ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Πασιαρδή, Ε.Δ.


 

Παραπομπή αρ. 28/2012


 


Μεταξύ:


Λεωνίδας Κωνσταντίνου Ευαγόρου, εκ Πισσουρίου

 

-και-


 

Απαιτητή


 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

Αποζημιούσας Αρχής

 


 

Μεταξύ:


Παραπομπή αρ. 31/2012

 

Ξένιος Κώστα Ευαγόρου, εκ Πισσουρίου

Απαιτητή

-και-


Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Αποζημιούσας Αρχής

 


 

Μεταξύ:


Παραπομπή αρ. 33/2012

 

Αρίστος Κώστα Ευαγόρου, εκ Πισσουρίου

Απαιτητή

-και-


 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Αποζημιούσας Αρχής

 

Παραπομπή αρ. 6/2017

Μεταξύ:

 


1.    Michael Stevenson, από Αγγλία

2.    Suzan Mary Claire Turmelty Stevenson, από Αγγλία

 

-και-


 

Απαιτητών


Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Αποζημιούσας Αρχής


ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ημερομηνία: 31 Μαΐου 2024

Εμφανίσεις:

Για τον Απαιτητή στην Παραπομπή 31/2012: κ. Ε. Πίτρος μαζί με κα Π. Λεάνδρου για Ευτύχιος Πίτρος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε

Για τους Απαιτητές στις Παραπομπές 28/2012 και 33/2012: κ. Ε. Πίτρος μαζί με κα Π. Λεάνδρου για κα Ε. Πουλλά - Μακαρούνα

Για τους Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017: κα. Κ. Λιασίδου για Ανδρέας Κονναρής Δ.Ε.Π.Ε

Για την Αποζημιούσα Αρχή: κα. Δ. Κουρουσίδου για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Εισαγωγή

 

 

1.    Οι υπό εξέταση συνενωμένες Παραπομπές αφορούν απαίτηση προς καθορισμό αποζημίωσης επί ακινήτου που βρίσκεται στην τοποθεσία Μέσα Χωρίο στο Πισσούρι της επαρχίας Λεμεσού με αριθμό εγγραφής [ ], τεμάχιο [ ], Φ/Σχ. 57/5227V01 (LVII/5viI) («το Ακίνητο»). Όπως προκύπτει από τις δικογραφημένες θέσεις των Απαιτητών στις Παραπομπές 28, 31 και 33/2012 τα εν λόγω πρόσωπα αξιώνουν τον καθορισμό του ύψους της αποζημίωσης για το απαλλοτριωμένο Ακίνητο υπό την ιδιότητα τους ως οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του Ακινήτου κατέχοντας 1/3 μερίδιο έκαστος.

 

2.    Οι Απαιτητές στην Παραπομπή με αριθμό 6/2017 προωθούν την δική τους Παραπομπή ως αγοραστές οικίας που βρισκόταν το 2000 υπό ανέγερση στο 1/3 του Ακινήτου δυνάμει Συμφωνίας Πώλησης ημερομηνίας 20/09/2000

«Συμφωνία Πώλησης») μεταξύ των ιδίων και των Απαιτητών στις υπόλοιπες Παραπομπές. Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης στην Παραπομπή 6/2017 οι Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017 κατέβαλαν το ποσό των 90,000 Λ.Κ και με το οποίο ισχυρίζονται ότι έχουν εξοφλήσει το συμφωνηθέν ποσό, η υπό ανέγερση κατοικία ολοκληρώθηκε το 2002 και όμως κατεδαφίστηκε το 2012. Βάσει των πιο πάνω και με δεδομένο ότι η Συμφωνία Πώλησης κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο στις 29/09/2000 με αριθμό κατάθεσης ΠΩΕ/950/2000 οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι δικαιούνται να εγγραφούν ως ιδιοκτήτες του 1/3 του Ακινήτου και αυτοί είναι που δικαιούνται να λάβουν την όποια αποζημίωση αποφασίσει το Δικαστήριο ότι πρέπει να αποδοθεί για το εν λόγω 1/3 του Ακινήτου.

 

3.    Κατά την εμφάνιση ημερομηνίας 17/11/2023 ανέκυψε ως ζήτημα ότι αμφισβητείται η νομιμοποίηση των Απαιτητών της Παραπομπής 6/2017 να προωθούν την δική τους Παραπομπή και αντίστροφα τέθηκε ζήτημα νομιμοποίησης του Απαιτητή στην Παραπομπή 31/2012, ο οποίος θα ήταν ο


ιδιοκτήτης του 1/3 του μεσαίου μεριδίου το οποίο θα προέκυπτε από τον διαχωρισμό του Ακινήτου. Όλα τα μέρη συμφώνησαν και το Δικαστήριο αποφάσισε όπως εξετάσει το ζήτημα προδικαστικά, νοουμένου ότι τα μέρη θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε παραδεκτά γεγονότα επί των οποίων θα εκδικάζετο το ως άνω προδικαστικό νομικό σημείο, που άπτεται της νομιμοποίησης των Απαιτητών στις Παραπομπές 31/2012 και 6/2017 να προωθούν τις δικές τους Παραπομπές.

 

4.    Στα πλαίσια της εν λόγω προδικαστικής εξέτασης ουσιαστικά συμμετείχαν μόνο οι Απαιτητές στις Παραπομπές 31/2012 και 6/2017 και οι συνήγοροι τους πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας που αφορούσε το υπό εξέταση νομικό σημείο εκ συμφώνου προέβηκαν στα ακόλουθα παραδεκτά γεγονότα:

 

·         Ο Απαιτητής στην Παραπομπή αρ. 31/2012 είναι ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του 1/3 μεριδίου του ακινήτου με αρ. εγγραφής [ ], τεμάχιο [ ] Φ/Σχ 57/57/5227V01 (LVII/5viI), εκτάσεως 1087 τ.μ, στην τοποθεσία Μέσα Χωριό στο Πισσούρι της επαρχίας Λεμεσού.

·         Η Συμφωνία Πώλησης ημερομηνίας 20/09/2000 με τίτλο “Contract of Sale” υπογράφθηκε μεταξύ των 1) Ζένιου Κωνσταντίνου Ευαγόρου 2) Μαρίας Λεωνίδα Αριστείδου και 3) Άριστου Κωνσταντίνου Ευαγόρου και των Απαιτητών στην Παραπομπή αρ.6/2017, κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο για σκοπούς ειδικής εκτέλεσης στις 29/09/2000 με αρ. κατάθεσης ΠΩΕ 950/2000.

·         Ο ξεχωριστός τίτλος για την οικία, στην οποία αφορά η Συμφωνία Πώλησης, δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα

·         Μέχρι σήμερα δεν έγινε η μεταβίβαση του ξεχωριστού τίτλου της οικίας επ’ ονόματι των Απαιτητών στην Παραπομπή αρ.6/2017.

·         Η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης του επίδικου ακινήτου (Διοικητική Πράξη με αρ. 1138) δημοσιεύτηκε στο Μέρος ΙΙ του Τρίτου Παραρτήματος της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με αρ.4396, στις 31/12/20210.

·         Το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης του επίδικου ακινήτου (Διοικητική Πράξη με αρ.705) δημοσιεύτηκε στο Μέρος ΙΙ του Τρίτου Παραρτήματος της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με αρ.4433 στις 05/08/2011.

 

 

Ακρόαση του προδικαστικού σημείου

5.    Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων, προσκόμισαν στο Δικαστήριο γραπτές αγορεύσεις και αγόρευσαν προφορικά επί του ζητήματος. Επισημαίνω, ότι τα επιχειρήματα αμφότερων των πλευρών εξετάστηκαν σε όλη τους την εμβέλεια από το Δικαστήριο χωρίς να υπάρχει ανάγκη ειδικής επίκλησής τους καθότι δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος


που προβάλλεται (BITONIC LTD v. BΑNK OF MOSCOW-BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK "BANK OF MOSCOW" (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), Πολιτική ΄Εφεση Αρ.

117/2018, 16/3/2022, Νίκος Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

6.    Για σκοπούς πληρότητας αναφέρω ότι μετά που επιφυλάχθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου και ενώ το Δικαστήριο προέβαινε στη συγγραφή της απόφασης το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να ασκήσει την εξαιρετικά σπάνια συμφυή εξουσία του για επανάνοιγμα της διαδικασίας (Μαυρογένη ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.α. Αρ. 1, (1996) 1 (Α) ΑΑΔ 49 και Μιχαήλ ν. Λαπίθη, Πολιτική Έφεση 336/11, ημερομηνίας 12.1.2018, ECLI:CY:AD:2018:A13). Ο λόγος που ασκήθηκε αυτή η εξουσία ήταν για να δοθεί η ευκαιρία στους συνηγόρους των μερών να τοποθετηθούν και να επιχειρηματολογήσουν αποκλειστικά επί του περιεχομένου του άρθρου 5(5) του περί Πώλησης Ακινήτων Ειδική Εκτέλεση Νόμου 2011 που άπτεται των συνεπειών κατάθεσης της Συμφωνίας Πώλησης στο Κτηματολόγιο το οποίο θα αναλυθεί στη συνεχεία, στο οποίο ουδείς από τους συνηγόρους με παρέπεμψε ούτε και επιχειρηματολόγησαν επ’ αυτού. Κατόπιν εμφάνισης και αγόρευσης των συνηγόρων, η απόφαση επιφυλάχθηκε εκ νέου.

 

 

Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα

7.    Το ζήτημα της νομιμοποίησης ενός διαδίκου να προωθεί μια δικαστική διαδικασία, αποτελεί στο τέλος της ημέρας ζήτημα δημόσιας τάξης, δυνάμενο να εγερθεί ακόμα και αυτεπάγγελτα (ex proprio motu) (Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Επίσημου Παραλήπτη ως Εκκαθαριστή της Περιουσίας της DK Intercity Buses Λάρνακας Λτδ κ.ά., Πολ. Έφ. Αρ. 388/2011, ημερ. 07/07/2017), ECLI:CY:AD:2017:A256.

 

8.    Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το Δικαστήριο με την παρούσα ενδιάμεση απόφαση καλείται να αποφασίσει κατά πόσο οι Απαιτητές στις Παραπομπές 31/2012 και 6/2017 νομιμοποιούνται να προωθούν την δική τους Παραπομπή. Τα πρόσωπα που δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση κατόπιν απαλλοτρίωσης ακινήτου καθορίζονται στα όσα προνοούνται στο άρθρο 11 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου, Ν.15/1962 (ο «Νόμος Απαλλοτρίωσης»), το οποίο παραθέτω αυτούσιο:

 

«11(1) Το εις αποζημιώσιν δι΄ απαλλοτρίωσιν ιδιοκτησίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου δικαιούμενον πρόσωπον είναι ο ιδιοκτήτης της τοιαύτης ιδιοκτησίας (ο τοιούτος όρος αναφορικώς προς ακίνητον ιδιοκτησίαν περιλαμβάνει και το πρόσωπον όπερ δικαιούται να εγγραφή ως ιδιοκτήτης της ιδιοκτησίας ταύτης).

 

Νοείται ότι-


(α) οσάκις η ιδιοκτησία δι΄ την καταβάλληται αποζημίωσις δυνάμει του παρόντος Νόμου υπόκειται εις ενέχυρον ή βαρύνεται διά της πληρωμής οιουδήποτε ποσού ησφαλμένου δι΄ υποθήκης εγγραφής δικαστικής αποφάσεως ή οιουδήποτε ετέρου εμπραγμάτου βάρους ή εμπραγμάτου ασφαλείας, δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου, εις τον ενεχυρούχον, ενυπόθηκον ή εκ δικαστικής αποφάσεως δανειστήν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εις οιονδήποτε έτερον πρόσωπον προς όφελος ούτινος υφίσταται αποζημιώσις ή μέρος επαρκές διά την ολικήν ή μερικήν απόσβεσιν του οφειλομένου χρέους, συμφώνως προς την υφιστάμενην προτεραιότητα του τοιούτου ενεχύρου, υποθήκης, εγγραφής δικαστικής αποφάσεως ή ετέρου εμπραγμάτου βάρους ή ασφαλείας∙

 

(β)  οσάκις η ιδιοκτησία δι΄ ην καταβάλλεται αποζημίωσις δυνάμει του παρόντος Νόμου υπόκειται εις σύμβασιν μισθώσεως ενοικιαγοράς, εις τον μισθωτήν καταβάλλεται μέρος της αποζημιώσεως επαρκές, διά να αποζημιώση αυτόν διά πάσαν, εκ του τερματισμού της μισθώσεως ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ενοικιαγοράς προκύψασαν, ζημίαν:

 

(2)              Ανεξαρτήτως παντός εν εδαφίω (1) διαλαμβανομένου, αποζημίωσις καταβάλλεται ωσαύτως εις παν πρόσωπον όπερ ήθελεν αποδείξει, διά διατάγματος αρμοδίου δικαστηρίου, δικαίωμα ή συμφέρον επί της ιδιοκτησίας αναφορικώς προς την καταβάλλεται αποζημίωσις.

 

(3)              Εις περίπτωσιν διαφωνίας ως προς το πρόσωπον όπερ δικαιούται εις την αποζημίωσιν ή μέρος αυτής αναφορικώς προς ιδιοκτησίαν απαλλοτριωθείσαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή ως προς το ποσόν εις ο το τοιούτον πρόσωπον δικαιούται, το Δικαστήριον αποφαίνεται επί της τοιαύτης διαφωνίας τη αιτήσει της απαλλοτριούσης αρχής ή παντός ενδιαφερομένου διά την ιδιοκτησίαν προσώπου».

 

 

9.    Αναφέρω από αυτό το σημείο ότι δεν έχω εντοπίσει ούτε και παραπέμφθηκα σε δεσμευτική νομολογία είτε του Εφετείου είτε του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην οποία να έχουν τύχει ερμηνείας και εφαρμογής τα όσα προνοεί το άρθρο

11 του Νόμου Απαλλοτρίωσης αναφορικά με τα «πρόσωπα» που είναι δικαιούχοι εν τη έννοια του εν λόγω άρθρου. Εντούτοις, έχω εντοπίσει την ΚΑΠΝΟΥΛΛΑΣ ν. ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΩΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ.

395/2012, 31/5/2019 στην οποία υπήρξε σχολιασμός επί των προνοιών του άρθρου 12 του Περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμος του 1962 (Ν.21/1962), του οποίου οι πρόνοιες είναι σχεδόν πανομοιότυπες με αυτές του άρθρου 11 του Νόμου Απαλλοτρίωσης και από την οποία κρίνω ότι δύναμαι να αντλήσω καθοδήγηση. Ειδικότερα στην εν λόγω απόφαση λέχθηκαν τα εξής:


«Το άρθρο 12 αφορά σε καταμερισμό αποζημίωσης, όπου ρητώς προνοεί στο εδάφιο (1) τον τρόπο καταμερισμού αποζημίωσης που αφορά τον ιδιοκτήτη. Πρώτον, εάν η ιδιοκτησία υπόκειται σε ενέχυρο ή προηγούμενη κατά τον τρόπο που ορίζεται, επιβάρυνση, ενυπόθηκη, δικαστική, ή άλλη, τότε καταβάλλεται το καταβλητέο ποσό ή μέρος αυτού για την ολική ή μερική απόσβεση του χρέους, σύμφωνα με την υφιστάμενη προτεραιότητα του ενεχύρου, υποθήκης, κλπ. Δεύτερο, εάν η ιδιοκτησία υπόκειται σε ενοικιαγορά, τότε καταβάλλεται προς το μισθωτή μέρος της καταβλητέας αποζημίωσης προς ικανοποίηση απαιτήσεως που ο ενοικιαγοραστής ήθελε προβάλει. Επομένως, και στις δύο περιπτώσεις η αποζημίωση δίδεται στον ιδιοκτήτη ή πρόσωπο που έχει ιδιοκτησιακό συμφέρον επί της νόμιμης απόκτησης της ιδιοκτησίας αυτής. Τα δε εδάφια (2) και (3), τα οποία ενδιαφέρουν στην παρούσα περίπτωση, έχουν ως ακολούθως:

 

«(2) Ανεξαρτήτως παντός εν τω παρόντι Νόμω διαλαμβανομένου, αποζημίωσις καταβάλλεται ωσαύτως εις παν πρόσωπον όπερ ήθελεν αποδείξει, διά διατάγματος αρμοδίου δικαστηρίου, δικαίωμα ή συμφέρον επί της ιδιοκτησίας αναφορικώς προς ην καταβάλλεται αποζημίωσις.

 

(3) Εις περίπτωσιν διαφωνίας ως προς το πρόσωπον όπερ δικαιούται εις την αποζημίωσιν ή μέρος αυτής, αναφορικώς προς ιδιοκτησίαν επιταχθείσαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή ως προς το ποσόν εις ο το τοιούτον πρόσωπον δικαιούται, το δικαστήριον αποφαίνεται επί της τοιαύτης διαφωνίας τη αιτήσει της επιτασσούσης αρχής, ή παντός ενδιαφερομένου εις την ιδιοκτησίαν προσώπου.»

 

Στην υπόθεση Παντελίδης ν. Γιάννος & Λούης Κατασκευαί Λτδ (2001) 1 (Β) ΑΑΔ, στην οποία, επίσης, αντικείμενο εξέτασης ήταν διαδικασία προς καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης συνεπεία επίταξης, τονίστηκε ότι η απαίτηση θα πρέπει να προέρχεται από τους συνιδιοκτήτες ή από πρόσωπο με την ιδιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Η απόδειξη δικαιώματος ή συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 12(2), πρέπει να έχει ευθέως αναφορά στην ιδιοκτησία, σε περίπτωση δε διαφωνίας κατά το εδάφιο (3), το Δικαστήριο αποφαίνεται σχετικώς ποιο είναι το δικαιούχο πρόσωπο και αυτό γίνεται με αίτηση είτε από την επιτάσσουσα αρχή, είτε από το

«ενδιαφερόμενο εις την ιδιοκτησία πρόσωπο».

 

Στα πλαίσια της πρωτόδικης διαδικασίας δηλώθηκε ότι δόθηκε από την επιτάσσουσα αρχή αποζημίωση στους ιδιοκτήτες των επίδικων τεμαχίων.  Προφανώς,  δεν  ζητήθηκε  από  τον  εφεσείοντα  να


καθοριστεί δικαίωμα ή συμφέρον επί των επιταχθέντων ακινήτων κατά την επιταγή του άρθρου 12(2) του Νόμου, διαδικασία που έδει να προηγείτο απαραιτήτως πριν δοθεί η αποζημίωση και προφανώς ούτε και η επιτάσσουσα αρχή αναζήτησε άλλο πρόσωπο προς το οποίο να καταμεριστεί η αποζημίωση, αν τέτοιο άλλο πρόσωπο το δικαιούτο. Όπως ήδη λέχθηκε στην αρχή του σκεπτικού, επιστολή του εφεσείοντα προς την επιτάσσουσα αρχή για καταβολή προς αυτόν αποζημίωσης διαβιβάστηκε στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ως το αρμόδιο για να αποφασίσει τον υπολογισμό του ποσού που θα καταβαλλόταν στους ιδιοκτήτες. Προφανώς, η Δημοκρατία δεν θεώρησε τον εφεσείοντα ως ενδιαφερόμενο πρόσωπο, εν τη εννοία του Νόμου προσώπου που έχει νομίμως αξίωση επί της ιδιοκτησίας αυτής καθ΄ αυτής, ώστε να τύχει αποζημίωσης.

 

Ο εφεσείων ήταν απλός ενοικιαστής. Κανένα δικαίωμα ή αξίωση επί της ιδιοκτησίας δεν είχε, ούτε μπορούσε να αντλήσει εκ της ενοικίασης ή και υπενοικίασης και μόνο. Η αποζημίωση που καταβάλλεται είναι μία και επιμερίζεται στον ή στους ιδιοκτήτες της γης που αποστερούνται την απόλαυση της για το ορισμένο χρονικό διάστημα της επίταξης.

 

Ακριβώς η ύπαρξη ή αξίωση επί της ιδιοκτησίας είναι εκείνη που συνιστά τον πυρήνα του δικαιώματος αποζημίωσης. Είναι γι΄ αυτό το λόγο που το άρθρο 8(1)(β) ρητά προβλέπει ότι όταν η ιδιοκτησία κατά το χρόνο της επίταξης χρησιμοποιείτο για την ενάσκηση επιχείρησης, εμπορίου, ελευθερίου ή άλλου τινός επαγγέλματος, τότε η αποζημίωση ισούται με τη ζημιά που ο ιδιοκτήτης «ευθέως υπέστη ως εκ της επιτάξεως».

 

έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

 

10. Από το λεκτικό των ως άνω άρθρων συνάγεται ξεκάθαρα ότι πέραν του ιδιοκτήτη γης, η οποία απαλλοτριώνεται ή επιτάσσεται, ο οποίος είναι και ο βασικός δικαιούχος σε αποζημίωση, δικαίωμα αποζημίωσης έχουν και άλλα πρόσωπα τα οποία βεβαίως είναι σε θέση να αποδείξουν ότι έχει επηρεασθεί κάποιο δικαίωμα τους επί της ακίνητης ιδιοκτησίας. Ουσιαστικά αυτό που τελεί υπό αμφισβήτηση είναι το ποιος δύναται να αποτελεί τον ιδιοκτήτη για σκοπούς του άρθρου 11, το οποίο όπως έχει ήδη παρατεθεί πιο πάνω συμπεριλαμβάνει για να το θέσω διαφορετικά «πρόσωπο δικαιούμενο σε εγγραφή». Οι Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017 ισχυρίζονται ότι ως αποτέλεσμα της καταχώρισης της Συμφωνίας Πώλησης στο Κτηματολόγιο αυτοί πρέπει να θεωρούνται ως ιδιοκτήτες για σκοπούς του άρθρου 11 καθότι δημιουργήθηκε εμπράγματο βάρος προς όφελος τους. Αυτή η θέση βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με την ιδιότητα του Απαιτητή στην Παραπομπή 31/2012 ως ο εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης του 1/3 του επίδικου ακινήτου και προφανώς δεν δύναται να αποδοθεί σε δύο πρόσωπα αποζημίωση επί ταυτόσημου συμφέροντος, ήτοι ότι και


οι δύο αποτελούν ιδιοκτήτη της ιδιοκτησίας εν τη έννοια του άρθρου 11. Επισημαίνω ότι δεν υπάρχει οποιοσδήποτε ορισμός στον Περί Απαλλοτρίωσης Νόμο των λέξεων «πρόσωπov όπερ δικαιoύται vα εγγραφή ως ιδιoκτήτης» εντούτοις για τους λόγους που θα εξηγήσω στην συνέχεια δεν δύναμαι αλλά ούτε και ενδείκνυται να τον ερμηνεύσω σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας, ελλείψει και σχετικής επιχειρηματολογίας από τους διαδίκους επί τούτου.

 

11. Η θέση που ουσιαστικά προβλήθηκε από τον συνήγορο του Απαιτητή στην Παραπομπή 31/2012 είναι ότι με δεδομένο ότι δεν κινήθηκε από τους Απαιτητές της Παραπομπής 6/2017 οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία (ενδεικτικά αναφέρεται σε έγερση αγωγής για παράβαση σύμβασης ή διαδικασία για έκδοση διατάγματος ειδικής εκτέλεσης) ώστε να τύχει αναγνώρισης με διάταγμα Δικαστηρίου, το όποιο ιδιοκτησιακό δικαίωμα των Απαιτητών στην Παραπομπή 6/2017, τότε αυτοί δεν δικαιούνται να προβάλλουν οποιαδήποτε αξίωση για αποζημίωση για την απαλλοτρίωση του ακινήτου. Στηρίζεται, επί τούτου στα όσα θεωρεί ότι προνοεί το άρθρο 11(2) το οποίο και αναφέρεται στην απόδειξη του δικαιώματος ή συμφέροντος μέσω διατάγματος δικαστηρίου. Όπως καθίσταται αντιληπτό, με την προβολή της εν λόγω θέσης εγείρονται ζητήματα ερμηνείας του εν λόγω άρθρου.

 

12. Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί κεντρική επιδίωξη και στόχος του ερμηνευτικού έργου πρέπει πάντοτε να είναι η διακρίβωση της πρόθεσης του νομοθέτη (Κωμοδρόμος ν. WHITE KNIGHT HOLDINGS LTD. (2010) 1 ΑΑΔ 1903). Στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΑΗΚ ν. ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΤΔ (όπως μετονομάστηκε την 21.9.2001) (2006) 3 ΑΑΔ 151:

 

«Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, όταν η φρασεολογία μιας νομοθετικής διάταξης είναι σαφής, τότε αποδίδεται στις λέξεις η φυσική και συνήθης έννοιά τους. (Βλ. Halsbury's "Laws of England" 3rd Edition, V. 36, para 579, Odger's "The Construction of Deeds and Documents" 4th Edition, 173, Μακεδόνας ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 162, Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Πλάζα Λτδ ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερμασόγειας (1998) 3 Α.Α.Δ. 348 και Ghalanos Distributors Ltd. v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 528). Όμως σε περιπτώσεις όπου εμφανίζεται μια ασάφεια στη γραμματική ερμηνεία ενός νομοθετήματος, επιτρέπεται η καταφυγή στην τελεολογική ερμηνεία και ο προσανατολισμός μέσω των σκοπών του νομοθέτη. Όμως πρέπει να σημειωθεί ότι η τελεολογική προσέγγιση δεν επιτρέπει την απόκλιση από ρητές νομοθετικές διατάξεις ή την τροποποίηση του κειμένου. (Βλ. Odger's "The Construction of Deeds and Documents" 4th Edition, 174). Όπως έχει τονισθεί χαρακτηριστικά στην υπόθεση Κ.Ο.Τ. ν. Παπαδόπουλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 86, 89:


'Η τελεολογική μέθοδος ερμηνείας των νόμων (teleological, purposive interpretation) επιτρέπει οποτεδήποτε το κείμενο της νομοθεσίας παρέχει την ευχέρεια, την απόδοση της ερμηνείας εκείνης που αποτελεσματικότερα προωθεί την ευόδωση των κατά άλλα έκδηλων σκοπών του νομοθέτη. Δεν δικαιολογεί όμως η τηελεολοηική μέθοδος ερμηνείας, ούτε καθιστά εφικτή, ούτε επιτρέπει την απόκλιση από τις ρητές διατάξεις της νομοθεσίας ή τη μεταβολή του κειμένου της. Όπου οι πρόνοιες της νομοθεσίας είναι σαφείς το κείμενο της αποτελεί το μόνο αυθεντικό οδηγό για τους συγκεκριμένους σκοπούς του νομοθέτη».

έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

13. Ο Νόμος Απαλλοτρίωσης στο σύνολο του προφανώς στοχεύει πρωτίστως στην αποζημίωση «πάν ενδιαφέρομενου προσώπου» για τον περιορισμό που δύναται να επέλθει στο συνταγματικό δικαίωμα της κατοχής και απόλαυσης περιουσίας όπως αυτό προνοείται στο άρθρο 23 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην απόφαση ΚΑΠΟΝΙΔΗΣ κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, Πολιτικές Εφέσεις Αρ.

204/13, 205/13, 206/13 και 207/13, 2/7/2019, λέχθηκαν τα εξής χαρακτηριστικά αν και η εν λόγω απόφαση αφορούσε την αφορούσε τον τρόπο υπολογισμού του ύψους της αποζημίωσης «Η όλη φιλοσοφία της νομοθεσίας περί απαλλοτριώσεως σε συνδυασμό με την κατοχύρωση του δικαιώματος προστασίας της περιουσίας κατά το Άρθρο 23 του Συντάγματος, στοχεύει στην αποστέρηση της περιουσίας ως αποτέλεσμα απαλλοτρίωσης για το δημόσιο βέβαια συμφέρον με ανάλογη αποζημίωση η οποία λογικά έχει αναφορά στο χρόνο που το κράτος ή η δημοτική αρχή αποφάσισε να προχωρήσει σε έργα δημοσίας ωφέλειας και προς τούτο δημοσιοποιεί με τον πλέον επίσημο τρόπο την απόφαση δημοσιεύοντας τη Γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα.

έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

14. Στο άρθρο 9 σε σχέση με τα πρόσωπα που δύναται να εγείρουν διαδικασία για τον καθορισμό του ύψους της αποζημίωσης αλλά και τον καταμερισμό αυτής σε πρόσωπα που δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση αναφέρει ότι:

«παv εvδιαφερόμεvov πρόσωπov δύvαται δι αιτήσεως vα ζητήση από τo Δικαστήριov όπως πρoβή εις τov καθoρισμόv της καταβλητέας διά τηv απαλλoτρίωσιv απoζημιώσεως ή oσάκις τoύτo εvδείκvυται, εις τov καταμερισμόv της τoιαύτης απoζημιώσεως μεταξύ τωv εις ταύτηv εvδιαφερoμέvωv πρoσώπωv». Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου Απαλλοτρίωσης καταγράφεται ότι: "εvδιαφερόμεvoς" περιλαμβάvει πάvτα όστις πρoβάλλει oιαvδήπoτε αξίωσιv επί της λόγω της κηρύξεως της αvαγκαστικής απαλλoτριώσεως δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ oφειλoμέvης απoζημιώσεως ως και πάvτα όστις δυvάμει τoυ άρθρoυ 11 τoυ παρόvτoς Νόμoυ δικαιoύται εις τoιαύτηv απoζημίωσιν.

έμφαση και η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)


15. Επιπλέον, όπως καθίσταται αντιληπτό από το σύνολο του λεκτικού των ως άνω άρθρων αλλά και του άρθρου 11 ο νομοθέτης επιθυμούσε να προστατεύσει όλα τα δικαιώματα ή συμφέροντα που δύνανται να υφίστανται επί της εν λόγω ιδιοκτησίας που απαλλοτριώνεται είτε προς όφελος του ιδιοκτήτη, προς οποιοδήποτε πρόσωπο που διατηρεί κάποιου είδους επιβάρυνση επί της απαλλωτριούσας ιδιοκτησίας, διατηρώντας την σειρά προτεραιότητας και την υποχρέωση αποζημίωσης, πριν την καταβολή αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη αλλά και ευρύτερα αποσκοπεί στην προστασία του δικαιώματος αποζημίωσης προς όφελος οποιουδήποτε άλλου προσώπου που δύναται να αποδείξει δικαίωμα ή συμφέρον επί της περιουσίας εξού και η χρήση τέτοιου ευρύτατου λεκτικού στο άρθρο 11(2) (εις παν πρόσωπον όπερ ήθελεν αποδείξει). Δεν είναι ορθό για το Δικαστήριο να προβεί σε μια εξαντλητική καταγραφή των περιπτώσεων και των πραγματικών περιστατικών που δύναται ένα πρόσωπο να επικαλεστεί για να τεκμηριώσει ότι έχει δικαίωμα ή συμφέρον επί ιδιοκτησίας. Εντούτοις επιθυμώ να παραπέμψω στο σύγγραμμα Η προστασία της ιδιοκτησίας και η αναγκαστική απαλλοτρίωση της στην Κύπρο: νομοθεσία, νομολογία, αποζημιώσεις του Ανδρέα Δ. Συμεού 2003 όπου λέχθηκε ότι τέτοια δικαιώματα δύναται να συμπεριλαμβάνουν κληρονομικά δικαιώματα σε ιδιοκτησία ή «δικαιώματα, προνόμια ελευθερίες δουλείες ή άλλα πλεονεκτήματα, ΄εμπιστεύματα’ και περιοριστικές συμβάσεις’ σύμφωνα με το Κεφ. 224, θέση με την οποία συμφωνώ και υιοθετώ, καθότι η υιοθέτηση μιας τέτοιας ευρείας ερμηνείας φαίνεται να συνάδει με την ευόδωση των ευρύτερων σκοπών του Νόμου Απαλλοτρίωσης.

 

16. Είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι πέραν των πιο πάνω, όπως προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου 11(3), το οποίο είναι συμπληρωματικό των όσων αναφέρονται στο άρθρο 9 του Νόμου Απαλλοτρίωσης, υπάρχει η δυνατότητα υποβολής αίτησης με σκοπό την εξακρίβωση του προσώπου που δικαιούται σε αποζημίωση εκεί που υπάρχει σύγκρουση μεταξύ προσώπων που αξιώνουν αποζημίωση και που το Δικαστήριο έχει υποχρέωση να επιλύσει. Δηλαδή, με άλλα λόγια το Δικαστήριο δύναται να αποφασίσει για σκοπούς του παρόντος νόμου και ουσιαστικά να καθορίσει το ιδιοκτησιακό καθεστώς οποιασδήποτε ιδιοκτησίας που απαλλοτριώθηκε.

 

17. Κατόπιν μελέτης του άρθρου 11(2) αποφαίνομαι ότι δεν μπορεί να τύχει αποδοχής η ερμηνεία που επιθυμεί να προσδώσει στο άρθρο 11(2) ο Απαιτητής της Παραπομπής 31/2012, ήτοι ότι η απουσία προγενέστερου δικαστικού διατάγματος με το οποίο να αναγνωρίζεται δικαίωμα ή συμφέρον αποστερεί από ένα πρόσωπο το δικαίωμα να προωθεί την αξίωση του για αποζημίωση. Η εν λόγω εισήγηση απολήγει σε μια περιοριστική ερμηνεία του άρθρου 11(2) η οποία δεν προκύπτει καν από το ίδιο το λεκτικό του άρθρου κατ’ εφαρμογή της συνήθους και κυριολεκτικής σημασίας των λέξεων που καταγράφονται  σε  αυτό  (εφαρμόζοντας  την  γραμματική  ερμηνεία


νομοθετημάτων A.D «Pallada Athena» Developers Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού Λεμεσού και του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/2015, ημερομηνίας 01/03/2022), ECLI:CY:AD:2022:C84, καθότι απουσιάζει εντελώς μια τέτοια αναφορά, την οποία ο νομοθέτης κάλλιστα μπορούσε να συμπεριλάβει αν το επιθυμούσε.

 

18. Επιπλέον, η εν λόγω θέση δεν υποστηρίζεται ούτε και από την τελεολογική μέθοδο ερμηνείας νομοθετημάτων ακόμη και να μπορούσε να λεχθεί ότι το άρθρο 11(2) δύναται να τύχει διαζευκτικής ερμηνείας, όπως αυτήν που επικαλείται ο Απαιτητής στην Παραπομπή 31/2012. Λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό που επιθυμεί να εξυπηρετήσει ο νομοθέτης με τον Νόμο Απαλλοτρίωσης, όπως αυτός παρατέθηκε πιο πάνω στην παράγραφο 13, αποφαίνομαι ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε που να περιορίζει την εξουσία του Δικαστηρίου να αποφασίσει ως προς την ύπαρξη ή μη ενός δικαιώματος ή συμφέροντος στα πλαίσια της ίδιας της διαδικασίας καθορισμού του ύψους αποζημίωσης. Προσθέτω ότι ήδη υπάρχουν περιπτώσεις όπου το Δικαστήριο αναγνώρισε τέτοια δικαιώματα στα πλαίσια προώθησης διαδικασίας καθορισμού αποζημίωσης τόσο εκεί όπου υπήρξε απαλλοτρίωση αλλά και σε περιπτώσεις που υπήρξε επίταξη και ενδεικτικά παραπέμπω στις πρωτόδικες αποφάσεις Μαρούλλας Παναγιώτη Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Παραπομπή Αρ. 101/07, 30/6/2016 και Γεώργιου Τσιακκούρη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας διά του Γενικού Εισαγγελέα, Αρ. Παραπομπής: 51/05, 03/08/2011. Το μόνο που επιβάλλει το άρθρο 11(2) είναι ότι προτού καταβληθεί αποζημίωση σε πρόσωπο πρέπει να αποδειχθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο έχει αποδείξει το δικαίωμα ή συμφέρον του επί της ιδιοκτησίας. Ως εκ τούτου, κρίνω ότι το Δικαστήριο δύναται να εξακριβώσει την ύπαρξη οποιουδήποτε δικαιώματος ή συμφέροντος σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας της αποζημίωσης και η εν λόγω προσέγγιση δικαιολογείται στα πλαίσια εφαρμογής της τελεολογικής προσέγγισης για την ερμηνεία του άρθρου 11(2) εξετάζοντας τον σκοπό του εξυπηρετεί ο Νόμος Απαλλοτρίωσης.

 

19. Υιοθέτηση τυχόν αντίθετης προσέγγισης κατά τρόπο ώστε να επιβάλλεται η εκ των προτέρων εξασφάλιση διατάγματος Δικαστηρίου με το οποίο θα αναγνωρίζεται το όποιο δικαίωμα ή συμφέρον, προτού ένα πρόσωπο δύναται να προωθεί διαδικασία αξιώνοντας αποζημίωση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το σαφές λεκτικό των άρθρων 2 και 9 του Νόμου Απαλλοτρίωσης που έχει παρατεθεί πιο πάνω, αλλά δύναται να οδηγήσει σε παράλογα αποτελέσματα και δεν συνάδει με τον σκοπό που εξυπηρετεί το εν λόγω νομοθέτημα ήτοι να διαφυλάξει το δικαίωμα σε αποζημίωση σε όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα που δύναται να επηρεαστούν από μια απαλλοτρίωση. Όπως είναι νομολογημένο δεν μπορεί ερμηνεία νόμου να οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα ή να προκαλέσει αδικία (HAΖLEWOOD INVESTMENT &


FINANCE LTD ν. MANUEL κ.α., Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε14/2017 και Ε209/2017, 25/2/2019, Δημοκρατίας ν. Ματθαίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2452).

 

20. Ενδεικτικά αναφέρω ότι θα ήταν παράλογο και άδικο να επέρχεται απαλλοτρίωση ακινήτου και όμως να απαιτείται εκ των πρότερων η έγερση δικαστικής διαδικασίας για αναγνώριση δικαιωμάτων ή συμφερόντων πριν την προώθηση διαδικασίας αποζημίωσης, ένεκα της απαλλοτρίωσης. Αν γίνει αποδεκτή η θέση του συνηγόρου του Απαιτητή στην Παραπομπή 32/2012 με ευκολία μπορεί κάποιος να σκεφτεί το ενδεχόμενο να μην έχει ολοκληρωθεί η όποια δικαστική διαδικασία αναγνώρισης του εν λόγω δικαιώματος ή συμφέροντος για παράδειγμα λόγω καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της διαδικασίας ή λόγω άλλων εξωγενών παραγόντων όπου για παράδειγμα το πρόσωπο που αξιώνει την αναγνώριση δικαιώματος έχει αποβιώσει πριν την αναγνώριση του δικαιώματος και όμως επέρχεται απαλλοτρίωση. Σε μια τέτοια περίπτωση το εν λόγω πρόσωπο ή κατ΄ επέκταση οι κληρονόμοι του αλλά και γενικότερα τρίτα πρόσωπα θα αποστερούνταν και θα αποκλείονταν από δικαιώματα που ενδεχομένως θα ήταν σε θέση, υπό άλλες περιστάσεις να αποδείξουν. Επιπλέον, εκεί όπου για παράδειγμα το όποιο δικαίωμα σχετίζεται με αγοραπωλησία ακινήτου που έχει κατατεθεί στο Κτηματολόγιο, ο αγοραστής θα ήταν κατ’ ελάχιστο σε θέση να δείξει ότι δημιουργήθηκε κάποιο δικαίωμα ή συμφέρον δυνάμει των αρχών της επιείκειας στα πλαίσια εξ επαγωγής εμπιστεύματος (ΛΙΜΝΑΤΙΤΗΣ κ.α. v. FARAO ESTATES LIMITED, Πολιτική Έφεση Αρ. 334/12, 8/6/2021), ECLI:CY:AD:2021:A243. Περαιτέρω, κρίνω ότι θα ήταν παράλογο να έχει το Δικαστήριο εξουσία να αποφασίζει και να καθορίζει, στα πλαίσια διαδικασίας όπως η παρούσα, μεταξύ αντικρουόμενων δικαιωμάτων για σκοπούς προσδιορισμού του προσώπου που δικαιούται σε αποζημίωση (δέστε εκ νέου άρθρο 11(3) αλλά ταυτόχρονα να μην είχε την δυνατότητα να αναγνώριζε αυτό καθ’ αυτό το δικαίωμα ή συμφέρον όπου για παράδειγμα δεν υφίσταται καμία διαφορά μεταξύ τρίτων προσώπων. Υπό το φως των όσων έχω παραθέσει πιο πάνω, προκύπτει ότι τυχόν αποδοχή και εφαρμογή των εισηγήσεων της πλευράς του Απαιτητή της Παραπομπής 31/2012, θα κατέληγε σε άδικα και παράλογα αποτελέσματα στην λειτουργία του Νόμου Απαλλοτρίωσης και συνεπώς η θέση ότι στην απουσία προγενέστερου διατάγματος Δικαστηρίου η πλευρά των Απαιτητών της Παραπομπής 6/2017 αδυνατεί να προωθεί την δική της Παραπομπή, απορρίπτεται.

 

21. Επισημαίνω σε αυτό το σημείο ότι όπως προκύπτει από το περιεχόμενου του δικαστικού φακέλου τα μέρη διαφωνούν σφοδρά ως προς το κατά πόσο εξοφλήθηκε το αντίτιμο που προνοείτο στην Συμφωνία Πώλησης. Οι μεν Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017 ισχυρίζονται ότι έχει καταβληθεί πλήρως το συμφωνήθεν αντίτιμο ενώ ο Απαιτητής στην Παραπομπή 31/2012 ισχυρίζεται ότι εκκρεμεί η καταβολή του ποσού των 10,000Λ.Κ εκ του συνολικού συμφωνηθέντος ποσού των 100,000Λ.Κ που είχε συμφωνηθεί και ότι το Ακίνητο δεν είχε διαχωρισθεί κατά τον χρόνο που συνάφθηκε η Συμφωνία  Πώλησης.  Επισημαίνω  ότι  στα  πλαίσια  εκδίκασης  των


Συνεκδικαζόμενων Παραπομπών δεν υποβλήθηκε αίτηση δυνάμει του άρθρου 11(3), η οποία αναμένεται ότι θα υποστηριζόταν και από την αναγκαία ολοκληρωμένη μαρτυρία σε αντιδιαστολή με τα περιορισμένα με τα παραδεκτά γεγονότα στα οποία προέβηκαν οι διάδικοι στην παρούσα.

 

22. Κατόπιν μελέτης των όσων έχουν παραθέσει τα μέρη ως παραδεκτά γεγονότα είναι δεδομένες οι αντιφατικές θέσεις που προωθούνται επί του ζητήματος της πλήρους ή μη καταβολής του αντίτιμου που προνοείτο στην Συμφωνία Πώλησης. Χωρίς να προβαίνω σε διεξοδική ερμηνεία του όρου ιδιοκτήτης, για σκοπούς του άρθρου 11(1) του Νόμου Απαλλοτρίωσης, ελλείψει και σχετικής επιχειρηματολογίας επί τούτου, αποφαίνομαι ότι δεν μπορεί να λεχθεί από αυτό το στάδιο ότι οι Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017, ένεκα της κατάθεσης της Συμφωνίας Πώλησης στο Κτηματολόγιο, είναι πρόσωπα που δικαιούνται σε εγγραφή για σκοπούς του άρθρου 11 του Νόμου Απαλλοτρίωσης, κατά τρόπο που το Δικαστήριο απαρέγκλιτα να δύναται να καταλήξει ότι ο Απαιτητής στην Παραπομπή 31/2012 έχει απεκδυθεί εξ ολοκλήρου των όποιων δικαιωμάτων απορρέουν σε αυτόν ως ένας εκ των εγγεγραμμένων ιδιοκτητών του Ακινήτου, πάντα για σκοπούς προώθησης της δικής του Παραπομπής.

 

23. Συνεπώς, κρίνω ότι θα ήταν ασφαλέστερο όπως το συγκεκριμένο θέμα εξεταστεί και αποφασιστεί στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας που θα ακολουθήσει αφού παρατεθεί ολοκληρωμένα η απαραίτητη μαρτυρία και όπου τα μέρη θα τύχουν αντεξέτασης επ’ αυτής, οπόταν και το Δικαστήριο θα προβεί στην αξιολόγηση της ώστε να αποκρυσταλλώσει το πραγματικό πλαίσιο που περιβάλλει την υπόθεση και αφού το Δικαστήριο θα ακούσει πλήρη νομική επιχειρηματολογία επί του τρόπου με τον οποίο πρέπει να τύχουν ερμηνείας οι λέξεις «πρόσωπov όπερ δικαιoύται vα εγγραφή ως ιδιoκτήτης». Διαζευκτικά το ζήτημα ενδεχομένως να δύναται να τύχει επίλυσης, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, δυνάμει του άρθρου 11(3) του Νόμου Απαλλοτρίωσης, που θα υποστηρίζεται και από την αναγκαία μαρτυρία και εκεί όπου δικαιολογείται δύναται να υπάρξει και αντεξέταση επί του περιεχομένου της όποιας ένορκης δήλωσης θα υποστηρίζει την αίτηση (δέστε σχετικά και τα άρθρα 9 και 16 του Περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Διαδικαστικού Κανονισμού, 1956, όπως εκάστοτε τροποποιείται).

 

24. Παρά την ως άνω κατάληξη μου, σε σχέση με την μελλοντική εξέταση και ερμηνεία της έννοιας του «ιδιοκτήτη» για σκοπούς του άρθρου 11 του Νόμου Απαλλοτρίωσης, κρίνω ότι είναι ουσιώδες να λεχθεί ότι με βάση τα περιορισμένα παραδεκτά γεγονότα που έχουν υποβληθεί, προκύπτει ότι οι Απαιτητές στην Παραπομπή 6/2017 έχουν πετύχει να καταδείξουν δικαίωμα ή συμφέρον για σκοπούς νομιμοποίησης τους στην προώθηση της δικής τους Παραπομπής. Αυτή η κατάληξη μου, είναι ανεξάρτητη της όποιας μεταγενέστερης έκβασης επί του ζητήματος του ποιος δύναται να θεωρείται ως  ιδιοκτήτης  του  1/3  του  Ακινήτου  και  δεν  επηρεάζεται  από  τις


αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις περί της εξόφλησης ή μη του συμφωνηθέντος ποσού που καθοριζόταν στην Συμφωνία Πώλησης.

25. Συγκεκριμένα, σχετικά με το ζήτημα είναι τα όσα προνοούνται στον Περί Πώλησης Ακινήτων Ειδική Εκτέλεση Νόμου 2011 (ο «Νόμος Ειδικής Εκτέλεσης»). Το άρθρο 16 του εν λόγω νόμου προνοεί τα εξής:

«Μεταβατικές διατάξεις

 

16. (1) […]

 

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται και σε σχέση με συμβάσεις που συνομολογήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και οι οποίες είναι ήδη κατατεθειμένες στο αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο πριν από την έναρξη της ισχύος αυτού ή οι οποίες θα κατατεθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή του άρθρου 16Α ανεξάρτητα αν σε σχέση με αυτές εκκρεμεί κατά την εν λόγω ημερομηνία οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία».

 

26. Όπως έχει αναφερθεί η Συμφωνία Πώλησης κατατέθηκε στο Κτηματολόγιο στις 29/09/2000, δηλαδή πριν να τεθεί σε ισχύ o ως άνω νόμος και συνεπώς δυνάμει των όσων προνοούνται στο άρθρο 16, τυγχάνουν πλήρους εφαρμογής οι πρόνοιες του Νόμου Ειδικής Εκτέλεσης. Περαιτέρω, το άρθρο 5 του Νόμου Εκτέλεσης τιτλοφορείται ως «Συνέπειες κατάθεσης σύμβασης» και κρίνω ορθό να παραθέσω τις πρόνοιες του άρθρου 5(5):

 

«(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και παρά τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου αναφορικά με το εμπράγματο βάρος που δημιουργείται με την κατάθεση της σύμβασης, οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 29, του εδαφίου (1) του άρθρου 31,

του εδαφίου (6) του άρθρου 41 και των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 42 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, καθώς και οι διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι οποίες αναφέρονται σε προγενέστερη υποθήκη ή στη διάθεση του εκπλειστηριάσματος σε σχέση με μεταγενέστερη υποθήκη, ή στην αναγκαστική πώληση αδιανέμητου ακινήτου, ή στην καταβολή αποζημιώσεων λόγω αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ή επίταξης, θα εφαρμόζονται ωσάν η κατάθεση αυτή είχε συστήσει, τηρουμένων των αναλογιών, υποθήκη δυνάμει των προαναφερθέντων νόμων αντί εμπράγματο βάρος δυνάμει του παρόντος Νόμου:

 

Νοείται ότι, οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 29 και του εδαφίου (1) του άρθρου 31 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που η σύμβαση έχει κατατεθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και αφορά ολόκληρο το συμφέρον επί της πωλούμενης ακίνητης ιδιοκτησίας, εκτός εάν εξασφαλιστεί η συγκατάθεση του αγοραστή».


27. Όσον αφορά το άρθρο 5(5) του Νόμου Εκτέλεσης αν και δόθηκε η ευκαιρία στους συνηγόρους του Απαιτητή στην Παραπομπή 31/2012 να τοποθετηθούν επί του περιεχόμενου του, εντούτοις, αναφέρθηκε ότι το λόγω άρθρο δεν διαφοροποιεί οτιδήποτε σε σχέση με την θέση τους αναφορικά με την δυνατότητα των Απαιτητών της Παραπομπής 6/2017 να προβάλλουν οποιαδήποτε αξίωση επί του απαλλοτριωθέντος Ακινήτου. Σε αντιδιαστολή με τα πιο πάνω, η συνήγορος των Απαιτητών της Παραπομπής 6/2017 εξέφρασε την θέση ότι βάσει των όσων προνοούνται στο άρθρο 5(5) του Νόμου Εκτέλεσης, η κατάθεση της Συμφωνίας Πώλησης στο Κτηματολόγιο, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας ωσάν να συνιστά υποθήκη επί του Ακινήτου. Συγκλίνω, ξεκάθαρα με τις θέσεις της συνηγόρου των Απαιτητών της Παραπομπής 6/2017 και συνεπώς για σκοπούς του Νόμου Απαλλοτρίωσης αποφαίνομαι ότι, η κατάθεση της Συμφωνίας Πώλησης αντιμετωπίζεται ωσάν να είχε συσταθεί μια έγκυρη υποθήκη επί του απαλλοτριωθέντος ακινήτου και όχι ωσάν να έχει συσταθεί ένα εμπράγματο βάρος, τηρουμένων όμως των αναλογιών. Δηλαδή εκεί όπου το εμπράγματο βάρος που δημιουργείται με την κατάθεση της συμφωνίας πώλησης εξασφαλίζει τον αγοραστή για το εκάστοτε ποσό που ο αγοραστής κατέβαλε έναντι του τιμήματος πώλησης (δέστε άρθρο 5(3) του Νόμου Ειδικής Εκτέλεσης) έτσι και η «υποθήκη» που δημιουργείται εξασφαλίζει το εκάστοτε ποσό που ο αγοραστής κατέβαλε έναντι του τιμήματος πώλησης. Η ως άνω ερμηνεία προκύπτει αβίαστα αποδίδοντας στις λέξεις του άρθρου 5(5) του Νόμου Εκτέλεσης την συνήθη και φυσική σημασία τους, κατ’ εφαρμογή της γραμματικής ερμηνείας των νομοθετημάτων, καθότι δεν διαφαίνεται να υφίσταται οποιαδήποτε ασάφεια επί του λεκτικού του. Στην απόφαση A.D

«Pallada Athena» ανωτέρω, λέχθηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με την γραμματική ερμηνεία νομοθετημάτων:

 

«Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, βασικός κανόνας ερμηνείας νομοθετημάτων, είναι η γραμματική ερμηνεία η οποία υπαγορεύει την απόδοση στις λέξεις που χρησιμοποιούνται του απλού γραμματικού και κατά κυριολεξία νοήματος τους. Θα πρέπει, δηλαδή, να διαβάζονται με τη συνήθη, φυσική και γραμματική τους σημασία. Όταν λοιπόν οι πρόνοιες και η φρασεολογία του νόμου είναι σαφείς, το κείμενο αποτελεί το μόνο αυθεντικό οδηγό για τους συγκεκριμένους σκοπούς του νομοθέτη (Τ. Γεωργιάδης & Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4(Β) Α.Α.Δ. 1142, Δ. Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 78, σελίδες 80 έως 81, Κυπριακή Δημοκρατία ν. xxx Σωτηρίου κ.ά., ECLI:CY:AD:2015:D770, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 96/2012, ημερ. 20/11/2015, ECLI:CY:AD:2015:D770, ΚΟΤ ν. Παπαδόπουλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 86 και Φυσεντζίδη v. K & C Snooker & Pool Entertainment, ECLI:CY:AD:2020:A171, Πολιτική Έφεση Αρ. 30/2019, ημερ. 1/6/2020), ECLI:CY:AD:2020:A171, ECLI:CY:AD:2020:A171.»

 

έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)


28. Συνεπώς, αποφαίνομαι ότι η συνδυαστική ερμηνεία των όσων προνοούνται στο άρθρο 5(5) και του άρθρου 11(2) του Νόμου Απαλλοτρίωσης οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι Απαιτητές της Παραπομπής 6/2017 ως αποτέλεσμα της κατάθεσης της Συμφωνίας Πώλησης στο Κτηματολόγιο έχουν αποδείξει δικαίωμα ή συμφέρον επί του 1/3 του επίδικου απαλλοτριωθέντος ακινήτου, από την ημερομηνία κατάθεσης του και συνεπώς νομιμοποιούνται να αξιώνουν αποζημίωση κατά την έννοια του άρθρου 11. Διευκρινίζω ότι, η εξόφληση της εν λόγω «υποθήκης» έχει προτεραιότητα της όποιας αποζημίωσης καταβληθεί στο πρόσωπο που θα καθοριστεί στη συνέχεια ότι αποτελεί «ιδιοκτήτη» του μέρους του Ακινήτου, σύμφωνα και με τα όσα διαλαμβάνονται στο άρθρο 11(1)(α) του Νόμου Απαλλοτρίωσης.

 

Κατάληξη

 

29. Ως εκ των ως άνω, αποφαίνομαι ότι τόσο ο Απαιτητής της Παραπομπής 31/2012 όσο και οι Απαιτητές της Παραπομπής 6/2017 δύνανται να προωθούν τις εκατέρωθεν Παραπομπές τους. Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου κρίνω ορθό όπως να μην υπάρξει οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα που δημιουργήθηκαν στα πλαίσια εξέτασης του προδικαστικού αυτού σημείου.

 

 


 

 

Πιστό αντίγραφο Πρωτοκολλητής


(Υπ.) ……………………………….

Κ. Πασιαρδής, Ε.Δ.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο