ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Πασιαρδή, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 3644/2017

Μεταξύ:

 

Παναγιώτης Κυπριανίδης

Ενάγοντας

-και-

 

Κοινοτικό Συμβούλιο Αγίου Τύχωνα

 

                                                                                    Εναγομένων

Ημερομηνία: 25 Ιουνίου 2024

Εμφανίσεις:

Για τον Ενάγοντα: κα Μ. Τερψοπούλου για Παύλο Οικονόμου

Για τους Εναγόμενους: κα. Χ. Γεωργίου για Γιάννης Κωνσταντινίδης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Εισαγωγή - Δικόγραφα

1.    Στις 29/12/2017 ο Ενάγοντας καταχώρησε την παρούσα αγωγή με κλητήριο ένταλμα ειδικώς οπισθογραφημένο και σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης αξιώνει το ποσό των €21,000 πλέον νόμιμους τόκους. Δικογραφείται ότι κατόπιν προκήρυξης της προσφοράς με αριθμό 11/12 των Εναγομένων, ήταν ο επιτυχών προσφοριοδότης και εξασφάλισε άδεια παροχής υπηρεσιών για την παραλία στην περιοχή Καστέλλα στον Άγιο Τύχωνα για δύο κολυμβητικές περιόδους ήτοι για τα έτη 2012 και 2013 και για τις οποίες κατέβαλε το ποσό των €4,750 για την κατακύρωση της προσφοράς.

 

2.    Προωθείται δικογραφικά η θέση ότι μετά την παραλαβή της παραλίας δεν είχαν γίνει από τους Εναγόμενους βελτιωτικά έργα που προβλέπονταν και συνεπώς δεν είχε απρόσκοπτη πρόσβαση στην παραλία με αποτέλεσμα να υπολειτουργεί. Ειδικότερα το 2012 μπορούσε να τοποθετήσει τα μισά κρεβατάκια και το 2013 καθόλου καθότι το νερό της θάλασσας είχε βγει προς τα έξω και η παράλια είχε εξαφανιστεί. Ως εκ των πιο πάνω ισχυρίζεται ότι υπέστη ζημιά ύψους €7,000 το 2012 και ύψους €14,000 το 2013 τα οποία και αξιώνει.

 

3.    Με την Υπεράσπιση τους οι Εναγόμενοι αναφέρουν ότι είναι αρμόδιοι να διαχειρίζονται παραλίες εντός της αρμοδιότητας τους. Αν και επιβεβαιώνουν την κατακύρωση της προσφοράς στον Ενάγοντα αναφέρουν ότι δεν δημιουργήθηκαν οποιαδήποτε δικαιώματα εναντίον τους πέραν της φύσης της άδειας που έλαβε ο Ενάγοντας. Αρνούνται ότι υπήρχε οποιοσδήποτε ρητός και/ή εξυπακουόμενος όρος ή συμβατική δέσμευση που να υποχρέωνε τους Εναγόμενους να προβούν σε οποιαδήποτε βελτιωτικά έργα. Σε κάθε περίπτωση αρνούνται την θέση ότι δεν υπήρχε απρόσκοπτη πρόσβαση στην παραλία για τις καλοκαιρινές περιόδους 2012 και 2013 και ότι η συγκεκριμένη περιοχή ήταν κατάλληλη για εκμετάλλευση.

 

4.    Έπειτα προωθούν την θέση ότι αν φανεί ότι έγιναν έργα αυτά ήταν προς όφελος του Ενάγοντα και απορρίπτουν την θέση ότι ευθύνονται για την όποια τυχόν μετακίνηση του νερού της θάλασσας και ότι δεν έχουν εξουσία να επεμβαίνουν και να αλλοιώνουν την παραλία και την φυσική έκταση αυτής. Καταληκτικά με την Υπεράσπιση τους ισχυρίζονται ότι ο Ενάγοντας κωλύεται να προωθεί την παρούσα λόγω πράξεων και/ή παραλείψεων του, ότι ουδεμία ζημιά υπέστη ο Ενάγοντας και ότι τα πόσα που αξιώνει είναι αυθαίρετα και αδικαιολόγητα.

 

5.    Με την Απάντηση του ο Ενάγοντας πλην του ισχυρισμού ότι οι Εναγόμενοι είναι αρμόδιοι να διαχειρίζονται και να εκμεταλλεύονται παραλίες αρνείται τις υπόλοιπες θέσεις των Εναγομένων. Ο Ενάγοντας ισχυρίζεται ότι η ετοιμασία της παραλίας για να είναι σε θέση να τοποθετήσει τα σχετικά κρεβατάκια είναι αρμοδιότητα και υποχρέωση των Εναγομένων.  

 

Διαδικασία

 

6.    Προς υποστήριξη της απαίτησης του Ενάγοντα,  δόθηκε μαρτυρία από τον Ενάγοντα (ME1) και από τον κ. Πανίκο Ιωαννίδη (ΜΕ2) και προς υποστήριξη της υπεράσπισης των Εναγομένων δόθηκε μαρτυρία από τον κ. Άνθιμο Παύλου (MY1) οι οποίοι αμφότεροι αντεξετάσθηκαν. Το σύνολο της προφορικής μαρτυρίας είναι καταγεγραμμένο στα πρακτικά που τηρήθηκαν και σημειώνω ότι η έγγραφη μαρτυρία, αποτελούμενη από την γραπτή δήλωση που καταχωρήθηκε ως μέρος της κυρίως εξέτασης του ΜΕ1 όπως και την γραπτή δήλωση που καταχωρήθηκε εκ μέρους του ΜΥ1 μαζί με όλα τα Τεκμήρια βρίσκονται στον φάκελο της διαδικασίας. Μετά την παρουσίαση του συνόλου της μαρτυρίας, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων παρέδωσαν τις γραπτές τους αγορεύσεις τους προωθώντας τις εκατέρωθεν θέσεις τους.

 

7.    Επισημαίνω, ότι τα επιχειρήματα και όλη η μαρτυρία που προσκομίσθηκε, αμφοτέρων των πλευρών, εξετάστηκαν σε όλη τους την εμβέλεια από το Δικαστήριο χωρίς να υπάρχει ανάγκη ειδικής επίκλησής τους καθότι δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αιτιολόγησης δικαστικής απόφασης ειδική αναφορά ή πραγμάτευση κάθε επιχειρήματος που προβάλλεται (BITONIC LTD v. BΑNK OF MOSCOW-BANK JOINT STOCK COMPANY ΠΡΩΗΝ JOINT STOCK COMMERCIAL BANK "BANK OF MOSCOW" (OPEN JOINT-STOCK COMPANY), Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 117/2018, 16/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:A113, Νίκος Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 490).

 

Μαρτυρία

 

Σύνοψη μαρτυρίας Ενάγοντα (ΜΕ1)

 

8.    Ο Ενάγοντας στην γραπτή του δήλωση (Έγγραφο Α), κατ' ουσίαν, επανέλαβε τις θέσεις του ως αυτές καταγράφονται επί της Έκθεσης Απαίτησης του καταθέτοντας έγγραφα τα οποία σημειώθηκαν ως εξής: ως Τεκμήριο 1 την προκήρυξη των Εναγομένων με αριθμό 11/12 για παροχή υπηρεσιών (κρεβάτια θαλάσσης και ομπρέλες) που συμπεριλαμβάνει τους όρους της συμφωνίας μετά την κατακύρωση της προσφοράς στον Ενάγοντα, ως Τεκμήριο 2 απόδειξη πληρωμής του τέλους παραλαβής των εντύπων της προκήρυξης, ως Τεκμήριο 3 εγγυητική επιστολή με αριθμό 6878, ως Τεκμήριο 4 έντυπο υποβολής προσφοράς για εξασφάλιση άδειας παροχής υπηρεσιών, ως Τεκμήριο 5 απόδειξη πληρωμής του ποσού των €4,750, ως Τεκμήρια 6 και 7 τις επιστολές των δικηγόρων του Ενάγοντα προς τους Εναγόμενους, ως Τεκμήρια 8 και 9 τις φορολογικές δηλώσεις του Ενάγοντα και ως Τεκμήριο 10 έκθεση από την εταιρεία Panicos Ioannides Accounting Services Ltd.

 

9.    Ειδικότερα, στην γραπτή του δήλωση ανέφερε ότι μετά την παραλαβή της παραλίας διαπίστωσε ότι δεν έγιναν τα αναγκαία βελτιωτικά έργα από τους Εναγόμενους με αποτέλεσμα να μην έχει απρόσκοπτη πρόσβαση σε όλη την παραλία και προώθησε την θέση ότι υπολειτουργούσε το 2012 ενώ το 2013 το νερό της θάλασσας μετακινήθηκε και άρα η παραλία εξαφανίστηκε. Όσον αφορά τα έργα που θεωρούσε ότι έπρεπε να γίνουν αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οι Εναγόμενοι δεν καθάρισαν την παραλία με εκσκαφείς, δεν υπήρχε παροχή νερού και ότι το έδαφος της παραλίας διαβρώθηκε και άρα η αρχική χωρητικότητα είχε μειωθεί. Ανέφερε ότι διαμαρτυρήθηκε επανειλημμένως στους αρμόδιους που τον διαβεβαιώσαν ότι θα προβούν στην λήψη μέτρων για να δύναται να λειτουργήσει την παραλία σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς.

 

10. Κατόπιν προφορικών ερωτήσεων στα πλαίσια της κυρίως εξέτασης του συμπλήρωσε ότι το πρόσωπο που του υποσχέθηκε ότι οι Εναγόμενοι θα προβούν σε έργα ήταν ο κος Γεώργιος Στυλιανού, τότε κοινοτάρχης.  Επιπλέον επισήμανε ότι παρά τις διαμαρτυρίες του, οι Εναγόμενοι του ανέφεραν ότι δεν μπορούν να προβούν σε οποιαδήποτε αλλαγές στην παραλία. Σε σχέση με το έτος 2012 ανέφερε αρκετές φορές ότι με δυσκολία τοποθετούσε τα μισά κρεβατάκια από αυτά που προβλέπονταν στους όρους της προσφοράς που του κατακυρώθηκε και ειδικότερα ότι τοποθετούσε 60 κρεβάτια και 30 ομπρέλες. Για το έτος 2013 ανέφερε ότι δεν εργάστηκε καθόλου και ότι αν εργαζόταν θα τοποθετούσε 128 κρεβάτια. Κατόπιν άλλης ερώτησης ανέφερε ότι κτίστηκε χώρος στάθμευσης που εμπόδιζε την πρόσβαση στην παραλία και εξαφανίστηκε δρόμος που οδηγούσε στην παραλία.

 

11. Αντεξεταζόμενος κατόπιν υποβολής της συνηγόρου ως προς την κατ΄ ισχυρισμό υποχρέωση των Εναγομένων εκτέλεσης βελτιωτικών έργων αν και δεν παρέπεμψε σε οποιοδήποτε ρητό όρο στο Τεκμήριο 1 (προκήρυξη και όροι του διαγωνισμού) διαφώνησε ότι οι Εναγόμενοι δεν είχαν τέτοια υποχρέωση τέλεσης των έργων. Ο ίδιος σε άλλη υποβολή ότι αν υπήρχε τέτοια υποχρέωση θα υπήρχε σχετικός όρος ανέφερε ότι «Αυτό είναι αυτονόητο γιατί να μπει στον όρο». Επιπλέον διερωτήθηκε γιατί διαχειρίζονται την παραλία οι Εναγόμενοι αν δεν έχουν εξουσία να προβούν σε έργα. Επιπλέον, διατύπωσε την άποψη ότι αν οι Εναγόμενοι προέβαιναν στα έργα αν έφερναν δηλαδή τσιακίλι με εκσκαφείς θα ήταν εντάξει και επέμεινε ότι δεν υπήρχε απρόσκοπτη πρόσβαση στην παραλία.

 

12. Επιπλέον, επανέλαβε την θέση του περί υπολειτουργίας το 2012 αν και του υπεδείχθη ότι σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης (Τεκμήριο 1) η χωρητικότητα για το εν λόγω σημείο που του δόθηκε ήταν για να δύναται να τοποθετήσει 60 κρεβάτια και 30 ομπρέλες.  Για το έτος 2013 όταν του υπεβλήθη ότι η προκήρυξη αναφέρεται σε 60 κρεβάτια και όχι 128 παρέπεμψε σε όρους άλλου προηγούμενου διαγωνισμού.

 

13. Επανέλαβε επίσης τους ισχυρισμούς του περί προφορικών υποσχέσεων από τους Εναγόμενους και ειδικότερα από τον Κοινοτάρχη των Εναγομένων ότι θα προέβαινε σε βελτιωτικά έργα παρά τις υποβολές ότι ουδέποτε τον διαβεβαιώσαν οι Εναγόμενοι για κάτι τέτοιο. Σε σχέση με την ζημιά που υπέστη ερωτώμενος για την διαφοροποίηση στα ποσά που αξιώνονται με την Έκθεση Απαίτησης και σε αυτά που αναφέρονται στο Τεκμήριο 10 (Έκθεση Λογιστή) απάντησε ότι «είπα περίπου €7,000 όχι 7250» και παρέπεμψε εκ νέου στην μελέτη του λογιστή του.

 

 

 

 

 

 

Σύνοψη μαρτυρίας κ. Πανίκου Ιωαννίδη (ΜΕ2)

 

14. Ο ΜΕ2 είναι λογιστής στο επάγγελμα και αναγνώρισε ότι ετοίμασε και υπέγραψε το Τεκμήριο 10, το οποίο αποτελεί έκθεση την οποία συνέταξε και φέρει το λογότυπο και την κεφαλίδα της εταιρείας του. Ως μέρος της κυρίως εξέτασης του επεξήγησε ότι για σκοπούς ετοιμασίας του εν λόγω εγγράφου στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στις φορολογικές δηλώσεις του Ενάγοντα για τα έτη 2012 και 2013 και άλλες αποδείξεις του Ενάγοντα προηγούμενων ετών τα οποία κατέγραφε ο ίδιος. Επιπλέον, ανέφερε ότι στηρίχθηκε αποκλειστικά στα όσα του μετέφερε ο Ενάγοντας αναφορικά με την έλλειψη χώρου για τοποθέτηση των κρεβατιών και ότι θεωρώντας ως μέσο όρο τα 32 κρεβάτια θαλάσσης καθημερινά και εφόσον στην φορολογική δήλωση για το έτος 2012 με 32 κρεβάτια υπήρχαν δηλωμένα έσοδα ύψους €7,863 τότε ο κύκλος εργασιών του θα ήταν το διπλάσιο και άρα είχε απώλεια εισοδημάτων περίπου €7,250. Με τον ίδιο τρόπο και εφαρμόζοντας μια μείωση της τάξης του 5%, συγκριτικά με τα έσοδα προηγούμενων χρόνων, που του ανέφερε ο Ενάγοντας, θεωρεί ότι το ποσό των €14,350 θα αποτελούσαν τα εισοδήματα του Ενάγοντα για το έτος 2013 και για το οποίο σύμφωνα με την φορολογική του δήλωση δεν είχε καθόλου εισοδήματα.

 

15. Αντεξεταζόμενος παραδέχθηκε ότι δεν διεξήγαγε καμία έρευνα επί των συνθηκών που επικρατούσαν στις παραλίες για να καταλήξει στα συμπεράσματα του και ότι βασίστηκε αποκλειστικά στα όσα του ανέφερε ο Ενάγοντας και σε ένα βιβλίο όπου ο Ενάγοντας κατέγραφε τα εισοδήματα του. Συμφώνησε με σχετική υποβολή ότι ο σκοπός μιας φορολογικής δήλωσης είναι η καταγραφή εισοδημάτων και όχι η καταγραφή οποιασδήποτε ζημιάς  και ότι το μόνο που μπορούσε να εξαχθεί ήταν το ύψος των εισοδημάτων του Ενάγοντα για τα συγκεκριμένα έτη.

 

16. Παρομοίως, συμφώνησε με σχετική υποβολή ότι με τον ίδιο τρόπο που υπολόγισε την ζημιά για το 2012 προέβη και σε υπολογισμό της ζημιάς για το 2013 δηλαδή στηριζόμενος στην φορολογική δήλωση του Ενάγοντα και αποδέχτηκε εκ νέου τη θέση ότι σε μια φορολογική δήλωση δεν καταγράφεται η όποια ζημιά. Επιπρόσθετα, συμφώνησε ότι δεν καταγράφεται στην έκθεση του ο λόγος για τον οποίο ο Ενάγοντας δεν εργάστηκε για το 2013 και δέχθηκε ότι ο λόγος μη εργασίας του μπορεί να αφορούσε προσωπικούς ή άλλους επιχειρηματικούς λόγους.

 

17. Διαφώνησε σε σχετική υποβολή ότι η έκθεση του είναι ατεκμηρίωτη, δηλαδή ότι στηρίχθηκε μόνο στα στοιχεία που του προσκόμισε ο Ενάγοντας και ο ίδιος υποστήριξε εφάρμοσε απλά μαθηματικά «την μέθοδο των 3» για να προβεί στους υπολογισμούς του. Σε σχετική ερώτηση αν συνυπολόγισε πριν την ετοιμασία της έκθεσης του  ότι μπορεί να υπήρχε πληρότητα στην παραλία ή άλλες μέρες να μην υπήρχε επειδή για παράδειγμα ήταν καθημερινές απάντησε «κάποια σκέψη θα έκανα».

 

 

Σύνοψη Μαρτυρίας κ. Άνθιμου Παύλου (ΜΥ1)

18. Ο ΜY1 ανέφερε ότι είναι υπάλληλος των Εναγομένων και από το 1996 εκτελεί χρέη Επιθεωρητή Παραλιών στην κοινότητα του Αγίου Τύχωνα και ως μέρος της κυρίως εξέτασης του κατέθεσε γραπτή δήλωση (Έγγραφο B') επεξηγώντας ότι μέρος των καθηκόντων του είναι ο έλεγχος τήρησης των όρων των διαγωνισμών από τους κατόχους των σχετικών αδειών σε σχέση με την τοποθέτηση κρεβατιών και ομπρελών. Διαφώνησε με την θέση του Ενάγοντα ότι οι Εναγόμενοι είχαν οποιαδήποτε υποχρέωση να προβούν σε βελτιωτικά έργα και ότι δεν έχουν τέτοια εξουσία δυνάμει νομοθεσίας και αναφέρθηκε σε αντίστοιχη περίπτωση άλλου προσώπου που εξασφάλισε σχετική άδεια από την αρμόδια αρχή, ήτοι την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού και έπειτα το εν λόγω πρόσωπο προέβη σε καθαρισμό της παραλίας.

 

19. Απέρριψε τους ισχυρισμούς του Ενάγοντα ότι δεν είχε απρόσκοπτη πρόσβαση στην παραλία αλλά και με την θέση του περί μη επαρκούς χωρητικότητας. Ειδικότερα ανέφερε ότι κατά τα έτη 2012 και 2013 όπου προέβαινε σε ελέγχους δεν εντόπισε κανένα πρόβλημα και συνεπώς ανέφερε ότι το σημείο της παραλίας που επικυρώθηκε στον Ενάγοντα ήταν κατάλληλο. Επίσης σε σχέση με την θέση του Ενάγοντα ότι δεν υπήρχε παροχή υπηρεσιών νερού ο ΜΥ1 ξεκαθάρισε ότι κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν στους όρους του διαγωνισμού, ο Ενάγοντας ουδέποτε αιτήθηκε κάτι τέτοιο και ότι άλλοι αδειούχοι αιτούνται την τοποθέτηση παροχής. Καταληκτικά, τόνισε ότι ο Ενάγοντας ουδέποτε εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο στον ίδιο αναφορικά με την πρόσβαση στην παραλία ή την χωρητικότητα του ούτε και ενημερώθηκε εξ όσων γνωρίζει οποιοσδήποτε προϊστάμενος του. Για όλους τους πιο πάνω λόγους επισήμανε ότι καμία ζημιά δεν υπέστη ο Ενάγοντας.

 

20. Αντεξεταζόμενος πρόσθεσε ότι εκτελεί και χρέη τροχονόμου και ότι γνωρίζει τον Ενάγοντα και ότι επισκέφθηκε αρκετές φορές την συγκεκριμένη παραλία. Επισημαίνει ότι όταν γίνεται μια προκήρυξη δίνεται χάρτης στους ενδιαφερόμενους οι οποίοι και μπορούν να επισκεφθούν τον χώρο και αν ικανοποιούνται τότε υποβάλουν προσφορά για να λάβουν άδεια. Διερωτήθηκε γιατί υπέβαλε προσφορά ο Ενάγοντας αν δεν ήταν σε καλή κατάσταση η παραλία ενώ υπήρχαν άλλα 24 σημεία που μπορούσε να ενοικιάσει. Ανέφερε ότι στο σημείο για το οποίο έλαβε άδεια ο Ενάγοντας υπάρχουν χαλίκια στην άμμο λόγο της μορφολογίας αλλά αυτό δεν επηρέασε την δυνατότητα του να τοποθετήσει τα κρεβατάκια.

 

21. Σε σχετική υποβολή κατά την αντεξέταση ως προς το ότι οι Εναγόμενοι είχαν ευθύνη να προβούν σε αναγκαία έργα, ανέφερε εμφαντικά ότι «Όχι ως κοινοτικό συμβούλιο δεν έχουμε καμία εξουσιοδότηση. Ο μόνος που έχει είναι η Επαρχιακή διοίκηση». Συνεχίζοντας ανέφερε ότι το μόνο που μπορούν να πράξουν οι Εναγόμενοι είναι να καθαρίσουν την άμμο από ακαθαρσίες αλλά όχι να επέμβουν επί της μορφολογίας με αφαίρεση χαλικιών ή άμμου. Δηλαδή επεξήγησε ότι το συνεργείο των Εναγομένων ασχολείται μόνο με τον καθαρισμό της παραλίας και δεν μπορεί να απομακρύνουν πέτρες εκτός και αν δοθεί άδεια της επαρχιακής διοίκησης. Σε σχετική υποβολή αρνήθηκε ότι υπάρχουν εξυπακουόμενες υποχρεώσεις των Εναγομένων και ότι το μόνο που ισχύει είναι το τι αναφέρεται γραπτώς στους όρους. Όπως ανέφερε τα σχέδια παραλιών εγκρίνονται από την κεντρική επιτροπή παραλιών και όχι από τους Εναγόμενους.

 

22. Σε σχετική υποβολή αναφορικά με την διάβρωση του εδάφους τόνισε ότι δεν υπήρχε καμία διάβρωση στο εν λόγω σημείο και ότι αν υπήρχε διάβρωση θα επηρεάζονταν και τα ακριβώς διπλανά σημεία τα οποία ήταν 50 μέτρα παρακάτω, κάτι που δεν έγινε και επανέλαβε ότι η παραλία ήταν σε λειτουργήσιμη κατάσταση. Όσον αφορά την θέση περί μη παροχής νερού στο σημείο της παραλίας για το οποίο είχε άδεια ο Ενάγοντας επανέλαβε ότι το 2012 αυτό γινόταν με γραπτή αίτηση και όχι προφορικό αίτημα και ότι ο Ενάγοντας έπρεπε να υποβάλει σχετική αίτηση αν αυτό επιθυμούσε να πράξει.

 

23. Σε άλλο σημείο της αντεξετάσης ερωτήθηκε για την πρόσβαση στην παραλία και του υποβλήθηκε ότι κατασκευάστηκε παρκινγκ και έπειτα δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση ο Ενάγοντας. Αρνήθηκε την εν λόγω υποβολή και ειδικότερα ότι το παρκινγκ εμπόδιζε την πρόσβαση και επισήμανε ότι πάντα υπήρχε πρόσβαση στην παραλία. Επίσης πρόβαλε τη θέση ότι δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να απαντήσει αν ο Ενάγοντας είχε λάβει υποσχέσεις από τον Κοινοτάρχη των Εναγομένων και επανέλαβε ότι ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε προς τον ίδιο για κάτι τέτοιο και αρνήθηκε ότι ο Ενάγοντας υπέστη οποιεσδήποτε ζημιές. Πρόσθεσε, επίσης κατά την αντεξέταση ότι ο λόγος που ο Ενάγοντας δεν εργάστηκε για το 2013 ήταν διότι ο Ενάγοντας δεν είχε καταβάλει το σχετικό τέλος όπως προνοούσε ο όρος της προσφοράς και συνεπώς δεν κατείχε άδεια παροχής υπηρεσιών για το 2013 και άρα δεν μπορεί να ζητά αποζημιώσεις για το 2013.

 

 

Ευρήματα επί παραδεκτών ή μη αμφισβητουμένων γεγονότων

24. Από το σύνολο των δικογραφημένων θέσεων και του μαρτυρικού υλικού που προσκομίσθηκε προκύπτουν τα πιο κάτω ως παραδεκτά ή μη αμφισβητούμενα γεγονότα: 

 

·         Ο Ενάγοντας υπέβαλε πρόταση προς τους Εναγόμενους στην προκήρυξη με αριθμό 11/2012 για να λάβει άδεια εκμετάλλευσης της παραλίας στην περιοχή Καστέλλα στον Άγιο Τύχωνα και κατέβαλε τα αναγκαία τέλη ως τα Τεκμήρια 2 και 3.

 

·         Οι Εναγόμενοι είναι η υπεύθυνη αρμόδια τοπική αρχή για την χορήγηση αδειών λειτουργίας για την παραλία Καστέλλα στον Άγιο Τύχωνα δυνάμει των προνοιών του περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου (ΚΕΦ.59).

 

·         Η προσφορά του Ενάγοντα έγινε αποδεκτή και σε αυτόν κατακυρώθηκε κατόπιν της καταβολής του ποσού των €4,750 στις 26/06/2012 σύμφωνα με το Τεκμήριο 4.

 

·         Ο Ενάγοντας απέκτησε την αναγκαία άδεια υπηρεσιών τοποθέτησης κρεβατιών θαλάσσης και ομπρελών για τις κολυμβητικές περιόδους 2012 και 2013 στην βάση των όρων της προκήρυξης 11/12 δημιουργήθηκε συμβατική σχέση μεταξύ των μερών.

 

·         Σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης (Τεκμήριο 1) το επίδικο σημείο 1(β) για την παραλία Καστέλλα για τις επίδικες χρονικές περιόδους ήταν χωρητικότητας 60 κρεβατιών θαλάσσης και 30 ομπρελών. Στους όρους της προκήρυξης δεν υπάρχει όρος για «τέλεση βελτιωτικών έργων» στην παραλία.

 

·         Ο Ενάγοντας δεν εργάστηκε καθόλου στο σημείο για το οποίο είχε άδεια στην παραλία Καστέλλα για το έτος 2013.

 

Για όλα τα πιο πάνω το Δικαστήριο προβαίνει σε ανάλογα ευρήματα.

 

Επίδικα Ζητήματα

25. Από τις έγγραφες προτάσεις και την προσκομισθείσα μαρτυρία κρίνω ότι τα μόνα επίδικα θέματα που προκύπτουν είναι τα εξής:

                     i.        Κατά πόσο στους όρους προκήρυξης των Εναγομένων, υπήρχε εξυπακουόμενος όρος τέλεσης βελτιωτικών έργων στην παραλία από τους Εναγόμενους.

                    ii.        Σε περίπτωση που υπάρχει τέτοιος όρος κατά πόσο οι Εναγόμενοι παραβίασαν την ως άνω υποχρέωση, με αποτέλεσμα να μην έχει ο Ενάγοντας πρόσβαση στην παραλία.

                  iii.        Κατά πόσο ο Ενάγοντας υπολειτουργούσε στον χώρο της παραλίας κατά το έτος 2012 και το γεγονός ότι δεν εργάστηκε το έτος 2013  δύναται να αποδοθεί σε ενέργειες/παραλείψεις των Εναγόμενων.

                  iv.        Αν η απάντηση στα υποσημεία i), ii) και iii) είναι καταφατική κατά πόσο ο Ενάγοντας έχει αποδείξει ότι υπέστη ζημιά και ποιο το ύψος  αυτής.  

Αξιολόγηση της μαρτυρίας

26. Η αξιολόγηση της μαρτυρίας πραγματοποιείται προκειμένου να προβεί το Δικαστήριο σε ευρήματα αναφορικά με τα πραγματικά γεγονότα και στη συνέχεια στηριζόμενο σε αυτά να εξετάσει αν αυτός που έχει το βάρος της απόδειξης το έχει αποσείσει στο βαθμό που απαιτείται. Ως επί το πλείστον, ζητήματα αξιοπιστίας εγείρονται όταν υπάρχουν δύο διιστάμενες εκδοχές και το δικαστήριο θα πρέπει να επιλέξει μια από τις δύο (Wynne Barry ν. David Costaki Mavronicola, ως διαχειριστή της περιουσίας του Kωστάκη Δαυίδ Mαυρονικόλα (ανίκανου προσώπου) (2009) 1 ΑΑΔ 1138).

 

27. Επισημαίνεται ότι, η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν και είναι σχετικά με τα επίδικα και δεν επεκτείνεται σε θέματα που δεν δικογραφούνται ή σε θέματα που έχουν εγερθεί πρώτη φορά είτε μέσω της μαρτυρίας είτε μέσω των αγορεύσεων των συνηγόρων των διαδίκων και άρα τέτοια μαρτυρία δεν λαμβάνεται υπόψη  (Παπαγεωργίου ν Κλάππας Invstment Services Ltd (1991) 1 Α.Α.Δ. 24) και  ΑΝΤΩΝΙΑ ΠΗΛΙΝΑ v. PASCAL EDUCATION LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 222/2015, 22/11/2023). Επιπλέον, έχει λεχθεί σε πληθώρα αποφάσεων ότι μαρτυρία που κατατίθεται έστω και χωρίς ένσταση και που τελικά φαίνεται ότι δεν είναι αποδεκτή μαρτυρία πρέπει να αγνοείται κατά την τελική κρίση του Δικαστηρίου (Μελάς v. Κυριάκου (2003) 1 Α.Α.Δ. 826, DEMARI KRONOS LIMITED v. MICHAEL LESLIE GRAY κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 264/2014, 22/2/2023, ECLI:CY:AD:2023:A62.

 

28. Στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης παρακολούθησα με προσοχή τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Για σκοπούς αξιολόγησης έλαβα υπόψη αριθμό νομολογιακών αναγνωρισμένων παραγόντων όπως την πληρότητα και σαφήνεια και αμεσότητα στον τρόπο περιγραφής των γεγονότων την ύπαρξη γενικών και αορίστων αναφορών, υπεκφυγών ή ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών στη σχετική μαρτυρία,  αλλά και την γενικότερη λογικοφάνεια της εκδοχής που προβάλλεται καθώς και την ύπαρξη ή την απουσία οποιουδήποτε προσωπικού συμφέροντος του προσώπου που προσκομίζει την μαρτυρία (Ζερβού ν. Ζερβού (2011) 1 ΑΑΔ 2192,  Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 ΑΑΔ 506 Κυριακίδης ν. Τράπεζα Πειραιώς (Κύπρου) Λτδ, Πολιτική Έφεση 185/2012, 19/04/2018), ECLI:CY:AD:2018:A179.

 

29. Το Δικαστήριο προχωρεί με προσοχή στην αξιολόγηση της μαρτυρίας με αντιπαραβολή των θέσεων των διαδίκων αλλά και των τεκμηρίων που κατατέθηκαν στη διαδικασία και το περιεχόμενο, η πειστικότητα και η ποιότητα της μαρτυρίας εκάστου μάρτυρα συσχετίζεται, αντιπαραβάλλεται και διερευνάται με την αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων ενώ υπόκειται και στη βάσανο της λογικής και της ανθρώπινης πείρας (Βλ. απόφαση (Στυλιανίδης ν. Χατζηπιέρα (1992) 1 Α.Α.Δ 1056,  Χριστοφίνης ν. Φραντζή, Π.Έ. 328/2011, ημερ. 31/05/2017, ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ v. ΚΩΣΤΑ ΘΕΟΔΟΤΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 40/2014, 8/6/2022), ECLI:CY:AD:2022:D243. Επισημαίνω ότι το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να αποδεχτεί ή να απορρίψει είτε όλη είτε μέρος της προσκομισθείσας μαρτυρίας (Φάρμα Ρένος Χ"Ιωάννου Δημοσια Εταιρεία Λτδ ν. Χίννη (2012) 1(Β) ΑΑΔ 1331, ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ v. ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΕΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 158/2013, 26/10/2022), ECLI:CY:AD:2022:A403.

 

30. Στη βάση των πιο πάνω αρχών, τυχόν μαρτυρία που προσκομίστηκε και σχετική αντεξέταση επί θεμάτων που δεν σχετίζονται με τα επίδικα θέματα, όπως αυτά προσδιορίστηκαν πιο πάνω, και που εκφεύγουν εξ ολοκλήρου των δικογραφημένων θέσεων των μερών, καθηκόντως θα αγνοηθεί και δεν θα τύχει περαιτέρω σχολιασμού. Ενδεικτικά αναφέρομαι στα ακόλουθα θέματα, ήτοι κατά πόσο θα έπρεπε να υπήρχε πρόνοια για παροχή νερού καθότι αυτό δεν διασυνδέθηκε δικογραφικά με την δυνατότητα πρόσβασης στην παραλία σύμφωνα με την δικογραφημένη θέση των Εναγόντων.

 

31. Επιπλέον, επισημαίνω ότι δεν θα τύχει αξιολόγησης ούτε και η μαρτυρία των Εναγομένων με την οποία προσπάθησαν να αμφισβητήσουν την κατοχή άδειας από τον Ενάγοντα για την κολυμβητική περίοδο 2013 καθότι το συγκεκριμένο ζήτημα εκ της δικογραφίας κατέστη παραδεκτό (δέστε περιεχόμενο παραγράφων 3 και 4 της Έκθεσης Απαίτησης σε σχέση με το περιεχόμενο της παραγράφου 3 της Υπεράσπισης και την απουσία ειδικής ή εξυπακουόμενης άρνησης του εν λόγω ζητήματος)  και συνεπώς, δεν χρειάζεται να αποδειχτεί (δέστε Δ.19 θ.11 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, STARGEL CO LTD ν. LUTKIN κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 407/2011, 21/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:A300 και Χρίστου ν. Khoreva (2001) 1 (Γ) ΑΑΔ 1874).

 

32. Περαιτέρω, σημειώνω ότι σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν επικαλέστηκε οποιοσδήποτε από τους συνηγόρους ότι τυγχάνουν εφαρμογής οι κανόνες αποδοχής εξωγενούς μαρτυρίας. Στην παρούσα υπόθεση έχει ήδη λεχθεί ότι με την άδεια που έλαβε ο Ενάγοντας δημιουργήθηκε μια συμβατική σχέση των μερών σύμφωνα με τους γραπτούς όρους της προκήρυξης. Συνιστά βασικό κανόνα σε ό,τι αφορά τις γραπτές συμβάσεις ότι οι πρόνοιες που τις συναποτελούν ρυθμίζουν τις σχέσεις των μερών, καθορίζοντας τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους, δεν επιδέχονται εξωγενή μαρτυρία προκειμένου να προσθέσει, να αφαιρέσει, να τις τροποποιήσει ή να τις αντικρούσει (UNITED FIVE DEVELOPMENT CO (HOLDINGS) LTD κ.α. v. STICHTING ALTAS SPECIALS, Πολιτική Έφεση Αρ. 316/2014, 15/02/2023, ECLI:CY:AD:2023:A52, Πίγκος Εστέιτς Λτδ ν. Μιχάλη Θεόδουλου Καλογήρου, διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Θεόδουλου Νικόλα Καλογήρου και Άλλων (2015) 1 ΑΑΔ 1953)

 

33. Αν και γίνεται επίκληση στις αγορεύσεις της συνηγόρου του Ενάγοντα για την ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου, όπως θα επεξηγηθεί στην συνέχεια, η ύπαρξη ή μη εξυπακουόμενου όρου δεν προωθήθηκε στην βάση προγενέστερης καλά καθιερωμένης πρακτικής ή εθίμου στον κλάδο που οι συμβαλλόμενοι δραστηριοποιούνται, κάτι που ενδεχομένως να επέτρεπε την προσκόμιση τέτοιας μαρτυρίας. Συνεπώς, η μαρτυρία που προσκομίσθηκε αναφορικά με το κατά πόσο οι Εναγόμενοι όντως ανέφεραν ή όχι στον Ενάγοντα ότι θα τελεσθούν βελτιωτικά έργα μετά την παραλαβή της παραλίας και παρενθετικά επισημαίνω την αντίφαση που προκύπτει με την δικογραφημένη θέση των Εναγόντων (παρ. 6 Έκθεσης Απαίτησης), ήτοι ότι οι Εναγόμενοι δεν ανταποκρίθηκαν στα αιτήματα του, δεν θα τύχει περαιτέρω αξιολόγησης.

 

34. Περαιτέρω, επισημαίνω ότι δεν θα τύχει αξιολόγησης ούτε και η μαρτυρία που προσκόμισαν οι διάδικοι σε σχέση με το τι θεωρούν ότι ήταν οι υποχρεώσεις των μερών καθότι η ερμηνεία των όρων ενός εγγράφου αποτελεί νομικό θέμα που επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, πόσο μάλλον όταν στην παρούσα, όπως θα αναλυθεί στην συνέχεια, η πλευρά του Ενάγοντα επικαλείται την ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου. Έχοντας υπόψη όλους τους προαναφερόμενους παράγοντες και παραμέτρους που συνιστούν μέτρο κρίσης για την αξιολόγηση ενός μάρτυρα έχω διεξέλθει την μαρτυρία και τα Τεκμήρια που προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο από έκαστο μάρτυρα με προσοχή.

 

Μαρτυρία ΜΕ1

35. Η μαρτυρία του MΕ1 δεν άφησε στο Δικαστήριο θετική εντύπωση καθότι αυτή χαρακτηρίζεται από γενικές αναφορές σε πλείστα επί των κρίσιμων για την υπόθεση σημείων και ο ίδιος υπέπεσε σε ουσιώδη αντίφαση που όπως θα εξηγήσω δεν συνάδει με την εν γένει αντικειμενική υπόσταση των εκατέρωθεν θέσεων που προβλήθηκαν και έπληξε καίρια και ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία του.

 

36. Ειδικότερα, ο Ενάγοντας προώθησε ως κύριο άξονα της απαίτησης του τόσο δικογραφικά αλλά και μέσω της μαρτυρίας του ότι υπολειτουργούσε το έτος 2012, ένεκα της έλλειψής τέλεσης εργασιών από τους Εναγόμενους, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να τοποθετεί μόνο τα «μισά περίπου κρεβατάκια», χωρίς φυσικά να διευκρινίζεται σε ποια μισά αναφέρεται  και κατ’ επέκταση θεώρησε ότι η χωρητικότητα της παραλίας δεν ήταν είναι σύμφωνη με την αρχική προσφορά. Επισημαίνω ότι επανέλαβε καθ΄ όλη την διάρκεια της κυρίως εξέτασης του αλλά και κατά την αντεξέταση του ότι «μετά δυσκολίας τοποθετούσα στην παραλία 60 κρεβάτια θαλάσσης και 30 ομπρέλες». Ήταν χαρακτηριστική η αμηχανία του και το βλέμμα που αντάλλαξε με την συνήγορο του σε σχετική υποβολή της συνηγόρου των Εναγομένων ότι αυτοί ήταν ακριβώς οι αριθμοί που προνοούσαν οι όροι της προκήρυξης των Εναγομένων που του επικυρώθηκε. Περαιτέρω, δεν μπορώ να μην σχολιάσω και την διάσταση μεταξύ των θέσεων του ΜΕ1 και του ΜΕ2 καθότι σύμφωνα με την μαρτυρία του ΜΕ2 ο ΜΕ1 του ανέφερε ότι ο ΜΕ1 τοποθετούσε με δυσκολία 30-35 κρεβατάκια.

 

37. Περαιτέρω, επιθυμώ να σχολιάσω τον τρόπο με τον οποίο ο ΜΕ1 προσκόμισε την μαρτυρία του και ενώ δικογραφικά προώθησε την θέση περί μη εκτέλεσης βελτιωτικών έργων που δεν του επέτρεπαν να έχει πρόσβαση στην παραλία, εντούτοις, στην μαρτυρία του αναφέρθηκε και σε άλλα έργα στα οποία προέβηκαν οι Ενάγοντες και που και πάλι εμπόδιζαν την πρόσβαση. Επιπλέον, άλλοτε αναφερόταν σε υποχρέωση καθαρισμού της παραλίας και άλλοτε σε μεταφορά τσακιλιού και άμμου με εκσκαφείς ώστε μελετώντας την μαρτυρία στο σύνολο της να μην προκύπτει με σαφήνεια ποια τελικά ήταν η θέση του ως προς το ποιες ακριβώς ενέργειες ήταν όντως υποχρεωμένοι να προβούν οι Εναγόμενοι. Σε άλλο σημείο ενώ ανέφερε γενικά και αόριστα ότι κτίστηκε χώρος στάθμευσης που εμπόδιζε την πρόσβαση στην παραλία για την οποία είχε άδεια στην πορεία της μαρτυρίας του διεφάνη ότι παρά την ύπαρξη του χώρου στάθμευσης μπορούσε να τοποθετεί κρεβατάκια και ομπρέλες κάτι που και πάλι τελεί σε διάσταση με την δικογραφημένη του θέση περί μη ύπαρξης πρόσβασης σε όλη την παραλία. Είναι ένα πράγμα να μην είχε πρόσβαση σε όλη την παραλία για παράδειγμα με κάποιο όχημα ο Ενάγοντας και άλλο αν μπορούσε να κουβαλήσει και να τοποθετήσει τα κρεβατάκια με τα χέρια του όπως άλλωστε ο ίδιος εξήγησε. Σε κάθε περίπτωση η εν λόγω πτυχή της μαρτυρίας του δεν συνάδει ούτε και με την κοινή λογική καθότι αν δεν είχε πρόσβαση  στην παραλία δεν θα ήταν και σε θέση να τοποθετεί ούτε καν τα κρεβατάκια που ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι τοποθετούσε θέση που αυτοαναιρεί τα όσα προωθεί.

 

38. Όπως είναι καλά νομολογημένο η έκταση της μεταβολής του ΜΕ1 από τις δικογραφημένες του θέσεις επιδρά δυσμενώς και στην αξιοπιστία του (Βαθούλα Δημήτρη Δημητριάδη ν. Alexander Kravtchenko (2013) 1 ΑΑΔ 1133 και Πουρίκκος ν. Σάββα (1991) 1 ΑΑΔ 507), Ζαβρού v. Χαραλάμπους, (1996) 1 ΑΑΔ 447). Συνεπώς, η ευρύτερη θέση της μαρτυρίας του Ενάγοντα ότι υπολειτουργούσε το έτος 2012 και ότι δεν είχε πρόσβαση στην παραλία στερείται παντελώς πειστικότητας και απορρίπτεται συλλήβδην.

 

39. Όσον αφορά την θέση του περί διάβρωσης της παραλίας λόγω θαλασσοταραχής τον προηγούμενο χειμώνα μάλιστα στον βαθμό που σύμφωνα με τον ίδιο «η παραλία να μην είναι της αρχικής χωρητικότητας σύμφωνα και με την προσφορά» παρατηρώ ότι και αυτή η θέση στερείται οποιασδήποτε αληθοφάνειας. Κατ’ αρχάς το Τεκμήριο 1 που προσκόμισε ήτοι οι όροι της προκήρυξης φέρει ημερομηνία 01/06/2012 δηλαδή χρονολογικά μετά τον χειμώνα και άρα κατά τα λεγόμενα του υπήρχε ήδη διάβρωση. Αφήνω επί μέρους ότι για σκοπούς απόδειξης της όποιας διάβρωσης εδάφους στον βαθμό που αυτή επηρέαζε την λειτουργία της παραλίας και που εντάθηκε λόγω της μη τέλεσης έργων από τους Εναγόμενους ενδεχομένως να απαιτείτο η προσκόμιση μαρτυρίας εμπειρογνώμονα και σημειώνω εδώ ότι ο ίδιος ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι κατέχει τέτοια προσόντα. Εντούτοις, αυτό που αδυνατεί το Δικαστήριο να αντιληφθεί είναι το γιατί αν κατά τον ίδιο υπήρχε ήδη διάβρωση υπέβαλε πρόταση για κατακύρωση της προσφοράς σε αυτόν ούτε και είναι αντιληπτό πώς ο μάρτυρας ισχυρίζεται ότι η χωρητικότητα δεν συνάδει με την προκήρυξη ένεκα της διάβρωσης, με δεδομένο ότι η διάβρωση προηγήθηκε χρονικά της προκήρυξης. Το πιο πάνω σκέλος της μαρτυρίας του, ως ζήτημα κοινής λογικής αντιπαραβάλλεται και έρχεται ξεκάθαρα και σε αντίθεση με την αναντίλεκτη θέση του ΜΥ1 ότι όταν γίνεται μια προκήρυξη δίνεται χάρτης στους ενδιαφερόμενους οι οποίοι και μπορούν να επισκεφθούν τον χώρο και αν ικανοποιούνται τότε υποβάλουν προσφορά για να λάβουν άδεια.

 

40. Ως ζήτημα κοινής λογικής εγείρονται και ουσιαστικά ερωτήματα από την συνολική προσέγγιση και συμπεριφορά του Ενάγοντα στην εξέλιξη των γεγονότων όπως τα περιγράφει. Ειδικότερα, ενώ για το 2013 αναφέρει ότι η «παραλία είχε σχεδόν εξαφανιστεί», εντούτοις δεν εξήγησε γιατί δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια, πέραν της αποστολής σχετικής επιστολής παραπόνου προς τους Εναγόμενους τον Απρίλιο 2013 (Τεκμήριο 8) για τα έργα που θεωρούσε ότι έπρεπε να προβούν, όπως για παράδειγμα να τερματίσει την άδεια που κατείχε και να αξίωνε το ποσό που κατέβαλε εφόσον δεν θα μπορούσε καθόλου να εργαστεί. Εντούτοις, για άγνωστους προς το Δικαστήριο λόγους άφησε την καλοκαιρινή περίοδο του 2013 να παρέλθει και προώθησε την παρούσα αξίωση έπειτα από 4 χρόνια.

 

41. Καταληκτικά, αναφέρω ότι ο ΜΕ1 δεν προσκόμισε στο Δικαστήριο οποιαδήποτε πειστική εξήγηση αναφορικά με τους υπολογισμούς στους οποίους προέβη ο ίδιος αξιώνοντας τα ποσά των €7,000 για το έτος 2012 και €14000 για το έτος 2013 χωρίς οποιαδήποτε αναφορά ή έστω σύγκριση με έσοδα προηγούμενων ετών και απλά παρέθεσε τις φορολογικές του δηλώσεις για τα επίδικα έτη. Οι προσωπικές εκτιμήσεις του μάρτυρα, για την ζημιά που ισχυρίζεται ότι υπέστη με απλή παραπομπή στις φορολογικές του δηλώσεις κρίνεται ως έκδηλα ανεπαρκής.

 

42. Εκείνο το οποίο μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα είναι ότι εξεταζόμενη συνολικά η μαρτυρία του ΜΕ1 αντιπαραβολλόμενη και με την υπόλοιπη μαρτυρία που προσκομίστηκε στην παρούσα, καθιστά αδύνατο ή τελείως ακροσφαλές και αβέβαιο το δικαστικό έργο εξαγωγής ευρημάτων. Υπό το φως όλων των πιο πάνω, η μαρτυρία του ΜΕ1 δεν αποτελεί ασφαλές και σταθερό υπόβαθρο δυνάμει του οποίου το Δικαστήριο θα δύνατο ευλόγως να εξαγάγει ασφαλή συμπεράσματα και ως εκ τούτου, δεν αποδέχομαι την μαρτυρία του την οποία και απορρίπτω.

 

Μαρτυρία ΜΕ2

 

43. Ο ΜΕ2 παρέθεσε μαρτυρία υπό την ιδιότητα του ως λογιστής, και προσκόμισε μαρτυρία επί θεμάτων που άπτονταν της κατ’ ισχυρισμό ζημιάς που υπέστη ο Ενάγοντας λόγω της μη δυνατότητας του να λειτουργήσει την παραλία ικανοποιητικά. Η αξιώμενη ζημιά του  Ενάγοντα ουσιαστικά παρουσιάστηκε ως διαφυγόντα κέρδη, δηλαδή τι θα αποκόμιζε αν ήταν σε θέση να λειτουργήσει την παραλία.  Παρά το γεγονός ότι δεν δόθηκαν περαιτέρω λεπτομέρειες των προσόντων του, δεν αμφισβητήθηκε η εμπειρογνωμοσύνη του ΜΕ2 από την ευπαίδευτο συνήγορο των Εναγομένων. Με αυτό το δεδομένο θεωρώ ότι ο ΜΕ2 μπορεί να θεωρηθεί εμπειρογνώμονας στον τομέα αναφορικά με τον οποίο έδωσε μαρτυρία και η μαρτυρία του θα τύχει αξιολόγησης ως μαρτυρία εμπειρογνώμονα.

 

44. Πέραν των πιο πάνω, προτού προχωρήσω στην ανάλυση των υπόλοιπων παραγόντων που συνυπολογίζονται σε υποθέσεις όπως η παρούσα, κρίνω ορθό να υπενθυμίσω τον ρόλο εμπειρογνωμόνων ενώπιον του Δικαστηρίου. Η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων αποτελεί, κατά κανόνα μια πρωτογενής ανεξάρτητη μαρτυρία γνώμης σε ζητήματα που εμπίπτουν στη σφαίρα της ειδικότητας του. Όπως λέχθηκε στην απόφαση Νίκος Νικολάου δια της πλησιέστερης φίλης του Μυριάνθης Γεωργίου Ν. Κλεάνθη Σταυρού (1992) 1β Α.Α.Δ 746:

«Ο πραγματογνώμονας εφοδιάζει το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για τον έλεγχο της ακρίβειας των συμπερασμάτων του έτσι που να μπορέσει ο δικαστής να διαμορφώσει τη δική του ανεξάρτητη κρίση με την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων πάνω στα γεγονότα που αποδεικνύει η μαρτυρία».

 

45. Πιο πρόσφατα λέχθηκαν τα ακόλουθα από το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση Α.Α.Ι ν. Χρυσοστόμου, Πολιτική Έφεση 298/2014, ημερομηνίας 14/12/2023.:

«Ο νόμος και η πρακτική, υπαγορεύουν ότι, το δικαστήριο, δεν είναι επιτρεπτό να ενεργεί το ίδιο ως πραγματογνώμονας, σε σχέση με θέματα που αποτελούν αντικείμενο επιστημονικής γνώσης, ώστε να μην εμπίπτουν στη γνώση του κοινού ανθρώπου, (βλ. Μακρίδης ν. Dharaghji κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1013, σελίδα 1021). Όταν δε, για να διαπιστώσει τα γεγονότα υπόθεσης που εκδικάζεται ενώπιον του, πρέπει να βασιστεί στη μαρτυρία πραγματογνώμονα μάρτυρα, την αξιολογεί πρώτα, ως προς την αξιοπιστία της, με βάση τους συνήθεις κανόνες απόδειξης. Ακολούθως την κατανοεί. Αφού βεβαιωθεί και για τούτο, με τη γνώση που θα έχει πλέον αποκτήσει, προβαίνει σε ευρήματα επί των γεγονότων που αφορούν την ιατρική πτυχή της. Όπως, ακριβώς, έχει λεχθεί, ο πραγματογνώμονας παρέχει στο Δικαστήριο την αναγκαία επιστημονική γνώση, ώστε να κατανοήσει, το ίδιο, δεδομένα επιστημονικού περιεχομένου, που έχουν τεθεί ενώπιον του, προκειμένου να καταλήξει στη δική του ανεξάρτητη κρίση σε σχέση με συγκεκριμένη πτυχή της υπόθεσης, (βλ. Πιττάλης κ.α. ν. Ianira Entr. Ltd κ.α. (1997 1 Α.Α.Δ. 184, Κοινοτικό Συμβ. Ομόδους ν. Κονναρή (2011) 1 Α.Α.Δ. 2298 και Μελικίδης ν. Παπαγεωργίου κ.α. (2013) 1 Α.Α.Δ. 832)».

 

46. Η μαρτυρία πραγματογνώμονα δεν είναι δεσμευτική παρά μόνο βοηθητική προς το Δικαστήριο και τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η γνώμη του, πρέπει να είναι γεγονότα που αποδεικνύονται με, αποδεκτή από Δικαστήριο, μαρτυρία. Ειδικότερα, όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Φιλίππου ν. Οδυσσέως (1989) 1 Α.Α.Δ, η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα εισάγεται υπό την αίρεση της απόδειξης του πραγματικού της υποβάθρου, ενώ η αποτυχία απόδειξης του υπόβαθρου αυτού, αφήνει την γνώμη του εμπειρογνώμονα μετέωρη και χωρίς αξία. Περαιτέρω, λέχθηκε ότι, όσο και αν είναι δυνατόν να αναφερθεί ο εμπειρογνώμονας σε υποθετική κατάσταση πραγμάτων ή σε γεγονότα για τα οποία δεν έχει προσωπική γνώση προκειμένου να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, αυτή η αναφορά δεν εισάγεται για να χρησιμοποιηθεί ως απόδειξη προς την ύπαρξη τους.  Στη συνέχεια, το Δικαστήριο μπορεί να καταλήξει στα δικά του ανεξάρτητα συμπεράσματα, εφόσον υφίστανται συνθήκες που να δικαιολογούν τέτοια κατάληξη και χωρίς βεβαίως να μετατρέπεται το ίδιο το Δικαστήριο σε εμπειρογνώμονα.

 

47. Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω, προχωρώ στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα. H συνολική αποτίμηση της μαρτυρίας του καταδεικνύει ότι δεν μπορεί να προσδοθεί σε αυτή οποιαδήποτε βαρύτητα.  Το πρώτο που επισημαίνω είναι ότι το πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου στηρίχθηκε η μαρτυρία του ήτοι ότι ο ενάγοντας υπολειτουργούσε και με δεδομένο την απόρριψη της μαρτυρίας του Ενάγοντα επί των πιο πάνω σημείων η γνώμη του επί της κατ’ ισχυρισμό ζημιάς παραμένει μετέωρη και χωρίς αξία. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν αποδεχόμουν την μαρτυρία του ΜΕ1 αυτό για το οποίο δεν έχει πειστεί το Δικαστήριο είναι το πώς κατέληξε ο ΜΕ2 στο ύψος των ζημιών το οποίο καταγράφεται στο Τεκμήριο 10. Ούτε και παρατέθηκε οποιαδήποτε λεπτομέρεια της όποιας μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε για τον υπολογισμό της εν λόγω ζημιάς πέραν της αναφοράς σε «μέθοδο των 3». Ειδικότερα, το Τεκμήριο 10 είναι παντελώς απογυμνωμένο από οποιαδήποτε υποστηρικτικά έγγραφα ή άλλη επεξήγηση που θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να καταλήξει σε ασφαλές συμπέρασμα του κατ’ ισχυρισμό ύψους ζημιάς (ενόψει και των αρχών της νομολογίας ότι οι ζημιές πρέπει να αποδεικνύονται με αυστηρότητα Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Medcon Constructions Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 945). Αυτό που προκύπτει αβίαστα από την μαρτυρία του ΜΕ2 είναι ότι το Τεκμήριο 10 ετοιμάστηκε στη βάση θεωρητικών, ασαφών και αδιευκρίνιστων  δεδομένων.

 

48. Ειδικότερα, είναι χαρακτηριστική η αναφορά του ΜΕ2 ότι στηρίχθηκε αποκλειστικά στα όσα του μετέφερε ο ΜΕ1 και ειδικότερα στις φορολογικές δηλώσεις του, αν και αναφέρθηκε σε δικαιολογητικά που του παρέθεσε ο Ενάγοντας για τα έτη 2008-2013, ενώ αποδέχθηκε ότι σε φορολογικές δηλώσεις ουδόλως καταγράφεται η όποια ζημιά. Ουσιαστικά δεν συνέταξε την έκθεση του στη βάση οποιονδήποτε αντικειμενικών ή συγκριτικών δεδομένων. Επιπλέον δεν υπάρχει καμία αναφορά ότι εξέτασε και σύγκρινε για  παράδειγμα τα κέρδη και τις τυχόν εισπράξεις από άλλους αδειούχους παραλιών στην περιοχή εφαρμόζοντας τυχόν δικαιολογημένες αναπροσαρμογές, ούτε καν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία για το ύψος των κερδών του Ενάγοντα κατά τα προηγούμενα έτη, ποια ήταν τα πιθανά έξοδα του για να συνυπολογιστούν στον υπολογισμό των κερδών (net profit). Ούτε συνυπολογίστηκαν οποιοιδήποτε άλλοι παράγοντες που δυνατόν να επηρέαζαν την κερδοφορία του Ενάγοντα και ενδεικτικά παραπέμπω στις θέσεις της συνηγόρου των Εναγομένων όπως για παράδειγμα την πληρότητα στις παραλίες, το κατά πόσο ενδεχόμενη διαφοροποίηση στην προσέλευση δεδομένου ότι κάποιες μέρες είναι καθημερινές, προφανώς σε αντιδιαστολή με τα Σαββατοκυρίακα. Ο μάρτυρας απάντησε «κάποια σκέψη θα έκανα». Ποια ήταν αυτή η σκέψη φυσικά παρέμεινε αναπάντητο.

 

49. Περαιτέρω, ενδεικτικό των ασαφειών στην σύνταξη της έκθεσης του  είναι και το γεγονός ότι ούτε επεξηγήθηκε γιατί αποφάσισε να εφαρμόσει μια μείωση της τάξης του 5% για το έτος 2013 αντί για άλλο ποσοστό είτε περισσότερο ή λιγότερο αναφορικά με τον υπολογισμό της κατ΄ ισχυρισμό ζημιάς για το 2013.

 

50. Για σκοπούς πληρότητας αναφέρω ότι καθοδήγηση ως προς το είδος, το επίπεδο και την έκταση της μαρτυρίας που θα μπορούσε να οδηγούσε στον υπολογισμό ζημιάς σε μια υπόθεση όπως η παρούσα περίπτωση δύνατο να αποτελέσουν κατ΄ αναλογία οι κατευθυντήριες γραμμές που ΧΧ τέθηκαν στην Αγγλική απόφαση Vasiliou v Hajigeorgiou [2010] All ER (D) 277 στην οποία είχε εξεταστεί, μεταξύ άλλων, το κατά πόσο είχε αποδειχθεί ικανοποιητικά ζημιά σε μια επιχείρηση.

 

51. Όλα όσα έχω αναφέρει πιο πάνω καταδεικνύουν ότι ο ΜΕ2 απλά μετέφερε αβασάνιστα στην έκθεση του τα όσα υποθετικά κέρδη  του μετέφερε ότι θα είχε ο Ενάγοντας και δεν προέβη σε οποιαδήποτε ανεξάρτητη έκθεση για την παράθεση των συμπερασμάτων του. Η δε στήριξη του αποκλειστικά στα όσα του ανέφερε ο Ενάγοντας αφαιρεί την όποια αντικειμενικότητα στο περιεχόμενο του Τεκμηρίου 10 και απολήγει σε μια «τεχνητή» δημιουργία μαρτυρίας.

 

52. Συνοψίζοντας, έχοντας κατά  νου όλες τις πιο πάνω παρατηρήσεις και αδυναμίες που έχουν επισημανθεί στη μαρτυρία του ΜΕ2  και εκτίμηση του, που ετοιμάστηκε επαναλαμβάνω  επί υποθετικών και αόριστων δεδομένων καταλήγω ότι ουδεμία βαρύτητα μπορεί να αποδοθεί στο Τεκμήριο 10 και το περιεχόμενο του οποίου απορρίπτεται εξ ολοκλήρου.

 

Αξιολόγηση ΜΥ1

53. Η μαρτυρία που προσκόμισε ο ΜΥ1 άφησε θετική εντύπωση στο Δικαστήριο και κρίνεται εν γένει αξιόπιστη. Ο ΜΥ1 ήταν σταθερός στις θέσεις του ενώ η μαρτυρία του διέπετο από σαφήνεια και αμεσότητα. Δεν συμφωνώ με την εισήγηση της συνηγόρου του Ενάγοντα ότι ο εν λόγω μάρτυρας υπέπεσε σε αντιφάσεις. Το γεγονός ότι δεν ανέφερε ότι εκτελεί και χρέη τροχονόμου πέραν των καθηκόντων του ως επιθεωρητή παραλίας ουδόλως αποτελεί αντίφαση ή γεγονός που δύναται να διαδραματίσει οποιοδήποτε ρόλο στα επίδικα ζητήματα της παρούσας. Παρομοίως, τα ίδια ισχύουν και για το γεγονός ότι δεν γνώριζε κατά πόσο ο Ενάγοντας επικοινώνησε και αν συμφώνησε οτιδήποτε με τον Διευθυντή των Εναγομένων θέση η οποία σε κάθε περίπτωση αποτελεί εξωγενή μαρτυρία που όπως έχω ήδη αναφέρει δεν θα τύχει αξιολόγησης.

 

54. Περαιτέρω, εξετάζοντας τις θέσεις που εξέφρασε ο μάρτυρας για τους Εναγόμενους παρατηρώ ότι αυτές παρουσίαζαν ειρμό και συνοχή και δεν παρατήρησα οποιαδήποτε προσπάθεια αλλοίωσης ή υπερβολής. Παρέμεινε σταθερός  και πειστικός κατά την αντεξέταση του σε σχέση με το ιδιόμορφο της μορφολογίας του εν λόγω σημείου της παραλίας και προπάντων στην προώθηση της θέσης ότι όταν επισκέφθηκε αρκετές φορές από τον Μάρτιο μέχρι και τον Νοέμβριο την παραλία δεν εντόπισε οποιοδήποτε πρόβλημα χωρητικότητας καθότι ο Ενάγοντας μπορούσε να τοποθετήσει κρεβατάκια σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης κάτι που άλλωστε παραδέχθηκε και ο ίδιος.

 

55. Επιπλέον, η θέση του ότι ουδέποτε ήταν δέκτης παραπόνων από τον ίδιο τον Ενάγοντα παρέμεινε αναντίλεκτη. Παρομοίως, επεξήγησε με σαφήνεια και αμεσότητα ότι οι Εναγόμενοι δεν έχουν αρμοδιότητα να επέμβουν στην παραλία προσθέτοντας ότι η μόνη τους ευθύνη περιορίζεται στην καθαριότητα της παραλίας, και παρέθεσε παράδειγμα άλλου αδειούχου που έλαβε άδεια από την Επαρχιακή Διοίκηση για να προβεί στα έργα που ήθελε, παρά την αντεξέταση της συνηγόρου του Ενάγοντα επί του σημείου. Όσον αφορά την θέση της συνηγόρου του Ενάγοντα περί ύπαρξης αντίφασης ένεκα της αναφοράς του ΜΥ1 στην ύπαρξη μηχανής καθαρισμού της παραλίας απερίφραστα αναφέρω ότι αυτό το γεγονός δεν διασυνδέεται με την προηγούμενη θέση του ΜΥ1 περί μη ύπαρξης υποχρέωσης τέλεσης βελτιωτικών έργων στα οποία αναφέρθηκε ο Ενάγοντας και για τα οποία αρμόδια είναι η Επαρχιακή Διοίκηση, όπως το δικαίωμα επίστρωσης με άμμο της παραλίας ή απομάκρυνσης πετρών από την παραλία.

 

 

56. Εξίσου πειστική και αληθοφανής ήταν και η εξήγηση του αναφορικά με τον ισχυρισμό της δυνατότητας πρόσβασης στην παραλία και απόρριψης της θέσης περί περιορισμού της χωρητικότητας της. Παρά την υποβολή της συνηγόρου του Ενάγοντα ότι το νερό της θάλασσας είχε βγει πολύ προς τα έξω, ελλείψει των αναγκαίων έργων, με απλότητα επεξήγησε ότι αν «υπήρχε θα υπήρχε και στα δίπλα 50 μέτρα» θέση που συνάδει ως ζήτημα κοινής λογικής καθότι το νερό  της θάλασσας δεν θα μπορούσε να περιοριζόταν μόνο σε ένα συγκεκριμένο σημείο της ακτογραμμής, χωρίς να απαιτείται εξειδικευμένη μαρτυρία για να καταστεί αντιληπτό και αποδεκτό κάτι τέτοιο. Αντικειμενικώς εξεταζόμενα τα πιο πάνω υποστηρίζονται και από την αναντίλεκτη θέση του ΜΥ1 ότι όταν γίνεται μια προκήρυξη δίνεται χάρτης στους ενδιαφερόμενους οι οποίοι και μπορούν να επισκεφθούν και να επιθεωρήσουν τον χώρο πριν υποβάλουν αίτηση για άδεια. Υπό το φως όλων των ανωτέρω, αποδέχομαι τη μαρτυρία του ΜΥ1 ως αξιόπιστη για σκοπούς εξαγωγής ευρημάτων.

Ευρήματα

57. Πέραν των ευρημάτων του Δικαστηρίου τα οποία ήδη παρατέθηκαν στην ενότητα των παραδεκτών και μη αμφισβητούμενων γεγονότων προβαίνω στα ακόλουθα ευρήματα:

 

·         Ο Ενάγοντας είχε πρόσβαση σε όλη την έκταση της παραλίας κατά τα έτη 2012 και 2013 και λειτούργησε αυτή για το έτος 2012 σύμφωνα με την χωρητικότητα που προνοούσαν οι όροι της άδειας που έλαβε από τους Εναγόμενους.

 

 

Νομική Πτυχή και Συμπεράσματα

58. Στις αστικές υποθέσεις όπως έχει επανειλημμένως νομολογηθεί η απόδειξη της υπόθεσης κρίνεται με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ενώ το βάρος απόδειξης βρίσκεται στους ώμους του εκάστοτε ενάγοντα, να αποδείξει τους ισχυρισμούς του που θεμελιώνουν την αξίωση του. Η απόσειση του βάρους αυτού, συναρτάται αποκλειστικά με την μαρτυρία η οποία κρίνεται αποδεκτή και αξιόπιστη (Demil Imports Exports Ltd ν. Zήνων η Kωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 462). Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση του ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not) (Μαρσέλ κ.α ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1858, ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ν. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΧΛΩΡΑΚΑΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 214/2013, 24/6/2019), ECLI:CY:AD:2019:A238. Έχοντας κατά νου τα ευρήματα στα οποία έχω ήδη αναφερθεί θα προχωρήσω να εξετάσω τα επίδικα θέματα. 

 

59. Η αξίωση του Ενάγοντα εδράζεται στην βάση παράβασης όρων της άδειας παροχής υπηρεσιών της παραλίας που έλαβε από τους Εναγόμενους. Οι συνέπειες μιας παράβασης και τα δικαιώματα που απορρέουν στο αθώο μέρος όπως και οι θεραπείες που μπορεί να αξιώσει ένεκα της παράβασης, εξαρτώνται από το είδος της παράβασης και τη σημασία του όρου που παραβιάστηκε, δηλαδή κατά πόσο αυτός ο όρος ήταν ουσιώδης σε συνάρτηση με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι ζήτημα που εναπόκειται στα μέρη σε κάθε σύμβαση να καθορίσουν ρητά Μίκης Κυριάκου ν Μαρία Φιλή (2004) 1 Α.Α.Δ. 1811 ή εκεί που τα μέρη δεν το πράττουν εναπόκειται στο Δικαστήριο να προβεί στην κατηγοριοποίηση του όρου (Hong Kong Fir Shipping Co v Kawasaki Kisen Kaisha [1962] 2 QB 26) λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση που η παράβαση της σύμβασης πραγματικά έχει από την ερμηνεία των προνοιών της συνολικά.

 

Ύπαρξη και παραβίαση εξυπακουόμενου όρου

60. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Ενάγοντα εισηγήθηκε ότι υφίστατο εξυπακουόμενος όρος στη συμφωνία των διαδίκων (άδεια λειτουργίας) ότι οι Εναγόμενοι θα προέβαιναν σε εργασίες βελτιωτικών έργων για να μπορεί να υπάρχει πρόσβαση του Ενάγοντα στην παραλία και να είναι λειτουργική. Είναι παραδεκτό μεταξύ των μερών, όπως έχω ήδη αναφέρει, ότι στους όρους της προκήρυξης στην βάση των οποίων προέκυψε η συμβατική σχέση των μερών δεν υπήρχε τέτοιος ρητός όρος.

 

61. Οι αρχές με βάση τις οποίες διαπιστώνεται η ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου συγκεφαλαιώνονται στην απόφαση Ergo Constructions Ltd ν. Tanielo Holding Ltd (2012) 1 ΑΑΔ 539, όπου με αναφορά στη σχετική νομολογία, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 «Η ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου σε συμφωνία διαπιστώνεται από το δικαστήριο, το οποίο, μέσα από το λεκτικό της, αναζητεί τις προθέσεις των συμβαλλομένων. Κριτήριο για τα όσα διατυπώνονται σ' αυτήν είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενό της στο μέσο λογικό άνθρωπο - (βλ. Εθνική Τράπεζα ν. Χατζηνέστορος (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 204· Γεωργ. Ετ. Φούτας ν. Εταιρεία Βάσος  Λτδ. (1993) 1 Α.Α.Δ. 168· Λάμπρου ν. Παράσχου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397 και Οικονόμου κ.ά. ν. Ττοφίνη κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 436). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη Θεολόγου κ.ά. ν. Κτηματικής Ετ. Νέμεσις Λτδ (1998) 1 Α.Α.Δ. 407:- (σελ. 413)

«..., συνεχής είναι η τάση προς εναρμόνιση των αρχών ερμηνείας των συμβάσεων με τα κρατούντα στην καθημερινή ζωή.  Το κριτήριο είναι η έννοια την οποία μεταδίδει το κείμενο της συμφωνίας στο μέσο λογικό άνθρωπο. Για το σκοπό αυτό μπορεί να εμπλουτισθεί η γνώση με την αποκάλυψη του υπόβαθρου της συμφωνίας, εξαιρουμένων πάντοτε των διαπραγματεύσεων, καθώς και μονομερών δηλώσεων και υποκειμενικών προθέσεων των συμβαλλομένων.»

Στην Τσιαλής ν. Χατζηανδρέου (Τσιαλή) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1250σε σχέση με τον εξυπακουόμενο όρο, αναφέρεται ότι:- (σελ. 1258-1259)

«Η διακρίβωση εξυπακουόμενου όρου ως θέμα ερμηνείας της συμφωνίας είναι παλαιόθεν γνώρισμα του έργου του δικαστηρίου, εδραζόμενη στην αναγνώριση ότι τα μέρη δεν διατυπώνουν πάντοτε ρητά στη γραπτή τους συμφωνία παρά μόνο τα βασικά της στοιχεία, αφήνοντας άλλα να προκύπτουν έστω και αν δεν ελέχθησαν. Η διακρίβωση εξυπακουόμενου όρου αποδίδεται στην ανάγκη να δοθεί αποτελεσματικότητα και πληρότητα στη συμφωνία, εκφράζοντας εκείνο που, αν και δεν ελέχθη, αντιπροσωπεύει την εμφανή και αναγκαία πρόθεση των μερών.  Η κλασσική διατύπωση της αρχής προέρχεται από τον Bowen L.J., στην υπόθεση The Moorcock [1889] 14 P.D. 64, στη σ. 68

62. Περαιτέρω, στο σύγγραμμα του Π. Πολυβίου «Το Δίκαιο των Συμβάσεων», στις σελίδες 554-556, με σχετικές νομολογιακές παραπομπές καταγράφεται ότι η ύπαρξη εξυπακουόμενων όρων μπορούν να προκύψουν απευθείας είτε από τον Νόμο, είτε ως αποτέλεσμα μιας καλά καθιερωμένης πρακτικής ή εθίμου στον κλάδο που οι συμβαλλόμενοι δραστηριοποιούνται.

 

63. Εντούτοις, η συμπερίληψη εξυπακουόμενου όρου συνιστά εξαιρετικό μέτρο και δεν εξαρτάται από το κατά πόσον είναι λογικό να υπάρχει, αλλά από το εάν κρίνεται απόλυτα αναγκαίος και απαραίτητος για να αποδοθεί λειτουργικότητα στη σύμβαση

 

64. Πέραν των πιο πάνω, στην Αγγλική απόφαση Marks & Spencer plc v BNP Paribas Securities Services Trust Company (Jersey) Ltd [2015] UKSC 72 επαναβεβαιώθηκαν οι διαχρονικές νομολογιακές προϋποθέσεις που έθεσαν τα Δικαστήρια του Κοινοδικαίου  που πρέπει να πληρούνται πριν το Δικαστήριο να δύναται να συμπεράνει την ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου ως ακολούθως:

“[F]or a term to be implied, the following conditions (which may overlap) must be satisfied: (1) it must be reasonable and equitable; (2) it must be necessary to give business efficacy to the contract, so that no term will be implied if the contract is effective without it; (3) it must be so obvious that ‘it goes without saying’; (4) it must be capable of clear expression; (5) it must not contradict any express term of the contract.”

(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

65. Σημειώνω ότι είναι δικογραφικά ορθότερο να παρατίθεται ρητά και με σαφήνεια στο δικόγραφο η θέση περί ύπαρξης εξυπακουόμενου όρου και ο προσδιορισμός αυτού ώστε να γνωρίζει ο εκάστοτε Εναγόμενος ποια υποχρέωση έχει κατ΄ ισχυρισμό παραβιάσει, πόσο μάλλον όταν αυτό πηγάζει από ειδικό νόμο. Εντούτοις, η νομολογία μας έχει αναγνωρίσει ότι αν παρατίθενται δικογραφικά όσο και με την αναγκαία αποδεκτή μαρτυρία τα γεγονότα που θεμελιώνουν την ύπαρξη ενός εξυπακουόμενου όρου η μη ρητή αναφορά στα δικόγραφα σε εξυπακουόμενο όρο δεν αποστερεί από το Δικαστήριο την δυνατότητα να συμπεράνει την ύπαρξη του (Τσιαλής ν. Χατζηανδρέου (Τσιαλή) (2000) 1 Α.Α.Δ. 1250).

 

66. Εντούτοις, επισημαίνω ότι η ως άνω δυνατότητα δεν χαλαρώνει την υποχρέωση που επιβάλλει η νομολογία και η προσέγγιση των Δικαστηρίων ότι για να δύναται το Δικαστήριο να συμπεράνει την ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου αυτός πρέπει να δύναται να διατυπωθεί με σαφήνεια. Παρατηρώ ότι τόσο δικογραφικά όσο και μέσω της μαρτυρίας που προσκομίσθηκε στην παρούσα, η ως άνω προϋπόθεση δεν πληρείται και οι θέσεις του Ενάγοντα προωθήθηκαν συγχυσμένα. Σε κάποια σημεία η ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου διασυνδέθηκε και προωθήθηκε ως υποχρέωση τέλεσης βελτιωτικών έργων (μέσω της μεταφοράς άμμου και χαλικιών) για να καταστεί λειτουργήσιμη που εξ ορισμού ως όρος διαπνέεται ξεκάθαρα από αοριστία και ασάφεια καθότι ποια είναι αυτά τα έργα παραμένει άγνωστο και απροσδιόριστο και είναι επιδεκτικό αναρίθμητων υποκειμενικών ερμηνειών. Άλλοτε ο εν λόγω ισχυρισμός προωθήθηκε ως δικαίωμα πρόσβασης του Ενάγοντα στην παραλία περιγράφοντας το τι θεωρούσε ο Ενάγοντας ότι υποκειμενικά είχαν υποχρέωση να προβούν οι Εναγόμενοι και υπενθυμίζω ότι έχω ήδη καταλήξει ότι υπήρχε πρόσβαση στην παραλία. Αποφαίνομαι ότι η ως αντιφατική προσέγγιση τόσο από δικονομικής άποψης όσο και από άποψη προσκόμισης μαρτυρίας και η απλή αναφορά σε «υποχρέωση τέλεσης βελτιωτικών έργων» δεν ικανοποιεί την προϋπόθεση που θέτει η νομολογία ώστε ο εξυπακουόμενος όρος να μπορεί να αποδοθεί και να διατυπωθεί με σαφήνεια και αφήνω επί μέρους τα υπόλοιπα στοιχεία που πρέπει να πληρούνται ως η παράγραφος 64 ανωτέρω και ούτε φυσικά καταδείχθηκε με αξιόπιστη μαρτυρία ότι η ύπαρξη τέτοιου όρου ήταν αναγκαία για να αποδοθεί σε αυτή επιχειρηματική λειτουργικότητα.

 

67. Στρέφομαι στην συνέχεια στα όσα σθεναρά προώθησε η πλευρά των Εναγομένων τόσο δικογραφικά όσο και μέσω της μαρτυρίας τους ότι ουδεμία αρμοδιότητα για τέλεση έργων και επέμβαση επί των παραλιών, αρμοδιότητα την οποία κατά τους ίδιους έχει η Επαρχιακή Διοίκηση, δυνάμει των όσων προνοούνται στον Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμο. Σημειώνω ότι το άρθρο 3 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου τιτλοφορείται «Εξουσία Επάρχου να απαγορεύει επέμβαση στην παραλία, κλπ». Στο άρθρο καταγράφονται αριθμός ενεργειών που δεν δύναται να διενεργηθούν και για τα οποία υπάρχει, μεταξύ άλλων, γενική απαγόρευση για «(α) την εκσκαφή, εξαγωγή, φόρτωση ή συσσώρευση λίθων, κροκάλων (βοτσάλων), χαλίκων, άμμου ή άλλης ύλης εντός του τμήματος της παραλίας και εκδίδεται σχετική γνωστοποίηση για τον σκοπό αυτό. Περαιτέρω, το άρθρο 7 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου αναφέρει «7. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 3, ο Έπαρχος δύναται, κατά την κρίση του, να παρέχει σε οποιοδήποτε πρόσωπο άδεια να μετακινήσει λίθους, κροκάλες (βότσαλα), άμμο, χαλίκια ή άλλη ύλη από οποιοδήποτε τμήμα της παραλίας η οποία έγινε αντικείμενο ειδοποίησης δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 3, ή από οποιοδήποτε μέρος αυτής…»

 

 

68. Η συνήγορος του Ενάγοντα επιχειρηματολόγησε ότι προκύπτει υποχρέωση τέλεσης βελτιωτικών έργων από τους Εναγόμενους βάσει του άρθρου 9 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου το οποίο προνοεί ότι «Αποτελεί καθήκον κάθε αρχής τοπικής διοικήσεως ο καθαρισμός της παραλίας που βρίσκεται μέσα στα όρια της καθώς και της θαλάσσιας περιοχής που χρησιμοποιείται από τους λουομένους» και της Κ.Δ.Π. Επιπλέον, η συνήγορος επιχειρηματολόγησε ότι η δυνητική εξουσία απαγόρευσης επέμβασης  σε παραλία που δύναται να εκδώσει ο Έπαρχος δυνάμει του άρθρου 3 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου και η σχετική άδεια που δύναται να εκδώσει προς τρίτα πρόσωπα για τέλεση των εργασιών που απαγορεύονται, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου, δεν εφαρμόζεται αυτεπάγγελτα σε όλες τις παραλίες και επιχειρηματολόγησε ότι οι Εναγόμενοι δεν προσκόμισαν καμία γνωστοποίηση του Έπαρχου για μη επέμβαση στην επίδικη παραλία. Αν και δικογραφικά δεν προβλήθηκε καμία τέτοια θέση περί ύπαρξης εξυπακουόμενου όρου δυνάμει νομοθεσίας, θα προχωρώ σε κάθε περίπτωση να εξετάσω την εν λόγω θέση. Σημειώνω ότι όντως, κανείς από τους διαδίκους δεν με παρέπεμψε σε οποιαδήποτε γνωστοποίηση.

 

69. Εντούτοις το Δικαστήριο έχει δικαστική γνώση της γνωστοποίησης ημερομηνίας 01/01/2 Κ.Δ.Π 5/80 στην οποία προέβη ο Έπαρχος Λεμεσού η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 3 (1) του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου και δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωσήφ και άλλης (2004) 3 Α.Α.Δ. 420  και  Γενικός Εισαγγελέας ν. Λάμπρου Χαριλάου και άλλων (2004) 2 ΑΑΔ 479). Βάσει της  γνωστοποίησης ο Έπαρχος Λεμεσού για ολόκληρη την Επαρχία Λεμεσού απαγόρευσε, μεταξύ άλλων, ενέργειες όπως «την έκσκαφήν, έξαγωγήν, φόρτωσιν ή συσσώρευσα/λίθων, κροκάλων (βότσαλων), χαλίκων, άμμου ή ετέρας όλης εντός του καθοριζομένου έν τω Πίνακι της παρούσης Γνωστοποιήσεως (έν τοΐς εφεξής αναφερομένου ως «ό Πίναξ») τμήματος της παραλίας ή τήν έξ αυτού* μετακίνησιν των άνω ή τήν άπόπειραν διενεργείας οιασδήποτε των είρημένων πράξεων».

 

70. Περαιτέρω, στην απόφαση A.D «Pallada Athena» Developers Ltd v. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού Λεμεσού και του Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/2015, ημερομηνίας 01/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:C84 λέχθηκαν τα ακόλουθα αναφορικά με την γραμματική ερμηνεία νομοθετημάτων:

 

«Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, βασικός κανόνας ερμηνείας νομοθετημάτων, είναι η γραμματική ερμηνεία η οποία υπαγορεύει την απόδοση στις λέξεις που χρησιμοποιούνται του απλού γραμματικού και κατά κυριολεξία νοήματος τους. Θα πρέπει, δηλαδή, να διαβάζονται με τη συνήθη, φυσική και γραμματική τους σημασία. Όταν λοιπόν οι πρόνοιες και η φρασεολογία του νόμου είναι σαφείς, το κείμενο αποτελεί το μόνο αυθεντικό οδηγό για τους συγκεκριμένους σκοπούς του νομοθέτη  (Τ. Γεωργιάδης & Υιός Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4(Β) Α.Α.Δ. 1142, Δ. Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 78, σελίδες 80 έως 81, Κυπριακή Δημοκρατία ν. xxx Σωτηρίου κ.ά., ECLI:CY:AD:2015:D770, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 96/2012, ημερ. 20/11/2015, ECLI:CY:AD:2015:D770, ΚΟΤ ν. Παπαδόπουλου (1990) 2 Α.Α.Δ. 86 και Φυσεντζίδη v. K & C Snooker & Pool Entertainment, ECLI:CY:AD:2020:A171, Πολιτική Έφεση Αρ. 30/2019, ημερ. 1/6/2020), ECLI:CY:AD:2020:A171, ECLI:CY:AD:2020:A171.»

 

(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

71. Αποφαίνομαι ότι το κείμενο του άρθρου 9 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου είναι σαφές και ξεκάθαρο και συνεπώς απορρίπτω την θέση της συνηγόρου του Ενάγοντα ότι το Δικαστήριο δύναται να προβεί σε ερμηνεία του άρθρου 9 του Περί Προστασίας της Παραλίας Νόμου με τον τρόπο που εισηγείται, ώστε το Δικαστήριο να συμπεράνει την ύπαρξη επιπρόσθετων υποχρεώσεων πέραν από αυτών που επιβάλλει στους Εναγόμενους το άρθρο 9. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε κατ’ ουσία την προσθήκη λέξεων στο λεκτικό που ο ίδιος ο νομοθέτης επέλεξε να χρησιμοποιήσει ως προς τα καθήκοντα της αρμόδιας τοπικής αρχής, πόσο μάλλον όταν προκύπτει ότι το δικαίωμα χορήγησης άδειας και επέμβασης στην παραλία και τέλεσης έργων, με τον τρόπο που εισηγήθηκε ο Ενάγοντας, ανήκει νομοθετικά στην Επαρχιακή Διοίκηση.

 

72. Συνεπώς, πέραν των νομολογιακών προϋποθέσεων που παρατίθενται στην παράγραφο 64 ανωτέρω, που πρέπει να πληρούνται για να δύναται το Δικαστήριο να συμπεράνει την ύπαρξη ενός εξυπακουόμενου όρου, προσθέτω ότι το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να συμπεράνει την ύπαρξη εξυπακουόμενου όρου σε σχέση με την τέλεση πράξης ή ενέργειας που δυνάμει νομοθετικής πρόνοιας εμπίπτει στην αρμοδιότητα άλλου προσώπου.

 

73. Υπό το φως όλων των ανωτέρω, ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι υπήρχε κάποιος αόριστος εξυπακουόμενος όρος περί τέλεσης βελτιωτικών έργων ούτε και φυσικά προωθήθηκε ότι τέτοιος όρος προκύπτει είτε από μια καλά καθιερωμένη πρακτική ή εθίμο στον κλάδο που οι συμβαλλόμενοι δραστηριοποιούνται. Επισημαίνω, ότι αντίθετα με τα όσα αναφέρει στις αγορεύσεις της η συνήγορος του Ενάγοντα δεν προσκομίστηκε καμία μαρτυρία ότι υπήρχε πρακτική μεταξύ των μερών περί τέλεσης «βελτιωτικών έργων» και ότι οι Εναγόμενοι αυτό έπρατταν εδώ και 14 χρόνια, πέραν του καθαρισμού της παραλίας. Αυτή η θέση υποβλήθηκε στον ΜΕ2 μέσω της αντεξέτασης της στον μάρτυρα των Εναγομένων ο οποίος και το απέρριψε. Συνεπώς, υπενθυμίζω ότι είναι καλά νομολογημένο ότι οι υποβολές συνηγόρων δεν περιβάλλονται από συμφυή αποδεικτική αξία. Όταν αυτές απορρίπτονται από ένα μάρτυρα, στην απουσία προσκόμισης της αναγκαίας μαρτυρίας, από την πλευρά που προβάλει τον ισχυρισμό προς τεκμηρίωση του, έχει ως αποτέλεσμα, η υποβολή να παραμένει απλά ως ένας μετέωρος ισχυρισμός (ΣΤΕΓΗΣ ΕΥΓΗΡΙΑΣ «ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ» ΚΑΪΜΑΚΛΙΟΥ v. ΑΡΓΥΡΙΔΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 32/14, 29/9/2021), ECLI:CY:AD:2021:A430.

 

74. Εφόσον, έχει κριθεί ότι δεν υφίστατο νομική υποχρέωση ή οποιοσδήποτε ρητός όρος ούτε και δύναται το Δικαστήριο να διατυπώσει και να συμπεράνει την ύπαρξη κάποιου γενικού και άοριστου εξυπακουόμενου όρου τέλεσης «βελτιωτικών έργων», καθίσταται αντιληπτό ότι δεν μπορεί να πετύχει η εισήγηση της κας Τερψοπούλου ότι οι Εναγόμενοι παραβίασαν τις υποχρεώσεις τους σε σχέση με την μη τέλεση των όσων ο Ενάγοντας χαρακτηρίζει ως βελτιωτικά έργα. Κατ’ επέκταση, δεν μπορεί ούτε να θεμελιωθεί οποιαδήποτε ευθύνη για ζημίες που τυχόν υπέστη ο Ενάγοντας. Δυνάμει όλων των πιο πάνω, το Δικαστήριο καταλήγει ότι ο Ενάγοντας δεν έχει αποδείξει την υπόθεση του στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων, μη αποσείοντας από τους ώμους τους το βάρος απόδειξης που του αναλογούσε.

 

Αποζημιώσεις

75. Παρά την κατάληξη μου σε σχέση με την ανυπαρξία εξυπακουόμενου όρου στη μεταξύ των διαδίκων συμβατική σχέση για σκοπούς πληρότητας αναφέρω ότι ακόμη και αν κατέληγα ότι υπήρχε εξυπακουόμενος όρος ο οποίος παραβιάστηκε από τους Εναγόμενους θα απέρριπτα την παρούσα απαίτηση και για τον λόγο ότι η μαρτυρία που προσφέρθηκε εκ μέρους του Ενάγοντα είναι αδύνατο να οδηγήσει σε ασφαλή κατάληξη ως προς το ύψος της αξιώμενης ζημιάς.

 

76. Επιγραμματικά αναφέρω, ότι οι αρχές που διέπουν τον καθορισμό των αποζημιώσεων για παράβαση συμφωνίας, καθορίζονται από το άρθρο 73(1) του Περί Συμβάσεων Νόμου (Κεφ. 149), το οποίο ρυθμίζει τόσο το δικαίωμα για αποζημιώσεις όσο και το ύψος των αποζημιώσεων, του οποίου οι πρόνοιες του ενσωματώνουν τις αρχές του αγγλικού δικαίου:

73.-(1) Σε περίπτωση παράβασης της σύμβασης, ο συμβαλλόμενος που ζημιώνεται από την εν λόγω παράβαση έχει δικαίωμα αποζημίωσης από τον υπαίτιο αντισυμβαλλόμενο, για τη ζημιά ή απώλεια που υπέστη συνεπεία αυτής, η οποία προέκυψε φυσικά κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων από την εν λόγω παράβαση ή την οποία οι συμβαλλόμενοι γνώριζαν όταν συνήπτετο η σύμβαση, ως ενδεχόμενη συνέπεια της παράβασης της σύμβασης.

Καμιά αποζημίωση δεν καταβάλλεται για απομακρυσμένη και έμμεση απώλεια ή ζημιά που προξενήθηκε συνεπεία παράβασης της σύμβασης.

 

77. Οι διατάξεις του Άρθρου 73(1) του ΚΕΦ.149 αποτέλεσαν το αντικείμενο ερμηνείας σε σειρά Κυπριακών αποφάσεων. Η αρχή που διέπει τον καθορισμό των αποζημιώσεων του αθώου μέρους είναι εκείνη της αποκατάστασης, δηλαδή το αθώο μέρος πρέπει να αποκαθίσταται στην θέση στην οποία θα βρισκόταν εάν η σύμβαση είχε εκτελεστεί, στον βαθμό που αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την επιδίκαση αποζημιώσεων (Saab and Another v. The Holy Monastery of Ay. Neophytos (1982) 1 CLR 499, Αλπάν (Αδελφοί Τάκη) Λτδ κ.α. ν. Τρυφωνίδου (1996) 1 Α.Α.Δ. 679) ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ν. SUN SEA (SS) DEVELOPERS LTD κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 1/2013, 30/1/2019.

 

78. Στην παρούσα όπως έχει ήδη αναφερθεί δικογραφήθηκε ως ζημιά το ποσό των €7,000 για το έτος 2012 και €14,000 για το έτος 2013, το οποίο αποτελεί την κατ’ ισχυρισμό απώλεια εσόδων που θα  είχε ο Ενάγοντας. Σημειώνω ότι εφόσον ο Ενάγοντας επέλεξε να τοποθετήσει  συγκεκριμένο ποσό επί των αξιώσεων του όφειλε να εξειδικεύσει τη ζημιά του και επαναλαμβάνω ότι ο Ενάγοντας κατά την ακροαματική διαδικασία δεν προσκόμισε καμία συγκεκριμένη μαρτυρία ώστε να μπορεί να πράξει κάτι τέτοιο, δεδομένου ότι η παρούσα αξίωση δεν αφορά απαίτηση για συμφωνηθέν ποσό.

 

79. Είναι νομολογημένο ότι όποιος διεκδικεί αποζημίωση για ειδικές ζημιές έχει υποχρέωση αυστηρής απόδειξης της ζημιάς του η οποία πρέπει να δικογραφείτα με ακρίβεια, αλλά και να αποδεικνύονται με σαφήνεια και με την αναγκαία μαρτυρία  κάτι που αναπόφευκτα δεν υφίσταται στην παρούσα (Βλ. Ηρακλέους ν. Πέτρου (1994) 1 Α.Α.Δ. 239, Κούνουνα κ.ά ν. Κώστας  Κυριάκου & Υιός Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 2126, Σωκράτης Ζαβρού κ.ά. ν. Ιωάννη Καριτζή κ.ά. , HAKAM QASEM HUSSEIN BADAR v. ΙΑΚΩΒΟΥ ΗΛΙΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 17/2014, 25/10/2022.

 

80. Στην υπόθεση Ελισάβετ Ηρακλέους ν. Ρένου Πέτρου (1994) 1 Α.Α.Δ 239, λέχθηκαν τα εξής:

«Εναπόκειται στον ενάγοντα σε κάθε περίπτωση να αποδείξει με κατάλληλη μαρτυρία τα κονδύλια που συνιστούν ειδική ζημιά, και τα οποία έχει προηγουμένως συμπεριλάβει στο δικόγραφο του. Τι ακριβώς είναι η ζημιά αυτή και πως διαφοροποιείται από την γενική ζημιά μας διευκρινίζει η κλασσική απόφαση του Λόρδου Goddard στην British Transport Commission vGourley [1956] A.C. 185, 206. Η απόδειξη ειδικών ζημιών κινείται μέσα σε αυστηρά πλαίσια. Ο ίδιος δικαστής στην Bonham - Carter vHyde Park Hotel Ltd(1948) 64 T.L.R. 177, 178 είπε: "Plaintiffs must understand that if they bring actions for damages it is for them to prove their damage; it is not enough to write down the particulars, and, so to speak, throw them at the head of the court, saying "This is what I have lost, I ask you to give me these damages". They have to prove it"».

(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

 

81. Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Ανδρέας Χρυσοστόμου v. Cyprialife Ltd (2011) IB Α.Α.Δ 1490 αναφέρθηκαν τα εξής:

«Ο εφεσείων έθεσε ενώπιον του δικαστηρίου μεγάλο αριθμό εγγράφων με πληθώρα στοιχείων και λεπτομερειών για την κατανόηση των οποίων απαραιτήτως χρειαζόταν να δοθούν λεπτομέρειες και εξηγήσεις προκειμένου να καταστεί δυνατός ο έλεγχoς της ορθότητας των υπολογισμών του στη βάση των οποίων στηρίχθηκε η αξίωση για αποζημιώσεις. Το βάρος απόδειξης των εν λόγω στοιχείων βρισκόταν στους ώμους του εφεσείοντα ο οποίος απέτυχε να το αποσείσει αφού, όπως ορθά διαπίστωσε ο πρωτόδικος δικαστής, απέτυχε να εξειδικεύσει στην έκθεση απαίτησης τα επιμέρους στοιχεία τα οποία συνέθεταν τις ειδικές ζημιές που κατ' ισχυρισμό υπέστη. Ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει κατά τρόπο αυστηρό τις ειδικές ζημιές που διεκδίκησε με την αγωγή του. Έχει κατ' επανάληψη τονιστεί από το Εφετείο ότι οι ειδικές ζημιές πρέπει να αποδεικνύονται αυστηρά και με θετική μαρτυρία και ότι δεν είναι αρκετό να προβάλλονται στα δικόγραφα αλλά πρέπει και να αποδεικνύονται με σαφήνεια και με συγκεκριμένα στοιχεία (Βλ. Πίριλλος ν. Κονναρή (2000) 1(B) Α. Α Α. 1153, Ερωτοκρίτου, ως διαχειριστής της περιουσίας του αποβιώσαντος Δημήτρη Κουμπαρή κ.ά. ν. Φούτρη (2001) 1(B) Α.Α.Δ. 921 και Μεταξάκης ν. Δήμου Λευκωσίας (2003) 1 Α.ΑΑ. 467.»

 

 

82. Επαναλαμβάνω ότι ήδη έχω απορρίψει την μαρτυρία του ΜΕ1 και του ΜΕ2 ως προς το ότι ο ΜΕ1 υπολειτουργούσε για το έτος 2012 και άρα ότι δεν υπέστη οποιαδήποτε ζημιά αλλά και ευρύτερα ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε συγκεκριμένη μαρτυρία που να δικαιολογεί το αξιωμένο ποσό. Ως εκ των ανωτέρω, ακόμη και να κατέληγα ότι υφίστατο εξυπακουόμενος όρος, όπως τον έθεσε ο Ενάγοντας και ο οποίος έχει παραβιαστεί, το Δικαστήριο θα στερείτο των απαραίτητων στερεών δεδομένων που θα του επέτρεπαν να προβεί στον οποιονδήποτε υπολογισμό ζημιάς.

 

Κατάληξη

 

83. Στη βάση όλων των πιο πάνω, η απαίτηση του Ενάγοντα απορρίπτεται. Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης, ασκώντας την διακριτική μου ευχέρεια τα έξοδα της απαίτησης επιδικάζονται προς όφελος των Εναγομένων, και εναντίον του Ενάγοντα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.) ……………………………….

      Κ. Πασιαρδής, Ε.Δ.

 

Πιστό αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο