ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής: 1452/2023

                                                                                                                                  

Μεταξύ:

 

ΜΑΡΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Ενάγοντας

 

και

 

1.            ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΙΑΚΑΛΛΗ

2.            ΕΛΕΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ

3.            CK MY GYM ATHLETIC & LEISURE CENTER LTD

4.            CK VALERIA PROPERTY MANAGEMENT LTD

Εναγόμενοι

 

 

Αίτηση Ενάγοντα ημερομηνίας 29.6.2023

για παρεμπίπτοντα διατάγματα

 

 

1 Ιουλίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντα/Αιτητή: κ. Ακάμας για Βίκτωρ Φ. Ακάμας ΔΕΠΕ και Ανδρέας Ε. Ανδρέου

Για Εναγόμενους 1, 2, 3 και 4/Καθ΄ων η Αιτητή: κ. Γεωργίου για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Στις 29.6.2023 καταχωρήθηκε το γενικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα στην παρούσα αγωγή. Με αυτό ο Ενάγοντας αξιώνει διάφορες θεραπείες και δηλωτικές αποφάσεις που σχετίζονται με την κυριότητα του 51% του μετοχικού κεφαλαίου στην Εναγόμενη 3 εταιρεία και του 100% του μετοχικού κεφαλαίου στην Εναγόμενη 4 εταιρεία (στο εξής οι «Επίδικες Μετοχές», η εταιρεία «My Gym» και η εταιρεία«Valeria»).

 

Ταυτόχρονα με την καταχώρηση της αγωγής, ο Ενάγοντας καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση (στο εξής η «Αίτηση») με την οποία ζητούσε την έκδοση αριθμού ενδιάμεσων διαταγμάτων σε σχέση, μεταξύ άλλων, με τις Επίδικες Μετοχές και τις εταιρείες My Gym και Valeria.

 

Ειδικότερα, ζητούσε την έκδοση διαταγμάτων που να απαγορεύει στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 (μεταξύ άλλων) να αποξενώσουν, διαθέσουν ή επιβαρύνουν τις Επίδικες Μετοχές, διατάγματα που να απαγορεύουν στον Εναγόμενο 1 και στις εταιρείες My Gym και Valeria να αποξενώνουν ή επιβαρύνουν περιουσιακά τους στοιχεία μέχρι ποσού €520.000, διατάγματα που να διατάζουν όλους τους Εναγόμενους να αποκαλύψουν ενόρκως όλα τα περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις των εταιρειών My Gym και Valeria και που να τους διατάζει να ετοιμάσουν και παρουσιάσουν εξελεγμένες οικονομικές καταστάσεις των εταιρειών My Gym και Valeria για τα έτη 2020, 2021 και 2022, διάταγμα που να απαγορεύει τη σύναψη νέου δανεισμού από τις εταιρείες My Gym και Valeria χωρίς τη συγκατάθεση του Ενάγοντα και διατάγματα που να διατάζουν τον Εναγόμενο 1 να ενεργεί σύμφωνα με την ιδιότητα του εμπιστευματοδόχου υπέρ του Ενάγοντα για τις Επίδικες Μετοχές.

 

Πολύ συνοπτικά, σύμφωνα με τη μαρτυρία που συνοδεύει την Κυρίως Αίτηση, η εταιρεία My Gym λειτουργεί επιχείρηση γυμναστηρίου. Το γυμναστήριο στεγάζεται σε ακίνητο που ανήκει στην εταιρεία Valeria. Εγγεγραμμένος μέτοχος στη εταιρεία Valeria κατά 100% είναι ο Εναγόμενος 1, ο οποίος κατέχει επίσης το 95,1% του μετοχικού κεφαλαίου στην εταιρεία My Gym. O Εναγόμενος 1 είναι ο μοναδικός διευθυντής και των δύο εταιρειών και γραμματέας της εταιρείας Valeria. Η Εναγόμενη 2 που είναι σύζυγος του Εναγόμενου 1, είναι η γραμματέας της εταιρείας My Gym.

 

H θέση του Ενάγοντα είναι ότι είχε δανείσει στο παρελθόν περί τα €195.000 στην εταιρεία My Gym, κατόπιν παράκλησης του Εναγόμενου 1 με τον οποίο διατηρούσαν φιλικές σχέσεις. Για σκοπούς του δανεισμού υπεγράφη γραμμάτιο συνήθους τύπου με οφειλέτιδα την εταιρεία My Gym και εγγυητές τους Εναγόμενους 1 και 2. Το γραμμάτιο αυτό εξοφλήθηκε.

 

Ακολούθως ο Ενάγοντας παραχώρησε 2ο δάνειο στην εταιρεία My Gym, πάλιν κατόπιν παράκλησης του Εναγόμενου 1, για ποσό περί τις €424.000 για το οποίο επίσης υπεγράφη γραμμάτιο συνήθους τύπου. Καταβλήθηκαν διάφορα ποσά έναντι του νέου δανεισμού όμως παρέμενε υπόλοιπο περί τις €200.000 οφειλόμενο σε σχέση με τον 2ο δανεισμό, το οποίο η My Gym δεν ήταν σε θέση να αποπληρώσει.

 

Περί τις αρχές του 2000, συμφωνήθηκε μεταξύ του Ενάγοντα και του Εναγόμενου 1, η πώληση των Επίδικων Μετοχών για συνολικό ποσό περί τις €420.000. Συμφωνήθηκε όπως η πληρωμή του αντιτίμου γίνει εντός του 2020 και η μεταβίβαση της κυριότητας των Επίδικων Μετοχών να ακολουθούσε την 1.1.2021. Επιπλέον συμφωνήθηκε ότι ο Ενάγοντας θα δάνειζε στον Εναγόμενο 1 ποσό περί τις €467.000 για το οποίο θα υπογραφόταν γραμμάτιο συνήθους τύπου από τον Εναγόμενο 1. Το ποσό του δανείου αυτού θα διατίθετο προς εξόφληση του υπολοίπου του 2ου γραμματίου της εταιρείας My Gym καθώς και για κάλυψη λειτουργικών εξόδων της εταιρείας My Gym μέχρι τη μεταβίβαση των Επίδικων Μετοχών Ενάγοντα. Επίσης συμφωνήθηκε ότι μέχρι τη μεταβίβαση των Επίδικων Μετοχών, ο Εναγόμενος 1 θα κρατούσε αυτές ως εμπιστευματοδόχος προς όφελος του Ενάγοντα.

 

Προς υλοποίηση των πιο πάνω υπογράφηκαν στις 28.5.2020 δύο συμφωνίες πώλησης μετοχών, μια για τις Επίδικες Μετοχές κάθε εταιρείας, έγγραφα εμπιστεύματος (declarations of trust) και άλλα συναφή έγγραφα (έγγραφα μεταβίβασης, έντυπο ΗΕ57, έγγραφα εμπιστεύματος κτλ). Υπεγράφη επίσης γραμμάτιο συνήθους τύπου από τον Εναγόμενο 1 προς όφελος του Ενάγοντα.

 

Οι συμφωνίες και λοιπά σχετικά έγγραφα είχαν συνταχθεί και ετοιμαστεί από τον τότε δικηγόρο του Εναγόμενου 1 και τα δικηγορικά έξοδα πληρώθηκαν από τον Ενάγοντα.

 

Περί τις αρχές 2021, αντί της μεταβίβασης των Επίδικων Μετοχών, ο Εναγόμενος 1 πρότεινε τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης μέχρι τον Ιανουάριο 2023 με δικαίωμα του Εναγόμενου 1 να αγοράσει τις Επίδικες Μετοχές από τον Ενάγοντα για ποσό €700.000. Ο Ενάγοντας συμφώνησε να περιμένει. Περί τις αρχές 2023 όμως, ο Εναγόμενος 1 τον ενημέρωσε ότι δάνειο που είχε συνάψει η εταιρεία Valeria με πιστωτικό ίδρυμα για αγορά του ακινήτου στο οποίο στεγάζεται και λειτουργεί το γυμναστήριο είναι μη εξυπηρετούμενο και το υπόλοιπο του δανείου αυτού υπερβαίνει τις €500.000.

 

Μετά την εξέλιξη αυτή ο Ενάγοντας προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τα έγγραφα που είχε παραλάβει κατά την υπογραφή των συμφωνιών πώλησης μετοχών για να μεταβιβάσει τις Επίδικες Μετοχές επ’ ονόματι του όμως ενημερώθηκε από τον Έφορο Εταιρειών ότι οι μεταβιβάσεις δεν ήταν εφικτές γιατί έλειπε προβλεπόμενη βεβαίωση από τον γραμματέα της κάθε εταιρείας.

 

Τότε ο Ενάγοντας ζήτησε γραπτώς από τους Εναγόμενους τις εν λόγω βεβαιώσεις και ο Εναγόμενος 1 απάντησε αμφισβητώντας το ύψος του οφειλόμενου υπόλοιπου. Προβλήθηκε επίσης τότε για πρώτη φορά η θέση από τον Εναγόμενο 1 ότι η υπογραφή των συμφωνιών πώλησης μετοχών, των συνοδευτικών εγγράφων, των δηλώσεων εμπιστεύματος για τις Επίδικες Μετοχές και του γραμματίου ήταν αποτέλεσμα ψυχικής και οικονομικής πίεσης που άσκησε ο Ενάγοντας.

 

Σύμφωνα με τον Ενάγοντα, μετά την εξέλιξη αυτή διενήργησε έρευνα στα πλαίσια της οποίας διαπίστωσε ότι η εταιρεία My Gym είχε παραχωρήσει περί το 2021 κυμαινόμενη επιβάρυνση σε όλη την περιουσία της για ποσό μέχρι €130.000 υπέρ τραπεζικού ιδρύματος. Διαπίστωσε επίσης ότι η εταιρεία Valeria παραχώρησε κυμαινόμενη επιβάρυνση επί της περιουσίας της για ποσό μέχρι €544.000 καθώς και δύο υποθήκες επί της ακίνητης περιουσίας της. Τον Οκτώβρη 2020 το συνολικό ποσό των εξασφαλίσεων αυτών ήταν περί τις €560.000. Τέλος, ενημερώθηκε ότι περί τα τέλη 2022 καταχωρήθηκε εναντίον των Εναγόμενων 1, 3 και 4 η ποινική υπόθεση 3380/2022 σε σχέση με ισχυριζόμενες παραβάσεις του περί Οδών και Οικοδομών Νόμου αναφορικά με το γυμναστήριο. Ο Ενάγοντας παραπονείται ότι ουδέποτε είχε ενημερωθεί για τα πιο πάνω.

 

Επιπλέον αναφέρει ότι ενημερώθηκε πως ο Εναγόμενος 1 έχει πρόθεση να πωλήσει την επιχείρηση του γυμναστηρίου σε συγκεκριμένο επιχειρηματία που ονομάζει. Ειδικότερα αναφέρει ότι στις 24.6.2023 είχε ενημερωθεί για την επικείμενη πώληση του γυμναστηρίου.  

 

Αυτή είναι, συνοπτικά, η εκδοχή του Ενάγοντα σε σχέση με τα γεγονότα όπως προβάλλεται στις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την Αίτηση.

 

Το Δικαστήριο επιλήφθηκε της Αίτησης στις 3.7.2024 και εξέδωσε μονομερώς διατάγματα με τα οποία απαγόρευσε στους Εναγόμενους 1 και/ή 2 την αποξένωση, πώληση, επιβάρυνση των Επίδικων Μετοχών. Τα υπόλοιπα διατάγματα που ο Ενάγοντας ζητούσε δεν εκδόθηκαν μονομερώς και δόθηκαν οδηγίες για επίδοση της Αίτησης στους Εναγόμενους.

 

Μετά την επίδοση τους Εναγόμενους, αυτοί ήγειραν ένσταση τόσο στη συνέχιση ισχύος των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων όσο και στην έκδοση των υπόλοιπων αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Για σκοπούς ένστασης επικαλούνται ότι υπήρξε απόκρυψη γεγονότων από πλευράς του Ενάγοντα. Είναι επίσης η θέση τους ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παροχή ενδιάμεσης θεραπείας και ότι η Αίτηση προωθείται καταχρηστικά.

 

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του Εναγόμενου 1 που υποστηρίζει την ένσταση, το Δικαστήριο παραπλανήθηκε ως προς τα γεγονότα κατά την έκδοση των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων. Αυτό διότι ο Ενάγοντας δεν είχε αποκαλύψει ότι το γραμμάτιο συνήθους τύπου, οι συμφωνίες πώλησης μετοχών, οι πράξεις εμπιστεύματος και λοιπά έγγραφα είχαν υπογραφεί από τον Εναγόμενο 1 υπό συνθήκες αθέμιτης πίεσης.

 

Η θέση των Εναγόμενων, όπως την εκφράζει ο Εναγόμενος 1 στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, είναι ότι ο Ενάγοντας από το 2015 «είχε βάλει στο μάτι», όπως το θέτουν, το γυμναστήριο. Δεν αμφισβητείται ότι ο Ενάγοντας είχε στο παρελθόν δανείσει σε δύο περιπτώσεις την εταιρεία My Gym χρήματα για τα οποία υπογράφηκαν τα δύο αρχικά γραμμάτια συνήθους τύπου. Σημειώνω ότι υπάρχει διαφωνία αναφορικά με το ακριβές ποσό των δανείων αυτών, όμως αυτό δεν είναι επί του παρόντος.

 

Σύμφωνα με τους Εναγόμενους, περί τον Φεβρουάριο 2020 η εταιρεία Valeria απέκτησε το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το γυμναστήριο όμως η λειτουργεία του γυμναστηρίου επηρεάστηκε ένεκα των μέτρων που λήφθηκαν για την πανδημία. Τα συνεπακόλουθα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν στην υπογραφή των συμφωνιών πώλησης μετοχών και λοιπών εγγράφων. Σύμφωνα όμως με τον Εναγόμενο 1 η υπογραφή των διάφορων εγγράφων επιβλήθηκε από τον Ενάγοντα ο οποίος «απαίτησε άπαντα τα πιο πάνω με αφόρητη πίεση στο άτομο μου, εν μέσω της πανδημίας και των όσων αυτή μου προκάλεσε που μου έκλεισε την επιχείρηση μου και με άφησε ουσιαστικά στον δρόμο με μικροεπιδόματα της κυβέρνησης.» Είναι η θέση του Εναγόμενου 1 ότι αυτές οι συμφωνίες και έγγραφα ήταν εικονικά και ο πραγματικός τους σκοπός ήταν να λειτουργήσουν ως εξασφάλιση των υποχρεώσεων του Εναγόμενου 1 που απέρρεαν από το γραμμάτιο που είχε υπογράψει. Προσθέτω πως οι Εναγόμενοι δέχονται ότι τα διάφορα αυτά έγγραφα είχαν συνταχθεί από τον τότε δικηγόρο του Εναγόμενου 1 όμως υποστηρίζουν ότι αυτό έγινε με παρότρυνση του Ενάγοντα που, ενεργώντας με αλλότρια κίνητρα, ήθελε να χρησιμοποιήσει το γεγονός αυτό για να «αντικρούσει» οποιαδήποτε προσπάθεια των Εναγόμενων να αποκαλύψουν την εικονικότητα των εγγράφων.

 

Η θέση του Εναγόμενου 1 είναι ότι περί τον Μάρτιο/Απρίλιο 2023 ο Ενάγοντας «πήγε να μου κλέψει τις εταιρείες μου και, επειδή δεν τα κατάφερε, τον Μάιο 2023 άρχισε να υποβάλλει απαιτήσεις με επιστολές των δικηγόρων του. Την ίδια περίοδο, στις 16/5/23 και ενώ σημειώστε ο μόνος με τον οποίο έχω διαφορές είναι ο Ενάγοντας, κάποιος τοποθέτησε βόμβα στο αυτοκίνητο της γυναίκας μου ενώ ήταν παρκαρισμένο έξω από το σπίτι μου προκαλώντας μας ζημιές αξίας 50.000 ευρώ. Φυσιολογικά λόγω του υποχθόνιου τρόπου που ενεργεί ο Ενάγοντας αυτός είναι το πρόσωπο που υποψιάζομαι.»

 

Αναφέρει, τέλος, ο Εναγόμενος 1 ότι οι πληροφορίες του Ενάγοντα ότι συζητείται η πώληση της επιχείρησης είναι ψευδείς και ότι το πρόσωπο στο οποίο είχε αναφερθεί ο Ενάγοντας ότι αφορούσαν αυτές οι πληροφορίες δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο.  

 

Αυτά αναφορικά με την υπό κρίση Αίτηση και ένσταση.

 

Πριν προχωρήσω, σημειώνω ότι εξέτασα το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου μέσω της Αίτηση και ένστασης αντίστοιχα καθώς και των ενόρκων δηλώσεων που τις συνοδεύουν και τα έγγραφα που επισυνάπτονται σε αυτές ως τεκμήρια. Έχω επίσης μελετήσει τις αγορεύσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών που ετοιμάστηκαν για σκοπούς της ακρόασης της Αίτησης.

 

Προχωρώ στην εξέταση της ουσίας.

 

Όπως προανέφερα, ο Ενάγοντας επιδιώκει την οριστικοποίηση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν μονομερώς και την έκδοση άλλων αιτούμενων ενδιάμεσων διαταγμάτων. Η πλευρά των Εναγόμενων επιδιώκει την ακύρωση των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων και την απόρριψη της Αίτησης ως προς τα υπόλοιπα αιτούμενα διατάγματα.

 

Ξεκινώ με τη θέση των Εναγόμενων ότι ο Ενάγοντας απέκρυψε γεγονότα κατά την προώθηση της Αίτηση του. Η εξουσία του Δικαστηρίου να εκδίδει διατάγματα εκπηγάζει από τις αρχές της επιείκειας[1]. Ένα από τα αξιώματα της επιείκειας είναι ότι όποιος προσέρχεται στην επιείκεια πρέπει να προσέρχεται με καθαρά χέρια. Το καθήκον αυτό εμπεριέχει την υποχρέωση στον εκάστοτε αιτητή να αποκαλύπτει πλήρως και ειλικρινά όλα τα δεδομένα που περιβάλλουν την υπόθεση, είτε είναι υπέρ του είτε εναντίον του, τα οποία ενδεχομένως να επενεργήσουν στην κρίση του Δικαστηρίου.

 

Η φύση και έκταση του καθήκοντος για πλήρη αποκάλυψη στα πλαίσια αίτησης που καταχωρείται μονομερώς για παροχή ενδιάμεσης θεραπείας, τονίζεται με σταθερό και ξεκάθαρο τρόπο στη νομολογία. Πρόσωπο που αποτείνεται μονομερώς στο Δικαστήριο, οφείλει να αποκαλύψει όχι μόνο εκείνα τα γεγονότα που ο ίδιος θέλει να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου, αλλά να αποκαλύψει πλήρως και δίκαια (fully and fairly)[2] όλα τα γεγονότα τα οποία είναι σημαντικά και ουσιώδη για να έχει το Δικαστήριο ολοκληρωμένη εικόνα κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας. Σε περιπτώσεις όπου διαφαίνεται ότι διάταγμα που εκδόθηκε μονομερώς, εκδόθηκε χωρίς να έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα σχετικά γεγονότα τότε, αναπόδραστη συνέπεια είναι ότι ο αιτητής θα στερηθεί το διάταγμα που εξασφάλισε κατά παράβαση της υποχρέωσης του αυτής[3].

 

Στην προκείμενη περίπτωση, η πλευρά των Εναγόμενων υποστηρίζει ότι ο Ενάγοντας είχε αποκρύψει ότι το γραμμάτιο, οι συμφωνίες πώλησης μετοχών, οι δηλώσεις εμπιστεύματος και διάφορα άλλα έγγραφα είχαν υπογραφεί ως αποτέλεσμα της δόλιας επιδίωξης του Ενάγοντα να κλέψει την επιχείρηση και περιουσία των Εναγόμενων (όπως το θέτουν) και αθέμιτης πίεσης που ασκήθηκε από αυτόν στον Εναγόμενο 1.

 

Εξέτασα όσα αναφέρει στην ένορκη του δήλωση ο Εναγόμενος 1 σχετικά με αυτό το ζήτημα και όσα αναφέρονται στη αγόρευση του συνηγόρου των Εναγόμενων. Κρίνω, για τους λόγους που θα εξηγήσω, ότι διαφωνώ πως υπάρχει απόκρυψη από πλευράς του Ενάγοντα.

 

Προς υποστήριξη της Αίτησης, ο Ενάγοντας παρουσίασε τη δική του εκδοχή και ερμηνεία σε σχέση με τα γεγονότα. Οι αναφορές του δεν είναι αντίθετες με το περιεχόμενο των εγγράφων που παρουσίασε. Όταν τελικά ζήτησε τη μεταβίβαση των Επίδικων Μετοχών στο όνομα του είναι η θέση του ότι ο Εναγόμενος 1 διαμαρτυρήθηκε για πρώτη φορά, μέσω του δικηγόρου του, για τη νομιμότητα των διαφόρων εγγράφων και πρόβαλλε τη θέση ότι η όλη συναλλαγή ήταν αποτέλεσμα αθέμιτης πίεσης. Ο Ενάγοντας αποκάλυψε αυτή τη θέση του Εναγόμενου 1, ανέφερε επίσης ότι διαφωνεί και έδωσε την εξήγηση του. Θεωρώ ότι δεν χρειαζόταν να αποκαλύψει κάτι περαιτέρω.

 

Το παράπονο των Εναγόμενων ότι ο Ενάγοντας είχε αποκρύψει πως ουσιαστικά ενεργούσε ως τοκογλύφος, ότι άσκησε πίεση για την υπογραφή των διαφόρων συμφωνιών και εγγράφων, ότι είχε σκοπό να κλέψει την επιχείρηση και περιουσία των Εναγόμενων – όλα αυτά συνιστούν τις θέσεις, εξηγήσεις και ερμηνεία που οι Εναγόμενοι αποδίδουν στις ενέργειες και προθέσεις του Ενάγοντα. Τις προβάλλουν και βασίζονται σε αυτές για να υποστηρίξουν ότι δεν δεσμεύονται από το περιεχόμενο των διάφορων εγγράφων. Αυτά δεν είναι γεγονότα που όφειλε ο Ενάγοντας να αποκαλύψει στα πλαίσια της Αίτησης. Όπως είπα είναι οι θέσεις, εξηγήσεις και ερμηνεία προθέσεων που αποδίδονται στον Ενάγοντα από τους Εναγόμενους. Οι Εναγόμενοι είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν την εκδοχή τους στα πλαίσια της ένστασης τους.

 

Συνεπώς, δεν διαπιστώνω ουσιαστική παράλειψη ή παραπλάνηση ως προς γεγονότα ή έγγραφα από την πλευρά του Ενάγοντα που να δικαιολογεί την ακύρωση των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων και απόρριψη της Αίτησης.

 

Στρέφομαι στις πρόνοιες του άρθρου 32(1) του Ν. 14/60 που καθορίζει και τις ουσιαστικές προϋποθέσεις παροχής ενδιάμεσης θεραπείας. Η συγκεκριμένη διάταξη προνοεί ότι το Δικαστήριο:

 

«…δύvαται vα εκδίδη απαγoρευτικόv διάταγμα (παρεμπίπτov, διηvεκές, ή πρoστακτικόv) ή vα διoρίζη παραλήπτηv εις πάσας τας περιπτώσεις εις ας τo δικαστήριov κρίvει τoύτo δίκαιov ή πρόσφoρov, καίτoι δεv αξιoύvται ή χoρηγoύvται oμoύ μετ' αυτoύ απoζημιώσεις ή άλλη θεραπεία:

 

Νoείται ότι παρεμπίπτov απαγoρευτικόv διάταγμα δεv θα εκδίδεται εκτός εάv τo δικαστήριov ικαvoπoιηθή ότι υπάρχει σoβαρόv ζήτημα πρoς εκδίκασιv κατά τηv επ' ακρoατηρίoυ διαδικασίαv, ότι υπάρχει πιθαvότης ότι ο αιτών διάδικος δικαιoύται εις θεραπείαv, και ότι εκτός εάv εκδoθή παρεμπίπτov απαγoρευτικόv διάταγμα, θα είvαι δύσκoλov ή αδύvατov vα απovεμηθή πλήρης δικαιoσύvη εις μεταγεvέστερov στάδιov

 

Όπως προκύπτει από το λεκτικό, παρεμπίπτον διάταγμα εκδίδεται μόνο εάν πληρούνται, σωρευτικά, οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην πιο πάνω διάταξη. Δηλαδή εάν ο αιτητής καταδείξει (α) ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση, (β) ότι υπάρχει πιθανότητα να δικαιούται σε θεραπεία και (γ) εάν δείξει ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη στο μέλλον εάν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Τέλος, διάταγμα εκδίδεται μόνο εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτό είναι «δίκαιον ή πρόσφορον» υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.

 

Αναφορικά με την 1η προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν.14/1960, σύμφωνα με τη νομολογία το Δικαστήριο ανατρέχει στα δικόγραφα για να αποφασίσει κατά πόσο αποκαλύπτεται καλή βάση αγωγής.

 

Όπως επαναλήφθηκε στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου Laxiflora Holdings Ltd κ.α. ν Κώστα Ζερβού κ.α., πολιτικές εφέσεις Ε38/2021 και Ε42/2021, ημερομηνίας 12.2.2024:

 

«για εκπλήρωση της πρώτης προϋπόθεσης απαιτείται απλώς η δικογραφημένη ανάδειξη σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση. Δεν πληρούν την πρώτη προϋπόθεση, αγωγές στηριζόμενες σε βάσεις άγνωστες στον Νόμο ή και τη Νομολογία όπου η συνέχιση τους θα απολήξει να είναι ανούσια και ενοχλητική (frivolous and vexatious), αλλά και απαιτήσεις όπου επιδιώκεται η απόδοση θεραπείας παράλογης ή απαράδεκτης.»

 

Στην προκείμενη περίπτωση, οι αξιώσεις που περιλαμβάνονται στο κλητήριο ένταλμα δεν φαίνονται έκδηλα απαράδεκτες ή αντινομικές. Συνεπώς, θεωρώ ότι η 1η προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν. 14/60, πληρείται.

 

Προχωρώ στη 2η προϋπόθεση, που αφορά το κατά πόσο διαπιστώνεται ορατή πιθανότητα επιτυχίας στις αξιώσεις που εγείρονται.

 

«Ορατή πιθανότητα επιτυχίας» σημαίνει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα και κάτι λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων[4]. Εξετάζοντας κατά πόσο πληρείται αυτή η προϋπόθεση, το Δικαστήριο περιορίζεται να διαπιστώσει μόνο αν υπάρχει ενδεχόμενο, με βάση το μαρτυρικό υλικό, ο αιτητής να επιτύχει στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας[5].

 

Στην Laxiflora (ανωτέρω), η προσέγγιση της νομολογίας συνοψίστηκε ως εξής:

 

«Κατά την εξέταση της προϋπόθεσης αυτής γίνεται συσχέτιση της νομικής βάσης της αγωγής με την προσκομισθείσα, από πλευράς αιτητή, μαρτυρίας. Σταθμίζεται βέβαια και η αντίθετη εκδοχή του καθ' ου η αίτηση. Η υποκειμενική και εξαντλητική αξιολόγηση της μαρτυρίας, αλλά και η επιλογή εκδοχών και η εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων θα πρέπει να αποφεύγεται. Αυτά είναι αξιώματα που ανήκουν στην κυρίως δίκη. Αυτού λεχθέντος, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία, κάποια αποτίμηση της αποδεικτικής δύναμης της μαρτυρίας εκείνου που ζητά τη θεραπεία, θα πρέπει να γίνεται από το Δικαστήριο.»

 

Οι θεραπείες που αξιώνει ο Ενάγοντας απορρέουν από έγγραφα που έχουν υπογραφεί και τα οποία έχει παρουσιάσει, μεταξύ άλλων το γραμμάτιο συνήθους τύπου που υπέγραψε ο Εναγόμενος 1, τις συμφωνίες πώλησης μετοχών, τα έγγραφα εμπιστεύματος σε σχέση με τις Επίδικες Μετοχές κτλ.

 

Η υπογραφή αυτών των εγγράφων και συμφωνιών όχι μόνο δεν αμφισβητείται από τους Εναγόμενους, αλλά επιβεβαιώνεται. Αυτό που αμφισβητούν οι Εναγόμενοι είναι τις συνθήκες υπογραφής και γεγονότα που ισχυρίζονται τα οποία αφορούν κίνητρα, επιδιώξεις και το γενικότερο πλαίσιο δεδομένων που περιβάλλουν την υπογραφή.

 

Ως είναι γνωστό, η διαδικασία έκδοσης παρεμπίπτοντων διαταγμάτων δεν προσφέρεται για εις βάθος αξιολόγηση αντικρουόμενης μαρτυρίας ώστε να καταλήξει το Δικαστήριο σε ευρήματα για αμφισβητούμενα γεγονότα. Η μαρτυρία που παρουσιάζεται εκατέρωθεν προσεγγίζεται και εξετάζεται μόνο στο βαθμό που είναι απαραίτητο για τα προς απόφαση ζητήματα.

 

Στην παρούσα περίπτωση, είναι αποδεκτό ότι έχουν υπογραφεί οι συμφωνίες μεταβίβασης μετοχών, οι πράξεις μεταβίβασης (deeds of transfer) και οι δηλώσεις εμπιστεύματος (declarations of trust) σε σχέση με τις Επίδικες Μετοχές, τα πρακτικά διοικητικού συμβουλίου των δύο εταιρειών που εγκρίνουν τις μεταβιβάσεις και λοιπά. Δεν είναι επί του παρόντος να αποφασιστεί εάν η θέση των Εναγόμενων ευσταθεί ώστε να ανατρέπει το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων και να τα καθιστά άκυρα, ακυρώσιμα ή άνευ νομικού αποτελέσματος.

 

Σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο της διαδικασίας ο πήχης για το τί συνιστά ορατή πιθανότητα επιτυχίας στην αγωγή, δεν είναι ιδιαίτερα ψηλός. Όσα προανέφερα θεωρώ ότι αποκαλύπτουν συζητήσιμη υπόθεση, στον βαθμό που απαιτείται για αυτό το στάδιο, στις σχετικές αξιώσεις που εγείρονται ώστε να ικανοποιείται η 2η προϋπόθεση του άρθρου 32(1) του Ν. 14/60.

 

Τονίζω ότι η πιο πάνω διαπίστωση βασίζεται στην εξέταση της ενώπιον μου μαρτυρίας για τους περιορισμένους σκοπούς του παρόντος σταδίου της διαδικασίας και δεν προκαταβάλλει το αποτέλεσμα της αγωγής.

 

Προχωρώ στην 3η προϋπόθεση για σκοπούς της οποίας ο αιτητής πρέπει να καταδείξει ότι χωρίς την ενδιάμεση θεραπεία θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Έχει επικρατήσει στη νομολογία, ζημιά να μην θεωρείται ανεπανόρθωτη εάν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα, εκτός εάν συντρέχουν άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις[6].

 

Στην παρούσα περίπτωση, αναφορικά με τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα θεωρώ ότι και η συγκεκριμένη προϋπόθεση πληρείται. Αυτό διότι κρίνω πως υπάρχει ο κίνδυνος να μείνουν χωρίς θεραπεία οι Ενάγοντες εάν δεν παρασχεθεί ενδιάμεση θεραπεία αλλά και ενόψει της ιδιαίτερης φύσης των θεμάτων που εγείρονται.

 

Εδώ, η κυριότητα των Επίδικων Μετοχών και, κατ’ επέκταση, τα δικαιώματα που αυτές υπέχουν είναι το αντικείμενο και η ουσία της αγωγής. Εάν οι μετοχές δεν διαφυλαχθούν τότε ο κίνδυνος είναι να χαθεί το αντικείμενο των συμφωνιών πώλησης μετοχών και η ουσία της αγωγής. Σημειώνω ότι στη νομική βάση της Αίτησης περιλαμβάνεται και το άρθρο 4 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 6 που παρέχει τη δυνατότητα έκδοσης διατάγματος για τη διαφύλαξη περιουσίας που συνιστά το αντικείμενο της αγωγής.

 

Κρίνω επομένως ότι δεν ανατρέπεται η αρχική διαπίστωση κατά την έκδοση μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων ότι και η 3η προϋπόθεση του Ν. 14/60 πληρείται, σε σχέση με αυτά. Αναφορικά με τα υπόλοιπα αιτούμενα διατάγματα, θα επανέλθω πιο κάτω.

 

Εφόσον οι τρεις προϋποθέσεις πληρούνται για τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα, πρέπει ακολούθως να εξεταστεί κατά πόσο είναι δίκαιο και πρόσφορο να διατηρηθούν σε ισχύ.

 

Η απάντηση θεωρώ ότι είναι θετική. Το ουσιαστικό στοιχείο στην παρούσα περίπτωση είναι ότι υφίστανται οι συμφωνίες και διάφορα έγγραφα που συνάδουν με όσα προβάλλει ο Ενάγοντας σε σχέση με τις Επίδικες Μετοχές και τις θεραπείες που αξιώνει. Έχω σημειώσει τη διαφορετική εκδοχή των Εναγόμενων όμως – ενόψει του ότι σε αυτό το στάδιο δεν είναι εφικτό να αξιολογηθεί η εκδοχή τους - τα έγγραφα παραμένουν. Η διαφύλαξη των μετοχών μέχρι την εκδίκαση της αγωγής είναι, κρίνω, ορθό μέτρο. Διατηρεί τη δυνατότητα για παροχή ουσιαστικής θεραπείας στον Ενάγοντα σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής και, παράλληλα, δεν διακρίνω από τη μαρτυρία να επηρεάζει τα δικαιώματα και συμφέροντα των Εναγόμενων σε δυσανάλογο βαθμό.

 

Συνεπώς, αναφορικά με τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα, κρίνω ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις και είναι ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να διατηρηθούν.

 

Προσθέτω ότι με έχει προβληματίσει κατά πόσο το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα που αφορά τις Επίδικες Μετοχές της Εταιρείας My Gym πρέπει να διατηρηθεί εναντίον της Εναγόμενης 2. Η Εναγόμενη 2 δεν είχε συμβληθεί με τον Ενάγοντα και δεν είναι ιδιοκτήτρια των Επίδικων Μετοχών. Το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα την αφορά και στρέφεται εναντίον της υπό την ιδιότητα της ως γραμματέας της εταιρείας My Gym. Αυτό διότι ως γραμματέας τηρεί το μητρώο μελών της εταιρείας και βεβαίωση από τον γραμματέα είναι αναγκαία για την κοινοποίηση στον Έφορο Εταιρειών αλλαγής στους μετόχους. Ενόψει αυτού, θεωρώ ότι είναι ορθό να διατηρηθεί το διάταγμα και εναντίον της.

 

Όπως ανέφερα πιο πάνω, πέραν από τη διατήρηση των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων, ο Ενάγοντας ζητά μέσω της Αίτησης και διάφορες άλλες ενδιάμεσες θεραπείες.

 

Η χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας είναι ένα εξαιρετικό μέτρο και, εάν χορηγηθεί, δεν πρέπει να υπερβαίνει σε εύρος το απολύτως απαραίτητο και ελάχιστο αναγκαίο για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων σκοπών. Με αυτό το δεδομένο προσεγγίζω και εξετάζω κατά πόσο είναι ορθό να εκδοθούν τα υπόλοιπα αιτούμενα διατάγματα της Αίτησης .

 

Ο Ενάγων ζητά διατάγματα που να απαγορεύουν στους Εναγόμενους 1, 3 και 4 να αποξενώσουν, μεταβιβάσουν ή επιβαρύνουν περιουσία τους, τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου, αξίας μέχρι €520.000. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει έρεισμα για να εκδοθεί τέτοιο διάταγμα. Οι δύο εταιρείες My Gym και Valeria, καμία συμβατική σχέση ή οφειλή ή άλλη υποχρέωση έχουν έναντι του Ενάγοντα σε σχέση με όσα αυτός ισχυρίζεται στην αγωγή του. Για τον Εναγόμενο 1, ενόψει της διατήρησης των μονομερώς εκδοθέντων διαταγμάτων και του συνόλου της μαρτυρίας, δεν διακρίνω γιατί είναι απαραίτητο να χορηγηθεί τέτοια επιπρόσθετη ενδιάμεση θεραπεία.

 

Περαιτέρω, ο Ενάγων ζητά διατάγματα που να διατάζουν τους Εναγόμενους 1-4 να αποκαλύψουν ενόρκως όλη την περιουσία που διαθέτουν ανά το παγκόσμιο, περιλαμβανομένων τραπεζικών λογαριασμών, δανείων, τραπεζικών υποχρεώσεων. Σε σχέση με αυτά τα αιτούμενα διατάγματα, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι τα δεδομένα καθιστούν, σε αυτό το στάδιο, αναγκαία και απαραίτητη την έκδοση τους.

 

Το ίδιο ισχύει και για το αιτούμενο διάταγμα για παράδοση των εξελεγμένων λογαριασμών των εταιρειών My Gym και Valeria.

 

Αναφορικά με το αιτούμενο διάταγμα όπως απαγορευθεί νέος δανεισμός στις εταιρείες My Gym και Valeria, επίσης δεν έχω ικανοποιηθεί ότι αυτό καθίσταται αναγκαίο και απαραίτητο στο παρόν στάδιο και από τα ενώπιον μου στοιχεία. Ενδιάμεσο απαγορευτικό διάταγμα δεν εκδίδεται για να αποτρέψει θεωρητικό κίνδυνο αλλά για να αντιμετωπίσει άμεσο και πραγματικό κίνδυνο. Επαναλαμβάνω ότι οι δύο εταιρείες καμία συμβατική σχέση έχουν με τον Ενάγοντα και καμία υποχρέωση ανέλαβαν έναντι του.

 

Τέλος, ο Ενάγων ζητά προστακτικό διάταγμα που να υποχρεώνει τον Εναγόμενο 1 να ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος του για τις Επίδικες Μετοχές, σύμφωνα με τα έγγραφα εμπιστεύματος (declarations of trust) που έχει υπογράψει. Προστακτικά διατάγματα,, ως ενδιάμεσες θεραπείες, εκδίδονται εξαιρετικά σπάνια. Τα δεδομένα της παρούσας περίπτωσης δεν την κατατάσσουν στην άκρα εξαίρεση των περιπτώσεων όπου θα δικαιολογείτο η έκδοση προστακτικού διατάγματος.

 

Συγκεφαλαιώνοντας, θεωρώ ότι τα υπόλοιπα αιτούμενα διατάγματα που ο Ενάγων ζητά μέσω της Αίτησης – πλην αυτών που έχουν ήδη εκδοθεί – δεν δικαιολογούνται και δεν κρίνονται απαραίτητα υπό τις περιστάσεις.

 

Καταληκτικά, για όλους τους λόγους που εξήγησα, τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα διατηρούνται και θα παραμείνουν σε ισχύ μέχρι την αποπεράτωση της αγωγής. Ως προς τα υπόλοιπα αιτούμενα διατάγματα, δεν έχω ικανοποιηθεί για την αναγκαιότητα έκδοσης τους και, συνακόλουθα, η Αίτηση αναφορικά με αυτά απορρίπτεται.

 

Παραμένει το θέμα των εξόδων. Εκ των πραγμάτων, η Αίτηση έχει επιτύχει μερικώς εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2 εφόσον τα μονομερώς εκδοθέντα διατάγματα που στρέφονται εναντίον τους, έχουν διατηρηθεί. Όμως, κανένα εκ των αιτούμενων διαταγμάτων έχει εκδοθεί εναντίον των Εναγόμενων 3 και 4 εταιρειών. Συνεπώς η Αίτηση αναφορικά με αυτούς δεν έχει επιτύχει. Ενόψει αυτού και της κοινής ένστασης που έχουν εγείρει όλοι οι Εναγόμενοι, θεωρώ ορθό όπως τα έξοδα της Αίτησης επιδικαστούν και επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2, ως θα υπολογιστούν και θα εγκριθούν. Αναφορικά με τους Εναγόμενους 3 και 4, κάθε πλευρά τα έξοδα της.

 

 

(Υπ.)  ………………………..
Γ. Κυθραιώτου-Θεοδώρου, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο
Πρωτοκολλητής



[1] Σχετική η Γιαβρή Στέλλα και Άλλη ν. Σταύρου Πάσιου (2004) 1 ΑΑΔ 125

[2] Konamaneni v Rolls Royce Industrial Power (India) Ltd [2002] 1 WLR 1269

[3] The King v The General Commissioners for the Purposes of the Income Tax Acts for the District of Kensington, Ex parte Princess Edmond De Polignac [1917]1 K.B. 486

[4] Οδυσσέως (ανωτέρω)

[5] Fellowes v Fisher [1975]2 All E.R. 829

[6] Karydas Taxi Services Ltd v Komodikis (1975) 1 ΑΑΔ 330


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο