ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αριθμός αγωγής: 4000/2015

Μεταξύ:

                               1.  Σώζος Ιωάννου, από [ ]

                               2.  Prime Insurance Co. Ltd, από Γωνία Διγενή Ακρίτα 55

                                    & Ολυμπίας 1, 1070 Λευκωσία

Ενάγοντες

           -και-

                                Olympic Insurance Co. Ltd, από τη Λευκωσία

Εναγόμενη

Και ως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος του Δικαστηρίου ημερ. 05/03/2020

 

                               1.  Σώζος Ιωάννου, από [ ]

                               2.  Prime Insurance Co. Ltd, από Γωνία Διγενή Ακρίτα 55

                                    & Ολυμπίας 1, 1070 Λευκωσία

Ενάγοντες

           -και-

                               Olympic Insurance Co. Ltd, υπό Εκκαθάριση δια των Εκκαθαριστών

                               της Επίσημο Παραλήπτη και Παύλο Νακούζη από την Λευκωσία

Εναγόμενη

------------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Ημερομηνία: 30/05/2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες: κ. Χρ. Χρυσάνθου για κ.κ. Λ. Παπαφιλίππου & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενους: κ. Ευγ. Χατζηευτυχίου με κα Κωνσταντίνου

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Εισαγωγή:- Οι δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων:-

 

Στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 4078/08 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 14/01/2015 εκδόθηκε απόφαση υπέρ του Ενάγοντα 1 εναντίον του οδηγού του οχήματος υπ’ αριθμούς εγγραφής [ ] για το ποσό των €22.591,58 πλέον τόκο προς 8% ετησίως από 14/07/08, τόκο προς 5% ετησίως από 15/10/08-31/12/14 και τόκο προς 4% από 01/01/15 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον δικηγορικά έξοδα στο ποσό των €4.358- πλεόν τόκους και πραγματικά έξοδα («η απόφαση»). Η έκδοση της απόφασης αποτέλεσε το πέρας της υπό αναφορά εγερθείσας αγωγής του Ενάγοντα 1 σε σχέση με σωματικές βλάβες και τις ζημιές του οχήματος του υπ’ αριθμό εγγραφής [ ] για το τροχαίο ατύχημα που επισυνέβηκε στις 17/06/2007 όπου ενεπλάκηκε το όχημα του με το όχημα υπ’ αριθμούς εγγραφής [ ] στο οποίο η Εναγόμενη εταιρεία, η οποία τέθηκε σε εκκαθάριση δυνάμει διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 30/07/2019, παρείχε ασφαλιστική κάλυψη δυνάμει ασφαλιστηρίου εγγράφου που εξέδωσε στις 01/04/2007. Στις 09/07/2012 η Εναγόμενη, στην οποία έγινε υποκατάστατη επίδοση της υπ’ αριθμό αγωγής 4078/08 και πρόβαλε Υπεράσπιση, αποζημίωσε για τον Ενάγοντα 1 για τις σωματικές του βλάβες, όχι όμως για τις ζημιές του οχήματος του.

 

Η Ενάγουσα 2 που παρείχε στο όχημα του Ενάγοντα 1 περιεκτική κάλυψη επικοινώνησε με τον αστυνομικό εξεταστή του τροχαίου ατυχήματος για να πληροφορηθεί την ασφαλιστική εταιρεία του οχήματος [ ], ώστε να δοθεί η προβλεπόμενη εκ του άρθρου 15(1)(β) του  περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 (Ν. 96(I)/2000) ως ετροποποιήθηκε («ο Νόμος») ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών, ο οποίος την πληροφόρησε ότι εκ του σχετικού ελέγχου που πραγματοποίησε στο Κυπριακό Κέντρο Πληροφοριών («ΚΚΠ»), το όχημα [ ] ήταν ανασφάλιστο, κάτι που καταγράφηκε και στην αστυνομική έκθεση ημερ. 04/04/2008. Αυτό αποτέλεσε την αιτία ώστε η Ενάγουσα 2 να δώσει γραπτή ειδοποίηση για επιθεώρηση ζημιάς στο Ταμείο Ασφαλιστών Μηχανοκινήτων Οχημάτων («ΤΑΜΟ»), ώστε να αποζημιωθούν οι ζημιές του Ενάγοντα 1 ως προκληθείσες εκ ανασφάλιστου οχήματος δυνάμει του άρθρου 4 της Βασικής Συμφωνίας του ΤΑΜΟ με τον Υπουργό Οικονομικών ως ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο. Περί την 20/02/2008 ο προσωπικός δικηγόρος του Ενάγοντα 1 απέστειλε επιστολή στο ΤΑΜΟ σε σχέση με τις αξιώσεις του Ενάγοντα 1, το οποίο τον πληροφόρησε με επιστολή ημερ. 13/03/2008 ότι από έρευνες προέκυψε ότι το όχημα [ ] ήταν ασφαλισμένο στην Εναγόμενη, η οποία αρνείται να ικανοποιήσει την απόφαση, καθότι προβάλλει πως δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες του Νόμου και το ποσό της απόφασης ημερ. 14/01/2015 παραμένει απλήρωτο, παρά την υποχρέωση της Εναγόμενης να το ικανοποιήσει σύμφωνα με το άρθρο 14 του Νόμου.

 

Όλα τα πιο πάνω δικογραφούν οι Ενάγοντες στο Τροποποιημένο Κλητήριο Ένταλμα.

 

Στην Τροποποιημένη Υπεράσπιση της Εναγόμενης («ΤΥ») προβάλλει ότι το αγώγιμο δικαίωμα των Εναγόντων έχει παραγραφεί και περαιτέρω, ότι οι Ενάγοντες κωλύονται να προωθούν την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή ένεκα δεδικασμένου, ένεκα της αποπερατωθείσας υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08 με τους ίδιους διαδίκους και ταυτόσημα ζητήματα και αξιώσεις. Σε μια άλλη προδικαστική ένσταση, η Εναγόμενη προβάλλει ότι το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] του οχήματος [ ] έχει κηρυχθεί εξ υπαρχής άκυρο δυνάμει διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 01/12/2010 στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 5281/09 που εγέρθη στις 08/09/2009 λόγω απάτης ή δόλου ή ψευδών παραστάσεων ή πλάνης και κατά συνέπεια δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου για κάλυψη της απόφασης. Για την έγερση της αγωγής υπ’ αριθμό 5281/09, η Εναγόμενη υποστηρίζει ότι στις 12/09/2009 επιδόθηκε δια ιδιώτη επιδότη ειδοποίηση για την έγερση της στην κα Θ.Σ Ιωάννου και στον Ενάγοντα 1, ο οποίος την παρέλαβε εκ μέρους του κ. Κ.Κ. φυσικού πατέρα της ανήλικης Θ. Κωνσταντινίδη, ως προνοείται στο άρθρο 15(2) και τοις λοιπές διατάξεις του Νόμου.  

 

Σε σχέση με την απόφαση, η ΤΥ προβάλλει ότι αυτή εκδόθηκε χωρίς την ανάληψη μερικής ή ολικής ευθύνης από την Εναγόμενη και άνευ ανάληψης υποχρέωσης για ικανοποίηση της. Σε κάθε περίπτωση, η Εναγόμενη υποστηρίζει ότι ουδεμία υποχρέωση υπέχει προς ικανοποίηση της επειδή οι Ενάγοντες παρέλειψαν να αποστείλουν εντός της καθορισμένης προθεσμίας που τάσσει ο Νόμος την σχετική ειδοποίηση για επιθεώρηση των ζημιών του οχήματος του Ενάγοντα 1.

 

Σε ένα ειδικότερο ισχυρισμό, η Εναγόμενη προβάλλει ότι στα πλαίσια των αγωγών 4079/08, 3380/09 και 3381/09 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 09/07/2012 συμφωνήθηκαν συγκεκριμένα ποσά τα οποία καταβλήθηκαν εξ ημισείας με το ΤΑΜΟ σύμφωνα με την διάταξη 14 της Εσωτερικής Συμφωνίας μεταξύ του ΤΑΜΟ και των μελών του, αφού εκδόθηκε το διάταγμα που κήρυσσε εξ υπαρχής άκυρο το ασφαλιστήριο. Ακολούθως δυνάμει του άρθρου 12 της Εσωτερικής Συμφωνίας η διαφωνία μεταξύ της Εναγόμενης και του ΤΑΜΟ για το ποιος έπρεπε να ικανοποιήσει την απόφαση και για το ποιος υποχρεούται να παρέχει κάλυψη για το δυστύχημα παραπέμφθηκε σε διαιτησία, όπου στις 18/09/2013 εκδόθηκε διαιτητική απόφαση στη διαιτησία μεταξύ Εναγόμενης και ΤΑΜΟ σύμφωνα με την οποία το πρόσωπο που οδηγούσε το όχημα [ ] ήταν πρόσωπο που δεν καλύπτετο από ασφαλιστική κάλυψη ως το άρθρο 29(α) του Νόμου και η Εναγόμενη δεν υποχρεούται σε καταβολή ποσού στους Ενάγοντες. Ως εκ τούτου, η Εναγόμενη προβάλλει τη θέση ότι η απόφαση έχει ικανοποιηθεί ή όφειλε να ικανοποιηθεί από τον Εναγόμενο οδηγό στα πλαίσια της αγωγής στην οποία εξεδόθη ή από το ΤΑΜΟ.

 

Στην Τροποποιημένη Απάντηση στην Τροποποιημένη Υπεράσπιση της Εναγόμενης οι Ενάγοντες προβάλλουν ότι το αγώγιμο τους δικαίωμα δεν έχει παραγραφεί, καθότι αυτό δημιουργήθηκε με την έκδοση της απόφασης εναντίον της Εναγόμενης, ήτοι την 17/09/2013. Αρνούνται την προδικαστική ένσταση της ύπαρξης δεδικασμένου και ότι η Εναγόμενη κωλύεται να προβάλλει το γεγονός της ακύρωσης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου ΜΟ [ ], καθότι αυτή επήλθε μετά την πάροδο που προνοεί ο Νόμος και εκπρόθεσμα. Κατά τα λοιπά αρνούνται τις θέσεις της Εναγόμενης σε όση έκταση συγκρούονται με τους δικούς τους ισχυρισμούς και επαναλαμβάνουν τις σχετικές παραγράφους του Τροποποιημένου Κλητηρίου Εντάλματος και τις εκεί περιγραφόμενες τους αξιώσεις εναντίον της Εναγόμενης.

 

Η ακροαματική διαδικασία (μάρτυρες-αξιολόγηση):-

 

Η ακροαματική διαδικασία διεξήχθη με την παρουσία 5 μαρτύρων για τους Ενάγοντες και 1 μάρτυρα για την Εναγόμενη. Η αναλυτική τους μαρτυρία καταγράφεται στο πρακτικό του Δικαστηρίου. Ακολουθεί σύντομη παρουσίαση της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα και η αξιολόγηση της. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας λαμβάνει υπόψη της την αρχή ότι πρέπει να γίνεται πάντοτε υπό το πρίσμα της συνοχής της που αυτή καταδεικνύει σε σχέση με την δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676) και ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται δεν κρίνεται μικροσκοπικά, με απομόνωση των λεγόμενων του κάθε μάρτυρα από το συνολικό πλαίσιο της μαρτυρίας, ενώ δεν πρέπει να περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά να συσχετιστεί, να τεθεί σε αντιπαράθεση και να διερευνηθεί με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa v. Κακουρή κ.α (2002) 1Α Α.Α.Δ. 165). Επίσης, το Δικαστήριο, στα πλαίσια αυτά λαμβάνει υπόψη την αρχή ότι ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς  (βλ.  Γενικός Εισαγγελέας  v. Μανώλη (1995) 1 Α.Α.Δ. 207 και Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506) και πως η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (βλ. Χάρης Χρίστου v. Ευγενία  Khoreva  (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 455 και Mossa και Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.ά. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165).

 

Πρώτος μάρτυρας για τους Ενάγοντες κατέθεσε ο Αστυφύλακας Μ. Φιλίππου (ΜΕ1) που δήλωσε ότι υπηρετεί στον Αστυνομικό Σταθμό Περιστερώνας από το 2005 μέχρι σήμερα και ειδικότερα κατά την ημέρα του τροχαίου ατυχήματος (17/06/07). Όπως ανέφερε ήταν ο εξεταστής του τροχαίου ατυχήματος με εμπλεκόμενα τα οχήματα [ ] και [ ]. Εξήγησε σχετικά ότι η Αστυνομική Έκθεση που ετοιμάστηκε και κατέθεσε ως τεκμήριο 1 βασίστηκε στη δική του έκθεση. Σε αυτή υπέδειξε με αναφορά στην παράγραφο 8 την ασφαλιστική εταιρεία Interlife ως αυτή του οχήματος [ ] και ως ανασφάλιστο το όχημα [ ] και οδηγό τον Niranjian Krishahta Livera Mihindukulasurina από την Σρι Λάνκα. Την διαπίστωση ότι το όχημα [ ] δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη την έκανε με έρευνα την νύκτα του τροχαίου ατυχήματος του μηχανογραφημένου συστήματος της Αστυνομίας που είναι συνδεδεμένο με το Τμήμα Οδικών Μεταφορών («ΤΟΜ»). Ακολούθως υπέδειξε τα αδικήματα για τα οποία κατηγορήθηκε και τις ποινές που επιβλήθηκαν στον οδηγό του οχήματος [ ]. Κατά την αντεξέταση του υπέδειξε ότι το τεκμήριο 1 φέρει ημερ. 31/11/07 και ότι δεν προέβηκε σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες σε σχέση με το όχημα [ ] μέχρι την ημερομηνία αυτή. Η μαρτυρία του ΜΕ1 κρίνεται αξιόπιστη στην ολότητα της ως ανεξάρτητη και ειλικρινής. Εξάλλου σε κανένα της σημείο δεν αμφισβητήθηκε από την πλευρά της Εναγόμενης. Το περιεχόμενο του τεκμηρίου 1 γίνεται δεκτό για την αλήθεια του περιεχομένου του για τα όσα αναφέρει σε σχέση με τις ημερομηνίες που αυτό αφορά.

 

Επόμενος μάρτυρας των Εναγόντων ο κ. Α. Παπαχαραλάμπους (ΜΕ2), ο οποίος εργάζεται στο ΤΟΜ και ανάμεσα στα καθήκοντα του είναι να εκπροσωπεί το Τμήμα του σε δικαστικές υποθέσεις αναφορικά με μηχανοκίνητα οχήματα. Όπως εξήγησε, στο ΤΟΜ τηρείται το Κέντρο Πληροφοριών ως το επίσημο αρχείο της Δημοκρατίας για τις ασφαλίσεις μηχανοκινήτων οχημάτων στο οποίο πρόσβαση έχουν οι ασφαλιστικές εταιρείες και η Αστυνομία. Όπως ανέφερε, το όχημα [ ] διέθετε ασφαλιστική κάλυψη στην Εναγόμενη από 01/04/07 μέχρι 30/07/07, αλλά για αυτό εξήγησε ότι το Κέντρο Πληροφοριών ενημερώθηκε στις 30/06/07. Προς τον σκοπό αυτό κατάθεσε ως τεκμήριο 2 πιστό αντίγραφο του μητρώου του ΤΟΜ σε σχέση με το όχημα [ ]. Ως τεκμήριο 3 κατάθεσε την επιστολή ημερ. 30/06/2023 που αποστάληκε από το ΤΟΜ στους δικηγόρους των Εναγόντων, την οποία ετοίμασε λειτουργός του ΤΟΜ που χειρίζεται το μηχανογραφημένο σύστημα, στην οποία υπέδειξε ότι το Κέντρο Πληροφοριών ενημερώθηκε στις 30/06/07. Υιοθέτησε το περιεχόμενο της και εξήγησε ότι με δεδομένο ότι η ασφάλιση ξεκινούσε από τις 01/04/07 η σχετική ενημέρωση του Κέντρου Πληροφοριών έπρεπε να γίνει εντός 15 ημερών από την λήξη του μήνα, στην προκείμενη περίπτωση μέχρι την 15/05/07. Ο ΜΕ2 δεν αντεξετάστηκε από την πλευρά της Εναγόμενης και συνεπώς δεν αμφισβητήθηκαν τα όσα αυτός ανέφερε. Δέχομαι την μαρτυρία του ως ανεξάρτητη και ειλικρινή και τα τεκμήρια που κατέθεσε γίνονται δεκτά για την αλήθεια του περιεχομένου τους.

 

Η κα Μ. Ταμαμουνά (ΜΕ3), υπάλληλος του Εφόρου Ασφαλιστικών Εταιρειών που δήλωσε ότι αποτελεί Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών εξήγησε ότι στα καθήκοντα της εντάσσεται ο εποπτικός, οικονομικός και διαχειριστικός έλεγχος στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Σε σχέση με την Εναγόμενη ανέφερε ότι αυτή έκλεισε το έτος 2018 και ότι στις 30/07/19 εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης της. Στην διαδικασία αυτή δήλωσε ότι είχε άμεση εμπλοκή. Σε σχέση με το τροχαίο ατύχημα και την εμπλοκή του οχήματος [ ] εξήγησε ότι λήφθηκε παράπονο από τους δικηγόρους των Εναγόντων για καθυστέρηση στην πληρωμή της αποζημίωσης που έπρεπε να καταβληθεί στην εταιρεία Interlife (νυν Ενάγουσα 2), η οποία προέκυψε εκ του ζητήματος του ποιος ήταν ασφαλιστής του εν λόγω οχήματος. Όμως δεν μπορούσαν να παρέμβουν στο ζήτημα αυτό, επειδή δεν έχουν την οποιαδήποτε αρμοδιότητα να προβαίνουν σε εξώδικη επίλυση διαφορών. Εξ’ όσων γνώριζε, η διαφορά φαίνεται να προέκυψε εκ της μη έγκαιρης ενημέρωσης από την Εναγόμενη του Κέντρου Πληροφοριών με αποτέλεσμα η απαίτηση του Ενάγοντα 1 να υποβληθεί στο ΤΑΜΟ, καθότι το όχημα θεωρήθηκε ανασφάλιστο και στην συνέχεια έγινε αντιληπτό ότι ασφαλιστής ήταν η Εναγόμενη. Σε σχέση με την υποχρέωση των ασφαλιστικών εταιρειών για ενημέρωση του Κέντρου Πληροφοριών εντός 15 ημερών μετά το τέλος κάθε μήνα για τα αυτοκίνητα που ασφαλίζουν παρέπεμψε στην Κ.Δ.Π. 730/04. Όπως απάντησε σχετικά ερωτώμενη, για τις απαιτήσεις τρίτων που αφορούν οχήματα ασφαλισμένα στην Εναγόμενη σήμερα αποζημιώνει το ΤΑΜΟ. Η μόνη ερώτηση που της τέθηκε κατά την αντεξέταση ήταν για να αναφέρει πότε υποβλήθηκε παράπονο από τους δικηγόρους των Εναγόντων για μη πληρωμή και απάντησε ότι αυτό έγινε στις 27/04/10. Η μαρτυρία της ΜΕ3 δεν αμφισβητήθηκε σε κανένα της σημείο και ως ανεξάρτητη μάρτυρας κρίνεται αξιόπιστη αναφορικά με τις απαντήσεις που έδωσε στο Δικαστήριο.

 

Η Πρωτοκολλητής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας κα Κ. Παπαμιχαήλ αποτέλεσε την 4η μάρτυρα των Εναγόντων (ΜΕ4). Η ΜΕ4 είχε στην κατοχή της και κατέθεσε ως τεκμήρια υπό 4 έως και 19 πιστά αντίγραφα δικογράφων, σημειωμάτων εμφάνισης, εντύπων διορισμού και αλλαγής δικηγόρου, αιτήσεων, πρακτικών Δικαστηρίου, συνταγμένων διαταγμάτων, ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 30/09/14, απόφασης ημερ. 14/901/15 και ένορκης δήλωσης απόδειξης ημερ. 09/01/15 στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08 που κινήθηκε από τον Ενάγοντα 1 εναντίον του οδηγού του οχήματος [ ] και απέληξε στην έκδοση ερήμην απόφασης ημερ. 14/01/15 μετά την απόσυρση του δικηγόρου που διόρισε η Εναγόμενη προς Υπεράσπιση του οδηγού. Σε σχέση με τους διορισμούς δικηγόρων υπέδειξε ότι αυτό γινόταν από την Εναγόμενη με αναφορά στα σχετικά τεκμήρια. Η ΜΕ4 σε κανένα σημείο της μαρτυρίας της δεν έτυχε αντεξέτασης. Κρίνεται αξιόπιστη για τα όσα ανέφερε και κατάθεσε. Ως προς το περιεχόμενο και ταυτοποίηση των τεκμηρίων που αυτή κατάθεσε δεν κρίνω σκόπιμο να γίνει αναφορά, εκτός αν κρίνω σκόπιμο σε επόμενο μέρος της παρούσας.

 

Τελευταία μάρτυρας των Εναγόντων κατάθεσε η κα Κ. Στυλιανίδου, Προϊστάμενη στο Τμήμα Απαιτήσεων της Ενάγουσας 2, η οποία δήλωσε ότι έχει άμεση εμπλοκή και γνώση των γεγονότων που αφορούν την παρούσα υπόθεση (ΜΕ5). Στα πλαίσια της κυρίως της εξέτασης κατάθεσε γραπτή δήλωση ως Έγγραφο Α. Ως τεκμήριο 20 κατάθεσε πιστοποιητικό του Εφόρου Εταιρειών για αλλαγή του ονόματος της Ενάγουσας 2 (ΗΕ46) από Interlife Insurance Company Limited σε Prime Insurance Company Limited από 01/09/11. Όπως εξηγεί η ΜΕ5 στο Έγγραφο Α, κατά την ημερομηνία του τροχαίου ατυχήματος, ήτοι την 17/06/07 η Ενάγουσα 2 παρείχε περιεκτική ασφαλιστική κάλυψη στο όχημα [ ] του οποίου οδηγός και ιδιοκτήτης ήταν ο Ενάγων 1. Προς τον σκοπό αυτό κατάθεσε ως τεκμήριο 21 αντίγραφο του πιστοποιητικού ασφάλισης αρ. [ ] και ως τεκμήριο 22 αντίγραφο του πίνακα ασφαλιστηρίου με περίοδο ασφάλισης την 21/06/06-20/06/07. Εξήγησε ότι περιεκτική ασφάλιση που παρέχεται σημαίνει ότι σε περίπτωση ζημιάς τότε η ασφαλιστική εταιρεία την επιδιορθώνει. Ως τεκμήριο 23 κατάθεσε το συμβόλαιο ασφάλισης ιδιωτικών οχημάτων και ως τεκμήριο 24 αντίγραφο του πιστοποιητικού εγγραφής μηχανοκινήτων οχημάτων σε σχέση με το KJA328 στο οποίο ως ιδιοκτήτης εμφαίνεται ο Ενάγων 1.

 

Σε σχέση με τις ενέργειες της μετά που έλαβε χώρα το τροχαίο ατύχημα με εμπλεκόμενα οχήματα το [ ] και το [ ] εξήγησε ότι την επόμενη μέρα επικοινώνησε με τον Αστυνομικό Σταθμό Περιστερώνας για να λάβει λεπτομέρειες τόσο για το τροχαίο ατύχημα όσο και για την ασφαλιστική εταιρεία του [ ] και ότι προς τον σκοπό αυτό συνομίλησε με τον ΜΕ1. Όπως είπε, ο ΜΕ1 της ανέφερε ότι είχε ψάξει μέσω του συστήματος του ΤΟΜ και διαπίστωσε ότι το όχημα [ ] δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη. Ακολούθως, όπως ανέφερε η ΜΕ5, επικοινώνησε άμεσα με το ΤΑΜΟ και της απέστειλαν έντυπο απαίτησης, το οποίο συμπληρώθηκε και αποστάλθηκε στο ΤΑΜΟ από τον Ενάγοντα 1 (τεκμήριο 25). Στη συνέχεια, όπως τόνισε η ΜΕ5 με επιστολή της ημερ. 21/06/07 ενημέρωσε το ΤΑΜΟ για το τροχαίο ατύχημα για το οποίο ευθύνη, όπως είχε υποστηρίξει, έφερε ο οδηγός του [ ] και τους κάλεσε να επιθεωρήσουν τις ζημιές του οχήματος [ ] πριν την επιδιόρθωση του (τεκμήριο 26). Με την επιστολή ημερ. 25/06/07-τεκμήριο 27 που η ΜΕ5 κατάθεσε εξηγεί ότι το ΤΑΜΟ ενημέρωσε την Ενάγουσα 2 ότι αποδέχεται την εκτίμηση που θα διενεργηθεί από τον κ. Τελεβάντο για τις ζημιές του [ ]. Τόνισε ότι είναι μια συνήθης επιστολή που αποστέλλει το ΤΑΜΟ στις περιπτώσεις αυτές. Το τεκμήριο 27 που κατέθεσε φέρει ιδιόχειρη σημείωση της ΜΕ5 στην οποία αναφέρει ότι μίλησε με τον κ. Α. Βασιλείου στο ΤΑΜΟ για το ζήτημα της απαίτησης και στο Έγγραφο Α’ δηλώνει ότι αυτός στις 26/06/07 της επιβεβαίωσε τηλεφωνικά ότι θα καλύψουν την ζημιά του οχήματος [ ]. Η ΜΕ5 κατάθεσε ως τεκμήριο 28 την Έκθεση Εκτίμησης Ζημιών ημερ. 22/11/07 του κ. Τελεβάντου με 12 φωτογραφίες που την συνοδεύουν και ως τεκμήρια 29 και 30 το σχετικό τιμολόγιο και την απόδειξη εξόφλησης του αντίστοιχα. Αναφορικά με την επιδιόρθωση των ζημιών του οχήματος [ ] κατάθεσε την επιστολή της Mercedes ημερ. 10/12/07 (τεκμήριο 31), την τελευταία σελίδα του τιμολογίου αρ. 807197 ημερ. 07/11/07 (τεκμήριο 32) διευκρινίζοντας ότι ολόκληρο το τιμολόγιο κατατέθηκε στα πλαίσια της ένορκης δήλωσης απόδειξης στην υπ’ αριθμό αγωγή 4079/08, την πληρωμή της Mercedes (τεκμήρια 33 και 34), καθώς και εκτύπωση από το μηχανογραφικό σύστημα της Ενάγουσας 2 που αφορά τις σχετικές υπό αναφορά πληρωμές που έγιναν για ποσά €13.050- και €9.247- (τεκμήριο 35). Εξηγώντας σχετικά γιατί υπάρχουν 2 πληρωμές ανέφερε ότι η πρώτη επιταγή εκδόθηκε στις 12/03/08 σε Ευρώ αντί Λίρες Κύπρου που ήταν το τιμολόγιο-τεκμήριο 32 και συνεπώς εκδόθηκε και 2η συμπληρωματική επιταγή ημερ. 21/03/08 με την διαφορά της ισοτιμίας Λίρας με Ευρώ. Η ΜΕ5 κατάθεσε ως τεκμήριο 36 την επιστολή ημερ. 11/02/08 που απέστειλε στο ΤΑΜΟ με την οποία ζήτησε όπως προχωρήσουν στην πληρωμή της ζημιάς ως η σχετική τους επικοινωνία. Σχετικά ερωτώμενη η ΜΕ5 απάντησε ότι αφού πληρώσουν ως ασφαλιστική εταιρεία ενημερώνουν το ΤΑΜΟ ότι το έπραξαν και τους αποστέλλουν τα δικαιολογητικά καλώντας τους σε συζήτηση, ώστε να επανακτήσουν το ποσό που κατέβαλαν από αυτούς.

 

Όπως εξήγησε η ΜΕ5, προς μεγάλη τους έκπληξη το ΤΑΜΟ αρνήθηκε να πληρώσει την ζημιά ενημερώνοντας ότι το όχημα [ ] ήταν ασφαλισμένο στην Εναγόμενη. Συνεπώς, όπως δήλωσε η ΜΕ5, απευθύνθηκε στην Εναγόμενη για πληρωμή της ζημιάς και κατάθεσε σχετικά επιστολή ημερ. 04/04/08 ως τεκμήριο 37, κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας που είχε με τον κ. Μιχαήλ. Εν τέλει, ανέφερε η ΜΕ5, η Εναγόμενη αρνήθηκε την πληρωμή της ζημιάς, αφού της λέχθηκε προφορικά ότι δεν της είχε δοθεί ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών του οχήματος [ ] και ότι ο οδηγός του οχήματος [ ] οδηγούσε το όχημα χωρίς εξουσιοδότηση του ιδιοκτήτη του, ο οποίος απουσίαζε στο εξωτερικό κατά τον επίδικο χρόνο. Κατάθεσε ως τεκμήριο 38 αντίγραφο επιστολής των δικηγόρων της Εναγόμενης προς τους δικηγόρους της Ενάγουσας 2 ημερ. 30/09/08 στην οποία τονίζει ότι γίνεται αναφορά μόνο σε άνευ εξουσιοδότησης οδήγηση του οχήματος [ ] και ότι την ευθύνη προς αποζημίωση φέρει το ΤΑΜΟ.

 

Η ΜΕ5 προβαίνει σε αναφορά στην καταχωρηθείσα αγωγή υπ’ αριθμό 4079/08 του Ενάγοντα 1 εναντίον του οδηγού του οχήματος [ ] για τις σωματικές του βλάβες και ζημιά του οχήματος [ ] και στην ειδοποίηση έγερσης αγωγής που αποστάλθηκε δια διπλοσυστημένης επιστολής ημερ. 15/07/08 στην Εναγόμενη (τεκμήριο 39). Επισημαίνει δε, ότι στα πλαίσια της αγωγής υπ’ αριθμό 4079/08 στις 09/07/12 η Εναγόμενη αποζημίωσε τον Ενάγοντα 1 για τις σωματικές του βλάβες και ειδικές ζημιές εκτός αυτές που αφορούσαν την ζημιά και τα έξοδα επιδιόρθωσης του οχήματος [ ]. Σχετική δήλωση κατάθεσε ως τεκμήριο 40. Ακολούθως παράπεμψε στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 14/01/14 που είχε κατατεθεί ως τεκμήριο 20, η οποία κοινοποιήθηκε στο ΤΑΜΟ. Όπως εξηγεί τόσο η απόφαση ημερ. 14/01/14 αναφορικά με την απαίτηση για την ζημιά του οχήματος [ ] όσο και τα έξοδα της διαδικασίας δεν έχουν ικανοποιηθεί από Εναγόμενη και προβάλλει ότι η Εναγόμενη δεν μπορεί να επωφελείται της πρόνοιας του Νόμου για ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών στο ασφαλιστή, αφού η ίδια παρέλειψε εντός της καθορισμένης προθεσμίας να ειδοποιήσει περί της ύπαρξης ασφάλισης του οχήματος ΑΒΒ284, κάτι που έπραξε εκπρόθεσμα στις 30/06/07. Δήλωσε δε ότι αν το γνώριζε η Ενάγουσα 2 θα έδιδε την σχετική ειδοποίηση στην Εναγόμενη και πως αφού την παρείχαν στο ΤΑΜΟ καταδεικνύει ότι σκοπός τους ήταν να ακολουθήσουν την διαδικασία του Νόμου. Αξιώνει δε σχετικώς.

 

Κατά την αντεξέταση της ΜΕ5 το μόνο που υποβλήθηκε και με το οποίο συμφώνησε η μάρτυρας ήταν ότι δεν αποστάλθηκε ειδοποίηση στην Εναγόμενη για επιθεώρηση των ζημιών του οχήματος [ ], αλλά μόνο στο ΤΑΜΟ. Η ΜΕ5 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο, τόσο σε σχέση με τις ενέργειες στις οποίες προέβη όταν η Ενάγουσα 2 έλαβε γνώση για το τροχαίο ατύχημα, όσο και στο τι επακολούθησε μετά που αποστάλθηκε ειδοποίηση στο ΤΑΜΟ για επιθεώρηση των ζημιών του οχήματος, αλλά και γενικότερα στα όσα επακολούθησαν της καταβολής των ποσών επιδιόρθωσης και της άρνησης του ΤΑΜΟ να αποζημιώσει, αλλά και της θέσης της Εναγόμενης που προβλήθηκε ως αιτιολογία της άρνησης εκ μέρους της να καταβάλει τα αξιούμενα ποσά. Τα όσα τεκμήρια κατάθεσε στο Δικαστήριο ευρίσκονται σε πλήρη συνάρτηση με τα όσα ανέφερε στην γραπτή της δήλωση Έγγραφο Α’. Δέχομαι την μαρτυρία της στην ολότητά της ως ειλικρινής και εμπεριστατωμένη, η οποία δεν αμφισβητήθηκε, αλλά ούτε και κλονίστηκε κατά την αντεξέταση με την διευκρίνιση ότι της αξιολόγησης εξαιρούνται τα όσα εξέφρασε ως θέσεις της στο Έγγραφο Α ή στα όσα τεκμήρια κατέθεσε ως συντάκτης που αντικατοπτρίζουν τις θέσεις της αναφορικά με το κατά πόσο ευθύνεται η Εναγόμενη να ικανοποιήσει το ποσό της απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας, κάτι που θα αποφασίσει το Δικαστήριο υπό το φως των κείμενων νομικών αρχών.

 

Μοναδικός μάρτυρας για την Εναγόμενη ο κ. Γ. Ερωτοκρίτου (ΜΥ), ο οποίος δήλωσε στην γραπτή του δήλωση Έγγραφο Β’ ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ευρισκόταν και ευρίσκεται στην υπηρεσία της Εναγόμενης ως Λειτουργός Απαιτήσεων και ότι έχει προσωπική γνώση των ουσιωδών γεγονότων που αφορούν στην παρούσα αγωγή. Όπως αναφέρει στην γραπτή του δήλωση ο ΜΥ, την 01/04/07 η Εναγόμενη συνήψε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] για το όχημα [ ] με ασφαλισμένο οδηγό τον Pushpa Kumara και κατάθεσε ως τεκμήριο 41 αντίγραφο του πιστοποιητικού ασφάλισης με σχετικό Πίνακα ασφαλιστηρίου, καθώς και πιστοποιητικό εγγραφής μηχανοκινήτου οχήματος. Όπως προβάλλει ο ΜΥ, η Εναγόμενη ενημερώθηκε αναφορικά με το τροχαίο ατύχημα από το ΤΑΜΟ τον Μάρτιο του 2008 δια επιστολής ημερομηνίας 12/03/08, αντίγραφο της οποίας κατέθεσε ως τεκμήριο 42. Στην εν λόγω επιστολή το ΤΑΜΟ ζητεί να πληροφορηθεί από την Εναγόμενη κατά πόσο το όχημα [ ] κατά την ημερομηνία 17/06/07 διέθετε ασφαλιστική κάλυψη από την Εναγόμενη. Όπως τόνισε ο ΜΥ, η Εναγόμενη ουδέποτε έλαβε την προβλεπόμενη υπό του Νόμου Ειδοποίηση για επιθεώρηση των ζημιών του οχήματος [ ] εντός της προθεσμίας που τάσσεται και με την υπ’ αριθμό αγωγή 5281/09 που ήγειρε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 08/09/09 εναντίον του ασφαλισμένου της Pushpa Kumara το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] για το όχημα [ ] και το σχετικό πιστοποιητικό ασφάλισης κηρύχθηκαν στις 01/12/10 εξ’ υπαρχής άκυρα από την 01/04/07 λόγω απάτης και/ή δόλου και/ή ψευδών παραστάσεων και/ή πλάνης (τεκμήριο 43). Προβάλλει δε την θέση ότι η απόφαση στα πλαίσια της αγωγής 4079/08 θα πρέπει να ικανοποιηθεί από τον Εναγόμενο σε εκείνη προσωπικά και ζητεί απόρριψη της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής.

 

Αντεξεταζόμενος παραδέχθηκε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο που αφορά η παρούσα αγωγή δεν ευρισκόταν στην υπηρεσία της Εναγόμενης στην οποία προσελήφθηκε το 2011, όμως δήλωσε πως προσήλθε στο Δικαστήριο για να δώσει μαρτυρία και γνωρίζει το περιεχόμενο των τεκμηρίων που του υποδείχθηκαν, ήτοι τα δικόγραφα και διατάγματα που του υποδείχθηκαν της υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08. Όπως απάντησε ο ΜΥ, την κα ΑΛ. Παναγή που ήταν στην Εναγόμενη Διευθυντής Απαιτήσεων στις 17/06/07 δεν την κάλεσε κάποιος για να δώσει μαρτυρία στο Δικαστήριο. Αναγνώρισε το όνομα του κ. Μιχάλη στις επιστολές που αντάλλαξαν οι Ενάγοντες με την Εναγόμενη κατά τον επίδικο χρόνο, για τον οποίο ανέφερε ότι το έτος 2011 που προσλήφθηκε στην Εναγόμενη εργαζόταν στο λογιστήριο και όχι στο Τμήμα Απαιτήσεων. Δεν γνώριζε που εργαζόταν το 2007. Παραδέχθηκε ότι τις απαιτήσεις εναντίον της Εναγόμενης για ζημιές των ασφαλισμένων σε αυτή οχημάτων έναντι τρίτου πληρώνει το ΤΑΜΟ.

 

Σε υπόδειξη του Πίνακα στο τεκμήριο 41 και στην ερώτηση γιατί ενώ η πρόταση για ασφάλιση υπογράφεται 01/06/07 το ασφαλιστήριο συμβόλαιο του οχήματος [ ] φέρει ημερ. 01/04/07, ήτοι 2 μήνες προηγουμένως απάντησε ότι η πρόταση πρέπει να ήρθε από ασφαλιστή με καθυστέρηση προς την εταιρεία για cover note για να γίνει η έκδοση του ασφαλιστήριου συμβολαίου γιατί γίνονταν δια χειρός εκείνο τον καιρό. Ήταν όπως δήλωσε ζήτημα «underwriting». Στην ερώτηση αν η Εναγόμενη ασφάλισε το όχημα [ ] 2 μήνες πριν να έχει την πρόταση ασφάλισης στα χέρια της απάντησε ότι το cover note το έκανε ο ασφαλιστής που συνεργάζεται με την Εναγόμενη. Παραδέχθηκε ότι ο ασφαλιστής που συνεργάζεται με την Εναγόμενη την δεσμεύει, αλλά είναι όπως είπε θέμα συμφωνίας με το «underwriting».

 

Στην υπόδειξη της ημερομηνίας υπογραφής του ασφαλιστηρίου που αναγράφεται η 31/05/07 παραδέχθηκε ότι το ασφαλιστήριο υπογράφηκε την ημερομηνία εκείνη, την προηγούμενη της λήψης της πρότασης για ασφάλιση που αναφέρει την 01/06/07 και η ημερομηνία ασφάλισης άρχιζε 2 μήνες προηγουμένως, ήτοι την 01/04/07. Αναγνώρισε την υποχρέωση εκάστης ασφαλιστικής να προβαίνει σε ειδοποίηση του Κέντρου Πληροφοριών 15 ημέρες μετά το τέλος του τρέχοντος μηνός της ασφάλισης, όμως στην υπόδειξη ότι στην προκείμενη περίπτωση αφού το ασφαλιστήριο άρχιζε στις 01/04/07 η ειδοποίηση έπρεπε να δοθεί μέχρι την 15/05/07 απάντησε ότι με το cover note δεν ειδοποιούν, αλλά μόνο με την σύναψη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Όπως επέμεινε, στην προκείμενη περίπτωση υπήρχε cover note και όχι συμβόλαιο και ότι για να εκδοθεί συμβόλαιο πρέπει να πάει η πρόταση ασφάλισης μαζί με το cover note στην Εναγόμενη, να το εξετάσουν οι χειριστές για να εκδώσουν το ασφαλιστήριο συμβόλαιο και από εκεί ειδοποιούν την Αρχή Αδειών (σ.σ. εννοούσε το Κέντρο Πληροφοριών του ΤΟΜ). Στην ερώτηση αν σε περίπτωση που το όχημα εμπλεκόταν σε ατύχημα από την 01/04/07 μέχρι την 31/05/07 θα αποζημίωναν ή όχι, απάντησε ότι αν τα έγγραφα ήταν σωστά και υποβάλλονταν στην Εναγόμενη θα πληρωνόταν και υπέδειξε ότι στην προκείμενη περίπτωση η πρόταση πήγε στην Εναγόμενη στις 31/05/07. Δεν μπορούσε να γνωρίζει πόσο χρόνο πήρε στον ασφαλιστή να πάρει τα στοιχεία στην εταιρεία και μόνο πάνω στην πρόταση μπορεί να το δει.

 

Όπως υπέδειξε ο ΜΥ, κάθε ασφαλιστική εταιρεία έχει την δική της διαδικασία πως γίνεται το συμβόλαιο και δεν κρίνει ότι αυτή που ακολουθούσε η Εναγόμενη παραβίαζε τον Νόμο, λέγοντας ότι η όποια καθυστέρηση δεν οφείλεται στην Εναγόμενη, αλλά στον ασφαλιστή.

 

Ο ΜΥ διαφώνησε με την θέση ότι το cover note έχει την ίδια νομική υπόσταση με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο γιατί η εταιρεία μπορεί να το απορρίψει αν δεν τηρεί τους κανόνες του ασφαλιστήριου συμβολαίου. Όμως παραδέχθηκε ότι η κάλυψη στην προκείμενη περίπτωση ξεκίνησε την 01/04/07. Επίσης διαφώνησε με την θέση ότι η παράλειψη της Εναγόμενης να δώσει την ειδοποίηση στο Κέντρο Πληροφοριών επηρέασε τα δικαιώματα των Εναγόντων εκ της αποστέρησης της δυνατότητας τους να γνωρίζουν ότι έπρεπε να τους δώσουν ειδοποίηση για επιθεώρηση της ζημιάς στο όχημα [ ]. Ο ΜΥ αιτιολόγησε την θέση του λέγοντας ότι έπρεπε να στείλουν επιστολή υπενθύμισης στο ΤΑΜΟ, επειδή τον Ιούλιο θα είχε ήδη ενημερωθεί η Αρχή (σ.σ. προφανώς εννοούσε το Κέντρο Πληροφοριών). Δεν γνώριζε πότε ειδοποιήθηκε στην προκείμενη περίπτωση το ΤΟΜ, αλλά δήλωσε ότι η Εναγόμενη το έπραξε στο χρονικό περιθώριο που είχε την ευκαιρία να το πράξει και ότι δεν καθυστέρησε.

 

Στην υποβολή ότι η Εναγόμενη δεσμεύεται από την πράξη του ΤΑΜΟ που έγινε εκ μέρους της και γενικότερα από την αποδοχή της εκτίμησης του οχήματος απάντησε ότι δεν αποδέχθηκε η Εναγόμενη. Παρέπεμψε ακολούθως στο ότι το ασφαλιστήριο συμβόλαιο κηρύχθηκε εξ υπαρχής άκυρο.

 

Ο ΜΥ παραδέχθηκε ότι η ενημέρωση από το ΤΑΜΟ για το ατύχημα λήφθηκε στις 12/03/08 και ότι την αγωγή για κήρυξη του ασφαλιστήριο συμβολαίου άκυρου την καταχώρησαν στις 08/09/09, ήτοι μετά από 18 μήνες.  

 

Στην ερώτηση γιατί στα πλαίσια της Υπεράσπισης στην αγωγή 4079/08 δεν γίνεται αναφορά σε κλοπή οχήματος, απάτη, δόλο και ψευδείς παραστάσεις απάντησε ότι αυτή είναι για τον οδηγό του οχήματος και δεν έχει να κάνει με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

 

Επανερχόμενος ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγόντων στην καταχωρηθείσα εκ μέρους της Εναγόμενης υπ’ αριθμό αγωγή 5281/09 εναντίον του ιδιοκτήτη του οχήματος [ ] υποβάλλοντας ότι έπρεπε να καταχωρηθεί εντός 3 μηνών από την έγερση της διαδικασίας που κλήθηκε η Εναγόμενη να πληρώσει, ήτοι την αγωγή 4079/08, ο ΜΥ απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Αρνήθηκε την θέση ότι η Εναγόμενη εσκεμμένα προχώρησε και εξασφάλισε διάταγμα κήρυξης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου εξ’ υπαρχής άκυρου. Στην ερώτηση γιατί δεν ενημερώθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για την αγωγή ακύρωσης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου αρχικά ανέφερε ότι αυτό έγινε από τους νομικούς, ακολούθως όμως όταν ερωτήθηκε γιατί δεν παρουσιάστηκε κάτι στο Δικαστήριο για να καταδεικνύει ότι υπήρξε ενημέρωση απάντησε ότι δεν γνωρίζει παραπέμποντας και πάλι στο ότι αυτό είναι ζήτημα των νομικών. Στους νομικούς παράπεμψε και για το ζήτημα της αγωγής, της σχετικής αίτησης και της ένορκης δήλωσης που απέληξε στην έκδοση του διατάγματος κήρυξης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου εξ’ υπαρχής άκυρου, ήτοι στο τεκμήριο 43.

 

Ερωτώμενος ο ΜΥ γιατί αφού η Εναγόμενη δεν είχε την υποχρέωση να πληρώσει έχει αποζημιώσει τον Ενάγοντα 1 για τις σωματικές του βλάβες παραδέχθηκε ότι κατέβαλαν το 50% και το ΤΑΜΟ το επέστρεψε, κάτι που καταδεικνύει ότι δεν ανέλαβαν ευθύνη. Όπως δήλωσε ο ΜΥ, δεν γνωρίζει κάτω υπό ποιες συνθήκες επιστράφηκε το 50% και τι συμφωνία είχε η Εναγόμενη τονίζοντας ότι η Εναγόμενη δεν κατέβαλε οποιοδήποτε ποσό για τους τραυματισμούς του τροχαίου ατυχήματος. Σε επόμενη επεξήγηση που έδωσε, ο ΜΥ απάντησε ότι οι νομικοί σύμβουλοι πήγαν σε διαιτησία με το ΤΑΜΟ και με την έκδοση της απόφασης τους επέστρεψαν το ποσό που πλήρωσαν. Δεν μπορούσε να απαντήσει γιατί έγινε η διαδικασία της διαιτησίας αφού ακυρώθηκε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο παραπέμποντας στους νομικούς συμβούλους της Εναγόμενης.

 

Αξιολογώντας την μαρτυρία του ΜΥ κρίνω ότι σε πολλά σημεία της υπήρξε ανακριβής και μη βοηθητική προς το Δικαστήριο. Ειδικότερα, ο ΜΥ δεν προσκόμισε οτιδήποτε που να καταδεικνύει ότι στα πλαίσια της διαδικασίας για ακύρωση του ασφαλιστηρίου εγγράφου ειδοποιήθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη σύμφωνα και με την δικογραφημένη θέση της Τροποποιημένης Υπεράσπισης. Επίσης, δεν προσκομίστηκε οτιδήποτε που να υποστηρίζει την θέση που προβλήθηκε στο Δικαστήριο στα πλαίσια της διαδικασίας για κήρυξη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου ως εξ’ υπαρχής άκυρου πλην της συνταχθείσας απόφασης. Ούτε και το οτιδήποτε που να υποδηλώνει τον λόγο που παραπέμφθηκε, όπως προβλήθηκε τόσο δικογραφικά όσο και στην ίδια την μαρτυρία του ΜΥ, η διαφορά σε διαιτησία με το ΤΑΜΟ για να στηρίξει την θέση του ότι ό,τι καταβλήθηκε ως αποζημίωση ανακτήθηκε με την απόφαση στην εν λόγω διαιτησία, αφήνοντας την θέση του μετέωρη. Γενικά αδυνατούσε να απαντήσει σε διάφορα ζητήματα παραπέμποντας στους νομικούς συμβούλους που χειρίστηκαν την υπόθεση. Δήλωσε ότι έχει γνώση των γεγονότων, όμως, όπως παραδέχθηκε, απλά μελέτησε τα έγγραφα του φακέλου για να δώσει μαρτυρία στο Δικαστήριο παραδεχόμενος ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν εργοδοτετο από την Εναγόμενη, αλλά εργαζόταν στην οδική βοήθεια σε αντίθεση με τα όσα ανέφερε στο Έγγραφο Β’.

 

Ο ΜΥ προσπάθησε να δικαιολογήσει την καθυστέρηση της ενημέρωσης του Κέντρου Πληροφοριών για την ασφαλιστική κάλυψη του οχήματος [ ] παραπέμποντας σε έκδοση cover note, από τον ασφαλιστή που ναι μεν δεσμεύει την Εναγόμενη, αλλά ότι τέτοια ενημέρωση γίνεται όταν εκδοθεί ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Μίλησε για διαδικασία που ακολουθεί εκάστη εταιρεία και στην προκείμενη περίπτωση προσπάθησε να πείσει το Δικαστήριο ότι δεν υπήρξε τέτοια καθυστέρηση από την Εναγόμενη, αλλά από τον ασφαλιστή που ενεργούσε ως underwriter. Θέση που κρίνεται εν γένει αντιφατική στην προσπάθεια του να βοηθήσει την Εναγόμενη. Όταν δε βρέθηκε σε δύσκολη θέση αντεξεταζόμενος, πρόβαλε την ακύρωση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου ως αιτία για την μη καταβολή αποζημίωσης αποποιούμενος την όποια ευθύνη της Εναγόμενης.

 

 

 

 

Ευρήματα Δικαστηρίου:-

 

Έχοντας αξιολογήσει την μαρτυρία που προσκομίστηκε από κάθε πλευρά προχωρώ στην διατύπωση των κάτωθι ευρημάτων.

 

Στις 17/06/07 περί την 21:00 επισυνέβη τροχαίο ατύχημα στο δρόμο Κοκκινοτριμιθιάς – Αστρομερίτη, όπου ενεπλάκηκαν το όχημα υπ’ αριθμούς εγγραφής [ ] ιδιοκτησίας του Pushpa Kumara και οδηγό τον Niranjian Krishahta Livera Mihindukulasurina από την Σρι Λάνκα και το [ ] με ιδιοκτήτη και οδηγό τον Ενάγοντα 1. Ο εξεταστής της υπόθεσης ΜΕ1 του Αστυνομικού Σταθμού Περιστερώνας μετά από έρευνα που πραγματοποίησε στο Κέντρο Πληροφοριών του ΤΟΜ διαπίστωσε ότι ο όχημα [ ] δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη από οποιανδήποτε ασφαλιστική εταιρεία, κάτι που κατέγραψε και στην αστυνομική έκθεση. Το όχημα [ ] καλυπτόταν από περιεκτική ασφαλιστική κάλυψη από την Ενάγουσα 2, που κατά τον ουσιώδη χρόνο ονομαζόταν Interlife Insurance Company Limited και η οποία την 01/09/11 μετονομάστηκε σε Prime Insurance Company Limited. H αρμόδια λειτουργός του τμήματος απαιτήσεων της Ενάγουσας 2 την επόμενη μέρα του τροχαίου ατυχήματος πληροφορήθηκε από τον αστυνομικό εξεταστή της υπόθεσης στον Αστυνομικό Σταθμό Περιστερώνας ότι αυτός μετά από έρευνα μέσω του συστήματος του ΤΟΜ διαπίστωσε ότι το όχημα [ ] δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη. Ακολούθως η αρμόδια λειτουργός απαιτήσεων της Ενάγουσας 2 επικοινώνησε με το ΤΑΜΟ και της απέστειλαν έντυπο απαίτησης, το οποίο συμπληρώθηκε και αποστάλθηκε στο ΤΑΜΟ από τον Ενάγοντα 1. Με επιστολή της ημερ. 21/06/07 ενημέρωσε το ΤΑΜΟ για το τροχαίο ατύχημα για το οποίο ευθύνη έφερε ο οδηγός του [ ] και τους κάλεσε να επιθεωρήσουν τις ζημιές του οχήματος [ ] πριν την επιδιόρθωση του. Το ΤΑΜΟ με την επιστολή ημερ. 25/06/07 ενημέρωσε την Ενάγουσα 2 ότι αποδέχεται την εκτίμηση που θα διενεργηθεί από τον κ. Τελεβάντο για τις ζημιές του [ ].

 

Τόσο τα έξοδα εκτίμησης των ζημιών του οχήματος [ ] ποσού €294.73 όσο και τα έξοδα επιδιόρθωσης του από την Mercedes ποσού €22,297- καταβλήθηκαν από την Ενάγουσα 2. Το ΤΑΜΟ αρνήθηκε να πληρώσει την ζημιά όταν η Ενάγουσα 2 αποτάθηκε σε αυτούς για ανάκτηση των καταβληθέντων για τις ζημιές ποσών ενημερώνοντας ότι το όχημα [ ] διαπιστώθηκε ότι ήταν ασφαλισμένο στην Εναγόμενη, η οποία δήλωσε στις 30/06/07 στο Κέντρο Πληροφοριών του ΤΟΜ ότι το όχημα [ ] καλύπτετο από ασφαλιστήριο συμβόλαιο MO [ ] για την περίοδο 01/04/07 - 30/07/07. Η αρμόδια λειτουργός απαιτήσεων της Ενάγουσας 2 απευθύνθηκε στην Εναγόμενη για ανάκτηση των καταβληθέντων ποσών στις 04/04/08 και η Εναγόμενη με επιστολή των δικηγόρων της με τον ισχυρισμό ότι το όχημα [ ] οδηγείτο από μη εξουσιοδοτημένο από τον ιδιοκτήτη και άνευ της γνώσης του οδηγό, ο οποίος το έκλεψε, επικαλούμενοι σχετική εξαίρεση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου παρέπεμψε για πληρωμή στο ΤΑΜΟ. Προφορικά η Εναγόμενη προέβαλε άρνηση κάλυψης ότι δεν της είχε δοθεί ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών του οχήματος [ ] πριν την επιδιόρθωση του. Στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08 ο Ενάγων 1 απαίτησε από τον οδηγό του οχήματος [ ] αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και τη ζημιά του οχήματος του [ ], για τον οποίο δικηγόρο διόρισε η Εναγόμενη μετά που της έγινε δυνάμει σχετικού διατάγματος Δικαστηρίου υποκατάστατη επίδοση. Ειδοποίηση έγερσης αγωγής αποστάλθηκε στην Εναγόμενη και δια διπλοσυστημένης επιστολής ημερ. 15/07/08. Στις 09/07/12 στα πλαίσια της αγωγής υπ’ αριθμό 4079/08 η Εναγόμενη αποζημίωσε τον Ενάγοντα 1 για τις σωματικές του βλάβες και ειδικές ζημιές εκτός αυτές που αφορούσαν την ζημιά και τα έξοδα επιδιόρθωσης του οχήματος [ ]. Στις 08/09/09 η Εναγόμενη καταχώρησε εναντίον του ιδιοκτήτη του οχήματος [ ] την αγωγή υπ’ αριθμό 5281/09 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και στα πλαίσια αυτής την 01/12/10 εκδόθηκε απόφαση με την οποία το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] και το πιστοποιητικό ασφάλισης κηρύχθηκαν εξ’ υπαρχής άκυρα από την 01/04/07 λόγω απάτης και/ή δόλου και/ή ψευδούς παράστασης και/ή πλάνης. Στις 14/01/15 στα πλαίσια της αγωγής υπ’ αριθμό 4079/08 εκδόθηκε κατόπιν απόδειξης της απαίτησης από τον Ενάγοντα 1 απόφαση υπέρ του και εναντίον του οδηγού του οχήματος [ ] για το ποσό των €22.591,58 πλέον τόκο προς 8% ετησίως από 14/07/08, τόκο προς 5% ετησίως από 15/10/08-31/12/14 και τόκο προς 4% από 01/01/15 μέχρι εξοφλήσεως. Το ποσό της απόφασης δεν έχει ικανοποιηθεί μέχρι σήμερα από την Εναγόμενη ή το ΤΑΜΟ.

 

Νομική Πτυχή- Κρίση Δικαστηρίου:-

 

Στην υπό κρίση υπόθεση το Δικαστήριο καλείται να απαντήσει στο ερώτημα του κατά πόσο η Εναγόμενη έχει υποχρέωση να πληρώσει το ποσό που επιδικάστηκε υπέρ του Ενάγοντα στην υπ’ αριθμό αγωγή 4079/08 με την απόφαση ημερ. 14/01/15, ήτοι του Ενάγοντα 1 στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή. Στα πλαίσια αυτά η πλευρά της Εναγόμενης προβάλλει ότι δεν της δόθηκε ειδοποίηση για επιθεώρηση της ζημιάς του οχήματος KJA328, καθώς και ότι το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] και το πιστοποιητικό ασφάλισης κηρύχθηκαν εξ υπαρχής άκυρα συνεπεία δόλου, απάτης, ψευδούς παράστασης με το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 01/12/10 στα πλαίσια της αγωγής 5281/09. Θα συμφωνήσω με την θέση που προέβαλε κατά την αντεξέταση του ΜΥ ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγόντων ότι προβλήθηκαν διαφορετικοί ισχυρισμοί, ήτοι αυτός της παράλειψης επιθεώρησης ζημιάς, της κλοπής, του δόλου και απάτης, καθώς και της ψευδούς παράστασης. Πέραν της παράθεσης του συνταχθέντος διατάγματος ημερ. 01/12/10 τίποτα περισσότερο δεν παρατέθηκε σε σχέση με το τι προβλήθηκε από πλευράς Εναγομένης αξιώνοντας τέτοια θεραπεία. Αξιοσημείωτο και το γεγονός ότι η πλευρά της Εναγόμενης ενώ κατέβαλε χρήματα για τις σωματικές βλάβες του Ενάγοντα στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08 αρνήθηκε να πληρώσει για τις ζημιές του οχήματος KJA328 υποστηρίζοντας ότι στην ουσία δεν κατέβαλε οτιδήποτε αφού το ποσό επιστράφηκε κατόπιν διαιτησίας με το ΤΑΜΟ, χωρίς να παραθέσει πέραν των θέσεων αυτών οποιοδήποτε τεκμήριο αφήνοντας τέτοιους ισχυρισμούς μετέωρους.

 

Από την άλλη, η πλευρά των Εναγόντων προβάλλει ότι εκ της παράλειψης της Εναγόμενης να ειδοποιήσει το Κέντρο Πληροφοριών για το ασφαλιστήριο συμβόλαιο ΜΟ [ ] και το σχετικό πιστοποιητικό ασφάλισης που παρείχε ασφαλιστική κάλυψη στο όχημα [ ] από την 01/04/07 μέχρι την 30/07/07, κάτι που προβάλλει ότι έπρεπε να γίνει μέχρι την 15/05/07 αντί της 30/06/07 που έγινε, την απέτρεψε από το να διαγνώσει ότι θα έπρεπε να δώσει την εκ του Νόμου προβλεπόμενη Ειδοποίηση στην Εναγόμενη αντί στο ΤΑΜΟ και ως εκ της κρινόμενης ως τοιαύτης παράλειψης θα πρέπει να αποζημιωθεί από την Εναγόμενη. Το βασικό επί τούτου ερώτημα του «Τίς πταίει» αποκτά την δική του δυναμική σημασία στα πλαίσια της υπό εξέταση περίπτωσης, εντασσόμενο στο νομοθετικό πλαίσιο κατά τον ουσιώδη χρόνο. Τα όσα πρόβαλε κατά την αντεξέταση του ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγόντων περί λήψης της σχετικής ειδοποίησης από το ΤΑΜΟ, το οποίο λογίζεται ως τέτοια και για την Εναγόμενη, δυνάμει της Εσωτερικής Συμφωνίας, το οποίο αρνήθηκε ο ΜΥ δεν μπορεί να εξεταστεί από το Δικαστήριο ως ισχυρισμός εκτός δικογραφημένων θέσεων και εν πάση περιπτώσει δεν μου έχει παρατεθεί το κείμενο της όποιας εσωτερικής συμφωνίας για να εξεταστεί από το Δικαστήριο.

 

Το άρθρο 14(1) του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 (Ν. 96(I)/2000) ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο προνοεί ότι το άρθρο αυτό εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που, μετά την έκδοση και παράδοση πιστοποιητικού ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις  του εδαφίου (1) του άρθρου 5, εξασφαλίζεται δικαστική απόφαση σε σχέση με ευθύνη που απαιτείται να καλύπτεται από ασφαλιστήριο σύμφωνα με το άρθρο 4 του Νόμου αυτού και η οποία είτε-

 

«(α) Αποτελεί ευθύνη που καλύπτεται από τους όρους του σχετικού ασφαλιστηρίου και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο αυτό, είτε

 

(β) αποτελεί ευθύνη, εκτός από εξαιρούμενη ευθύνη, η οποία θα καλυπτόταν εάν το ασφαλιστήριο παρείχε κάλυψη σε οποιοδήποτε πρόσωπο και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου άλλου από αυτό που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο.».

 

Η δε παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου προβλέπει τα εξής σε σχέση με την υποχρέωση του ασφαλιστή να ικανοποιήσει δικαστική απόφαση:

 

«(4) Ανεξάρτητα αν ο ασφαλιστής δυνατό να δικαιούται να αναιρέσει ή να ακυρώσει ή δυνατό να έχει ήδη αναιρέσει ή ακυρώσει το ασφαλιστήριο και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει προς το πρόσωπο ή τα πρόσωπα προς όφελος των οποίων εκδόθηκε η δικαστική απόφαση οποιοδήποτε ποσό καθίσταται πληρωτέο με βάση την απόφαση αυτή σε σχέση με ευθύνη για θάνατο ή για σωματική βλάβη ή για ζημιά σε περιουσία:

 

Νοείται όμως ότι, το ποσό που ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει δε θα υπερβαίνει το ποσό που προβλέπεται στο ασφαλιστήριο.».

 

Το λεκτικό του άρθρου 14(1) του Νόμου προσομοιάζει με την Αγγλική Road Traffic Act 1988 («RTA88») και σε μικρότερο βαθμό με την Road Traffic Act 1972(«RTA72»). Στην δεύτερη δεν προβλεπόταν η περίπτωση του υπό (β), το οποίο εισήγαγε η πρώτη. Κοινό χαρακτηριστικό και των τριών είναι η πρόβλεψη ότι το καθήκον του ασφαλιστή είναι ανεξάρτητο από το δικαίωμα του για να αναιρέσει ή να ακυρώσει ή δυνατό να έχει ήδη αναιρέσει ή ακυρώσει το ασφαλιστήριο έγγραφο (άρθρο 14 του Νόμου, section 149(1) RTA72 και section 151(5) RTA88).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 15 του Νόμου πάντα κατά ουσιώδη χρόνο (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«15.-(1) Κανένα ποσό δεν πληρώνεται από ασφαλιστή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14-

 

(α) Σχετικά με οποιαδήποτε δικαστική απόφαση, εκτός εάν πριν ή εντός δεκατεσσάρων ημερών από την έναρξη της διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε τέτοια απόφαση, ο ασφαλιστής ειδοποιήθηκε γραπτώς για την έγερση της διαδικασίας, ή

(β) σχετικά με οποιαδήποτε δικαστική απόφαση που αφορά ζημιά σε περιουσία, εκτός εάν μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία δημιουργήθηκε το αγώγιμο δικαίωμα για το οποίο εκδόθηκε η απόφαση, το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδόθηκε τέτοια απόφαση-

(i) είχε ειδοποιήσει γραπτώς τον ασφαλιστή για την πρόθεση του να υποβάλει απαίτηση, και

(ii) είχε ειδοποιήσει γραπτώς τον ασφαλιστή ώστε να παρέχεται σε αυτόν εύλογος χρόνος για να επιθεωρήσει τη σχετική ζημιά πριν από την επιδιόρθωση της ή την αντικατάσταση οποιωνδήποτε εξαρτημάτων και/ή ανταλλακτικών που υπέστησαν ζημιά:

Νοείται ότι, η προθεσμία των έξι μηνών δεν αρχίζει να υπολογίζεται, σε περίπτωση που το πρόσωπο προς όφελος του οποίου έχει δημιουργηθεί το αγώγιμο δικαίωμα δεν ήταν σε θέση, εξαιτίας σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής βλάβης την οποία υπέστη εξαιτίας του συμβάντος που δημιούργησε το δικαίωμα αυτό ή άλλης εύλογης αιτίας, να ειδοποιήσει τον ασφαλιστή για την πρόθεση του να υποβάλει απαίτηση ή………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

(2) Κανένα ποσό δε θα είναι πληρωτέο από ασφαλιστή βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού, αν, σε αγωγή που άρχισε πριν ή εντός τριών μηνών μετά την έναρξη της διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε η απόφαση, ο ασφαλιστής εξασφαλίσει δήλωση του Δικαστηρίου ότι, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη που περιλαμβάνεται στο ασφαλιστήριο, δικαιούται να το ακυρώσει λόγω του ότι το ασφαλιστήριο εξασφαλίσθηκε απο τη μη αποκάλυψη ουσιώδους γεγονότος, ή από παρουσίαση γεγονότος το οποίο ήταν ψευδές σε ουσιώδη του λεπτομέρεια, ή αν ακύρωσε το ασφαλιστήριο λόγω του ότι εδικαιούτο να το πράξει ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη που περιέχεται σε αυτό:

Νοείται ότι, ασφαλιστής ο οποίος εξασφάλισε τέτοια δήλωση σε αγωγή, δε θα δικαιούται με τη δήλωση αυτή να τύχει του οφέλους των διατάξεων του εδαφίου αυτού σχετικά με οποιαδήποτε απόφαση που εξασφαλίσθηκε σε διαδικασία που άρχισε πριν από την έναρξη της αγωγής αυτής, εκτός αν πριν ή εντός δεκατεσσάρων ημερών μετά την έναρξη της αγωγής αυτής έδωσε ειδοποίηση στο πρόσωπο που είναι ενάγων στην αγωγή βάσει του ασφαλιστηρίου, η οποία ειδοποίηση καθορίζει τη μη αποκάλυψη ή την ψευδή παράσταση πάνω στην οποία σκοπεύει να στηριχθεί και ότι προτίθεται να ζητήσει δήλωση και οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο δίνεται ειδοποίηση τέτοιας αγωγής, αν επιθυμεί, μπορεί να γίνει διάδικος σε αυτή.».

 

Αρχίζοντας από τον ισχυρισμό περί ακύρωσης του ασφαλιστηρίου ΜΟ 0067118 δυνάμει του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 5281/09 κρίνω ότι η πλευρά της Εναγόμενης δεν μπορεί να τον επικαλεστεί για τρείς λόγους. Πρώτον, καθότι δεν μου κατέδειξε ότι ειδοποιήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο ο Ενάγων 1 με την σχετική ειδοποίηση που να καθορίζει τη μη αποκάλυψη ή την ψευδή παράσταση πάνω στην οποία σκόπευε να στηριχθεί και ότι προτίθεται να ζητήσει δήλωση η Εναγόμενη πριν ή εντός δεκατεσσάρων ημερών μετά την έναρξη της αγωγής 5281/09. Η δε επιστολή των δικηγόρων της Ενάγουσας ημερ. 30/09/08, ήτοι το τεκμήριο 38 σε καμία περίπτωση δεν πληροί τα όσα προβλέπονται στην σχετική πρόνοια του Νόμου και ούτε και προκύπτουν ισχυρισμοί για μη αποκάλυψη ή σε ψευδή παράσταση που προτίθεται η Εναγόμενη να στηριχθεί. Δεύτερον, όπως παραδέχθηκε ο ΜΥ η αγωγή υπ’ αριθμό 5281/09 καταχωρήθηκε στις 08/09/09 ήτοι περίπου 14 μήνες μετά που άρχισε η διαδικασία στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 4079/08 που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης για την οποία ζητείται κάλυψη, η οποία εκ του τεκμηρίου 4 προκύπτει ότι άρχισε δια της καταχώρησης του ειδικώς οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος στις 14/07/08 και όχι το μέγιστο των 3 μηνών που τάσσει η πρώτη υποπαράγραφος της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του Νόμου ως ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο μετά την τροποποίηση του με τον Ν. 92(Ι)/2010. Κατά τρίτο το διάταγμα ημερ. 01/12/10 κηρύσσει το ασφαλιστήριο έγγραφο ΜΟ 0067118 εξ υπαρχής άκυρος λόγω απάτης, δόλου, ψευδούς παράστασης και πλάνης. Τίποτα δεν παρατέθηκε σε σχέση με τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από την Εναγόμενη στα πλαίσια της υπ’ αριθμό αγωγής 5281/09, ώστε να εξετάσω το κατά πόσο το διάταγμα εντάσσεται στους λόγους για τους οποίους μπορεί να προβληθεί η ακύρωση ως λόγος μη πληρωμής απόφασης στα πλαίσια και παραμέτρους της πρώτης υποπαραγράφου της πρώτης παραγράφου του άρθρου 15 του Νόμου ως ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο μετά την τροποποίηση του με τον Ν. 92(Ι)/2010. Αυτά αναφέρονται έχοντας βεβαίως κατά νου ότι στην επιστολή του τεκμηρίου 38 προβάλλεται ως λόγος άρνησης για αποζημίωση για την ζημιά του οχήματος KJA328 ένεκα κλοπής από τον οδηγό (Εναγόμενο στην υπ’ αριθμό αγωγή 4079/08), ο οποίος το οδήγησε άνευ εξουσιοδότησης και γνώσης του ιδιοκτήτη. Τίποτα δεν προβλήθηκε που να δικαιολογήσει την εν λόγω διαφοροποίηση του λόγου. Για σκοπούς πληρότητας οφείλω να επισημάνω ότι η ευπαίδευτη συνήγορος για την Εναγόμενη δεν προώθησε οτιδήποτε σε σχέση με την Υπεράσπιση αυτή, αλλά την θέση ότι δεν δόθηκε η εκ του άρθρου 15(1)(β)(ii) του Νόμου προβλεπόμενη Ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιάς πριν την επιθεώρηση εντός της προθεσμίας.

 

Όπως προβάλλουν οι Ενάγοντες στο Τροποποιημένο Κλητήριο Ένταλμα και προωθούν κατά τις τελικές τους αγορεύσεις η αίτια που κατά παραδοχή δεν δόθηκε στην Εναγόμενη η εκ του Νόμου προβλεπόμενη Ειδοποίηση, αλλά στο ΤΑΜΟ, έγκειται στην αντικειμενική αδυναμία που δημιούργησε η παράλειψη της ίδιας της Εναγόμενης να δώσει την προβλεπόμενη ειδοποίηση στο Κέντρο Πληροφοριών του ΤΟΜ, ως η νομική της υποχρέωση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 15 ημερών μετά το τέλος του μήνα έναρξης της ασφαλιστικής κάλυψης. Στην γραπτή τους αγόρευση εξειδίκευσαν την θέση τους αυτή στηριζόμενη στην ΚΔΠ730/2004.

 

Το άρθρο 16Γ του Νόμου ως ίσχυε κατά τον επίδικο της υποχρέωσης της Εναγόμενης ουσιώδη χρόνο πριν την τροποποίηση του με τον Ν. 69(Ι)/07 την 22/06/07 προέβλεπε τα εξής (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«16Γ-(1) Ιδρύεται κέντρο πληροφοριών, που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως το Κυπριακό Κέντρο Πληροφοριών, η λειτουργία του οποίου ανατίθεται στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων της Δημοκρατίας.

(2) Το Κυπριακό Κέντρο Πληροφοριών είναι υπεύθυνο για -

(α) Την τήρηση μητρώου που θα περιέχει τα καθοριζόμενα με απόφαση του Υπουργού στοιχεία· η απόφαση του Υπουργού δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα·

(β) την παροχή βοήθειας στους δικαιούχους, ώστε να λαμβάνουν τα καθοριζόμενα, στην απόφαση του Υπουργού, στοιχεία.

(3) Η δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) απόφαση του Υπουργού, περιλαμβάνει, επιπρόσθετα από τα στοιχεία που θα περιέχονται στο μητρώο, και τα ακόλουθα:

(α) Τις προθεσμίες, εντός των οποίων οι ασφαλιστές οφείλουν να παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες·

(β) τα πρόσωπα ή τους οργανισμούς, που θα έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο μητρώο·

(γ) οποιεσδήποτε ρυθμίσεις κρίνονται αναγκαίες για την εύρυθμη λειτουργία του Κυπριακού Κέντρου Πληροφοριών.

(4)  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, δικαίωμα απευθείας πρόσβασης στο μητρώο θα έχει και ο Αρχηγός Αστυνομίας, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6).

………………………………………………………………………………………………………………………………………».

 

Στο άρθρο 16Δ(1) του Νόμου ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο πριν την τροποποίηση του με τον Ν. 69(Ι)/07 την 22/06/07 προβλέπεται ότι το Κυπριακό Κέντρο Πληροφοριών παρέχει, το συντομότερο δυνατό τα καθοριζόμενα μεταξύ άλλων σε απόφαση του Υπουργού, στοιχεία, στον ζημιωθέντα ή σε πρόσωπο με συνήθη διαμονή στη Δημοκρατία που εμπλέκεται σε ατύχημα στη Δημοκρατία, νοουμένου ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν έννομο συμφέρον να λάβουν τα στοιχεία αυτά.

Στην ΚΔΠ730/2004, ήτοι η Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 16Γ του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Νόμου, EE Παρ.ΙΙΙ(1), Αρ. 3905, Σελ. 7225, 30/9/2004 προβλέπει ότι το Μητρώο θα πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τους αριθμούς εγγραφής των μηχανοκινήτων οχημάτων με συνήθη τόπο στάθμευσης τους την Δημοκρατία, τους αριθμούς των ασφαλιστηρίων που τα καλύπτουν, την περίοδο ασφάλισης και τα ονόματα των ασφαλιστών (παράγραφος 1). Στην παράγραφο 3 προβλέπεται ότι οι ασφαλιστές υποχρεούνται να υποβάλλουν τα στοιχεία που καθορίζονται στην παράγραφο 1 μέσα σε 15 ημέρες από το τέλος κάθε μηνός και μάλιστα οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε τα παρεχόμενα στοιχεία να είναι ακριβή και ορθά.

 

Το Κυπριακό Κέντρο Πληροφοριών θεσπίστηκε με τον Ν. 156(Ι)/2003Για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 2000/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Μαΐου 2000, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών-μελών σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και για την τροποποίηση των Οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ του Συμβουλίου (τέταρτη Οδηγία ασφάλισης αυτοκινήτων) (EEL 181 της 20.7.2002, σ. 65)»). Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τις ακόλουθες παραγράφους του προοιμίου της 4η Οδηγίας ασφάλισης αυτοκινήτων για να καταδειχθεί ο σκοπός και πρόθεση του Κοινοτικού Νομοθέτη με την θέσπιση, μεταξύ άλλων, της υποχρέωσης κοινοποίησης στο Κέντρο Πληροφοριών. Ειδικότερα (με δικές μου υπογραμμίσεις):

 

«(20) Οι ζημιωθέντες, οι οποίοι έχουν υποστεί οιαδήποτε ζημία ή σωματική βλάβη από τροχαίο ατύχημα, δυσκολεύονται μερικές φορές να εντοπίσουν την επωνυμία της ασφαλιστικής επιχείρησης που καλύπτει την αστική ευθύνη από την κυκλοφορία αυτοκινήτου οχήματος που εμπλέκεται σε ατύχημα.

 

(21) Προς το συμφέρον των ζημιωθέντων αυτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημιουργήσουν κέντρα πληροφοριών για να εξασφαλιστεί η ταχεία παροχή των εν λόγω πληροφοριών αυτά τα κέντρα πληροφοριών θα πρέπει επίσης να παρέχουν πληροφορίες στους ζημιωθέντες σχετικά με τους αντιπροσώπους για το διακανονισμό των ζημιών· τα κέντρα αυτά θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και να παρέχουν ταχέως πληροφορίες όσον αφορά τους αντιπροσώπους για το διακανονισμό των ζημιών, τις οποίες τους ζητούν άλλα κέντρα ευρισκόμενα σε άλλα κράτη μέλη· κρίνεται ενδεδειγμένο να συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με την πραγματική ημερομηνία λήξης της ασφαλιστικής κάλυψης, όχι όμως σχετικά με τη λήξη της αρχικής ισχύος του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, σε περίπτωση που η διάρκεια του συμβολαίου παρατείνεται διότι δεν έγινε ακύρωση.».

 

Όπως γίνεται φανερό εκ των ανωτέρω, σκοπός του Κοινοτικού Νομοθέτη είναι να δημιουργήσει δια της 4ης Οδηγίας ασφάλισης αυτοκινήτων δικαιώματα προς όφελος των ζημιωθέντων, ήτοι προνοιών που σκοπό έχουν να δώσουν δικαιώματα στους πολίτες (βλ. Case 152/84, Marshall v. Southampton and South-West Hampshire Area Heath Authority (Teaching) [1986] ECR 723), κάτι που οδήγησε στην ανάγκη για εξεύρεση τρόπων διαφύλαξης της αποτελεσματικής τους εφαρμογής. Στην προκείμενη περίπτωση έχουμε μια Οδηγία, η οποία κρινόμενη εκ του περιεχομένου της για το ζήτημα αυτό έχει εφαρμοστεί με την τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 156(Ι)/2003, προφανώς στα πλαίσια της εναρμόνισης με το κοινοτικό κεκτημένο.

 

Ως εκ τούτου το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί αφορά στην φύση και επενέργεια της υποχρέωσης για κοινοποίηση στο Κέντρο Πληροφοριών του ονόματος του ασφαλιστή και της ύπαρξης ασφαλιστικής κάλυψης και σε περίπτωση παράλειψης εκπλήρωσης εμπρόθεσμα τέτοιας υποχρέωσης ποιες οι συνέπειες σε σχέση με την αδυναμία του ζημιωθέντος να συμμορφωθεί με τις όποιες διαδικαστικές υποχρεώσεις του για να διεκδικήσει την ζημιά που του προκάλεσε ένα άλλο μηχανοκίνητο όχημα. Γίνεται φανερό ότι η Εναγόμενη όφειλε να κοινοποιήσει την ασφαλιστική κάλυψη του οχήματος [ ] μέχρι την 15/05/07, ήτοι 15 ημέρες μετά την λήξη του μήνα έναρξης της ασφαλιστικής κάλυψης (01/04/07) δια του ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Τα όσα ανέφερε ο ΜΥ περί υποχρέωσης στην περίπτωση ύπαρξης cover note από την έγκριση του και την σύναψη ασφαλιστικού συμβολαίου θα αποτελούσαν στυγνή καταστρατήγηση της υποχρέωσης για κοινοποίηση.

 

Στην προκείμενη περίπτωση σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 15(1)(β)(ii) του Νόμου ο Ενάγων 1 έπρεπε να ειδοποιήσει την Εναγόμενη για να επιθεωρήσει την ζημιά στο όχημα [ ] μέσα σε 6 μήνες από την γένεση του αγώγιμου του δικαιώματος, ήτοι μέχρι την 17/12/07 με δεδομένο ότι το τροχαίο ατύχημα επισυνέβη στις 17/06/07. Εκ της προσαχθείσας μαρτυρίας και των ευρημάτων του Δικαστηρίου το όχημα επιδιορθώθηκε εντός Νοεμβρίου 2007, αφού είχε προηγηθεί η Ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών στο ΤΑΜΟ. Η διαπίστωση ότι το όχημα έφερε ασφαλιστική κάλυψη έγινε αφού το όχημα [ ] επιδιορθώθηκε και κατά συνέπεια ήταν αδύνατο να δοθεί ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιών. Η πλευρά των Εναγόντων προβάλλει ότι υπήρξε αντικειμενική αδυναμία να ειδοποιηθεί η Εναγόμενη για επιθεώρηση ζημιών, αφού όταν λήφθηκε η πληροφορία ότι το όχημα [ ] δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη είχε ήδη παρέλθει η προθεσμία της ΚΔΠ730/2004 για ειδοποίηση του Κέντρου Πληροφοριών που εξέπνεε την 15/05/07 με την ειδοποίηση εν τέλει να δίδεται την 30/06/07, δηλαδή με 1.5 μήνα καθυστέρησης. Προβάλλει την πρόνοια της επιφύλαξης της παραγράφου 15(1) του Νόμου εντάσσοντας την αντικειμενική αδυναμία που προβάλλει εντός της εύλογης αιτίας για την παράλειψη για ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιάς. Η εν λόγω πρόνοια δεν απαλλάσσει από υποχρέωση για ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιάς, αλλά απλά αναστέλλει την έναρξη της προθεσμίας των 6 μηνών για να δοθεί η σχετική ειδοποίηση. Από την μια καλώς εχόντων των πραγμάτων οι Ενάγοντες θα είχαν διαπιστώσει ότι το όχημα [ ] έφερε ασφαλιστική κάλυψη αν η Εναγόμενη προέβαινε σε έγκαιρη ειδοποίηση, από την άλλη όμως έστω και μετά την 30/06/07 υπήρχε ήδη καταχωρημένη στο Κέντρο Πληροφοριών η σχετική ειδοποίηση από την Εναγόμενη. Έχω λάβει υπόψη μου το όλο πνεύμα και τα όσα σκόπευε να εισαγάγει η 4η Οδηγία ασφάλισης αυτοκινήτων, ήτοι την πληροφόρηση των ζημιωθέντων για το κατά πόσο το όχημα έφερε την κάλυψη ασφαλιστηρίου συμβολαίου και από ποια ασφαλιστική εταιρεία, ενόψει και της αρχής ότι η εθνική νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως των σχετικών Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εν γένει του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Όπως χαρακτηριστικά αποφάσισε το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως ήταν τότε, στην υπόθεση C-14/83, Von Colson and Kamann v. Land Nordrhein-Westfallen [1984] ECR 1891 (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«Ηowever the Member-States’ obligation arising from a directive to achieve the result envisaged by the directive and their duty under Article 5 of the Treaty to take all appropriate measures, whether general or particular, to ensure the fulfilment of that obligation, is binding on all the authorities of Member States including, for matters withing their jurisdiction, the courts. It follows that, in applying the national law and in particular the provision of a national law specifically introduced in order to implement Directive No…., national courts are required to interpret their national law in the light of the wording and purpose of the Directive in order to achieve the result referred to in the third paragraph of Article 189

………………………………………………………………………………………………………………………………………

It is for the national court to interpret and apply the legislation adopted for the implementation of the directive in conformity with the requirements of Community law in so far as it is given discretion to do so under national law».

 

Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η ερμηνεία της εύλογης αιτίας θα πρέπει να είναι συνυφασμένη με τον σκοπό του Ευρωπαίου Νομοθέτη και αντίστοιχα η υποχρέωση του Εθνικού Δικαστή είναι να τον εντάξει στην εφαρμογή της στα πλαίσια πάντα της όποιας διακριτικής ευχέρειας του δίδει το εθνικό δίκαιο.

Επανερχόμενος στα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα υπόθεση κρίνω ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα που θα μπορούσαν οι Ενάγοντες να ερευνήσουν το κατά πόσο υπήρχε ασφαλιστική κάλυψη του οχήματος [ ] ήταν το αμέσως επόμενο του τροχαίου ατυχήματος χρονικό διάστημα και σίγουρα όχι μέχρι την 30/06/07 χρονική περίοδο. Σκοπός της Οδηγίας είναι η ταχεία παροχή πληροφοριών από το Κέντρο Πληροφοριών που αυτή επιτάσσει να δημιουργηθεί. Μάλιστα, όπως προκύπτει και από την Αστυνομική Έκθεση τεκμήριο 1 ο οδηγός του [ ] προσήχθηκε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας όπου κατηγορήθηκε και του επιβλήθηκαν ποινές, μεταξύ άλλων, για οδήγηση χωρίς ασφάλειας. Ούτε στα πλαίσια αυτά προφανώς έγινε κατορθωτό να εντοπιστεί το κατά πόσο το όχημα διέθετε ασφαλιστική κάλυψη, έστω που να μην καλύπτει τον οδηγό. Από την άλλη, η πλευρά της Εναγόμενης επιδιώκει με την Υπεράσπιση της και με τα όσα προωθεί στις γραπτές της αγορεύσεις να επικαλεστεί την πρόνοια του Νόμου για Ειδοποίηση Επιθεώρησης ζημιών, την οποία οι Ενάγοντες καλόπιστα έδωσαν στο ΤΑΜΟ και όχι σε αυτή, εκ της δικής της παράλειψης να ειδοποιήσει έγκαιρα το Κέντρο Πληροφοριών. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι η Εναγόμενη, εκ της δικής της αμέλειας να εκπληρώσει την νομική της υποχρέωση που επιτάσσει κατά τον ουσιώδη χρόνο τόσο ο Νόμος όσο και η ΚΔΠ730/2004, κωλύεται να επικαλείται την σχετική απαίτηση του άρθρου 15(1)(β)(ii) Νόμου ως προϋπόθεση για ικανοποίηση εκδοθείσας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 14 του Νόμου για ειδοποίηση επιθεώρησης ζημιάς (βλ. σχετικά και Moorgate Mercantile Co Ltd v Twitchings [1976] 2 All ER 641, στην οποία όμως κρίθηκε ότι η υποχρέωση ενημέρωσης δεν αποτελούσε νομική υποχρέωση της Ενάγουσας, σε αντίθεση με την κρινόμενη περίπτωση).

 

Οι πιο πάνω κρίσεις του Δικαστηρίου προδιαγράφουν και την επιτυχία της αξίωσης των Εναγόντων εναντίον της Εναγόμενης.

 

Ανεξαρτήτως της ανωτέρω δικαστικής κρίσης, η αξίωση στην υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγή θα ήτο επιτυχής και για ακόμη ένα λόγο. Η παράλειψη της Εναγόμενης να προβεί σε έγκαιρη ενημέρωση του Κέντρου Πληροφοριών στο ΤΟΜ και η συνεπακόλουθη αδυναμία του Ενάγοντα 1 να ενημερωθεί έγκαιρα για την ύπαρξη ασφαλιστικής κάλυψης του οχήματος [ ] ισοδυναμεί με παράβαση νομικής υποχρέωσης που επιτάσσει ο Νόμος και η ΚΔΠ730/2004. Αποτέλεσμα της παράβασης αυτής είναι η ζημιά στον Ενάγοντα 1 ίση με το ποσό της εκδοθείσας απόφασης ημερ. 14/01/15. Και εξηγώ.

 

Στην υπόθεση Kουππάρης Mιχαήλ Iωάννου ν. Oργανισμού Γεωργικής Aσφάλισης (1997) 1 ΑΑΔ 1780 λέχθηκε ότι η παράλειψη εκπλήρωσης καθήκοντος που επιβάλλει ο νόμος, αναλόγως της πρόθεσης του Νομοθέτη μπορεί να στοιχειοθετήσει το αστικό αδίκημα της παράβασης του εκ του νόμου απορρέοντος καθήκοντος σύμφωνα με το κοινό δίκαιο. Ειδικότερα όπως αναφέρθηκε:

 

«Στη Lonrho, αποφασίστηκε ότι όπου ο ίδιος ο νόμος δεν προβλέπει αγώγιμο δικαίωμα για την ανάκτηση της ζημίας η οποία προκύπτει από τη μη εκπλήρωση υποχρέωσης την οποία επιβάλλει ο νόμος αφενός, και η παράλειψη ποινικοποιείται αφετέρου, τεκμαίρεται εκ πρώτης όψεως ότι ο νόμος δεν παρέχει αστική θεραπεία. Ο κανόνας όμως υπόκειται σε δύο εξαιρέσεις.

(α)       Όπου η υποχρέωση επιβάλλεται υπέρ συγκεκριμένης τάξης ή ατόμων, παρέχεται αγώγιμο δικαίωμα σε άτομα που ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία για την ανάκτηση της ζημίας η οποία προκύπτει από την παράβαση του καθήκοντος ή της υποχρέωσης, και

(β)       Όπου ο νόμος στοιχειοθετεί δημόσιο δικαίωμα (public right), παρέχεται αγώγιμο δικαίωμα σε μέλος του δημοσίου  το οποίο υφίσταται ιδιαίτερη ζημία λόγω της παραβίασης του κοινού δικαιώματος.

Κατά πόσο συγκεκριμένος νόμος στοιχειοθετεί αγώγιμο δικαίωμα για την ανάκτηση ζημίας η οποία προκαλείται από την παράβαση νομικής υποχρέωσης, είναι τελικά θέμα ερμηνείας, όπως τονίζεται στην Peristeronopighi (ανωτέρω), με αναφορά στην απόφαση του Atkin L.J., (όπως ήταν τότε) στην Phillips v. Britannia Hygienic Laundry Co. [1923] 2 K.B. 832, 842, και ιδιαίτερα στο ακόλουθο απόσπασμα:

«Therefore the question is whether these regulations, viewed in the circumstances in which they were made and to which they relate, were intended to impose a duty which is a public duty only or whether they were intended, in addition to the public duty, to impose a duty enforceable by an individual aggrieved.»….».

 

Στην υπόθεση Eπίσημος Παραλήπτης, ως Trustee της περιουσίας του Kύπρου Kυπριανού, Πτωχεύσαντα, και Άλλοι ν. Γεώργιου Eφρέμ Δημητρίου και Άλλης (1997) 1 ΑΑΔ 336 λέχθηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με το πως καταδεικνύεται αν στην περίπτωση παράβασης νομικής υποχρέωσης υφίσταται αγώγιμο δικαίωμα προσώπου που εξ αυτού υπέστηκε ζημιά. Ειδικότερα:

 

«Είναι γεγονός πως ο νόμος δεν δίδει δικαίωμα έγερσης αγωγής για αποζημιώσεις για κάθε περίπτωση που ένα πρόσωπο υφίσταται ζημιά σαν αποτέλεσμα παράβασης θέσμιου καθήκοντος από άλλο. Όταν ο νόμος επιβάλλει τέτοιο καθήκον σε ένα άτομο, η διακρίβωση κατά πόσο δημιουργείται δικαίωμα αγωγής για αποζημιώσεις εξαρτάται από το κατά πόσο το νομοθέτημα είχε σκοπό να επιβάλει το καθήκον αυτό σαν δημόσιο καθήκον, οπότε το πρόσωπο που υπέστη τη ζημιά δεν έχει δικαίωμα αγωγής ή αν επιπρόσθετα προς το δημόσιο καθήκον υπήρχε πρόθεση να επιβάλει το καθήκον αυτό και προς όφελος του προσώπου που υπέστη τη ζημιά, οπότε δημιουργείται το δικαίωμα στο πρόσωπο αυτό να εγείρει αγωγή για αποζημιώσεις. Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να ενδιατρίψει επί του θέματος αυτού μεταξύ άλλων και στην Kythreotis v. Constantinou (1984) 1 C.L.R. 811, στην οποία γίνεται αναφορά και σε σχετικές αγγλικές αποφάσεις.».

 

Όπως εξήγησε ο Δικαστής Wright, η αγωγή για αποζημιώσεις για παράβαση θέσμιου καθήκοντος που σκοπό έχει να προστατεύσει ένα πρόσωπο είναι ειδικό δικαίωμα του κοινού δικαίου, το οποίο δεν πρέπει στην ουσία να συγχέεται με την αξίωση για αμέλεια, καθότι το θέσμιο καθήκον εκπηγάζει από τον Νόμο, αλλά η αξίωση για αποζημιώσεις από το κοινό δίκαιο, ώστε να καταστήσει αποτελεσματικό προς όφελος του ζημιωθέντος το δικαίωμα του για εκπλήρωση του θέσμιου καθήκοντος από τον εναγόμενο (βλ. London Passenger Transport Board v. Upson [1949] A.C. 155). Σε μια άλλη Αγγλική υπόθεση λέχθηκε ότι ο μοναδικός στέρεος κανόνας είναι ότι η απάντηση στο ερώτημα εξαρτάται από την συνολική θεώρηση του Νόμου και όλων των περιστάσεων συμπεριλαμβανομένου του προηγούμενου νομοθετικού καθεστώτος (βλ. Culter v. Wandsworth Stadium Ltd [1949] A.C. 398). Αυτό που χρήζει δηλαδή απάντησης είναι αν ο νομοθέτης σκοπό είχε να αποδώσει στον ζημιωθέντα αγώγιμο δικαίωμα πέραν των όσων διοικητικών και ποινικών κυρώσεων προβλέπονται σε περίπτωση παράβασης της νομικής υποχρέωσης που επιβάλλει. Σε κάποιες Αγγλικές αποφάσεις όπου ο νόμος προέβλεπε τέτοιες μόνο κυρώσεις, τα Δικαστήρια έκριναν ότι ο ζημιωθείς είχε το δικαίωμα να αξιώνει αποζημιώσεις (βλ. Groves v. Wimborne [1898] 2 Q.B. 402).

 

Στην προκείμενη περίπτωση το άρθρο 16Γ(7) του Νόμου προέβλεπε και εξακολουθεί να προβλέπει ότι, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στον Νόμο, ο Έφορος έχει εξουσία όπως επιβάλλει, «μετά από καταγγελία του Κυπριακού Κέντρου Πληροφοριών και, ανάλογα με την περίπτωση, διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρις εκατόν λιρών για κάθε ημέρα καθυστέρησης υποβολής των καθοριζόμενων με απόφαση του Υπουργού στοιχείων». Το γεγονός ότι αυτή είναι μόνο η συνέπεια που προβλέφθηκε στον Νόμο για την παράλειψη της όποιας ασφαλιστικής εταιρείας να υποβάλει στο Κέντρο Πληροφοριών τις λεπτομέρειες των ασφαλιστηρίων συμβολαίων εντός της ταχθείσας προθεσμίας που καθορίζεται στην ΚΔΠ730/2004 καθ’ εξουσιοδότηση του Νόμου (σήμερα ρητώς στον Νόμο) θεωρώ ότι σκοπός του Νομοθέτη όπως αποτυπώνεται και καταγράφεται στο προοίμιο της 4ης Οδηγίας ασφαλίσεως οχημάτων ήταν η δημιουργία του Κέντρου Πληροφοριών, ώστε οι ζημιωθέντες να τυγχάνουν μέσω της απαραίτητης πληροφόρησης μέσω αυτών αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων τους προφανώς αποτεινόμενοι στο ασφαλιστή του οχήματος και προς αποτροπή γεγονότων ως αυτά που προέκυψαν από τα ευρήματα του Δικαστηρίου στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή.

 

Οι υποχρεώσεις που εκπηγάζουν από τον Νόμο ως καθορίζουσες θέσμια καθήκοντα με συνεπακόλουθο δικαίωμα για αποζημιώσεις σε περίπτωση παράβασης τους από πρόσωπα που έχουν υποστεί ζημιά έχουν αναγνωριστεί και σε άλλες Αγγλικές αποφάσεις υπό το πεδίο παρόμοιων νομοθετικών προνοιών. Αυτά παρά την θεσμοθέτηση ποινικών ή άλλων κυρώσεων σε βάρος του παραβάτη. Ειδικότερα, στην Monk v Warbey [1935] 1 KB 75 αποφασίστηκε ότι ο ιδιοκτήτης μηχανοκινήτου οχήματος, ο οποίος κατά παράβαση του σημερινού άρθρου 143 της RTA88 επιτρέπει σε τρίτο να χρησιμοποιήσει το όχημα του χωρίς να καλύπτεται από ασφαλιστήριο συμβόλαιο υπέχει ευθύνη προς αποζημίωση του προσώπου που τραυματίστηκε εκ της αμέλειας του τρίτου αυτού προσώπου. Όπως λέχθηκε, ο σκοπός και το πεδίο εφαρμογής του νόμου καταδεικνύουν ότι οι κυρώσεις που θεσπίζει δεν σκοπείται να αποτελέσουν την μοναδική θεραπεία για την παράβαση του θέσμιου καθήκοντος του ιδιοκτήτη. Στην Αγγλική υπόθεση Norman v. Aziz [2000] Lloyds Rep. I.R. 52 η αρχή αυτή επιβεβαιώθηκε σε σχέση με την RTA88, ανεξάρτητα της ύπαρξης συμφωνίας του Motor Insurers Bureau (MIB) για τους ανασφάλιστους οδηγούς και της σχετικής Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Ως εκ τούτου, ακόμη και αν το Δικαστήριο δεν διατύπωνε την κρίση που παρατίθεται ανωτέρω, ήτοι ότι η Εναγόμενη θα πρέπει να ικανοποιήσει την απόφαση ημερ. 14/01/15 δυνάμει του άρθρου 14 του Νόμου, το ίδιο ποσό ως η προκαλούμενη ζημιά θα μπορούσε να ανακτηθεί ως αποζημίωση για την παράβαση της εκ του Νόμου και ΚΔΠ730/2004 νομικής υποχρέωσης για ειδοποίηση στο Κέντρο Πληροφοριών εκ μέρους της Εναγόμενης. Τα όσα δικογραφούνται στην ΤΕΑ ως το πραγματικό υπόβαθρο γεγονότων ως έχουν αποδειχθεί κατά την ακροαματική διαδικασία σύμφωνα και με τα ευρήματα του Δικαστήριου κρίνονται ως επαρκή για να αποδοθεί η εν λόγω θεραπεία (βλ. Kennedy Hotels Ltd v. Haig Indjirdjian (1992) 1 Α.Α.Δ. 400).

 

Κατάληξη:-

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω εκδίδεται απόφαση υπέρ Εναγόντων εναντίον Εναγόμενης για το ποσό των €22.591,58 πλέον τόκο προς 8% ετησίως από 14/07/08, τόκο προς 5% ετησίως από 15/10/08-31/12/14 και τόκο προς 4% από 01/01/15 μέχρι εξοφλήσεως πλέον €4,358- και €256.50 πλέον τόκο προς 8% ετησίως από 14/07/08-14/10/08, τόκο προς 5% ετησίως από 15/10/08-31/12/14 και τόκο προς 4% από 01/01/15 μέχρι εξοφλήσεως πλέον €42-, πλέον ο σχετικός Φ.Π.Α. επί ποσού €4,358-. Επιδικάζονται δικηγορικά έξοδα υπέρ Εναγόντων και εναντίον Εναγόμενης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

(Υπ.)...............................

                                                                                                   Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο