ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Χ-Μ Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 177/2015

Μεταξύ:

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΝΑΡΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΛΤΔ

Ενάγουσα

-και-

1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΛΟΥΡΕΝΤΖΟΥ

                                          2. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΦΛΟΥΡΕΝΤΖΟΥ

Εναγόμενοι

-------------------------------------------------------------------------

Ημερομηνία: 12/02/2024

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Χατζηδάκης για κ.κ. Ανδρέας Γ. Δανός & Σια

Για Εναγόμενους 1 & 2: κ. Βασιλακκάς για κ.κ. Ε. Φλουρέντζου & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή αφορά στην αξίωση της Ενάγουσας εναντίον των Εναγομένων 1 & 2 για ποσό €28.597,41 ως υπόλοιπο δυνάμει συμφωνιών ή για ηλεκτρολογικές υπηρεσίες και υλικά ή δια επιπλέον εργασίες ή ως υπόλοιπο λογαριασμού ή ποσών πληρωθέντων κατόπιν εντολής ή οδηγιών των Εναγομένων και για λογαριασμό τους. Ειδικότερα, όπως καταγράφεται στην Έκθεση Απαίτησης, η Ενάγουσα κατόπιν συμφωνίας ή εντολής ή οδηγιών των Εναγομένων 1 & 2 κατά την διάρκεια του έτους 2012 προέβηκε σε παροχή ηλεκτρολογικών εργασιών και υλικών για το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ στον Μαθιάτη ύψους €35.595,16, επιπλέον σε αυτό εργασίες ύψους €673.25, σε ηλεκτρολογικές εργασίες στο περίπτερο στον Στρόβολο ύψους €6.670, καθώς και σε εργασίες σε Casino-διαμέρισμα στον Στρόβολο ύψους €3.159, συνολικά €46.097,41. Όπως προβάλλει η Ενάγουσα, η Εναγόμενη κατέβαλε έναντι αυτών το ποσό των €17.500 και παρέμεινε υπόλοιπο το ποσό των €28.597,41 συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., το οποίο οι Εναγόμενοι 1 & 2 αρνούνται να καταβάλουν.

 

Στον αντίποδα, ο Εναγόμενος 1 στην Υπεράσπιση του αρνείται όλες τις παραγράφους της Έκθεσης Απαίτησης και προβάλλει ότι ουδέποτε γνώρισε ή συμβλήθηκε με την Ενάγουσα, καθώς και ότι δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με το περίπτερο και διαμέρισμα στον Στρόβολο, ενώ σε σχέση με το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ ισχυρίζεται ότι ευρίσκεται υπό την διαχείριση του Εναγόμενου 2 και πως ουδεμία εργασία διέταξε να γίνει σε αυτό. Περαιτέρω, όπως υποστηρίζει, ουδέποτε παράστησε ότι ο Εναγόμενος 2 ήταν υπάλληλος ή υπηρέτης ή αντιπρόσωπος του.

 

Στην Υπεράσπιση του Εναγόμενου 2 γίνεται παραδεκτή η συμφωνία για την παροχή ηλεκτρολογικών υπηρεσιών μεταξύ του ιδίου και της Ενάγουσας αποκλειστικά και μόνο, με πληρωμή των εκτελεσθείσων εργασιών όπως αυτές θα προέκυπταν κάθε φορά. Περαιτέρω προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι τα συνολικά ποσά που δικογραφεί η Ενάγουσα είναι υπερβολικά και διογκωμένα, χωρίς να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, καθώς και ότι έχει αποπληρώσει οτιδήποτε απαίτησε η Ενάγουσα δυνάμει προσφορών, τιμολογίων και χρεωστικών, εκτός το ποσό των €5.700-, το οποίο παραμένει υπόλοιπο που θα ήταν απαιτητό με την έγκριση των εκτελεσθείσων εργασιών της Ενάγουσας από τις αρμόδιες αρχές ως η υποχρέωση της εκ της συμφωνίας, την οποία δεν τήρησε. Επιπροσθέτως προβάλλει ότι υπήρξαν κακοτεχνίες στις εκτελεσθείσες εργασίες τις οποίες και επιδιόρθωσε και εγείρει Ανταπαίτηση εναντίον της Ενάγουσας για παράβαση συμφωνίας εκ της μη εξασφάλισης τελικής έγκρισης από τις αρμόδιες αρχές και για ποσό €5.000 ως η αξία αποκατάστασης ων κακοτεχνιών.

 

Με την Απάντηση στην Υπεράσπιση του Εναγόμενου 2 γίνεται άρνηση των ισχυρισμών της και επανάληψη αυτών της Έκθεσης Απαίτησης ενώ με την Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση ζητείται η απόρριψη της ως αβάσιμης, αόριστης, ενοχλητικής και ως προϊόν δευτέρων σκέψεων. 

 

Η ακροαματική διαδικασία περιστράφηκε γύρω από την εξέταση και αντεξέταση του διευθυντή της Ενάγουσας κ. Στέλιου Πανάρη (ΜΕ), ο οποίος κατάθεσε γραπτή δήλωση που σημειώθηκε ως Έγγραφο Α’, όπου πέραν της κατάθεσης τεκμηρίων αναφορικά με την εγγραφή της Ενάγουσας, της κατοχής σχετικής αδείας, αλλά και των εργασιών που αυτή διεξάγει, προβαίνει σε επανάληψη των δικογραφημένων ισχυρισμών αναφορικά με τις παρασχεθείσες υπηρεσίες και υλικά προς τους Εναγόμενους 1 & 2, των χρεώσεων, του συνολικού ποσού, της καταβολής έναντι αυτών και του υπόλοιπου οφειλόμενου. Σε σχέση με τις υπό αναφορά ηλεκτρολογικές εργασίες και υλικά κατέθεσε στο Δικαστήριο ως τεκμήριο 3 αντίγραφο δέσμης ιδιόχειρων σημειώσεων 6 σελίδων στο οποίο γίνεται διαχωρισμός των εργασιών και χρεώσεων για κάθε ένα από τα σημεία που αυτές παρασχέθηκαν με γενική περιγραφή αυτών, ενώ στην τελευταία σελίδα αναφέρονται η συνολική πληρωμή των €17.500 και το υπόλοιπο οφειλόμενο. Ως τεκμήριο 4 κατέθεσε δέσμη εγγράφων 28 συνολικά σελίδων στο οποίο συμπεριλαμβάνεται αναφορά εργασιών, χρέωσης, τιμολόγια τρίτων, καθώς και έντυπα με βεβαίωση ΑΗΚ σε σχέση με το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ. Ως τεκμήριο 5 κατέθεσε αντίγραφο σημειώσεων αναφορικά με τις επιπλέον υπηρεσίες στο εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ, ως τεκμήριο 6 αντίγραφο σημειώσεων σε σχέση με τις εργασίες στο διαμέρισμα στον Στρόβολο και ως τεκμήριο 7 δέσμη αντιγράφων εγγράφων 28 σελίδων με σημειώσεις, τιμολόγια από τρίτους σε σχέση με το περίπτερο στον Στρόβολο.

 

Όπως προβάλλει ο ΜΕ στο Έγγραφο Α’, στις 19/09/2012 η Ενάγουσα ζήτησε δια επιστολής (τεκμήριο 8) την αποπληρωμή του υπόλοιπου οφειλόμενου χωρίς ανταπόκριση, ενώ κρίνει ως απαράδεκτο τον ισχυρισμό της Υπεράσπισης του Εναγόμενου 2 για μοναδικό υπόλοιπο €5.700 παραπέμποντας, μεταξύ άλλων, στα έγγραφα της ΑΗΚ καταθέτοντας ως τεκμήριο 9 σχετική βεβαίωση ημερ. 2/06/2021, στην οποία εμφαίνεται ως πελάτης ο Εναγόμενος 1, η οποία και διαψεύδει τον ισχυρισμό ότι οι εργασίες δεν έτυχαν έγκρισης της ΑΗΚ. Περαιτέρω, όπως δήλωσε ο ΜΕ, οι Εναγόμενοι ουδέποτε διαμαρτυρήθηκαν στην Ενάγουσα για κακοτεχνίες.

 

Στην αντεξέταση του ο ΜΕ ανέφερε ότι για τις εργασίες δεν υπήρχαν σχέδια από μελετητικό γραφείο και ότι κάθε μέρα σχεδίαζαν και ζητούσαν την εκτέλεση των εργασιών. Οι εργασίες, όπως εξήγησε, γίνονταν με μεγάλη ταχύτητα και δεν υπήρχε περιθώριο για προσφορές τιμών, ενώ τις σημειώσεις και τα χρήματα τα σημείωναν οι ίδιοι. Τα υλικά που παράγγελλαν τιμολογούνταν στο όνομα της Ενάγουσας και παραδίδονταν στο χώρο κατόπιν των εντολών των Εναγομένων προς τον ίδιο. Τέτοια τιμολόγια υπήρχαν καθημερινά.

 

Όπως υποστήριξε ο ΜΕ, για τις παρασχεθείσες εργασίες έχουν εκδοθεί τιμολόγια από τρίπτυχο μπλοκ αποδείξεων, τα οποία δόθηκαν στους Εναγόμενους και έχει αντίγραφο, όμως δεν το είχε φέρει μαζί του, ενώ για τις σημειώσεις ανέφερε ότι τις είχε δώσει πριν από καιρό στους Εναγόμενους. Επέμεινε ότι για τις σημειώσεις που παρουσίασε έχουν εκδοθεί και δοθεί αντίστοιχα τιμολόγια, όπως στα πρόχειρα που κρατούσαν στους χώρους εργασίας, τα οποία και έχουν φορολογικά δηλωθεί. Όπως εξήγησε δεν θεώρησε σημαντικό να παρουσιάσει το αντίγραφο των τιμολογίων, αλλά ότι αυτά υπάρχουν.

 

Σε υπόδειξη προς τον ΜΕ να παρουσιάσει τις αποδείξεις που έχει εκδώσει η Ενάγουσα σε σχέση με την λήψη του ποσού των €17.500- που ισχυρίστηκε ότι έλαβε από τους Εναγόμενους, απάντησε ότι οι πληρωμές που γίνονταν σημειώνονταν καθημερινά επιτόπου στον χώρο εργασίας στα εργατικά και υλικά της κάθε εργασίας ξεχωριστά. Στα τεκμήρια που κατάθεσε οι πληρωμές γράφτηκαν στα γενικά υποδεικνύοντας την 6η σελίδα του τεκμηρίου 3, παραδεχόμενος ότι πήρε τα χρήματα που καταγράφονται και ότι τα γράμματα σε αυτή είναι δικά του. Ο λόγος που δεν έκδωσε απόδειξη πληρωμής ήταν διότι αυτό θα γινόταν στο τέλος με την γενική τιμολόγηση, καθότι οι εργασίες ήταν μηνών όχι ετών. Όπως υποστήριξε, οι πληρωμές έχουν περαστεί στα βιβλία της Ενάγουσας και ότι περίμεναν μέχρι το τέλος της εργασίας τον Αύγουστο του 2012 διότι όλες οι εργασίες ξεκίνησαν τον Μάιο του 2012.

 

Σε σχέση με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης προς το Φ.Π.Α εξήγησε ότι οι πληρωμές από τους Εναγόμενους ήταν ελάχιστες και ότι «έτρεχαν» να καλύψουν τα έξοδα των υλικών. Απόδειξη δεν έδινε κάθε φορά που έπαιρνε χρήματα, απλά σημειώνονταν από τον ίδιο και από τους Εναγόμενους στις δικές τους σημειώσεις και πως θα τα δήλωναν όλα στο τέλος των εργασιών. Όπως δήλωσε, η Ενάγουσα έκδωσε κανονικά τιμολόγια για το Φ.Π.Α., όταν όμως ανέφερε στους Εναγόμενους να συναντηθούν για να ετοιμάσουν τις πληρωμές και τις αποδείξεις αυτοί τον απέφευγαν και τον απείλησαν να μην τους ξαναενοχλήσει.

 

Στην υπόδειξη του τεκμηρίου 10, το οποίο κατατέθηκε στο Δικαστήριο κατά την αντεξέταση του και το οποίο αναγνώρισε που φέρει ημερ. 17/06/2012, εξήγησε ότι αποτελεί έγγραφο που αφορά συνολική κατάσταση που ετοίμασε τότε για να μπορέσει να πληρωθεί, όμως επειδή οι εργασίες συνεχίζονταν και την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου 2012 ετοίμασε ξανά γενική κατάσταση. Στην υποβολή ότι το ποσό των €17.500- αφορούσαν σε όλα τα υπόλοιπα έργα εκτος του εστιατορίου στον Μαθιάτη που ήταν μεταγενέστερο απάντησε ότι οι εργασίες έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα σε τέσσερα υποστατικά. Για το τεκμήριο 10 στο οποίο γίνεται αναφορά σε «Μαθιάτης ΖΙΚ-ΖΑΚ» και στην υπόδειξη της σειράς των πληρωμών υποστήριξε ότι αυτές αφορούσαν και σε άλλες εκτός των τεσσάρων εργασιών απαντώντας ακολούθως ότι αποτελούσε γενική κατάσταση όταν την ετοίμασε στα αρχικά στάδια του μεγάλου έργου του Μαθιάτη για το οποίο πίεσε να πληρωθεί για τις προηγούμενες του εργασίες.

 

Σε σχέση με το κατατεθέν τεκμήριο 11 κατόπιν αναγνώρισης του από τον ΜΕ, το οποίο φέρει ημερ. 27/03/2012 και παραθέτει χειρόγραφες σημειώσεις για εργασίες και πληρωμές ποσών €14.500 και €8.700 αντίστοιχα ανέφερε ότι πρέπει να έχουν εκδοθεί τιμολόγια και ότι αυτά αφορούσαν παλιές εργασίες.

 

Επανερχόμενος στο τεκμήριο 10 παράπεμψε σε χειρόγραφη σημείωση όπου αναγράφεται για τις 4/07/2012 υπόλοιπο €19.690 υποστηρίζοντας προηγουμένως ότι όταν γίνονταν πληρωμές αφαιρούνταν από τις παλιές οφειλές. Υποστήριξε δε ότι οι εργασίες συνεχίζονταν και τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη και ότι στο τεκμήριο 10 μέχρι την 26/06/2012 είχαν γίνει πληρωμές €15.300 που αφαιρέθηκαν από τις εργασίες αξίας €34.990.

 

Στην υπόδειξη τιμολογίου της εταιρείας Dimco ημερ. 11/06/2012 στο οποίο εμφαίνονται χειρόγραφες μαθηματικές πράξεις που αναγνώρισε ότι έκανε επί τούτου ο ΜΕ με την υποβολή ότι αποτελούν χρήματα που έλαβε, απάντησε ότι ήταν κάποιες εισπράξεις που είχαν κάνει αλλά δεν υπήρχε ανάλυση που να καθορίζει, απλά αποτελούσαν πληρωμές και οφειλές. Στο τεκμήριο 13 στο οποίο αναγνώρισε τον γραφικό του χαρακτήρα του υποδείχθηκε ότι ενώ ανέφερε σε προηγούμενη του απάντηση πως το ποσό για την ΑΗΚ το έβαλε από την τσέπη του εμφαίνεται ότι έλαβε μετρητά €3.500 για την ΑΗΚ.

 

Όπως ο ΜΕ απάντησε ερωτώμενος σχετικά, σε όλες τις πληρωμές που γίνονταν παρόντες ήταν και οι δύο Εναγόμενοι. Εξ όσων γνωρίζει, ο Εναγόμενος 1 είναι συνέταιρος με τον Εναγόμενο 2 στο καζίνο στα Λατσιά και ότι στα έντυπα, αιτήσεις και δηλώσεις που υποβάλλονταν ήταν ο ίδιος που τις υπέγραφε. Σε ερώτηση κατά πόσον σε σχέση με το περίπτερο στον Στρόβολο ήταν συνέταιρος ο Εναγόμενος 1 με τον Εναγόμενο 2 απάντησε ότι του έκαναν πληρωμές μέσα στο γραφείο πίσω από το περίπτερο και ότι του είπαν ότι είναι μαζί χωρίς κάποιο αποδεικτικό έγγραφο. Υποστήριξε ότι ο Εναγόμενος 2 καθημερινά ευρισκόταν στους χώρους όπου γίνονταν οι εργασίες και αρκετές φορές και ο Εναγόμενος 1. Οι πληρωμές γίνονταν με μετρητά, όπως εξήγησε και στην υπόδειξη ότι στο τεκμήριο 3 σελ. 6 εμφαίνεται πληρωμή με επιταγή στις 19/06/2012 απάντησε ότι πρέπει να έτυχε να ήταν πελάτη τους. Σε υποδείξεις τιμολογίων που εκδόθηκαν από την εταιρία Dimco προς την Ενάγουσα και κατατέθηκαν κατόπιν αναγνώρισης τους από τον ΜΕ ως τεκμήρια 14, 15, 16 και 17 στο οποίο ο ίδιος σημείωσε το όνομα του Εναγόμενου 2 με την αναφορά «Μαθιάτης ΖΙΚ-ΖΑΚ», απάντησε ότι ο Εναγόμενος 2 έκανε τις πληρωμές στην παρουσία του Εναγόμενου 1, αλλά τις οδηγίες τις έδινε τις περισσότερες φορές ο Εναγόμενος 2, όμως ήταν πάντα μαζί. Όπως εξήγησε σε επόμενη υποβολή, κουμάντο έκανε ο Εναγόμενος 2 και έπρεπε να μιλά με ένα από αυτούς και αυτός ήταν ο Εναγόμενος 2, όμως στα συμβόλαια, ενοικιαστήρια, στην ΑΗΚ και ΑΤΗΚ χρήστης και ενοικιαστής ήταν ο Εναγόμενος 1. Ακολούθως, απάντησε ότι υπεύθυνος του ΖΙΚ-ΖΑΚ ήταν ο Εναγόμενος 1.

 

Στον ΜΕ υποβλήθηκε η θέση ότι η μόνη οφειλή που παρέμεινε εκ μέρους του Εναγόμενου 2 προς την Ενάγουσα είναι το ποσό των €5.800 που θα καταβαλλόταν με την έγκριση των ηλεκτρολογικών εργασιών και ότι ουδέποτε η Ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι το φορτίο είχε εγκριθεί από την ΑΗΚ. Στην θέση αυτή παράπεμψε στην βεβαίωση της ΑΗΚ-τεκμήριο 9 και υποστήριξε ότι ενημέρωσε περί τούτου τους Εναγόμενους εξηγώντας ότι όταν δόθηκε η έγκριση έκαναν την αίτηση, εκδόθηκαν οι όροι και ο ΜΕ ζήτησε από τους Εναγόμενους χρήματα για να πληρωθούν οι υπερωρίες και οι όροι και πως αυτοί του είπαν να προχωρήσει και θα τον πλήρωναν και ότι τον πίεζαν γιατί είχαν συμφωνήσει με τραγουδιστή από το εξωτερικό για συναυλία. Όπως πρόσθεσε, όταν ο Εναγόμενος 1 του υπέγραψε την αίτηση παροχής για αύξηση φορτίου, αυτή υποβλήθηκε στην ΑΗΚ, λήφθηκε η απάντηση με την τιμολόγηση, πληρώθηκε και μετά έγινε ο έλεγχος της εγκατάστασης. Ακολούθησε η τροφοδότηση του υποστατικού με το ρεύμα.  

 

Κρίσιμο ζήτημα σε αστικής φύσεως υποθέσεις είναι η ορθή αξιολόγηση της προσκομισθείσας μαρτυρίας από το Δικαστήριο, ώστε να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, με τελική κατάληξη στο κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Η αναφορά της απόφασης στην υπόθεση Μαρσέλ κ.α. ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2001) 1(B) Α.Α.Δ 1858 είναι διαφωτιστική αναφορικά με το ζήτημα αυτό:

 

«Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «η πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη δηλαδή του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not).».

 

Το έργο της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι πολυσύνθετο και αποτελεί το σημαντικότερο καθήκον του Δικαστηρίου (C. & A. Pelekanos Associates  Ltd (1999) 1 (BA.A.Δ. σελ. 1273).

 

Περαιτέρω, σημαντικό είναι να λεχθεί ότι η οποιαδήποτε υπόθεση πρέπει να εκδικάζεται μέσα στα στενά πλαίσια της δικογράφησης των προβαλλόμενων ισχυρισμών όπως αποτυπώνονται στην όποια προσκομισθείσα μαρτυρία (Cheeseline  Ltd  v  Ανθούλης Θωμά  &  Υιοί Λτδ ECLI:CY:AD:2014:A319, Πολιτική Έφεση 45/2009, ημερομηνίας 14.5.2014). Ως αυτού, η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται πάντοτε υπό το πρίσμα της συνοχής της που αυτή καταδεικνύει σε σχέση με την δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676).

 

H σημαντικότητα της αντεξέτασης έγκειται στην νομική αρχή που καθορίζει ότι όπου ένας μάρτυρας δεν αντεξετάζεται σε ουσιώδες τμήμα της μαρτυρίας του, παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να θεωρήσει την παράλειψη αυτή ως αποδοχή των ισχυρισμών του στο σημείο που δεν αντεξετάστηκε (βλ. Philippou General Bonded Warehouse Ltd v. Νικολαϊδη (2006) 1Β 1057). Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Σκάρος v. Χριστοδούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 291:

 

«Η παράλειψη αντεξέτασης δεν εξυπακούει ότι η μαρτυρία που δίνεται μπορεί να γίνει αποδεκτή στη μορφή που παρουσιάζεται και να οδηγήσει στην εξαγωγή τελικών συμπερασμάτων χωρίς την αξιολόγηση της μαρτυρίας της άλλης πλευράς.  Αντίθετα το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση των δύο εκδοχών για να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα».

 

Μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή μικροανακρίβειες σε επουσιώδη θέματα δεν καταστρέφουν την αξιοπιστία των μαρτύρων αλλά αντίθετα ενδυναμώνουν την ειλικρίνειά τους και δείχνουν ότι δεν προσχεδίασαν την εκδοχή που μετέφεραν στο Δικαστήριο (Κουδουνάρης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 320).

 

Ενόψει του γεγονότος ότι η πλευρά των Εναγομένων επέλεξε να μην προσκομίσει την οποιαδήποτε μαρτυρία προς υποστήριξη των όσων δικογράφουν στις Υπερασπίσεις τους, το Δικαστήριο θα περιοριστεί στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του μάρτυρα της Ενάγουσας, ενόψει του βάρους απόδειξης που αυτή φέρει, τόσο αναφορικά με το τι ο ΜΕ παράθεσε στο Έγγραφο Α’ και κατέθεσε ως τεκμήρια σε συνδυασμό με ευρήματα ως προς το κατά πόσο οι θέσεις του κλονίστηκαν κατά την αντεξέταση. Άλλωστε, όπως έχει νομολογηθεί, δεν υπάρχει κανόνας ότι ανεξάρτητα από το πόσο αναξιόπιστη φαίνεται να είναι μια μαρτυρία το Δικαστήριο οφείλει να τη δεχθεί εφόσον η άλλη πλευρά δεν προσκομίσει μαρτυρία πάνω στα σημεία που κάλυψε (βλ. Παναγιώτης Χαραλάμπους Μουζέ ν. Λουρέντζου Λαμπρή (1994) 1. Α.Α.Δ. 216).

 

Όπως παρατίθεται χαρακτηριστικά στο σύγγραμμα των κ.κ. Ηλιάδη & Σάντη, Το Δίκαιο της Απόδειξης, 2014, σελ. 198, αν ο Ενάγων αποτύχει να αποδείξει τους ισχυρισμούς του στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, το Δικαστήριο θα απορρίψει την αγωγή ασχέτως αν ο Εναγόμενος δεν έχει καταχωρήσει εμφάνιση ή λαμβάνοντας μέρος στη διαδικασία, επιλέγει να μην προσφέρει μαρτυρία. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Λαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Μιχάλη Ματσούκα και Άλλου (2014) 1 ΑΑΔ 1377:

 

«Ενώπιον του Δικαστηρίου υπήρχε μια και μόνο εκδοχή, οπότε και η αξιολόγηση της μαρτυρίας και το έργο του ήταν πολύ πιο δύσκολο και πιο λεπτό από το σύνηθες. Σε μια τέτοια περίπτωση, σκοπός αξιολόγησης της μαρτυρίας για σκοπούς αξιοπιστίας είναι να μπορεί το Δικαστήριο να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, ώστε με αυτά ως δεδομένα να εξεταστεί στη συνέχεια αν αυτός που έχει το βάρος απόδειξης το έχει αποσείσει στο βαθμό που απαιτείται:

 

«Όταν υπάρχει μια μόνο εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός και αν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με το μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι αν τα γεγονότα όπως βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο.» (Wynne v. Mavronicolas κ.ά. (2009) 1 A.A.Δ. 1138).».

 

Προχωρώ στην συνέχεια στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΕ.

 

Ο ΜΕ γενικά δεν άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Ήταν έκδηλη η αμηχανία του όταν ερωτάτο κατά πόσο εξέδιδε και παρέδιδε τιμολόγια για τις χρεώσεις των εργασιών και υλικών. Δεν υπήρξε ειλικρινής στο Δικαστήριο όταν ανέφερε πως θα εξέδιδε τιμολόγια με το πέρας των εργασιών και τον τελικό υπολογισμό τους και ότι εν τέλει το έπραξε αφού αυτά δηλώθηκαν από την Ενάγουσα στο κλείσιμο των βιβλίων της το 2013 με 2014. Ούτε και κρίνω ότι απλά δεν τα προσκόμισε στο Δικαστήριο γιατί δεν το θεώρησε αναγκαίο. Αυτό που διαπίστωσα είναι ότι η όλη συμβατική σχέση για τις εργασίες βασίστηκε σε καταγραφή εργασιών και υλικών γενικού χαρακτήρα υπό τύπο σημειώσεων. Το ίδιο προκύπτει και σε σχέση με τις πληρωμές, οι οποίες γίνονταν για τις εργασίες αυτές. Ήταν έντονη η ανησυχία του ΜΕ όταν ερωτάτο για το θέμα των τιμολογίων και αποδείξεων και προσπάθησε να δικαιολογήσει περί τούτου τα αδικαιολόγητα, αντιλαμβανόμενος τις συνέπειες που ενδεχόμενα να έχουν οι παραλείψεις του αυτές.

 

Τα όσα παρουσίασε ως τεκμήρια και σημειώσεις στο Δικαστήριο ουδόλως καταδεικνύουν με την απαραίτητη λεπτομέρεια και περιγραφή τις υπηρεσίες που παρείχε η Ενάγουσα. Ούτε και επεξήγησε τις εργασίες που παρείχε, τις χρεώσεις στις οποίες προέβηκε και στο εύλογο αυτών. Απλά επικαλέστηκε το ότι γίνονταν ταυτόχρονα όλες οι εργασίες, ότι προγραμματισμός δεν γινόταν, αλλά αποφάσεις λαμβάνονταν την κάθε στιγμή, παραγγέλλονταν υλικά που πλήρωνε η Ενάγουσα και γίνονταν πληρωμές με σημείωσεις επί σημειώσεων. Τίποτα που να βοηθήσει το Δικαστήριο για να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα στο τι χρεώθηκε, τι αγοράστηκε και πότε χρεώθηκε. Αυτό που παρουσιάστηκε ήταν μια σειρά από χειρόγραφες σημειώσεις του ίδιου του ΜΕ σε σειρά τεκμηρίων με επισυναπτόμενα τιμολόγια αγοράς υλικών επί των οποίων γινόταν σειρά μαθηματικών πράξεων, σε πολλά από αυτά προσθέτονταν αναφορές, ποσά, προσθέσεις και αφαιρέσεις μεταγενέστερες των ημερομηνιών που φέρεται να ετοιμάστηκαν, καθώς και πληρωμές που σύμφωνα με την θέση του ΜΕ αφορούσαν και παλαιότερες εργασίες για τις οποίες και πάλι υποστήριξε άνευ ειλικρίνειας ότι εκδόθηκαν σχετικά τιμολόγια.

 

Για να γίνει κατανοητή η  προχειρότητα με την οποία ο ΜΕ χειρίστηκε την όποια παροχή υπηρεσιών από την Ενάγουσα παραπέμπω στο τεκμήριο 3 στην 6η σελίδα όπου γίνεται αναφορά σε σειρά από πληρωμές που αρχίζουν από 8/5/12 μέχρι 12/07/2012 για το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ που συμποσούνται σε €14.300. Οι ίδιες πληρωμές εμφαίνονται στο τεκμήριο 10, αλλά φαίνεται να καταγράφονται και άλλες πληρωμές στις 26/6/12, στις 03/07/12 και στις 10/07/12 για τα ποσά των €2.000, €2.000 και €2.000, αντίστοιχα, εκτός του ότι εμφαίνονται πέραν αυτών και άλλες πληρωμές μέχρι και 04/09/12. Ο ΜΕ δήλωσε ότι αν υπήρχαν οφειλόμενα ποσά και γίνονταν πληρωμές πιστώνονταν στις παλαιότερες οφειλές, οι οποίες υποστήριξε ότι υπήρχαν παραπέμποντας στο υπόλοιπο που καταδεικνύεται στις 04/07/12 ύψους €19.690. Οι υπόλοιπες πληρωμές μετά τις 12/07/2012, ημερομηνία που δεν εμφαίνεται στην 6η σελίδα του τεκμηρίου 3, φαίνεται να ανέρχονται στο ποσό των €15.700 με 8 πληρωμές. Όλες οι πληρωμές του τεκμηρίου 10 ύψους €35.000 φέρουν ως γενική αναφορά «Μαθιάτης ΖΙΚ-ΖΑΚ».

 

Περαιτέρω, η κατάσταση που παρουσίασε στην 1η σελίδα του τεκμηρίου 3 με ημερ. 20/08/12 αναφέρεται σε υπόλοιπο €28.597,41, το οποίο είναι το διεκδικούμενο, ενώ στο τεκμήριο 10 εμφαίνονται για το εστιατόριο στον Μαθιάτη μεταγενέστερης ημερομηνίας πληρωμές, ήτοι στις 21/08/12, 28/08/12 και 4/09/12 για ποσά €2.000, €2.000 και €1.700 αντίστοιχα. Επίσης, στην σελ. 6 του τεκμηρίου 3 παρουσιάζεται στις 20/07/12 υπόλοιπο €28.597,41, την στιγμή που πέραν των πιο πάνω αναφερόμενων τριών πληρωμών εμφαίνονται άλλες 4 πληρωμές εκ €2.000 έκαστη, ήτοι την 24/07/12, 31/07/12, 07/08/12 και 14/08/12.

 

Σε σχέση με το πότε έγιναν οι εργασίες, ο ΜΕ ανέφερε την περίοδο Μαΐου με Αύγουστο 2012, όμως στην σελ. 4 του τεκμηρίου 3 σε σχέση με το περίπτερο στον Στρόβολο παρατίθενται εργατικά με χρεώσεις από 09/01/12 μέχρι 22/02/12 και υπόλοιπο για τις 24/02/12. Όπως παρατηρώ τα τεκμήρια 10 και 13 είναι το ίδιο έγγραφο με προσθήκη σημειώσεων του ΜΕ για καταβολές χρημάτων που στο τέλος στο τεκμήριο 13 καταλήγουν σε υπερπληρωμή ύψους €4.100- και εμφανίζεται η αναφορά λήψης €3.500 για την ΑΗΚ την 05/06/12.  

 

Η επιστολή ημερ. 19/09/12 για απαίτηση του αξιούμενου ποσού των €28.597,41 που κατατέθηκε ως τεκμήριο 8 (παρ. 10 Εγγράφου Α’) αναφέρεται σε ηλεκτρολογικές εργασίες στο εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ και όχι σε οποιοδήποτε άλλο χώρο. Γίνεται δε αναφορά σε ολοκλήρωση του ελέγχου της ΑΗΚ και σε επισυναπτόμενο τιμολόγιο προς διευθέτηση. Αυτό που παρατηρώ είναι ότι ούτε σε αξιούμενο ποσό γίνεται αναφορά, αλλά ούτε και τιμολόγιο παρατέθηκε αν όντως η επιστολή αυτή αφορούσε στην αξίωση του υπολοίπου που ισχυρίζεται ο ΜΕ στην γραπτή του δήλωση.

 

Όπως έχει επεξηγηθεί ανωτέρω, αυτό που εμφαίνεται εκ του τρόπου που εξελίχθηκε η συμβατική σχέση, το μόνο που μπορώ να δεχθώ και να αποτελέσει εύρημα του Δικαστηρίου είναι ότι συμφωνήθηκε η παροχή των εργασιών και παρασχέθηκαν υπηρεσίες, όμως η απουσία της έκδοσης τιμολογίων, η απουσία έκδοσης αποδείξεων πληρωμής, καθώς και η μη παράθεση χρέωσης και πίστωσης έστω σε μια κατάσταση λογαριασμού αποτελεί στοιχείο που αποδυναμώνει τις θέσεις της Ενάγουσας (βλ. CRS PLIROFORIKI LIMITED ν. Andros Market Ltd (2015) 1 ΑΑΔ 1010). Προς αυτή βεβαίως την κατεύθυνση δεν μου διαφεύγει ότι τα όποια τιμολόγια δεν έχουν αυτοδύναμη αποδεικτική  σημασία, αλλά υπάρχουν για να συνεκτιμηθούν στο σύνολο της μαρτυρίας (βλ. Palatino Developments Limited v. Telectronics Communication Limited (2002) 1B ΑΑΔ 962, Demil Imports Exports Ltd v. Ζήνων Η. Κωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1ΑΑΔ 462). Τίποτα το ξεκάθαρο για να καταλήξει το Δικαστήριο σε ασφαλή συμπεράσματα για τις όποιες χρεώσεις και πληρωμές γίνονταν κατά παραδοχή του ΜΕ και βεβαίως χωρίς να υπάρχει το οτιδήποτε που να καταδεικνύει γνώση των Εναγομένων για το τι χρεωνόταν που θα ήταν λογικό κατά την ανθρώπινη εμπειρία και λογική να τίθετο η όποια υπογραφή επί των τεκμηρίων χρεώσεων και πληρωμών, αφού η όλη συμβατική σχέση προέκυψε να εκφεύγει του πλαισίου μια συνήθους συναλλαγής.

 

Το μόνο που κρίνω ότι κατάφερε να αποδείξει η Ενάγουσα είναι ότι της οφείλεται το ποσό των €5.700- για την έγκριση του φορτίου και έλεγχο εγκατάστασης από την ΑΗΚ, όπως προέκυψε από την παραδοχή στην Υπεράσπιση του Εναγόμενου 2 και στην υποβληθείσα θέση κατά την ακροαματική διαδικασία αν και για ελαφρώς μεγαλύτερο ποσό. Το τεκμήριο 9 κρίνεται ότι καταδεικνύει πως τέτοια έγκριση είχε δοθεί για το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ άρα προκύπτει και η εκπλήρωση του όποιου όρου που κατά παραδοχή γίνεται αποδεκτή ως προϋπόθεση για την οφειλή του ποσού αυτού.

 

Αναφορικά με το πρόσωπο με το οποίο συμβλήθηκε η Ενάγουσα διαπιστώνω εκ της σειράς των τεκμηρίων που κατάθεσε ο ΜΕ πως γίνεται αναφορά στο όνομα του Εναγόμενου 2 και σε ελάχιστες περιπτώσεις και των δύο Εναγόμενων. Το γεγονός ότι οι σχετικές αιτήσεις στην ΑΗΚ φέρεται να υπογράφονται από τον Εναγόμενο 1 δεν κρίνονται ως επαρκείς ενδείξεις ότι οι όποιες οδηγίες για εργασίες τόσο στο εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ, στο περίπτερο, καθώς και στο διαμέρισμα στον Στρόβολο δόθηκαν και από τους δύο Εναγόμενους και ότι η Ενάγουσα συμβλήθηκε με τους Εναγόμενους 1 & 2. Στα όσα τεκμήρια κατατέθηκαν σε σχέση με το εστιατόριο ΖΙΚ-ΖΑΚ γίνεται χειρόγραφη αναφορά από τον ΜΕ στο όνομα του Εναγόμενου 2. Αυτό που προκύπτει από την Υπεράσπιση του Εναγόμενου 2 είναι παραδοχή ότι αυτός συμβλήθηκε με την Ενάγουσα και αυτό αποδέχομαι και τίποτα περισσότερο.

 

Σε σχέση με την Ανταπαίτηση του Εναγόμενου 2 τίποτα δεν υποβλήθηκε ή προωθήθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία ή προέκυψε οτιδήποτε για ποιες άλλες εγκρίσεις των αρμοδίων αρχών επιζητούντο από τον Εναγόμενο 2. Αναπόδραστα οδηγείται σε απόρριψη.   

 

Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω εκδίδεται απόφαση υπέρ Ενάγουσας και εναντίον Εναγόμενου 2 για το ποσό των €5.700- πλέον νόμιμο τόκο πλέον δικηγορικά έξοδα στην κλίμακα του επιδικασθέντος ποσού. Η αγωγή εναντίον του Εναγόμενου 1 απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Εναγόμενου 1 και εναντίον της Ενάγουσας όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο μειωμένα κατά το ήμισυ ένεκα της κοινής εκπροσώπησης του με τον Εναγόμενο 2. Η ανταπαίτηση του Εναγόμενου 2 εναντίον της Ενάγουσας απορρίπτεται. Σε σχέση με την απόρριψη της ανταπαίτησης, εκ της συνεκδίκασης της με την απαίτηση δεν κρίνω ότι θα πρέπει να επιδικάζω οποιαδήποτε άλλα έξοδα.  

 

 

(υπ.)……………………………………

                                                                                            Χ-Μ Καραπατάκης

                                                                                            Επαρχιακός Δικαστής

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο