ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Γ.ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ - ΠΑΠΑ, Ε.Δ.

                                                                                                                    AΡ.ΑΓ: 3086/01

 

ΜΕΤΑΞΥ:

         

ALPHA BANK CYPRUS LTD, εκ Λεμεσού (πρώην ALPHA BANK LIMITED)

                                                                                              

                                                                                                                 ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ

                                                                     ΚΑΙ

 

          1. G.M.B. CONTRACTORS LTD

          2. ΜΑΜΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ

          3. ΒΑΣΟΣ ΚΑΦΑΤΑΡΗΣ

          4. PYRANA ESTATES LTD

                                                                                                       

                                  ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 21 Mαρτίου 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τους Αιτητές: κ. Ε.Κορακίδης για Ε.Κορακίδης Δ.Ε.Π.Ε

Για τον Καθ΄ου η Αίτηση: κα Θ.Κκαϊλη για Δημητρίου & Δημητρίου                                                         Δ.Ε.Π.Ε   

 

                                    ΑΙΤΗΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28.5.21

                                                   ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Με την υπό κρίση αίτηση, οι ενάγοντες (στο εξής οι Αιτητές) ζητούν μεταξύ άλλων όπως ο Εναγόμενος  3 – Καθ΄ου η αίτηση 3 (στο εξής ο Καθ’ ου η αίτηση) εξεταστεί αναφορικά με την οικονομική του κατάσταση με σκοπό την έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγματα που αναφέρονται στο Μέρος ΙΧ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου. Στην επισυνημμένη ένορκη δήλωση αναφέρεται ότι ο καθ΄ου η αίτηση έχει την δυνατότητα να καταβάλλει €700 μηνιαίως προς πληρωμή του εξ’ αποφάσεως χρέος και εξόδων του.

 

Στην αίτηση υπήρχαν και άλλα αιτήματα τα οποία όμως δεν προωθήθηκαν και δεν θα με απασχολήσουν περαιτέρω στη παρούσα.

 

Η αίτηση βασίζεται στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6, άρθρα 82-91 και στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας, Διαταγή 48, κανονισμοί 1-13.

Υποστηρίζεται δε από την ένορκη δήλωση του Λ.Θεοδώρου (Ε/Δ στο εξής) υπαλλήλου των αιτητών.

 

Ο καθ΄ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση ημερομηνίας 25.2.22 η οποία συνοδεύεται από την Ε/Δ του. Σε αυτήν περιλαμβάνονται 6 λόγοι ένστασης οι οποίοι αφορούν την αίτηση, ήτοι ότι είναι νόμω και ουσία αβάσιμη (1oς), είναι λανθασμένη και δεν αποκαλύπτει όλα τα αληθή και/ή πραγματικά γεγονότα (2ος), είναι καταχρηστική (3ος), δεν συνάδει με την Ε/Δ του ομνύοντα (4ος),  οικονομική αδυναμία του καθ΄ου η αίτηση να καταβάλει μηνιαία δόση (5ος,6ος). Επίσης καταχώρησε συμπληρωματική ένορκο δήλωση ημερ.11.12.23 με επισυνημμένα τεκμήρια.

Στα πλαίσια ακρόασης της αίτησης ο καθ’ ου η αίτηση κατέθεσε ενόρκως και όσα ανέφερε κατά την μαρτυρία του είναι καταγραμμένα στα πρακτικά και έχουν ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η διαδικασία που αφορά την εξέταση αίτησης όπως η παρούσα προβλέπεται στα Μέρη VIII και IX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κεφ. 6, κάθε δικαστική απόφαση ή διάταγμα του Δικαστηρίου που διατάσσει πληρωμή χρημάτων μπορεί να εκτελεστεί με όλα ή με οποιοδήποτε από τα μέσα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και η εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη δυνάμει του Μέρους VIII και η έκδοση σχετικών διαταγμάτων δυνάμει του Μέρους ΙΧ του Νόμου.

 

Το άρθρο 82(1)(α) του Κεφ. 6 προνοεί ότι όταν χρέος οφειλόμενο δυνάμει απόφασης ή διατάγματος Δικαστηρίου παραμένει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει απλήρωτο, ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να αποταθεί στο Δικαστήριο και να ζητήσει την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη αναφορικά με την οικονοµική του κατάσταση µε σκοπό την έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγµατα που αναφέρονται στο Μέρος ΙΧ. Σύμφωνα με το άρθρο 82(2) στην εν λόγω αίτηση, η οποία ονομάζεται «αίτηση έρευνας», ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να ζητήσει την διεξαγωγή έρευνας και για το πιο πάνω. Σύμφωνα δε με το άρθρο 87 του ίδιου Νόμου το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει, ανάλογα με την περίπτωση, διατάγματα μεταξύ των οποίων και διάταγμα πληρωµής του χρέους µε µηνιαίες δόσεις (άρθρο 87(1)(Α).

Οι αρχές βάσει των οποίων το Δικαστήριο εκδικάζει τέτοιες αιτήσεις, πέραν από τα όσα προκύπτουν από τις πρόνοιες του Μέρους VIII του Κεφ. 6, έχουν τεθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Από αυτές προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·                Η διαδικασία της εξέτασης του οφειλέτη χρέους με βάση το Μέρος VIII του Κεφ. 6 έχει ουσιαστικά ανακριτικό - εξεταστικό χαρακτήρα και αποβλέπει στην παροχή ευχέρειας στο Δικαστήριο, μετά την διεξαγωγή της αναγκαίας έρευνας σχετικά με τα οικονομικά μέσα που διαθέτει ο χρεώστης, να κρίνει κατά πόσον ο τελευταίος έχει την ικανότητα να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του με δόσεις. Εστιάζεται δηλ. στην διαπίστωση των πόρων και μέσων του χρεώστη (βλ. Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686 και Φιλίππου ν. Σ.Π.Ε. Παλλουριώτισσας (1997) 1Γ Α.Α.Δ 1755).

·                Ο χρεώστης εµφανίζεται ή εξαναγκάζεται να εµφανισθεί (δυνάμει του άρθρου 83) ενώπιον Δικαστηρίου και εξετάζεται ενόρκως από ή εκ µέρους του εξ αποφάσεως πιστωτή και από το Δικαστήριο (βλ. άρθρο 84(1). Η έρευνα δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση του χρεώστη. Το Δικαστήριο μπορεί να ακούσει μάρτυρες, η μαρτυρία των οποίων κρίνεται ως αναγκαία για τους σκοπούς της έρευνας και με βάση την ολότητα της μαρτυρίας να εκδόσει ή μη διάταγμα μηναίων δόσεων (βλ. άρθρο 85, Μιχαήλ κ.α. ν. Αδελφοί Πούλλου Λτδ (1997) 1Γ Α.Α.Δ. 1759 και Νέα Σ.Π.Ε. Αραδίππου ν. Γεωργίου (2000) 1Β Α.Α.Δ. 1221). Η εξέταση αναφορικά με τα μέσα του χρεώστη δεν περιορίζεται στον ίδιο τον εξ αποφάσεως χρεώστη ούτε καθιστά την παρουσία του προϋπόθεση για την διερεύνηση των μέσων του για αποπληρωμή του χρέους. Παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο να διερευνήσει τα μέσα του χρεώστη μέσω της μαρτυρίας οποιουδήποτε προσώπου εφόσον τείνει να διαφωτίσει ως προς τα μέσα του χρεώστη (βλ. Gesico v. J.K. Video (1991) 1 Α.Α.Δ. 134).

·                Σε αιτήσεις αυτής της φύσης το βάρος απόδειξης μετατοπίζεται στους ώμους του ίδιου του χρεώστη για προφανείς λόγους αφού ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την οικονομική κατάσταση και τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία δικαιολογούν την έκδοση διατάγματος καταβολής του χρέους με μηνιαίες δόσεις (βλ. The Old Salt Yachhting Co Ltd v. Βικής, Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 42/2014, ημερ. 11.7.2018, ECLI:CY:AD:2018:D358 και Βασιλειάδης ν. Τσουρή (2007) 1 Α.Α.Δ. 43). Οπότε ο οφειλέτης υποχρεούται να αποκαλύψει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία που καταδεικνύουν ότι δεν έχει τη δυνατότητα εξόφλησης του χρέους ή να καθορίσει ο ίδιος το ποσό που θεωρεί ότι είναι εντός των δυνατοτήτων του. Με βάση τη νομοθεσία και τον επιτακτικό προσδιορισμό της υποχρέωσης ενός εξ αποφάσεως οφειλέτη να παρουσιάσει στοιχεία, το Δικαστήριο πρέπει να επιμένει στην παρουσίαση εκεί όπου δεν τίθενται, στοιχείων ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός της νομοθεσίας (βλ. και S.X. v. X.X., Έφεση Αρ. 31/2015, ημερ. 19.10.2018).

·                Όλα τα αναγκαία στοιχεία πρέπει να τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου για να μπορέσει να αποφασίσει κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος ή όχι και αν δικαιολογείται για ποιο ποσό (βλ. Soteriades v. Koutsiou (1970) 1 C.L.R. 24).

·                Η οικονομική ευχέρεια για την αποπληρωμή χρέους με δόσεις, μετά τον προσδιορισμό των μέσων του χρεώστη, συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες αυτού και της οικογένειας του για αξιοπρεπή διαβίωση. Αυτές περιλαμβάνουν τη στέγαση, την διατροφή, την ιατρική περίθαλψη, τη μόρφωση των παιδιών εάν υπάρχουν, κάποια ευχέρεια για την κοινωνική διακίνηση του χρεώστη και κάποιο λογικό περιθώριο για την αντιμετώπιση εκτάκτων δαπανών που μπορεί να παραστεί ανάγκη να αντιμετωπίσει (βλ. Φλαγκοφάς και Παναγιώτου ν. Μιχαήλ (1998) 1 Α.Α.Δ. 422). Σε περίπτωση φυσικών προσώπων, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τον μισθό και τα εισοδήματα του χρεώστη, τις προσωπικές και οικογενειακές του ανάγκες και διατάσσει πληρωμή ποσού, το οποίο είναι περίσσευμα από το μισθό του, μετά την αφαίρεση εύλογου αναγκαίου ποσού για τη συντήρηση του και των εξαρτωμένων του (βλ. Gesico).

·                Κατά την εξέταση το Δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψην του συγκεκριμένα ποσά που λαμβάνει ο χρεώστης και καθορίζονται στην επιφύλαξη άρθρου 82(1).

·                Δεν είναι ανεκτή η δημιουργία υποχρεώσεων - εκτός από κάλυψη ουσιαστικών αναγκών του χρεώστη και της οικογένειας του - και η μεταγενέστερη επίκληση τους ως δικαιολογίας για την ανικανότητα χρεώστη να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος (βλ. Anestos A. Kokoni v. Ioannides (1963) C.L.R. 468, Σ.Π.Ε. Αραδίππου v. Ιακώβου (1999) 1 Α.Α.Δ. 2032).

·                Χρέη για τα οποία δεν υπάρχει διαταγή μηνιαίων πληρωμών ή τα οποία προκύπτουν από μεταγενέστερες του δικαστικού χρέους υποχρεώσεις δεν έχουν προτεραιότητα απέναντι στο εξ αποφάσεως χρέος. Ιδιαίτερα χωρίς να υπάρχει καν δικαστική απόφαση (βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε.).

·                Το ζήτημα πιθανού μελλοντικού εισοδήματος του χρεώστη εξετάζεται με περίσκεψη (βλ. Gesico).

·                Αφού διαπιστωθεί μετά από συνεκτίμηση των πόρων και των αναγκών του χρεώστη ότι αυτός είναι σε θέση να αποπληρώσει το χρέος του με δόσεις ο επακριβής καθορισμός του ποσού επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλ. Φλαγκοφάς).

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

Ο Καθ΄ ου η αίτηση 3 κατέθεσε ενόρκως και αντεξεταζόμενος αποδέχτηκε ότι διατάχθηκε από το δικαστήριο για να καταχωρήσει συμπληρωματική Ε/Δ για αποκάλυψη περαιτέρω στοιχείων του. Αυτός είναι έγγαμος και πατέρας 5 παιδιών εκ των οποίων το ένα αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας αφού διαγνώστηκε με εγκεφαλική παράλυση και παρουσιάζει δεξιά ημιπάρεση και επιληψία (τεκμ.2). Αυτός επισύναψε αποδείξεις ότι η θυγατέρα του υποβαλλόταν το 2020 σε φυσικοθεραπείες (τεκμ.3).

Ανέφερε ότι δεν έχει, ούτε είχε περιουσία. Ερωτώμενος εάν  έχει επονόματι του το τεμάχιο 527 στο Δήμο Λάρνακας απάντησε θετικά, λέγοντας ότι είναι γραμμένο πάνω σε αυτόν και στην πρώην γυναίκα του. Στη θέση του κου Κορακίδη ότι όλο το μερίδιο είναι εγγεγραμμένο στο όνομα του είπε «ότι στο χαρτί που έχει αυτός είναι γραμμένο και το όνομα της γυναίκας του». Δεν αποδέχθηκε ότι με την πώληση αυτού του ακινήτου μπορεί να ικανοποιηθεί η απόφαση. Επικαλέστηκε ότι για 20 χρόνια δεν εκποιήθηκε η υποθήκη για ικανοποίηση της απόφασης και προσπαθούν να τον κατηγορήσουν αυτόν. Δεν διατηρεί κανένα τραπεζικό λογαριασμό. Στην ερώτηση τί απέγινε αυτός ο λογαριασμός απάντησε ότι «η κυβέρνηση του έβαλε το επίδομα τέκνου, αυτός μπορεί να έκλεισε εδώ και πολλά χρόνια, δεν τον χρησιμοποιεί αφού δεν υπάρχουν λεφτά μέσα». Πολύ παλιά πριν το 2000 είχε άλλους λογαριασμούς. Δεν έχει αποταμιεύσεις, είχε λογαριασμούς στην Λαϊκή Τράπεζα και στην Alpha Βank. Σήμερα είναι σερβιτόρος σε Bingo στη Λάρνακα και πριν ήταν οικοδόμος. Η γυναίκα του δεν εργάζεται. Δεν αποδέχτηκε ότι είναι δικό του το Bingo, ότι αυτός το διαχειρίζεται με τη γυναίκα του και είναι διευθυντές τα παιδιά του. Επίσης δεν αποδέχτηκε ότι είχε τρία εστιατόρια και ότι έχει εισοδήματα. Δεν αποδέχτηκε την θέση ότι εσκεμμένα η εταιρεία (τεκμ.6) είναι γραμμένη στα παιδιά του για να αποφύγει τους πιστωτές του. Όταν ρωτήθηκε πως εισπράττει τα €500 που αναφέρει στην Ε/Δ και Συμπληρ.Ε/Δ του (τεκμ.Α και 6 αντίστοιχα) απάντησε από τα παιδιά του.

 

Στη θέση ότι μόνο διαβήτη έχει και υπέρταση είπε ότι έκανε εγχείρηση και του τοποθετήθηκε στεντ, βάζει 3 ινσουλίνες και παίρνει 6 χάπια για να περπατήσει. Δεν αποδέχτηκε ότι από την εργασία του λαμβάνει άνω των €2000. Στην Σ.Ε/Δ του επισύναψε ιατρική βεβαίωση τεκμ.5.

 

Τα όσα αναφέρουν στις γραπτές αγορεύσεις τους οι συνήγοροι των διαδίκων έχουν μελετηθεί με προσοχή και επίσης λαμβάνονται υπόψην. Σχετική αναφορά θα γίνει στη συνέχεια, εάν και στο μέτρο που αυτό απαιτηθεί.

 

Θα ξεκινήσω πρωτίστως από τον 3ο λόγο της ένστασης ο οποίος αναφέρει ότι η αίτηση είναι καταχρηστική και καταχωρήθηκε με υπέρμετρη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση από την εξασφάλιση της απόφασης, κατά  την 22/10/2001.

To δικαστήριο εξετάζοντας την εν λόγω θέση διαπιστώνει τα πιο κάτω:

 

Το κλητήριο ένταλμα καταχωρίστηκε στις 22.5.01 και 22/10/2001 εκδόθηκε δικαστική απόφαση με την οποία οι Εναγόμενοι 1, 2 και 3 διατάχθηκαν να πληρώσουν το ποσό των (£57.358,07) €98.048,21 με τόκο προς 9%  ετησίως επ’ αυτού από 12/5/2001 και με τόκο 11% από 13/5/2001 μέχρι τελείας εξόφλησης και με την οποία οι Εναγόμενοι 1, 2 και 3 διατάχθηκαν να πληρώσουν το ποσό των (£520,00) €888,47 ως έξοδα της αγωγής συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων έκδοσης της απόφασης με τόκο 8% ετησίως επ’ αυτού από 22/5/2001 μέχρι τελείας εξόφληση, πλέον Φ.Π.Α. και (£10,00) €17,09 έξοδα επίδοσης (τεκμήριο Α αντίγραφο της δικαστικής απόφασης ημερομηνίας 22/10/2001).

Κατά την 18/04/2002 εκδόθηκε δικαστικό διάταγμα για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου των Εναγόμενων 4, δυνάμει υποθήκης στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λεμεσού (τεκμήριο Γ αντίγραφο του δικαστικού διατάγματος ημερομηνίας 18/4/2002). 

 

Κατά την 13/8/2004 κατατέθηκε στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου αίτηση για Αναγκαστική Πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου. (τεκμήριο Δ αντίγραφο της σχετικής απόδειξης ημερομηνίας 13/8/2004).

 

Η διαδικασία εκποίησης της υποθήκης εκκρεμεί.                       

 

Κατά την 1/6/2020 εξασφαλίστηκε διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με το οποίο δόθηκε άδεια εκτέλεσης της απόφασης για 10 έτη από την 1/6/2020. (τεκμήριο Β αντίγραφο της δικαστικής απόφασης ημερομηνίας 1/6/2020).

Στις 28.5.21 καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση.

 

Οι αιτητές αναφέρουν ότι οι εναγόμενοι δεν εξόφλησαν το εξ΄ αποφάσεως χρέος μέχρι σήμερα. Αυτοί όμως πρωτίστως δεν παραθέτουν λεπτομέρειες στο δικαστήριο γιατί παρήλθαν 2 έτη  από την έκδοση του διατάγματος για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου των εναγομένων 4 (18.4.02)  μέχρι τις 13.8.04 που κατατέθηκε η αίτηση για αναγκαστική πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου στο Επ.Κτηματολόγιο Πάφου, αλλά και γιατί παρήλθαν από τότε σχεδόν 20 έτη και η διαδικασία της εκποίησης της υποθήκης ακόμη εκκρεμεί. Επίσης από την έκδοση του διατάγματος ανανέωσης της απόφασης το 2020 παρήλθε ακόμη ένας χρόνος μέχρι την καταχώρηση της παρούσας, χωρίς να αναφερθεί οτιδήποτε από τους αιτητές.

 

Ακόμη καμία αναφορά δεν έγινε από τους αιτητές αναφορικά με τυχόν λήψη και προώθηση άλλων διαβημάτων για εκτέλεση της εν λόγω απόφασης ημερ.22.10.01.

 

Διαφαίνεται μία αδικαιολόγητη απραξία, αμέλεια και κωλυσιεργία εκ μέρους των αιτητών για μεγάλη χρονική περίοδο αναφορικά με την λήψη μέτρων προς εκτέλεση της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης του 2001, για το οποίο βεβαίως δεν φαίνεται να ευθύνεται ο καθ΄ου η αίτηση ή τουλάχιστον δεν υπάρχει τέτοια μαρτυρία.

 

Παρ΄όλα αυτά οι αιτητές θεωρώ ότι προχώρησαν σε καταχώρηση της παρούσας αίτησης εναντίον του καθ΄ου η αίτηση με υπέρμετρη καθυστέρηση, δίδοντας την εντύπωση στον Καθ’ ου η Αίτηση με την πάροδο τόσων χρόνων ότι δεν θα διεκδικηθεί απ΄αυτόν το επιδικασθέν ποσό.

 

Για το θέμα που αφορά την καθυστέρηση στη λήψη μέτρων εκτέλεσης από τους αιτητές κρίνω ότι εφαρμόζεται παρομοίως η νομολογία που αφορά την Διαταγή 40 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και την οποία παραθέτω.

 

Στην Σταυρινίδης ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Έφ. Αρ. 367/12, ημερ. 17.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:A11, ECLI:CY:AD:2019:A11 στην οποία αναλύθηκε η Δ.40Θ8 αναφορικά με το δικαίωμα διαδίκου να αιτηθεί από το δικαστήριο άδεια εκτέλεσης απόφασης αναφέρεται ότι « Προσθέτως, δέον να αιτιολογείται η καθυστέρηση και να διαφαίνεται πως δεν επηρεάζεται δυσμενώς ο εκ δικαστικής αποφάσεωςοφειλέτης» (Βλ. Biochemie Rose Ltd κ.άνΤράπεζας Κύπρου Πολ.εφ.11/2013, 1.6.2018)Ορφανίδη κ.ά. v. S & G. Securities and General Finance Ltd ΠολΈφ. 302/2013, ημερ. 8/4/2021, Marfin Popular Bank Public Co Ltd v. Π.ΚΠολΈφ. 219/2012, ημερ. 31/1/2019, ΣΠΕΚοντέας v. Mιχαήλ(2012)1Β Α.Α.Δ.1604, Panaou v. Christofi (1963) 2 C.L.R. 19, Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Μακρίδης κ.ά(2012)1Β Α.Α.Δ. 1218, Κτωρίδης ν. Alpha Bank Cyprus Ltdπολ.εφ.290/10, 19.6.2014Astrapi Commission Agents Ltd κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Έφ. Αρ. Ε107/13, ημερ. 21.2.2019, Λάμπρος Κυπριανού & Υιοί (Εργολάβοι) Λτδ v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ Πολ. Έφ. 179/2013 ημερ. 27/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:A492, ECLI:CY:AD:2019:A492, Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Ευσταθίου κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 47/13, ημερ. 10.6.2019Biochemie Rose Ltd κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου Πολ. Έφ. 11/2013, 1.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A264, ECLI:CY:AD:2018:A264, Ανδρέα Τρύφωνος ν. Τράπεζας Κύπρου Πολ. Έφ. 206/2012, 26.10.2017, ECLI:CY:AD:2017:A373, ECLI:CY:AD:2017:A373).

 

Στην Κτωρίδης ν. Alpha Bank Cyprus Ltd (πιο πάνω) αφού αναφέρθησαν και αναλύθησαν οι προηγούμενες αποφάσεις καθώς και αριθμός αγγλικών αυθεντιών, το Εφετείο κατέληξε πως «η λυδία λίθος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, και το πιο σημαντικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη (βλ. Westacre Investments Inc. v. Yugoimport SDPR [2008] EWHC 801 και Good Challenger Navegante SA v. Mineralexportimport SA [2004] 1 Lloyd΄s Rep. 67)».  Ως τέτοιος προσδιορισμός του δυσμενούς επηρεασμού θα πρέπει να θεωρείται πως ο εξ αποφάσεως πιστωτής αφήνει τον εξ αποφάσεως οφειλέτη να πιστεύει πως η απραξία του σημαίνει πως δεν πρόκειται να εκτελέσει» (δική μου η επισήμανση).

 

Η πιο πάνω νομική προσέγγιση υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση Astrapi Commission Agents Ltd κ.α. ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Έφ. Αρ. Ε107/13, ημερ. 21.2.2019, στην οποία τονίστηκε επιπρόσθετα ότι «ως απόσταγμα της σχετικής νομολογίας το κρίσιμο στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου και το πιο καθοριστικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη.»

Το δικαστήριο παραχωρεί άδεια για λήψη μέτρων εκτέλεσης, ασκώντας προς τούτο διακριτική εξουσία, εφόσον ο εξ αποφάσεως πιστωτής καταδεικνύει, κατ' ελάχιστο, προς ικανοποίησή του, ότι εξακολουθεί να υφίσταται το εξ αποφάσεως χρέος ή οποιοδήποτε μέρος του, ότι δικαιολογημένα δεν έχουν αποδώσει τα μέτρα εκτέλεσης που ο ίδιος τυχόν να έχει λάβει εμπρόθεσμα, ώστε να καθίσταται αναγκαία η λήψη επιπρόσθετων μέτρων και ότι τα προτιθέμενα μέτρα δυνατό να οδηγήσουν στην είσπραξη του εξ αποφάσεως χρέους, προς ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης.

Επιπρόσθετα, η αδράνεια εξ αποφάσεως πιστωτή στη λήψη μέτρων εκτέλεσης, προς είσπραξη του εξ αποφάσεως χρέους πρέπει να αιτιολογείται ειδικά, προς ικανοποίηση του δικαστηρίου ότι δικαιολογείται η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας μετά την πάροδο δέκα ετών.  Σε τέτοια περίπτωση, το εν λόγω δικαίωμα αντισταθμίζεται και με τυχόν μεταβολή των συνθηκών του εξ αποφάσεως χρεώστη, ώστε να διασφαλίζεται πως η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας δε θα του προκαλέσει οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό, (βλ. Duer v Frazer [2001] 1 All ER 249, σελίδα 255, The "Good Challenger" [2004] 1 Lloyd's Rep. 67, σελίδες 85 έως 86, και Ανδρέας Τρύφωνος ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ, ECLI:CY:AD:2017:A373, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 206/2012, 26.10.2017, ECLI:CY:AD:2017:A373, ECLI:CY:AD:2017:A373). 

Στην εν λόγω υπόθεση επικυρώθηκε ως απολύτως ορθή η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι «η παρέλευση 13 σχεδόν ετών από το 1999 χωρίς τη λήψη οιωνδήποτε μέτρων εκτέλεσης για ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους και 19 ετών από την έκδοση της απόφασης» αποτελεί μακρά περίοδο απραξίας η οποία δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί, παρά τις διαβουλεύσεις που κατ' ισχυρισμό των αιτητών έλαβαν χώρα μεταξύ των μερών.

 

Σε συνάφεια προς τα ανωτέρω είναι και τα όσα ειπώθηκαν στη Λάμπρος Κυπριανού & Υιοί (Εργολάβοι) Λτδ v Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ ανωτέρω:

«Από την Αγγλική νομολογία, την οποία παράθεσε το πρωτόδικο δικαστήριο (δέστε, μεταξύ άλλων, Patel vSingh (2002) EWCA, 1668), ο κανόνας φαίνεται να είναι ότι η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου ασκείται εναντίον της έγκρισης της αίτησης για εκτέλεση, μετά την παρέλευση της προθεσμίας των δέκα ετών, εκτός αν υπάρχουν τέτοια γεγονότα που δείχνουν ότι η δικαιοσύνη εξυπηρετείται καλύτερα με την έγκριση της αίτησης.   Το βάρος απόδειξης ότι ο αιτητής δικαιούται αδείας εκτέλεσης το φέρει ο ίδιος ο αιτητής (δέστε, ΣΠΕ Κοντέας, ανωτέρω).  Επομένως δεν αποτελεί δικαίωμα του εξ αποφάσεως πιστωτή, η εκτέλεση της δικαστικής απόφασης μετά την παρέλευση των δέκα ετών και ο εξ αποφάσεως πιστωτής οφείλει να δώσει εξηγήσεις, στην απουσία ειδικών περιστάσεων, για το λόγο της καθυστέρησης.   Όμως όπως υποδείχθηκε στην Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Ευσταθίου κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 47/13, ημερ. 10.6.2019:

«Εν προκειμένω υπεισέρχεται και η κυπριακή πραγματικότητα με τις δυσχέρειες εκτέλεσης και τις συνεπαγόμενες μεγάλες καθυστερήσεις, η οποία δεν πρέπει να παραβλέπεται με μηχανιστική μεταφορά της αγγλικής νομολογίας.

Ο περιορισμός που θέτει η Δ.40 κ.8 δεν είναι μηχανιστικός ή τυπολατρικός.  Αποβλέπει στην ουσία και η ουσία έγκειται στην άσκηση εποπτείας και ελέγχου από το δικαστήριο προς αποτροπή καταχρηστικής ή άδικης συμπεριφοράς εκ μέρους του εξ αποφάσεως δανειστή.

 

Όπως λέχθηκε στην Εύζονος ν. Φιλικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 284/11, ημερ. 15/09/2016:

 

«Το δικαστήριο εξετάζοντας αίτηση δυνάμει της Δ.40 θ.8, λαμβάνει υπόψη από τη μια ότι μια απόφαση δεν μπορεί να παραμένει ανεκτέλεστη για απεριόριστο χρόνο, με αποτέλεσμα ο εξ αποφάσεως οφειλέτης να παραμένει υπόλογος για ανάλογο απεριόριστο χρόνο και από την άλλη, ότι η εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συναρτάται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Βέβαια, σύμφωνα με καλά εδραιωμένη νομολογιακή αρχή, το δικαστήριο προτού παρατείνει την περίοδο για εκτέλεση δικαστικής απόφασης, θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι ένα τέτοιο μέτρο είναι εμφανώς δίκαιο (βλ. Duer v. Frazer [2001] 1 WLR 919)».

 

Επί του προκειμένου οι Αιτητές, ως εξ αποφάσεως πιστωτές επί μακρόν δεν έλαβαν μέτρα εκτέλεσης της απόφασης για 17 χρόνια, ήτοι από το 2004 που κατατέθηκε η αίτηση για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου μέχρι και τις 28.5.21 που καταχωρίστηκε η παρούσα και δεν ανέφεραν καν οποιαδήποτε εξήγηση σχετικά με την αδράνεια αυτή. Επίσης δεν έχει διαφανεί ή αναφερθεί εκ μέρους τους οποιαδήποτε πολυπλοκότητα σε οποιαδήποτε διαδικασία από το 2004 και εντεύθεν που να δικαιολογεί αυτή την στάση και συμπεριφορά που θεωρώ ότι παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα του καθ΄ου η αίτηση.

 

Στην υπόθεση Διευθυντής των Φυλακών Τζεννάρο Περρέλα (1965) 1 Α.Α.Δ. 217 (βλ. και Αναφορικά με την Αίτηση της Beogradska D.D. (1996) 1(B) Α.Α.Δ. 911), ειπώθηκε ότι το Δικαστήριο έχει συμφυή εξουσία να αναστείλει και ή απορρίψει κάποια δικαστική διαδικασία αν αυτή αποτελεί κατάχρηση. Ωστόσο, η εξουσία αυτή ασκείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η διαδικασία είναι κακόπιστη, αβάσιμη, επιπόλαιη και/ή καταπιεστική ή ακόμα όπου η διαδικασία χρησιμοποιείται για σκοπό άλλο από εκείνο για τον οποίο προορίζεται, χάριν της εξασφάλισης παρεμφερούς οφέλους ή και για σκοπό ο οποίος απολήγει σε καταπιεστικό μέτρο για την άσκηση των δικαιωμάτων του αντιδίκου.

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι η χρήση διαδικασίας για σκοπό ο οποίος καταλήγει σε καταπιεστικό μέτρο για την άσκηση των δικαιωμάτων του αντιδίκου μπορεί να περισταλεί ως κατάχρηση της διαδικασίας.  Η πιο πάνω νομική αρχή υιοθετήθηκε στην υπόθεση Σοφίας Νικολάου Βασιλείου ν Μάριου Μακρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 133, στην οποία γίνεται αναφορά σε σχετική αγγλική νομολογία που εφάρμοσε τον πιο πάνω κανόνα σε διαδικασίες πτώχευσης και ο οποίος τυγχάνει πλέον καθολικής εφαρμογής σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία. 

 

Ο σκοπός του Νόμου, ως λέχθηκε και στην Χριστοφόρου ν. Σ.Π.Ε. Ακακίου (2008) 1Α Α.Α.Δ. 708, είναι η διασφάλιση της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, ύψιστο ζήτημα που αφορά καίρια την απονομή της δικαιοσύνης γιατί αν οι αποφάσεις των Δικαστηρίων δεν εκτελούνται τότε η Δικαιοσύνη θα απονέμεται επί ματαίω.

 

Συνεπώς θα συμφωνήσω με την θέση των συνηγόρων του καθ΄ου η αίτηση ότι το αιτούμενο διάταγμα δεν δύναται να εκδοθεί, δεν εξυπηρετείται ο σκοπός του Νόμου και η ορθή απονομή της δικαιοσύνης καθότι αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τον δυσμενή επηρεασμό του αφού ζητείται απ΄αυτόν να καταβάλει ποσό μηνιαίων δόσεων 20 χρόνια μετά την έκδοση της απόφασης. Πουθενά στην αίτηση δεν γίνεται μνεία ότι ο καθ΄ου η αίτηση τους παρεμπόδισε ή τους απέτρεψε από την λήψη μέτρων εκτέλεσης εναντίον του ενωρίτερα, περιλαμβανομένης και της καταχώρησης της παρούσας αίτησης.

 

Είναι λογικό ότι με την πάροδο 20 και πλέον ετών αυτός ήταν με την εντύπωση και την πεποίθηση πως δεν όφειλε οιονδήποτε ποσό στους Αιτητές για ένα ποσό μάλιστα που τοκιζόταν για τόση μεγάλη χρονική περίοδο. Περαιτέρω είναι αναμενόμενο οι προσωπικές συνθήκες του καθ΄ου η αίτηση να έχουν αλλάξει μετά από την πάροδο τόσων ετών.

 

Συνακόλουθα ο 3ος λόγος ένστασης γίνεται αποδεκτός από το δικαστήριο και κρίνω ότι παρέλκει η εξέταση των λοιπών. Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του καθ΄ου η αίτηση 3 και εναντίον των αιτητών, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο.

 

......................................

Γ.Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ

 

 

 

                                                                                               

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο