ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Γ.ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ - ΠΑΠΑ, Ε.Δ.

                                                                                                            Aρ.Αγ: 1536/20

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

           FOX HELENA YSANNE VIOLARIS

                                                                                   Ενάγουσα/Αιτήτρια

και

                            

         HISHAM ΖΑΒΙΑΝ

                                                                           Εναγόμενος/Καθ΄ου η αίτηση

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 12 Mαρτίου 2024

 

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για την Αιτήτρια: κ. Φ.Αποστολίδης

Για τον Καθ΄ου η Αίτηση: κ.Ν.Μετζίτικος για Π.Κυριακίδου, Ν.Μετζίτικος Δ.Ε.Π.Ε   

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 19.1.23

                                    ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (EX TEMPORE)

 

Με την υπό κρίση αίτηση, η ενάγουσα (στο εξής οι Αιτήτρια) ζητεί μεταξύ άλλων όπως ο Εναγόμενος (στο εξής ο Καθ’ ου η αίτηση) εξεταστεί: αναφορικά (α) με την οικονομική του κατάσταση με σκοπό την έκδοση διαταγμάτων για την πληρωμή του χρέους του με μηνιαίες δόσεις εκ €2000 μηνιαίως, την αποκάλυψη των περιουσιακών του στοιχείων τα οποία να διατεθούν για την πληρωμή του χρέους του, διάταγμα αποκοπής απολαβών του και (β) για οποιαδήποτε δωρεά, παράδοση ή μεταβίβαση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου ή απόκρυψη του που είχε ως αποτέλεσμα να παρεμποδιστεί η ενάγουσα – αιτήτρια στην είσπραξη του εξ΄αποφάσεως οφειλόμενου ποσού ή μέρους του.

Στην αίτηση υπήρχαν και άλλα αιτήματα τα οποία όμως δεν προωθήθηκαν και δεν θα με απασχολήσουν περαιτέρω στη παρούσα.

 

Η αίτηση βασίζεται επί του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.6 άρθρα 82 – 89 και Μέρος ΙΧ άρθρα 90 – 91 (Ι) , επί των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας Δ.48 Θ 1 – 3, της συμφυούς εξουσίας και της πρακτικής του Δικαστηρίου.

Υποστηρίζεται δε από την ένορκη δήλωση του Λ.Λοϊζου, πληρεξουσίου αντιπροσώπου της αιτήτριας, στην Κύπρο.

 

Ο καθ΄ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση ημερομηνίας 26.10.23 η οποία συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση του (με μετάφραση αυτής). Σε αυτήν περιλαμβάνονται 8 λόγοι ένστασης οι οποίοι αφορούν την μη ύπαρξη  ορθής νομικής βάσης, τύπου (1,7,8), είναι παραπλανητική και με αυτήν δεν αποκαλύπτεται η αληθινή κατάσταση στο δικαστήριο και συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας (2), δεν πληρούνται οι υπό του νόμου προϋποθέσεις για την έκδοση του διατάγματος(3-6).

Στα πλαίσια ακρόασης της αίτησης ο καθ’ ου η αίτηση κατέθεσε ενόρκως και όσα ανέφερε κατά την μαρτυρία του είναι καταγραμμένα στα πρακτικά λαμβάνονται υπόψην και θα αναφερθούν πιο κάτω στα πλαίσια αξιολόγησης του.

 

Τα όσα αναφέρουν στις γραπτές αγορεύσεις τους οι συνήγοροι των διαδίκων έχουν μελετηθεί με προσοχή και επίσης λαμβάνονται υπόψην. Σχετική αναφορά θα γίνει στη συνέχεια, εάν και στο μέτρο που αυτό απαιτηθεί.

 

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

Για σκοπούς καλύτερης κατανόησης προχωρώ να εκθέσω το ιστορικό της παρούσας αγωγής. Από τον φάκελο της προκύπτουν λοιπόν τα ακόλουθα:

 

Το κλητήριο ένταλμα καταχωρίστηκε στις 30.7.20 και αφού επιδόθηκε στον εναγόμενο και δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο στις 6.10.22 εκδόθηκε απόφαση ερήμην του προς είσπραξη του ποσού των €11000 με τόκο 2% από 30.7.20 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον το ποσό των €4364,57 με τόκο 2% από 30.7.20 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον το ποσό των €3074,15 με τόκο 2% από 30.7.20 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον δικηγορικά έξοδα €2719 με τόκο 2% από 30.7.20 μέχρι εξοφλήσεως, πλέον ΦΠΑ επί ποσού €2498, πλέον €66 έξοδα έκδοσης της απόφασης. Ο εναγόμενος μετά την έκδοση της απόφασης δεν κατέβαλε κανένα ποσό έναντι της απαίτησης της αιτήτριας. Στις 19.1.23 καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η διαδικασία που αφορά την εξέταση αίτησης όπως η παρούσα προβλέπεται στα Μέρη VIII και IX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Ο σκοπός του Νόμου, ως λέχθηκε και στην Χριστοφόρου ν. Σ.Π.Ε. Ακακίου (2008) 1Α Α.Α.Δ. 708, είναι η διασφάλιση της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, ύψιστο ζήτημα που αφορά καίρια την απονομή της δικαιοσύνης γιατί αν οι αποφάσεις των Δικαστηρίων δεν εκτελούνται τότε η Δικαιοσύνη θα απονέμεται επί ματαίω.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κεφ. 6, κάθε δικαστική απόφαση ή διάταγμα του Δικαστηρίου που διατάσσει πληρωμή χρημάτων μπορεί να εκτελεστεί με όλα ή με οποιοδήποτε από τα μέσα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και η εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη δυνάμει του Μέρους VIII και η έκδοση σχετικών διαταγμάτων δυνάμει του Μέρους ΙΧ του Νόμου.

 

Το άρθρο 82(1)(α) του Κεφ. 6 προνοεί ότι όταν χρέος οφειλόμενο δυνάμει απόφασης ή διατάγματος Δικαστηρίου παραμένει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει απλήρωτο, ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να αποταθεί στο Δικαστήριο και να ζητήσει την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη αναφορικά με την οικονοµική του κατάσταση µε σκοπό την έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγµατα που αναφέρονται στο Μέρος ΙΧ. Σύμφωνα με το άρθρο 82(2) στην εν λόγω αίτηση, η οποία ονομάζεται «αίτηση έρευνας», ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να ζητήσει την διεξαγωγή έρευνας και για το πιο πάνω. Σύμφωνα δε με το άρθρο 87 του ίδιου Νόμου το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει, ανάλογα με την περίπτωση, διατάγματα μεταξύ των οποίων και διάταγμα πληρωµής του χρέους µε µηνιαίες δόσεις (άρθρο 87(1)(Α).

Οι αρχές βάσει των οποίων το Δικαστήριο εκδικάζει τέτοιες αιτήσεις, πέραν από τα όσα προκύπτουν από τις πρόνοιες του Μέρους VIII του Κεφ. 6, έχουν τεθεί σε σωρεία αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου. Από αυτές προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·                Η διαδικασία της εξέτασης του οφειλέτη χρέους με βάση το Μέρος VIII του Κεφ. 6 έχει ουσιαστικά ανακριτικό - εξεταστικό χαρακτήρα και αποβλέπει στην παροχή ευχέρειας στο Δικαστήριο, μετά την διεξαγωγή της αναγκαίας έρευνας σχετικά με τα οικονομικά μέσα που διαθέτει ο χρεώστης, να κρίνει κατά πόσον ο τελευταίος έχει την ικανότητα να αποπληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος του με δόσεις. Εστιάζεται δηλ. στην διαπίστωση των πόρων και μέσων του χρεώστη (βλ. Φλαγκοφάς ν. Αταλέζα Λτδ (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 686 και Φιλίππου ν. Σ.Π.Ε. Παλλουριώτισσας (1997) 1Γ Α.Α.Δ 1755).

·                Ο χρεώστης εµφανίζεται ή εξαναγκάζεται να εµφανισθεί (δυνάμει του άρθρου 83) ενώπιον Δικαστηρίου και εξετάζεται ενόρκως από ή εκ µέρους του εξ αποφάσεως πιστωτή και από το Δικαστήριο (βλ. άρθρο 84(1). Η έρευνα δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση του χρεώστη. Το Δικαστήριο μπορεί να ακούσει μάρτυρες, η μαρτυρία των οποίων κρίνεται ως αναγκαία για τους σκοπούς της έρευνας και με βάση την ολότητα της μαρτυρίας να εκδόσει ή μη διάταγμα μηναίων δόσεων (βλ. άρθρο 85, Μιχαήλ κ.α. ν. Αδελφοί Πούλλου Λτδ (1997) 1Γ Α.Α.Δ. 1759 και Νέα Σ.Π.Ε. Αραδίππου ν. Γεωργίου (2000) 1Β Α.Α.Δ. 1221). Η εξέταση αναφορικά με τα μέσα του χρεώστη δεν περιορίζεται στον ίδιο τον εξ αποφάσεως χρεώστη ούτε καθιστά την παρουσία του προϋπόθεση για την διερεύνηση των μέσων του για αποπληρωμή του χρέους. Παρέχεται εξουσία στο Δικαστήριο να διερευνήσει τα μέσα του χρεώστη μέσω της μαρτυρίας οποιουδήποτε προσώπου εφόσον τείνει να διαφωτίσει ως προς τα μέσα του χρεώστη (βλ. Gesico v. J.K. Video (1991) 1 Α.Α.Δ. 134).

·                Σε αιτήσεις αυτής της φύσης το βάρος απόδειξης μετατοπίζεται στους ώμους του ίδιου του χρεώστη για προφανείς λόγους αφού ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την οικονομική κατάσταση και τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία δικαιολογούν την έκδοση διατάγματος καταβολής του χρέους με μηνιαίες δόσεις (βλ. The Old Salt Yachhting Co Ltd v. Βικής, Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 42/2014, ημερ. 11.7.2018, ECLI:CY:AD:2018:D358 και Βασιλειάδης ν. Τσουρή (2007) 1 Α.Α.Δ. 43). Οπότε ο οφειλέτης υποχρεούται να αποκαλύψει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία που καταδεικνύουν ότι δεν έχει τη δυνατότητα εξόφλησης του χρέους ή να καθορίσει ο ίδιος το ποσό που θεωρεί ότι είναι εντός των δυνατοτήτων του. Με βάση τη νομοθεσία και τον επιτακτικό προσδιορισμό της υποχρέωσης ενός εξ αποφάσεως οφειλέτη να παρουσιάσει στοιχεία, το Δικαστήριο πρέπει να επιμένει στην παρουσίαση εκεί όπου δεν τίθενται, στοιχείων ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός της νομοθεσίας (βλ. και S.X. v. X.X., Έφεση Αρ. 31/2015, ημερ. 19.10.2018).

·                Όλα τα αναγκαία στοιχεία πρέπει να τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου για να μπορέσει να αποφασίσει κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση διατάγματος ή όχι και αν δικαιολογείται για ποιο ποσό (βλ. Soteriades v. Koutsiou (1970) 1 C.L.R. 24).

·                Η οικονομική ευχέρεια για την αποπληρωμή χρέους με δόσεις, μετά τον προσδιορισμό των μέσων του χρεώστη, συναρτάται άμεσα με τις ανάγκες αυτού και της οικογένειας του για αξιοπρεπή διαβίωση. Αυτές περιλαμβάνουν τη στέγαση, την διατροφή, την ιατρική περίθαλψη, τη μόρφωση των παιδιών εάν υπάρχουν, κάποια ευχέρεια για την κοινωνική διακίνηση του χρεώστη και κάποιο λογικό περιθώριο για την αντιμετώπιση εκτάκτων δαπανών που μπορεί να παραστεί ανάγκη να αντιμετωπίσει (βλ. Φλαγκοφάς και Παναγιώτου ν. Μιχαήλ (1998) 1 Α.Α.Δ. 422). Σε περίπτωση φυσικών προσώπων, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τον μισθό και τα εισοδήματα του χρεώστη, τις προσωπικές και οικογενειακές του ανάγκες και διατάσσει πληρωμή ποσού, το οποίο είναι περίσσευμα από το μισθό του, μετά την αφαίρεση εύλογου αναγκαίου ποσού για τη συντήρηση του και των εξαρτωμένων του (βλ. Gesico).

·                Κατά την εξέταση το Δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψην του συγκεκριμένα ποσά που λαμβάνει ο χρεώστης και καθορίζονται στην επιφύλαξη άρθρου 82(1).

·                Δεν είναι ανεκτή η δημιουργία υποχρεώσεων - εκτός από κάλυψη ουσιαστικών αναγκών του χρεώστη και της οικογένειας του - και η μεταγενέστερη επίκληση τους ως δικαιολογίας για την ανικανότητα χρεώστη να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος (βλ. Anestos A. Kokoni v. Ioannides (1963) C.L.R. 468, Σ.Π.Ε. Αραδίππου v. Ιακώβου (1999) 1 Α.Α.Δ. 2032).

·                Χρέη για τα οποία δεν υπάρχει διαταγή μηνιαίων πληρωμών ή τα οποία προκύπτουν από μεταγενέστερες του δικαστικού χρέους υποχρεώσεις δεν έχουν προτεραιότητα απέναντι στο εξ αποφάσεως χρέος. Ιδιαίτερα χωρίς να υπάρχει καν δικαστική απόφαση (βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε.).

·                Το ζήτημα πιθανού μελλοντικού εισοδήματος του χρεώστη εξετάζεται με περίσκεψη (βλ. Gesico).

·                Αφού διαπιστωθεί μετά από συνεκτίμηση των πόρων και των αναγκών του χρεώστη ότι αυτός είναι σε θέση να αποπληρώσει το χρέος του με δόσεις ο επακριβής καθορισμός του ποσού επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (βλ. Φλαγκοφάς).

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

 

Θα ξεκινήσω πρωτίστως από τους 1ον, 7ον και 8ον λόγο της ένστασης οι οποίοι αναφέρονται στην μη ύπαρξη  ορθής νομικής βάσης, τύπου στην αίτηση και/ή δεν υποστηρίζεται αυτή από την ορθή μαρτυρία.

 

Το δικαστήριο διαπιστώνει ότι ενώ οι λόγοι αυτοί αναφέρονται στην ένσταση του καθ΄ου η αίτηση ουδόλως προωθήθηκαν στην ένορκη του δήλωση – (ΕΔ). Παρ’ όλα αυτά μετά από μελέτη της παρούσας αίτησης και της ενόρκου δηλώσεως εκ μέρους της αιτήτριας διαπιστώνω ότι τα γεγονότα τέθηκαν από τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο της ενάγουσας στην Κύπρο και εξουσιοδοτημένο απ΄αυτήν για να προβεί στην εν λόγω Ε/Δ. Επίσης είναι το πρόσωπο που καθ΄όλον τον ουσιώδη χρόνο την βοηθούσε στην ενοικίαση της οικίας που ο καθ΄ου η αίτηση ενοικιάζει με την οικογένεια του. Αναφορικά με το κατά πόσο η νομική βάση της αίτησης είναι λανθασμένη, αλλά και η αίτηση είναι παράτυπη ουδόλως υποστηρίζεται από τον καθ΄ου η αίτηση στην Ε/Δ του αλλά σε κάθε περίπτωση δεν διαπιστώνεται κάτι τέτοιο. Στην αίτηση αναφέρονται πλήρως  και ορθώς τόσο οι πρόνοιες του Κεφ.6 αλλά και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. 

 

Συνεπώς δεν διαβλέπω πως ευσταθούν αυτοί οι λόγοι οι οποίοι και απορρίπτονται.

Προχωρώ να εξετάσω τους λόγους ένστασης  3 – 6 οι οποίοι αφορούν την οικονομική αδυναμία του καθ΄ου η αίτηση να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό.

Ο καθ΄ου η αίτηση όπως ανέφερα κατέθεσε ενόρκως και αντεξετάστηκε από τον συνήγορο της αιτήτριας.

Αυτός αποδέχθηκε ότι ενοίκιασε το διαμέρισμα της αιτήτριας για το μηνιαίο ποσό των €2000 από τις 2.2.19 – 1.2.21.

Από το χρόνο που υπέγραψε το συμβόλαιο εργασίας του οι οικονομικές τους δυνατότητες ήταν διαφορετικές γιατί τον ξεγέλασαν οι συνέταιροι του, αλλά και λόγω της πανδημίας. Αυτή του η θέση δεν αναφέρεται στην πρόσφατη Ε/Δ του ημερ.26.10.23, αλλά ότι τα μηνιαία του εισοδήματα κυμαίνονται μεταξύ των €3000 - €4000 από την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στην εταιρεία BAWABET R.A.M.A.D. LTD. Εξετάζοντας το επισυνημμένο συμβόλαιο εργασίας του (τεκμ.1) αυτό φέρει ημερ.1.1.21, είναι αντίγραφο και σε κάποια σημεία του είναι δυσανάγνωστο. Του υποβλήθηκε η θέση ότι δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε έγγραφα και αυτή η εταιρεία που επικαλέστηκε είναι ανύπαρκτη.  Δεν έχει παρουσιάσει οποιοδήποτε περαιτέρω έγγραφο στο δικαστήριο περί τούτου.

Αυτός δεν επεξήγησε το τεκμήριο 2 δηλαδή  τις καταστάσεις από την SOCIETE GENERALE BANKCYPRUS και δεν μπορούσε να προσδιορίσει τις αμοιβές του σε αυτό και είπε ότι θα παρουσιάσει  λεπτομερέστερες πληρωμές, πράγμα βεβαίως που δεν έπραξε, ούτε με αυτό, ούτε και με άλλα τεκμήρια. Ο λογαριασμός του, που του έμβαζαν τα χρήματα από την εργασία του (τεκμήριο δύο) ξεκινά από την 1.6.23 και όχι προγενέστερα για να είναι ξεκάθαρες οι οποιεσδήποτε δοσοληψίες του, που σχετίζονται με την οικονομική ή μη δυνατότητα του.

Ο καθ΄ου η αίτηση δεν με έχει πείσει για τις θέσεις του σε σχέση με την ακριβή απασχόληση του, από τότε μέχρι και σήμερα. Ούτε και παρουσίασε οποιοδήποτε στοιχείο περί τούτου για υποστήριξη των ισχυρισμών του. Αυτός ως ανέφερε, ανέμενε από το συνήγορο της αιτήτριας να τα παρουσιάσει. Οι θέσεις του στην Ε/Δ του ήταν αντιφατικές γιατί ενώ αναφέρει ότι υπάρχουν μήνες που δεν έχει εργασία σε άλλο σημείο αναφέρει ότι η εργασία του είναι πολύωρη και δεν υπάρχει περίπτωση βελτίωσης των οικονομικών τους εσόδων. Αυτός υποστήριξε ότι έχει προβλήματα υγείας και είναι υπέρβαρος αφήνοντας να νοηθεί ότι επηρεάζεται η εργασιακή του απόδοση χωρίς όμως να υποστηρίξει αυτή την θέση του με οποιοδήποτε περαιτέρω στοιχείο ή ιατρικό πιστοποιητικό.   

Ερωτήθηκε από τον κον Αποστολίδη πότε ήταν το τελευταίο έμβασμα της εργασίας του και απάντησε «πιστεύω πριν δυο  - τρεις βδομάδες». Όμως και πάλιν δεν παρουσίασε βεβαίωση ή απόδειξη περί τούτου.

Στην υπόθεση Σ.Λέφου ν. Λαϊκής Τράπεζας Λτδ, Πολιτική Έφεση 9542, ημερ.20.6.1997, τονίστηκε η υποχρέωση και το καθήκον του χρεώστη προς αναζήτηση εργασίας και υιοθετήθηκε η αρχή η οποία καθιερώθηκε από την αγγλική απόφαση στην McEwan v. McEwan ( 1972) 2 All .E.R. 714, σύμφωνα με την οποία είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος πληρωμής, έστω και αν κατά την δεδομένη χρονική στιγμή της έκδοσης διατάγματος δεν εργάζεται ο εξ αποφάσεως οφειλέτης.

Ενώ στην ένορκη δήλωση του αναφέρει ότι λαμβάνει χρήματα από τους γονείς της συζύγου του και πάλι δεν μπορούσε να τα καθορίσει ενόρκως. Αλλά ούτε και παρουσίασε οποιαδήποτε έγγραφα για μεταφορά χρημάτων σε αυτούς, είτε στην Ε/Δ του, είτε στο δικαστήριο.

Δεν ανέφερε τον λόγο που η σύζυγος του δεν εργάζεται αφού διατείνεται οικονομική δυσπραγία, αφ΄ης στιγμής και τα 3 παιδιά τους φοιτούν σε σχολεία.

Αναφορικά με το θέμα της διακίνησης του δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει επακριβώς πώς καταλήγει στο ποσό των €200 (παρ.10 - θ) που αναφέρει στην Ε/Δ του. Επίσης στην παράγραφο 14 της Ε/Δ του λέει «ψηλό ποσό χρημάτων ξοδεύεται στην μετακίνηση και επικοινωνία, ως αναγκαίες υπηρεσίες ιδιαίτερα για την εργασία μου». Δηλαδή αποδεχόταν ότι εργαζόταν και ότι ξόδευε αρκετά χρήματα για την μετακίνηση του.

Σε ερώτηση εάν έχει αυτοκίνητο απάντησε αρνητικά, αλλά είπε ενοικιάζει και καταβάλει €200-400 μηνιαίως. Αυτό δεν αναφέρθηκε στην Ε/Δ του.

Αρχικά είπε ότι αρκετές φορές ο οδηγός και η σύζυγος του μεταφέρουν τα παιδιά στο σχολείο,  κάτι που και πάλιν δεν αναφέρει στην ένορκη δήλωση του.

Το δικαστήριο δεν έχει πειστεί αναφορικά με την θέση του αυτή στην παράγρ.14 ενώ στην παρ.10(θ) αναφέρονται ως έξοδα μετακίνησης €200 τα οποία δεν μπορούν να θεωρηθούν ως υψηλό ποσό χρημάτων, ως αυτός διατείνεται.

Δηλαδή αντεξεταζόμενος και μετά από ερωτήσεις του κου Αποστολίδη αναγκάστηκε να αποκαλύψει ότι έχει οδηγό για τις μετακινήσεις των παιδιών και της συζύγου του. Συνεπώς θεωρώ ότι και σε αυτό το σημείο ο καθ΄ου η αίτηση δεν ήταν ειλικρινής.

Περαιτέρω αντεξεταζόμενος διαφάνηκε ότι εργοδοτεί δύο οικιακούς βοηθούς (ανδρόγυνο) με μισθό περισσότερο από €300 μηνιαίως (ήτοι €3600 έκαστος το χρόνο) κάτι που δεν είχε αποκαλύψει στην Ε/Δ του. Αυτός σύμφωνα με τον ίδιο τους εργοδοτεί, παρά το γεγονός ότι τα 3 παιδιά του φοιτούν σε σχολείο και η γυναίκα του δεν εργάζεται.  

Ο Καθ΄ου η αίτηση έθεσε στην Ε/Δ του την θέση ότι μετακόμισε οικογενειακώς από την Ιορδανία στην Κύπρο για να βελτιώσει το επίπεδο της ζωής τους. Από το 2018 εξακολουθεί να ευρίσκεται και να διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτός θεωρώ ότι ζει μία πολυτελή ζωή, ενώ η σύζυγος του δεν εργάζεται έχει δύο οικιακούς βοηθούς και οδηγό για να μετακινούνται με ενοικιαζόμενο όχημα. Εάν δεν τον ικανοποιούσε το επίπεδο ζωής, ή δεν είχαν τις οικονομικές δυνατότητες δεν θα παρέμειναν εδώ για 5 χρόνια στην οικία της αιτήτριας με το ψηλό μάλιστα μηνιαίο ενοίκιο ύψους €2000.

Σε μία προσπάθεια του να αποκρύψει τα πραγματικά του εισοδήματα θεωρώ τις θέσεις του αντιφατικές λαμβάνοντας υπόψη μου τί αναφέρει στην παράγραφο 17 της Ε/Δ του, ήτοι ότι το επίπεδο ζωής τους ήταν κατά πολύ ψηλότερο αφού λάμβανε τακτικά μερίσματα και έσοδα από την εταιρεία που είχε στην Ιορδανία.

Επίσης ενώ αυτός αναφέρει στην Ε/Δ του ότι λαμβάνει ποσά ως οικονομική βοήθεια από την οικογένεια τους δεν παρουσίασε στοιχεία, αποδείξεις ή βεβαιώσεις για την υποστήριξη αυτών. (βλ. Σ.Π.Ε. Αραδίππου ν. Ιακώβου (1999) 1Γ Α.Α.Δ. 2032 και Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε.).

 

Από την Ε/Δ του ο ίδιος αποδέχεται ότι οι απολαβές του είναι €3000 – 4000 και τα μηνιαία έξοδα τους κυμαίνονται στα €3800. Σε αυτά δεν συμπεριέλαβε τα €1500 που αποστέλλει στους γονείς του, ούτε τα έξοδα του οδηγού, ούτε και των δύο οικιακών βοηθών (περισσότερο από €300 μηνιαίως χ 2 άτομα €600), ούτε και τα €200 – €400 για ενοικίαση οχήματος που ανέφερε ενόρκως.

Αυτός κρίνω ότι εσκεμμένα δεν παρουσίασε ενώπιον μου ικανοποιητικά και επαρκή στοιχεία πώς καλύπτονται τα αναγκαία έξοδα τους για διατροφή και ποιά επακριβώς είναι αυτά, για πληρωμή διδάκτρων σε ιδιωτικό σχολείο των 3 παιδιών του, τα έξοδα για δύο οικιακούς βοηθούς και τα έξοδα οδηγού.

Συνακόλουθα καταλήγω ότι ο καθ΄ου η αίτηση δεν ήταν ειλικρινής κατά την παρουσίαση της μαρτυρίας του, πλείστες των ερωτήσεων που του τέθηκαν κατά την αντεξέταση του παρέμειναν αναπάντητες και δεν αποκάλυψε στοιχεία της οικονομικής του κατάστασης και εσόδων, ως όφειλε και που θεωρώ ξεπερνούν κατά πολύ τα ποσά που ο ίδιος επικαλείται.

Στις καταστάσεις της τράπεζας που επισύναψε στην Ε/Δ του τεκμ.2 εμφαίνεται η μεταφορά πολύ μεγάλων χρηματικών ποσών (πχ. €3,000.000, €1,400.000). Αυτός απέκρυψε εσκεμμένα να παρουσιάσει στοιχεία που όφειλε να παρουσιάσει πχ. την κατάσταση του τραπεζικού λογαριασμού του με το πρόσφατο υπόλοιπο του, ή οποιεσδήποτε αποδείξεις για τα ακριβή έξοδα διατροφής αυτών και διακίνησης.

Εχει νομολογηθεί ότι είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος μηνιαίων δόσεων έστω και εάν τη δεδομένη στιγμή ο χρεώστης δεν εργάζεται, δεδομένου ότι έχει τέτοια δυνατότητα, αλλά το μόνο που λείπει είναι η αναγκαία βούληση (βλ. Παναγιώτου και Προκοπίου κ.α. ν. Ανδρέας Λάμπρου Λτδ (2004) 1Α Α.Α.Δ. 310).

 

Ο καθ’ ου η αίτηση σε διαδικασία αυτής της φύσης έχει υποχρέωση να παρουσιάσει στο Δικαστήριο όλα τα περιουσιακά του στοιχεία για να αποδείξει κατά πόσο αδυνατεί να καταβάλει οποιοδήποτε μηνιαίο ποσό προς εξόφληση του εξ’ αποφάσεως χρέος του (άρθρο 84(2) του Κεφαλαίου 6).

Ο εξ αποφάσεως πιστωτής δεν μπορεί να γνωρίζει ποιά είναι τα περιουσιακά στοιχεία του εξ αποφάσεως οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την έκδοση διατάγματος καταβολής του εξ αποφάσεως χρέους δια μηνιαίων δόσεων. Έτσι το βάρος  απόδειξης ότι ο εξ αποφάσεως οφειλέτης δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του, μετατοπίζεται στους ώμους του. Ο εξ αποφάσεως οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει ενόρκως σε πλήρη αποκάλυψη όλων των περιουσιακών του στοιχείων για να δείξει, αν έτσι ισχυρίζεται, πως δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσει το χρέος του ή να καθορίσει το ποσό που προτείνει ότι είναι μέσα στην οικονομική του δυνατότητα να πληρώνει μηνιαίως (Γιαννάκης Βασιλειάδης v. Χαράλαμπου Τσουρή (2007) 1 ΑΑΔ 43).

 

Έχει νομολογηθεί ότι δεν εκδίδεται διαταγή για πληρωμή χρέους με μηνιαίες δόσεις εάν η διαταγή αυτή επηρεάζει τις βασικές και ουσιαστικές ανάγκες του ιδίου και της οικογένειας του (βλ. Μιχαήλ ν. Κυπριακή Λαϊκή Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ (1993) 1 Α.Α.Δ. 812). Δαπάνες για τσιγάρα, ποτά, διασκέδαση, καφενεία αλλά και κινητό τηλέφωνο κλπ. θεωρούνται ως μη αναγκαία έξοδα (βλ. Koutsiou, Chrysostomou v. Athanasiou (1981) 1 C.L.R. 669 και Μιχαήλ κ.α. ν. Σκορδή (2005) 1Α Α.Α.Δ. 64).

 

Συνεπώς λαμβάνοντας υπόψη μου όλα τα πιο πάνω διαπιστώνω ότι αυτός ευρίσκεται στη Δημοκρατία και ζει μία πολυτελή ζωή όπως ανέφερα πιο πάνω. Το  ποσό των €1500 που ο ίδιος επικαλείται ότι αποστέλλει μηνιαίως στην Ιορδανία και ποσά €600 μηνιαίως για δύο οικιακούς βοηθούς δεν αποτελούν αναγκαία έξοδα και θα μπορούσαν να διατεθούν προς εξόφληση του εξ΄αποφάσεως χρέους του προς την  αιτήτρια.

Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν ενώπιον μου δεν παρατήρησα να έχει καταχωριστεί η παρούσα αίτηση καταχρηστικά ή εκδικητικά αλλά καταχωρίστηκε μία αίτηση εκ μέρους της αιτήτριας από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο απ΄αυτήν, που γνωρίζει πλήρως τα γεγονότα της παρούσας αγωγής και πώς αυτή προωθήθηκε, δυνάμει του άρθρου 82(1)(α) του Κεφ.6 το οποίο προνοεί ότι όταν χρέος οφειλόμενο βάση απόφασης ή διατάγματος Δικαστηρίου παραμένει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει απλήρωτο, ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να αποταθεί στο Δικαστήριο και να ζητήσει την εξέταση του εξ’ αποφάσεως οφειλέτη αναφορικά με την οικονοµική του κατάσταση µε σκοπό την έκδοση οποιουδήποτε από τα διατάγµατα που αναφέρονται στο Μέρος ΙΧ. Συνεπώς ούτε και ο 2ος λόγος ένστασης ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Λαμβάνοντας υπόψη μου την δικαστική απόφαση ημερ.6.10.22 στην παρούσα υπόθεση, το ύψος των οφειλομένων ποσών προς την αιτήτρια,  τα πιο πάνω που αναφέρθηκαν σε σχέση με τον καθ΄ου η αίτηση, την οικογενειακή και οικονομική του κατάσταση και ένα εύλογο ποσό για την κάλυψη των μηνιαίων εξόδων τους έτσι ώστε να τους επιτρέπουν να έχουν μία αξιοπρεπή διαβίωση και ασκώντας την διακριτική μου ευχέρεια κρίνω ότι αυτός έχει την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει προς την αιτήτρια το μηνιαίο ποσό των €2,000 για εξόφληση της εναντίον του απόφασης.

Συνακόλουθα όλοι οι λόγοι ένστασης κρίνονται ανεδαφικοί και αβάσιμοι και απορρίπτονται.

Ως εκ τούτου εκδίδεται διάταγμα με το οποίο ο καθ΄ου η αίτηση διατάσσεται να πληρώνει το εξ΄αποφάσεως χρέος του με μηνιαίες δόσεις των €2,000 αρχής γενομένης την 1.4.24 και ακολούθως την 1η ημέρα εκάστου επόμενου μήνα μέχρι τελείας εξοφλήσεως του. Επίσης ο καθ΄ου η αίτηση καταδικάζεται στα έξοδα της παρούσας αίτησης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το δικαστήριο.

 

 

                                                                                               

 

 

......................................

Γ.Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο