ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 6626/2012

Μεταξύ:

Cyprus Import Corporation (HE 463)

Ενάγουσα

-και-

TOP MIX CONCRETE LTD (HE 120878)

Εναγόμενη

Αναφορικά με τον περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο Κεφ. 62 και Αναφορικά με τον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6 άρθρα 2, 10, 12-13, 16-21, 82-90, 91Α-91Δ και 92

-και-

Αναφορικά με την Αίτηση της Cyprus Import Corporation

Αιτήτρια

-και-

1.  TOP MIX CONCRETE LTD (HE120878) μέσω του Επίσημου Παραλήπτη ως Εκκαθαριστή αυτής και/ή μέσω του Κρις Ιακωβίδη ως Παραλήπτη/Διαχειριστή

    2.   Μ.Σ.(ΣΚΥΡΑ) ΒΑΣΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ (ΗΕ43901)

Καθ’ ων η Αίτηση

--------------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση ημερ. 19/10/2020 για ακύρωση δόλιας μεταβίβασης

Ημερομηνία: 30/05/2024

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα/Αιτήτρια: κ. Αγγελίδης για κ.κ. Π. Αγγελίδης & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

Για την Καθ’ ης η Αίτηση 2: κ. Σάββα για κ.κ. Παπαντωνίου & Παπαντωνίου Δ.Ε.Π.Ε.

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η  Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Σύμφωνα με τα αναντίλεκτα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εκδόθηκε απόφαση ημερ. 13/11/2014 υπέρ της Ενάγουσας/Αιτήτριας εναντίον της Εναγόμενης για ποσό €88.694,85 πλέον τόκους ως το τεκμήριο 4 της υπό κρίση αίτησης. Εκ του περιεχομένου του φακέλου του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η απόφαση εναντίον της Εναγόμενης εκδόθηκε μετά που η αγωγή ορίστηκε για απόδειξη, αφού είχε ζητηθεί και ληφθεί άδεια να αποσυρθούν οι δικηγόροι της στις 24/09/2014. Το ποσό της απόφασης δεν έχει μέχρι σήμερα εξοφληθεί.

 

Με την υπό κρίση αίτηση η Ενάγουσα/Αιτήτρια αξιώνει διάταγμα Δικαστηρίου που να ακυρώνει την μεταβίβαση των οχημάτων υπ’ αριθμών εγγραφής [ ], [ ], [ ], [ ], [ ] και [ ] που διενεργήθηκε στις 27/03/2012 από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 ως δόλια μεταβίβαση με σκοπό να παρεμποδίσει την Ενάγουσα/Αιτήτρια να ικανοποιήσει το εξ αποφάσεως χρέος της. Με την γραπτή της αγόρευση η Ενάγουσα/Αιτήτρια απέσυρε το αιτητικό που αφορά το όχημα [ ].

 

H υπό κρίση αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων στον περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο Κεφ. 62 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 6 άρθρα 2, 10, 12-13, 16-21, 82-90, 91Α-91Δ και 92.

 

Η συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Θεόδωρου Δημητρίου ημερ. 11/01/2023 που καταχωρήθηκε εξ συμφώνου με ταυτόσημο περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του κ. Κυριάκου Βαρνάβα ημερ. 19/10/2020 αναφέρει ότι από τον Ιανουάριο του έτους 2018 είναι οικονομικός διευθυντής της Ενάγουσας/Αιτήτριας. Αναφέρεται στις εργασίες που παρασχέθηκαν από την Ενάγουσα/Αιτήτρια στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 την περίοδο από 01/09/2010 ως και την 09/12/2011, ήτοι συντηρήσεις οχημάτων, επιδιορθώσεις και αντικατάσταση εξαρτημάτων, καθώς και στο υπόλοιπο ποσό του χρέους που επικυρώθηκε από την Ενάγουσα/Αιτήτρια σε επιστολή ημερ. 31/12/2011 που της απέστειλε η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 για να υπογραφεί και να επιστραφεί στους ελεγκτές της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ως το τεκμήριο 2 που παραθέτει. Όπως ορκίζεται ο κ. Δημητρίου, η παράλειψη της Εναγόμενης να εξοφλήσει το υπόλοιπο του λογαριασμού οδήγησε στην καταχώρηση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και στην έκδοση της απόφασης ημερ. 13/11/2014. Το χρέος μέχρι σήμερα δεν έχει εξοφληθεί. Όπως ορκίζεται, στις 20/12/2013 η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 τέθηκε υπό καθεστώς εκκαθάρισης και ο Επίσημος Παραλήπτης διορίστηκε ως εκκαθαριστής της με σχετικό διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, αντίγραφο του οποίου παραθέτει ως τεκμήριο 6. Στις 23/06/2020 η Ενάγουσα/Αιτήτρια εξασφάλισε άδεια συνέχισης της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής με την λήψη μέτρων εκτέλεσης εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και/ή την καταχώρηση αίτησης για δόλια μεταβίβαση. Αντίγραφο του εν λόγω διατάγματος παραθέτει ως τεκμήριο 7. Όπως προβάλλει, η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 μεταβίβασε τα οχήματα στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 με σκοπό να καταδολιεύσει τους πιστωτές και συγκεκριμένα την Ενάγουσα/Αιτήτρια, ώστε να αποφύγει να πληρώσει το επίδικο χρέος, το οποίο ήταν σε γνώση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ως προκύπτει από το γεγονός της επιστολής/βεβαίωσης ημερ. 31/12/2011. Οι δε μεταβιβάσεις των οχημάτων, όπως προβάλλει ο κ. Δημητρίου έλαβαν χώρα στις 27/03/2012 (του οχήματος ΚPN218 στις 25/06/2012) και παραθέτει ως τεκμήρια 7-12 αντίγραφα των σχετικών μεταβιβάσεων από έρευνα στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών (ΤΟΜ), καθώς και αντίγραφα των σχετικών τιμολογίων αγοράς τους από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 2 ως τεκμήρια 13-16 κάποιων εξ αυτών. Εν συνεχεία προβάλλει τον ισχυρισμό ότι οι κ. Φ.Σ. και Ι.Σ. απόκτησαν μετοχές στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 από τις 03/08/2001 μέχρι και τις 27/12/2007 και ακολούθως τις μεταβίβασαν στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 και ότι κατά τον χρόνο της μεταβίβασης των οχημάτων ήταν ιδρυτικά μέλη και μέτοχοι και στην Καθ’ ης η Αίτηση 2, όπως και διευθυντές τόσο στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 όσο και στην Καθ’ ης η Αίτηση 2. Για τον Μ.Σ. υποστηρίζει ότι απόκτησε μετοχές στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 από τις 03/08/2001 μέχρι και τις 27/12/2007 και ακολούθως τις μεταβίβασε στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 και ότι ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Καθ’ ης η Αίτηση 2 και κατείχε σε αυτή μετοχές μέχρι και τις 01/01/2008 όταν και μεταβίβασε τις μετοχές του στους Φ.Σ και Ι.Σ. Επίσης προβάλλει ότι από τις 16/07/2001 μέχρι και τις 27/02/2004 ήταν διευθυντής στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και κατά τον επίδικο χρόνο διευθυντής στην Καθ’ ης η Αίτηση 2. Περί τούτου παραθέτει σειρά τεκμηρίων σχετικά αποσπάσματα έρευνας του Γραφείου Εφόρου Εταιρειών.

 

Όπως υποστηρίζει η ΕΔ Δημητρίου οι υπό αναφορά μεταβιβάσεις έγιναν από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 εν γνώσει του χρέους από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1, καθώς και ότι οι αναφερόμενοι μέτοχοι και διευθυντές γνώριζαν ότι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ευρισκόταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας, εξ’ ου και ότι από τις 20/12/2013 τελεί υπό εκκαθάριση. Παραθέτει την αξία έκαστου οχήματος σύμφωνα με την εκτίμηση του κ. Π. Αγαθόπουλου και υποστηρίζει ότι η μεταβίβαση τους στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 θα πρέπει να ακυρωθεί. Κατά την διαδικασία της αντεξέτασης του ενόρκως δηλούντα η πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση 2 αποδέχθηκε την εκτίμηση των οχημάτων του κ. Αγαθόπουλου ως το τεκμήριο 21 της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την υπό κρίση αίτηση.

 

Η πλευρά της υπό εκκαθάριση Εναγόμενης/Καθ΄ ης η Αίτηση 1 δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία.

 

Η Καθ’ ης η Αίτηση 2 καταχώρησε Ειδοποίηση περί Πρόθεσης Ένστασης στην οποία προέβαλε, κατά κύρια αναφορά, ότι η Ενάγουσα/Αιτήτρια δεν αποτελεί πιστωτή ως τα άρθρα 2 και 3 του Κεφ. 62 και ούτε βρίσκονταν στη σκέψη των Καθ’ ων η Αίτηση 2 ως πιστωτής. Επίσης προβάλλεται ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν καλή τη πίστη και για νόμιμο και επαρκές αντάλλαγμα χωρίς πρόθεση καταδολίευσης ή παρεμπόδισης οποιωνδήποτε πιστωτών. Περαιτέρω, προβάλλεται η παρέλευση 6 και πλέον ετών από την έκδοση της απόφασης, καθώς και αδράνεια και υπέρμετρη καθυστέρηση άνευ της οποιασδήποτε δικαιολόγησης στην προώθηση του αιτήματος ως και τη μη έγερση οποιωνδήποτε μέτρων εκτέλεσης για την είσπραξη του ποσού της απόφασης από την έκδοση της μέχρι και την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης. Αποδίδεται καταχρηστικότητα και απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων, καθώς και εχθρική στάση προς την Καθ’ ης η Αίτηση 2 και άνιση μεταχείριση.

 

Στην ένορκη δήλωση του κ. Ιωάννη Σαββίδη αναπαράγονται οι ισχυρισμοί που προβάλλονται στην Ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση 2 και τονίζεται η θέση ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν καλόπιστα, νόμιμα και με επαρκές αντάλλαγμα. Ως υποστηρίζει, η Καθ’ ης η Αίτηση 2 ουδέποτε έλαβε γνώση για την έκδοση της απόφασης εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1, η οποία εκδόθηκε ερήμην της, ως και ότι η Ενάγουσα/Αιτήτρια δεν ευρισκόταν στη σκέψη της Καθ’ ης η Αίτηση 2 ως πιστωτής. Εν συνεχεία παραθέτει ότι με την ίδρυση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ήταν εκ των μετόχων της και διευθυντής και ότι από το 2008 μέτοχοι της ήσαν η Καθ’ ης η Αίτηση 2 κατά 50% και κατά 50% η εταιρεία Iacovou Brothers (Concrete) Limited (HE15311)[«η εταρεία Iacovou»]. Όπως υποστηρίζει, η οικονομική διαχείριση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 γινόταν αποκλειστικά από την εταιρεία Iacovou και το εγγεγραμμένο γραφείο της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ήταν το ίδιο με της εταιρείας αυτής. Σύμφωνα με τον κ. Σαββίδη η λογιστική διαχείριση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 γινόταν από την εταιρεία Iacovou, η οποία περί το 2010 σταμάτησε να εκδίδει επιταγές και σταμάτησε τις δραστηριότητες της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 εξαιτίας της αγοράς άλλου λατομείου από αυτή, η οποία επέφερε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των μετόχων. Κατά την δραστηριοποίηση της η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 είχε δημιουργήσει οφειλές προς την Καθ’ ης η Αίτηση 2 και την εταιρεία Iacovou και όταν οι σχέσεις των μετόχων της διαρρήχθηκαν, μετά από συνεδρία του διοικητικού της συμβουλίου, αποφασίστηκε ο διαχωρισμός των μηχανημάτων και οχημάτων της έναντι των οφειλών προς τους μετόχους της. Προς τον σκοπό απόδειξης των λεγόμενων του παραθέτει ως τεκμήρια αντίγραφο συμφωνίας ημερ. 27/03/2012 μεταξύ της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και της Καθ’ ης η Αίτηση 2 με συνημμένο παράρτημα-κατάλογο μηχανημάτων, εξοπλισμού και οχημάτων προς πώληση, καθώς και δέσμη τιμολογίων. Αντίστοιχη συμφωνία, παράρτημα και δέσμη τιμολογίων παραθέτει και σε σχέση με την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και την εταιρεία Iacovou. Στις υπό αναφορά συμφωνίες αγοράζονται τα οχήματα, μηχανήματα και εξοπλισμός της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 από την εταιρεία Iacovou και την Καθ’ ης η Αίτηση 2 με αντάλλαγμα την ανάληψη χρεών της προς τρίτους και την διαγραφή χρεών της προς τους μετόχους-αγοραστές και χρεών προς εξαρτημένες αυτών εταιρείες. Επίσης, παραθέτει μέρος των εξελεγμένων λογαριασμών της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 για τα έτη 2010 και 2011 από τα οποία προβάλλει ότι προκύπτει ξεκάθαρα πως τα χρέη προς τους μετόχους της χρονολογούνταν πολύ πριν από την οφειλή και την δικαστική απόφαση για την οποία ουδέποτε ενημερώθηκε η Καθ’ ης η Αίτηση 2, ειδικότερα δε και εκ του διορισμού του Διαχειριστή περί την 15/04/2014 ουδεμία σχέση έχουν με αυτή.

 

Όπως υποστηρίζει, η υπό κρίση αίτηση προωθείται κακόπιστα, καταχρηστικά και εκβιαστικά μόνον εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση 2 και όχι και εναντίον της εταιρείας Iacovou και τονίζει την αδράνεια που επέδειξε η Ενάγουσα/Αιτήτρια για 6 και πλέον χρόνια από την έκδοση της απόφασης. Επίσης προβάλλει ότι η υπό κρίση αίτηση δεν έχει επιδοθεί σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Η ακρόαση της υπό κρίση αίτηση διεξήχθη με την προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας από τα αρμόδια κυβερνητικά τμήματα, ήτοι του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών, του Τμήματος Οδικών Μεταφορών και της Υπηρεσίας Αφερεγγυότητας, οι οποίοι κατάθεσαν ως τεκμήρια υπό 1-15 αντίγραφα πιστοποιητικών για την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και την Καθ’ ης η Αίτηση 2, αντίγραφα του φακέλου των οχημάτων, καθώς και αντίγραφα των διαταγμάτων εκκαθάρισης, αλλαγής εκκαθαριστή, καθώς και έντυπο ΗΕ35 για τον διορισμό Παραλήπτη/Διαχειριστή στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 στις 14/04/2014. Περαιτέρω, έγινε αντεξέταση των ενόρκως δηλούντων στην υπό κρίση αίτηση και ένσταση, στην περίπτωση της Ενάγουσας/Αιτήτριας έγινε αντεξέταση του ενόρκως δηλούντος στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Ακολούθως τα μέρη παρέδωσαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις προς υποστήριξη των θέσεων τους τις οποίες μελέτησα με προσοχή, όμως δεν κρίνω σκόπιμο να προβώ σε ειδικότερη αναφορά σε αυτές.

 

Η πλευρά της Ενάγουσας/Αιτήτριας αναζητεί μια θεραπεία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3 του Κεφ. 62. Αυτό που προβάλλει είναι ότι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 προέβη εν γνώση του χρέους προς αυτή στις 27/03/2012 σε μεταβίβαση των οχημάτων στην Καθ’ ης η Αίτηση 2, ώστε να την παρεμποδίσει να προβεί στην είσπραξη του χρέους. Ενός χρέους που επιβεβαιώθηκε με την επιστολή ημερ. 31/12/2011 που ετοιμάζονται για σκοπούς ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων από τους Ελεγκτές. Το γεγονός της επιβεβαίωσης αυτής, αλλά και η συνακόλουθη έκδοση της δικαστικής απόφασης εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 δεν αμφισβητήθηκε. Ούτε και οι μεταβιβάσεις αμφισβητήθηκαν. Εκείνο που απλά αμφισβητήθηκε και προβλήθηκε είναι ότι οι μεταβιβάσεις έγιναν καλή τη πίστη και με νόμιμο και επαρκές αντάλλαγμα όπως αποτυπώνουν οι συμφωνίες με την Καθ’ ης η Αίτηση 2 και την εταιρεία Iacovou. Αυτά σύμφωνα με τα όσα προβάλλει η πλευρά της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 2.

 

Όμως υπάρχει μια σημαντική παράμετρος που το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει ως προϋπόθεση για την παροχή της θεραπείας που αξιώνει η Ενάγουσα/Αιτήτρια πριν μπει στην ουσία της παρούσας. Αυτός δεν είναι άλλος από το γεγονός της θέσης σε εκκαθάριση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1.

 

Όπως προκύπτει από το τεκμήριο 5 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του κ. Δημητρίου το Διάταγμα εκκαθάρισης της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 εκδόθηκε στις 20/12/2013 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στα πλαίσια της Αίτησης αρ. 185/13. Η απόφαση εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 εκδόθηκε στις 13/11/2014, ήτοι μετά την έκδοση του Διατάγματος εκκαθάρισης της και τον διορισμό του Επίσημου Παραλήπτη ως προσωρινού εκκαθαριστή. Εκ του φακέλου της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής προκύπτει ότι η απόφαση εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 εκδόθηκε αφού είχε ζητηθεί και ληφθεί άδεια των δικηγόρων της για να αποσυρθούν από την εκπροσώπηση της στις 24/09/2014 και κατόπιν απόδειξης της υπόθεσης εναντίον της. Εκ του τεκμηρίου 14 που κατατέθηκε στην διαδικασία της ακρόασης της υπό κρίση αίτησης προκύπτει ότι στις 28/04/2017 διορίστηκε με αίτηση του Επίσημου Παραλήπτη και Προσωρινού Εκκαθαριστή της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 ο κ. Π.Χ. ως εκκαθαριστής. Εν τω μεταξύ και μετά την έκδοση του διατάγματος εκκαθάρισης της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 εκ του τεκμηρίου 15 που κατατέθηκε στην ακροαματική διαδικασία προκύπτει ότι διορίστηκε ο κ. Κ.Ι ως Παραλήπτης/Διαχειριστής σύμφωνα με ομόλογο κυμαινόμενης επιβάρυνσης ημερ. 4/11/2002 προς όφελος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ. Εκ του φακέλου του Δικαστηρίου διαπιστώνω την επίδοση της υπό κρίση αίτησης τόσο στον Εκκαθαριστή της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1, όσο και στον Παραλήπτη/Διαχειριστή, οι οποίοι επέλεξαν να μην εμφανιστούν στην διαδικασία.

 

Με την θέση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 στο καθεστώς εκκαθάρισης και με τον διορισμό εκκαθαριστή σε αυτή τέθηκαν σε εφαρμογή οι αναγκαστικοί κανόνες του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 οι οποίοι έχουν θεσπιστεί για να διασφαλίσουν ότι όταν εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης το έργο της επίβλεψης της συλλογής και διανομής των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας εντάσσεται στο Δικαστήριο της Εκκαθάρισης και κατά συνέπεια όλες οι διαδικασίες που έχουν την οποιαδήποτε επίδραση στην εκκαθάριση της εταιρείας πρέπει να παραμείνουν υπό την επίβλεψη και έλεγχο του Δικαστηρίου αυτού (βλ. Boyd v. Lee Guinness [1963] NI 49). Υπό αυτό το νομικό πλαίσιο που τίθεται η εταιρεία όταν είναι σε εκκαθάριση ο Εκκαθαριστής επιφορτίζεται με το καθήκον της συλλογής και ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας και της αποπληρωμής των χρεών και υποχρεώσεων της και προς τον σκοπό αυτό απολαμβάνει ευρείας εξουσίας (βλ. Penninghtons Company Law, 4η έκδοση, 1979, σελ. 728). Στην υποχρεωτική εκκαθάριση οποιαδήποτε κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση που αρχίζει εναντίον της περιουσίας ή αντικειμένων της εταιρείας μετά την έναρξη της εκκαθάρισης είναι εξολοκλήρου άκυρη (άρθρο 217 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113). Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Penninghtons Company Law, ανωτέρω, σελ. 741 τέτοια εκτέλεση δύναται να επιτραπεί από το Δικαστήριο εναντίον της εταιρείας στις περιπτώσεις που δεν θα επηρεάζονταν άλλοι πιστωτές, αφού ο σκοπός είναι να μην διαταραχθεί η ίση τους μεταχείριση. Αυτά κατά αναλογία των αρχών που εφαρμόζονται στις οικειοθελείς εκκαθαρίσεις όπου το Δικαστήριο έχει την εξουσία να σταματήσει διαδικασίες εκτέλεσης όταν ο πιστωτής θα αποκτούσε πλεονέκτημα έναντι των άλλων πιστωτών (βλ. In Re Thurso New Gas Company (1889) 42 Ch. D. 486).

 

Συμφώνως με το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης καμία αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει. Τέτοια άδεια δίδεται μετά από δια κλήσεως αίτηση η οποία επιδίδεται στον Εκκαθαριστή (βλ. Western and Brazilian Telegraph Co. v. Bibby (1880) 42 L.T. 821). Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Palmers Company Law, 21η έκδοση, 1968 σελ. 768, ο σκοπός των προνοιών εκκαθάρισης είναι να θέσουν όλους τους μη εξασφαλισμένους πιστωτές επί ίσοις όροις και μεταχείρισης και ότι για να επιτευχθεί αυτό οι διαδικασίες ενάντια στην εταιρεία, ήτοι αγωγές, διαδικασίες εκτέλεσης, κατάσχεσης ή άλλες θα πρέπει να αναστέλλονται, σε αντίθετη περίπτωση αυτό θα συνεπαγόταν στο ανακάτεμα των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Σκοπός σε κάθε περίπτωση είναι να εξαναγκαστούν οι πιστωτές να προσέλθουν και να επαληθεύσουν τις απαιτήσεις τους ώστε να γίνει δίκαιη διανομή των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας (βλ. Palmers Company Law, ανωτέρω, σελ. 768) και ο στόχος του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 είναι να θέσει όλους τους μη εξασφαλισμένους πιστωτές σε καθεστώς ισότητας και να πληρωθούν pari passu (βλ. Re Oak Pitts Colliery Co. (1882) 21 Ch.D. 322 και Black & Co.’ s Case (1872) 8 Ch. App. 254). Ο σκοπός για τον οποίο παρέχεται τέτοια άδεια αφορά στην διευκόλυνση εξακρίβωσης των δικαιωμάτων του Ενάγοντα κατά τον πλέον βολικό τρόπο και σε καμία περίπτωση να του δοθεί προτεραιότητα έναντι άλλων πιστωτών και ως εκ τούτου το Δικαστήριο της Εκκαθάρισης όταν δίδει τέτοια άδεια γενικά θέτει όρο όπως ο Ενάγων αναλάβει την υποχρέωση όπως μην εκτελέσει την απόφαση ενάντια στην εταιρεία άνευ αδείας (βλ. Palmer’s Company Precedents, Part 2, Winding-up Forms and Practice, 17η έκδοση, 1960, σελ. 316). Στην Αγγλική υπόθεση Armorduct Manufacturing Co, Ltd v General Incandescent Co, Ltd [1911-13] All ER Rep 141 ο Farwell L.J. για το ζήτημα της παροχής τέτοιας άδειας, αν και η υπόθεση αφορούσε οικειοθελή εκκαθάριση, που μπορεί να εφαρμοστεί και στην υποχρεωτική εκκαθάριση κατά αναλογία, ανέφερε τα ακόλουθα (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«I know of no case in which the court will not exercise the discretion it so has in favour of a creditor who has that right and has been prevented from exercising it either by force, as in the case of Re London Cotton Co (1) or by fraud or trickery. It is said that the persons who will be really affected are the other creditors of the company. That is true, but before the liquidation of the company the rights of the other creditors were always subject to the legal right of the plaintiffs to issue execution on their judgment. They were prevented from doing this by the fraud of the company, and if the other creditors try and prevent these plaintiffs from issuing execution, they become themselves participators in the wrong. The other creditors cannot now come in and set up the rights of third parties to take advantage of the trick of the company.».

 

Στην προκείμενη περίπτωση εκ του αιτητικού της υπό κρίση αίτησης η Ενάγουσα/Αιτήτρια ζητά διάταγμα που να ακυρώνει την μεταβίβαση των οχημάτων από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 και την επανεγγραφή τους στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και ταυτόχρονα διάταγμα που να διατάσσει την κατάσχεση και πώληση τους προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους (υπό Α και Β). Τα ίδια προκύπτουν σύμφωνα με την αιτούμενη υπαλλακτική θεραπεία για έκαστο εκ των οχημάτων (υπό Γ και Δ) σύμφωνα με την διαδικασία που παρέχει το άρθρο 3 του Κεφ. 62 και το άρθρο 91Γ του Κεφ. 6. Κατά συνέπεια η θεραπεία που αξιώνεται αποτελεί την διαδικασία που δύναται να ακολουθήσει εξ αποφάσεως πιστωτής σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων που έχουν παρατεθεί, κάτι που θα ισοδυναμούσε με εκτέλεση της απόφασης ενός πιστωτή εναντίον της υπό εκκαθάριση Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1. Τόσο το άρθρο 3 του Κεφ. 62, όσο και το άρθρο 91Α

του Κεφ. 6 αναφέρονται σε παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης απόφασης από τον πιστωτή. Με την θέση της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 υπό καθεστώς υποχρεωτικής εκκαθάρισης ενεργοποιούνται όλες οι σχετικές πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 για τους σκοπούς που έχουν παρατεθεί και δεν επιτρέπεται η οποιαδήποτε ενέργεια που αφορά τα περιουσιακά στοιχεία της, εκτός εάν και υπό τις προϋποθέσεις που θα καθορίσει το Δικαστήριο της εκκαθάρισης.

 

Ακολούθως τίθενται κάποια ζητήματα τα οποία κρίνω ότι είναι καταλυτικής φύσεως, που αν και δεν έχουν τεθεί ως λόγοι έντασης θα πρέπει να εξεταστούν λαμβανομένου υπόψη και των όσων έχουν ήδη αναφερθεί. Όπως έχει αποφασιστεί, θέματα που ανάγονται στην τήρηση της δημόσιας τάξης, όπως αυτό της νομιμοποίησης της Ενάγουσας/Αιτήτριας να καταχωρίσουν και να προωθήσουν την υπό κρίση αίτηση, εξετάζονται και πρέπει να εξετάζονται από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα (ex proprio motu)[βλ. ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ ν. ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ D K INTERCITY BUSES LARNACAS LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 388/2011, 7/7/2017, ECLI:CY:AD:2017:A256].

 

Στην προκείμενη περίπτωση προκύπτει ότι η όποια άδεια συνέχισης εξασφαλίστηκε μονομερώς. Το λεκτικό του διατάγματος ημερ. 23/06/2020 δεν αφήνει την οποιαδήποτε αμφιβολία περί τούτου. Όπως έχει ήδη τονιστεί, η όποια άδεια συνέχισης δυνάμει του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 θα πρέπει να δίδεται με ειδοποίηση προς τον Εκκαθαριστή και όχι μονομερώς. Η διαπίστωση ότι δόθηκε μονομερώς και συνεπώς ότι δεν μου δίδεται η εξουσία να επιληφθώ και να αποφασίσω για την ουσία της υπό κρίση αίτησης δεν αποτελεί υποκατάσταση της υποκειμενικής κρίσης του Δικαστηρίου της Εκκαθάρισης όταν εξέδωσε το διάταγμα ημερ. 23/06/2020. Όπως λέχθηκε χαρακτηριστικά στην Πολιτική Έφεση Ε106/2022, Tricor Ltd υπό Εκκαθάριση (Δια του Εκκαθαριστή της Αθανάση Νεοφύτου) ν. Έφορος Φορολογίας – Τμήμα Φορολογίας, απόφαση ημερ. 25/04/2024 του Εφετείου Κύπρου:

 

«Εδώ, το θέμα ήταν εξόχως θεμελιακό - απτόμενο αρχών δικαίου αλλά και των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Όπως έχουμε εξηγήσει ανωτέρω, η διαδικασία έκδοσης άδειας για καταχώριση ποινικής υπόθεσης εναντίον της εφεσειούσας έπρεπε απαρεγκλίτως να επιδοθεί στον εκκαθαριστή (είτε πριν την παραχώρηση της άδειας είτε μετά σε περίπτωση που το διάταγμα ήταν επείγον), ώστε να διασφαλιζόταν το δικαίωμα του να ακουστεί προτού οριστικοποιηθεί  η εν λόγω άδεια. Ο εκκαθαριστής, επαναλαμβάνουμε, για κάθε νόμιμη διαδικασία, εκπροσωπεί τα συμφέροντα του συνόλου των πιστωτών, όχι μόνο του πιστωτή που αποτείνεται για την άδεια.

 

Το Δικαστήριο που παραχώρησε την άδεια, δεν είχε, υπό τις περιστάσεις, τη διακριτική ευχέρεια να το πράξει, ούτε ήταν ζήτημα δικαστικής κρίσης η παραχώρηση τέτοιας άδειας, μονομερώς.».

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας το περιεχόμενο του τεκμηρίου 6, ήτοι του διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερ. 23/06/2020, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια μονομερούς αίτησης της Ενάγουσας/Αιτήτριας διαπιστώνω ότι δίδει άδεια για συνέχιση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής εναντίον της Εναγόμενης 1/Καθ’ ης η Αίτηση, καθώς και άδεια συνέχισης με «την λήψη μέτρων εκτέλεσης εναντίον της Εταιρείας TOP MIX CONCRETE LIMITED HE120878 και/ή την καταχώρηση Αίτησης για δόλια μεταβίβαση». Καμία άλλη διαταγή, όρο ή αναφορά δεν γίνεται στο Διάταγμα. Ούτε και γίνεται η οποιαδήποτε αναφορά σε άδεια για συγκεκριμένη διαδικασία, ήτοι για την διαδικασία που αφορά το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης πέραν της αναφοράς σε καταχώρηση αίτησης για δόλια μεταβίβαση. Εκ του φακέλου του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η απόφαση ημερ. 13/11/2014 εκδόθηκε σχεδόν 1 έτος μετά που η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση 1 τέθηκε υπό καθεστώς εκκαθάρισης. Στο διάταγμα που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας ημερ. 23/06/2020 ουδεμία αναφορά γίνεται στην απόφαση ημερ. 13/11/2014, το οποίο εκδόθηκε πέραν των 5 ετών από την απόφαση ημερ. 13/11/2014. Στην υπόθεση Re National Employers Mutual General Insurance Association [1995] 1 BCLC 232 λέχθηκε ότι άδεια δεν δύναται να ληφθεί αναδρομικά για διαδικασίες εναντίον εταιρείας που ξεκίνησαν όταν αυτή ευρισκόταν υπό εκκαθάριση και ότι στην περίπτωση αυτή υπάρχει ακυρότητα που δεν δύναται να θεραπευτεί με άδεια του Δικαστηρίου. Το ζήτημα δεν έχει ξεκαθαρίσει στην Αγγλία σε επίπεδο Εφετείου, καθότι έχουν εκδοθεί και αντίθετες με αυτή αποφάσεις. Χαρακτηριστική είναι η ίδια προσέγγιση στην Re Taylor (a bankrupt), Davenham Trust plc (t/a Booker Montagu Leasing) v. CV Distribution (UK) Ltd and another [2007] 3 ALL ER 638 και αντίθετη στην Re Saunders (A Bankrupt) [1997] 3 All ER 992 και σε άλλες.

 

Όπως έχω ήδη επισημάνει, το διάταγμα ημερ. 23/06/2020 δεν παρέχει συγκεκριμένη άδεια για έγερση της συγκεκριμένης διαδικασίας που αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης. Ούτε έχει τεθεί υπόψη μου οτιδήποτε περαιτέρω σε σχέση με το τι ετέθη υπόψη του Δικαστηρίου της Εκκαθάρισης για να εκδώσει το διάταγμα ημερ. 23/06/2020. Στον Palmers Company Precedents, Part 2, Winding-up Forms and Practice, σελ.320-321 και ειδικότερα στους τύπους 342 επ. γίνεται εξειδικευμένη αναφορά στην παρασχεθείσα άδεια και συγκεκριμένο σκοπό. Το παρόν Δικαστήριο εκ της απαγόρευσης του άρθρου 220 και προς τους σκοπούς ανάληψης δικαιοδοσίας θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι έχει την εξουσία να το πράξει με την όποια άδεια παρείχε το Δικαστήριο της εκκαθάρισης. Κάτι τέτοιο δεν είναι σαφές εκ των όσων λόγων έχουν παρατεθεί ανωτέρω. Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση απλά αναφέρεται στην εξασφάλιση του εν λόγω διατάγματος κατόπιν σχετικής αιτήσεως. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν τέθηκε ως λόγος ένστασης ή το ότι ουδείς άλλος εμφανίστηκε στη διαδικασία για να εγείρει το ζήτημα και ειδικότερα ο Εκκαθαριστής της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 είναι ζήτημα που άπτεται της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Η πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση 2 προβάλλει την θέση ότι τέτοια διαδικασία δεν προωθείται και για την εταιρεία Iacovou, με την πλευρά της Ενάγουσας/Αιτήτριας να υποστηρίζει ότι δεν είχε τέτοια υποχρέωση να το πράξει ωσάν να αποφασίζει η ίδια για τις όποιες αξιώσεις μπορούν να προωθούνται σε σχέση με τα όσα μπορεί ενδεχόμενα να προωθήσει εντός των εξουσιών του ο εκκαθαριστής της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1. Ούτε μου παρέθεσε το τι έπραξε η πλευρά της Ενάγουσας/Αιτήτριας σε σχέση με την απαίτηση της προς τον Εκκαθαριστή της από την ημερομηνία που έλαβε γνώση της εκκαθάρισης της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1 και γιατί προωθεί τέτοια αίτηση μετά από περίοδο σχεδόν 7 ετών από την έναρξη της εκκαθάρισης. Ούτε και μου παρατέθηκε το πότε έλαβε γνώση για τις αιτούμενες προς ακύρωση μεταβιβάσεις. Στην ουσία επιχειρούν να ακυρώσουν τις μεταβιβάσεις των οχημάτων μόνο προς την Καθ’ ης η Αίτηση 2 και όχι προς την εταιρεία Iacovou, ζήτημα που δεν φάνηκε να αμφισβητούν, για να ικανοποιήσουν την απαίτηση τους, χωρίς να καταδεικνύουν το ποια συγκεκριμένα άδεια και τις προϋποθέσεις υπό την οποία αυτή εξασφαλίστηκε. Αυτό κρίνω ότι μου αφαιρεί την όποια εξουσία να αναλάβω δικαιοδοσία στην υπό κρίση αίτηση κατ’ εξαίρεση των προνοιών του άρθρου 220 του Κεφ. 113.  

 

Ανεξαρτήτως των όσων έχουν ήδη αναφερθεί, η προσοχή του Δικαστηρίου εστιάστηκε και σε ένα άλλο ζήτημα που δεν εγέρθηκε στην ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση 2, που όμως κρίνεται και πάλι δυνατή η αυτεπάγγελτη του εξέταση. Εκ του περιεχομένου του φακέλου, δεν προκύπτει ότι οποτεδήποτε ζητήθηκε και εξασφαλίστηκε διάταγμα για τροποποίηση δυνάμει του άρθρου 12 θ.4 των Θ.Π.Δ. Ο υπό αναφορά θεσμός προβλέπει ως εξής:

 

«Where by reason of death, bankruptcy, or any other event occurring after the commencement of a cause or matter, and causing a change or transmission of interest or liability, or by reason of any person interested coming into existence after the commencement of the cause or matter, it becomes necessary or desirable that any person not already a party should be made a party, or that any person already a party should be made a party in another capacity, an order that the proceedings shall be carried on between the continuing parties, and such new party or parties, may be obtained ex parte on application to the Court or a Judge, upon an allegation of such change, or transmission of interest or liability, or of any such person interested having come into existence.».

 

Όπως έχει κριθεί τέτοια τροποποίηση είναι αναγκαία να γίνει, δεδομένης της πρόνοιας στη Δ.12 κ.4 και ότι η εν λόγω πρόνοιαπροβλέπει για την αναγκαιότητα τροποποίησης της ιδιότητας διάδικου, όταν έχει επέλθει αλλαγή σε αυτή, μετά την καταχώρηση της αγωγής (βλ. TRICOR LTD ΥΠΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ (ΔΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΗ ΝΕΟΦΥΤΟΥ) v. EUROBANK CYPRUS LTD (ΠΡΩΗΝ EUROBANK EFG CYPRUS LTD), Πολ. Έφεση αρ. E66/2020, ημερ. 12/1/2023), ECLI:CY:AD:2023:A2.

 

Περαιτέρω, στην ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ ν. ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ D K INTERCITY BUSES LARNACAS LTD κ.α., ανωτέρω, λέχθηκε ότι προκύπτει με σαφήνεια από τη νομολογία ότι οι πρόνοιες της Δ.12 των Θ.Π.Δ. δεν καθίστανται ανενεργές στις περιπτώσεις που υπάρχει τελεσίδικη απόφαση.          

 

Ειδικότερα, στην υπό κρίση περίπτωση παρατηρώ εκ του τίτλου της υπό κρίση αίτησης ότι γίνεται αναφορά χωρίς την εξασφάλιση σχετικού διατάγματος τροποποίησης στο όνομα του Επίσημου Παραλήπτη ως εκκαθαριστή. Στο τεκμήριο 14 που κατατέθηκε στη διαδικασία προκύπτει ότι ο Επίσημος Παραλήπτης δεν ήταν κατά τον επίδικο χρόνο της καταχώρησης ο εκκαθαριστής της Εναγόμενης/Καθ’ ης η Αίτηση 1, αλλά αντικαταστάθηκε με το διάταγμα ημερ. 28/04/2017 με το όνομα του κ. Χριστοδούλου. Στην TRICOR LTD ΥΠΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ (ΔΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΗ ΝΕΟΦΥΤΟΥ) v. EUROBANK CYPRUS LTD (ΠΡΩΗΝ EUROBANK EFG CYPRUS LTD), ανωτέρω, λέχθηκαν τα εξής:

 

«Η πρόνοια, στην παράγραφο (στ) του άρθρου 228 δεν αφήνει αμφιβολία, ότι το όνομα του εκκαθαριστή μιας εταιρείας, πρέπει να αποτελεί μέρος του ονόματος της, στον τίτλο αγωγής, εφόσον αυτή τεθεί υπό εκκαθάριση.  Όπως, ρητώς, προβλέπεται σε αυτήν, όταν εκκαθαριστής είναι ο επίσημος παραλήπτης, αυτός αναφέρεται «με τον τίτλο 'ο επίσημος παραλήπτης και εκκαθαριστής', της συγκεκριμένης εταιρείας σχετικά με την οποία διορίστηκε και όχι με το όνομα του».  Όταν, όμως, τη θέση του εκκαθαριστή κατέχει άλλο πρόσωπο, αυτό περιγράφεται με τον τίτλο «ο εκκαθαριστής».  Σε αντιδιαστολή με ό,τι προβλέπεται στην περίπτωση του επίσημου παραλήπτη, δεν αποκλείεται η αναφορά στο όνομα του προσώπου που κατέχει τη θέση του εκκαθαριστή. Είναι τούτο λογικό, ώστε ο κάθε ένας που εμπλέκεται στα της εταιρείας, περιλαμβανομένου του Δικαστηρίου, να γνωρίζει, συγκεκριμένα, ποιο είναι το πρόσωπο που την εκπροσωπεί από τη θέση του εκκαθαριστή.».

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν παραβλέπω ότι εκ του τεκμηρίου 15 που κατατέθηκε στη διαδικασία και δεν αμφισβητήθηκε στις 14/04/2014 διορίστηκε ως Παραλήπτης/Διαχειριστής ο κ. Κ.Ι. επί ολόκληρης της περιουσίας της εταιρείας από πιστωτή συμφώνως του ομολόγου κυμαινόμενης επιβάρυνσης ημερ. 4/11/2002. Πιστωτής δύναται να διορίσει παραλήπτη συμφώνως της επιβάρυνσης που κατέχει είτε πριν είτε μετά τον διορισμό εκκαθαριστή (βλ. Re Henry Pound, Son & Hutchins (1889) 42 Ch D 402). Η εκκαθάριση αποστερεί την δυνατότητα του παραλήπτη να διεξάγει τις εργασίες της εταιρείας και να την δεσμεύει σε συμβάσεις, όμως δεν επηρεάζει το δικαίωμα διορισμού παραλήπτη ή το δικαίωμα του παραλήπτη να λάβει κατοχή και να πωλήσει τα επιβαρυμένα περιουσιακά στοιχεία (βλ. Re Henry Pound, Son & Hutchins, ανωτέρω). Το δικαίωμα του παραλήπτη να λάβει κατοχή και έλεγχο υπερτερεί και λαμβάνει προτεραιότητα έναντι του εκ του Νόμου δικαιώματος και καθήκοντος του εκκαθαριστή να λάβει κατοχή και έλεγχο (βλ. Re Landmark Corpn Ltd (in liquidation) [1968] 1NSWR 705).

 

Η παράλειψη τέτοιας τροποποίησης παρά την παράθεση στον τίτλο της υπό κρίση αίτηση μιας τέτοιας αφοράς την καθιστά αφ’ εαυτής θνησιγενή και έκθετη σε απόρριψη.

 

Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω η υπό κρίση αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση 2 εναντίον της Ενάγουσας/Αιτήτριας όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(υπ.)………………………………………..

Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

 

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο