ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π.Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 337/20

Μεταξύ:

1. Αντώνη Βούρου

2. Μιχάλη Κασιουλίδη

Εναγόντων

v.

 

1. Αντώνης Αντωνιάδης

2. Robert Prigmore

3. Egnedol Limited

Εναγόμενων

---------------------------------

Αίτηση ημερομηνίας 16/02/2024 για αντεξέταση

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 10 Ιουνίου, 2024.

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για Ενάγοντες - Αιτητές: κ. Μιχαηλίδης για Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενο 2 - Καθ΄ου η αίτηση: κ. Κούμας για Στέλιος Αμερικάνος & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την αίτησή τους οι Ενάγοντες ζητούν από το Δικαστήριο διάταγμα το οποίο να επιτρέπει την αντεξέταση του Θανάση Φιακά, Ομνύοντα στην ένορκη δήλωση ημερομηνίας 12/08/2021 και στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση ημερομηνίας 15/01/2024.

 

Ως νομική βάση για το αίτημα παρατίθενται τα Άρθρα 12 και 30 του Συντάγματος, ο περί Συμβάσεων Νόμος, ο περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, η Δ.39 θ.1, Δ.48 θ.θ.1 ‑ 4, 8 και 9, η πρακτική, οι συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου, οι γενικές αρχές του Νόμου και της Νομολογίας.

 

Τα γεγονότα παρατέθηκαν σε ένορκη δήλωση του Δημήτρη Μιχαηλίδη, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους Ενάγοντες, ο οποίος τα γνωρίζει. Είναι η θέση του ότι, στις 27/06/2021 καταχωρήθηκε από τους Εναγόμενους 1 και 2, αίτηση με την οποία ζητήθηκε ο παραμερισμός της υποκατάστατης επίδοσης και του διατάγματος που την επέτρεψε. Στις 19/12/2022 καταχωρήθηκε ένσταση στην αίτηση, η οποία συνοδεύετο από ένορκη δήλωση του Θανάση Φιακά. Καταχωρίστηκε στις 15/01/2024 και συμπληρωματική ένορκη δήλωση του Θανάση Φιακά. Λόγω του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων ο ίδιος θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η αντεξέταση του Ομνύοντα. Προωθεί τη θέση ότι θα πρέπει να αντεξεταστεί σε σχέση με την παράγραφο 5.2.5 της ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 12/08/2021 και των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ημερομηνίας 15/01/2024, γιατί αμφισβητείται σημαντικό μέρος του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεών του.

 

Η αίτηση αντιμετωπίστηκε με την καταχώριση ένστασης στην οποία καταγράφονται δέκα (10) λόγοι ενστάσεως, οι οποίοι μπορούν να συνοψιστούν ως ακολούθως: Ότι δεν αποκαλύπτονται ούτε και αναφέρονται στην αίτηση εξαιρετικές περιστάσεις ή συγκεκριμένοι λόγοι που να δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έγκρισης του αιτήματος, ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που τίθενται από την Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών αφού η αντεξέταση δεν είναι αναγκαία ή και απαραίτητη για την επίλυση των πραγματικών ζητημάτων, ότι η αντεξέταση είναι άνευ αντικειμένου και δεν θα επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο την έκβαση της αίτησης ημερ. 12/08/2021, ότι γίνεται καταχρηστικά και με σκοπό την εκμαίευση μαρτυρίας, ότι τα θέματα για τα οποία ζητείται η αντεξέταση δεν συνιστούν θέματα ουσίας, ότι υπάρχει καθυστέρηση στην καταχώρισης της αίτησης, ότι δεν εξυπηρετούνται οι ανάγκες της διαδικασίας, ότι η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση είναι παράνομη και αντικανονική γιατί έγινε από δικηγόρο και ότι η αίτηση είναι γενική και αόριστη.

 

Νομική βάση για την ένσταση συνιστούν οι Δ.5Α, Δ.6, Δ.39, Δ.48 θ.θ.1 ‑ 4, 8 και 9 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, η νομολογία και οι γενικές αρχές και οι συμφυείς εξουσίες και η πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Προς υποστήριξη της ένστασης επισυνάφθηκε ένορκη δήλωση της Γεωργίας Γεωργιάδου, δικηγόρου στον δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Εναγόμενο 2 - Καθ' ου η Αίτηση. Δηλώνει ότι γνωρίζει τα γεγονότα και είναι εξουσιοδοτημένη στην κατάρτιση της συγκεκριμένης ένορκης δήλωσης. Προωθεί τη θέση ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις οι οποίες τίθενται από την Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και δεν αποκαλύπτονται ούτε και στοιχειοθετούνται οποιεσδήποτε εξαιρετικές περιστάσεις. Ισχυρίζεται ότι οι Αιτητές δεν τεκμηριώνουν οποιονδήποτε λόγο που να καθιστά απαραίτητη την αντεξέταση του Θανάση Φιάκα, αλλά αντίθετα γενικά αναφέρουν ότι είναι απαραίτητη η αντεξέταση λόγω της φύσης της ενδιάμεσης αίτησης και της αιτούμενης θεραπείας. Κατά τη δική της άποψη δεν αιτιολογείται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας προς έγκριση του αιτήματος, λόγω της γενικότητας με την οποία προωθείται.

 

Υποστηρίζει ότι η αίτηση, ημερομηνίας 16/02/2024, είναι άνευ αντικειμένου αφού δεν μπορεί να επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο την έκβαση την αίτησης ημερομηνίας 12/08/2021 γιατί κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν υπήρχε οποιοδήποτε διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας. Το γεγονός ότι δεν υφίστατο διάταγμα επίδοσης εκτός δικαιοδοσίας πριν την έκδοση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης, κατά τη δική της άποψη, δεν συνιστά παρατυπία η οποία θεραπεύεται και δεν μπορεί να εξεταστεί μέσω της αντεξέτασης οποιουδήποτε μάρτυρα. Ισχυρίζεται ότι δεν αποτελεί απλά παρατυπία αλλά συνιστά ακυρότητα του διαβήματος της επίδοσης. Εισηγείται ότι όλα τα γεγονότα που αφορούν τα υπό κρίση θέματα προκύπτουν από τον φάκελο του Δικαστηρίου. Προωθεί τη θέση ότι το αιτούμενο διάταγμα δεν θα εξυπηρετήσει τις ανάγκες της διαδικασίας παραμερισμού της επίδοσης αφού το γεγονός ότι δεν επεκτάθηκε η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου στους αλλοδαπούς Εναγόμενους δεν είναι ζήτημα που μπορεί να αμφισβητηθεί, ενώ δεν τεκμηριώνεται η ανάγκη αντεξέτασης του Θανάση Φιακά. Κατά τη δική της άποψη, η υπό κρίση αίτηση είναι καταχρηστική, αποσκοπεί στην αλίευση μαρτυρίας επί όλων των θεμάτων που αφορούν τη συγκεκριμένη αγωγή και στο να προκαταβάλει και να περιπλέξει τα επίδικα θέματα αλλά και να καθυστερήσει την όλη εκδίκαση της αγωγής.

 

Και οι δύο πλευρές κατέγραψαν τις θέσεις τους σε γραπτές αγορεύσεις τις οποίες κατέθεσαν στο Δικαστήριο. Το Δικαστήριο έχει κατά νου το περιεχόμενο και των δύο αγορεύσεων και θα κάνει αναφορά σ’ αυτό όπου το κρίνει απαραίτητο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Σύμφωνα με τη Δ.48 θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιήθηκε το 1999:

 

« Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»

 

Η Διαταγή 39, θ. 1 προβλέπει:

 

« Κατόπιν αιτήσεως μαρτυρία μπορεί να δοθεί με ένορκο κατάθεση (δήλωση) αλλά το Δικαστήριο ή Δικαστής μπορεί, κατόπιν παρακλήσεως οιουδήποτε των διαδίκων, να διατάξει την παρουσία του καταθέτη για αντεξέταση».

 

Στην αντίστοιχη Αγγλική πρόνοια, Order 38 (βλ. Annual Practice 1958, στη σελ. 865), επεξηγείται η άσκηση της δικαστικής εξουσίας με έμφαση στο γεγονός ότι δεν υπάρχει υποχρέωση για έκδοση τέτοιου διατάγματος. Ανάλογη θέση καταγράφεται στο σύγγραμμα Halsburys Laws of England, 3η έκδοση, τομ. 21, παρ. 878, σελ. 418-419, όπου αναγράφονται τα εξής:

 

« The Court has discretionary power of acting upon such evidence as may be before it at the time, and will not allow a motion to stand over in order to enable a party to examine a witness viva voce, if it considers that the application is made in order to create delay or that there is sufficient evidence before it to enable it to deal with the motion. ».

 

Στην απόφαση Αναφορικά με την αίτηση του Λ. Μήλου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 280, όπου εξετάστηκε η ορθότητα ή μη της απόρριψης του αιτήματος γι΄ αντεξέταση, το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση τονίζοντας πως η αίτηση που στηριζόταν στη Δ.39 θ. 1, παρείχε τη διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να την εγκρίνει ή να την απορρίψει, ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Για τούτο σημαντικό στοιχείο αποτελεί το είδος της αίτησης και τα στοιχεία που πρέπει να αποδεικνύονται και να λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο.

 

Σημειώνεται ότι με την υπό κρίση Αίτηση ζητείται η αντεξέταση του κ. Θανάση Φιακά, ενόρκως δηλούντα στην αίτηση για παραμερισμό της υποκατάστατης επίδοσης και του σχετικού διατάγματος. Προσδιορίζονται τα σημεία επί των οποίων ζητείται η αντεξέτασή του.

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου, δυνάμει της Δ.39 θ.1, θα πρέπει να ασκείται με φειδώ και να εξυπηρετεί τους σκοπούς της σχετικής δικονομικής πρόνοιας. Για να δοθεί άδεια αντεξέτασης θα πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι το αμφισβητούμενο γεγονός είναι σχετικό με την αίτηση και ουσιώδες. Θεωρώ απαραίτητο να καταγράψω το ακόλουθο απόσπασμα από το σκεπτικό της απόφασης Αναφορικά με την Αίτηση του Rana Washed Ali (Αρ. 1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1660:

 

« Tο ζήτημα της αντεξέτασης ομνύσαντος διέπεται από τον θ.1 της Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών σύμφωνα με το οποίο σε αίτηση μπορεί να δοθεί μαρτυρία με ένορκη δήλωση πλην όμως το Δικαστήριο ή ο Δικαστής δύναται με παράκληση οποιουδήποτε των διαδίκων να διατάξει όπως ο ομνύσας την ένορκη δήλωση παρουσιαστεί για αντεξέταση. Επομένως το θέμα εμπίπτει εντός της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Για τα κριτήρια άσκησης της διακριτικής αυτής ευχέρειας μπορούμε να αντλήσουμε χρήσιμη καθοδήγηση από τα κρατούντα στην Αγγλία. Σύμφωνα με την υποσημείωση (α) της παραγράφου 74 των Halsburys Laws of England, 3rd Ed., Vol. 11, οι ενόρκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την ένσταση στην αίτηση Habeas Corpus πρέπει να καταχωρούνται πριν από την ημερομηνία της ακρόασης. Πρόσθετες ένορκες δηλώσεις μπορεί να καταχωρούνται αν δοθεί άδεια κατά την ακρόαση και μπορεί να δοθεί άδεια σε οποιοδήποτε από τους διαδίκους να καταχωρήσουν πρόσθετες ένορκες δηλώσεις σε σχέση με ένα νέο ζήτημα το οποίο εγείρεται από τις ένορκες δηλώσεις του αντιδίκου. Αντεξέταση επί των ενόρκων δηλώσεων δεν επιτρέπεται (Βλ. R. v. Kent Justices ex parte Smith [1928] W.N. 137 και την σημείωση της Δ.59, θ.44 των Παλαιών Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών). Σύμφωνα με αυτή τη σημείωση αντεξέταση επί των ενόρκων δηλώσεων πολύ σπάνια επιτρέπεται. Η σημείωση παραπέμπει στην R. v. Kent Justices (πιο πάνω) και στην R. v. Stokesley Justices [1956] 1 W.L.R. 254. Στην τελευταία αυτή υπόθεση αναφέρεται ότι «πιθανόν αυτή θα είναι η πρώτη υπόθεση στην πρόσφατη ιστορία στην οποία έγινε αίτηση σε διαδικασία προνομιακών ενταλμάτων για άδεια αντεξέτασης επί των ενόρκων δηλώσεων. Άδεια δεν έχει ποτέ δοθεί ή τουλάχιστο δεν έχει δοθεί για μεγάλο αριθμό ετών». Στην Stokesley (πιο πάνω) γίνεται αναφορά στην Kent Justices (πιο πάνω) στην οποία λέχθηκαν τα εξής (σε δική μου μετάφραση):

 

«Για περίπου 50 ή 60 χρόνια δεν έχει εκδοθεί διάταγμα για την αντεξέταση ομνύσαντος. Ήταν αρκετό να προστεθεί ότι δεν υπήρχε πιθανότητα να εκδοθεί τέτοιο διάταγμα εκτός σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις και ότι δεν έχουν αποδειχθεί τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα υπόθεση.»

 

Στην απόφαση Χαράλαμπος Ανδρέα Κουππά ν. Πουλλάς Τσαδιώτη ΛΤΔ κ.α. (2014) 1 Α.Α.Δ. 1665 κατεγράφησαν, σε σχέση με το υπό εξέταση θέμα, τα ακόλουθα σχετικά:

 

« Εξάλλου στις υπό συζήτηση διαδικασίες, άδεια για αντεξέταση σπάνια δίδεται (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Rana Wahed Ali (Αρ. 1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1660 και σύγγραμμα Injunctions του David Bean, 8η έκδοση, σελ. 70-71) εφόσον στις διαδικασίες αυτές το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης ούτε προβαίνει σε εξέταση των αμφισβητουμένων γεγονότων.». 

 

Με την υπό κρίση αίτηση ζητείται η αντεξέταση του Θανάση Φιακά σε σχέση με την παράγραφο 5.2.5 της ένορκης δήλωσης ημερ. 12/08/2021, η οποία καταγράφει γεγονότα τα οποία μπορούν να διαπιστωθούν από τον φάκελο του Δικαστηρίου, οπόταν δεν υπάρχει οτιδήποτε προς διερεύνηση. Τα ίδια μπορούν να λεχθούν σε σχέση με τις παραγράφους 4 και 5 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Όσον αφορά τις παραγράφους 6 και 7 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης ο Ομνύοντας εκφράζει τη δική του άποψη. Ότι και αν πιστεύει ο Ομνύοντας το Δικαστήριο δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτά που υπάρχουν στον φάκελο του Δικαστηρίου.

 

Το γεγονός ότι οι Ενάγοντες - Αιτητές δεν παρέχουν τις αναγκαίες εξηγήσεις, ούτε εξειδικεύουν και ή προσδιορίζουν και ή αποδεικνύουν οποιονδήποτε καλό λόγο για τον οποίο ζητείται η αντεξέταση του Ομνύοντα, ως καθιερώνεται νομολογιακά, καθιστά κατά την κρίση μου την αίτηση απορριπτέα. Έγκριση της συγκεκριμένης αίτησης θα συνεπαγόταν την χωρίς τέλος αντεξέταση του Ομνύοντα για θέματα που προκύπτουν από τον φάκελο του Δικαστηρίου.

 

Είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος αντεξέτασης όχι μόνον δεν θα εξυπηρετήσει το συμφέρον και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, ως η νομολογία επιβάλλει, αλλά αντίθετα θα εκτρέψει τη διαδικασία από την ορθή της διάσταση, μετατρέποντας ανεπίτρεπτα την εκδίκαση μιας αίτησης για ακύρωση του διατάγματος υποκατάστατης επίδοσης σε δίκη επί άλλων θεμάτων και αναπόφευκτα θα οδηγήσει στην άσκοπη ανάλωση πολύτιμου δικαστικού χρόνου και ή σε κατάχρηση διαδικασίας.

 

Συνοψίζοντας, το Δικαστήριο θεωρεί πως δεν έχει καταδειχθεί ανάγκη για αντεξέταση του Θανάση Φιακά προκειμένου να αποφασιστεί το ζήτημα του κατά πόσο θα παραμεριστεί το διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης ημερ. 27/05/2021 και πως δεν είναι κατάλληλη περίπτωση για να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, με βάση τη Δ.39 θ.1.

 

Συνακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του Καθ΄ου η Αίτηση- Εναγόμενου 2, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Θα καταβληθούν όμως στο τέλος της δίκης.

 

 

(Υπ.) …………………………………………

Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Π. Ε. Δ.

Πιστόν Αντίγραφον

 

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο