ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Θ. Θωμά, Π.Ε.Δ.

Αγωγή Αρ. 816/2021

Μεταξύ:

Vlanik Ltd

Ενάγουσας

-και-

 

Jetty Marine Ltd

Εναγομένης

--------------------

 

Αίτηση ημερ. 12.7.2021

 

31 Μαΐου 2024

 

Για Εναγόμενη – Αιτήτρια:  κα Β. Χάμπα για Αγγελίδης, Ιωαννίδης, Λεωνίδου ΔΕΠΕ (για να ακούσει απόφαση κα Β. Γαμβρουδιού)

Για Ενάγουσα – Καθ’  ης η Αίτηση:  κα Μ. Κωνσταντίνου για Α. G. Paphitis & Co LLC

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

            Η Εναγόμενη Εταιρεία (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η Αιτήτρια) με την υπό εξέταση Αίτηση της επιδιώκει τον παραμερισμό της επίδοσης της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής, ως επίσης και της ίδιας της αγωγής.

 

            Η Αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του διευθυντή της Αιτήτριας, κ. Δημητρίου, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: 

 

Κατά την 20.10.2006 συνάφθηκε μεταξύ της Αιτήτριας και της Γερμανικής Εταιρείας Hanse Yachts Gmb H & Co. KG (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως η εταιρεία Hanse) συμφωνία παροχής υπηρεσιών μεταπώλησης σκαφών μοντέλου Hanse Yachts.  Κατά την 5.6.2020 συνάφθηκε μεταξύ της Αιτήτριας και της Ενάγουσας συμφωνία για την πώληση ενός καινούργιου Σκάφους μάρκας Hanse Yachts, μοντέλο Hanse 588 (στη συνέχεια θα αναφέρεται ως το επίδικο Σκάφος).  Στη συμφωνία ημερομηνίας 5.6.2020, η Ενάγουσα αναγνωρίζει την Αιτήτρια ως νόμιμο μεταπωλητή/διανομέα της εταιρείας Hanse, η οποία είναι η κατασκευάστρια του επίδικου Σκάφους.

 

            Κατά την 17.5.2021 επιδόθηκε στα γραφεία της Αιτήτριας το κλητήριο ένταλμα της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής, ενώ κατά την 28.5.2021 επιδόθηκε εκ νέου στα γραφεία της Αιτήτριας το ως άνω κλητήριο ένταλμα.  Κατόπιν μελέτης του κλητηρίου εντάλματος, αντιλήφθηκαν ότι η ουσία της απαίτησης της Ενάγουσας  αφορά ισχυριζόμενα κατασκευαστικά ελαττώματα του Σκάφους, ως εκτενώς περιγράφονται στην Έκθεση Απαίτησης.  Η Αιτήτρια ουδεμία σχέση έχει με την κατασκευή του επίδικου Σκάφους και, ως η ίδια η Ενάγουσα παραδέχεται στην Έκθεση Απαίτησης της, η κατασκευάστρια του είναι η εταιρεία Hanse.  Με βάση νομική συμβουλή που έλαβε, η εταιρεία Hanse θα πρέπει να κληθεί ως Τριτοδιάδικος στην παρούσα διαδικασία, κάτι το οποίο η Αιτήτρια ενδεχομένως να κωλύεται να πράξει, λόγω των προνοιών της μεταξύ τους υπογραφείσας συμφωνίας ημερομηνίας 20.10.2006, η οποία προβλέπει ότι τα Γερμανικά Δικαστήρια έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία.  Κατόπιν επικοινωνίας που είχαν με τους αξιωματούχους της εταιρείας Hanse, ενημερώθηκαν ότι δεν υπάρχει πρόθεση εκ μέρους τους να λάβουν μέρος σε νομικές διαδικασίες οι οποίες διεξάγονται στην Κυπριακή Δημοκρατία, λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας των Κυπριακών Δικαστηρίων.  Όπως ειλικρινά πιστεύει, η εταιρεία Hanse ουδεμία υποχρέωση έχει να εμφανιστεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας για την ισχυριζόμενη ελαττωματικότητα του επίδικου σκάφους, λόγω του ότι ο όρος 20 της συμφωνίας ημερομηνίας 20.10.2006 προνοεί ότι οποιαδήποτε διαφορά θα επιλύεται μόνο με βάση το γερμανικό δίκαιο και ότι αποκλειστική δικαιοδοσία έχουν τα Δικαστήρια του Αμβούργου.

 

            Κατόπιν ενημέρωσης που έλαβαν από τους αξιωματούχους της εταιρείας Hanse, εκκρεμεί διαδικασία ενώπιον των Δικαστηρίων της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, την οποία καταχώρισε η εταιρεία Hanse εναντίον της Ενάγουσας, κατά τρόπο ώστε να καθοριστεί η ευθύνη του κατασκευαστή ή των ιδίων των εκπροσώπων της Ενάγουσας κατά το χρόνο που επεσυνέβη η ισχυριζόμενη ζημιά στο Σκάφος.  Στα πλαίσια της εν λόγω διαδικασίας, η Αιτήτρια προτίθεται να παρέμβει για να ξεκαθαρίσει ότι σε καμιά περίπτωση ευθύνεται για οποιαδήποτε ισχυριζόμενη ζημιά υπέστη το Σκάφος.  Η Αιτήτρια είναι ήδη σε αναζήτηση  Γερμανών δικηγόρων με σκοπό να παρέμβει στην ανωτέρω διαδικασία,  όμως αναμένει να παραλάβει τα δικόγραφα της διαδικασίας για να παρέμβει. 

 

            Η Ενάγουσα καμιά ζημιά θα υποστεί από την εκδίκαση της υπόθεσης στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και θα ήταν προσφορότερο για την ίδια να αντιπροσωπεύεται σε μια διαδικασία.  Τα έξοδα που η Ενάγουσα θα υποστεί σε περίπτωση που η παρούσα αγωγή εκδικαστεί στην Κύπρο, θα είναι πολύ περισσότερα από τα έξοδα που θα υποστεί αν συνεχίσει η διαδικασία ενώπιον των Γερμανικών Δικαστηρίων.  Επιπρόσθετα, κανένα συνταγματικό δικαίωμα της Ενάγουσας θα απολεσθεί, καθότι θα έχει δικαίωμα να διεκδικήσει αυτό το οποίο θεωρεί ορθό και πρέπον ενώπιον των Δικαστηρίων της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.  Τουναντίον αν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα, η Αιτήτρια δεν θα μπορεί να αποδείξει πλήρως τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης της.

 

 

Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ

 

Η Ενάγουσα εναντιώθηκε στην αιτούμενη θεραπεία.  Με την Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης, την οποία καταχώρισε προβάλλει οκτώ συνολικά λόγους ένστασης, οι βασικοί εκ των οποίων είναι οι ακόλουθοι:

 

1.     Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την παρούσα αγωγή ή και είναι το κατάλληλο forum.

 

2.     Η Αίτηση είναι παράτυπη ή και αντικανονική ή και προωθείται για αλλότριους σκοπούς.

 

3.    Η Αίτηση στηρίζεται σε ανεπαρκές νομικό ή και πραγματικό υπόβαθρο ή και η ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει περιέχει λανθασμένους και ή ανακριβείς ισχυρισμούς.

 

4.     Οι Αιτητές κανένα δυσμενή επηρεασμό στα δικαιώματα τους θα υποστούν από την μη έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

 

5.    Η Αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας ή και αποσκοπεί στην καθυστέρηση της απονομής της δικαιοσύνης ή και επηρεάζει δυσμενώς το συνταγματικό δικαίωμα της Ενάγουσας για εκδίκαση της υπόθεσης της εντός ευλόγου χρόνου.

 

Η Ειδοποίηση για Πρόθεση Ένστασης υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της νομικής συμβούλου της Αιτήτριας, κας Χριστοφή, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

Κατά την 5.6.2020, δυνάμει γραπτής συμφωνίας, η Ενάγουσα συμφώνησε με την Αιτήτρια την αγορά του επίδικου Σκάφους, το οποίο θα κατασκευαζόταν στο ναυπηγείο της εταιρείας Hanse.  Κατά την 15.10.2021, ενώ το Σκάφος βρισκόταν εν πλω από τη Σλοβενία με προορισμό τη Λεμεσό, πλημμύρισε με αποτέλεσμα διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμοί του να καταστραφούν και/ή να υποστούν ζημιά.  Οι δικηγόροι της Ενάγουσας, με επιστολή τους ημερομηνίας 11.11.2020 προς την Αιτήτρια και την εταιρεία Hanse, απαίτησαν την πλήρη επιστροφή της αγοραίας αξίας του επίδικου Σκάφους πλέον επακόλουθες ζημιές (consequential damages).  Ακολούθως, η εταιρεία Hanse κατά την 25.11.2020 καταχώρισε αγωγή στην Γερμανία εναντίον της Ενάγουσας, με την οποία αξιώνει αναγνωριστικά διατάγματα ότι η Ενάγουσα καμιά αξίωση έχει εναντίον της που απορρέει από την κατασκευή, κυκλοφορία ή πώληση του Σκάφους ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο που σχετίζεται με αυτό, για το λόγο ότι δεν υπάρχουν συμβατικές υποχρεώσεις μεταξύ τους.

 

            Με οδηγίες της Ενάγουσας, οι δικηγόροι της καταχώρισαν την 12.5.2021 το κλητήριο ένταλμα της παρούσας αγωγής, το οποίο επιδόθηκε στην Αιτήτρια την 17.5.2021.  Ακολούθως, οι δικηγόροι της Αιτήτριας καταχώρισαν και επέδωσαν  εκ νέου το κλητήριο ένταλμα, για το λόγο ότι συνεπεία τεχνικού προβλήματος του υπολογιστή, δεν εκτυπώθηκε η δεύτερη σελίδα του κλητηρίου εντάλματος που καταχωρίστηκε αρχικά.

 

            Σε συμπληρωματική του ένορκη δήλωση, η οποία καταχωρίστηκε κατόπιν αδείας του Δικαστηρίου, ο κ. Δημητρίου αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι δικηγόροι της Αιτήτριας στην Κύπρο επικοινώνησαν με αρκετά δικηγορικά γραφεία στη Γερμανία, με σκοπό κάποιο από αυτά να αναλάβει την εκπροσώπηση της Αιτήτριας στη διαδικασία που ήγειρε η εταιρεία Hanse εναντίον της Ενάγουσας ενώπιον των γερμανικών Δικαστηρίων.  Η απάντηση των πλείστων δικηγορικών γραφείων ήταν ότι εάν δεν έχουν περισσότερα στοιχεία, όπως τον αριθμό καταχώρησης και τον τόπο διεξαγωγής της διαδικασίας, δεν μπορούν να παρέμβουν.  Περαιτέρω, κάποια δικηγορικά γραφεία επισήμαναν ότι δεν μπορούσαν να εκπροσωπήσουν την Αιτήτρια λόγω σύγκρουσης συμφερόντων.  Παρά δε τις επανειλημμένες τηλεφωνικές επικοινωνίες των δικηγόρων της Αιτήτριας με τους δικηγόρους της Ενάγουσας με σκοπό οι τελευταίοι να τους καθοδηγήσουν για να παρέμβουν στη διαδικασία ενώπιον των γερμανικών Δικαστηρίων, η απάντηση τους ήταν αρνητική.  Η εταιρεία Hanse, από την 15.6.2021, παρά την υπενθύμιση που της δόθηκε την 22.6.2022, εμφανώς αρνείται και αδιαφορεί να ανταποκριθεί στα καλέσματα των δικηγόρων της Αιτήτριας να τους βοηθήσει να παρέμβουν στην ως άνω διαδικασία.

 

 

ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ

 

            Η Αίτηση στηρίζεται στους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.1, Δ.2 θ.θ. 1 – 4, 6, 7, 11 και 12, Δ.4 θ.θ.1 και 2, Δ.5 θ.θ.1 – 3 και 7, Δ.16 θ.θ.1, 2 και 9, Δ.48 θ.θ. 1 – 4, 8(4), 9, 12 και 13, στον Ε.Κ. 1393/2007 και στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας άρθρα 30 και 169. 

 

            Η Δ.16 θ.9 των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η οποία περιλαμβάνεται στη νομική βάση της υπό εξέταση Αίτησης, προβλέπει ότι ένας εναγόμενος πριν καταχωρίσει εμφάνιση είναι ελεύθερος, χωρίς να πάρει οποιοδήποτε διάταγμα να καταχωρίσει ή καταχωρώντας εμφάνιση υπό διαμαρτυρία, να υποβάλει αίτηση δια κλήσεως για ακύρωση της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος ή του διατάγματος που επέτρεψε τέτοια επίδοση (Γεωργιάδης ν. Χάσικου κ.ά. (1991) 1 Α.Α.Δ. 1136). 

 

            Όπως προκύπτει από το δικαστικό φάκελο, η Αιτήτρια εξασφάλισε κατά την 1.6.2021 την άδεια του Δικαστηρίου για καταχώριση εμφάνισης υπό όρους, όπως επίσης και για καταχώριση αίτησης για παραμερισμό της διαδικασίας και  ή της επίδοσης του κλητηρίου εντάλματος.  Αυτό το οποίο έχω παρατηρήσει όμως είναι ότι η υπό εξέταση Αίτηση δεν καταχωρίστηκε εντός της προθεσμίας των 40 ημερών, ως προνοεί το διάταγμα του Δικαστηρίου ημερομηνίας 1.6.2021, αλλά την 41η ημέρα.  Επισημαίνεται ότι καταχωρίστηκε την 12.7.2021.  Καθίσταται λοιπόν φανερό ότι η υπό εξέταση Αίτηση καταχωρίστηκε εκπρόθεσμα.  Ενόψει όμως του ότι το ζήτημα αυτό ουδόλως εγείρεται στην ένσταση της Ενάγουσας, δεν προτίθεμαι να προβώ σε οποιοδήποτε περαιτέρω σχολιασμό του. 

 

            Η Αιτήτρια ισχυρίζεται, μέσω της ενόρκου δηλώσεως του κ. Δημητρίου ότι η απαίτηση της Ενάγουσας στην παρούσα αγωγή αφορά σε ισχυριζόμενα κατασκευαστικά ελαττώματα του επίδικου σκάφους, ως εκτενώς περιγράφονται στην παράγραφο 17 της Έκθεσης Απαίτησης.  Η ίδια όμως καμιά σχέση έχει με την κατασκευή του επίδικου σκάφους και, παρά το ότι η Ενάγουσα αναγνωρίζει την εταιρεία Hanse ως την κατασκευάστρια του επίδικου σκάφους, εντούτοις δεν έχει στραφεί εναντίον της, αλλά αποκλειστικά εναντίον της ίδιας (της Αιτήτριας), η οποία στη συμφωνία ημερομηνίας 5.6.2020 περιγράφεται ότι μεσολαβεί στην πώληση των σκαφών της εταιρείας Hanse.  Εν κατακλείδι υποστηρίζει ότι λανθασμένα ή και παράτυπα η Ενάγουσα δεν ενήγαγε την εταιρεία Hanse

 

Πρωτίστως, θα πρέπει να αναφερθεί ότι, ως προκύπτει από την Έκθεση Απαίτησης, η Ενάγουσα στηρίζει το αγώγιμο δικαίωμα της στη συμφωνία ημερομηνίας 5.6.2020 η οποία, όπως αποτελεί κοινό τόπο, υπεγράφη μεταξύ Αιτήτριας και Ενάγουσας, δυνάμει της οποίας η Αιτήτρια πώλησε στην Ενάγουσα το επίδικο Σκάφος.   Αποτελεί δε ισχυρισμό της Έκθεσης Απαίτησης ότι το επίδικο Σκάφος, κατά παράβαση των όρων της συμφωνίας ημερομηνίας 5.6.2020, δεν ήταν της ποιότητας που αναμενόταν να είναι ή και δεν ήταν των προδιαγραφών βάσει των οποίων αγοράστηκε, με αποτέλεσμα να εισρεύσει νερό το οποίο προκάλεσε σ’  αυτό εκτεταμένες ζημιές και το έθεσε εκτός λειτουργίας.   Αποτελεί επίσης ισχυρισμό της Ενάγουσας ότι οι ως άνω ζημιές προκλήθηκαν συνεπεία της αποκλειστικής αμέλειας ή και της παράλειψης εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων της Αιτήτριας.  Με την αγωγή της δε αξιώνει αποζημιώσεις για ζημιές τις οποίες υπέστη συνεπεία της ανωτέρω περιγραφόμενης συμπεριφοράς της Αιτήτριας. 

 

Από μια προσεκτική μελέτη της συμφωνίας ημερομηνίας 5.6.2020 στην οποία, ως έχει ήδη αναφερθεί, στηρίζεται το αγώγιμο δικαίωμα της Ενάγουσας, έχω παρατηρήσει ότι η εταιρεία Hanse δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος σ’  αυτήν.  Διαφαίνεται δε ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση (privity of contract) μεταξύ Ενάγουσας και εταιρείας Hanse.  Από τη στιγμή που η εταιρεία Hanse δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στη ρηθείσα συμφωνία, ορθά, κατά την άποψη μου, η Ενάγουσα δεν την ενήγαγε με την παρούσα αγωγή της.

  Πέραν των πιο πάνω, θα ήθελα να προσθέσω ότι, όπως διαφαίνεται από τη συμφωνία ημερομηνίας 20.10.2006 η οποία υπεγράφη μεταξύ της εταιρείας Hanse και της Αιτήτριας, η Ενάγουσα δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος σ’  αυτήν και, κατ’  επέκταση, δεν δεσμεύεται από τις πρόνοιες της, ειδικότερα από τον όρο 20 αυτής η οποία καθορίζει ως εφαρμοστέο δίκαιο το γερμανικό και τα δικαστήρια του Αμβούργου ως έχοντα αποκλειστική δικαιοδοσία. 

 

Αποτελεί θέση της Αιτήτριας ότι τα κυπριακά Δικαστήρια δεν μπορούν να κριθούν ως κατάλληλο forum για την εκδίκαση της παρούσας αγωγής, για τους λόγους οι οποίοι παρατίθενται λεπτομερώς στην παράγραφο 18 της ενόρκου δηλώσεως του κ. Δημητρίου, μεταξύ των οποίων και το ότι η εταιρεία Hanse  που είναι η κατασκευάστρια του επίδικου σκάφους εδρεύει στον Ομόσπονδη Δημοκρατία της Γερμανίας. 

 

Το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ρυθμίζεται από τον Ε.Κ. 1215/2012 ημερομηνίας 12.12.2012, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.   Η Αιτήτρια στηρίζει βασικά την  υπό εξέταση Αίτηση στον ΕΚ1393/2007, ο οποίος περιλαμβάνεται στη νομική βάση της υπό εξέταση Αίτησης.  Ο Κανονισμός αυτός ρυθμίζει τα της επίδοσης και κοινοποίησης στα κράτη μέλη δικαστικών και εξώδικων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις.  Είναι λοιπόν φανερό ότι καμιά σχέση έχει με τον καθορισμό της διεθνούς δικαιοδοσίας.  Ως αποτέλεσμα, η υπό εξέταση Αίτηση στηρίζεται σε εντελώς λανθασμένη νομική βάση, με αποτέλεσμα να είναι έκθετη σε απόρριψη εξ αυτού και μόνο του λόγου.  Ανεξάρτητα όμως της αμέσως πιο πάνω διαπίστωσης μου, έχω παρατηρήσει ότι ο ΕΚ1215/2012 περιλαμβάνεται στη νομική βάση της Ένστασης της Ενάγουσας. Το άρθρο 4 αυτού προνοεί επί λέξει τα ακόλουθα:

 

«1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που   έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.

 

      Τα πρόσωπα που δεν έχουν την ιθαγένεια του κράτους μέλους στο οποίο κατοικούν, υπάγονται, στο κράτος αυτό, στους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας που ισχύουν για τους ημεδαπούς.»

 

 

Περαιτέρω το άρθρο 25 του ιδίου Κανονισμού προνοεί επίσης τα ακόλουθα:

 

«1. Αν τα μέρη, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας τους, συμφώνησαν ότι ένα δικαστήριο ή τα δικαστήρια κράτους μέλους θα δικάζουν τις διαφορές που έχουν προκύψει ή που θα προκύψουν από συγκεκριμένη έννομη σχέση, το δικαστήριο αυτό ή τα δικαστήρια του κράτους αυτού έχουν διεθνή δικαιοδοσία, εκτός αν η συμφωνία είναι άκυρη ως προς την ουσιαστική της ισχύ της βάσει της νομοθεσίας του οικείου κράτους μέλους. Αυτή η δικαιοδοσία είναι αποκλειστική εκτός αν τα μέρη συμφώνησαν άλλως. Η συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας καταρτίζεται:

 

α) είτε γραπτά είτε προφορικά με γραπτή επιβεβαίωση·

 

β) είτε υπό μορφή ανταποκρινόμενη στην πρακτική που έχουν καθιερώσει οι συμβαλλόμενοι στις μεταξύ τους σχέσεις· ή

 

γ) είτε, στο διεθνές εμπόριο, υπό μορφή ανταποκρινόμενη στις συνήθειες τις οποίες τα μέρη γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν και οι οποίες είναι ευρέως γνωστές σ’ αυτού του είδους την εμπορική δραστηριότητα και τηρούνται τακτικά από τους συμβαλλόμενους σε συμβάσεις του είδους για το οποίο πρόκειται στη συγκεκριμένη εμπορική δραστηριότητα.»

 

Στην προκείμενη περίπτωση, όπως έχει ήδη αναφερθεί, η Ενάγουσα στηρίζει την αξίωση της στη συμφωνία ημερομηνίας 5.6.2020, η οποία, ως αποτελεί κοινό τόπο, υπεγράφη μεταξύ Αιτήτριας και Ενάγουσας.  Με βάση τον όρο 9 της ρηθείσας συμφωνίας, τα κυπριακά Δικαστήρια καθορίζονται ως Δικαστήρια με αποκλειστική δικαιοδοσία να επιλύουν οποιαδήποτε διαφορά ή απαίτηση αναφυόμενη ή σχετιζόμενη με τη ρηθείσα συμφωνία, όπως επίσης και το κυπριακό δίκαιο ως το δίκαιο με βάση το οποίο θα επιλύεται οποιαδήποτε διαφορά ή απαίτηση αναφυόμενη ή σχετιζόμενη με την εν λόγω συμφωνία.  Είναι λοιπόν φανερό ότι τόσο η Αιτήτρια όσο και η Ενάγουσα καθόρισαν με την υπογραφείσα μεταξύ τους συμφωνία  τα κυπριακά Δικαστήρια ως έχοντα αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδικάσουν οποιαδήποτε διαφορά ή απαίτηση αναφυόμενη από τη μεταξύ τους συμφωνία.  Στην υπόθεση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Coreck Maritime GmbH v. Handelsveem BV and Others C-387/1998 ημερ. 9.11.2000 αναφέρεται ότι το άρθρο 17, πρώτο εδάφιο, της Σύμβασης των Βρυξελλών της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 25.1 του ΕΚ1215/2012 έχει εφαρμογή  αφενός όταν τουλάχιστον το ένα από τα μέρη της αρχικής συμφωνίας έχει την κατοικία του στο έδαφος συμβαλλόμενου κράτους και αφετέρου, τα μέρη συμφωνούν να φέρουν τις διαφορές τους ενώπιον των Δικαστηρίων συμβαλλόμενου κράτους.   Καθίσταται λοιπόν φανερό ότι η Ενάγουσα ορθά, κατά την άποψη μου, ήγειρε την παρούσα αγωγή της ενώπιον των Κυπριακών Δικαστηρίων.  Με δεδομένο δε το ότι η Αιτήτρια έχει την έδρα της στη Λεμεσό, όπως αποτελεί κοινό τόπο, το παρόν Δικαστήριο κέκτηται κατά τόπο δικαιοδοσία για να εκδικάσει την παρούσα αγωγή.

 

Πέραν των πιο πάνω, η Αιτήτρια ισχυρίζεται, μέσω της ενόρκου δηλώσεως του κ. Δημητρίου, ότι ήδη υπάρχει διαδικασία ενώπιον των Δικαστηρίων της Ομόσπονδης Δημοκρατίας της Γερμανίας, την οποία καταχώρισε η εταιρεία Hanse  εναντίον της Ενάγουσας, με την οποία ζητείται να καθοριστεί η ευθύνη της ως κατασκευάστριας ή των ιδίων των εκπροσώπων της Ενάγουσας κατά το χρόνο που επεσυνέβη η ισχυριζόμενη ζημιά στο επίδικο σκάφος.  Προτίθεται δε να παρέμβει στην ως άνω διαδικασία για να ξεκαθαρίσει ότι η ίδια σε καμιά περίπτωση δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε ισχυριζόμενη ζημιά υπέστη το επίδικο Σκάφος.  Στη δε συμπληρωματική ένορκη δήλωση του κ. Δημητρίου, παρατίθενται οι λόγοι για τους οποίους η παρέμβαση της Αιτήτριας στην ανωτέρω διαδικασία δεν κατέστη ακόμα δυνατή. Το άρθρο 29 του Ε.Κ. 1215/2012 προνοεί επί λέξει τα ακόλουθα:

 

«1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 31 παράγραφος 2, αν έχουν ασκηθεί αγωγές με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία μεταξύ των ιδίων διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών, κάθε δικαστήριο εκτός του πρώτου επιληφθέντος αναστέλλει αυτεπάγγελτα τη διαδικασία του μέχρις ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου. 2. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κατόπιν αιτήσεως δικαστηρίου που επελήφθη της διαφοράς, οιοδήποτε άλλο επιληφθέν δικαστήριο ενημερώνει αμελλητί το εν λόγω δικαστήριο σχετικά με την ημερομηνία κατά την οποία του υποβλήθηκε η διαφορά σύμφωνα με το άρθρο 32. 3. Εφόσον διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου, κάθε άλλο δικαστήριο κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο υπέρ εκείνου.»

 

Στην προκείμενη περίπτωση είμαι της άποψης ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής το αμέσως πιο πάνω άρθρο για το λόγο ότι δεν υπάρχει συνάφεια μεταξύ της παρούσας αγωγής και της αγωγής που ήγειρε η εταιρεία Hanse ενώπιον των Γερμανικών Δικαστηρίων.  Πέραν του ότι δεν υπάρχει ταύτιση διαδίκων, ούτε και η αιτία ή το αγώγιμο δικαίωμα είναι το ίδιο.  Υπενθυμίζεται ότι με την παρούσα αγωγή της η Ενάγουσα αξιώνει αποζημιώσεις εναντίον της Αιτήτριας λόγω της ισχυριζόμενης εκ μέρους της Αιτήτριας παράβασης της μεταξύ τους συμφωνίας ημερομηνίας 5.6.2020, διαζευκτικά δε λόγω ισχυριζόμενης αμέλειας της Αιτήτριας.   Με την αγωγή της εναντίον της Ενάγουσας ενώπιον των Δικαστηρίων της Γερμανίας, η εταιρεία Hanse επιδιώκει όπως καθοριστεί η ευθύνη μεταξύ της ίδιας και των εκπροσώπων της Ενάγουσας κατά το χρόνο που επεσυνέβη η ισχυριζόμενη ζημιά στο επίδικο σκάφος.  Θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι, το ότι η Αιτήτρια, ως ισχυρίζεται,  προτίθεται να παρέμβει στη διαδικασία ενώπιον των Γερμανικών Δικαστηρίων, κάτι το οποίο ακόμα δεν κατέστη δυνατό, για να ξεκαθαρίσει ότι η ίδια δεν ευθύνεται για την πρόκληση της ισχυριζόμενης ζημιάς, δεν μπορεί να μεταβάλει τα δεδομένα.  Θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι εφόσον η Αιτήτρια θεωρεί ότι υπόλογη έναντι της για την ισχυριζόμενη ζημιά που υπέστη το επίδικο σκάφος είναι η εταιρεία Hanse, ως η κατασκευάστρια του, έχει κάθε δικαίωμα να την καλέσει ως τριτοδιάδικο στην παρούσα διαδικασία.   Με κάθε σεβασμό, δεν συμμερίζομαι τη θέση της ένορκης δήλωσης του κ. Δημητρίου ότι ενδεχομένως η Αιτήτρια να κωλύεται να καλέσει ως τριτοδιάδικο την εταιρεία Hanse λόγω των προνοιών της μεταξύ τους συμφωνίας ημερομηνίας 20.10.2006, η οποία καθορίζει τα δικαστήρια του Αμβούργου ως έχοντα αποκλειστική δικαιοδοσία.  Επίδικο ζήτημα στην παρούσα αγωγή δεν είναι η συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ Αιτήτριας και εταιρείας Hanse, αλλά η συμφωνία μεταξύ Αιτήτριας και Ενάγουσας, η οποία, ως έχει  ήδη αναφερθεί, καθορίζει τα κυπριακά δικαστήρια ως έχοντα αποκλειστική δικαιοδοσία να επιλύουν οποιαδήποτε αναφυόμενη από την αμέσως πιο πάνω συμφωνία διαφορά.   Το γεγονός ότι η εταιρεία Hanse δεν έχει πρόθεση να συμμετέχει σε νομικές διαδικασίες οι οποίες διεξάγονται στην Κυπριακή Δημοκρατία, ως προβάλλεται από τον κ. Δημητρίου στην ένορκη δήλωση του, δεν αποτελεί, κατά την ταπεινή μου άποψη, βάσιμο λόγο για να μην προσεπικληθεί η εταιρεία Hanse να συμμετέχει στην παρούσα διαδικασία.  Αν η εταιρεία Hanse δεν εμφανιστεί στη διαδικασία μετά που θα της επιδοθεί προσεπίκληση τριτοδιαδίκου, θα μπορεί η Αιτήτρια να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης εναντίον της για οποιαδήποτε ζημιά ή και αποζημίωση ήθελε βρεθεί υπόλογη να πληρώσει στην Ενάγουσα.  Θα ήθελα ακόμα να προσθέσω ότι ο ισχυρισμός της ένορκης δήλωσης του κ. Δημητρίου ότι αν δεν εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα η Αιτήτρια δεν θα μπορεί να αποδείξει πλήρως τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης της, παρέμεινε γενικός και αόριστος καθότι δεν έχει επεξηγηθεί ο λόγος για τον οποίο δεν θα μπορεί να τους αποδείξει.

 

            Καθόσον αφορά τη θέση της Αιτήτριας ότι τα κυπριακά Δικαστήρια δεν μπορούν να κριθούν ως κατάλληλο forum για την εκδίκαση της παρούσας αγωγής, θα ήθελα να επισημάνω ότι, όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Owusu v. Jackson a.o C-281/02 (2005) QB 801, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η τήρηση της αρχής της ασφαλείας δικαίου, που συνιστά ένα από τους σκοπούς της Σύμβασης των Βρυξελλών της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 δεν θα διασφαλιζόταν πλήρως αν επιτρεπόταν σε Δικαστήριο που έχει διεθνή δικαιοδοσία, βάσει της ρηθείσας Σύμβασης, να κάμει δεκτή την ένσταση του forum non conveniens.  Αξίζει να αναφερθεί ότι, παρά το ότι η Συνθήκη των Βρυξελλών έχει αντικατασταθεί από τον ΕΚ44/2001 και τον ακόμα πιο πρόσφατο ΕΚ1215/2012, εντούτοις οι αρχές της, όπως διατυπώθηκαν στην υπόθεση Owusu (ανωτέρω), συνεχίζουν να τυγχάνουν εφαρμογής.

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

            Για όλους τους λόγους που προσπάθησα να επεξηγήσω λεπτομερώς πιο πάνω καταλήγω ότι η υπό εξέταση Αίτηση δεν έχει περιθώριο επιτυχίας και γι’  αυτό θα απορριφθεί.

 

            Όσον αφορά τα έξοδα δεν βλέπω οποιοδήποτε λόγο για απόκλιση από το γενικό κανόνα ότι επιδικάζονται υπέρ του επιτυχόντα διαδίκου που στην προκείμενη περίπτωση είναι η Ενάγουσα.

 

            Η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Ενάγουσας – Καθ’  ης η Αίτηση και εναντίον της Εναγομένης – Αιτήτριας τα οποία υπολόγισα κατ’  αποκοπή στο ποσό των €4.000 πλέον Φ.Π.Α..

 

 

(Υπ.) …………………………….

                                                                                                    Θ. Θωμά, Π.Ε.Δ.

Πιστόν Αντίγραφο,

 

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο