ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Γ. Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ.

                                                                                       Αρ. Υπόθεσης: 2446/13

Μεταξύ:

Ανδρέας Λιμνατίτης Θεοδώρου

Ενάγοντας    

και

 

Κώστας Γεωργίου

 

                                             Εναγόμενος

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ:  30 Απριλίου 2024

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για τον Ενάγοντα: κα Φ. Βερεσιέ για Γ. Κονναρής & Σια Δ.Ε.Π.Ε.

Για τον Εναγόμενο:  Εμφανίζεται προσωπικά

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο ενάγων με την παρούσα αγωγή αξιώνει γενικές, τιμωρητικές και ειδικές αποζημιώσεις, νόμιμο τόκο, έξοδα πλέον ΦΠΑ, εναντίον του εναγόμενου, για επίθεση που υπέστη απ΄αυτόν, στη Λεμεσό. 

 

ΔΙΚΟΓΡΑΦΗΜΕΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

Σύμφωνα με το ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα του ο ενάγων αναφέρει ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο τόσο ο ίδιος όσο και ο εναγόμενος ήταν επαγγελματίες οδηγοί ταξί και στις 30.10.10 δέχθηκε επίθεση από τον εναγόμενο στο χώρο στάθμευσης και αναμονής του Νέου Λιμανιού στη Λεμεσό. Συνεπεία της επίθεσης από τον εναγόμενο υπέστη σωματικές βλάβες και ειδικές ζημιές. Αυτός αδυνατούσε να οδηγήσει και να εργαστεί για 4 μήνες.

 

Στην Έκθεση Υπεράσπισης του (Ε/Υ στο εξής) ο εναγόμενος εγείρει προδικαστική ένσταση με την οποία επικαλείται ότι ο ενάγων στο κλητήριο του δεν αποκαλύπτει αιτία αγωγής εναντίον του λόγω της μη αναφοράς του σ΄αυτό της εσκεμμένης ή με πρόθεση πράξης του εναγόμενου εναντίον του. Άνευ βλάβης προβαίνει σε γενική άρνηση των θέσεων του ενάγοντα λέγοντας ότι στον χώρο και χρόνο αυτός ήταν παρών και κατόπιν έντονης λογομαχίας αρχικά μεταξύ μίας οδηγού λεωφορείου και ενός οδηγού εξαθέσιου ταξί επενέβηκε ο ενάγων και στη συνέχεια ο εναγόμενος του ζήτησε να μην προκαλεί ανησυχία και τον άγγιξε στο στήθος με τα δάκτυλα του χωρίς να τον σπρώξει ή να τον κτυπήσει. Αλλά ο ενάγων φανερά ενοχλημένος έπεσε επιδεικτικά προς τα πίσω και φώναζε ότι κτύπησε. Επίσης αρνείται τις κατ΄ισχυρισμό προκληθείσες σωματικές βλάβες απ΄αυτόν στον ενάγοντα και τις ειδικές ζημίες και επιπλέον επικαλείται ότι η έγερση της αγωγής έγινε για αλλότριους και εκδικητικούς σκοπούς. Ακόμη αναφέρει ότι εκκρεμεί εναντίον του η ποινική υπόθεση με αρ.18694/12 στο Επ.Δικαστήριο Λεμεσού.

 

Στην απάντηση του ο ενάγων αμφισβητεί την προδικαστική ένσταση του εναγόμενου και επαναλαμβάνει ότι ο εναγόμενος του επιτέθηκε κακόβουλα και εσκεμμένα προκαλώντας του σωματικές βλάβες και ζημιές. Αυτός ουδέποτε τον απείλησε ή τον προκάλεσε.

 

Αξίζει ν’ αναφερθεί ότι παρά την προδικαστική ένσταση του εναγόμενου στην Ε/Υ του εντούτοις αυτή δεν προωθήθηκε με τον ενδεδειγμένο τρόπο συνεπώς κρίνω ότι έχει εγκαταλειφθεί.

 

 

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Για την απόδειξη της υπόθεσης του ο ενάγων κατέθεσε ο ίδιος ως ΜΕ1 και ο Δρ.Π.Τσαγγαρίδης ως ΜΕ2. Προς υποστήριξη της υπόθεσης του ο εναγόμενος  κατέθεσε ο ίδιος αλλά δεν κάλεσε κανένα μάρτυρα υπεράσπισης. Επίσης κατατέθηκαν στο δικαστήριο 8 τεκμήρια και η γραπτή δήλωση του ΜΕ1 ως τεκμήριο Α.

Το περιεχόμενο της μαρτυρίας των μαρτύρων βρίσκεται καταγραμμένο στα πρακτικά του Δικαστηρίου και μαζί με το περιεχόμενο των τεκμηρίων έχουν μελετηθεί και λαμβάνονται υπόψη στο σύνολο τους.

 

Συνοπτικά ν΄αναφέρω ότι ο ενάγοντας ΜΕ1 κατέθεσε στο δικαστήριο την γραπτή του δήλωση έγγραφο Α ως επίσης και άλλα τεκμήρια τα οποία είχε στην κατοχή του αλλά και αυτά που δεν αμφισβητούνται από τον εναγόμενο.

Αυτός ανέφερε ότι στις 30.10.10 ενώ εργαζόταν στο χώρο του Νέου Λιμανιού Λεμεσού έγινε μία συζήτηση με άλλους συναδέλφους του και ο εναγόμενος του επιτέθηκε σπρώχνοντας τον, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί στο δεξί του πόδι και χέρι και να μεταβεί και να παραμείνει στο Νοσοκομείο για περίθαλψη. Έχει επίσης υποστεί ειδικές ζημιές από το συμβάν. Ακόμη είπε ότι μέσω άλλου προσώπου του υπόκοσμου απειλήθηκε για να αποσύρει την υπόθεση. Θέση του ενάγοντα ήταν ότι ο εναγόμενος ήρθε στο δικαστήριο, δικάστηκε και παραδέχθηκε τα πιο πάνω.

 

Ως ΜΕ2 κατέθεσε ο Δρ.Π.Τσαγγαρίδης – Ορθοπεδικός - Χειρούργος ο οποίος υϊοθέτησε το ιατρικό πιστοποιητικό του τεκμ.1 που αφορά τον ενάγοντα και αναφέρει την διαπίστωση υποκεφαλικού κατάγματος δεξιού βραχιονίου και κάκωση δεξιού ισχύου σ΄αυτόν.

 

Ο εναγόμενος ΜΥ1 κατά την μαρτυρία του επανέλαβε όσα αναφέρονται δικογραφημένα στην Ε/Υ του και ειδικότερα ότι με τα δάκτυλα του άγγιξε τον ενάγοντα στο στήθος ο οποίος ανοίγοντας τα χέρια του στο πλάι έγειρε εσκεμμένα στο πάτωμα στα αριστερά.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

 

Σκοπός της αξιολόγησης της μαρτυρίας είναι να μπορέσει το Δικαστήριο να προβεί σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και, στη βάση των δικών του ευρημάτων ως προς τα γεγονότα, να εξετάσει στη συνέχεια κατά πόσον ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης, το έχει αποσείσει στον βαθμό που απαιτείται.Ωστόσο, η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως επιπέδου απόδειξης (Barry Wynne v. David Costakis Mavronicola κ.α. (2009) 1(β) Α.Α.Δ. 1138, Αθανασίου κ.α. ν Κουνούνη (1997) 1 Α.Α.Δ. 614)).

 

Η μαρτυρία εξετάζεται από τo Δικαστήριο συνολικά και όχι αποσπασματικά (Βλ. μεταξύ άλλων απόφαση της Μιχαηλίδου, Δ., ημερ. 8.4.2014, στην Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 273/2010, Βαρβάρα (Ρίτσα) Mason ν. Αντώνη Αντωνίου κ.α).

 

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω τον ενάγοντα και τον μάρτυρα του ΜΕ2 - Ιατρό ως επίσης και τον ίδιο τον εναγόμενο, τους οποίους και αξιολογώ στη συνέχεια.

 

Ο ΜΕ1 μου έκανε καλή εντύπωση. Αναφέρθηκε με ειλικρίνεια στις συνθήκες που επικράτησαν στις 30.10.10 και για το συμβάν με τον εναγόμενο.

Κατά την αντεξέταση του ο ενάγων περιέγραψε με φυσικότητα και χωρίς υπερβολές το επίδικο επεισόδιο και ότι ακολούθησε, ήτοι ότι αρχικά έγινε μία έντονη συζήτηση στον πιο πάνω χώρο μεταξύ μίας συναδέλφου τους και ενός οδηγού ταξί. Ο ίδιος διαφώνησε με την συμπεριφορά της και είπε «τζείνο που μας εκάμετε εσείς τα εξαθέσεα» δηλαδή ότι τους παίρνουν τους πελάτες τους, και ο εναγόμενος τον πλησίασε και του επιτέθηκε σπρώχνοντας τον βίαια, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί. Η μαρτυρία του αναφορικά με τον τραυματισμό του επιβεβαιώνεται από τον ΜΕ2 ο οποίος τον εξέτασε και στον οποίο θ΄αναφερθώ πιο κάτω.

Στην υποβολή του εναγόμενου ότι είναι αυτός που εφώναζε, ο ενάγων απάντησε αρνητικά και είπε τα πιο πάνω. Ήταν σταθερός λέγοντας ότι συνεπεία της επίθεσης τραυματίστηκε και μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο.

Αποδέχομαι την θέση του ότι μετά το συμβάν δεν περπάτησε 150 μέτρα, αλλά τον βοήθησε ο συνάδελφος του ο Σπύρος, στον οποίο ο εναγόμενος είπε «άστον σιήλλο να πεθάνει».

Αποδέχομαι ότι για την λήψη του τεκμ.1 (δες τεκμ.1 σελ.1) από τον ενάγοντα αυτός κατέβαλε το ποσό των €18,79. Επίσης αποδέχομαι ότι αυτός είναι ασφαλισμένος στο Σχέδιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως αυτοτελώς εργαζόμενο άτομο και κατέβαλλε εισφορές από το 2008 μέχρι το 2012 (τεκμ.8). Αυτός δεν εργάστηκε για 4 μήνες.

 

Ήταν πειστικός, και συνεπής στις θέσεις του, δεν περιέπεσε σε αντιφάσεις στην περιορισμένη αντεξέταση που έγινε από τον εναγόμενο. Γενικά η αξιοπιστία του παρέμεινε ακλόνητη. Αποδέχομαι την μαρτυρία του στο σύνολο της.

 

Ο ΜΕ2 Ιατρός κατέθεσε ως εμπειρογνώμονας. Όσον αφορά την προσέγγιση και εξέταση μαρτυρίας εμπειρογνώμονα υπάρχει πληθώρα νομολογίας (βλ. Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 C.L.R. 1, Θεοσκέπαστη Φαρμ ν. Δημοκρατίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 984, Ευαγγέλου ν. Αμπίζας (1982) 1 C.L.R. 41 και Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1Β Α.Α.Δ. 746), Χαραλάμπους ν. Αβραάμ κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1441). Σύμφωνα με αυτή το Δικαστήριο θα πρέπει πρώτα να πεισθεί ότι ο μάρτυρας είναι εμπειρογνώμονας στον τομέα που καταθέτει και στην συνέχεια να εξετάσει αν με την μαρτυρία του έχει δώσει τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια ώστε να καταστήσει ικανό το Δικαστήριο να ελέγξει την ακρίβεια των συμπερασμάτων του, προκειμένου να σχηματίσει την δική του ανεξάρτητη κρίση, με εφαρμογή των κριτηρίων πάνω στα γεγονότα που θα αποδειχθούν με μαρτυρία.

 

Επί του προκειμένου αναφορικά με το κατά πόσο ο ΜΕ2 είναι εμπειρογνώμονας, στην ειδικότητα του δεν αμφισβητήθηκε. Συναφώς η μαρτυρία του θα προσεγγιστεί και θα αξιολογηθεί με βάση τις αρχές που διέπουν την αξιολόγηση και προσέγγιση εμπειρογνωμόνων μαρτύρων.

 

Στο τεκμήριο 1 αναφέρεται ότι ο ασθενής ενάγοντας προσήλθε στα επείγοντα του Νοσοκομείου στις 30.10.10 και εξετάστηκε από Ιατρικό Λειτουργό του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών και έπειτα από αυτούς στην Ορθοπεδική κλινική.  Από την κλινική εξέταση και τον ακτινογραφικό έλεγχο (ακτινογραφία ώμου δεξιά και ακτινογραφία λεκάνης/ισχίων διαπιστώθηκε ότι φέρει υποκεφαλικό κάταγμα δεξιού βραχιονίου και κάκωση δεξιού ισχύου επί εδάφους ολικής αρθροπλαστικής. Ο ενάγων εισήχθηκε στη  κλινική τους για παρακολούθηση και αναλγητική αγωγή και το υποκεφαλικό κάταγμα του δεξιού βραχιονίου αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με ανάρτηση δεξιού ώμου. Στις 31.10.10 εξήλθε και παρακολουθείτο στη κλινική καταγμάτων.

Αντεξεταζόμενος ο γιατρός είπε ότι ο ενάγων εξετάστηκε πρώτα από Λειτουργό των επειγόντων και στη συνέχεια αυτός έκανε κλινική εξέταση του ενάγοντα και διαπίστωσε τα πιο πάνω αναφερθέντα στο τεκμ.1.

Αυτός κρίνω ότι κατέθεσε στο δικαστήριο με επάρκεια αναφορικά με το υποκεφαλικό κάταγμα που υπέστη ο ενάγων. Κατ΄ουσίαν αυτός δεν αμφισβητήθηκε, αλλά ούτε και παρουσιάστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους του εναγόμενου που να τον αντικρούει. Ούτε βεβαίως για το γεγονός ότι ο ενάγων υποβλήθηκε σε ακτινογραφίες τις οποίες ο ΜΕ2 είδε και τις περιγράφει στο τεκμ. 1 - πιστοποιητικό του, οι οποίες κατέδειξαν το κάταγμα του.

 

Ο ΜΕ2 ήταν σταθερός, σαφής και επεξηγηματικός ότι ο ενάγοντας προσήλθε στα επείγοντα του Νοσοκομείου, είχε ήδη εξεταστεί από Λειτουργό του τμήματος Επειγόντων Περιστατικών και στη συνέχεια ο ΜΕ2 τον εξέτασε και διαπίστωσε το υποκεφαλικό κάταγμα στο δεξιό βραχίονα το οποίο αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με ανάρτηση δεξιού ώμου. Σε αυτά ο μάρτυρας δεν αντεξετάστηκε και η μαρτυρία του παρέμεινε αναντίλεκτη.

 

Ο ΜΕ2 ενώ όμως στο τεκμ.1 αναφέρει την κάκωση δεξιού ισχύου εντούτοις δεν ερωτήθηκε καθόλου από την συνήγορο του ενάγοντα για να περιγράψει τί κάκωση ήταν αυτή, ποιού μεγέθους ήταν και ποιά η εξέλιξη της υγείας του ενάγοντα περί του σημείου αυτού, ενόψει και της παλαιότερης εγχείρησης του. Ακόμη και ο ίδιος ο ενάγων στο τεκμ.Α αναφέρει τραυματισμό του στο δεξί πόδι χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτό αναμένετο να εξηγηθεί από τον γιατρό.

 

Συνεπώς η μαρτυρία του κρίνεται αξιόπιστη στο σύνολό της πλην του πιο πάνω σημείου που ανέφερα για την κάκωση στο ισχύο του ενάγοντα την οποία θεωρώ ελλιπή.

 

Για την ιατρική κατάσταση του ενάγοντα μετά το συμβάν, αυτός κατέθεσε στο δικαστήριο το ιατρικό πιστοποιητικό του Δρ.Κ.Ανδρέου τεκμ.5 για τον περιορισμένο σκοπό ότι αυτός το κατέχει.

Ο ενάγων δεν αμφισβητήθηκε κατά την μαρτυρία του (σύμφωνα και με την γραπτή δήλωση του έγγρ.Α) ότι επισκέφθηκε τον πιο πάνω γιατρό και ότι του χορήγησε άδεια ασθενείας.

Όμως το πρόσωπο που το συνέταξε ήτοι ο προαναφερόμενος ιατρός δεν κλήθηκε στο Δικαστήριο για να καταθέσει, να εξηγήσει περαιτέρω την ακριβή κάκωση που υπέστη ο ενάγων στο ισχύο του, στο οποίο είχε χειρουργηθεί παλαιότερα και πώς εξελίχθηκε αυτή στη συνέχεια.

Το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναμφίβολα εξ ακοής μαρτυρία. Αναφορικά με την αξιολόγηση τέτοιας μαρτυρίας σχετικές είναι η Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2006) 2 Α.Α.Δ. 217, Κολάνη ν. Ταμπούρα (2010) 1Β Α.Α.Δ. 1108) και Λευκόνικο Χρηματιστηριακή Λτδ ν. ΧριστοδούλουΠολ. Έφεση Αρ. 6/2011, ημερ. 15.7.16.

Υπό τις πιο πάνω συνθήκες της υπόθεσης με βάση το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9, κρίνω ότι δεν μπορεί να δοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα στο περιεχόμενο του τεκμηρίου 5 το οποίο και αμφισβητείται από τον εναγόμενο.

Πέραν των πιο πάνω διαπιστώσεων μου για την κατ΄ισχυρισμό κάκωση του ισχίου του ΜΕ1 είναι σημαντικό ν΄αναφέρω ότι το δικαστήριο πέραν της μαρτυρίας του ΜΕ2 δεν έχει ενώπιον του οποιαδήποτε άλλη ιατρική μαρτυρία για την πορεία της υγείας του ενάγοντα σε σχέση με το κάταγμα του βραχιονίου του, από την ημερομηνία που αυτός εξήλθε του Νοσοκομείου.

 

Ο εναγόμενος ΜΥ1 δεν μου έκανε καλή εντύπωση και ήταν εμφανής η προσπάθεια του να πείσει ότι αυτός δεν επιτέθηκε στον ενάγοντα. Ήταν επανειλημμένες οι προσπάθειες του για αναφορά στην ποινική διαδικασία που προηγήθηκε (ποινική υπόθεση με αρ.18694/12 του Επ.Δικαστηρίου Λεμεσού) στην οποία κρίθηκε ένοχος στην κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης στον ενάγοντα (τεκμ.7 δικαστική απόφαση).

Ο ίδιος αποδέχεται στην Ε/Υ του την παρουσία του στον επίδικο χρόνο και τόπο αλλά και ότι έγινε έντονη λογομαχία με τους παριστάμενους συναδέλφους του και αυτός επενέβηκε και απάντησε του ενάγοντα. Επίσης ότι τον άγγιξε με τα δάκτυλα του στο στήθος του, αλλά είναι η θέση του ότι ο ενάγων έπεσε επιδεικτικά προς τα πίσω και φώναζε ότι κτύπησε. Κατά την ένορκη μαρτυρία του διαφοροποίησε αυτή του την θέση λέγοντας ότι ο ενάγων έπεσε προς τα αριστερά. Επίσης ενώ κατά την αντεξέταση του ενάγοντα, του υπέβαλε ότι το αυτοκίνητο του τελευταίου ήταν σε απόσταση 150 μέτρων και περπάτησε προς τα κει και έκατσε, θέλοντας να καταδείξει τον μη τραυματισμό του, στην κυρίως εξέταση του ο εναγόμενος έκανε αναφορά για 40 μέτρα.

Σε μία προσπάθεια του να καταδείξει την μη εμπλοκή του, ως ο ενάγων διατείνεται, τάχθηκε εναντίον όχι μόνο εναντίον του ποινικού δικαστηρίου που τον καταδίκασε αλλά και εναντίον διαφόρων προσώπων που δημιούργησαν πλεκτάνη εναντίον του, ήτοι του δικηγόρου του που τον εκπροσώπησε στην ποινική δίκη στην οποία αυτός ήταν κατηγορούμενος. Επίσης αμφισβητεί τους γιατρούς του Νοσοκομείου ενόψει την μη παρουσίασης των ακτινογραφιών του ΜΕ1.

Οι θέσεις του ότι ο ενάγων δεν τραυματίστηκε αντικρούονται από την ήδη  αποδεχθείσα μαρτυρία τόσο του ενάγοντα όσο και του ΜΕ2 ότι αυτός υπέστη κάταγμα στον δεξί βραχίονα του. Η θέση του ενάγοντα ότι αυτός έπεσε στο έδαφος παρέμεινε αναντίλεκτη. Επίσης στερείται λογικής ο ισχυρισμός του ότι απλά άγγιξε τον ενάγοντα με τα δάκτυλα του και ο τελευταίος έπεσε στο έδαφος χωρίς λόγο, γιατί απλούστατα δεν συνέβηκε αυτό, την στιγμή μάλιστα που ο ίδιος ο ενάγων είχε εγχειριστεί στο παρελθόν στο ισχύο του, σύμφωνα με την αναντίλεκτη θέση του και θα απέφευγε κάτι τέτοιο. Ο εναγόμενος ενώ επικαλέστηκε την παρουσία συναδέλφων του στον χώρο, εντούτοις δεν παρουσίασε κανένα απ΄αυτά τα πρόσωπα για να υποστηρίξουν την θέση του.

Συνακόλουθα θεωρώ ότι ο εναγόμενος δεν είπε την αλήθεια στο Δικαστήριο και           δεν αποδέχομαι την θέση του ότι απλά άγγιξε τον ενάγοντα αλλά ότι τον έσπρωξε βίαια εξ΄ου και έπεσε κάτω και τραυματίστηκε. Επίσης αποδέχομαι ότι εναντίον του καταχωρίστηκε ποινική υπόθεση και αυτός κρίθηκε ένοχος από το ποινικό δικαστήριο (τεκμ.7).

 

ΤΕΛΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ

 

Μετά την ολοκλήρωση της μαρτυρίας εκ μέρους του εναγόμενου η ευπαίδευτη συνήγορος του ενάγοντα κατέθεσε στο δικαστήριο την γραπτή της αγόρευση και προέβηκε σε διευκρινίσεις οι οποίες ζητήθηκαν από το δικαστήριο και ο εναγόμενος αγόρευσε προφορικά υποστηρίζοντας τις θέσεις του.

 

Δεν κρίνω σκόπιμο και χρήσιμο να παραθέσω το πλήρες περιεχόμενο αυτών αφού βρίσκεται στο φάκελο του Δικαστηρίου ως μέρος των επισυνημμένων εγγράφων, έχει εξεταστεί και μελετηθεί από το δικαστήριο με τη δέουσα προσοχή και σοβαρότητα.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Από τη μαρτυρία, η οποία έχει γίνει δεκτή στην παρούσα καταλήγω στα ακόλουθα:

Στις 30.10.10 ο ΜΕ1 και ο εναγόμενος ΜΥ1 ήταν οδηγοί οχημάτων ταξί και ευρίσκονταν και οι δύο στο χώρο άφιξης επιβατών στο  Νέο Λιμάνι Λεμεσού και μαζί  με άλλους οδηγούς ανέμεναν  για να παραλάβουν επιβάτες.  Εκεί προηγήθηκε μία παρεξήγηση μεταξύ ενός από τους οδηγούς ταξί και μίας γυναίκας οδηγού μικρού λεωφορείου η οποία προσπάθησε να του πάρει τους πελάτες. Όταν μετά από την παρέμβαση τρίτων το επεισόδιο αυτό έληξε, ο ΜΕ1 πήγε στο αυτοκίνητο του να πάρει ένα τουριστικό οδηγό. Επιστρέφοντας πίσω απευθυνόμενος στους υπόλοιπους οδηγούς των ταξί τους είπε «αυτό που σας έκαναν τα μικρά λεωφορεία είναι αυτό που κάνετε εσείς σε εμάς». Τότε ο εναγόμενος ο οποίος είναι οδηγός εξαθέσιου ταξί άρχισε να του φωνάζει και αφού πλησίασε τον ενάγοντα τον έσπρωξε βίαια με τα χέρια του με αποτέλεσμα αυτός να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί. Ενώ αυτός ήταν στο έδαφος και πλησίασε άλλος συνάδελφος τους για να τον βοηθήσει να σηκωστεί ο εναγόμενος είπε: «άιστον σσιήλλον τζιαμέ να πεθάνει». Μετά ο ενάγων μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού όπου εξετάστηκε από Λειτουργό του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών. Στη συνέχεια ο ΜΕ2 τον εξέτασε αφού είδε τις ήδη ληφθείσες ακτινογραφίες ώμου δεξιά AP και LAT και ακτινογραφία λεκάνης/ισχίων και διαπίστωσε ότι υπέστη υποκεφαλικό κάταγμα δεξιού βραχιονίου.

Αυτός εισήχθη στην κλινική τους για παρακολούθηση και αναλγητική αγωγή και το κάταγμα αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με ανάρτηση δεξιού ώμου. Στις 31.10.10 ο ενάγων εξήλθε του Νοσοκομείου με οδηγίες για ανάπαυση και φαρμακευτική αγωγή. Αυτός έφερε νάρθηκα στο χέρι του για 4 εβδομάδες.  Παρακολουθείτο στη συνέχεια από την κλινική καταγμάτων. Ο ΜΕ2 Ορθοπεδικός – Χειρούργος ετοίμασε για τον ενάγοντα το ιατρικό πιστοποιητικό τεκμ.1.

 

Ο ενάγων προσήλθε στο Τμήμα Φυσιοθεραπείας του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού για 29  θεραπείες από τις 29.11.10 – 21.3.11 που αφορούσαν το κάταγμα του δεξιού βραχιονίου (τεκμ.3,4). Στις 2.11.10 ο ενάγων επισκέφθηκε τον Ιατρό Δρ.Κ.Ανδρέου.

 

Ο ενάγων είναι ασφαλισμένος στο Σχέδιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως αυτοτελώς εργαζόμενο άτομο και κατέβαλλε εισφορές από το 2008 μέχρι το 2012 (τεκμ.8). Αυτός δεν εργάστηκε για 4 μήνες.

 

Ο ενάγων κατήγγειλε το συμβάν στο Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων Λεμεσού (ΤΑΕ) της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λεμεσού (τεκμ.6 η βεβαίωση καταγγελίας του). Κατόπιν αυτής καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού η ποινική υπόθεση με αρ.18694/12 εναντίον του εναγόμενου και στις 18.3.16 αυτός κρίθηκε ένοχος στη κατηγορία της επίθεσης με πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης.

 

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω ευρήματα του Δικαστηρίου θα προχωρήσω στη συνέχεια στην νομική πτυχή στης υπόθεσης, στη εξέταση των επιδίκων θεμάτων της αγωγής και ακολούθως θα παραθέσω τα τελικά μου συμπεράσματα. 

 

Η παρούσα υπόθεση είναι πολιτική και το βάρος απόδειξης βρίσκεται γενικά στους ώμους του Ενάγοντα να αποδείξει τους ισχυρισμούς του στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Σύμφωνα με την κυπριακή νομολογία, η απόσειση του βάρους απόδειξης θα αποτιμηθεί υπό το φως της μαρτυρίας που θα κριθεί αξιόπιστη, πάντοτε στο μέτρο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων. Αναξιόπιστη μαρτυρία δεν αποτελεί αποδεικτικό υλικό αλλά μόνο αξιόπιστη μαρτυρία βαρύνει την πλάστιγγα των πιθανοτήτων (Miorage vRadivojenik (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 1162 και Αθανασίου κ.α. v. Κουνούνη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 614).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 26 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ.148, τα συστατικά στοιχεία του αστικού αδικήματος της επίθεσης είναι τα ακόλουθα:

 

1.        Χρήση κάθε είδους βίας κατά άλλου προσώπου, είτε με χτύπημα, επαφή, μετακίνηση είτε άλλως πως, είτε άμεσα είτε έμμεσα,

2.        Η οποία να γίνεται με πρόθεση, και

3.        Χωρίς τη συναίνεση του άλλου προσώπου ή με τη συναίνεση του αν αυτή λήφθηκε με απάτη ή κατόπιν απόπειρας ή απειλής με πράξη.

 

Στο σύγγραμμα των Αρτέμη – Ερωτοκρίτου, Αστικά Αδικήματα (Τόμος 1) στις σελ. 92-94 αναφέρεται ότι το αδίκημα της επίθεσης περιλαμβάνει τα δύο συναφή αδικήματα του κοινού δικαίου της απειλής χρήσης βίας (assault) και της εφαρμογής βίας (battery). Όσον αφορά τη χρήση βίας αναφέρεται ότι η βία θα πρέπει να συνίσταται σε άμεση επαφή είτε με το σώμα του εναγόμενου (π.χ. με γροθιά) είτε με κάποιο όργανο (π.χ. κτύπημα με ρόπαλο). Εδώ να σημειωθεί ότι στην παρ.2 του άρθρου 26 αναφέρονται και άλλες περιστάσεις, οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στην έννοια της χρήσης βίας όπως η χρήση πράγματος. Τέλος στο προαναφερόμενο σύγγραμμα αναφέρεται επίσης ότι για την επίθεση γενικά δεν υπάρχει προϋπόθεση πρόκλησης ζημιάς εφόσον το αδίκημα είναι αγώγιμο per se, σε αντίθεση με τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 26 για τις οποίες απαιτείται η πρόκληση ζημιάς.

 

 

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψην τα ανωτέρω και με βάση τα ευρήματα στα οποία έχω καταλήξει, κρίνω ότι ο ενάγων έχει αποδείξει στον απαραίτητο βαθμό του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι ο εναγόμενος σπρώχνοντας τον βίαια με αποτέλεσμα αυτός να πέσει στο έδαφος, διέπραξε το αστικό αδίκημα της επίθεσης και του προκάλεσε σωματική βλάβη, δηλαδή υποκεφαλικό κάταγμα δεξιού βραχιονίου.

 

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

 

Ο ενάγων αξιώνει γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες συνεπεία του ατυχήματος.

 

Σε σχέση με τις αρχές που πρέπει να διέπουν τον καθορισμό αποζημιώσεων και καθοδηγούν το Δικαστήριο ως προς το ύψος των γενικών αποζημιώσεων για τους τραυματισμούς συνεπεία του δυστυχήματος καθώς και για τον πόνο και ταλαιπωρία που υφίσταται κάποιος εξ αυτών, στην υπόθεση Χαριλάου ν. Νικολάου (2003) 1Γ Α.Α.Δ 1460, όπου συνοψίζεται η σχετική νομολογία, αναφέρεται ότι στόχος των αποζημιώσεων που επιδικάζονται είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη στην απώλεια και στη ζημιά του διαδίκου που τραυματίστηκε χωρίς να εναποτίθεται υπέρμετρο βάρος πάνω στον αδικοπραγούντα. Το ποσό που επιδικάζεται πρέπει να είναι κοινωνικά αποδεκτό και συνεπώς η κοινωνική δεοντολογία κατά τον ουσιώδη χρόνο είναι σε κάθε περίπτωση παράγοντας σχετικός προς το έργο του Δικαστηρίου ειδικά σε σχέση με μη χρηματική απώλεια. Η χρηματική ζημιά, ως περισσότερο επιδεκτική μαθηματικού υπολογισμού εξαρτάται λιγότερο από κοινωνικά κριτήρια. Στόχος του εγχειρήματος είναι η κατάληξη, στο τέλος της πορείας, σε αριθμό που είναι δίκαιος και εύλογος υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης. Η αποζημίωση για αστικά αδικήματα δεν έχει σκοπό την τιμωρία του αδικοπραγούντα αλλά την αποκατάσταση. Η ίδια η ατέλεια του χρήματος ως μέσου για αποκατάσταση δεν πρέπει να επενεργεί προς επαύξηση των αποζημιώσεων. Η νομολογία έχει επιδείξει μια σταθερή αύξηση του επιπέδου των γενικών αποζημιώσεων. Έχει τονίσει την ανάγκη για μια πιο δίκαιη και φιλελεύθερη αποτίμηση του ανθρώπινου πόνου και των πολλαπλών στερήσεων που προκαλούν οι αναπηρίες στα θύματα. Πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη η συνεχής μείωση της αξία του χρήματος. (Βλ. Κουμπαρή κ.α. ν. Φούτρη (2001) 1 Α.Α.Δ. 921, Paraskevaides (Overseas) Ltd v. Christofi (1982) 1 C.L.R. 789, Παναγή ν. Θεοδώρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 1303, Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66, Μιχαήλ κ.ά. ν. Φίλιος Γ. Συκοπετρίτης Λτδ. κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1049 και Ταμπούρα ν. Κολάνη (2008) 1Α Α.Α.Δ. 384).

 

Από την άλλη, ως έχει νομολογηθεί, η αυξητική τάση στις αποζημιώσεις δεν αποτελεί και οδικό χάρτη για αιτιολόγηση παροχής αυξανόμενων ποσών σε κάθε περίπτωση. Η τάση της ακολουθούμενης ανοδικής πορείας στην επιδίκαση αποζημιώσεων πρέπει να περιορίζεται εντός των σωστών πλαισίων της λογικής και δίκαιης αποζημίωσης (βλ. Μερακλή κ.α. ν. Ταλιώτη (1997) 1 Α.Α.Δ. 1148). Η δε απόδοση αποζημιώσεων πρέπει να αντανακλά και να αντικατοπτρίζει την αγοραστική αξία του χρήματος σε δεδομένη στιγμή, ώστε με εύλογο τρόπο να προσεγγίζεται τουλάχιστο χρηματικά η αποκατάσταση της ζημιάς (βλ. Lankuttis v. Νικόλα (2002) 1 Α.Α.Δ. 1128).

 

Από την σχετική νομολογία προκύπτει επίσης ότι δεν υπάρχει ξεκαθαρισμένο και επακριβές κονδύλι για κάθε τραύμα ξεχωριστά. Περαιτέρω για τον καθορισμό των γενικών αποζημιώσεων στη Νικολάου ανωτέρω λέχθηκε ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει απαραίτητα και σε κάθε περίπτωση να αναφέρεται σε οποιανδήποτε νομολογία για παρόμοια τραύματα ώστε να καθοδηγηθεί επί του ορθού ποσού που θα πρέπει να επιδικάσει. Προηγούμενες αποφάσεις δεν αποτελούν δεσμευτικό προηγούμενο υπό την έννοια της αρχής του stare decisis αλλά παρέχουν καθοδήγηση. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις όπου υπάρχουν ιδιάζουσες περιστάσεις ή τραύματα, το Δικαστήριο ενδεχομένως να ανατρέξει σε νομολογία για να αντλήσει καθοδήγηση.

Με την αξιολόγηση της ενώπιον του μαρτυρίας το Δικαστήριο στην παρούσα έχει καταλήξει σε ευρήματα αναφορικά με την ιατρική κατάσταση του ενάγοντα και επαναλαμβάνω ότι ο ΜΕ2 διαπίστωσε ότι ο ενάγων υπέστη υποκεφαλικό κάταγμα δεξιού βραχιονίου.

Παραμένει συνεπώς η εξέταση της αποζημίωσης του ενάγοντα για το κάταγμα που υπέστη.

 

Για αποτελεσματική αντιμετώπιση του θέματος των γενικών αποζημιώσεων έχω διεξέλθει με προσοχή παρόμοιες αποφάσεις. Άντλησα επίσης καθοδήγηση από τα συγγράμματα  «Κεφάλαιο 148 Αστικά Αδικήματα - Δίκαιο και Αποφάσεις», έκδοση 2003 των κ.κ. Αρτέμη και Ερωτοκρίτου, 'Αποζημιώσεις για Σωματικές Βλάβες', έκδοση 1996 του κ. Φρίξου Νικολαΐδη και McGregor on Damages, 17η έκδοση. 

 

Από την έρευνα που έχω κάνει στη σχετική νομολογία δεν έχω εντοπίσει κάποια απόφαση, η οποία να προσομοιάζει σε σχέση με το είδος και την έκταση της σωματικής βλάβης που διαπιστώθηκε στην παρούσα. Αυτό όμως, ως προκύπτει και από τα πιο πάνω, δεν μπορεί και επ’ ουδενί εμποδίζει το Δικαστήριο στο να επιτελέσει το έργο του, προβαίνοντας στον καθορισμό της αποζημίωσης.

Η συνήγορος του ενάγοντα επικαλέστηκε για σκοπούς υπολογισμού των γενικών αποζημιώσεων την υπόθεση Πέτρου v Γαλάνη (2009) 1 ΑΑΔ, 84 στην οποία επιδικάστηκε ποσό €17.388 για συντριπτικό διπολικό κάταγμα του βραχιονίου. Αυτή η υπόθεση δεν θεωρώ ότι προσομοιάζει με την παρούσα καθότι υπήρχαν μόνιμα κατάλοιπα και μυϊκή παραμόρφωση στο άνω μέρος του αριστερού δελτοϊδούς μυός.

Στην Κ.Κωνσταντινίδης ν Μηλίτσας Παπαμιλτιάδους κ.α (2007) 1 ΑΑΔ 733, η οποία αφορούσε σε τροχαίο δυστύχημα, επιδικάστηκε υπέρ της εφεσίβλητης - ενάγουσας ποσό ΛΚ5000 (€8547,98) ως γενικές αποζημιώσεις. Είχε υποστεί κάταγμα 5ης πλευράς, διάστρεμμα αυχενικής μοίρας και εγκεφαλική διάσειση. Έφερε αυχενικό κολλάρο για 3 μήνες και παρέμεινε εκτός εργασίας για 2 μήνες περίπου. Ακτινολογικά είχε τελείως επανέλθει.  Παρέμειναν κάποιες ευαισθησίες στην αλλαγή καιρού από την κάκωση στον αυχένα.

 

Στην Π.Ανδρέου v Γ.Οικονομίδη, (1997) 1 ΑΑΔ 1501 σε τροχαίο ατύχημα γυναίκα ηλικίας 75 χρόνων υπέστη κάταγμα του αριστερού άνω και κάτω ηβοϊσχιακού κλάδου της λεκάνης, λοξό κάταγμα του αυχένα της αριστερής περόνης, διάστρεμμα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, κακώσεις της κεφαλής και εγκεφαλική διάσειση καθώς και διάστρεμμα του αυχένα και εκχυμώσεις στο στήθος, επιδικάστηκαν γενικές αποζημιώσεις ΛΚ4.000 και κρίθηκαν έκδηλα ανεπαρκείς και αυξήθηκαν στο ποσό των ΛΚ6.000 (€10.450)  επί πλήρους ευθύνης.

 

Στην Γ. Ερωτοκρίτου και άλλης ν. Μ.Καραολή (1998) 1 ΑΑΔ 445 όπου  ο ενάγων υπέστη κάταγμα 1ης, 3ης και 6ης δεξιάς πλευράς με φοβερό πόνο κατά την αναπνοή, εκδορές και θλάση του δεξιού ώμου, κάταγμα του άνω άκρου της δεξιάς περόνης και θλάση γόνατος, θλάση της θωρακικής και οσφυϊκής σπονδυλικής στήλης με πόνο και δυσκαμψία.  Το εφετείο μείωσε το ποσό των Λ.Κ.10.000 που επιδικάστηκε πρωτόδικα ως γενικές αποζημιώσεις σε Λ.Κ.7.500 (€13.063).

 

Είναι προφανές ότι οι πιο πάνω αναφερόμενες περιπτώσεις δεν αντιστοιχούν ως προς τα περιστατικά με την παρούσα εφόσον υπήρξαν και άλλες σοβαρότερες σωματικές βλάβες και οι συνέπειες, ο πόνος και η ταλαιπωρία που υπήρξε ήταν μεγαλύτερος.

Στα πλαίσια λοιπόν υπολογισμού των γενικών αποζημιώσεων στην παρούσα λαμβάνω υπόψη το είδος και την έκταση της σωματικής βλάβης που έχει υποστεί ο ενάγων δηλαδή το υποκεφαλικό κάταγμα στο δεξί βραχιόνιο, το οποίο δεν χειρουργήθηκε αλλά αντιμετωπίστηκε συντηρητικά μόνο με ανάρτηση του δεξιού ώμου, τον πόνο, την ταλαιπωρία που αυτός υπέστη, το γεγονός της απρόκλητης και βίαιης επίθεσης από τον εναγόμενο που έλαβε χώρα σε δημόσιο μέρος και ότι δεν διαφάνηκε με ιατρική μαρτυρία να του έχουν παραμείνει μόνιμα κατάλοιπα κρίνω πως ένα ποσό της τάξης των €4500 θα ήταν δίκαιο και εύλογο για να τον αποζημιώσει.  

Αναφορικά με την απαίτηση του ενάγοντα για τιμωρητικές αποζημιώσεις σύμφωνα με την παράγραφο 7Β του κλητηρίου εντάλματος του αυτή αποσύρθηκε κατά την αγόρευση της συνηγόρου του και συνεπώς δεν θα εξεταστεί.

 

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

 

Ο ενάγων απαιτεί πέραν των γενικών και ειδικές αποζημιώσεις συνεπεία του ατυχήματος.

 

Εδώ να σημειωθεί ότι ως έχει νομολογηθεί οι ειδικές αποζημιώσεις πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα αλλά δεν απαιτείται ενισχυτική μαρτυρία για την απόδειξή τους (βλ. Αλεξάνδρου ν. Ιωάννου (1996) 1Β Α.Α.Δ. 1157, Τηλεμάχου ν. Παπακυριακού (1986) 1 Α.Α.Δ. 705 και Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239). Eίναι πρωτίστως καθήκον του Ενάγοντα να ικανοποιήσει το Δικαστήριο με αξιόπιστη μαρτυρία για την βασιμότητα της απαίτησης του και όχι για τον Εναγόμενο να την αντικρούσει (βλ. Μιχαηλίδη ν. Κακουλλή (1992) 1 Α.Α.Δ. 673).

 

Αναφορικά με τα πιο πάνω, ειδικότερα ο ενάγων αξιώνει για την αστυνομική έκθεση €85, για την ιατρική έκθεση €18, για την απώλεια εισοδήματος €1600, και έξοδα διακίνησης €600, ήτοι συνολικό ποσό €2303.

Σύμφωνα με την αποδεκτή και αναντίλεκτη μαρτυρία και σε συνάρτηση με το ενώπιον μου κατατεθειμένο τεκμήριο 8 ήτοι την βεβαίωση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων θεωρώ ότι έχει αποδείξει και δικαιούται για την απώλεια εισοδημάτων του, το ποσό των €1472, υπολογιζόμενο για τους 4 μήνες που δεν εργαζόταν και έχει δικογραφήσει στο κλητήριο του (ως περιορίστηκε κατά την τελική αγόρευση της συνηγόρου του) ήτοι €92 χ 4 εβδομαδιαίως  = 368 μηνιαίως επί 4 μήνες και όχι το αιτούμενο ποσό των €1600.

Για την καταβολή του ποσού των €18 για την ιατρική έκθεση λαμβάνοντας υπόψη μου την απόδειξη τεκμ.2 και το τεκμ.1 σελ.1 κρίνω ότι το έχει αποδείξει και συνεπώς το δικαιούται.

Δεν ισχύει το ίδιο για το ποσό των €85 για την αστυνομική έκθεση για την οποία δεν παρουσίασε οποιοδήποτε αποδεικτικό τιμολόγιο ή απόδειξη είσπραξης. Συνεπώς δεν το δικαιούται.

Αναφορικά με τα έξοδα διακίνησης αναφέρθηκε από την συνήγορο του κατά την αγόρευση της ότι αποσύρεται η απαίτηση αυτή.

Συνακόλουθα το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω ποσά επιδικάζει προς όφελος του ενάγοντα ειδικές ζημιές €1490.

 

ΤΟΚΟΣ

Όσον αφορά το θέμα του τόκου στη βάση του άρθρου 58(Α) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπεται η επιδίκαση του τόκου επί ολόκληρου ή μέρους των επιδικασθεισών αποζημιώσεων για ολόκληρη ή μέρος της περιόδου μεταξύ της ημερομηνίας γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος και της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης, εκτός εάν το Δικαστήριο «….. είναι ικανοποιημένο ότι συντρέχουν ειδικοί περί του αντιθέτου λόγοι …..». Η απόφαση Φοινικαρίδης ν. Γεωργίου (1991), 1 Α.Α.Δ. 475 προέβη σε εκτεταμένη αναθεώρηση του θέματος αυτού, με τελική τοποθέτηση ότι ο προσδιορισμός του επιτοκίου αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με δεδομένο ότι ο τόκος δεν επιδικάζεται ως αποζημίωση για τη ζημιά που προκλήθηκε, αλλά για την αποστέρηση χρημάτων που θα έπρεπε να αποδοθούν στον παθόντα. Σημειώνεται δε στην εν λόγω απόφαση με αναφορά σε αντίστοιχη αγγλική νομολογία ότι «ο τραυματισμός δεν προκαλεί διά μιας τον πόνο, την ταλαιπωρία και τα υπόλοιπα για τα οποία τελικά αποζημιώνεται ο ενάγων». Επομένως εκεί όπου παρατηρείται αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της αγωγής, ο Ενάγων θα πρέπει να στερείται των χρημάτων στα οποία δικαιούται, από την άποψη βέβαια της επιδίκασης τόκου επ’ αυτών, εφόσον η καθυστέρηση προέρχεται από δικό του σφάλμα.

 

Στην παρούσα η επίθεση έγινε στις 30.10.10 και η αγωγή καταχωρήθηκε στις 17.6.2013, δηλαδή με καθυστέρηση χωρίς ν΄αναφερθεί οποιαδήποτε δικαιολογία περί τούτου. Με γνώμονα λοιπόν τα πιο πάνω δεδομένα της υπόθεσης και τις κατευθυντήριες γραμμές της νομολογίας (βλ. και Miller v. Petek (1999), 1 Α.Α.Δ. 2091, Θεοδούλου ν. A. Panayides Contracting Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 2134) θεωρώ ορθό και δίκαιο όπως επιδικάσω νόμιμο τόκο από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής επί του συνολικού ποσού των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ 

 

Εν κατακλείδι η αγωγή επιτυγχάνει και εκδίδεται απόφαση υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου και αυτός δικαιούται από το ατύχημα:

 

  1. €4500 ως γενικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από τις 17.6.13 μέχρι εξοφλήσεως.
  2. €1490 ως ειδικές αποζημιώσεις, με νόμιμο τόκο από τις 17.6.13 μέχρι εξοφλήσεως.

 

Τέλος τα έξοδα της αγωγής, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή στην κλίμακα του ποσού της απόφασης και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγόμενου.

 

 

 

        (Υπ.) …………....………………….

                                                                                       Γ. Ιωαννίδου – Παπά, Ε.Δ.

                                                                          

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΙΣΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο