ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής:  2083/2022 (i-Justice)

                                                            

Μεταξύ:-

TEMPO BEVERAGES CYPRUS LIMITED

 

Ενάγουσας

 

- και -

ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ “ΤΟ ΠΑΝΕΡΙ” ΕΜΠΟΡΙΟ ΛΙΜΙΤΕΔ

 

Εναγομένης

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 14/02/2023 για συνοπτική απόφαση

 

Ημερομηνία: 08/03/2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα - Αιτήτρια:  κα Κ. Ζαντήρα

Για την Εναγόμενη – Καθ’ ης η Αίτηση: καμία εμφάνιση

Παρών ο Διευθυντής της Εναγομένης: κος Πολύκαρπος Καττάσης)

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

                                                                  (ex tempore)
             

Με την υπό εξέταση αίτηση ζητείται η έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον της Εναγόμενης, στο πλαίσιο αγωγής, με την οποία αξιώνεται ποσό ύψους €45.862,79, το οποίο προκύπτει από συμφωνία μεταξύ των μερών και στη βάση τιμολογίων που εξέδωσε η Ενάγουσα στο όνομα της Εναγόμενης για παρεχόμενα αγαθά και ακάλυπτων επιταγών της Εναγομένης.  

ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Ως προς το δικονομικό ιστορικό, στις 16.12.2022 καταχωρίσθηκε η παρούσα αγωγή με ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο (Δ.2 θ.6). Σημείωμα εμφάνισης εκ μέρους της Εναγόμενης καταχωρίσθηκε στις 08.02.23, και αφότου προηγήθηκε αίτηση για απόφαση λόγω μη εμφάνισης ημερομηνίας 31.01.2023, η οποία εντέλει αποσύρθηκε με έξοδα υπέρ της Ενάγουσας.

Η παρούσα αίτηση καταχωρίσθηκε στις 14.02.2023, ορίστηκε για πρώτη εμφάνιση στις 24.03.23 και έκτοτε μέχρι σήμερα αναβάλλεται, με οδηγίες για καταχώριση τυχόν ένστασης από πλευράς της Εναγομένης. Συγκεκριμένα, η αίτηση ορίστηκε αρχικώς στις 24.03.2023, μετά στις 08.05.2023, στις 18.09.2023, έπειτα στις 14.11.2023, και πάντοτε με οδηγίες και προθεσμία για τυχόν καταχώριση ένστασης. Στις 14.11.2023, δόθηκε για “τελευταία φορά” παράταση χρόνου στην Εναγόμενη για καταχώριση ένστασης και η αίτηση ορίστηκε για Ακρόαση στις 09.01.2024, με οδηγίες για καταχώριση γραπτών αγορεύσεων στο σύστημα
i-Justice. Ούτε τότε το έπραξε η Εναγομένη. Στις 09.01.2024, ζητήθηκε εκ νέου παράταση χρόνου από την Εναγομένη και ενημερώθηκε το Δικαστήριο, μέσω της επικοινωνίας του συστήματος i-Justice για την πρόθεση της δικηγόρου της Εναγόμενης να αποσυρθεί από την εκπροσώπησή της. Ένεκα απουσίας του Δικαστηρίου λόγω ασθενείας, η παράταση δόθηκε μέσω του συστήματος i-Justice και η αίτηση ορίστηκε για ακόμη μια “τελευταία φορά” για Aκρόαση σήμερα, με οδηγίες να καταχωρισθεί στο σύστημα i-Justice τυχόν ένσταση μέχρι τις 20.02.2024, γραπτές αγορεύσεις μέχρι τις 7/3/2024 και με προτροπή προς την Καθ’ ης η Αιτηση, στο μεσοδιάστημα των δύο μηνών, να επιλέξει τον τρόπο εκπροσώπησής της στο Δικαστήριο.

 

Μετά την παρέλευση ενός και πλέον έτους από την καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης, και παρά τις επανειλημμένες ευκαιρίες που δόθηκαν στην Εναγόμενη, αυτή δεν έχει καταχωρίσει ένσταση, ούτε αγόρευση και τούτος είναι ο λόγος που προχωρώ σήμερα σε ακρόαση της αίτησης, στην απουσία ένστασης από πλευράς της Εναγόμενης. Προηγήθηκε η παροχή άδειας στην δικηγόρο της Εναγομένης να αποσυρθεί από την εκπροσώπησή της και απορρίφθηκε αίτημα του διευθυντή της Εναγομένης, για αναβολή της σημερινής Ακρόασης και για παράταση του χρόνου καταχώρισης ένστασης, αφού κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείτο οποιαδήποτε περαιτέρω παράταση χρόνου, εν όψει του ενός έτους που παρήλθε από την καταχώριση της αίτησης, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότο ότι πρόκειται για αίτηση για συνοπτική απόφαση, όπου «η ταχύτητα έχει ιδιαίτερη σημασία» (βλ. Νεάρχου κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1 (Α) Α.Α.Δ. 818, 824). Η διαδικασία προχώρησε στην παρουσία του διευθυντή της Εναγομένης, στον οποίο δόθηκε και η ευκαιρία να τοποθετηθεί επί της Αίτησης.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

Οι προϋποθέσεις για την έκδοση συνοπτικής απόφασης καθορίζονται στη Δ.18, θ.1. του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού. Στην Ετήσια Πρακτική του 1958, (Annual Practice 1958) Τόμος 1, στη σελίδα 243, αναφέρονται τα πιο κάτω, σε σχέση με την αντίστοιχη διαταγή των Αγγλικών Θεσμών (Δ.14):

 

«The purpose of O.14 is to enable a plaintiff to obtain a summary judgment without trial, if he can prove his claim clearly; and if the defendant is unable to set up a bona fide defence, or raise an issue against the claim which ought to be tried (Roberts v. Plant [1985] 1 Q.B.597).»

 

Οι νομικές αρχές που εφαρμόζονται σε αιτήσεις για έκδοση συνοπτικής απόφασης δυνάμει της Δ.18, θ.1. έχουν συνοψισθεί στην απόφαση Sensus Gymnasium Ltd, κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ (2013) 1 Α.Α.Δ. 1795. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμαː

 

«Σκοπός της διαδικασίας αυτής είναι η έκδοση γρήγορα απόφασης, εκεί όπου τα γεγονότα είναι τέτοια που δείχνουν ότι η απαίτηση του ενάγοντα είναι καθαρή και δεν χρειάζεται η διεξαγωγή κανονικής δίκης και παράλληλα δείχνουν ότι η υπεράσπιση δεν προβάλλεται καλόπιστα, αλλά απλώς για σκοπούς καθυστέρησης της υπόθεσης. Επειδή, όμως, η διαδικασία αυτή αποστερεί, ουσιαστικά, από τον Εναγόμενο το δικαίωμα να υπερασπίσει την υπόθεσή του σε κανονική δίκη, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται πολύ προσεκτικά, αραιά, και με βάση ορισμένα κριτήρια (βλ. Robert v Plant [1895] 1 Q.B. 597, The Annual Practice 1970 σελ. 126, Κυπριανίδης ν Ιωάννου (1966) 1 ΑΑΔ 265, Spyros Stavrinides v Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 CLR 130, Hermes Insurance Co. Ltd v Joulios Theodorides (1983) 1 CLR 333, Trans Middle East Trading (T.M.E.T.) Limited v Abdul Aziz Tlais (1991) 1 AAD 239, Αθηνούλλα Δημητρίου ν Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1997) 1(Β) ΑΑΔ 782, Rck Sports v Persona Advertising Ltd (1996) 1 AAD 1074, Subotic v Στυλιανίδη (1998) 1 ΑΑΔ 22, Ευάγγελος Λαζάρου και άλλος ν Γιάννη Π. Μακεδόνα (1999) 1 ΑΑΔ 817 και πιο πρόσφατα Παναγιώτης Ζερβός ν Environvestment & Finance Ltd (2003) 1(Γ) ΑΑΔ 1968, Sigma Radio TV Ltd v Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 1 ΑΑΔ 408, Νεάρχου κ.α. ν Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 818).

 

Τα κριτήρια που θα πρέπει, σύμφωνα με τη Δ.18, θ.1(α), να πληρούνται είναι τα ακόλουθαː

 

1.   Το κλητήριο ένταλμα πρέπει να είναι ειδικά οπισθογραφημένο

2.   Ο Εναγόμενος να έχει καταχωρήσει εμφάνιση, και

3.   Η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση πρέπει να γίνεται από τον ενάγοντα ή άλλο πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα και που επαληθεύουν το αγώγιμο δικαίωμα ως και το ποσό που απαιτείται και να δηλώνεται ότι απ' ότι πιστεύει δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή. Εκεί που ο Ενάγοντας είναι νομικό πρόσωπο, τότε μπορεί να ορκισθεί κάποιο πρόσωπο που εργοδοτεί, το οποίο όμως, να μπορεί να ορκισθεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης και να επιβεβαιώνει τη βάση της αγωγής και το αξιούμενο ποσό και όχι τα όσα αναφέρει να είναι από πληροφορίες που πήρε από άλλους ή να στηρίζεται απλώς στα όσα ο ίδιος πιστεύει (βλ. Spyros Stavrinides, σελ. 136 - 138 και Αθηνούλλας Δημητρίου σελ. 790 - 794, ανωτέρω).

 

Με την ικανοποίηση των πιο πάνω προϋποθέσεων, το βάρος μετατοπίζεται στον εναγόμενο που πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση ή να αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να θεωρηθούν επαρκή ώστε να του δοθεί δυνατότητα καταχώρισης υπεράσπισης (βλ. CYEMS CO. LTD v Central Co-Operative Industries Co. Ltd (1982) 1 CLR 897 και Hermes Insurance Co. Ltd, ανωτέρω). Ο εναγόμενος μπορεί να πράξει τούτο είτε με ένορκη δήλωση είτε, με άδεια του Δικαστηρίου, με προφορική μαρτυρία (βλ. Δ.18, θ.3(α)).».

 

Όσον αφορά την 3η προϋπόθεση, εκείνο που απαιτείται να αποδειχθεί στο πλαίσιο της Δ.18, θ.1 είναι ότι ο ενόρκως δηλών έχει «θετική» και όχι απαραιτήτως «προσωπική» γνώση των γεγονότων. Για το τί η νομολογία αναγνωρίζει ως «θετική γνώση» σχετική είναι η απόφαση Αθηνούλλα Γ. Δημητρίου v. Τράπεζας Κύπρου (1997) 1Β Α.Α.Δ 782, στην οποία παρατίθενται και σχετικά παραδείγματα.

 

Οι προϋποθέσεις της Δ.18, που απαριθμούνται στο πιο πάνω απόσπασμα, θα πρέπει να πληρούνται σωρευτικά. Η τήρησή τους σχετίζεται με τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου και η μη ικανοποίησή τους στερεί από το δικαστήριο τη δικαιοδοσία να εκδώσει συνοπτική απόφαση (Βλ. Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130, 135, R.C.K. Sports v. Person Advertising Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 1074, Αθηνούλλα Γ. Δημητρίου (ανωτέρω), Μεττή κ.α v. Τράπεζα Κύπρου Λτδ (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 417, Νεάρχου ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1Β ΑΑΔ 818).

 

Ειδικότερα ως προς τις περιπτώσεις που ο Αιτητής είναι νομικό πρόσωπο, τότε, σύμφωνα με τη νομολογία «μπορεί να ορκισθεί κάποιο άλλο πρόσωπο που εργοδοτείται από την εταιρεία το οποίο όμως να μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης και να επιβεβαιώνει την βάση της αγωγής και το αιτούμενο ποσό και όχι τα όσα αναφέρει να είναι πληροφορίες που πήρε από άλλους ή να στηρίζεται απλώς στα όσα ο ίδιος πιστεύει.» (Βλ. Παναγιώτης Νεάρχου ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1Β Α.Α.Δ. 818 και Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Banka S.A. (ανωτέρω - σελ. 136-138), όπου γίνεται αναφορά και σε σχετική αγγλική νομολογία). 

 

Με τη μετάθεση του βάρους στον Εναγόμενο, εκείνος οφείλει να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση ή να αποκαλύψει τέτοια γεγονότα που να είναι επαρκή για να του δώσουν το δικαίωμα να καταχωρίσει υπεράσπιση στην αγωγή (βλ.Kypros S Kyprianides ν. Symeon Ioannou (1966) 1 CLR 265, CY.E.M.S. Co. v. Central Co-operative Industries (1982) 1 CLR 897, Hermes Insurance Co. Ltd v Joulios Theodorides (1983) 1 CLR 333, Αυγουστή κ.α ν. Πίριλλου (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 5, Subotic v. Στυλιανίδη (1998) 1(Α) Α.Α.Δ.22 και Μεττή κ.α [πιο πάνω]).

 

Στην πράξη, είναι αρκετό για τον εναγόμενο να αποκαλύψει γεγονότα ικανά να καταδείξουν καλόπιστα την ύπαρξη δικάσιμου θέματος. Άδεια για καταχώριση υπεράσπισης θα πρέπει να του παρέχεται, ακόμα κι όταν φαίνεται ότι δεν έχει πολλές πιθανότητες επιτυχίας, εκτός εάν είναι καθαρό ότι δεν υπάρχει ουσιώδες ζήτημα για εκδίκαση και ότι δεν υπάρχει αμφισβήτηση σε σχέση με πραγματικά ή νομικά ζητήματα, τα οποία εγείρουν εύλογη αμφιβολία κατά πόσο ο ενάγων δικαιούται σε απόφαση [βλ. Μεττή (ανωτέρω) Ιωάννης Ανδρονίκου (ανωτέρω), Rck Sports (ανωτέρω)]. Στην υπόθεση Λαζάρου κ.ά ν. Μακεδόνας (1999) 1Β Α.Α.Δ. 817 αναφέρθηκαν στη σελίδα 822 τα εξής: «Έχει λεχθεί δικαστικά ότι όπου η υπεράσπιση μπορεί να περιγραφεί ως κάτι περισσότερο από σκιώδης αλλά λιγότερο από πιθανή, θα πρέπει να δίδεται άδεια για υπεράσπιση».

Όσον αφορά το βάρος που έχει να ικανοποιήσει ο Εναγόμενος για να αποκτήσει το δικαίωμα υπεράσπισης χωρίς όρους, όπως έχει υποδειχθεί στη N.V. Caterchef Ltd v. P.C.P. Electronics Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1912 και έχει επιβεβαιωθεί στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 1 Α.Α.Δ. 408 και στην υπόθεση J & M Loizides Agencies Ltd κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολιτική Έφεση 322/2008, ημερ. 14.11.2011, αυτό δεν ικανοποιείται χωρίς την παροχή λεπτομερειών σε λογική έκταση, διαφορετικά θα ήταν εύκολο σχεδόν σε κάθε περίπτωση να εξασφαλίζεται άδεια με γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς με αποτέλεσμα την αχρήστευση του.

Από την πιο πάνω νομολογία προκύπτει επίσης ότι η δικαιοδοσία δυνάμει της Δ.18 θα πρέπει να ασκείται με φειδώ, ούτως ώστε διάδικος να μην αποκλείεται από την έγερση οποιασδήποτε υπεράσπισης την οποία μπορεί πράγματι να διαθέτει.

 

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΑ ΕΠΙΔΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Προχωρώ, συνεπώς, να εξετάσω τις προϋποθέσεις της Δ.18. Σε σχέση με τις πρώτες δύο προϋποθέσεις, διαπιστώνω από το περιεχόμενο του φακέλου ότι το κλητήριο είναι όντως ειδικώς οπισθογραφημένο και ότι η Εναγόμενη Καθ' ης η Αίτηση έχει καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης στις 08.02.2023. Επομένως αμφότερες οι προϋποθέσεις πληρούνται.

 

Απομένει να εξεταστεί κατά πόσο τα όσα καταγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση πληρούν και την τρίτη προϋπόθεση που αφορά τη θετική γνώση του ενόρκως δηλούντος. Ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι γνωρίζει θετικά τα γεγονότα της υπόθεσης, από προσωπική του πείρα και εμπλοκή, καθότι είναι ο Διευθυντής Πωλήσεων της Ενάγουσας - Αιτήτριας. Υποστηρίζει, επίσης, ότι έχει προσωπική γνώση των θεμάτων που αφορούν τις συναλλαγές με την Εναγόμενη. Ικανοποιούμαι, συνεπώς, για την προσωπική θετική γνώση του ενόρκως δηλούντος. 

 

Άλλωστε σύμφωνα με τη νομολογία, όπου η Ενάγουσα Αιτήτρια είναι νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτό η ένορκη δήλωση να καταχωρίζεται από πρόσωπο που γνωρίζει τα γεγονότα εκ μέρους της Ενάγουσας και που είναι ικανό να ορκιστεί θετικά ως προς αυτά.

 

Ως προς το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης, παρατηρώ ότι ο ενόρκως δηλών αναφέρεται και επεξηγεί την ιδιότητα της Ενάγουσας, την ιδιότητα της Εναγόμενης, αναφέρεται στη μεταξύ τους συμφωνία συνεργασίας, επισυνάπτει ως τεκμήριο τη συμφωνία, αναφέρει ότι από πλευράς της Ενάγουσας η συμφωνία έχει εκπληρωθεί, αναφέρει ότι παραδόθηκαν τα παραγγελθέντα προϊόντα στην Εναγόμενη και ότι η Ενάγουσα εξέδωσε σχετικά τιμολόγια για την παράδοση των προϊόντων. Τα τιμολόγια επισυνάπτονται ως τεκμήριο 4. Επισυνάπτει επίσης κατάσταση λογαριασμού, που τηρεί η Ενάγουσα σε σχέση με τις συναλλαγές της με την Εναγόμενη, στην οποία παρατίθενται λεπτομερώς οι χρεοπιστώσεις, και καταδεικνύει το αξιούμενο με την αγωγή ποσό. Αναφέρει επίσης ότι απαίτησε δεόντως την καταβολή του ποσού αυτού. Αναφέρει επίσης ότι η Εναγόμενη εξέδωσε συνολικά 17 επιταγές στη διαταγή της Ενάγουσας για το αξιούμενο ποσό, οι οποίες δεν εξοφλήθηκαν λόγω ανεπαρκών υπολοίπων. Οι επιταγές επισυνάπτονται επίσης ως τεκμήριο και σημειώνεται ότι καταχωρήθηκε και σχετική ποινική υπόθεση αναφορικά με τις επιταγές. Διαφαίνεται, συνεπώς, ότι ο ενόρκως δηλών βεβαιώνει θετικά τα γεγονότα και το αξιώμενο ποσό και υποστηρίζει επίσης ότι η Εναγόμενη ουδεμία υπεράσπιση έχει.

 

Συνεπώς, κρίνω ότι εν όψει των πιο πάνω έχει ικανοποιηθεί το βάρος απόδειξης της Ενάγουσας στον βαθμό που απαιτείται στο πλαίσιο αίτησης για συνοπτική απόφαση και το βάρος μετατέθηκε πλέον στους ώμους της Εναγομένης, για να αποδείξει ότι έχει υπεράσπιση επί της ουσίας ή άλλα γεγονότα που να της επιτρέπουν να καταχωρίσει υπεράσπιση.

 

Εφόσον δεν είχε καταχωρισθεί ένσταση, παρά τις επανειλημμένες ευκαιρίες που της δόθηκαν και παρά το ένα και πλέον έτος εκκρεμότητας της αίτησης, δεν υπάρχει ενώπιον μου υπόβαθρο γεγονότων στο οποίο να βασιστώ για να αξιολογήσω οποιαδήποτε τυχόν υπεράσπιση της Εναγόμενης. Εκ του περισσού σημειώνω ότι, ακόμη και όσα ανέφερε σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου ο Διευθυντής της Εναγόμενης, δεν καταδεικνύουν οποιοδήποτε υπόβαθρο υπεράσπισης, έστω και σκιώδες, αφού το μόνο που ανέφερε είναι ότι ζητά να του δοθούν πληροφορίες, έγγραφα και αποδείξεις για τις μεταξύ των μερών συναλλαγές (πλείστα εκ των οποίων, εν πάση περιπτώσει, επισυνάπτονται στην αίτηση), χωρίς να εγείρει οτιδήποτε που να δίδει έστω υποψία υπεράσπισης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι η Ενάγουσα έχει αποδείξει στον βαθμό που είχε την υποχρέωση να το πράξει δυνάμει της Δ.18, θ.1 την αίτησή της και, κατ’ επέκταση, εκδίδεται συνοπτική απόφαση υπέρ της Ενάγουσας - Αιτήτριας και εναντίον της Εναγόμενης για το σύνολο του αξιούμενου ποσού ως η απαίτηση. Επιδικάζονται επιπλέον υπέρ της Ενάγουσας - Αιτήτριας και εναντίον της Εναγομένης – Καθ’ ης η Αίτηση τα έξοδα της αγωγής και της παρούσας διαδικασίας, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

                                                                                                    

(Υπ.).……………………………….

Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο