ECLI:CY:EDLEM:2017:A92

Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού

Ενώπιον: Χρήστος Γ. Φιλίππου, Α.Ε.Δ.                                                  

Αρ. Αγωγής: 3479/2016

Μεταξύ:

STEPHEN CHARLES EDMONDSON

Ενάγοντος/Αιτητού

και

RODELER LIMITED

Εναγόμενης/ Καθ’ ης η Αίτηση

 

Ημερομηνία:  28 Φεβρουαρίου, 2017

Εμφανίσεις:

Για τον Ενάγοντα/ Αιτητή: Ο κ. Γ. Παπαπέτρου και κ. Κριστιάν Λουκά για Μοντάνιος & Μοντάνιος ΔΕΠΕ

Για την Εναγόμενη/ Καθ΄ης η Αίτηση 1: Ο κ. Άθως Δημητρίου για  Άθως Δημητρίου Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ   ΑΠΟΦΑΣΗ

(αφορά την οριστικοποίηση ή/και έκδοση προσωρινών/ή παρεμπιπτόντων διαταγμάτων

Η επίδικη διαφορά ανάγεται στις νεοφανείς – για τα κυπριακά νομικά δρώμενα - χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που προσφέρονται και εκτελούνται  διαδικτυακά μέσω λογαριασμών που ανοίγονται και προσφέρονται σε ενδιαφερόμενους πελάτες ηλεκτρονικών πλατφόρμων συναλλαγής και αφορούν αγοραπωλησία χρηματοοικονομικών μέσων ή προϊόντων και στην προκείμενη περίπτωση δυαδικών δικαιωμάτων (binary options).

Τα ακόλουθα γεγονότα, όπως προβάλλονται στο Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα (Ο.2.r.6) που καταχώρησε ο Ενάγων εναντίον της Εναγόμενης συνοψίζουν την επίδικη διαφορά: «O Ενάγων ισχυρίζεται ότι είναι Βρετανός υπήκοος, κάτοικος Ελλάδος, αυτοαπασχολούμενος ως χρηματοπιστωτικός σύμβουλος. Η Εναγόμενη είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στην Κύπρο και παρέχει χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και εποπτεύεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου από την οποία έχει εξασφαλίσει άδεια. Η Καθ΄ ης η Αίτηση λειτουργεί ιστοσελίδα (ή μέσω της) για να επιτρέπει στους πελάτες της να συναλλάσσονται μεταξύ άλλων χρηματοοικονομικών μέσων, δυαδικά δικαιώματα (binary options). Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι κατά ή περί τις 25.08.2016 είχε γίνει πελάτης της  Καθ΄ ης η Αίτηση ανοίγοντας προς τούτο λογαριασμό συναλλαγών στην ιστοσελίδα της Καθ΄ης η Αίτηση ο οποίος λειτούργησε βάσει της ονομαζόμενης «Συμφωνίας Πελατών 24 Option». Μέσα στα πλαίσια λοιπόν αυτής της συμφωνίας ο Αιτητής μετέφερε αμέσως με την αποδοχή της αίτησης του και του ανοίγματος λογαριασμού στις 25.08.2016 και 26.08.2016 τα ποσά των  €25.000 και €50.000 αντίστοιχα στον λογαριασμό συναλλαγών (trading account)  που του παραχωρήθηκε για τον σκοπό αυτό, κάτι που επιβεβαιώθηκε στις 29.08.2016 από την Καθ΄ης η Αίτηση, οπότε και ο Αιτητής άρχισε να συναλλάσσεται δυαδικά δικαιώματα. Την 2.09.2016 ο ενάγων αιτήθηκε από την εναγόμενη την ανάληψη του ποσού  των €4000,000  από τον Λογαριασμό του.   Ισχυρίζεται ότι αρχικά βρήκε ανταπόκριση από την πλευρά της εναγόμενης η οποία δρομολόγησε την καταβολή του ποσού αυτού σε τραπεζικό του λογαριασμό. Αμέσως όμως στη συνέχεια το τμήμα παρακολούθησης πιστωτικών κινδύνων της εναγόμενης ενημέρωσε τον ενάγοντα με ηλεκτρονικό μήνυμα ότι τερμάτισε τον Λογαριασμό του και τη σχέση τους για τον λόγο ότι είχε υποψίες ότι ο ενάγων είχε προβεί σε καταχρηστικές συναλλαγές και ότι εάν θα υπήρχε υπόλοιπο ποσό στο Λογαριασμό, εφόσον τα κέρδη θα ακυρώνονταν, το υπόλοιπο του λογαριασμού του θα πληρωνόταν στον ενάγοντα το συντομότερο πρακτικά δυνατόν.  Ακολούθως την 12.09.2016 ο Ενάγων αιτήθηκε να προβεί σε ανάληψη του επιπρόσθετου ποσού των €600.000. Μέχρι εκείνη τη μέρα το υπόλοιπο του Λογαριασμού του ήταν €1.203,965,34σ. Επαναλήφθηκαν εκ μέρους της Εναγόμενης οι ίδιες αιτιάσεις τις οποίες ο Ενάγων αντίκρουσε ως ατεκμηρίωτες και παρόλα αυτά χωρίς να του δοθούν οποιεσδήποτε προς τούτο απτές αποδείξεις των ισχυρισμών της αρνήθηκε κατά παράβαση των όρων της μεταξύ τους συμφωνίας να ικανοποιήσει τα αιτήματα του.»

Η πλευρά του ενάγοντος ταυτόχρονα με την καταχώρηση του πιο πάνω κλητηρίου εντάλματος καταχώρησε και την επίδικη αίτηση για την εξασφάλιση προσωρινών απαγορευτικών/παρεμπιπτόντων διαταγμάτων. Πράγματι το Δικαστήριο βασιζόμενο στο μαρτυρικό υλικό που προσκομίστηκε προς υποστήριξη της αίτησης εξέδωσε την 30.11.2016, ημερομηνία κατά την οποία είχε οριστεί η αίτηση, τα ακόλουθα προσωρινά απαγορευτικά διατάγματα:   

«Α)       Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στην Καθ΄ ης η αίτηση εταιρεία RODELER LIMITED, ενεργώντας, μέσω των διευθυντών και/ή αξιωματούχων της και/ή πληρεξουσίων αντιπροσώπων της, από του να αποξενώσει και/ή επιβαρύνει και/ή εκχωρήσει και/ή δωρίσει οποιαδήποτε χρήματα μέχρι ποσού €1.203.963,34 (Ευρώ Ένα εκατομμύριο διακόσιες τρεις χιλιάδες εννιακόσια εξήντα πέντε και τριάντα-τέσσερα σεντς)  που βρίσκονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς της στην Κύπρο (συμπεριλαμβανομένων των τραπεζικών λογαριασμών της στην Eurobank, Λεωφ. Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ΙΙΙ 41, Λευκωσία, με αριθμούς IBAN

CY18018000060000200100225975200100225975, CY94018000060000201100250569201100250569, CY65018000060000201100250606201100250606, CY28018000060000201100250593201100250593, CY50018000060000201100250585201100250585)

και παγκοσμίως (συμπεριλαμβανομένου του λογαριασμού με αριθμό ΙΒΑΝ R081 BACX 0000 0013 2984 8004 στην τράπεζα Unicredit Bank SA, Expozitiei Blvd, 1F, Sector 1, 012001 Βουκουρέστι, Ρουμανία) μέχρι πλήρους εκδικάσεως και αποπερατώσεως της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής (περιλαμβανομένης και τυχόν εφέσεως) νεωτέρας και/ή άλλης διαταγής του Δικαστηρίου.

B)         Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να απαγορεύεται στην Καθ΄ ης η αίτηση εταιρεία RODELER LIMITED, ενεργώντας μέσω των διευθυντών και/ή αξιωματούχων της και/ή πληρεξουσίων αντιπροσώπων της, από του να πωλήσει και/ή επιβαρύνει και/ή αποξενώσει και/ή μεταβιβάσει και/ή δωρίσει οποιαδήποτε ακίνητη και/ή κινητή περιουσία και/ή περιουσιακά στοιχεία στην Κύπρο αξίας μέχρι του €1.203.963,34 (Ευρώ Ένα εκατομμύριο διακόσιες τρεις χιλιάδες εννιακόσια εξήντα πέντε και τριάντα-τέσσερα σεντς) μέχρι πλήρους εκδικάσεως και αποπερατώσεως της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής (περιλαμβανομένης και τυχόν εφέσεως) και/ή μέχρι νεωτέρας και/ή άλλης διαταγής του Δικαστηρίου.»

Τα  διατάγματα αποκάλυψης που αξιώνονταν επίσης ως τα αιτητικά Γ και Δ της αίτησης  παρέμειναν προς επίδοση στην Καθ΄ ης η Αίτηση. Επομένως στην παρούσα απόφαση μου θα εξεταστεί κατά πόσο θα οριστικοποιηθούν τα πιο πάνω διατάγματα και κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση  του διατάγματος με το αιτητικό Γ στο οποίο περιορίστηκε η πλευρά του Αιτητή στην αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του.

            Το αιτητικό Γ διαλαμβάνει τα ακόλουθα το λεκτικό το οποίο παραθέτω αμέσως στη συνέχεια:

Γ. Ενδιάμεσο και/ή Επικουρικό και/ή Παρεπόμενο διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσεται η Καθ΄ ης η αίτηση εταιρεία RODELER LIMITED όπως εντός 7 εργάσιμων ημερών από την επίδοση του Διατάγματος αυτού, αποκαλύψει ενόρκως στον Αιτητή (δια μέσου των δικηγόρων του Μοντάνιος & Μοντάνιος ΔΕΠΕ), όλα τα περιουσιακά της στοιχεία και/ή ακίνητη και/ή κινητή ιδιοκτησία που βρίσκονται εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας και παγκοσμίως επ΄ ονόματι της και/ή δικαιωματικά (beneficially) της ανήκουν, αναφέροντας την αξία, τοποθεσία και περιγραφή των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, προς υποβοήθηση των πιο πάνω απαγορευτικών διαταγμάτων και με όρο ότι η αποκάλυψη να χρησιμοποιηθεί μόνο για σκοπούς υποβοήθησης των πιο πάνω διαταγμάτων και προς διασφάλιση του αποτελέσματος τους.

 

Η αίτηση βασίζεται στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, ΚΕΦ. 6, άρθρα 4, 5 και 9 στον Περί Δικαστηρίων Νόμο του 1960 (Ν.14/60ως τροποποιήθηκε) άρθρα 29, 31 και 32, στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.28 θθ. 1-4, Δ.48, θ 2, 3, 7, 8, 9 και Διαταγή 64, στις αρχές επί των απαγορευτικών διαταγμάτων, στις αρχές επί των απαγορευτικών διαταγμάτων τύπου Mareva και Norwich Pharmacal, στον Κανονισμό (ΕΚ) 1215/2012 άρθρα 4(1) και 25, στην νομολογία και στις γενικές και συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

Τα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η αίτηση εκτίθενται στις επισυνημμένες Ένορκες Δηλώσεις του Αιτητή και του κ. Ρόμπερτ Ροςς- Κλούνις, δικηγόρου στη δικηγορική εταιρεία που εκπροσωπεί τον ενάγοντα  στην ένορκη δήλωση του ο οποίος δηλώνει  εξουσιοδοτημένος από τον Αιτητή να προβεί στην ένορκη δήλωση  προς  υποστηρίξη της αίτησης.

Καταγράφω στη συνέχεια αυτολεξεί όσα διαλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση του κ. Κλούνις που είναι στην Ελληνική γλώσσα καθώς όσα είναι σημαντικά και δεν αλληλοκαλύπτονται μεταξύ τους από την ένορκη δήλωση του Αιτητή,  η οποία παρέμεινε στην Αγγλική γλώσσα, θα παρατεθούν στο κατάλληλο σημείο της ανάλυσης μου που θα ακολουθήσει:

«

1.             Τα γεγονότα στα οποία αναφέρομαι στην παρούσα ένορκη δήλωση τα γνωρίζω από πληροφορίες που έχω λάβει από τον Αιτητή, κύριο Stephen Charles Edmondson, από την ένορκη δήλωση του ημερομηνίας 22/11/2016 η οποία έγινε ενώπιον προξενικής λειτουργού της πρεσβείας της Κυπριακής Δημοκρατίας και επί της οποίας αποτυπώθηκε η σχετική σφραγίδα (αντίγραφο της οποίας επισυνάπτω και σημειώνω ως Τεκμήριο ΡΡΚ1)  και από έγγραφα τα οποία επισυνάπτονται  ως τεκμήρια, και είναι απ’ ότι καλύτερα γνωρίζω και πιστεύω ορθά και αληθή.

2.             Όλες οι δηλώσεις μου που περιέχονται στην παρούσα Ένορκη Δήλωση είναι απ’ ό,τι καλύτερα γνωρίζω και πιστεύω ορθές και αληθείς, με βάση τις πηγές πληροφόρησης μου.

Δικαιοδοσία Δικαστηρίου

3.             Η συμφωνία των διαδίκων διέπεται από τους όρους της Εναγομένης/ Καθ’ ης η αίτηση με τίτλο  ‘24Option Client Agreement’ (as last updated on 5 July 2016) (ή «Συμφωνία») οι οποίοι όπως με πληροφορεί ο Αιτητής είναι αναρτημένοι στην ιστοσελίδα της Καθ’ ης η αίτηση. Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, αυτός έγινε πελάτης της Καθ’ ης η αίτηση και ανοίχθηκε λογαριασμός συναλλαγών στην πλατφόρμα (η «Πλατφόρμα») της Καθ’ ης η αίτηση στη βάση της Συμφωνίας.  Επισυνάπτω αντίγραφο της Συμφωνίας το οποίο σημειώνω ως Τεκμήριο ΡΡΚ2. Ο όρος 41.1 της Συμφωνίας προνοεί τα ακόλουθα:

“41.1. The interpretation, construction, effect and enforceability of the Client Agreements shall be governed by the Laws of Cyprus, and you and we agree to submit to the exclusive jurisdiction of the Cyprus courts for the determination of disputes. You agree all Transactions carried out on the Trading Platform are governed by Cyprus Laws regardless of the location of the Registered User”.

4.             Περαιτέρω και εν πάση περιπτώσει, η Καθ’ ης η αίτηση είναι εταιρεία με έδρα τη Λεμεσό. Από έρευνα που έκανα στην ιστοσελίδα του Εφόρου Εταιρειών διαπίστωσα ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της Καθ’ ης αίτηση βρίσκεται στην ακόλουθη διεύθυνση: Κολωνακίου 39, Frema Plaza, Όροφος 1, Άγιος Αθανάσιος, 4103 Λεμεσός. Συνεπώς, το Σεβαστό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να ακούσει την παρούσα αγωγή με βάση το άρθρο 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/1960, ως τροποποιήθηκε) και τα άρθρα 4(1) και 25 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 της 12ης Δεκεμβρίου 2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (αναδιατύπωση).

 

5.             Συνεπώς πιστεύω ότι είναι ξεκάθαρο ότι το Σεβαστό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την παρούσα αγωγή του Αιτητή εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση. 

Σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία 

6.             Όπως φαίνεται από την ένορκη δήλωση του Αιτητή η οποία υποστηρίζει την παρούσα αίτηση και αντίγραφο είναι επίσης συνημμένο στην παρούσα ένορκη δήλωση (Τεκμήριο ΡΡΚ1) υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία και υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία.   Όλα τα γεγονότα παρατίθενται με λεπτομέρεια στην ένορκη δήλωση του Αιτητή. 

7.             Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και αναφέρει στην ένορκη του δήλωση, στις 24/08/2016 ο Αιτητής αιτήθηκε να ανοίξει λογαριασμό συναλλαγών στην ιστοσελίδα της 24Option (www.24option.com). Το όνομα 24Option αποτελεί εμπορική επωνυμία που ανήκει στην Καθ’ ης η αίτηση. Επισυνάπτω και σημειώνω ως Τεκμήριο ΡΡΚ3 εκτύπωση σχετικής έρευνας από την ιστοσελίδα του Τμήματος Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη.

8.             Στις 25/08/2016, η Καθ’ ης η αίτηση ενημέρωσε τον Αιτητή ότι η αίτηση του για να ανοίξει λογαριασμό συναλλαγών (trading account) στην Πλατφόρμα (Αριθμός λογαριασμού 2025904, ο (“Λογαριασμός”) είχε γίνει αποδεκτή και συνεπώς ο Αιτητής έγινε πελάτης της Καθ’ ης η αίτηση βάσει της Συμφωνίας (σελίδα 7 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

9.             Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και αναφέρει και ο ίδιος στην ένορκη του δήλωση, στις 25/08/2016 και 26/08/2016, ο Αιτητής μετέφερε στο Λογαριασμό τα ποσά των €25.000 και €50.000 αντίστοιχα. Η είσπραξη αυτών των δυο ποσών από την Καθ’ ης αίτηση επιβεβαιώθηκε από την ομάδα της 24Option (σελίδες 12 και 13 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

10.          Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και όπως αναφέρει και ο ίδιος στην ένορκη του δήλωση, άρχισε να συναλλάσσεται δυαδικά δικαιώματα (binary options) μέσω της  Πλατφόρμας. Η τελευταία συναλλαγή του Αιτητή στην πλατφόρμα συναλλαγών ήταν στις 6/09/2016. Όλες οι συναλλαγές του Αιτητή φαίνονται σε λίστα που είναι συνημμένη ως τεκμήριο στην ένορκη του δήλωση (σελίδες 15-19 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

11.          Στις 2/09/2016 ο Αιτητής ζήτησε από την Καθ’ ης η αίτηση την ανάληψη από τον Λογαριασμό του του ποσού των €400.000 (σελίδα 20 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Η Καθ’ ης η αίτηση επιβεβαίωσε λήψη της εντολής ανάληψης του Αιτητή την ίδια μέρα (σελίδα 21 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Όπως με πληροφορεί ο Αιτητή και πιστεύω, στον Λογαριασμό του Αιτητή υπήρχε επαρκές πιστωτικό υπόλοιπο για αυτήν την ανάληψη.

12.          Στις 5/09/2016 η Καθ’ ης η αίτηση με ηλεκτρονικό μήνυμα της Tatyana Roberts της ομάδας συμμόρφωσης της Καθ’ ης η αίτηση ζήτησε από τον Αιτητή επιπλέον έγγραφα (σελίδες 22-23 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Ο Αιτητής έστειλε τα έγγραφα που του ζητήθηκαν αυθημερόν (σελίδα 24 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

13.          Στις 6/09/2016 ο Αιτητής έλαβε ηλεκτρονικό μήνυμα από την Katie Collins της ομάδας συμμόρφωσης της Καθ’ ης η αίτηση που ανέφερε τα ακόλουθα: “we have marked your case as solved” (σελίδα 25 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

14.          Στις 7/09/2016 ο Αιτητής έλαβε ηλεκτρονικό μήνυμα από την τράπεζα του στην Κύπρο με το οποίο τον πληροφορούσαν ότι έλαβαν έμβασμα στο όνομα του μόνον και ζητούσαν την επιβεβαίωση του Αιτητή για να πιστωθεί στον κοινό λογαριασμό που διατηρεί με τη σύζυγο του (σελίδα 27 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Ο Αιτητής επιβεβαίωσε αυτό στην τράπεζα του αυθημερόν (σελίδα 28 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, αργότερα την ίδια μέρα έλαβε τηλεφώνημα από την τράπεζα του με το οποίο ενημερώθηκε ότι η τράπεζα από την οποία προέρχετο το έμβασμα έστειλε ειδοποίηση ακύρωσης και επιστροφής του εμβάσματος. Ο Αιτητής ζήτησε από την τράπεζα του προφορικά  να μην επιστρέψει το ποσό και επιβεβαίωσε τούτο με ηλεκτρονικό του μήνυμα την ίδια ημερομηνία (σελίδα 29 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Εντούτοις η τράπεζα του Αιτητή επέστρεψε το έμβασμα.

15.          Εν τω μεταξύ η Καθ’ ης η αίτηση με ηλεκτρονικό της μήνυμα ημερομηνίας 6/09/2016 πληροφόρησε τον Αιτητή ότι τερμάτισε τον λογαριασμό του και ότι ακύρωνε τα κέρδη του με τη αιτιολογία ότι τάχα ο Αιτητής προέβηκε σε καταχρηστικές συναλλαγές (abusive trading) κατά παράβαση της Συμφωνίας (σελίδες 32-33 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

16.          Στις 7/09/2016, ο Αιτητής έστειλε στην Καθ’ ης η αίτηση ηλεκτρονικό μήνυμα αμφισβητώντας λεπτομερώς τους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η αίτηση που περιέχονταν στο ηλεκτρονικό της μήνυμα που στάλθηκε στις 6/09/2016 και περαιτέρω  αιτήθηκε όπως τα νόμιμα δεδουλευμένα κέρδη του μεταφερθούν στον τραπεζικό του λογαριασμό. (σελίδες 34-38 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

17.          Στις 7/09/2016, ο Πέτρος Χατζήκυριακος, μέλος του τμήματος παραπόνων της Καθ’ ης η αίτηση έστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα (σελίδες 39-40 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1) προς τον Αιτητή δηλώνοντας ότι:

(α)        Είχε βάσιμες υποψίες πως ο Αιτητής είχε προβεί σε καταχρηστικές ενέργειες.

(β)        Ο Λογαριασμός ερευνάται, και

(γ)        Για να διευκολυνθεί η έρευνα ζητήθηκαν από τον Αιτητή διάφορα έγγραφα συμπεριλαμβανομένων το διαβατήριο, λογαριασμό υπηρεσιών κοινής ωφελείας, φορολογική δήλωση, πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου, τραπεζική συστατική επιστολή και πηγές πλούτου. Του ζητήθηκαν τα ίδια έγγραφα και σε σχέση με τη σύζυγο του, Alla Levchenko.

18.          Στις 8/09/2016, η ομάδα 24Option επιβεβαίωσε ότι το ποσό των €400.000 είχε επιστραφεί στην Καθ’ ης η αίτηση από την τράπεζα του Αιτητή (σελίδα 31 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

19.          Στις 9/09/2016, ο Αιτητής απάντησε στο ηλεκτρονικό μήνυμα του Πέτρου Χατζήκυριακου που αναφέρω πιο πάνω, αναφέροντας μεταξύ άλλων, ότι προτού μπει στην διαδικασία να προσκομίσει τα όσα του ζητήθηκαν, πληροφορηθεί ειδικά και συγκεκριμένα για τις καταχρηστικές ενέργειες που η Καθ’ ης η αίτηση υποπτευόταν ότι είχε προβεί καθώς ο ίδιος δεν είχε ιδέα σε τι αναφερόταν η Καθ’ ης η αίτηση (σελίδα 41 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

20.          Ο Αιτητής στις 12/09/2016 έδωσε οδηγίες για δεύτερη ανάληψη για το ποσό των €600.000 από τον λογαριασμό του (σελίδα 44 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1). Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και αναφέρει στην παράγραφο 33 της ένορκης του δήλωσης το συνολικό ποσό στον λογαριασμό του στις 12/09/2016 (και σήμερα) είναι €1.203.965,34. Σε απάντηση στην προαναφερθείσα αίτηση για ανάληψη, η Tatyana Roberts έστειλε στον Αιτητή εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση ηλεκτρονικό μήνυμα στις 13/09/2016 (σελίδες 45-49 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1) ζητώντας από τον Αιτητή να στείλει ηλεκτρονικό μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση complaints@rodeler.com για να λάβει περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τον λογαριασμό του.

21.          Στις 15/09/2016, ο Αιτητής έστειλε μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος προς την Καθ’ ης η αίτηση, αντίγραφα των εγγράφων που η Καθ’ ης η αίτηση ζήτησε στις 7/09/2016 και περαιτέρω, ζήτησε από την Καθ’ ης η αίτηση όπως συμμορφωθεί με τις εκκρεμούσες αιτήσεις ανάληψης των ποσών στο Λογαριασμό του (σελίδες 45-49 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1).

22.          Στις 22/09/2016, η Καθ’ ης η αίτηση έστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον Αιτητή δηλώνοντας ότι (σελίδες 50-51 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1):

(α)        Είχε σοβαρές υποψίες ότι ο Αιτητής είχε εμπλακεί σε καταχρηστικές συναλλαγές ή/και ότι ο Αιτητής είχε προβεί σε απαγορευμένες ενέργειες όπως η χρήση λογισμικού, το οποίο εφαρμόζει τεχνητή νοημοσύνη για ανάλυση πληροφοριών από το σύστημα της Εταιρείας ή/και της Πλατφόρμας της Καθ’ ης η αίτηση.  Ισχυρίστηκε ότι εφόσον η Καθ’ ης η αίτηση είχε απόδειξη ότι ο Αιτητής ενήργησε με κακή πίστη κατά της Καθ’ ης η αίτηση, οι ενέργειές του Αιτητή θεωρούνται ως παράβαση του όρου 27.1 της Συμφωνίας

(β)        Η Καθ’ ης η αίτηση έχει κλείσει τις ανοιχτές θέσεις στο Λογαριασμό και έχει ακυρώσει όλα τα κέρδη που αποκτήθηκαν μέσω κατ’ ισχυρισμό καταχρηστικών συναλλαγών ή την εφαρμογή λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης.

23.          Στις 27/09/2016, οι δικηγόροι του Αιτητή έστειλαν ηλεκτρονικό μήνυμα στην Καθ’ ης η αίτηση (σελίδες 52-53 στα έγγραφα τεκμήρια που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του Αιτητή, Τεκμήριο ΡΡΚ1), αντικρούοντας τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς περί καταχρηστικών συναλλαγών και απαιτώντας όπως τους δοθούν, εντός επτά ημερών, αντίγραφα των κατ’ ισχυρισμών αποδεικτικών στοιχείων που ποτέ, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα του Αιτητή, δεν του δόθηκαν. Σε αυτό το ηλεκτρονικό μήνυμα, οι δικηγόροι επανέλαβαν το αίτημα του Αιτητή όπως η Καθ’ ης η αίτηση μεταφέρει τα κέρδη του Αιτητή στον καθορισμένο τραπεζικό λογαριασμό του.

24.          Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω, η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει δώσει οποιαδήποτε ουσιώδη απάντηση στο πιο πάνω αναφερόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα των δικηγόρων του Αιτητή, ούτε έχει δώσει λεπτομέρειες και αποδείξεις για τις κατ’ ισχυρισμό καταχρηστικές συναλλαγές και απαγορευμένες ενέργειες  και ούτε έδωσε οποιοδήποτε στοιχείο κακής πίστης. Όπως πληροφορούμαι από τον Αιτητή και πιστεύω και όπως αναφέρεται στην ένορκη του δήλωση, ο ίδιος αντικρούει τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς της Καθ’ ης η αίτηση, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών ότι έχει προβεί σε καταχρηστικές συναλλαγές ή ότι χρησιμοποίησε λογισμικό ανάλυσης τεχνητής νοημοσύνης στο σύστημα της Καθ’ ης η αίτηση ή στην Πλατφόρμα.

 

25.          Η Καθ’ ης η αίτηση αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις δυο οδηγίες του Αιτητή για πληρωμή ανάληψη ποσών από τον Λογαριασμό του, κατά παράβαση των όρων 20.6 και 20.7 της Συμφωνίας. Περαιτέρω, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω η Καθ’ ης η αίτηση τερμάτισε τον Λογαριασμό του Αιτητή για αβάσιμους και ατεκμηρίωτους λόγους, χωρίς να του επιστρέψει το υπόλοιπο του Λογαριασμού ως ήταν η υποχρέωση της με βάση τον όρο  26.6 της Συμφωνίας, ο οποίος μάλιστα προβλέπει ότι η πληρωμή θα πρέπει να γίνει “as soon as reasonably practicable”.

26.          Η Καθ’ ης η αίτηση ενδέχεται να εγείρει ως υπεράσπιση τον ισχυρισμό ότι ο Αιτητής επιδίδετο σε καταχρηστικές συναλλαγές (abusive trading). Στη Συμφωνία των διαδίκων ο όρος “abusive trading” ορίζεται ως ακολούθως:

“the following actions, but not limited to, pip-hunting, scalping, arbitrage, manipulations or exploitation of any temporal and/or minor inaccuracy in any rate or price offered on the Trading Platform, a combination of faster/slower feeds, use of any robots, spiders or other automated data entry system with the Trading Platform (unless the Client receives express written consent by the Company prior to activating the robot) …”

27.          Ό όρος 2.14 της Συμφωνίας προβλέπει ότι ο πελάτης συμφωνεί ότι δεν θα χρησιμοποιήσει λογισμικό που κάνει ανάλυση τεχνητής νοημοσύνης (“use any software, which applies artificial intelligence analysis to the Company’s systems and/or Trading Platforms”). Σύμφωνα με τον όρο 2.16, εάν η Καθ’ ης η αίτηση εύλογα υποψιάζεται ότι ο πελάτης παραβίασε τον όρο 2.14, η Καθ’ ης η αίτηση δικαιούται να λάβει τα μέτρα που αναφέρονται στον όρο 27.2. Εάν ο Αιτητής επιδίδετο σε καταχρηστικές συναλλαγές (abusive trading) τότε θα παραβίαζε τον όρο 2.14 και η Καθ’ ης η αίτηση θα δικαιούτο με βάση τους όρους 27.1 και 27.2 της Συμφωνίας να τερματίσει τη συμφωνία και να ακυρώσει τυχόν κέρδη έγιναν μέσω καταχρηστικών συναλλαγών.

28.          Εντούτοις, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και όπως εξηγείται λεπτομερώς στην ένορκη του δήλωση, ο Αιτητής δεν δέχεται αλλά έντονα αρνείται ότι επιδίδετο σε οποιαδήποτε καταχρηστική συναλλαγή ή ότι χρησιμοποίησε τυχόν ανάλυση τεχνητής νοημοσύνης. Κατ’ ακρίβεια ο Αιτητής ζήτησε από την Καθ’ ης η αίτηση σε πολλές περιπτώσεις  εξηγήσεις για τους ισχυρισμούς της ότι τάχα επιδίδετο σε καταχρηστικές συναλλαγές και αποδείξεις για αυτούς τους ισχυρισμούς. Δεν δόθηκαν τέτοιες εξηγήσεις ή αποδείξεις μέχρι σήμερα πράγμα που συνηγορεί στο ότι είναι προφάσεις της Καθ’ ης η αίτηση για να μην πληρώσει τα ποσά στον Αιτητή, κατά παράβαση της Συμφωνίας.

29.          Για τους πιο πάνω λόγους, πιστεύω ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και ότι υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία. 

Τα περιουσιακά στοιχεία της Εναγόμενης

30.          Τα περιουσιακά στοιχεία της Καθ’ ης η αίτηση είναι δύσκολο να εντοπισθούν. Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω, η Καθ’ ης η αίτηση έχει τους ακόλουθους λογαριασμούς στην τράπεζα Eurobank στην Κύπρο.

Νόμισμα            Αριθμός IBAN

EUR                 CY18018000060000200100225975   2001 0022 5975

GBP                 CY94018000060000201100250569  2011 0025 0569

JPY                  CY65018000060000201100250606  2011 0025 0606

CHF                 CY28018000060000201100250593  2011 0025 0593

RUB                 CY50018000060000201100250585  2011 0025 0585

 

31.          Όπως αναφέρει και ο Αιτητής στην ένορκη του δήλωση, η Καθ’ ης η αίτηση έχει επίσης ένα τραπεζικό λογαριασμό στη Ρουμανία και συγκεκριμένα με την τράπεζα Unicredit Bank S.A.. Λεπτομέρειες του λογαριασμού παρατίθενται πιο κάτω:

Τράπεζα:                       UNICREDIT BANK SA:

Δικαιούχος:                   RODELER LTD

Διεύθυνση Τράπεζας:    Expozitiei Blvd, 1F, Sector 1, 012101 Bucharest, Romania

Swift:                            BACXROBU 

 

Νόμισμα:                       Δολάρια ΗΠΑ               

Αριθμός IBAN:   RO81 BACX 0000 0013 2984 8004

 

Κίνδυνος αποξένωσης & Κατεπείγον

32.          Όπως έχω αναφέρει και πιο πάνω, πιστεύω ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση κατά την ακροαματική διαδικασία και υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία. Περαιτέρω, πιστεύω ότι εάν δεν εκδοθεί το αιτούμενο απαγορευτικό διάταγμα υπάρχει ουσιαστικός, πραγματικός και άμεσος κίνδυνος ότι η Καθ’ ης η αίτηση θα αποξενώσει οποιαδήποτε χρηματικά ποσά που ενδεχομένως να βρίσκονται κατατεθειμένα στους πιο πάνω τραπεζικούς λογαριασμούς ή σε άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς τους στην Κύπρο και στο εξωτερικό, οπότε σε τέτοια περίπτωση θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να εκτελεστεί οποιαδήποτε απόφαση που το Σεβαστό Δικαστήριο τυχόν να εκδώσει προς όφελος του Αιτητή και να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο. Πιστεύω ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα ότι σε περίπτωση που η Καθ’ ης η αίτηση λάβει γνώση της παρούσας αίτησης, θα αποξενώσει οποιαδήποτε χρηματικά ποσά σε τραπεζικούς της λογαριασμούς αφού λόγω της φύσης των εργασιών της Καθ’ ης η αίτηση κάτι τέτοιο είναι πολύ εύκολο. Σε τέτοια περίπτωση θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να εκτελεστεί οποιαδήποτε απόφαση που το Σεβαστό Δικαστήριο τυχόν να εκδώσει προς όφελος του Αιτητή.»

 

Η πλευρά της εναγόμενης/ Καθ΄ ης η Αίτηση (στη συνέχεια «η Καθ΄ης η Αίτηση»), καταχώρησε ένσταση η οποία βασίζεται στο Άρθρο 23 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο Κεφ.6 Άρθρα 4, 5, 7 και 9, επί του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 Άρθρα 29, 30, 31 και 32, επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.35 θ.18, Δ.48 Θ.1, 2, 3, 4, 7, 8 και 9, επί των συμφυών και διακριτικών εξουσιών του Δικαστηρίου και επί της Νομολογίας.

Οι λόγοι της ένστασης είναι οι ακόλουθοι  και παρατίθενται αυτούσιοι:

«

1.     Η Αίτηση δεν φανερώνει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση ούτε καλό αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση.

2.     Ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποδεικνύει με την Αίτησή του ότι εκ πρώτης όψεως έχει καλή υπόθεση εις βάρος της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση και συνεπώς δεν αποδεικνύει ορατή προοπτική ή πιθανότητα επιτυχίας στην Αγωγή του εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση.

3.     Ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποδεικνύει το επείγον των αιτούμενων Διαταγμάτων και δεν αποδεικνύει ότι εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα Διατάγματα  θα είναι δύσκολο  στην συνέχεια να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής του.

4.     Ο Ενάγων/Αιτητής είναι ένοχος υπέρμετρης καθυστέρησης στο να αποταθεί στο Δικαστήριο.

5.     Ο Ενάγων/Αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι θα υποστεί οιανδήποτε ανεπανόρθωτη βλάβη από την μη έκδοση του Αιτούμενου Διατάγματος ή την μη παραμονή σε ισχύ αυτού εφόσον δεν έχει προσκομίσει και/ή παρουσιάσει οιανδήποτε και/ή οιανδήποτε εύλογη και/ή αξιόπιστη μαρτυρία ότι οι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση προτίθεται ή σκοπεύει να αποξενώσει περιουσιακά της στοιχεία.

6.     Η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική γιατί περιέχει ασάφειες αφού επιζητείται αόριστα η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν είναι γίνονται γνωστά στο δικαστήριο..

7.     Οι αριθμοί που αναγράφονται στην αίτηση και στο διάταγμα ως να αντιστοιχούν σε λογαριασμούς σε Τραπεζικό Ίδρυμα δεν αντιστοιχούν σε υπαρκτούς λογαριασμούς, συνεπώς η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική γιατί ο Ενάγων/Αιτητής ευρίσκεται σε πλάνη σχετικά με τα πραγματικά γεγονότα και/ή περιστάσεις που αφορούν τους λογαριασμούς για τον οποίους επιδιώκεται να εκδοθούν περιοριστικά διατάγματα.

8.     Η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική και/ή προϊόν παράνομων ενεργειών γιατί οι πληροφορίες που αφορούν στον λογαριασμό είναι προνομιακής φύσης και ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποκαλύπτει στην Αίτηση του και/ή στις Ένορκες Δηλώσεις που την συνοδεύουν την πηγή των πληροφοριών του σχετικά με τον λογαριασμό και ούτε πώς προέκυψε να κατέχει τα εν λόγω στοιχεία που ισχυρίζεται ότι κατέχει και αφορούν στους λογαριασμούς της Εναγόμενης.

9.     Η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική γιατί δύναται να επιβαρύνει και/ή να βλάψει και/ή να αποστερήσει Θεμελιώδη Συνταγματικά Δικαιώματα από άτομα και/ή μέρη τα οποία σε καμία περίπτωση δεν ήταν μέρη και/ή διάδικοι στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή και τα οποία ουδέν ποσό οφείλουν στον Ενάγων/Αιτητή.

10.  Η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική και/ή δεν τηρούνται οι πρόνοιες της Νομοθεσίας και ειδικότερα η πρόνοια υπό του Άρθρου 5(3) του Κεφαλαίου 6 καθότι δεν προσδιορίζονται τα όρια, η έκταση και η φύση της ακίνητης ιδιοκτησίας επί της οποίας επιζητείται το Απαγορευτικό Διάταγμα.

11.  Το ισοζύγιο της ευχέρειας άσκησης της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου κλίνει υπέρ της απόρριψης της Αίτησης και του προσωρινού διατάγματος.

12.  Η Αίτηση είναι παράτυπη, νομικά αστήριχτη και αντίθετη με τις αρχές δικαίου και ειδικότερα της αρχής της τελεσιδικίας.

13.  Η Αίτηση είναι παράτυπη και νομικά αστήριχτη και βασίζεται σε παρανόηση του νόμου και των θεσμών εφόσον επιχειρείται η έκδοση και η διατήρηση σε ισχύ απαγορευτικού διατάγματος το οποίο να δεσμεύει τυχόν μεταγενέστερη διαδικασία μετά το τέλος της αγωγής.

14.  Το σύνολο των στοιχείων που ο Ενάγων/Αιτητής παραθέτει δεν δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων ή την παραμονή σε ισχύ των εκδοθέντων προσωρινών Διαταγμάτων.

15.  Ο Ενάγων/Αιτητής δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και δεν προέβη σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων της υπόθεσης.

16.  Η υπό κρίση Αίτηση γίνεται καταχρηστικά και/ή κακόπιστα και/ή είναι παράτυπη και/ή δεν πληροί τις νομοθετικές και/ή νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων και/ή στερείται πραγματικού υπόβαθρου το οποίο να ικανοποιεί τις νομοθετικές και/ή νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων.

17.  Λαμβανομένων όλων των γεγονότων δεν είναι πρόσφορο και δίκαιο να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα.»

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η ένσταση εμφαίνονται στο φάκελο της υπόθεσης και στις επισυνημμένες ένορκες δηλώσεις των κ. κ. Χαράλαμπου Γεωργάκη και  Χρίστου Μεταξά.

Ο κ. Χαράλαμπος Γεωργάκης  που είναι στην υπηρεσία της Καθ΄ ης η Αίτηση, της οποία δηλώνει διευθυντής, γνώστης των γεγονότων της υπόθεσης και εξουσιοδοτημένος να προβεί στην ένορκη δήλωση,  δηλώνει τα πιο κάτω (παρατίθενται αυτολεξεί):

«

1.     Έχω διαβάσει την Αίτηση ημερομηνίας 28.11.2016 καθώς και τις Ένορκες Δηλώσεις που την συνοδεύουν και δεν συμφωνώ με αυτές και τους ισχυρισμούς που προβάλλονται σε αυτές, τους οποίους και απορρίπτω όλους μαζί και τον κάθε ένα ξεχωριστά, ως εξηγώ κατωτέρω.

2.     Η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση Εταιρεία (η «Εταιρεία») συστάθηκε στις 03.10.2012 με αρ. εγγραφής ΗΕ 312820 και είναι Κυπριακή Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών υπό την εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, με αριθμό άδειας 207/13 από την 11.07.2013, με έδρα την Λεμεσό και με γραφεία επίσης στην Ιρλανδία και την Γερμανία.

3.     Η Εταιρεία παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες εκτέλεσης εντολών για λογαριασμό πελατών σε συναλλαγές σε επενδυτικές πλατφόρμες Contract for Difference (CFD) που διαχειρίζεται και συγκεκριμένα στη βάση του συστήματος επενδύσεων Binary Option, στο οποίο ο χρήστης καλείται να προβλέψει την πορεία της αξίας ενός περιουσιακού στοιχείου σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο.

4.     Η Εταιρεία ενεργεί βάσει μοντέλου απευθείας επεξεργασίας εντολών (Straight Through Processing «STP») στο οποίο όλες οι εντολές του πελάτη διαβιβάζονται κατευθείαν για εκτέλεση στον ρυθμιστή αγοράς (market maker). Τούτο υποδηλοί ότι ο τρόπος με τον οποίο η Εταιρεία εισπράττει εισόδημα από την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών κρίνεται βάσει του όγκου συναλλαγών και όχι από τις απώλειες των πελατών της ή γενικά το αποτέλεσμα των συναλλαγών, εφόσον λαμβάνει προμήθεια μόνο επί της μεσιτείας.

5.     Με αυτό τον τρόπο αποτρέπονται τυχόν ρίσκα ρευστότητας και τυχόν σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της Εταιρείας και των επενδυτών/πελατών της, εξασφαλίζοντας επιπλέον σταθερή ροή εισοδήματος.

6.     Η Εταιρεία, μέσω των κυρίως υποπροϊόντων της, ήτοι τους διαδικτυακούς τόπους παροχής επενδυτικών υπηρεσιών www.24fx.com και www.24option.com, έχει καταστεί μία από τις μεγαλύτερες εποπτευόμενες ΕΠΕΥ της Ευρώπης. Η Εταιρεία επιπλέον διαχειρίζεται και τους διαδικτυακούς τόπους www.quickoption.com και  www.grandoption.com.

7.     Επί του παρόντος, η Εταιρεία απασχολεί άμεσα περί των 200 ατόμων διεθνώς, εκ των οποίων 129 άτομα εργοδοτούνται από την Εταιρεία στην Κύπρο και έχει επιτύχει να παρέχει υπηρεσίες σε πέραν των 100,000 επενδυτών διεθνώς μέσω των διαδικτυακών πλατφόρμων της.

8.     Πρόκειται για Εταιρεία με σημαντικό οικονομικό εκτόπισμα και υπόληψη η οποία επίσης επενδύει σημαντικά ποσά στην διαφήμιση και προώθηση των παρεχόμενων υπηρεσιών της. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η Εταιρεία έχει πετύχει την υποστήριξη μέσω σύναψης συνεργασίας με την Ιταλική Ποδοσφαιρική Ομάδα Juventus F.C. και των διεθνούς φήμης αθλητών και πρωταθλητών Conor McGregor και Boris Becker, στα αγωνίσματα της πυγμαχίας και της αντισφαίρισης αντίστοιχα.

9.     Επί του σημείου αυτού και για πιο εμπεριστατωμένη εικόνα της οικονομικής ευρωστίας της Εταιρείας θα ήθελα να παραπέμψω το Σεβαστό Δικαστήριο στην Ένορκη Δήλωση του κ. Χρίστου Μεταξά, ανεξάρτητου ελεγκτή από την Λεμεσό που συνοδεύει την παρούσα Ένσταση.

10.  Είναι φανερό ότι μία εταιρεία με περιουσιακά στοιχεία πέρα των €9 εκατομμυρίων, με 129 υπαλλήλους στην Κύπρο και με την φήμη και το μέγεθος που έχει δεν μπορεί να παρουσιάζεται από τον Ενάγων/Αιτητή ότι θα εξαφανιστεί εν μία νυκτί αφήνοντας τον χωρίς δυνατότητα είσπραξης σε περίπτωση επιτυχίας της αγωγής του.

11.  Επιπλέον, θα ήθελα να τονίσω το γεγονός ότι η Εταιρεία τελεί υπό την αυστηρή και συνεχή επίβλεψη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και λαμβάνει όλα τα προβλεπόμενα μέτρα και προφυλάξεις ώστε να διασφαλίζεται η συνεχής συμμόρφωση με τους κανονισμούς και τους νόμους που εφαρμόζονται, τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε Ευρωπαϊκό και συνεπώς να διατηρείται σε ισχύ η άδεια παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που κατέχει.

12.  Επί τούτου θα ήθελα να μου επιτραπεί να καταδικάσω την προσπάθεια του Ενάγοντος/Αιτητή μέσω της Ενόρκου Δηλώσεώς του να υπονοήσει και να διασυνδέσει την Εταιρεία με σκιώδεις πρακτικές άλλων εταιρειών και ενέργειες που δεν αφορούν στην δικαιοδοσία της Κύπρου μέσω των δημοσιευμάτων που επισυνάπτει ως Τεκμήρια και που εμμέσως πλήττουν και προσβάλλουν τους Θεσμούς της Δημοκρατίας της Κύπρου, αφού στην ουσία προκρίνονται οι ισχυρισμοί ότι η Εποπτική Αρχή της Δημοκρατίας δεν εκτελεί σωστά τα καθήκοντά της.

13.  Πέραν τούτου είναι η θέση μου ότι τα εν λόγω τεκμήρια του Ενάγοντος αντικρούουν τους ισχυρισμούς του, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι έμμεσα ισχυρίζεται ότι εταιρείες παρόμοιας φύσης χειραγωγούν τις πλατφόρμες τους ώστε να εμποδίσουν την υπέρμετρη κερδοφορία των πελατών τους (σελ. 64 του Τεκμηρίου SCE1) ενώ ο ίδιος ισχυρίζεται ότι έχει κάνει κέρδη πέρα του €1,000,000.- ή όταν ισχυρίζεται ότι τα κέρδη του ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης του πείρας στον τομέα των επενδύσεων, ενώ το ίδιο του το Τεκμήριο αναφέρει ότι ακόμη και μία οικονομική διάνοια δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά την κίνηση μίας αξίας εντός του μικρού χρονικού διαστήματος που παρέχεται (σελ. 61 του Τεκμηρίου SCE1).

14.  Είναι προφανής κατά την άποψή μου η προσπάθεια που καταβάλλεται από την πλευρά του Ενάγοντος/Αιτητή να δημιουργήσει εντυπώσεις προς εξυπηρέτηση της υπόθεσής του και εξασφάλιση μονομερώς του Διατάγματος του Δικαστηρίου.

15.  Βάσει των ως άνω και ως έχω λάβει νομική συμβουλή από τους Δικηγόρους μας είναι η θέση μου ότι η Αίτηση δεν φανερώνει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση ούτε καλό αγώγιμο δικαίωμα εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση. Η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση ενήργησε καθόλα νόμιμα και συμβατικά κατά τις συναλλαγές της με τον Ενάγων/Αιτητή και επομένως αυτός δεν νομιμοποιείται να έχει οιανδήποτε απαίτηση από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση.

16.  Επιπλέον, είναι η θέση μου ότι ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποδεικνύει με την Αίτησή του ότι εκ πρώτης όψεως έχει καλή υπόθεση εις βάρος της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση και συνεπώς δεν αποδεικνύει ορατή προοπτική ή πιθανότητα επιτυχίας στην Αγωγή του εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση.

17.  Συγκεκριμένα για τους ισχυρισμούς του Ενάγοντος/Αιτητή αναφορικά με την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση οι οποίοι βασίζονται αποκλειστικά στο γεγονός ότι η Εταιρεία δεν παρείχε επαρκή εξήγηση για τον τερματισμό του λογαριασμού του και ακύρωση των κερδών που έγιναν μέσω καταχρηστικών συναλλαγών επιθυμώ να παραθέσω τα ακόλουθα στοιχεία βάσει των δεδομένων που τηρούνται στα γραφεία της Εταιρείας και από την πείρα που απέκτησα και τα οποία υποστηρίζουν την θέση της Εταιρείας ότι ο Ενάγων επιδίδετο σε καταχρηστικές συναλλαγές και χειραγώγηση της πλατφόρμας.

18.  Ο Ενάγων/Αιτητής επιμελώς απέκρυψε από το Σεβαστό Δικαστήριο ότι η ίδια συσκευή τηλεφώνου με μοναδικό κωδικό ΙΜΕΙ 056D4495-8571-4D62-AE57-CB961EB15C32 χρησιμοποιήθηκε την ίδια ημέρα και εντός μικρού χρονικού διαστήματος για να δώσει πρόσβαση στην πλατφόρμα σε δύο διαφορετικούς λογαριασμούς χρηστών, με αρ. 2025904 (που ανήκει στον Ενάγων/Αιτητή) και αρ. 2022472 (που ανήκει σε άλλο χρήστη), γεγονός ενδεικτικό της κατάχρησης και της χειραγώγησης της πλατφόρμας. Επιπλέον, οι διευθύνσεις IP των δύο λογαριασμών, αν και απέκτησαν πρόσβαση από την ίδια συσκευή, διέφεραν και υποδείκνυαν διαφορετικές τοποθεσίες πρόσβασης.

19.  Συγκεκριμένα, ενώ την 06.09.2016 και ώρα 9.55 π.μ. η συσκευή βάσει της διεύθυνσης IP της ευρισκόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις 10.32 π.μ. φαίνεται να ευρίσκεται στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας.

20.  Ενδεικτικά και οι δύο λογαριασμοί επέδειξαν ασυνήθιστα υψηλά ποσοστά κερδών, ο μεν 2022472 ύψους 1873% και ο δε 2025904 (του Ενάγοντος/Αιτητή) 1505%.

Επισυνάπτονται σχετικά εκτυπώσεις από τα στοιχεία της Εταιρείας ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 1.

21.  Είναι η θέση μου ότι το ως άνω παρέχει ακλόνητη απόδειξη των παράνομων ενεργειών του Ενάγοντος/Αιτητή καθότι καταδεικνύεται η προσπάθειά του να αποκρύψει το συσχετισμό των δύο λογαριασμών χρησιμοποιώντας λογισμικό απόκρυψης IP.

22.  Επιπλέον, από τα στοιχεία μας διαφαίνεται ότι το ολικό ποσοστό κερδοφορίας, ήτοι το ποσοστό των επιτυχών συναλλαγών του Ενάγοντος/Αιτητή (διαφορετικό από το ποσοστό κέρδους ανωτέρω το οποίο υπολογίζεται στη βάση της απόδοσης από την συναλλαγή) ανέρχεται στο 57%. Το ποσοστό αυτό όμως είναι πλασματικό και έγινε κατορθωτό χρησιμοποιώντας ψεύτικες συναλλαγές (dummy trades – πρακτική κατά την οποία ο χρήστης επενδύει χαμηλό ή αμελητέο ποσό), ώστε να μην κινηθούν υποψίες από ενδεχόμενα υψηλά ποσοστά κερδοφορίας και να αποκρύψει τις καταχρηστικές ενέργειές του.

23.  Συγκεκριμένα, εάν λάβουμε υπόψη μόνο τις συναλλαγές του Ενάγοντος/Αιτητή για ποσό ψηλότερο από USD60,000 το ποσοστό κερδοφορίας του ανέρχεται στο 78%. Εάν λάβουμε υπόψη τις συναλλαγές του για ποσά ψηλότερα από USD80,000 τότε το ποσοστό ανεβαίνει στο 86%.

Επισυνάπτεται σχετικός πίνακας ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 2.

24.  Ενδεικτικά αναφέρω ότι τα στατιστικά μας στοιχεία δείχνουν ότι το ποσοστό κερδοφορίας ΟΛΩΝ των συναλλαγών από Ευρωπαίους πελάτες για την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2016 ανέρχεται στο 48%.

25.  Επιπλέον, κατά ή περί την 31η Αυγούστου 2016, ο Ενάγων/Αιτητής σημείωσε κέρδη σε 12 συνεχόμενες συναλλαγές (εξαιρουμένων 2 «dummy trades» που επεξηγούνται ανωτέρω), πράγμα στατιστικά εξαιρετικά απίθανο, αφού σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, εάν υποθέσουμε ότι η πιθανότητα κέρδους σε μία συναλλαγή ανέρχεται περίπου στο 50%, τότε η πιθανότητα επίτευξης 12 συνεχών νικών είναι 0.024%.

26.  Επιπρόσθετα ο Ενάγων/Αιτητής πέτυχε το ως άνω εντός μόλις τριών ωρών και συναλλάσσοντας σε επτά διαφορετικά στοιχεία, γεγονός που καταδεικνύει ακόμη πιο έντονα τις πρακτικές χειραγώγησης της πλατφόρμας μας.

27.  Συνεπώς είναι η θέση μου και ως έχω νομική γνώμη από τους δικηγόρους μας ότι η Αίτηση είναι παράτυπη και/ή καταχρηστική γιατί ο Ενάγων/Αιτητής βασίζεται σε παράνομη πράξη, αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του και των ενεργειών του κατά την χρήση των υπηρεσιών της Εναγομένης από την οποία δεν νομιμοποιείται να ωφεληθεί. Ο Ενάγων/Αιτητής εμποδίζεται να καταχωρήσει την παρούσα Αίτηση από την αρχή του estoppel λόγω του ότι η απαίτησή του είναι προϊόν παράνομης και/ή αντισυμβατικής πράξης η οποία δεν μπορεί να παράγει νόμιμα αποτελέσματα και/ή να αποτελέσει βάση αγώγιμου δικαιώματος.

28.  Αναφορικά με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς του Ενάγοντος/Αιτητή και του δικηγόρου του είναι η θέση μου ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μας ότι ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποδεικνύει το επείγον των αιτούμενων Διαταγμάτων και δεν αποδεικνύει ότι εάν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα Διατάγματα δεν θα μπορεί στη συνέχεια να απονεμηθεί δικαιοσύνη στην ευρύτερη έννοια της λέξης από το Δικαστήριο.

29.  Παραπέμπω το Σεβαστό Δικαστήριο στους ισχυρισμούς μου ως ανωτέρω αναφορικά με το οικονομικό μέγεθος της Εταιρείας καθώς και στην Ένορκη Δήλωση του κ. Μεταξά, την οποία βέβαια επιβεβαιώνω.

30.  Ο Ενάγων/Αιτητής είναι ένοχος υπέρμετρης καθυστέρησης στο να αποταθεί στο Δικαστήριο και αυτό ως προκύπτει από την παράγραφο 17 της Ένορκης Δήλωσης του Ρόμπερτ Ροςς-Κλούνις στην οποία αναφέρεται ότι ο Αιτητης γνώριζε από τις 6 Σεπτέμβριου 2016 τη θέση της Καθ’ ης η Αίτηση ότι ο Αιτητής προέβη σε καταχρηστικές συναλλαγές, κάτι το οποίο του επανέλαβε σε όλα τα μεταγενέστερα ηλεκτρονικά της μηνύματα.

31.  Σύμφωνα δε με την παράγραφο 25 της Ε.Δ Κλούνις, στις 27 Σεπτέμβριου 2016, οι δικηγόροι του Αιτητή απέστειλαν ηλεκτρονικό μήνυμα στην Καθ’ ης η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς της και απαιτώντας όπως τους δοθούν εντός επτά ημέρων αντίγραφα των κατ’ ισχυρισμό αποδεικτικών στοιχείων. Επομένως, από τις αρχές Οκτωβρίου ο Αιτητής, σύμφωνα με τη δική του παραδοχή θα μπορούσε να είχε προσφύγει στο Δικαστήριο ζητώντας την προστασία του, κάτι το οποίο δεν έπραξε.

32.  Η εν λόγω καθυστέρηση δεν δικαιολογείται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από τον Αιτητή και είναι η θέση μου ότι επιμελώς αποσιωπείται.

33.  Επιπλέον, τα γεγονότα της υπόθεσης καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς του Ενάγοντος/Αιτητή περί ύπαρξης κατεπείγοντος θέματος προς εκδίκαση και υπαρκτού και σοβαρού κινδύνου αποξένωσης κινητής και/ή ακίνητης περιουσίας εφόσον από την έκδοση του διατάγματος ήτοι την 30.11.2016 μέχρι την σύνταξή του ένα μήνα μετά, δηλαδή την 30.12.2016 η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση ουδέν περιουσιακό στοιχείο αποξένωσε.

34.  Η συμπεριφορά του Ενάγοντος/Αιτητή είναι σε πλήρη αντίθεση με τους ισχυρισμούς του αναφορικά με το κατεπείγον της υπό εξέταση υπόθεσης και των κινδύνων αποξένωσης καθώς ενώ το διάταγμα δόθηκε με την μορφή του κατεπείγοντος στις 30.11.2016 και ορίστηκε επιστρεπτέο αρχικά την 13.12.2106, εντούτοις αφενός δεν ήταν έτοιμος να καταβάλει τις απαιτούμενες από το δικαστήριο εγγυήσεις και να συμμορφωθεί με τις οδηγίες του δικαστηρίου εγκαίρως ή έστω κατά τρόπο που να δείχνει την επείγουσα ανάγκη του και αφετέρου επέδωσε το διάταγμα στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση στις 30.12.2016.

35.  Ακόμα πιο ενδεικτικό της έλλειψης του κατεπείγοντος στην παρούσα αίτηση, είναι η υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση που υπέδειξε ο Αιτητής στην σύνταξη του διατάγματος του Δικαστηρίου. Είναι αδιανόητο ο Αιτητής να επικαλείται στο Δικαστήριο την ύπαρξη του κατεπείγοντος, ο οποίος είναι δικαιοδοτικός όρος σε σχέση με την έκδοση προσωρινού διατάγματος μονομερώς, και μετά να καθυστερεί επί ένα μήνα να εξασφαλίσει τη σύνταξη του διατάγματος. Εάν πράγματι οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί του κατεπείγοντος και ανεπανόρθωτης ζημίας ήσαν ορθοί και ειλικρινείς και δεν έγιναν απλά για σκοπούς παραπλάνησης του Δικαστήριού και εξασφάλισης των διαταγμάτων μονομερώς,  ο ένας μήνας που παρήλθε από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος στην ημερομηνία σύνταξης του θα το καθιστούσε άνευ αντικειμένου. Τίποτε από όλα αυτά δεν έχει συμβεί.

36.  Συνεπώς, ο Ενάγων/Αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι θα υποστεί οιανδήποτε ανεπανόρθωτη βλάβη από την μη έκδοση του Αιτούμενου Διατάγματος ή την μη παραμονή σε ισχύ αυτού ούτε και έχει προσκομίσει οιανδήποτε εύλογη ή αξιόπιστη μαρτυρία ή μαρτυρία γενικώς ότι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση προτίθεται ή σκοπεύει να αποξενώσει περιουσιακά της στοιχεία.

37.  Πέραν τούτου, εκ των πραγμάτων διαφαίνεται ότι η συμπεριφορά της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση από την ημερομηνία που καταχωρήθηκε η Αίτηση και οι Ένορκες Δηλώσεις που ισχυρίζονταν περί κατεπείγουσας ανάγκης μέχρι την ημερομηνία που έλαβε γνώση του προσωρινού διατάγματος και των διαδικασιών εναντίον της φανερώνουν ότι ο Ενάγων/Αιτητής δεν θα υποστεί οιανδήποτε ανεπανόρθωτη βλάβη από την μη έκδοση του Αιτούμενου Διατάγματος ή την μη παραμονή σε ισχύ αυτού.

38.  Αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία που ο Ενάγων/Αιτητής επιζητεί να δεσμεύσει, είναι η θέση μου ότι επιζητείται αόριστα η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν είναι γίνονται γνωστά στο δικαστήριο και συνεπώς η Αίτηση είναι παράτυπη και καταχρηστική γιατί περιέχει ασάφειες και ως έχω νομική συμβουλή δεν παρέχει τα αναγκαία συστατικά και συνεπώς δεν δύναται να οδηγήσει στην έκδοση συγκεκριμένου διατάγματος το οποίο να περιέχει σαφείς διαταγές προς συγκεκριμένα πρόσωπα, καθιστώντας τον έλεγχο αυτού και την συμμόρφωση με αυτό αδύνατη.

39.  Επιπρόσθετα, ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου η Αίτηση είναι προϊόν παράνομων ενεργειών εφόσον οι πληροφορίες που αφορούν στον λογαριασμό είναι προνομιακής φύσης και ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποκαλύπτει στην Αίτηση του ή στις Ένορκες Δηλώσεις που την συνοδεύουν την πηγή των πληροφοριών του σχετικά με τον λογαριασμό και ούτε πώς προέκυψε να κατέχει τα εν λόγω στοιχεία που ισχυρίζεται ότι κατέχει και αφορούν στους λογαριασμούς της Εναγόμενης.

40.  Με την αίτηση του και με την αναφορά του σε συγκεκριμένους αριθμούς λογαριασμών, έστω και με εσφαλμένα στοιχεία,  ο Ενάγων/Αιτητής προκάλεσε να δεσμευτούν λογαριασμοί πελατών της Εταιρείας (clientsaccounts), δηλαδή λεφτά τα οποία κρατούνται από την Εταιρεία υπό την μορφή εμπιστεύματος προς όφελος των πελατών και τα οποία είναι διαχωρισμένα ανά μερίδα στον κάθε πελάτη και δεν αποτελούν περιουσιακό στοιχείο της Εταιρείας.

41.  Τέτοια πρακτική είναι αντίθετη με τις οδηγίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, η οποία σε διάφορες ανακοινώσεις της και επιστολές προς τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο κακίζει την τακτική αυτή και προειδοποιεί για τις επιπτώσεις που επιφέρει, γεγονός που οι δικηγόροι του Ενάγοντος/Αιτητή θα έπρεπε να γνωρίζουν και που εν πάση περιπτώσει επίσης αποκρύφθηκε από το Δικαστήριο.

Επισυνάπτω Ανακοίνωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ημερομηνίας 15 Απριλίου 2016 ως ΤΕΚΜΗΡΙΟ 3

42.  Συνεπώς το αιτούμενο διάταγμα δύναται να επιβαρύνει, να βλάψει και να αποστερήσει Θεμελιώδη Συνταγματικά Δικαιώματα από άτομα και μέρη τα οποία σε καμία περίπτωση δεν ήταν μέρη ή διάδικοι στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή και τα οποία ουδέν ποσό οφείλουν στον Ενάγων/Αιτητή.

43.  Επιπλέον το αιτούμενο διάταγμα δύναται να βλάψει την σχέση της Εταιρείας με την Εποπτική Αρχή και να δημιουργήσει δυσανάλογα προβλήματα λόγω δυσκολίας ή αδυναμίας συμμόρφωσης με τις οδηγίες της.

44.  Εν πάση περιπτώσει οι αριθμοί που αναγράφονται στο αιτητικό της αίτησης και στο διάταγμα είναι προφανώς λανθασμένοι αφού οι αριθμοί IBAN δεν δύνανται να περιέχουν 40 ψηφία, συνεπώς ο Ενάγων/Αιτητής ευρίσκεται σε πλάνη σχετικά με τα πραγματικά γεγονότα και τις περιστάσεις που αφορούν στους λογαριασμούς για τον οποίους επιδιώκεται να εκδοθούν περιοριστικά διατάγματα.

45.  Επιπρόσθετα είναι η θέση μου ότι δεν τηρούνται οι πρόνοιες της Νομοθεσίας και ειδικότερα η πρόνοια υπό του Άρθρου 5(3) του Κεφαλαίου 6 καθότι δεν προσδιορίζονται τα όρια, η έκταση και η φύση της ακίνητης ιδιοκτησίας επί της οποίας επιζητείται το Απαγορευτικό Διάταγμα.

46.  Συνάγεται από τα πιο πάνω ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας άσκησης της διακριτικής εξουσίας του δικαστηρίου κλίνει υπέρ της απόρριψης της Αίτησης και του προσωρινού διατάγματος.

47.  Η οριστικοποίηση του προσωρινού διατάγματος θα προκαλέσει σοβαρή βλάβη στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση καθώς με την δέσμευση ενός τόσο σημαντικού ποσού και τον περιορισμό της ρευστότητάς της θα εμποδιστεί η ομαλή διεξαγωγή των εργασιών της, των συνεργασιών της με τρίτα μέρη και θα δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα στην σχέση της με την εποπτική αρχή και άρα θα υποστεί δυσανάλογες επιπτώσεις. Συνεπώς δεν θα διατηρηθεί το status quo ante αλλά αντίθετα ενδεχομένως ο Ενάγων/Αιτητής να μην μπορεί εκ των πραγμάτων να ικανοποιηθεί εάν επιτύχει στην Αγωγή του.

48.  Πρόσθετα με τα πιο πάνω και ως έχω νομική συμβουλή η Αίτηση είναι αντίθετη με τις αρχές δικαίου και ειδικότερα της αρχής της τελεσιδικίας καθότι βασίζεται σε παρανόηση του νόμου και των θεσμών εφόσον επιχειρείται η έκδοση και η διατήρηση σε ισχύ απαγορευτικού διατάγματος το οποίο να δεσμεύει τυχόν μεταγενέστερη διαδικασία μετά το τέλος της αγωγής.

49.  Επομένως, η Αίτηση συνιστά κατάχρηση διαδικασίας καθότι επιχειρείται καταστρατήγηση και παράκαμψη των θεσμών ώστε να εκδοθεί διάταγμα το οποίο να παρακάμπτει τις πρόνοιες του νόμου, των θεσμών και της νομολογίας σχετικά με παρεμπίπτοντα και άλλα διατάγματα σε διαδικασία έφεσης.

50.  Είναι η θέση μου ότι το όλο επιχείρημα δέσμευσης μεταγενέστερης διαδικασίας μετά το πέρας της παρούσας αγωγής αποτελεί παραδοχή του Ενάγοντος/Αιτητή ότι δεν έχει συζητήσιμη και βάσιμη υπόθεση εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση, αφού προδικάζει την αρνητική έκβαση της Αγωγής του, συνεπώς ο ίδιος ο Αιτητής προβάλλει την έλλειψη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και την έλλειψη καλού αγώγιμου δικαιώματος εναντίον της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση.

51.  Καταληκτικά θα ήθελα να προσθέσω ότι το σύνολο των στοιχείων που ο Ενάγων/Αιτητής παραθέτει δεν δικαιολογεί την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων ή την παραμονή σε ισχύ των εκδοθέντων προσωρινών Διαταγμάτων.

52.  Ως αναλύθηκε ανωτέρω, κατέστη προφανές ότι ο Ενάγων/Αιτητής δεν προσήλθε στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και δεν προέβη σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων της υπόθεσης. Τούτο όσο αφορά τα πραγματικά γεγονότα σχετικά με τις συναλλαγές του χρησιμοποιώντας την πλατφόρμα της Εναγομένης/Καθ’ ης η Αίτηση αλλά και αναφορικά με το πώς περιήλθαν εις γνώση του δεδομένα προνομιακής φύσης αναφορικά με τους λογαριασμούς της Εταιρείας.

53.  Βάσει όλων όσων έχω αναφέρει ανωτέρω και ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μας είναι η θέση μου ότι η υπό κρίση Αίτηση γίνεται καταχρηστικά και κακόπιστα, είναι παράτυπη και δεν πληροί τις νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων και στερείται πραγματικού υπόβαθρου το οποίο να ικανοποιεί τις νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων και θα πρέπει να απορριφθεί με έξοδα εναντίον του Ενάγοντος/Αιτητή και το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα να σταματήσει να ισχύει.

54.  Όλα τα πιο πάνω είναι ορθά και αληθή.»

Η πλευρά της Καθ΄ης η Αίτηση με ένορκη δήλωση του κ. Χρίστου Μεταξά - εγκεκριμένου Λογιστή - επιδιώκει να καταρρίψει των ισχυρισμό του Αιτητή ότι η εναγόμενη δεν θα είναι σε θέση να ικανοποιήσει μια δικαστική απόφαση υπέρ του ενάγοντος για το ποσό των €1.203,965,34σ. ισχυριζόμενος ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εναγόμενης στις 31.12.2016 ανέρχονταν στο ποσό των €9.108,347,00 παραθέτοντας προς τούτο στοιχεία περί των μετρητών που είναι κατατεθειμένα σε  τράπεζες σε ποσοστό 69.26% από το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων. Τα καθαρά δε περιουσιακά της στοιχεία κατά την ίδια ως άνω ημερομηνία ανέρχονταν στο ποσό των €5.977,081= Ισχυρίζεται επίσης ότι η εναγόμενη εταιρεία κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών κατέδειξε συνεχιζόμενη κερδοφορία εις μεικτά και καθαρά περιθώρια κέρδους. Το δε 2016 ο κύκλος εργασιών της ξεπέρασε το ποσό των €59.000,000 με καθαρό κέρδος στα €2,981,263=. Τα ως άνω κεφάλαια της εναγόμενης φυλάσσονται σε αδειοδοτημένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τόσο στην Κύπρο όσοι και στο εξωτερικό στο όνομα της εναγόμενης.

Και οι δύο πλευρές ζήτησαν και χωρίς να υποβληθεί προς τούτο ένσταση τους δόθηκε άδεια από το Δικαστήριο να καταχωρήσουν συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις. Για την πλευρά του Αιτητή καταχώρησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση ο κ. Κλούνις και για την πλευρά της εναγόμενης ο κ. Χ. Γεωργάκης.

Ο κ. Κλούνις στη δική του ένορκη δήλωση δηλώνει ότι αρνείται το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων που υποστηρίζουν την ένσταση  και για ό,τι ενδιαφέρει την παρούσα δηλώνει τα ακόλουθα:

«1. Σε σχέση με την παράγραφο 17 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη αναφέρω ότι όπως έχω ήδη δηλώσει στην  ένορκη μου δήλωση ημερομηνίας 28/11/2016, προκύπτει από το σύνολο της μαρτυρίας ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση κατά την επ’ ακροατηρίου διαδικασία και υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία.   Τίποτα απ’ όσα αναφέρονται στις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την ένσταση της Καθ΄ ης η αίτηση δεν αλλάζει αυτό το γεγονός.  Αντίθετα, τα γεγονότα που σήμερα προβάλλει η Καθ΄ ης η αίτηση προς υπεράσπιση της δεν έχουν σχέση και δεν τεκμηριώνουν τους γενικόλογους και αόριστους ισχυρισμούς που είχε προβάλει στις επιστολές της για να τερματίσει του λογαριασμό του Αιτητή και αρνηθεί να του καταβάλει τα κέρδη του.

2. Διαφωνώ με το περιεχόμενο της παραγράφου 18 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη. Κατ’ αρχήν δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του κ. Γεωργάκη ότι τάχα ο Αιτητής βασίζει την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση αποκλειστικά στο γεγονός ότι η Εναγόμενη δεν παρείχε εξήγηση για τον τερματισμό του λογαριασμού του και την ακύρωση των κερδών του.  Ο Αιτητής βασίζεται σε περισσότερα γεγονότα απ’ ότι ο κύριος Γεωργάκης ισχυρίζεται στην Ένορκη του Δήλωση.  Όπως φαίνεται από τις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση και τα συνημμένη σ΄ αυτές τεκμήρια, όταν η Καθ΄ ης η αίτηση είχε αρχικά τερματίσει το λογαριασμό του Αιτητή, ήγειρε ισχυρισμούς έναντι του Αιτητή ότι είχε κάνει χρήση λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης, ρομπότ συναλλαγών και τα λοιπά, για να χειραγωγήσει τις συναλλαγές του στην πλατφόρμα συναλλαγών της Καθ΄ ης η αίτηση.  Ο Αιτητής ζήτησε επανειλημμένα από την Καθ΄ ης η αίτηση να τεκμηριώσει και να αποκαλύψει τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ισχυρίστηκε ότι είχε στην κατοχή της προς υποστήριξη των ισχυρισμών της.  Αυτοί οι ισχυρισμοί έχουν ήδη απορριφθεί λόγω του περιεχομένου της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη καθώς δεν προσφέρονται τέτοια αποδεικτικά στοιχεία.  Με άλλα λόγια, κατά τον κρίσιμο χρόνο, η Καθ΄ ης η αίτηση πρόβαλε ανυπόστατους και ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς χωρίς να κατέχει αποδεικτικά στοιχεία.  Το μόνο που ο κύριος Γεωργάκης ουσιαστικά ισχυρίζεται προς υποστήριξη της θέσης της Καθ΄ ης η αίτηση είναι ότι ο Αιτητής έχει διεξάγει απόλυτα νόμιμες και εξουσιοδοτημένες συναλλαγές από δύο ξεχωριστούς λογαριασμούς από το κινητό του τηλέφωνο.

3. Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω, κάποιες από αυτές της συναλλαγές ήταν από το λογαριασμό του (αρ. 2025904) ενώ κάποιες από αυτές ήταν για το λογαριασμό κάποιας φίλης του, της κας Spicer, της οποίας ο λογαριασμός χρηματοδοτείτο από την ίδια και της οποίας οι προσωπικές πληροφορίες βρίσκονται στην κατοχή της Καθ΄ ης η αίτηση.  Η κα Spicer είχε εξουσιοδοτήσει τον Αιτητή να τη βοηθήσει με κάποιες συναλλαγές στο λογαριασμό της.  Για να μπορέσει ο Αιτητής να βοηθήσει την κα Spicer από το κινητό του τηλέφωνο, η κυρία Spicer παρείχε τον κωδικό πρόσβασης για τον λογαριασμό της (Αρ. 2022472).  Αυτά δεν έχουν καμία σχέση με τους ισχυρισμούς της Καθ΄ ης η αίτηση ότι τάχα ο Αιτητής είχε προβεί στη χρήση λογισμικού τεχνητής νοημοσύνης, ρομπότ συναλλαγών ή άλλες ενέργειας που δείχνουν κατά οποιοδήποτε τρόπο ότι ο Αιτητής προέβαινε σε κατ’ ισχυρισμό καταχρηστικές συναλλαγές ή χειραγώγηση της πλατφόρμας της Καθ΄ ης η αίτηση.

4. Αρνούμαι το περιεχόμενο της παραγράφου 19 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Ο Αιτητής δεν έχει αποκρύψει οτιδήποτε ουσιώδες από το Σεβαστό Δικαστήριο.  Η αγωγή αφορά αποκλειστικά το λογαριασμό του Αιτητή με την Καθ΄ ης η αίτηση και ως εκ τούτου δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος να γίνει αναφορά στις εξουσιοδοτημένες συναλλαγές του Αιτητή που έγιναν εκ μέρους της κυρίας Spicer μέσω άλλου λογαριασμού.  Εκτός από το γεγονός ότι ο κύριος Γεωργάκης αναφέρθηκε στο ότι ο Αιτητής προέβηκε σε κάποιες συναλλαγές μέσω του λογαριασμού της κυρίας Spicer, έχει αποτύχει να τεκμηριώσει ότι τέτοιες συναλλαγές αποτελούν καταχρηστικές συναλλαγές.  Εν πάση περιπτώσει, οι τυχόν συναλλαγές της κας Spicer από το λογαριασμό της με αριθμό 2022472 δεν έχουν καμία σχέση με την παρούσα υπόθεση, είναι άσχετες και αφορούν την ίδια. Δεν έχουν καμία σχέση με τις συναλλαγές που ο Αιτητής εκτέλεσε μέσω του δικού του λογαριασμού και που αφορούν με την παρούσα αγωγή.

5. Αναφορικά με την παράγραφο 20 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη, δηλώνω ότι, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής ο ίδιος, συχνά χρησιμοποιεί την υπηρεσία VPN (Virtual Private Network) όταν συναλλάσσεται ή ασχολείται με ευαίσθητα θέματα στο διαδίκτυο, είτε όταν έχει πρόσβαση μέσω του κινητού του τηλεφώνου ή του ηλεκτρονικού του υπολογιστή.  Η υπηρεσία VPN είναι μια κοινώς χρησιμοποιούμενη υπηρεσία που παρέχει προστασία από κλοπές μέσω διαδικτύου (hacking) και από υποκλοπές ταυτότητας.  Εσκεμμένα αποκρύπτει τη διεύθυνση IP με τη δρομολόγηση της κίνησης στο διαδίκτυο μέσω ενός δικτύου από servers. Αυτό είναι λογικό και εντελώς νόμιμο και δεν δείχνει οποιαδήποτε κατάχρηση ή χειραγώγηση της πλατφόρμας της Καθ΄ ης η αίτηση. Για το τι είναι η υπηρεσία VPN μπορεί κάποιος εύκολα να ανατρέξει στο διαδίκτυο και να διαπιστώσει ότι αποτελεί μια μέθοδο που χρησιμοποιείται για να προσθέσει προστασία και ιδιωτικότητα σε προσωπικά και δημόσια δίκτυα όπως το διαδίκτυο και τα Wi-Fi Hotspots.

6. Αρνούμαι το περιεχόμενο της παραγράφου 21 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη και αναφέρω ότι, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, οι αποδόσεις οποιασδήποτε επένδυσης δεν αξιολογούνται μόνο με βάση το αρχικό συνολικό ποσό επένδυσης αλλά βάσει του ποσού επένδυσης της κάθε συναλλαγής και το ποσό με το οποίο ξεκινά η κάθε συναλλαγή. Συνεπώς, το ποσοστό πληρωμής που αναφέρει ο κ. Γεωργάκης είναι παραπλανητικό.

7. Διαφωνώ με το περιεχόμενο της παραγράφου 22 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη και αναφέρω ότι, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω, ο Αιτητής ποτέ δεν προσπάθησε να αποκρύψει το γεγονός ότι εξουσιοδοτήθηκε να βοηθήσει την κα Spicer. Καμία προσπάθεια δεν έγινε από την Καθ΄ ης η αίτηση να επικοινωνήσει με τον Αιτητή αναφορικά με τους ισχυρισμούς αυτούς και τη σχέση των δυο λογαριασμών.  Αυτό που ισχυρίστηκε η Καθ΄ ης η αίτηση για τον τερματισμό του λογαριασμού του Αιτητή δεν έχει καμία σχέση, όπως επεξηγείται πιο πάνω, με αυτά που ισχυρίζεται σήμερα σε σχέση με τους δυο αυτούς λογαριασμούς.  Οι ισχυρισμοί της Καθ΄ ης η αίτηση με τους δύο λογαριασμούς προβλήθηκαν για πρώτη φορά στην Ένορκη Δήλωση Γεωργάκη και συνεπώς ο Αιτητής δεν είχε λόγο, ούτε μπορούσε να τους προβλέψει έτσι ώστε να τους σχολιάσει.

8. Αρνούμαι το περιεχόμενο της παραγράφου 23 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Δηλώνω ότι, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, αυτός ποτέ δεν έκανε ψεύτικες συναλλαγές (dummy trades) και αυτός ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος και ατεκμηρίωτος.

9. Αρνούμαι το περιεχόμενο των παραγράφων 24, 25 και 26 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη και αναφέρω ότι, όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, τόσο οι ισχυρισμοί αυτοί όσο και οι υπόλοιποι στην Ένορκη Δήλωση Γεωργάκη εγείρουν ατεκμηρίωτες και αβάσιμες υποψίες σε σχέση με τον Αιτητή.  Είναι πιθανόν μερικοί επιτυχημένοι συναλλασσόμενοι να έχουν τέτοιες επιτυχίες εκτός βέβαια και εάν η Καθ΄ ης η αίτηση αναμένει πως όλοι οι πελάτες της θα χάνουν.  Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής οι υπολογισμοί του κύριου Γεωργάκη είναι παραπλανητικοί και λανθασμένοι.

10. Αρνούμαι το περιεχόμενο της παραγράφου 27 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής ποτέ δεν χειραγώγησε την πλατφόρμα της Καθ΄ ης η αίτηση.  Οι ισχυρισμοί της Καθ΄ ης η αίτηση είναι αβάσιμοι και ατεκμηρίωτοι.

11. Αρνούμαι το περιεχόμενο των παραγράφων 28-30 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και πιστεύω οι ενέργειες του ήταν καθόλα νόμιμες.  Οι ισχυρισμοί του κου Γεωργάκη είναι αβάσιμοι και ατεκμηρίωτοι.

12. Απορρίπτω τους ισχυρισμούς στις παραγράφους 31-33 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Τα βήματα που ο Ενάγοντας έχει κάνει προτού κινηθεί δικαστικώς εναντίον της Καθ΄ ης η αίτηση περιγράφονται στην ένορκη του δήλωση και ήταν υπό τις περιστάσεις λογικά.  Ο Αιτητής ανέμενε από την Καθ΄ ης η αίτηση να δώσει λεπτομέρειες των ισχυρισμών της και είχε αλληλογραφία με αυτή, είτε προσωπικά ή μέσω του δικηγόρου του και μετά τις 6/09/2016.  Μάλιστα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 38 της ένορκης δήλωσης του Αιτητή στις 13/10/2016 η Εναγόμενη έστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον Αιτητή με το οποίου του έλεγε ότι ερευνούν το θέμα και ότι θα επικοινωνήσουν με τον Αιτητή εντός δύο μηνών.  Ακολούθησαν και άλλα ηλεκτρονικά μηνύματα όπως περιγράφεται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή.  Δεν υπήρξε οποιαδήποτε καθυστέρηση από τον Αιτητή στο να προσφύγει στο Δικαστήριο.  Όπως εξηγεί και ο ίδιος στην παράγραφο 39 της ένορκης του δήλωσης έπρεπε να βρει δικηγόρους στην Κύπρο οι οποίοι ήταν αναγκαίο προτού λάβουν μέτρα να μελετήσουν τα έγγραφα και τα γεγονότα της υπόθεσης και να συμβουλεύσουν τον Αιτητή για τα δικαιώματα του.  Συνεπώς, ο χρόνος που μεσολάβησε ήταν λογικός και αναγκαίος για να γίνουν τα απαραίτητα διαβήματα και δεν δείχνει οποιαδήποτε καθυστέρηση από τον Αιτητή.

13. Ο Αιτητής δεν μπορεί να γνωρίζει για το εάν η Καθ΄ ης η αίτηση αποξένωσε οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο από τις 30.11.2016 μέχρι τις 30.12.2016 όπως προβάλλεται από τον ενόρκως δηλώντα στην παράγραφο 34 της  Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη. Κανένα δε αποδεικτικό στοιχείο δεν προσκομίζεται προς αυτό το σκοπό.

14. Αναφορικά με την παράγραφο 35 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη, αναφέρω ότι ο Αιτητής κατέβαλε προσπάθειες άμεσα έτσι ώστε να καταβάλει την εγγύηση που διέταξε το Σεβαστό Δικαστήριο.  Ο Αιτητής δεν ολιγώρησε αλλά, λόγω του μεγάλου ποσού που διατάχθηκε να καταθέσει ως εγγύηση, χρειάστηκε χρόνο έτσι ώστε να το διευθετήσει.  Ο Αιτητής είναι συνταξιούχος / αυτοεργοδοτούμενος οικονομικός σύμβουλος και δεν έχει τη ρευστότητα που ενδεχομένως να έχει μια επιχείρηση.  Περαιτέρω, λόγω του ότι ο Αιτητής είναι κάτοικος εξωτερικού απαιτήθηκε επιπλέον χρόνος για να ολοκληρωθεί η διαδικασία αποστολής χρημάτων και παραχώρησης στην τράπεζα των αναγκαίων δικαιολογητικών που ζητήθηκαν και που ζητούνται συνήθως στη μεταφορά τέτοιων μεγάλων ποσών.  Εν πάση περιπτώσει η Καθ΄ ης η αίτηση δεν υπέστη οποιαδήποτε ζημιά για το λόγο ότι για την περίοδο από 30/11/2016 μέχρι 30/12/2016 το Διάταγμα δεν είχε συνταχθεί εφόσον δεν είχε καταχωρηθεί μέχρι τότε η σχετική εγγύηση και γι’ αυτό δεν είχε επιδοθεί μέχρι τότε στην Καθ΄ ης η αίτηση.  Καμία επίπτωση δεν είχε η Καθ΄ ης η αίτηση από τη σύνταξη του διατάγματος στις 30/12/2016 και καμία απαγόρευση δεν υφίστατο για την Καθ΄ ης η αίτηση για την περίοδο από 30/11/2016 μέχρι 30/12/2016 αφού το διάταγμα δεν είχε επιδοθεί στην Καθ΄ ης η αίτηση κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου.

15. Αναφορικά με την παράγραφο 36 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη αναφέρω ότι αυτή είναι παραπλανητική και τίθεται εκ του πονηρού.  Η σύνταξη του Διατάγματος του Σεβαστού Δικαστηρίου ζητήθηκε αυθημερόν της έκδοσης του, δηλαδή στις 30/11/2016.  Η σύνταξη όμως του Διατάγματος μπορούσε μόνο να προχωρήσει, όπως είναι η πρακτική του Πρωτοκολλητείου, μόνο μετά την κατάθεση της εγγύησης που διέταξε το Δικαστήριο.

16. Αρνούμαι το περιεχόμενο των παραγράφων 37-39 και επαναλαμβάνω το περιεχόμενο της ένορκης μου δήλωσης ημερομηνίας 28/11/2016.

17. Αρνούμαι το περιεχόμενο της παραγράφου 40 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη και το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο ενόρκως δηλών.  Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής, βρήκε τις λεπτομέρειες των λογαριασμών που ανέφερε στην ένορκη του δήλωση από την ιστοσελίδα της Καθ΄ ης η αίτηση.

18. Αρνούμαι το περιεχόμενο των παραγράφων 41- 45 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη και το ότι ο Αιτητής ευθύνεται κατά οποιοδήποτε τρόπο για τυχόν δέσμευση λογαριασμών πελατών της Καθ΄ ης η αίτηση.  Οι ισχυρισμοί του ενόρκως δηλούντα στην παράγραφο 45 είναι παραπλανητικοί εφόσον προκύπτει από την παράγραφο 42 της ένορκης δήλωσης του Αιτητή ημερομηνίας 28/11/2016 ότι στην αρχή παρατίθεται ο αριθμός IBAN και μετά ο αριθμός λογαριασμού.  Δεν είναι δυνατό με άλλα λόγια η Καθ΄ ης η αίτηση να τίθεται σε πλάνη για ποιους λογαριασμούς αφορά το Διάταγμα.

19. Όπως με πληροφορεί ο Αιτητής και όπως εξηγείται λεπτομερώς στην ένορκη του δήλωση, ο Αιτητής δεν δέχεται αλλά έντονα αρνείται ότι επιδίδετο σε οποιαδήποτε καταχρηστική συναλλαγή ή ότι χρησιμοποίησε τυχόν ανάλυση τεχνητής νοημοσύνης ή ότι χειραγώγησε ή καταχράστηκε την πλατφόρμα της Καθ’ ης η αίτηση.

20. Αρνούμαι το περιεχόμενο των παραγράφων 46-55 της Ένορκης Δήλωσης Γεωργάκη.  Πιστεύω ότι εάν δεν παραμείνει το διάταγμα σε ισχύ υπάρχει ουσιαστικός και πραγματικός κίνδυνος και ενδεχόμενο η Καθ΄ ης η αίτηση να αποξενώσει περιουσιακά στοιχεία και οποιαδήποτε χρηματικά ποσά βρίσκονται στους Τραπεζικούς λογαριασμούς της.  Υπάρχει τέτοια σοβαρή πιθανότητα ειδικά λόγω της φύσης των περιουσιακών στοιχείων της Καθ΄ ης η αίτηση και της φύσης των εργασιών της.  Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης υπέρ του Αιτητή θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη.»

Ο κ. Χαράλαμπος Γεωργάκης στη δική του ένορκη δήλωση δηλώνει τα ακόλουθα για ό,τι ενδιαφέρει την παρούσα:

«

1.     Έχω αναγνώσει την Συμπληρωματική Ένορκο Δήλωση του κ. Ροςς-Κλουνίς και δεν συμφωνώ με αυτή, συνεπώς απορρίπτω κάθε ένα και όλους μαζί ξεχωριστά τους ισχυρισμούς στους οποίους προβαίνει, εκτός όπου ρητά γίνεται αποδοχή τους κατωτέρω.

2.     Είναι επιπλέον ο ισχυρισμός μου ότι η Σ.Ε.Δ. Κλουνίς αποτελεί αυταπόδεικτο γεγονός ότι ο Αιτητής δεν αποκάλυψε όλα τα ουσιώδη στοιχεία στις αρχικές δηλώσεις του που συνόδευαν την Αίτησή του, καθώς όλα όσα προβάλει δεν αποτελούν γεγονότα που περιήλθαν εις γνώσιν του μεταξύ του διαστήματος που διέρρευσε από την καταχώρηση της Ένστασης της Καθ’ ης η Αίτηση και της ημερομηνίας καταχώρησης της Σ.Ε.Δ. Κλουνίς, αλλά όλα ήταν γεγονότα τα οποία γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει και συνεπώς θα έπρεπε να αποκαλύψει στις αρχικές δηλώσεις του. Το γεγονός δε ότι τα θεωρεί σχετικά με την υπόθεση είναι λογικό συμπέρασμα που ακολουθεί από την ανάγκη καταχώρησης της Σ.Ε.Δ. Κλουνίς.

3.     Πέραν των ως άνω, είναι ισχυρισμός μου βάσει και της Νομικής Συμβουλής που έλαβα ότι το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της Σ.Ε.Δ. Κλουνίς αποτελείται από νομική επιχειρηματολογία η οποία θα έπρεπε να υποβληθεί κατά το στάδιο των αγορεύσεων, συνεπώς αποτελεί ισχυρισμό μου ότι αυτοσκοπός της Σ.Ε.Δ. Κλουνίς είναι η δημιουργία εντυπώσεων.

4.     Αναφορικά με την παράγραφο 2 Σ.Ε.Δ. Κλουνίς διαφωνώ ότι οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η Αίτηση Εταιρείας στην Ένστασή της προβλήθηκαν για πρώτη φορά τότε και ισχυρίζομαι ότι η Εταιρεία απαντούσε στα παράπονα του Αιτητή έγκαιρα και ανάλογα με τα εκάστοτε ερωτήματα και παράπονα που προκρίνονταν από τον Αιτητή.

5.     Διαφωνώ με την παράγραφο 6, 7, 8 και 9 Σ.Ε.Δ. Κλουνίς και οφείλω να αναφέρω ότι η παραδοχή του Αιτητή ότι η προέβη σε συναλλαγές εκ μέρους άλλου χρήστη της πλατφόρμας συνιστά ουσιαστική παράβαση των όρων και προϋποθέσεων που διέπουν την συμβατική σχέση των διάδικων μερών και η οποία έδιδε άμεσο δικαίωμα τερματισμού στην Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση.

6.     Ειδικότερα, η ως άνω συμπεριφορά του Αιτητή παραβιάζει μεταξύ άλλων τους όρους 28.1 σημείο 7 και 28.2 (σελ. 40 και 41 Τεκμηρίου «ΡΡΚ2»).

7.     Επιπρόσθετα ο Αιτητής προβαίνει ουσιαστικά σε παραδοχή ότι ενεργούσε και ως Σύμβουλος Επενδύσεων χωρίς να κατέχει ανάλογη άδεια, ή εξουσιοδότηση από αρμόδια αρχή, γεγονός το οποίο, ως με συμβουλεύουν  οι δικηγόροι μας, παραβιάζει Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και τους Νόμους της Δημοκρατίας, συνεπώς ο Αιτητής παραβίασε και τον όρο 27 των όρων και προϋποθέσεων (σελ. 39 Τεκμηρίου «ΡΡΚ2»).

8.     Αναφορικά με την παραδοχή του Αιτητή στην παράγραφο 10 Σ.Ε.Δ. Κλούνις ότι χρησιμοποιεί υπηρεσίες VPN, επιθυμώ να αναφέρω ότι ουδέποτε ζητήθηκε ή παραχωρήθηκε άδεια ή συγκατάθεση από την Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση για την χρήση των εν λόγω μεθόδων και συνεπώς η συμπεριφορά αυτή παραβιάζει τους όρους και προϋποθέσεις της χρήσης της πλατφόρμας της Καθ’ ης η Αίτηση, ειδικότερα ως ορίζεται στον όρο 1.1 «Abusive Trading» (σελ. 2 Τεκμηρίου «ΡΡΚ2»).

9.     Επιπλέον όσο αφορά τους ισχυρισμούς του Αιτητή αναφορικά με την προσπάθειά του να διασφαλίσει ασφαλή πρόσβαση στην πλατφόρμα είναι ο ισχυρισμός μου ότι αυτοί είναι αβάσιμοι καθώς εάν όντως ο σκοπός του ήταν να διασφαλίσει ασφαλή πρόσβαση δεν θα χρησιμοποιούσε δημόσια δίκτυα για την πρόσβασή του στην πλατφόρμα ούτε θα χρησιμοποιούσε κινητή συσκευή. Επιπρόσθετα θα μπορούσε να κάνει χρήση λογισμικού antivirus.

10.  Αναφορικά με την παράγραφο 11 Σ.Ε.Δ. Κλούνις αναφέρω ότι οι ισχυρισμοί μου στην παράγραφο 21 της Ένορκης Δήλωσής μου ημερομηνίας 10.01.2017 υποστηρίζονται με Τεκμήριο, συνεπώς απορρίπτω τον ισχυρισμό ότι τα ποσοστά που αναφέρω είναι παραπλανητικά.

11.  Αναφορικά με τις παραγράφους 13, 14, 15 και 16 Σ.Ε.Δ. Κλούνις είναι η θέση μου ότι αυτές προβάλουν απλή άρνηση των ισχυρισμών μου στην Ένορκη Δήλωσή μου ημερομηνίας 10.01.2017 και δεν προσθέτουν οτιδήποτε νέο στην υπόθεση πέρα από.

12.  Απορρίπτω τους ισχυρισμούς και την επιχειρηματολογία της παραγράφου 17 Σ.Ε.Δ. Κλούνις και είναι η θέση μου ότι δεν προστίθεται οποιαδήποτε επεξήγηση στην καθυστέρηση του Αιτητή να προσφύγει στη δικαιοσύνη. Επιπλέον επαναλαμβάνω τους ισχυρισμούς μου ως οι παράγραφοι 31-33 της Ενόρκου Δηλώσεώς μου ημερομηνίας 10.01.2017.

13.  Αναφορικά με την παράγραφο 18 Σ.Ε.Δ. Κλούνις επιθυμώ να υποδείξω την αντιφατικότητα που προκύπτει από τους ισχυρισμούς που προβάλλονται καθώς από την μία ο Αιτητής στις αρχικές του δηλώσεις εμφανίζεται σίγουρος για τα στοιχεία που έχει ότι η Εναγόμενη/Καθ’ ης η Αίτηση πρόκειται να αποξενώσει περιουσιακά της στοιχεία ενώ στην Σ.Ε.Δ. Κλούνις δηλώνει ότι δεν μπορεί να γνωρίζει κάτι σχετικό περί τούτου.

14.  Πέραν των ως άνω, δεν μπορώ να προσκομίσω οιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για πράξεις που δεν έλαβαν χώρα παρά μόνο τους ένορκους ισχυρισμούς μου, σε αντιπαραβολή με τις εικασίες, τις υποθέσεις και την κινδυνολογία στην οποία επιδίδεται η πλευρά του Αιτητή. Εν πάση περιπτώσει, ως έχω νομική συμβουλή από τους δικηγόρους μου εναπόκειται στον Αιτητή να αποδείξει έμπρακτα τους κινδύνους αποξένωσης και γενικά τους ισχυρισμούς που προβάλλει προς υποστήριξη της αίτησής του.

15.  Αναφορικά με την παράγραφο 19 Σ.Ε.Δ. Κλούνις επιθυμώ να υποδείξω το αβάσιμο των ισχυρισμών της πλευράς του Αιτητή και την αντιφατικότητα με προηγούμενες του δηλώσεις, είτε ενόρκως στην παρούσα διαδικασία είτε κατά το στάδιο αξιολόγησης της αίτησής του προς την Εταιρεία για τη δημιουργία λογαριασμού με αυτή.

16.  Στα στοιχεία που ο Αιτητής προσκόμισε στην Εταιρεία και τα οποία υποστήριξε με αποδεικτικά στοιχεία, ως είχε υποχρέωση να πράξει δυνάμει των όρων και προϋποθέσεων που αποδέχτηκε, δήλωσε ότι τα καθαρά περιουσιακά του στοιχεία ανέρχονταν πέραν του €1,00,000,- Επιπλέον δήλωσε ότι το υπολογιζόμενο ετήσιο εισόδημά του ανέρχεται πέραν των €100,000.- και οι πηγές του προέρχονταν από καταθέσεις του.

Επισυνάπτω σχετική εκτύπωση από τα αρχεία μας ως Τεκμήριο 1.

17.  Αντιφατικότητα κατά την θέση μου φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν υπήρξε οιοδήποτε κώλυμα να καταθέσει €75,000.- στην πλατφόρμα της Εταιρείας.

18.  Συνεπώς, βάσει των ισχυρισμών μου ως οι παράγραφοι 18-20 ανωτέρω απορρίπτω τους ισχυρισμούς της παραγράφου 19 Σ.Ε.Δ. Κλούνις και επαναλαμβάνω ότι ο Αιτητής δεν απέδειξε την ύπαρξη κατεπείγοντος θέματος προς εκδίκαση.

19.  Απορρίπτω την παράγραφο 20 Σ.Ε.Δ. Κλούνις και επαναλαμβάνω τους ισχυρισμούς μου ως η παράγραφος 36 της Ένορκης Δήλωσής μου ημερομηνίας 10.01.2017.

20.  Αναφορικά με την παράγραφο 22 Σ.Ε.Δ. Κλούνις επιθυμώ να υποδείξω ότι η πηγή της πληροφόρησης του Αιτητή θα έπρεπε να αποκαλυφθεί εξ αρχής, πριν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα. Επιπλέον επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός μου στην παράγραφο 40 της Ένορκης Δήλωσής μου ημερομηνίας 10.01.2017 ότι ο Ενάγων/Αιτητής δεν αποκαλύπτει στην Αίτηση του ή στις Ένορκες Δηλώσεις που την συνοδεύουν την πηγή των πληροφοριών του σχετικά με τον λογαριασμό και ούτε πώς προέκυψε να κατέχει τα εν λόγω στοιχεία που ισχυρίζεται ότι κατέχει και αφορούν στους λογαριασμούς της Εναγόμενης.

21.  Απορρίπτω το περιεχόμενο των παραγράφων 23 και 25 Σ.Ε.Δ. Κλούνις και επαναλαμβάνω τους ισχυρισμούς μου ως οι παράγραφοι 41-45 της Ένορκης Δήλωσής μου ημερομηνίας 10.01.2017.

22.  Όσο αφορά τους ισχυρισμούς της παραγράφου 24 Σ.Ε.Δ. Κλούνις αυτοί είναι απλά αβάσιμοι ισχυρισμοί, χωρίς να έχει προσκομιστεί οιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο και προβάλλονται αόριστα, την στιγμή που η Εναγόμενη έχει προσκομίσει στοιχεία, τεκμήρια, στατιστικές και παραπομπές σε συγκεκριμένους όρους της σύμβασης που διείπε την σχέση των διαδίκων για να αποδείξει τους ισχυρισμούς της.»

 

ΟΙ ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ:

Οι δύο πλευρές προχώρησαν με τις αγορεύσεις τους χωρίς να κλητεύσουν οποιονδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες για αντεξέταση επί οποιουδήποτε ισχυρισμού που προβλήθηκε στις ένορκες δηλώσεις τους. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών αναφέρθηκαν σε έκταση στα γεγονότα της υπόθεσης και στις σχέσεις που δημιουργήθηκαν μεταξύ τους με τη σύναψη της συμφωνίας όπως και στους όρους αυτής και στη νομική πτυχή που διέπει κάθε επί μέρους ζήτημα. Ομολογουμένως αυτές σε γραπτό κείμενο αλλά και όσα επεξηγηματικά ανέφεραν προφορικά στο Δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία υπήρξαν πολύ βοηθητικές σε μένα για να αντιληφθώ διάφορα επί μέρους ζητήματα και να καταλήξω στα δικά μου συμπεράσματα.

 ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ:

 

Η πλευρά της Καθ΄ης η Αίτηση έθεσε ζήτημα μη  πλήρους αποκάλυψης εκ μέρους του Αιτητή όταν αυτός προσήλθε ενώπιον του Δικαστηρίου για να αξιώσει θεραπείες μονομερώς. Κρίνω ότι θα πρέπει να εξεταστεί πρώτα το ζήτημα αυτό.

 

Ο Αιτητής, παραδέχεται ότι για κάποιες συναλλαγές ενεργούσε για λογαριασμό κάποιας φίλης του για την οποία ισχυρίζεται ότι τον είχε «εξουσιοδοτήσει» να την βοηθήσει δίδοντάς του τον κωδικό πρόσβασης του λογαριασμού της. Το γεγονός αυτό κατά την πλευρά της Καθ΄ης η Αίτηση, το οποίο δεν αποκαλύφθηκε εκ των προτέρων,  συνιστά παράβαση των όρων της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων. Ο Αιτητής έκανε χρήση λογισμικού απόκρυψης διεύθυνσης IP και επιπλέον ο Αιτητής απέκρυψε το γεγονός αυτό κατά την υποβολή της μονομερούς αίτησής του.

Σύμφωνα με τη νομολογία μας η έκδοση ενός μονομερώς υποβληθέντος απαγορευτικού Διατάγματος επιβάλλει στον αιτών διάδικο να αποκαλύψει πλήρως τα ουσιώδη γεγονότα και στοιχεία τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου. Η έκδοση απαγορευτικού διατάγματος μονομερώς συνιστά εξαιρετικό μέτρο για τον λόγο ότι παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα φυσικής δικαιοσύνης χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί. Ως εκ τούτου οι μονομερείς αιτήσεις θεωρούνται ως αιτήσεις υψίστης πίστεως (uberrima fides).

Στην Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co. Ltd, (1996) 1 Α.Α.Δ. 597 έχει λεχθεί ότι:

«Είναι θεμελιωμένο ότι διάδικος ο οποίος επιδιώκει με μονομερή αίτηση τη χορήγηση θεραπείας, πρέπει να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη των γεγονότων τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του Δικαστηρίου για την παροχή θεραπείας. Η αρχή αυτή συναρτάται με την καλή πίστη η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου […]  Ό,τι ανατρέπει τη βάση του διατάγματος είναι η μη αποκάλυψη γεγονότων εξ αντικειμένου ουσιώδους σημασίας για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου.  Στην απουσία τους, η απόφαση του Δικαστηρίου καθίσταται ακροσφαλής.»

Στην πιο πάνω υπόθεση (Demstar), οι Ενάγοντες παρέλειψαν να αποκαλύψουν ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας για την παραπομπή διαφορών σε Δικαστήριο του Ισραήλ, αν και ισχυρίστηκαν ότι αποκάλυψαν την ύπαρξη της με την επισύναψη της φορτωτικής στην ένορκη ομολογία που κατατέθηκε προς υποστήριξη του αιτήματος τους. Εντούτοις, στην ένορκη δήλωση στο περιεχόμενο της οποίας θεμελιώθηκε η αίτηση δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στον σχετικό όρο της συμφωνίας. Γι’ αυτό τον λόγο το Δικαστήριο έκρινε ότι η επισύναψη της δεν είχε σκοπό να επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου στην παράγραφο που γίνεται αναφορά στη ρήτρα και έτσι να τη σηματοδοτήσει ως ουσιώδες γεγονός για την άσκηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Το συμπέρασμα το οποίο εξήγαγε το Δικαστήριο είναι ότι η ύπαρξη ρήτρας για τη δικαιοδοσία Δικαστηρίου της αλλοδαπής παρασιωπήθηκε στην ένορκη ομολογία.

Στην Γρηγορίου ν. Χριστοφόρου (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 εξηγήθηκε ότι το καθήκον για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων κρίνεται ακόμα πιο αυστηρά αφού δεν αρκεί ο αιτών να αποκαλύψει οποιαδήποτε γεγονότα γνωρίζει κατά την καταχώρηση της Αίτησης, αλλά και «αυτά που με εύλογη επιμέλεια θα γνώριζε, τα οποία μπορεί να είναι ευνοϊκά για τον απόντα διάδικο και μπορεί να ασκήσουν επιρροή στην κρίση του Δικαστηρίου».

Η μη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων από ένα αιτητή  αντιμετωπίζεται με αυστηρότητα από το Ανώτατο Δικαστήριο, σχετική είναι η ακόλουθη αναφορά από την ίδια πιο πάνω υπόθεση:

«Παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων ενώπιον του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση, θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο απαντά "δεν σας ακούω πλέον" και ακυρώνει τη διαταγή που έδωσε, χωρίς να εξετάσει την ουσία.  Τα γεγονότα πρέπει να είναι ουσιώδη για την απόφαση του Δικαστηρίου στη μονομερή αίτηση»

Στην παρούσα υπόθεση είναι γεγονός ότι ο Αιτητής δεν αποκάλυψε ότι η ίδια συσκευή τηλεφώνου με μοναδικό κωδικό ΙΜΕΙ 056D4495-8571-4D62-AE57-CB961EB15C32 χρησιμοποιήθηκε την ίδια ημέρα και εντός μικρού χρονικού διαστήματος για να δώσει πρόσβαση στην πλατφόρμα σε δύο διαφορετικούς λογαριασμούς χρηστών – τους 2025904 (που ανήκει στον Αιτητή) και 2022472. Δεν αποκαλύφθηκε το γεγονός ότι την 06.09.2016 στις 9.55 π.μ. η συσκευή βάσει της διεύθυνσης IP της ευρισκόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο ενώ στις 10.32 π.μ. φαίνεται να ευρίσκεται στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, ενώ έγινε προσπάθειά απόκρυψης της σχέσης των δύο λογαριασμών χρησιμοποιώντας λογισμικό απόκρυψης IP. Αποκρύφτηκε  επίσης το γεγονός ότι έκανε χρήση λογισμικού VPN για απόκρυψη της διεύθυνσης IP του.

Τα ως άνω αναγνωρίστηκαν από τον Αιτητή στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση  όπου και καταβλήθηκε προσπάθεια να δικαιολογηθούν και να προβληθούν ως καθόλα φυσιολογικά. Εντούτοις, βάσει και της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων  που ο ίδιος κατέθεσε, οι ως άνω πρακτικές συνιστούν  κατά την άποψη της Καθ΄ης η Αίτηση παραβίαση των όρων της Συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων και έκαστη παράβαση δίδει δικαίωμα τερματισμού της Συμφωνίας από την Καθ’ ης η Αίτηση με δικαίωμα κράτησης και μη απόδοσης τυχόν υπολοίπου λογαριασμού στον Αιτητή. Ενδεχόμενα εάν τα γεγονότα αυτά καθίσταντο γνωστά στο Δικαστήριο κατά την μονομερή ακρόαση της Αίτησης αυτό δεν θα προχωρούσε να εκδώσει το προσωρινό διάταγμα. Ως εκ τούτου και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο  Αιτητής απέκρυψε επίσης τα ασυνήθιστα υψηλά ποσοστά κερδών του, τα οποία ο κ. Γεωργάκης στην Ένορκή του Δήλωση επισημαίνει με στατιστικά στοιχεία τα οποία εκ πρώτοις όψεως φαίνεται ότι αποδεικνύουν επίσης και την χρήση πρακτικής «dummy trades» εκ μέρους του Αιτητή κρίνω ότι συνιστούν απόκρυψη ουσιωδών γεγονότων.

Η επισύναψη του Συμβολαίου στην ολότητά του από πλευράς του Αιτητή, σύμφωνα με την Demstar (ανωτέρω) δεν μπορεί να εκληφθεί από το Δικαστήριο ως αποκάλυψη των ουσιωδών στοιχείων που αναφέρονται πιο πάνω αφού ουδεμία αναφορά γίνεται στα συγκεκριμένα άρθρα τα οποία νομιμοποιούν τις ενέργειες της Καθ’ ης η Αίτηση.  Η επισύναψη της συμφωνίας και η αναφορά σε επιμέρους διατάξεις της είναι γεγονός, όπως επισημαίνεται και από πλευράς της Καθ΄ης η Αίτηση ότι αποσκοπούσε στο να  επισύρει την προσοχή του Δικαστηρίου μόνο σε άρθρα τα οποία είναι υποβοηθητικά ως προς τις θέσεις και την υπόθεση του Αιτητή.

Για τους λόγους που έχουν αναφερθεί πιο πάνω που αφορούν το ζήτημα της μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων και στοιχείων από τον Αιτητή, καταλήγω ότι η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και τα εκδοθέντα προσωρινά απαγορευτικά και παρεμπίπτοντα  διατάγματα θα πρέπει να παύσουν να ισχύουν.

Παρόλη την πιο πάνω κατάληξη μου η οποία θα μπορούσε να τερμάτιζε την οποιανδήποτε περαιτέρω συζήτηση σε αυτό το σημείο, εντούτοις θα προχωρήσω και θα εξετάσω στη συνέχεια και τις υπόλοιπες προϋποθέσεις για σκοπούς πληρότητας της απόφασης μου.

 

Οι προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, οι οποίες πρέπει να πληρούνται σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν.14/1960είναι οι ακόλουθες τρεις:

 

(α)      Ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση.

(β)      Ύπαρξη πιθανότητας ότι ο Ενάγων δικαιούται σε θεραπεία.

(γ)      Θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός αν εκδοθεί το ενδιάμεσο διάταγμα.

 

Εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι έχουν αποδειχθεί οι προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του Ν. 14/1960, προχωρεί στην εξέταση του ισοζυγίου της ευχέρειας.

 

Η υπό κρίση Αίτηση βασίζεται επίσης και στις αρχές που σχετίζονται με διατάγματα τύπου Mareva.  Το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει απαγορευτικό διάταγμα τύπου Mareva, δυνάμει του άρθρου 32(1) του Ν. 14/1960 (βλ. Παντελίδη ν. Πιερή (1998) 1Δ Α.Α.Δ. 211 και  Poltava  Petroleum  Company  vMexana  Oil  Ltd  κ.α. (2001) 1Β Α.Α.Δ. 1301).  Στην απόφαση Mareva Compania Naviera S.A. -v- International Bulk Carriers S.A. (1980) 1 ALL E.R. 213, η οποία υιοθετήθηκε από το δικό μας Ανώτατο Δικαστήριο, αναφέρθηκαν στις σελίδες 214 - 215 από το Δικαστή Lord Denning, μεταξύ άλλων, τα εξής:

 

«In Beddow v Beddow ((1878) 9 Ch D 89 at 93) Jessel MR gave a very wide interpretation to that section. He said: "I have unlimited power to grant an injunction in any case where it would be right or just to do so..."

 

In my opinion that principle applies to a creditor who has a right to be paid the debt owing to him, even before he has established his right by getting judgment for it. If it appears that the debt is due and owing, and there is a danger that the debtor may dispose of his assets so as to defeat it before judgment, the court has jurisdiction in a proper case to grant an interlocutory judgment so as to prevent him disposing of those assets. »

 

Εξέταση των δυο πρώτων προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Ν. 14/1960.

 

Η πρώτη προϋπόθεση που τίθεται από το άρθρο 32 του Ν.14/1960 και αφορά την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση έχει ερμηνευθεί ότι δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε πέραν του να καταδειχθεί μία συζητήσιμη υπόθεση (arguable case) με βάση τα δικόγραφα (Odysseos v. Pieris Estates (1982) 1 CLR 557).

 

Η δεύτερη προϋπόθεση που αφορά την ύπαρξη πιθανότητας ο Ενάγων να δικαιούται σε θεραπεία, έχει ερμηνευθεί ότι περικλείει κάτι περισσότερο από απλή δυνατότητα αλλά και κάτι πολύ λιγότερο από το ισοζύγιο των πιθανοτήτων.  Σύμφωνα με την Odysseos (ανωτέρω) η πιθανότητα στα πλαίσια του άρθρου 32(1) του Ν. 14/1960, απαιτεί από τον Ενάγοντα να δείξει ορατό ενδεχόμενο επιτυχίας. 

 

Το Δικαστήριο  στο στάδιο αυτό εξετάζει τη μαρτυρία, χωρίς ωστόσο να προχωρεί σε αξιολόγηση της. Έργο του Δικαστηρίου είναι μόνο η διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των προϋποθέσεων για έκδοση τέτοιων διαταγμάτων. Το Δικαστήριο προσεγγίζει την προσαχθείσα μαρτυρία μόνο για τους σκοπούς αυτούς.  Στην υπόθεση Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 267:

       

«I would like to observe that at the stage of granting or refusing an interlocutory injunction, such as the one which was made in the present case, the parties should limit themselves to the issue of whether or not, in the light of the provisions of section 32(1) of Law 14/60 and of the relevant principles of law, such an injunction should be granted;  and this clearly interlocutory stage of the proceedings should not be treated as an opportunity for the parties to fight out the merits of the case either by adducing evidence or by advancing arguments in this respect.»

 

To ίδιο και στην υπόθεση Bacardi  & Co. Ltd v. Vinco Ltd (1996) 1B A.A.Δ. 788, όπου στη σελ.797 τονίστηκε ότι:

 

«Δεν πρέπει, επίσης να λησμονούμε ότι γενικώς η διαδικασία έκδοσης προσωρινού διατάγματος δεν προσφέρεται για εξέταση αμφισβητούμενων γεγονότων.»

       

Σχετικές είναι επίσης οι υποθέσεις Γρηγορίου κ.α. ν. Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248 και Demades Overseas Ltd v. Studio MΑ.SΤ. Ltd (1996) 1Β Α.Α.Δ. 799.)

 

Ουσιαστικά οι πρώτες δύο προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 32 του Ν.14/1960, είναι σε κάποιο βαθμό αλληλένδετες υπό την έννοια ότι κατά την εξέταση της πρώτης προϋπόθεσης η βάση της αίτησης έχει άμεση σχέση με την νομική θεμελίωση της αξίωσης, ενώ η δεύτερη προϋπόθεση προχωρεί και στην εξέταση της προσφερόμενης μαρτυρίας για την πραγματική θεμελίωση της αίτησης.

 

Στην προκείμενη περίπτωση προβλήθηκαν διαμετρικές αντίθετες θέσεις με τον  Αιτητή να εισηγείται ότι  τις έχει ικανοποιήσει και την Καθ΄ης η Αίτηση ότι απέτυχε ως προς τούτο.

 

Η πλευρά του Αιτητή  και σε παραπομπή στην ένορκη δήλωση του και αυτή του κ. Κλούνις, ισχυρίζεται ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να δικαιούται σε θεραπεία. Ειδικότερα σύμφωνα με το περιεχόμενο των παραγράφων 26-31 της Ένορκης Δήλωσης  του κ. Κλούνις, η Καθ’ ης η Αίτηση αρνήθηκε να συμμορφωθεί με δυο οδηγίες του Αιτητή για πληρωμή ποσών από τον Λογαριασμό του, κατά παράβαση των όρων 20.6 και 20.7 της Συμφωνίας (Τεκμ. 2 στην Ένορκη Δήλωση Κλούνις). Περαιτέρω η Καθ’ ης η αίτηση παράνομα τερμάτισε τον λογαριασμό του Αιτητή και ακύρωσε τα κέρδη του για αβάσιμους και ατεκμηρίωτους λόγους, χωρίς να του επιστρέψει το υπόλοιπο του λογαριασμού του, ως ήταν η υποχρέωση της με βάση τον όρο 26.6 της Συμφωνίας, ο οποίος μάλιστα προβλέπει ότι η πληρωμή θα πρέπει να γίνει as soon as reasonably practicable”.

 

Δεν με βρίσκει σύμφωνο η θέση του Αιτητή  ότι οι ισχυρισμοί της Καθ’ ης η αίτηση ότι τάχα ο Αιτητής επιδίδετο σε καταχρηστικές συναλλαγές (abusive trading) ή ότι χρησιμοποίησε ανάλυση τεχνητής νοημοσύνης ή και προέβη σε άλλες ενέργειες όπως πιο πάνω εξηγούνται, ήταν γενικοί και αόριστοι, χωρίς αποδείξεις και τεκμηρίωση. Αυτοί  εγέρθηκαν για πρώτη φορά με ηλεκτρονικό μήνυμα της Καθ’ ης η αίτηση ημερομηνίας 6/09/2016 το οποία απεστάλη σε απάντηση στο αίτημα του Αιτητή για καταβολή σε αυτόν του ποσού των €400.000. Σημειώνω δε ότι ήταν η πρώτη αντίδραση της Καθ΄ ης η Αίτηση επιφυλάχθηκε δε στη συνέχεια να τοποθετηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Εξάλλου τις πλείστες από αυτές τις αποδιδόμενες στον Αιτητή ενέργειες τις αποδέχεται και ο ίδιος στην συμπληρωματική ένορκη δήλωση που καταχωρήθηκε εκ μέρους του.

 

Εξετάζοντας τα γεγονότα της υπόθεσης όπως εκτίθενται στις ένορκες δηλώσεις διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής με την Έκθεση Απαίτησής του αξιώνει από την Καθ’ ης η Αίτηση το ποσό των €1.203,965.34σ. για κατ’ ισχυρισμό παράβαση του όρου 26.6 της μεταξύ των διαδίκων Σύμβασης (Τεκμ. 2 στην ένορκη δήλωση του κ. Κλούνις) ή διαζευκτικά το ποσό του €1,000,000.- το οποίο ζήτησε σε δύο διαδοχικές περιπτώσεις να λάβει από τον λογαριασμό του ο Αιτητής.

Ο όρος 26.6 της Σύμβασης αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η Εταιρεία θα αποδώσει οιοδήποτε ποσό βρεθεί ως υπόλοιπο σε λογαριασμό πελάτη μετά τον Τερματισμό νοουμένου ότι δεν προηγήθηκε παράνομη πράξη ή ότι δεν υπάρχει υποψία παράνομης πράξης ή απάτης εκ μέρους του πελάτη.

Αποτελεί κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων ότι ο λογαριασμός του Αιτητή τερματίστηκε από την Καθ’ ης η Αίτηση η οποία τον ενημέρωσε ότι είχε βάσιμες υποψίες ότι ο Αιτητής είχε προβεί σε καταχρηστικές ενέργειες. Συνεπώς διαφαίνεται ότι η Καθ’ ης η Αίτηση ενήργησε εντός των συμβατικών της δικαιωμάτων.

Αποτελεί περαιτέρω παραδοχή του Αιτητή με την συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Κλούνις ότι αυτός προέβη σε ενέργειες οι οποίες συνιστούσαν παραβίαση της μεταξύ των μερών συμφωνίας, διεκπεραιώνοντας συναλλαγές εκ μέρους άλλου χρήστη και κάνοντας χρήση λογισμικού απόκρυψης της διεύθυνσης IP, κατά παράβαση μεταξύ άλλων του όρου 1.1 «Abusive Trading» (Τεκμ.  2 σελ. 2 της ένορκης δήλωσης του κ. Κλούνις) και των όρων 28.1 σημείο 7 και 28.2 στις σελ. 40 και 41 του ίδιου Τεκμ. ΡΡΚ2.

Δεν θα με απασχολήσει το ζήτημα αν ο Αιτητής  ενεργούσε παράνομα ως Σύμβουλος Επενδύσεων όπως παραδέχεται ότι ενεργοήυσε, χωρίς να κατέχει ανάλογη άδεια, ή εξουσιοδότηση από αρμόδια αρχή, γεγονός το οποίο, παραβιάζει Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς και τους Νόμους της Δημοκρατίας και εν πάση περιπτώσει αποτελεί παράνομη πράξη που αποτελεί αυτοδικαίως παράβαση του όρου 27 (σελ. 39 Τεκμ. 2 της ένορκης δήλωσης Κλούνις) παρόλο ότι αυτός στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση  του κ. Κλούνις απλώς  αρνείται τον εν λόγω ισχυρισμό είναι σε κάθε περίπτωση ζήτημα το οποίο θα πρέπει να αξιολογηθεί σε βάθος μετά που θα ακουσθεί μαρτυρία κατά την ακρόαση όμως της αγωγής. 

Τα ως άνω όμως συνιστούσαν λόγους οι οποίοι θα μπορούσαν να δώσουν δικαιολογημένα έρεισμα στην Καθ΄ης η Αίτηση να τερματίσει τον λογαριασμό.

Το Δικαστήριο, κατά την εκδίκαση Αίτησης για Απαγορευτικό Διάταγμα, πρέπει να αποφεύγει να καταλήγει σε συμπεράσματα αναφορικά με την πλήρη εξέταση του πραγματικού και νομικού καθεστώτος της υπόθεσης. Αυτό εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου, κατά τη ακροαματική διαδικασία επί της ουσίας της υπόθεσης. Όπως έχει αναφερθεί και στην Άκης Γρηγορίου ν Χριστάκης Σταύρου Χριστοφόρου (1995) 1 Α. Α. Δ. 248 στα πλαίσια εξέτασης Αίτησης για Απαγορευτικά διατάγματα το Δικαστήριο πρέπει να περιοριστεί στην διαπίστωση εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης ή οριστικοποίησης των Αιτουμένων Διαταγμάτων, χωρίς να εισέρχεται στην εκδίκαση της ουσίας της διαφοράς.

Επομένως στη βάση των πιο πάνω το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να  υπεισέρθει  σε εξέταση της Αγωγής επί της ουσίας της, αλλά ως καθίσταται προφανές από τις ένορκες θέσεις που έχουν προβληθεί ότι ο Αιτητής βασίζει την απαίτηση του σε πράξη του η οποία ενδεχόμενα θα μπορούσε να κριθεί ότι παραβαίνει την σύμβαση του με την Καθ΄ ης η Αίτηση και επομένως  αυτή  δεν μπορεί  να παράγει νόμιμα αποτελέσματα και ούτε να αποτελέσει βάση αγώγιμου δικαιώματος. Μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω αντίληψης μου δεν θα ήταν πρέπον κατά την άποψη μου σε αυτό το στάδιο να εξετάσω τα τεκμήρια που επισυνάφθηκαν τα οποία είναι κατά την Καθ΄ης η Αίτηση σκανδαλιστικά και εμμέσως πλήττουν και προσβάλλουν τους Θεσμούς της Δημοκρατίας της Κύπρου, χωρίς ωστόσο να αναφέρουν οτιδήποτε σχετικό με την δικαιοδοσία της Κύπρου ή την Εναγόμενη Εταιρεία.

Πέραν όμως αυτού τα εν λόγω τεκμήρια του Αιτητή αντικρούουν τους ισχυρισμούς του, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι έμμεσα ισχυρίζεται ότι εταιρείες παρόμοιας φύσης χειραγωγούν τις πλατφόρμες τους ώστε να εμποδίσουν την υπέρμετρη κερδοφορία των πελατών τους (σελ. 64 του Τεκμηρίου SCE1) ενώ ο ίδιος ισχυρίζεται ότι έχει κάνει κέρδη πέραν του €1,000,000.- ή όταν ισχυρίζεται ότι τα κέρδη του ήταν αποτέλεσμα της μεγάλης του πείρας στον τομέα των επενδύσεων, ενώ στο ίδιο πιο πάνω Τεκμ. αναφέρει ότι ακόμη και μία οικονομική διάνοια δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά την κίνηση μίας αξίας εντός του μικρού χρονικού διαστήματος που παρέχεται (σελ. 61 του Τεκμηρίου SCE1).

Στη βάσει των πιο πάνω έκδηλα καθίσταται φανερόν ότι ο Αιτητής δεν έχει αποδείξει στο βαθμό που απαιτείται στα πλαίσια εξέτασης αυτής της φύσης των αιτήσεων, ότι έχει συζητήσιμη υπόθεση με βάση το Δικόγραφο του που να δικαιολογείται η έκδοση του αιτούμενου απαγορευτικού Διατάγματος και  επομένως τίθεται εν αμφιβόλω η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, συνεπώς δεν πληρείται η πρώτη προϋπόθεση του Άρθρου 32, ανωτέρω.

Η δεύτερη προϋπόθεση, αυτή της ύπαρξης πιθανότητας να δικαιούται ο Αιτητής σε θεραπεία έχει ερμηνευτεί από σειρά υποθέσεων (βλέπε Odysseos ανωτέρω) ότι ικανοποιείται εφόσον ο Αιτητής αποδείξει ότι υπάρχει κάτι περισσότερο από απλή πιθανότητα επιτυχίας, αλλά και κάτι λιγότερο, από το ισοζύγιο πιθανοτήτων, που είναι ο βαθμός απόδειξης που απαιτείται στις αστικές υποθέσεις. Είναι δηλαδή αρκετό να αποδειχθεί με την μαρτυρία που θα τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, ορατή πιθανότητα επιτυχίας.

Όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω στην ανάλυση που έγινε  για ύπαρξη σοβαρού θέματος προς εκδίκαση καλύπτουν και το θέμα της δεύτερης προϋπόθεσης. Επιγραμματικά υπενθυμίζω ότι αφενός η Καθ’ ης η Αίτηση ενήργησε εντός των συμβατικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεών της εφόσον εύλογα υποψιάζεται για αντισυμβατική συμπεριφορά του Αιτητή με όσα στοιχεία έχει στη διάθεση του και αφετέρου ότι ο Αιτητής προέβη με δική του παραδοχή σε παράνομες και αντισυμβατικές πράξεις, συμπεριφορές και ενέργειες κατά την χρήση των υπηρεσιών της Καθ’ ης η Αίτηση, από τις οποίες δεν νομιμοποιείται να ωφεληθεί και συνεπώς να δικαιούται οιασδήποτε θεραπείας.

Στη βάση των πιο πάνω είναι η άποψη μου ότι ο Αιτητής στην παρούσα υπόθεση δεν έχει αποδείξει ότι έχει κάτι περισσότερο από απλή πιθανότητα επιτυχίας και συνεπώς η Αίτηση  και επομένως η αίτηση του για έκδοση απαγορευτικών ή παρεμπιπτόντων διαταγμάτων καθίσταται ακροσφαλής και καταλήγω ότι θα πρέπει να απορριφθεί και τα εκδοθέντα  Απαγορευτικά Διατάγματα θα πρέπει να  παύσουν να ισχύουν.

Σε σχέση με το θέμα των αποζημιώσεων που αξιώνει ο Αιτητής με το κλητήριο ένταλμά του είναι η τρίτη προϋπόθεση, κατά πόσο δηλαδή θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο εκτός εάν οριστικοποιηθεί το αιτούμενο Διάταγμα.

Στην Odysseos (ανωτέρω) το Ανώτατο Δικαστήριο, ανέφερε ότι το ζήτημα της επάρκειας της θεραπείας των αποζημιώσεων, εξετάζεται μέσα στα πλαίσια της τρίτης προϋπόθεσης που τίθεται από το Άρθρο 32 του Νόμου 14/1960. Όσο απομακρύνεται η πιθανότητα να συνιστά η θεραπεία των αποζημιώσεων, επαρκή θεραπεία, τότε ενισχύεται η πιθανότητα να πληρείται η τρίτη προϋπόθεση του Άρθρου 32 του Νόμου 14/1960. Αν η υπόθεση, ως εκ της φύσεως της, δεν επιδέχεται την θεραπεία των αποζημιώσεων, ή ο υπολογισμός των αποζημιώσεων θα είναι αδύνατος, τότε εύκολα μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μελλοντικό στάδιο, εκτός και εάν εκδοθεί το αιτούμενο Διάταγμα.

Σύμφωνα με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης το μόνο που αξιώνει ο Αιτητής είναι αποζημιώσεις από την Καθ’ ης η Αίτηση άρα γίνεται προφανές ότι ο ίδιος ο Αιτητής θεωρεί την θεραπεία της καταβολής αποζημιώσεων, εάν και εφόσον κατά την εκδίκαση της υπόθεσης το Δικαστήριο αποφασίσει υπέρ του, ως επαρκή θεραπεία. Επιπλέον, εξάγεται από τα πιο πάνω ότι η παρούσα υπόθεση επιδέχεται την θεραπεία των αποζημιώσεων και ότι δεν είναι αδύνατος ο υπολογισμός των εφόσον επιτύχει ο Αιτητής στην υπόθεσή του.

Βάσει των οικονομικών στοιχείων που παρουσίασε ενόρκως ο κ. Μεταξάς, τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τον Αιτητή, παρά μόνο εξέφρασε την δυσπιστία του, εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι δεν υπάρχει κίνδυνος μη απονομής πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο.

Σύμφωνα με τον πιο πάνω ενόρκως δηλούντα η Καθ’ ης η Αίτηση είναι εταιρεία με περιουσιακά στοιχεία πέραν των €9 εκατομμυρίων που απασχολεί 129 υπαλλήλους στην Κύπρο, με μεγάλη φήμη και εκτόπισμα διεθνώς. Δεν μπορεί να παρουσιάζεται από τον Αιτητή ότι θα εξαφανιστεί εν μία νυκτί, όπως αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ΄ης η Αίτηση, αφήνοντας τον χωρίς δυνατότητα είσπραξης σε περίπτωση επιτυχίας της Αγωγής του. Ειδικότερα δε όταν δεν παρουσιάζεται οιαδήποτε θετική μαρτυρία προς τούτο από πλευράς του. Αντ’ αυτού προκύπτει αντιφατικότητα στους ισχυρισμούς που προβάλλει καθώς από την μία ο Αιτητής στις αρχικές του δηλώσεις εμφανίζεται σίγουρος για τα στοιχεία που έχει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση πρόκειται να αποξενώσει περιουσιακά της στοιχεία, ενώ στην στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ.  Κλούνις δηλώνεται ότι δεν μπορεί να γνωρίζει κάτι σχετικό περί τούτου. Αλλά και η συμπεριφορά της Καθ’ ης η Αίτηση φανερώνει ότι ο Αιτητής δεν θα υποστεί οιανδήποτε ανεπανόρθωτη βλάβη από την μη έκδοση του Αιτούμενου Διατάγματος ή την μη παραμονή σε ισχύ αυτού, εφόσον από την ημερομηνία καταχώρησης της Αίτησης, δηλαδή όταν ηγέρθη ο ισχυρισμός περί ανεπανόρθωτης βλάβης μέχρι την ημερομηνία που η Καθ’ ης η Αίτηση έλαβε γνώση του προσωρινού διατάγματος και των διαδικασιών εναντίον της, ουδέν περιουσιακό στοιχείο αποξένωσε.

Συνεπεία των πιο πάνω καταλήγω ότι  ούτε η τρίτη προϋπόθεση στοιχειοθετείται με βάση τα δικόγραφα και συνεπώς η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και τα εκδοθέντα προσωρινά/ παρεμπίπτοντα  απαγορευτικά διατάγματα θα πρέπει  να παύσουν να ισχύουν.

Έχοντας υπόψη μου τα πιο πάνω και την κατάληξη μου ότι ο Αιτητής απέτυχε  να αποδείξει ότι συντρέχουν στην παρούσα  υπόθεση οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος μας για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων δεν θα με απασχολήσει το άλλο ζήτημα που εξετάζεται όταν ασφαλώς συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές αυτό της στάθμισης του κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσω και/ή οριστικοποιήσω τα εκδοθέντα διατάγματα. Ούτε και το ζήτημα του επείγοντος  είναι ζήτημα το οποίο ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου θα πρέπει να απασχολήσει περαιτέρω.  

 

Κατάληξη μου είναι ότι η Αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και τα προσωρινά εκδοθέντα απαγορευτικά ή παρεμπίπτοντα διατάγματα που εκδόθηκαν την 3011.2016  θα πρέπει να παύσουν να ισχύουν και επομένως ούτε το Αιτητικό Γ της αίτησης έχει πλέον έρεισμα.

 

Δεν βλέπω λόγο να αποκλίνω από τον γενικό κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της Καθ΄ης η Αίτηση και  εναντίον του Αιτητή όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο στο τέλος της διαδικασίας της αγωγής οπότε και θα είναι πληρωτέα.

 

 

 

(Υπογρ.)………………………………….

                                                                                     Χρήστος Γ. Φιλίππου, Α.Ε.Δ.

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΙΓΡΑΦΟ

 

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο