ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 3509/2015

Μεταξύ:

                                      1. Ιωάννης Κολούδης

2. Κωνσταντίνα Χατζηνικόλα

                                αμφότεροι εξ οδού [ ] 16, Διαμ. [ ]

                                                      Τ.Κ. [ ], [ ], Λευκωσία

Εναγόντων

-και-

 

ALPHA BANK CYPRUS LIMITED (Ως αυτή συνεπεία σχεδίου αναδιαρθρώσεως ή/και συγχωνεύσεως επικυρωθέντος υπό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εις την αίτησιν υπ’ αριθμόν 127/15 και δοθέντος την 13ην Μαρτίου 2015 και συνταχθέντος την 19ην Μαρτίου 2015 ανέλαβε ή/και της ανετέθη ή/και της εξεχωρήθη ή/και της εμεταβιβάσθη ολόκληρος η επιχείρησις ή/και ιδιοκτησία ή/και αι υποχρεώσεις ή/και τα δικαιώματα ή/και της μεταβιβάσθησαν οιαδήποτε χρεωστικά ομόλογα ή/και προσωπικαί ή/και εταιρικαί ή/και άλλαι εγγυήσεις ή/και μετοχαί ή/και άλλαι αξίαι ή/και μεταβιβάσθησαν προς αυτήν συμβόλαια ή/και συμβόλαια ενοικιαγοράς ή/και χρηματοδοτικής μισθώσεως ή/και χρηματοδοτήσεως αποθεματικών (stop finance) ή/και συμβόλαια παροχής δανείων ή/και παροχής υπηρεσιών ή/και ενοικιαστήρια ή/και ασφαλιστήρια συμβόλαια ή/και συμβόλαια υπαλληλικού προσωπικού ή/και άλλως ή/και παραχωρήσεως συμβολαίων εκχωρημένων εις όφελος της Emporiki Bank-Cyprus Ltd ως άνω. Συναφώς αναφέρεται ότι εξεδόθη επιπλέον διάταγμα διαλύσεως της Emporiki Bank-Cyprus Ltd άνευ εκκαθαρίσεως συμφώνως, ενώπιον του Σεβαστού Δικαστηρίου, ευρισκόμενου σχεδίου αναδιαρθρώσεως και συγχωνεύσεως), εκ Λεωφόρου Λεμεσού 3, Τ.Κ. 2112 Αγλαντζιά, Λευκωσία

Εναγόμενης

-----------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση ημερ. 22/01/24 υπό των Εναγόντων/Αιτητών για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης

Ημερομηνία: 27/05/24

Εμφανίσεις:

Για τους Ενάγοντες/Αιτητές: κα Δ. Δημητρό

Για την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση: κα Θ. Καουτζιάνη με κα Νικολάου για κ.κ. Χρυσαφίνης & Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή οι Ενάγοντες αξιώνουν εναντίον της Εναγόμενης, κατά συνοπτική αναφορά, απόφαση για επιστροφή ποσού €100.000- ως παράνομες ή/και καταχρηστικές χρεώσεις που κατά παράβαση της συμφωνίας στεγαστικού δανείου εις Ελβετικό φράγκο ή/και δολίως χρέωσαν στους Ενάγοντες. Περαιτέρω, αξιώνουν διάταγμα Δικαστηρίου που να κηρύσσει χρεώσεις, επιβαρύνσεις και όρους ως καταχρηστικούς, καθώς και ότι οι συμφωνίες δανείου συνάφθηκαν συνεπεία εξαναγκασμού, ψυχικής πίεσης, ψυχολογικής βίας, απειλών, υπό συνθήκες εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης, κατά παράβαση του Συντάγματος, των Ευρωπαϊκών Οδηγιών, των Νόμων, των σχετικών Κανονισμών, των συναλλακτικών ηθών και της καλής πίστης. Περαιτέρω, αξιώνονται αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας, συνταγματικών ή/και ανθρώπινων δικαιωμάτων, για πρόκληση ταλαιπωρίας, σοβαρής ψυχικής ασθένειας, άγχους, καθώς και για αδικαιολόγητο πλουτισμό, για μείωση της αξίας του υποθηκευμένου ακινήτου και παραδειγματικές αποζημιώσεις.   

 

Στην Έκθεση Απαίτησης που καταχωρήθηκε στις 14/02/17 γίνεται αναφορά στην σύναψη στεγαστικού δανείου σε Ελβετικό φράγκο ημερ. 17/10/06 μεταξύ των Εναγόντων με την Εναγόμενη για ποσό Λ.Κ.67.000 (€114.476,30) με αρ. σύμβασης πιστώσεως …455 και αρ. σύμβασης λογαριασμού …91, με κυμαινόμενο βασικό επιτόκιο 2.75% (κυμαινόμενο βάσει του ύψους του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ) πλέον περιθώριο κέρδους 1.75%. Το υπό αναφορά δάνειο εξασφαλίστηκε με εγγυήσεις και υποθήκη επί ακινήτου αξίας €340.000-. Όπως ισχυρίζονται οι Ενάγοντες, η Εναγόμενη κατά παράβαση των εγκυκλίων, οδηγιών και ανακοινώσεων της ΚΤΚ, της αρχής της καλής πίστης, των συναλλακτικών ηθών, κακόπιστα και καταχρηστικά, δεν εφάρμοσε την διακύμανση του βασικού επιτοκίου ως συμφωνήθηκε και προχώρησε μονομερώς στην αύξηση του περιθωρίου κέρδους και προέβη σε παράνομες και καταχρηστικές χρεώσεις ιδίως λόγω και της διαμορφούμενης ισοτιμίας Ευρώ-Ελβετικού φράγκου. Επίσης, όπως προβάλλεται, η Εναγόμενη καταχρηστικά αύξησε το κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο προς 9% και όλες οι ανωτέρω ενέργειες είχαν ως αποτέλεσμα το χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού να λάβει εξωπραγματικές και παράλογες διαστάσεις. Οι ενέργειες αυτές προκάλεσαν στους Ενάγοντες οικονομική καταστροφή και ιδιαίτερα στην Ενάγουσα 2 επιδείνωση της κατάστασης της υγείας της, με συνέπεια αυτή να προβεί σε αφαίρεση κακοήθους όγκου στην κεφαλή και αργότερα να διαγνωσθεί με μηνιγγίωμα, ήτοι καλοήθους όγκου στην κεφαλή. Συνεπεία του άγχους και της ψυχικής πίεσης αναφέρεται ότι ταλαιπωρείται από πονοκεφάλους, κάτι που δεν της επιτρέπει να ανταποκριθεί στην εργασία και τις λοιπές της ασχολίες.

 

Οι Ενάγοντες παραθέτουν σειρά λεπτομερειών δόλου, αμέλειας και παράβασης νόμιμων καθηκόντων της Εναγόμενης με αναφορά στην επιβολή καταχρηστικών χρεώσεων, παράνομων υπερχρεώσεων, εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης, εκμετάλλευση των Εναγόντων και συμπεριφορά που δύναται να επιφέρει και ποινική ευθύνη των αξιωματούχων της.

 

Στην Υπεράσπιση Εναγόμενης προβάλλεται, κατά συνοπτική αναφορά, ότι οι Ενάγοντες αποδέχθηκαν το Ελβετικό Φράγκο ως το νόμισμα του επίδικου δανείου και γίνεται παραδεκτή η σύναψη του δανείου για το ποσό που καταγράφει η Έκθεση Απαίτησης, διευκρινίζοντας ότι σκοπός του ήταν η εξόφληση υφιστάμενου δανείου που οι Ενάγοντες είχαν συνάψει με άλλο πιστωτικό ίδρυμα και η χρηματοδότηση άλλων υποχρεώσεων τους. Προβάλλουν δε, μεταξύ άλλων, ότι είχαν δικαίωμα κατά την απόλυτη τους κρίση να μεταβάλουν οποτεδήποτε εντός των πλαισίων των νομισματικών και πιστωτικών κανόνων το βασικό επιτόκιο, το περιθώριο, την προμήθεια, οποιεσδήποτε άλλες χρεώσεις ή έξοδα, τον τρόπο υπολογισμού του βασικού επιτοκίου και να προβαίνουν γενικά σε οποιαδήποτε άλλη συναφή αλλαγή που θα είναι δεσμευτική για τους Ενάγοντες στους οποίους θα κοινοποιείται με γραπτή ανακοίνωση στον Τύπο ή με γραπτή προς αυτούς ειδοποίηση. Επίσης, όπως ισχυρίζεται η Εναγόμενη, οι Ενάγοντες θα χρεώνονταν σύμφωνα με τον Πίνακα Χρεώσεων που αποτελούσε μέρος της συμφωνίας δανείου, τον οποίο η Εναγόμενη θα είχε δικαίωμα να τροποποιεί και να ενημερώνουν σχετικά τους Ενάγοντες είτε με ανακοίνωση στον Τύπο είτε με γραπτή ειδοποίηση. Η δε υπογραφή του δανείου με τους όρους αυτούς έγινε κατόπιν ελεύθερης βούλησης των Εναγόντων, με πλήρη ενημέρωση και αντίληψη των συναλλαγματικών κινδύνων, ενώ είχαν και δικαίωμα να λάβουν νομική συμβουλή, το οποίο δεν άσκησαν οικειοθελώς, αφού κατανόησαν τους όρους, τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της σύμβασης δανείου. Σύμφωνα με την Εναγόμενη, το επιτόκιο των Εναγόντων επιδοτήθηκε από τον Κεντρικό Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, ενώ για τις όποιες τροποποιήσεις στη συμφωνία δανείου ενημέρωσαν τους Ενάγοντες και τους εγγυητές τους, οι οποίοι ουδέποτε τις αμφισβήτησαν.

 

Είναι η θέση της πλευράς της Εναγόμενης ότι, κατόπιν απαίτησης των Εναγόντων ένεκα των καθυστερήσεων που παρουσίαζε ο λογαριασμός δανείου, στις 23/01/14 υπογράφηκε συμπληρωματική συμφωνία με την οποία αναγνωριζόταν το τότε υπόλοιπο δανείου που ανερχόταν σε CHF119.479,42, με την οποία το εν λόγω υπόλοιπο θα χρεωνόταν με τόκο 1 MONTH LIBOR + 4% και η οποιαδήποτε υπερημερία στην αποπληρωμή του χρεωστικού υπολοίπου θα χρεωνόταν με επιτόκιο υπερημερίας ύψους 1.75% ετησίως για όσο χρόνο θα υφίστατο. Οι Ενάγοντες σύμφωνα με την Υπεράσπιση παρέλειπαν ή αμελούσαν να καταβάλουν εμπρόθεσμα όλες ή μέρος των δόσεων ή και καθόλου με αποτέλεσμα το δάνειο να παρουσιάζει σημαντικές καθυστερήσεις πλέον τόκους και τόκους υπερημερίας. Στις 31/03/17 το υπόλοιπο του δανείου ανερχόταν σε CHF90.325,33 πλέον τόκους και/ή τόκους υπερημερίας και άλλα έξοδα. Την νομιμότητα της συμφωνίας δανείου και της συμπληρωματικής συμφωνίας δανείου η Εναγόμενη προβάλλει ότι οι Ενάγοντες αναγνώρισαν με την καταβολή αδιαμαρτύρητα και ανεπιφύλακτα κάποιων ή μέρος των οφειλόμενων μετά που τους αποστάλθηκαν προειδοποιητικές επιστολές κατά ή περί το τέλος του 2016 και αρνούνται ότι παραβίασαν τις συμφωνίες. Για δε τα προβλήματα υγείας που προβάλλει η Ενάγουσα 2 η Υπεράσπιση Εναγόμενης υποστηρίζει ότι είναι άσχετα με τις συμφωνίες δανείου και δεν οφείλονται στην Εναγόμενη.

 

Με την υπό κρίση αίτηση οι Εναγόμενοι ζητούν άδεια για τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης στη βάση, μεταξύ άλλων, της Δ.25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, με την προσθήκη αιτητικού για απόφαση για ηθική βλάβη και/ή ψυχική οδύνη για την ταλαιπωρία και/ή τον πόνο και/ή το άγχος και/ή την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας της Ενάγουσας 2 και/ή των Εναγόντων εξαιτίας της παράνομης και/ή αντισυμβατικής στάσης και/ή συμπεριφοράς της Εναγόμενης.

 

Περαιτέρω, εξαιτούνται διάταγμα για προσθήκη στις Λεπτομέρειες της Έκθεσης Απαίτησης σειράς παραγράφων στις οποίες αναφέρονται τα εξής:

 

·         Ότι οι Ενάγοντες κατέβαλλαν κανονικά τις δόσεις του δανείου και ότι εντός του 2014 εκπρόσωποι της Εναγόμενης πρότεινε προφορικά στους Ενάγοντες για μείωση του οφειλόμενου ποσού του δανείου.

·         Ότι οι Ενάγοντες αρνήθηκαν και η Εναγόμενη ισχυρίστηκε ότι ο λογαριασμός δανείου παρουσίαζε οφειλόμενες δόσεις.

·         Ότι μετά το 2015 που η Εναγόμενη ανέλαβε τις υποχρεώσεις της Emporiki Bank οι Ενάγοντες ουδέποτε πλήρωσαν τη δόση που προβλεπόταν, αλλά πολύ μεγαλύτερη δόση από αυτή και ότι οι Ενάγοντες δέχονταν πιέσεις από την Εναγόμενη, η οποία αρνείτο να τους παραδώσει καταστάσεις λογαριασμού.

·         Ότι η Ενάγουσα 2 που προέβη σε επέμβαση στον εγκέφαλο έπρεπε να ευρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας, καθότι θα μπορούσε να υποστεί κρίση επιληψίας με κίνδυνο ζωής.

·         Ότι η Εναγόμενη πίεζε συνεχώς τους Ενάγοντες και προκαλούσε ένταση στην Ενάγουσα 2 παρά την ενημέρωση που είχε για την κατάσταση της υγείας της με αποτέλεσμα την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας της, τις δε δόσεις τους ακόμη και αν καθυστερούσαν στη συνέχεια τις κατέβαλλαν όλες μαζί.

·         Ότι το δάνειο των Εναγόντων παρουσίαζε υπερπληρωμές, ενώ είχε καταχωρηθεί στο σύστημα Artemis για προβληματικά δάνεια.

·         Ότι κατά την πανδημία του κορονοϊού το 2020 ζήτησαν αναστολή των δόσεων λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών της Ενάγουσας 2 και η Εναγόμενη τους πληροφόρησε ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να εισαχθούν στο σχέδιο αναστολής δόσεων παρά το ότι εκ των υστέρων η συμβουλή που έλαβαν από οικονομικό σύμβουλο ήταν ότι αυτές πληρούντο.

·         Ότι ένεκα της μεγάλης πίεσης που δεχόταν η Ενάγουσα 2 από την Εναγόμενη για την καταβολή των δόσεων η υγεία της επιδεινώθηκε σε τέτοιο βαθμό που δεν ήταν σε θέση να εργαστεί, ενώ οι εκπρόσωποι της Εναγόμενης συνέχισαν τις πιέσεις εν γνώσει της κατάστασης της υγείας της Ενάγουσας 2 παρά το ότι αυτή κατέβαλλε τις δόσεις, όμως τα ποσά αυξάνονταν συνεχώς.

·         Ότι ως αποτέλεσμα των πιέσεων η Ενάγουσα 2 αναγκάστηκε να προβεί σε πώληση του οικοπέδου, το οποίο ήταν υποθηκευμένο προς εξασφάλιση του δανείου, ώστε να ηρεμήσει και να μην χειροτερέψει άλλο η υγεία της.

·         Ότι κατά την εξόφληση του δανείου από τους Ενάγοντες στην σχετική βεβαίωση εξόφλησης αναφέρεται ότι αποδεσμεύονται όλες οι εξασφαλίσεις που παραχωρήθηκαν κατά την σύναψη του δανείου, όμως η ασφάλεια ζωής της Ενάγουσας 2 είναι ακόμη δεσμευμένη παρά το γεγονός ότι ζητήθηκε πολλές φορές η αποδέσμευση της.

 

Στην ένορκη δήλωση της Ενάγουσας 2 αναφέρεται ότι περί τον Δεκέμβριο του 2022 οι Ενάγοντες προέβηκαν σε αλλαγή δικηγόρου και όταν τον Φεβρουάριο του 2023 ανέλαβε η σημερινή δικηγόρος τους αποφάσισαν να προβούν σε τροποποίηση της Έκθεσης Απαίτησης με την προσθήκη γεγονότων που έλαβαν χώρα μετά το 2015 και την καταχώρηση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής. Όπως τονίζει, ο σκοπός της υπό κρίση αίτησης είναι για την προσθήκη γεγονότων και ζημιάς που προέκυψε μετά την καταχώρηση της αγωγής. Όπως εξηγεί, με τις αιτούμενες τροποποιήσεις που επιχειρούνται να εισαχθούν καλόπιστα δεν εισάγεται νέα βάση αγωγής και δεν προκύπτει επηρεασμός των δικαιωμάτων της Εναγόμενης που δεν μπορεί να αποζημιωθεί με χρήμα.  

 

Στην Ειδοποίηση περί Πρόθεσης Ένστασης της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση προβάλλονται, μεταξύ άλλων και κατά συνοπτική αναφορά, θέσεις περί κατάχρησης εξουσίας, υπέρμετρης και/ή μακράς και αδικαιολόγητης καθυστέρησης για γεγονότα που ήταν γνωστά ή θα έπρεπε να είναι γνωστά από καταχωρήσεως της αγωγής, δηλαδή πέραν των 8 ετών ή τουλάχιστον από την καταχώρηση της Έκθεσης Απαίτησης που έλαβε χώρα στις 14/02/17 ή/και της Υπεράσπισης την 28/06/17 ή/και από τις μεταγενέστερες ημερομηνίες που παρατίθενται που ακολούθως ορίστηκε η παρούσα για οδηγίες και ακρόαση ή τουλάχιστον όταν διορίστηκε η νέα δικηγόρος των Εναγόντων. Συνακολούθως, προβάλλεται ότι δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε σοβαρή εξήγηση για την επιδειχθείσα καθυστέρηση. Σε ένα άλλο λόγο ένστασης, η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση προβάλλει ότι επιδιώκεται προσθήκη νέας βάσης αγωγής και ότι αυτή δεν είναι καλόπιστη ή ότι αποτέλεσε λάθος ή αβλεψία κατά την ετοιμασία της Έκθεσης Απαίτησης, αλλά ότι αποτελεί προσπάθεια για πρόκληση περαιτέρω καθυστέρησης στην εκδίκαση της παρούσας αγωγής, χωρίς να εξειδικεύεται κανένα νέο στοιχείο που να καταδεικνύει την ανάγκη για την αιτούμενη τροποποίηση. Ακόμη προβάλλεται η θέση ότι οι Ενάγοντες/Αιτητές επιδιώκουν δια της υπό κρίση αίτησης να εισαγάγουν νέους αβάσιμους, αναληθείς, ανυποστήρικτους και αντιφατικούς ισχυρισμούς με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται άρδην η ουσία της Έκθεσης Απαίτησης με αναπόφευκτο αποτέλεσμα τον επαναπροσδιορισμό των επίδικων θεμάτων. Στους λόγους ένστασης δε, συγκαταλέγεται και ο ισχυρισμός ότι οι Ενάγοντες/Αιτητές επιδιώκουν να εισαγάγουν ανεπίτρεπτα νέες παραγράφους που αποτελούν σχολιασμό και προσθήκη περαιτέρω λεπτομερειών προς υποστήριξη ισχυρισμών που αναφέρονται ήδη στην Έκθεση Απαίτησης. Τέτοια τροποποίηση, όπως προβάλλεται, θα επιφέρει βλάβη που δεν είναι δυνατόν να αποζημιωθεί με χρήμα και δεν θα πρέπει να επιτραπεί σε τέτοιο προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Σ.Ι. Λειτουργού στην Υπηρεσία της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση αναπαράγονται οι λόγοι ένστασης όπως παρατίθενται στην προηγούμενη παράγραφο και τονίζεται ότι τα όσα επιδιώκονται να εισαχθούν σε καμία περίπτωση δεν δύνανται να λογιστούν ως καλόπιστο λάθος αφήνοντας την υπό κρίση αίτηση μετέωρη και ανεδαφική.

 

Τα μέρη παρέδωσαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις τις οποίες μελέτησα μετά προσοχής, όμως δεν κρίνω σκόπιμο να κάνω ειδικότερη αναφορά σε αυτές.

 

Προτού προχωρήσω να παραθέσω το νομικό πλαίσιο που διέπει την υπό κρίση αίτηση θεωρώ σκόπιμο να επισημάνω ότι ενόψει της ημερομηνίας καταχώρησης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής η εφαρμοστέα διαταγή είναι η παλαιά διαταγή Δ.25 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας πριν την τροποποίησή της.

 

Πράγματι, η επιφύλαξη του Κ. 8 της Δ.25 προβλέπει ως εξής:

«Νοείται ότι για αγωγές που καταχωρήθηκαν μέχρι και 31.12.2014 και αγωγές κλίμακας πέραν των €10.000 που καταχωρήθηκαν μέχρι 31.12.2015 θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται μέχρι την αποπεράτωση τους οι πρόνοιες των διατάξεων της Διαταγής 25 που ίσχυαν πριν την 1.1.2015».

(δική μου υπογράμμιση)

Ως εκ των ανωτέρω, προκύπτει ότι υπό αυτό το νομικό πλαίσιο θα εξετάσω και την υπό κρίση αίτηση, ήτοι αυτό που ίσχυε μέχρι και την τροποποίηση της Δ.25 με τον Δ.Κ. 2/2014 ημ. 26/09/2014 (Ε.Ε. Παρ. ΙΙ(Ι), Αρ. 4095, 26.9.2014, με έναρξη εφαρμογής από την 1.1.2015).

Συμφώνως με την Δ.25 Θ1, Θ4 και Θ5. όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή της:

 

«1. The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, allow either party to alter or amend his indorsement or pleadings, in such manner and on such terms as may be just, and all such amendments shall be made as may be necessary for the purpose of determining the real questions in controversy between the parties.

………………………………………………………………………………………….

4. Whenever any indorsement or any pleading is amended, such amended document shall be delivered to the opposite party together with an office copy of the order giving leave to amend within the time allowed for amending.

5. The Court or a Judge may at any time, and on such terms as to costs or otherwise as the Court or Judge may think just, amend any defect or error in any proceedings, and all necessary amendments shall be made for the purpose of determining the real question or issue raised by or depending on the proceedings.».

 

Αναφορικά με την προσέγγιση της νομολογίας σχετικά με την «ευκολία» με την οποία τέτοιας φύσης αιτήματα τυγχάνουν έγκρισης χαρακτηριστική είναι η απόφαση στην υπόθεση Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1991) 1 Α.Α.Δ. 934, όπου αναφέρθηκαν τα εξής σημαντικά:

 

«Στην υπόθεση Nicolaides v. Yerolemi (1980)1 C.L.R. 1, το Ανώτατο Δικαστήριο υιοθετήθησε αυτό που ο Λόρδος Denning M.R. είπε στην υπόθεση Associated Leisure Ltd, and  Others v. Associated  Newspapers Ltd [1910] 2 All E.R. 754, στην οποία ανέφερε τα πιο κάτω:

 

"I start with the principle, well settled, that an amendment ought to be allowed even if it comes late, if it is necessary to do justice between the parties, so long as any hardship done thereby can be compensated in money. That principle applies here."

 

Η ελεύθερη απόδοση του πιο πάνω στα Ελληνικά είναι η πιο κάτω:

 

"Ξεκινώ με την αρχή, την καλά καθιερωμένη, ότι μια τροποποίηση πρέπει να επιτρέπεται έστω και αν ζητείται αργά, εάν είναι αναγκαία για να αποδοθεί δικαιοσύνη μεταξύ των διαδίκων, μια και οποιαδήποτε δυσχέρεια προκληθεί από αυτή μπορεί να αποζημιωθεί με χρήμα. Αυτή η αρχή ισχύει εδώ."

Αναμφίβολα η σύγχρονη τάση, όπως βγαίνει από τη σχετική νομολογία, είναι τα Δικαστήρια να επιτρέπουν τροποποιήσεις στις κατάλληλες υποθέσεις ακόμη και όταν μια τέτοια τροποποίηση είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης νοουμένου βέβαια ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα.».

 

Στην SABA & Co (T.M.P) v. T.M.P. Agents (1994) 1 A.A.Δ., 426 λέχθηκαν τα εξής:

 

«Mένει το ερώτημα της δικαιολόγησης της καθυστέρησης. H σημασία του ποικίλλει ανάλογα με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης κυρίως σε συσχετισμό προς τη γνησιότητα των προθέσεων του αιτητή και την αναγκαιότητα ή το βαθμό της χρησιμότητας της τροποποίησης.  Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει γίνει τέτοιος ή άλλος ανάλογος ισχυρισμός και δε συμφωνούμε πως καλόπιστη αίτηση για τροποποίηση προς κάλυψη πραγματικής και σημαντικής ανάγκης θα πρέπει να απορριφθεί επειδή, ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, η καθυστέρηση δικαιολογήθηκε με αναφορά σε αβλεψία ή παραδρομή.  Aπό την άλλη, η ανάπτυξη επιχειρημάτων σε μια προσπάθεια να καταδειχθεί πως δεν μπορεί να οφείλεται η καθυστέρηση σε τέτοιους λόγους χωρίς να έχει προηγηθεί αμφισβήτηση της αλήθειας του περιεχομένου της ένορκης  δήλωσης που συνόδευσε την αίτηση για τροποποίηση, είναι ατελέσφορη.  [Bλ. Aθηνόδωρος Bασιλειάδης και Άλλοι ν. Πετρολίνα Λτδ. (1994) 1 A.A.Δ. 16].».

 

Στην Χρίστου ν. Ανδρέα Στυλιανού Αζα (1992) 1 Α.Α.Δ., 704 τονίστηκε ότι τροποποιήσεις δεν εγκρίνονται όταν αυτό μπορεί να επιφέρει βλάβη στον αντίδικο ή όταν ο αιτητής ενεργεί με κακή πίστη. Όπως λέχθηκε:

 

«Στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Federal Bank of Lebanon (S.A.L.) v. Σιακόλα (1999) 1 Α.Α.Δ. 44, επιβεβαιώθηκε κατ΄αρχάς η λεγόμενη σύγχρονη τάση της νομολογίας όπως τα Δικαστήρια επιτρέπουν τροποποιήσεις στις κατάλληλες υποθέσεις, ακόμη και αν μια τέτοια τροποποίηση είναι αποτέλεσμα αμέλειας ή καθυστέρησης, νοουμένου βέβαια ότι δεν θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά που δεν θα μπορεί να αποζημιωθεί με χρήμα. Σημειώνεται ότι στην υπόθεση εκείνη, η αγωγή είχε καταχωρηθεί κατά το 1986 ενώ το συγκεκριμένο αίτημα τροποποίησης υποβλήθηκε κοντά το 1998, δηλαδή περί τα 12 χρόνια αργότερα και ενώ η ακρόαση είχε προηγουμένως αρχίσει και διεξαχθεί μερικώς δύο φορές αλλά διατάχθηκε η εξ υπαρχής ακρόαση λόγω διορισμού των εκδικαζόντων Προέδρων ως δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.».

Περαιτέρω, όπως έχει νομολογηθεί, το Δικαστήριο δεν απορρίπτει την τροποποίηση επειδή εισάγεται μια νέα βάση αγωγής, αλλά θα την απορρίψει όπου μια τέτοια τροποποίηση θα είχε ως αποτέλεσμα να μετατρέψει την αγωγή σε ουσιωδώς διαφορετικού χαρακτήρα, η οποία θα μπορούσε με περισσότερη ευχέρεια να αποτελέσει αντικείμενο νέας αγωγής (βλ. Χρίστου ν. Ανδρέα Στυλιανού Αζά, ανωτέρω και Ετήσια Δικονομική Πρακτική 1958, σελ. 627). Τέτοια εισαγωγή νέας βάσης αγωγής θα πρέπει να υπήρχε κατά τον χρόνο έκδοσης του αρχικού κλητηρίου, καθότι με την τροποποίηση δεν εισάγεται νέο κλητήριο ένταλμα, αλλά η αγωγή συνεχίζεται ως εάν η τροποποίηση περιλαμβανόταν από την αρχή (βλ. Gaber Alian Ali Al Somrani v. The Cyprus Ship “Poseidonia” (1990) 1 AAΔ 990). Όπως έχει αποφασιστεί, όταν τα όσα επιχειρούνται να εισαχθούν με την τροποποίηση ήταν στη σφαίρα γνώσης του Αιτητή ή αυτός μπορούσε με εύλογη επιμέλεια να τα φέρει στην επιφάνεια η τροποποίηση δεν επιτρέπεται (βλ. Γραμμές Στριντζή Αιγαίου Ναυτική Εταιρεία ν. Always Travel Holidays Ltd (1995) 1 ΑΑΔ 607, United Sea Transport Ltd v. Zakou (1980) 1 C.L.R 501, Ikos Cif Ltd v. Martin Coward κ.α. Πολ. Εφ. αρ. 138/2013, απόφαση ημ. 20/03/2014). Στην Ikos Cif Ltd, ανωτέρω χαρακτηριστικά αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Πάγια νομολογία διαμόρφωσε τον κανόνα ότι αίτηση τροποποίησης δεν είναι δυνατό να επιτύχει αν το υλικό, το οποίο σκοπείται να εισαχθεί, ήταν σε γνώση του αιτητή ή μπορούσε με εύλογη επιμέλεια να εντοπιστεί έγκαιρα. Η δε αλλαγή δικηγόρου διαδίκου δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιολογία για παρατηρούμενη καθυστέρηση που οδηγεί σε εκτροχιασμό της δίκης και δεν παρέχει, αφ΄εαυτής, λόγο για την τροποποίηση της δικογραφίας.  (Γραμμές Στριντζή Αιγαίου Ναυτική Εταιρεία ν. Always Travel Holidays Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. και United Sea Transport Ltd v. Zakou (1980) 1 A.Α.Δ. 501, 510).  Η γραμμή αυτή της νομολογίας συναρτάται απόλυτα με την φειδώ με την οποία το Δικαστήριο θα πρέπει να ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια, ιδίως στις περιπτώσεις όπου η όποια καθυστέρηση ενέχει καταλυτικές επιπτώσεις στα δικαιώματα του αντιδίκου. 

 

Στην υπό εξέταση, το συμφέρον της δικαιοσύνης δεν θα ήταν συμβατό με την παροχή άδειας για τροποποίηση, λόγω των ιδίων των δεδομένων της υπόθεσης, τα οποία επιμαρτυρούν κίνδυνο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στην αντίδικη πλευρά.   Τα βασικά γεγονότα ήταν γνωστά στην Εφεσείουσα, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί και από την ανάγκη που οδήγησε στο αίτημα για προσθήκη νέων διαδίκων και τους λόγους που επικαλέστηκε προκειμένου να θεμελιώσει την αξίωση αυτή.  Η αναφορά σε αλλαγή των δικηγόρων της Εφεσείουσας, στην προσπάθεια στήριξης της αναγκαιότητας για τροποποίηση, δε συνιστούσε βάσιμο λόγο αλλά ούτε και δικαιολογία της παρατηρηθείσας, ήδη, καθυστέρησης.  Υπενθυμίζεται ότι η αίτηση για τροποποίηση της οπισθογράφησης του κλητηρίου εντάλματος καταχωρήθηκε δεκατέσσερις μήνες μετά την έγκριση του αιτήματος για προσθήκη νέων διαδίκων και δέκα περίπου μήνες μετά την αλλαγή δικηγόρου για την Εφεσείουσα.  Αντίστοιχα, η αίτηση για τροποποίηση και της έκθεσης απαίτησης, καταχωρήθηκε είκοσι περίπου μήνες μετά την προαναφερθείσα προσθήκη νέων διαδίκων και δεκαπέντε περίπου μήνες μετά την αλλαγή δικηγόρου.».

 

Σύμφωνα με την Ετήσια Δικονομική Πρακτική 1958, σελ. 628:

 

“…a plaintiff will not be allowed to amend by setting up fresh claims in respect of causes of action, which, since the issue of the writ have become barred by the Statute of Limitations..”

 

Στην υπόθεση Ανδριανή Αρακελιάν ν. Ταμείου Προνοίας του Προσωπικού της Marfin Λαϊκής Τράπεζας Λτδ και των εξαρτημένων της εταιρειών κ.α. Πολιτική Έφεση αρ. 51/2012, απόφαση ημερομηνίας 11/02/2016:

 

«Η συνήθης βλάβη που μπορεί να επέλθει και η οποία δεν είναι εύκολο να αποζημιωθεί με την καταβολή εξόδων, είναι στις περιπτώσεις που εγείρεται θέμα παραγραφής, π.χ. όπου εισάγεται αγώγιμο δικαίωμα το οποίο έχει παραγραφεί ή όπου ο εναγόμενος εμποδίζεται από του να εγείρει συγκεκριμένη υπεράσπιση, λόγω νομοθετικής παραγραφής (βλ. Lancaster v. Moss [1899] 32(2) Reissue, Digest 1575, Marshall v. L.P.T.D. [1936] 3 All ER 83 και Annual Practice 1959 σελ. 627).».

 

Στην απόφαση της πλειοψηφίας στην Δημητρίου ν. Cyprus Popular Bank Public Co Ltd κ.α. Πολιτική Έφεση Ε151/16, απόφαση ημ. 6/07/2018 συνοψίζονται οι αρχές που ακολουθούνται για να αποφασιστεί κατά πόσο θα εγκριθεί μια αίτηση τροποποίησης ως ακολούθως:

 

«…….Να επαναλάβουμε κατ΄ αρχάς ότι σύμφωνα με τη νομολογία (Preece κ.α. ν. Ρωσσίδου (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2138, Παπαχρυσοστόμου ν. Κ. Γρηγοριάδης & Συνεταίροι κ.α., Ikos Cif Ltd v. Marfin Coward κ.α., Πολ. Εφ. 137/13 και 138/13 ημερ. 20.3.14, Kayat Trading Ltd v. Genzyme Corporation, Πολ. Εφ. 58/12 ημερ. 4.3.13, Δημοτικό Συμβούλιο Αγλαντζιάς ν. Χαρικλείδη κ.α. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1608 και άλλες) η ευρεία διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου επί του θέματος ασκείται με γνώμονα δύο καθοριστικούς παράγοντες.  Ο πρώτος, κατά πόσο οι προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι αναγκαίες για τον προσδιορισμό της ουσίας της διαφοράς  ώστε να αποδοθεί αποτελεσματική δικαιοσύνη και, ο δεύτερος, κατά πόσο αν με την έγκριση τους θα προκληθεί ή όχι ζημιά στον αντίδικο.  Με την επισήμανση ότι η βαρύτητα που δίδεται στους διάφορους άλλους παράγοντες - καθυστέρηση υποβολής του αιτήματος, προβολή νέων ισχυρισμών ή νέας βάσης αγωγής και άλλους - ουσιαστικά είναι υποβοηθητική για την εν τέλει δικαστική κρίση σ΄ ό,τι αφορά τους προαναφερθέντες δύο καθοριστικούς παράγοντες.».

 

Στην Παπαχρυσοστόμου ν. Κώστας Γρηγοριάδης και Συνεταίροι (2012) 1 Α.Α.Δ. 81, το Εφετείο τόνισε τα εξής σχετικά:

 

«Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού διέγνωσε την αναγκαιότητα αιτιολόγησης της καθυστέρησης στην εκδήλωση διαβήματος για εξασφάλιση άδειας για τροποποίηση και με αναφορά σε νομολογία, επεσήμανε τη σημασία της με την έννοια όχι αυτής της ίδιας της εκκρεμότητας της αγωγής για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά της καθυστέρησης στη λήψη μέτρων για εξασφάλιση άδειας για  τροποποίηση  (Federal Bank of Lebanon v. Σιακόλας (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 223, Astor Manufacturing & Exporting Co. κ.ά. v. A.G. Leventis κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 726 και Ταξί Κυριάκος Λτδ. ν. Ανδρέα Παύλου (1995) 1 Α.Α.Δ. 560), υπέδειξε το γεγονός ότι ο εφεσείων δεν προσδιορίζει το χρόνο κατά τον οποίο είχαν περιέλθει σε γνώση του τα κατ' ισχυρισμό γεγονότα που, σύμφωνα με τον ίδιο επέβαλλαν την τροποποίηση του δικογράφου του. Τα αφήνει να αιωρούνται στο χρόνο διορισμού από πλευράς του, νέων δικηγόρων………………………………………………………………………………………………..

……………………………………..ουδόλως αιτιολογείται από τον εφεσείοντα το γιατί άφησε να διαρρεύσει ένας ολόκληρος χρόνος προτού προσφύγει στο δικαστήριο για εξασφάλιση άδειας για τροποποίηση. Η παράλειψη του εφεσείοντα να αιτιολογήσει τη συγκεκριμένη παράλειψη του, να αποταθεί δηλαδή στο δικαστήριο έγκαιρα, σφράγιζε, σύμφωνα με το πρωτόδικο δικαστήριο τη μοίρα της αίτησης, την οποία και απέρριψε.

…………………………………………………………………………………………………………………………………

Διεξήλθαμε προσεκτικά την πρωτόδικη απόφαση, έχοντας συνέχεια κατά νου τις θέσεις και τα επιχειρήματα του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα, όπως αυτά διατυπώθηκαν αρχικά στα πλαίσια της αιτιολογίας των λόγων έφεσης και στη συνέχεια προωθήθηκαν στα πλαίσια του περιγράμματός του. Δεν έχουμε διαπιστώσει οτιδήποτε το μεμπτό στην πρωτόδικη απόφαση. Τόσο η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο εφεσείων επέδειξε υπέρμετρη καθυστέρηση στη λήψη διαβημάτων για τροποποίηση του δικογράφου του, όσο και η κατάληξη του ότι η εν λόγω παράλειψη του ουδόλως αιτιολογήθηκε, μας βρίσκει σύμφωνους.

Δεν έχει διαφύγει της προσοχής μας ότι ο λόγος καθυστέρησης από μόνος του δεν συνιστά κατ' ανάγκη αιτία για απόρριψη αίτησης για τροποποίηση, ούτε και ότι το γεγονός της καθυστέρησης δεν εξισούται κατ' ανάγκη με κακοπιστία. Ο παράγοντας χρόνος είναι σχετικός και συνιστά έναν από τους πολλούς παράγοντες που το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, συνεκτιμάται δε σαν λογική απόρροια του Άρθρου 30.2 του Συντάγματος (Astor Manufacturing (πιο πάνω) και Clive Preece (πιο πάνω)). Όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αργοπορία του εφεσείοντα να επιδιώξει τροποποίηση του δικογράφου του προβάλλει ανάγλυφη μέσα από το ιστορικό των γεγονότων που περιβάλλουν το θέμα. Η αγωγή εκκρεμούσε ενώπιον του δικαστηρίου αναμένοντας εκδίκαση για επτά και πλέον χρόνια.».

 

Στην Χρίστου ν. Ανδρέα Στυλιανού Αζά, ανωτέρω, αποφασίστηκε ότι δεν είναι εκ προοιμίου νομικά επιλήψιμη η επιδίωξη τροποποίησης για να συνάδει η προσαχθείσα μαρτυρία με το δικόγραφο του διαδίκου. Στην Kayat Trading Ltd ν. Genzyme Corporation (Αρ. 2) (2013) 1 ΑΑΔ 543 παραμερίστηκε πρωτόδικη απορριπτική απόφαση σε αίτηση τροποποίησης της Έκθεσης Απαίτησης που υποβλήθηκε μετά την έναρξη της Ακρόασης και η οποία σκοπούσε στη δικογράφιση λεπτομερειών ζημιών, όπου κρίθηκε ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν τίθετο ζήτημα παντελούς παράλειψης δικογράφησης συγκεκριμένου είδους ζημιών και ότι οποιαδήποτε ταλαιπωρία ήθελε προκληθεί από την επανακλήτευση μαρτύρων, δεν μπορούσε να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ των εφεσιβλήτων, καθότι προείχε το συμφέρον της δικαιοσύνης, ενώ η όποια ζημιά μπορούσε να αποζημιωθεί με χρήμα. Ο λόγος της καθυστέρησης από μόνος του δεν συνιστά πάντοτε αιτία για απόρριψη της αίτησης για τροποποίηση, ούτε και το γεγονός της καθυστέρησης εξισούται κατ' ανάγκη με κακοπιστία (βλ. Aνδρέου Αντώνης ν. C Ataliotis Niche Advertising Ltd (2013) 1 ΑΑΔ 653).

 

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω νομικών αρχών προχωρώ στην εξέταση της υπό κρίση αίτησης.

 

Αρχικά οφείλω να παρατηρήσω ότι στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση γίνεται αναφορά στην αλλαγή δικηγόρου περί τον Φεβρουάριο του 2023. Εξετάζοντας το περιεχόμενο του φακέλου του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η ημερομηνία καταχώρησης με την οποία σφραγίστηκε ως καταχωρηθείσα η Ειδοποίηση Αλλαγής Δικηγόρου φέρει την ημερομηνία 23/02/23, ενώ η ιδιόχειρη ημερομηνία καταχώρησης την 30/01/23. Αυτά ενδεχόμενα να αφορούν το πότε οι Ενάγοντες ανέθεσαν την υπόθεση στην νέα δικηγόρο τους. Μάλιστα δε την ίδια ημερομηνία με την καταχώρηση της Ειδοποίησης Αλλαγής Δικηγόρου, η Ενάγουσα 2 προέβη και σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων, προφανώς μετά από μελέτη και συμβουλή της νέας της δικηγόρου.

 

Περαιτέρω, εκ της ενόρκου δηλώσεως της Εναγόμενης 2 γίνεται αναφορά σε ανάγκη για προσθήκη γεγονότων που έλαβαν χώρα μετά την καταχώρηση της αγωγής και συγκεκριμένα μετά το έτος 2015. Ανατρέχοντας στον φάκελο του Δικαστηρίου διαπιστώνω ότι η Έκθεση Απαίτησης καταχωρήθηκε τον Φεβρουάριο του 2017, ενώ στις τροποποιήσεις που προτίθενται να εισαχθούν δεν γίνεται καμία αναφορά στο πότε έλαβαν χώρα τα γεγονότα τα οποία επιχειρούνται να εισαχθούν ως νέα γεγονότα. Στο μόνο ζήτημα που γίνεται αναφορά στην αίτηση και όχι στην ένορκη δήλωση είναι στο έτος 2020 σε σχέση με το αίτημα για αναστολής δόσεων λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών της Ενάγουσας 2. Η ένορκη δήλωση απλά παραθέτει γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς και τίποτα περισσότερο.

 

Στην ένορκη δήλωση που στηρίζει την υπό κρίση αίτηση δεν γίνεται καμία προσπάθεια για να αιτιολογηθεί η ομολογουμένως μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης στις 24/01/24 μετά από σχετική άδεια που λήφθηκε από το Δικαστήριο στις 22/01/24 δυνάμει των Περί της Εκδίκασης Καθυστερημένων Υποθέσεων (Ειδικοί) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2022 (35/2022) ως ετροποποιήθηκαν. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι καμία αναφορά δεν γίνεται στο πότε προέκυψαν πλην της αναφοράς για μία εκ των προς εισαγωγή παραγράφων στο έτος 2020, τα όσα επιχειρούνται να εισαχθούν αφήνονται να αιωρούνται χρονικά καθιστώντας την εξέταση του αιτήματος επί αυτών των δεδομένων αλυσιτελές (βλ. Παπαχρυσοστόμου ν. Κώστας Γρηγοριάδης και Συνεταίροι, ανωτέρω). Ακόμη, τίποτα δεν παρατέθηκε στην ένορκη δήλωση της Ενάγουσας 2 που να δικαιολογεί τον λόγο που αφέθηκε να παρέλθει σχεδόν 1 χρόνος από τότε που ανέλαβε η νέα δικηγόρος και αποφασίστηκε ότι έπρεπε να καταχωρηθεί η υπό κρίση αίτηση. Καμία μαρτυρία περί της όποιας δικαιολόγησης δεν δίδεται, ενώ οι όποιες αναφορές στην αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου των Εναγόντων/Αιτητών δεν αποτελεί παραδεκτό τρόπο εισαγωγής μαρτυρίας για να τύχει εξέτασης (βλ. El Fath Co. for International Trade S.A.E. v. E.D.T. Shipping Ltd και Άλλος (1992) 1 ΑΑΔ 1255).

   

Ως εκ τούτου, γίνεται φανερό, μετά την σύντομη σκιαγράφηση των δεδομένων, ότι η υπό κρίση αίτηση αγγίζει τα όρια της κατάχρησης και παρά τα ελαστικά κριτήρια που ακολουθούνται υπό το νομικό καθεστώς που αυτή εξετάζεται δεν δύναται να εγκριθεί. Περαιτέρω, διαπιστώνω μια κακοπιστία αναφορικά με το πότε περιήλθε σε γνώση των Εναγόμενων/Αιτητών η ανάγκη να προβούν στην τροποποίηση, ώστε να εισαχθούν οι ισχυρισμοί, όπως παρατίθενται στους προβληματισμούς και σκέψεις του Δικαστηρίου, η οποία υπέσκαψε τον πυρήνα της υποχρέωσης που είχαν για να παράσχουν προς το Δικαστήριο γνήσιες και ικανοποιητικές εξηγήσεις για την καθυστέρηση στην υποβολή της υπό κρίση αίτησης, η οποία την οδηγεί και άνευ ετέρου σε απόρριψη (βλ. Χαραλαμπίδη ν. Μιχαήλ υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστρια της περιιουσίας του αποβιώσαντος Θεόφιλου Μιχαήλ, Πολιτική Έφεση Αρ. 304/13, ημερ. 16/7/2021), ECLI:CY:AD:2021:A316.

 

Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω η υπό κρίση αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση και εναντίον των Εναγόντων/Αιτητών ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο καταβλητέα μετά το πέρας της αγωγής.

 

 

 

 

(Υπ.)..............................

                                                                                                    Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητης

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο