ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενώπιον: X-M Καραπατάκη, Ε.Δ.

Αρ. Αίτησης: 831/2023

 

Αναφορικά με τον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113

 

-και-

 

Αναφορικά με την Εταιρεία TRIBENA LIMITED, HE377520, Οδός Χαράλαμπου Μούσκου 14,   Γραφείο 104, 2015 Στρόβολος, Λευκωσία, Κύπρος

-------------------------------------------------------------------------------------------

Αίτηση ημερ. 20/12/2023 υπό των κ.κ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΥΝΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. για άδεια καταχώρησης αγωγής/απαίτησης εναντίον του Φ.Ζ. υπό την ιδιότητα του ως εκκαθαριστή της υπό εκκαθάριση εταιρείας TRIBENA LIMITED και περαιτέρω ή/και διαζευτικά εναντίον της υπό εκκαθάριση εταιρείας ΤRIBENA LIMITED

 

Ημερομηνία: 03/07/2024

Εμφανίσεις:

Για τους Αιτητές: κ. Αλ. Κουκούνης με κ. Τ. Κουκούνη & κ.κ. Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε.

Για τον Εκκαθαριστή της Εταιρείας TRIBENA LIMITED: κα Γιωργαλλίδου με κα Αυξεντίου για κ.κ. Harris Kyriakides (Μιχάλης Κυριακίδης Δ.Ε.Π.Ε.)

 

                                                                   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

       Με την υπό κρίση αίτηση οι Αιτητές εξαιτούνται άδειας για καταχώρηση αγωγής/απαίτησης εναντίον του Φ.Ζ. υπό την ιδιότητα του ως εκκαθαριστή της υπό εκκαθάριση εταιρείας TRIBENA LIMITED («η Εταιρεία») και περαιτέρω ή/και διαζευτικά εναντίον της υπό εκκαθάριση εταιρείας. Στα αιτητικά με τα οποία παρατίθενται οι ζητούμενες θεραπείες καθορίζεται ως ο σκοπός της αιτούμενης άδειας η συμφωνία υπηρεσιών-engagement letter ημερ. 06/11/2017 και οι Όροι των Αιτητών/Business Terms, η Συμφωνία σε σχέση με το χρεόγραφο (promissory note) ημερ. 14/12/2017 για ποσό κεφαλαίου ύψους US$721.302.320, η συμφωνία σε σχέση με αριθμό χρεογράφων (promissory notes) διαφόρων ποσών και ημερομηνιών, οι χρεώσεις των Αιτητών ημερ. 07/06/2023 και άλλες υπηρεσίες που προσφέρθηκαν στην Εταιρεία, στην ΗRB TAX GROUP, INC., στην H & R BLOCK GROUP, INC., στην Η&R BLOCK, INC., και στην HRB LUXEMBOURG Sr.l., καθώς και τα σχετικά τιμολόγια των εν λόγω χρεώσεων.

 

       Η υπό κρίση αίτηση βασίζεται στον περί Εταιρειών Νόμο, Κεφ. 113, άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222, 233, 266, στους περί Εταιρειών Κανονισμούς, Κανονισμοί 1, 2, 3, 4, 5-7, στους περί Εταιρειών (Εκκαθαρίσεις) Κανονισμούς του 1933, Κανονισμοί 1-94, στους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας του 2023, Κανονισμοί 1-60, 60.1 (1)(2)(3), 60.2 (1), στη νομολογία των Κυπριακών και Αγγλικών Δικαστηρίων, στις συμφυείς εξουσίες, τη διακριτική εξουσία και στην πρακτική του Δικαστηρίου.

 

       Στην υπό κρίση αίτηση που έχει τον τύπο του petition, εκτός της αναφοράς της διεύθυνσης του εγγεγραμμένου γραφείου και του μετοχικού κεφαλαίου, εξηγείται ότι η Εταιρεία τέθηκε υπό εκούσια εκκαθάριση υπό μετόχων στις 19/10/23 και ο κ. Φ.Ζ. διορίστηκε Εκκαθαριστής από την Γενική Συνέλευση των μετόχων ημερ. 19/10/2023, ενώ στις 03/11/2023 δημοσιεύτηκε το ψήφισμα και ο διορισμός του εκκαθαριστή στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Οι Αιτητές υποστηρίζουν ότι παρείχαν νομικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες στην ΗRB TAX GROUP, INC., εκ των Η.Π.Α. και σε εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εταιρειών, καθώς και νομικές υπηρεσίες και υπηρεσίες παροχής γραμματέα και εγγεγραμμένου γραφείου στην Εταιρεία, η οποία είναι θυγατρική των εταιρειών του ομίλου. Σύμφωνα με την υπό κρίση αίτηση, στις 06/11/2017 η ΗRB TAX GROUP, INC. υπέγραψε συμφωνία παροχής υπηρεσιών-Engagement Letter με τους Αιτητές και όρους-Business Terms και οι υπηρεσίες των Αιτητών παρέχονταν και χρεώνονταν μέχρι πρόσφατα.

 

       Συμφώνως με την υπό κρίση αίτηση, περί τον Ιούλιο 2021 οι εταιρείες του ομίλου πληροφόρησαν τους Αιτητές ότι υπήρχε ανάγκη για κατάρτιση συμφωνιών για διάθεση χρεογράφων (promissory notes) από την Εταιρεία κάτω υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες θα καθορίζονταν αναλόγως των θέσεων των αμερικανικών φορολογικών αρχών, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει μια περίοδος συνεχιζόμενης συζήτησης και χειρισμού μεταξύ εμπλεκόμενων δικαιοδοσιών σε σχέση με τις εταιρείες του ομίλου. Το πλάνο που εν τέλει επιλέχθηκε να ακολουθηθεί συμπεριλάμβανε την σύνταξη και ολοκλήρωση εκ μέρους των Αιτητών 2 γραπτών συμφωνιών σε σχέση με την διάθεση από την Εταιρεία των χρεογράφων αξίας πέραν των 1.2. δισεκατομμυρίων Δολαρίων Αμερικής, λεπτομέρειες των οποίων παρατίθενται. Οι υπό αναφορά συμφωνίες ολοκληρώθηκαν και εκτελέστηκαν τη χρονική περίοδο Απρίλιο-Μάιο του 2023.

 

       Η χρέωση σε σχέση με τις υπηρεσίες αυτές, όπως υποστηρίζεται, εν τη απουσία οποιασδήποτε πρόνοιας στην Συμφωνία Υπηρεσιών-Engagement Letter για τη χρέωση υπηρεσιών σύνταξης συμφωνιών και στη βάση του όρου 4 των Όρων-Business Terms που καθορίζει ότι στην απουσία συγκεκριμένης γραπτής πρόνοιας τότε η χρέωση θα γίνεται στη βάση των Κανονισμών του ΠΔΣ, έγινε από τους Αιτητές στη βάση μαθηματικής άσκησης και κατ’ εφαρμογή των Κανονισμών που ευρίσκονταν σε ισχύ την 06/11/2017. Όπως αναφέρεται, οι Κανονισμοί αυτοί, ήτοι οι περί Ελαχίστων Ορίων Αμοιβής των Ασκούντων την Δικηγορία (Εξωδικαστηριακές Υποθέσεις) Κανονισμοί του 1985 έως 2017 δεν καταργήθηκαν από την ΚΔΠ 171/2018 και η ΚΔΠ 171/2018 δεν είχε οποιαδήποτε αναδρομική ισχύ. Προβάλλεται δε ότι οι Κανονισμοί του 1985 έως 2017 που ευρίσκονταν σε ισχύ την ημερομηνία υπογραφής της Συμφωνίας Υπηρεσιών-Engagement Letter και των Όρων-Business Terms τυγχάνουν εφαρμογής για την χρέωση προς τον όμιλο HRB και οι εν λόγω χρεώσεις είναι εύλογες και δικαιολογημένες λαμβανομένων υπόψη της σημασίας των συμφωνιών για τον όμιλο ΗRB και την Εταιρεία, αφού συνέτειναν σε άμεση και ραγδαία μείωση του φορολογικού και οικονομικού βάρους, της πολυπλοκότητας της όλης υπόθεσης, των νομικών ζητημάτων που έπρεπε να προσεχθούν και να μην επιδέχονται αμφισβήτησης από τις φορολογικές αρχές, την πείρα και εξιδεικευμένες γνώσεις, αλλά και την ευθύνη των Αιτητών, τον χρόνο διεκπεραίωσης, του όγκου των εγγράφων, καθώς και τα πιεστικά χρονικά περιθώρια.

 

       Στις χρεώσεις που προέβησαν οι Αιτητές στον όμιλο HRB και στην Εταιρεία συμπεριέλαβαν και άλλη χρέωση αναφορικά με τις υπόλοιπες υπηρεσίες  που προσέφεραν το διάστημα Απριλίου – Μαΐου του 2023 πέραν της σύνταξης των συμφωνιών. Οι χρεώσεις που έγιναν αποτέλεσαν αντικείμενο συζητήσεων και ηλεκτρονικής αλληλογραφίας την περίοδο Ιουλίου 2023 και Αυγούστου του 2023, εκτός της άλλης χρέωσης για την οποία δεν υπήρξε η οποιαδήποτε συζήτηση.

 

       Η υπό κρίση αίτηση παραθέτει γεγονότα που οδήγησαν στην διαπίστωση ότι η εταιρεία συμφερόντων των Αιτητών που παρείχε υπηρεσίες γραμματέα στην Εταιρεία είχε απομακρυνθεί και η διεύθυνση εγγεγραμμένου γραφείου αλλαχθεί, καθώς και ότι η Εταιρεία από τις 19/10/2023 είχε τεθεί σε εκούσια εκκαθάριση υπό μετόχων. Όπως υποστηρίζεται, πρόθεση ήταν η αποξένωση των περιουσιακών της στοιχείων και η εξαφάνιση κάθε ίχνους σχέσης μεταξύ των εταιρειών του ομίλου ΗRB και της Εταιρείας που είναι η μοναδική Κυπριακή Εταιρεία και να καταστεί ανέφικτη η προσπάθεια εξασφάλισης του λαβείν των Αιτητών. Όπως δηλώνεται, μέχρι τον Ιούνιο του 2023 οι Αιτητές δεν γνώριζαν τα σχέδια εκκαθάρισης της Εταιρείας και ότι χρεόγραφο ποσού 17 εκατομμυρίων Δολαρίων Αμερικής που οφειλόταν με ημερομηνία λήξης 30/09/2025 από εταιρεία του ομίλου HRB προς την Εταιρεία θα παρέμενε περιουσιακό της στοιχείο και μετά θα μεταβιβαζόταν είτε στον μέτοχο είτε εντός του ομίλου της ΗRB. Προβάλλεται δε ότι οι Αιτητές ζημίωσαν κατά ένα ποσό 4.937.316,19 Δολάρια Αμερικής ως η χρέωση που έγινε και κατά €28.695,81 για την άλλη χρέωση εκ του δόλου, αμέλειας και κατά παράβαση σύμβασης εκ των πράξεων των εκπροσώπων του ομίλου εταιρειών της ΗRB και της Εταιρείας.

 

       Για τον σκοπό αυτό οι Αιτητές εξηγούν ότι στις 11/12/2023 καταχώρησαν αίτηση πριν από την έγερση απαίτησης αρ. 4/2023 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας και στις 13/12/2023 εξασφάλισαν ενδιάμεσα προσωρινά διατάγματα παγοποίησης των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών ΗRB στην Κύπρο και στο εξωτερικό και κατά του Επίσημου Παραλήπτη και του Τμήματος Αφερεγγυότητας. Όπως υποστηρίζουν, σύμφωνα με το διάταγμα ημερ. 13/12/2023 διατάχθηκαν να καταχωρήσουν την υπό κρίση αίτηση για να εξασφαλίσουν άδεια του Δικαστηρίου για καταχώρηση αγωγής/απαίτησης εναντίον της Εταιρείας σύμφωνα με το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ώστε να προχωρήσουν με απαίτηση εναντίον της Εταιρείας και των εταιρειών του ομίλου ΗRB και των υπολοίπων προσώπων και τραπεζών.

 

       Στην ένορκη δήλωση της κας Δ. Κουκούνη, Διευθυντή των Αιτητών παρατίθεται ως τεκμήριο αντίγραφο της αίτησης 4/2023 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερ. 11/12/2023 που υποστηρίζεται από 2 ένορκες δηλώσεις της ίδιας με παρατιθέμενα τεκμήρια, τις οποίες υιοθετεί, καθώς και αντίγραφο του ενδιάμεσου προσωρινού διατάγματος ημερ. 13/12/2023 που εκδόθηκε στα πλαίσια της διαδικασίας αυτής. Δεν κρίνω σκόπιμο για τους λόγους που θα διαφανούν να γίνει ειδικότερη αναφορά στην διαδικασία και λεπτομέρειες αυτών.

 

       Στην Ειδοποίηση περί πρόθεσης Ένστασης του Εκκαθαριστή της Εταιρείας προβάλλεται το κατά νόμο και ουσία αβάσιμο της υπό κρίση αίτησης, η έλλειψη δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να χορηγήσει την αιτούμενη θεραπεία, η αποτυχία απόδειξης εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης και αγώγιμου δικαιώματος εναντίον της Εταιρείας στην προτιθέμενη απαίτηση, ότι δεν υφίσταται συμβατική ή άλλη σχέση μεταξύ των Αιτητών και της Εταιρείας στη βάση της οποίας θα μπορούσε να κινηθεί διαδικασία εναντίον της ή εναντίον του Εκκαθαριστή της, ότι το όποιο αγώγιμο δικαίωμα των Αιτητών υφίσταται εναντίον της HRB TAX GROUP, INC. με την οποία υπήρχε συμβατική σχέση με βάση το Engagement Letter και εκδίδονταν τα τιμολόγια, καθώς και η καταχρηστικότητα της υπό κρίση αίτησης και η επιδίωξη αλλότριων σκοπών.

       Στην ένορκη δήλωση του κ. Φ.Ζ. εκκαθαριστή της Εταιρείας αναπαράγονται οι λόγοι ένστασης και παρατίθεται η επεξήγηση των θέσεων του γιατί η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί. Συνοπτικά πάντα για τους λόγους που θα γίνει κατανοητό οι θέσεις της ΕΔ του εκκαθαριστή της Εταιρείας, μεταξύ άλλων, έχουν ως ακολούθως:

 

·         Ότι η σχέση είχε συναφθεί μεταξύ των Αιτητών και της HRB TAX GROUP, INC για παροχή νομικών και φορολογικών υπηρεσιών και περιστασιακά προσφέρονταν διοικητικές υπηρεσίες στην Εταιρεία.

 

·         Ότι περί τις αρχές του 2023 ζητήθηκε από τους Αιτητές να παράσχουν νομική συμβουλή και επικουρικές υπηρεσίες αναφορικά με την σύνταξη των δύο συμφωνιών και δεν συμπεριλάμβανε την προετοιμασία και κατάρτιση των ίδιων των χρεογράφων.

 

·         Ότι έπειτα από συζητήσεις, τηλεφωνικές κλήσεις, αλληλογραφία και ανταλλαγή προσχεδίων συμφωνιών τα οποία χρεώνονταν από τους Αιτητές στη βάση των ωριαίων χρεώσεων που καθόριζε η συμφωνία και που πλήρωσε η HRB TAX GROUP, INC, οι δύο συμφωνίες οριστικοποιήθηκαν, αλλά οι Αιτητές εξέδωσαν τιμολόγιο και χρέωσαν το ποσό των 4.937.616,19 Δολαρίων Αμερικής μαζί με όλες τις προγενέστερες υπηρεσίες που είχαν ήδη χρεωθεί και πληρωθεί. Επίσης, ότι εκδόθηκε τιμολόγιο σε σχέση με νομικές και διοικητικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν στην Εταιρεία τον Απρίλιο και Μάιο του 2023.

 

·         Ότι η HRB TAX GROUP, INC εξεπλάγην από την χρέωση και ζήτησε εξηγήσεις από τους Αιτητές, οι οποίοι απάντησαν ελλειπώς και αορίστως με αναφορά στους Κανονισμούς του ΠΔΣ, οι οποίοι καταργήθηκαν κατά τον χρόνο παροχής των υπηρεσιών και δεν ήταν έτσι και αλλιώς εφαρμοστέοι λόγω των ρητών προνοιών της συμφωνίας υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, ζητήθηκε ανάλυση των υπηρεσιών βάσει των ωριαίων χρεώσεων της συμφωνίας και ανάκληση του τιμολογίου.

 

·         Ότι οι Αιτητές δεν ανταποκρίθηκαν και προχώρησαν με την αίτηση πριν την έγερση απαίτησης στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας όπου στα πλαίσια της στις 21/12/2023 εκδόθηκε εξ συμφώνου διάταγμα με το οποίο προβλεπόταν η κατάθεση 5.000.000 Δολαρίων Αμερικής στο Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας μέχρι την εκδίκαση της αίτησης για ενδιάμεσο διάταγμα, το οποίο κατατέθηκε στις 29/12/2023 από την HRB TAX GROUP, INC και ακολούθως εκδόθηκε εξ συμφώνου διάταγμα με το οποίο συμφωνήθηκε ότι το ποσό αυτό θα παραμείνει στο Γενικό Λογιστήριο μέχρι την τελική εκδίκαση της πολιτικής αγωγής, καθώς και ότι σε περίπτωση που εκδοθεί απόφαση υπέρ των Αιτητών και εναντίον οποιωνδήποτε εκ των ενδεχόμενων Εναγόμενων αυτό θα χρησιμοποιηθεί για ικανοποίηση της.

 

·         Ότι η Coucounis (Directors & Secretaries) Limited διετέλεσε γραμματέας της Εταιρείας από της ίδρυσης της μέχρι τον Ιούλιο του 2023 όπου αποφασίστηκε η απομάκρυνση της, αλλά δεν παρέδωσε τα βιβλία και αρχεία της στον νέο γραμματέα.

 

·         Ότι η HRB TAX GROUP, INC ήταν το μόνο μέρος στην συμφωνία υπηρεσιών με το οποίο οι Αιτητές είχαν νομική σχέση και δεν υπάρχει εύλογη αιτία αγωγής εναντίον των υπολοίπων προσώπων εναντίον των οποίων οι Αιτητές επιδιώκουν να καταχωρήσουν πολιτική αγωγή και δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τους Αιτητές.

 

·         Ότι σύμφωνα με την συμφωνία υπηρεσιών γινόταν παροχή νομικών και φορολογικών συμβουλών με μικτή ωριαία χρέωση €385- πλέον Φ.Π.Α., η σύνταξη εταιρικών εγγράφων προς €300- πλέον Φ.Π.Α., ενώ ελλείψει ειδικής γραπτής συμφωνίας η αμοιβή θα γινόταν σύμφωνα με τους Κανονισμούς του ΠΔΣ.

 

·         Ότι όλες οι υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε σχέση με την Εταιρεία παρασχέθηκαν με βάση την συμφωνία υπηρεσιών και τους όρους και παρασχέθηκαν και τιμολογήθηκαν στην HRB TAX GROUP, INC και όχι απευθείας στην Εταιρεία, με την οποία δεν υπογράφηκε ξεχωριστή συμφωνία ή έγινε οποιαδήποτε προφορική συμφωνία με αυτή.

 

·         Ότι οι εκπρόσωποι της HRB TAX GROUP, INC περί τον Μάιο/Ιούνιο του 2021 εξέφρασαν πρόθεση αναδιοργάνωσης ορισμένων οντοτήτων του ομίλου, μεταξύ των οποίων και τη διάθεση χρεογράφων που εκδόθηκαν από την Εταιρεία και προέκυψε η ανάγκη για κατάρτιση των 2 εταιρικών συμφωνιών που αποτελούνται συνολικά από 10 σελίδες, ήτοι συμφωνία διάθεσης χρεογράφου-εκχώρησης και μερικού διακανονισμού για χρεόγραφο ημερ. 14/12/2017, καθώς και συμφωνία διάθεσης χρεογράφου-συμψηφισμού και διακανονισμού διαφόρων άλλων χρεογράφων έκδοσης του 2015, 2016, 2021 και 2022. Για αυτές τις δύο συμφωνίες που ανέθεσε η HRB TAX GROUP, INC στους Αιτητές, οι οποίες ήταν απλές, χρεώθηκε το αυθαίρετο ποσό που διεκδικούν.

·         Ότι το ποσό που χρεώθηκε δυνάμει και σχετικού τιμολογίου προκάλεσε σοκ στους εκπροσώπους της HRB TAX GROUP, INC και αποτέλεσε το έναυσμα για αλληλογραφία, με την οποία ζητήθηκαν εξηγήσεις.

 

·         Ότι οι Αιτητές μέσω της κας Δ. Κουκούνη επικαλέστηκαν τους Κανονισμούς του ΠΔΣ που έχουν καταργηθεί και την φόρμουλα υπολογισμού που προέβλεπε.

 

·         Ότι η HRB TAX GROUP, INC μέσω των εκπροσώπων της αποτάθηκε σε άλλους δικηγόρους για νομική συμβουλή, ήτοι τους δικηγόρους του Εκκαθαριστή, οι οποίοι απέστειλαν εκ μέρους της HRB TAX GROUP, INC στις 7/07/2023 επιστολή αμφισβήτησης της χρέωσης εξηγώντας, μεταξύ άλλων, ότι δεν δικαιολογείται από την συμφωνία υπηρεσιών και τη μακροχρόνια πρακτική χρέωσης σε ωριαία βάση, υπογραμμίζοντας ότι η αναφορά στους Κανονισμούς του ΠΔΣ στη ρήτρα 4 των Όρων είναι γενική και αόριστη και δεν διευκρινίζει ποιοι είναι σε ισχύ.

 

·         Ότι οι Κανονισμοί του 1985-2017 καταργήθηκαν μετά από καταγγελία που έγινε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθότι κρίθηκε ότι παραβίαζαν την νομοθεσία περί ανταγωνισμού, ήτοι το άρθρο 101 της ΣΛΕΕ και στις 29/06/2018 τέθηκε σε ισχύ η ΚΔΠ 172/2018, ότι τροποποιήθηκε ο περί Δικηγόρων Νόμος, Κεφ. 2 ώστε ο ΠΔΣ να μην έχει εξουσία να καθορίζει δικηγορικές αμοιβές για εξωδικαστηριακές υποθέσεις  και εισήχθησαν οι περί Επίλυσης Διαφορών που προκύπτουν από την Παροχή Υπηρεσιών των Ασκούντων την Δικηγορία (εξωδικαστηριακές υποθέσεις) Κανονισμοί 2018 που δεν προνοούν για φόρμουλα υπολογισμού αμοιβών.

 

·         Ότι το ΔΣ της Εταιρείας στις 04/07/2023 απομάκρυνε την Coucounis (Directors & Secretaries) Limited από τη θέση του γραμματέα της Εταιρείας και διόρισε άλλο γραμματέα, καθώς και έγινε αλλαγή της διεύθυνσης του εγγεγραμμένου της γραφείου. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε μέσω των δικηγόρων της HRB TAX GROUP, INC με επιστολή τους ημερ. 7/07/2023 στον προηγούμενο γραμματέα και ζητήθηκαν τα βιβλία και αρχεία της Εταιρείας, κάτι που δεν είχε γίνει και ότι έγινε σχετική καταγγελία στις 13/10/2023 στην Αστυνομία. Εν τέλει η παράδοση των εγγράφων συμφωνήθηκε με τη μορφή του διατάγματος του Δικαστηρίου στις 13/02/2024.

 

·         Ότι το δεύτερο τιμολόγιο για παροχή διοικητικών και άλλων υπηρεσιών για ζητήματα που αφορούν την Εταιρεία ουδέποτε αμφισβητήθηκε από την HRB TAX GROUP, INC και ότι εκ της αλληλογραφίας υπήρχε η εκφρασμένη πρόθεση της να το εξοφλήσει, κάτι που έγινε στις 13/02/2024.

 

·         Ότι στις 19/10/2023 η Εταιρεία τέθηκε υπό εκκαθάριση υπό μετόχων κατόπιν δήλωσης φερεγγυότητας των συμβούλων της σύμφωνα με το άρθρο 266 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 για καθαρά επιχειρηματικούς λόγους και για λόγους αναδιάρθρωσης και το σχετικό ψήφισμα με τον διορισμό του εκκαθαριστή δημοσιεύτηκε στις 3/11/2023 στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

·         Ότι η κα Δ. Κουκούνη γνώριζε για την πρόθεση εκκαθάρισης της Εταιρείας, κάτι το οποίο προβάλλει ότι αποδεικνύεται από την σχετική αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε Μάιο/Ιούνιο του 2023 και μάλιστα ότι το σχετικό πλάνο διαβημάτων εξετάστηκε και σχολιάστηκε από την ίδια. Το ζήτημα αυτό προβάλλεται ότι συζητήθηκε σε συνάντηση ημερ. 25/04/2023 μεταξύ των εκπροσώπων της HRB TAX GROUP, INC και της κας Δ. Κουκούνη και ότι ο λόγος που η ενδεχόμενη εκκαθάριση της Εταιρείας δεν συμπεριλήφθηκε στη συνέλευση του ΔΣ του Μαΐου είναι επειδή ανέμεναν την συνεννόηση της κας Δ. Κουκούνη με τον κ. Τ. Κουκούνη και να παρασχεθούν περαιτέρω λεπτομέρειες για την εκκαθάριση.

 

·         Ότι στα πλαίσια της αίτησης αρ. 4/2023 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας συμφωνήθηκαν τα όσα έχουν ήδη παρατεθεί σε σχέση με το ποσό κατάθεσης στο Γενικό Λογιστήριο, η καταβολή του ποσού της επιπλέον χρέωσης που καταβλήθηκε, η επιστροφή των βιβλίων της Εταιρείας στους δικηγόρους της HRB TAX GROUP, INC, καθώς και ότι οι Αιτητές θα καταχωρήσουν κλητήριο ένταλμα εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την έκδοση του τελικού διατάγματος και ότι σε περίπτωση που οι Αιτητές λάβουν διάταγμα του Δικαστηρίου που να επιτρέπει την συμπερίληψη της Εταιρείας στην πολιτική αγωγή δεν θα υπάρξει προς τούτο ένσταση της HRB TAX GROUP, INC.

 

·         Ότι το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα και οι Αιτητές δεν έχουν αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Εταιρείας, εξηγώντας ότι δεν υπήρξε οποτεδήποτε συμβατική σχέση με τους Αιτητές, ενώ για το ζήτημα της χρέωσης προβάλλει ότι αυτή έπρεπε να γίνει σύμφωνα με την ρήτρα 2(ε) της συμφωνίας υπηρεσιών για ωριαία χρέωση.

 

 

·         Ότι οι Αιτητές έχουν ήδη εξασφαλίσει το ποσό των 5.000.000 Δολαρίων Αμερικής και ότι η αδικαιολόγητη απαίτηση τους θα μπορεί να ικανοποιηθεί επαρκώς σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής, ενώ κανένα ζήτημα δεν απομένει προς εξέταση που να μην μπορεί να κριθεί δεόντως στο πλαίσιο της πολιτικής αγωγής χωρίς την προσθήκη της Εταιρείας, της οποίας καμία προσπάθεια διασκορπισμού των περιουσιακών της στοιχείων δεν έχει γίνει.

 

       Οι συνήγοροι παρέδωσαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις τις οποίες μελέτησα με προσοχή. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις οδηγίες του Δικαστηρίου ανέπτυξαν ειδικώς τις θέσεις τους για το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου προς απόδοση των αιτούμενων θεραπειών, κάτι που κρίνεται ως ουσιώδους σημασίας πριν την οποιαδήποτε εξέταση της ουσίας της υπό κρίση αίτησης.

 

       Η πλευρά των Αιτητών προέβαλε την θέση ότι η Ένσταση του Εκκαθαριστή δεν εξειδικεύει αυτόν τον λόγο ένστασης. Ό,τι και να αναφέρεται ως λόγος ένστασης, το Δικαστήριο εξετάζει το ζήτημα της δικαιοδοσίας του ex proprio motu. Εξ’ ου και κάλεσε τους ευπαίδευτους συνηγόρους να παραθέσουν τις θέσεις τους επί τούτου. Όπως εναργώς αναφέρει στην απόφαση της η Έντιμη Δικαστής ΑΔ κα Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου στην Πολιτική Αίτηση αρ. 213/2011, Αναφορικά με την Αίτηση των Kazakhstan Kagazy Plc κ.α., απόφαση ημερ. 11/11/2021 (υπογραμμίσεις δικές μου):

 

«Με βάση τη σχετική νομολογία, την οποία ορθά διατύπωσαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των Αιτητών στην αγόρευση τους, τα ζητήματα δικαιοδοσίας είναι θεμελιακά και αντιμετωπίζονται ως ζητήματα δημόσιας τάξης, ενώ εγείρονται και αποφασίζονται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Αποτελεί δε καθήκον του Δικαστηρίου να εξετάσει ζητήματα δικαιοδοσίας, ακόμα και αυτεπάγγελτα, και μόνο αν διαπιστώσει ότι κέκτηται αρμοδιότητας να προχωρήσει με την ανάληψη δικαστικής εξουσίας, καθότι ενδεχόμενη έλλειψη αρμοδιότητας θα οδηγήσει σε ακύρωση της διαδικασίας. Όπως είναι νομολογημένο, «Θέματα που άπτονται της αρμοδιότητας του δικαστηρίου πρέπει να επιλύονται το ενωρίτερο δυνατό. Είναι αντινομικό το δικαστήριο να αναλαμβάνει και να ασκεί δικαιοδοσία εκτός του πεδίου της αρμοδιότητας του.»

 

Όπως έχει υποδειχθεί στην υπόθεση Μούρτζινος ν. Global Cruises Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 1160, τέτοιας φύσης ζητήματα είναι ορθότερο να επιλύονται το συντομότερο δυνατό, αφού απόφαση για έλλειψη δικαιοδοσίας καθιστά όσα προηγήθηκαν εντελώς μάταια (Koloukoudias vVarnavidou (1988) 1 C.L.R. 566 και Λανίτη Λτδ κ.ά. ν. Γενικού Εισαγγελέα (1991) 1 Α.Α.Δ. 225). Από τη στιγμή που το Δικαστήριο είναι σε θέση να διαγνώσει ότι στερείται αρμοδιότητας, τότε, οφείλει να μην προχωρήσει πιο πέρα γιατί ως αναρμόδιο, η όποια απόφασή του, δεν θα μπορούσε να έχει νόημα.

 

Θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι το Δικαστήριο επιλαμβάνεται θεμάτων που άπτονται της δικαιοδοσίας του σ' οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, δεδομένου ότι όλα τα σχετικά γεγονότα βρίσκονται ενώπιον του.».

 

       Με την υπό κρίση αίτηση οι Αιτητές εξαιτούνται άδειας όπως τους επιτραπεί να προχωρήσουν με την έγερση απαίτησης εναντίον της Εταιρείας. Αποτελεί κοινό τόπο ότι η Εταιρεία ευρίσκεται υπό εκούσια εκκαθάριση υπό μετόχων, εν πάση περιπτώσει υπό εκούσια εκκαθάριση. Εδράζουν την θεραπεία την οποία επιζητούν στο άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Ως εκ τούτου, αφετηρία της διαπίστωσης τέτοιας δικαιοδοσίας αποτελεί το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 και το τι αυτό διαλαμβάνει. Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113:

 

«220. Όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης ή έχει διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής, καμμιά αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται ή αρχίζει εναντίον της εταιρείας εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει.».

 

       To άρθρο 220 αντιστοιχεί στο άρθρο 231 του Αγγλικού Companies Act 1948[1] και ως εκ τούτου η Αγγλική επί τούτου νομολογία αποτελεί καθοδήγηση. Εκ του λεκτικού του εν λόγω άρθρου προκύπτει ότι όταν εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης ή διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής καμία αγωγή δεν αρχίζει ή συνεχίζεται εναντίον της εταιρείας εκτός αν εξασφαλιστεί άδεια του Δικαστηρίου, ήτοι του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα εκκαθάρισης.

 

       Το ερώτημα που τίθεται είναι το κατά πόσο το παρόν Δικαστήριο έχει την εξουσία να παρέχει άδεια για έγερση απαίτησης εναντίον της Εταιρείας, η οποία βρίσκεται υπό εκούσια εκκαθάριση. Το λεκτικό του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 καθιστά σαφές ότι η εκ του Νόμου αυτόματη αναστολή πάσας διαδικασίας η οποία εκκρεμεί, καθώς και η ακυρότητα έγερσης οποιασδήποτε αγωγής ενάντια σε εταιρεία ισχύει μόνο όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης ή όταν έχει διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής κατά τις πρόνοιες των άρθρων 227 το περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Το εν λόγω άρθρο προβλέπει την δυνατότητα διορισμού προσωρινού εκκαθαριστή οποτεδήποτε μετά την υποβολή της αίτησης για εκκαθάριση στο Δικαστήριο για προστασία του ενεργητικού και διατήρησης του καθεστώτος της εταιρείας και πριν από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης και ασκεί τις αρμοδιότητες που το Δικαστήριο δυνατό να του αναθέσει συμπεριλαμβανομένων και οποιωνδήποτε περιορισμών σε αυτές. Εκ των όσων έχουν παρατεθεί στην προκείμενη περίπτωση καμία εκ των δύο περιπτώσεων δεν υφίσταται αναφορικά με την Εταιρεία, ώστε να τίθεται ζήτημα απαγόρευσης έγερσης οποιασδήποτε διαδικασίας εναντίον της.

 

       Ανατρέχοντας στις σχετικές Αγγλικές αυθεντίες έχω εντοπίσει τα κάτωθι αποσπάσματα από το σύγγραμμα Palmers Company Law, 21η έκδοση, 1968. Ειδικότερα, στην σελίδα 768 αναφέρονται τα εξής:

 

«The Court can also, in a voluntary winding up on application under section 307, restrain executions and other proceedings.».

 

       Το άρθρο 307 του Αγγλικού Companies Act 1948 αντιστοιχεί στο άρθρο 290 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, σύμφωνα με το οποίο όταν εταιρεία ευρίσκεται υπό εκούσια εκκαθάριση ο εκκαθαριστής ή οποιοσδήποτε συνεισφορέας ή πιστωτής δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για να αποφασίσει οποιοδήποτε ζήτημα που προκύπτει κατά τη διάρκεια εκκαθάρισης εταιρείας. Στις σελ. 786-787 του συγγράμματος Palmers Company Law, ανωτέρω, αναφέρεται ότι «..an application may become necessary, e.g. for the purpose of restraining actions against the company…», ενώ στην σελ. 797 που πραγματεύεται τα ζητήματα εκούσιας εκκαθάρισης εταιρείας και αναφέρεται στο άρθρο 231 του Companies Act 1948, τονίζεται ότι το άρθρο αυτό «…does not apply to a purely voluntary winding up; but the court will in general, under sections 226 and 307, restrain actions and proceedings, against the company, the plaintiff being permitted to add his claim to his debt and prove for the amount…».

 

       Περαιτέρω, στο σύγγραμμα Penninghtons Company Law, 4η έκδοση, 1979, σελ. 713, όπου γίνεται μια σύγκριση των διαδικασιών αναγκαστικής εκκαθάρισης, ήτοι με διάταγμα Δικαστηρίου και εκούσιας εκκαθάρισης, ήτοι με ψήφισμα μετόχων, υπογραμμίζεται ότι «Under its jurisdiction to exercise the powers which it has in a compulsory winding up, the court may stay the voluntary winding up itself, or may stay actions or proceedings which were pending against the company when the winding up resolution was passed, or which are brought against it thereafter…», ενώ τονίζεται ότι «In a voluntary winding up actions and proceedings against the company are not automatically stayed as they are on the making of a winding up order, and so it is always necessary for the liquidator to apply to the court for an order imposing a stay. The liquidator must show good cause for the proceedings being stayed and the court will not impose a stay if the liquidator repudiates all liability of the company to the plaintiff, for in that event if the plaintiff were remitted to proving in the winding up, the liquidator would reject his proof, and the court would have to try the issue on an appeal form the liquidator’s decision. Furthermore, in no circumstances will the court stay an action by a creditor if the company is solvent, because it will not prejudice the other creditors to allow him to proceed, and the members have no justification for depriving him of his right to exact payment by obtaining judgment and levying execution in the normal way.».

 

       Σύμφωνα με το άρθρο 209 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 22 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το Επαρχιακό Δικαστήριο της Eπαρχίας όπου βρίσκεται το εγγεγραμμένο γραφείο εταιρείας έχει δικαιοδοσία εκκαθάρισης οποιασδήποτε εταιρείας εγγεγραμμένης στη Δημοκρατία. Το υπό αναφορά άρθρο που παρατίθεται υπό τον γενικότερο τίτλο «Εκκαθάριση από το Δικαστήριο» και καθορίζει την δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου της Επαρχίας του εγγεγραμμένου γραφείου της εταιρείας ως το Δικαστήριο στο οποίο θα υποβληθεί η αίτηση εκκαθάρισης εναντίον εταιρείας και νοουμένου ότι καταδειχθεί ένας από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 211 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, θα εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης. Το Δικαστήριο αυτό, ήτοι το Δικαστήριο της Εκκαθάρισης είναι το αρμόδιο Δικαστήριο το οποίο θα δώσει την απαραίτητη άδεια συνέχισης ή έναρξης οποιασδήποτε διαδικασίας εναντίον εταιρείας που ευρίσκεται υπό υποχρεωτική πλέον εκκαθάριση, δυνάμει του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 και θα παραμείνει αρμόδιο μέχρι την έκδοση του διατάγματος διάλυσης συμφώνως του άρθρου 260 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

       Από την άλλη το ερώτημα που τίθεται είναι ποιο είναι το Δικαστήριο το οποίο έχει δικαιοδοσία να εξετάσει αίτηση στη βάση του άρθρου 290 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται σε «Δικαστήριο», χωρίς να καθορίζεται ποιο είναι αυτό. Για παράδειγμα σύμφωνα με τον περί Εταιρειών Διαδικαστικός Κανονισμός (396/1944) Δικαστήριο στο οποίο υποβάλλονται αιτήσεις για επικύρωση ψηφίσματος αλλαγής σκοπών (άρθρο 7), μείωσης κεφαλαίου (άρθρο 64) και για οποιαδήποτε άλλη αίτηση καθορίζεται στα άρθρα 5 και 6 είναι το Δικαστήριο που προβλέπει το άρθρο 209 του περί Εταιρειών Νόμου,  Κεφ. 113 (βλ. άρθρο 2, “the Court” means the court having jurisdiction under section 208 of the Law to wind up companies.»). Στους περί Εταιρειών (Εκκαθαρίσεις) Κανονισμοί 1933 προνοείται ότι εταιρεία σημαίνει εταιρεία για την οποία έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης και ως εκ τούτου δεν τυγχάνουν εφαρμοστέοι σε εκούσια εκκαθάριση. Ως εκ τούτου, η οποιαδήποτε αίτηση για ζητήματα που εμπίπτουν εντός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 290 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 θα πρέπει να εισαχθεί στο Επαρχιακό Δικαστήριο της Επαρχίας που ευρίσκεται το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας, ενώ η οποιαδήποτε αίτηση για αναστολή της διαδικασίας αγωγής που έχει εγερθεί και εκκρεμεί εναντίον της εταιρείας υπό εκούσια εκκαθάριση θα πρέπει να της επιληφθεί το Δικαστήριο στο οποίο αυτή εκκρεμεί. Στο ίδιο συμπέρασμα συνηγορεί και το σύγγραμμα Penninghtons Company Law, ανωτέρω σελ. 713, όπου αναφέρει ότι οι αιτήσεις στο Δικαστήριο σε περίπτωση εκούσιας εκκαθάρισης υποβάλλονται στο Companies Court, εκτός όπου η αίτηση αφορά σε αναστολή αγωγής ή διαδικασίας που εγείρεται εναντίον της εταιρείας στο High Court τότε υποβάλλεται στο Δικαστήριο όπου αυτή εκκρεμεί.

 

       Στην περίπτωση υποχρεωτικής εκκαθάρισης, ήτοι με διάταγμα Δικαστηρίου και με τον διορισμό εκκαθαριστή σε αυτή τίθενται σε εφαρμογή οι αναγκαστικοί κανόνες του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 οι οποίοι έχουν θεσπιστεί για να διασφαλίσουν ότι όταν εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης το έργο της επίβλεψης της συλλογής και διανομής των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας εντάσσεται στο Δικαστήριο της Εκκαθάρισης και κατά συνέπεια όλες οι διαδικασίες που έχουν την οποιαδήποτε επίδραση στην εκκαθάριση της εταιρείας πρέπει να παραμείνουν υπό την επίβλεψη και έλεγχο του Δικαστηρίου αυτού (βλ. Boyd v. Lee Guinness [1963] NI 49). Υπό αυτό το νομικό πλαίσιο που τίθεται η εταιρεία όταν είναι σε εκκαθάριση ο Εκκαθαριστής επιφορτίζεται με το καθήκον της συλλογής και ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας και της αποπληρωμής των χρεών και υποχρεώσεων της και προς τον σκοπό αυτό απολαμβάνει ευρείας εξουσίας (βλ. Penninghtons Company Law, ανωτέρω, σελ. 728). Στην υποχρεωτική εκκαθάριση οποιαδήποτε κατάσχεση στα χέρια τρίτου, μεσεγγύηση, κατάσχεση ή εκτέλεση που αρχίζει εναντίον της περιουσίας ή αντικειμένων της εταιρείας μετά την έναρξη της εκκαθάρισης είναι εξολοκλήρου άκυρη (άρθρο 217 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113). Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Penninghtons Company Law, ανωτέρω, σελ. 741 τέτοια εκτέλεση δύναται να επιτραπεί από το Δικαστήριο εναντίον της εταιρείας στις περιπτώσεις που δεν θα επηρεάζονταν άλλοι πιστωτές, αφού ο σκοπός είναι να μην διαταραχθεί η ίση τους μεταχείριση. Αυτά κατά αναλογία των αρχών που εφαρμόζονται στις εκούσιες εκκαθαρίσεις όπου το Δικαστήριο έχει την εξουσία να σταματήσει διαδικασίες εκτέλεσης όταν ο πιστωτής θα αποκτούσε πλεονέκτημα έναντι των άλλων πιστωτών (βλ. In Re Thurso New Gas Company (1889) 42 Ch. D. 486).

       Συμφώνως με το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 όταν έχει εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης καμία αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται εκτός μετά από άδεια του Δικαστηρίου και με τέτοιους όρους που το Δικαστήριο δύναται να επιβάλει. Τέτοια άδεια δίδεται μετά από δια κλήσεως αίτηση η οποία επιδίδεται στον Εκκαθαριστή (βλ. Western and Brazilian Telegraph Co. v. Bibby (1880) 42 L.T. 821). Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα Palmers Company Law, ανωτέρω, σελ. 768, ο σκοπός των προνοιών εκκαθάρισης είναι να θέσουν όλους τους μη εξασφαλισμένους πιστωτές επί ίσοις όροις και μεταχείρισης και ότι για να επιτευχθεί αυτό οι διαδικασίες ενάντια στην εταιρεία, ήτοι αγωγές, διαδικασίες εκτέλεσης, κατάσχεσης ή άλλες θα πρέπει να αναστέλλονται, σε αντίθετη περίπτωση αυτό θα συνεπαγόταν στο ανακάτεμα των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Σκοπός σε κάθε περίπτωση είναι να εξαναγκαστούν οι πιστωτές να προσέλθουν και να επαληθεύσουν τις απαιτήσεις τους ώστε να γίνει δίκαιη διανομή των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας (βλ. Palmers Company Law, ανωτέρω, σελ. 768) και ο στόχος του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 είναι να θέσει όλους τους μη εξασφαλισμένους πιστωτές σε καθεστώς ισότητας και να πληρωθούν pari passu (βλ. Re Oak Pitts Colliery Co. (1882) 21 Ch.D. 322 και Black & Co.’ s Case (1872) 8 Ch. App. 254). Ο σκοπός για τον οποίο παρέχεται τέτοια άδεια αφορά στην διευκόλυνση εξακρίβωσης των δικαιωμάτων του Ενάγοντα κατά τον πλέον βολικό τρόπο και σε καμία περίπτωση να του δοθεί προτεραιότητα έναντι άλλων πιστωτών και ως εκ τούτου το Δικαστήριο της Εκκαθάρισης όταν δίδει τέτοια άδεια γενικά θέτει όρο όπως ο Ενάγων αναλάβει την υποχρέωση όπως μην εκτελέσει την απόφαση ενάντια στην εταιρεία άνευ αδείας (βλ. Palmer’s Company Precedents, Part 2, Winding-up Forms and Practice, 17η έκδοση, 1960, σελ. 316).

 

       Όπως χαρακτηριστικά έχει λεχθεί η απαγόρευση έγερσης ή συνέχισης αγωγών ή άλλων διαδικασιών στην περίπτωση αυτή έχει θεσπιστεί στη βάση συγκεκριμένης δικαιολόγησης όπως αποτυπώνεται εναργώς στην In Re David Lloyd & Co (1877) 6 Ch. D. 339:

 

«These sections [equivalent of s.130(2)] … were intended, not for the purpose of harassing or impeding, or injuring third persons, but for the purpose of preserving the limited assets of the company … in the best way for distribution among all the persons who have claims upon them. There being only a small fund of a limited fund to be divided among a great number of persons, it would be monstrous that one or more of them should be harassing the company with actions and incurring costs which would increase the claims against the company and diminish the assets which ought to be divided among the creditors.».

 

       Σε μια άλλη υπόθεση εξηγείται ότι η εταιρεία σε υποχρεωτική εκκαθάριση τίθεται υπό την διαχείριση του Δικαστηρίου. Επί τούτου στην υπόθεση Ogilvie-Grant v East (1983) 7 A.C.L.R. 669 λέχθηκαν τα εξής:

 

«As a matter of history, a winding up by the Court was and remains today an administration conducted by the Court: Phoenix Oil & Transport Co Ltd (No.2), Re [1958] 1 Ch 565 at p.570. Both because of this, and because it was before the Judicature Act an administration conducted in Chancery, it was inevitable that there should be restrictions on the bringing of proceedings, whether at common law or otherwise, during the course of that administration. What is substituted for litigation in the ordinary form is a procedure by which a claimant lodges a verified proof of debt with the liquidator, who admits or rejects it wholly or in part, and from whom an appeal lies to a Judge, who determines that appeal de novo primarily on affidavit material: Re Kentwood Constructions Ltd [1960] 1 WLR 646. There can be no doubt that ordinarily such a procedure is, and is designed to be, much more expeditious and less expensive than ordinary proceedings by way of action.».

 

       Όπως έχει λεχθεί στην περίπτωση εκούσιας εκκαθάρισης αυτόματη αναστολή δεν προβλέπεται, αλλά μπορεί να επιδιωχθεί. Στην περίπτωση αυτή εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να την χορηγήσει (βλ. Re Great Ship Co Ltd, Parrys Case (1863) 4 De GJ & Sm 63, Commercial Bank Corpn of India and the East, Re Smith, Fleming & Cos Case and Gledstones & Cos Case (1866) 1 Ch App 538) και προς τον σκοπό καθορισμού του κατά πόσο θα αναστείλει τις διαδικασίες θα λάβει υπόψη του το κατά πόσο θα προκύψει όφελος, περίσωση εξόδων μέσω της αναστολής και στην ουσία η απαίτηση θα καθοριστεί στα πλαίσια των διαδικασιών εκκαθάρισης (βλ. Currie v Consolidated Kent Collieries Corpn Ltd [1906] 1 KB 134 at 139).

 

       Σε μια καταληκτική παράθεση νομικών αρχών οι θέσεις που εκφράζονται ανωτέρω επιβεβαιώνονται και στο σύγγραμμα McPhersons & Keay, The Law of Company Liquidation, 4th edition, 2018, όπου στην παράγραφο 7-082 αναφέρονται τα εξής:

 

«There is no statutory provision in voluntary winding up corresponding to s. 130(2), but it is unlikely, however that the practical effect of this will be great, for it has always been the practice for the court, upon application by the liquidator under s. 112(1), to exercise its power of staying actions and proceedings after commencement of voluntary winding up, in order to make sure that there is an equal distribution of the company’s property. The onus lies upon the liquidator to show why the action should be stayed. Proceedings may be stayed provided that some sufficient reason is shown for doing so. The guiding principles, if not identical have much in common whith those already discussed in relation to obtaining leave in compulsory winding up: thus, the question of convenience is a prominent consideration, the prevailing practice being to refuse the application for a stay where disputed issues of liability, or even of amount, render necessary the adducing of oral evidence…».[2]

 

       Έχοντας κατά νου τις ως άνω αναφερόμενες νομικές αρχές κρίνω ότι η υπό κρίση αίτηση δεν μπορεί να είναι επιτυχής. Ειδικότερα:

 

·         H Εταιρεία ευρίσκεται υπό εκούσια εκκαθάριση και όχι υπό υποχρεωτική εκκαθάριση με διάταγμα Δικαστηρίου, ώστε να τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 που προνοεί για απαγόρευση έγερσης απαίτησης εκτός αν δοθεί άδεια του Δικαστηρίου.

 

·         Στην Εταιρεία δεν προκύπτει να έχει διοριστεί προσωρινός εκκαθαριστής σύμφωνα με το άρθρο 227 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ώστε να συντρέχει η ετέρα περίπτωση του άρθρου 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

·         Η οποιαδήποτε απαίτηση εναντίον της Εταιρείας δύναται να εγερθεί στο αρμόδιο Δικαστήριο, όπου υπάρχει η δυνατότητα καταχώρησης αίτησης για αναστολή της διαδικασίας.

 

·         Σε περίπτωση που το παρόν Δικαστήριο επιληφθεί της ουσίας της αίτησης, ήτοι του κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της αιτούμενης άδειας θα ενεργούσε ως Δικαστήριο εκκαθάρισης, θέτοντας την Εταιρεία υπό την διαχείριση του, άνευ οποιουδήποτε νομικού ερείσματος και ακόμη χειρότερα, στην περίπτωση που διδόταν τέτοια άδεια θα επενέβαινε στην αξιολογική κρίση του αρμόδιου Δικαστηρίου που ενδεχόμενα θα εξέταζε σχετική αίτηση αναστολής της διαδικασίας.

 

       Ως εκ τούτου η έλλειψη δικαιοδοσίας να επιληφθώ της υπό κρίση αίτησης, καθιστά περιττή την ενασχόληση μου με την ουσία των όσων προβάλλονται και παρατίθενται για σκοπούς πληρότητας της παρούσας σε προηγούμενο μέρος. Περαιτέρω, το ζήτημα που αποφασίζεται δια της παρούσας είναι καταλυτικής σημασίας που δεν κρίνεται σκόπιμη η εξέταση των όποιων λόγων εγείρονται αναφορικά με παρατυπίες και ζητήματα ενδεχόμενης παράλειψης εξειδίκευσης λόγων ένστασης εκ μέρους των Αιτητών, αλλά και περιττή την ενασχόληση του Δικαστηρίου με οποιονδήποτε άλλο λόγο ένστασης. Για τους λόγους που έχω επεξηγήσει σε καμία περίπτωση δεν αξιολογώ, ούτε και με έχουν απασχολήσει ζητήματα ουσίας γιατί κρινόμενο ως αναρμόδιο Δικαστήριο η απόφαση μου δεν θα είχε οποιοδήποτε νόημα. Ούτε και κρίνω ότι το οποιοδήποτε διάταγμα αδελφού μου Δικαστή που έθεσε τους όποιους όρους και προϋποθέσεις για την καταχώρηση απαίτησης εναντίον της Εταιρείας, μου παρέχει τέτοια δικαιοδοσία εκτός του θεσμικού πλαισίου του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.

 

       Για όλους τους πιο πάνω λόγους η υπό κρίση αίτηση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Εκκαθαριστή της Εταιρείας και εναντίον των Αιτητών όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.  

                                                                      (υπ.)………………………………………..

                                                                           Χ-Μ Καραπατάκης, Ε.Δ.

 

 

 

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

 

 

 



[1] «When a winding-up order has been made or a provisional liquidator has been appointed, no action or proceeding shall be proceeded with or commenced against the company except by leave of the court and subject to such terms as the court may impose.».

[2] Το άρθρο 130(2) του Insolvency Act 1986 (IA1986) προβλέπει αντίστοιχα με το άρθρο 220 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, ότι «when a winding-up order has been made or a provisional liquidator has been appointed, no action or proceeding shall be proceeded with or commenced against the company or its property, except by leave of the court and subject to such terms as the court may impose».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο