ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ        
Ενώπιον:
Μ. Αγιομαμίτη, Π.Ε.Δ               


               Αρ. Αγωγής: 374/2014

Μεταξύ:

   1. ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ AS & EK PROPERTY DEVELOPERS LTD

   & ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΛΙΚΑΣ

               2. AS & EK PROPERTY DEVELOPERS LTD

               3. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΛΙΚΑΣ
                                                                                                                                          Εναγόντων

                ν.


  ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΓΗΣ

Εναγομένων


Αίτηση ημερομηνίας 02/11/2023

 

08 Μαρτίου, 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια‑Εναγόμενη/εξ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσα: κα Μαραντίδου

Για τους Καθ' ων η αίτηση‑Ενάγοντες/εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενους: κ. Κονναρής

 

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η υποβολή προσφοράς εκ μέρους της Ενάγουσας 1 στον διαγωνισμό με αριθμό προσφοράς 11/2010, αποτέλεσε την αφορμή για την καταχώρηση της παρούσας αγωγής. Σύμφωνα με το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, η Εναγόμενη πληροφόρησε την Ενάγουσα 1 ότι η προσφορά της ήταν ασύμφορη και υπέβαλε αντιπρόταση η οποία έγινε αποδεκτή από την Ενάγουσα 1.

 

Παρά τις επανειλημμένες συναντήσεις των διαδίκων και/ή διαβεβαιώσεις της Εναγόμενης περί υλοποίησης της συμφωνίας, εντούτοις η Εναγόμενη δεν προχώρησε στην υλοποίηση της επίδικης συμφωνίας. Ως εκ τούτου, οι Ενάγοντες τερμάτισαν τη συμφωνία και αξιώνουν το ποσό των €1.380.353 ως διαφυγόν κέρδος και/ή ζημιά.

 

Η Εναγόμενη στο δικόγραφο της τροποποιημένης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης ήγειρε προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενη, ότι ουδέποτε συντελέστηκε συμφωνία μεταξύ των διαδίκων και επομένως το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας εκδίκασης της επίδικης διαφοράς.

 

Οι Ενάγοντες στην τροποποιημένη Απάντηση και Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση επαναλαμβάνουν τον ισχυρισμό, ότι μεταξύ των διαδίκων συνομολογήθηκε έγκυρη συμφωνία. Συνεπώς, η παρούσα διαφορά εμπίπτει στη δικαιοδοσία των Πολιτικών Δικαστηρίων.

 

Η Εναγόμενη (στο εξής «Αιτήτρια»), με την υπό κρίση αίτηση ζητά την εκδίκαση της προδικαστικής ένστασης της παραγράφου Ι της τροποποιημένης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης. Παρατίθεται αυτούσια η εν λόγω παράγραφος:

 

«Οι Εναγόμενοι εγείρουν 1η προδικαστική ένσταση, αιτούμενοι την απόρριψη της παρούσας αγωγής, καθ' ότι το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να επιληφθεί των ζητημάτων, που εγείρονται με αυτήν. Ο εν λόγω ισχυρισμός εδράζεται στο γεγονός ότι οι διάδικοι δεν υπέγραψαν συμβόλαιο και ως εκ τούτου η όποια σχέση δημιουργήθηκε μεταξύ τους ανάγεται στη σφαίρα του Δημοσίου Δικαίου. Το γεγονός ότι οι Εναγόμενοι κοινοποίησαν στους Ενάγοντες διά της επιστολής τους ημερομηνίας 25.2.2011 αντιπρόταση στους όρους της προσφοράς των Εναγόντων, την οποία οι τελευταίοι αποδέχθηκαν διά της επιστολής τους ημερομηνίας 17.03.2011, δεν διαφοροποίησε την νομική υπόσταση της σχέσης τους. Η κατακύρωση δημόσιου διαγωνισμού στους Ενάγοντες και η πρόσκλησή τους να υπογράψουν συμβόλαιο δεν δημιούργησε οιανδήποτε σχέση ιδιωτικού δικαίου μεταξύ των διαδίκων. Σύμβαση ιδιωτικού δικαίου μεταξύ των μερών θα συντελείτο εάν και όταν υπογράφετο το σχετικό συμβόλαιο, οπότε θα ξέφευγε από το πεδίο του Δημοσίου Δικαίου. Κατ' επέκταση δεν συντελέστηκε καμία σύμβαση του Ιδιωτικού Δικαίου και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας και η υπό κρίσιν Αγωγή εναντίον των Εναγομένων θα πρέπει να τερματιστεί και/ή ακυρωθεί και/ή απορριφθεί.»  

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση ανώτερης λειτουργού της Αιτήτριας. Σύμφωνα με την ενόρκως δηλούσα, τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή θα μπορούσαν να εξεταστούν μόνο στο πλαίσιο προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου. Η πράξη προκήρυξης ενός δημόσιου διαγωνισμού υπάγεται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού. Σύμβαση ιδιωτικού δικαίου θα συντελούνταν μόνο με την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου. Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπογράφηκε μεταξύ των διαδίκων οποιαδήποτε συμφωνία και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου.

 

Η επιστολή ημερ. 25.02.2011 στάλθηκε από την Αιτήτρια στο πλαίσιο άσκησης του δικαιώματος της περί διαπραγμάτευσης της τιμής προσφοράς. Η αποδοχή της πρότασης που περιλαμβανόταν στην προαναφερόμενη επιστολή δεν συνιστούσε και συνομολόγηση σχετικού συμβολαίου, καθώς εκκρεμούσε η λήψη απόφασης εκ μέρους της Αιτήτριας για την κατακύρωση της προσφοράς και την υπογραφή σχετικής συμφωνίας.

 

Στη βάση νομικής συμβουλής που έλαβε, το ζήτημα που εγείρεται με την προδικαστική ένσταση της Αιτήτριας είναι καθαρά νομικό και μέσω αυτού τίθεται σοβαρό ζήτημα το οποίο αν αποφασιστεί υπέρ της Αιτήτριας θα συνιστά το τέλος της επίδικης διαφοράς. Τούτο, διότι σε μια τέτοια περίπτωση η επίδικη διαφορά θα μπορούσε να εξεταστεί μόνο κατόπιν προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.

 

Στην αντίπερα όχθη, οι Ενάγοντες (στο εξής «Καθ’ ων η αίτηση») επέλεξαν να μην καταχωρήσουν ένσταση. Συγκεκριμένα, στις 26.01.2024, ο ευπαίδευτος συνήγορος τους δήλωσε, ότι ενόψει των παραδεκτών γεγονότων και εγγράφων, θα περιοριστεί σε αγορεύσεις εφόσον, κατά την άποψή του, το όλο ζήτημα αποκρυσταλλώθηκε σε καθαρά νομικό.  

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων ανέπτυξαν με τις γραπτές αγορεύσεις τους την επιχειρηματολογία τους προς υποστήριξη των θέσεων τους. Το περιεχόμενο των αγορεύσεων έχει μελετηθεί και θα γίνει αναφορά σε αυτό εκεί και όπου κρίνεται αναγκαίο. Επισημαίνω, ότι το γεγονός της μη καταχώρησης ένστασης από τους Καθ’ ων η αίτηση δεν εμποδίζει τον συνήγορο τους να αγορεύσει επί νομικών ζητημάτων (Papapetrou Bros Ltd v. Παπαπέτρου (2003) 1Β Α.Α.Δ. 741 και Ανδρέας Γεωργιάδης & Υιός Λτδ ν. Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολ. Έφεση αρ.177/2011, ημερ.15.05.2017), ECLI:CY:AD:2017:A176.

 

Νομική πτυχή

Η υπό κρίση αίτηση εδράζεται επί της Δ.27 θθ 1 - 2 των παλαιών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Οι αρχές που διέπουν την προδικαστική εκδίκαση νομικών σημείων που εγείρονται στις έγγραφες προτάσεις συνοψίζονται σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ., μεταξύ άλλων, Costas Mavromoustaki ν. Iacovos N. Yeroudes as Executor of the Will of the deceased Spyros Michaelides (1965) 1 C.L.R. 176, Ιωάννη Νικόλα Χ’’Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 949 και Παπαθανασίου και Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου κ.α. Πολ. Έφεση αρ.Ε178/14 ημερ.11.08.20), ECLI:CY:AD:2020:A285.

 

Η νομολογία υποδεικνύει, ότι η έκδοση τέτοιας διαταγής γίνεται κατά κανόνα όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι το κρινόμενο νομικό σημείο εγείρει σοβαρό νομικό θέμα, το οποίο εάν αποφασιστεί υπέρ του διαδίκου που το εγείρει, αποφασίζεται όλη η υπόθεση ή ένα ουσιώδες θέμα αυτής. Μια τέτοια διαταγή θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και σε εξαιρετικά απλές και καθαρές περιπτώσεις και όχι στις περιπτώσεις εκείνες όπου τα εγειρόμενα θέματα, λόγω της ασάφειας των γεγονότων ή του νόμου, θα πρέπει να αποφασιστούν κατά την ακρόαση της ουσίας. Επιπρόσθετα, η νομολογία υπογραμμίζει ότι νομικό σημείο δεν εκδικάζεται προδικαστικά όταν τα γεγονότα επί των οποίων θα αποφασιστεί είναι αμφισβητούμενα (βλ. ανωτέρω Ιωάννη Νικόλα Χ’’Οικονόμου ν. Ελληνικής Τράπεζας Λτδ).

 

Συνεπώς, η εκδίκαση προδικαστικού ζητήματος είναι εφικτή εάν και εφόσον το συζητούμενο θέμα αποκρυσταλλώνεται σε καθαρά νομικό θέμα και τα γεγονότα είναι αδιαμφισβήτητα ή παραδεκτά (Αγρόκτημα Λανίτη Λτδ κ.α ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ.α (1991) 1 Α.Α.Δ. 225).

 

Συμπεράσματα

Σε διαδικασίες αυτής της φύσης δύο είναι τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν. Πρώτον, κατά πόσο το εγειρόμενο ζήτημα είναι κατάλληλο για να τύχει προδικαστικής εκδίκασης και δεύτερον, κατά πόσον, επί της ουσίας πλέον, ευσταθεί η εγερθείσα προδικαστική ένσταση. Προέχει, επομένως, η εξέταση του πρώτου ζητήματος.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων δήλωσαν ως παραδεκτά γεγονότα το περιεχόμενο των παραγράφων 1 ‑ 7 του ειδικά οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος. Περαιτέρω, από την παράγραφο 8 του ειδικά οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος δηλώθηκε ως παραδεκτό γεγονός, ότι στις 17.03.2011 οι Καθ’ ων η αίτηση με επιστολή τους απεδέχθησαν την πρόταση της Αιτήτριας. Επιπροσθέτως, δηλώθηκε ως παραδεκτό και το εξής γεγονός: «Το έντυπο της υποβληθείσας προσφοράς των Εναγόντων, το προμηθεύτηκαν οι Ενάγοντες από τους Εναγόμενους ως ενδιαφερόμενοι προσφοροδότες και στη συνέχεια αφού αυτοί συμπλήρωσαν τα απαραίτητα μέρη του εντύπου σύμφωνα με τα στοιχεία της δικής τους προσφοράς το υπέβαλαν στους Εναγόμενους προκειμένου να συμμετέχουν στον επίδικο διαγωνισμό».

 

Πέραν των παραδεκτών γεγονότων, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι καταχώρησαν από κοινού και κατάλογο παραδεκτών εγγράφων. Στον εν λόγω κατάλογο περιλαμβάνονται τα ακόλουθα έγγραφα:

 

1. Τίτλος ακίνητης ιδιοκτησίας στον οποίο παρουσιάζονται ως συνιδιοκτήτες ακινήτου οι Καθ’ ων η αίτηση 2 και 3.

2. Έγγραφο προκήρυξης του διαγωνισμού με αρ. 11/2010 από την Αιτήτρια.

3. Η υποβληθείσα προσφορά της Καθ’ ης η αίτηση 1 στον πιο πάνω διαγωνισμό. 

4. Επιστολή Αιτήτριας προς Καθ’ ης η αίτηση 1 ημερ. 25.02.2011. 

5. Επιστολή Αιτήτριας προς Καθ’ ης η αίτηση 1 ημερ. 03.03.2011. 

6. Επιστολή Καθ’ ης η αίτηση 1 προς Αιτήτρια ημερ. 17.03.2011. 

 

Με τα προαναφερόμενα παραδεκτά γεγονότα και έγγραφα το ζήτημα που εγείρεται στην υπό εξέταση προδικαστική ένσταση αποκρυσταλλώνεται σε καθαρά νομικό. Σημειώνεται, ότι μέσω των παραδεκτών γεγονότων και εγγράφων έχουν καταστεί παραδεκτές οι ιδιότητες των διαδίκων, η προκήρυξη του διαγωνισμού με αρ.11/2010 από την Αιτήτρια για την προμήθεια κατοικιών/διαμερισμάτων με τη μέθοδο του σχεδιασμού, της ανέγερσης και της προσφοράς γης στην Επαρχία Λεμεσού, καθώς και η υποβολή προσφοράς εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση 1 στο πλαίσιο του εν λόγω διαγωνισμού. Επίσης, κατέστη παραδεκτή η μετά την υποβολή της προσφοράς της Καθ’ ης η αίτηση 1 ανταλλαχθείσα μεταξύ των διαδίκων αλληλογραφία. Συνεπώς, αυτό το οποίο παραμένει προς αξιολόγηση είναι το κατά πόσο με τις επιστολές ημερ. 25.02.2011, 03.03.2011 και 17.03.2011, το περιεχόμενο των οποίων είναι παραδεκτό, συνομολογήθηκε προφορικά σύμβαση μεταξύ της Καθ’ ης η αίτηση 1 και της Αιτήτριας.

 

Ως εκ των ανωτέρω, κρίνω ότι το θέμα που εγέρθηκε είναι κατάλληλο για προδικαστική εκδίκαση. Τούτο, διότι, ως αναφέρθηκε πιο πάνω το υπό εξέταση ζήτημα είναι καθαρά νομικό και τα γεγονότα επί των οποίων θα αποφασιστεί δεν αμφισβητούνται. Επίσης, είναι  φανερό, ότι σε περίπτωση επιτυχίας της προδικαστικής ένστασης της Αιτήτριας θα τερματιστεί η παρούσα υπόθεση, καθώς κάτι τέτοιο θα συνεπάγεται και έλλειψη δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Προχωρώ, επομένως, στην εξέταση της ουσίας της προδικαστικής ένστασης που ήγειρε η Αιτήτρια.

 

Ως ήδη αναφέρθηκε, η Καθ’ ης η αίτηση 1 υπέβαλε προσφορά στο πλαίσιο του δημοσίου διαγωνισμού με αρ.11/2010 που προκήρυξε η Αιτήτρια. Αποτελούσε ρητό όρο των εγγράφων του διαγωνισμού, ότι ο προσφέρων αποδέχεται πλήρως και χωρίς επιφύλαξη τους γενικούς και ειδικούς όρους, καθώς και όλες τις πρόνοιες των εγγράφων διαγωνισμού, ως τη μόνη βάση της διαδικασίας του εν λόγω διαγωνισμού (όρος 3.2). Περαιτέρω, ο όρος 3.5.1 των εγγράφων του διαγωνισμού καθόρισε το νομικό πλαίσιο του διαγωνισμού που δεν ήταν άλλο από τους σχετικούς με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων νόμους και κανονισμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

 

Η θέση των Καθ’ ων η αίτηση είναι, ότι με την επιστολή της Αιτήτριας ημερ. 25.02.2011 η τελευταία ακύρωσε στην πράξη τον διαγωνισμό στην έκταση που αφορούσε την προσφορά της Καθ’ ης η αίτηση 1. Αυτό, διότι υποβάλλοντας αντιπρόταση εγκατέλειψε ουσιαστικά τη διαδικασία του διαγωνισμού και εισήλθε στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου. Ο κ. Κονναρής υπέδειξε, ότι η αντιπρόταση έχει την έννοια της πρότασης που διατυπώνεται προς αναίρεση ή τροποποίηση προγενέστερης. Εν πάση περιπτώσει, η εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση 1 αποδοχή της αντιπρότασης της Αιτήτριας, μέσω της επιστολής της ημερ.17.03.2011, είχε ως αποτέλεσμα τη σύναψη έγκυρης προφορικής σύμβασης. Επομένως, εφαρμογή στη σχέση των μερών έχει το δίκαιο των συμβάσεων και κατ' επέκταση το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας.

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η προσέγγιση της Αιτήτριας, η ευπαίδευτη συνήγορος της οποίας παραπέμποντας σε νομολογία επανέλαβε την υπό εξέταση προδικαστική ένσταση. Επιγραμματικά, η Αιτήτρια υποστήριξε ότι με την επίμαχη αλληλογραφία δεν συνομολογήθηκε σύμβαση ανάμεσα στην Αιτήτρια και την Καθ’ ης η αίτηση 1. Ως εκ τούτου, η σχέση των διαδίκων παρέμεινε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.

 

Η νομολογία έχει σταθερά και κατ' επανάληψη επισημάνει, ότι η προκήρυξη προσφορών και η κατακύρωση τους αποτελεί σύνθετη διοικητική πράξη (P.A.G Architects Engineers v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 4Δ Α.Α.Δ 3167 και Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1995) 3 Α.Α.Δ 424). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη νομολογία, η κατακύρωση προσφοράς δεν δημιουργεί συμβατική σχέση ιδιωτικού δικαίου. Τέτοια σχέση συντελείται εάν και όταν υπογραφεί το σχετικό συμβόλαιο.

 

Στην υπόθεση Μιχαηλίδης (Τυλληρή) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α (1997) 1Β Α.Α.Δ 767, η Δημοκρατία κατακύρωσε προσφορά υπέρ του Εφεσείοντα αποστέλνοντας του, μάλιστα, σχετική επιστολή με την οποία τον πληροφορούσε ταυτόχρονα ότι θα καλείτο για να υπογράψει το σχετικό συμβόλαιο. Ο Εφεσείων, ο οποίος στο μεταξύ παραχώρησε και σχετική εγγύηση, ουδέποτε κλήθηκε για υπογραφή του σχετικού συμβολαίου. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, ο Εφεσείων καταχώρησε αγωγή εναντίον της Δημοκρατίας ζητώντας διάταγμα ειδικής εκτέλεσης της σύμβασης και αποζημιώσεις. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί του ότι δεν συντελέστηκε σύμβαση στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου επικυρώθηκε κατ' έφεση. Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι η κατακύρωση προσφορών είναι καθαρά διοικητική πράξη, ανέφερε τα ακόλουθα:

«Η κατακύρωση των προσφορών από την εφεσίβλητη 1 είναι καθαρά διοικητική πράξη. Η εφεσίβλητη 1 ενεργούσε εξουσιαστικά σαν φορέας δημόσιας εξουσίας. Η κατακύρωση της προσφοράς δεν μπορούσε να δημιουργήσει συμβατική σχέση ιδιωτικού δικαίου. Με την κοινοποίηση της δε προς τον εφεσείοντα δεν συνάπτεται ούτε συντελείται σύμβαση ιδιωτικού δικαίου. (Βλέπε: Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου ν. Δώρου Χ"Παύλου και Άλλων, Πολιτικές Εφέσεις 8048 και 8153, ημερομηνίας 30.4.1993). Το κατά πόσο ανακλήθηκε ή όχι η κατακύρωση που είναι και αυτό ζήτημα δημοσίου δικαίου, δεν επηρεάζει την κατάσταση αφού το υπόβαθρο της θέσης του εφεσείοντα πως με την κατακύρωση συνάφθηκε σύμβαση, δεν υπάρχει. Σύμβαση Ιδιωτικού Δικαίου μεταξύ των μερών θα συνετελείτο εάν και όταν υπεγράφετο το σχετικό συμβόλαιο. Τότε μόνο θα ξέφευγε από το πεδίο του Δημοσίου Δικαίου και εφαρμογή θα είχαν πλέον οι διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου.»

 

Η πιο πάνω αρχή επιβεβαιώθηκε και πιο πρόσφατα στην υπόθεση CYDIVE LTD v. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Πολ. Εφ. Αρ. 207/2012, ημερ.07.06.2018, ECLI:CY:AD:2018:A279. Στην εν λόγω υπόθεση η Εφεσείουσα, ως επιτυχούσα προσδοροδότης, παρέλειψε να προσκομίσει συγκεκριμένα έγγραφα και πιστοποιητικά για την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας. Λόγω αυτής της παράλειψης, η Εφεσίβλητη προχώρησε σε ρευστοποίηση της εγγυητικής που είχε καταθέσει η Εφεσείουσα. Η Εφεσείουσα καταχώρησε αγωγή αξιώνοντας την επιστροφή του ποσού της εγγυητικής. Η Εφεσίβλητη ήγειρε προδικαστική ένσταση στην Υπεράσπιση ισχυριζόμενη αναρμοδιότητα του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία έγινε αποδεκτή η προδικαστική ένσταση αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

«Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων συμφωνούμε με τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η πράξη της εφεσίβλητης με την οποίαν προέβη σε ρευστοποίηση της εγγύησης αποτελεί πράξη εκτελεστικής εξουσίας, η οποία μπορεί να προσβληθεί μόνο με προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών ή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το γεγονός ότι η βάση της Αγωγής είναι ουσιαστικά, σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, παραβίαση συμφωνίας ή άλλης σχέσης προσομοιάζουσας με συμβατική ή καταπιστεύματος, δεν ενέχει επίσης σημασία για το υπό εξέταση θέμα, εφόσον η πράξη της ρευστοποίησης της εγγύησης διενεργήθηκε στα πλαίσια της διαδικασίας υποβολής και κατακύρωσης της προσφοράς σύμφωνα με τους όρους της εγγυητικής και της νομοθεσίας, ενόψει της μη παρουσίασης των εγγράφων που ζητήθηκαν από την εφεσίβλητη.

 

Το θέμα κατά πόσο είναι πράξη δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου προς το σκοπό καθορισμού της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου κατέστη επίδικο με την Υπεράσπιση της εφεσίβλητης. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι ενόψει της σπουδαιότητας του θέματος της δικαιοδοσίας μπορεί να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.

 

Αν δε η υποβολή της προσφοράς κατέληγε στον καταρτισμό της συμφωνίας και η ρευστοποίηση γινόταν μετά την υπογραφή της τότε η εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας θα ετύγχανε σίγουρα διαφορετικής αντιμετώπισης.

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 1 ΑΑΔ 767 η καταχώρηση της προσφοράς δεν δημιουργεί συμβατική σχέση ιδιωτικού δικαίου που συντελείται αν και όταν υπογραφεί το σχετικό συμβόλαιο.

 

Είναι φανερό ότι στην παρούσα περίπτωση δεν τίθεται θέμα η ρευστοποίηση της εγγυητικής να συνιστά πράξη ιδιωτικού δικαίου εφόσον τα μέρη παρά την κατακύρωση της προσφοράς δεν προχώρησαν με τον καταρτισμό του συμβολαίου. Συνεπώς πολύ ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η περίπτωση δεν ενέπιπτε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, λόγω του μη καταρτισμού του συμβολαίου μετά την κατακύρωση της προσφοράς.»

 

 

Για την εξέταση της προδικαστικής ένστασης είναι χρήσιμη η παράθεση του περιεχομένου της επιστολής της Αιτήτριας ημερ.25.02.2011 (παρατίθεται αυτούσιο):

 

«Κύριοι,

 

Αναφέρομαι στην προσφορά σας με αρ. 11/2010 για το έργο που προτείνετε στο τεμ.[         ], Λεμεσός και σας πληροφορώ τα πιο κάτω:

 

(α) Το Δ.Σ. αφού εξέτασε και αξιολόγησε την προσφορά σας κρίνει ότι, όπως διαμορφώνονται οι σημερινές συνθήκες αγοράς στο παρόν στάδιο, η προσφορά είναι ασύμφορη. Για να καταστεί συμφέρουσα και για να δυνηθεί ο Οργανισμός να προχωρήσει σε συμφωνία θα πρέπει το ποσό της συμφωνίας για το έργο που προτείνετε να μην υπερβαίνει το ποσό των €1.140,00 το τετραγωνικό μέτρο, επιπλέον Φ.Π.Α. των καλυμμένων ωφέλιμων χώρων συμπεριλαμβανομένων και των καλυμμένων βεράντων των διαμερισμάτων.

 

(β) Η τελική αξία του Συμβολαίου θα καθοριστεί στο Συμφωνητικό Έγγραφο μετά τον υπολογισμό των τετραγωνικών μέτρων που θα αγοραστούν με βάση την Πολεοδομική Άδεια που θα εκδοθεί για το έργο (τετραγωνικά μέτρα ωφέλιμων χώρων και καλυμμένων βεράντων επί την πιο πάνω τιμή μονάδας ανά τετραγωνικό μέτρο) και

 

(γ) επίσης σας υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς Παράρτημα 16, για διευκόλυνση των διαδικασιών ετοιμασίας των συμφωνητικών εγγράφων, ο καθορισμός της αξίας του τεμαχίου που θα μεταβιβαστεί στον Οργανισμό θα υπολογιστεί με βάση τη μέθοδο ανάπτυξης και η τιμή αυτή θα είναι δεσμευτική εκτός εάν η εκτίμηση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας θα είναι χαμηλότερη, οπότε θα είναι δεσμευτική η εκτίμηση του Κτηματολογίου χωρίς την οποιαδήποτε αλλαγή αξίας του Συμβολαίου.

 

Ως εκ τούτου παρακαλώ όπως εντός 21 ημερών από λήψεως της επιστολής μας απαντήσετε αν αποδέχεστε την αντιπρόταση του Οργανισμού.

 

Σε περίπτωση που θα αποδεχθείτε την αντιπρόταση του Οργανισμού πιθανόν να σας ζητηθεί να τροποποιήσετε/βελτιώσετε τα αρχιτεκτονικά σχέδια έτσι που να ικανοποιούν τις ανάγκες του Οργανισμού πριν την υποβολή τους για εξασφάλιση των αδειών. Επίσης θα πρέπει να προσκομίσετε τα οικονομικά δεδομένα της Εταιρείας σας ή σε περίπτωση Κοινοπραξίας όλων των εμπλεκομένων στην Κοινοπραξία π.χ. ελεγμένους λογαριασμούς των τριών τελευταίων χρόνων.

 

Εάν δεν λάβουμε έγκαιρη απάντηση θα θεωρήσουμε ότι δεν αποδέχεστε την αντιπρόταση του Οργανισμού. Σας επιστρέφουμε την εγγύηση συμμετοχής.»

 

Είναι, κατά την άποψή μου, ξεκάθαρο, ότι η Αιτήτρια με την επιστολή της ημερ.25.02.2011 δεν εγκατέλειψε τη διαδικασία του διαγωνισμού με αρ.11/2010 και κατ’ επέκταση το πεδίο του δημοσίου δικαίου. Συγκεκριμένα, στην επιστολή όχι μόνο δεν συναντάται ρητή αναφορά περί ακύρωσης ή εγκατάλειψης του διαγωνισμού, αλλά, αντίθετα, η επιστολή αναφέρεται στην προσφορά της Καθ’ ης η αίτηση 1 όπως αυτή κατατέθηκε και αξιολογήθηκε στο πλαίσιο του διαγωνισμού με αρ.11/2010. Αντικείμενο, επομένως, της επιστολής είναι η προσφορά που υποβλήθηκε στον πιο πάνω διαγωνισμό και όχι οτιδήποτε άλλο εκτός του πλαισίου αυτού. Περαιτέρω, στην παράγραφο (β) της επιστολής γίνεται λόγος για τον καθορισμό της τελικής αξίας του Συμβολαίου στο Συμφωνητικό Έγγραφο. Η συγκεκριμένη αναφορά παραπέμπει και πάλι στα έγγραφα του διαγωνισμού (βλ. όροι 4.1.1 και 9.1.1 και Παράρτημα 10 των εγγράφων του διαγωνισμού). Παράλληλα, καθίσταται σαφές, ότι η όποια αποδοχή εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση 1 στην αντιπρόταση της Αιτήτριας δεν θα μπορούσε να συνιστά συνομολόγηση συμφωνίας, αφού η εν λόγω παράγραφος παραπέμπει ρητά στο Συμφωνητικό Έγγραφο. Επομένως, με την αποδοχή της αντιπρότασης εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση 1, μέσω της επιστολής της ημερ.17.03.2011, δεν καταρτίστηκε προφορική συμφωνία. Η δε παράγραφος (γ) της επιστολής δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας περί της εφαρμογής των όρων του διαγωνισμού με αρ.11/2010, αφού παραπέμπει ευθέως στο Παράρτημα 16 το οποίο αποτελεί μέρος των εγγράφων του διαγωνισμού.

 

Επομένως, η σχέση των διαδίκων ουδέποτε εισήλθε στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Με την επιστολή της Αιτήτριας ημερ.25.02.2011 δεν ακυρώθηκαν τα έγγραφα του διαγωνισμού στην έκταση που αφορά την προσφορά της Καθ’ ης η αίτηση 1, ούτε και υποβλήθηκε πρόταση εκτός του πλαισίου του διαγωνισμού με αρ.11/2010. Όπως καταμαρτυρεί τόσο η επιστολή ημερ.25.02.2011, όσο και η επιστολή ημερ. 03.03.2011, η οποία ειρήσθω εν παρόδω αναφέρεται επίσης στον διαγωνισμό με αριθμό 11/2010, στάλθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας υποβολής και κατακύρωσης της προσφοράς. Επομένως, η αποδοχή που περιλαμβάνεται στην επιστολή της Καθ’ ης η αίτηση 1 ημερ.17.03.2011 δεν θα μπορούσε να συνιστά κατάρτιση προφορικής συμφωνίας, αλλά, ενδεχομένως να ισοδυναμεί, στην καλύτερη περίπτωση για τους Καθ’ ων η αίτηση, με κατακύρωση της προσφοράς ή με έγγραφη προκαταρκτική ειδοποίηση για πρόθεση ανάθεσης της σύμβασης (βλ. όρο 8.1.2 των εγγράφων του διαγωνισμού). Όπως υποδείχθηκε στη Μιχαηλίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α (ανωτέρω) η κατακύρωση προσφοράς και η κοινοποίηση της προς το ενδιαφερόμενο μέρος δεν δημιουργεί συμβατική σχέση ιδιωτικού δικαίου.  

 

Δεν παραβλέπω τον όρο 8 του Παραρτήματος 1 των εγγράφων του διαγωνισμού, στον οποίον παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση. Στον εν λόγω όρο καταγράφονται τα ακόλουθα:

«Μέχρι να ετοιμαστεί και υπογραφεί επίσημη Συμφωνία, η προσφορά μας αυτή μαζί με τη γραπτή αποδοχή σας θα αποτελούν δεσμευτικό Συμβόλαιο μεταξύ μας.»

 

Υπέδειξε ο συνήγορος, ότι η συμπερίληψη του πιο πάνω όρου στα έγγραφα του διαγωνισμού δεικνύει ότι η ίδια η Αιτήτρια επιθυμούσε όπως με την αποδοχή της προσφοράς και πριν την υπογραφή γραπτής συμφωνίας θα υπήρχε έγκυρη συμβατική σχέση μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και του επιτυχόντα προσφοροδότη.

 

Με κάθε σεβασμό, η προαναφερόμενη εισήγηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η συγκεκριμένη πρόνοια ουδόλως αναιρεί τη νομολογιακή αρχή η οποία αναδύεται από τη νομολογία που παρατέθηκε πιο πάνω (P.A.G Architects Engineers v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου)  σύμφωνα με την οποία η προκήρυξη προσφορών και η κατακύρωσή τους αποτελεί σύνθετη διοικητική πράξη και οι διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου έρχονται στο προσκήνιο εάν και όταν υπογραφεί σχετική συμφωνία. Περαιτέρω, ο επίμαχος όρος δεν μπορεί να διαβάζεται απομονωμένα από τους υπόλοιπους όρους των εγγράφων του διαγωνισμού οι οποίοι ρητώς προνοούν για την υπογραφή Συμφωνητικού Εγγράφου (βλ. όρος 9.1.1 και Παράρτημα 10 των εγγράφων του διαγωνισμού). Μάλιστα, στον όρο 9.1.1 των εγγράφων του διαγωνισμού προβλέπεται ότι σε περίπτωση που παρέλθει η προθεσμία υπογραφής της σχετικής συμφωνίας ο επιτυχών προσφοροδότης κηρύσσεται έκπτωτος.

 

Περαιτέρω, ο κ. Κονναρής επικαλέστηκε τα άρθρα 32 και 33 του Ν.12(Ι)/2006  για να επισημάνει ότι δεν ευσταθεί η θέση της Αιτήτριας περί εφαρμογής της δυνατότητας διαπραγμάτευσης, όπως η τελευταία την επικαλέστηκε στην υπό κρίση αίτηση. Αυτό, διότι δεν ακολουθήθηκε η διαδικασία των προαναφερόμενων άρθρων και επομένως εμποδίζεται η Αιτήτρια να προβάλλει τη θέση, ότι παρά την αποδοχή της αντιπρότασης της από την Καθ’ ης η αίτηση 1, εντούτοις, η διαδικασία εξακολουθούσε να βρίσκεται στο στάδιο διαπραγμάτευσης και όχι κατάρτισης έγκυρης προφορικής συμφωνίας.

 

Το ζητούμενο, κατά την άποψή μου, είναι το κατά πόσο με την επιστολή ημερ. 25.02.2011 η Αιτήτρια «ξέφυγε» από το πεδίο του δημοσίου δικαίου και ενήργησε εντός του πεδίου του ιδιωτικού δικαίου. Για τους λόγους που έχουν ήδη προαναφερθεί, θεωρώ ότι η Αιτήτρια ουδέποτε εγκατέλειψε τη διαδικασία του διαγωνισμού με αρ.11/2010 και κατ' επέκταση το δημόσιο δίκαιο. Αντιθέτως, η εισήγηση του κ. Κονναρή συνηγορεί στο ότι η φύση της παρούσας διαφοράς εμπίπτει στο δημόσιο δίκαιο. Συγκεκριμένα, το κατά πόσο η Αιτήτρια ενήργησε συμφώνως των προνοιών των άρθρων 32 και 33 του Ν.12(Ι)/2016, δηλαδή κατά πόσο εφαρμόστηκε σωστά ή όχι η διαδικασία με διαπραγμάτευση ή το κατά πόσο η πρόνοια που περιλαμβάνεται στον όρο 7.3.2 των εγγράφων του διαγωνισμού που επικαλέστηκε η Αιτήτρια συσχετίζεται με τα προαναφερόμενα άρθρα, είναι ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.

 

Κατάληξη

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω, ότι η αλληλογραφία που ανταλλάχθηκε μεταξύ της Καθ’ ης η αίτηση 1 και της Αιτήτριας δεν δημιούργησε συμβατική σχέση ιδιωτικού δικαίου. Κατά συνέπεια, η προδικαστική ένσταση που ήγειρε η Αιτήτρια με την παράγραφο Ι της τροποποιημένης Υπεράσπισης και Ανταπαίτησης επιτυγχάνει.

 

Η αγωγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον των Καθ’ ων η Αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων της υπό κρίση αίτησης.

 

Η πιο πάνω κατάληξη συμπαρασύρει και την ανταπαίτηση, η οποία πλέον καθίσταται άνευ αντικειμένου. Συνεπώς, η ανταπαίτηση απορρίπτεται. Καμία διαταγή για έξοδα στην ανταπαίτηση.

 

                                                                            (Υπ.) ……………………………………

                                 Μ. Αγιομαμίτης, Π.Ε.Δ.

 

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

Subject: Civil/Other Actions/Interim

Αναφορά: Προδικαστική εκδίκαση

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο