ECLI:CY:EDLEM:2014:A188

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον: Φ. Τιμοθέου, Ε.Δ.

                                                                                                    Αρ. Αγωγής: 2688/08

Μεταξύ:

 

HEMDY HAG GAZIM

 

                                                                                               Ενάγοντα

 

και

 

 

Ε. SAΚΚAS & SONS DEVELOPERS LTD

 

                                                                                          Εναγομένων

 

 

Ημερομηνία30.4.2014

Για Ενάγοντα: κ. Μελάς με κα Ασσιώτου.

Για Εναγόμενους: κ. Κορφιώτης.

 

                                   

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την παρούσα αγωγή ο Ενάγοντας αξιώνει το ποσό των €65,029.82, ως ειδικές αποζημιώσεις καθώς και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες, πόνο και ταλαιπωρία, που υπέστη λόγω ατυχήματος το οποίο επισυνέβη στις 25.1.08 κατά τη διάρκεια και στα πλαίσια της εργοδότησης του από τους Εναγομένους. Περαιτέρω ζητά νόμιμους τόκους και έξοδα.

 

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα στην έκθεση απαίτησης του οι Εναγόµενοι κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν εταιρία περιορισµένης ευθύνης, που ασχολούνταν µε οικοδοµικές εργασίες και/ή συναφείς εργασίες ανάπτυξης γης. Κατά τον ίδιο χρόνο ο Ενάγοντας ήταν 41 ετών, καθόλα υγιής και βρισκόταν στην υπηρεσία και/ή απασχόληση των Εναγομένων, ως καλουψιής, µε καθαρό εβδοµαδιαίο µισθό €460. Κατά ή περί την 25.1.08 ο Ενάγοντας εργοδοτείτο από τους Εναγόµενους στην Λεµεσό σε ανέγερση διώροφης οικοδοµής (τρία συνεχόµενα σπίτια). Κατά την διάρκεια της πιο πάνω εργασίας που ανατέθει σ’ αυτόν από τους Εναγοµένους και/ή τους αντιπροσώπους και/ή τους υπαλλήλους τους και κατά την εκτέλεση αυτής, ενώ ο Ενάγοντας ανέβαινε από µια σκαλωσιά από τη πρώτη πλάκα στη δεύτερη πλάκα, προσπάθησε να κρατηθεί από ένα σίδερο από τα πολλά που εξείχαν από το µπετόν ταράτσας. Το σίδερο όµως υποχώρησε και/ή βγήκε µε συνέπεια ο Ενάγοντας να χάσει την ισορροπία του και να πέσει στο κενό πάνω στη πρώτη πλάκα του διπλανού σπιτιού, µε αποτέλεσµα να υποστεί σωµατικές βλάβες, ζηµιές και έξοδα. Σύμφωνα πάντα με την έκθεση απαίτησης το ατύχημα επισυνέβη λόγω της αμέλειας και/ή παράβασης των νομίμων και/ή εκ της συμβάσεως εργασίας απορρεόντων καθηκόντων των Εναγομένων και/ή των αντιπροσώπων αυτών. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται μεταξύ άλλων ότι οι Εναγόμενοι: (α) παρέλειψαν να εξασφαλίσουν και/ή ακολουθούν και/ή υποδείξουν στον Ενάγοντα ασφαλές σύστηµα εργασίας, (β) παρέλειψαν να παρέχουν και/ή συντηρούν και/ή εξασφαλίσουν ασφαλή τόπο και µέσα εργασίας και/ή να βεβαιωθούν και/ή επιβλέπουν ότι ο Ενάγοντας θα εργάζονταν σε και/ή και µε αυτά µε ασφάλεια, (γ) παρέλειψαν να λάβουν οιασδήποτε και/ή επαρκείς και/ή λογικές προφυλάξεις για την ασφάλεια και/ή προστασία του Ενάγοντα, ενώ αυτός ασχολείτο και/ή εκτελούσε την πιο πάνω εργασία, (δ) εξέθεσαν τον Ενάγοντα σε κίνδυνο σωµατικών βλαβών και ζηµιών για τον οποίο γνώριζαν και/ή όφειλαν να γνωρίζουν, (ε) παρέλειψαν να δώσουν οιεσδήποτε και/ή επαρκείς οδηγίες και/ή να καθοδηγούν τον Ενάγοντα και επιβλέπουν τούτον, ως προς τα αναγκαία µέτρα και/ή προφυλάξεις που έπρεπε να λαµβάνει για την ασφάλεια του και/ή για να αποφύγει το ατύχηµα και/ή εσφαλµένα άφησαν τη λήψη προφυλάξεων αυτού στην διακριτική του ευχέρεια.

 

Στην έκθεση υπεράσπισης τους οι Εναγόμενοι δέχονται ότι ο Ενάγοντας ήταν στην υπηρεσία τους. Πέραν δε του ισχυρισµού ότι περί την 25.1.08 ο Ενάγοντας κατά τη διάρκεια της εργασίας του έπεσε στο κενό και/ή είχε ατύχηµα αρνούνται τα λοιπά γεγονότα που αναφέρει ο Ενάγοντας στην έκθεση απαίτησης του σε σχέση με τις συνθήκες του ατυχήματος. Αρνούνται επίσης την αποδιδόμενη σε αυτούς αμέλεια και τις σχετικές λεπτομέρειες και ισχυρίζονται ότι αποκλειστικά και/ή σε µεγάλο βαθµό υπεύθυνος για το ατύχηµα που υπέστη ήταν ο ίδιος ο Ενάγοντας καθότι: (α) ενήργησε κατά τρόπο µη αναµενόµενο και/ή έθεσε τον εαυτό του σε εµφανή κίνδυνο, (β) αγνόησε εµφανείς κινδύνους και/ή ενήργησε απερίσκεπτα και/ή επικίνδυνα, (γ) ενήργησε κατά τέτοιο τρόπο που οι Εναγόµενοι δεν είχαν τη δυνατότητα ή ευκαιρία να τον προλάβουν και/ή να παρέµβουν, (δ) παρέλειψε να λάβει οποιαδήποτε και/ή τα κατάλληλα µέτρα και/ή προφυλάξεις και/ή να πράξει οτιδήποτε για να αποφύγει τη πτώση και/ή για την δική του ασφάλεια, (ε) προκειµένου να μετακινηθεί από το σηµείο που βρισκόταν σε άλλο προσπάθησε να σκαρφαλώσει και/ή πεταχτεί και/ή κρατηθεί από σίδερο που εξείχε από παρακείµενη πλάκα κατά τρόπο που ήταν εµφανώς επικίνδυνος και/ή αντίθετος προς τις υποδείξεις και/ή οδηγίες των εργοδοτών του. Επίσης αρνούνται τα όσα αναφέρονται στην έκθεση απαίτησης σε σχέση με τις σωματικές βλάβες και τις ειδικές ζημιές που αξιώνονται. Ως εκ των άνω ζητούν απόρριψη της αγωγής µε έξοδα υπέρ τους.

 

Μαρτυρία

 

Κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας δηλώθηκε από τους συνηγόρους των διαδίκων ότι, επί πλήρους ευθύνης, οι γενικές αποζημιώσεις ανέρχονται στις €17,000 και οι ειδικές αποζημιώσεις στις €7,000. Δηλώθηκε επίσης ότι στα πιο πάνω ποσά περιλαμβάνεται και νόμιμος τόκος από τις 25.1.08 δηλ. από την ημερομηνία του ατυχήματος μέχρι τις 9.4.13. Ως εκ των άνω παρέμεινε προς εκδίκαση μόνο το θέμα της ευθύνης.

 

Για τον σκοπό αυτό κατέθεσε ο Ενάγοντας και άλλος ένας μάρτυρας. Οι Εναγόμενοι από την πλευρά τους δεν πρόσφεραν οποιαδήποτε μαρτυρία. Κατά την ακροαματική διαδικασία κατατέθηκαν επίσης 5 τεκμήρια.

 

Ως Μ.Ε.1 κατέθεσε ο Ενάγοντας, του οποίου η εκδοχή ήταν η ακόλουθη:

 

Κατά τον επίδικο χρόνο ασκούσε το επάγγελμα του καλουψιή για 20 περίπου χρόνια. Τον Ιανουάριο του 2008 ήταν 41 χρονών και εργοδοτείτο από τους Εναγόµενους για 12 χρόνια, ως τεχνίτης καλουψιής. Τότε οι Εναγόμενοι, οι οποίοι ασχολούνταν µε οικοδοµικές εργασίες, είχαν αναλάβει την εκτέλεση εργασιών ανέγερσης τριών συνεχόµενων διώροφων σπιτιών στην Λεµεσό. Για το έργο αυτό οι Εναγόμενοι ανέθεσαν σε συνεργείο αυτών αποτελούμενο από 4 άτομα περιλαμβανομένου του Ενάγοντα, να τοποθετήσει καλούπια στις πλάκες των σπιτιών και τον οπλισμό που έμπαινε μέσα στα καλούπια πριν χυθεί το μπετόν. Στις 25.1.08, στο συγκεκριμένο εργοτάξιο εργαζόταν το εν λόγω συνεργείο του οποίου ο Ενάγοντας ήταν ο επικεφαλής και ο πιο έμπειρος. Τα ίδια άτομα εργάζονταν εκεί και τις αμέσως προηγούμενες μέρες. Οι τρεις κατοικίες ήταν σε διαφορετικό υψόμετρο. Συγκεκριμένα η πρώτη κατοικία ήταν πιο χαμηλά, η επόμενη ανέβαινε 50 εκατοστά και η επόμενη άλλα 50 εκατοστά περίπου. Στις 25.1.08 ήταν τελειωμένες οι πλάκες της οροφής του ισογείου και των τριών κατοικιών του έργου. Εκείνη την ημέρα ήταν επίσης τελειωμένη η πλάκα της οροφής του ορόφου της τρίτης στη σειρά κατοικίας και θα ετοίμαζαν τα καλούπια για την πλάκα της οροφής του ορόφου της μεσαίας κατοικίας. Για το σκοπό αυτό και οι τέσσερις του συνεργείου έστησαν σκαλωσιές περιμετρικά του κτιρίου όπου θα τοποθετούνταν τα καλούπια. Οι σκαλωσιές αυτές ήταν αυτές που χρησιμοποιούν οι καλουψίες για την κατασκευή των καλουπιών και ήταν αυτές που χρησιμοποιούσαν πάντα. Aνέβαιναν σε αυτές για να τοποθετήσουν τα ξύλα για τους δοκούς και στη συνέχεια τις μετακινούσαν για να βάλουν τα ξύλα της πλάκας και για να στηριχθεί η πλάκα πάνω. Για την κατασκευή της κάθε μιας από τις σκαλωσιές έμπαιναν δύο σίδερα παράλληλα και ένα Χ σε κάθε πλευρά για να στηρίζονται. Οι σκαλωσιές αυτές δεν ήταν τέτοιες ώστε να μπορούν να μπαίνουν πάνω προστατευτικά. Το ύψος τους ήταν 2,40 μέτρα. Επίσης πάνω στις σκαλωσιές έβαζαν τέσσερεις πόντους-πόττιδες δηλαδή ξύλα πλάτους 15 εκατοστών το καθένα. Για να ανέβει κάποιος στις σκαλωσιές χρησιμοποιούσε τα οριζόντια σίδερα που είχαν. Δεν ήταν ο Ενάγοντας που καθόρισε το είδος της σκαλωσιάς που χρειάζονταν και πως έπρεπε να στηθούν. Μόνο τέτοιες σκαλωσιές τους παρείχαν οι Εναγόμενοι. Το πρωί δε εκείνης της μέρας πήγε στο χώρο ο «μάστρος» τους, Ευάγγελος Σακκάς και τους είπε να ξεκινήσουν εκείνη την πλάκα και να βάλουν σκαλωσιές και πόττιδες και να δουλέψουν.

 

Για να κάνουν τα καλούπια έπρεπε επίσης να ξεκαλουπώσουν-αφαιρέσουν ξύλα από την τελειωμένη πλάκα της οροφής του ορόφου της διπλανής κατοικίας. Για τον σκοπό αυτό λοιπόν εκείνη την ημερά ενώ ο Ενάγοντας στεκόταν σε μια σκαλωσιά του μεσαίου σπιτιού, προσπάθησε να ανεβεί στην τελειωμένη πλάκα του διπλανού σπιτιού. Λόγω διαφοράς ύψους περίπου µισού µέτρου που υπήρχε µεταξύ της σκαλωσιάς και της πλάκας, προσπάθησε να κρατηθεί από ένα σίδερο από τα πολλά που εξείχαν από την πλάκα, το οποίο τοποθετήθηκε µε σκοπό την στήριξη του τοίχου του σπιτιού. Συγκεκριµένα αφού είχε ανεβεί στην σκαλωσιά, τοποθέτησε το δεξί του πόδι πάνω στην πλάκα, έπιασε με το αριστερό του χέρι το σίδερο για περισσότερη στήριξη λόγω του κενού που υπήρχε µεταξύ της πλάκας και της σκαλωσιάς και όταν προσπάθησε να βάλει και το αριστερό του πόδι στην πλάκα το σίδερο βγήκε από το μπετόν και του έµεινε στο χέρι, µε συνέπεια να χάσει την ισορροπία του, να γύρει πίσω και να πέσει στο κενό πάνω στη πρώτη πλάκα του διπλανού σπιτιού και να τραυµατιστεί. Μετά το ατύχηµα µεταφέρθηκε στην Πολυκλινική Υγεία όπου, μετά από εξέταση, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί συνθλιπτικό κάταγµα της κάτω πέρατος κερκίδος. Κατά τον χρόνο του ατυχήματος του ο Ευάγγελος Σακκάς δεν βρισκόταν στο εργοτάξιο.

 

Η σκαλωσιά που χρησιµοποίησε ο Ενάγοντας ήταν στηµένη για τις ανάγκες στήριξης του ξυλότυπου της μεσαίας κατοικίας, γι’ αυτό και ήταν πιο χαµηλή από το ύψος του διπλανού σπιτιού και δεν έφερε προστατευτικό κάγκελό. Ήταν αυτή που τους παρείχαν οι Εναγόµενοι και πέραν αυτής δεν υπήρχε οτιδήποτε άλλο για να χρησιµοποιήσει ή άλλος τρόπος ώστε να ανεβεί στην πλάκα και να αποπερατώσει την εργασία του. Έτσι το µόνο µέσο που είχε στην διάθεση του ήταν ένα από τα υφιστάµενα σίδερα που υπήρχαν στην πλάκα. Τα εν λόγω σίδερα (στάρτερ) τα οποία τοποθετούνταν για να στηρίξουν τους τοίχους που θα κτίζονταν αργότερα πάνω στην πλάκα, ήταν πρακτική να τοποθετούνται κάθε 25 εκατοστά και σε σχήµα γωνίας, 30 εκατοστά, δένονταν πάνω στα σίδερα της πλάκας και έτσι μετά μέρος αυτών ενσωματώνονταν, με το χύσιμο του μπετόν, στην πλάκα. Αυτό γινόταν σε όλες τις περιπτώσεις όπως γνωρίζει ο Ενάγοντας από την πολυετή εργασία του στους Εναγοµένους. Εξήγησε ότι ένιωσε ασφάλεια πιάνοντας το σίδερο εφόσον ήταν σίδερο που ετοποθετείτο για να κρατά τοίχο, σε γωνία 30 εκατοστών, ήταν δεμένο και υπήρχε πάνω του μπετόν πάχους 20 εκατοστών. Τα εν λόγω σίδερα τότε τοποθετήθηκαν από άλλους υπαλλήλους των Εναγοµένων. Ως φάνηκε όμως εκ των υστέρων το σίδερο από το οποίο πιάστηκε ο Ενάγοντας δεν ενσωµατώθηκε µέσα στο µπετόν, όπως θα έπρεπε, εφόσον δεν τοποθετήθηκε σε σχήµα γωνίας αλλά µπήκε φυτευτό. Αυτό δεν µπορούσε ο Ενάγοντας να το γνωρίζει. Όπως και σε άλλες περιπτώσεις που δεν υπήρχαν οι κατάλληλες σκαλωσιές, χρησιµοποιούσαν τα σίδερα αυτά ως τρόπο στήριξης για να ανεβαίνουν από την µια πλάκα στην άλλη. Επίσης το µπετόν που κρατούσε τα σίδερα χύθηκε την προηγούµενη ηµέρα και δεν υπάρχει περίπτωση να µην είχε στεγνώσει εφόσον θεωρείται ότι στεγνώνει 8 ώρες µετά την τοποθέτηση του. Ακόµη όμως και χωρίς τον µπετόν το σίδερο δεν θα έβγαινε εάν ετοποθείτο σε σχήµα γωνίας. Δεν δέχθηκε ότι ο τραυματισμός του οφειλόταν στο ότι είτε επειδή βιαζόταν είτε επειδή συγχύστηκε έκανε κάποιες κινήσεις που κανένας με την πείρα του και τις γνώσεις του δεν αναμενόταν να κάνει και πρόσθεσε ότι δεν βιάζεται στη δουλειά αλλά δουλεύει ήρεμα και πολύ προσεκτικά γιατί μετά θέλει να επιστρέψει στην οικογένεια του και στα τρία του παιδιά, γι’ αυτό το λόγο έπιασε πάνω στο σίδερο για να είναι ασφαλισμένος. Δεν τους είπε ο μάστρος τους να πιάνουν σε αυτά τα σίδερα αλλά αυτό ήταν κάτι που συνήθιζαν να κάνουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Ανέφερε επίσης ότι εάν υπήρχαν οι κατάλληλες σκαλωσιές εργασίας με κάγκελο γύρω γύρω ο τραυµατισµός του θα είχε αποφευχθεί. Όταν ουσιαστικά του τέθηκε ότι μπορούσε να φτιάξει μια σκάλα με ξύλα ώστε να ανέβει από τη σκαλωσιά στη πλάκα διερωτήθηκε πώς να φτιάξει σκάλα για 50 εκατοστά ύψος και πρόσθεσε ότι τέτοια σκάλα πάνω στους πόττιδες είναι πολύ επικίνδυνη. Ανέφερε επίσης ότι δεν μπορούσε να βάλει σκάλα για το σκοπό αυτό, η οποία να ξεκινά από το πάτωμα του ορόφου, γιατί γύρω-γύρω υπήρχαν σκαλωσιές και εάν έβαζε τέτοια σκάλα αυτή θα ήταν μακριά από την πλάκα περίπου 70 εκατοστά.

         

Ως Μ.Ε.2 κατέθεσε ο Σωκράτης Σωκράτους, Επιθεωρητής Εργασίας του Γραφείου Επιθεώρησης Εργασίας, τότε στο Επαρχιακό Γραφείο Λεμεσού. 

 

Τα καθήκοντα του περιλαμβάνουν την επιθεώρηση των χώρων εργασίας και τη διερεύνηση εργατικών ατυχημάτων. Έλαβε γνώση για το επίδικο ατύχημα μέσω του προκαθορισμένου εντύπου που απέστειλε ο εργοδότης στο γραφείο του (τεκμήριο 3) το οποίο παραλήφθηκε στις 29.1.08. Το έντυπο αυτό το έλαβε ο ίδιος σε κάποια ημερομηνία μετά τις 29.1.08.  Επισκέφθηκε το χώρο του ατυχήματος στις 4.3.08 αλλά η σκηνή είχε ήδη αλλάξει και έτσι δεν έκανε οποιεσδήποτε διαπιστώσεις. Όσον αφορά τα είδη των σκαλωσιών που χρησιμοποιούνται στις οικοδομές ανέφερε ότι υπάρχουν σκαλωσιές που προορίζονται να στηρίξουν τις διάφορες κατασκευές όπως πλάκες και τοίχους αντιστήριξης καθώς και σκαλωσιές που χρησιμοποιούνται από τους εργαζόμενους για να τους βοηθούν στην εκτέλεση της εργασίας, να ανέβουν σε ύψος με ασφάλεια και να εκτελέσουν την εργασία, όπως αυτές που βλέπουμε στις προσόψεις των οικοδομών όταν ανεγείρονται. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάρχουν οι κινητές ή οι κρεμαστές σκαλωσιές, ανάλογα με τον χώρο και την δουλειά που θα εκτελεστεί. Πρέπει όμως όλες αυτές να έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την παροχή ασφάλειας προς τον εργαζόμενο κατά την εργασία του, έναντι πτώσης. Για τον σκοπό αυτό η σκαλωσιά πρέπει να είναι στερεάς κατασκευής δηλαδή τα υλικά από τα οποία κατασκευάζεται να αντέχουν, να έχει ικανοποιητικό δάπεδο εργασίας, να έχει πλευρική και πισινή περίφραξη, να έχει παραπέτο στο δάπεδο, να υπάρχει ασφαλής πρόσβαση προς αυτήν και ανάλογα με το ύψος της να είναι καλά στερεωμένη στο κτίριο. Για να δείξει παραδείγματα των πιο πάνω κατέθεσε ως τεκμήρια 4 και 5 αντίγραφα σχεδιαγραμμάτων δύο κατασκευαστών τέτοιων σκαλωσιών.

 

Η εικόνα που έχει για το επίδικο ατύχημα και για το πώς έγινε βασίζεται στο τεκμήριο 3 και στην προφορική μαρτυρία του παθόντα. Αναφορικά με το ποιο είδος σκαλωσιάς έπρεπε να χρησιμοποιείται στο επίδικο εργοτάξιο, με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, είπε ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει ο εργοδότης να βλέπει το χώρο όπου θα εκτελεστεί η εργασία ανάλογα με το ύψος, το πλάτος και τα χαρακτηριστικά του χώρου και να συναρμολογεί τέτοια σκαλωσιά, η οποία να διασφαλίζει τον εργοδοτούμενο να μην πέσει από ύψος. Εξήγησε επίσης πως αναπτύσσεται μια οικοδομή από την τοποθέτηση των καλουπιών-ξυλότυπων μέχρι την σκυροδέτηση των κολόνων και της πλάκας. Για την κατασκευή του ξυλότυπου ένας εργαζόμενος μπορεί να βρεθεί σε ύψος πέραν των 2 μέτρων οπόταν παρουσιάζεται ο κίνδυνος πτώσης από ύψος. Ανέφερε δε για το κάθε στάδιο πρακτικούς τρόπους για να στηνόταν στην προκειμένη κατάλληλη σκαλωσιά την οποία να χρησιμοποιούσε ο Ενάγοντας-εργαζόμενος, ως ασφαλές δάπεδο εργασίας για την κατασκευή του ξυλότυπου και να αποφεύγετο ενδεχόμενη πτώση του.

 

Ήταν ουσιαστικά η γνώμη του ότι στην επίδικη περίπτωση δεν είχε στηθεί κατάλληλη σκαλωσιά και για αυτό ο Ενάγοντας έπεσε από ύψος 2,5 περίπου μέτρων. Είχαν χρησιμοποιηθεί σκαλωσιές που χρησιμοποιούνται για τη στήριξη των καλουπιών. Κατάλληλη σκαλωσιά για την επίδικη περίπτωση, θα ήταν τέτοια που να είναι στο σωστό ύψος με το χώρο που θα εργαζόταν, να είχε δάπεδο ικανοποιητικού πλάτους για να μπορεί να κινείται ο Ενάγοντας και να εργάζεται άνετα (80 εκατοστά ή ένα μέτρο - το δάπεδο ποικίλει ανάλογα με τις ανάγκες της εργασίας) και να υπήρχε κάγκελο στις τρεις πλευρές, περιμετρικά της σκαλωσιάς σε ύψος τουλάχιστο 1,10 μέτρα (ώστε εάν κάτι πήγαινε στραβά θα αποφεύγετο ενδεχόμενη πτώση από αυτήν) καθώς και σκάλα πρόσβασης σε αυτήν εσωτερική ή εξωτερική για να ανεβαίνει στο δάπεδο εργασίας. Γενικά σε ένα εργοτάξιο το στήσιμο ή η αποσυναρμολόγηση των σκαλωσιών είναι ευθύνη του εργοδότη. Εξήγησε δε περαιτέρω ότι η υποχρέωση του εργοδότη να προστατεύσει τον εργοδοτούμενο του από πτώση είναι απόλυτη και ουσιαστικά ότι εάν η ανατομία του συγκεκριμένου χώρου ήταν διαφορετική και ο Ενάγοντας-εργαζόμενος στεκόταν ήδη σε ένα άλλο επίπεδο και δεν μπορούσε να τοποθετηθεί άλλη σκαλωσιά θα έπρεπε ο εργοδότης να βρει άλλο τρόπο ώστε σε κάθε περίπτωση να αποφευχθεί η πτώση.

 

Σε υποβολή δε ότι σε περίπτωση που υπήρχε σκαλωσιά με σιδερένια προστατευτικά πίσω, το πιθανότερο όπως έπεσε ο Ενάγοντας θα χτυπούσε το κεφάλι του πάνω σε αυτά είπε ότι ο ρόλος των σκαλωσιών είναι να προστατεύουν από την πτώση και τις παρομοίασε με τη ζώνη ασφαλείας του αυτοκινήτου, εξηγώντας ουσιαστικά ότι η πιθανότητα με αυτήν να μείνει κάποιος μέσα στο αυτοκίνητο και να πεθάνει, που αποτελεί την εξαίρεση, δεν την καθιστά ως μέτρο προστασίας λανθασμένη. Όσον αφορά τις σκαλωσιές που χρησιμοποιούν οι καλουψίδες είπε ότι δεν υπάρχουν ειδικές σκαλωσιές για αυτούς, αλλά όπως ο καθένας που εργάζεται σε οικοδομή θα πρέπει να χρησιμοποιούν σκαλωσιές όπως τις προαναφερόμενες.

 

Αναφορικά με τα σίδερα (starter) είπε ότι δεν αποτελούν μέρος του οπλισμού που στηρίζει την πλάκα αλλά προορίζονται για να στηρίξουν τον τοίχο που θα κτιστεί πάνω στην πλάκα και σε ερώτηση εάν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να στηρίξουν το βάρος ενός ανθρώπινου σώματος είπε ότι δεν μπορεί να πει εάν ένα σίδερο μπορεί ή δεν μπορεί, επιτρέπεται ή απαγορεύεται να το χρησιμοποιήσει κάποιος σαν ένα μοχλό αλλά πρόσθεσε ότι σε πολλές κατασκευές ζητείται και μπαίνουν ειδικά άγκιστρα μέσα στο μπετόν για να μπορούν να προσδεθούν πάνω συρματόσχοινα για να δένονται οι εργαζόμενοι με προστασία. Όταν ουσιαστικά ρωτήθηκε εάν κάποιος κανονικού αναστήματος μπορεί εύκολα να ανέβει σε μια πλάκα, η οποία είναι στα 50 εκατοστά και εάν σε τέτοια περίπτωση  διακινδυνεύει εάν πιάσει σε σιδερένια στηρίγματα που υπάρχουν εκεί, απάντησε ότι ο ίδιος δεν βλέπει ιδιαίτερο εμπόδιο να πηδήσει 50 εκατοστά αλλά αν ανεβαίνοντας μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος και ένα οποιοδήποτε βοήθημα για να ανέβει καλύτερα δεν είναι κάτι που απαγορεύεται ή δεν θα το έκανε ή είναι λάθος να γίνει.

 

 

Αξιολόγηση μαρτυρίας

 

        Ο Ενάγοντας θα πρέπει να λεχθεί ότι μου έκανε καλή εντύπωση και γενικά άφησε την εικόνα ενός ειλικρινούς μάρτυρα. Απαντούσε με αμεσότητα και ευθύτητα στις ερωτήσεις, ήταν σταθερός και συνεπής στις θέσεις του, οι οποίες στηρίζονταν στη λογική και δεν κλονίσθηκαν κατά την αντεξέταση του. Σε σχέση δε με την αναφορά του στην κυρίως εξέταση ότι στην προσπάθεια του να ανέβει έπιασε με το αριστερό του χέρι το σίδερο για περισσότερη στήριξη λόγω του κενού που υπήρχε µεταξύ της πλάκας και της σκαλωσιάς δεν προκύπτει κάποια αντίφαση ή ασυνέπεια στη μαρτυρία του εφόσον στην αντεξέταση του διευκρίνισε ότι το κενό αυτό δεν ήταν μεταξύ του σημείου που στεκόταν και της πλάκας που θα ανέβαινε αλλά έξω από τη σκαλωσιά πίσω του, όπου και έπεσε.

       

        Ως εκ των άνω η μαρτυρία του Ενάγοντα γίνεται δεκτή.

 

Ο Μ.Ε.2 κατέθεσε ουσιαστικά και ως ειδικός - εμπερογνώμονας σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας.

 

Είναι παγίως νομολογημένο ότι η ιδιότητα του εμπειρογνώμονα επιτρέπει παρέκκλιση από τους κανόνες της απόδειξης. Αυτή όμως η παρέκκλιση σχετίζεται μόνο με τη δυνατότητα έκφρασης γνώμης (βλ. Constantinides (Akinita) Ltd. ν Mavrogenis (1983) 1 C.L.R. 662). Ο εμπειρογνώμονας εφοδιάζει το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων του, έτσι που να μπορέσει ο Δικαστής να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση και συμπεράσματα με την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων πάνω στα γεγονότα που αποδεικνύει η μαρτυρία (βλ. Philippou ν. Odysseos (1989) 1 C.L.R. 1, Vassilico Cement Works Ltd v. Σταύρου (1978) 1 C.L.R. 389, Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 746 και Σπύρου ν. Χριστοδούλου (1996) 1 A.A.Δ. 1193). Αφού έλαβα λοιπόν υπόψη μου τα προσόντα του Μ.Ε.2, τις γνώσεις αλλά και την πολύχρονη εμπειρία του, τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν, καθώς και τις αρχές που καθορίζουν πότε ένας μάρτυρας θεωρείται εμπειρογνώμονας, είναι η κατάληξη μου ότι αυτός είναι εμπειρογνώμονας σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας. Συνεπώς η μαρτυρία του θα προσεγγιστεί και θα αξιολογηθεί με βάση τις αρχές που διέπουν την αξιολόγηση και προσέγγιση εμπειρογνωμόνων μαρτύρων (βλ. Χ’ Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 104).

 

Ο Μ.Ε.2 μου έκανε επίσης καλή εντύπωση. Αναφέρθηκε στο πως ενημερώθηκε για το επίδικο ατύχημα και στις πηγές της πληροφόρησης του, στα είδη των σκαλωσιών που χρησιμοποιούνται σε εργοτάξια και, με βάση τα δεδομένα που είχε ή που του τέθηκαν, εξέφρασε ουσιαστικά γνώμη για την καταλληλότητα και ασφάλεια της επίδικης σκαλωσιάς καθώς και το ποια θα ήταν η κατάλληλη-ασφαλής υπό τις περιστάσεις. Παρέθεσε δε και επεξήγησε με απλότητα, σαφήνεια και λογική τις διάφορες θέσεις του, οι οποίες στο μέτρο που αμφισβητήθηκαν κατά την αντεξέταση του δεν κλονίσθηκαν.

 

Ως εκ των άνω η μαρτυρία του γίνεται δεκτή και η γνώμη και τα συμπεράσματα του γενικά θα ληφθούν υπόψη και θα αξιολογηθούν με βάση και ανάλογα με τα τελικά ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα.

 

Ευρήματα

 

Λαμβάνοντας υπόψην την μαρτυρία που έγινε δεκτή καταλήγω στα ακόλουθα:

 

Κατά τον επίδικο χρόνο ο Ενάγοντας ασκούσε το επάγγελμα του καλουψιή για 20 περίπου χρόνια. Τον Ιανουάριο του 2008 ήταν 41 χρονών και εργοδοτείτο από τους Εναγόµενους για 12 χρόνια, ως τεχνίτης καλουψιής. Τότε οι Εναγόμενοι, οι οποίοι ασχολούνταν µε οικοδοµικές εργασίες, είχαν αναλάβει την εκτέλεση εργασιών ανέγερσης τριών συνεχόµενων διώροφων σπιτιών στην Λεµεσό. Για το έργο αυτό οι Εναγόμενοι ανέθεσαν σε συνεργείο αυτών αποτελούμενο από 4 άτομα, περιλαμβανομένου του Ενάγοντα, να τοποθετήσει τα καλούπια-ξυλότυπο στις πλάκες των σπιτιών και τον οπλισμό που έμπαινε μέσα στα καλούπια πριν χυθεί το μπετόν. Στις 25.1.08, στο συγκεκριμένο εργοτάξιο εργαζόταν το εν λόγω συνεργείο, του οποίου ο Ενάγοντας ήταν ο επικεφαλής και ο πιο έμπειρος. Τα ίδια άτομα εργάζονταν εκεί και τις αμέσως προηγούμενες μέρες. Οι τρεις κατοικίες είχαν υψομετρική διαφορά 50 εκατοστών η μια από την άλλη. Στις 25.1.08 ήταν τελειωμένες οι πλάκες της οροφής του ισογείου και των τριών κατοικιών. Εκείνη την ημέρα ήταν επίσης τελειωμένη η πλάκα της οροφής του ορόφου της τρίτης στη σειρά κατοικίας και θα ετοίμαζαν τα καλούπια για την πλάκα της οροφής του ορόφου της μεσαίας κατοικίας. Για το σκοπό αυτό και οι τέσσερις του συνεργείου έστησαν σκαλωσιές περιμετρικά του κτιρίου όπου θα τοποθετούνταν τα καλούπια. Οι σκαλωσιές αυτές ήταν αυτές που χρησιμοποιούν οι καλουψίες για την κατασκευή των καλουπιών και ήταν αυτές που χρησιμοποιούσαν πάντα. Ανέβαιναν σε αυτές για να τοποθετήσουν τα ξύλα για τους δοκούς και στη συνέχεια τις μετακινούσαν για να βάλουν τα ξύλα της πλάκας και για να στηριχθεί η πλάκα πάνω. Για την κατασκευή της κάθε μιας από τις σκαλωσιές έμπαιναν δύο σίδερα παράλληλα και ένα Χ σε κάθε πλευρά για να στηρίζονται. Στις σκαλωσιές αυτές δεν μπορούσαν να μπουν προστατευτικά κιγκλιδώματα. Το ύψος τους ήταν 2,40 μέτρα. Επίσης πάνω σε αυτές έβαζαν ως δάπεδο, τέσσερεις πόντους-πόττιδες δηλαδή ξύλα πλάτους 15 εκατοστών το καθένα. Για να ανέβει κάποιος στις σκαλωσιές χρησιμοποιούσε τα οριζόντια σίδερα που είχαν. Το πρωί της 28.1.05 πήγε στο χώρο ο «μάστρος» τους, Ευάγγελος Σακκάς και τους είπε να ξεκινήσουν εκείνη την πλάκα, να βάλουν σκαλωσιές και πόττιδες και να δουλέψουν.

 

Για στήριξη των τοίχων που θα κτίζονταν πάνω στις πλάκες ήταν πρακτική να τοποθετούνται σίδερα (στάρτερ), κάθε 25 εκατοστά και σε σχήµα γωνίας, 30 εκατοστά, τα οποία δένονταν πάνω στα σίδερα της πλάκας και έτσι μετά, μέρος αυτών, ενσωματώνονταν, με το χύσιμο του μπετόν πάχους 20 περίπου εκατοστών, στην πλάκα. Αυτό γινόταν σε όλες τις περιπτώσεις. Τέτοια σίδερα είχαν τοποθετηθεί, από άλλους υπαλλήλους των Εναγοµένων, στην προαναφερόμενη τελειωμένη πλάκα της τρίτης κατοικίας. Το µπετόν της πλάκας που κρατούσε και τα σίδερα χύθηκε την προηγούµενη ηµέρα και δεν υπήρχε περίπτωση να µην είχε στεγνώσει εφόσον θεωρείται ότι στεγνώνει 8 ώρες µετά την τοποθέτηση του.

 

Για να κάνουν τα καλούπια της πλάκας της μεσαίας κατοικίας εκείνη την ημέρα οι εργαζόμενοι έπρεπε επίσης να ξεκαλουπώσουν-αφαιρέσουν ξύλα από την τελειωμένη πλάκα της οροφής του ορόφου της διπλανής κατοικίας. Για τον σκοπό αυτό ο Ενάγοντας προσπάθησε να ανεβεί από την σκαλωσιά στην τελειωμένη πλάκα του διπλανού σπιτιού. Η σκαλωσιά αυτή, η οποία ήταν στηµένη για τις ανάγκες στήριξης του ξυλότυπου της μεσαίας κατοικίας και δεν έφερε προστατευτικό κάγκελο, ήταν πιο χαµηλή από την εν λόγω πλάκα κατά περίπου 50 εκατοστά. Έτσι αφού ο Ενάγοντας ανέβηκε και στεκόταν στην σκαλωσιά, τοποθέτησε το δεξί του πόδι πάνω στην πλάκα, έπιασε με το αριστερό του χέρι ένα από τα σίδερα (στάρτερ) της πλάκας, για περισσότερη στήριξη, αλλά όταν προσπάθησε να βάλει και το αριστερό του πόδι στην πλάκα, το σίδερο βγήκε από το μπετόν και του έµεινε στο χέρι, µε συνέπεια να χάσει την ισορροπία του, να γύρει πίσω και να πέσει και κάτω από την σκαλωσιά στο κενό που υπήρχε, πάνω στη πρώτη πλάκα του διπλανού σπιτιού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υποστεί συνθλιπτικό κάταγµα της κάτω πέρατος κερκίδος. Ως φάνηκε εκ των υστέρων το προαναφερόμενο σίδερο δεν ενσωµατώθηκε, ως έπρεπε, µέσα στο µπετόν, εφόσον δεν τοποθετήθηκε σε σχήµα γωνίας αλλά µπήκε φυτευτό. Αυτό δεν το γνώριζε ο Ενάγοντας.

 

Οι Εναγόμενοι δεν παρείχαν άλλου είδους σκαλωσιές στο εργοτάξιο ούτε άλλα μέσα για να ανεβεί ο Ενάγοντας στην εν λόγω πλάκα. Κατά τον χρόνο του ατυχήματος ο Ευάγγελος Σακκάς δεν βρισκόταν στο εργοτάξιο. Οι Εναγόμενοι δεν είπαν στον Ενάγοντα να πιάνει σε αυτά τα σίδερα για να ανεβαίνει στην πλάκα αλλά αυτό ήταν κάτι που συνήθιζαν οι εροδοτούμενοι των Εναγομένων να κάνουν πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις.

 

Νομική Πτυχή

 

Όσον αφορά τις υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι των εργοδοτουμένων του σε σχέση με την ασφάλεια αυτών κατά την εργασία τους πρέπει να λεχθεί ότι δεν υπάρχει ειδική πρόνοια στον Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο Κεφ. 148. Οι υποχρεώσεις όμως αυτές πηγάζουν από το άρθρο 51 του πιο πάνω Νόμου, το οποίο και κωδικοποίησε τις αρχές του κοινοδικαίου σε σχέση με την αμέλεια.

 

Στη Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1 Α.Α.Δ. 453 αφού εξηγείται λοιπόν τι συνιστά αμέλεια κατά το άρθρο 51 αναφέρεται ότι το καθήκον της προσήκουσας προσοχής, η έλλειψη της οποίας είναι βασικό χαρακτηριστικό της αμέλειας περιλαμβάνει και την υποχρέωση του εργοδότη να παρέχει στους υπαλλήλους του ασφαλές ή κατάλληλο σύστημα και τόπο εργασίας και να μην τους εκθέτει σε περιττούς ή μη αναγκαίους κινδύνους. Λέχθηκε δε περαιτέρω ότι συστατικός όρος της έννοιας του μη αναγκαίου ή περιττού κινδύνου είναι η έλλειψη πρόβλεψης ή ακόμα σωστής πρόβλεψης για το ζημιογόνο αποτέλεσμα που όφειλε ή μπορούσε ο εργοδότης με τη χρήση σωστών μέσων που είχε στη διάθεσή του, να αποφύγει, χωρίς να παραγνωρίζει κανείς ότι ο υπάλληλος δεν έχει ουσιαστικό λόγο στις διευθετήσεις του εργοδότη στο υπό συζήτηση θέμα. Στην Αναγνού ν. Alco Filters (Cyprus) Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 918 λέχθηκε ότι κριτήριο για τον προσδιορισμό του καθήκοντος επιμέλειας δεν εντοπίζεται στις πιθανότητες εκδήλωσης του κινδύνου αλλά στο προβλεπτό του και στη δυνατότητα αποτροπής του με λογικά προσιτά μέσα. Αποτελεί καθήκον του εργοδότη να μην εκθέτει τον εργοδοτούμενο του σε «περιττούς» κινδύνους στην εργασία του. Αχρείαστος (unnecessary) είναι ο κίνδυνος, ο οποίος είναι, αφενός, προβλεπτός και, αφετέρου, αποφευκτός, με τη λήψη των κατάλληλων προφυλακτικών μέτρων. Στην ίδια απόφαση, τονίζεται ότι, με την πρόοδο της τεχνολογίας και με την ανάπτυξη των μέσων για την αποτροπή κινδύνων, ευκολότερη καθίσταται τόσο η πρόβλεψη των κινδύνων όσο και η εξουδετέρωσή τους.

 

Αποτελεί λοιπόν ένα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα του εργοδότη, το οποίο είναι απόλυτο, απέναντι στους υπαλλήλους του, να τους παρέχει ασφαλή τόπο ή ασφαλές σύστημα εργασίας. Η τάση δε της νομολογίας τα τελευταία χρόνια είναι η πλήρης εμπέδωση αυτής της προστασίας των εργαζομένων (βλ. Κυριάκου ν. Caramondani Bros Limited (2001) 1(A) A.A.Δ. 219). Η ευθύνη για τη διασφάλιση ασφαλών συνθηκών εργασίας βαρύνει αποκλειστικά τον εργοδότη και δεν μπορεί να μετατεθεί στους ώμους του εργοδοτούμενου (βλ. Αγγελή v. Κάρκα κ.α. (2006) 1(Β) Α.Α.Δ. 1118).

 

Στην Αλεξάνδρου ν. Κυριάκου & Υιών Λτδ (1997) 1 Α.Α.Δ. 506 με αναφορά στο σύγγραμμα Charlesworth & Percy on Negligence 8η έκδοση λέχθηκαν τα εξής:

 

«Έννοια του συστήματος εργασίας.  Ένα σύστημα εργασίας είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για την περιγραφή: (i) της οργάνωσης της εργασίας, (ii) του τρόπου με τον οποίο σκοπείται η εκτέλεση της εργασίας, (iii) της σειράς παροχής οδηγιών (ειδικώς σε άπειρους εργάτες), (iv) της σειράς των γεγονότων, (v) της λήψης προφυλάξεων για την ασφάλεια των εργατών και σε ποια στάδια, (vi) του αριθμού των προσώπων που χρειάζονται για την εκτέλεση της εργασίας, (vii) του ρόλου που θα αναλάβει ο καθένας από τους εργοδοτουμένους, (viii) και της στιγμής κατά την οποία θα εκτελέσουν τους αντίστοιχους ρόλους τους.

 

Καθήκον υπόδειξης ασφαλούς συστήματος εργασίας. Αποτελεί ζήτημα πραγματικό το κατά πόσο είναι απαραίτητο να προδιαγραφεί σύστημα εργασίας κάτω από οποιεσδήποτε δοσμένες περιστάσεις. Όταν εξετάζεται ένα τέτοιο ζήτημα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η φύση της εργασίας, δηλαδή το κατά πόσο αυτή χρειάζεται προσεκτική οργάνωση και επίβλεψη, προς το συμφέρον της ασφάλειας εκείνων που την εκτελούν, ή μπορεί να αφεθεί πειστικά από ένα συνετό εργοδότη στην φροντίδα των επί τόπου υπαλλήλων να την εκτελέσουν με τρόπο λογικά ασφαλή. Ακολουθεί ότι ένας εργοδότης υπέχει καθήκον να υποδείξει σύστημα εργασίας έστω και εάν πρόκειται για ένα και μόνο εγχείρημα, εάν κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο προς το συμφέρον της ασφάλειας.»

Στην ίδια υπόθεση με αναφορά στην υπόθεση General Cleaning Contractors Ltd ν. Christmas [1952] 2 All E.R. 1110 λέχθηκε περαιτέρω ότι είναι καλά γνωστό στους εργοδότες ότι οι εργάτες πολύ συχνά, αν όχι συστηματικά, δεν λαμβάνουν υπόψη τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγεται η εργασία τους. Είναι δε γι’ αυτό το λόγο που το κοινοδίκαιο απαιτεί ότι οι εργοδότες πρέπει να καταβάλλουν λογική φροντίδα να καθορίζουν ένα λογικά ασφαλές σύστημα εργασίας. Οι εργοδότες δεν εξαιρούνται από αυτό το καθήκον από το γεγονός ότι οι εργάτες τους είναι έμπειροι και θα μπορούσαν, αν ήταν στη θέση των εργοδοτών, να εφαρμόσουν οι ίδιοι ένα λογικά ασφαλές σύστημα εργασίας. Οι εργάτες δεν βρίσκονται στη θέση των εργοδοτών. Τα καθήκοντα τους δεν εκτελούνται μέσα στην ήρεμη ατμόσφαιρα του γραφείου με τις συμβουλές των ειδικών. Περαιτέρω με αναφορά στην ίδια αυτή υπόθεση λέχθηκε ότι ακόμη και αν υποτεθεί ότι άλλα συστήματα διεξαγωγής της εργασίας δεν ήταν πρακτικώς εφαρμόσιμα, οι εργοδότες είχαν υποχρέωση να διασφαλίσουν ότι το σύστημα το οποίο είχε υιοθετηθεί ήταν, όσο μπορούσε αυτό να επιτευχθεί, ασφαλές και ότι οι υπάλληλοί τους είχαν καθοδηγηθεί ως προς τα μέτρα που θα ελάμβαναν για να αποφύγουν τα ατυχήματα.

 

Ένα σύστημα εργασίας δεν είναι ασφαλές αν δεν προστατεύει ικανοποιητικά τους εργαζόμενους από κάποιο συγκεκριμένο κίνδυνο που λογικά μπορεί να προβλεφθεί και ο οποίος μπορεί να αντιμετωπιστεί με τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα, των οποίων η λύση είναι αφενός πραγματικά εφικτή και αφετέρου η δαπάνη που συνεπάγεται δεν είναι εντελώς δυσανάλογη προς το είδος και το μέγεθος του κινδύνου που στοχεύουν να αποφύγουν (βλ. και Δήμος Λεμεσού v. Χαραλάμπους (1989) 1 Α.Α.Δ. 423).

 

Στην Tziellas v. The ShipNadalena Hand others (1982) 1 CLR 807 λέχθηκε ότι ανάμεσα στα πρώτα καθήκοντα του εργοδότη είναι να διασφαλίσει ασφάλεια στην εργασία ώστε ο χώρος εργασίας να καταστεί όσο πιο ασφαλής εύλογα γίνεται. Αυτό με τη σειρά του περιλαμβάνει ασφαλή πρόσβαση από και προς τον πραγματικό χώρο εργασίας. Το καθήκον δε αυτό επεκτείνεται σε κάθε σύστημα το οποίο υιοθετείται για εκτέλεση της εργασίας. Δεν περιορίζεται στις καθιερωμένες - συνήθεις μεθόδους εκτέλεσης μιας εργασίας. Περαιτέρω επεκτείνεται στην προμήθεια ή παροχή ασφαλών μέσων πρόσβασης στο σημείο εργασίας μέσα στον χώρο εργασίας. Στην Γενικού Εισαγγελέα ν. Στυλιανού κ.α. (2002) 1 Α.Α.Δ. 1718 αναφέρεται ότι στην υποχρέωση του εργοδότη για επίδειξη εύλογης φροντίδας περιλαμβάνεται και η υποχρέωση για ασφαλή τόπο εργασίας αλλά και για ασφαλή πρόσβαση σε αυτόν. Για να καταλήξουμε δε κατά πόσο ο τόπος εργασίας είναι ασφαλής θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν τη φύση του χώρου.

 

Στην Λαμπής ν. Shiptrans Trading Agency Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 370 λέχθηκε με αναφορά στο σύγγραμμα Charlesworth on Negligence”, 6th ed., ότι το καθήκον του εργοδότη για την κατοχύρωση της ασφάλειας των εργοδοτούμενων του περιλαμβάνει και εξασφάλιση των μέσων ασφαλούς διακίνησης μέσα στον τόπο της εργασίας τους. Στην Metalco (Heaters) Ltd v. Νεοφύτου κ.α. (1997) 1 Α.Α.Δ. 211 με αναφορά τόσο σε Αγγλική όσο και Κυπριακή νομολογία λέχθηκε επίσης ότι το καθήκον του εργοδότη να λαμβάνει κάθε εύλογη φροντίδα για την ασφάλεια των εργοδοτουμένων του περιλαμβάνει και την εξασφάλιση και συντήρηση ικανοποιητικού εξοπλισμού.

 

Στα πλαίσια θεμελίωσης ευθύνης του εργοδότη θα πρέπει να αποδεικνύεται αμέλεια ή παράβαση νομικού καθήκοντος καθώς επίσης και ότι η παράβαση αυτή επέφερε το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Δηλ. η αιτιώδης συνάφεια πρέπει να συνδέεται με το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Το βάρος της απόδειξης και των δυο αυτών στοιχείων βαρύνει τον ενάγοντα και δεν μετατοπίζεται κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες (βλ. Κωνσταντίνου ν. Τhe Cyprus Phassouri Plantations Co Ltd (1992) 1Α Α.Α.Δ 720 και Κυριάκου ανωτέρω).

 

Όσον αφορά τον καταμερισμό της ευθύνης, στην Αλεξάνδρου ανωτέρω, λέχθηκε ότι αυτός γίνεται κατά ευρεία σκοπιά με γνώμονα τη λογική και την κοινή εμπειρία. Για να συζητηθεί η ύπαρξη συντρέχουσας αμέλειας του εργοδοτούμενου θα πρέπει να αποδειχθεί ότι αυτός προέβη σε ενέργειες που συνέβαλαν στον τραυματισμό του (βλ. Στυλιανού ανωτέρω). Με πιο απλά λόγια ότι επέδειξε αμέλειας να προφυλάξει επαρκώς τον εαυτό του. Το βάρος απόδειξης συντρέχουσας αμέλειας το φέρει ο εναγόμενος και δεν εναπόκειται στον ενάγοντα να το αποσείσει (βλ. Λαζάρου ν. Νέμεσις Εργοληπτική Εταιρεία Λτδ κ.α. (2011) 1Β Α.Α.Δ 1325). Ως δε λέχθηκε στην United Brickworks Ltd v. Ευαγγέλου (1992) 1 Α.Α.Δ. 123, στην απόδοση συντρέχουσας αμέλειας στον εργοδοτούμενο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι έχει περιορισμένη επιλογή ως προς τον τρόπο και τα μέσα με τα οποία εκτελεί την εργασία η οποία του ανατίθεται. Η επιλογή να αποχωρήσει από την εργασία του, δεν είναι ενδεχόμενο το οποίο εύκολα αντιμετωπίζει ο εργαζόμενος του οποίου η υλική, η οικογενειακή και κοινωνική ευημερία εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από τα οικονομικά μέσα που του παρέχει η εργασία του.

 

Ευθύνη Εναγομένων

 

Ως προκύπτει από τα ευρήματα του Δικαστηρίου ήταν αναγκαίο για την διεκπεραίωση της εργασίας που ανατέθηκε από τους Εναγόμενους στον Ενάγοντα, ο τελευταίος να ανέβει στην τελειωμένη πλάκα της διπλανής οικίας για να αφαιρέσει από αυτήν ξύλα, τα οποία θα χρησιμοποιούσε για την κατασκευή του ξυλότυπου της πλάκας της διπλανής οικίας. Η εν λόγω πλάκα βρισκόταν σε ύψος περίπου 2.90 μέτρα από την πλάκα της μεσαίας οικίας, στην οποία εδράζονταν οι σκαλωσιές. Συνεπώς οι Εναγόμενοι όφειλαν στα πλαίσια των καθηκόντων τους για ασφαλές σύστημα και τόπο εργασίας να εξασφαλίσουν στον Ενάγοντα ασφαλές μέσο πρόσβασης στην εν λόγω πλάκα, η οποία ήταν μέρος του χώρου εργασίας και να τον προστατεύσουν από τον, όχι μόνο προβλεπτό αλλά ευκρινώς ορατό, κίνδυνο πτώσης λόγω του συγκεκριμένου ύψους και της διαμόρφωσης του χώρου. Άλλωστε αποτελεί ρητή νομική υποχρέωση του εργοδότη, σε περίπτωση που ο εργοδοτούμενος βρίσκεται στην εργασία σε τόπο από όπου είναι δυνατό να πέσει από ύψος πέραν των δύο μέτρων, να παρέχει μέσα για την προστασία του έναντι πτώσεως, με την τοποθέτηση περίφραξης ή με άλλο κατάλληλο τρόπο, εφόσον η περίφραξη δεν είναι πρακτικώς εφικτή (βλ. άρθρο 34(2) του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου 89(Ι)/1996). Πέραν όμως των συγκεκριμένων σκαλωσιών οι Εναγόμενοι δεν διέθεταν στο χώρο ούτε και υπέδειξαν στον Ενάγοντα άλλο τρόπο πρόσβασης στην εν λόγω πλάκα.

 

Συνάγεται λοιπόν ότι για το σύστημα εργασίας που εφάρμοζαν οι Εναγόμενοι για την δημιουργία των καλουπιών, χρησιμοποιούνταν οι συγκεκριμένες σκαλωσιές τόσο για την στήριξη των καλουπιών όσο και σαν δάπεδο εργασίας για τον σκοπό αυτό – κάτι που προκύπτει και από το γεγονός ότι σε αυτή τοποθετούνταν σαν δάπεδο 4 πόττιδες πλάτους 15 εκατοστών και σε αυτήν στεκόταν  ο Εναγόμενος κατά την εργασία του – αλλά και σαν μέσο πρόσβασης σε άλλο σημείο εργασίας όπως εδώ η διπλανή πλάκα. Εφόσον όμως οι σκαλωσιές αυτές αποτελούσαν και μέσο πρόσβασης σε ύψος περίπου 2.90 μέτρων από το πάτωμα, θα έπρεπε να ήταν τέτοιες ώστε να προστατεύουν τον Ενάγοντα από ενδεχόμενη πτώση του, ανεξαρτήτως αιτίας (πχ. γλίστρημα, παραπάτημα, λανθασμένη εκτίμηση, ζάλη κλπ) και στην προσπάθεια πρόσβασης του στην προαναφερόμενη πλάκα. 

 

Μπορεί λοιπόν η αιτία της πτώσης του Ενάγοντα προς τα πίσω να ήταν το γεγονός ότι υποχώρησε το σίδερο, στο οποίο έπιασε στην προσπάθεια του να ανέβει στην πλάκα αλλά αυτό δεν θα γινόταν εάν οι Εναγόμενοι του εξασφάλιζαν κάποιο άλλο ασφαλές μέσο πρόσβασης στην πλάκα. Εν πάση δε περιπτώσει η ζημιά του Ενάγοντα ήτοι ο τραυματισμός του οφειλόταν στο ότι πέφτοντας προς τα πίσω δεν έπεσε πάνω στη σκαλωσιά αλλά και κάτω από αυτήν από ύψος 2.40 μέτρα. Με άλλα λόγια η πτώση του προς τα πίσω θα ήταν χωρίς επιπτώσεις εάν η σκαλωσιά ήταν κατασκευασμένη με τρόπο ώστε να εμπόδιζε την περαιτέρω πτώση του από αυτήν στο κενό που υπήρχε πίσω της. Η σκαλωσιά αυτή όμως δεν έφερε προστατευτικά κάγκελα τα οποία θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πτώση αυτή. Το γεγονός δε ότι δεν μπορούσαν να τοποθετηθούν προστατευτικά κάγκελα στις 3 πλευρές της σκαλωσιάς δεν απάλλασε τους Εναγόμενους από το προαναφερόμενο καθήκον τους για διασφάλιση ασφαλούς συστήματος και χώρου εργασίας, κάτι που ως προκύπτει και από την μαρτυρία του Μ.Ε.2, ήταν εφικτό.

 

Η ζημιά λοιπόν του Ενάγοντα προκύπτει ότι προήλθε από την παράλειψη των Εναγομένων-εργοδοτών του να του παράσχουν ασφαλές σύστημα και τόπο εργασίας και να μην τον εκθέσουν σε περιττούς ή μη αναγκαίους κινδύνους και ειδικότερα στο ότι δεν εξασφάλισαν ένα σύστημα εργασίας, το οποίο να περιλαμβάνει κατάλληλο και ασφαλές μέσο πρόσβασης στην πλάκα του άλλου σπιτιού καθώς και το οποίο να προστατεύει τον Ενάγοντα από τον εύλογα προβλεπτό κίνδυνο πτώσης του από ύψος. Στο σημείο αυτό πρέπει να λεχθεί, αναφορικά με αντίθετη θέση των Εναγομένων, ότι υπάρχει στις λεπτομέρειες αμέλειας στην έκθεση απαίτησης, δικογραφημένη θέση για παράλειψη των Εναγομένων να εξασφαλίσουν ασφαλές συστήμα εργασίας και ασφαλή τόπο και μέσα εργασίας.

 

Αποδεικνύεται ως εκ των άνω αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράλειψης των Εναγομένων να εκτελέσουν το οφειλόμενο καθήκον τους έναντι του Ενάγοντα – εργοδοτούμενου τους και του ζημιογόνου αποτελέσματος ήτοι του τραυματισμού αυτού.

 

Συντρέχουσα αμέλεια

 

Είναι η θέση των Εναγομένων ότι εάν κριθεί ότι φέρουν ευθύνη το μεγαλύτερο μερίδιο αυτής φέρει ο Ενάγοντας. Παραπέμπουν σχετικά στην υπόθεση Κυριάκου ανωτέρω όπου κατ’ έφεση καταλογίστηκε ευθύνη 70% στον εργοδοτούμενο και στο σημείο που αναφέρει ότι ο Ενάγοντας δεν είχε αποδείξει αιτία πτώσης και αιτιώδη συνάφεια της με την ζημιά ήτοι ότι το ατύχημα προκλήθηκε λόγω της απουσίας κιγκλιδώματος.  Ως θα διαφανεί στην συνέχεια ούτε η εν λόγω θέση δεν ευσταθεί. Τα δε γεγονότα της υπόθεσης Κυριάκου εμφανώς διαφέρουν ουσιωδώς από αυτά της παρούσας. Μάλιστα στην υπόθεση εκείνη η κρίση του πρωτόδικου Δικαστήριο, το οποίο απέδωσε το ατύχημα στην αμέλεια του εφεσείοντα, ο οποίος δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τι προκάλεσε τη πτώση του από το ικρίωμα και απάλλαξε τους εργοδότες του από κάθε ευθύνη, κρίθηκε λανθασμένη. Το Εφετείο αφού έκανε αναφορά στο απόλυτο καθήκον του εργοδότη να μεριμνά για την ασφάλεια του τόπου και συστήματος εργασίας, βρήκε ότι τέτοια προστασία δεν παρασχέθηκε από τον εργοδότη, ο οποίος δεν εφοδίασε τον Ενάγοντα με τα μέσα για να κατασκευάσει το κιγκλίδωμα. Πρόσθεσε μάλιστα πως ο πρωτόδικος Δικαστής λανθασμένα αντέστρεψε τους ρόλους και μετέθεσε το καθήκον του εργοδότη στον εργοδοτούμενο. Καταλόγισε έτσι ποσοστό ευθύνης 30% στον εργοδότη. Δεν αναφέρονται όμως στην απόφαση αυτή οι λόγοι για τους οποίους αποδόθηκε συντρέχουσα αμέλεια στον εργοδοτούμενο.

 

Στην παρούσα από όλα τα πιο πάνω προκύπτει ότι ήταν όχι μόνο λογική αλλά και στα πλαίσια του ακολουθούμενου συστήματος εργασίας, η κίνηση του Ενάγοντα να ανέβει στην πλάκα από την σκαλωσιά. Λογική και εν πάση περιπτώσει όχι λανθασμένη ήταν και η κίνηση του Ενάγοντα να πιαστεί, για περισσότερη στήριξη, από ένα από τα σίδερα (στάρτερ) που υπήρχαν πάνω στην πλάκα. Αυτό γιατί έστω και εάν το ύψος των 50 εκατοστών που υπήρχε δεν ήταν μεγάλο και ενδεχομένως κάποιος να μπορούσε να το ανεβεί χωρίς να πιαστεί πάνω στο σίδερο, ο Ενάγοντας, γνωρίζοντας ότι τα σίδερα αυτά ενσωματώνονταν στον οπλισμό και στο μπετόν της πλάκας και χρησιμοποιούνταν για να στηρίζουν τοίχους, ουσιαστικά το χρησιμοποίησε για να τον βοηθήσει να ανεβεί με ασφάλεια στην πλάκα, κάτι που επίσης συνήθιζαν να κάνουν οι εργαζόμενοι των Εναγομένων. Δεν είχε δε ο Ενάγοντας κανένα λόγο να πιστεύει ότι τα σίδερα αυτά δεν είχαν τοποθετηθεί κατάλληλα και άρα ότι ήταν επικίνδυνο να πιαστεί από αυτά. Αντίθετα είχε την εύλογη πεποίθηση ότι αυτό ήταν ασφαλές.

 

Δεν προκύπτει λοιπόν κάποια προφύλαξη που εύλογα θα μπορούσε ο Ενάγοντας να πάρει και δεν πήρε για την δική του ασφάλεια. Η πτώση του οφειλόταν στον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας κατά το σύστημα εργασίας των Εναγομένων και μέσα στις συνθήκες εργασίας που υπήρχαν και δεν φαίνεται να υπήρχε οτιδήποτε το οποίο θα μπορούσε εύλογα να κάνει ο Ενάγοντας, όσο έμπειρος κι αν ήταν και όσο και αν ο κίνδυνος ήταν ορατός. Εξάλλου ως λέχθηκε στην Fysko Constructing Co Ltd v. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ 1014 ακόμη και γνώση αναφορικά με το δυνητικά επικίνδυνο του τρόπου εκτέλεσης της εργασίας δεν είναι στοιχείο που, από μόνο του, μπορεί να στοιχειοθετήσει συντρέχουσα αμέλεια όταν το ζημιογόνο αποτέλεσμα επέρχεται επειδή ο εργοδοτούμενος απλώς εκτέλεσε την εργασία του, όπως όφειλε να κάμει. Δεν τίθεται δε θέμα ότι θα έπρεπε να μεριμνήσει ο ίδιος για να δημιουργήσει προϋποθέσεις ασφάλειας καθότι κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με μεταφορά της ευθύνης για την ύπαρξη ασφαλών συνθηκών εργασίας από τους ώμους των εργοδοτών του σε αυτόν.

 

Ως εκ των άνω κρίνεται ότι ο Ενάγοντας δεν είχε οποιαδήποτε συντρέχουσα αμέλεια για το ατύχημα αλλά αποκλειστική ευθύνη για αυτό φέρουν οι Εναγόμενοι.

 

 

Κατάληξη

 

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλα τα πιο πάνω εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντα και εναντίον των Εναγομένων για τα ποσά των:

 

1.          €7,000, ως ειδικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από τις 10.4.13 μέχρι εξοφλήσεως.

2.          €17,000, ως γενικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από τις 10.4.13 μέχρι εξοφλήσεως.

 

Τέλος τα έξοδα της αγωγής, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του Ενάγοντα και σε βάρος των Εναγομένων.

 

 

 

           (Υπ.)………………………………

                                                                                     Φ. Τιμοθέου, Ε.Δ.

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Subject: Civil/Other Actions/Final

Αναφορά: Αστικό - Τελική - Εργατικό ατύχημα


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο