ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: Χ-Μ Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 3711/15

Μεταξύ:

ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (ΣΚΑΛΙΩΤΗΣ) ΛΤΔ, Αγίου Ιλαρίωνος, Λευκωσία

Ενάγουσα

-και-

 

                          1. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΕΤΣΑ, c/o Χονδρική Αγορά, Λευκωσία

                          2. ΚΩΣΤΑΣ ΣΜΥΡΝΙΟΣ, Λεωφόρος Ιφιγενείας, Λευκωσία

Εναγόμενοι

--------------------------------------------------------------------------------------------------

Ημερομηνία: 31/05/2024

Εμφανίσεις:

Για Ενάγουσα: κ. Δ. Παυλίδης για κ.κ. Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενο 2: κ. Σ. Φλουρέντζος για κ.κ. Κώστας Π. Δημητριάδης Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η αξίωση της Ενάγουσας εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2 αφορά σε ποσό €51.110,38 πλέον νόμιμο τόκο ως υπόλοιπο λογαριασμού και/ή παραδεδεγμένου λογαριασμού και/ή γραπτής αναγνώρισης χρέους. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα της Ενάγουσας ασχολείται με την εμπορία φθαρτών και φρούτων στην Χονδρική Αγορά στη Λευκωσία και κατά τον ουσιώδη χρόνο οι Εναγόμενοι 1 και 2 ήταν πελάτες της, με τους οποίους περί την 1/01/2013 συμφώνησε την πώληση και προμήθεια εμπορευμάτων έναντι εύλογου ανταλλάγματος, κάτι που έγινε από την 01/01/2013 μέχρι την 01/07/2014. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση Απαίτησης, ο λογαριασμός που τηρείτο με τις σχετικές χρεοπιστώσεις στις 03/07/2014 παρουσίαζε χρωστικό υπόλοιπο το αξιούμενο ποσό, το οποίο παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της Ενάγουσας δεν έχει εξοφληθεί.

 

Εκ του φακέλου του Δικαστηρίου προκύπτει ότι στις 23/11/2015 εκδόθηκε απόφαση υπέρ της Ενάγουσας εναντίον του Εναγόμενου 1 για το αξιούμενο ποσό εκ της παράλειψης του να καταχωρήσει εμφάνιση στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή. Ως εκ τούτου η δικαστική διαδικασία συνέχισε να προωθείται εναντίον του Εναγόμενου 2, ο οποίος καταχώρησε Υπεράσπιση.

 

Στην Υπεράσπιση Εναγόμενου 2 γίνεται άρνηση των ισχυρισμών της Έκθεσης Απαίτησης. Ειδικότερα, όπως προβάλλει ο Εναγόμενος 2, κατά τον ουσιώδη χρόνο εργαζόταν στην εταιρεία «Κώστας Σμυρνιός Home Kiosk Ltd», η οποία διατηρούσε φρουταρία στη Λευκωσία. Αξιωματούχος της υπό αναφορά εταιρείας ήταν ο Εναγόμενος 2, ενώ ο Εναγόμενος 1 ουδεμία ιδιότητα μετόχου ή διευθυντή έχει στην εταιρεία, αλλά η εταιρεία έχει αγοράσει προϊόντα από τον Εναγόμενο 1. Όπως ισχυρίζεται ο Εναγόμενος 2, δεν συμβαλλόταν προσωπικά με τον Εναγόμενο 1, αλλά ως υπάλληλος και διευθυντής της εταιρείας, στην οποία ο Εναγόμενος 1 πωλούσε προϊόντα, τα οποία αγόραζε από διάφορα πρόσωπα ενδεχομένως και από την Ενάγουσα. Αρνείται ρητώς ότι συμβλήθηκε οποτεδήποτε με την Ενάγουσα προσωπικά από μόνος του ή μαζί με τον Εναγόμενο 1, όπως και ότι η εταιρεία ουδέποτε συμβλήθηκε με τον Εναγόμενο 1 ή ότι ο ίδιος ή η εταιρεία αγόρασε οποτεδήποτε ή παρέλαβε φρούτα και φθαρτά από την Ενάγουσα ή ότι υπήρξαν συνεργάτες. Αντιθέτως, ισχυρίζεται ότι είναι η εταιρεία που πλήρωνε τον Εναγόμενο 1 για προϊόντα που αγόραζε από αυτόν.  Αρνείται την ύπαρξη οφειλής προς την Ενάγουσα.

 

Απαντώντας στην Υπεράσπιση Εναγόμενου 2, πέραν της επανάληψης των θέσεων της Έκθεσης Απαίτησης, η Ενάγουσα εμμένει ότι ο Εναγόμενος 2 αγόραζε προϊόντα από την Ενάγουσα και ότι η εταιρεία ουδεμία σχέση έχει με την παρούσα αγωγή.

 

Η σύντομη ακροαματική διαδικασία διεξήχθη με την προσκόμιση της μαρτυρίας του διευθυντή της Ενάγουσας κ. Κ. Κωνσταντίνου (ΜΕ) και του Εναγόμενου 2 (ΜΥ). Ακολουθεί συνοπτικά η μαρτυρία τους.

 

Ο ΜΕ στην γραπτή του δήλωση που κατατέθηκε ως Έγγραφο Α’ επανέλαβε τα όσα δικογραφεί στην Έκθεση Απαίτησης της η Ενάγουσα αναφορικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες συμφωνήθηκε η προμήθεια φθαρτών και φρούτων με τους Εναγόμενους 1 και 2 την περίοδο 01/01/2013 μέχρι την 01/07/2014, για την κατάσταση λογαριασμού επ’ ονόματι των Εναγόμενων 1 και 2 στον οποίο γίνονταν διάφορες χρεοπιστώσεις και για το χρεωστικό υπόλοιπο που αυτός παρουσίαζε στις 03/07/2014 μετά που οι Εναγόμενοι 1 και 2 σταμάτησαν να προβαίνουν στις αγορές των εμπορευμάτων. Όπως εξηγεί, το υπόλοιπο παραμένει απλήρωτο και κάνει αναφορά στην έκδοση της απόφασης ημερ. 23/01/2015, την οποία παραθέτει ως τεκμήριο 1, καθώς και στην έκδοση διατάγματος μηνιαίων δόσεων εναντίον του Εναγόμενου 1 για ποσό €100- από 01/01/2017, ο οποίος όμως δεν έχει καταβάλει οτιδήποτε.

 

Ο ΜΕ σε συνέχεια της κυρίως του εξέτασης κατέθεσε ως τεκμήριο 2 κατάσταση λογαριασμού που τηρεί η Ενάγουσα στο όνομα των Εναγόμενων 1 και 2 που υπέδειξε ως χρεώστες, περιόδου από 01/01/2013 μέχρι 24/07/2014 στην οποία γίνεται αναφορά σε χρεοπιστώσεις και τελικό χρεωστικό υπόλοιπο το αξιούμενο ποσό. Όπως εξήγησε, οι πληρωμές των φρούτων και λαχανικών γίνονταν από τον Εναγόμενο 2 στο μαγαζί του ή κατευθείαν στο δικό του μέσω του Εναγόμενου 1. Τα προϊόντα δήλωσε ότι τα παραλάμβανε ένας εκ των Εναγόμενων 1 ή 2. Η Ενάγουσα ουδέποτε παρέδωσε εμπορεύματα σε οποιαδήποτε εταιρεία όπως την επικαλείται ο Εναγόμενος 2. Όταν παρέδιδε αυτός που παραλάμβανε τα εμπορεύματα υπέγραφε το τιμολόγιο ότι παραλάμβανε. Στην υπόδειξη της θέσης του Εναγόμενου 2 ότι ουδέποτε συμβλήθηκε με την Ενάγουσα απάντησε ότι διαφωνούσε προσθέτοντας ότι και στο μαγαζί του πήγε και του έδωσε ο ίδιος χρήματα έναντι αποδείξεως. Τα χρήματα του τα έδωσε, όπως εξήγησε, προσωπικά βάσει των τιμολογίων που εξέδιδε ο ίδιος ο ΜΕ.

 

Αντεξεταζόμενος ο ΜΕ υποστήριξε τα εξής:

 

·         Ότι τον Εναγόμενο 2 τον γνωρίζει και ότι τον είδε πάρα πολλές φορές.

·         Ότι τον Εναγόμενο 1 τον γνωρίζει από την Χονδρική Αγορά, όπου εργάζεται ακόμη και τώρα.

·         Ότι δεν έχει εισπράξει οτιδήποτε εκ του οφειλόμενου ποσού από οποιονδήποτε εκ των Εναγόμενων 1 και 2.

·         Ότι ο Εναγόμενος 2 είχε φρουταρία που την μετέτρεψε σε περίπτερο και μετά ξανά σε φρουταρία μαζί με τον Εναγόμενο 1.

·         Στην υπόδειξη ότι ο Εναγόμενος 1 αγόραζε φθαρτά και φρούτα που τα πωλούσε σε τρίτους απάντησε ότι οι Εναγόμενοι τον διέταξαν όταν πήγαν να συμφωνήσουν να εκδίδεται το τιμολόγιο στο όνομα τους όπως και γινόταν. Δεν μπορούσε να γνωρίζει τι έκανε ο Εναγόμενος 1.

·         Ότι η συμφωνία έγινε προφορικά αρχές του 2013 και μετά από λίγες μέρες άρχισε να παραδίδει, δεν θυμόταν όμως πότε ακριβώς χωρίς να συμβουλευτεί το φάιλ των τιμολογίων του.

·         Ότι πάντοτε εξέδιδε τιμολόγια για να ξέρει τα υπόλοιπα και το τι παραλαμβάνουν, αφού πρώτα έλεγχαν τα εμπορεύματα και μετά γινόταν η φόρτωση.

·         Ότι μετά την πρώτη εβδομάδα εκτέλεσε την πρώτη παραγγελία και το τιμολόγιο εκδόθηκε αυθημερόν με την παραλαβή γιατί οι τιμές αλλάζουν συνεχώς.

·         Ότι όσες φορές πλήρωνε ο Εναγόμενος 2 προσωπικά πήγαινε στο μαγαζί του, όπου του έδινε τα χρήματα και του έπαιρνε απόδειξη ότι παραλάμβανε τα χρήματα.

·         Ότι έκδιδε ο ίδιος ο Εναγόμενος 2 απόδειξη δια χειρός ότι του έδιναν χρήματα και του την υπέγραφε, αλλά ότι δεν τις είχε μαζί του και ότι έπρεπε να τις εντοπίσει στα φάιλς του. Δεν έφερε οποιεσδήποτε αποδείξεις στο Δικαστήριο.

·         Ότι τα χρήματα που πιστώνονται στην κατάσταση λογαριασμού είναι αυτά που πληρωνόταν έναντι του λογαριασμού.

·         Ότι συμφωνία μαζί του δεν έκανε μόνο ο Εναγόμενος 1, αλλά και ο Εναγόμενος 2.

·         Ότι η τελευταία παράδοση εμπορευμάτων έγινε τον Ιούλιο του 2014 και ότι μετά σταμάτησε ο ίδιος γιατί δεν μπορούσε να συνεχίσει άλλο.

·         Ότι την κατάσταση λογαριασμού την έκανε η υπάλληλος στο γραφείο της Ενάγουσας.

·         Στην ερώτηση αν είδε ο Εναγόμενος 2 οποτεδήποτε το τεκμήριο 2 απάντησε ότι δεν μπορούσε να το γνωρίζει αυτό.

·         Στην ερώτηση αν έδωσε οποτεδήποτε τον λογαριασμό στον Εναγόμενο 2 απάντησε ότι ερχόταν και τα έπιανε ο Εναγόμενος 1 μαζί με τα τιμολόγια.

·         Ότι δεν μπορεί να θυμάται αν υπέγραψε κάποιο τιμολόγιο ο Εναγόμενος 2.

·         Ότι σημασία έχει ότι υπέγραφε αυτός που παραλάμβανε.

·         Στην επισήμανση ότι θα έπρεπε να υπάρχει κάποιο τιμολόγιο που παρέλαβε ο Εναγόμενος 2 απάντησε ότι δεν ήρθε ο Εναγόμενος 2, αλλά τις πλείστες φορές ο Εναγόμενος 1.

·         Ότι πήγαιναν στο κατάστημα του και οι δύο Εναγόμενοι, αλλά ο Εναγόμενος 1 φόρτωνε στο αυτοκίνητο του τα εμπορεύματα.

·         Ότι δεν γνώριζε αν ο Εναγόμενος 2 είχε εταιρία και δεν τον ενημέρωσε περί τούτου οποτεδήποτε. Δεν μπορούσε να ξέρει γιατί ο Εναγόμενος 2 συμβλήθηκε μαζί του προσωπικά και όχι διαμέσου της εταιρίας του.

·         Στην υπόδειξη ότι η Ενάγουσα συμβλήθηκε με τον Εναγόμενο 1 για να προμηθεύει τρίτους μεταξύ των οποίων και την εταιρία του Εναγόμενου 2 απάντησε ότι δεν τον ενδιέφερε που θα κατέληγαν τα εμπορεύματα, αλλά η συμφωνία με τους Εναγόμενους 1 και 2.

·         Στην υποβολή ότι ο Εναγόμενος 1 αγόραζε από την Ενάγουσα εμπορεύματα και ουδέποτε ο Εναγόμενος 2 απάντησε διερωτώμενος γιατί τότε να εκδίδει τιμολόγια σε δύο ονόματα χωρίς να το γνωρίζουν οι Εναγόμενοι.

·         Στην υποβολή ότι έκανε συμφωνία με τον Εναγόμενο 1 και ότι ο Εναγόμενος 1 συμπεριέλαβε τον Εναγόμενο 2 ξεγελώντας τον απάντησε ότι δεν μπορούσε να το ξέρει αυτό, υποδεικνύοντας όμως ότι ήταν συνέταιροι, όμως μετέπειτα στην υποβολή ότι δεν ήταν συνέταιροι απάντησε ότι δεν μπορούσε να γνωρίζει κάτι.

·         Στην υποβολή ότι ο Εναγόμενος 2 δεν είδε ποτέ την κατάσταση λογαριασμού τεκμήριο 2 απάντησε ότι ο ίδιος τα έδιδε όπως τα είχε ο ίδιος, αλλιώς πως θα ήξερε ότι χρωστά.

Ο ΜΥ κατέθεσε γραπτή δήλωση ως Έγγραφο Β’. Στα πλαίσια της κατέθεσε ως τεκμήριο 3 και 4 πιστοποιητικό διευθυντών και γραμματέα, καθώς και μετόχων της εταιρείας «Costas SmyrniosHomeKiosk Limited» ημερ. 09/03/2015. Σε αυτά εμφαίνεται ο ίδιος ως ο μοναδικός μέτοχος, διευθυντής και γραμματέας. Όπως δηλώνει, όταν καταχωρήθηκε η αγωγή εργαζόταν στην εταιρεία αυτή, η οποία διατηρούσε φρουταρία στη Λευκωσία. Η εταιρεία έπαυσε τις δραστηριότητες της από τον Μάιο του 2023. Ο Εναγόμενος 1 ουδεμία σχέση έχει με την εταιρεία. Τον Εναγόμενο 1 δηλώνει ότι τον γνωρίζει από την αγορά των φθαρτών και φρούτων, επειδή η εταιρεία σε κάποια περίοδο αγόραζε τέτοια εμπορεύματα από τον Εναγόμενο 1, το τίμημα των οποίων του έχει εξοφλήσει. Ουδέποτε ο ίδιος διατηρούσε φρουταρία με τον Εναγόμενο 1 ή αγόρασε από αυτόν εμπορεύματα υπό την προσωπική του ιδιότητα, αλλά πάντοτε ενεργούσε ως διευθυντής και υπάλληλος της εταιρείας, η οποία τα αγόραζε.

 

Ο ΜΥ δηλώνει ότι εξ όσων γνώριζε, ο Εναγόμενος 1 αγόραζε προϊόντα από διάφορα πρόσωπα ενδεχόμενα και από την Ενάγουσα και μετά τα πωλούσε στους πελάτες του, μεταξύ των οποίων και η εταιρεία. Ο ίδιος ουδέποτε παράγγειλε ή παρέλαβε προϊόντα από τον ΜΕ ή έκανε συμφωνία με την Ενάγουσα, ούτε και η εταιρεία. Τα φθαρτά και τα φρούτα, όπως εξηγεί, τα προμηθευόταν ο Εναγόμενος 1 από διάφορους εμπόρους και του τα έφερνε στην φρουταρία και αφού τα παραλάμβανε ο ίδιος για την εταιρεία του όφειλε τα συμφωνηθέντα. Όπως υποστηρίζει, ουδέποτε πλήρωσε χρήματα στην Ενάγουσα προσωπικά και αν θα έκανε κάτι τέτοιο θα ήταν για την εταιρία. Σε σχέση με το τεκμήριο 2 τονίζει ότι πριν την αγωγή ουδέποτε το έχει ξαναδεί και ουδέποτε πλήρωσε έναντι τέτοιου λογαριασμού. Ούτε και τα τιμολόγια που αναφέρονται στο τεκμήριο 2 δηλώνει ότι τα έχει ξαναδεί, αφού δεν γνωρίζει για οποιαδήποτε συμφωνία Ενάγουσας με Εναγόμενο 1.

 

Αντεξεταζόμενος ο ΜΥ ανέφερε τα εξής:

 

·         Ότι το 2013 είχε την φρουταρία Costas Smyrnios Home Kiosk μέχρι πέρσι τον ίδιο καιρό και μετά ότι έκλεισε.

·         Ότι τον κ. Κωνσταντίνου τον ξέρει από την Αγορά, όχι όμως προσωπικά.

·         Ότι ποτέ δεν πήγε στην Χονδρική Αγορά και ότι ουδέποτε πήγε με τον Εναγόμενο 1 να ψωνίσει από το κατάστημα του Κ. Κωνσταντίνου.

·         Ότι την παραγγελία του την έδινε στον Εναγόμενο 1 και δεν ξέρει αν ο Εναγόμενος 1 αγόραζε από τον Κωνσταντίνου ή από διάφορους άλλους.

·         Ότι πρώτη φορά ακούει ότι έκανε προφορική συμφωνία με τους Ενάγοντες και τον Εναγόμενο 1.

·         Στην υποβολή ότι ο Κώστας Κωνσταντίνου αρκετές φορές επισκέφθηκε το κατάστημα του και του υπέγραφε για τα χρήματα που του έδινε απάντησε ότι αυτό έγινε όχι μόνο με τον Κώστα Κωνσταντίνου, αλλά και με διάφορους συνεργάτες του Εναγόμενου 1.

·         Ότι ο Εναγόμενος 1 επειδή ταξίδευε συνεχώς του έλεγε ότι θα έρχονταν διάφορα πρόσωπα από το κατάστημα του να τους δώσει χρήματα για λογαριασμό του Εναγόμενου 1, κάτι που το έκανε και του υπέγραφαν απόδειξη και ακολούθως έκανε τον λογαριασμό με τον Εναγόμενο 1 αφαιρώντας τα χρήματα αυτά από αυτά που χρωστούσε στον Εναγόμενο 1.

·         Ότι δεν θυμάται πόσες φορές ήρθε στο κατάστημα του ο Κ. Κωνσταντίνου και του έδωσε χρήματα, αλλά ότι τις περισσότερες φορές ερχόταν ο Εναγόμενος 1.

·         Ότι ουδέποτε ανακατεύτηκε με ή είδε λογαριασμό ή τιμολόγιο του Κ. Κωνσταντίνου.

·         Ότι ο Εναγόμενος 1 ήταν προμηθευτής του και τον προμήθευε από πολλούς.

·         Στην υποβολή ότι ο Εναγόμενος 1 έπαιρνε εμπορεύματα για λογαριασμό του επειδή είχε αυτοκίνητο και τα έφερνε, δήλωσε ότι δεν ήξερε κάτι τέτοιο.

·         Ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να ερχόταν καθ’ υπόδειξη του Εναγόμενου 1 και να του δώσει χρήματα.

·         Ότι τα χρήματα δεν ήταν για το εμπόρευμα του Κ. Κωνσταντίνου και ότι είχε οδηγίες από τον Εναγόμενο 1 όταν ερχόταν ο Κ. Κωνσταντίνου να του δώσει χρήματα αν είναι για ψώνισμα.

·         Ότι ο Εναγόμενος 1 ξεφόρτωνε κιβώτια με εμπόρευμα στο κατάστημα του και δεν ήξερε αν αυτά ήταν από τον Κ. Κωνσταντίνου.

·         Ότι ο Κ. Κωνσταντίνου ήρθε 2 με 3 φορές και δεν ερχόταν κάθε μέρα.

·         Ότι τον Κ. Κωνσταντίνου δεν τον γνώριζε προσωπικά, αλλά ήξερε ότι δούλευε στην Χονδρική Αγορά, όπως ξέρει 15-20 εμπόρους, αλλά δεν έχει φιλικές σχέσεις με κανένα, ούτε τους γνωρίζει.

·         Ότι δεν έκανε συμφωνία με τον Κ. Κωνσταντίνου και με τον Εναγόμενο 1 γιατί θα μπορούσε να πάει απευθείας στον Κ. Κωνσταντίνου και να γλυτώσει την προμήθεια που πρόσθετε ο Εναγόμενος 1.

·         Στην υπόδειξη ότι συμφώνησε με τον Κωνσταντίνου και με τον Εναγόμενο 1 να του φέρουν εμπορεύματα στην φρουταρία με μεταφορά μέσω των οχημάτων του Εναγόμενου 1 απάντησε ότι είχε και ο ίδιος φορτηγά.

 

Στην επανεξέταση του διευκρίνισε ότι τα χρήματα που έδινε σε διάφορους τα αφαιρούσε από τον λογαριασμό που είχε με τον Εναγόμενο 1.  

 

Ο ΜΕ δεν άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο. Η μαρτυρία του εμπερίεχε σωρεία αντιφάσεων, περιστροφών και ανακριβειών. Ανέφερε στο Δικαστήριο ότι την προφορική συμφωνία με τους Εναγόμενους 1 και 2 την έκανε αρχές του έτους 2013 και περίπου μια εβδομάδα μετά ξεκίνησε η πρώτη παραγγελία. Τα τιμολόγια εκδίδονταν αυθημερόν. Με μια απλή ανάγνωση του τεκμηρίου 2 προκύπτει ότι η πρώτη εγγραφή του αναφέρεται σε «εκ μεταφοράς» χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμένη πράξη, ενώ η πρώτη πράξη που καταγράφεται φέρει ημερ. 26/10/2013. Για το ζήτημα αυτό ο ΜΕ αυτό δεν έδωσε οποιαδήποτε επεξήγηση. Όπως δήλωσε, αυτός που παραλάμβανε το εμπόρευμα υπέγραφε και τα τιμολόγια, όμως δεν θυμόταν αν υπέγραψε τιμολόγια ο Εναγόμενος 2, ενώ σε άλλη απάντηση του ανέφερε ότι δεν ήρθε ο Εναγόμενος 2 για παραλαβή αλλά τις πλείστες φορές ο Εναγόμενος 1. Την στιγμή που σε άλλη απάντηση που έδωσε υποστήριξε ότι την παραλαβή των εμπορευμάτων την έκανε ένας εκ των Εναγόμενων 1 και 2, καθώς και ότι έρχονταν και οι δύο Εναγόμενοι στο κατάστημα του και φόρτωνε τα εμπορεύματα στο όχημα του ο Εναγόμενος 1. Σε σχέση δε με την κοινοποίηση της κατάστασης λογαριασμού ενώ ανέφερε ότι δεν μπορούσε να ξέρει αν την είδε ο Εναγόμενος 2 και ότι ερχόταν και τα έπαιρνε ο Εναγόμενος 1 με τα τιμολόγια, μεταγενέστερα απάντησε ότι έδιδε την κατάσταση λογαριασμού, προφανώς εννοώντας στον Εναγόμενο 2, αλλιώς πως θα ήξερε ότι χρωστά.

 

Όλες οι πιο πάνω αντιφάσεις, περιστροφές και ανακριβείς δηλώσεις του ΜΕ είναι ουσιώδους σημασίας καθιστώντας την μαρτυρία του αναξιόπιστη. Στις απαντήσεις του ο ΜΕ προσπαθούσε με κάθε τρόπο να επισημάνει ότι αυτό που γνώριζε ήταν ότι έκανε προφορική συμφωνία με τους Εναγόμενους 1 και 2 και ότι δεν τον ενδιέφερε που κατέληγαν τα εμπορεύματα. Απλά υπέδειξε το τεκμήριο 2, το οποίο ετοιμάστηκε από την Ενάγουσα που φέρει το όνομα των Εναγόμενων 1 και 2 ως χρεώστες για να στηρίξει την απαίτηση του. Ούτε τα τιμολόγια που επικαλέστηκε ότι υπογράφονταν με την παραλαβή των εμπορευμάτων προσκόμισε στο Δικαστήριο για να υποστηρίξει την θέση του παραπέμποντας απλά στο αρχείο που επικαλέστηκε ότι τηρούσε. Η συμφωνία με τον Εναγόμενο 2 ήταν προφορική και βολική να τύχει επίκλησης, όπως και το ότι επικαλέστηκε συνεταιρισμό μεταξύ Εναγόμενου 1 και 2, αν και σε κατοπινό στάδιο είπε ότι δεν μπορούσε να το γνωρίζει. Το γεγονός ότι έπαιρνε χρήματα από τον Εναγόμενο 2 στο κατάστημα του ουδόλως υποστηρίζει τις θέσεις του ΜΕ. Κανένα ίχνος στέρεης μαρτυρίας δεν δόθηκε που να συνδέει την Ενάγουσα με τον Εναγόμενο 2.

 

Ο ΜΥ άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο με τις απαντήσεις που έδωσε κατά την ακροαματική διαδικασία. Οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονταν από συνοχή και δεν περιέπεσε σε αντιφάσεις που να επηρεάζουν την αξιοπιστία του. Δέχομαι τον ΜΥ ως μάρτυρα αληθείας. Ήταν σαφής και κατηγορηματικός ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δραστηριοποιείτο μέσω εταιρείας και διατηρούσε φρουταρία. Ο ισχυρισμός του αυτός υποστηρίχθηκε δια των τεκμηρίων 3 και 4 που κατέθεσε στην διαδικασία και στην ουσία δεν αμφισβητήθηκαν από την πλευρά της Ενάγουσας πέραν μια αόριστης και γενικής υποβολής ότι εταιρία έκλεισε εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ο ΜΥ αρνήθηκε ότι είχε συνάψει την οποιαδήποτε εμπορική σχέση με την Ενάγουσα και υποστήριξε ότι δεν είχε καμία σχέση με τα τιμολόγια που χρεώνονταν, αλλά και με τις πιστώσεις που γίνονταν. Ήταν σαφής και κατηγορηματικός ότι τον προμήθευε φθαρτά και φρούτα ο Εναγόμενος 1 και δεν είχε καμία σχέση ο ίδιος ή η εταιρεία του με την Ενάγουσα. Επίσης ήταν ξεκάθαρος ότι ουδέποτε έλαβε την κατάσταση λογαριασμού, ήτοι το τεκμήριο 2. Το ότι κατέβαλε ποσά και του υπέγραφαν αποδείξεις, μεταξύ άλλων και στον ΜΕ ήταν κατόπιν οδηγιών του Εναγόμενου 1 με τον οποίο αργότερα λογαριάζονταν. Το γεγονός της δραστηριοποίησης μέσω εταιρείας αποκτά την δική του σημασία στα πλαίσια άσκησης των εργασιών του Εναγόμενου 2 και κρίνεται λογική η θέση του ότι δεν είχε κανένα λόγο να συμφωνεί και να χρεώνεται ο ίδιος προσωπικά. Η μαρτυρία του ΜΥ γίνεται δεκτή στην ολότητα της.

 

Η πιο πάνω αξιολόγηση της μαρτυρίας έλαβε υπόψη της την αρχή ότι μικρές αντιφάσεις σε ασήμαντες λεπτομέρειες ή μικροανακρίβειες σε επουσιώδη θέματα δεν καταστρέφουν την αξιοπιστία των μαρτύρων αλλά αντίθετα ενδυναμώνουν την ειλικρίνειά τους και δείχνουν ότι δεν προσχεδίασαν την εκδοχή που μετέφεραν στο Δικαστήριο (Κουδουνάρης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 320). Ως αυτού, η αξιολόγηση της μαρτυρίας έγινε υπό το πρίσμα της συνοχής της που αυτή καταδεικνύει σε σχέση με την δικογραφηθείσα εκδοχή της κάθε πλευράς (βλ. Χρίστου ν. Ηροδότου κ.α. (2008) 1 Α.Α.Δ. 676).

 

Το Δικαστήριο προέβηκε σε ενδελεχή μελέτη και αξιολόγηση της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του τόσο από τον ΜΕ για την Ενάγουσα, όσο και από τον ΜΥ για τον Εναγόμενο 2. Επίσης το Δικαστήριο μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα τεκμήρια που κατατέθηκαν. Προς τον σκοπό αυτό δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην πειστικότητα, καθώς και στην συνοχή της μαρτυρίας αυτής, ενόψει βεβαίως και των δικογραφημένων θέσεων και του περιεχομένου των εγγράφων που κατατέθηκαν ως τεκμήρια. Επίσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την νομολογιακή αρχή ότι η μαρτυρία που παρουσιάζεται δεν κρίνεται μικροσκοπικά, με απομόνωση των λεγόμενων του κάθε μάρτυρα από το συνολικό πλαίσιο της μαρτυρίας, ενώ η αξιολόγηση δεν έχει περιοριστεί στην ατομική κρίση της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα αλλά συσχετίστηκε, τέθηκε σε αντιπαράθεση και διερευνήθηκε με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων (βλ. Στυλιανίδης v. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ. 1056 και Mustafa v. Κακουρή κ.α (2002) 1Α Α.Α.Δ. 165). Επίσης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη την αρχή ότι ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς  (βλ.  Γενικός Εισαγγελέας  v. Μανώλη (1995) 1 Α.Α.Δ. 207 και Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506) και πως η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (βλ. Χάρης Χρίστου v. Ευγενία  Khoreva  (/2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 455 και Mossa και Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.ά. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165).

 

Αναπόφευκτα, η Ενάγουσα δεν κατέδειξε ότι συνήψε προφορική συμφωνία ή εμπορική σχέση με τον Εναγόμενο 2 και ότι τα όσα καταγράφονται στο τεκμήριο 2, ήτοι την κατάσταση λογαριασμού από 01/01/2013 μέχρι 03/07/2014 αφορούν τον Εναγόμενο 2.

 

Ως εκ τούτου είναι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η Ενάγουσα απέτυχε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που φέρει και μοιραία η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή εναντίον του Εναγόμενου 2 απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ Εναγόμενου 2 εναντίον της Ενάγουσας όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                                                   (υπ.)……………………………………

                                                                                            Χ-Μ Καραπατάκης

                                                                                            Επαρχιακός Δικαστής

 

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο