ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

Αγωγή αρ.: 867/2018

Μεταξύ:-

1. Ανδρέα Νεοκλέους

2. Παναγιώτας Γεωργίου

 

Ενάγοντες

- και -

 

Συνεργατικής Εταιρείας Ναυτιλιακών Υπηρεσιών Κύπρου (Comarine) Ltd

Εναγομένης

 

Ημερομηνία: 1η Φεβρουαρίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες: κα Ζ. Παπά για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενη: κα Α. Σαρρή για κ. Μ. Παναγίδης

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Με την παρούσα Αγωγή, η οποία εκδικάστηκε με την μέθοδο της ταχείας εκδίκασης, οι Ενάγοντες αξιώνουν από την Εναγόμενη ποσό €2,640 ως αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας παροχής ταξιδιωτικών υπηρεσιών.

 

ΤΑ ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ

 

Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, περί την 17/02/2017 ο Ενάγων 1 συμβλήθηκε με την Εναγόμενη, η οποία ασχολείται με την διοργάνωση ταξιδιών, για αγορά πακέτου οργανωμένου ταξιδιού προς τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για τον ίδιο και τη σύζυγό του, ως ταξίδι για «τον μήνα του μέλιτος τους». Το πακέτο ήταν συνολικής αξίας €7.940 και περιλάμβανε εισιτήρια μετ’ επιστροφής προς τις Η.Π.Α., διαμονή σε ξενοδοχεία και κρουαζιέρα.

 

Στις 19/07/2017, ημέρα αναχώρησης των Εναγόντων, εκείνοι, για προσωπικούς λόγους, έχασαν την πτήση τους από Λάρνακα προς Φρανκφούρτη. Ενημέρωσαν την Εναγομένη και συζήτησαν τις συνέπειες της απώλειας της πτήσης τους στις υπόλοιπες πτήσεις εξωτερικού και τις εναλλακτικές επιλογές. Προκειμένου να μην απωλέσουν το σύνολο του ταξιδιού, κατέληξαν στην αγορά νέου πακέτου πτήσεων εξωτερικού μετ’ επιστροφής, με διαφορετικές εταιρείες αερογραμμών, με κόστος €2.640. Είναι το ποσό αυτό που αξιώνουν από την Εναγομένη, πλέον γενικές, ειδικές και τιμωρητικές/παραδειγματικές αποζημιώσεις για παράβαση σύμβασης και/ή αμέλεια και/ή απάτη και/ή ψευδείς παραστάσεις. Είναι, μεταξύ άλλων, η θέση των Εναγόντων ότι, η Εναγόμενη δεν τους παρουσίασε κατά την αγορά των εισιτηρίων οποιουσδήποτε όρους και ότι διαπίστωσαν εκ των υστέρων ότι τα αρχικά εισιτήρια των πτήσεων επιστροφής δεν είχαν απωλεσθεί ή ακυρωθεί ως τους είχε αναφέρει η Εναγόμενη. 

 

Με την Υπεράσπισή της η Εναγόμενη αποδέχεται την αγορά του αναφερόμενου στην Έκθεση Απαίτησης ταξιδιωτικού πακέτου, αλλά αρνείται την αξίωση των Εναγόντων, με το αιτιολογικό ότι η απώλεια της πτήσης Λάρνακας – Φρανκφούρτης, λόγω παράλειψης των Εναγόντων, είχε ως συνεπακόλουθο την απώλεια και της επόμενης πτήση (Φρανκφούρτη – Ορλάντο), καθότι επρόκειτο για συνδεόμενη πτήση (connected flight), η οποία ακυρώθηκε αυτόματα λόγω της μη προσέλευσης των Εναγομένων. Τα εισιτήρια επιστροφής δεν είχαν απωλεσθεί αλλά για να χρησιμοποιηθούν θα έπρεπε να γίνει επανέκδοσή τους, με επιπρόσθετη επιβάρυνση (περί τα €1500 για έκαστο), γεγονός που εξηγήθηκε στους Ενάγοντες, οι οποίοι επέλεξαν την έκδοση νέων εισιτηρίων. Η Εναγόμενη υποστηρίζει ότι οι σχετικοί όροι και προϋποθέσεις εξηγήθηκαν σαφώς στους Ενάγοντες και ότι τους δόθηκε και σχετικό έντυπο. Αρνούνται τη θέση των Εναγόντων ότι τα εισιτήρια επιστροφής δεν ακυρώθηκαν και υποστηρίζουν ότι παρόλο που φαίνονταν στο σύστημα, δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εάν δεν προηγείτο η διαδικασία επανέκδοσης που τους εξηγήθηκε. Ως εκ τούτου, αρνούνται την αξίωση των Εναγόντων και ζητούν την απόρριψη της Αγωγής με έξοδα σε βάρος τους.

 

Με την Απάντησή τους οι Ενάγοντες αρνούνται όλους τους ισχυρισμούς των Εναγόντων και εμμένουν στους δικούς τους.

 

Η ΑΚΡΟΑΣΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΑΧΘΕΙΣΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

Το αξιούμενο με την αγωγή ποσό δεν υπερβαίνει τις €3.000 και ακολουθήθηκε πορεία ταχείας εκδίκασης, δυνάμει της Διαταγής 30 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού (ο «ΠΔΔΚ»). Η Ακρόαση διεξήχθη στη βάση της γραπτής μαρτυρίας των μερών και δεν ζητήθηκε η διεξαγωγή αντεξέτασης, ούτε η προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας, δυνάμει της Δ.30 θ.7 του ΠΔΔΚ. Προσκομίστηκαν, επίσης, γραπτώς στο Δικαστήριο οι αγορεύσεις των δικηγόρων των μερών.

 

Προς υποστήριξη της αξίωσης των Εναγόντων κατατέθηκε Γραπτή Μαρτυρία του Ενάγοντος 1 («ΜΕ1»), η οποία συνοδεύεται από δώδεκα (12) Τεκμήρια και προς υποστήριξη της υπεράσπισης κατατέθηκε Γραπτή Μαρτυρία της Ευτυχίας Παπαδοπούλου («ΜΥ1»), η οποία συνοδεύεται επίσης από δώδεκα (12) Τεκμήρια.

 

Η μαρτυρία των Εναγόντων

 

Σύμφωνα με την Γραπτή Δήλωση του Ενάγοντος, περί την 17/02/2017, αγόρασε για τον ίδιο και την Ενάγουσα 2 (σύζυγό του), που τότε ήταν νιόπαντρο ζευγάρι, οργανωμένο ταξίδι με διαμονή στις Η.Π.Α., για τον «μήνα του μέλιτός τους», από το ταξιδιωτικό γραφείο που διατηρεί η Εναγόμενη στην Κυπερούντα.

 

Το πακέτο περιλάμβανε πτήσεις εξωτερικού μετ’ επιστροφής, πτήσεις εσωτερικού μεταξύ πολιτειών των Η.Π.Α, κρουαζιέρα με διαμονή και διαμονή σε ξενοδοχεία. Οι πτήσεις εξωτερικού του πακέτου ήταν οι ακόλουθες:

(α)  Λάρνακα – Φρανκφούρτη (19.07.2017)

(β)  Φρανκφούρτη – Ορλάντο (19.07.2017)

(γ)  Νέα Υόρκη (8.8.2017) – Βιέννη (9.8.2017)

(δ)  Βιέννη – Λάρνακα (9.8.2017)

 

Το ταξιδιωτικό πακέτο ήταν συνολικής αξίας €7.940, εκ του οποίου ποσό €2.410 αντιστοιχούσε στα αεροπορικά εισιτήρια των πτήσεων εξωτερικού (Τεκμήριο 1). Ο ΜΕ1 προσκόμισε αντίγραφα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας με την Εναγόμενη ημερομηνιών 20.02.2017 – 02.03.2017 (Τεκμήρια 2, 3 & 5) και αντίγραφα αποδείξεων πληρωμής (Τεκμήρια 4 & 6).

 

Την 19/07/2017, ημέρα αναχώρησης από την Λάρνακα, οι Ενάγοντες έχασαν την πτήση Λάρνακας – Φρανκφούρτης, για δικούς τους προσωπικούς λόγους. Αμέσως, επικοινώνησαν με την Εναγόμενη και ζήτησαν την έκδοση νέων εισιτηρίων Λάρνακας - Φρανκφούρτης για να συνεχίσουν το ταξίδι τους με την πτήση Φρανκφούρτης – Ορλάντο. Ενημερώθηκαν, όμως, ότι λόγω της απώλειας της 1ης πτήσης ακυρώθηκαν και τα εισιτήρια της επόμενης πτήσης. Παρουσίασε τηλεφωνικά μηνύματα ημερομηνίας 19.07.2017 – 20.07.2017 (Τεκμήριο 7) και στιγμιότυπο οθόνης από την ιστοσελίδα της αεροπορικής εταιρείας Lufthansa, αναφορικά με τα εισιτήρια επιστροφής (Τεκμήριο 8).

 

Οι Ενάγοντες ζήτησαν να αλλάξουν τα εισιτήρια και να ταξιδέψουν με τις ίδιες διαδρομές την επόμενη ημέρα, αλλά ενημερώθηκαν από την Εναγόμενη ότι θα υπήρχε επιπρόσθετη επιβάρυνση (penalty). Η επιλογή αυτή κρίθηκε από τους Ενάγοντες ως ασύμφορη και ζήτησαν από την Εναγόμενη να τους εκδώσει νέα εισιτήρια μετάβασης στο Ορλάντο, με οποιαδήποτε διαθέσιμη αερογραμμή. Την ίδια ημέρα, η Εναγόμενη ενημέρωσε τους Ενάγοντες ότι απωλέσθηκαν και τα υπόλοιπα εισιτήρια πτήσεων εξωτερικού που περιλαμβάνονταν στο πακέτο, συνέπεια η οποία απέρρεε από τους όρους και προϋποθέσεις έκδοσης των εισιτηρίων τους από την εταιρεία Lufthansa.

 

Ο ΜΕ1 υποστηρίζει ότι κατά την αγορά των εισιτηρίων, περί τις 22.02.2017, δεν τους παρουσιάστηκαν οποιοιδήποτε όροι και προϋποθέσεις των εισιτηρίων και ουδέποτε αποδέχθηκαν τέτοιους όρους. Ακόμα και μετά τα πιο πάνω γεγονότα, οι Ενάγοντες ζήτησαν από την Εναγόμενη να τους στείλει τους όρους χωρίς όμως ανταπόκριση. Αποδείξεις ηλεκτρονικών εισιτηρίων ημερομηνίας 22.02.2017 προσκομίστηκαν ως Τεκμήριο 9.

 

Οι Ενάγοντες προχώρησαν στην αγορά νέου πακέτου πτήσεων εξωτερικού από την Λάρνακα προς το Ορλάντο, με επιστροφή από την Νέα Υόρκη προς την Λάρνακα, συνολικού κόστους €2.640, το οποίο μειώθηκε στα €2.540, επειδή έκαναν χρήση σχετικού εκπτωτικού κουπονιού. Αντίγραφα των εισιτηρίων, της τραπεζικής επιταγής και του κουπονιού επισυνάφθηκαν ως Τεκμηρια 10, 11 και 12.

 

Περί την 07.08.2017, ενόσω οι Ενάγοντες βρίσκονταν στην Αμερική διαπίστωσαν, με έκπληξη, ότι τα αρχικά εισιτήρια των πτήσεων επιστροφής δεν είχαν ακυρωθεί, ως τους είχε αναφέρει η Εναγόμενη, αλλά η ιστοσελίδα της αεροπορική εταιρείας Lufthansa τους έδιδε τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε διαδικτυακό έλεγχο εισιτηρίου (online check in). Περί την 17.08.2017 επικοινώνησαν με την αεροπορική εταιρεία Lufthansa, οι εκπρόσωποι της οποίας τους παρέπεμψαν στην Εναγομένη. Προσπάθεια που καταβλήθηκε για εξώδικη διευθέτηση απέβη άκαρπη και οι Ενάγοντες καταχώρισαν την παρούσα Αγωγή.

 

Η μαρτυρία της Εναγομένης

 

Η ΜΥ1 ήταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο και μέχρι το 2022, διευθύντρια του υποκαταστήματος της Εναγομένης στην Κυπερούντα και ήταν το πρόσωπο που εξυπηρέτησε τους Ενάγοντες.

 

Σε συνάντηση που είχε μαζί τους τον Φεβρουάριο του 2017 συζήτησαν διάφορες επιλογές και κατέληξαν στο επίδικο πακέτο ταξιδιού. Όπως έκανε πάντοτε με όλους τους πελάτες, εξήγησε στους Ενάγοντες το κόστος του πακέτου, τους όρους του ταξιδιού και ότι τα εισιτήρια τους ήταν εισιτήρια, η αξία των οποίων δεν επιστρεφόταν (non-refundable tickets) σε περίπτωση ακύρωσής τους και ότι σε περίπτωση αλλαγής θα υφίσταντο κυρώσεις, που ήταν το ποσό της ποινής συν την διαφορά της αξίας του εισιτηρίου που θα ίσχυε την δεδομένη περίοδο με την αξία του αρχικού εισιτηρίου. Επίσης, σε περίπτωση ακύρωσης, εξ υπαιτιότητας του πελάτη, επιστρέφονται μόνο κάποιοι από τους φόρους.  Διευκρίνισε ότι δεν έδωσε στους Ενάγοντες οποιοδήποτε έντυπο με τους όρους της αεροπορικής εταιρείας Lufthansa, ότι η σχετική αναφορά στην Υπεράσπιση καταγράφηκε εκ παραδρομής και ότι τους εξήγησε τους όρους προφορικά. Μετά την συνάντηση, απέστειλε στους Ενάγοντες ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 17.02.2017 με την προσφορά (Τεκμήριο 1).

 

Οι Ενάγοντες δήλωσαν ότι κατανόησαν όσα τους εξήγησε και συμφώνησαν με την προσφορά, αφού προηγουμένως απάντησε σε ερωτήσεις τους. Πριν εκδώσει τα εισιτήρια επανέλαβε τους όρους του ταξιδιού και τις ποινές σε περίπτωση αλλαγής ή ακύρωσης των εισιτηρίων, οι Ενάγοντες συμφώνησαν και της ζήτησαν να προχωρήσει. Στις 22.02.2017 εξέδωσε τιμολόγιο για τις πτήσεις εξωτερικού, αξίας €2.410 και για τις ενδιάμεσες πτήσεις αξίας €1.215 (σύνολο €3.625), τα οποία οι Ενάγοντες εξόφλησαν. Προσκόμισε αντίγραφα των τιμολογίων και της απόδειξης είσπραξης ως Τεκμήρια 2, 3 και 4.

 

Η πτήση των Εναγόντων, Λάρνακας – Φρανκφούρτης, ήταν προγραμματισμένη στις 19.07.2017, ώρα 3:40 π.μ. και αργά το πρωί προς το μεσημέρι εκείνης της ημέρας οι Ενάγοντες της τηλεφώνησαν και της είπαν γελώντας ότι βρίσκονταν στο κέντρο της Λευκωσίας, μόλις είχαν συνειδητοποιήσει ότι έχασαν την πτήση τους επειδή μπέρδεψαν τις μέρες και της ζήτησαν να βρει νέα πτήση για Φρανκφούρτη, για να προλάβουν την επόμενη πτήση για Ορλάντο. Εκείνη τους ανέφερε ότι, με βάση τους κανονισμούς και την πρακτική της εταιρείας Lufthansa, εφόσον δεν παρουσιάστηκαν στο αεροδρόμιο για την πρώτη πτήση, ακυρώθηκε αυτόματα και η συνδεόμενη πτήση (connected flight) Φρανκφούρτης – Ορλάντο.

 

Την ίδια ημέρα την επισκέφθηκε ο Ενάγων 1 στο υποκατάστημα της Εναγόμενης,  για να βρουν τρόπο να μην χαθεί και το υπόλοιπο μέρος του ταξιδιού. Εκεί, του εξήγησε ότι για να μπορέσουν να ταξιδέψουν με τα ίδια εισιτήρια επιστροφής θα έπρεπε να γινόταν επανέκδοσή τους, αφού θα καθίσταντο πλέον ως εισιτήρια μίας κατεύθυνσης (one way tickets) και να πληρώσουν κυρώσεις που ανέρχονταν στο ποσό των €1.500 ο καθένας, ποσό που προέκυπτε από το άθροισμα της ποινικής ρήτρας (penalty) που ήταν €130,00 και της διαφοράς της αξίας των εισιτηρίων που εκδόθηκαν αρχικά, με την αξία τους κατά την 19.07.2017. Το ποσό αυτό φαινόταν αυτόματα από το ηλεκτρονικό σύστημα της Εναγομένης. Ως υποστήριξε, η μεγάλη διαφορά οφειλόταν στην αύξηση της αξίας των εισιτηρίων από τον Φεβρουάριο που είχαν εκδοθεί (περίοδος χαμηλής ζήτησης - low season) μέχρι τον Ιούλιο (περίοδος υψηλής ζήτησης – high season) και επειδή η αλλαγή γινόταν την τελευταία στιγμή.

 

Επειδή της φάνηκε ότι ο Ενάγων 1 είχε αμφιβολίες για όσα του είχε εξηγήσει, πήρε μπροστά του τηλέφωνο την λειτουργό της Lufthansa, η οποία επιβεβαίωσε όσα η ΜΥ1 του είχε αναφέρει. Μετά το τηλεφώνημα, ο Ενάγων ζήτησε από την ΜΥ1 να βρουν εναλλακτικές για να ταξιδέψουν προς Αμερική μετ’ επιστροφής και κατέληξαν στην έκδοση νέων εισιτηρίων με άλλη αεροπορική εταιρεία που θα στοίχιζαν λιγότερο από την επανέκδοση των υφιστάμενων εισιτηρίων. Εξέδωσε αυθημερόν τα νέα εισιτήρια για τη συνολική τιμή των €2.640 (Τεκμήρια 5 και 6). Οι Ενάγοντες εξόφλησαν το ποσό χωρίς επιφύλαξη ή διαμαρτυρία, αποδεχόμενοι πλήρως τα νέα δεδομένα που προέκυψαν εξ υπαιτιότητάς τους, κάνοντας χρήση και ενός εκπτωτικού κουπονιού (Τεκμήρια 7, 8 και 9). Αυθημερόν διερεύνησε, μέσω συνεργάτη της Εναγομένης, κατά πόσο δικαιούνταν οι Ενάγοντες επιστροφή χρημάτων για την απώλεια της πρώτης νύκτας διανυκτέρευσης στο Ορλάντο και έλαβε αρνητική απάντηση (Τεκμήριο 10).

 

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, οι Ενάγοντες είχαν επικοινωνία μαζί της, δήλωναν ευχαριστημένοι και δεν εξέφρασαν οποιοδήποτε παράπονο και οποιαδήποτε έγγραφα της ζητήθηκαν τα απέστειλε. Στις 30.10.2017 έλαβε με έκπληξη επιστολή από τους δικηγόρους των Εναγόντων, η οποία απαντήθηκε από τους δικηγόρους της Εναγομένης με επιστολή ημερομηνίας 06.12.2017 (Τεκμήριο 11), όπως έγινε και με επόμενη επιστολή των Εναγόντων, ημερομηνίας 01.12.2017, που απαντήθηκε εκ μέρους της Εναγομένης με επιστολή ημερομηνίας 19.12.2017 (Τεκμήριο 12). Οι επιστολές των δικηγόρων των Εναγόντων δεν κατατέθηκαν στο Δικαστήριο.

 

Σε σχέση με την δυνατότητα που παρέσχε η ιστοσελίδα της Lufthansa στους Ενάγονες να διενεργήσουν ηλεκτρονικό έλεγχο εισιτηρίων (online check in), ως το Τεκμήριο 8 του Ενάγοντος, υποστήριξε ότι για να διεκπεραιωνόταν ο ηλεκτρονικός έλεγχος και να εκδιδόταν κάρτα επιβίβασης (boarding pass) θα έπρεπε να γίνει επανέκδοση των εισιτηρίων και να πληρώσουν οι Ενάγοντες τις κυρώσεις που τους είχε εξηγήσει.

 

ΠΑΡΑΔΕΚΤΑ, ΜΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΜΕΝΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Από το περιεχόμενο των δικογράφων και το σύνολο της ενώπιον μου μαρτυρίας, προκύπτει ότι η αγορά του επίδικου ταξιδιωτικού πακέτου είναι παραδεκτή. Παραδεκτό είναι και το γεγονός ότι στις 19/07/2017 οι Ενάγοντες έχασαν την 1η τους πτήση από δική τους υπαιτιότητα και ότι, κατόπιν διαβούλευσης με την ΜΥ1 αγόρασαν νέο πακέτο πτήσεων εξωτερικού από Λάρνακα προς Ορλάντο, με επιστροφή από την Νέα Υόρκη προς την Λάρνακα, αξίας €2.560, το οποίο εξόφλησαν. Με τα νέα εισιτήρια, οι Ενάγοντες ταξίδεψαν και συνέχισαν το ταξίδι τους από τις 20.09.2017 και εξής. 

 

Εκείνο που αμφισβητείται στην προκειμένη περίπτωση είναι (α) κατά πόσο κοινοποιήθηκαν στους Ενάγοντες οι όροι έκδοσης των εισιτηρίων τους, (β) αν οι Ενάγοντες δεσμεύονταν από αυτούς εάν δεν τους κοινοποιήθηκαν και (γ) το κατά πόσο παραπλανήθηκαν από την Εναγομένη για το τι συνέβη με τα αρχικά εισιτήρια επιστροφής τους από τις Η.Π.Α. στην Κύπρο.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

 

Η παρούσα υπόθεση, ως πολιτική, κρίνεται επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων και ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός είτε εξ ολοκλήρου είτε μερικώς (βλ. Αγαπίου ν. Παναγιώτου (1988) 1 ΑΑΔ 263, Γενικός Εισαγγελέας ν. Μανώλη (1995) 2 ΑΑΔ 207, Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506).  Η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν (Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 CLR 180, Λεμονάρης ν. Πολεμίτη (1995) 1 ΑΑΔ 530). Η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (βλ. Χάρης Χρίστου νΕυγενία Khoreva (2002) 1 ΑΑΔ 454, Mossa Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.α. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165), αρκεί  να αιτιολογείται Ομήρου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Iωάννου Γεώργιος ν. Γεώργιου Kουννίδη (1998) 1 ΑΑΔ 1215.

 

Η αξιολόγησης της μαρτυρίας για σκοπούς αξιοπιστίας γίνεται προκειμένου να προβεί το Δικαστήριο σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, ώστε με αυτά ως βάση να εξετάσει στη συνέχεια, αν αυτός που έχει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στον βαθμό που απαιτείται (Wynne Barry ν. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Kωστάκη Δαυίδ Mαυρονικόλα (ανίκανου προσώπου) (2009) 1 ΑΑΔ 1138). Η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως επιπέδου απόδειξης.  Συνήθως θέμα αξιοπιστίας εγείρεται όταν υπάρχουν δύο διιστάμενες εκδοχές και το δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από τις δύο (βλ. R.C.K. Sports Ltd. v. Personal Advertising Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 1074, 1084, Barry Wynne (ανωτέρω)). 

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα πρέπει να γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και πειστικότητά της και με βάση την σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία, με αντιπαραβολή των θέσεων κάθε πλευράς και των τεκμηρίων που κατατέθηκαν στη διαδικασία (Ομήρου v. Δημοκρατίας (ανωτέρω), πάντοτε υπό το πρίσμα και στο αυστηρό πλαίσιο των δικογραφημένων ισχυρισμών, ενώ υπόκειται και στη βάσανο της λογικής και της ανθρώπινης πείρας (βλ. Χριστοφίνης ν. Φραντζή, Π.Έ. 328/11, ημερ. 31.5.2017, ECLI:CY:AD:2017:C35).

 

Εν όψει του ότι η Αγωγή εκδικάστηκε με την μέθοδο της ταχείας εκδίκασης, στη βάση μόνο γραπτής μαρτυρίας, η αξιολόγηση γίνεται χωρίς αναφορά σε εξωτερικές εντυπώσεις ή στην συμπεριφορά και στις αντιδράσεις του μάρτυρα στο εδώλιο, παράγοντες που ούτως ή άλλως δεν έχουν από μόνοι τους αποφασιστική σημασία (Νικολάου Νίκος ν. Aντώνη Παπαϊωάνου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1797, Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339, Κυριακίδης ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, ECLI:CY:AD:2018:A179, Π.Ε. 185/2012, ημερομηνίας 19.4.2018, ECLI:CY:AD:2018:A179). Συνεπώς, το γεγονός ότι οι μάρτυρες δεν καταθέτουν ζωντανά ενώπιον του Δικαστηρίου καθιστά μεν πιο ιδιαίτερο τον τρόπο αξιολόγησης της μαρτυρίας, δεν μεταβάλλει όμως τις νομολογιακές αρχές που διέπουν την αξιολόγηση και αποδοχή της μαρτυρίας, ούτε συνεπάγεται και την χαλάρωση των σχετικών κανόνων, οι οποίοι εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

 

Με αυτά τα δεδομένα, θα προχωρήσω να αξιολογήσω την μαρτυρία των μερών επί των ουσιωδών αμφισβητούμενων γεγονότων.

 

Η μαρτυρία του Ενάγοντος επί των ουσιωδών επίδικων ζητημάτων δεν παρατέθηκε με την απαιτούμενη λεπτομέρεια, επάρκεια, σαφήνεια και καθαρότητα που θα αναμενόταν, προκειμένου να έχει την ποιότητα εκείνη που θα της προσέδιδε πειστικότητα. Eπί των αμφισβητούμενων γεγονότων οι θέσεις τους παρουσιάζονται με γενικότητα, η οποία δίδει την εντύπωση υπεκφυγής. Η εντύπωση που αποκόμισα από την μαρτυρία του Ενάγοντος είναι η εκ των υστέρων προσπάθεια αποφυγής ή όσο το δυνατό μετριασμού των συνεπειών της παράλειψης των Εναγόντων να παρουσιαστούν εγκαίρως για να ταξιδέψουν. Συνεπώς, η μαρτυρία του επί των αμφισβητούμενων ζητημάτων δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

 

Αντιθέτως, στα ουσιώδη ζητήματα, η μαρτυρία της ΜΥ1 επί των αμφισβητούμενων γεγονότων παρατίθεται με επαρκή λεπτομέρεια και εκτενή αναφορά στα διαμειφθέντα μεταξύ των μερών, παρουσιάζει συνοχή και επάρκεια και συνάδει με το περιεχόμενο των τεκμηρίων. Επιπλέον, οι αναφορές της ΜΥ1 επί των διαμειφθέντων μεταξύ των μερών δεν έχουν αντικρουσθεί από την πλευρά των Εναγόντων, ούτε με αντεξέταση ούτε όμως με θετική αντίθετη μαρτυρία, απεναντίας οι θέσεις του Ενάγοντος τίθενται με ασάφεια και αοριστία. Εξαίρεση στα πιο πάνω, αποτελεί η μαρτυρία της ΜΥ1 επί του σημείου που αφορά την γραπτή προσκόμιση των όρων στους Ενάγοντες, η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο, ένεκα ακριβώς του αόριστου και ασαφούς τρόπου με τον οποίο τέθηκε και της μη στοιχειοθέτησής της, όπως θα εξηγήσω στη συνέχεια. Συνεπώς, με εξαίρεση το σημείο που προανέφερα, η μαρτυρία της ΜΥ1 γίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο. Θα εξηγήσω την πιο πάνω κατάληξη με αναφορά στην μαρτυρία των δύο μαρτύρων επί των κυρίως αμφισβητούμενων γεγονότων.

 

Οι όροι των εισιτηρίων

 

Σύμφωνα με τους Ενάγοντες, η Εναγόμενη δεν τους ενημέρωσε για τους όρους των εισιτηρίων πριν συνάψουν την μεταξύ τους συμφωνία και δη πριν αγοράσουν το επίδικο ταξιδιωτικό πακέτο.

 

Αντιθέτως, η ΜΥ υποστήριξε ότι συζήτησε με τους Ενάγοντες τις διάφορες επιλογές, όπως έκανε πάντοτε με όλους τους πελάτες, τους εξήγησε πλήρως τους όρους των εισιτηρίων, απάντησε σε ερωτήσεις τους και εντέλει οι Ενάγοντες κατέληξαν στο επίδικο πακέτο ταξιδιού. Μεταξύ άλλων, τους εξήγησε ότι τα εισιτήριά τους ήταν εισιτήρια, η αξία των οποίων δεν επιστρεφόταν (non-refundable tickets) σε περίπτωση ακύρωσής τους. Η θέση της Εναγομένης ότι είχε εξηγήσει στους Ενάγοντες τους όρους δικογραφείται και στην Υπεράσπιση (παράγραφος 10). Στην ίδια παράγραφο, η Εναγόμενη ισχυρίζεται ότι εφοδίασε τους Ενάγοντες και με σχετικό έντυπο. Η θέση αυτή δεν προωθήθηκε εντέλει, αλλά, αντιθέτως, η ΜΥ1 παραδέχθηκε ότι δεν δόθηκε στους Ενάγοντες κάτι γραπτώς, παρά μόνο τους εξήγησε τους όρους προφορικά.

 

Οι συζητήσεις μεταξύ των μερών, που οδήγησαν εντέλει στην αγορά του επίδικου ταξιδιωτικού πακέτου έγιναν προφορικά. Oι Ενάγοντες δεν αναφέρουν τίποτε σε σχέση με το τι συζήτησαν με την Εναγόμενη προκειμένου να καταλήξουν στο επίδικο πακέτο, τι θεωρούσαν εκείνοι ότι συμφώνησαν, τι αγόρασαν και σε τι ξεγελάστηκαν. Αφήνουν το σημείο αυτό της μαρτυρίας τους ανεξήγητα κενό, σε βαθμό που δεν πείθει και που δίνει την εντύπωση υπεκφυγής. Αντιθέτως, η ΜΥ1 ανέφερε ότι είχαν αγοράσει εισιτήρια που δεν επιδέχονταν αλλαγών και δεν επιστρέφετο η τιμή τους (non-refundable). Οι ίδιοι δεν ισχυρίστηκαν ότι αγόρασαν κάτι άλλο ή ότι τους δόθηκε η εντύπωση, κατά τις μεταξύ τους συνομιλίες, ότι αγόραζαν εισιτήρια με δικαίωμα διενέργειας αλλαγών και ακύρωσης χωρίς κόστος, κυρώσεις και συνέπειες. Η γενικόλογη αναφορά ότι δεν τους κοινοποιήθηκαν οποιοιδήποτε όροι των εισιτηρίων δεν συνάδει ούτε με την λογική, αφού το κόστος των εισιτηρίων ποικίλει, αναλόγως των δυνατοτήτων και υπηρεσιών που καλύπτει το κάθε είδος εισιτηρίου. Οι ίδιοι δεν κάνουν καμία αναφορά ως προς το είδος των εισιτηρίων που επέλεξαν να αγοράσουν και να πληρώσουν.  

 

Πέραν του κενού αυτού στην μαρτυρία των Εναγόντων, δεν επιχείρησαν ούτε να αντεξετάσουν την ΜΥ1 σε σχέση με τους ισχυρισμούς της ότι αγόρασαν εισιτήρια η αξία των οποίων δεν επιστρεφόταν (non-refundable) και ότι τους εξήγησε το χαρακτηριστικό αυτό, πριν την αγορά. Συγκεκριμένα, η ΜΥ1 υποστήριξε ότι εξήγησε στους Ενάγοντες τις επιλογές τους, αρχικώς, στο πλαίσιο συνάντησης. Έπειτα, κατά παράκλησή τους, τους απέστειλε με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 17.02.2017 την προσφορά της Εναγομένης με βάση την επιλογή τους (Τεκμήριο 1 στην μαρτυρία της ΜΥ1). Στη συνέχεια, απάντησε σε ερωτήσεις τους και αφού εκείνοι δήλωσαν ότι κατανόησαν όσα τους εξήγησε, συμφώνησαν με την προσφορά και της ζήτησαν να προχωρήσει. Στη βάση αυτή, εξέδωσε στις 22.02.2017 σχετικό τιμολόγιο. Οι θέσεις αυτές δεν αντικρούστηκαν από την πλευρά των Εναγόντων είτε με θετική μαρτυρία είτε μέσω αντεξέτασης και γίνονται αποδεκτές.

 

Συνεπώς, η θέση των Εναγόντων ότι δεν τους κοινοποιήθηκαν προφορικά οι όροι των εισιτηρίων δεν γίνεται αποδεκτή.

 

Γραπτή κοινοποίηση όρων των εισιτηρίων

 

Σε σχέση με την προσκόμιση γραπτώς των όρων των εισιτηρίων, έγινε παραδεκτό από την πλευρά της Εναγομένης ότι η  ΜΥ1 δεν τους έδωσε στους Ενάγοντες, πριν την αγορά του επίδικου ταξιδιωτικού πακέτου. Στις 19.07.2017, μετά την απώλεια της 1ης πτήσης των Εναγόντων, ο Ενάγων ζήτησε με μήνυμά του από την Εναγόμενη να του σταλούν οι όροι της αεροπορικής εταιρείας Lufthansa και υπενθύμισε το αίτημά του στις 20.07.2017 (Τεκμήριο 7 της μαρτυρίας του). Επί τούτου, η ΜΥ1 ανέφερε τα εξής (παράγραφος 22 της Δήλωσης της):

 

«από ότι θυμάμαι οτιδήποτε έγγραφα μου ζήτησαν τους τα έστειλα με ηλεκτρονικά μηνύματα (emails). Εξάλλου δεν μου ζήτησαν με τηλεφωνικό μήνυμα (SMS) ή άλλο τρόπο να τους τα στείλω ξανά, ούτε έλαβα οποιοδήποτε παράπονο από μέρους τους ότι παρέλειψα να τους στείλω οτιδήποτε». 

 

Η πιο πάνω θέση, αφενός τίθεται με αόριστο τρόπο και δεν εξειδικεύεται επαρκώς, όπως γίνεται την μαρτυρία της ΜΥ1 επί άλλων ουσιωδών ζητημάτων και, αφετέρου, δεν παρουσιάστηκε οποιοδήποτε αποδεικτικό που να τεκμηριώνει τη θέση αυτή. Ακόμα και στο πλαίσιο της ακρόασης δεν παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο οι υπό αναφορά όροι και προϋποθέσεις των εισιτηρίων της εταιρείας Lufthansa.

 

Επομένως, δεν αποδέχομαι την θέση της ΜΥ1 ότι απέστειλε στους Ενάγοντες ό,τι της ζητήθηκε, αφού οι όροι των επίδικων εισιτηρίων, όταν της ζητήθηκαν στις 19.07.2017 και 20.07.2017 δεν φαίνεται να στάλησαν στους Ενάγοντες.

 

Τα εισιτήρια επιστροφής

 

Σε σχέση με τις εξηγήσεις που δόθηκαν από την Εναγόμενη αναφορικά με το τι απέγιναν τα αρχικά εισιτήρια επιστροφής των Εναγόντων από τις Η.Π.Α. στην Κύπρο, μετά την απώλεια της 1ης πτήσης των Εναγόντων, η ουσιαστική διαφορά μεταξύ της μαρτυρίας του Ενάγοντος και της ΜΥ1 έγκειται στο κατά πόσο εκείνο που λέχθηκε στους Ενάγοντες ήταν ότι απωλέσθηκαν/ακυρώθηκαν τα εισιτήρια αυτά, όπως ισχυρίζεται ο Ενάγων ή ότι δεν απωλέσθηκαν αλλά για να χρησιμοποιηθούν έπρεπε να προηγηθεί η διαδικασία επανέκδοσης που ανέφερε η ΜΥ1 στην μαρτυρία της, η οποία συνεπαγόταν επιπρόσθετο κόστος για τους Ενάγοντες.

 

Οι θέσεις της ΜΥ1, αναφορικά με το τι διημείφθη μεταξύ εκείνης και του Ενάγοντος, μετά την απώλεια της 1ης πτήσης των Εναγόντων, παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο με επαρκή και σαφή λεπτομέρεια, συνάδουν με την Υπεράσπιση και με το περιεχόμενο απαντητικής επιστολής των δικηγόρων της Εναγομένης ημερομηνίας 6.12.2017 σε επιστολή του δικηγόρου των Εναγόντων ημερομηνίας 30.10.2017. Επιπλέον, δεν αμφισβητήθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο από τους Ενάγοντες, αφού δεν επιχειρήθηκε η αντεξέταση της ΜΥ1 επί των ισχυρισμών αυτών.

 

Η ΜΥ1 ανέφερε στην μαρτυρία της ότι εξήγησε την όλη διαδικασία στον Ενάγοντα, ο οποίος μετά την απώλεια της 1ης πτήσης των Εναγόντων, την επισκέφθηκε στο υποκατάστημα της Εναγομένης στην Κυπερούντα για να βρουν τρόπο να ταξιδέψουν και να μην χάσουν το υπόλοιπο ταξίδι. Αναφέρει σαφώς τις εξηγήσεις που έδωσε στον Ενάγοντα και καταγράφει επίσης την εντύπωση που της δημιουργήθηκε, ότι δηλαδή ο Ενάγων φαινόνταν ότι δεν ήθελε να καταλάβει τον λόγο που έπρεπε να επανεκδοθούν τα εισιτήρια και την διαφορά στην τιμή. Για τον λόγο αυτό και για να άρει τις αμφιβολίες του, πήρε μπροστά του τηλέφωνο την λειτουργό της Lufthansa η οποία επιβεβαίωσε τα όσα η ΜΥ1 του είχε αναφέρει. Οι θέσεις αυτές δεν αμφισβητήθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο από τους Ενάγοντες και γίνονται αποδεκτές.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

Έχοντας καταλήξει στα πιο πάνω, σε σχέση με τα αμφισβητούμενα γεγονότα, σε συνδυασμό με όσα γεγονότα είναι παραδεκτά ή δεν αμφισβητήθηκαν, το Δικαστήριο προβαίνει στα ακόλουθα ευρήματα:

 

-       Η Εναγόμενη ασχολείται με την διοργάνωση οργανωμένων ταξιδιών.

-       Οι Ενάγοντες αγόρασαν από εκείνη πακέτο οργανωμένου ταξιδιού από την Κύπρο προς τις Η.Π.Α., έναντι συμφωνηθείσας συνολικής τιμής ύψους €7.940.

-       Το πακέτο περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, πτήσεις εξωτερικού (μετ’ επιστροφής), κόστους €2.410 (€1.707,90 η αξία των εισιτηρίων και €762,10 οι φόροι), το οποίο εξοφλήθηκε. Οι πτήσεις εξωτερικού ήταν οι ακόλουθες:

                     i.        Λάρνακα – Φρανκφούρτη (19.07.2017)

                    ii.        Φρανκφούρτη – Ορλάντο (19.07.2017)

                   iii.         Νέα Υόρκη (8.8.2017) – Βιέννη (9.8.2017)

                   iv.        Βιέννη – Λάρνακα (9.8.2017)

 

-       Πριν την αγορά των εισιτηρίων, η ΜΥ1 επεξήγησε προφορικά στους Ενάγοντες ότι τα εισιτήρια τους ήταν εισιτήρια, των οποίων η αξία δεν επιστρεφόταν (non-refundable tickets) και ότι σε περίπτωση αλλαγής θα υφίσταντο κυρώσεις που ήταν το ποσό της ποινής συν η διαφορά της αξίας του εισιτηρίου που θα ισχύει την δεδομένη περίοδο με την αξία του αρχικού εισιτηρίου και ότι σε περίπτωση ακύρωσης, εξ υπαιτιότητας του πελάτη, επιστρέφονται μόνο κάποιοι από τους φόρους.

-       Κατά τον χρόνο σύναψης της συμφωνίας των μερών η ΜΥ1 δεν έδωσε στους Ενάγοντες γραπτώς τους όρους έκδοσης των επίδικων εισιτηρίων.

-       Την 19/07/2017, ημέρα αναχώρησης των Εναγόντων από την Λάρνακα, απώλεσαν την 1η τους πτήση από Λάρνακα προς Φρανκφούρτη, εξ υπαιτιότητάς τους.

-       Ο Ενάγων επικοινώνησε τηλεφωνικώς με την ΜΥ1, την ενημέρωσε για την απώλεια της πτήσης και ζήτησε να εξευρεθεί τρόπος να ταξιδέψουν οι Ενάγοντες για να μην χάσουν και το υπόλοιπο μέρος του ταξιδιού τους.

-       Η ΜΥ1 ενημέρωσε τον Ενάγοντα ότι ένεκα της απώλειας της 1ης πτήσης, ακυρώθηκε και η 2η συνδεόμενη πτήση (connected flight) Φρανκφούρτης – Ορλάντο.

-       Σε κατ’ ιδίαν συνάντηση του Ενάγοντος και της ΜΥ1 την ίδια ημέρα, η ΜΥ1 ενημέρωσε, επίσης, τον Ενάγοντα ότι για να χρησιμοποιηθούν τα εισιτήρια της επιστροφής που είχαν αγοράσει απαιτείτο επανέκδοσή τους, ως εισιτήρια μονής κατεύθυνσης (one way tickets), με επιπρόσθετη επιβάρυνση €1500 το καθένα, ποσό που προέκυπτε από το άθροισμα της ποινικής ρήτρας (penalty) που ήταν €130,00 και της διαφοράς της αξίας των εισιτηρίων που εκδόθηκαν αρχικά με την αξία τους κατά την 19.07.2017.  Τα πιο πάνω επιβεβαιώθηκαν και τηλεφωνικώς από υπάλληλο της Lufthansa.

-       Η επιλογή αυτή κρίθηκε ως οικονομικά ασύμφορη από τους Ενάγοντες και ζήτησαν από την Εναγόμενη να τους προσφέρει εναλλακτικές λύσεις.

-       Οι Ενάγοντες επέλεξαν να αγοράσουν νέο πακέτο πτήσεων εξωτερικού (από Λάρνακα προς Ορλάντο, με επιστροφή από την Νέα Υόρκη προς την Λάρνακα), με άλλες αεροπορικές εταιρείες, αξίας €2.650.

-       Ο Ενάγων ζήτησε από την Εναγομένη με τηλεφωνικό του μήνυμα στις 19.07.2017 και υπενθύμιση στις 20.07.2017 να του αποστείλει τους όρους των εισιτηρίων της αεροπορικής εταιρείας Lufthansa. Η ΜΥ1 δεν απέστειλε τους όρους.

-       Οι Ενάγοντες ταξίδεψαν με τα νέα εισιτήρια που αγόρασαν και συνέχισαν το ταξίδι τους από τις 20.09.2017 και εξής. 

-       Περί τις 07.08.2017, ενόσω οι Ενάγοντες βρίσκονταν στην Αμερική διαπίστωσαν ότι η ιστοσελίδα της Lufthansa τους έδιδε την δυνατότητα να προχωρήσουν σε διαδικτυακό έλεγχο εισιτηρίου (online check in).

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Στις αστικές υποθέσεις όπως η παρούσα, η απόδειξη κρίνεται με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ενώ το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους των εναγόντων, να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους για την αξίωσή τους. Η απόσειση του βάρους αυτού, συναρτάται αποκλειστικά με την μαρτυρία η οποία κρίνεται αποδεκτή και αξιόπιστη (βλ. ενδεικτικά Demil Imports Exports Ltd ν. Zήνων H Kωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 462). Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not). Αν απέτυχε να αποδείξει τη θέση ή την εκδοχή του σε αυτό το επίπεδο (standard of proof), ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν θεωρείται ότι το απέσεισε, έστω και εάν η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά εκείνη του αντιδίκου του (βλ. ενδεικτικά Phipson on Evidence, 14th Edition, par. 4-38, Αθανασίου κ.ά., ως διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Aθανασίου, αποβιώσαντος v. Κουνούνη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 614, Demil Imports (ανωτέρω)).

 

Κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν σε ισχύ ο περί Οργανωμένων Ταξιδιών, Διακοπών και Περιηγήσεων Νόμος του 1998 (Ν. 51(I)/1998)[1] (ο «Νόμος»). Σύμφωνα με τον ορισμό που δίδει το άρθρο 3 του Νόμου στο «οργανωμένο ταξίδι», ως τέτοιο θεωρείται  ταξίδι που προσφέρεται προς πώληση σε μια συνολική τιμή και περιλαμβάνει δύο από τα στοιχεία (α) μεταφοράς, (β) διαμονής και (γ) άλλες τουριστικές υπηρεσίες μη συμπληρωματικές της μεταφοράς ή της διαμονής. Ο Νόμος επιβάλλει στο πρόσωπο που συμβάλλεται με τον καταναλωτή (είτε πρόκειται για διοργανωτή ή πωλητή)[2], να προμηθεύσει τον καταναλωτή γραπτώς ή με οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο τρόπο με κάποιες πληροφορίες που καταγράφονται στον Νόμο πριν την σύναψη της σύμβασης και με κάποιες άλλες πριν την έναρξη του ταξιδιού.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 7, οι πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται στον καταναλωτή πριν από τη σύναψη της σύμβασης αφορούν τα διαβατήρια, υγειονομικές απαιτήσεις και επιστροφή χρημάτων σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτώχευσης του άλλου προσώπου.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 8, πριν από την έναρξη του ταξιδιού το άλλο πρόσωπο της σύμβασης οφείλει να προμηθεύει έγκαιρα τον καταναλωτή γραπτώς ή με κάποιο άλλο κατάλληλο υπό τις περιστάσεις τρόπο με τις πληροφορίες που αναφέρονται πιο κάτω:

 

«(α) Τις ώρες και τους τόπους των ενδιάμεσων σταθμών, τις συνδέσεις μεταφοράς και τις λεπτομέρειες της κατηγορίας της θέσης του ταξιδιώτη, όπως καμπίνα, κλίνη σε πλοίο, σε τρένο κλπ.,

(β) το όνομα, τη διεύθυνση και το τηλέφωνο του αντιπροσώπου του άλλου προσώπου της σύμβασης στην περιοχή διαμονής του καταναλωτή, ή αν δεν υπάρχει τέτοιος αντιπρόσωπος, της τοπικής υπηρεσίας ή της αρχής ή του προσώπου στο οποίο θα δύναται να αποταθεί ο καταναλωτής για βοήθεια σε περίπτωση δυσκολιών, ή αν δεν υπάρχει τέτοιος αντιπρόσωπος ή τοπική υπηρεσία ή αρχή ή πρόσωπο, το τηλέφωνο ή τις άλλες πληροφορίες οι οποίες θα βοηθήσουν τον καταναλωτή να επικοινωνήσει με το άλλο πρόσωπο της σύμβασης κατά τη διάρκεια της διαμονής,

(γ) στην περίπτωση που παιδί ηλικίας κάτω των 18 ετών, κατά την ημερομηνία έναρξης του ταξιδίου ή της διαμονής, ταξιδεύει ή διαμένει στο εξωτερικό χωρίς τον κηδεμόνα του, πρέπει να του παρέχονται τέτοιες πληροφορίες, ώστε να υπάρχει απευθείας επικοινωνία με το παιδί ή με το υπεύθυνο πρόσωπο στον τόπο όπου αυτό θα διαμένει,

(δ) εκτός από την περίπτωση όπου σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης απαιτείται όπως ο καταναλωτής συνάψει ασφάλεια που να καλύπτει το κόστος τυχόν ακύρωσης του οργανωμένου ταξιδίου από τον καταναλωτή ή το κόστος βοήθειας, συμπεριλαμβανομένου και του επαναπατρισμού σε περίπτωση ατυχήματος ή ασθένειας, πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικές με την ασφάλεια που θα δύναται ο καταναλωτής να συνάψει, αν επιθυμεί, για να καλύψει τον κίνδυνο της επιβάρυνσης των πιο πάνω κόστων.»

 

Στο άρθρο 9 του Νόμου γίνονται και οι ακόλουθες πρόνοιες αναφορικά με το περιεχόμενο και τύπο της σύμβασης:

 

«9.-(1) Το άλλο πρόσωπο της σύμβασης θα πρέπει να διασφαλίσει ότι-

 

(α) Ανάλογα με τη φύση του οργανωμένου ταξιδίου που θα αγοραστεί, η σύμβαση θα πρέπει να περιέχει τουλάχιστο τα στοιχεία που αναφέρονται στον Πίνακα ΙΙ αυτού του Νόμου

(β) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) πιο κάτω, όλοι οι όροι της σύμβασης τίθενται γραπτώς ή με οποιοδήποτε άλλο καταληπτό και προσιτό στον καταναλωτή τρόπο και θα πρέπει να διαβιβάζονται στον καταναλωτή πριν από τη σύναψη της και

(γ) αντίγραφο των όρων της σύμβασης που συνήφθη παρέχεται έγκαιρα στον καταναλωτή.

 

(2) Η παράγραφος (β) του εδαφίου (1) πιο πάνω δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου το χρονικό διάστημα μεταξύ της ώρας που ο καταναλωτής προσεγγίζει το άλλο πρόσωπο της σύμβασης με πρόθεση να συνάψει σύμβαση και της ώρας αναχώρησης σύμφωνα με την προτεινόμενη σύμβαση, είναι τόσο μικρό ώστε είναι πρακτικά ανέφικτο για το άλλο πρόσωπο της σύμβασης να συμμορφωθεί με την παράγραφο (β).

 

(3) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) αποτελούν σιωπηρό όρο της σύμβασης.»

 

Σύμφωνα με τον Πίνακα ΙΙ του Νόμου, τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται σε σύμβαση σχετική με συγκεκριμένο οργανωμένο ταξίδι περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

 

1. Ο προορισμός ή οι προορισμοί του ταξιδιού και, όταν προβλέπονται πλείονες παραμονές, οι διάφορες περίοδοι και ημερομηνίες.

2. Τα μεταφορικά μέσα, τα χαρακτηριστικά και οι κατηγορίες τους, οι ημερομηνίες, οι ώρες και οι τόποι αναχώρησης και άφιξης από και σε κάθε προορισμό. Όπου το οργανωμένο ταξίδι προβλέπει ενδιάμεσο σταθμό σε άλλη πόλη εκτός της πόλης προορισμού αυτό να αναφέρεται κατά τρόπο σαφή και κατανοητό.

3. Όπου το οργανωμένο ταξίδι περιλαμβάνει κατάλυμα,

4. Τα γεύματα ...

5. Αν η πραγματοποίηση του οργανωμένου ταξιδίου απαιτεί έναν ελάχιστο αριθμό ατόμων, ...

6. Το δρομολόγιο-πρόγραμμα της εκδρομής.

7. Οι επισκέψεις, οι εκδρομές ...

8. Το όνομα και η διεύθυνση του διοργανωτή, του πωλητή και, όταν απαιτείται από τον καταναλωτή, του αδειούχου ασφαλιστή ή του χρηματοοικονομικού οργανισμού ο οποίος εγγυήθηκε την εξασφάλιση.

9. Η συνολική τιμή του οργανωμένου ταξιδίου (περιλαμβανομένου και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας) και κάθε ενδεχόμενη αναθεώρηση της τιμής σύμφωνα με όρο που μπορεί να περιλαμβάνεται στη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 11, και τα ενδεχόμενα τέλη και οι φόροι που χρεώνονται για ορισμένες υπηρεσίες (φόροι αεροδρομίων, λιμενικοί φόροι, τέλη παραμονής), εφόσον δεν περιλαμβάνονται στην τιμή του οργανωμένου ταξιδίου.

10. Το χρονοδιάγραμμα και ο τρόπος πληρωμής.

11. Οι ιδιαίτερες επιθυμίες που ο καταναλωτής γνωστοποιεί στο διοργανωτή ή στον πωλητή τη στιγμή της κράτησης και οι οποίες έχουν γίνει αποδεχτές και από τους δύο.

12. Οι προθεσμίες εντός των οποίων ο καταναλωτής δύναται να διαμαρτυρηθεί για τη μη εκτέλεση ή την πλημμελή εκτέλεση της σύμβασης.

 

Στο άρθρο 10 του Νόμου γίνεται πρόβλεψη για τις περιπτώσεις όπου ο καταναλωτής αδυνατεί να ταξιδέψει, λόγω απρόβλεπτης σοβαρής αιτίας, και του δίδεται η δυνατότητα να υπαναχωρήσει από τη συμβατική του δέσμευση, νοουμένου ότι θα καταβάλει στον διοργανωτή τα πραγματικά του έξοδα που δημιουργήθηκαν από την υπαναχώρησή του (άρθρο 10(1)). Επιπρόσθετα, το άρθρο 10(2) καθιστά ως σιωπηρό όρο σε κάθε σύμβαση τη δυνατότητα, να μεταβιβάσει ο καταναλωτής την κράτησή του σε άλλο άτομο, όταν για εύλογη αιτία αδυνατεί να ταξιδεύσει, νοουμένου ότι δίδεται ειδοποίηση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και καταβάλλονται τυχόν επιπρόσθετα λογικά έξοδα που προκύπτουν από τη μεταβίβαση (άρθρο 10(3)).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 15 του Νόμου, το άλλο πρόσωπο της σύμβασης έχει ευθύνη έναντι του καταναλωτή για την προσήκουσα εκτέλεση των υποχρεώσεων που προνοούνται στη σύμβαση, άσχετα αν αυτές οι υποχρεώσεις θα εκτελεστούν από το άλλο πρόσωπο της σύμβασης ή από κάποιο άλλο προμηθευτή υπηρεσιών (άρθρο 15(1)). Αντίστοιχα, το άλλο πρόσωπο της σύμβασης έχει ευθύνη έναντι του καταναλωτή για οποιαδήποτε ζημία που προκαλείται στον καταναλωτή από τη μη εκτέλεση της σύμβασης, ή τη μη προσήκουσα εκτέλεση της σύμβασης (άρθρο 15(2)). Όταν όμως η μη εκτέλεση ή μη προσήκουσα εκτέλεση της σύμβασης δεν οφείλεται στο πρόσωπο αυτό ή σε προμηθευτή, αλλά καταλογίζεται στον καταναλωτή, τότε το άλλο πρόσωπο δεν έχει ευθύνη (άρθρο 15(2)(α)).

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Οι Ενάγοντες αγόρασαν από την Εναγομένη ένα ταξιδιωτικό πακέτο που περιλάμβανε πτήσεις από Κύπρο προς Η.Π.Α. μετ’ επιστροφής. Την ημέρα που ήταν προγραμματισμένη η 1η πτήση αναχώρησής τους από την Κύπρο, οι Ενάγοντες, για δικούς τους λόγους, δεν παρουσιάστηκαν στο αεροδρόμιο και έχασαν την πτήση τους. Δεν επιρρίπτουν για τούτο ευθύνη στην Εναγόμενη, δεν ισχυρίστηκαν ότι η απώλεια της πτήσης τους συνδέεται με αδυναμία τους να ταξιδέψουν και δεν έκαναν χρήση της δυνατότητας που προσφέρει το άρθρο 10 του Νόμου. Στην ουσία δεν παρουσιάστηκαν για να λάβουν την υπηρεσία την οποία αγόρασαν από την Εναγομένη, με φυσικό επακόλουθο να υποστούν συνέπειες.

 

Οι Ενάγοντες προσπάθησαν να μετριάσουν τις συνέπειες της απώλειας της πτήσης τους και διερευνώντας με την Εναγομένη τις προσφερόμενες εναλλακτικές, έκριναν και επέλεξαν εκείνη που θεώρησαν ως την πιο οικονομικά συμφέρουσα για εκείνους, που ήταν να αγοράσουν νέα εισιτήρια έναντι €2.640. Με αυτά, ταξίδεψαν στις 20.07.2017 και διενήργησαν το εναπομείναν μέρος του ταξιδιού τους. Όταν επέστρεψαν, ισχυριζόμενοι ότι οι όροι των εισιτηρίων δεν τους γνωστοποιήθηκαν αξίωσαν αποζημιώσεις από την Εναγομένη.

 

Με την Αγωγή τους αξιώνουν την πλήρη κάλυψη από την Εναγόμενη του ποσού που κλήθηκαν να καταβάλουν για την αγορά των νέων εισιτηρίων, ωσάν η απώλεια των εισιτηρίων τους να οφείλετο σε υπαιτιότητα της Εναγομένης, παραγνωρίζοντας το κόστος της δικής τους ενέργειας να μην παρουσιαστούν για να λάβουν την υπηρεσία την οποία αγόρασαν. Οι βάσεις αγωγής τις οποίες επικαλούνται οι Ενάγοντες στην Έκθεση Απαίτησής τους καταγράφονται στις αξιώσεις τους και είναι οι ακόλουθες:

 

(α)     παράβαση προφορικής συμφωνίας για παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών, η οποία έγινε κατά/ή περί τον Ιούλιο του 2017 στην Κυπερούντα/παράνομη και μονομερής αθέτηση συμφωνίας που συνήφθη περί τον Ιούλιο του 2017

(β)     αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού και υποχρέωση της Εναγομένης να αποκαταστήσουν και/ή αποζημιώσουν τους Ενάγοντες.

(γ)     αμέλεια

(δ)     απάτη,

(ε)     πλάνη,

(στ)   ψευδείς παραστάσεις

 

Ξεκινώ με την επισήμανση ότι, οι διάφορες βάσεις αγωγής που εγείρουν οι Ενάγοντες, δεν έχουν δικογραφηθεί με την δέουσα και αναγκαία επάρκεια, αφού δεν δίδονται οποιεσδήποτε στοιχειώδεις λεπτομέρειες, είτε των όρων που κατ’ ισχυρισμό αθέτησε ή παρέβη η Εναγομένη, είτε των παραστάσεων που ήταν, κατ’ εκείνους ψευδείς. Δεν δίδουν, επίσης, οποιεσδήποτε λεπτομέρειες αμέλειας ή απάτης ή πλάνης. Απλώς παραθέτουν τα γεγονότα και με τις αξιώσεις τους ζητούν αποζημιώσεις δυνάμει των πιο πάνω βάσεων αγωγής. 

 

Ειδικότερα σε σχέση με τις βάσεις αγωγής των ψευδών παραστάσεων, της απάτης και της πλάνης, οι συγκεκριμένες δηλώσεις ή πράξεις που, κατά τους Ενάγοντες, στοιχειοθετούν τις εν λόγω βάσεις αγωγής θα έπρεπε να είχαν δικογραφηθεί με τη δέουσα επάρκεια και λεπτομέρεια, ως προνοεί και η Δ.19 θ.5. Το ίδιο ισχύει και με τον ισχυρισμό περί αμέλειας. Επιπλέον, σε σχέση με τους ισχυρισμούς περί παράβασης συμφωνίας, σύμφωνα με τη νομολογία, οι ουσιώδεις όροι της συμφωνίας θα έπρεπε να είχαν αναφερθεί ρητά και η απαίτηση θα έπρεπε να δείχνει με τις αναγκαίες λεπτομέρειες ότι διαρρήχθηκε το συμβόλαιο και με ποιο τρόπο και μετά να κατέληγαν στο μέρος εκείνο του δικογράφου όπου επιδικώκουν τις ανάλογες θεραπείες (βλ. Eurogal Surveys Ltd ν. D Trade International Ltd (2014) 1 ΑΑΔ 2258, Λεωνίδου Πανίκος Α. και άλλη ν. Δρ. Θρασύβουλου Σπυριδάκη (2012) 1 ΑΑΔ 1694.

 

Η έλλειψη της αναγκαίας εξειδίκευσης των βάσεων αγωγής που επικαλούνται στις αξιώσεις τους οι Ενάγοντες δυσχεραίνουν την δυνατότητα εξέτασής τους. Περαιτέρω, με την αγόρευση των δικηγόρων των Εναγόντων παρατίθενται εκ νέου τα γεγονότα, σχολιάζονται με επιχειρήματα και παρατίθεται νομολογία που αφορά την ερμηνεία γραπτών συμβάσεων και την επιδίκαση αποζημιώσεων για παράβαση σύμβασης, χωρίς και πάλι να καθίσταται αντιληπτό σε τι έγκειται η παράβαση.

 

Οι βασικές θέσεις των δικηγόρων των Εναγόντων συνοψίζονται σε δύο ενότητες (α) τη θέση ότι οι Ενάγοντες δεν αποδέχθηκαν τα δεδομένα που τους παρουσιάστηκαν μετά την απώλεια της πτήσης τους και είχαν παράπονο από την Εναγομένη, γεγονός που μαρτυρείται από τα μηνύματα του Ενάγοντος 1 προς την Εναγομένη ημερ. 19.07.2017 και 20.07.2017 (Τεκμήριο 7) και (β) ότι δεν αποδέχθηκαν τους όρους των επίδικων εισιτηρίων επειδή ουδέποτε τους κοινοποιήθηκαν. Προς τούτο παρέπεμψαν στην απόφαση Holiday Tours ν. Κούτα κ.ά. (1993) 1 ΑΑΔ 766.

 

Η πρώτη θέση δεν γίνεται αποδεκτή, καθότι από τα ενώπιον μου δεδομένα προκύπτει ότι πριν την αγορά των αρχικών τους εισιτηρίων ενημερώθηκαν δεόντως από την ΜΥ1 για το γεγονός ότι είχαν αγοράσει εισιτήρια η αξία των οποίων δεν επιστρεφόταν. Περαιτέρω, μετά την απώλεια της πτήσης τους πτήσης, οι Ενάγοντες ενημερώθηκαν και από την ΜΥ1  και από εκπρόσωπο της Lufthansa για τις συνέπειες της μη εμφάνισής τους στο αεροδρόμιο, αναζήτησαν εναλλακτικές, τους δόθηκαν από την ΜΥ1 και έχοντας αξιολογήσει τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν εξ υπαιτιότητός τους, αυτόβουλα επέλεξαν την πιο οικονομικά συμφέρουσα, υπό τις περιστάσεις επιλογή, για να ταξιδέψουν και να μην χάσουν όλο το ταξίδι.

 

Ως προς το Τεκμήριο 7, στο οποίο δόθηκε μεγάλη έμφαση από τους δικηγόρους των Εναγόντων, αυτό από μόνο του, πέρα από την αναφορά που περιέχει, δηλαδή το αίτημα του Ενάγοντος να του σταλούν ο όροι των εισιτηρίων, δεν αποδεικνύει τους ισχυρισμούς των Εναγόντων ότι δεν αποδέκτηκαν τα νέα δεδομένα που δημιουργήθηκαν.  

 

Σε σχέση με την μη γραπτή κοινοποίηση των όρων των εισιτηρίων στους Ενάγοντες από την Εναγομένη, η παράλειψη αυτή, ενδέχεται να συνιστούσε παράβαση του άρθρου 9(1)(γ) του Νόμου και να έφερνε την Εναγομένη αντιμέτωπη με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 19 του Νόμου, που αφορά αδικήματα και ποινές. Όσον αφορά τους Ενάγοντες, όμως, η παράλειψή τους να εμφανιστούν στο αεροδρόμιο στις 19.07.2017 δεν έχει συσχετιστεί και δεν φαίνεται να σχετίζεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, με την μη γραπτή κοινοποίηση σε εκείνους των όρων των εισιτηρίων τους. Άλλωστε, δεν εγείρεται αξίωση που να στηρίζεται στην παράβαση του εν λόγω Νόμου. Εκείνο που προσπάθησαν, εκ των υστέρων, οι Ενάγοντες, ήταν να αποφύγουν τις συνέπειες της δικής τους παράλειψης, ισχυριζόμενοι ότι οι όροι των εισιτηρίων, και άρα οι συνέπειες, δεν τους είχαν κοινοποιηθεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θέση, η οποία δεν έχει γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο, προκειμένου να τίθεται θέμα εφαρμογής των αρχών της απόφασης Holiday Tours ν. Κούτα κ.ά. (1993) 1 ΑΑΔ 766.

 

Προχωρώντας, τώρα, στις βάσεις αγωγής που αναφέρονται στις αξιώσεις των Εναγόντων, δεν εντοπίζω να έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε από αυτές από τα ενώπιον μου γεγονότα και δεδομένα.

 

Ξεκινώντας από την παράβαση σύμβασης, παρατηρώ, καταρχάς, ότι οι Ενάγοντες συμβλήθηκαν με την Εναγόμενη σε δύο στάδια. Αρχικώς τον Φεβρουάριο του 2017, όταν αγόρασαν το επίδικο ταξιδιωτικό πακέτο και έπειτα στις 19.07.2017, αφότου είχαν χάσει την 1η τους πτήση, σε μια προσπάθειά τους να εξεύρουν τρόπο να μην χάσουν το σύνολο του ταξιδιωτικού πακέτου που αγόρασαν. Η σύμβαση που επικαλούνται στις αξιώσεις τους οι Ενάγοντες ότι παραβιάστηκε είναι μόνο εκείνη του Ιουλίου 2017 και όχι η αρχική συμφωνία αγοράς των εισιτηρίων. Σε κάθε περίπτωση, στο δικόγραφο, στη μαρτυρία και στις αγορεύσεις τους εγείρουν με γενικό και αόριστο τρόπο τους ισχυρισμούς περί παράβασης σύμβασης, χωρίς να εξειδικεύουν ποιος ακριβώς όρος της μεταξύ τους σύμβασης έχει παραβιαστεί από τους Εναγόμενους, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να μην μπορεί να διαγνώσει παράβαση οποιουδήποτε συμβατικού όρου. Το βάρος να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους περί παράβασης σύμβασης με την προσκόμιση θετικής, αποδεκτής και αξιόπιστης μαρτυρία, το είχαν οι Ενάγοντες και επί τούτου δεν προσκόμισαν τέτοια μαρτυρία.

 

Περαιτέρω, στον βαθμό που η παραπλάνηση, ψευδείς παραστάσεις και αντισυμβατική συμπεριφορά που αποδίδουν οι Ενάγοντες στην Εναγόμενη μπορεί να συσχετιστεί με την πεποίθησή τους ότι τα αρχικά εισιτήρια επιστροφής δεν απωλέσθηκαν, επειδή η ιστοσελίδα της Lufthansa τους έδωσε την δυνατότητα να προβούν σε διαδικτυακό έλεγχο των εισιτηρίων αυτών (on line check in) και πάλι οι Ενάγοντες απέτυχαν να αποσείσουν το σχετικό βάρος απόδειξης. Καταρχάς, έχουν γίνει αποδεκτές οι εξηγήσεις της ΜΥ1 ότι τα αρχικά εισιτήρια επιστροφής δεν απωλέσθηκαν ούτε ακυρώθηκαν, αλλά απαιτείτο η διαδικασία επανέκδοσης που εξήγησε, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν, έναντι επιπρόσθετου κόστους, επιλογή την οποία απέρριψαν οι Ενάγοντες. Πέραν τούτου, από μόνο του το γεγονός ότι οι Ενάγοντες είχαν πρόσβαση στη δυνατότητα διενέργειας διαδικτυακού ελέγχου εισιτηρίων (on line check in) δεν συνεπάγεται αυτόματα και την δυνατότητα ολοκλήρωσής του χωρίς τη διαδικασία και το πρόσθετο οικονομικό κόστος που ανέφερε η ΜΥ1. Οι Ενάγοντες δεν προσκόμισαν θετική μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι η διαδικασία που τους εξήγησε η ΜΥ1 ήταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ψευδής ή παραπλανητική, ώστε να παρέχεται δυνατότητα εξέτασης των σχετικών βάσεων αγωγής.

 

Επομένως, από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία και το σύνολο των δεδομένων της παρούσας υπόθεσης, δεν δικαιολογείται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η απαίτηση των Εναγόντων να αξιώνουν την καταβολή από την Εναγόμενη σε εκείνους του συνόλου του ποσού που κατέβαλαν για την έκδοση νέων εισιτηρίων, προκειμένου να μην χάσουν, όπως και οι ίδιοι αναφέρουν στην μαρτυρία τους, όλο το ταξιδιωτικό πακέτο, το οποίο αγόρασαν από την Εναγομένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Στη βάση όλων των πιο πάνω, η Αγωγή των Εναγόντων εναντίον της Εναγομένης δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και, συνεπώς, απορρίπτεται.

 

Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης και ακολουθώντας τον γενικό κανόνα, τα έξοδα της διαδικασίας επιδικάζονται προς όφελος της Εναγομένης και εναντίον των Εναγόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

(υπ.)……………………………….

Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

 



[1] Καταργήθηκε με τη δημοσίευση, στις 22.12.2017 του ο περί των Οργανωμένων Ταξιδιών και Συνδεδεμένων Ταξιδιωτικών Διακανονισμών Νόμος του 2017 (Ν. 186(Ι)/2017).

[2] Οι έννοιες αυτές ορίζονται στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο