ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Κωνσταντίνου, A.Ε.Δ.

                                                                        ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ: 42/2018

 

Αναφορικά με τον HOURY IBRAHIM MILHEM ή MELHEM, τέως από τη Λεμεσό

ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ

 

ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: 1. ΜΙΧΑΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

                                                 2. ΧΡΙΣΤΟ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

                                                 3. ΣΤEΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ

                                                 4. ΜΙΧΑΛΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

                                                 5. ΜΟΝΙΚΑ ΗΛΙΑ

ΑΙΤΗΤΕΣ

-------------------

Αίτηση, ημερομηνίας 30.8.2023

 

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 19/6/2024

 

EMΦΑΝΙΣΕΙΣ:

Για  αιτητές 1 μέχρι 5: ΗΛΙΑΣ ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ

Για καθ’ ου η αίτηση: Ρενέ Μάρκου  

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο καθ’ ου η αίτηση, από τις 14/6/2018 είναι διαχειριστής της περιουσίας του πιο πάνω αποβιώσαντα, ο οποίος απεβίωσε κατά ή περί το έτος 1943, καταλείποντας αριθμό κληρονόμων της περιουσίας του, ανάμεσά τους, σήμερα και οι αιτητές στην παρούσα αίτηση.

 

Ο καθ’ ου η αίτηση, στις 17/7/2020 καταχώρησε μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσε πρώτο, οδηγίες ως προς την περαιτέρω πορεία της διαχείρισης και δεύτερο, οδηγίες του Δικαστηρίου που να διατάσσουν την πώληση του μοναδικού ακινήτου της περιουσίας του αποβιώσαντα (στο εξής «επίμαχο ακίνητο») σε τιμή που το Δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμη, ορθή και δίκαιη. Το Δικαστήριο - με διαφορετική σύνθεση από το παρόν - επιλήφθηκε της αίτησης, στις 31/7/2020 και εξέδωσε διάταγμα (στο εξής «επίμαχο διάταγμα») σύμφωνα με τη δεύτερη αιτούμενη θεραπεία, με οδηγίες στον καθ’ ου η αίτηση - διαχειριστή να προωθήσει την πώληση του επίμαχου ακινήτου, σε τιμή, μεταξύ €550.000 και €600.000 «ως οι εκτιμήσεις που επισυνάπτονται στην αίτηση, εντός χρονικού διαστήματος δυο ετών από σήμερα.»

 

Ο καθ’ ου η αίτηση, δυνάμει γραπτής συμφωνίας, ημερομηνίας 5/11/2020 πώλησε το επίμαχο ακίνητο σε κάποια εταιρεία έναντι του ποσού των €550.000. Η σχετική μεταβίβαση έγινε στις 16/12/2020.

 

Όλα τα παραπάνω γεγονότα αποτελούν κοινό έδαφος μεταξύ των μερών.

 

Οι αιτητές, στις 30/8/2023 καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση με την οποία ζητούν την ακύρωση και/ή παραμερισμό, τόσο του επίμαχου διατάγματος όσο και της μονομερούς αίτησης - στο πλαίσιο της οποίας είχε εκδοθεί το επίμαχο διάταγμα -και της υποστηρικτικής της, ένορκης δήλωσης, για όλους τους λόγους που αναφέρονται και στις δυο αιτούμενες θεραπείες.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη ο αιτητής 1.

 

Οι καθ’ ου η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην αίτηση. Αποτελείται από 11 λόγους και υποστηρίζεται από δική του ένορκη δήλωση.

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξάχθηκε στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων. Δεν προτίθεμαι να το επαναλάβω και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των εκατέρωθεν - γραπτών - αγορεύσεων των δικηγόρων. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις γραπτές αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Με τον 1ο λόγο ένστασης υποβάλλεται ότι η αίτηση είναι καταχρηστική και άνευ αντικειμένου, καθώς το επίμαχο διάταγμα έχει εκτελεστεί, καθότι το επίμαχο ακίνητο πωλήθηκε και μεταβιβάστηκε στους αγοραστές και είναι κρίμα και άδικο το Δικαστήριο  να ενεργεί και/ή εκδικάζει επί ματαίω. Με τον 5ο λόγο ένστασης υποβάλλεται ότι η αίτηση αποτελεί κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας και/ή καταχωρείται καταχρηστικά για αλλότριους σκοπούς, καθότι  μοναδικός σκοπός των αιτητών είναι να αποκλείσουν την ήδη καταχωρηθείσα υπεράσπιση του καθ’ ου η αίτηση, στα πλαίσια της αγωγής 2966/2020, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.

 

Συναφώς με τον 1ο λόγο ένστασης, οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των αιτητών, στη γραπτή αγόρευσή τους, μεταξύ άλλων αναφέρουν τα εξής:

 

Το γεγονός ότι το επίμαχο διάταγμα έχει εκτελεστεί δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για να μην εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, τα οποία, με την έκδοσή τους, θα εξυπηρετήσουν τους εξής, χρήσιμους σκοπούς:

 

Είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης ο παραμερισμός ενός διατάγματος, το οποίο έχει εκδοθεί κατά παράβαση των σχετικών νομοθετικών προνοιών που διέπουν την έκδοσή του, κατά παράβαση του καθήκοντος για πλήρη και ειλικρινή  αποκάλυψη και κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, καθώς και για τους λόγους που αναπτύσσονται με την αγόρευση. Περαιτέρω, το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης δύναται να αποτελέσει το θεμέλιο ή το έναυσμα για την καταχώρηση αίτησης για παύση του καθ’ ου η αίτηση, ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα. Επιπλέον, λόγω των πράξεων και παραλείψεων του καθ’ ου η αίτηση σε σχέση με την έκδοση του επίμαχου διατάγματος και από ενέργειές του που ακολούθησαν, έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες, οι οποίες είναι υπαρκτές και περιγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση. Η θετική έκβαση της αίτησης, θα επέφερε, έστω και εκ των υστέρων, αποκατάσταση της νομιμότητας και θα μπορούσε, αναλόγως, να συναποτελέσει θεμέλιο για διεκδίκηση από μέρους των αιτητών, αποζημιώσεων εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, προσωπικά και υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστή στην αγωγή με αριθμό 2966/2020 την οποία καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού σε σχέση με τις ζημιογόνες συνέπειες των πράξεων και παραλείψεων του καθ’ ου η αίτηση, πριν, μετά και σε σχέση με την έκδοση του επίμαχου διατάγματος, καθώς και των ενεργειών του που ακολούθησαν την έκδοση του εν λόγω διατάγματος. Επομένως, το Δικαστήριο, με την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, δε θα ενεργήσει επί ματαίω, αλλά θα εξυπηρετήσει τους πιο πάνω χρήσιμους σκοπούς. Ούτε θα είναι κρίμα και άδικο εάν εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα.

 

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι ακόλουθοι ισχυρισμοί του αιτητή 1, οι οποίοι περικλείονται στην παράγραφο 118 της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση:

 

Η αίτηση δεν αποσκοπεί στην ακύρωση της πώλησης του επίμαχου ακινήτου. Με αυτή ζητείται η ακύρωση και/ή παραμερισμός του επίμαχου διατάγματος «για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω.». Οι συγκεκριμένοι λόγοι εκτίθενται - τιτλοφορημένοι - και αναπτύσσονται στο ειδικό μέρος Γ στην ίδια ένορκη δήλωση κάτω από το γενικό τίτλο «ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ». Ως πρώτος λόγος προβάλλεται η διαφωνία της συντριπτικής πλειοψηφίας των κληρονόμων με την πώληση του επίμαχου ακινήτου, σύμφωνα με το δεύτερο λόγο, δεν ήταν αναγκαίο να πωληθεί το επίμαχο ακίνητο, σύμφωνα με τον τρίτο, ο καθ’ ου η αίτηση παραπλάνησε τους αιτητές για τις προθέσεις του και την πορεία της διαχείρισης, σύμφωνα με τον τέταρτο, ενεργούσε υπό καθεστώς σύγκρουσης συμφερόντων, σύμφωνα με τον πέμπτο, παραπλάνησε το Δικαστήριο και δεν προέβη σε πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη, σύμφωνα με τον έκτο, το επίμαχο διάταγμα εκδόθηκε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και τέλος, σύμφωνα με τον έβδομο λόγο, η αίτηση, ημερομηνίας 17/7/2020 (πρόκειται για την αίτηση, στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε το επίμαχο διάταγμα) είναι παράνομη και αντικανονική.   

 

Και οι δυο λόγοι ένστασης στην αίτηση είναι βάσιμοι.

 

Αποτελεί θεμελιωμένη αρχή του δικαίου μας ότι τα Δικαστήρια δεν ενεργούν επί ματαίω μα ούτε και αναλώνουν το χρόνο τους σε ακαδημαϊκές ασκήσεις, οι οποίες δεν θα έχουν οποιοδήποτε όφελος για το διάδικο που επιδιώκει συγκεκριμένη θεραπεία, σε περίπτωση επιτυχίας του. Αντίθετη άποψη, θα κατέληγε σε σπατάλη πολύτιμου δικαστικού χρόνου, χωρίς οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης (βλ. CANTEEN LTD κ.ά. ν. CYPRUS AIRPORTS (F&B) LTD, Πολ. Έφ. Αρ. Ε192/2014, ημερ. 2/10/2015,  DELINCYP COMPANY LIMITED ν. FIRST UKRANIAN DEVELOPMENT LIMITED, Πολ. Έφ. Αρ. 264/2012, ημερ. 14/3/2018, ΣΟΦΟΚΛΗ ΠΑΠΑΒΑΡΝΑΒΑ ν. ΕΛΕΑΝΑΣ ΠΑΣΤΕΛΛΑ, Έφ. Αρ. 32/2015, ημερ. 19/12/2017, ΜΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΗΛ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ (πρώην CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD (πρώην CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD, Πολ. Έφ. Αρ. 212/2011, ημερ. 20/7/2016, ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ κ.ά. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ και ή ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ, Αναθ. Έφ. Αρ. 32/2014, ημερ. 30/1/2020 και WESTACRE INVESTMENTS INC ν. BEOGRADSKA BANKA DD, Πολ. Έφ. Αρ. 294/2014, ημερ. 19/7/2019.

           

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Luchian Marina Tudor (2011) 1 Α.Α.Δ. 1176 επισημαίνονται τα εξής:

 

«Τα Δικαστήρια δεν ενεργούν επί ματαίω, ούτε επιλύουν ακαδημαϊκά ζητήματα, ούτε και προχωρούν σε επίλυση διαφορών οι οποίες είτε έχουν εκλείψει, είτε λόγω μεταβολής των συνθηκών, η επίλυση τους δεν θα κατέληγε σε οποιοδήποτε πρακτικό αποτέλεσμα. Στην υπόθεση Εμπορική Εταιρεία Λούκος Λτδ v. Eταιρείας Pέϊνμόου Πλήτσιγκ και Nτάϊγκ Kο Λτδ (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2055, κρίθηκε ότι έφεση που είχε ασκηθεί εναντίον απόφασης με την οποία απερρίφθη ενδιάμεση αίτηση αναστολής της διαδικασίας διάλυσης της εταιρείας, παρέμεινε άνευ αντικειμένου εφόσον στην κυρίως αίτηση είχε στο μεταξύ εκδοθεί διάταγμα διάλυσης και εκκαθάρισης της εταιρείας, απόφαση που κατέστη τελεσίδικη εφόσον δεν ασκήθηκε έφεση εναντίον της. Όπως τέθηκε:

 

«Το θέμα καθίσταται ως εκ τούτου ακαδημαϊκό γιατί δεν θα έχει καμιά συνέπεια για τους διαδίκους. Το Εφετείο ασχολείται μόνο με την ουσιαστική επίλυση διαφοράς μεταξύ των διαδίκων η οποία υφίσταται κατά την έκδοση της απόφασης του.»

 

Στην ουσία εκείνο που επιδιώκεται με τη συνέχιση της έφεσης είναι, όπως άλλωστε δηλώθηκε, σε περίπτωση προσφυγής της φυγόδικου στο Ε.Δ.Α.Δ., οι όποιοι χειρισμοί και άλλες ενέργειες της Δημοκρατίας να φαίνεται εκ των υστέρων ότι έγιναν με καλή πίστη. Αυτή η θέση της Δημοκρατίας αποτελεί σαφώς κατάχρηση της διαδικασίας ενόψει του ότι ενσυνείδητα προωθείται η έφεση για αλλότριο σκοπό. Όπως λέχθηκε στη Σοφοκλέους v. Τσεσμέλογλου (2011) 1 A.A.Δ. 773, αίτηση που επιδίωκε στα πλαίσια οικογενειακής διαφοράς την αναζήτηση εκ των προτέρων καλυπτικής άδειας ότι η ήδη καταχωρηθείσα έφεση εναντίον απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου ήταν εμπρόθεσμη, αποτελούσε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας εφόσον ήδη είχε καταχωρηθεί η έφεση και επομένως το εμπρόθεσμο ή εκπρόθεσμο της θα εξεταζόταν στη διαδικασία της ίδιας της έφεσης. Δεν ήταν δυνατό για το Εφετείο να καταστεί γνωμοδοτικό όργανο ώστε να δώσει εκ των προτέρων καλυπτική άδεια στους όποιους χειρισμούς έγιναν από τον εκεί εφεσείοντα.

 

Η επιδίωξη λοιπόν σκοπού που παραμένει άνευ αντικειμένου και η εμμονή σ' αυτόν, όπως στην ουσία γίνεται εδώ, αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Η κατάχρηση διαδικασίας είναι πολυσχιδής στις εκφάνσεις της, το δε Δικαστήριο έχει την εξουσία καταστολής τέτοιας κατάχρησης ως μέρος της αυτονομίας και αυτοτέλειας της Δικαστικής λειτουργίας. (Έλληνας v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 149, 170 και Γενικός Εισαγγελέας v. Ευσταθίου (2009) 2 Α.Α.Δ. 501, σελ. 531). Στην Εμπεδοκλής (Αρ. 3) (2009) 1 Α.Α.Δ. 529, λέχθηκε στις σελ. 547-548:

 

«Ο έλεγχος της διαδικασίας επιβάλλει όπως διασφαλίζεται απρόσκοπτη δικονομική και ουσιαστική τάξη στην όλη διαδικασία με ενιαία προσέγγιση. Η κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές και δεν υπάρχουν εκ προοιμίου συμπεριφορές που μπορούν να καταταχθούν ως καταχρηστικές. Το όλο ζήτημα εξετάζεται πάντοτε υπό το φως των συγκεκριμένων γεγονότων.» (Δέστε Ηλία (Αρ. 3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 786 και Διευθυντής των Φυλακών v. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217.)»

 

Δικαιοδοτικό υπόβαθρο έκδοσης του επίμαχου διατάγματος αποτέλεσε το άρθρο 33 του περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου, Κεφ.189 το οποίο - για ό,τι μας ενδιαφέρει - προνοεί τ’ ακόλουθα:

 

«(1) Για σκoπoύς διευκόλυvσης της διαvoμής της κληρovoμιάς απoθαvόvτoς πρoσώπoυ μεταξύ τωv δικαιoύχωv σύμφωvα με τo vόμo, τo Δικαστήριo δύvαται σχετικά με oπoιoδήπoτε μέρoς της κληρovoμιάς vα διατάξει τηv πώληση, εκμίσθωση, υπoθήκευση εγκατάλειψη ή απαλλαγή, διαίρεση ή άλλη διάθεση τoυ, όπως τo Δικαστήριo θα κρίvει σκόπιμo, αv η πράξη αυτή δεv δύvαται vα διεvεργηθεί από τov πρoσωπικό αvτιπρόσωπo επειδή αυτός στερείται oπoιασδήπoτε εξoυσίας για τo σκoπό αυτό:

…..

…..

 

(2) …..

     …..

 

(3) Τo Δικαστήριo δύvαται εκάστoτε vα ακυρώvει ή τρoπoπoιεί oπoιoδήπoτε διάταγμα πoυ εκδόθηκε δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ ή δύvαται vα εκδίδει oπoιoδήπoτε vέo ή περαιτέρω διάταγμα.

 

(4) Αίτηση πρoς τo Δικαστήριo δυvάμει τoυ άρθρoυ αυτoύ δύvαται vα υπoβληθεί από πρoσωπικό αvτιπρόσωπo ή oπoιoδήπoτε πρόσωπo ή δικαιoύχo (beneficiary) πoυ έχει συμφέρov στηv κληρovoμιά τoυ απoθαvόvτoς.»

 

Από την παραπάνω πρόνοια, ερμηνευτικά - για ό,τι και πάλιν μας ενδιαφέρει - προκύπτουν τα εξής: στο πλαίσιο αίτησης την οποία μπορεί να υποβάλει είτε ο διαχειριστής της περιουσίας αποβιώσαντος προσώπου είτε οποιοδήποτε πρόσωπο ή δικαιούχος που έχει συμφέρον επί της εν λόγω περιουσίας, το Δικαστήριο, για σκoπoύς διευκόλυvσης της διαvoμής της εν λόγω περιουσίας μεταξύ τωv δικαιoύχωv της σύμφωvα με τo vόμo, έχει διακριτική εξουσία να διατάξει την πώληση και ακινήτου που αποτελεί μέρος της περιουσίας. Εξ αντιδιαστολής, ένα τέτοιο διάταγμα, μπορεί και να ακυρωθεί για τους ίδιους σκοπούς.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ενώ με την υπό κρίση αίτηση επιδιώκεται η  ακύρωση ενός τέτοιου διατάγματος, καθ’ ομολογία των αιτητών, αυτό γίνεται για σκοπούς άλλους από τη διευκόλυνση της διανομής της περιουσίας του αποβιώσαντα μεταξύ των δικαιούχων της σύμφωνα με το νόμο. Έχοντας υπόψη ότι το επίμαχο διάταγμα έχει εκτελεστεί με πώληση του επίμαχου ακινήτου, εξ αντικειμένου, η ακύρωση του εν λόγω διατάγματος δε θα έχει κανένα πρακτικό αποτέλεσμα συναφώς με το λόγο και το σκοπό για τον οποίο εκδόθηκε που ήταν η διευκόλυνση της διανομής της περιουσίας του αποβιώσαντα μεταξύ των δικαιούχων της. Ότι οι αιτητές, οι οποίοι επιμένουν στην έκδοση του διατάγματος ακύρωσης του επίμαχου διατάγματος, μου ζητούν να ενεργήσω επί ματαίω είναι ολοφάνερο. Και όχι μόνο αυτό. Και οι δυο βασικοί λόγοι για τους οποίους επιδιώκουν την έκδοση του διατάγματος ακύρωσης του επίμαχου διατάγματος αποτελούν σαφώς κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Για να επαναλάβω σύμφωνα με τους δικηγόρους τους, το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης δύναται να αποτελέσει το θεμέλιο ή το έναυσμα για την καταχώρηση αίτησης για παύση του καθ’ ου η αίτηση από διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα. Επιπλέον, λόγω των πράξεων και παραλείψεων του καθ’ ου η αίτηση σε σχέση με την έκδοση του επίμαχου διατάγματος και από ενέργειές του που ακολούθησαν, έχουν προκύψει ζημιογόνες συνέπειες, οι οποίες είναι υπαρκτές και περιγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση. Η θετική έκβαση της αίτησης, θα επέφερε, έστω και εκ των υστέρων, αποκατάσταση της νομιμότητας και θα μπορούσε, αναλόγως, να συναποτελέσει θεμέλιο για διεκδίκηση από μέρους των αιτητών, αποζημιώσεων εναντίον του καθ’ ου η αίτηση, προσωπικά και υπό την ιδιότητά του ως διαχειριστή στην αγωγή με αριθμό 2966/2020 την οποία καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού σε σχέση με τις ζημιογόνες συνέπειες των πράξεων και παραλείψεών του πριν, μετά και σε σχέση με την έκδοση του επίμαχου διατάγματος, καθώς και των ενεργειών του που ακολούθησαν την έκδοση του εν λόγω διατάγματος.

 

Είναι η θέση μου, ότι ενδεχόμενη αίτηση παύσης του καθ’ ου η αίτηση από διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντα, θα κριθεί επί τη βάση του νομικού και πραγματικού υποβάθρου που διέπει μια τέτοια αίτηση, δεδομένης της φύσης της και ομολογώ πως δεν αντιλαμβάνομαι κατά ποια έννοια αποτελεί αναγκαίο όρο η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, για σκοπούς καταχώρησης εκ μέρους οποιουδήποτε, αίτησης παύσης του καθ’ ου η αίτηση από διαχειριστή της περιουσίας του  αποβιώσαντα. Το ίδιο και πολύ περισσότερο ισχύει και για την αγωγή η οποία έχει ήδη καταχωρηθεί από τους αιτητές εναντίον του καθ’ ου η αίτηση. Ιδιαίτερα γι’ αυτή, η ομολογία τους, ότι με την υπό κρίση αίτηση επιδιώκουν εκ των υστέρων να εξασφαλίσουν μαρτυρία για σκοπούς στοιχειοθέτησης αγωγής την οποία καταχώρησαν εκ των προτέρων, κατά τη γνώμη μου αποτελεί τον ορισμό της κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας και θα έλεγα, τεκμηριώνει με εμφαντικό τρόπο τον 5ο λόγο ένστασης στην αίτηση με τον οποίο υποβάλλεται - για να επαναλάβω - ότι μοναδικός σκοπός των αιτητών είναι να αποκλείσουν την ήδη καταχωρηθείσα υπεράσπιση του καθ’ ου η αίτηση στα πλαίσια της αγωγής 2966/2020. Ότι περί αυτού πρόκειται, έστω έμμεσα, το ομολογούν και οι αιτητές και μάλιστα, ενόρκως. Όπως αναφέρει ο αιτητής 1 στην παράγραφο 119 της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, σε περίπτωση μη έγκρισης του αιτούμενου παραμερισμού, ο καθ’ ου η αίτηση θα συνεχίσει να επικαλείται το επίμαχο διάταγμα, ως δικαιολογία ή υπεράσπιση για τις έκνομες ενέργειες.

 

Οι δυο αποφάσεις στις οποίες με παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των αιτητών δεν βοηθούν τους τελευταίους για το λόγο που τις επικαλούνται. Στην Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207 κρίθηκε ότι η αποκατάσταση της νομιμότητας, έστω εκ των υστέρων, με ακύρωση του εντάλματος σύλληψης του αιτητή το οποίο είχε εκτελεστεί συνιστούσε αρκετό όφελος για τον αιτητή, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να διεκδικήσει αποζημιώσεις για παράνομη σύλληψη, κάτω από το άρθρο 11.8 του Συντάγματος. Και τούτο, προσθέτω με τη σειρά μου, επειδή η ακύρωση του εντάλματος σύλληψης αποτελούσε δικαιοδοτικό όρο για σκοπούς διεκδίκησης αποζημιώσεων και η ακύρωση του εντάλματος σύλληψης, προφανώς, μόνο με δικαστική απόφαση θα μπορούσε να επιτευχθεί. Ουσιαστικά για τον ίδιο λόγο, στην υπόθεση      Α.Ν. v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Αναθ. Έφ. Αρ. 89/2015, ημερ. 3/6/2022, το γεγονός ότι το διάταγμα απέλασης είχε εκτελεστεί, κρίθηκε ότι δεν καθιστούσε άνευ άλλου, χωρίς αντικείμενο, την έφεση. Σ’ εκείνη την υπόθεση, η προσφυγή του αιτητή κατά της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να το θέσουν υπό κράτηση και να τον απελάσουν, ανακαλώντας ταυτόχρονα και την άδεια παραμονής τους στην Κυπριακή Δημοκρατία, κηρύσσοντάς τον ως απαγορευμένο μετανάστη, είχε απορριφθεί. Ο αιτητής άσκησε έφεση και οι εφεσίβλητοι προέβαλαν τη θέση ότι το αντικείμενό της είχε εκλείψει επειδή στο μεταξύ το διάταγμα απέλασης είχε εκτελεστεί. Κατά το Εφετείο:

 

«Το ότι το διάταγμα απέλασης έχει εκτελεστεί, δεν καθιστά άνευ ετέρου - ως ευστόχως υπέδειξε ο κ. Πολυχρόνης - την έφεση άνευ αντικειμένου, αφού, ακριβώς, η όποια θετική για τον Εφεσείοντα απόληξη της παρούσας έφεσης, θα μπορούσε, αναλόγως, να συναποτελέσει θεμέλιο για διεκδίκηση από μέρους του, αποζημιώσεων για φερόμενη παραβίαση δικαιωμάτων εν σχέσει προς τα αφορώντα στο διάταγμα απέλασης και στις επιπτώσεις εκτέλεσης του για το πρόσωπο του Εφεσείοντα»

 

Και σ’ αυτή την περίπτωση, η ακύρωση του διατάγματος απέλασης αποτελούσε δικαιοδοτικό όρο για σκοπούς διεκδίκησης αποζημιώσεων εκ μέρους του  εφεσείοντα και η ακύρωση του διατάγματος απέλασης, μόνο με δικαστική απόφαση θα μπορούσε να επιτευχθεί. Για λόγους που έχουν αναφερθεί στην περίπτωση των αιτητών δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Απεναντίας, αναφορικά με αυτούς και την υπό κρίση αίτηση θεωρώ ότι ισχύουν πλήρως τα ακόλουθα από την Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Luchian Marina Tudor (ανωτέρω):

 

«Η επιδίωξη λοιπόν σκοπού που παραμένει άνευ αντικειμένου και η εμμονή σ' αυτόν, όπως στην ουσία γίνεται εδώ, αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Η κατάχρηση διαδικασίας είναι πολυσχιδής στις εκφάνσεις της, το δε Δικαστήριο έχει την εξουσία καταστολής τέτοιας κατάχρησης ως μέρος της αυτονομίας και αυτοτέλειας της Δικαστικής λειτουργίας.»

 

Δεδομένου ότι η υπό κρίση αίτηση αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, η καταστολή της, μόνο με διάταγμα απόρριψής της μπορεί να επιτευχθεί.

 

Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η αίτηση απορρίπτεται.

 

Αναφορικά με τα έξοδα, δε βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ του καθ’ ου η αίτηση και σε βάρος των αιτητών.

 

 

 

 

                                                                  (Υπ.) …..……..…………………

                                                                                 Κ. Κωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΚΚ-TA

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο