ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Χ-Μ Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αίτησης: 279/2023

Αναφορικά με τον περί Εταιρειών Νόμο Κεφ. 113, άρθρα 203, 209, 210, 211(ε), 212(α), 213(1), 214 και 333

 

Αναφορικά με την Εταιρεία LA BOUM LTD- HE202664, από Αρχ. Μακαρίου ΙΙΙ, 2-4, Capital Center, Όροφος 7, Διαμ/Γρ. 603, 1065, Λευκωσία

 

Αναφορικά με την αίτηση της Εταιρείας LA BOUM LTD-HE 202664, από τη Λευκωσία, Πιστωτής της κα Σόνια Κουττή ΑΔΤ[ ], εκ Λευκωσίας, Μελίνας Σταύρου ΑΔΤ[ ] από τη Λευκωσία και Άννα Σταύρου ΑΔΤ [ ]

--------------------------------------------------------------

Αίτηση ημερ. 14/12/23 υπό των Αιτητών για καταχώρηση συμπληρωματικής ενόρκης δήλωσης.

 

Ημερομηνία: 27/03/2024

 

Εμφανίσεις:

 

Για τις Αιτήτριες: κ. Σ. Αργυρού για κ.κ. Σωτήρης Αργυρού και Συνέταιροι Δ.Ε.Π.Ε.

Για την Καθ’ ης η Αίτηση: κα Ξ. Καντούνα για κ.κ. Παπαδόπουλος, Λυκούργος & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η  Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση οι Αιτητές αιτούνται διάταγμα εκκαθάρισης της Καθ’ ης η Αίτηση στη βάση, μεταξύ άλλων, των άρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, καθότι κρίνουν ότι είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της. Ειδικότερα, όπως προβάλλεται στο σώμα της αίτησης για εκκαθάριση και αναπαράγεται στην ένορκη δήλωση του κ. Άκη Σταύρου («ΕΔ Σταύρου»), στις 13/01/2010 η κα Σόνια Κουττή, Αιτήτρια 1, κατέβαλε στην Καθ’ ης η Αίτηση το ποσό των €142.000- ως δάνειο για δημιουργία νηπιαγωγείου, ενοικίαση και ανακαίνιση ακινήτου, το οποίο μειωμένο στο ποσό των €134.059- είναι καταχωρημένο στα λογιστικά βιβλία της Καθ’ ης η Αίτηση ως οφειλόμενο σε αυτή. Ο κ. Σταύρου δηλώνει πατέρας των Αιτητριών 2 και 3 και κουνιάδος της Αιτήτριας 1 και ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος από αυτές. Όπως παρατίθεται, το ποσό των €100.000- εκ του ποσού αυτού εκχωρήθηκε κατά ½ στις Αιτήτριες αρ. 2 και αρ. 3, καθώς και ότι το ποσό της οφειλής έγινε παραδεκτό με ανταλλαγή αλληλογραφίας, ενώ ακολούθως με επιστολή ημερ. 22/09/2022 επιδόθηκε ειδοποίηση απαίτησης στο εγγεγραμμένο γραφείο της Καθ’ ης η Αίτηση, χωρίς να έχει εξοφληθεί.

 

Στην ΕΔ Σταύρου παρατίθεται η εν λόγω επιστολή απαίτησης με την σχετική ένορκη δήλωση επίδοσης της στην Καθ’ ης η Αίτηση για την οποία προβάλλεται ότι παρήλθε η προθεσμία των 21 ημερών χωρίς να γίνει καταβολή οποιουδήποτε ποσού από τους Αιτητές. Σύμφωνα με την ΕΔ Σταύρου, από έρευνα που πραγματοποίησε στο Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών της Καθ’ ης η Αίτηση διαπίστωσε ότι αυτή έχει επιβαρύνει την περιουσία της για το ποσό των €200.000- προς όφελος της Marfin Popular Bank Public Company Ltd, ως το απόσπασμα έρευνας που παραθέτει και όπως ο ίδιος γνωρίζει, η Καθ’ ης η Αίτηση αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα αδυνατώντας να εξοφλήσει το χρέος της.

 

Στην Ειδοποίηση περί πρόθεσης Ένστασης της Καθ’ ης η Αίτηση εγείρεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ένστασης ότι οι Αιτήτριες στερούνται νομιμοποίησης (locus standi)  να προωθούν την παρούσα διαδικασία, επειδή δεν είναι πιστωτές της Καθ’ ης η Αίτηση. Περαιτέρω, όπως προβάλλεται, οι Αιτήτριες δεν έχουν καταδείξει ότι υπάρχει προς αυτές αποκρυσταλλωμένη οφειλή της Καθ’ ης η Αίτηση και ειδικότερα, ότι τα επίδικα κεφάλαια καταβλήθηκαν για τον σκοπό μετατροπής τους σε μετοχικό κεφάλαιο, ήτοι ως επένδυση στο ενεργητικό της Καθ’ ης η Αίτηση που δεν αποτελεί χρέος. Σε ένα άλλο λόγο ένστασης, η πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση προβάλλει ότι η αίτηση εκκαθάρισης προωθείται κακόπιστα άνευ παρουσίασης στο Δικαστήριο του πραγματικού πλαισίου καταβολής των ποσών στην Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Δημήτρη Δημάδη, Διευθυντή της Καθ’ ης η Αίτηση και τελικού δικαιούχου ολόκληρου του μετοχικού της κεφαλαίου («ΕΔ Δημάδη») προβάλλονται γεγονότα ως ακολούθως:

 

·         Ότι ο κ. Σταύρου είναι ο πρώην σύζυγος της αποβιώσασας Ροδούλλας Σταύρου και πατέρας των ενήλικων Αιτητριών 2 και 3.

·         Ότι ο κ. Σταύρου απώλεσε πολλά χρήματα στο Χρηματιστήριο την περίοδο 2000-2001 εμπλέκοντας την σύζυγο του με Τράπεζες και πιστωτές ως εγγυήτρια, εκθέτοντας την σε χρέη και ότι στην συνέχεια χώρισαν.

·         Ότι μαζί με την αποβιώσασα που ήταν συμμαθήτρια και πολύ καλή του φίλη και για να την βοηθήσει οικονομικά, αποφάσισαν να ανοίξουν νηπιαγωγείο, το οποίο θα διεύθυνε αυτή και ότι θα συνείσφεραν σε αυτό κεφάλαια.

·         Ότι ίδρυσαν την Καθ’ ης η Αίτηση στις 25/06/2007 κατέχοντας ο ίδιος το 50% του μετοχικού κεφαλαίου και ότι το άλλο 50% για την αποβιώσασα κατείχε η εταιρεία CDL SERVICES LTD ως εμπιστευματοδόχος, καθότι δεν ήθελε να φαίνεται η ίδια μέτοχος.

·         Ότι συμφώνησε με την αποβιώσασα να συνεισφέρουν στο νηπιαγωγείο κεφάλαια όχι ως δάνεια, αλλά ως επένδυση μετοχών, επενδύοντας ο ίδιος στην Καθ’ ης η Αίτηση τα ακίνητα για στέγαση του νηπιαγωγείου, χωρίς να λαμβάνει για χρόνια ενοίκια, καθώς και κεφάλαια, τα οποία καθορίζει στο ποσό των €72.000- και άλλες €190.000- μέσω της εταιρείας του D.D. Demadco Enterprises Ltd.

·         Ότι η αποβιώσασα επένδυσε στην Καθ’ ης η Αίτηση γύρω στις €132.059- που της είχε δώσει η Αιτήτρια 1, η οποία είναι αδελφή της και ζούσε στην Αγγλία.

·         Ότι το νηπιαγωγείο δεν πήγαινε καλά οικονομικά και ότι ο ίδιος συνεχώς συνείσφερε κεφάλαια διότι η αποβιώσασα δεν είχε άλλα λεφτά.

·         Ότι η αποβιώσασα περί τις 30/05/2012 με δική της πρωτοβουλία μεταβίβασε στον ίδιο το δικαίωμα της επί του μετοχικού κεφαλαίου της Καθ’ ης η Αίτηση, καθότι από τον Σεπτέμβρη του 2011 είχε διαγνωσθεί με επάρατη νόσο και επιδεινώθηκε η κατάσταση της υγείας χωρίς να μπορεί να ασκεί τα καθήκοντα της στο νηπιαγωγείο και γνωρίζοντας ότι ο κ. Δημάδης είχε επενδύσει πολλά στην Καθ’ ης η Αίτηση. Αυτό έγινε με την ευχή αν ποτέ η επιχείρηση της Καθ’ ης η Αίτηση ορθοποδήσει να εργοδοτήσει μια εκ των θυγατέρων της που σπούδαζε νηπιαγωγός.

·         Ότι οι Αιτήτριες 1, 2 και 3 δεν έχουν παρουσιάσει μαρτυρία που να υποστηρίζει ότι νομιμοποιούνται στην καταχώρηση της αίτησης εκκαθάρισης.

·         Ότι τα ποσά που επένδυσε η αδελφή της αποβιώσασας για αυτή καταγράφηκαν στις οικονομικές καταστάσεις από τον λογιστή της Καθ’ ης η Αίτηση προσωρινά ως δάνειο αντί κεφάλαιο και η ίδια εγγραφή και αιτιολογία έγινε σε σχέση με κάποια εκ των ποσών που επένδυσε ο ίδιος και προβάλλει ότι δεν αποτελούσαν την πραγματική πρόθεση και αντίληψη που ήταν αυτή της επένδυσης για εξασφάλιση μετοχών και όχι ως δάνεια, κάτι που εκ του θανάτου της κας Σταύρου δεν υλοποιήθηκε.

·         Ότι σκοπός του κ. Σταύρου είναι να διαλύσει εκδικητικά την Καθ’ ης η Αίτηση παρά τις υποσχέσεις που του έδωσε να κάνει υπομονή εάν γινόταν κατορθωτό να ορθοποδήσει η Καθ’ ης η Αίτηση και ότι κατά τον τρόπο αυτό τον πίεσε να βάλει και άλλα χρήματα για να πληρωθεί.

 

Με την υπό κρίση αίτηση οι Αιτήτριες εξαιτούνται άδειας για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης και διαζευτικά οδηγίες για εκδίκαση της αίτησης εκκαθάρισης με προφορική μαρτυρία.

 

Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στη Δ.48 θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και στον περί Εταιρειών Διαδικαστικό Κανονισμό (396/1944) θ. 3 και θ.8 και υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του κ. Άκη Σταύρου («ΕΔ Σταύρου 1»), ο οποίος προβάλλει ότι η ΕΔ Δημάδη προβάλλει αόριστους και ανυπόστατους ισχυρισμούς για να παραποιήσει τα γεγονότα, ώστε να απορριφθεί η αίτηση εκκαθάρισης.

 

Όπως υποστηρίζει η ΕΔ Σταύρου 1, με την ΕΔ Σταύρου έγινε προσπάθεια να καλυφθούν τα περισσότερα σημαντικά γεγονότα της υπόθεσης, αλλά αν δεν απαντηθούν τα προβαλλόμενα στην ΕΔ Δημάδη θα παραμείνουν αναντίλεκτα και ότι ειδικότερα επιθυμεί να απαντήσει και να αντικρούσει σειρά παραγράφων παραθέτοντας ως τεκμήριο 1 την προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του ιδίου με τεκμήρια («προτεινόμενη ΣΕΔ»). Όπως λαμβάνει νομική συμβουλή, συντρέχει «καλός λόγος» για να δοθεί η αιτούμενη άδεια και διαζευτικά δηλώνει έτοιμος να δώσει προφορική μαρτυρία και να αντεξεταστεί για όλα τα θέματα που παραθέτει στην προτεινόμενη ΣΕΔ. Όπως εξηγεί, τα όσα παραθέτει στην προτεινόμενη ΣΕΔ δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν εκ της αλλοίωσης των γεγονότων στην ΕΔ Δημάδη, τα οποία χρήζουν απάντησης. Σε αντίθετη περίπτωση υποστηρίζει ότι οι Αιτήτριες διατρέχουν τον κίνδυνο να απορριφθεί η αίτηση εκκαθάρισης, επειδή φέρουν το βάρος απόδειξης.

 

Στις καταληκτικές παραγράφους της ΕΔ Σταύρου 1 υποστηρίζεται ότι όσα αναφέρονται στην ΕΔ Δημάδη αναιρούν όλα τα τεκμήρια που επιθυμεί να καταθέσει δια της προτεινόμενης ΣΕΔ.

 

Στην προτεινόμενη ΣΕΔ πέραν των εισαγωγικής φύσεως παραγράφων 1, 3, 4 και 5 και των καταληκτικής φύσεως παραγράφων 20, 21 και 22, παρατίθεται ως γεγονός ότι η Αιτήτρια 1 διαμένει μόνιμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και ότι η θυγατέρα του Μελίνα διαμένει στις Η.Π.Α., ενώ η θυγατέρα του Άννα κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ανήλικη (παράγραφος 2).

 

Στην παράγραφο 6 της προτεινόμενης ΣΕΔ αρνείται το γεγονός ότι χώρισε με την αποβιώσασα και ισχυρίζεται ότι όλα τα χρόνια οι θυγατέρες του Αιτήτριες 2 και 3 είναι μαζί του.

 

Προβάλλει δε, ότι με την ένορκη του δήλωση ο κ. Δημάδης παραδέχεται την διάπραξη ποινικών αδικημάτων ζήτημα για το οποίο επιφυλάσσεται να ζητήσει να παραπεμφθεί ο φάκελος στον Γενικό Εισαγγελέα προς διερεύνηση των ισχυρισμών του, καθώς και ότι ευρίσκονται σε διαδικασία να προχωρήσουν σε διαχείριση της αποβιώσασας προς τον σκοπό αυτό, προσθέτοντας ότι δεν γνώριζε όλα αυτά τα χρόνια το ποσοστό συμμετοχής της συζύγου του στην Καθ’ ης η Αίτηση (παράγραφος 7).

 

Στην παράγραφο 8 της προτεινόμενης ΣΕΔ υποστηρίζει ότι μετά την ΕΔ Δημάδη και προς τον σκοπό διαπίστωσης της αλήθειας για τα ποσά που κατέβαλε στις 24/11/2023 εξασφάλισε δια ηλεκτρονικής έρευνας στο φάκελο της Καθ’ ης η Αίτηση τις οικονομικές της καταστάσεις των ετών 2010-2021 παραθέτοντας ως τεκμήριο 1 την απόδειξη πληρωμής.

 

Στην παράγραφο 9 της προτεινόμενης ΣΕΔ ο κ. Σταύρου διερωτάται γιατί αφού υπήρχε συμφωνία μετόχων με την εταιρεία CDL SERVICES LTD που κατείχε τις μετοχές της αποβιώσασας, ο κ. Δημάδης δεν την επισύναψε προς υποστήριξη των ισχυρισμών του και για να καταδείξει το ποσοστό των μετοχών και κρίνει ως αντιφατική τη θέση ότι τα χρήματα που δόθηκαν στην Καθ’ ης η Αίτηση δεν θα αποτελούσαν δάνεια, αλλά επένδυση, ενώ τα χρήματα που ο ίδιος χορήγησε φαίνονται ως δάνεια στους εξελεγμένους λογαριασμούς. Τα ίδια ισχύουν και για τα χρήματα που δάνεισε η αδελφή της αποβιώσασας απορρίπτοντας την θέση της ΕΔ Δημάδη ότι δεν φαίνονται ως δάνειο, αφού εμφαίνονται ως τέτοια στους εξελεγμένους λογαριασμούς στην κατηγορία «άλλοι πιστωτές».

 

Στην παράγραφο 10 της προτεινόμενης ΣΕΔ ο κ. Σταύρου αρνείται την θέση της ΕΔ Δημάδη ότι δεν εισέπραττε τα πρώτα χρόνια κανένα ενοίκιο υποστηρίζοντας ότι σύμφωνα με τις εξελεγμένες οικονομικές καταστάσεις φαίνεται να χρέωσε το 1ο έτος λειτουργίας την Καθ’ ης η Αίτηση με το ποσό των €61.512 προσθέτοντας ότι η σύζυγός του του είχε αναφέρει ότι ενοικίαζαν από τρίτο πρόσωπο το κτίριο του νηπιαγωγείου για στέγαση των τάξεων και ότι από τον κ. Δημάδη ενοικιαζόταν ένα κενό οικόπεδο στο οποίο ανεγέρθηκαν υποστατικά με τα χρήματα της επένδυσης της συζύγου του. Επισυνάπτει ως τεκμήριο 2 συνοπτική κατάσταση αποτελεσμάτων που ετοίμασε ο ίδιος ως Λογιστής εκ των Εξελεγμένων Λογαριασμών, τονίζοντας ότι τα ποσά που προβάλλονται δεν αποδεικνύονται εξ αυτών.

 

Στην παράγραφο 11 προβάλλεται ότι η ΕΔ Δημάδη ψεύδεται όταν αναφέρει ότι το νηπιαγωγείο λειτούργησε από το 2007 υποστηρίζοντας ότι σύμφωνα με τους εξελεγμένους λογαριασμούς μέχρι και το 2009 ήταν όλα μηδενικά, καθώς και ότι ξεκίνησε η λειτουργία του το 2010. Τονίζει ότι το νηπιαγωγείο οργανώθηκε από την αποβιώσασα, η οποία και το διαχειριζόταν και διερωτάται αν το όποιο ποσό προβάλλει ότι κατάθεσε στην Καθ’ ης η Αίτηση είναι τα ενοίκια που αναφέρει ότι δεν διεκδίκησε ποτέ, αφού δεν παράθεσε οποιοδήποτε τεκμήριο για ποσό που ισχυρίζεται ότι κατάθεσε στην Καθ’ ης η Αίτηση, υπογραμμίζοντας ότι εκ των εξελεγμένων οικονομικών καταστάσεων εμφαίνεται ένα ποσό για τα έτη 2010-2012 των €29,475- προβαίνοντας σε ανάλυση του καθ’ έτος δια δικής του σύνοψης (τεκμήριο 3). Τονίζει ότι αυτό το πράττει μέχρι το έτος 2012 που είναι η χρονιά που απεβίωσε η σύζυγός του και μεταβιβάστηκε το μερίδιο της. Επίσης προβάλλει ότι ουδέποτε του ανέφερε η αποβιώσασα ότι το νηπιαγωγείο δεν πήγαινε καλά υποστηρίζοντας ότι τα πρώτα 2 χρόνια λειτουργίας του ο τζίρος του ανήλθε στο ποσό των €519.388- ως το τεκμήριο 2.

 

Στην παράγραφο 12 της προτεινόμενης ΣΕΔ υποστηρίζει ότι η εταιρεία DD Demadco Enterprises Ltd συνείσφερε στην Καθ’ ης η Αίτηση μέχρι το 2012 το ποσό των €130.581- με παράθεση κατάστασης που ετοίμασε ο ίδιος ως τεκμήριο 3 εκ των εξελιγμένων λογαριασμών για σκοπούς ευκολίας. Επίσης, προβάλλει ότι δεν παρατέθηκε για τα χρήματα αυτά οποιοδήποτε στοιχείο, ήτοι ότι δόθηκαν ως κεφάλαιο ή αν είναι τα ενοίκια που αναφέρεται ψευδώς η ΕΔ Δημάδη ότι δεν εισέπραξε ή ότι δεν διεκδίκησε, αφού η εταιρεία αυτή κατέχει ένα ακίνητο στο οποίο  Καθ’ ης η Αίτηση στεγάζει μέρος της επιχείρησης της. Υποστηρίζει ότι η εταιρεία αυτή έπαιρνε τα ενοίκια από το νηπιαγωγείο.

 

Στην παράγραφο 13 της προτεινόμενης ΣΕΔ υποστηρίζει ότι είναι ψευδής ο ισχυρισμός της ΕΔ Δημάδη ότι έβαζε χρήματα για να ορθοποδήσει το νηπιαγωγείο, υποστηρίζοντας ότι μέχρι το 2012 που απεβίωσε η σύζυγός του συνολικά κατέβαλε στην Καθ’ ης η Αίτηση το ποσό των €29.475-. Διερωτάται πως υπήρχε ανάγκη για χρήματα από την Καθ’ ης η Αίτηση και μέχρι το 2012 να μην είχε καταβάλει ούτε το 1/6 των χρημάτων που κατέβαλε η σύζυγός του κατά την έναρξη λειτουργίας του νηπιαγωγείου, χωρίς να περιλαμβάνονται τα ποσά της DD Demadco Enterprises Ltd για τα οποία δεν είναι ξεκάθαρο αν δόθηκαν τοις μετρητοίς ή αποτελούσαν ποσά ενοικίων που κατ’ ισχυρισμό δεν λαμβάνονταν, αλλά τα πρόσθετε ως οφειλές.

 

Στην παράγραφο 14 της προτεινόμενης ΣΕΔ προβάλλει τους ισχυρισμούς ότι στις 30/05/2012 σε επίσκεψη του κ. Δημάδη στην οικία τους, προσέγγισε την αποβιώσασα, η οποία ήταν εξαντλημένη από τις χημιοθεραπείες που υποβλήθηκε και σε κατάσταση μειωμένης αντίληψης και εξασφάλισε τις υπογραφές της σε έγγραφα με τα οποία του μεταβίβαζε το μερίδιο της στην Καθ’ ης η Αίτηση. Υποστήριξε ότι αυτό έγινε στην απουσία του ιδίου από τον χώρο και ότι του το ανέφερε ο κουνίαδος του. Παραθέτει ως τεκμήριο 4 ιατρικό πιστοποιητικό που προβάλλει ότι αποδεικνύει την κατάσταση της αποβιώσασας κατά τον ουσιώδη χρόνο και υποστηρίζει ότι ο κ. Δημάδης εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση αυτή ασκώντας ψυχολογική πίεση, δια ψευδών παραστάσεων και πρόκλησης άγχους στην αποβιώσασα ότι δήθεν είχε επενδύσει πολλά χρήματα στην Καθ’ ης η Αίτηση και ότι θα έκλεινε και ότι σε τέτοια περίπτωση η θυγατέρα της θα έχανε την ευκαιρία να εργαστεί εκεί. Αυτό την έπεισε, όπως αναφέρεται να του μεταβιβάσει τις μετοχές της.

 

Στην παράγραφο 15 της προτεινόμενης ΣΕΔ γίνεται αναφορά στο ότι το έτος 2018 η θυγατέρα τους προσλήφθηκε στο νηπιαγωγείο από το οποίο στην συνέχεια αποχώρησε ένεκα της συμπεριφοράς της υπεύθυνης του, ζήτημα για το οποίο ο κ. Δημάδης δεν ανταποκρίθηκε με θετικό τρόπο. Μετά από αυτό το επεισόδιο προβάλλεται ότι άρχισε να διεκδικεί τα δικαιώματα της αδελφής της αποβιώσασας και των θυγατέρων του, οπόταν έγιναν και συναντήσεις με τους δικηγόρους όλων των πλευρών και ότι το 2020 αντιλήφθηκε ότι η εταιρεία CDL SERVICES LTD κρατούσε σε καταπίστευμα τις μετοχές της αποβιώσασας.

 

Στην παράγραφο 16 της προτεινόμενης ΣΕΔ γίνεται αναφορά σε ενέργειες που ακολούθησαν με τον διορισμό δικηγόρων, οι οποίοι δια επιστολής τους ζήτησαν την μεταβίβαση των μετοχών στις θυγατέρες του, καθώς και στην αποπληρωμή του ποσού των €142.000-, όμως οι δικηγόροι της Καθ’ ης η Αίτηση που ενεργούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο για τον κ. Δημάδη, την εταιρεία DD Demadco Enterprises Ltd και την CDL SERVICES LTD, απάντησαν ότι μεταβίβασαν τις μετοχές στο όνομα του κ. Δημάδη σε ημερομηνία που η αποβιώσασα ήταν στα τελικά στάδια της νόσου, χωρίς να ενημερώσουν του νόμιμους της κληρονόμους. Αυτή η απάντηση προβάλλει ότι αποτελεί μέρος της επιστολής τους ημερ. 17/05/2021, στην οποία γίνεται παραδεκτή και η οφειλή της Καθ’ ης η Αίτηση. Παραθέτει ως τεκμήριο 5 τόσο την επιστολή τους ημερ. 14/05/2021, όσο και την απάντηση ημερ. 17/05/2021.

 

Στην παράγραφο 17 της προτεινόμενης ΣΕΔ παραθέτει την θέση ότι ενώ στην ΕΔ Δημάδη αναφέρεται ότι δεν οφείλεται ποσό, αφού τα ποσά που δόθηκαν ήταν έναντι κεφαλαίων, στην παράγραφο 14 αυτής αναφέρει ότι του ζητήθηκε να κάνει υπομονή για να ορθοποδήσει η Καθ’ ης η Αίτηση, όπως επίσης και ότι στην επιστολή ημερ. 17/05/21 εκφράζεται η θέση για εξώδικη διευθέτηση.

 

Στην παράγραφο 18 της προτεινόμενης ΣΕΔ εκφράζεται η θέση ότι αν αμφισβητείται η συμφωνία εκχώρησης στις Αιτήτριες 2 και 3 το διεκδικούμενο ποσό μπορεί να καταβληθεί στην Αιτήτρια 1.

 

Στην παράγραφο 19 της προτεινόμενης ΣΕΔ προβάλλεται ότι όλα όσα αναφέρει η ΕΔ Δημάδη αναιρούν τα τεκμήρια που καταθέτει στην προτεινόμενη ΣΕΔ και αυτό δεν μπορούσε να προβλεφθεί, αφού στην αλληλογραφία των δικηγόρων τεκμήριο 5 της προτεινόμενης ΣΕΔ γίνεται παραδεκτή η οφειλή του ποσού ως δάνειο κάτι που αναιρείται στην ΕΔ Δημάδη. Επιπρόσθετα κάνει αναφορά στη θέση του περί διάπραξης ποινικών αδικημάτων.

 

Στην Ειδοποίηση περί Πρόθεσης Ένστασης στην υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι δεν αποκαλύπτεται «καλός λόγος» για να δικαιολογηθεί η παροχή άδειας καταχώρησης της προτεινόμενης ΣΕΔ και ιδιαίτερα κατά παρέκκλιση του κανόνα εκδίκασης αιτήσεων εκκαθάρισης δια ενόρκων δηλώσεων. Περαιτέρω, προβάλλεται η θέση ότι αυτό που επιχειρείται είναι η μετατροπή της παρούσας διαδικασίας σε μια εφ’ όλης της ύλης δίκη επί της ουσίας καταστρατηγώντας την συνοπτική φύση και ειδικό χαρακτήρα της διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων εκκαθάρισης. Σε ένα άλλο λόγο ένστασης προβάλλεται ότι είναι ανεπίτρεπτο να επιδιώκεται η παράθεση δια της προτεινόμενης ΣΕΔ επικοινωνίας μεταξύ δικηγόρων «άνευ βλάβης» κατά παράβαση των κανόνων αποδεκτότητας της μαρτυρίας. Επίσης, προωθείται η θέση ότι με την υπό κρίση αίτηση επιδιώκεται η επανόρθωση παραλείψεων και κενών στην μαρτυρία που υποστηρίζει την αίτηση εκκαθάρισης και ότι τα όσα τεκμήρια επιχειρούνται να κατατεθούν μπορούσαν να είχαν κατατεθεί στην ΕΔ Σταύρου και δεν δίδεται πειστική ή επαρκής δικαιολογία για την παράλειψη αυτή. Τα ίδια ισχύουν και για την όποια μαρτυρία επιχειρείται να εισαχθεί, η οποία υπήρχε εξαρχής και δεν δικαιολογήθηκε η αρχική παράλειψη να προσκομιστεί, ενώ οι ίδιες θέσεις περί μη επαρκούς δικαιολόγησης για την ανάγκη εισαγωγής προφορικής μαρτυρίας προβάλλεται και για το αιτητικό αυτό της υπό κρίση αίτησης. Σε ένα τελευταίο λόγο ένστασης προβάλλεται ο ισχυρισμός περί κατάχρησης με σκοπό την καθυστέρηση της εκδίκασης της αίτησης εκκαθάρισης.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Δημήτρη Δημάδη που στηρίζει την Ένσταση («ΕΔ Δημάδη 1») γίνεται αναπαραγωγή των λόγων ένστασης και τονίζεται ότι μόνο κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η εισαγωγή προφορικής μαρτυρίας σε αιτήσεις εκκαθάρισης, καθώς και ότι οι προβληθέντες λόγοι στην υπό κρίση αίτηση δεν θεμελιώνουν τέτοια εξαίρεση. Σε σχέση με την αιτούμενη άδεια για καταχώρηση της προτεινόμενης ΣΕΔ τονίζει ότι με αυτή σκοπείται η διόρθωση κενών και παραλείψεων, κάτι που διαπίστωσαν οι Αιτητές όταν ανέγνωσαν την ΕΔ Δημάδη και συνειδητοποίησαν ότι η ΕΔ Σταύρου ήταν ελλιπής και ανεπαρκής για να αποσείσει το βάρος απόδειξης που αυτοί φέρουν. Επίσης η ΕΔ Δημάδη 1 υπογραμμίζει ότι η υπό κρίση αίτηση είναι καταχρηστική και ότι υπάρχει διαφωνία ως προς την ουσία της ισχυριζόμενης οφειλής και για τα δικαιώματα επί των μετοχών της Καθ’ ης η Αίτηση, καθώς και ότι στα πλαίσια της αίτησης εκκαθάρισης δεν δικάζεται η ουσία της διαφοράς, αλλά ότι ισχύουν στενά δικονομικά πλαίσια.

 

Τα μέρη παρέδωσαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις, τις οποίες μελέτησα με προσοχή, όμως δεν κρίνω σκόπιμο να γίνει η οποιαδήποτε ειδικότερη αναφορά σε αυτές.

 

Το νομικό υπόβαθρο για την παροχή της αιτούμενης θεραπείας αποτελεί η Δ.48 θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, ήτοι η προϋπόθεση ύπαρξης «καλού λόγου». Η Δ.48, θ.4 (2) μετά την τροποποίησή της με την Κ.Δ.Π. 5/99, ημερ. 23/12/99 προβλέπει τα εξής:

 

 «(2)  Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»

Το ζήτημα της καταχώρισης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Πρόθεση και σκοπός δε της Δ.48, θ.4 (2) είναι η παρουσίαση ενώπιον του Δικαστηρίου όλων των απαραίτητων δεδομένων για να υποστηριχθούν οι θέσεις των διαδίκων. Άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης δεν είναι δυνατόν να παρασχεθεί όταν πρόκειται να επαναληφθούν οι αρχικοί ισχυρισμοί, αλλά τέτοια άδεια μπορεί να δοθεί για να παρασχεθούν διευκρινίσεις, ώστε το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του μια πλήρη εικόνα των γεγονότων.  Η φύση της συγκεκριμένης διαδικασίας ενόψει των περιστάσεων της κάθε υπόθεσης στην οποία ζητείται άδεια να καταχωρηθεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση έχει βαρύνουσα σημασία.

 

Προς τον σκοπό άντλησης καθοδήγησης σχετική είναι η απόφαση στην υπόθεση Τράπεζα Κύπρου Λτδ (Αρ. 4) (1997) 1 Α.Α.Δ 979, όπου αποφασίστηκε ότι για να δοθεί άδεια για συμπληρωματική ένορκη δήλωση θα πρέπει να αναφέρεται ή και να σχετίζεται σε νέα γεγονότα που προκύπτουν από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης των καθ΄ ων η αίτηση. Σχετική είναι και η απόφαση στην υπόθεση A. Messios & Sons Ltd κ.ά v. Λεωνίδα (2010) 1 Α.Α.Δ 195, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Κατά την εκτίμησή μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ' ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά την κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες-αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων».

 

Το Δικαστήριο τούτο θεωρεί ενόψει των αρχών της νομολογίας αναφορικά με την αναγκαιότητα θεμελίωσης καλού λόγου ότι θα παραχωρήσει την αιτούμενη άδεια αν και εφόσον διαπιστώσει ότι τα όσα επιχειρούνται να εισαχθούν με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση είναι αναγκαία, ώστε τα γεγονότα να παρουσιαστούν ολοκληρωμένα και σφαιρικά που να υποβοηθήσουν στην επιτέλεση του ρόλου του Δικαστηρίου. Στην απόφασή του ο πρώην πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου, Δικαστής Στ. Ναθαναήλ, Π.Ε.Δ. όπως ήταν τότε, στην Αγωγή αρ. 8869/05 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας,  Matthew Shaw κ.α. ν Depfa Investment Bank Ltd, απόφαση ημερ. 28.2.07, ανέφερε τα εξής:

 

«Προσεκτική ανάγνωση και εξέταση του νέου θεσμού δείχνει, με αναφορά και στα όσα καταγράφονται στην παρ. 1 του θ.4, ότι στόχος της καταχώρησης συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων είναι η ολοκληρωμένη παρουσίαση της αίτησης ή της ένστασης αντίστοιχα ώστε αυτή να οδηγηθεί σε ακρόαση επί του πλήρους φάσματος της διαφοράς. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να αποτελέσει καλό λόγο για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αν ο αιτητής εύλογα αισθάνεται μετά από την καταχώριση της ένστασης, ότι πρέπει να προσθέσει στα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση του, ώστε να έχει δυνατότητα επιτυχίας. Άλλη περίπτωση είναι όπου το Δικαστήριο επί μονομερούς αιτήσεως, συνήθως για απαγορευτικό διάταγμα, εγείρει ερωτηματικά ως προς ορισμένα προαπαιτούμενα της έκδοσης απαγορευτικού διατάγματος, οπότε και ο αιτητής δυνατόν να ζητήσει από το Δικαστήριο πριν την τελειωτική εξέταση και απόφαση επί της αιτήσεως του, την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, ώστε να προσθέσει διάφορους ισχυρισμούς και γεγονότα που έχουν σχέση είτε με το επείγον του χρόνου είτε τη γνώση από πλευράς του αιτητή των γεγονότων που οδήγησαν στην διαφορά κ.τ.λ».

 

Στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου Κώστα v. Κώστα (2003) 1 ΑΑΔ 269, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Κατά την γνώμη μας «καλός λόγος» για την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αποδεικνύεται αν με την καταχώρηση της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα τα οποία είναι ορθό και δίκαιο να τεθούν ενώπιον του για ορθή απονομή της δικαιοσύνης και που η αιτήτρια δεν γνώριζε εξ υπαρχής ή γεγονότα που παρουσιάστηκαν μετά την ένορκο δήλωσή της, πράγμα που δεν υφίσταται στην περίπτωση μας».

 

Στην απόφαση ημ. 13/07/16 στην υπόθεση αρ. 4501/14, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ ν. L.M. & M United Promotions Ltd κ.α., ECLI:CY:EDLEF:2016:A437 ο Έντιμος Αλ. Παναγιώτου, Δ.Ε. (Α.Ε.Δ. όπως ήταν τότε), ανέφερε τα εξής τα οποία και υιοθετώ:

 

«Στα πλαίσια τέτοιου αιτήματος, ο αιτητής θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο θετικά για την ύπαρξη καλού λόγου ώστε να δοθεί άδεια για συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Όσον αφορά την έννοια της φράσης «καλός λόγος» που αναφέρεται στην Δ.48 Θ.4(2), αυτή θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά την κρίση μου με δεδομένη την σχετικότητα με τα επίδικα θέματα των ισχυρισμών που επιχειρούνται να εισαχθούν, σε συνδυασμό πάντα με το γενικότερο δικαίωμα κάθε διαδίκου να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου όλο το κατά την άποψη του, αναγκαίο υλικό πριν την ακρόαση της αίτησης.

 

Σημαντικό επίσης στοιχείο στην απόδειξη καλού λόγου για έγκριση του αιτήματος, είναι να καταδειχθεί ότι τα γεγονότα που ζητείται να συμπεριληφθούν στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση δεν ήταν σε γνώση του αιτητή όταν συνέτασσε την αρχική ένορκη δήλωση του.».

 

Προτού προχωρήσω στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης κρίνω σκόπιμο να παραθέσω κάποιες νομικές αρχές σε σχέση με την φύση της διαδικασίας εκδίκασης  αιτήσεων εκκαθάρισης, όπως είναι η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση. Η νομική βάση την οποία φαίνεται να προωθούν οι Αιτητές στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εκκαθάρισης, όπως προκύπτει και από τα όσα γεγονότα παρατίθενται στην ΕΔ Σταύρου, είναι η κατ’ ισχυρισμό ύπαρξη χρέους προς τις Αιτήτριες που προβάλλονται ως πιστωτές της Καθ’ ης η Αίτηση για ποσό €134.059-, το οποίο υποστηρίζουν ότι γίνεται παραδεκτό και για το οποίο προέβηκαν σε επίδοση ειδοποίησης απαίτησης ημερ. 20/09/2022 στο εγγεγραμμένο της γραφείο, ως το τεκμήριο 1 στην ΕΔ Σταύρου. Ειδικότερα, στο τεκμήριο 1 γίνεται σαφής αναφορά στις πρόνοιες των άρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, με την οποία καλείται η Καθ’ ης η Αίτηση να καταβάλει εντός 21 ημερών το εν λόγω ποσό, αλλιώς θα προωθείτο αίτηση για εκκαθάριση της. Η ΕΔ Σταύρου, εκ της παρόδου των 21 ημερών άνευ ανταπόκρισης της Καθ’ ης η Αίτηση, προβάλλει ότι είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της. Αυτό προκύπτει εκ των σχετικών προνοιών των άρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ήτοι ότι η εταιρεία θεωρείται ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της και το Δικαστήριο μπορεί στην περίπτωση αυτή να εκδώσει διάταγμα εκκαθάρισης της.

 

Όπως παρατίθεται στο σύγγραμμα Palmers Company Law, 21η έκδοση, 1968, σελ. 738, η ανικανότητα αποπληρωμής χρέους είναι ο συνήθης λόγος υποβολής αιτήσεων εκκαθάρισης. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113 άρθρο 212(α), η εταιρεία λογίζεται ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της όταν σε περίπτωση τέτοιου χρέους για ποσό πέραν των €5.000- επιδοθεί στην εταιρεία από τον πιστωτή δια παράδοσης στο εγγεγραμμένο της γραφείο απαίτηση πληρωμής και αυτή παραλείπει για 3 εβδομάδες να καταβάλει ή εξασφαλίσει ή διευθετήσει το εν λόγω χρέος προς εύλογη ικανοποίηση του πιστωτή.

 

Σύμφωνα με τον Palmers Company Law, ανωτέρω,

 

«Almost the only answer open to the company is to show that the debt claimed is bona fide disputed, in which case a winding up petition is not a proper mode of enforcing it. Where the debt is undisputed, it is futile for the company to say, “We are able to pay our debts, but we do not choose to pay this particular debt”…..Similarly, where there is no doubt that the company owes the creditor a debt entitling him to a winding-up order and only the precise amount of the debt is disputed, the court will make a winding-up order without requiring the creditor to quantify his debt precisely.».

 

Προς τον σκοπό καταχώρησης σχετικής αίτησης εκκαθάρισης εταιρείας για ανικανότητα αποπληρωμής χρέους κρίσιμη είναι η απόδειξη της ιδιότητας του πιστωτή. Όλα τα ζητήματα αυτά καθορίζουν και περιορίζουν την διαδικασία που ακολουθείται στις αιτήσεις εκκαθάρισης όπου η νομική και πραγματική βάση αφορά τα ως άνω άρθρα και δεδομένα και σε καμία περίπτωση δεν διεξάγεται δίκη επί της ουσίας του προβαλλόμενου χρέους. Ειδικότερα, αν η εταιρεία καταδείξει ότι το χρέος που διεκδικείται αμφισβητείται καλόπιστα, τότε το Δικαστήριο θα πρέπει να απορρίψει την υπό αναφορά αίτηση εκκαθάρισης και ο όποιος πιστωτής να προωθήσει τις αξιώσεις του σε αγωγή ενάντια στην εταιρεία, ώστε να διαγνωστεί το όποιο δικαίωμα του κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας ή ενδεχομένως εξ συμφώνου απόφασης. Ως εκ τούτου και η μαρτυρία που δύναται να προσαχθεί στα πλαίσια της αίτησης εκκαθάρισης στη βάση που προωθείται και η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εκκαθάρισης περιορίζεται εκ του αντικειμένου και της φύσης της. Προς επίρρωση των ανωτέρω υπογραμμίζεται η απουσία δικονομικών δυνατοτήτων του Δικαστηρίου στα πλαίσια της εταιρικής του δικαιοδοσίας για επίλυση διαφορών επί γεγονότων και διατύπωσης ευρημάτων εν αντιθέσει της περίπτωσης άσκησης πλήρους πολιτικής δικαιοδοσίας (βλ. Re UOC Corp. Alipour v Ary (1997) B.C.C. 377).

 

Αναφορικά με την διαδικασία που ακολουθείται σε αιτήσεις εκκαθάρισης ενόψει και της διαζευτικής θεραπείας που επιδιώκεται με την υπό κρίση αίτηση χαρακτηριστικό είναι το κάτωθι απόσπασμα από την απόφαση του Πλήρους Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Εταιρική Αίτηση 259/89 Επί της αφορώσι την εταιρεία D.J. Demades & Sons Ltd, ημερομηνίας 28.5.1990:

 

«Μια Εταιρική Αίτηση ακολουθεί, κατά κανόνα, τους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας όταν δεν γίνεται εξειδικευμένη πρόνοια στους περί Εταιρειών (Διάλυσις) Κανονισμούς του 1933-38 (δέστε τον Κανονισμό 92 και την υπόθεση KMC Motors Ltd v. Josephanco Trading and Contracting Company (1984) 1 Α.Α.Δ. 390). Η ιδιαιτερότητα μιας Εταιρικής Αίτησης έγκειται στο μηχανισμό παρουσίασης της με βάση τις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ΚΕΦ 113 και τους περί Εταιρειών Κανονισμούς του 1951. Η εκδίκαση γίνεται κατά κανόνα με βάση τα γεγονότα που στηρίζουν την Αίτηση και Ένσταση αντίστοιχα όπως πιστοποιούνται από τις Ένορκες Δηλώσεις που τις συνοδεύουν.».

 

Στο σύγγραμμα Pennington Company Law, 4η Έκδοση, σελ. 698, αναφέρονται τα εξής σχετικά :

 

«The hearing of a winding up petition is held in open court by one of the judges of the Companies Court. The evidence on the hearing consists of the affidavits filed in support of and against the petition, unless the court permits testimony to be given orally. The affidavit verifying the petition is prima facie proof of the facts alleged by it and suffices to prove the petitioner´s case unless there are affidavits filed in opposition.».

 

Τα ίδια έγιναν δεκτά και από την Έντιμη Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολιτική Αίτηση 206/2013, ημερομηνίας 3.12.2013, Αναφορικά με την Αίτηση του Σάββα Ιωάννη Κασπαρή (2013) 1 ΑΑΔ 2476 με παράθεση των πιο πάνω αναφορών. Ο Δικαστής Πογιατζής στην ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 03/03/2015 στην υπόθεση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Αίτηση αρ. 473/11 Αναφορικά με την εταιρεία G PARASKEVAIDES (1966) LTD, συμφωνούντος με την πιο πάνω θέση για διεξαγωγή ακροάσεως δια ενόρκων δηλώσεων σε petitions παράθεσε την απόφαση του Πλήρες Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 22.5.1979, στην Εταιρική Αίτηση 92/78, In the matter of the Company Sofroniou &  Charalambides (Supermarket) Ltd, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«This aspect of the case has caused to us some concern because we have been unable to find any authorities to the effect that the Petitioner or even the Respondent is bound to prove his case by evidence other than affidavits and documents.  The parties may cross-examine each other if they so wish and provided they obtain the prior leave of the Court, but are not bound to take the oath and give evidence viva voce for the purpose of reiterating facts and allegations contained in their affidavits and which do not amount to hearsay and are on the face of them sufficient to justify the making of a necessary to adduce direct evidence on material aspects of the case raised as hearsay in the affidavits.  Such direct evidence may be either oral or admissible documentary evidence.  It is also necessary if the statutory affidavit is not necessary to supplement the statutory or any of the affidavits by oral evidence in lieu of filing a supplementary affidavit. It is at first sight a peculiar situation but not without good logic behind it.  A winding up petition is filed together with its affidavits and the right of cross-examination is controlled by the Court.  The object of the cross-examination is to shake the witness and obtain from him either admissions or statements, making his evidence improbable.

......................................

By the above, we are not implying that when oral evidence is adduced by both sides the Court can ignore the domeanour of the witnesses or can decide the case in any way different than in a trial by action, but if no oral evidence is adduced the Court is entitled to draw its conclusions from the affidavits or contest of affidavits;  on material points on which there is a diametrically opposite version the Court may treat that issued as not proven unless judging it by comparison to other admitted or incontrovertible facts appears more probable than the other version.»

 

Έχοντας παραθέσει τις νομικές αρχές υπό τις οποίες θα εξετάσω την υπό κρίση αίτηση προχωρώ στην διατύπωση της κρίσης του Δικαστηρίου.

 

Με τα όσα έχουν παρατεθεί ανωτέρω, γίνεται κατανοητό ότι το περιθώριο για προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αίτηση εκκαθάρισης πρέπει να ασκείται με ιδιαίτερη φειδώ, καθότι η φύση και το πεδίο έρευνας του Δικαστηρίου είναι περιορισμένο και συγκεκριμένο. Ο τρόπος με τον οποίο τίθεται το αιτητικό υπό Β της υπό κρίση αίτησης είναι τόσο γενικός και αόριστος που σε περίπτωση που αυτός εγκριθεί ενδέχεται να μετατρέψει την παρούσα ειδικής φύσης διαδικασία σε εφ’ όλης της ύλης δίκη ουσίας, κάτι που είναι ανεπίτρεπτο. Ως εκ τούτου το αιτητικό Β δεν δύναται να εγκριθεί και απορρίπτεται.

 

Σε σχέση με το αιτητικό υπό Α, ήτοι για άδεια καταχώρησης της προτεινόμενης ΣΕΔ, εκτός της παράθεσης της επιστολής ημερ. 17/05/2021 για την οποία προβάλλεται ότι αποτελεί παραδοχή της οφειλής προς τις Αιτήτριες, παρατηρώ ότι γίνεται αναφορά σε σειρά γεγονότων, ισχυρισμών και αξιώσεων της αποβιώσασας και συνεπακόλουθα των κληρονόμων του εναντίον του κ. Δημάδη αναφορικά με το μερίδιο της αποβιώσασας στην Καθ’ ης η Αίτηση, προβάλλονται ισχυρισμοί για την συνεισφορά του κ. Δημάδη, της εταιρείας του DD Demadco Enterprises Ltd, για την οικονομική κατάσταση της Καθ’ ης η Αίτηση, ισχυρισμοί για απάτη και ψευδείς παραστάσεις σε βάρος της αποβιώσασας, ζητήματα που είναι εντελώς άσχετα για την εξέταση της παρούσας διαδικασίας, η οποία όπως έχει ήδη επεξηγηθεί είναι πολύ συγκεκριμένη και περιορισμένη. Αντικείμενο της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτησης εκκαθάρισης δεν είναι η επίλυση των όποιων διαφορών προβάλλονται μεταξύ της αποβιώσασας και των κληρονόμων της με τον κ. Δημάδη, αλλά το κατά πόσο οι Αιτητές αποτελούν πιστωτές της Καθ’ ης η Αίτηση εν τη έννοια του άρθρου 213 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 και αν η Καθ’ ης η Αίτηση είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της όπως καθορίζει ο συνδυασμός των άρθρων 211(ε) και 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Οτιδήποτε πέραν αυτού εκφεύγει των ορίων και παραμέτρων της εταιρικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου με ορατό τον κίνδυνο να παρεισφρήσει με την άδεια του Δικαστηρίου μαρτυρία και γεγονότα που δεν μπορούν να αποτελέσουν την βάση για την απόφαση του, μετατρέποντας την διαδικασία σε δίκη επί της ουσίας των διαφορών των εμπλεκόμενων μερών, η οποία ενδεχόμενα θα μπορούσε να επιδιωχθεί στα πλαίσια μιας άλλης συνήθους και όχι της παρούσας διαδικασίας. Δεν μου διαφεύγει βέβαια ότι και στην Ένσταση στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εκκαθάρισης προβάλλονται ισχυρισμοί γεγονότων που υποδηλώνουν τις διαφορές των εμπλεκόμενων μερών, πέραν της θέσης ότι τα όποια κεφάλαια έχουν δοθεί στην Καθ’ ης η Αίτηση δεν αποτελούν χρέος, αλλά επένδυση για εξασφάλιση μετοχών αμφισβητώντας το χρέος της Καθ’ ης η Αίτηση. Δεν διατυπώνω όμως οποιαδήποτε κρίση επί τούτου. Μπορεί να παρατίθεται σειρά γεγονότων για τις όποιες διαφορές των μερών στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής, αλλά το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει το τι παρατέθηκε με την καταχώρηση της Ένστασης στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εκκαθάρισης, πέραν του να μην τους αποδώσει την οποιαδήποτε σημασία στην απόφανση του επί της αίτησης εκκαθάρισης, λαμβάνοντας μόνο υπόψη του τα όσα την αφορούν. Από την άλλη, θα ήταν ανεπίτρεπτο να επιτρέψει το Δικαστήριο να παρατεθούν δια της προτεινόμενης ΣΕΔ ισχυρισμοί προς απάντηση όλων των όσων παρατίθενται στην ΕΔ Δημάδη για να μην παραμείνουν ως αναντίλεκτοι οι ισχυρισμοί του που δεν κρίνονται σχετικοί με την παρούσα διαδικασία.

 

Επιπρόσθετα, στην ΕΔ Σταύρου 1 οι όποιοι ισχυρισμοί αφορούν το προβαλλόμενο χρέος προς τις Αιτήτριες πάντα σε σχέση με τα όσα παρατίθενται στα τεκμήρια της προτεινόμενης ΣΕΔ, ήτοι η σύνοψη των καταστάσεων λογαριασμών της Καθ’ ης η Αίτηση και η ανταλλαχθείσα αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων που προβάλλεται ως ουσιώδης μαρτυρία για την απόδειξη των θέσεων των Αιτητών δεν κρίνονται ότι έχουν δικαιολογηθεί πως και γιατί δεν είχαν εξ αρχής παρατεθεί, ζήτημα για το οποίο απλά δηλώνεται στην ΕΔ Σταύρου 1 ότι με τα όσα παρατίθενται στην ΕΔ Δημάδη αναιρούνται όλα αυτά τα τεκμήρια που επιχειρούνται να κατατεθούν. Αυτό το οποίο παρατίθεται ως δικαιολογία για την καταχώρηση των τεκμηρίων που επιχειρούνται να κατατεθούν είναι τα όσα παρατίθενται στην παράγραφο 19 της προτεινόμενης ΣΕΔ, ήτοι ότι δεν μπορούσε να προβλεφθεί η ανάγκη για παράθεση τους γιατί ουσιαστικά στην αλληλογραφία των δικηγόρων γίνεται παραδοχή της οφειλής του δανείου, ενώ στην ΕΔ Δημάδη η θέση αυτή τυγχάνει άρνησης. Αυτή η θέση μπορεί να συμπεριλαμβάνεται σε ένορκη δήλωση όμως αποτελεί μέρος της προτεινόμενης ΣΕΔ, για την οποία δεν δόθηκε άδεια καταχώρησης, ώστε να λάβω υπόψη μου το περιεχόμενο της και εξάλλου δεν μπορώ να αντιληφθώ πως έκρινε εκ των προτέρων η πλευρά των Αιτητών ότι το χρέος γίνεται παραδεκτό από την Καθ’ ης η Αίτηση, χωρίς να χρειάζεται η προσκόμιση της μαρτυρίας απόδειξης της παραδοχής του, με δεδομένο ότι αυτό δεν πληρώθηκε, όπως προβάλλεται.

 

Σε σχέση με το ζήτημα του κατά πόσο μπορεί να επιτραπεί η συμπερίληψη στην προτεινόμενη ΣΕΔ των επιστολών ημερ. 14/05/21 και 17/12/21 (αλλά και της μεταγενέστερης αλληλογραφίας) για την οποία προβάλλεται η θέση ότι αποτελούν παραδοχή του χρέους της Καθ’ ης η Αίτηση, όπως έχει λεχθεί, αλληλογραφία που απευθύνεται σε αντίδικο «άνευ βλάβης» ειδικότερα σε μια προσπάθεια για να επιβεβαιωθεί εάν υπάρχει περιθώριο διευθέτησης μιας αγωγής δεν γίνεται δεκτή ως μαρτυρία ένεκα προνομίου (βλ. Skattou v. M/V «Koreiz» and Another (1982) 1 CLR 804). Στο σύγγραμμα των κ.κ. Ηλιάδη και Σάντη Το Δίκαιο της Απόδειξης, σελ. 1005 αναφέρονται τα εξής:

 

«Σύμφωνα με τον γενικό κανόνα, άνευ βλάβης δηλώσεις (άνευ επηρεασμού των νομικών δικαιωμάτων του δηλώσαντα) κατά την προσπάθεια διευθέτησης μιας διαφοράς πριν από την αγωγή ή κατά την εκκρεμοδικία (Barnetson v Framlington Group Ltd and Another (2007) 3 All ER 1054), νοουμένου ότι έγιναν στο πλαίσιο καλόπιστων – και όχι κακόπιστων (Hawick Jersey International Ltd v Caplan The Times, 11 March 1988) – προσπαθειών εξώδικου συμβιβασμού της διαφοράς (South Shropshire District Council v Amos (1987) 1 All ER 340), δεν αποτελούν αποδεκτή μαρτυρία, χωρίς έγκριση του προσώπου ή του διαδίκου που τις εξέφρασε (Skattou v. M/V «Koreiz» and Another (1982) 1 CLR 804) και τούτο συμπεριλαμβάνει κάθε ζήτημα επιδίκασης εξόδων….Ο κανόνας δεν καθιερώνει απόλυτη απαγόρευση, παρά μόνο δίνει προνόμιο – το οποίο μπορεί να εγκαταλειφθεί, όπως δια της εκ συμφώνου και ανεπιφύλακτης κατάθεσης των σχετικών επιστολών στη δίκη από΄τους διαδίκους ως στοιχείου μαρτυρίας (Λαζούρας ν Σεργίου (1999) 1(Α) ΑΑΔ 500) όχι όμως με την καταγραφή του εγγράφου στον κατάλογο αποκάλυψης εγγράφων (Galliford Try Construction Ltd v Mott MacDonald Ltd (2008) EWHC TCC 603) – στον διάδικο από τον οποίο προέρχεται η επικοινωνία (και όχι αντιστρόφως), να ενστεί στην παρουσίαση της (Electromatic Constructions Ltd v Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2009) 1(Α) ΑΑΔ 258).».

 

Εξετάζοντας το περιεχόμενο των επιστολών που παρατίθεται στο τεκμήριο 5 παρατηρώ ότι η επιστολή των δικηγόρων της πλευράς των Αιτητριών και του κ. Σταύρου ημερ. 14/05/21 αναφορικά με το ζήτημα της Καθ’ ης η Αίτηση στην οποία γίνεται αναφορά στο όλο πλέγμα των διαφορών με τον κ. Δημάδη παραθέτει ως γεγονός συνάντηση στα γραφεία άλλου δικηγόρου που τους εκπροσωπούσε προηγουμένως και στα όσα ειχαν συζητηθεί σχετικά καλώντας την πλευρά του κ. Δημάδη, αλλά και την εταιρεία CDL Services Ltd να παράσχει στοιχεία και πληροφορίες, σε αντίθετη περίπτωση θα προβούν σε νομικά μέτρα για διαφύλαξη των δικαιωμάτων των πελατών τους. Σε απάντηση της επιστολής αυτής η πλευρά του κ. Δημάδη και της Καθ’ ης η Αίτηση μέσω των δικηγόρων τους με επιστολή ημερ. 17/05/21 επισήμανε ότι η εν λόγω συνάντηση έγινε στα πλαίσια φιλικής συζήτησης για εξώδικη διευθέτηση και ως τέτοια δεν πρέπει να γίνεται αναφορά στο περιεχόμενο της. Η επιστολή ημερ. 17/05/21 που φέρει την αναφορά «άνευ βλάβης» παραθέτει εν συνεχεία απάντηση στις θέσεις της που προβάλλονται στην επιστολή ημερ. 14/05/21, περιεχόμενο της οποίας επιθυμούν να προβάλουν οι Αιτητές για να θεμελιώσουν τις θέσεις τους στα πλαίσια της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εκκαθάρισης. Ακολούθησε η επιστολή ημερ. 1/07/21 της πλευράς των Αιτητών και εν συνεχεία στο τεκμήριο 5 παρατίθεται η επιστολή ημερ. 19/12/22 της πλευράς του κ. Δημάδη και Καθ’ ης η Αίτηση, η οποία και πάλι φέρει την αναφορά «άνευ βλάβης», με την οποία γίνεται και πάλι παραπομπή στις θέσεις που κοινοποιήθηκαν με την επιστολή ημερ. 17/05/21, εκδηλώνοντας την θέση για συζήτηση με σκοπό την διευθέτηση της διαφοράς. Με βάση το σύνολο των όσων έχουν παρατεθεί και εξετάζοντας το περιεχόμενο των επιστολών που επιθυμεί η πλευρά των Αιτητών δια της προτεινόμενης ΣΕΔ να παραθέσει στο Δικαστήριο προς υποστήριξη της αίτηση εκκαθάρισης κρίνω ότι το προνόμιο τυγχάνει εφαρμογής και ειδικότερα στην επιστολή ημερ. 17/05/21 γίνεται αναφορά στην έναρξη διαπραγματεύσεων μέσω των προηγούμενων δικηγόρων των Αιτητών, ζήτημα για το οποίο προβάλλεται με έντονο τρόπο το προνόμιο, στην παράθεση των θέσεων στην προκείμενη περίπτωση, αλλά και σε αναφορές σε προηγούμενες διαπραγματεύσεις με τον κ. Σταύρου όπου είχαν προταθεί άλλες λύσεις, οι οποίες προβάλλεται ότι αυτός απέρριπτε. Ως εκ τούτου, δεν μπορώ να δεχθώ ότι η επικοινωνία δια της επιστολής ημερ. 17/05/21 αποτελεί μια εκτός του εν λόγω πλαισίου διαπραγμάτευσης επιστολή στην οποία δεν εφαρμόζεται το προνόμιο. Επίσης, τονίζω ότι η παρούσα δεν αφορά σε ενδιάμεση αίτηση εκ του ζητήματος που τέθηκε στην απόφαση της υπόθεσης Electromatic Constructions Ltd v Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2009) 1(Α) ΑΑΔ 258, αλλά εναρκτήρια αίτηση η οποία δικάζεται στα πλαίσια της εταιρικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, για την οποία κρίνω ότι το προνόμιο τυγχάνει εφαρμογής.

 

Κατά τα λοιπά, πέραν του ζητήματος του προβαλλόμενου χρέους, η εν λόγω αλληλογραφία αφορά σε ζητήματα του πλέγματος των διαφορών των μερών που εκφεύγει του πλαισίου της παρούσας διαδικασίας και προς τον σκοπό αυτό παραπέμπω στα όσα παρατέθηκαν σχετικά σε προηγούμενο μέρος της παρούσας.

 

Σε σχέση με τα όσα παρατίθενται ως τεκμήριο 3, ήτοι την κατάσταση που ετοίμασε ο κ. Σταύρου ως λογιστής που προβάλει ότι είναι, εκ των εξελεγμένων λογαριασμών της Καθ’ ης η Αίτηση, δεν αποτελούν τους εξελεγμένους λογαριασμούς της Καθ’ ης η Αίτηση για να τους δεχθώ ως τέτοιους και εν πάση περιπτώσει αν θεωρούσαν ότι αυτό θα ήταν χρήσιμο προς απόδειξη του χρέους που αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας εκκαθάρισης δεν έχουν παρατεθεί και δικαιολογηθεί δεόντως οι λόγοι που δεν είχαν αρχικώς παρατεθεί και η θέση που προβλήθηκε κατά τον μη ορθώς δικονομικό τρόπο, όπως ήδη έχει λεχθεί στην προτεινόμενη ΣΕΔ δεν έπεισε το Δικαστήριο ότι δεν αποτέλεσε απλώς προηγούμενη παράλειψη.  

 

Η υπό κρίση αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται για όλους τους πιο πάνω λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο και θα είναι πληρωτέα μετά το πέρας της αίτησης εκκαθάρισης.

 

 

 

(Υπ.)..................................

                                                                                     Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο