B4 και Οδυσσέα v. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

Πρωταρχικά θα πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα του παραμερισμού της εκδοθείσης σε βάρος του εναγόμενου 2, απόφασης.

Οι αρχές στις οποίες το Δικαστήριο θα πρέπει να βασιστεί στην εξέταση αίτησης για παραμερισμό απόφασης, έχουν καθοριστεί με ακρίβεια από την νομολογία.

 

Κλασσική απόφαση είναι η αγγλική υπόθεση Evans vBartlam (1937) 2 All E.R. 646 η οποία υιοθετήθηκε από την δική μας νομολογία και ιδιαίτερα από την υπόθεση Ioannis Kotsapas and Sons Ltd vTitan Constructions and Engineering Company  (1961) CLR 317.  Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Kotsapas (ανωτέρω)  ο αγγλικός θεσμός είναι  ουσιαστικά ο ίδιος με τον αντίστοιχο Κυπριακό και επομένως καθοδήγηση μπορεί να αντληθεί από τις αγγλικές αυθεντίες.

 

Στην αγγλική υπόθεση Evans vBartlam (ανωτέρω) τονίστηκε ότι πρωταρχικό κριτήριο είναι κατά πόσον ο εναγόμενος έχει καλή υπεράσπιση επί της ουσίας και εάν το Δικαστήριο πειστεί ότι ικανοποιείται το κριτήριο αυτό, τότε το Δικαστήριο δεν θα επιθυμεί να αφήσει μια τέτοια απόφαση χωρίς να την παραμερίσει εάν δικαιολογημένα ο εναγόμενος δεν έλαβε τα μέτρα που όφειλε σύμφωνα με τους θεσμούς.

 

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση  Milouca Motor Trading Ltd v.  Κούρτη (1997) 1 ΑΑΔ 941, στις σελίδες 946 – 947 ο πρωταρχικός παράγοντας ο οποίος επενεργεί στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι η αποκάλυψη υπεράσπισης παρόλο που μπορεί να επενεργήσουν και άλλοι παράγοντες μικρότερης όμως σημασίας, [Δέστε επίσης Βίκα Πίκα Ντίσκο Λτδ κ.α. ν.  Χάπυ Στρήτς Ντίσκο Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 28, σελ.  31:

 

 

«....Το βασικό κριτήριο είναι κατά πόσον ο εναγόμενος ικανοποιεί το δικαστήριο πως έχει εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση στην αγωγή ώστε να του δοθεί το δικαίωμα να την προβάλει.  Τα υπόλοιπα κριτήρια, όπως π.χ. η επιμέλεια την οποία επέδειξε και η ταχύτητα με την οποία έδρασε μετά την έκδοση της απόφασης εναντίον του, μολονότι στοιχεία που μετρούν στην κρίση του δικαστηρίου, δεν αναιρούν το πιο ουσιώδες την ύπαρξη δηλαδή εκ πρώτης όψεως καλής υπεράσπισης.»

 

Κατά συνέπεια είναι ξεκάθαρο ότι ο αιτητής έχει το βάρος να ικανοποιήσει το Δικαστήριο πως έχει επί της ουσίας της υπόθεσης, εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση.  Δεν απαιτείται, ωστόσο, απόδειξη των γεγονότων που στοιχειοθετούν την υπεράσπιση.  Αρκεί να εγείρει ο εναγόμενος ότι έχει καλή υπεράσπιση, γεγονός που κρίνεται χωρίς αξιολόγηση της μαρτυρίας.

 

Στην υπόθεση Μαρία Λευκίδου ν.  Άριστος Καναουρίδης, Π.Ε. 10015, ημερομηνίας 26.4.1999 ο τότε Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γ.  Κωνσταντινίδης τόνισε μεταξύ άλλων και τα εξής:

 

«Το δικαστήριο ερευνά τα ενώπιον του στοιχεία για να διαγνώσει μόνο εάν υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση ή συζητήσιμο σημείο. Στο στάδιο αυτό, δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπεράσπισης».

 

Το έργο του Δικαστηρίου σε αιτήσεις για παραμερισμό απόφασης δεν είναι να κάμει  ευρήματα ως προς τα γεγονότα που τίθενται ενώπιον του ή ως προς την εμπλοκή τους σε σχέση με τα δικαιώματα των διαδίκων αλλά το πρωταρχικό του καθήκον είναι να διακρίνει κατά πόσο αποκαλύπτονται επαρκή θετικά στοιχεία (merits) ώστε να  δικαιολογείται το επανάνοιγμα της υπόθεσης.  Η αποκάλυψη τέτοιων θετικών στοιχείων αποτελεί τον πιο σημαντικό παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου στο θέμα του επανανοίγματος της υπόθεσης όπου το Δικαστήριο πρέπει να προσπαθήσει να σταθμίσει δύο παράγοντες που είναι θεμελιώδεις για την απονομή της δικαιοσύνης.  Την ανάγκη αποτελεσματικής διασφάλισης του δικαιώματος ακρόασης ενός διαδίκου από την μία και την ανάγκη διασφάλισης της ταχείας διεκπεραίωσης των δικαστικών υποθέσεων από την άλλη [Βλ.  Phylactou and Others vMichael (1982) 1 CLR 2004.]

 

To Δικαστήριο πρέπει να διασφαλίζει την ταχεία εκδίκαση των δικαστικών υποθέσεων   και την ανάγκη προάσπισης του τελεσιδίκου των αποφάσεων (finality of judgements).  Δεν πρέπει όμως το Δικαστήριο  να είναι γρήγορο στο να στερήσει από ένα διάδικο το δικαίωμα του να ακουστεί στην υπόθεση του εφόσον αποκαλύψει θετικά στοιχεία, αλλά μπορεί να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση αν η διαγωγή του αιτητή είναι τέτοια που να πλήττει τα θεμέλια της απονομής της δικαιοσύνης.  Όταν η διαγωγή του διαδίκου που υποβάλλει αίτηση για παραμερισμό απόφασης είναι ασυγχώρητη, προσβλητική στο βαθμό της εμφανούς καταφρόνησης για την δικαστική διαδικασία ή τα δικαιώματα του αντιδίκου του, το Δικαστήριο μπορεί κατά την διακριτική του ευχέρεια να αρνηθεί να παραμερίσει την απόφαση.  Για τον λόγο αυτό λαμβάνεται επίσης υπόψη από το Δικαστήριο ως μια επιπρόσθετη παράμετρος, ο χρόνος που έχει διαρρεύσει από την ημέρα έκδοσης της απόφασης μέχρι την καταχώρηση της αίτησης.

 

Σχετικές επί του θέματος είναι και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Eros Travel and Tours (Limassol Paphos) Ltd vD.E.L.  Kirzis Tourist Enterprises Ltd, Πολιτική Έφεση 9695, ημερομηνίας 25.6.1997, ΠΜωυσέως ν.  Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ, Πολιτική Έφεση 9762, ημερομηνίας 17.7.1997, Milouca Motor Trading Ltd v. Χρ.  Κούρτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 941.

 

Τούτων λεχθέντων και καθοδηγούμενη από τις νομικές αρχές όπως τις έχω εκθέσει πιο πάνω, θα εξετάσω στο σημείο αυτό κατά πόσο ο εναγόμενος 2-αιτητής έχει ικανοποιήσει  το Δικαστήριο με τα όσα παρατίθενται στην Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, ότι έχει καλή υπεράσπιση.  Υπενθυμίζω ότι το ζήτημα αυτό εκδικάζεται σε επίπεδο ισχυρισμών.  Ο αιτητής παραθέτει τα γεγονότα που κατά τη θέση του εγείρουν υπεράσπιση επί της ουσίας.  Δεν αναμένεται να πείσει για την ύπαρξη των γεγονότων αυτών.  Είναι αρκετό να επικαλείται ότι αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.  Συνεπώς, έστω και εάν ο καθ’ ου η αίτηση διαψεύδει τα γεγονότα, δεν γεννιέται υποχρέωση στον αιτητή να αποδείξει την αλήθεια τους.

 

Ως προς το σημείο αυτό, της ύπαρξης δηλαδή καλής υπεράσπισης, ο εναγόμενος 2 ισχυρίζεται πως έχουν γίνει πληρωμές έναντι του δανείου (στην Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση δίδονται λεπτομέρειες και επισυνάπτονται ως Τεκμήριο 3 τα σχετικά εμβάσματα), τις οποίες ο ενάγοντας όχι μόνο δεν απεκάλυψε, αλλά δεν λήφθηκαν υπόψη και για τον υπολογισμό του οφειλομένου υπολοίπου.  Ως εκ τούτου, η Απόφαση έχει εκδοθεί για πολύ  μεγαλύτερο ποσό από αυτό που οφείλεται και γι΄ αυτό είναι λανθασμένη.  Πέραν τούτου, διατείνεται πως έγιναν προσπάθειες για πληρωμή και άλλων ποσών, αλλά η Τράπεζα αρνήθηκε να κάμει τις μεταφορές των χρημάτων ένεκα των κατηγοριών που αντιμετωπίζει ο Sergey Leontiev, υπό τον έλεγχο του οποίου είναι και ο δανειστής και ο εκδοχέας του δανείου.

 

Με τα όσα ο εναγόμενος 2 παραθέτει, βρίσκω πως αποκαλύπτεται υπεράσπιση επί της ουσίας της αγωγής. 

 

           Θα προχωρήσω τώρα στην εξέταση του δεύτερου ζητήματος που θα πρέπει να εξεταστεί.  Αυτό της παράλειψης του εναγόμενου 2 να εμφανιστεί και να λάβει μέρος στη διαδικασία.  Εξάγεται από την υπόθεση Evans vBartlam (ανωτέρω) ότι παρόλο που δεν υπάρχει κανόνας που να επιβάλλει ότι ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει λογική εξήγηση γιατί η απόφαση αφέθη να εκδοθεί ερήμην, η δεδομένη εξήγηση είναι ένα από τα θέματα τα οποία το Δικαστήριο θα λάβει υπόψη του κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.

 

           Στην υπόθεση Eros Travel and Tours (ανωτέρω) αναφέρεται πως:

 

  «Το Δικαστήριο επίσης θα πρέπει να εξετάσει τις εξηγήσεις του αιτητή για τον λόγο που παρέλειψε να παρουσιαστεί μετά την επίδοση, αν και κατά κανόνα η παράλειψη του μπορεί ικανοποιητικά να τιμωρηθεί με διαταγή ως προς τα έξοδα ή άλλους όρους που το Δικαστήριο έχει την εξουσία να επιβάλει».

           Όμως

  «Παρά την επικουρική της σημασία η εξήγηση των λόγων παράλειψης εμφάνισης δεν παύει να είναι ένας σημαντικός παράγοντας που το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη».

 

           Όσο και εάν το ζήτημα της μη εμφάνισης εξετάζεται ανεξάρτητα των άλλων θεμάτων που εγείρονται σε μία αίτηση  για παραμερισμό, φαίνεται να είναι η προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως εάν η δικαιολογία για την παράλειψη εμφάνισης προβάλλει λογική και δεν συνιστά η απραξία του αιτητή περιφρόνηση του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης και εφόσον έχει προβάλει καλή υπεράσπιση επί της ουσίας, η απόφαση θα παραμεριστεί.

 

           Έτσι, βλέπουμε πως είναι σε καθαρές περιπτώσεις έλλειψης ενδιαφέροντος που η μη εμφάνιση κρίθηκε ως αφ΄ εαυτής τροχοπέδη στο «επανάνοιγμα» της υπόθεσης.

 

           Επεξηγείται με σαφήνεια στην Ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, σε ποιους λόγους οφείλεται η παράλειψη του εναγομένου 2 να καταχωρήσει Εμφάνιση.  Πέραν του ότι ο ίδιος δηλώνει άγνοια για την δικαστική πρακτική που ακολουθείται στην Κύπρο, μόλις έλαβε τα έγγραφα της αγωγής, τέλη Φεβρουαρίου του 2022, αποτάθηκε σε Ρωσίδα δικηγόρο ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες και να εξευρεθεί Κύπριος δικηγόρος να τον αντιπροσωπεύσει.  Έγιναν πολλές προσπάθειες ως προς τούτο.  Συνάγεται από τα λεγόμενα του πως Κύπριοι δικηγόροι, οι οποίοι προσεγγίστηκαν δεν αποδέκτηκαν να τον εκπροσωπήσουν λόγω του ότι δεν μπορούσε να γίνει πληρωμή για τα έξοδα τους μέσω τραπεζικού εμβάσματος  και τούτο συνεπεία των κυρώσεων που επεβλήθησαν στην Ρωσία από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω της εισβολής της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.  Μπόρεσε να εξεύρει δικηγόρο, τον Νοέμβριο του 2022.  Στον όλο χειρισμό του θέματος από πλευράς αιτητή, θεωρώ πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως από τον Νοέμβριο του 2022, μέχρι και τον Μάρτιο του 2023 που καταχωρήθηκε η υπό κρίση Αίτηση, χρειάστηκε χρόνος να μεταφραστούν έγγραφα και να αποσταλούν τούτα στον ίδιο για σχολιασμό. Από τα γεγονότα φαίνεται ότι ο εναγόμενος 2 δεν ολιγώρησε όταν έλαβε τα έγγραφα της αγωγής.  Αντίθετα προέβαινε σε ενέργειες για την αντιμετώπιση της Απαίτησης του ενάγοντα.  Λαμβάνοντας υπόψη τον λόγο που δεν καταχωρήθηκε Εμφάνιση, κρίνω ότι η συμπεριφορά του εναγόμενου 2 δεν μπορεί να θεωρηθεί ως καταφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας.  Ούτε και θα μπορούσε υπό τις περιστάσεις να θεωρηθεί ότι έχει «επιδείξει ασυγχώρητη αμέλεια ή ασέβεια στη δικαστική διαδικασία», όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Βίκα Πίκα Ντίσκο Λτδ ν. Χάπυ Στρήτς Ντίσκο Λτδ (ανωτέρω).

 

            Συνεκτιμώντας δε τους παράγοντες αυτούς με την αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης εκ μέρους του εναγόμενου 2, κρίνω ότι θα πρέπει να ασκήσω την διακριτική μου ευχέρεια [Βλ. Φυλακτού ν.  Μιχαήλ (1982) 1 ΑΑΔ  204, σελ. 209]  υπέρ της έγκρισης του αιτήματος του για παραμερισμό της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του.

 

            Θα εξετάσω στην συνέχεια τα υπόλοιπα ζητήματα που θέτει με την Αίτηση του ο εναγόμενος 2.

 

            Η θέση πως το διάταγμα ημερομηνίας 26.10.2020, με το οποίο επετράπη η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας της Ειδοποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος και των άλλων δικαστικών εγγράφων θα πρέπει να παραμεριστεί καθότι δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως καλή υπόθεση εναντίον του εναγομένου 2, δεν γίνεται αποδεκτή και απορρίπτεται. 

 

Είναι καλά γνωστό και νομολογημένο πως στην περίπτωση που η αγωγή στρέφεται εναντίον εναγομένου εκτός Κύπρου, αυτός μπορεί να υπαχθεί στην δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων, μόνο μετά από εξασφάλιση άδειας του Δικαστηρίου, δυνάμει της Δ.6 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.

 

H παράλειψη εξασφάλισης άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δεν συνιστά παρατυπία, θεραπεύσιμη δυνάμει της Δ.64 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (Zachariades & Pantelides Enterprises Ltd Vs. Fiat Auto S.P.A. (2000) 1 ΑΑΔ 447).

Οι θεσμοί 1 και 4 της Δ.6 καθορίζουν τις προϋποθέσεις, οι οποίες θα πρέπει να συντρέχουν ώστε να επιτραπεί η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας.

Νομολογιακά έχει λεχθεί πως αιτήσεις για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας πρέπει να εξετάζονται με σχολαστικότητα όπως απαιτείται στα πλαίσια της Δ.6, ώστε το Δικαστήριο να ικανοποιείται ότι συντρέχουν οι εν λόγω προϋποθέσεις βάσει μιας πλήρους και λεπτομερούς Ένορκης Δήλωσης, η οποία να στηρίζει την αίτηση (Zachariades & Pantelides Enterprises Ltd, ανωτέρω).

 

Στην υπόθεση Demstar Limited V. Zim Israel Navigation Co Ltd (1996) 1(Α) A.A.Δ. 597), τονίστηκε πως η ύπαρξη των προϋποθέσεων για την χορήγηση άδειας για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας πρέπει να τεκμηριώνεται με την προσαγωγή ανάλογης μαρτυρίας και δεν αρκεί η επίκληση γνώμης για την ύπαρξη των αναγκαίων δεδομένων, ούτε, ασφαλώς, η απλή γενική και συμπερασματική αναφορά ότι οι προϋποθέσεις συντρέχουν.

 

Στην ίδια υπόθεση λέχθηκε ότι τα μόνα σχετικά γεγονότα τα οποία λαμβάνονται υπόψη για να εξεταστεί κατά πόσον ορθά εκδόθηκε διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας ή διάταγμα σφράγισης, είναι μόνο εκείνα τα οποία υποστήριζαν την αίτηση για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας ή για σφράγιση του Κλητηρίου Εντάλματος, αντίστοιχα.

 

Από τις πρόνοιες της Δ.6 προκύπτει πως άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, δίδεται στις περιπτώσεις όπου:

(α)       η βάση της αγωγής εμπίπτει στις πρόνοιες του Θεσμού 1 και

(β)       o ενάγοντας έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, από την οποία να καταδεικνύεται ότι έχει εκ πρώτης όψεως, καλή αιτία αγωγής (prima facie good cause of action) δηλαδή, καλή συζητήσιμη υπόθεση εναντίον του αλλοδαπού εναγομένου.

           

            Εν προκειμένω η αίτηση ημερομηνίας 27.7.2020, στην βάση της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα της 26.10.2020 υποστηρίζεται από Ένορκη Δήλωση της Χρίστιας Μιχαήλ, στην οποία περιγράφονται με λεπτομέρεια τα αγώγιμα δικαιώματα του ενάγοντα, τα οποία, κατ΄ ισχυρισμόν, παραβιάστηκαν από τους εναγόμενους 1 και 2.  Σ’ αυτούς αποδίδεται ότι συνωμότησαν μεταξύ τους ώστε να μειωθεί η αξία της εναγομένης 1 και έτσι να μην είναι σε θέση η τελευταία να εκπληρώσει τις συμβατικές της υποχρεώσεις με αποτέλεσμα ο ενάγοντας να υποστεί ζημιά.  Θεωρώ πως με τα όσα η Χρίστια Μιχαήλ παραθέτει καταδεικνύεται μια καλή βάσης αγωγής εναντίον και των δύο εναγομένων.  Κρίνω πως ο ενάγοντας παρουσίασε στο Δικαστήριο μαρτυρία, απαραίτητο υπόβαθρο για την ικανοποίηση των προϋποθέσεων που θέτει η Δ.6.

 

            Απορριπτέα είναι και η εισήγηση του εναγομένου 2 πως «τα Κυπριακά δικαστήρια δεν είναι το ευχερέστερο φόρουμ για να εκδικαστεί η παρούσα αγωγή».    Στην προαναφερόμενη Ένορκη Δήλωση της Χρίστιας Μιχαήλ αναφέρεται πως στην αρχική Συμφωνία Δανείου, τα μέρη συμφώνησαν ότι η Συμφωνία θα διέπετο από το κυπριακό δίκαιο και ότι αποκλειστική δικαιοδοσία για επίλυση των διαφορών που μπορεί να προέκυπταν θα είχαν τα Κυπριακά Δικαστήρια.  Το ότι η Συμφωνία Δανείου θα διέπετο από το κυπριακό δίκαιο δεν αμφισβητείται από πλευράς του εναγομένου 2.  Το επιχείρημα του ότι ο ενάγοντας δεν ήταν μέρος της Συμφωνίας Δανείου και ως εκ τούτου δεν δεσμεύεται, υπό την προσωπική του ιδιότητα, από τις πρόνοιες της, κρίνεται εντελώς απαράδεκτη και απορρίπτεται.  Περιορίζομαι μόνο να αναφέρω ότι στον ενάγοντα εκχωρήθηκαν όλα τα δικαιώματα του δανειστή που απορρέουν από τη Συμφωνία Δανείου.  Υπενθυμίζω επίσης ότι η κατάρτιση της Συμφωνίας Δανείου δεν αμφισβητείται από τον εναγόμενο 2, όπως δεν αμφισβητείται και η χορήγηση του δανείου.

 

            Απορριπτέα κρίνεται και η θέση του εναγομένου 2 πως τα Διατάγματα Ανανέωσης του Κλητηρίου Εντάλματος ημερομηνίας 5.10.2021 και 21.12.2021 αντίστοιχα, θα πρέπει να παραμεριστούν.

 

Το ζήτημα της ανανέωσης του Κλητηρίου Εντάλματος ρυθμίζεται από την Δ.4 θ.1 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

 

«Κανένα κλητήριο ένταλμα θα ισχύει περισσότερο από δώδεκα μήνες από την ημέρα που εκδίδεται συμπεριλαμβανομένης και της ημέρας εκδόσεως, αλλά αν σε οιονδήποτε Εναγόμενο που αναφέρεται στο κλητήριο δεν έχει γίνει επίδοση ο Ενάγοντας μπορεί, προτού λήξουν οι δώδεκα μήνες, και ζητήσει, κατόπιν αίτησης, διάταγμα για ανανέωση του κλητηρίου εντάλματος και το Δικαστήριο αν ικανοποιηθεί ότι γίνονται λογικές προσπάθειες για να γίνει επίδοση στον Εναγόμενο ή για άλλους λογικούς λόγους, μπορεί να διατάξει όπως το κλητήριο ένταλμα ανανεωθεί για έξι μήνες από την ημέρα ανανέωσης συμπεριλαμβανομένης και μπορεί να γίνεται έτσι από καιρού εις καιρόν κατά τη διάρκεια του ισχύος του κλητηρίου εντάλματος …».

 

Νομολογιακά, το ζήτημα εξετάστηκε στην Πολιτική Έφεση αρ. 180/2013 1. Νικόλα Σαββίδη κα v. 1. Α.  Σαζείδης & Υιός Λτδ, ημερομηνίας 25.6.2013, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Οι αρχές που διέπουν το ζήτημα της ανανέωσης κλητηρίου εντάλματος είναι καλά θεμελιωμένες στη νομολογία. Σύμφωνα με τη Δ.4, Θ.1, κλητήριο ένταλμα ισχύει για σκοπούς επίδοσης για 12 μήνες. Ο ενάγων μπορεί, πριν από τη λήξη της 12μηνης ισχύς του, να αποταθεί στο δικαστήριο για ανανέωση του για άλλους έξι μήνες. Το δικαστήριο έχει εξουσία για ανανέωση του κλητηρίου αν ικανοποιηθεί ότι καταβλήθηκαν εύλογες προσπάθειες για επίδοση που δεν τελεσφόρησαν ή για άλλο ικανοποιητικό λόγο. Οι ίδιες αρχές εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης, άσχετα δηλαδή αν η αίτηση υποβλήθηκε πριν ή μετά την εκπνοή του κλητηρίου εντάλματος για σκοπούς επίδοσης (βλ. Nigerian Produce v. Sonora Shipping (1979) 1 C.L.R. 395). Ως προς τη φύση των λόγων που δυνατό να θεωρηθούν ότι ικανοποιούν αυτή τη διάταξη, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Battersby v. Anglo- American Oil Co. [1944] 2 All E.R. 391, όπου στη σελ. 391 διαβάζουμε τα ακόλουθα:

 

«In every case care should be taken to see that the renewal will not prejudice any right of defence then existing, and in any case it should only be granted where the court is satisfied that good reasons appear to excuse the delay in service as, indeed, is laid down in the order. The best reason, of course, would be that the defendant has been avoiding service, or that his address is unknown, and there may well be others. But ordinarily it is not a good reason that the plaintiff desires to hold up the proceedings while some other case is tried, or to await some future development. It is for the court and not for one of the litigants to decide whether there should be a stay, and it is not right that people should be left in ignorance that proceedings have been taken against them if they are here to be served.»

 

Κλητήριο ένταλμα που δεν έχει επιδοθεί μέσα στους 12 μήνες από της εκδόσεως του παύει να βρίσκεται σε ισχύ μόνο για τους σκοπούς επίδοσής του. Δεν παύει όμως να είναι έγκυρο κλητήριο ένταλμα για όλους τους άλλους σκοπούς. Οι δε πρόνοιες της Δ.4 υπόκεινται σε επέκταση του χρόνου δυνάμει των προνοιών της Δ.57,Θ.2 (βλ. Stylianides v. Flair Fashion (1982) 1 C.L.R. 786). Αποφασίστηκε στην υπόθεση The Cyprus Potato Marketing Board v. Thetis Shipping Co. PTE Ltd (1988) 1 A.A.Δ. 397, όπου η αίτηση για ανανέωση υποβλήθηκε μετά την εκπνοή της ισχύος του κλητηρίου εντάλματος, ότι η καταβολή λογικών προσπαθειών για την έγκαιρη επίδοση του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο, αν αποδειχθεί, συνιστά ικανοποιητικό λόγο για την ανανέωση του».

 

Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει εξουσία να ανανεώσει το Κλητήριο Ένταλμα νοουμένου ότι ικανοποιηθεί ότι κατεβλήθησαν εύλογες προσπάθειες για την επίδοση του που δεν τελεσφόρησαν ή για άλλο ικανοποιητικό λόγο.

 

            Από την δικογραφία της αγωγής καταδεικνύεται πως ο ενάγοντας κατέβαλε προσπάθειες για την επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στους εναγομένους 1 και 2.  Αμέσως μετά την καταχώρηση της Αγωγής προέβη σε επίδοση εκτός δικαιοδοσίας αφού έλαβε την σχετική άδεια.  Η επίδοση όσον αφορά τον εναγόμενο 2 θα γινόταν μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης της Κυπριακής Δημοκρατίας όπως καθορίζεται στην Σύμβαση της 19.1.1984 (Συνθήκη μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών για Παροχή Νομικής Συνδρομής σε θέματα Αστικού και Ποινικού Δικαίου) και του Κυρωτικού Νόμου αρ. 172/86.

 

            Λόγω του ότι δεν υπήρχε πληροφόρηση για την διαδικασία  επίδοσης και για τους δύο εναγόμενους, ζητήθηκε η υποκατάσταση επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος και των υπόλοιπων Εγγράφων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και υπηρεσίας ταχυμεταφορέα (DHL). Το σχετικό διάταγμα εκδόθηκε στις 17.12.2021. 

 

            Είναι στη βάση αυτού του υποβάθρου που ζητήθηκε εκ νέου η ανανέωση του Κλητηρίου Εντάλματος.  Υπενθυμίζω πως οι πρόνοιες της Δ.4 υπόκεινται σε επέκταση του χρόνου δυνάμει των προνοιών της Δ.57 θ.2.  Το Δικαστήριο εξετάζοντας την αίτηση έκρινε πως έπρεπε να την εγκρίνει και έτσι εκδόθηκε το δεύτερο Διάταγμα Ανανέωσης ημερομηνίας 21.12.2021.

 

            Τέλος απορριπτέα είναι και η θέση τους εναγομένου 2 ότι το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης θα πρέπει να παραμεριστεί καθότι δεν καταδείχθηκε ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για χορήγηση άδειας υποκατάστατης επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας.

 

Είναι καλά γνωστό και νομολογημένο πως η επίδοση της αγωγής είναι συνυφασμένη με το συνταγματικό κατοχυρωμένο δικαίωμα του κάθε πολίτη να «ακουστεί», προτού το Δικαστήριο εκδώσει την απόφαση του σε ζήτημα που τον αφορά. Δηλαδή, είναι επιτακτικό να δίδεται σε κάθε διάδικο η ευκαιρία να ακουστεί πριν την έκδοση δικαστικής απόφασης. Τούτο επιτυγχάνεται με την επίδοση, σε κάθε περίπτωση, της αγωγής στον εναγόμενο ή στους εναγόμενους ώστε να γνωρίζουν τον λόγο που εγκαλούνται στο Δικαστήριο. Η Διαταγή 5 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας διαπραγματεύεται τα της επίδοσης Κλητηρίου Εντάλματος.

 

Στις περιπτώσεις που η επίδοση της αγωγής για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι δυνατόν να γίνει σύμφωνα με ό,τι προβλέπεται από τη Δ.5, το Δικαστήριο έχει διακριτική ευχέρεια στη βάση της Δ.5 θ.9, να επιτρέψει υποκατάστατη επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος. Το θέμα της υποκαταστάτου επιδόσεως ρυθμίζεται από τη Δ.5Α.  Το κριτήριο για έκδοση διαταγής για υποκατάστατο επίδοση είναι το κατά πόσο υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να περιέλθει το Κλητήριο Ένταλμα σε γνώση του εναγομένου [Samir Kamir v. Ελευθέριου Κονιδάρη (1994) 1 Α.Α.Δ. 36].

 

Σύμφωνα με το Annual Practice  του 1958, σελ. 132, το Δικαστήριο προτού διατάξει υποκατάστατη επίδοση, θα πρέπει να ικανοποιηθεί πως ο ενάγοντας για οποιαδήποτε αιτία δεν μπορεί να διενεργήσει έγκυρη προσωπική επίδοση στον εναγόμενο. Η ικανοποίηση αυτής της προϋπόθεσης από τον ενάγοντα είναι απαραίτητη ώστε να εγκριθεί το αίτημα.

 

Στην περίπτωση που η αγωγή στρέφεται εναντίον εναγομένου εκτός Κύπρου, αυτός μπορεί να υπαχθεί στην δικαιοδοσία των Κυπριακών Δικαστηρίων, μόνο μετά από εξασφάλιση άδειας του Δικαστηρίου, δυνάμει της Δ.6 θ.1. Μόνο μετά από τέτοια άδεια είναι δυνατή στην συνέχεια η υποκατάστατη επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος σ΄ αυτόν. (Φραγκέσκου κ.α v. Γρηγορίου (2000) 1 ΑΑΔ 1765).

 

Αφού εξασφαλιστεί η άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, το είδος της επίδοσης που διατάσσεται δεν περιορίζεται σε επίδοση εκτός δικαιοδοσίας, αλλά μπορεί να είναι υποκατάστατη επίδοση εντός δικαιοδοσίας (Φραγκέσκου, ανωτέρω).

 

            Εν προκειμένω, θεωρώ ότι ο ενάγοντας προέβη σε όλες τις δέουσες ενέργειες ώστε το Κλητήριο Ένταλμα και τα άλλα έγγραφα να επιδοθούν μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης βάση της Σύμβασης ημερομηνίας 19.1.2084 και του Κυρωτικού Νόμου αρ. 172/86.

 

            Αποτάθηκε για εξασφάλιση άδειας για υποκατάστατη επίδοση μόνο όταν δεν είχε σχετική ενημέρωση από το Υπουργείο ως προς το ζήτημα της επίδοσης.

 

            Εν κατακλείδι κρίνω ότι η Αίτηση θα πρέπει να εγκριθεί μόνο όσον αφορά τον παραμερισμό της Απόφασης.  Κατά τα λοιπά θα πρέπει να απορριφθεί. 

 

            Δια ταύτα η Απόφαση που εκδόθηκε εναντίον του εναγομένου 2 παραμερίζεται.

 

            Τα έξοδα της Αίτησης όπως και τα έξοδα που χάθηκαν ως αποτέλεσμα του παραμερισμού, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του ενάγοντα-καθ’ ου η αίτηση.

 

            Η καταβολή των εξόδων εντός 21 ημερών από την γνωστοποίηση τους στην πλευρά του εναγόμενου 2-αιτητή, θα είναι προϋπόθεση για τον παραμερισμό της απόφασης (Βλ.  Κλεάνθους ν.  Tradex Ltd, 1998 1(Β) ΑΑΔ, σελ. 988).  Σχετικός κατάλογος εξόδων να υποβληθεί από τον ενάγοντα-καθ’ ου η αίτηση εντός 21 ημερών από σήμερα.

 

            Διά ταύτα εκδίδεται Διάταγμα με το οποίο παραμερίζεται η απόφαση ημερομηνίας 14.9.2022 που εκδόθηκε εναντίον του εναγόμενου 2, με τον πιο πάνω όρο.

 

            Τα υπόλοιπα αιτητικά της Αίτησης απορρίπτονται.

 

 

 

 

 

 

                                                                       (Υπ.) ..................................................

                                                                           Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη, Π.Ε.Δ.

Πιστό αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΑΚ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο