ECLI:CY:EDLEM:2015:A394

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

Ενώπιον:  Θ. Θωμά, Α.Ε.Δ.

Αγωγή αρ.: 5841/10

Μεταξύ:

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΦΑΙΔΩΝΟΣ εμπορευόμενος με την εμπορική επωνυμία CSP CITY LIVING

Ενάγοντα

και

ΜΑΙΡΗ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ, εκ Λεμεσού

Εναγομένης

--------------------------------------------------

 

21/12/2015

Για τους Ενάγοντες: κ. Χρ. Χριστοφόρου

Για τους Εναγόμενους: κ. Ν. Πιριλίδης  (Για ν’ ακούσει απόφαση η

κα Α. Μιχαηλίδου)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τα δικόγραφα:

          Σύμφωνα με το κοινά παραδεκτό υπόβαθρο γεγονότων, ο Ενάγοντας κατά τον ουσιώδη για την παρούσα αγωγή χρόνο, δραστηριοποιείτο με τις αγοραπωλησίες ακινήτων, ήταν δε εγγεγραμμένος κτηματομεσίτης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.  Η Εναγόμενη ήταν η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του ακινήτου με αριθμό εγγραφής 2/39076, Φ/Σχ 54/590102, Τμήμα 2, τεμάχιο 362 στην τοποθεσία «Κοκκινόγη Γιαννούσης» εις την ενορία Νεάπολις, στη Λεμεσό (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως «το ακίνητο της Εναγόμενης»).  Δυνάμει γραπτής συμφωνίας, ημερομηνίας 24/7/2007, η

 

Εναγόμενη πώλησε το ακίνητο της στην εταιρεία Pafilia Property Developers Ltd (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως «η εταιρεία Pafilia), έναντι του τιμήματος των Λ.Κ.3.400.000. 

 

          Ο Ενάγοντας, με την υπό εξέταση αγωγή του αξιώνει το ποσό της προμήθειας του από την ισχυριζόμενη διαμεσολάβηση του στην πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης στην εταιρεία Pafilia.  Όπως διατείνεται στην Έκθεση Απαιτήσεως του, η Εναγόμενη κατά ή περί τον Ιούλιο του 2007, μέσω κάποιου Γεώργιου Ανδρονίκου, ο οποίος ενεργούσε για λογαριασμό και/ή προς όφελος και/ή ως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος της, ανέθεσε στον Ενάγοντα, μέσω υπαλλήλου του και/ή εξουσιοδοτημένου από αυτόν προσώπου όπως, μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του ως κτηματομεσίτης, εξεύρει αγοραστή για την πώληση του ακινήτου της. Η τιμή την οποία απαιτούσε η Εναγόμενη, για την πώληση του ακινήτου της, ήταν Λ.Κ.3.400.000, από το οποίο θα κατέβαλλε στον Ενάγοντα συμφωνηθείσα προμήθεια εκ 5%, ήτοι ποσό €290.462,24, πλέον 15% Φ.Π.Α.  Ο Ενάγοντας, μέσω του υπαλλήλου και/ή αντιπροσώπου και/ή εξουσιοδοτημένου από αυτόν προσώπου, διαμεσολάβησε και/ή μετήλθε σε συμφωνία με την εταιρεία Pafilia, για την αγορά του ακινήτου της Εναγόμενης, προς τούτο δε υπήρξαν συναντήσεις, σχετική αλληλογραφία, τηλεφωνικές επικοινωνίες και επιτόπου επίσκεψη για επιθεώρηση του ακινήτου.  Παρά τη διενέργεια και διαμεσολάβηση του Ενάγοντα, υπό τις συνθήκες που αναφέρονται ανωτέρω, στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της Εναγόμενης και της εταιρείας Pafilia και, παρά το ότι η Εναγόμενη εισέπραξε από την εταιρεία Pafilia το ποσό που αναφέρεται πιο πάνω, ως τίμημα πώλησης του ακινήτου της, εντούτοις δεν κατέβαλε τη συμφωνηθείσα προμήθεια στον Ενάγοντα. 

 

          Η Εναγόμενη, στο δικόγραφο της Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης της, αρνείται ότι υπήρξε διαμεσολάβηση του Ενάγοντα στην επίτευξη συμφωνίας με την εταιρεία Pafilia.  Ισχυρίζεται δε ότι ουδέποτε ανέθεσε στον Ενάγοντα, είτε απευθείας, ή μέσω τρίτων προσώπων, την εξεύρεση αγοραστή για το ακίνητο της.  Είναι η θέση της ότι, μετά από διαπραγματεύσεις που έγιναν μεταξύ της ιδίας, του Γιώργου Ανδρονίκου και αντιπροσώπων της Pafilia, κατέληξαν σε συμφωνία η οποία υπεγράφη την 24/7/2007. 

 

          Αναφορικά με την Ανταπαίτηση της Εναγόμενης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της σε ενδιάμεσο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας δήλωσε ότι την εγκαταλείπει. 

 

Η μαρτυρία:

          Για την πλευρά του Ενάγοντα κατέθεσαν, εκτός από τον ίδιο, ο υπάλληλος στο γραφείο του, κατά τον ουσιώδη χρόνο, Γιαννάκης Ακάμας (Μ.Ε.1), ο γιος του Νίκος Ακάμας (Μ.Ε.5), η υπάλληλος του γραφείου της εταιρείας Pafilia στην Πάφο Μάρω Σαββίδου (Μ.Ε.3), ο υπεύθυνος του γραφείου της Λεμεσού της εταιρείας Pafilia Νίκος Χριστοδούλου (Μ.Ε.4) και ο Γιώργος Κκαφάς, υπάλληλος της Α.ΤΗ.Κ. (Μ.Ε.2). 

 

          Ο Μ.Ε.1 κατέθεσε ότι περί τα τέλη Ιουνίου, 2007, κάποιος Γιώργος Ανδρονίκου, ο οποίος ήταν γνωστός του και γνώριζε ότι εργαζόταν σε κτηματομεσιτικό γραφείο, επικοινώνησε μαζί του και του ανέφερε ότι η Εναγόμενη, η οποία ήταν φίλη του, ήθελε να πωλήσει το ακίνητο της.  Ζήτησε από τον Ανδρονίκου να του παραδώσει τον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου και χωρομετρικό σχέδιο, ώστε να το προωθούσαν σε ενδιαφερόμενους αγοραστές, μέσω του γραφείου που εργαζόταν.  Στις 30/6/2007 συναντήθηκε με τον Ανδρονίκου στην καφετέρια του καταστήματος Debenhams, όπου ο Ανδρονίκου του παρέδωσε τον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου της Εναγόμενης και χωρομετρικό σχέδιο (Τεκμήριο 5).  Ο Ανδρονίκου του ανέφερε ότι η Εναγόμενη ζητούσε ως τίμημα πώλησης πέραν των Λ.Κ.3.000.000 και η προμήθεια για τη διαμεσολάβηση του θα ήταν 5%.  Κατά το διάστημα από 30/6/2007 μέχρι 5/7/2007 είχε επικοινωνήσει αρκετές φορές με τον Ανδρονίκου, για την πώληση του ακινήτου και για να του επιστρέψει το έντυπο συμφωνίας για την προμήθεια του γραφείου στο οποίο εργαζόταν.  Ο Ανδρονίκου του ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ρε Γιαννάκη είμαστε τόσα χρόνια φίλοι εν μου έσιεις εμπιστοσύνη.  Η κα Μαυροπούλου εν Κυρία εις τις υποχρεώσεις της.  Ότι συμφωνήσαμε σε περίπτωση που πωληθεί το ακίνητο εν να πιάσετε την προμήθεια σας».   Στη βάση των ως άνω διαβεβαιώσεων προέβηκε αμέσως σε ενέργειες για πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης, επικοινωνώντας με διάφορες εταιρείες, μεταξύ αυτών και η εταιρεία Pafilia, από την Πάφο, της οποίας γνώριζε τον διευθύνοντα σύμβουλο κ. Ηλιάδη.  Στις 6/7/2007 επικοινώνησε μέσω του κινητού του τηλεφώνου με αριθμό 99307666 με τα γραφεία της εταιρείας Pafilia στην Πάφο, στον αριθμό 26848800 και μίλησε με την Μ.Ε.3, η οποία του ανέφερε ότι ο κ. Ηλιάδης απουσίαζε στο εξωτερικό.  Την ενημέρωσε ότι πωλείτο το ακίνητο της Εναγόμενης, που πιθανόν να ενδιέφερε τον κ. Ηλιάδη.  Η Μ.Ε.3 του απάντησε ότι ήταν ενδιαφέρουσα περίπτωση και θα έδινε τον αριθμό του τηλεφώνου του στον υπεύθυνο του γραφείου της εταιρείας Pafilia στη Λεμεσό (Μ.Ε.4), για να συναντηθούν, με σκοπό να του παραδώσει τα σχετικά έγγραφα και να του δείξει το ακίνητο.  Πράγματι, ο Μ.Ε.4 επικοινώνησε μαζί του την ίδια μέρα και, μετά από συνεννόηση μεταξύ τους, συναντήθηκαν έξω από το εργοστάσιο της ΕΤΚΟ και μετέβηκαν μαζί στο ακίνητο της Εναγόμενης.  Για όλες τις ως άνω ενέργειες του με την εταιρεία Pafilia ενημέρωνε τον Ανδρονίκου, ο οποίος τον διαβεβαίωνε ότι ενημέρωνε σχετικά την Εναγόμενη.  Κατά το διάστημα 11/7/2007 - 13/7/2007 νοσηλεύτηκε σε ιδιωτική κλινική, όπου υποβλήθηκε σε εγχείρηση.  Στις 23/7/2007 εισήχθη και πάλι στην κλινική, για δεύτερη εγχείρηση, εξήλθε δε στις 27/7/2007.  Στις 13/7/2007, ενώ νοσηλευόταν στην κλινική, δέχτηκε τηλεφώνημα από τον Μ.Ε.4, όμως δεν απάντησε στο τηλεφώνημα του.  Μετά από λίγη ώρα επικοινώνησε ο γιος του με τον Μ.Ε.4.  Επειδή η κατάσταση της υγείας του δεν του το επέτρεπε, ανέθεσε στον γιο του (Μ.Ε.5), σε συνεννόηση με τον Ενάγοντα, την ολοκλήρωση της διαδικασίας πώλησης του ακινήτου της Εναγόμενης στην εταιρεία Pafilia.  Ο γιος του τον πληροφόρησε ότι είχε συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn με την Μ.Ε.3 και τον Γιώργο Ανδρονίκου, κατά την οποία η Μ.Ε.3 έδωσε την τελευταία προσφορά της εταιρείας Pafilia για την αγορά του ακινήτου της Εναγόμενης, που ήταν Λ.Κ.3.400.000.  Περί τον Ιανουάριο του 2008 πληροφορήθηκε από τον κ. Ανδρονίκου ότι το ακίνητο της Εναγόμενης πωλήθηκε στην εταιρεία Pafilia, για το ως άνω ποσό.  Κατόπιν αυτού, ο Ενάγοντας απέστειλε επιστολή στην Εναγόμενη, με την οποία ζητούσε να του καταβληθεί η συμφωνηθείσα προμήθεια (Τεκμήριο 1). 

 

          Ο Μ.Ε.5 κατέθεσε ότι στις αρχές Ιουλίου, 2007 ενημερώθηκε από τον πατέρα του (Μ.Ε.1), ότι πρόσφατα ο Γιώργος Ανδρονίκου τον παρακάλεσε να τον βοηθήσει στην προώθηση του ακινήτου της Εναγόμενης, λόγω της θέσης του στο κτηματομεσιτικό γραφείο του Ενάγοντα.  Κατ’ εκείνη την περίοδο ο πατέρας του είχε υποβληθεί σε δύο χειρουργικές επεμβάσεις και, μετά την έξοδο του από την κλινική, διέμενε στο σπίτι του για να του παρέχουν βοήθεια κατά την περίοδο της ανάρρωσης του.  Λόγω της εξέλιξης αυτής, ο πατέρας του, μετά από συνεννόηση με τον Ενάγοντα, ανέθεσε στον ίδιο την επικοινωνία με την εταιρεία Pafilia, σε σχέση με το ακίνητο της Εναγόμενης.  Στη διάρκεια που ο πατέρας του βρισκόταν στην κλινική και μετά την έξοδο του, μίλησε με την Μ.Ε.3, η οποία του ζήτησε να της πει ποια ήταν η τελική τιμή που ζητούσε η ιδιοκτήτρια για την πώληση του ακινήτου της, ώστε να την μελετούσε με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας Pafilia.  Της εξήγησε ότι η Εναγόμενη προτιμούσε να της γινόταν προσφορά πέραν των Λ.Κ.3.000.000 και θα τους απαντούσε ανάλογα.  Αυτές ήταν και οι οδηγίες που είχε πάρει από την Εναγόμενη, με την οποία μίλησε τηλεφωνικά για πρώτη φορά, μέσω του τηλεφώνου του Ανδρονίκου.  Μέσα σε δύο μέρες περίπου του ξανατηλεφώνησε η Μ.Ε.3 και του έδωσε την προσφορά της εταιρείας Pafilia για Λ.Κ.3,2 εκατομμύρια, την οποία διαβίβασε τόσο στον Ενάγοντα, όσο και στην Εναγόμενη, μέσω του Ανδρονίκου, αλλά του είπε ότι είχε ήδη προσφορά από άλλη εταιρεία για το ποσό αυτό, την οποία απέρριψε.  Διαβίβασε το ως άνω μήνυμα στη Μ.Ε.3, η οποία την επόμενη μέρα του τηλεφώνησε και του ζήτησε όπως βρεθούν άμεσα στη Λεμεσό, με τους ιδιοκτήτες του ακινήτου.  Κατόπιν αυτού, μίλησε με τον Ανδρονίκου καθώς και με την Εναγόμενη  τηλεφωνικά, η οποία του εξήγησε ότι η προσφορά της εταιρείας Pafilia θα έπρεπε να ξεπεράσει τα Λ.Κ.3,2 εκατομμύρια, έτσι ώστε να μπορεί να πάρει τελική απόφαση.  Όταν εξήγησε στη Μ.Ε.3 τι ακριβώς απαιτούσε η Εναγόμενη, αυτή του είπε ότι θα έπρεπε να συναντηθούν προσωπικά όλοι οι εμπλεκόμενοι, για να συζητήσουν, με την προοπτική να καταλήξουν σε συμφωνία.  Του ανέφερε επίσης ότι δεν θα γινόταν άλλη προσφορά από τηλεφώνου.  Διευθέτησε ο ίδιος συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn στη Λεμεσό, στην οποία παρευρέθηκαν, εκτός από τον ίδιο, η Μ.Ε.3 και ο Ανδρονίκου.  Η Εναγόμενη δεν ήταν παρούσα.  Η Μ.Ε.3 τους εξήγησε ότι είχε έτοιμη άλλη ψηλότερη προσφορά, με την προϋπόθεση όμως ότι θα έπρεπε να αποφασιστεί εκείνη τη στιγμή διότι η τιμή είχε ανεβεί αρκετά.  Η προσφορά της Μ.Ε.3 ήταν τελικά Λ.Κ.3.400.000.  Αμέσως, μίλησε τηλεφωνικά με την Εναγόμενη, μέσω του τηλεφώνου του κ. Ανδρονίκου και συμφώνησε να προχωρήσουν με τη διαδικασία της πώλησης.  Η Εναγόμενη τον διαβεβαίωσε ότι ήταν πολύ ευχαριστημένη με την τελευταία προσφορά της Μ.Ε.3, για το λόγο ότι η προμήθεια που θα έδινε στο γραφείο του Ενάγοντα ήταν “over and above the best offer she already had from the other company, which was 3.2 million pounds”.  Συμφώνησαν όλοι οι παρευρισκόμενοι να προχωρήσουν άμεσα στην ετοιμασία του αγοραπωλητηρίου εγγράφου και τους εξήγησε ότι ο Ενάγοντας θα τηλεφωνούσε και στους δύο την επόμενη μέρα, για να προχωρήσουν με τις λεπτομέρειες του εγγράφου και τις προκαταβολές.  Αμέσως μετά τηλεφώνησε στον Ενάγοντα και τον ενημέρωσε λεπτομερώς για την ως άνω συνάντηση, όπως επίσης ενημέρωσε και τον πατέρα του.  Μετά από μερικούς μήνες πληροφορήθηκε από τον πατέρα του ότι η διαδικασία της πώλησης του ακινήτου της Εναγόμενης είχε γίνει, αλλά το γραφείο του Ενάγοντα δεν πήρε την προμήθεια του. 

 

          Η Μ.Ε.3, κατά τον ουσιώδη χρόνο, απασχολείτο στον τομέα της ανάπτυξης γης (landing development), στα γραφεία της εταιρείας Pafilia, στην Πάφο.  Αναφορικά με το ακίνητο της Εναγόμενης θυμόταν ότι της είχε τηλεφωνήσει κάποιος, του οποίου δεν θυμόταν το όνομα.  Κατόπιν του ως άνω τηλεφωνήματος έδωσε οδηγίες στον υπεύθυνο του γραφείου της εταιρείας Pafilia στη Λεμεσό (Μ.Ε.4), να επικοινωνήσει με το πρόσωπο αυτό.  Παρέλαβαν τα στοιχεία του ακινήτου της Εναγόμενη μέσω του υπεύθυνου του γραφείου της εταιρείας Pafilia, στη Λεμεσό.  Δεν θυμόταν αν το πρόσωπο που της τηλεφώνησε αρχικά για το ακίνητο της Εναγόμενης, της ξανατηλεφώνησε.  Πιθανόν να της είχε τηλεφωνήσει ξανά. Μετά από τηλεφώνημα που δέχθηκε από κάποιον, τον οποίο δεν θυμόταν, συναντήθηκε στο ξενοδοχείο Holiday Inn, στη Λεμεσό (πρώην Churchill), με τον Ανδρονίκου και με ένα νεαρό.  Συναντήθηκαν εκεί για να της δείξουν το ακίνητο της Εναγόμενης.  Στη συνάντηση συζήτησαν και την τιμή του ακινήτου, όμως δεν θυμόταν το ποσό που συζήτησαν. 

 

          Κατά την αντεξέταση της διευκρίνισε ότι της είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο Ανδρονίκου ήταν ο σύζυγος της Εναγόμενης.  Διευκρίνισε επίσης ότι η ως άνω συνάντηση πραγματοποιήθηκε πριν την ημερομηνία υπογραφής του συμβολαίου (Τεκμήριο 3).  Σε ερώτηση του ευπαίδευτου συνηγόρου της Εναγόμενης αν παρεμβλήθηκε οποιοσδήποτε μεσίτης στην ως άνω πράξη, απάντησε επί λέξει:  «Η αλήθεια είναι ότι εγώ δεν είδα μεσίτη.  Στο ξενοδοχείο ήταν ένας νεαρός μόνο και εκείνος που μου τηλεφώνησε την πρώτη φορά για να πάμε να μας δώσει τα στοιχεία.» 

 

          Ο Μ.Ε.4 κατέθεσε ότι η εμπλοκή του στην υπό εξέταση υπόθεση ξεκίνησε όταν του τηλεφώνησαν από τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας Pafilia, στην Πάφο, σε ημερομηνία που δεν θυμόταν και του έδωσαν οδηγίες να συναντηθεί με τον Μ.Ε.1 για να του παραδώσει ένα φάκελο με κάποια χωρομετρικά σχέδια.  Μετά από πάροδο κάποιων ημερών τηλεφωνήθηκε με τον Μ.Ε.1 και συναντήθηκαν στην οδό Κένεντυ, στη Λεμεσό, όπου ο Μ.Ε.1 του έδωσε ένα φάκελο με χωρομετρικά σχέδια και τίτλο ιδιοκτησίας.  Του ανέφερε ότι ήταν συνεννοημένος για να σταλεί ο φάκελος στα γραφεία της εταιρείας Pafilia στην Πάφο.  Ο Μ.Ε.1 του υπέδειξε επίσης το ακίνητο της Εναγόμενης.  Απέστειλε τον φάκελο που του παρέδωσε ο Μ.Ε.1 στα γραφεία της εταιρείας Pafilia, στην Πάφο.  Δεν είχε άλλη ανάμειξη στην υπόθεση.

 

 

         

Ο Ενάγοντας (Μ.Ε.6), κατέθεσε ότι, όταν ο Μ.Ε.1 παρέλαβε από τον Ανδρονίκου τα στοιχεία του ακινήτου, ήλθε στο γραφείο  και τον ενημέρωσε για το ακίνητο της Εναγόμενης.  Του ανέφερε ότι είχε αρκετούς γνωστούς, για να το προωθήσουν.  Ένας εκ των οποίων ήταν η εταιρεία Pafilia, επειδή ο Μ.Ε.1 γνώριζε τον ιδιοκτήτη της, κ. Ηλιάδη.  Είπε, στον Μ.Ε.1, να προωθήσει αμέσως το ακίνητο.  Ο Μ.Ε.1 τον κρατούσε ενήμερο για την επικοινωνία που υπήρχε με την εταιρεία Pafilia, καθώς και για τη συνάντηση που είχε γίνει στο ξενοδοχείο Holiday Inn, στην οποία παρευρέθηκε ο Μ.Ε.5, κατόπιν δικών του οδηγιών.  Πριν το τέλος Ιουλίου, 2007 πληροφορήθηκε από τον Μ.Ε.1 ότι το ακίνητο της Εναγόμενης πωλήθηκε στην εταιρεία Pafilia.  Είχε δώσει το έντυπο πληρωμής προμήθειας εις διπλούν στον Μ.Ε.1, για να παραδοθεί στον αντιπρόσωπο της Εναγόμενης, να το υπογράψει και να συμπληρώσει ότι η προμήθεια τους θα ήταν 5% επί του τιμήματος πώλησης.  Αναζήτησε το έντυπο αυτό στο γραφείο του, όμως δεν μπόρεσε να το εντοπίσει. 

 

          Κατά την αντεξέταση του διευκρίνισε ότι δεν ζήτησε από τον Μ.Ε.1 να του παρουσιάσει το πληρεξούσιο έγγραφο που είχε ο Ανδρονίκου από την Εναγόμενη.  Διευκρίνισε επίσης ότι από την ημερομηνία που πληροφορήθηκε για την πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης δεν διαμαρτυρήθηκε ούτε στην Μ.Ε.3, ούτε στον Ανδρονίκου, επειδή ο Μ.Ε.1 τον διαβεβαίωνε συνεχώς ότι θα έπαιρναν την προμήθεια τους. 

 

          Ο Μ.Ε.2 κατέθεσε ότι, μεταξύ των καθηκόντων του περιλαμβάνεται και η έκδοση αναλυτικών καταστάσεων για προηγούμενους μήνες, σε πελάτες της Α.ΤΗ.Κ.  Κατέθεσε αναλυτική κατάσταση για το τηλέφωνο υπ’ αριθμό 99307666, για το μήνα Ιούλιο του 2007 (Τεκμήριο 6).  Το τηλέφωνο αυτό ανήκει στην εταιρεία ΕΝΒΑΪΡΟΝ ΧΑΡ ΛΤΔ.  Το έδωσε στον Μ.Ε.1, ο οποίος είναι ο διευθυντής της ως άνω εταιρείας.  Λόγω της θέσης του έχει πρόσβαση στα αρχεία τους Α.ΤΗ.Κ. και μπορεί να αναφέρει τα πρόσωπα στα οποία ανήκουν συγκεκριμένοι αριθμοί τηλεφώνων.  Ερωτηθείς για τον αριθμό

 

τηλεφώνου 99311522, απάντησε ότι ο αριθμός αυτός είναι απόρρητος και είναι εκτός καταλόγου.  Ο αριθμός τηλεφώνου 26848800 ανήκει στην εταιρεία Pafilia, όπως και ο αριθμός τηλεφώνου 99370347. 

 

          Για την Υπεράσπιση κατέθεσαν ενόρκως η Εναγόμενη και ο Σπύρος Δρουσιώτης (Μ.Υ.1). 

 

          Η Εναγόμενη (Μ.Υ.2), κατέθεσε ότι περί το τέλος Ιουνίου – αρχές Ιουλίου του 2007 ενδιαφέρθηκε να πωλήσει το ακίνητο της.  Προς τον σκοπό αυτό απευθύνθηκε στον Μ.Υ.1, ο οποίος ήταν οικογενειακός φίλος και πρόσωπο το οποίο για πολλά χρόνια εκπροσωπούσε την οικογένεια της σε αγοραπωλησίες ακινήτων.  Κατά τον πιο πάνω χρόνο παρουσιάστηκαν αρκετοί επίδοξοι αγοραστές του ακινήτου της, οι οποίοι πληροφορήθηκαν για το ενδιαφέρον της να το πωλήσει, από τον Μ.Υ.1, μεταξύ των οποίων ήταν και η εταιρεία Pafilia.  Μετά την εκδήλωση ενδιαφέροντος εκ μέρους της εταιρείας Pafilia, στις σύντομες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, την βοήθησε ο τότε στενός και έμπιστος, οικογενειακός της φίλος, Γιώργος Ανδρονίκου.  Πέραν της ως άνω φιλικής βοήθειας, ουδέποτε εξουσιοδότησε τον Ανδρονίκου, είτε να διορίσει οποιοδήποτε κτηματομεσίτη, για την πώληση του ακινήτου της, είτε να την αντιπροσωπεύσει στην πώληση του, ούτε επίσης υπήρξε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ της ιδίας και του Ανδρονίκου, σε σχέση με την πώληση του.  Ουδέποτε ανέθεσε, είτε στον ίδιο τον Ενάγοντα, είτε στους Μ.Ε.1 ή Μ.Ε.5, την εξεύρεση ενδιαφερόμενου αγοραστή για την πώληση του ακινήτου της.  Ουδέποτε μίλησε με τον Μ.Ε.5 για οποιοδήποτε θέμα αφορούσε την πώληση του ακινήτου της.  Η πώληση του ολοκληρώθηκε την 24/7/2007, μετά από σύντομες και απευθείας διαπραγματεύσεις με τον διευθυντή της εταιρείας Pafilia, κ. Ηλία Ηλιάδη, χωρίς να παρέμβει οποιοσδήποτε κτηματομεσίτης. 

 

          Ο Ανδρονίκου καταχράστηκε από την ίδια ποσό Λ.Κ.100.000, που αποτελούσε μέρος του τιμήματος πώλησης του ακινήτου της, με αποτέλεσμα να εγείρει εναντίον του ιδίου και της κόρης του την αγωγή 3729/2008, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Τεκμήριο 12).

 

          Ο Μ.Υ.1 κατέθεσε ότι λόγω της πείρας του στον τομέα αγοραπωλησίας και ανάπτυξης ακινήτων, βοήθησε στο παρελθόν την Εναγόμενη με συμβουλές και εισηγήσεις σε διάφορες πράξεις που έτυχε να πραγματοποιήσουν.  Περί το τέλος Ιουνίου – αρχές Ιουλίου του 2007 του ζητήθηκε από την Εναγόμενη να την βοηθήσει με τις γνωριμίες του στην προώθηση της πώλησης του ακινήτου της.  Προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει, με τη βοήθεια και του συνεργάτη του κτηματομεσίτη, Χριστοφή Κώστα, κοινοποιώντας το ενδιαφέρον της για πώληση του ακινήτου της σε γνωστούς τους επιχειρηματίες ανάπτυξης γης, στους οποίους και απέστειλε αντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας του ακινήτου.  Ενημέρωσε την Εναγόμενη ότι είχαν κοινοποιήσει το ενδιαφέρον της για πώληση του ακινήτου της σε αριθμό επιχειρηματιών ανάπτυξης γης, μεταξύ των οποίων και προς την εταιρεία Pafilia, ενημερώνοντας την παράλληλα με επιστολή του που της απέστειλε (Τεκμήριο 10).

 

          Δεν είχε άλλη ανάμειξη στην προώθηση του ακινήτου της Εναγόμενης, ενόψει του ότι κάποιοι από τους ως άνω επιχειρηματίες ανάπτυξης γης ήλθαν σε απευθείας διαπραγματεύσεις και συζητήσεις με την Εναγόμενη.  Εξ όσων πληροφορήθηκε, η Εναγόμενη κατάληξε σε συμφωνία με την εταιρεία Pafilia, στην οποία πώλησε το ακίνητο της.

 

Aξιολόγηση μαρτυρίας – ευρήματα:

 

          Παρακολούθησα με την επιβαλλόμενη προσοχή όλους τους μάρτυρες να καταθέτουν ενόρκως στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης.  Θα πρέπει να τονίσω ότι η αξιολόγηση τους δεν περιορίστηκε στην εντύπωση που άφησαν από το εδώλιο του μάρτυρα, αλλά επεκτάθηκε στην ουσία της εκδοχής τους, την οποία αντιπαρέβαλα με το υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό που υπάρχει ενώπιον μου  (Αντωνίου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 766 και Βούτουνος ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 71).

 

          Όπως έχει αναφερθεί στην πρόσφατη υπόθεση P. & Chr. Seafood Express Ltd κ.α. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ECLI:CY:AD:2014:A661, Πολ. Έφεση αρ. 277/2009, ημερομηνίας 10/9/2014:

 

«Είναι καθιερωμένη και αδιαμφισβήτητη η νομολογία που θέλει κριτή της μαρτυρίας να είναι κατ’ εξοχήν το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου διεξάγεται η δίκη (Σταύρου ν. Χαραλάμπους (2011) 1 Α.Α.Δ. 193).  Και αυτό βέβαια για καλό λόγο.  Το Δικαστήριο μπορεί να αποτιμήσει την αξιοπιστία των μαρτύρων υπό το φως της ενώπιον του ακροαματικής διαδικασίας στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης με όλες τις εκφάνσεις και παραμέτρους της.  Ο Δικαστής ο οποίος έχει το ευεργέτημα αυτής της θεώρησης πραγμάτων καλείται κατ’ αντικειμενικό τρόπο να κρίνει τους συνανθρώπους του αποστασιοποιημένος βέβαια από την υπόθεση και ενσωματώνοντας το μέτρο εκείνο της αμερόληπτης και λογικής κρίσης που διέρχεται ολόκληρη την κοινωνία με πρόσθετη βέβαια τη νομική κατάρτιση του Δικαστή (Baloise Insurance Co. Ltd v. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).

 

          Όπως ορθά εστιάζεται το ζήτημα και στη γραπτή αγόρευση των ευπαίδευτων συνηγόρων της Εναγόμενης, στην υπό εξέταση υπόθεση δεν υπάρχει απευθείας ανάθεση από την Εναγόμενη σε κτηματομεσίτη της εντολής για πώληση του ακινήτου της.  Η πλευρά του Ενάγοντα ισχυρίζεται ότι  η εντολή δόθηκε από το Γιώργο Ανδρονίκου ο οποίος ενεργούσε, κατ’ ισχυρισμόν, δυνάμει εξουσιοδότησης που του παραχώρησε η Εναγόμενη.

 

          Αποτέλεσε κοινό τόπο πως ούτε ο ίδιος ο Ενάγοντας, ούτε οι Γιαννάκης Ακάμας (Μ.Ε.1) και Νίκος Ακάμας (Μ.Ε.5), που κατ’ ισχυρισμόν ενεργούσαν εκ μέρους και για λογαριασμό του Ενάγοντα, είχαν έρθει σε προσωπική επαφή με την Εναγόμενη.  Η όλη επικοινωνία με την Εναγόμενη διεξαγόταν μέσω του Ανδρονίκου.  Μόνο ο Μ.Ε.5, σύμφωνα με όσα ισχυρίστηκε, είχε μιλήσει τηλεφωνικά στην Εναγόμενη, όχι όμως μέσω του δικού του τηλεφώνου αλλά μέσω του κινητού τηλεφώνου του Ανδρονίκου.

 

          Έχοντας συνοψίσει σε αδρές γραμμές την πορεία επί της οποίας κινήθηκε η υπόθεση του Ενάγοντα, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση της μαρτυρίας, ξεκινώντας από τους μάρτυρες της πλευράς του Ενάγοντα.

 

          Ο Μ.Ε.4, ο οποίος ήταν ο υπεύθυνος του γραφείου της εταιρείας Pafilia στη Λεμεσό κατά τον ουσιώδη χρόνο, κρίνεται ως αντικειμενικός, ανεξάρτητος και χωρίς προσωπικό συμφέρον στην έκβαση της υπόθεσης.  Θα πρέπει επίσης να τονίσω ότι ολόκληρη η μαρτυρία του υπήρξε αδιαμφισβήτητη.  Γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο στην ολότητα της.

 

          Αδιαμφισβήτητη υπήρξε και η μαρτυρία της Μάρως Σαββίδου (Μ.Ε.3), η οποία επίσης ήταν υπάλληλος της εταιρείας Pafilia κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Κρίνεται και αυτή ως αντικειμενική και ανεξάρτητη.  Φυσικά, η μαρτυρία της θα αναλυθεί λεπτομερέστερα σε κατοπινό στάδιο της απόφασης μου, όταν θα γίνεται αντιπαραβολή της με τη μαρτυρία άλλων μαρτύρων.

 

          Ενόψει του ότι η μαρτυρία των ως άνω μαρτύρων υπήρξε αδιαμφισβήτητη, επιπρόσθετα δε ενόψει του ότι πρόκειται για ουσιώδη μαρτυρία, παρέχεται πλέον η δυνατότητα στο Δικαστήριο, σύμφωνα με τη νομολογία μας, να τη χρησιμοποιήσει ως άξονα και ως μέτρο κρίσης της αξιοπιστίας των υπόλοιπων μαρτύρων (Λιθογραφεία Κυριακίδη κ.ά. ν. Tiba Publishing Co. Ltd (1998) 1 Α.Α.Δ. 1894, Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506, 530).

 

          Η μαρτυρία του Μ.Ε.2 ήταν περισσότερο τυπικής φύσεως.  Παρά το ότι υπήρξε αδιαμφισβήτητη, εντούτοις η αξία της ήταν περιορισμένη για την υπόθεση της πλευράς του Ενάγοντα.  Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο μάρτυρας αυτός παρουσίασε αναλυτική κατάσταση (Τεκμήριο 6), με τις κλήσεις για το μήνα Ιούλιο του 2007, που είχαν γίνει από το τηλέφωνο με αριθμό 99307666, το οποίο χρησιμοποιείτο από τον Μ.Ε.1.  Όμως, δεν παρουσιάστηκαν όλες οι σελίδες της, αλλά μέρος μόνο από τις 18 σελίδες από τις οποίες αυτή απαρτιζόταν.  Επιπλέον, οι σελίδες που παρουσιάστηκαν δεν ήταν κατ’ αριθμητική σειρά.  Ενόψει δε του ότι η αρίθμηση των σελίδων δεν ήταν συνεχόμενη, ο μάρτυρας δεν ήταν σε θέση να βεβαιώσει ότι οι κλήσεις που καταγράφονται στις επόμενες σελίδες, μετά το τέλος της δεύτερης, είχαν γίνει από το ίδιο τηλέφωνο.  Καθίσταται λοιπόν φανερό ότι οι αριθμοί τηλεφώνου που μπορούν να ληφθούν υπόψιν από το Δικαστήριο είναι αυτοί που παρατίθενται στις σελίδες 1 και 2 της υπό αναφορά κατάστασης μόνο. 

 

          Ο Μ.Ε.1 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο.  Απάντησε σε οτιδήποτε του ζητήθηκε με ευθύτητα, φυσικότητα, χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις.  Η μαρτυρία του διέθετε συνοχή, λογικότητα, πειστικότητα.  Κρίνεται κατά βάση ως αξιόπιστη.  Σημαντικές και ουσιώδεις πτυχές της υποστηρίζονται από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία των Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4 καθώς και το αδιαμφισβήτητο περιεχόμενο της κατάστασης τηλεφωνικών κλήσεων της Α.ΤΗ.Κ. (Τεκμήριο 6), ως προς το μέρος της φυσικά που έχει γίνει αποδεκτό από το Δικαστήριο.  Φυσικά, δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η Μ.Ε.3 δεν θυμόταν αν ο μάρτυρας αυτός ήταν το πρόσωπο το οποίο είχε επικοινωνήσει αρχικά μαζί της και την ενημέρωσε για την πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης.  Όμως, σύμφωνα με την κατάσταση τηλεφωνικών κλήσεων (Τεκμήριο 6) στις 6/7/2007 καταγράφεται τηλεφωνική κλήση από το τηλέφωνο του μάρτυρα με αριθμό 99307666 προς τον αριθμό τηλεφώνου του γραφείου της εταιρείας Pafilia στην Πάφο με αριθμό 26848800, η ώρα 08.59.54.  Επιπρόσθετα τα όσα επακολούθησαν του ως άνω τηλεφωνήματος, όπως η επακολουθήσασα επικοινωνία που είχε ο Μ.Ε.4 με το μάρτυρα, η οποία έγινε κατόπιν οδηγιών της Μ.Ε.3, δεν μου αφήνουν περιθώριο αμφιβολίας ότι ο μάρτυρας αυτός ήταν το πρόσωπο που είχε επικοινωνήσει με τη Μ.Ε.3 και την ενημέρωσε για το ακίνητο της Εναγόμενης.  Επισημαίνω ότι τόσο η συνάντηση του με το Μ.Ε.4, όσο και τα όσα διαδραματίστηκαν στη συνάντηση αυτή, αποτέλεσαν γεγονότα αδιαμφισβήτητα.  Έχοντας πλέον κατά νουν ότι ο μάρτυρας ήταν αυτός που παρέδωσε στο Μ.Ε.4 το φάκελο με τον τίτλο ιδιοκτησίας και το χωρομετρικό σχέδιο του ακινήτου της Εναγόμενης, για να διαβιβαστεί στα γραφεία της εταιρείας Pafilia στην Πάφο, δεν έχω κανένα δισταγμό να αποδεχθώ ως αληθή τον τρόπο με τον οποίο περιήλθαν στην κατοχή του τα ως άνω στοιχεία του ακινήτου της Εναγόμενης, πολύ δε περισσότερο τη συνάντηση του μάρτυρα με τον Ανδρονίκου στο συγκεκριμένο τόπο που περιέγραψε στη μαρτυρία του και γενικά την επικοινωνία που είχε με τον Ανδρονίκου, όπως την περιέγραψε στη μαρτυρία του.  Ειδικά δε, σε σχέση με την ως άνω αναφερόμενη επικοινωνία του μάρτυρα με τον Ανδρονίκου, θα πρέπει να επισημάνω ότι δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου κάποια άλλη αντικρουόμενη εκδοχή, ώστε το Δικαστήριο να πρέπει να επιλέξει μια από τις διιστάμενες εκδοχές (Wynne v. Mavronicola (2009) 1 Α.Α.Δ. 1138 και Mirza Feiz Hasan v. Μιχάλη Ανδρέου, ECLI:CY:AD:2015:A803, Πολ. Έφεση 2/2011, ημερ. 2/12/2015).

 

          Φυσικά, από τη μαρτυρία του δεν θα μπορούσα να αποδεχθώ τον ισχυρισμό του ότι στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Holiday Inn, παρούσα ήταν και η Εναγόμενη.  Ο ισχυρισμός αυτός καταρρίπτεται από το κοινά αποδεκτό γεγονός ότι στη συνάντηση εκείνη παρόντες ήταν μόνο ο Ανδρονίκου, η Μ.Ε.3 και ένα ακόμα πρόσωπο, όχι όμως η Εναγόμενη.  Επιπρόσθετα, δεν θα μπορούσα να αποδεχθώ ούτε τη θέση του ότι κατά τη διάρκεια που βρισκόταν στην κλινική είχε δεχθεί τηλεφώνημα από το Μ.Ε.4, για το λόγο ότι καταρρίπτεται από την αδιαμφισβήτητη εκδοχή του Μ.Ε.4, σύμφωνα με την οποία δεν είχε άλλη εμπλοκή στην υπόθεση, πέραν της συνάντησης του με το μάρτυρα, βάσει των οδηγιών της Μ.Ε.3 και της διαβίβασης του φακέλου που παρέλαβε από αυτόν στα γραφεία της εταιρείας Pafilia στην Πάφο.  Θα πρέπει ακόμα να τονίσω ότι ούτε η κατάσταση τηλεφωνικών κλήσεων (Τεκμήριο 6), κατά το μέρος της που έχει γίνει αποδεχτή από το Δικαστήριο, υποστηρίζει την υπό σχολιασμό θέση του.

 

          Ο Μ.Ε.5 κρίνεται και αυτός ως αξιόπιστος.  Θα πρέπει να αναφέρω ότι και αυτού η μαρτυρία διέθετε συνοχή, πειστικότητα, λογικότητα.  Ουσιώδη σημεία της υποστηρίζονται από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία της Μ.Ε.3.  Η ομολογουμένως εκτενής αντεξέταση στην οποία υπεβλήθη, δεν κατέστη δυνατόν να κλονίσει την αξιοπιστία του.  Φυσικά, η μαρτυρία του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή σε όλη της την έκταση, για τους λόγους που θα επεξηγηθούν λεπτομερώς πιο κάτω.  Ειδικά δε, αυτό το οποίο έχω παρατηρήσει είναι ότι κάποια σημεία της διαπνέονται από υπερβολή αλλά και από μια εμφανή προσπάθεια να ενισχύσει την υπόθεση του Ενάγοντα, όπως για παράδειγμα η θέση του ότι η Μ.Ε.3 είχε τηλεφωνήσει στον πατέρα του (Μ.Ε.1) για να μάθει την τιμή του ακινήτου, ισχυρισμός ο οποίος δεν υποστηρίζεται ούτε από τη μαρτυρία του ίδιου του Μ.Ε.1.

 

          Καταρχήν αποδέχομαι ανεπιφύλακτα τη θέση του ότι είχε αναλάβει από τον πατέρα του (Μ.Ε.1) τη συνέχιση της διαδικασίας πώλησης του ακινήτου της Εναγόμενης, λόγω των εγχειρήσεων στις οποίες υπεβλήθη ο πατέρας του, με τη σύμφωνη γνώμη του Ενάγοντα, για λογαριασμό του οποίου ενεργούσε.  Αποδέχομαι ακόμα τις θέσεις του:  (α) ότι ο ίδιος είχε διευθετήσει τη συνάντηση στο Holiday Inn με τη Μ.Ε.3 και τον Ανδρονίκου και (β) ήταν παρών και ο ίδιος στη συνάντηση αυτή.  Φυσικά, δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η Μ.Ε.3, όπως ανέφερε στη μαρτυρία της, εκτός από τον Ανδρονίκου δεν θυμόταν το τρίτο πρόσωπο που ήταν παρόν κατ’ εκείνη τη συνάντηση, θυμόταν μόνο ότι ήταν κάποιος νεαρός.  Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει το μάρτυρα καθ’ ον χρόνο κατέθετε ενώπιον του και πράγματι, αυτό το οποίο έχω διαπιστώσει είναι ότι πρόκειται για νεαρό σχετικά πρόσωπο, πόσο μάλλον δε, έχοντας υπόψιν ότι τα υπό κρίση γεγονότα διαδραματίστηκαν οχτώ χρόνια πριν την ημερομηνία που κατέθετε ενώπιον μου.  Επιπρόσθετα, θα πρέπει να επισημάνω ότι δεν υπάρχει ενώπιον μου κάποια διιστάμενη εκδοχή, ότι το τρίτο πρόσωπο που παρευρέθηκε στη συνάντηση δεν ήταν ο μάρτυρας (Mirza Feiz Hasan v. Μιχάλη Ανδρέου (ανωτέρω)). 

 

          Πέραν των πιο πάνω, αποδέχομαι ανεπιφύλακτα τη θέση του ότι κατ’ εκείνη τη συνάντηση είχε συζητηθεί η τιμή που ζητούσε η Εναγόμενη για την πώληση του ακινήτου της, θέση η οποία υποστηρίζεται πλήρως από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία της Μ.Ε.3.  Ως λογική προέκταση της αποδοχής των ως άνω αναφερομένων θέσεων του μάρτυρα, αποδέχομαι και τη θέση του ότι της ως άνω συνάντησης είχαν προηγηθεί τηλεφωνικές επικοινωνίες του με τη Μ.Ε.3, κατά τις οποίες της μετέφερε τις εκάστοτε τιμές που ζητούσε η Εναγόμενη για την πώληση του ακινήτου της. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνω ότι η Μ.Ε.3 δεν ήταν διαφωτιστική στη μαρτυρία της όσον αφορά την τηλεφωνική επικοινωνία που προηγήθηκε της συνάντησης στο Holiday Inn.  Επισημαίνω ότι δεν θυμόταν καν ποιος της είχε τηλεφωνήσει για να συναντηθούν εκεί. Η αποτυχία δε επίτευξης συμφωνίας μέσω τηλεφώνου σε σχέση με την τελική τιμή που ζητούσε η Εναγόμενη ήταν αναμφίβολα ο λόγος της διοργάνωσης της συνάντησης, ώστε να καταλήξουν τα μέρη σε συμφωνία για την τελική τιμή.  Δεν υπήρχε, κατά την άποψη μου, άλλος λόγος για τον οποίο διοργανώθηκε η υπό αναφορά συνάντηση.  Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι η Μ.Ε.3 ανέφερε στη μαρτυρία της ότι συναντήθηκαν στο ως άνω ξενοδοχείο για να της δείξουν το ακίνητο της Εναγόμενης, εκτός από τη συζήτηση της τιμής.  Όμως, αν ο μοναδικός σκοπός της καθόδου της στη Λεμεσό από την Πάφο, ήταν μόνο και μόνο για να δει το ακίνητο της Εναγόμενης, δεν υπήρχε λόγος, κατά την άποψη μου, να διοργανώνετο η συνάντηση στο ως άνω ξενοδοχείο, απλά και μόνο για να δει το ακίνητο της Εναγόμενης.

 

          Όμως, ο ισχυρισμός του ότι είχε μιλήσει τηλεφωνικά με την Εναγόμενη μέσω του κινητού τηλεφώνου του Ανδρονίκου, δεν μπορεί να δίνει αποδεκτός από το Δικαστήριο.  Κατ’ αρχήν, εντοπίζεται διάσταση, σε σχέση με το πόσες φορές είχε μιλήσει μαζί της, μεταξύ της γραπτής του δήλωσης (Τεκμήριο 7) και της αντεξέτασης του.  Από τη γραπτή του δήλωση συνάγεται ότι είχε μιλήσει τρεις φορές μαζί της, συγκεκριμένα την πρώτη φορά όταν είχε πάρει οδηγίες από την Εναγόμενη ότι η προσφορά της εταιρείας Pafilia έπρεπε να ήταν πάνω από Λ.Κ.3.000.000, ακολούθως ξαναμίλησε μαζί της, όπου του εξήγησε ότι η προσφορά έπρεπε να ξεπεράσει τις Λ.Κ.3.200.000 ενώ η Τρίτη φορά ήταν στα πλαίσια της συνάντησης στο ξενοδοχείο Holiday Inn.  Κατά την αντεξέταση του όμως ισχυρίστηκε ότι είχε μιλήσει μόνο δύο φορές με την Εναγόμενη, αφήνοντας αδιευκρίνιστο και νεφελώδες το κατά πόσο η πρώτη φορά που είχε μιλήσει μαζί της ήταν όταν, κατά τον ισχυρισμό του, του είχε δώσει οδηγίες ότι η προσφορά της Pafilia θα έπρεπε να ήταν πέραν των Λ.Κ.3.000.000 ή όταν του ανέφερε ότι η προσφορά έπρεπε να ξεπεράσει τις Λ.Κ.3.200.000.

 

          Πέραν των πιο πάνω, θα πρέπει να επισημάνω ότι δεν έχει επεξηγήσει στο Δικαστήριο πως αντιλήφθηκε ο ίδιος ότι το πρόσωπο το οποίο βρισκόταν στην άλλη άκρη του τηλεφώνου, με το οποίο συνομιλούσε, ήταν η Εναγόμενη, πέραν φυσικά του ότι του αναφέρθηκε από τον Ανδρονίκου ότι ήταν η κα Μαυροπούλου.  Όπως υπήρξε αδιαμφισβήτητο, δεν γνώριζε την Εναγόμενη, ούτε έτυχε να συναντηθεί μαζί της προηγουμένως.  Θα μπορούσε να ήταν οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο ήθελε να του παρουσιάσει ο Ανδρονίκου ως την Εναγόμενη.  Όπως δε συνάγεται από το αδιαμφισβήτητο περιεχόμενο της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στην αγωγή υπ’ αρ. 3729/08 (Τεκμήριο 14), την οποία ήγειρε η Εναγόμενη εναντίον του Ανδρονίκου και δύο ακόμα προσώπων, ειδικά δε από τα ευρήματα και συμπεράσματα του Δικαστηρίου, όπως καταγράφονται στο κείμενο της απόφασης, ο Ανδρονίκου ήταν ένα πρόσωπο χωρίς ηθικούς φραγμούς, αφού εξαπάτησε την ίδια την Εναγόμενη αποσπώντας της ποσό Λ.Κ.100.000, καταχρώμενος την εμπιστοσύνη της και τη μεταξύ τους φιλία.

 

          Επιπρόσθετα, θα ήθελα να αναφέρω ότι, λογικά, αυτό το οποίο θα ανέμενα από το μάρτυρα ήταν ότι θα ζητούσε από την Εναγόμενη, από την πρώτη φορά που συνομίλησε μαζί της, να του δώσει τον αριθμό του τηλεφώνου της, ώστε να επικοινωνούσε ο ίδιος απευθείας μαζί της, ιδιαίτερα έχοντας κατά νουν τη θέση του ότι είχε τηλεφωνική επαφή, επί τακτικής βάσεως, με τη Μ.Ε.3, στην οποία διαβίβαζε τις εκάστοτε τιμές που ζητούσε η Εναγόμενη, στη συνέχεια δε έπρεπε να έχει την απάντηση της Εναγόμενης επί των προσφορών που έκαμνε η εταιρεία Pafilia.  Δεν έχω αντιληφθεί γιατί έπρεπε να συναντάται με τον Αδρονίκου για να μεταφέρει σ’ αυτόν το ποσόν της εκάστοτε προσφοράς της εταιρείας Pafilia, αντί να επικοινωνεί απευθείας με την Εναγόμενη.   Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν έχει διαφανεί μέσα από την ενώπιον μου μαρτυρία, ότι ο Ανδρονίκου διαδραμάτιζε κάποιο καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τιμής την οποία ζητούσε η Εναγόμενη.  Τουναντίον, αυτό το οποίο συνάγεται ξεκάθαρα μέσα από τη μαρτυρία του, ήταν ότι ο Ανδρονίκου δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να διαπραγματευτεί την τιμή του ακινήτου της Εναγόμενης.

 

          Όσον αφορά την ισχυριζόμενη επικοινωνία που είχε με την Εναγόμενη στη διάρκεια της συνάντησης του με τον Ανδρονίκου και τη Μ.Ε.3 στο ξενοδοχείο Holiday Inn, όπως αναφέρει στη γραπτή του δήλωση (Τεκμήριο 7), η Εναγόμενη τον διαβεβαίωσε ότι ήταν πολύ ευχαριστημένη με  την τελευταία προσφορά των Λ.Κ.3.400.000,για το λόγο ότι η προμήθεια που θα έδινε στο γραφείο του Ενάγοντα ήταν “over and above the best offer she already had from the other company, which was 3.2 million pounds”.  Αυτό το οποίο θα ήθελα να επισημάνω είναι ότι δεν έχει διευκρινίσει στο Δικαστήριο κατά πόσο πρόκειται για τα αυτούσια λόγια της Εναγόμενης στα Αγγλικά ή είναι λόγια που χρησιμοποίησε ο ίδιος για να αποδώσει αυτά που κατ’ ισχυρισμόν του ανέφερε η Εναγόμενη.  Το Δικαστήριο παρακολούθησε την Εναγόμενη ενώ κατέθετε ενόρκως και αυτό το οποίο έχω διαπιστώσει είναι ότι μιλούσε άπταιστα την Ελληνική γλώσσα, χωρίς να χρησιμοποιεί λέξεις ή φράσεις στα Αγγλικά.  Διερωτώμαι λοιπόν ποιο λόγο είχε η Εναγόμενη να του μιλήσει στα Αγγλικά, σε σχέση μόνο με τα όσα αφορούσαν την ισχυριζόμενη προμήθεια του γραφείου του Ενάγοντα.  Αν πάλι, δεν του είχε μιλήσει στα Αγγλικά, διερωτώμαι ποιος λόγος υπήρχε να μεταφέρει στη γραπτή δήλωση του στα αγγλικά, τα όσα του ανέφερε η Εναγόμενη.  Η παράλειψη του να δώσει κάποια διευκρίνιση, έχει αφήσει σοβαρές αμφιβολίες και ερωτηματικά στο Δικαστήριο, αναφορικά με την ισχυριζόμενη τηλεφωνική συνομιλία που είχε με την Εναγόμενη, κατά την ως άνω συνάντηση.  

 

          Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω πιο πάνω, απορρίπτω τον ισχυρισμό του ότι είχε μιλήσει τηλεφωνικά με την Εναγόμενη μέσω του τηλεφώνου του Ανδρονίκου.

 

          Θα ήθελα επίσης να αναφέρω ότι, ούτε και ο ισχυρισμός του ότι στο διάστημα μεταξύ των δύο χειρουργικών επεμβάσεων του πατέρα του είχε τηλεφωνική επικοινωνία με το Μ.Ε.4, για το λόγο ότι αντικρούεται από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία του Μ.Ε.4, σύμφωνα με την οποία η μόνη εμπλοκή του στην υπόθεση ήταν η συνάντηση που είχε με το Μ.Ε.1 κατόπιν τηλεφωνικής συνεννόησης μεταξύ τους, καθώς και η διαβίβαση του φακέλου που παρέλαβε από το Μ.Ε.1 στο γραφείο της εταιρείας Pafilia στην Πάφο.

 

          Ο Ενάγοντας άφησε κι’ αυτός θετική εντύπωση.  Είναι γεγονός ότι δεν είχε άμεση εμπλοκή στη διαδικασία πώλησης του ακινήτου της Εναγόμενης, γι’ αυτό και η αξία της μαρτυρίας του είναι περιορισμένη.  Όμως, αυτό το οποίο θα πρέπει να αναφερθεί είναι ότι περιέγραψε τα γεγονότα όπως περιήλθαν στην αντίληψη του και όπως του μεταφέρονταν από τους Μ.Ε.1 και Μ.Ε.5, χωρίς ίχνος υπερβολής ή προσπάθεια παραποίησης τους με σκοπό να δώσει προβάδισμα στην υπόθεση του.  Έδωσε πειστικές εξηγήσεις στα θέματα που του τέθηκαν, όπως για παράδειγμα ο λόγος για τον οποίο άφησε τη διεκπεραίωση της συγκεκριμένης πώλησης στο Μ.Ε.1, παρά το ότι επρόκειτο για μια σημαντική πώληση, όπως και ο λόγος για τον οποίο δεν διαμαρτυρήθηκε ούτε στη Μ.Ε.3, ούτε στον Ανδρονίκου όταν έμαθε ότι είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία της πώλησης και μεταβίβασης του ακινήτου της Εναγόμενης στην εταιρεία Pafilia.  Θα πρέπει επίσης ν’ αναφέρω ότι η μαρτυρία του, κατά το πλείστο, παρέμεινε αδιαμφισβήτητη.  Όμως, όσον αφορά τη θέση του ότι στο δικό του μυαλό η Εναγόμενη αντιπροσωπεύετο από τον Ανδρονίκου στη συγκεκριμένη συναλλαγή, έχω να αναφέρω ότι επρόκειτο για μια καθαρά προσωπική του άποψη, η οποία δεν μπορεί να δεσμεύει το Δικαστήριο.  Τονίζω ότι το κατά πόσο η Εναγόμενη αντιπροσωπεύετο από τον Ανδρονίκου ή όχι, είναι συμπέρασμα στο οποίο θα καταλήξει το Δικαστήριο βασιζόμενο αποκλειστικά και μόνο στην ενώπιον του αποδεκτή μαρτυρία.

 

          Πριν τελειώσω την αξιολόγηση της μαρτυρίας των μαρτύρων της πλευράς του Ενάγοντα, θεωρώ επιβεβλημένο να σχολιάσω ένα συγκεκριμένο σημείο της μαρτυρίας της Μ.Ε.3.  Ερωτηθείσα κατά τον αντεξέταση της αν παρεμβλήθηκε κάποιος κτηματομεσίτης στη συγκεκριμένη πράξη, απάντησε επί λέξει, «η αλήθεια είναι ότι εγώ δεν είδα μεσίτη».  Όμως, από τη στιγμή που η μάρτυρας δεν θυμόταν ούτε το πρόσωπο που της τηλεφώνησε αρχικά και την ενημέρωσε για την πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης, ούτε το «τρίτο» πρόσωπο που παρευρέθηκε στη συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn, διερωτώμαι πως ήταν δυνατό να θυμάται ότι δεν είδε μεσίτη.

 

          Σε αντίθεση με τους μάρτυρες της πλευράς του Ενάγοντα, η Εναγόμενη άφησε αλγεινή εντύπωση στο Δικαστήριο.   Αυτό το οποίο έχω διακρίνει, παρακολουθώντας την με προσοχή στο εδώλιο του μάρτυρα, ήταν μια αγωνιώδης και απέλπιδα προσπάθεια να πείσει το Δικαστήριο ότι η διαδικασία της πώλησης του ακινήτου της στην εταιρεία Pafilia επιτεύχθηκε μετά από απευθείας διαπραγμάτευση της ίδιας με τον διευθυντή της εταιρείας Ηλία Ηλιάδη, χωρίς να υπάρχει μεσολάβηση τρίτου προσώπου.  Η ως άνω προσπάθεια της όμως κάθε άλλο παρά έπεισε το Δικαστήριο.  Τα όσα ανέφερε για την ισχυριζόμενη απευθείας διαπραγμάτευση της ίδιας έρχονται σε καταφανή αντίθεση με κομμάτια της ενώπιον μου αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας, αφαιρώντας της κάθε ίχνος πειστικότητας.  Οι ίδιες παρατηρήσεις μου ισχύουν αναφορικά και με τη θέση της ότι ο Ηλιάδης είχε δεχθεί την τιμή που ζητούσε, χωρίς καμιά συζήτηση.  Κατ’ αρχή θα πρέπει να επισημάνω ότι, όπως έχει διαφανεί μέσα από την ενώπιον μου μαρτυρία, ο Ηλιάδης δεν είχε άμεση συμμετοχή ή ανάμειξη στις διαπραγματεύσεις που είχαν γίνει για την πώληση του ακινήτου της.  Το πρόσωπο που παρουσιάζεται να είχε συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις από την εταιρεία Pafilia, ήταν η Μ.Ε.3.  Μόνο η ίδια τον είχε εμπλέξει στις διαπραγματεύσεις, για πρώτη φορά μάλιστα, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία της.  Ο αμέσως πιο πάνω ισχυρισμός της δεν βρίσκει το ανάλογο έρεισμα ούτε στους δικογραφημένους ισχυρισμούς της.  Επισημαίνω ότι αυτό το οποίο ισχυρίζεται στην παράγραφο 7 της Υπεράσπισης της είναι ότι κατέληξαν στη συμφωνία της 24/7/2007, μετά από διαπραγματεύσεις που έγιναν μεταξύ της ίδιας, του Ανδρονίκου και αντιπροσώπων της Pafilia.  Είναι φανερό ότι καμιά αναφορά γίνεται στο όνομα του Ηλία Ηλιάδη.  Επιπρόσθετα, αν πράγματι ευσταθούσε ο ισχυρισμός της ότι συμφώνησε την τιμή του ακινήτου της με τον Ηλιάδη, χωρίς συζήτηση μάλιστα, διερωτώμαι ποιος λόγος υπήρχε να πραγματοποιείτο η συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn, η οποία τονίζω ότι πραγματοποιήθηκε πριν την ημερομηνία υπογραφής του πωλητηρίου εγγράφου, κατά την οποία είχε συζητηθεί η τιμή που ζητούσε. 

 

          Θα ήθελα, ακόμα, να επισημάνω ότι ο υπό σχολιασμό ισχυρισμός της διαψεύδεται από την έγερση της αγωγής υπ’ αριθμόν 3729/08, εναντίον του Ανδρονίκου, την οποία η ίδια παρουσίασε στο Δικαστήριο (Τεκμήριο 12), με την οποία αξίωνε εναντίον του Ανδρονίκου την επιστροφή του ποσού των Λ.Κ.100.000, το οποίο της είχε αποσπάσει, παρουσιάζοντας της ψευδώς ότι θα πλήρωνε διάφορα ποσά σε υπαλλήλους της εταιρείας Pafilia, ώστε να ασκήσουν επιρροή στη διεύθυνση της εταιρείας, για την αγορά του ακινήτου της στην τιμή που ζητούσε.  Διερωτώμαι πως μπορεί λογικά να συμβιβαστούν, από τη μια ο ισχυρισμός της ότι είχε δώσει το ως άνω ποσό στον Ανδρονίκου για να πληρώσει υπαλλήλους της εταιρείας Pafilia να ασκήσουν επιρροή στη διεύθυνση της εταιρείας ώστε να γινόταν αποδεκτή η τιμή που ζητούσε και, από την άλλη, ο ισχυρισμός της ότι είχε κλείσει απευθείας τη συμφωνία πώλησης του ακινήτου της με τον Ηλιάδη, χωρίς καν συζήτηση για την τιμή που ζητούσε και χωρίς να αναμιχθεί τρίτο πρόσωπο στην επίτευξη της συμφωνίας.

 

         

 

Όμως, ούτε και το μέρος της μαρτυρίας της που αφορά τη σχέση της με τον Ανδρονίκου, μπορεί να γίνει αποδεκτή.  Και σε αυτή την περίπτωση έχω διαπιστώσει, μέσα από τη μαρτυρία της, μια εμφανή και έντονη προσπάθεια της να υποβιβάσει και εκμηδενίσει το ρόλο που διαδραμάτισε ο Ανδρονίκου στην πώληση του ακινήτου της.  Οι θέσεις τις οποίες προέβαλε κρίνονται ως αντιφατικές και διιστάμενες.  Ενώ στην γραπτή της δήλωση, Τεκμήριο 9, τον περιγράφει ως «στενό και έμπιστο οικογενειακό της φίλο», ο οποίος τη βοήθησε στις διαπραγματεύσεις για την πώληση του ακινήτου της (παράγραφος 4 της δήλωσης της), κατά την αντεξέταση της έδωσε μια εντελώς διαφορετική εικόνα γι΄ αυτόν, ισχυριζόμενη ότι δεν του είχε εμπιστοσύνη, ούτε τον εξουσιοδότησε να κάμει οποιαδήποτε πράξη για το ακίνητο της.  Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμίσω τον δικογραφημένο ισχυρισμό της Υπεράσπισης της (παράγραφος 7), ότι οι διαπραγματεύσεις για την πώληση του ακινήτου της έγιναν μεταξύ της ίδιας, του Ανδρονίκου και αντιπροσώπων της Pafilia.   Διερωτώμαι πως είναι δυνατόν από τη μια να ισχυρίζεται ότι δεν του έχει εμπιστοσύνη και από την άλλη ο Ανδρονίκου να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις για την πώληση του ακινήτου της.  Θα ήθελα, ακόμα, να παραπέμψω στο κείμενο της απόφασης του Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε στην αγωγή υπ’αρ.3729/08, την οποία ήγειρε εναντίον του Ανδρονίκου (Τεκμήριο 14).  Όπως η ίδια παραδέχθηκε ότι ανέφερε στη μαρτυρία της στην υπόθεση εκείνη (σελίδες 5 και 6 της απόφασης), ο Ανδρονίκου ήταν στενός και έμπιστος οικογενειακός της φίλος για πάρα πολλά χρόνια, της πρόσφερε συμβουλές, βοήθεια και καθοδήγηση για διάφορα θέματα, ήταν γνώστης όλων των προσωπικών της θεμάτων και προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει στις διαπραγματεύσεις με την εταιρεία Pafilia

 

          Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω πιο πάνω, απορρίπτω τη μαρτυρία της ως αναξιόπιστη. 

 

         

Ο Μ.Υ.1, παρά το αδιαμφισβήτητο της μαρτυρίας του, εντούτοις, δεν προσέφερε οτιδήποτε θετικό στην υπόθεση της Εναγόμενης.  Αυτό το οποίο επιδιώχθηκε με τη μαρτυρία του, ειδικά με την κατάθεση της επιστολής του (Τεκμήριο 10), ήταν να διαφανεί ότι η εταιρεία Pafilia ήλθε σε απευθείας επαφή με την Εναγόμενη, κατόπιν της κοινοποίησης της ως άνω επιστολής του, με την οποία ενημέρωνε μια σειρά από κατονομαζόμενες σ’ αυτήν εταιρείες, μεταξύ των οποίων και η εταιρεία Pafilia, για την πρόθεση της Εναγόμενης να πωλήσει το ακίνητο της.  Όμως, θα πρέπει να επισημάνω ότι η υπό αναφορά επιστολή του δεν τέθηκε υπόψιν των μαρτύρων του Ενάγοντα, ειδικά της Μ.Ε.3, ώστε να της δινόταν η ευκαιρία να την σχολιάσει και να μπορέσει να πάρει θέση.  Θα πρέπει, ακόμα, να επισημανθεί ότι δεν έχει δοθεί οποιαδήποτε επεξήγηση, από πλευράς Υπεράσπισης, για την παράλειψη της να θέσει έγκαιρα την  υπό αναφορά επιστολή στην Μ.Ε.3.  Ως εκ των ανωτέρω, η επιστολή αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψιν από το Δικαστήριο (Adidas v. Jonitexo Ltd (1987) 1 C.L.R. 383). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι ενώπιον του Δικαστηρίου υπάρχει η αδιαμφισβήτητη θέση της Μ.Ε.3, σύμφωνα με την οποία για πρώτη φορά ενημερώθηκαν σχετικά με την πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης από το τηλεφώνημα το οποίο δέχτηκε από πρόσωπο, το οποίο δεν θυμόταν, που όπως κατέληξε το Δικαστήριο, επρόκειτο για τον Μ.Ε.1. 

 

          Όσον αφορά τον ισχυρισμό του ότι κάποιοι από τους επιχειρηματίες ανάπτυξης γης, στους οποίους κοινοποίησε την επιστολή του, μεταξύ των οποίων και η εταιρεία Pafilia, ήρθαν σε απευθείας διαπραγματεύσεις με την Εναγόμενη, θα πρέπει να επισημάνω ότι, όπως διευκρίνισε κατά την αντεξέταση του, η Εναγόμενη ήταν αυτή που τον πληροφόρησε ότι είχε έρθει σε απευθείας διαπραγματεύσεις.  Από τη στιγμή όμως που πρόκειται για εξ ακοής μαρτυρία και το Δικαστήριο απέρριψε την πρωτογενή μαρτυρία της Εναγόμενης ότι είχε διαπραγματευθεί η ίδια απευθείας την πώληση του ακινήτου της, καθίσταται φανερό ότι ο υπό αναφορά ισχυρισμός του μάρτυρα δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε αξία.

 

          Έχοντας κατά νουν τη μαρτυρία, την οποία έχω αποδεχθεί, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα:

 

          Περί το τέλος Ιουνίου, 2007 ο Ανδρονίκου επικοινώνησε με τον Μ.Ε.1, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο εργαζόταν στο κτηματομεσιτικό γραφείο του Ενάγοντα και τον ενημέρωσε ότι η Εναγόμενη ήθελε να πουλήσει το ακίνητο της.  Ο Μ.Ε.1 ζήτησε από τον Ανδρονίκου να του παραδώσει τον τίτλο ιδιοκτησίας και χωρομετρικό σχέδιο του ακινήτου, ώστε να το προωθούσαν, μέσω του γραφείου που εργαζόταν, σε ενδιαφερόμενους αγοραστές.  Στις 30/6/2006, κατόπιν τηλεφωνικής συνεννόησης, ο Μ.Ε.1 συναντήθηκε με τον Ανδρονίκου στην καφετέρια του καταστήματος Debenhams, στη Λεμεσό, όπου ο Ανδρονίκου του παρέδωσε τίτλο ιδιοκτησίας και χωρομετρικό σχέδιο του ακινήτου (Τεκμήριο 5).  Ανέφερε, επίσης, στο Μ.Ε.1, ότι η τιμή που ζητούσε η Εναγόμενη για την πώληση του ακινήτου της ήταν πέραν των Λ.Κ.3.000.000 και ότι η προμήθεια του γραφείου στο οποίο εργαζόταν για τη διαμεσολάβηση στην πώληση του ακινήτου, θα ήταν 5%.  Κατά το διάστημα μεταξύ 30/6/2007 μέχρι 5/7/2007 ο Μ.Ε.1 σε επικοινωνία που είχε με τον Ανδρονίκου αρκετές φορές, ζήτησε από τον Ανδρονίκου  να του επιστρέψει, υπογεγραμμένο, το έντυπο/συμφωνία, το οποίο του είχε παραδώσει για να το μεταφέρει στην Εναγόμενη, για την προμήθεια του γραφείου του Ενάγοντα.  Ο Ανδρονίκου ανέφερε χαρακτηριστικά στο Μ.Ε.1: «Ρε Γιαννάκη είμαστε τόσα χρόνια φίλοι εν μου έσιεις εμπιστοσύνη.  Η κα Μαυροπούλου εν Κυρία εις τις υποχρεώσεις της.  Ότι συμφωνήσαμε σε περίπτωση που πωληθεί το ακίνητο εν να πιάσετε την προμήθεια σας».  Ο Μ.Ε.1, στη βάση των διαβεβαιώσεων του Ανδρονίκου, επικοινώνησε με την εταιρεία Pafilia, της οποίας γνώριζε τον διευθύνοντα σύμβουλο Ηλία Ηλιάδη.  Στις 6/7/2007 τηλεφώνησε στα γραφεία της εταιρείας Pafilia στην Πάφο και συνομίλησε με τη Μ.Ε.3, η οποία τον ενημέρωσε ότι ο Ηλιάδης απουσίαζε στο εξωτερικό.  Αφού την ενημέρωσε για το ακίνητο της Εναγόμενης, η Μ.Ε.3 του ανέφερε ότι ήταν ενδιαφέρουσα περίπτωση και ότι θα ενημέρωνε τον

 

 

υπεύθυνο του γραφείου της εταιρείας στη Λεμεσό (Μ.Ε.4), να επικοινωνήσει μαζί του για να συναντηθούν, ώστε να του δείξει το ακίνητο της Εναγόμενης και να του παραδώσει τα σχετικά έγγραφα.  Πράγματι, ο Μ.Ε.4 επικοινώνησε μαζί με τον Μ.Ε.1 μετά από κάποιες μέρες και συναντήθηκαν στην οδό Κένεντυ, στη Λεμεσό, όπου ο Μ.Ε.1 του έδειξε το ακίνητο και του παρέδωσε ένα φάκελο με τον τίτλο ιδιοκτησίας και χωρομετρικό σχέδιο του ακινήτου της Εναγόμενης, για να τα διαβιβάσει στα γραφεία της εταιρείας στην Πάφο, πράγμα το οποίο έκαμε.  Για όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβαινε ο Μ.Ε.1 ενημέρωνε τον Ανδρονίκου.  Κατά το διάστημα από 11/7/2007 - 13/7/2007 και 23/7/2007 – 27/7/2007  ο Μ.Ε.1 νοσηλεύτηκε σε κλινική όπου υποβλήθηκε σε χειρουργικές επεμβάσεις.  Λόγω του ότι η κατάσταση της υγείας του δεν του το επέτρεπε πλέον, ανέθεσε στο γιο του (Μ.Ε.5) τη συνέχιση των προσπαθειών πώλησης του ακινήτου της Εναγόμενης, με τη σύμφωνη γνώμη του Ενάγοντα.  Ο Μ.Ε.5 είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τη Μ.Ε.3, στην οποία μετέφερε τις εκάστοτε τιμές που ζητούσε η Εναγόμενη για την πώληση του ακινήτου της.  Επειδή δεν κατέστη δυνατό να εξευρεθεί συμφωνία ως προς την τιμή, κατά τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που ο Μ.Ε.5 είχε με τη Μ.Ε.3, η τελευταία του ανέφερε ότι δεν μπορούσε να υποβάλει άλλη προσφορά τηλεφωνικά και ότι θα έπρεπε να βρεθούν προσωπικά όλοι οι ενδιαφερόμενοι για να συζητήσουν την τιμή.  Κατόπιν αυτού, ο Μ.Ε.5 διευθέτησε συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn, στη Λεμεσό, στην οποία παρευρέθηκαν, εκτός από τον ίδιο, η Μ.Ε.3 και ο Ανδρονίκου.  Κατ’ εκείνη τη συνάντηση η Μ.Ε.3 πρόσφερε ως τελική τιμή το ποσό των Λ.Κ.3.400.000, το οποίο τελικά έγινε αποδεκτό από την Εναγόμενη.   Η υπό αναφορά συνάντηση πραγματοποιήθηκε πριν την 24/7/2007, που ήταν η ημερομηνία υπογραφής του πωλητηρίου εγγράφου (Τεκμήριο 3).  Κατά την 24/7/2007 υπεγράφη, μεταξύ της Εναγόμενης και της Μ.Ε.3, ως εκπροσώπου της εταιρείας Pafilia, πωλητήριο έγγραφο, δυνάμει του οποίου η Εναγόμενη πώλησε στην εταιρεία Pafilia το ακίνητο της, έναντι της τιμής των Λ.Κ.3.400.000. 

 

 

 

Νομική πτυχή:

          Το πρώτο, το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί, είναι το κατά πόσο έχει αποδειχθεί η διαμεσολάβηση του Ενάγοντα στην πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης. 

 

          Αποτέλεσε κοινό τόπο ότι ο Ενάγοντας, κατά τον ουσιώδη για την παρούσα αγωγή χρόνο, ήταν αδειούχος κτηματομεσίτης.  Το άρθρο 19(2) του περί Κτηματομεσιτών Νόμου 273(1)/2004, που ήταν το νομοθέτημα που ίσχυε κατά τον χρόνο που έλαβαν χώρα τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, προνοούσε τα ακόλουθα:

 

  «Όταν σε οποιαδήποτε κτηματική συναλλαγή το πρόσωπο που μεσολαβεί είναι εγγεγραμμένος και αδειούχος κτηματομεσίτης, αυτός δικαιούται να αξιώσει και εισπράξει την καθορισμένη προμήθεια, η οποία, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά, είναι απαιτητή και πληρωτέα με την επίτευξη της κτηματικής συναλλαγής.

 

Νοείται ότι σε περίπτωση μη επίτευξης κτηματικής συναλλαγής για την οποία δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη ο κτηματομεσίτης, αυτός δικαιούται σε εύλογη αμοιβή, λαμβανομένων υπόψη του αναλωθέντος χρόνου και της δαπάνης αυτού.»

 

Σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνεται στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου “κτηματική συναλλαγή” σημαίνει κάθε συναλλαγή για τη σύναψη συμφωνίας για πώληση, αγορά, ανταλλαγή ή μίσθωση ακινήτου.

 

Ας σημειωθεί ότι παρόμοια πρόνοια με αυτήν του άρθρου 19(2) υπήρχε και στον προγενέστερο περί εγγραφής κτηματομεσιτών νόμο  66/87 (βλ. το άρθρο 8 του νόμου) ο οποίος καταργήθηκε με τον νόμο 273(1)/2004.

 

 

Η επί του θέματος νομολογία καταδεικνύει ότι για να θεμελιωθεί αξίωση για προμήθεια θα πρέπει να αποδειχτεί από τον κτηματομεσίτη ότι η πράξη για την οποία αξιώνεται η προμήθεια ήταν το άμεσο αποτέλεσμα της μεσολάβησης του.  Για να θεμελιωθεί η απαίτηση πρέπει η μεσολάβηση να είναι ο αποφασιστικός παράγοντας (efficient cause) για τη διενέργεια της πώλησης.  Ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της μεσολάβησης και της πώλησης πρέπει να είναι άμεσος και καθοριστικός (βλ. X”Κυριάκος ν. Σιδέρη (1989) 1 (Ε) ΑΑΔ 92, Γεωργία Ματθαίου ν. Ροζάνας Μ. Νικολάου και άλλου, (1999) 1 ΑΑΔ 2080, Orphanides v. Michaelides (1967) 1 CLR 309, Burchell v. Gowrie and Blockhouse Collieries Ltd (1910) A.C 614, J.F. Aho et Fils and Another v. Photos Photiades & Co. (1968) 1 CLR 477 και Χριστοφίδης ν. Σαββίδης (1992) 1 ΑΑΔ 733).

 

Στην απόφαση του Privy Council James T. Burchell v. Gowrie and Blockhouse Collieries Ltd (1910) A.C 614 η οποία υιοθετήθηκε στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου Orphanides v. Michaelides και Χριστοφίδης ν. Σαββίδης (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

 "It was admitted that, in the words of Erle C.J. in Green v. Bartlett, "if the relation of buyer and seller is really brought about by the act of the agent, he is entitled to commission although the actual sale has not been effected by him". Or in the words of the later authorities, the plaintiff must show that some act of his was the causa causans of the sale (Tribe v. Taylor) or was an efficient cause of the sale (Millar v. Radford)".

 

Επίσης στην υπόθεση Orphanides v. Michaelides (ανωτέρω) αναφέρεται το πιο πάνω απόσπασμα από το σύγγραμμα Pollock and Mullas Indian Contract and Specific Relief Acts, 8η έκδοση σελίς 679:

 

 

 

But in order to establish a claim for commission the agent must show that the transaction in respect of which the claim is made was a direct result of his agency.  It is not sufficient to show that the transaction would not have been entered into but for his introduction.  He must go further and show that the introduction was the direct cause of the transaction.”

(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου)

 

Αποτελεί εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Ανδρονίκου είχε αναθέσει στον Ενάγοντα, μέσω του Μ.Ε.1, την εξεύρεση αγοραστή για την πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης.  Αποτελεί επίσης εύρημα μου ότι ο Ενάγοντας είχε αναθέσει στο Μ.Ε.1, ο οποίος ήταν υπάλληλος του, όπως προβεί σε όλες τις ενέργειες για εξεύρεση αγοραστή του ακινήτου.  Σε κατοπινό στάδιο η εντολή για συνέχιση της διαδικασίας πώλησης του ακινήτου ανατέθηκε από τον Μ.Ε.1 στο γιο του, Μ.Ε.5, με τη σύμφωνη γνώμη και την έγκριση του Ενάγοντα. 

 

Σύμφωνα με τα ευρήματα στα οποία έχω καταλήξει, είχαν γίνει οι ακόλουθες ενέργειες προς τον σκοπό της εξεύρεσης αγοραστή για πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης. 

 

(1)   Ο Μ.Ε.1 συναντήθηκε με τον Ανδρονίκου, ο οποίος του παρέδωσε αντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας και χωρομετρικό σχέδιο του ακινήτου της Εναγόμενης, με σκοπό να προωθήσει την πώληση του.

(2)  Μετά την παραλαβή των ως άνω εγγράφων, ο Μ.Ε.1 είχε έλθει σε τηλεφωνική επικοινωνία με την Μ.Ε.3, υπάλληλο της εταιρείας Pafilia, την οποία ενημέρωσε για την πρόθεση της Εναγόμενης να πωλήσει το ακίνητο της. 

(3)  Σε μεταγενέστερο στάδιο ο Μ.Ε.3 συναντήθηκε στη Λεμεσό με το Μ.Ε.4, υπεύθυνο του γραφείου της εταιρείας Pafilia στη Λεμεσό, στον οποίο έδειξε το ακίνητο της Εναγόμενης και του παρέδωσε τον τίτλο ιδιοκτησίας και το χωρομετρικό σχέδιο που του παρέδωσε ο Ανδρονίκου, για να διαβιβαστούν στα γραφεία της εταιρείας στην Πάφο. 

(4)  Η εταιρεία Pafilia επέδειξε ενδιαφέρον για αγορά του ακινήτου της Εναγόμενης και είχε υποβάλει κάποιες προσφορές για την τιμή αγοράς του.

(5)  Οι ως άνω προσφορές γίνονταν τηλεφωνικά από την Μ.Ε.3 προς τον Μ.Ε.5, ο οποίος τις διαβίβαζε στον Ανδρονίκου. 

(6)  Ο Μ.Ε.5, ενεργώντας στη βάση των ως άνω οδηγιών της Μ.Ε.3, διευθέτησε συνάντηση, στην οποία παρευρέθηκαν οι Μ.Ε.3, ο Ανδρονίκου, ο οποίος εκπροσωπούσε την Εναγόμενη και ο Μ.Ε.5.  Ο σκοπός της συνάντησης ήταν η συζήτηση επί της τιμής του ακινήτου.

(7)  Κατ’ εκείνη τη συνάντηση, η Μ.Ε.3 πρόσφερε ως τελευταία τιμή το ποσό των Λ.Κ.3.400.000, το οποίο τελικά έγινε αποδεκτό από την Εναγόμενη.

(8)  Σε κατοπινό στάδιο της ως άνω συνάντησης, συγκεκριμένα την 24/7/2007, υπεγράφη μεταξύ της Εναγόμενης και της Μ.Ε.3 ως εκπροσώπου της εταιρείας Pafilia, πωλητήριο έγγραφο, δυνάμει του οποίου η Εναγόμενη πώλησε στην εταιρεία Pafilia το ακίνητο της για το ποσό των Λ.Κ.3.400.000.

 

Όλες οι ενέργειες τις οποίες έχω παραθέσει πιο πάνω, διαδραμάτισαν, κατά την άποψη μου, καθοριστικό και αποφασιστικό ρόλο στην πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης στην εταιρεία Pafilia.  Η διενέργεια τους, συνδέεται άμεσα και ευθέως με το αποτέλεσμα, που ήταν η κατάληξη στην ρηθείσα συμφωνία.  Χωρίς αυτές, ήταν αδύνατο τα μέρη να καταλήξουν στη συμφωνία της 24/7/2007 (Τεκμήριο 3). 

 

 

Έχοντας κατά νουν τα όσα αναφέρω πιο πάνω, καταλήγω ότι η διαμεσολάβηση του Ενάγοντα, μέσα από τη διενέργεια των ως άνω περιγραφόμενων πράξεων, ήταν αυτή και μόνο που οδήγησε στην πώληση του ακινήτου της Εναγόμενης στην εταιρεία Pafilia

 

Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι στη συμφωνία της 24/7/2007 (Τεκμήριο 3), υπάρχει πρόνοια ότι δεν είχε αναμειχθεί κτηματομεσίτης στη συναλλαγή.  Όμως, η πρόνοια αυτή δεν θα μπορούσε να δεσμεύει τον Ενάγοντα για το λόγο ότι ο ίδιος δεν ήταν συμβαλλόμενος.

 

Το επόμενο ζήτημα που θα πρέπει να εξεταστεί είναι το κατά πόσο ο Ανδρονίκου είχε την εξουσιοδότηση της Εναγόμενης για να αναθέσει στον Ενάγοντα την πώληση του ακινήτου της.  Σε περίπτωση που διαφανεί, μέσα από τη μαρτυρία, ότι υπήρχε τέτοια εξουσιοδότηση, ο Ενάγοντας θα δικαιούται να αξιώσει την πληρωμή της προμήθειας του από την Εναγόμενη για τη διαμεσολάβηση του στην πώληση του ακινήτου της.

 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνω ότι ο Ενάγοντας, κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία του, μείωσε το ποσοστό της προμήθειας που αξιώνει με την αγωγή του, από 5% σε 3%, για το λόγο ότι, όπως επεξήγησε, δεν μπόρεσε να εντοπίσει και παρουσιάσει το έντυπο ανάθεσης/συμφωνίας με την Εναγόμενη για το συμφωνηθέν ποσοστό της προμήθειας του.  Ας σημειωθεί ότι η Κ.Δ.Π. 131/86, Παράρτημα ΙΙ, προνοεί ότι το ποσοστό προμήθειας που δικαιούται να εισπράξει ο κτηματομεσίτης είναι 3% επί του τιμήματος πώλησης.

 

          Αποτελεί συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι ο Ανδρονίκου είχε την εξουσιοδότηση της Εναγόμενης να εξεύρει αγοραστή για το ακίνητο της.  Το γεγονός και μόνο ότι η Εναγόμενη του είχε εμπιστευθεί ποσό Λ.Κ.100.000 με σκοπό να «δωροδοκήσει» υπαλλήλους της εταιρείας Pafilia για να επηρεάσουν διευθυντικά στελέχη της εταιρείας ώστε ν’ αγοράσουν το ακίνητο της, λογικά με οδηγεί στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι υπήρχε η ως άνω εξουσιοδότηση από την Εναγόμενη στον Ανδρονίκου.  Το ζήτημα που αναφύεται είναι μέχρι που έφταναν τα όρια της εξουσιοδότησης του Ανδρονίκου, ειδικά δε κατά πόσο είχε εξουσιοδοτηθεί από την Εναγόμενη να διορίσει κτηματομεσίτη.

 

          Αποτέλεσε κοινό τόπο ότι, ούτε ο Ενάγοντας, ούτε οι Μ.Ε.1 και Μ.Ε.5, που ενεργούσαν κατ’ εντολή του Ενάγοντα, είχαν έρθει σε επαφή με την Εναγόμενη.  Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του Μ.Ε.5 ότι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με την Εναγόμενη, μέσω του κινητού τηλεφώνου του Ανδρονίκου.  Επιπρόσθετα, αποτελεί εύρημα μου ότι οι Μ.Ε.1 και Μ.Ε.5 ενεργούσαν πάντοτε στη βάση των οδηγιών του Ανδρονίκου.  Αποτέλεσε επίσης γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι ο Ανδρονίκου ουδέποτε επέστρεψε στο Μ.Ε.1 το έντυπο ανάθεσης/συμφωνίας, υπογεγραμμένο από την Εναγόμενη, από το οποίο θα μπορούσε να διαφανεί η αποδοχή της Εναγόμενης για το διορισμό του Ενάγοντα να μεσολαβήσει στην πώληση του ακινήτου της.  Επισημαίνω ακόμα τη μη παρουσίαση ενώπιον του Δικαστηρίου οποιουδήποτε πληρεξουσίου εγγράφου που παραχωρήθηκε στον Ανδρονίκου από την Εναγόμενη.

 

          Από τη μαρτυρία η οποία έχει προσαχθεί ενώπιον μου δεν έχει διαφανεί ότι η ανάθεση από τον Ανδρονίκου στον Ενάγοντα της διαμεσολάβησης του για εξεύρεση αγοραστή του ακινήτου της Εναγόμενης,είχε γίνει δυνάμει προς τούτο παραχωρηθείσας εξουσιοδότησης της Εναγόμενης ή δυνάμει οδηγιών της.  Δεν έχει επίσης διαφανεί ότι η Εναγόμενη είχε ενημερωθεί για τη διαμεσολάβηση του Ενάγοντα και αποδέχθηκε, έστω σιωπηρά το διορισμό του.  Θα θεωρούσα επισφαλές ένα αντίθετο συμπέρασμα.    Ούτε το γεγονός ότι ο Ανδρονίκου είχε παραδώσει στο Μ.Ε.1 αντίγραφο του τίτλου ιδιοκτησίας και του χωρομετρικού σχεδίου του

 

ακινήτου της Εναγόμενης (Τεκμήριο 5), θα μπορούσε να με οδηγήσει σε τέτοιο συμπέρασμα.  Από τη στιγμή που είχε την εξουσιοδότηση από την Εναγόμενη να εξεύρει αγοραστή για το ακίνητο της, ήταν απόλυτα λογικό να έχει στην κατοχή του τα ως άνω έγγραφα.  Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο δεν μπορεί να γνωρίζει, ελλείψει μαρτυρίας, κατά πόσο η Εναγόμενη ήταν ενήμερη για την παρουσία του Μ.Ε.5 κατά τη συνάντηση στο ξενοδοχείο Holiday Inn.  Δυστυχώς, υπάρχει ένα κενό στη μαρτυρία, το οποίο οφείλεται στη μη παρουσίαση του Ανδρονίκου στο εδώλιο του μάρτυρα.  Μόνο εκείνος θα μπορούσε να διαφωτίσει το Δικαστήριο σε σχέση με το τι μετέφερε στην Εναγόμενη προς ενημέρωση της.  Η απουσία του από το εδώλιο του μάρτυρα έχει αφήσει ένα δυσαναπλήρωτο κενό στην υπόθεση του Ενάγοντα. 

 

          Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Ενάγοντα στη γραπτή του αγόρευση, στηριζόμενος στο άρθρο 197 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ.149, υποστήριξε ότι ακόμα και στην περίπτωση που ο Ανδρονίκου υπερέβη τα όρια της εξουσιοδότησης του και διόρισε τον Ενάγοντα να διαμεσολαβήσει για εξεύρεση αγοραστή του ακινήτου της Εναγόμενης, η τελευταία ευθύνεται από τις πράξεις και/ή την υποχρέωση που ανέλαβε ο Ανδρονίκου για την πληρωμή της προμήθειας του Ενάγοντα, για το λόγο ότι με τη συμπεριφορά της εξώθησε τον Ενάγοντα και/ή τους υπαλλήλους του να πιστέψουν ότι οι ως άνω πράξεις και υποχρεώσεις διενεργήθηκαν εντός των ορίων της εξουσιοδότησης του.  Επιπρόσθετα, ο κ. Χριστοφόρου στηριζόμενος σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Φιλική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ. ν. Δημήτρη (1999) 1 Α.Α.Δ. 551 και Paneuropean Insurance Co. Ltd v. Χειμάρη (2004) 1 Α.Α.Δ. 713) εισηγήθηκε ότι ακόμα και στην περίπτωση που το Δικαστήριο καταλήξει ότι ο Ανδρονίκου δεν εξουσιοδοτήθηκε από την Εναγόμενη να αναθέσει στον Ενάγοντα και γενικά σε κτηματομεσίτη την εξεύρεση αγοραστή για την πώληση ακινήτου της, η Εναγόμενη και πάλι ευθύνεται δυνάμει των αρχών της φαινόμενης πληρεξουσιότητας, η οποία στο Κυπριακό Δίκαιο ρυθμίζεται από το άρθρο 197 του Κεφ. 149.

 

          Το άρθρο 197 του Κεφ. 149 προνοεί τα ακόλουθα:

«Εάν ο αντιπρόσωπος, άνευ πληρεξουσιότητος, ετέλεσε πράξεις ή ανέλαβε υποχρεώσεις έναντι τρίτων διά λογαριασμόν του αντιπροσωπευομένου, ο αντιπροσωπευόμενος δεσμεύεται εκ των τοιούτων πράξεων ή υποχρεώσεων, εάν διά ζώσης ή συμπεριφοράς εξώθησε τους τρίτους να πιστεύωσιν ότι οι τοιαύται πράξεις και υποχρεώσεις ετέλουν εντός των ορίων της πληρεξουσιότητος του αντιπροσώπου.»

 

          Στην υπόθεση Φιλική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Δημήτρη (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα ακόλουθα, σε σχέση με τη φαινόμενη πληρεξουσιότητα:

 

«Όμως οι αρχές ως προς τη φαινομένη πληρεξουσιότητα, που αποτέλεσε ανεξάρτητο και αυτοτελές έρεισμα, υπερβαίνουν και τα δύο.  Δεν προϋποθέτουν ρητή παράσταση απαραιτήτως.  Αρκεί συμπεριφορά διά της οποίας κάποιος παριστά ή επιτρέπει να παρίσταται πως άλλος είναι αντιπρόσωπός του.  Το γεγονός ότι δεν είναι στην πραγματικότητα αντιπρόσωπός του, με ρητή ή έστω σιωπηρή πληρεξουσιότητα, όχι μόνο είναι αδιάφορο αλλά αποτελεί και το λόγο της γέννησης των αρχών δικαίου ως προς τις επιπτώσεις από τέτοια παράσταση.  Τίθεται ζήτημα ευθύνης από φαινομένη πληρεξουσιότητα ακριβώς επειδή δεν υπάρχει πράγματι τέτοια.  Δεν θεμελιώνεται η ευθύνη στην ενέργεια πράγματι αντιπροσώπου αλλά φαινομένου αντιπροσώπου.  Θα  παρεμβάλλαμε εδώ πως στο μέρος αναφορικά με την αντιπροσωπεία, στον περί Συμβάσεων Νόμο Κεφ. 149, δεν περιλαμβάνεται κάν πρόνοια προς τέτοια κατεύθυνση.  Ρυθμίζεται μόνο (άρθρο 197) η έκφανση της φαινομένης πληρεξουσιότητας στην περίπτωση που ενώ πράγματι υπάρχει σχέση αντιπροσώπου και αντιπροσωπευομένου, ο πρώτος υπερβαίνει την εξουσιοδότησή του.  Οπότε, και πάλιν, ο αντιπροσωπευόμενος δεσμεύεται «αν προφορικά ή με την συμπεριφορά του εξωθήσει τους τρίτους να πιστέψουν ότι οι πράξεις και υποχρεώσεις αυτές διενεργήθηκαν εντός των ορίων της πληρεξουσιότητας των αντιπροσώπων».»

         

          Στην αμέσως πιο πάνω αναφερόμενη υπόθεση, η εφεσίβλητη (Ενάγουσα) διεκδίκησε από την εφεσείουσα ασφαλιστική εταιρεία, την κάλυψη των ζημιών που υπέστη λόγω φωτιάς που εξερράγη στο κατάστημα της.  Η εφεσείουσα αρνήθηκε την αξίωση της εφεσίβλητης, ισχυριζόμενη ότι δεν είχε δώσει τη συγκατάθεση της στη μεταφορά της ασφαλισμένης περιουσίας σε χώρο άλλο από τον αναφερόμενο στο ασφαλιστικό συμβόλαιο.  Το ζήτημα που ηγέρθη ήταν αν, στη βάση των γεγονότων, η εφεσείουσα ευθυνόταν στο πλαίσιο των αρχών της φαινόμενης εξουσιοδότησης (apparent or ostensible authority).  Σύμφωνα με τα γεγονότα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εφεσίβλητη ουδέποτε ήλθε σε απευθείας επαφή με λειτουργούς της ίδιας της Εφεσείουσας.  Το έντυπο πρότασης για ασφάλιση συμπληρώθηκε από υπάλληλο της τράπεζας Barclays, στην κατοχή της οποίας υπήρχαν τέτοια κενά έντυπα, σφραγισμένα εκ των προτέρων από την εφεσείουσα και έτοιμα για συμπλήρωση.  Μετά τη συμπλήρωση του, το ως άνω έντυπο υπεγράφη από την εφεσίβλητη.  Ακολούθησε επιθεώρηση του καταστήματος της εφεσίβλητης από τον υπάλληλο που είχε συμπληρώσει την πρόταση και η αποδοχή της πρότασης από την εφεσείουσα, με την έκδοση του αρχικού ασφαλιστηρίου εγγράφου, το οπoίο παρέμεινε στην κατοχή της τράπεζας.  Μετά την μεταφορά της ασφαλισθείσας περιουσίας σε άλλο κατάστημα, η εφεσίβλητη γνωστοποίησε τη μεταφορά της σε δύο υπαλλήλους της τράπεζας, ένας εκ των οποίων ήταν αυτός που συμπλήρωσε την πρόταση ασφάλισης, οι οποίοι την διαβεβαίωσαν ότι θα γίνονταν οι σχετικές τροποποιήσεις στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και εκδόθηκε νέο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, το οποίο επίσης παρέμεινε στην κατοχή της τράπεζας.  Μετά την ως άνω μεταφορά, έγινε αποδεκτή η είσπραξη των ασφαλίστρων από την εφεσείουσα και η απόδειξη είσπραξης στάληκε στο νέο κατάστημα της εφεσίβλητης.

 

          Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η συμπεριφορά της εφεσείουσας, όπως περιγράφεται πιο πάνω, ήταν τέτοια που καθιστούσε εμφανή προς τους άλλους την εξουσία της τράπεζας να ενεργεί εκ μέρους της εφεσείουσας ως μεσίτης (broker) για την παραγωγή ασφαλιστηρίων συμβολαίων. 

 

          Τα γεγονότα της υπό εξέταση υπόθεσης είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά της ανωτέρω αναφερόμενης υπόθεσης.  Στην υπό εξέταση υπόθεση δεν έχουν θεμελιωθεί τα γεγονότα εκείνα, από τα οποία θα μπορούσε να διαφανεί ότι η Εναγόμενη με τη συμπεριφορά της είχε αποδεχθεί τη διαμεσολάβηση του Ενάγοντα, μέσω των Μ.Ε.1 και Μ.Ε.5, στην επίτευξη συμφωνίας με την εταιρεία Pafilia, για την πώληση του ακινήτου της.

 

          Για τον ίδιο λόγο που επεξήγησα αμέσως πιο πάνω, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής ούτε το άρθρο 197 του Κεφ. 149.  Υπογραμμίζω ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί, με βάση την ενώπιον του μαρτυρία, να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι η Εναγόμενη αποδέχθηκε, έστω σιωπηρά, τη διαμεσολάβηση του Ενάγοντα.

 

          Επικαλείται ακόμα ο κ. Χριστοφόρου, στη γραπτή του αγόρευση, τα άρθρα 150 και 152(1) του Κεφ. 149, για να υποστηρίξει ότι η Εναγόμενη ευθύνεται για τις πράξεις του Ανδρονίκου.

 

          Τα άρθρα 150, 151 και 152 του Κεφ. 149, προνοούν τα ακόλουθα:

 

          «150.  Ο αντιπρόσωπος δεν δύναται  κατά νόμον να υποκαταστήση έτερον προς εκτέλεσιν πράξεων άτινας ούτος ρητώς ή σιωπηρώς ανέλαβε να εκτελέση αυτοπροσώπως, εκτός εάν η τοιαύτη υποκατάστασις είναι επιτρεπτή κατά τα κρατούντα συναλλακτικά ήθη ή επιβάλλεται εκ της φύσεως της αντιπροσωπείας.»

         

          «151.  ‘Υποκατάστατος αντιπρόσωπος’ είναι πρόσωπον ικανόν προς το συμβάλλεσθαι, προσληφθέν και ενεργούν υπό τον έλεγχον του αρχικού αντιπροσώπου εν τη διεξαγωγή των εργασιών της αντιπροσωπείας.»

 

«152(1) Εάν ο υποκατάστατος αντιπρόσωπος διωρίσθη προσηκόντως, ο αντιπροσωπευόμενος, καθ’ όσον αφορά εις τρίτους, αντιπροσωπεύεται υπό του υποκαταστάτου αντιπροσώπου, δεσμευόμενος υπό των πράξεών του και υπέχων ευθύνην διά ταύτας, ως εάν επρόκειτο περί αντιπροσώπου αρχικώς διορισθέντος υπό του αντιπροσωπευομένου.»

 

          Έχοντας κατά νουν τις πρόνοιες των ως άνω άρθρων, είμαι της άποψης ότι ο Ενάγοντας δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υποκατάστατος αντιπρόσωπος του Ανδρονίκου, όπως εισηγείται ο κ. Χριστοφόρου.  Όμως, ακόμα και στην περίπτωση που ο Ενάγοντας θεωρείτο ως υποκατάστατος αντιπρόσωπος, είμαι της άποψης ότι η Εναγόμενη και πάλι δεν θα ήταν υπόλογη έναντι του Ενάγοντα.  Όπως ρητά αναφέρεται στο άρθρο 152(1) ο αντιπροσωπευόμενος, που στην παρούσα περίπτωση ήταν η Εναγόμενη, δεσμεύεται και υπέχει ευθύνη μόνο έναντι τρίτων για τις πράξεις του υποκατάστατου αντιπροσώπου.  Δεν γίνεται πρόνοια στο άρθρο αυτό ότι ο αντιπροσωπευόμενος θα ευθύνεται έναντι και του υποκατάστατου αντιπροσώπου. 

 

          Για όλους τους λόγους που έχω επεξηγήσει λεπτομερώς ανωτέρω,  καταλήγω ότι ο Ενάγοντας απέτυχε να αποδείξει ότι η Εναγόμενη είναι υπόλογος για την πληρωμή του ποσού της προμήθειας του, για την διαμεσολάβηση του στην επίτευξη συμφωνίας με την εταιρεία Pafilia.  Κατά συνέπεια, η αγωγή του δεν έχει περιθώρια επιτυχίας και θα πρέπει να απορριφθεί. 

 

          Όσον αφορά τα έξοδα της αγωγής, δεν βλέπω λόγο για απόκλιση από τον γενικό κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. 

 

Αναφορικά με την Ανταπαίτηση, όπως έχω ήδη αναφέρει, εγκαταλείφθηκε κατά το στάδιο της μαρτυρίας της Εναγόμενης.  Ενόψει του ότι δεν έχουν ζητηθεί οποιαδήποτε έξοδα από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Ενάγοντα, όταν δηλώθηκε ότι εγκαταλείπεται, δεν θα επιδικάσω έξοδα προς όφελος του. 

 

 

 

Η αγωγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της Εναγόμενης και εναντίον του Ενάγοντα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.) ……………………………

               Θ. Θωμά, Α.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

ΘΘ/ΑΓ

 

SubjectCivil / Other actions / Final

Αναφορά: Αξίωση για προμήθεια από τη διαμεσολάβηση κτηματομεσίτη

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο