ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής:  196/2022 (i-Justice)

 

Μεταξύ:-

ΜΙΝΕΡΒΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ

Ενάγουσας

 

- και -

 

TRUST INTERNATIONAL INSURANCE COMPANY (CYPRUS) LTD

Εναγομένης

 

Αίτηση ημερομηνίας 21/06/2023 για τροποποίηση του τίτλου της αγωγής δια της προσθήκης ενάγοντος.

 

Ημερομηνία: 04η Απριλίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα - Αιτήτρια: κα Στ. Παυλίδου για Ι. Φράγκος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Για την Εναγόμενη - Καθ’ ης η Αίτηση: κα Μ – Χρ. Παναγιωτίδου για Στέλιος Αμερικάνος & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η ΑΙΤΗΣΗ

 

Με την υπό εξέταση Αίτηση η Αιτήτρια ζητά (α) διάταγμα με το οποίο να τροποποιείται ο τίτλος της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής με την προσθήκη ενός φυσικού προσώπου (του «ΑΑ») ως Ενάγοντος και (β) άδεια του Δικαστηρίου για συνέχιση της διαδικασίας μεταξύ των νέων διαδίκων.  Η νομική βάση της Αίτησης στηρίζεται στις Δ.9 θ.2, 10, 11, Δ.39, Δ.48, Δ.64, στο Άρθρο 30 του Συντάγματος, στις αρχές της επιείκειας, στη διακριτική ευχέρεια και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

 Η Αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση λειτουργού της Αιτήτριας (στο εξής η «ΕΔ-ΧΧ»), η οποία αναφέρεται στο δικονομικό ιστορικό της υπόθεσης και στα γεγονότα του επίδικου στην Αγωγή ατυχήματος, το οποίο επεσυνέβη κατά ή περί την 23/10/2020 στη Λευκωσία. Συγκεκριμένα, ο ΑΑ (ο προς προσθήκη ενάγων) ήταν ιδιοκτήτης οχήματος (το «Όχημα») που ήταν ασφαλισμένο στην Αιτήτρια. Ο οδηγός του Οχήματος ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα με τον οδηγό και ιδιοκτήτη άλλου οχήματος που ήταν ασφαλισμένο στην Εναγόμενη. Αντίγραφο του ασφαλιστήριου συμβολαίου μεταξύ του ΑΑ και της Αιτήτριας επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Α. Στη βάση των γεγονότων αυτών, η ενόρκως δηλούσα υποστηρίζει ότι η Αγωγή αφορά άμεσα τα νομικά δικαιώματα και οικονομικά συμφέροντα του προτεινόμενου ενάγοντος, ένεκα της ζημιάς που υπέστη το Όχημά του, για την οποία δικαιούται σε αποζημίωση. Η Αιτήτρια ήδη κατέβαλε στον προτεινόμενο ενάγοντα το ποσό της ζημιάς που αξιώνεται με την Αγωγή και, ως εκ τούτου, αμφότεροι είναι αναγκαίοι διάδικοι. Υποστηρίζει, επίσης, ότι είναι ορθό και δίκαιο να επιτραπεί η προσθήκη του, καθότι κάτι τέτοιο θα διευκόλυνε την ομαλή και ορθή διεξαγωγή της δίκης.

 

Η μη προσθήκη του εν λόγω προσώπου ως ενάγοντος ήταν το αποτέλεσμα αβλεψίας του δικηγόρου που συνέταξε την Αγωγή και η αβλεψία εντοπίστηκε κατά την μελέτη του φακέλου της υπόθεσης στο προδικαστικό στάδιο των οδηγιών στο πλαίσιο της σχετική κλήσης για οδηγίες. Οι δικηγόροι της Αιτήτριας επικοινώνησαν με τον προτιθέμενο εναγόμενο και εξασφάλισαν γραπτώς τη συγκατάθεσή του για την προσθήκη του ως διαδίκου στην Αγωγή (Τεκμήριο Β). 

 

Η ΕΝΣΤΑΣΗ

 

Στις 25/10/2023 η Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρισε Ειδοποίηση περί πρόθεσης Ένστασης (η «Ένσταση»), με την οποία εγείρει 12 λόγους ένστασης, που συνοψίζονται ως εξής: δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων, η Αίτηση είναι αστήρικτη, αντικανονική, κακόπιστη και συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας, διακατέχεται από αοριστία και αντιφατικούς ισχυρισμούς, υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρισή της, δεν είναι αναγκαία η προσθήκη του προτεινόμενου ενάγοντος αφού τα νομικά δικαιώματα και τα οικονομικά του συμφέροντα δεν επηρεάζονται, η Ενάγουσα μπορούσε να τον είχε περιλάβει εξ αρχής και δεν το έπραξε και η αβλεψία δικηγόρου δεν συνιστά καλό λόγο για έγκριση του αιτήματος. Τέλος, υποστηρίζεται ότι η ΕΔ-ΧΧ (ημερ. 21/6/2023) είναι προγενέστερη της καταχώρισης της υπό κρίση Αίτησης (ημερ. 22/6/2023) και άρα παράτυπη, αντικανονική και δεν πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη.

 

Η Ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου που εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων της Καθ’ ης η Αίτηση (η «ΕΔ-ΔΜ»). Σύμφωνα με το περιεχόμενό της οι δικηγόροι της Αιτήτριας προσπαθούν να διορθώσουν αδικαιολόγητα λάθη και παραλείψεις τους που δεν μπορούν να διορθωθούν σε τόσο προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας. Θα υπάρξει δυσμενής επηρεασμός και πρόκληση αδικίας σε βάρος της Καθ’ ης η Αίτηση εάν εγκριθεί το αίτημα.

 

Τα δικαιώματα και συμφέροντα του προτεινόμενου ενάγοντος δεν επηρεάζονται ώστε να καθίσταται αναγκαία η προσθήκη του, αφού η Αιτήτρια τον έχει αποζημιώσει και, ως εκ τούτου, με την αίτηση προβάλλονται ισχυρισμοί που έρχονται σε αντίθεση με το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης. Συνεπώς, δεν είναι αναγκαία η παρουσία του προτιθέμενου ενάγοντος για την αποτελεσματική επίλυση των επίδικων θεμάτων. Επίσης, η Αίτηση καταχωρίσθηκε με μεγάλη καθυστέρηση και καταχρηστικά.

 

ΑΚΡΟΑΣΗ

 

Η Ακρόαση της Αίτησης διεξήχθη στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων και των γραπτών αγορεύσεων των δικηγόρων των μερών.

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η Δ.9 θ.2. παρέχει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να προβεί στην προθήκη ενάγοντος, αναφέροντας τα εξής:

 

Where an action has been commenced in the name of the wrong person as plaintiff, or where it is doubtful whether it has been commenced in the name of the right plaintiff, the Court or a Judge may, if satisfied that it has been so commenced through a bona fide mistake, and that it is necessary for the determination of the real matter in dispute so to do, order that any other person consenting thereto be substituted or added as plaintiff upon such terms as may be just.

 

Από το λεκτικό του πιο πάνω κανονισμού προκύπτει ότι τα κριτήρια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, είναι τα ακόλουθα:

 

(α)     Η αγωγή ηγέρθη στο όνομα λανθασμένου ή ακατάλληλου προσώπου ως ενάγοντα ένεκα καλόπιστου λάθους και

(β)    η προσθήκη ενάγοντος είναι αναγκαία για την επίλυση των επίδικων θεμάτων και

(γ)    ο προτιθέμενος ενάγων συγκατατίθεται στην προσθήκη του ως διαδίκου στην αγωγή.

 

Με βάση την Δ.9 θ.10 το Δικαστήριο έχει τη διακριτική εξουσία να εξετάσει και να διατάξει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είτε κατόπιν αιτήσεως είτε χωρίς αίτηση την προσθήκη οποιουδήποτε προσώπου ως διαδίκου, την παρουσία του οποίου θεωρεί αναγκαία για την πλήρη και αποτελεσματική επίλυση όλων των θεμάτων που εγείρονται στην αγωγή:

 

«No cause or matter shall be defeated by reason of the misjoinder or non-joinder of parties, and the Court may in every cause or matter deal with the matter in controversy so far as regards the rights and interests of the parties actually before it. The Court or a Judge may, at any stage of the proceedings, either upon or without the application of either party, and on such terms as may appear to the Court or Judge to be just, order that the names of any parties improperly joined, whether as plaintiffs or as defendants, be struck out, and that the names of any parties, whether plaintiffs or defendants, who ought to have been joined, or whose presence before the Court may be necessary in order to enable the Court effectually and completely to adjudicate upon and settle all the questions involved in the cause or matter, be added. No person shall be added as a plaintiff suing without a next friend, or as the next friend of a plaintiff under any disability, without his own consent in writing thereto…»

 

Η εξουσία αυτή μπορεί να ασκηθεί από το Δικαστήριο ακόμα και αυτεπάγγελτα (βλ. Αλεξάνδρου Αναστασία Κώστα ν. Alexander Keith Edward (2013) 1 ΑΑΔ 2387, ANDRENAL SHIPPPING COMPANY LTD κ.α. ν. COMPANIA NAVIERA IRIS SA κ.α., Π. Έ. Αρ. 49/2014, 20/7/2016,

 

Στην υπόθεση Oδυσσέως Ανδρέας ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 ΑΑΔ 1372, έχουν νομολογηθεί τα ακόλουθα:

 

«Η επιλογή των εναγομένων προσώπων σε μια αγωγή είναι δικαίωμα το οποίο ανήκει βασικά στον ενάγοντα. (Βλ. Supreme Court Practice 1982 3 - σελ. 210). Το Δικαστήριο έχει ωστόσο την εξουσία (Βλ. Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας - Διαταγή 9 θ.10) να διατάξει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, είτε κατόπιν αιτήσεως είτε χωρίς αίτηση, την προσθήκη οποιουδήποτε προσώπου ως διαδίκου την παρουσία του οποίου θεωρεί αναγκαία για την πλήρη και αποτελεσματική επίλυση όλων των θεμάτων που εγείρονται στην αγωγή.  Είναι αυτόδηλο ότι το ζήτημα εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου και καθώς έχει ειπωθεί στην Παπαχριστοφόρου ν. Χαραλάμπους (ανωτέρω), η απόφανση ως προς το αν βρίσκονται όλοι οι αναγκαίοι διάδικοι ενώπιον του δικαστηρίου είναι συναρτημένη προς τα επίδικα θέματα όπως αυτά προσδιορίζονται στις γραπτές προτάσεις.»

 

Στην υπόθεση Σοφιανού Χριστάκης Αντωνίου ν. Minas Makris Developers Ltd και Άλλης (2011) 1 ΑΑΔ 1668, λέχθηκαν σχετικά τα εξής:

 

«Η προσθήκη διαδίκου είναι ζήτημα αναγόμενο στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Το δικαστήριο έχει επί του προκειμένου ευρεία διακριτική εξουσία να επιφέρει αναγκαίες τροποποιήσεις σε σχέση με τους διαδίκους (διαγραφή, προσθήκη, αντικατάσταση) που στοχεύουν στο να καταστεί δυνατή η πλήρης και αποτελεσματική εκδίκαση όλων των επίδικων θεμάτων μεταξύ των αναγκαίων διαδίκων. Βλ. Mepa Underwriting Management Ltd κ.ά. v. Αγροτικής Aνώνυμης Eλληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 772

 

Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου είναι ευρεία και ασκείται με γνώμονα την αποτελεσματική εκδίκαση όλων των επίδικων ζητημάτων και σε συνάρτηση με τα επίδικα θέματα, όπως αυτά προκύπτουν και προσδιορίζονται στα δικόγραφα (Χ"Δαυίδ ν. Χ"Δαυίδ και άλλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1176, Παπανδρέας Παπαχριστοφόρου κ.ά ν. Κρήτη Γεωργίου Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 906).

 

Στην σχετικά πρόσφατη απόφαση ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ v. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LIMITED κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 73/2019, 28/9/2021, ECLI:CY:AD:2021:A410, συνοψίστηκαν οι αρχές που διέπουν την προσθήκη διαδίκου δυνάμει της Δ.9 θ.10, ως εξής:

 

«Η τροποποίηση του τίτλου της Αγωγής με την προσθήκη διαδίκου προβλέπεται από τη Δ.9 θ.10 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών (αντίστοιχη με την O.16 r.11 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών).  Όπως έχει καθιερωθεί από τη νομολογία, σε αίτηση στη βάση της Δ.9 θ.10 πρωτίστως θα πρέπει να εξετάζεται κατά πόσο ο προτεινόμενος εναγόμενος, που αφορά η παρούσα περίπτωση, είναι αναγκαίος διάδικος (βλ. Mepa Underwriting Management Ltd κ.ά. ν. Αγροτική Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 Α.Α.Δ. 772 και Φιλίππου ν. Σάουρου κ.ά. (2015) 1 (Α) Α.Α.Δ. 346).

 

Το ζήτημα της προσθήκης διαδίκου εμπίπτει εντός της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου η οποία είναι ευρεία. Στη βάση της ευχέρειας του αυτής μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας να κάμει οποιεσδήποτε τροποποιήσεις σε σχέση με τους διαδίκους είτε να προσθέσει, είτε να διαγράψει ή να αντικαταστήσει διαδίκους και να επιφέρει ακόμη τέτοιες αλλαγές όσες είναι αναγκαίες για να καταστήσει δυνατή την αποτελεσματική εκδίκαση όλων των μεταξύ των διαδίκων επίδικων θεμάτων (βλ. Οδυσσέως ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372 και Korkut η Perihan v. Γεωργίου κ.ά (2007) 1 (Β) 1213).»

 

ΤΟ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ ΑΙΤΗΜΑ

 

Στην υπό κρίση περίπτωση, ο προς προσθήκη διάδικος, δηλαδή ο προτιθέμενος ενάγων, είναι ο ιδιοκτήτης ενός εκ των δύο οχημάτων που ενεπλάκησαν σε τροχαίο ατύχημα και εξ αιτίας του ατυχήματος το Όχημά του υπέστη ζημιά. Δηλαδή είναι εν δυνάμει θύμα αστικού αδικήματος, συνεπεία του οποίου υπέστη ζημιά.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148

 

«…oπoιoδήπoτε πρόσωπo, πoυ υφίσταται βλάβη ή ζημιά λόγω αστικoύ αδικήματoς δικαιoύται vα αvαζητήσει από τo πρόσωπo τo oπoίo διέπραξε ή ευθύvεται για τo αστικό αυτό αδίκημα τις θεραπείες τις oπoίες τo δικαστήριo έχει εξoυσία vα χoρηγήσει…»

 

Επομένως, ο προτιθέμενος ενάγων, ως ιδιοκτήτης του Οχήματος το οποίο υπέστη ζημιά από το επίδικο ατύχημα, έχει αγώγιμο δικαίωμα, στη βάση του Κεφ. 148, να αξιώσει θεραπεία από το πρόσωπο που εκείνος θεωρεί ότι ευθύνεται, με τις τυχόν αμελείς πράξεις ή παραλείψεις του, για την πρόκληση του επίδικου ατυχήματος.

 

Το κατά πόσο ασφαλισμένος, ο οποίος έχει αποζημιωθεί από την ασφαλιστική του εταιρεία για τη ζημιά που υπέστη ένεκα ατυχήματος, έχει δικαίωμα να κινήσει αγωγή επ’ ονόματί του, έχει αποφασιστεί στην υπόθεση Kelly ν. Νικολάου (1992) 1 Α.Α.Δ. 463. Στην εν λόγω υπόθεση, το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος, στη βάση των προνοιών του άρθρου 61 του Κεφ. 148, επειδή είχε αποζημιωθεί από την ασφαλιστική εταιρεία που παρείχε ασφαλιστική κάλυψη κατά τον ουσιώδη χρόνο. Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση εξηγώντας ότι οι πρόνοιες του εν λόγω άρθρου εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις όπου η αποζημίωση έχει πληρωθεί από το νομικά υπόχρεο πρόσωπο προς το θύμα σαν υπαίτιο του αστικού αδικήματος. Η αποκατάσταση της ζημιάς του θύματος από τρίτο πρόσωπο, όπως για παράδειγμα από ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει ασφαλιστικού συμβολαίου, δεν θεωρείται αποζημίωση με την έννοια του πιο πάνω άρθρου και η καταβολή της δεν απαλλάσσει το νομικά υπόχρεο πρόσωπο από την πληρωμή αποζημίωσης. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:

 

« Η ορθή ερμηνεία των προνοιών του άρθρου αυτού, όπως αποδίδεται με τη γραμματική και συνήθη έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούνται, αλλά και που συνάδει απόλυτα με το σκοπό του νομοθέτη, είναι πως το θύμα αστικού αδικήματος όταν αποζημιωθεί ή τύχει άλλης θεραπείας δεν μπορεί να αξιώσει πάρα πέρα αποζημίωση, με αιτία αγωγής το ίδιο αστικό αδίκημα. Η λέξη "compensation - αποζημίωση", και η φράση "in respect of such civil wrong - επί τω τοιούτω) αστικώ αδικήματι" υποδηλώνουν αποζημίωση από το νομικά υπόχρεο πρόσωπο ως υπαίτιο του αστικού αδικήματος. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα. Όταν η ζημιά ενός ατόμου, που προήλθε από αστικό αδίκημα, αποκατασταθεί από συγγενικό του πρόσωπο ή άλλο, δεν έχει ως συνέπεια την απαλλαγή του υπαιτίου για το αστικό αδίκημα για αποζημίωση του θύματος. Η αποκατάσταση της ζημιάς του θύματος, στο παράδειγμα που δίδουμε, δεν θεωρείται αποζημίωση από τον νόμιμα υπόχρεο στην καταβολή της ως υπαίτιο για το αστικό αδίκημα.

 

Στην υπό κρίση υπόθεση η πληρωμή στον εφεσείοντα από την ασφαλιστική εταιρεία της ζημιάς που υπέστη, έγινε σύμφωνα με το συμβόλαιο, που υπεγράφη μεταξύ τους, για την κάλυψη ζημιάς, και όχι ως αποζημίωση του αστικού αδικήματος για το οποίο υπαίτιος είναι ο εφεσίβλητος. Η διευθέτηση του εφεσείοντα με την ασφαλιστική του εταιρεία ήταν συμβατική και παντελώς άσχετη με την αξίωση του εναντίον του εφεσίβλητου με αιτία αγωγής την υπαιτιότητα του για το αστικό αδίκημα της αμέλειας. Γι' αυτούς ακριβώς τους λόγους και οποιαδήποτε αναφορά στα δικογραφήματα, και κατ' ακολουθία στη μαρτυρία, για τη σχέση αυτή θα ήταν ανεπίτρεπτη.»

 

Σε σχέση με την εφαρμογή της αρχής της υποκατάστασης (subrogation), στην ίδια απόφαση εξηγήθηκε, επίσης, ότι η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να αποζημιωθεί για την κάλυψη που παρέσχε στον ασφαλισμένο της, κινώντας αγωγή στο όνομά του. Ακόμα και αν ο ασφαλισμένος αρνείτο να καταχωρίσει αγωγή, η ασφαλιστική θα μπορούσε να ζητήσει διάταγμα εξαναγκασμού του. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:

 

«Κατά τη συζήτηση της έφεσης έγινε αναφορά και στην αρχή της υποκατάστασης - subrogation: Εφόσο η ασφαλιστική εταιρεία του εφεσείοντος κάλυψε τις ζημιές που υπέστη στο τροχαίο δυστύχημα, σύμφωνα με τους όρους του ασφαλιστικού συμβολαίου, αυτός προωθεί την αγωγή για να αποζημιωθεί η ασφαλιστική του εταιρεία για την κάλυψη που έδωσε στον ίδιο. Η αρχή της υποκατάστασης θα ήταν αντικείμενο συζήτησης αν, θεωρητικά, ο εφεσείων αρνείτο, μολονότι ο ίδιος επληρώθη από την ασφαλιστική του εταιρεία, να καταχωρίσει αγωγή για να αποζημιωθεί η ασφαλιστική του εταιρεία για την κάλυψη που του παρέσχε. Τότε, και σύμφωνα με τους γνωστούς όρους τέτοιων συμβολαίων, η τελευταία θα μπορούσε να ζητήσει από το Δικαστήριο διάταγμα εξαναγκασμού του να συμμορφωθεί προς τον όρο αυτό, να δανείσει, ούτως ειπείν, το όνομα του ως ενάγων στην αγωγή

 

Στην υπόθεση Chellaram & Sons (London) Ltd v. Overtania Shipping Co. Ltd (1982) 1 C.L.R. 699, το Ανώτατο Δικαστήριο εξήγησε ότι ακόμα και όταν ο ασφαλισμένος αποζημιωθεί από την ασφαλιστική του εταιρεία ναι μεν το δικαίωμα ανάκτησης έναντι του τρίτου προσώπου περνά στην ασφαλιστική, εντούτοις το αγώγιμο δικαίωμα για αποζημίωση παραμένει στον ασφαλισμένο και η αγωγή πρέπει να εγείρεται στο όνομα του ασφαλισμένου. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:

 

«If once the claim is paid, then, as a matter of equity, the rights to recover against third persons pass from the assured to the insurer, although the legal right to compensation remains in the assured, and although actions at law must be brought in the name of the assured and not of the insurer—see LONDON ASSURANCE CO. v. SAINSBURY and KING v. VICTORIA INSURANCE CO.»

  

Σχετική είναι και η υπόθεση Chrysostomou v. G.S. Chalkousi & Sons (1978) 1 C.L.R. 10, στην οποία ο εκδοχέας χρέους κίνησε αγωγή εναντίον του οφειλέτη, χωρίς να συνενώσει τον αρχικό πιστωτή (εκχωρητή). Το Ανώτατο Δικαστήριο, με αναφορά στη Δ.10 θ. 9 απέρριψε επιχείρημα ότι η αγωγή θα έπρεπε να είχε απορριφθεί επειδή θα έπρεπε να είχε εγερθεί από τον εκχωρητή και ανέφερε ότι εναπόκειτο στον Δικαστή να εκδώσει κατάλληλη κατά την κρίση του διαταγή δυνάμει της Δ.9 θ.10 εάν το ζήτημα εγειρόταν ενώπιον του:

 

«We are not, therefore, prepared to hold that the action of the respondents against the appellant ought to have been dismissed because of the non-joinder of the assignors, though, of course, it was up to the trial Judge, if this matter had been raised before him, to make, in exercising his relevant discretionary powers, any order, under the above rule 10, that he might have deemed fit.»

 

Στους Ηalsbury's Laws of England, 4η ΄Εκδοση, Reissue, Volume 25, σελ. 293 παρ. 509 αναφέρονται τα εξής:

 

"In the absence of a formal assignment of the right of action the insurers cannot sue the third party in their own names; they must bring the action in the name of the assured. On receiving a proper indemnity against costs, it is the duty of the assured to permit his name to be used in such action."

 

Σχετικά είναι επίσης και τα ακόλουθα αποσπάσματα από το αγγλικό σύγγραμμα Chitty on Contracts (Volume IISpecific Contracts), (2018), 33rd Ed. Sweet and Maxwell:

 

«The insurer, however, does not have a proprietary interest in the assured’s cause of action against a third party in respect of the loss which has been indemnified by the insurer.» (Παράγραφος 42-115, σ.1825.)

 

 «Similarly, the insurer, once he has paid under the insurance, is entitled to the benefit of all rights possessed by the assured in respect of the loss insured against. Thes the insurer is entitled to enforce the assured’s right of action against tortfeasors who have caused the loss or against persons whi are contractually bound to compensate the assured in damages for the loss nad such parties cannot raise as a defence or in mitigation of damages the fact that the assured has been indemnified by the insure.» (Παράγραφος 42-116, σ.1826.)

 

“The rights to which the insurer is subrogated are those of the assured so that they must be exercised in the name of the assured unless they are assigned at law to the insurer, and the assured can be compelled to allow the insurer the use of his name against an indemnity as to costs.» (Παράγραφος 42-116 σ.1827.)

 

Κατά συνέπεια, το γεγονός της αποζημίωσης του προτιθέμενου ενάγοντος από την υφιστάμενη Ενάγουσα δεν συνιστά εμπόδιο στην προσθήκη του ως διαδίκου στην Αγωγή, ούτε καθιστά αντιφατική τη δήλωση της Αιτήτριας ότι ο προτιθέμενος ενάγων εξακολουθεί να δικαιούται σε αποζημίωση, ως ισχυρίζεται η Εναγόμενη. Απεναντίας, ο προτιθέμενος ενάγων είναι το πρόσωπο που εξακολουθεί να έχει αγώγιμο δικαίωμα σε σχέση με το επίδικο ατύχημα εναντίον του πιθανού αδικοπραγήσαντα. Κατά τον γενικό κανόνα, είναι στο δικό του όνομα που θα έπρεπε να είχε κινηθεί η αγωγή.

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο προτιθέμενος ενάγων έχει συγκατατεθεί στην άσκηση του αγώγιμου δικαιώματός του και στην προσθήκη του ως διαδίκου στην Αγωγή, καταδεικνύοντας την πρόθεσή του να προωθήσει το αγώγιμο δικαίωμά του. Επομένως το δίκαιο επιβάλλει όπως βρεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα πρόσωπα τα οποία έχουν ή ενδέχεται να έχουν οποιοδήποτε συμφέρον στην υπόθεση. Κρίνεται, συνεπώς, ότι η προσθήκη του στην παρούσα Αγωγή πληροί τις προϋποθέσεις της Δ.9 θ. 2 και θ.10 και είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

 

Προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο συντρέχει κάποιος από τους λόγους ένστασης της Καθ’ ης η Αίτηση που να εμποδίζει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έγκρισης του αιτήματος.

 

Ισχυρίστηκε η Καθ’ ης η Αίτηση ότι υπήρξε καθυστέρηση στην προώθηση της υπό εξέταση αίτησης και ότι παράλειψη ή λάθος δικηγόρου δεν συνιστά καλό λόγο για έγκριση του αιτήματος. Σε σχέση με το δικονομικό ιστορικό της παρούσας διαδικασίας, παρατηρώ ότι η Αίτηση καταχωρίσθηκε στο προδικαστικό στάδιο, προτού καν οριστεί η Αγωγή για Ακρόαση. Συγκεκριμένα, η Αγωγή καταχωρίσθηκε την 01/03/2022, η Εναγόμενη καταχώρισε Σημείωμα Εμφάνισης στις 16/03/2022 και Υπεράσπιση στις 24/06/2022. Στις 05/12/2022 ορίστηκε η Κλήση για οδηγίες, κατ’ εκείνη την ημερομηνία δόθηκαν οδηγίες για καταχώριση ένορκων αποκαλύψεων εγγράφων, καταλόγων μαρτύρων και σύνοψης. Η αγωγή ορίστηκε στις 22/06/2023 για οδηγίες και έλεγχο της συμμόρφωσης με τα πιο πάνω και δόθηκε ταυτόχρονα η ευχέρεια στα μέρη να προωθήσουν τυχόν άλλα προδικαστικά διαβήματα μέχρι τότε. Η υπό εξέταση καταχωρίσθηκε την 22/06/2023. 

 

Η καθυστέρηση είναι παράγοντας που λαμβάνεται υπ’ όψη και είναι δυνατό, όπου παρατηρείται αδικαιολόγητα μεγάλη καθυστέρηση στην υποβολή τέτοιου αιτήματος, να συνιστά λόγο απόρριψής του (Oδυσσέως Ανδρέας ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 ΑΑΔ 1372).

 

Η προσθήκη του ΑΑ ως ενάγοντος, ενώ θα μπορούσε να είχε γίνει εξ αρχής, επιχειρήθηκε 15 περίπου μήνες μετά την καταχώριση της Αγωγής. Παρατηρώ, ότι υπήρξε όντως κάποια καθυστέρηση από πλευράς της Ενάγουσας, η οποία αποδίδεται σε αβλεψία δικηγόρου. Ένεκα του πρώιμου σταδίου στο οποίο λήφθηκε το διάβημα, δηλαδή πριν την ολοκλήρωση των προδικαστικών διαβημάτων και τον ορισμό της υπόθεσης για Ακρόαση, δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο η θέση ότι η καθυστέρηση είναι τέτοια που από μόνη της να δικαιολογεί την απόρριψη της Αίτησης.

 

Σε κάθε περίπτωση, η Δ.9 θ.10 επιτρέπει την καταχώριση τέτοιας αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ενώ στο αγγλικό σύγγραμμα «Annual Practice 1958» αναφέρεται (στη σελ. 345) ότι είναι δυνατή η προσθήκη διαδίκου, όταν αυτή είναι αναγκαία, ακόμα και στο στάδιο της ακρόασης και ότι η ευχέρεια του Δικαστηρίου είναι ευρύτατη προκειμένου να καθοριστούν τελεσίδικα όλα τα επίδικα θέματα:

 

«Generally speaking, the Court will make all such changes in respect of parties as may be necessary to enable an effectual adjudication to be made concerning all matters in dispute».

 

Όσον αφορά τη θέση της Καθ’ ης η Αίτηση για δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων της και πρόκλησης πλήγματος στα συμφέροντά της, αυτή έχει τεθεί γενικώς και αορίστως, χωρίς εξειδίκευση σε τι ακριβώς συνίσταται ο κατ’ ισχυρισμό δυσμενής επηρεασμός ή το πλήγμα στα συμφέροντά της. Σε κάθε περίπτωση, πέραν της μικρής καθυστέρησης που προκλήθηκε από την εκδίκαση της παρούσας Αίτησης, στην οποία καθυστέρηση συνέβαλε και η Καθ’ ης η Αίτηση με την ένστασή της, δεν εντοπίζεται από το Δικαστήριο οποιοσδήποτε δυσμενής επηρεασμός. Συνεπώς, ο λόγος ένστασης αυτός παρέμεινε μετέωρος και απορρίπτεται.

 

Τέλος, σε σχέση με τη θέση της Καθ’ ης η Αίτηση ότι δεν θα έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψη η ΕΔ-ΧΧ, επειδή υπεγράφη σε χρόνο προγενέστερο της καταχώρισης της Αίτησης, η θέση αυτή δεν έχει πραγματικό έρεισμα, αφού η ΕΔ-ΧΧ φαίνεται να έγινε ενώπιον του Πρωτοκολλητή στις 21/06/2023 και στο σύστημα i-Justice καταχωρίσθηκαν τόσο η Αίτηση όσο και η ΕΔ-ΧΧ την 21/06/2023, ώρα 12:57. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την απόφαση S.A. Constantinou Ltd κ.α. ν. Marfin Popular Bank (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 754, οι θεσμοί απαγορεύουν την υπογραφή μιας ένορκης δήλωσης πριν από την καταχώριση μιας ενδιάμεσης αίτησης σε αγωγή που ήδη εκκρεμεί ενώπιον Δικαστηρίου.

 

Οι λοιποί λόγοι ένστασης συναρτώνται με την ουσία του αιτήματος, δηλαδή τις προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος και την αναγκαιότητά του και έχουν καθοριστεί με την κρίση του Δικαστηρίου ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η Αίτηση εγκρίνεται, εκδίδεται διάταγμα, ως τα αιτητικά Α και Β της Αίτησης. Τροποποιημένο Κλητήριο να καταχωριστεί εντός δέκα ημερών από τη σύνταξη του διατάγματος και η σύνταξή του να ζητηθεί εντός 5 ημερών από σήμερα. Στη συνέχεια να ακολουθηθούν οι θεσμοί. 

 

Σε σχέση με τα έξοδα, επειδή η καταχώριση της υπό κρίση Αίτησης θα είχε αποφευχθεί εάν εξ αρχής περιλαμβανόταν ο ΑΑ ως ενάγων στην Αγωγή δεν θεωρώ ορθό να επιβραβεύσω την Αιτήτρια με έξοδα, παρά την επιτυχία της Αίτησής της. Από την άλλη ήταν η ένσταση της Καθ’ ης η Αίτηση που προκάλεσε περαιτέρω καθυστέρηση και έξοδα. Υπό τις συνθήκες αυτές, στη βάση και του σκεπτικού των αποφάσεων Λαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Asfalistikos Aetos Agents and Consultants Ltd κ.ά (2014) 1 ΑΑΔ 1244 και Χατζηγέρου ν ΑΗΚ (Αρ. 1) (2003) 3 ΑΑΔ 31, 36, κρίνω ορθό να επιδικάσω προς όφελος της Καθ’ ης η Αίτηση όλα τα έξοδα που θα προκληθούν από την προσθήκη διαδίκου και την τροποποίηση, αλλά ως προς τα έξοδα της αίτησης, θα επιδικάσω προς όφελός της μόνον το ένα δεύτερο αυτών. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, τα έξοδα, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι πληρωτέα στο τέλος της Αγωγής.   

 

 

(Υπ.).……………………………….

Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο