ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

Αρ. Αγωγής:  313/2018

 

Μεταξύ:-

ΚΑΛΛΙΡΟΗΣ Μ. ΝΕΑΡΧΟΥ

 

Ενάγουσας

 

- και -

 

TRUST INTERNATIONAL INSURANCE COMPANY (CYPRUS) LIMITED

 

Εναγομένης

 

Ημερομηνία: 24η Απριλίου 2024

 

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα:     κος Σ. Φασουλλιώτης για Χρήστος Πουργουρίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

Για τον Εναγόμενη:    κα Μ-Χ Παναγιωτίδου για Κωνσταντίνος Μ. Χατζηπιέρας & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η παρούσα απόφαση εκδίδεται στο πλαίσιο αγωγής, με την οποία η Ενάγουσα αξιώνει κάλυψη από την Εναγομένη, στη βάση των όρων ασφαλιστήριου συμβολαίου περιεκτικής κάλυψης (“comprehensive”), για το κόστος επιδιόρθωσης της ζημιάς που υπέστη το όχημά της ένεκα ατυχήματος, στο οποίο ενεπλάκη μόνη της. Η Εναγομένη αρνήθηκε την ανάληψη ευθύνης ισχυριζόμενη ότι η Ενάγουσα δεν της παρουσίασε τα αληθινά γεγονότα και, κατά παράβαση σχετικού όρου δεν γνωστοποίησε το ατύχημα «αμέσως».  

 

ΤΑ ΔΙΚΟΓΡΑΦΑ

 

Σύμφωνα με το Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο ημερομηνίας 13/02/2018, η Ενάγουσα ήταν ιδιοκτήτρια οχήματος μάρκας Range Rover (εφεξής «το Όχημα»), ασφαλισμένου στην Εναγόμενη, δυνάμει ασφαλιστήριου συμβολαίου με ημερομηνία ισχύος από 23/03/2017 μέχρι 22/03/2018 (το «Ασφαλιστήριο»). Την 15/08/2017 και περί ώρα 22:00, ενώ οδηγούσε το Όχημά της στον δρόμο Μανδριών - Κοιλανίου, σε κάποια στροφή, τα εκτυφλωτικά φώτα οχήματος που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση την ανάγκασαν να χρησιμοποιήσει τα φρένα. Λόγω της ολισθηρότητας του δρόμου από αμμοχάλικα, το Όχημά της παρεξέκλινε της πορείας του και προσέκρουσε σε τσιμεντένιο τοίχο που βρισκόταν στο παγκέτο του δρόμου, με αποτέλεσμα να υποστεί εκτεταμένες ζημιές στον αριστερό μπροστινό τροχό και φτερό.

 

Αναφέρεται στον τρόπο που ενημέρωσε την Εναγομένη για το ατύχημα, στη μεταξύ τους αλληλογραφία και στην ανάθεση της εκτίμησης των ζημιών σε εκτιμητή. Η Ενάγουσα επιδιόρθωσε το Όχημα και αξίωσε κάλυψη από την Εναγομένη, αλλά η τελευταία αρνήθηκε να πληρώσει, θεωρώντας ότι η Ενάγουσα δεν της ανέφερε τα πραγματικά γεγονότα. Συνεπώς, η Ενάγουσα καταχώρισε την παρούσα Αγωγή αξιώνοντας €13.621,31 (το κόστος της επιδιόρθωσης €14.011,31 αφαιρουμένου ποσού ίδιας ζημιάς ύψους €390), πλέον €150 για απώλεια χρήσης του οχήματος για 10 ημέρες, πλέον €200 έξοδα εκτίμησης, πλέον έξοδα, Φ.Π.Α. και νόμιμο τόκο.

 

Με την Υπεράσπισή της, η οποία καταχωρίσθηκε στις 04/09/2018, η Εναγομένη παραδέχεται την ύπαρξη του Ασφαλιστηρίου, πλην όμως αρνείται τον τρόπο που επεσυνέβη το επίδικο ατύχημα και καλεί την Ενάγουσα σε απόδειξη των ισχυρισμών της. Αναφέρει ότι  ειδοποιήθηκε στις 16/08/2017 από συνεργάτη της, χωρίς να ζητηθεί η καταγραφή ατυχήματος, αλλά μόνο η παροχή πλατφόρμας για μεταφορά του Οχήματος. Απαίτηση υπεγράφη στις 23/08/2017. Παραδέχεται ότι απέρριψε την απαίτηση της Ενάγουσας, στη βάση των στοιχείων που είχε μέχρι τότε ενώπιον της και για τους λόγους που εξηγεί σε επιστολή της ημερομηνίας 27/09/2017. Αρνείται τους λοιπούς ισχυρισμούς της Ενάγουσας και ζητά απόρριψη της Αγωγής. 

 

Δεν καταχωρίσθηκε Απάντηση και μετά την ολοκλήρωση των προδικαστικών διαβημάτων, δυνάμει της κλήσης για οδηγίες, η Αγωγή έλαβε πορεία Ακρόασης.

 

Η ΑΚΡΟΑΣΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΑΧΘΕΙΣΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

Κατά την Ακρόαση κατέθεσαν συνολικά πέντε (5) μάρτυρες, όλοι προς υποστήριξη της αξίωσης της Ενάγουσας. Η Εναγόμενη δεν προσκόμισε μαρτυρία και περιορίστηκε στην αντεξέταση των μαρτύρων της Ενάγουσας, που ήταν οι ακόλουθοι:

 

(α)      Η Ενάγουσα (ΜΕ1),

(β)      ο Νίκος Μαρκουλλής - εκτιμητής μηχανοκίνητων οχημάτων (ΜΕ2),

(γ)       ο Κυριάκος Κυριάκου - κοινοτάρχης Κοιλανίου (ΜΕ3),

(δ)      ο Ανδρέας Νεάρχου - υιός της Ενάγουσας (ΜΕ4) και

(ε)       ο Βασίλης Χριστοφόρου - υπάλληλος εταιρείας που επιδιόρθωσε το Όχημα (ΜΕ5).

 

Ενάγουσα (ΜΕ1)

 

Η Ενάγουσα κατέθεσε Γραπτή Δήλωση (Έγγραφο Α), ως μέρος της κυρίως εξέτασής της, εξετάστηκε και αντεξετάστηκε προφορικά. Αναφέρθηκε στην ιδιοκτησία του Οχήματός της και στο Ασφαλιστήριο. Προσκόμισε αντίγραφα Πιστοποιητικού Εγγραφής του Οχήματος (Τεκμήριο 1), άδειας κυκλοφορίας (Τεκμήριο 2), Πίνακα του Ασφαλιστηρίου, Πιστοποιητικού Ασφάλισης Μηχανοκίνητων Οχημάτων (Τεκμήριο 3) και των όρων του Ασφαλιστηρίου (Τεκμήριο 4). Εξήγησε ότι η ασφαλιστική κάλυψη που της παρείχε η Εναγομένη ήταν περιεκτική (“comprehensive”) και περιλάμβανε κάλυψη σε περίπτωση πρόκλησης ατυχήματος για οποιονδήποτε λόγο συνεπεία ιδιωτικής χρήσης του από την Ενάγουσα, με αφαιρετέο ποσό ίδιας ζημιάς ύψους €390 και αποζημίωση για απώλεια χρήσης, με όριο €15 ημερησίως.

 

Σε σχέση με τα επίδικα γεγονότα, ανέφερε ότι, περί τις 22:00 της 15/08/2017, ενώ οδηγούσε το Όχημά της στον δρόμο Μανδριών - Κοιλανίου, σε κάποια στροφή του δρόμου έχασε τον έλεγχο εξαιτίας των εκτυφλωτικών φώτων οχήματος που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση, που την ανάγκασαν στην χρήση φρένων. Λόγω της ολισθηρότητας του δρόμου από αμμοχάλικα, το ασφαλισμένο Όχημα παρεξέκλινε της πορείας του και προσέκρουσε σε τσιμεντένιο τοιχαράκι, που βρισκόταν στο παγκέτο του δρόμου, με αποτέλεσμα να υποστεί εκτεταμένες ζημιές στην αριστερή του πλευρά.

 

Η ώρα 7:00 π.μ. της επόμενης ημέρας πληροφόρησε τον ασφαλιστικό αντιπρόσωπο της Εναγομένης Χριστάκη Ευέλθοντος για το ατύχημα και στις 07:30 π.μ. αναχώρησε για ταξίδι στο εξωτερικό. Με την επιστροφή της, υπέβαλε, περί τις 23/08/2017, γραπτή απαίτηση προς την Εναγόμενη, με το Έντυπο Απαίτησης Οδικού Ατυχήματος (Τεκμήριο 5). Η Εναγόμενη, με επιστολή της ημερομηνίας 27/09/2017 (Τεκμήριο 6), την πληροφόρησε ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει στην ανάληψη ευθύνης και στην καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης για το ατύχημα, επειδή θεωρούσε ότι μέσα από την απαίτηση δεν ανέφερε τα πραγματικά γεγονότα και ότι τα παραποίησε. 

 

Εν όψει αυτής της απάντησης, η Ενάγουσα ανέθεσε στον ΜΕ2 την ετοιμασία έκθεσης εκτίμησης. Ο ΜΕ2 την ετοίμασε στις 2/10/2017 (η «Εκτίμηση» - Τεκμήριο 7), έναντι αμοιβής €200 (Τεκμήριο 8), και εκτίμησε το κόστος επιδιόρθωσης σε €12.972,16, περιλαμβανομένων εξαρτημάτων, εργατικών και Φ.Π.Α. Αμέσως μετά, η Ενάγουσα αποτάθηκε στην εταιρεία εισαγωγής του Οχήματός της (η «Εταιρεία») και έλαβε προσφορά για την επιδιόρθωσή του, ημερομηνίας 12/10/2017 και ύψους €14.011,31 (Τεκμήριο 9). Προχώρησε στην επιδιόρθωσή του, το κόστος της οποίας περιορίστηκε, μετά από έκπτωση, στις €8.376,42 (περιλαμβανομένου Φ.Π.Α.). Προσκόμισε, ως, δύο τιμολόγια ημερομηνίας 18/10/2017 και 27/11/2017 για εξόφληση του εν λόγω ποσού τοις μετρητοίς (Τεκμήρια 10 11). Με επιστολή ημερομηνίας 23/10/2017 (Τεκμήριο 12), ο δικηγόρος της Ενάγουσας ζήτησε από την Εναγομένη διευκρινίσεις για τους λόγους μη ανάληψης ευθύνης, χωρίς να λάβει απάντηση. Συνεπώς, η Ενάγουσα κίνησε την παρούσα Αγωγή και αξιώνει εναντίον της Εναγομένης, ως η απαίτησή της.

 

Στο πλαίσιο της αντεξέτασης κατατέθηκε επίσης μία δέσμη φωτογραφιών που δεικνύουν τον τόπο του ατυχήματος (Τεκμήρια 13α - 13δ), άλλη δέσμη που δεικνύει τις ζημιές του οχήματός της (14α – 14ιη) και έντυπο απαίτησης οδικού ατυχήματος ημερομηνίας 11/09/2017 (Τεκμήριο 15).

 

Νίκος Μαρκουλλής (ΜΕ2)

 

Ο ΜΕ2 ήταν ο εκτιμητής που επιθεώρησε το Όχημα της Ενάγουσας στις 2/10/2017 όταν είχε ήδη μεταφερθεί στο συνεργείο της Εταιρείας για επιδιόρθωση. Κατέθεσε ως Τεκμήριο 16 το βιογραφικό του, αναγνώρισε την Εκτίμηση του (Τεκμήριο 7) και την απόδειξη πληρωμής του (Τεκμήριο 8), εξήγησε τι έλαβε υπ’ όψη για τη διενέργεια της Εκτίμησής του, αναγνώρισε την προσφορά και τα τιμολόγια της Εταιρείας (Τεκμήρια 9, 10 και 11) και εξήγησε γιατί υπήρχαν διαφορές μεταξύ της Εκτίμησης του και των Τεκμηρίων 9, 10 και 11.

 

Κυριάκος Κυριάκου (ΜΕ3)

 

Ο ΜΕ3 ήταν ο Κοινοτάρχης Κοιλανίου. Κατέθεσε Γραπτή Δήλωση (Έγγραφο Β), εξετάστηκε και αντεξετάστηκε προφορικά. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, το βράδυ της 15/08/2017, καθώς οδηγούσε το όχημα του στον δρόμο Κοιλανίου – Μανδριών είδε την Ενάγουσα, η οποία είναι γνωστή του, να βρίσκεται στην άκρη του δρόμου με το Όχημα της κτυπημένο πάνω σε τοίχο στο αριστερό παγκέτο. Σταμάτησε να δει αν χρειαζόταν βοήθεια κι εκείνη του απάντησε ότι είχε ήδη ειδοποιήσει τον σύζυγο και τον υιό της, οι οποίοι ήταν καθ’ οδόν. Έμεινε μαζί της μέχρι την άφιξή τους και μετά αποχώρησε. Αναγνώρισε στη φωτογραφία - Τεκμήριο 13(α) το σημείο όπου είχε δει το Όχημα της Ενάγουσας χτυπημένο.

 

Ανδρέας Νεάρχου (ΜΕ4)

 

Ο ΜΕ4 είναι ο υιός της Ενάγουσας. Κατέθεσε Γραπτή Δήλωση (Έγγραφο Γ) εξετάστηκε και αντεξετάστηκε προφορικά. Ανέφερε ότι στις 15/08/2017 περί τις 22:00 του τηλεφώνησε η μητέρα του και του ανέφερε το επίδικο περιστατικό. Αμέσως πήγαν με τον πατέρα του, με χωριστά αυτοκίνητα, στο σημείο όπου ήταν χτυπημένο και ακινητοποιημένο το Όχημα της Ενάγουσας. Εκείνος το μετακίνησε μετά δυσκολίας σε απόσταση 80-100 μέτρων σε παρακείμενο χωράφι για να μην είναι κοντά στον δρόμο και να προκαλέσει άλλο ατύχημα. Η μητέρα του έφυγε αμέσως μόλις έφτασαν στο σημείο εκείνος και ο πατέρας του, επειδή νωρίς το πρωί της επόμενης ημέρας αναχωρούσε με τον πατέρα του για ταξίδι στην Αθήνα και έπρεπε να ετοιμάσει βαλίτσες. Προσκόμισε ως Τεκμήριο 17 έγγραφο κράτησης αεροπορικών εισιτηρίων. 

 

Βασίλης Χριστοφόρου (ΜΕ5)

 

Ο ΜΕ5 είναι ιδιωτικός υπάλληλος στην Εταιρεία, στο τμήμα εξαρτημάτων. Αναγνώρισε τα Τεκμήρια 9-11 και ανέλυσε διάφορες καταχωρίσεις επ’ αυτών, όπως του ζητήθηκε κατά την εξέταση και αντεξέτασή του. Του ζητήθηκε και σημείωσε επί του Τεκμηρίου 10, με σύμβολο ν - τα εξαρτήματα που είναι κοινά στα Τεκμήρια 10 και 7, με το γράμμα «Α» - τα εξαρτήματα που με βάση τους κωδικούς τους έχουν τοποθετηθεί στην αριστερή πλευρά του Οχήματος και με το γράμμα «Κ» - εκείνα των οποίων ο κωδικός είναι κοινός για αμφότερες τις πλευρές και δεν γνώριζε πού τοποθετήθηκαν.

 

ΠΑΡΑΔΕΚΤΑ ΚΑΙ ΜΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΘΕΝΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού προχωρήσω στην αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας, παραθέτω τα ακόλουθα γεγονότα, τα οποία είτε έγιναν παραδεκτά μέσω των δικογράφων ή με σχετική δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου, είτε δεν έτυχαν αμφισβήτησης:

 

(α)      Η Εναγόμενη είναι αδειούχος ασφαλιστική εταιρεία.

(β)      Η Ενάγουσα ήταν ιδιοκτήτρια του Οχήματος, το οποίο ήταν ασφαλισμένο στην Εναγομένη και κατά τον ουσιώδη χρόνο υπήρχε σε ισχύ το Ασφαλιστήριο που παρείχε περιεκτική κάλυψη (comprehensive) (Τεκμήρια 3 και 4).

(γ)       Το πρωί της 16/08/2017, η Ενάγουσα πληροφόρησε τον ασφαλιστικό αντιπρόσωπο της Εναγομένης Χριστάκη Ευέλθοντος ότι ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα με το Όχημά της.

(δ)      Ο Χριστάκης Ευέλθοντος τηλεφώνησε στην οδική βοήθεια (Rescueline) αναφέροντας την εμπλοκή της Ενάγουσας σε ατύχημα και ζητώντας την παροχή πλατφόρμας για μεταφορά του Οχήματος.

(ε)       Στις 23/08/2017 η Ενάγουσα υπέβαλε γραπτή απαίτηση προς την Εναγομένη, με το σχετικό «Έντυπο Απαίτησης Οδικού Ατυχήματος» (Τεκμήριο 5).

(στ)    Η Εναγόμενη, με επιστολή της ημερομηνίας 27/09/2017 (Τεκμήριο 6), πληροφόρησε την Ενάγουσα ότι δεν μπορούσε να προχωρήσει στην ανάληψη ευθύνης και στην καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης, για τους λόγους που αναφέρονται στην εν λόγω επιστολή.

(ζ)       Στις 11/09/2017 η Ενάγουσα υπέβαλε γραπτή απαίτηση προς την Εναγόμενη (Τεκμήριο 15).

(η)      Η Ενάγουσα προχώρησε στην επιδιόρθωση του Οχήματός της στην Εταιρεία.

(θ)      Με επιστολή του ημερομηνίας 23/10/2017 (Τεκμήριο 12), ο δικηγόρος της Ενάγουσας ζήτησε από την Εναγομένη διευκρινίσεις ως προς τους λόγους για τους οποίους δεν προχωρούσαν στην ανάληψη ευθύνης. Δεν λήφθηκε περαιτέρω απάντηση από την Εναγομένη.

(ι)        Η Εναγόμενη δεν κάλυψε το κόστος επιδιόρθωσης.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

 

Η παρούσα υπόθεση, ως πολιτική, κρίνεται επί του ισοζυγίου των πιθανοτήτων και ένας μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός είτε εξ ολοκλήρου είτε μερικώς (βλ. Αγαπίου ν. Παναγιώτου (1988) 1 ΑΑΔ 263, Γενικός Εισαγγελέας ν. Μανώλη (1995) 2 ΑΑΔ 207, Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506).  Η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν (Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 CLR 180, Λεμονάρης ν. Πολεμίτη (1995) 1 ΑΑΔ 530). Η δε επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας ενός μάρτυρα δεν είναι επιλήψιμη (Βλ. Χάρης Χρίστου νΕυγενία Khoreva (2002) 1 ΑΑΔ 454, Mossa Mohamed Mustafa v. Ανδρέα Κακουρή κ.α. (2002) 1 (Α) Α.Α.Δ. 165). Αυτή όμως η δυνατότητα επιλογής μερών μαρτυρίας προσφέρεται μόνο στις περιπτώσεις μαρτύρων οι οποίοι κρίνονται ως αξιόπιστοι μάρτυρες (Mohamed Shahin Haisan Fawzy ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 266)  και εφόσον η επιλογή αυτή αιτιολογείται σαφώς (Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506).

 

Η αξιολόγησης της μαρτυρίας για σκοπούς αξιοπιστίας γίνεται προκειμένου να προβεί το Δικαστήριο σε διαπιστώσεις αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα, ώστε με αυτά ως βάση να εξετάσει, στη συνέχεια, αν αυτός που έχει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στον βαθμό που απαιτείται (Barry Wynne ν. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Kωστάκη Δαυίδ Mαυρονικόλα (ανίκανου προσώπου) (2009) 1 ΑΑΔ 1138). Η αξιοπιστία εκτιμάται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως επιπέδου απόδειξης.  Συνήθως θέμα αξιοπιστίας εγείρεται όταν υπάρχουν δύο διιστάμενες εκδοχές και το δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από τις δύο (R.C.K. Sports Ltd. v. Personal Advertising Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ. 1074, 1084, Barry Wynne v Mavronicola (ανωτέρω)). 

 

Η αξιολόγηση της μαρτυρίας ενός μάρτυρα γίνεται με βάση το περιεχόμενό της, την ποιότητα και πειστικότητά της και με βάση την σύγκρισή της με την υπόλοιπη μαρτυρία, με αντιπαραβολή των θέσεων κάθε πλευράς και των τεκμηρίων που κατατέθηκαν στη διαδικασία (Ομήρου v. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506), πάντοτε υπό το πρίσμα και το αυστηρό πλαίσιο των δικογραφημένων ισχυρισμών, ενώ υπόκειται και στη βάσανο της λογικής και της ανθρώπινης πείρας (βλ. Χριστοφίνης ν. Φραντζή, Πολ. Έφεση328/11, ημερομηνίας 31.5.2017, ECLI:CY:AD:2017:A202, ECLI:CY:AD:2017:C35). Λαμβάνεται επίσης υπόψη η συνολική εντύπωση που αφήνει στο δικαστήριο ένας μάρτυρας στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, στη βάση των αντιδράσεων, του τρόπου που απαντά και συμπεριφέρεται (& A  Pelecanos Associates Ltd v. Ανδρέα Πελεκάνου (1999) 1 Α.Α.Δ. 1273), χωρίς η εντύπωση αυτή να μπορεί να αποτελέσει όμως τον αποκλειστικό λόγο για την αποδοχή μιας μαρτυρίας (Νικολάου Νίκος ν. Aντώνη Παπαϊωάνου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1797).

 

Επειδή η μαρτυρία της Ενάγουσας είναι η μοναδική επί των γεγονότων που οδήγησαν στην πρόκληση του κατ’ ισχυρισμό ατυχήματος, η αξιολόγησή της θα αφεθεί τελευταία, ούτως ώστε, πέραν των άλλων δεδομένων που θα λάβει υπ’ όψη του το Δικαστήριο, να μπορεί να την συγκρίνει και να την αντιπαραβάλει με την υπόλοιπη μαρτυρία που θα γίνει δεκτή ως αξιόπιστη.

 

Νίκος Μαρκουλλής (ΜΕ2)

 

Ο ΜΕ2 ήταν ο εκτιμητής, ο οποίος επιθεώρησε το όχημα της Ενάγουσας και συνέταξε την Εκτίμηση (Τεκμήριο 7). Κατέθεσε ως πραγματογνώμονας, τα προσόντα και η εμπειρία του δεν αμφισβητήθηκαν και γίνονται δεκτά. Απαντούσε με αμεσότητα, ευθύτητα, ειλικρίνεια, τεκμηριωμένα καθώς και την αναγκαία αμεροληψία που αναμένεται από ανεξάρτητους μάρτυρες. Δεν διέκρινα οποιαδήποτε προσπάθεια να βοηθήσει την πλευρά της Ενάγουσας που τον κάλεσε ως μάρτυρα.

 

Για όσα ζητήματα δεν είχε ίδια γνώση και απλώς παρέθετε, προσωπική υποκειμενική εντύπωση ή πιθανολόγηση βάσει της εμπειρίας του, το καθιστούσε σαφές. Ενδεικτικό παράδειγμα ήταν εντύπωση που είχε, η οποία εντέλει κρίθηκε εσφαλμένη, ότι όλα τα εξαρτήματα με την ένδειξη “LR” στα Τεκμήρια 9-11 αφορούσαν την αριστερή πλευρά ενός οχήματος. Το μέρος αυτό της μαρτυρίας του δεν θα γίνει αποδεκτό.

 

Ο ΜΕ2, όπως εξήγησε και κατέστησε σαφές, προέβη σε μια προκαταρκτική εκτίμηση της ζημιάς του Οχήματος της Ενάγουσας, κατά την επιθεώρηση που διενήργησε στις 2/10/2017, στο συνεργείο της Εταιρείας. Δεν επιθεώρησε το Όχημα αφότου επιδιορθώθηκε, εξ ου και δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει πόσα από όσα αναφέρει στην Εκτίμησή του υλοποιήθηκαν (π.χ. αν έγιναν μπογιατίσματα ή το τελικό κόστος των εργατικών). Έτσι αιτιολόγησε και τη διαφορά μεταξύ του ύψους της δικής του εκτίμησης και του τελικού κόστους επιδιόρθωσης του Οχήματος (στα Τεκμήρια 10 και 11), αναφέροντας ότι εντέλει κατά την επιδιόρθωση μπορεί να ανευρέθηκαν και άλλες ζημιές που δεν φαίνονταν εξ αρχής στην προκαταρκτική εξέταση που έκανε ο ίδιος, ενώ κάποια ανταλλακτικά μπορεί να μην χρειάστηκαν εντέλει ή να έγινε κάποια οικονομία από τους ιδιοκτήτες. Το ίδιο ανέφερε και για την απώλεια χρήσης του Οχήματος, την οποία εκτίμησε προκαταρκτικά στις 10 ημέρες, χωρίς να αποκλείσει το ενδεχόμενο να χρειάζονταν λιγότερες ή πολύ περισσότερες, αναλόγως της διαθεσιμότητας ανταλλακτικών και προσωπικού.  Δικαιολόγησε, επίσης, το κόστος των εξαρτημάτων, εξηγώντας ότι δεν θα ήταν λογικό σε ένα τέτοιο όχημα να τοποθετηθούν μεταχειρισμένα εξαρτήματα, ειδικότερα στα εξαρτήματα μηχανής.

 

Ως εκ των ανωτέρω - με εξαίρεση την εσφαλμένη αναφορά του ως προς την πλευρά που αφορούν τα εξαρτήματα με την ένδειξη “LR” που καταγράφονται στα Τεκμήρια 9, 10 και 11 (αριστερή/δεξιά) – η μαρτυρία του γίνεται δεκτή στο σύνολό της, ως έχει, δηλαδή, ως μια προκαταρκτική εκτίμηση.

 

Κυριάκος Κυριάκου (ΜΕ3)

 

Ο ΜΕ3 απαντούσε με αμεσότητα, ευθύτητα  και χωρίς δισταγμό, φάνηκε γνήσιος και αυθόρμητος, δεν περιέπεσε σε οποιεσδήποτε αντιφάσεις και η μαρτυρία του δεν κλονίστηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο κατά την αντεξέταση. Συνεπώς, γίνεται δεκτή στο σύνολό της.

 

Η εκδοχή του ως προς την ώρα και τον τόπο που είδε την Ενάγουσα με χτυπημένο το Όχημά της υποστηρίζει την εκδοχή της Ενάγουσας. Αναγνώρισε στο Τεκμήριο 13 τον τόπο του ατυχήματος, τον οποίο, ως ανέφερε γνωρίζει καλά και τον περιέγραψε. Υποστήριξε ότι το σημείο στο οποίο επεσυνέβη το ατύχημα είναι επικίνδυνο, αν κάποιος το γνωρίζει πρέπει να είναι προσεκτικός και ότι καθίσταται πιο επικίνδυνο αν φέρει ακαθαρσίες, όπως πέτρες και χώμα. Είδε το Όχημα κτυπημένο στην αριστερή πλευρά, αλλά δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες για τις ζημιές, καθότι, ενδιαφέρθηκε μόνο για να δει αν ήταν καλά η Ενάγουσα.

 

Σε σχέση με τη θέση που προβάλλεται στην Αγόρευσή της Εναγομένης, ότι παρουσιάστηκε μόνο κατά την ακρόαση για να βοηθήσει την Ενάγουσα, χωρίς να είχε αναφερθεί προηγουμένως από την Ενάγουσα, παρατηρώ ότι το ζήτημα τέθηκε ετεροχρονισμένα, αφού δεν ηγέρθη κατά τον χρόνο που ο εν λόγω μάρτυρας κλήθηκε για να δώσει μαρτυρία. Σε σχέση με τη θέση ότι το όνομά του δεν αναφέρθηκε σε κανένα από τα έντυπα απαίτησης (Τεκμήρια 5 και 15) που υπέβαλε η Ενάγουσα στην Εναγομένη, παρατηρώ ότι ο μάρτυρας αυτός δεν ήταν μάρτυρας αυτού καθ’ εαυτού του ατυχήματος, απλώς είδε εκ των υστέρων χτυπημένο το Όχημα και η μαρτυρία του υποστήριξε πτυχές της εκδοχής της Ενάγουσας που αμφισβητήθηκαν κατά την αντεξέταση, όπως το κατά πόσο πράγματι χτύπησε στο σημείο που αναφέρει. Του υποβλήθηκε κατά την αντεξέταση ότι δεν είχε περάσει από τον δρόμο και ότι ήρθε στο Δικαστήριο μόνο για να βοηθήσει την Ενάγουσα, θέση την οποία απέρριψε σθεναρά.

 

Ανδρέας Νεάρχου (ΜΕ4)

 

Με εξαίρεση τα όσα αφορούν το Τεκμήριο 17, ο ΜΕ4 μου έκανε γενικά καλή εντύπωση ως μάρτυρας. Σε σχέση με τα επίδικα γεγονότα, απαντούσε με αμεσότητα εκείνα που γνώριζε, ήταν σταθερός στις θέσεις του, αρκούντως επεξηγηματικός και η αξιοπιστία του δεν κλονίστηκε κατά την αντεξέταση. Εξήγησε ότι μετέβη στη σκηνή μετά από κλήση της μητέρας του, την βρήκε εκεί μαζί με τον ΜΕ3 και είδε το Όχημα κτυπημένο στον τοίχο, λίγο διαγώνια. Η ζημιά στο Όχημα ήταν κυρίως στον τροχό του συνοδηγού. Αναγνώρισε στο Τεκμήριο 13α τον τόπο που είδε χτυπημένο το Όχημα της μητέρας του και περιέγραψε τον τρόπο με τον οποίο το μετακίνησε με δυσκολία σε παρακείμενο άδειο χωράφι. Η μαρτυρία του επί των γεγονότων αυτών γίνεται αποδεκτή.

 

Όσον αφορά την κατάθεση του Τεκμηρίου 17 εξήγησε ότι δεν ήξερε ακριβώς τι ήταν και ότι του το είχε δώσει η μητέρα του να το καταθέσει, επειδή είχε αμφισβητηθεί από την πλευρά της Εναγομένης κατά πόσο πράγματι ταξίδεψε την επομένη του ατυχήματος. Δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τίποτε σε σχέση με το εν λόγω Τεκμήριο και δεν απάντησε σε καμία από τις σχετικές ερωτήσεις που του τέθηκαν. Δέχομαι την εξήγησή του ότι δεν είχε γνώση για ό,τι αφορά το Τεκμήριο 17 και συνεπώς δεν δέχομαι την όποια μαρτυρία έδωσε επ’ αυτού. Άλλωστε το ίδιο το εν λόγω Τεκμήριο είναι αντίγραφο, δυσανάγνωστο, με κομμένα τα γράμματα στις άκρες των σελίδων και καλυμμένες πληροφορίες. Συνεπώς, δεν θα του δοθεί καμία βαρύτητα. 

 

Δεν θεωρώ όμως η απόρριψη του μέρους αυτού της μαρτυρίας του θα έπρεπε να οδηγήσει και στην απόρριψη της υπόλοιπης μαρτυρίας του επί των γεγονότων που αφορούν το πού και πώς είδε χτυπημένο το Όχημα της Ενάγουσας και τον τρόπο που το μετακίνησε. Οι απαντήσεις του επί των ζητημάτων αυτών ήταν κατατοπιστικές και έδωσε την εντύπωση ότι αναφερόταν σε γεγονότα που γνώριζε ο ίδιος.

 

Βασίλης Χριστοφόρου (ΜΕ5)

 

Ο ΜΕ5 είναι ανεξάρτητος μάρτυρας, υπάλληλος της Εταιρείας που επιδιόρθωσε το Όχημα της Ενάγουσας. Μου έκανε καλή εντύπωση, απαντούσε με αμεσότητα, ευθύτητα, ειλικρίνεια, καθώς και την αναγκαία αμεροληψία που αναμένεται από ανεξάρτητους μάρτυρες στα ζητήματα που γνώριζε. Δεν διέκρινα οποιεσδήποτε αντιφάσεις στη μαρτυρία του, ούτε οποιαδήποτε προσπάθεια να βοηθήσει την πλευρά της Ενάγουσας που τον κάλεσε ως μάρτυρα. Απαντούσε σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν αντικειμενικά και τεκμηριωμένα, ενώ για όσα ζητήματα δεν είχε ίδια γνώση το δήλωνε εξ αρχής. Η μαρτυρία του γίνεται αποδεκτή στην ολότητά της. 

 

Ενάγουσα

 

Η Ενάγουσα μου έκανε γενικά θετική εντύπωση. Εξήγησε με το δικό της απλό τρόπο τα γεγονότα που περιβάλλουν το ατύχημα και απάντησε με ευθύτητα και αμεσότητα ερωτήσεις που της τέθηκαν αναφορικά με τα γεγονότα του ατυχήματος. Δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς μετακίνησαν το Όχημα της ο σύζυγός και ο υιός της, ούτε ποιες επιδιορθώσεις έγιναν στο Όχημά της επειδή δεν έχει σχετικές γνώσεις. Η μαρτυρία της περιορίστηκε κυρίως στα γεγονότα που οδήγησαν στο επίδικο ατύχημα, μέχρι τη στιγμή που μετέβησαν στη σκηνή ο σύζυγος και ο υιός της, οπόταν αποχώρησε. Ήταν μόνη της κατά τον ουσιώδη χρόνο του ατυχήματος και δεν υπήρχαν αυτόπτες μάρτυρες. Η ίδια δεν υπέπεσε σε εξόφθαλμες ή ουσιώδεις αντιφάσεις, ενώ πτυχές της εκδοχής της, όπως ο χρόνος, ο τόπος που συνέβη το ατύχημα, το γεγονός ότι ήταν μόνη της και ποια πλευρά του οχήματος χτυπήθηκε, υποστηρίζονται και από άλλη μαρτυρία.

 

Συγκεκριμένα, ο ΜΕ3 επιβεβαίωσε τον χρόνο και τον τόπο στον οποίο είδε χτυπημένο το Όχημα της Ενάγουσας, με αναφορά και στη φωτογραφία – Τεκμήριο 13α. Επιβεβαίωσε, επίσης, την πλευρά του Οχήματος που είδε ότι είχε χτυπήσει στον τοίχο, που ήταν η αριστερή μπροστινή πλευρά. Τέλος, υποστήριξε τη θέση της Ενάγουσας ότι στον τόπο του ατυχήματος αρχικώς ήταν μόνη της και ότι έπειτα κατέφθασαν ο σύζυγος και ο υιό της. Τα δεδομένα αυτά επιβεβαιώθηκαν και από τον ΜΕ4.

 

Η ύπαρξη ζημιών στο αριστερό μπροστινό μέρος του Οχήματος, επιβεβαιώνεται επίσης από τις φωτογραφίες (Τεκμήριο 14), από την μαρτυρία του ΜΕ2, την Έκθεση και τις φωτογραφίες που την συνοδεύουν (Τεκμήριο 7), αλλά και από την προσφορά της Εταιρείας (Τεκμήριο 9) και το τιμολόγιο της (Τεκμήριο 10), στο οποίο σημειώθηκαν από τον ΜΕ5 τα εξαρτήματα που τοποθετήθηκαν στην αριστερή πλευρά κατά την επιδιόρθωση του Οχήματος, κάποια εκ των οποίων εντοπίζονται και στο Τεκμήριο 9. Από τα Τεκμήρια αυτά προκύπτει ότι αριθμός εξαρτημάτων και εργατικών αφορούν την αριστερή πλευρά του Οχήματος και δη την μπροστινή.

 

Η εκδοχή της Ενάγουσας αναφορικά με τον τρόπο πρόκλησης του ατυχήματος δεν αντικρούσθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο από την Εναγόμενη, η οποία επέλεξε να μην προσκομίσει μαρτυρία στο Δικαστήριο, ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος ή τη διερεύνηση που διεξήγαγε. Ούτε τέθηκαν κατά την αντεξέταση οποιοιδήποτε συγκεκριμένοι ισχυρισμοί ή θέσεις που να δεικνύουν κάποια διαφορετική εκδοχή ή να εκθεμελιώνουν εκείνη της Ενάγουσας. Στην ουσία, η μαρτυρία της πλευράς της Ενάγουσας ως προς τα γεγονότα που οδήγησαν στο επίδικο ατύχημα και ως προς τον τρόπο που επεσυνέβη παρέμεινε αναντίλεκτη και δεν βρίσκω λόγο να μην την κάνω δεκτή.

 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

Πέρα από τα παραδεκτά και μη αμφισβητηθέντα γεγονότα που αναφέρθηκαν ανωτέρω, τα οποία έχουν καταστεί και ευρήματα του Δικαστηρίου, με βάση τη μαρτυρία που έχω κάνει δεκτή, προβαίνω επίσης στα ακόλουθα ευρήματα σε σχέση με τα επίδικα ζητήματα: 

(α)      Περί τις 22:00 της 15/08/2017, ενώ η Ενάγουσα οδηγούσε το Όχημά της στον δρόμο Μανδριών – Κοιλανίου, σε κάποια στροφή του δρόμου έχασε τον έλεγχο εξαιτίας εκτυφλωτικών φώτων οχήματος που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση. Χρησιμοποίησε τα φρένα και λόγω της ολισθηρότητας του δρόμου από αμμοχάλικα, το Όχημα παρεξέκλινε της πορείας του και προσέκρουσε σε παρακείμενο τσιμεντένιο τοιχαράκι που βρισκόταν στο παγκέτο του δρόμου.

(β)      Από το ατύχημα, το Όχημα υπέστη ζημιές στην αριστερή μπροστινή πλευρά του, ως φαίνονται στα Τεκμήρια 14 (α-ιη).

(γ)       Η Ενάγουσα ειδοποίησε και κάλεσε στη σκηνή τον υιό και σύζυγό της. Ενόσω περίμενε την άφιξή τους, σταμάτησε στη σκηνή ο ΜΕ3 για να προσφέρει βοήθεια και παρέμεινε εκεί μέχρι την άφιξη του υιού και συζύγου της.

(δ)      Μετά την άφιξη του συζύγου και υιού της στη σκηνή, η Ενάγουσα αποχώρησε.

(ε)       Ο υιός της Ενάγουσας μετακίνησε το Όχημα σε παρακείμενο χωράφι, περί τα 60-80 μέτρα, στην απουσία της Ενάγουσας.

(στ)    Περί τις 7:00 π.μ. της επόμενης ημέρας η Ενάγουσα πληροφόρησε τον ασφαλιστικό αντιπρόσωπο της Εναγομένης Χριστάκη Ευέλθοντος για το ατύχημα.

(ζ)       Μετά την παραλαβή της επιστολής της Εναγομένης ημερομηνίας 27/09/2017, η Ενάγουσα ανέθεσε στον ΜΕ2 την ετοιμασία έκθεσης εκτίμησης.

(η)      Ο ΜΕ2 επιθεώρησε τις ζημιές του Οχήματος της Ενάγουσας στο συνεργείο της Εταιρείας και ετοίμασε την Έκθεση ημερομηνίας 2/10/2017 (Τεκμήριο 7), έναντι αμοιβής €200 (Τεκμήριο 8). Ο ΜΕ2 εκτίμησε το κόστος επιδιόρθωσης σε €12.972,16, περιλαμβανομένων εξαρτημάτων, εργατικών και Φ.Π.Α.

(θ)      Η Ενάγουσα έλαβε από την Εταιρεία την προσφορά ημερομηνίας 12/10/2017, για την επιδιόρθωση των ζημιών που προκλήθηκαν στο Όχημα από το ατύχημα, ύψους €14.011,31 (Τεκμήριο 9).

(ι)        Προχώρησε σε επιδιόρθωση του Οχήματος την οποία διενήργησε η Εταιρεία. Οι εργασίες που διενεργήθηκαν στο Όχημα και τα εξαρτήματα που χρησιμοποιήθηκαν φαίνονται στα Τεκμήρια 10 και 11.

(ια)     Η Ενάγουσα κατέβαλε στην Εταιρεία ποσό €8.376,42 (περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α.), μετά από σχετική έκπτωση (Τεκμήρια 10 και 11).

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

Η απαίτηση της Ενάγουσας στηρίζεται σε παράβαση σύμβασης και, συνεπώς, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149. Οι συνέπειας μιας παράβασης, τα δικαιώματα που δημιουργεί στο αθώο μέρος και οι θεραπείες που μπορεί να αξιώσει ένεκα της παράβασης, εξαρτώνται από το είδος της παράβασης και τη σημασία του όρου που παραβιάστηκε, σε συνάρτηση με το αντικείμενο της σύμβασης. Η ερμηνεία των όρων ενός εγγράφου αποτελεί νομικό ζήτημα, η επίλυση του οποίου εναπόκειται στο Δικαστήριο.

 

Ζητούμενο είναι η πραγματική πρόθεση των συμβαλλομένων, με βασικό κριτήριο την απλή και συνηθισμένη έννοια των λέξεων και την κατά γράμμα ερμηνεία τους, εκτός αν προκαλείται παράλογο ή αντιφατικό αποτέλεσμα.  Κριτήριο είναι η έννοια που μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας, ερμηνευόμενο στο σύνολο του και όχι κατ'  απομόνωση, στον μέσο λογικό άνθρωπο. Συνεχής είναι και η τάση προς εναρμόνιση των αρχών ερμηνείας των συμβάσεων με τα κρατούντα στην καθημερινή ζωή (Saab and Another v. Holy Monastery of Ayios Neophytos (1982) 1 CLR 499, Θεολόγου κ.α. ν. Κτηματικής Εταιρείας Νέμεσις Λτδ (1998) 1 ΑΑΔ 407, Πολύφημος Χοτέλς Λτδ ν. Γεώργιος Ν. Μούτση (2000) 1 ΑΑΔ 1809, Χαραλάμπους κ.α. ν. Liberty Life Insurance (2011) 1 AAΔ 1739, Stefanos & Andreas Cold Stores Trading Ltd v. Εταιρείας Αναψυκτικών ΚΕΑΝ Λτδ (Αρ.2) (1998) 1 ΑΑΔ 2335).

 

Ο τρόπος που πρέπει να ερμηνεύονται οι όροι των ασφαλιστήριων συμβολαίων υπήρξε αντικείμενο εξέτασης στην υπόθεση ΛΙΠΕΡΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΟΥΝΤΖΙΟΥΡΗ ν. ECCLESIASTICAL INSURANCE OFFICE PLC κ.α., Π.Έ. Αρ. 42/2013, 19/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:A329, στην οποία λέχθηκε ότι ερμηνεύονται σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες ερμηνείας κάθε άλλου εγγράφου. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:

 

«Είναι νομολογημένο ότι τα ασφαλιστικά συμβόλαια ερμηνεύονται όπως κάθε άλλο έγγραφο σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας σε σχέση βέβαια με συμβάσεις εμπορικού ή καταναλωτικού τύπου.  Ο σκοπός είναι να αποδοθεί στο κείμενο και στις λέξεις που χρησιμοποιούνται η πρόθεση των μερών ώστε να ανευρεθεί εκείνη η σημασία που το κείμενο θα μετέδιδε στο συνετό και λογικό άνθρωπο που κατέχει όλες τις πληροφορίες που θα ήταν λογικά διαθέσιμες στα μέρη στην κατάσταση που αυτά ήταν όταν συνομολογούσαν τη σύμβαση, (Investors Compensation Scheme Ltd v. West Bromwich Building Soc. (1998) 1 W.L.R. 896).

 

Σε σχέση με την ερμηνεία των όρων που σκοπό έχουν να εξαιρέσουν την ευθύνη του ασφαλιστή για κάλυψη (exemption clauses), οι γενικές αρχές της Κυπριακής νομολογίας και του κοινοδικαίου συνοψίστηκαν πρόσφατα στην απόφαση ANTHONY EDGAR v. UNIVERSAL LIFE INSURANCE PUBLIC COMPANY LTD, Π.Έ. Αρ. 350/2014, 13/7/2022, ECLI:CY:AD:2022:A298 (βλ. επίσης Αλεξάνδρου Φυλακτής ν. Eurolife Ltd (2006) 1 ΑΑΔ 242). Σύμφωνα με αυτές, επειδή τέτοιοι όροι εισάγονται στο συμβόλαιο κυρίως για να απαλλάξουν τους ασφαλιστές από ευθύνη για απώλεια, η οποία, κατά τα άλλα, θα καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο, ερμηνεύονται εναντίον των ασφαλιστών με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα (with the utmost strictness) και το βάρος απόδειξης της ισχύος τους βρίσκεται στους ώμους των ασφαλιστών που επικαλούνται τις εξαιρέσεις, αφού είναι καθήκον τους να εξαιρούν την ευθύνη τους με καθαρές και σαφείς πρόνοιες. Εκεί που υφίσταται αμφιβολία, αυτή κρίνεται υπέρ της ύπαρξης ευθύνης και όχι του αποκλεισμού αυτής.

 

Στην υπόθεση Σάββα Kυριάκος ν. Λαϊκή Aσφαλιστική Eταιρεία Λτδ (2009) 1 ΑΑΔ 1609, συνοψίσθηκε το γενικότερο πλαίσιο των αρχών που διέπουν την ερμηνεία των όρων των ασφαλιστικών συμβάσεων, με έμφαση στους όρους που καλύπτουν ζητήματα που έπονται της απώλειας, όπως είναι οι όροι που αφορούν την απαίτηση για παροχή λεπτομερειών στην ασφαλιστική ή τον καθορισμό χρόνου εντός του οποίου θα πρέπει να γνωστοποιείται το συμβάν στην βάση του οποίου θα εγερθεί απαίτηση. Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα:

 

«Σε συνήθεις συμβάσεις οι όροι διαχωρίζονται σε ουσιώδεις όρους οι οποίοι αναφέρονται σε ζωτικό μέρος της σύμβασης (conditions), παράβαση των οποίων δίδει στο αθώο μέρος το δικαίωμα τερματισμού και σε απλούς όρους (warranties) οι οποίοι δίδουν το δικαίωμα σε αποζημιώσεις.

 

Σε ασφαλιστικές συμβάσεις, λόγω του κινδύνου υποβολής ψευδών απαιτήσεων, συνήθως περιλαμβάνονται όροι οι οποίοι τείνουν να προστατεύουν τους ασφαλιστές από απάτη. Γι' αυτό τα ασφαλιστικά συμβόλαια περιλαμβάνουν όρους που θέτουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις στον ασφαλισμένο, ώστε ο ασφαλιστής να έχει πλήρη γνώση του κινδύνου που αναλαμβάνει, αλλά και του συμβάντος σε περίπτωση υποβολής απαίτησης.

 

Πολλοί από αυτούς τους όρους σε ασφαλιστικές συμβάσεις, ονομάζονται αναιρετικοί όροι, (conditions precedent) λόγω της σημασίας τους. […] Υπάρχουν και όροι που ρυθμίζουν τις σχέσεις των μερών μετά που θα προκληθεί η απώλεια ή η ζημιά σε σχέση με τη περιουσία που ασφαλίζεται, π.χ. όροι που περιλαμβάνουν υποχρέωση να παρασχεθούν λεπτομέρειες και αποδεικτικά στοιχεία στον ασφαλιστή, όπως είναι και η παρούσα περίπτωση. Παράβαση ενός τέτοιου όρου συνήθως δεν επηρεάζει την ισχύ του συμβολαίου, αλλά παρέχει το δικαίωμα στον ασφαλιστή να αποφύγει ευθύνη για τη συγκεκριμένη απαίτηση, αν επιθυμεί. Τέτοιοι όροι κατά κανόνα θεωρούνται από τα Ασφαλιστικά Συμβόλαια, ως όροι -προϋπόθεση για αποζημίωση ή αναιρετικοί όροι του δικαιώματος αποζημίωσης. Βέβαια τα Δικαστήρια δεν δεσμεύονται από τους χαρακτηρισμούς των όρων στη σύμβαση. Από την Αγγλική νομολογία προκύπτει ότι παράβαση τέτοιων όρων, οι οποίοι σε ορισμένες αποφάσεις χαρακτηρίζονται ως "innominate terms", αντί ως "conditions precedent" δεν είναι βέβαιο ότι οδηγούν αυτόματα σε δικαίωμα ακύρωσης της σύμβασης, αλλά απλώς σε αναστολή του δικαιώματος για αποζημίωση*. Συνήθως αποφασίζει το Δικαστήριο αν η παράβαση ενός τέτοιου όρου έχει τόσο σοβαρές συνέπειες, ώστε να δικαιολογείται ο ασφαλιστής να ακυρώσει ολόκληρη τη σύμβαση και να αρνηθεί να αποζημιώσει τον ασφαλισμένο π.χ όταν διαπιστώνεται παράβαση όρου που περιλαμβάνει υποχρέωση να ειδοποιηθεί ο ασφαλιστής αμέσως μετά το συμβάν.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ο συγκεκριμένος όρος, αφορούσε την παροχή λεπτομερειών για τη ζημιά μετά το συμβάν, και όχι για την ανάληψη του κινδύνου πριν τη συνομολόγηση της σύμβασης.   Πρόκειται για όρο ο οποίος αφορά στην διαδικασία εξέτασης της απαίτησης του ασφαλισμένου. Γι' αυτό εξάλλου περιλαμβάνεται και στο μέρος του ασφαλιστηρίου που φέρει τίτλο «Όροι Απαιτήσεων». Παράβαση ενός τέτοιου όρου δεν μπορεί να έχει τις ίδιες επιπτώσεις με αναιρετικό όρο, με την έννοια που αναφέραμε ότι αναιρεί χωρίς άλλο την ευθύνη του ασφαλιστή και οδηγεί σε ακύρωση της σύμβασης. Όπου διαπιστώνεται παράβαση όρου για παροχή λεπτομερειών, εκείνο που συμβαίνει, είναι ότι οι υποχρεώσεις του ασφαλιστή, αναστέλλονται μέχρι να υπάρξει συμμόρφωση. Γι' αυτό ακριβώς και ο όρος 10, ο οποίος φέρει τίτλο «Συμμόρφωση με όρους Απαιτήσεων», δεν καθιστά τον όρο αναιρετικό, αλλά απλώς απαλλάσσει τους Εφεσίβλητους από την ευθύνη να πληρώσουν. Επομένως το πρωτόδικο Δικαστήριο προτού αποφασίσει για τη νομιμότητα της «αποκήρυξης της υποχρέωσης»** των Εφεσίβλητων για πληρωμή, θα έπρεπε να είχε εξετάσει όλα τα περιστατικά της υπόθεσης.»

 

Υπό το φως των πιο πάνω, το Δικαστήριο θα προχωρήσει να εξετάσει κατά πόσο, στην προκειμένη περίπτωση, το κάθε μέρος έχει αποσείσει το βάρος που υπέχει για να αποδείξει τους δικούς του ισχυρισμούς, έχοντας κατά νου την πάγια νομολογία, σύμφωνα με την οποία, σε μία αγωγή, ο Ενάγων έχει το γενικό βάρος να αποδείξει στο μέτρο του ισοζυγίου των πιθανοτήτων ότι η δική του εκδοχή γεγονότων είναι πιο πιθανή παρά να μην είναι (ενδ. Χρυσάνθη Χρύσανθου και Σταύρος Φραντζή ν Αντρέα Φραντζή (2010) 1Β Α.Α.Δ.1295). Όπως διευκρινίσθηκε στην υπόθεση Μαρσέλ κ.ά ν. Λαϊκή Τράπεζα Λτδ (2001), 1(B) Α.Α.Δ 1858 –

 

«Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι «η πιο πιθανή παρά η αντίθετη», εκείνη δηλαδή του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not).».

 

Το γεγονός ότι η πλευρά των εναγομένων δεν προσκόμισε καμία απολύτως μαρτυρία, δεν απαλλάσσει τον ενάγοντα από την υποχρέωση του να αποδείξει την υπόθεση του. Όπως λέχθηκε στην απόφαση Barry Wynne v. David Costaki Mavronicola (2009) 1Β ΑΑΔ 1138:

 

«Όταν υπάρχει μια μόνο εκδοχή ως προς τα γεγονότα, τότε συνήθως αυτό που απομένει να εξεταστεί, εκτός και εάν υπάρχουν εγγενείς δυσκολίες σε σχέση με το μάρτυρα και την αξιοπιστία του, είναι εάν τα γεγονότα όπως βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αρκετά για να αποδείξουν την υπόθεση στο αναγκαίο επίπεδο».

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

 

Το βάρος απόδειξης της Ενάγουσας

 

Η εκδοχή της Ενάγουσας αναφορικά με τον τρόπο πρόκλησης του ατυχήματος έχει γίνει δεκτή από το Δικαστήριο και δεν έχει αντικρουστεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο από την πλευρά της Εναγομένης, η οποία επέλεξε να μην προσκομίσει μαρτυρία. Η κάλυψη που παρείχε το Ασφαλιστήριο ήταν περιεκτική και η Εναγόμενη αναλάμβανε να «αποζημιώσει τον Ασφαλισμένο έναντι απώλειας ή ζημιάς στο Μηχανοκίνητο Όχημα και στα εξαρτήματα και ανταλλακτικά του εφόσον αυτά είναι προσαρτημένα και αποτελούν μέρος του οχήματος.» Το ασφαλισμένο Όχημα οδηγείτο κατά τον χρόνο που επεσυνέβη το ατύχημα από την Ενάγουσα, που είναι η ιδιοκτήτρια και το ασφαλισμένο πρόσωπο, εντός της Δημοκρατίας, δηλαδή εντός της καλυπτόμενης γεωγραφικής περιοχής. Συνεπώς, οι ζημιές στο ασφαλισμένο Όχημα, οι οποίες προκλήθηκαν ένεκα του επίδικου ατυχήματος καλύπτονται από το Ασφαλιστήριο.

 

Ως προς τούτο, κρίνεται ότι, στη βάση όλων των ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένων, η Ενάγουσα κατάφερε να αποδείξει ότι η εκδοχή της είναι πιο πιθανή παρά όχι και άρα έχει αποσείσει το δικό της βάρος απόδειξης, ως προς το ότι επεσυνέβη το επίδικο ατύχημα με τον τρόπο που περιέγραψε, ότι το ασφαλισμένο Όχημα υπέστη ζημιές ένεκα του ατυχήματος και ότι καλύπτονται από το ισχύον τότε Ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Στρέφομαι, συνεπώς, στους ισχυρισμούς που προέβαλε η Εναγόμενη για να δικαιολογήσει την μη ανάληψη ευθύνης για κάλυψη του ατυχήματος.

 

Η υπεράσπιση της Εναγομένης

 

Εκείνο που επικαλείται η Εναγόμενη προκειμένου να αποφύγει την ευθύνη είναι, αφενός ότι η Ενάγουσα δεν αποκάλυψε τα αληθινά γεγονότα στην Εναγόμενη και αφετέρου ότι δεν την ενημέρωσε «αμέσως», όπως επέβαλλε η παράγραφος 6 των σελίδων 26 και 28 του Ασφαλιστηρίου (Τεκμήριο 4).

 

Μη αποκάλυψη των αληθινών γεγονότων από την Ενάγουσα

 

Ως προς το πρώτο σκέλος, το γιατί και πώς δεν συνάδει η εκδοχή της Ενάγουσας με τις ζημιές του Οχήματος της και πού εντοπίζεται διάσταση παρέμειναν άγνωστα, αφού δεν προσκομίστηκε μαρτυρία από την Εναγόμενη, προκειμένου να γίνει αντιληπτή η θέση της και να δοθεί στην πλευρά της Ενάγουσας η ευκαιρία να τη σχολιάσει και να την αντικρούσει, εάν επιθυμούσε.

 

Στην επιστολή της Εναγομένης ημερομηνίας 27/09/2017 (Τεκμήριο 6), με την οποία απέρριψε την αξίωση της Ενάγουσας, γίνεται αναφορά στη συλλογή στοιχείων και δεδομένων, τα οποία όμως δεν τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκειμένου να τα αξιολογήσει. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το λεκτικό της επιστολής, με δική μου υπογράμμιση:

 

«Αναφορικά με την πιο πάνω απαίτηση, σας πληροφορούμε ότι έχουμε προχωρήσει αξιολόγηση όλων των δεδομένων που έχομε στην κατοχή μας, δηλαδή:

 

·         Την ενημέρωση ημ 16/8/17 και το έντυπο απαίτησης ημ 23/8/17 που υποβάλατε περιγράφοντας μας τα γεγονότα

·         Τα στοιχεία και τις πληροφορίες που συλλέξαμε κατά την διερεύνηση, τα τεκμήρια από την σκηνή του ατυχήματος, και συγκεκριμένα τον χώρο και το σημείο σύγκρουσης που μας υποδείξατε αλλά και την ζημιά την οποία έχει υποστεί το ασφαλισμένο όχημα σας.»

 

Με βάση την αξιολόγηση των πιο πάνω, η Εναγόμενη κατέληξε στην απόρριψη της αξίωσης της Ενάγουσας, με την εξής αιτιολογία (με υπογράμμιση του Δικαστηρίου):

 

«Λόγω των αντιφάσεων που διαπιστώσαμε μεταξύ των όσων μας αναφέρατε και των δικών μας ευρημάτων, ήταν αναγκαίο να αποταθούμε για λήψη γνώμης και άποψης ειδικών. Η εκτίμηση τους είναι ότι το ατύχημα δεν συνέβηκε στον χώρο, με τον τρόπο και υπό τις περιστάσεις που μας περιγράψατε εσείς.

 

Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι η μέσα από την απαίτηση σας δεν μας λέχθηκαν τα αληθινά γεγονότα και/ή παραποιήθηκαν και κατά συνέπεια λυπούμαστε να σας ενημερώσουμε ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην ανάληψη ευθύνης και καταβολής οποιασδήποτε αποζημίωσης.»

 

Από το περιεχόμενο της επιστολής και δη από τα μέρη που έχω υπογραμμίσει, προκύπτει ότι η Εναγόμενη προέβη σε διερεύνηση του ατυχήματος, συνέλεξε στοιχεία, πληροφορίες και τεκμήρια από την σκηνή του ατυχήματος και αποτάθηκε σε ειδικούς, οι οποίοι της έδωσαν κάποια εκτίμηση. Η Εναγόμενη δεν έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τίποτε από τα πιο πάνω, ούτε έδωσε οποιαδήποτε εξήγηση προς τούτο.

 

Η προσαγωγή μαρτυρίας είναι, βεβαίως, δικαίωμα και όχι υποχρέωση ενός διαδίκου. Υποχρέωση ενυπάρχει μόνο εκεί που ο διάδικος φέρει το βάρος της απόδειξης, αφού η απόδειξη βαρύνει αυτόν που προβάλλει τον ισχυρισμό και όχι αυτόν που τον αρνείται (βλ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. WIDESON BROS κ.α., Π.Έ. 269/2013, ημερ. 30/4/2020[1]). Το αποτέλεσμα, όμως, αυτής της δικαιωματικής επιλογής της Εναγομένης είναι να έχει το Δικαστήριο ενώπιον του μόνο την μαρτυρία που επέλεξε η Ενάγουσα να παρουσιάσει και τα δεδομένα που προέκυψαν από την αντεξέταση. Οι θέσεις που υποβλήθηκαν στους μάρτυρες της Ενάγουσας κατά την αντεξέταση ήταν, κατά το πλείστο, γενικόλογες. Δεν έγινε οποιαδήποτε συγκεκριμένη υποβολή ότι το ατύχημα δεν συνέβη με τον τρόπο που ισχυρίζεται η Ενάγουσα αλλά με κάποιο διαφορετικό τρόπο. Ούτε έγινε κάποια συγκεκριμένη υπόδειξη σε αντίφαση στην εκδοχή της Ενάγουσας σε συνάρτηση με τις ζημιές ή τα υπόλοιπα δεδομένα. Ό,τι υποβλήθηκε στους μάρτυρες, τέθηκε αορίστως, απαντήθηκε από τους μάρτυρες και οι εξηγήσεις που έδωσαν δεν αντικρούσθηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και ήταν λογικοφανείς.

 

Για παράδειγμα, κατά την αντεξέταση, υποβλήθηκε στην Ενάγουσα ότι όλη η ζημιά του αυτοκινήτου της δεν έχει δημιουργηθεί από χτύπημα σε τοίχο. Η Ενάγουσα, αφού διερωτήθηκε κατά πόσο υπονοείτο ότι ήταν χτυπημένο από πριν το Όχημά της, αρνήθηκε την υποβολή, απαντώντας θετικά ότι χτυπήθηκε στον τοίχο, ότι το χτύπημα έγινε την ημέρα του ατυχήματος και ότι το Όχημά της δεν ήταν χτυπημένο από πριν. Της υπεβλήθη στη συνέχεια ότι και χτύπημα στον τοίχο να υπήρξε, δεν θα μπορούσαν, από τέτοιο χτύπημα, να είχαν δημιουργηθεί τέτοιες ζημιές, ειδικά στον τροχό και στο τιμόνι. Εκείνη επέμεινε ότι χτύπησε στο τοιχαράκι. Οι ΜΕ 3 και 4 που είδαν το Όχημα κτυπημένο επιβεβαίωσαν ότι χτυπήθηκε με κλίση σε τοίχο. Ο δε ΜΕ4 (χωρίς βεβαίως να είναι πραγματογνώμονας) απέδωσε τη ζημιά στον μπροστινό αριστερό τροχό και στο τιμόνι στην κλίση που είχε το Όχημα κατά το ατύχημα, εξήγηση που αν μη τι άλλο φαντάζει λογικοφανής. Περαιτέρω, σε υποβολή ότι στην κατάσταση που ήταν το Όχημα δεν μπορούσε να μετακινηθεί καθόλου, ούτε ένα μέτρο, εκείνη παρέπεμψε στον υιό και σύζυγό της, αφού δεν ήταν παρούσα κατά τη μετακίνηση. Η υποβολή τέθηκε και στον ΜΕ4, ο οποίος εξήγησε και περιέγραψε τον τρόπο που μετακίνησε το Όχημα, με δυσκολία, ως ανέφερε.

 

Η μαρτυρία αυτή δεν αντικρούστηκε και δεν αναμένεται από το Δικαστήριο να καταστεί το ίδιο εμπειρογνώμονας, στην απουσία εμπειρογνώμονα, για να αξιολογήσει εάν και με πώς οι ζημιές του Οχήματος μπορεί να μην συνάδουν με τον τρόπο που παρουσίασαν τα γεγονότα οι μάρτυρες. Ελλείψει μαρτυρίας που να εξηγεί τις θέσεις της Εναγομένης, αυτές παρέμειναν μετέωρες και αόριστες και προσκρούουν στη μαρτυρία της Ενάγουσας που έγινε δεκτή.

 

Με το δεύτερο σκέλος, η Εναγόμενη επικαλείται την εφαρμογή όρου εξαίρεσης στο Ασφαλιστήριο, που της δίνει το δικαίωμα να μην προβεί σε κάλυψη της αξίωσης της Ενάγουσας.   

 

Χρόνος γνωστοποίησης

 

Στην Αγόρευσή της, η ευπαίδευτη δικηγόρος της Εναγομένης επικαλέστηκε την υποχρέωση της Ενάγουσας να ενημερώσει αμέσως την Εναγόμενη, βάσει της παραγράφου 6 των σελίδων 26 και 28 του Τεκμηρίου 4 και υποστήριξε ότι η ενέργεια της να μην ενημερώσει αμέσως «είχε ως αποτέλεσμα την ελλιπή διερεύνηση του συμβάντος» από την Εναγόμενη. Ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι η Εναγόμενη δεν ήταν σε θέση να διερευνήσει τις πραγματικές συνθήκες υπό τις οποίες επεσυνέβη το επίδικο συμβάν, αφού ενημερώθηκε περίπου 10 ώρες μετά το συμβάν και, όταν επισκέφθηκε τη σκηνή ο λειτουργός της ασφαλιστικής, το Όχημα είχε ήδη μετακινηθεί. Υποστήριξε, επίσης, ότι εκ των βασικών πυλώνων της διερεύνησης του ατυχήματος ήταν και η τελική θέση του Οχήματος από την οποία θα μπορούσαν να εξαχθούν συμπεράσματα.

 

Μεταξύ των όρων (“Conditions”) του μέρους του Ασφαλιστήριου που αφορά τις «Γενικές Εξαιρέσεις» περιλαμβάνεται και ο όρος 6 (σελ. 26 και 28) που επικαλείται η Εναγόμενη (εφεξής ο «Όρος 6»), που φέρει τον τίτλο «Γνωστοποίηση Ατυχημάτων»  και περιέχει τα ακόλουθα:

 

«Σε περίπτωση οποιουδήποτε περιστατικού εξ αιτίας του οποίου δυνατό να εγερθεί απαίτηση δυνάμει του Ασφαλιστηρίου, αυτού, ο Ασφαλισμένος πρέπει να επικοινωνεί αμέσως με το τηλεφωνικό κέντρο της Εταιρείας στην τηλεφωνική γραμμή 77[…] και θα δίνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.

Ο Ασφαλισμένος θα συμμορφώνεται και θα ακολουθεί τις οδηγίες που του δίνονται και θα παραδίδει σε εξουσιοδοτημένο πρόσωπο της Εταιρείας που επισκέπτεται τη σκηνή του ατυχήματος τα απαραίτητα στοιχεία ή έγγραφα που απαιτούνται για την υποβολή της απαίτησής του.

[…]

Καμία απαίτηση δυνάμει του Ασφαλιστηρίου αυτού, εκτός για συμμόρφωση προς το Νόμο, θα είναι πληρωτέα αν ο Ασφαλισμένος δε συμμορφωθεί με τους όρους του παρόντος άρθρου.»

 

Πρόκειται για όρο που στοχεύει στην εξαίρεση της ευθύνης του ασφαλιστή και που επηρεάζει τη σχέση ασφαλιστή – ασφαλιζόμενου μετά που θα προκληθεί η απώλεια. Παραδείγματα τέτοιων όρων είναι εκείνοι που καθορίζουν τον χρόνο και τρόπο γνωστοποίησης ενός συμβάντος ή που επιβάλλουν στον ασφαλισμένο την υποχρέωση να παράσχει στην ασφαλιστική εταιρεία πληροφορίες αναφορικά με την απαίτηση, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Ο επίδικος όρος επέβαλλε στην ασφαλισμένη την υποχρέωση να γνωστοποιήσει το περιστατικό αμέσως, αναφέροντας ότι καμία απαίτηση δεν θα είναι πληρωτέα εάν δεν συμμορφώνεται με τους όρους αυτούς.

 

Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης Σάββα Kυριάκος ν. Λαϊκή Aσφαλιστική Eταιρεία Λτδ (2009) 1 ΑΑΔ 1609, το οποίο παρατέθηκε ανωτέρω, παράβαση ενός τέτοιου όρου παρέχει το δικαίωμα στον ασφαλιστή να αποφύγει ευθύνη για τη συγκεκριμένη απαίτηση, αν επιθυμεί. Στην εν λόγω υπόθεση απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο η ερμηνεία και οι συνέπειες παράβασης όρου που επέβαλλε στον ασφαλιζόμενο την υποχρέωση παροχής στον ασφαλιστή πλήρων λεπτομερειών της απαίτησής του, εντός ταχθείσας προθεσμίας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε κρίνει ότι τέτοιοι όροι είναι συνήθως αναβλητικοί της ευθύνης του ασφαλιστή, ειδικότερα όταν προβλέπεται ρητά η απαλλαγή του ασφαλιστή από την ευθύνη να πληρώσει, αν δεν υπάρξει συμμόρφωση με τέτοιους όρους, όπως ακριβώς προβλέπει και στην παρούσα περίπτωση ο επίδικος Όρος 6. Το Ανώτατο Δικαστήριο διαφωνώντας με την προσέγγιση αυτή, ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση αναφέροντας ότι, ασχέτως του χαρακτηρισμού που τους αποδίδεται στην σύμβαση (π.χ. conditions), οι όροι αυτοί χρήζουν ερμηνείας από το Δικαστήριο προκειμένου να διαφανεί η επίπτωση της μη συμμόρφωσης με αυτούς στην επίδικη συμβατική σχέση. Έκρινε, επίσης, ότι παράβαση ενός τέτοιου όρου δεν μπορεί να έχει τις ίδιες επιπτώσεις με αναιρετικό όρο, που αναιρεί χωρίς άλλο την ευθύνη του ασφαλιστή. Αντιθέτως, η αποκήρυξη της υποχρέωσης του ασφαλιστή για πληρωμή θα πρέπει να εξετάζεται στη βάση όλων των περιστατικών της υπόθεσης.

 

Πέραν της πιο πάνω απόφασης, για την ερμηνεία του επίδικου Όρου 6 το Δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση και από τα αγγλικά συγγράμματα (α) MacGillivray on Insurance Law, 2018, (14the edition), Sweet and Maxwell και (β) Halsbury Law of England, ειδικότερα προκειμένου να ερμηνεύσει την έννοια του όρου «αμέσως». Σε σχέση με την αναγκαιότητα γνωστοποίησης, στο σύγγραμμα MacGillivray on Insurance Law, αναγνωρίζεται ο σκοπός των όρων που απαιτούν γνωστοποίηση εντός εύλογου χρόνου, που είναι να δοθεί η δυνατότητα στον ασφαλιστή να ελέγξει την γνησιότητα της αξίωσης και να λάβει τυχόν μέτρα για μετριασμό της ζημιάς[2].

 

Σε σχέση, ειδικότερα, με τον  χρόνο γνωστοποίησης[3] και την ερμηνεία των όρων που επιβάλλουν την υποχρέωση ενημέρωσης «αμέσως», επισημαίνεται ότι υπάρχουν περιορισμένες αγγλικές αυθεντίες στην ερμηνεία των όρων “immediately” και “forthwith” που χρησιμοποιούνται στα ασφαλιστήρια, αλλά προς καθοδήγηση παρατίθεται το ακόλουθο απόσπασμα που αφορά την ερμηνεία των όρων αυτών σε άλλο πλαίσιο:

 

«It is impossible to lay down any hard and fast rule as to what is the meaning of the word “immediately” in all cases. The words “forthwith” and “immediately” have the same meaning. They are stronger than the expression “within a reasonable time” and imply prompt, vigorous action, without any delay, and whether there has been such action is a question of fact, having regard to the circumstances of the particular case”.

 

Μεταξύ των παραδειγμάτων που παρατίθενται στο εν λόγω σύγγραμμα είναι αγγλικές υποθέσεις στις οποίες καθυστέρηση σχεδόν δύο[4], έξι[5] και 10[6] μηνών κρίθηκε ότι εμπόδιζε τον ασφαλισμένο να αποζημιωθεί. Παρατίθενται, επίσης, παραδείγματα από αποφάσεις άλλων χωρών του κοινοδικαίου, οι οποίες ερμήνευσαν όρο που απαιτούσε γνωστοποίηση «αμέσως» και στις οποίες κρίθηκε ότι καθυστέρηση 9[7] ημερών και μιας εβδομάδας[8] κρίθηκε ως μεγάλη, ενώ γνωστοποίηση 5[9] ημερών κρίθηκε ως έγκαιρη.

 

Στο αγγλικό σύγγραμμα «Halsburys Law of England», σε σχέση με την ερμηνεία των όρων “immediately” και “forthwith” σε γενικό πλαίσιο εκφράσεων όπου τίθενται χρονικοί περιορισμοί, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα[10]:

 

“There appears to be no material difference between the terms 'immediately' and 'forthwith'. A provision to the effect that a thing must be done 'forthwith' or 'immediately' means that it must be done as soon as possible in the circumstances, the nature of the act to be done being taken into account.”

 

Σε σχέση ειδικότερα με τους όρους ασφαλιστικών συμβολαίων που απαιτούν γνωστοποίηση της ζημιάς «αμέσως», αναφέρονται τα ακόλουθα[11]:

 

«The insured is usually required by a stipulation in the policy to give notice of any loss. The stipulation in ordinary use requires the notice to be given 'immediately' or 'forthwith'; the effect of this is that the notice must be given within a reasonable time1. Failure by the insured to comply with such a stipulation may result in the insurer being able to reject the claim, depending on the construction of the provision and the consequences of the breach for the insurer2. Unless required by the terms of the stipulation, the notice need not be in writing4.

 

1Re Williams and Lancashire and Yorkshire Accident Insurance Co's Arbitration (1902) 51 WR 222; Verelst's Administratrix v Motor Union Insurance Co Ltd [1925] 2 KB 137; Webster v General Accident Fire and Life Assurance Corpn Ltd [1953] 1 QB 520, [1953] 1 All ER 663; Forney v Dominion Insurance Co Ltd [1969] 3 All ER 831, [1969] 1 WLR 928; Farrell v Federated Employers' Insurance Association Ltd [1970] 3 All ER 632, [1970] 1 WLR 1400, CA; Monkfield v Vehicle and General Insurance Co Ltd [1971] 1 Lloyd's Rep 139; Hadenfayre Ltd v British National Insurance Society Ltd [1984] 2 Lloyd's Rep 393.

[…]

4Re Solvency Mutual Guarantee Society, Hawthorn's Case (1862) 31 LJCh 625.»

 

Υπό το φως των πιο πάνω αρχών προχωρώ να εξετάσω την ερμηνεία και εφαρμογή του Όρου 6 του επίδικου Ασφαλιστηρίου. Καταρχάς, διαπιστώνω ότι ο χαρακτηρισμός του ως «Όρου» («Condition») και η αναφορά σε αποκλεισμό της ευθύνης της Εναγομένης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με αυτόν, δεν δικαιολογούν τον δίχως άλλο χαρακτηρισμό του ως αναιρετικό όρο. Εν προκειμένω, τυγχάνει εφαρμογής το σκεπτικό της απόφασης Σάββα Kυριάκος (ανωτέρω).

 

Παρατηρώ, επισης, ότι η πρόνοια για παροχή γνωστοποίησης «αμέσως» χρησιμοποιείται (i) σε σχέση με τη γνωστοποίηση περιστατικών εξαιτίας των οποίων δυνατό να εγερθεί απαίτηση, (ii) σε σχέση με τη γνωστοποίηση στην ασφαλιστική επιστολών, απαιτήσεων, ενταλμάτων, κλήσεων δικογράφων και (iii) σε σχέση με τη γνωστοποίηση επικείμενης δίωξης, θανατικής ανάκρισης ή έρευνας σχετικά με οποιοδήποτε τέτοιο περιστατικό. Εξετάζοντας τις πρόνοιες αυτές, δεν διαπιστώνω οποιοδήποτε ιδιαίτερο λεκτικό ή ιδιάζουσα φρασεολογία που να δικαιολογεί τη διαφοροποίηση της ερμηνείας του όρου αυτού από τις αρχές που παρατέθηκαν ανωτέρω, υπό την έννοια ότι η γνωστοποίηση θα πρέπει να γίνεται τάχιστα, προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της γνωστοποίησης. Δηλαδή, η συνέπεια της τυχόν μη συμμόρφωσης με τον όρο θα πρέπει να αξιολογηθεί σε συνάρτηση με τις συνέπειες στα συμφέροντα της Εναγομένης και τον σκοπό που εξυπηρετεί ο όρος.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, το ατύχημα επεσυνέβη στις 22:00 της 15/08/2017 και η Ενάγουσα γνωστοποίησε το ατύχημα στον ασφαλιστικό αντιπρόσωπο της Εναγομένης την επομένη το πρωί στις 07:00. Είναι παραδεκτό από την Εναγομένη (παράγραφος 4 της Υπεράσπισης) ότι ο ασφαλιστικός αντιπρόσωπος την ενημέρωσε την επομένη το πρωί και ζήτησε την παροχή πλατφόρμας για μεταφορά του Οχήματος. Στην δε Αγόρευση της Εναγομένης αναφέρεται ότι η Εναγομένη ενημερώθηκε περίπου 10 ώρες μετά το ατύχημα. Με δεδομένο ότι το ατύχημα επεσυνέβη στις 22:00 τη νύχτα, ημέρα δεκαπενταυγούστου, δεν βρίσκω δυσκολία να καταλήξω ότι η γνωστοποίηση που έλαβε χώρα νωρίς το πρωί της επόμενης ημέρας μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε «αμέσως», όπως νομολογιακά ερμηνεύθηκε η έννοια της λέξης «αμέσως» στα ανωτέρω συγγράμματα από τα οποία άντλησα καθοδήγηση.

 

Πέραν του λεκτικού του όρου, προχωρώ, εν πάση περιπτώσει, να εξετάσω κατά πόσο με τον τρόπο που ενήργησε η Ενάγουσα επηρεάστηκαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο δυσμενώς τα δικαιώματα της Εναγομένης και ο σκοπός του Όρου 6, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης.

 

Ισχυρίζεται η Εναγομένη, μέσα από την Αγόρευση της ευπαίδευτης δικηγόρου της, ότι ένεκα της καθυστέρησης δεν ήταν σε θέση να διερευνήσει τις πραγματικές συνθήκες υπό τις οποίες επεσυνέβη το επίδικο συμβάν, με αποτέλεσμα την ελλιπή διερεύνηση του συμβάντος από μέρους της. Θεωρώ ότι η θέση αυτή, αφενός, δεν δικαιολογείται από τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης και, αφετέρου, προωθείται ετεροχρονισμένα.

 

Όπως προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης, αφότου ενημερώθηκε η Εναγόμενη από τον ασφαλιστικό αντιπρόσωπο, μετέβη στη σκηνή του ατυχήματος λειτουργός της για καταγραφή του συμβάντος και συλλογή στοιχείων και πλατφόρμα που μετέφερε το Όχημα στο συνεργείο της Εταιρείας. Η Εναγόμενη δεν αρνήθηκε να προβεί σε διερεύνηση του ατυχήματος, εξ αιτίας της μη γνωστοποίησης του ατυχήματος «αμέσως» ή εξ αιτίας της μετακίνησης του Οχήματος. Ούτε αρνήθηκε να αποζημιώσει την Ενάγουσα στη βάση τέτοιου επιχειρήματος. Αυτά τα επικαλείται παρεμπιπτόντως και εκ των υστέρων στο στάδιο των Αγορεύσεων.

 

Η αιτιολογία που η Εναγόμενη προέβαλε εξ αρχής και προώθησε μέχρι τέλους για την απόρριψη της απαίτησης της Ενάγουσας, ήταν αυτή που καταγράφεται στην επιστολή της ημερομηνίας 27/09/2017 (Τεκμήριο 6). Ότι, δηλαδή, το επίδικο ατύχημα δεν συνέβη με τον τρόπο που ισχυρίζεται η Ενάγουσα και ότι υπάρχουν αντιφάσεις μεταξύ των ισχυρισμών της Ενάγουσας και των ευρημάτων της Εναγομένης. Όπως ήδη προαναφέρθηκε στην παρούσα απόφαση, η Εναγομένη ισχυρίζεται στην εν λόγω επιστολή της ότι προέβη σε διερεύνηση, ότι συνέλεξε στοιχεία, πληροφορίες και τεκμήρια από τη σκηνή του ατυχήματος, το σημείο σύγκρουσης που υπέδειξε η Εναγομένη και τις ζημιές που υπέστη το Όχημα. Προέβη σε αξιολόγηση των στοιχείων αυτών, σε ευρήματα, αποτέθηκε σε ειδικούς, έλαβε την εκτίμησή τους και είναι στη βάση όλων αυτών των δεδομένων που κατέληξε στην απόρριψη της απαίτησης της Ενάγουσας, επειδή έκρινε ότι το ατύχημα δεν συνέβηκε στον χώρο, με τον τρόπο και υπό τις περιστάσεις που περιέγραψε η Ενάγουσα.

 

Εφόσον λειτουργός της Εναγομένης παρέστη στη σκηνή του επίδικου ατυχήματος την επόμενη ημέρα και εφόσον η Εναγόμενη είχε τη δυνατότητα να προβεί σε όλες αυτές τις ενέργειες που επικαλείται προς διερεύνηση του ατυχήματος, χωρίς, μάλιστα, να επικαλεστεί εξ αρχής τον Όρο 6 και να ισχυριστεί ότι ο χρόνος γνωστοποίησης του ατυχήματος την εμπόδισε να προβεί σε δέουσα διερεύνησή του, κρίνω ότι η επίκληση του Όρου 6 δεν νομιμοποιεί την από μέρους της απόρριψη της απαίτησης της Ενάγουσας. Στη βάση των συγκεκριμένων δεδομένων της παρούσας υπόθεσης, ως αυτά τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν διαπιστώνω ούτε δυσμενή επηρεασμό της Εναγομένης από τον τρόπο γνωστοποίησης του ατυχήματος, ώστε να δικαιολογείται η μη ανάληψη ευθύνης. Συνεπώς, κρίνω ότι η Ενάγουσα θα πρέπει να αποζημιωθεί στη βάση των όρων του Ασφαλιστηρίου.

 

Ειδικές αποζημιώσεις

 

Ως προς τις αξιούμενες αποζημιώσεις. Η Ενάγουσα αξιώνει ποσό €13.621,31, που προκύπτει από το κόστος επιδιόρθωσης του Οχήματός της (€14.011,31 αφαιρουμένου του ποσού ίδιας ζημιάς βάσει του Ασφαλιστηρίου - ύψους €390), διαζευκτικά το ποσό των €12.972,16 βάσει της Έκθεσης Εκτίμησης του ΜΕ2.

 

Η Έκθεση του ΜΕ2 ετοιμάστηκε πριν λάβει χώρα η επιδιόρθωση του Οχήματος της Ενάγουσα. Ως εξήγησε ο ΜΕ2, επρόκειτο για μια προκαταρκτική εκτίμηση και κατά την επιδιόρθωση μπορεί κάποια ανταλλακτικά που περιλήφθηκαν στην Έκθεσή του να μην χρειάζονταν εντέλει ή μπορεί κατά την επιδιόρθωση να εντοπίζονταν και άλλες ζημιές που δεν φαίνονταν εξ αρχής στην προκαταρκτική εξέταση. Συνεπώς, αφ’ ης στιγμής μετά την εκτίμηση έλαβε χώρα η επιδιόρθωση του Οχήματος, η ζημιά της Ενάγουσας αποκρυσταλλώθηκε. Κατ’ επέκταση, η Εκτίμηση (Τεκμήριο 7) δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για επιδίκαση αποζημιώσεων.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Ενάγουσας, για την επιδιόρθωση του Οχήματος πλήρωσε περί τις €8.000 στην Εταιρεία, ως τα Τεκμήρια 10 και 11, καθώς και περί τις €4.000 σε ισιωτή. Ως γνωστό, οι ειδικές ζημιές θα πρέπει να εξειδικεύονται στην απαίτηση σαφώς και με λεπτομέρεια και να αποδεικνύονται με αυστηρότητα και συγκεκριμένα στοιχεία (βλ. ενδεικτικά Ismail v. Αντωνίου (2014) 1Α Α.Α.Δ. 347).

 

Σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό πληρωμή των €4.000 σε ισιωτή, αυτή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, καθότι δεν προσκομίστηκε σχετική μαρτυρία, ενώ ακόμα και το ποσό τέθηκε «στο περίπου». Όταν αμφισβητήθηκε η πληρωμή αυτή κατά την αντεξέταση της Ενάγουσας, εκείνη ανέφερε ότι θα βρει τις αποδείξεις και θα τις φέρει. Δεν το έπραξε. Κρίνεται, επομένως, ότι η ζημιά αυτή δεν έχει αποδειχθεί με θετική μαρτυρία.

 

Σε σχέση με την αξίωση των ποσών €4.446,95 και €3.929,77 που προκύπτουν από τα Τεκμήρια 10 και 11 (σύνολο €8.376,72), τα οποία η Ενάγουσα σαφώς ανέφερε ότι εξόφλησε, θεωρώ ότι αυτή έχει αποδειχθεί με ικανοποιητική θετική μαρτυρία που δεν αντικρούστηκε. Με την Αγόρευση της Εναγομένης προωθήθηκε η θέση ότι τα Τεκμήρια 10 και 11 είναι τιμολόγια, για τα οποία η Ενάγουσα δεν παρουσίασε αποδείξεις και επομένως δεν γνωρίζουμε εάν έχουν πληρωθεί τα ποσά που αναφέρουν. Η θέση αυτή δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο, επειδή η Ενάγουσα ανέφερε με σαφήνεια στη μαρτυρία της ότι πλήρωσε τα ποσά αυτά, θέση η οποία δεν αμφισβητήθηκε κατά την αντεξέταση. Απεναντίας κατά την αντεξέταση αμφισβητήθηκε και της ζητήθηκε να προσκομίσει αποδειξεις μόνο για την κατ’ ισχυρισμό πληρωμή των €4.000 σε ισιωτή. Της υπεβλήθη, μάλιστα, ότι πέραν του ποσού των €8.000 της Εταιρείας δεν έγινε καμία άλλη επιδιόρθωση στο Όχημά της και (στη συνέχεια) ότι αν δικαιούται κάποιο ποσό αυτό είναι μόνο το ποσό των €8.000 των τιμολογίων.

 

Με αναφορά στην αντιγραφή του περιεχομένου της Εκτίμησης (Τεκμήριο 7) στην Έκθεση Απαίτηση της Ενάγουσας υπό τον τίτλο «Λεπτομέρειες», η δικηγόρος της Εναγομένης υποστήριξε ότι όσα εξαρτήματα καταγράφονται στα Τεκμήριο 10 και 11 και δεν περιλήφθηκαν στο Τεκμήριο 7 θα πρέπει να θεωρηθούν ως μη δικογραφηθέντα και να μην επιδικαστούν. Ως υποστήριξε, θα πρέπει να επιδικαστεί προς όφελος της Ενάγουσας μόνο το ποσό που προκύπτει από το άθροισμα των κοινών καταχωρίσεων στην Εκτίμηση (Τεκμήριο 7)  και στα Τιμολόγια (Τεκμήρια 10 και 11), που συμποσούται στις €2.558. Ούτε η θέση αυτή γίνεται αποδεκτή. Στις «Λεπτομέρειες» της παραγράφου 10 που επικαλείται η Εναγόμενη εκτίθεται το κόστος επιδιόρθωσης του Οχήματος, σύμφωνα με την Εκτίμηση. Στην παράγραφο 11 της Έκθεσης Απαίτησης σαφώς δικογραφείται το γεγονός ότι η Ενάγουσα προέβη σε επιδιόρθωση του Οχήματός της, μετά την σύνταξη της Εκτίμησης, και αναφέρει ότι το κόστος επιδιόρθωσης ανήλθε τελικά στο ποσό των €14.011,31. Το γεγονός ότι εντέλει κατά την ακροαματική διαδικασία απέδειξε μέρος του ποσού αυτού, έχει ως αποτέλεσμα να επιδικαστεί προς όφελός της μόνο το μέρος εκείνο που κατάφερε να αποδείξει με θετική μαρτυρία στο Δικαστήριο.

 

Η πλευρά της Εναγομένης αντεξέτασε τους ΜΕ2 και ΜΕ4 εκτενώς επί του περιεχομένου των Τεκμηρίων 10, 11 και 12 και δη επί των εξαρτημάτων που αντικαταστάθηκαν ή επιδιορθώθηκαν, προκειμένου να αμφισβητήσει αφενός την εκδοχή της Ενάγουσας για το πώς συνέβη το επίδικο ατύχημα και αφετέρου τη σχετικότητα - αιτιώδη συνάφεια κάποιων καταχωρίσεων με το επίδικο ατύχημα. Σημειώθηκαν δε στο Τεκμήριο 10 οι καταχωρίσεις που απαντώνται και στην προσφορά (Τεκμήριο 9) στη βάση της οποίας ετοιμάστηκε η Εκτίμηση (Τεκμήριο 7) και όσα εξαρτήματα ήταν δυνατό να διακριβωθεί από το Τεκμήριο 10 ότι βρίσκονταν στο αριστερό μέρος του Οχήματος.  

 

Οι ερωτήσεις ήταν επί το πλείστον διερευνητικές. Πέραν τούτου όμως, δεν υποβλήθηκε στους μάρτυρες ότι συγκεκριμένα εξαρτήματα δεν είχαν σχέση με το επίδικο ατύχημα όπως το περιέγραψε η Ενάγουσα. Τέτοια υποβολή τέθηκε ευθέως στον ΜΕ5 μόνο αναφορικά με το εξάρτημα «Coupling drive shaft». Του υποβλήθηκε ότι ήταν ήδη κατεστραμμένο από πριν και δεν αλλάχθηκε λόγω του ατυχήματος. Παρόλο που ο ΜΕ5 απάντησε ότι δεν το γνώριζε, εντούτοις κατά την επανεξέταση διευκρίνισε ότι σε ένα όχημα ηλικίας ενός έτους, όπως ήταν της Ενάγουσας, είναι πολύ δύσκολο να υποστεί φυσική φθορά τέτοιο εξάρτημα και είναι πολύ πιθανό να χρειάστηκε να αλλαχθεί από το ατύχημα. Η Ενάγουσας υποστήριξε, ως προαναφέρθηκε, ότι το Όχημά της δεν ήταν κτυπημένο πριν το ατύχημα και ότι οι ζημιές που υπέστη και που επιδιορθώθηκαν από την Εταιρεία προήλθαν από το ατύχημα. Για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω και στην απουσία μαρτυρίας από μέρους της Εναγομένης που να αντικρούει τις θέσεις της Ενάγουσας, το Δικαστήριο δεν θα προβεί σε μικροσκοπική εξέταση του κάθε εξαρτήματος που περιλαμβάνεται στο τιμολόγιο της Εταιρείας, ούτε δύναται το Δικαστήριο να καταστεί εμπειρογνώμονας, ιδιαίτερα αφ’ ης στιγμής δεν υπάρχει μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι συγκεκριμένες καταχωρίσεις στα τιμολόγια δεν συνδέονται με το ατύχημα. Συνεπώς, η πληρωμή των ποσών που φαίνονται στα Τεκμήριο 10 και 11, που συμποσούνται σε €8.376,22 γίνεται δεκτή. Από το ποσό αυτό θα αφαιρεθεί το ποσό ίδιας ζημιάς, βάσει του Ασφαλιστηρίου και της Έκθεσης Απαίτησης, ύψους €390 και απομένει ποσό €7.986,22.

 

 

Περαιτέρω, η Ενάγουσα αξιώνει €150 ως απώλεια χρήσης του οχήματός της για 10 ημέρες, ύψους €15 ημερησίως. Στον Πίνακα του ασφαλιστηρίου (Τεκμήριο 3) αναφέρεται η ακόλουθη σχετική κάλυψη στο κάτω μέρος: «5-Απώλεια Χρήσης του Μηχανοκίνητου Οχήματος – Όριο €15». Η Ενάγουσα δεν έχει προσκομίσει μαρτυρία για να αποδείξει ότι επιβαρύνθηκε το συγκεκριμένο ποσό. Η δυνατότητα που της δίδει το Ασφαλιστήριο να διεκδικήσει το ποσό αυτό δεν την απαλλάσσει από την υποχρέωση να αποδείξει κατά πόσο υπέστη τέτοια ζημιά, ώστε να δικαιολογείται η αποζημίωσή της. Συνεπώς, ούτε το ποσό αυτό μπορεί να επιδικαστεί στην Ενάγουσα, αφού δεν έχει αποδειχθεί.

 

Τέλος, η Ενάγουσα αξιώνει ποσό €200 ως αμοιβή του ΜΕ2. Το ποσό αυτό έχει αποδειχθεί με την προσκόμιση απόδειξης πληρωμής (Τεκμήριο 8) και δύναται να επιδικαστεί προς όφελος της Ενάγουσας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Η Αγωγή της Ενάγουσας εναντίον της Εναγομένης επιτυγχάνει. Εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγομένης για το ποσό των €8.186.22 (€7.986,22 + €200) ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο.

 

Επιδικάζονται, επιπλέον προς όφελος της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγομένης τα έξοδα της παρούσας αγωγής, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

(Υπ.).……………………………….

Δ-Μ Γεωργιάδου, Προσ. Ε.Δ.

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 



[1] ECLI:CY:AD:2020:A132

[2] Παράγραφος 21-036, σελ. 638, MacGillivray on Insurance Law, 2018, (14the edition)

[3] Παράγραφος 21-041, σελίδα 642

[4] Re Williams and the Lancashire and Yorkshire Accident Insurance Co’s Arbitration (1902) 19 T.L.R. 82

[5] Farrel v. Federated Employers Insurance Association Ltd [1970] 1 W.L.R. 1400

[6] Berliner Motor Corp v. Sun Alliance [1983] 1 Lloyd’s Rep.320

[7] Hean v. General Accident Fire and Life Assurance Corp Ltd [1931] N.L.R.215 (Νοτίου Αφρικής)

[8] Montreal Harbour Commissioners v. Guarantee Co of North America (1983) 22 S.C.R. 542 (Καναδά)

[9] North Lethbridge Garage Ltd v. Continental Casualty Co [1930] 2 D.L.R. 835 (Καναδά)

[10] Halsbury's Laws of EnglandTime (Volume 97 (2022))2. Computation of Time(7) Construction of Expressions Limiting Time452. Meanings of 'immediately' and 'forthwith'.

[11] Halsbury's Laws of EnglandInsurance (Volume 60 (2023))2. General Principles of Insurance(11) Claims under Policies(ii) Notice of Loss168. Time for giving notice of loss.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο