ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Κωνσταντίνου, A.Ε.Δ.

 

                                                                 Αριθμός αγωγής: 1237/2023 (i-justice)

 

Μεταξύ:

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΛΟΪΖΟΥ

                                                                                                                  Ενάγοντα

 

και

 

                                      1. RASOL NOROUZIWARZEGANEI

                                 2. GEORGINA ANNE NOROUZI-WARZEGANEI

                                                                                                        Εναγόμενων

--------------------

Αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος, ημερομηνίας 8.4.2024

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 22.4.2024

 

EMΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για ενάγοντα - αιτητή: Τρύφωνας Τρύφωνος

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Τα γεγονότα που συνθέτουν τη βάση της αγωγής του ενάγοντα και θεμελιώνουν το αγώγιμο δικαίωμά του εναντίον των εναγόμενων σύμφωνα με το κλητήριο ένταλμα της αγωγής του πρώτου είναι τα εξής:

 

Δυνάμει γραπτής συμφωνίας, ημερομηνίας 4/11/2020, ο ενάγοντας νοίκιασε στους εναγόμενους μια κατοικία ιδιοκτησίας του, η οποία βρίσκεται σε χωριό της Λεμεσού, για περίοδο 2 ετών (από 7/11/2020 μέχρι 6/11/2022). Το μηναίο ενοίκιο ορίστηκε στο ποσό των €2.500, προπληρωτέο την 1η μέρα κάθε μήνα. Κατά ή περί τις αρχές της ενοικίασης, οι εναγόμενοι άρχισαν να παραβιάζουν διάφορους ουσιώδεις όρους της συμφωνίας. Συγκεκριμένα, δεν κατέβαλλαν το συμφωνημένο ενοίκιο, τοποθετούσαν διάφορα επικίνδυνα αντικείμενα και/ή ακαθαρσίες στο ακίνητο, αρνούνταν πρόσβαση στον ενάγοντα να επιθεωρήσει του υποστατικό και δεν πλήρωναν διάφορους λογαριασμούς κοινής ωφελείας (ρεύμα, νερό και σκύβαλα).

 

Κατά ή περί τις 24/11/2021 οι εναγόμενοι συμφώνησαν όπως ο ενάγοντας και/ή αντιπρόσωποί του μεταβούν στο ακίνητο για επιθεώρησή του και για διευθέτηση των διάφορων οφειλών των πρώτων στο δεύτερο. Όταν ο ενάγοντας, στις 28/11/2021 μετέβη στο ακίνητο για το σκοπό αυτό βρήκε την είσοδό του ανοικτή και αφού εισήλθε σ’ αυτό διαπίστωσε ότι είχε εγκαταλειφθεί από τους εναγόμενους και ότι υπήρχαν διάφορες εκτεταμένες ζημιές, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά του. Αποτελεί θέση του ότι οι εναγόμενοι εκδικητικά και/ή κακόβουλα και/ή σκόπιμα είχαν καταστρέψει όλα τα έπιπλα και εξοπλισμό που βρίσκονταν στο ακίνητο (λεπτομέρειες των οποίων εκτίθενται αναλυτικά στην παράγραφο 13 της έκθεσης απαίτησης).

 

Σε σχέση με τις κακόβουλες ζημιές που έγιναν στην περιουσία του ενάγοντα, εναντίον των εναγόμενων καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση. Οι ζημιές και τα έξοδα που υπέστη ο ενάγοντας, λόγω της παράνομης συμπεριφοράς και των κακόβουλων πράξεων των εναγόμενων είναι πέραν των €100.000. Ο ενάγοντας χρειάστηκε περί τους 6 μήνες για να επιδιορθώσει τις εν λόγω ζημιές και να καταστεί εκ νέου έτοιμο προς ενοικίαση το ακίνητό του, με αποτέλεσμα να ζημιώσει με το επιπλέον ποσό των €15.000 που αντιστοιχεί στην ενοικιαστική  αξία και/ή μηνιαίο ενοίκιο για την περίοδο αποκατάστασης των ζημιών.

 

Με την αγωγή του ενάγοντας αξιώνει εναντίον των εναγόμενων, αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα, το ποσό των €5.000, οφειλόμενα ενοίκια για τους μήνες Οκτώβρης και Νοέμβρης 2021, το ποσό των €65.000, ειδικές αποζημιώσεις για τις παραπάνω ζημιές, το ποσό των €300,00, έξοδα εκτίμησης και καταγραφής των ζημιών, το ποσό των €15.000, απώλεια ενοικίων για την περίοδο Δεκέμβρης 2021 μέχρι Μάης  2022, για το ποσό των €2.355,58, έξοδα κατανάλωσης ηλεκτρισμού και τέλος, για το ποσό των €1.349,31, έξοδα κατανάλωσης νερού. Επιπλέον ζητά γενικές αποζημιώσεις για ταλαιπωρία που υπέστη, τιμωρητικές αποζημιώσεις, τόκους και έξοδα.

 

Στις 8/4/2024 καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση με την οποία ζητά την έκδοση αριθμού διαταγμάτων, όπως, παγοποίησης και μη αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων (τύπου Mareva), έρευνας (Anton Piller) και αποκάλυψης (Norwich Pharmacal).

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από δυο ένορκες δηλώσεις. Στη μια προέβη ο ενάγοντας και στην άλλη, ο Μιχαήλ Ονησιφόρου.

 

Κατά την εξέταση της αίτησης, στις 10/4/2024 εξέφρασα στον ευπαίδευτο δικηγόρο του ενάγοντα τη θέση, ότι εκ πρώτης όψεως, μου φαινόταν ότι η αίτηση θα έπρεπε να είχε επιδοθεί και του ανάφερα ότι εάν είχε διαφορετική θέση, θα έπρεπε να αγορεύσει υπέρ της αίτησης συναφώς με όλες τις πτυχές της. Ο κ. Τρύφωνος - ως είχε κάθε δικαίωμα - δήλωσε ότι θα ήθελε να αγορεύσει όπως και έγινε. Για το σκοπό αυτό υπόβαλε γραπτή αγόρευση. Δεν προτίθεμαι να επαναλάβω το περιεχόμενό της. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί ποιες από τις θέσεις του αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Καθώς έχει νομολογηθεί η έκδοση προσωρινού διατάγματος μονομερώς αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, αφού παρέχεται θεραπεία, χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στην άλλη πλευρά να ακουστεί (βλ. Vuitton v. Δερμοσάκ Λτδ και άλλης (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1453). Επομένως, η μη έγκαιρη προώθηση αίτησης για προσωρινό διάταγμα, εκτός κι αν επεξηγηθεί είναι μοιραία. Μόνο όταν συντρέχουν λόγοι οι οποίοι, εξ αντικειμένου καθιστούν αδύνατη τη γνωστοποίηση του αιτήματος στον αντίδικο μπορεί να δικαιολογηθεί παρέκβαση από τα θέσμια της δίκαιης δίκης και να χορηγηθεί θεραπεία, χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά (βλ. Xατζηβασιλείου ν. White Κnight Holdings Ltd (2004) 1 (A) A.A.Δ.203).

 

«Κατεπείγον» σύμφωνα με τη Χατζηβασιλείου (ανωτέρω):

 

«… θεωρείται ζήτημα, το οποίο  περιέρχεται σε γνώση του προσφεύγοντος σε χρόνο που δεν του παρέχεται η δυνατότητα κίνησης των νενομισμένων διαδικασιών προς γνωστοποίηση του αιτήματος του στον αντίδικο του και εξασφάλιση του δικαιώματος  του δευτέρου να ακουστεί.»

 

Βέβαια, η πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής και το κατά πόσο ο εναγόμενος επηρεάστηκε με οποιοδήποτε τρόπο, λόγω της καθυστέρησης λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση του σχετικού λόγου, ενώ η ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση και η ορατή πιθανότητα επιτυχίας καθιστούν την προστασία του αιτητή επείγον ζήτημα. Στην υπόθεση Ιερά Μητρόπολη Πάφου v. Aristo Developers Ltd (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1377 συγκεφαλαιώνονται οι σχετικές με το θέμα του επείγοντος στην έκδοση προσωρινού διατάγματος, αρχές.  Ακολουθεί το σχετικό απόσπασμα:

 

«Είναι νομολογημένο ότι ένα διάταγμα υπόκειται σε ακύρωση όταν ελλείπει το στοιχείο του κατεπείγοντος διότι αποστερείται με τον τρόπο αυτό η δικαιοδοτική βάση και η εξουσία έκδοσης από το Δικαστήριο του διατάγματος πάνω σε μονομερή βάση (δέστε Stavros Hotel Apartments Ltd (No. 2) (1994) 1 A.A.Δ. 836, 841 και Babel Boutique Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 947, 954).  Όπως τονίστηκε περαιτέρω στη Χ»Βασιλείου ν. White Knight Holdings Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 203, στη σελ. 207: «... Μόνο όπου συντρέχουν λόγοι που εξ αντικειμένου καθιστούν αδύνατη τη γνωστοποίηση του αιτήματος στον αντίδικο, μπορεί να δικαιολογηθεί η παρέκβαση από τα θέσμια της δικαίας δίκης και να χορηγηθεί θεραπεία χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά.».  Επιβεβαίωση της αρχής αυτής έγινε και στην Αίτηση της εταιρείας Quantum Telecommunications Ltd για Certiorari (2005) 1 Α.Α.Δ. 901.  Παρόλο που οι αποφάσεις αυτές εξέτασαν τον κανόνα του επείγοντος στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία χορήγησης προνομιακών ενταλμάτων, εντούτοις είναι πρόδηλο ότι το Δικαστήριο που εκδίδει ex parte το διάταγμα δύναται  από μόνο του να επανεξετάσει μετά από την καταχώρηση της σχετικής ένστασης και το ζήτημα του χρόνου ως στοιχείο που εμπίπτει στα πλαίσια της όλης δικαιοδοσίας του να επικυρώσει ή να ακυρώσει το διάταγμα υπό το φως της ολότητας των γεγονότων. Οι θεραπείες που ζητούνται, το πολύπλοκο της υπόθεσης και η όλη διαφορά επιδρούν αναλόγως επί του παράγοντα του χρόνου.  (δέστε Seamark Consultancy Services Limited κ.ά. ν. Joseph Lasala κ.ά. (2007) 1 Α.Α.Δ. 162,  σελ. 185-186)».

 

Συναφώς με το θέμα παραπέμπω και στην εντελώς πρόσφατη υπόθεση ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ κ.ά. ν. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD και ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΜΠΟΥΛΟΥΤΑΣ κ.ά. ν. CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD, Πολιτικές Εφέσεις Αρ. Ε141/2014 και Ε142/2014,  ημερ. 13/9/2023 και ειδικά στα ακόλουθα αποσπάσματα από τα οποία προκύπτει απόλυτη επαναβεβαίωση όλων των παραπάνω αρχών:

 

« Όπως προσφάτως τονίστηκε στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Nikolai Ivanovich Kazakov, Πολιτική Έφεση Αρ. 72/2022, ημερ. 17/7/2023, «Το δικαίωμα του καθενός να λαμβάνει γνώση για οιαδήποτε δικαστική διαδικασία τον αφορά ή μπορεί να επηρεάσει τα δικαιώματα του και να παραστεί στη διαδικασία και να ακουστεί, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης στην Κύπρο. «Η λυδία λίθος της δίκαιης δίκης είναι το δικαίωμα ακρόασης, όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στη Χριστοφίδης (Αρ.1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 613, 617). Η διεξαγωγή κάθε διαδικασίας στην παρουσία όλων των ενδιαφερομένων ή εφόσον έχουν όλοι δεόντως ειδοποιηθεί, είναι ο κανόνας. Μόνο κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί να δικαιολογηθεί παρέκκλιση από τον θεμελιακό αυτό κανόνα».

 

Στην υπόθεση Cyprus Sulphur κ.ά. v. Παραρλάμα κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1040 λέχθηκε πως:

 

«Η αρχή «ουδείς δικάζεται ανήκουστος» είναι καλά εμπεδωμένη στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης στην Κύπρο. Είναι βασική αρχή δικαίου ότι το Δικαστήριο αποφασίζει τις διαφορές των μερών αφού ακούσει και τους δύο διάδικους. Δεν εκδίδει διαταγή πριν ακούσει και το άλλο μέρος. Αυτό εκφράζεται με το λατινικό αξίωμα audi alteram partem. Κατά παρέκκλιση όμως ο νομοθέτης, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις ή άλλες ιδιάζουσες περιστάσεις, για να είναι αποτελεσματική η θεραπεία, επιτρέπει την έκδοση διαταγμάτων χωρίς ειδοποίηση στο άλλο μέρος. Αυτό έχει νομοθετηθεί με το εδάφιο (1) του Άρθρου 9 του Κεφ. 6.»

 

Για τη χορήγηση θεραπείας χωρίς ειδοποίηση στην άλλη πλευρά το Άρθρο 9(1) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου προβλέπει:-

 

«9.-(1) Κάθε διάταγμα, το οποίο το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει δύναται, όταν αποδειχθεί το κατεπείγον ή άλλες ιδιαίτερες περιστάσεις, να εκδοθεί με αίτηση του ενός από τους διαδίκους χωρίς ειδοποίηση στον άλλο.»

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι το επείγον για την παροχή θεραπείας αποτελεί δικαιοδοτικό όρο. Μόνο, εφόσον καταδεικνύεται το κατεπείγον του αιτήματος, δικαιολογείται, όλως εξαιρετικά, η άσκηση δικαστικής εξουσίας στην απουσία της άλλης πλευράς. Μόνο τότε μπορεί να συγχωρεθεί η παρέκκλιση από το θεμελιώδη κανόνα της δικαιοσύνης, να ακούσει και τα δύο μέρη πριν εκφέρει κρίση (βλ. Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1 Α.Α.Δ. 598, In Re Stavros Hotel Apartments Ltd (1994) 1 Α.Α.Δ. 836 και In Re B.P. CYPRUS LTD (1996) 1(B) Α.Α.Δ. 861).

 

Στην υπόθεση Vuitton v. Δέρμοσακ Λτδ και άλλης (1992) 1 Α.Α.Δ. 1453, σελ. 1462, τονίστηκε ότι:-

 

«Η έκδοση προσωρινού διατάγματος εξ πάρτε, συνιστά εξαιρετικό μέτρο εφόσον παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που αποκλείει την παροχή θεραπείας χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί.»

 

Στην υπόθεση Aspis Liberty Insurance Co Ltd v. Ε. Σιακατίδου, (2014) 1 Α.Α.Δ. 637 υπογραμμίσθηκε ότι:

 

«Ένα διάταγμα υπόκειται σε ακύρωση όταν το στοιχείο του κατεπείγοντος απουσιάζει, εφόσον κατά πάγια νομολογία απουσιάζει κατ’ αναλογίαν το δικαιοδοτικό βάθρο και η εξουσία του Δικαστηρίου για την έκδοση του στην απουσία του αντιδίκου (Stavros Hotel Apartments Ltd (Νο. 2) (1994) 1. Α.Α.Δ. 836, 841, Babel Boutique Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 947, 954, Ιερά Μητρόπολη Πάφου ν. Aristo Developers Ltd (2011) 1 Α.Α.Δ. 1377 και Αμβροσιάδου κ.ά. v. Coward κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 78).»»

 

 

Οι ακόλουθοι ισχυρισμοί του ενάγοντα οι οποίοι περιλαμβάνονται στην υποστηρικτική της αίτησης, ένορκη δήλωσή του θεωρώ ότι αποβλέπουν στο να με πείσουν ότι ικανοποιείται το στοιχείο του κατεπείγοντος ή των άλλων ειδικών περιστάσεων που δικαιολογούν την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων μονομερώς:

 

Οι εναγόμενοι είναι αλλοδαποί, κάτοχοι αγγλικών διαβατηρίων και δεν έχουν ρίζες με την Κυπριακή Δημοκρατία. Μετά από σχετική έρευνα που έγινε από το δικηγόρο του, η μόνη περιουσία που έχει εντοπιστεί στο όνομά τους είναι κινητή και αφορά 4 μηχανοκίνητα οχήματα (παρατίθενται τα στοιχεία τους), συνολικής αξίας €94.000. Περαιτέρω έχει πληροφορίες και βάσιμες υποψίες ότι έχουν  ακόμη δυο οχήματα στο όνομά τους, τα οποία πιστεύει πως απέκτησαν μετά την έρευνα που είχε διεξαχθεί στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών.

 

Πριν λίγο καιρό γνώρισε τυχαία τον κ. Μιχάλη Ονησιφόρου, του οποίου η σύζυγος είναι ιδιοκτήτρια της υφιστάμενης κατοικίας που νοικιάζουν οι  εναγόμενοι και του ανέφερε ότι αυτοί έχουν προβεί σε παρόμοιες πράξεις και/ή συμπεριφορές, οφείλουν ενοίκια, πέραν των €35.000 και αποτάθηκαν σε δικηγόρο για λήψη δικαστικών μέτρων εναντίον τους.

 

Παρεμβάλλεται στο σημείο αυτό ότι ο Ονησιφόρου, στη δική του ένορκη δήλωση επιβεβαιώνει τον ενάγοντα συναφώς με τους παραπάνω ισχυρισμούς του. Επιπλέον αναφέρει τα εξής: νοίκιασαν το ακίνητο τής συζύγου του στους εναγόμενους, δυνάμει συμβολαίου, ημερομηνίας 1/9/2022. Αυτοί δεν καταβάλλουν τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος καθώς και άλλους λογαριασμούς κοινής ωφελείας. Ως έχουν πληροφορηθεί τόσο η ενοικιαζόμενη οικία όσο και ο κήπος βρίσκονται σε κακή κατάσταση και οι εναγόμενοι δεν τους επιτρέπουν ούτε να εισέλθουν στην οικία για επιθεώρηση. Η συμπεριφορά τους, τους κάνει να πιστεύουν ότι έχουν προκαλέσει τεράστιες ζημιές στην περιουσία τους.

 

Συνεχίζοντας ο ενάγοντας, αναφέρει τα εξής:

 

Πιστεύει πως οι εναγόμενοι, με την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων δε θα υποστούν οποιαδήποτε ζημιά, σε αντίθεση με τον ίδιο όπου σε περίπτωση που οι εναγόμενοι αποξενώσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την κινητή περιουσία τους, θα παρεμποδιστεί από το να πετύχει την ικανοποίηση της απόφασης, εάν εκδοθεί υπέρ του και ως εκ τούτου υπάρχει ορατός κίνδυνος να υποστεί τεράστια και ανεπανόρθωτη ζημιά. Οι εναγόμενοι είναι αλλοδαποί και υπάρχει κίνδυνος να εγκαταλείψουν το έδαφος της Δημοκρατίας. Δεν έχουν καμιά άλλη κινητή ή ακίνητη περιουσία στην Κύπρο, πλην αυτής που αναφέρεται στην ένορκη δήλωσή του.

 

Επιπλέον, ως το συμβουλεύει ο δικηγόρος του, τα αιτούμενα διατάγματα με τα οποία ζητά να παραληφθούν και τεθούν υπό φύλαξη τα κινητά των εναγόμενων είναι αναγκαία για σκοπούς απονομής της δικαιοσύνης, καθότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, για το λόγο ότι οι εναγόμενοι υπάρχει πιθανότητα να αποξενώσουν την προαναφερόμενη κινητή περιουσία και να εγκαταλείψουν το έδαφος της Δημοκρατίας.

 

Ενόψει των ανωτέρω, η μονομερής καταχώρηση της αίτησης είναι πλήρως αιτιολογημένη και αναγκαία προς το συμφέρον της δικαιοσύνης και επείγον, όπως εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, χωρίς καθυστέρηση, διότι σε αντίθετη περίπτωση, θα απωλέσει τα ουσιαστικά δικαιώματά του και θα είναι δύσκολο και/ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, παρά την ισχυρή υπόθεση που έχει εναντίον των εναγόμενων.  

 

Η αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη, βασικά, για τους ίδιους λόγους που ακυρώθηκαν ανάλογα διατάγματα τα οποία είχαν εκδοθεί μονομερώς στην ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ (ανωτέρω).

 

Στο σύνολό τους σχεδόν τα ουσιώδη γεγονότα που συνθέτουν τη βάση και κυρίως, τις αιτίες της αγωγής του ενάγοντα (παράβαση σύμβασης και παράνομη επέμβαση σε ακίνητη ιδιοκτησία) περιήλθαν σε γνώση του, το αργότερο, στις 28/11/2021 που μετέβη στην επίδικη κατοικία του και διαπίστωσε ότι οι εναγόμενοι την είχαν εγκαταλείψει και προκάλεσαν σ’ αυτή, τις πολύ σοβαρές ζημιές που αναφέρει ο ίδιος τόσο στην αγωγή όσο και στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση  αίτηση. Παρόλα αυτά, χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση ή δικαιολογία, επέλεξε να καταχωρήσει την αγωγή του, στις 6/7/2023, δηλαδή, ενάμισι και πλέον χρόνο αργότερα και την υπό κρίση αίτηση, 9 και πλέον μήνες μετά την καταχώρηση της αγωγής και σχεδόν, δυόμισι χρόνια από τις 28/11/2021. Εάν όλη αυτή την περίοδο των δυόμισι χρόνων που μεσολάβησαν από τις 28/11/2021 μέχρι και τις 8/4/2024 που καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση δεν ήταν επείγουσα ή κατ’ επείγουσα η αναγκαιότητα έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων δεν μπορεί να είναι σήμερα. Και τούτο, ιδιαίτερα, αν ληφθεί υπόψη, ότι κανένα ουσιώδες γεγονός, πέραν όσων ήταν υπόψη του ενάγοντα, καθ’ ον χρόνο μετέβη στην επίδικη κατοικία του, στις 28/11/2021 έλαβε χώρα μετά την ημερομηνία αυτή που να στοιχειοθετεί το στοιχείο του κατεπείγοντος ή που να διαφοροποιεί, έστω κατ’ ελάχιστον, τις περιστάσεις της υπόθεσης προκειμένου να δικαιολογείται επίκληση εκ μέρους του της δικαιοδοσίας μου κατά το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, το οποίο μου παρέχει εξουσία έκδοσης των αιτούμενων διαταγμάτων στην απουσία της άλλης πλευράς.

 

Το γεγονός ότι, όπως ισχυρίζεται, οι εναγόμενοι, όπως του ανάφερε ο Ονησιφόρου πριν λίγο καιρό έχουν προβεί σε ανάλογες πράξεις και/ή συμπεριφορές και στην κατοικία της συζύγου του, ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ως μεταβολή των περιστάσεων και πολύ περισσότερο, ως ιδιαίτερη περίσταση τη εννοία του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου. Απ’ εκεί και πέρα, οι εναγόμενοι δεν είναι μόνο σήμερα αλλοδαποί, αλλά ήταν και όταν νοίκιαζαν από τον ίδιο την κατοικία του, έπειτα ομολογώ πως δεν αντιλαμβάνομαι γιατί ενώ όλη αυτή την περίοδο των δυόμισι χρόνων από τις 28/11/2021 μέχρι και την ημερομηνία καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης, δεν υπήρχε κίνδυνος αυτοί να εγκαταλείψουν την Κύπρο, υπάρχει τέτοιος κίνδυνος μετά από την ημερομηνία καταχώρησης της αίτησης και το ίδιο ισχύει και για τον ισχυρισμό του ότι είναι επείγον να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, χωρίς καθυστέρηση, διότι σε αντίθετη περίπτωση θα είναι δύσκολο και/ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Και να συμβεί αυτό, ο ενάγοντας θα πρέπει να αιτιάται μόνο τον εαυτό του και την αδικαιολόγητη αδράνεια και απραξία του να αποταθεί στο Δικαστήριο καταχωρώντας την παρούσα αγωγή καθώς και την υπό κρίση αίτηση, χρόνια προηγουμένως. Με τη στάση του όλη αυτή την περίοδο, εξουδετέρωσε πλήρως το στοιχείο του κατεπείγοντος το οποίο επικαλείται σήμερα για να πετύχει την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων μονομερώς.

 

Στην ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ (ανωτέρω), όπου η αίτηση καταχωρήθηκε 5 και πλέον μήνες μετά που είχε καταχωρηθεί η αγωγή, το Εφετείο,  αφού θεώρησε ότι με δεδομένη τη χρονική διάσταση μεταξύ της ημερομηνίας καταχώρισης της αγωγής και της ημερομηνίας καταχώρισης της μονομερούς αίτησης, είχε ιδιαίτερη σημασία να αναδειχθούν από την ίδια την ένορκη δήλωση που υποστήριξε τη μονομερή αίτηση, οι λόγοι της σημειωθείσας καθυστέρησης θεώρησε ως γενικόλογες και αόριστες αναφορές, τους προβαλλόμενους λόγους και παρέπεμψε στο απόσπασμα που ακολουθεί από την υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2016) 1 Α.Α.Δ. 25:

 

«προς απόδοση μονομερώς θεραπείας και μάλιστα στα στενά πλαίσια που επιβάλλει η φύση της υπό εξέταση αίτησης, θα έπρεπε να προβληθούν συγκεκριμένοι και σαφείς ισχυρισμοί που να διαφοροποιούν τα πράγματα από τη «συνήθη περίπτωση» και να δικαιολογούν την ύπαρξη του κατεπείγοντος με τέτοια ένταση, ώστε να μην μπορούσε να δοθεί χρόνος λίγων ημερών για να κοινοποιηθεί η αίτηση στην άλλη πλευρά».

 

Για να προσθέσει με τη σειρά του τ’ ακόλουθα:

 

«Αόριστοι και γενικόλογοι ισχυρισμοί, όπως εν προκειμένω, ασφαλώς και δεν στοιχειοθετούσαν, ούτε θεμελίωναν, την ύπαρξη ανάγκης για παροχή θεραπείας άνευ ειδοποιήσεως.

 

 Όπως είναι νομολογημένο, ένας διάδικος που αιτείται μονομερώς θεραπεία από το Δικαστήριο πρέπει να προσκομίσει μαρτυρία σχετικά με τη χρονική στιγμή κατά την οποία περιήλθαν στη γνώση του τα γεγονότα τα οποία επικαλείται και να δείξει ότι κατά την εν λόγω χρονική στιγμή δεν του παρείχετο η δυνατότητα να κινήσει τις νενομισμένες διαδικασίες.»

 

Και λίγο παρακάτω:

 

«..όταν προβάλλεται ο κίνδυνος αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων και μάλιστα στην απουσία της άλλης πλευράς, αναμένεται η παράθεση στέρεης και συγκεκριμένης μαρτυρίας («solid evidence») που να τον θεμελιώνει. Δεν αρκούν αόριστοι ισχυρισμοί (βλ. Resola (πιο πάνω)). Διατάγματα που απαγορεύουν σε διάδικο να αποξενώσει τα περιουσιακά του στοιχεία ανά το παγκόσμιο, έχουν χαρακτηριστεί από τη νομολογία ως «δρακόντεια μέτρα» ή «ως πυρηνικά όπλα». Όπως υπογραμμίστηκε στην υπόθεση Derby & Co. Ltd and Others v. Weldon and Other [1990] Ch. 48:»

 

Στην προκειμένη περίπτωση - για να επαναλάβω - ουδείς λόγος προβάλλεται από τον ενάγοντα που να αιτιολογεί έστω τη σημειωθείσα καθυστέρηση των 9 και πλέον μηνών που υπήρξε από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής μέχρι και την ημερομηνία καταχώρισης της υπό κρίση μονομερούς αίτησης, πολλώ μάλλον, που αυτό που όφειλε να κάνει, σύμφωνα με την ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ήταν να προσκομίσει μαρτυρία σχετικά με τη χρονική στιγμή κατά την οποία περιήλθαν στη γνώση του τα γεγονότα τα οποία επικαλείται και να δείξει ότι κατά την εν λόγω χρονική στιγμή δεν του παρεχόταν η δυνατότητα να κινήσει τις νενομισμένες διαδικασίες. Που με απλά λόγια σημαίνει ότι όφειλε να εξηγήσει πειστικά με μαρτυρία για ποιο λόγο ή λόγους δεν μπορούσε να καταχωρήσει την υπό κρίση αίτηση, οποτεδήποτε μετά τις 28/11/2021 που περιήλθαν σε γνώση του όλα τα ουσιώδη γεγονότα που επικαλείται για σκοπούς στοιχειοθέτησης της αίτησης. Το ίδιο ισχύει και για τον κατ’ ισχυρισμό του, κίνδυνο αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων, για τον οποίο σύμφωνα με την ίδια απόφαση, ενώ όταν προβάλλεται αναμένεται η παράθεση στέρεης και συγκεκριμένης μαρτυρίας («solid evidence») που να το θεμελιώνει, στην προκειμένη περίπτωση, ίχνος τέτοιας μαρτυρίας υπάρχει, παρά μόνο, γενικά και αόριστα, επίκληση του κινδύνου. Στην απουσία τέτοιας μαρτυρίας, σημαίνει ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος. Για να χρησιμοποιήσω το λεκτικό του Εφετείου στην ίδια απόφαση (ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ) - με τις αναγκαίες αναπροσαρμογές -, αν υφίστατο κίνδυνος αποξένωσης, αυτός θα ήταν υπαρκτός, τουλάχιστον από το στάδιο καταχώρισης της αγωγής και θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, υπό τη μορφή της πραγματικής αποξένωσης, σε οποιοδήποτε στάδιο από της καταχώρισής της και εντεύθεν. Η αδράνεια και η εν γένει συμπεριφορά του ενάγοντα αποκαλύπτει ότι στην πραγματικότητα, αυτός δεν πιστεύει ότι υπήρχε ή υπάρχει κίνδυνος αποξένωσης και ότι απλώς τον προβάλλει σήμερα για να εξασφαλίσει τα προσωρινά διατάγματα.

 

Δε νομίζω πως χρειάζεται να επεκταθώ.

 

Χάριν πληρότητας της απόφασής μου και για το ενδεχόμενο που οι μέχρι τώρα διαπιστώσεις μου κριθούν εσφαλμένες σε ανώτερο επίπεδο δικαστικής κρίσης, δηλαδή έφεσης, να πω απλώς, ότι, εάν ο ενάγοντας ικανοποιούσε το δικαιοδοτικό όρο του κατεπείγοντος, θα ήμουν διατεθειμένος να εκδώσω τα δυο από τα τρία διατάγματα τύπου Mareva (υπό Α και Δ σύμφωνα με την αίτηση) για τα οποία θεωρώ ότι πληρούνται και οι τρεις ουσιαστικές προϋποθέσεις έκδοσής τους με βάση το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, ως επίσης και ότι θα ήταν δίκαιο και εύλογο να τα εκδώσω. Με τα δυο αυτά διατάγματα, θα δέσμευα χρηματικό ποσό, ύψους €100.000 το οποίο βρίσκεται κατατεθειμένο σε τραπεζικό λογαριασμό των εναγόμενων ή οποιουδήποτε από αυτούς και θα απαγόρευα τη μεταβίβαση και/ή αποξένωση και/ή μεταφορά εκτός δικαιοδοσίας των 4 οχημάτων, ιδιοκτησίας τους.

 

Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η αίτηση απορρίπτεται.

 

Καμιά διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                                  (Υπ.) …..……..…………………

                                                                                 Κ. Κωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΚΚ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο