ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Κωνσταντίνου, A.Ε.Δ.

 

                                                               Αριθμός αγωγής: 971/2023 (i-justice)

 

Μεταξύ:

 

WANG CHUNLING

                                                                                                        Ενάγουσας

 

και

 

1. RASOL NOROUZIWARZEGANEI

                                 2. LIBERTY GRACE NOROUZI

                                                                                                        Εναγόμενων

--------------------

Αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης, ημερομηνίας 30.6.2023

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 8/1/2024

 

EMΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για ενάγουσα - αιτήτρια: ANDREAS L. NEOKLEOUS CHAMBERS LLC

Για εναγόμενους  1 και 2 - καθ’ ων η αίτηση: Π.& Φ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ  

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Δυνάμει γραπτής συμφωνίας, ημερομηνίας 1/9/2022 (στο εξής «επίδικη σύμβαση») η ενάγουσα νοίκιασε στους εναγόμενους 1 και 2, μια κατοικία της στη Λεμεσό (στο εξής «επίδικη κατοικία»). Η διάρκεια της ενοικίασης ορίστηκε σε δυο χρόνια (1/9/2022 - 31/8/2024) και το μηνιαίο ενοίκιο στα €2.500, προπληρωτέο την 1η μέρα κάθε μήνα.

 

Τα παραπάνω γεγονότα αποτελούν κοινό έδαφος μεταξύ των μερών.

 

Με την αγωγή της η ενάγουσα αξιώνει - μεταξύ άλλων - πρώτο, διάταγμα που να διατάσσει τους εναγόμενους να της παραδώσουν ελεύθερη κατοχή της  επίδικης κατοικίας, δεύτερο, αναγνωριστική απόφαση ότι η επίδικη σύμβαση τερματίστηκε και/ή έληξε από τις 4/5/2023, τρίτο, το ποσό των €7.500, υπό μορφή οφειλόμενων και απλήρωτων ενοικίων, τέταρτο, το ποσό των €2.500, υπό μορφή οφειλόμενων διαφυγόντων κερδών και/ή ενδιάμεσων οφελών από 1/6/2023 και κάθε μήνα μέχρι και την παράδοση ελεύθερης κατοχής της επίδικης κατοικίας στην ίδια και πέμπτο, ειδικές αποζημιώσεις για απώλειες και/ή έξοδα αποκατάστασης και/ή επαναφοράς του κήπου της επίδικης κατοικίας, όπως θα υπολογιστούν κατά την ημερομηνία εκκένωσης της επίδικης κατοικίας και της παράδοσης ελεύθερης κατοχής της στην ίδια.

 

Το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα της αγωγής επιδόθηκε στους εναγόμενους, οι οποίοι, στις 13/6/2023 καταχώρησαν εμφάνιση. Η ενάγουσα, λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα, στις 30/6/2023 καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση, με την οποία ζητά την έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον τους σε σχέση με όλες τις παραπάνω αξιώσεις της.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση εκτίθενται στην επισυνημμένη ένορκη δήλωση της ενάγουσας.

 

Οι εναγόμενοι καταχώρησαν ένσταση στην αίτηση. Αποτελείται από 9 λόγους και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο εναγόμενος, κατ’ εξουσιοδότηση και της εναγόμενης συζύγου του.

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξάχθηκε στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων. Δεν προτίθεμαι να το επαναλάβω και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των εκατέρωθεν - γραπτών - αγορεύσεων των δικηγόρων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Προτού υπεισέλθω στην ουσία της αίτησης, θα ήθελα να τοποθετηθώ επί  της θέσης των ευπαίδευτων δικηγόρων της ενάγουσας - σύμφωνα με το περιεχόμενο της γραπτής αγόρευσής τους - ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη η ένσταση των εναγόμενων, «..ενόψει του ότι δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε μαρτυρία...» Όπως αναφέρεται συναφώς, η ένορκη δήλωση του εναγόμενου είναι συνταγμένη στην ελληνική γλώσσα κάτι που προξενεί ερωτήματα, ενόψει του ότι ο εναγόμενος έχει καταγωγή και υπηκοότητα από τη Μεγάλη Βρετανία και ουδεμία αναφορά γίνεται στην ένορκη δήλωσή του ότι η ελληνική γλώσσα τού είναι καταληπτή και κατανοητή. Κατά συνέπεια, προστίθεται, η εν λόγω ένορκη δήλωση, η οποία συνοδεύει την ένσταση των εναγόμενων, θα έπρεπε να είχε γίνει στην αγγλική γλώσσα και να μεταφραστεί στην ελληνική, κάτι που δεν έπραξαν οι εναγόμενοι, με αποτέλεσμα ο εναγόμενος να θέσει την υπογραφή του ενώπιον του Πρωτοκολλητείου, χωρίς όμως να γνωρίζει το περιεχόμενο του εγγράφου που υπέγραψε.

 

Το γεγονός ότι ο εναγόμενος 1 κατάγεται από τη Μεγάλη Βρετανία και είναι υπήκοος Μεγάλης Βρετανίας, δε δημιουργεί οποιοδήποτε τεκμήριο ότι γνωρίζει είτε να γράφει είτε να διαβάζει είτε να ομιλεί την αγγλική γλώσσα είτε ακόμη πως δε γνωρίζει είτε να γράφει είτε να διαβάζει είτε να ομιλεί οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, περιλαμβανομένης της ελληνικής. Τα όποια ερωτήματα προξενεί στους δικηγόρους της ενάγουσας το γεγονός ότι ο εναγόμενος προέβη σε ένορκη δήλωση στα ελληνικά, υπήρχε τρόπος να απαντηθούν. Θα μπορούσαν να ζητήσουν την αντεξέταση του εναγόμενου σε σχέση με το θέμα που εγείρουν με την αγόρευσή τους και η ενάγουσα, εάν αποτελεί θέση της ότι ο εναγόμενος δε γνωρίζει είτε να μιλά είτε να διαβάζει είτε και να γράφει στα ελληνικά, θα μπορούσε να ζητήσει άδεια να καταχωρήσει σχετική συμπληρωματική ένορκη δήλωση.

 

Ούτε το ένα έχει γίνει μα ούτε και το άλλο, επομένως, το αίτημα των δικηγόρων της ενάγουσας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Αυτό δε και για τον επιπλέον λόγο ότι το αίτημα εδράζεται σε ισχυρισμούς γεγονότων που περιέχονται στη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων της ενάγουσας και όπως είναι καλά γνωστό, η αγόρευση ενός δικηγόρου δεν αποτελεί μαρτυρία μα ούτε και την υποκαθιστά.

 

Επί της ουσίας τώρα.

 

Η αίτηση για έκδοση συνοπτικής απόφασης βασίζεται στη Δ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Σύμφωνα με τη Δ.18 Θ.1(α) - η οποία αποτέλεσε αντικείμενο ανάλυσης και ερμηνείας επανειλημμένα από το Ανώτατο Δικαστήριο, σε σωρεία αποφάσεών του - για να επιληφθεί ένα Δικαστήριο αίτησης για έκδοση συνοπτικής απόφασης, θα πρέπει να πληρούνται τρεις προκαταρκτικές - δικαιοδοτικής φύσεως, προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα:

 

(α) Το κλητήριο ένταλμα θα πρέπει να είναι ειδικά οπισθογραφημένο, δυνάμει της Δ.2 Θ.6.

 

(β) Ο εναγόμενος θα πρέπει να έχει καταχωρήσει εμφάνιση, και

 

(γ) Η αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση προσώπου που να μπορεί να ορκιστεί θετικά ως προς τα γεγονότα και να επαληθεύσει το αγώγιμο δικαίωμα και το ποσό που απαιτείται καθώς και να δηλώνει ότι δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή (βλ. Αθηνούλα Δημητρίου ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 782, The Chain Gulf Traders Ltd κ.α. ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (1997) 1(B) Α.Α.Δ. 1168, Νεάρχου κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1(Β) Α.Α.Δ. 818 κ.ο.κ.).

 

Αν διαπιστωθεί ότι οι πιο πάνω προϋποθέσεις πληρούνται (εννοείται σωρευτικά) το δικαίωμα του ενάγοντα να αποταθεί στο Δικαστήριο για έκδοση συνοπτικής απόφασης, θεμελιώνεται ενώ την ίδια ώρα, το βάρος να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση ή να αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να θεωρηθούν επαρκή για να του δοθεί το δικαίωμα υπεράσπισης μετατοπίζεται στον εναγόμενο (βλ. Kyprianides v. Ioannou (1961) 1 C.L.R. 265, Hermes Insurance Co Ltd v. Theodorides (1983) 1 C.L.R. 333 κ.ά.).

 

Δεν είναι αναγκαίο να καταδειχθεί βεβαιότητα επιτυχίας μιας υπεράσπισης, αφού, μια καλή πιθανότητα επιτυχίας θα είναι αρκετή. Τα εγειρόμενα θέματα προς υπεράσπιση θα πρέπει να δίνονται ενόρκως, με ικανές λεπτομέρειες στις οποίες στηρίζονται (βλ. Trans Middle East Trading (T.M.E.T.) Ltd v. Abdul Azziz Tlais (1991) 1 Α.Α.Δ. 239).

 

Καθ’ όλα σχετικά είναι και όσα ακολουθούν από την απόφαση στην υπόθεση Κυριάκου ν. Αναστασίου (2013) 1 Α.Α.Δ. 148:

 

«…είναι γνωστό ότι η δυνατότητα που παρέχεται από τη Δ.18 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας προς έκδοση συνοπτικής απόφασης, αποτελεί τον επιτρεπόμενο δικονομικά τρόπο παράκαμψης της συνήθους διεξαγωγής της δίκης και κατά συνέπεια αποτελεί από αυτή την άποψη ένα εξαιρετικό μέτρο. Προσφέρεται στα πλαίσια όσο το δυνατόν γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης εκεί όπου ο ενάγων συμμορφούμενος με τις διατάξεις της Δ.18 θ.1, μετατοπίζει το βάρος στους ώμους του εναγομένου για να αποκαλύψει καλή υπεράσπιση. Ο εναγόμενος θα πρέπει σύμφωνα με σαφή και καθιερωμένη νομολογία, να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου για να του δοθεί άδεια να υπερασπιστεί την υπόθεση. Αναμφίβολα η εξουσία του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.18 ασκείται με φειδώ και όπου εμφανώς τα γεγονότα που η πλευρά του εναγομένου παραθέτει μέσα από την ένσταση της, δεν αφήνουν περιθώρια για νόμιμη υπεράσπιση, (δέστε Μάρκος Νικολάου Λτδ ν. Adamko Constructions Ltd (2005) 1 Α.Α.Δ. 376).

 

Έχει υποδειχθεί στη N.V. Caterchef Ltd v. P.C.P. Electronics Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1912 και έχει επιβεβαιωθεί εκ νέου στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 1 Α.Α.Δ. 408, ότι το δικαίωμα υπεράσπισης χωρίς όρους δεν «.. ικανοποιείται χωρίς την παροχή λεπτομερειών σε λογική έκταση διαφορετικά, θα ήταν εύκολο σε σχεδόν κάθε περίπτωση να εξασφαλίζεται άδεια με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς με αποτέλεσμα την αχρήστευση του.». Το τι αναμένεται από ένα εναγόμενο όταν αντιμετωπίζει αίτηση για συνοπτική απόφαση έχει διαχρονικά επιβεβαιωθεί από τη φράση «condescend upon particulars». Στο Annual Practice 1970 σελ. 127, παρ. 14/3-4/4, αναφέρονται τα εξής:

 

«The defendant´s affidavit must "condescend upon particulars", and should, as far as possible, deal specifically with the plaintiff´s claim and affidavit, and state clearly and concisely what the defence is, and what facts are relied on as supporting it. It should also state whether the defence goes to the whole or part of the claim, and in the latter case it should specify the part.

 

... if a legal objection is raised, the facts and the point of law arising thereon must be clearly stated.

 

Indeed, in all cases, sufficient facts and particulars must be given to show that there is a bona fide defence.»

 

Αναφορικά με το σκοπό της διαδικασίας για συνοπτική απόφαση σύμφωνα με τη Νεάρχου (ανωτέρω) αυτός είναι:

 

«…κυρίως η ταχύτητα, δηλαδή να λαμβάνει ο ενάγων έγκαιρα απόφαση εκεί που τα γεγονότα είναι τέτοια που δείχνουν ότι η απαίτηση του είναι τόση καθαρή που να μην χρειάζεται κανονική δίκη, ενώ αντίθετα να δείχνουν ότι η υπεράσπιση δεν προβάλλεται καλόπιστα, αλλά απλώς για σκοπούς καθυστέρησης της υπόθεσης. Επειδή όμως η διαδικασία αυτή αποστερεί ουσιαστικά τον εναγόμενο από του να υπερασπίσει την υπόθεση σε κανονική δίκη, η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση συνοπτικής απόφασης ασκείται πολύ προσεκτικά, σπάνια και με βάση ορισμένα κριτήρια τα οποία περιέχονται στη Δ.18 κκ. 1 – 5, όπως αυτά εξηγήθηκαν τόσο σε αγγλική νομολογία όσο και σε νομολογία του δικού μας Ανωτάτου Δικαστηρίου…».

 

Όλες οι παραπάνω αρχές επαναλαμβάνονται και σε σημαντικό αριθμό, ακόμη πιο πρόσφατων αποφάσεων. Ενδεικτικά παραπέμπω στις υποθέσεις Μιχαηλίδης κ.ά. ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ, Πολ. Έφ. Αρ. 60/2011, ημερ. 12/7/2016, Χαραλάμπους ν. Νεοφύτου κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 292/2011, ημερ. 7/7/2017, ECLI:CY:AD:2017:A251, BRAINVIBES LTD κ.ά. ν. ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ, Πολ. Έφ. Αρ. 504/2012, ημερ. 17/5/2018, ECLI:CY:AD:2018:A235, Χριστοδούλου ν. Σάββα, Πολ. ΄Εφ. Αρ. 139/2012, ημερ. 12/9/2018, Χαράκης ν. Βρυώνη, Πολ. Έφ. Αρ. Ε28/2017, ημερ. 24/10/2018, Κωνσταντίνου κ.ά. ν. ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ, Πολ. ΄Εφ. Αρ. Ε75/2013, ημερ. 5/3/2019, Φιλίππου κ.ά. ν. Κούτρα, Πολ. ΄Εφ. Αρ. 397/2012, ημερ. 20/6/2019, ECLI:CY:AD:2019:A235 και Χαραλάμπους (Καρούσου) v. Μελά, Πολ. Έφ. Αρ. E242/2014, ημερ. 3/9/2020.

 

Στην υπό κρίση αίτηση αποτελεί γεγονός αυταπόδεικτο ότι οι δύο πρώτες προκαταρκτικές - δικαιοδοτικής φύσεως προϋποθέσεις, πληρούνται. Η ενάγουσα καθώς ήδη έχει αναφερθεί καταχώρησε την αγωγή της με ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα και οι εναγόμενοι καταχώρησαν εμφάνιση. 

 

Στο ερώτημα, κατά πόσο η ενάγουσα είναι πρόσωπο το οποίο θα μπορούσε να ορκιστεί θετικά ως προς τα γεγονότα και να επιβεβαιώσει την αιτία της αγωγής κ.ο.κ., απαντώ καταφατικά.

 

Σύμφωνα με τη Νεάρχου (ανωτέρω):

 

«Η ένορκη δήλωση για υποστήριξη της αίτησης για συνοπτική απόφαση πρέπει να συμμορφώνεται προς ορισμένα κριτήρια π.χ. να είναι από τον ίδιο τον ενάγοντα ή άλλο πρόσωπο που να μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης, και τη βάση της αγωγής και περαιτέρω να δηλώνει ρητά ότι απ'  ότι πιστεύει δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή.  Εκεί που ο Αιτητής είναι νομικό πρόσωπο τότε μπορεί να ορκισθεί κάποιο άλλο πρόσωπο που εργοδοτείται από την εταιρεία το οποίο όμως να μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης και να επιβεβαιώνει την βάση της αγωγής και το αιτούμενο ποσό και όχι τα όσα αναφέρει να είναι πληροφορίες που πήρε από άλλους ή να στηρίζεται απλώς στα όσα ο ίδιος πιστεύει. (Βλ.Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Banka S.A. πιο πάνω, σελ. 136 - 138) όπου γίνεται αναφορά και σε αγγλική νομολογία)».

 

Καθόλα σχετικά είναι και όσα ακολουθούν από την απόφαση στην υπόθεση Σπηταλιώτης κ.ά. ν. Liberty Life Insurance Ltd (2004) 1(B) A.A.Δ.1113:

 

«Σε αίτηση για συνοπτική απόφαση σύμφωνα με τις πρόνοιες της Διαταγής 18, η ένορκη δήλωση μπορεί να υπογραφεί από τον ενάγοντα που έχει προσωπική γνώση των γεγονότων ή από πρόσωπο που μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα (or by any other person who can swear positively to the facts). Σε περιπτώσεις εταιρειών ή τραπεζικών οργανισμών η ένορκη δήλωση βασίζεται σε δηλώσεις αξιωματούχων που έχουν αποκτήσει, σύμφωνα με τα καθήκοντα που εκτελούν, τις αναγκαίες γνώσεις για να προβούν στην απαραίτητη ένορκη δήλωση. Όπως ορθά σημειώνεται από το πρωτόδικο Δικαστήριο "από τη στιγμή που ο οργανισμός εξουσιοδοτεί το συγκεκριμένο άτομο να ορκιστεί επί της επαλήθευσης της απαίτησης από τη θέση που του έχει εμπιστευθεί εργοδοτώντας τον, σημαίνει ότι ικανοποιείται το κριτήριο της θετικής γνώσης"».

 

Βλέπε και Δημητρίου και The Chain Gulf Traders Ltd (ανωτέρω). 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση είναι της ενάγουσας, η οποία, σ’ αυτή - συναφώς με το εγερθέν ερώτημα - μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής: έχει πλήρη, προσωπική, απευθείας και θετική γνώση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση, υπό την ιδιότητά της ως ιδιοκτήτριας της επίδικης κατοικίας καθώς και όλων των γεγονότων που αναφέρει. Ταυτόχρονα έχει στην κατοχή της το σύνολο των εγγράφων που αφορούν την υπόθεση τα οποία διατηρούσε σε σχετικό φάκελο που τηρεί αναφορικά με την επίδικη κατοικία, ο οποίος βρίσκεται στην κατοχή της και δηλώνει ότι έχει προσωπική και θετική γνώση του περιεχομένου των εν λόγω εγγράφων.

 

Να πω απλώς - για να μη μακρηγορώ -  ότι, εκτός του ότι δεν αποτελεί θέση των εναγόμενων πως δεν πληρείται η υπό εξέταση, δικαιοδοτικής φύσεως, προϋπόθεση, απ’ όσα αναφέρει ο εναγόμενος στην ένορκη δήλωσή του που υποστηρίζει την ένσταση στην υπό κρίση αίτηση, είναι σαφές, ότι έστω έμμεσα αποτελεί και θέση των εναγόμενων ότι η ενάγουσα είναι το μόνο πρόσωπο που θα μπορούσε να ορκιστεί θετικά προς υποστήριξη της αίτησης.

 

Δεδομένου ότι και οι τρεις προκαταρκτικές - δικαιοδοτικής φύσεως, προϋποθέσεις πληρούνται που με απλά λόγια σημαίνει ότι το δικαίωμα της ενάγουσας να αποταθεί στο Δικαστήριο για έκδοση συνοπτικής απόφασης θεμελιώνεται, ό,τι απομένει να εξεταστεί είναι κατά πόσο οι εναγόμενοι έχουν καλή υπεράσπιση στην αγωγή ή έχουν αποκαλύψει τέτοια, επαρκή γεγονότα ώστε να τους δοθεί το δικαίωμα υπεράσπισης.

 

Σχετικοί με το θέμα είναι οι δυο πρώτοι λόγοι ένστασης στην αίτηση. Σύμφωνα με τον πρώτο, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση συνοπτικής απόφασης, ενώ σύμφωνα με το δεύτερο, ο τερματισμός της επίδικης σύμβασης είναι λανθασμένος και/ή δεν έγινε σωστός τερματισμός και/ή έγινε εκτός της προθεσμίας και/ή έγινε προτού παρέλθει ο χρόνος που προβλέπεται στην επίδικη συμφωνία.

 

Παρατηρώ τα εξής:

 

Καθώς ήδη έχει αναφερθεί η επίδικη σύμβαση διαλαμβάνει ότι το μηναίο ενοίκιο θα είναι προπληρωτέο την 1η μέρα κάθε μήνα. Ο όρος 26 διαλαμβάνει για το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να τερματίσει την επίδικη σύμβαση και να αξιώσει την άμεση κατοχή της επίδικης κατοικίας σε περίπτωση που ο ενοικιαστής καθυστερήσει να πληρώσει το ενοίκιο, πέραν των 30 ημερολογιακών ημερών ή παραβιάσει οποιονδήποτε από τους όρους της επίδικης σύμβασης. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό σημαίνει ότι εάν οι εναγόμενοι κατέβαλλαν το ενοίκιο, για το Μάρτη του 2023 που μας ενδιαφέρει, μέχρι και την 31η μέρα του, η ενάγουσα δεν είχε δικαίωμα να τερματίσει την επίδικη σύμβαση, ισχυριζόμενη ότι οι εναγόμενοι, κατά παράβασή της παρέλειψαν να καταβάλουν εμπρόθεσμα το συγκεκριμένο ενοίκιο.

 

Το τι έγινε στην προκειμένη περίπτωση είναι το εξής:

 

Η ενάγουσα, με την επιστολή της προς τους εναγόμενους, ημερομηνίας 1/3/2023, κατ’ επίκληση του όρου 26 της επίδικης σύμβασης (ανωτέρω) τους ενημερώνει - μεταξύ άλλων - ότι σε περίπτωση που δεν καταβάλουν το ενοίκιο για το Μάρτη, το αργότερο, στις 30/3/2023, θα υποχρεωθεί να καταγγείλει την επίδικη σύμβαση. Το πρώτο που παρατηρώ είναι ότι, εκ πρώτης όψεως, η ενάγουσα δε φαίνεται να είχε τέτοιο δικαίωμα, αφού, για λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, οι εναγόμενοι, δυνάμει της επίδικης σύμβασης είχαν το δικαίωμα να της καταβάλουν το συγκεκριμένο ενοίκιο, μέχρι και τις 31/3/2023.

 

Όπως η ίδια αναφέρει στις παραγράφους 17, 18 και 19 της ένορκης δήλωσής της που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, «Παρερχομένων 30 ημερών από την ημέρα που όφειλαν να εξοφλήσουν το εν λόγο ποσό (εννοώντας την 30/3/2023)» έδωσε οδηγίες στους δικηγόρους της να προχωρήσουν στην ετοιμασία επιστολής τερματισμού της επίδικης σύμβασης. Οι τελευταίοι απέστειλαν στους εναγόμενους επιστολή, ημερομηνίας 30/3/2023 η οποία επιδόθηκε και υπογράφτηκε η παραλαβή της δεόντως από τον εναγόμενο, στις 3/4/2023 και για λογαριασμό της εναγόμενης, που είναι σύζυγος και συγκάτοικός του. Επί της ουσίας, προστίθεται, με την εν λόγω επιστολή, οι εναγόμενοι ενημερώθηκαν ότι η επίδικη σύμβαση θα τερματιστεί σε ένα μήνα από τη λήψη της επιστολής, λόγω παράλειψης πληρωμής των οφειλόμενων ενοικίων και οφειλόμενων λογαριασμών, εκτός εάν οι εναγόμενοι προχωρούσαν σε πλήρη εξόφληση των οφειλόμενων ενοικίων. Περί τις 3/4/2023 έδωσε περαιτέρω οδηγίες στους δικηγόρους της να προωθήσουν μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συνημμένη επιστολή, ίδιας ημερομηνίας, το περιεχόμενο του οποίου είναι το ίδιο με της επιστολής, ημερομηνίας 30/3/2023, πλην των ποσών που αναφέρονταν για ανεξόφλητους λογαριασμούς, οι οποίοι είχαν διευθετηθεί.

 

Ιδιαίτερη σημασία έχουν και τ’ ακόλουθα που αναφέρει η ενάγουσα στην παράγραφο 20 (β)(γ) και (δ):

 

Παρότι οι εναγόμενοι γνώριζαν ότι διατηρεί το δικαίωμα να τερματίσει την επίδικη σύμβαση και να απαιτήσει άμεσα την ανάκτηση κατοχής της επίδικης κατοικίας σε περίπτωση που καθυστερήσουν την καταβολή ενοικίων, πέραν των 30 ημερών, αυτοί, κατά παράβαση της επίδικης σύμβασης και παρά τις επανειλημμένες ειδοποιήσεις της και τη λήψη επιστολής τερματισμού των δικηγόρων της, ημερομηνίας 30/3/2023, λόγω καθυστερημένων ενοικίων, με την οποία τους δόθηκε προθεσμία ενός μηνός από τη λήψη της επιστολής για συμμόρφωση, η εν λόγω χρονική περίοδος παρήλθε άπρακτη, καθότι οι εναγόμενοι δε συμμορφώθηκαν και αρνήθηκαν, παρέλειψαν και αμέλησαν να της παραδώσουν την κατοχή της επίδικης κατοικίας μέχρι τις 4/5/2023 και έκτοτε εξακολουθούν παράνομα και με συμπεριφορά που συνιστά επέμβαση επί της επίδικης κατοικίας, να έχουν την κατοχή της, χωρίς την άδεια και συγκατάθεσή της. Παρόλο που η επίδικη σύμβαση τερματίστηκε στις 4/5/2023, οι εναγόμενοι ιδιοποιήθηκαν παράνομα την επίδικη κατοικία. Παρότι η επίδικη σύμβαση τερματίστηκε κατά τις 4/5/2023 και οι εναγόμενοι όφειλαν να της παραδώσουν την κατοχή της επίδικης κατοικίας δυνάμει της επιστολής ημερομηνίας 30/3/2023, αυτοί μέχρι σήμερα αρνούνται, αμελούν και παραλείπουν να εκκενώσουν και παραδώσουν ελεύθερη την κατοχή και χρήση της επίδικης κατοικίας.

 

Από τους παραπάνω ισχυρισμούς της ενάγουσας, εκτός του ότι είναι φανερό ότι αποτελεί θέση της ότι η επίδικη σύμβαση τερματίστηκε, σε μια περίπτωση, στις 30/3/2023 και σε άλλη, στις 4/5/2023, είναι και το γεγονός, ότι, για λόγους που αναφέρονται σε άλλο σημείο (πιο πάνω) δυνάμει της επίδικης σύμβασης, οι εναγόμενοι, ναι μεν όφειλαν να καταβάλλουν το μηνιαίο ενοίκιο την 1η μέρα κάθε μήνα, πλην όμως, με βάση τον όρο 26 της επίδικης σύμβασης, η ενάγουσα, δικαίωμα τερματισμού της είχε σε περίπτωση που οι εναγόμενοι ενοικιαστές καθυστερούσαν να πληρώσουν το ενοίκιο, πέραν των 30 ημερολογιακών ημερών. Με λίγα λόγια, η ενάγουσα είχε τέτοιο δικαίωμα από τις 31/3/2023 και όχι από τις 30/3/2023 που το είχε ασκήσει, που με απλά λόγια σημαίνει ότι, κατά παράβαση της επίδικης συμφωνίας, το έχει ασκήσει πρόωρα, έστω κατά μια ημέρα.

 

Όλα τα παραπάνω γεγονότα, τα οποία μάλιστα έχει θέσει ενώπιόν μου η ίδια η ενάγουσα για σκοπούς στοιχειοθέτησης της υπό κρίση αίτησης, ασφαλώς αποτελούν εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση για τους εναγόμενους στην εναντίον τους αγωγή της, την οποία (υπεράσπιση) καθηκόντως οφείλω να τους δώσω το δικαίωμα να προβάλουν στο πλαίσιο κανονικής δίκης. Αυτό δε, χωρίς να υπεισέρχομαι καθόλου στο περιεχόμενο των δυο επιστολών των δικηγόρων της ενάγουσας προς τους εναγόμενους, ημερομηνίας 30/3/2023 και 3/4/2023, αντίστοιχα και να διατυπώσω θέση, ως προς το κατά πόσο η επίδικη σύμβαση έχει όντως τερματιστεί, είτε με τη μια επιστολή είτε με την άλλη.

 

Και κάτι ακόμη, που παρότι δεν εγείρεται ευθέως από τους εναγόμενους, εντούτοις, θεωρώ ότι καλύπτεται από το δεύτερο λόγο ένστασης (ως ανωτέρω). Ο όρος 27 της επίδικης σύμβασης προνοεί ότι οποιαδήποτε ειδοποίηση θα δοθεί στο πλαίσιο της επίδικης σύμβασης από οποιοδήποτε μέρος της, θα πρέπει να είναι γραπτή και να αποστέλλεται με συστημένη επιστολή. Από το σύνολο της μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιόν μου, κυρίως από την ενάγουσα, δεν προκύπτει ότι οι διάφορες επιστολές, είτε της ίδιας είτε των δικηγόρων της, προς τους εναγόμενους, τους στάλθηκαν συστημένες.

 

Δε νομίζω πως χρειάζεται να επεκταθώ.

Και, με δεδομένο ότι και οι 5 αξιώσεις της ενάγουσας για τις οποίες ζητά την έκδοση συνοπτικής απόφασης εδράζονται στη θεμελιακή θέση της ότι προέβη σε νόμιμο τερματισμό της επίδικης σύμβασης, λόγω παράβασής της από τους εναγόμενους, θέση, έναντι της οποίας, για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, οι εναγόμενοι έχουν αποκαλύψει την ύπαρξη υπεράσπισης, η αίτηση συνολικά είναι έκθετη σε απόρριψη.

 

Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η αίτηση απορρίπτεται.

 

Δεδομένου ότι οι εναγόμενοι έχουν ήδη καταχωρήσει την υπεράσπισή τους δεν τίθεται θέμα να τους δοθεί άδεια για το σκοπό αυτό.

 

Αναφορικά με τα έξοδα, δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των εναγόμενων και σε βάρος της ενάγουσας και θα είναι εισπρακτέα στο τέλος της αγωγής.

 

 

  

                                                                          (Υπ.) ...…………………………

                                                                                    Κ. Κωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

/ΚΚ-TA

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο