ΣΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. Μιχαηλίδη, Π.Ε.Δ.               

 

       Αρ. Αγωγής: 1374/23

 

 

 

Μεταξύ

 

 

                                    Berengaria Properties Limited, από την Λεμεσό                                                                                                                   

                                                               

                                                           και  

               

                         Royal Pine & Associates Limited, από την Λεμεσό

 

 

 

 

Ημερομηνία: 16.8.24  

Εμφανίσεις:

Για την Ενάγουσα/Αιτήτρια: κα Κ. Κακουλλή για κκ Χρ. Δημητριάδης & Σία ΔΕΠΕ    

Για την Εναγόμενη/Καθ’ ης η αίτηση: κ. Καμπανέλας για κκ Ν. Αναστασιάδης & Συνεταίροι ΔΕΠΕ  

 

 

     --------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Αφορμή για την έκδοση της παρούσης απόφασης αποτέλεσε αίτηση που υποβλήθηκε εκ μέρους της Ενάγουσας/Αιτήτριας στις 25.8.23 με την οποία ζητείται η έκδοση συνοπτικής απόφασης ως το ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα.  Η υπό κρίση αίτηση συνοδεύεται από ένορκο δήλωση του Διευθυντή της Αιτήτριας ο οποίος είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος από την Αιτήτρια να προβεί στην ένορκο δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, από τώρα και στο εξής «ο Διευθυντής».  Η υπό κρίση αίτηση στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην Δ.18, θθ.1-9 και Δ.48, θθ.1-9 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας, την Νομολογία, την πρακτική και τις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.  

 

Η υπό κρίση αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση της Καθ’ ης η αίτηση.  Με Ειδοποίηση ένστασης που καταχωρήθηκε εκ μέρους της και στην οποία εκτίθενται οι λόγοι ένστασης σύμφωνα με τους Θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας η Καθ’ ης η αίτηση ενίσταται στην έκδοση συνοπτικής απόφασης.  Η Ειδοποίηση ένστασης υποστηρίζεται από ένορκο δήλωση του Διευθυντή της Καθ’ ης η αίτηση οποίος είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος από την Καθ’ ης η αίτηση να προβεί στην ένορκο δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση, από τώρα και στο εξής «ο ενόρκως δηλών». 

 

Στην ένορκό του δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση o Διευθυντής αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα.  Η Αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης δεόντως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και είναι ιδιοκτήτρια του 5ου ορόφου σε κτήριο που βρίσκεται στην Λεμεσό.  Με βάση πληροφόρηση που ο Διευθυντής έχει από εκτιμήσεις που διενεργούνται από ανεξάρτητους επαγγελματίες εκτιμητές για σκοπούς των τραπεζών που έχουν χρηματοδοτήσει το κτήριο καθώς και τις άλλες μονάδες που ανήκουν σε οικογενειακές εταιρείες του στο κτήριο καθώς και από το τρέχον επίπεδο των ενοικίων στο κτήριο η αξία του ακινήτου κατά τον χρόνο καταχώρησης της αγωγής ανέρχεται περί τα Ευρώ 2.660.000,00 σεντ και η ενοικιαστική του αξία σε Ευρώ 16.500,00 σεντ μηνιαίως.  Για τους λόγους που εξηγούνται από τον Διευθυντή και δεν κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το κτήριο δεν καλύπτεται από το Ενοικιοστάσιο οπότε το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι το αρμόδιο Δικαστήριο να εκδικάσει την αγωγή.

 

Η Αιτήτρια δυνάμει γραπτής συμφωνίας ενοικίασης ημερομηνίας 31.5.16, από τώρα και στο εξής «η συμφωνία ενοικίασης», η οποία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 5, ενοικίασε τον 5ο όροφο στην Καθ’ ης η αίτηση για χρονική περίοδο 6 χρόνων έναντι μηνιαίου ενοικίου προσαυξανόμενου κατ’ έτος.  Αποτελούσε ρητό και ουσιώδη όρο της συμφωνίας ενοικίασης ότι τυχόν επέκταση της περιόδου ενοικίασης πέραν της 30.6.22 προϋπέθετε και απαιτούσε την συγκατάθεση της Αιτήτριας. Περαιτέρω, αποτελούσε ρητό όρο της συμφωνίας ενοικίασης ότι σε περίπτωση καθυστέρησης στην παράδοση του ορόφου στην Αιτήτρια η Καθ’ ης η αίτηση θα υποχρεούνταν να καταβάλει πέραν των ενοικίων για την περίοδο της καθυστέρησης τα έξοδα που θα υποστεί η Αιτήτρια για την ανάκτηση της κατοχής του καθώς και το 90% του κατά το χρόνο λήξης και/ή τερματισμού συμβατικού ενοικίου για κάθε μέρας καθυστέρηση.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση με επιστολή της ημερομηνίας 17.5.21 ζήτησε από την Αιτήτρια την ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης πέραν της 30.6.22 έναντι ενοικίου προς Ευρώ 30,00 σεντ το τετραγωνικό μέτρο από 1.7.22.  Η εν λόγω επιστολή επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 6.

 

Στις 8.12.21 η Καθ’ ης η αίτηση με νέα επιστολή της προς την Αιτήτρια - Τεκμήριο 7 - επανέλαβε την επιθυμία της για επέκταση της διάρκειας ενοικίασης για άλλα 6 χρόνια ερμηνεύοντας, μάλιστα, την μέχρι τότε παράλειψη της Αιτήτριας να απαντήσει στην επιστολή της ημερομηνίας 17.5.21 ως σιωπηρή συγκατάθεση της Αιτήτριας. 

 

Με επιστολή της ημερομηνίας 26.12.21 - Τεκμήριο 8 – η Αιτήτρια απάντησε στην επιστολή της Καθ’ ης η αίτηση και έδωσε παράταση της περιόδου ενοικίασης μόνο για ένα χρόνο, ήτοι μόνο μέχρι τις 30.6.23 έναντι ενοικίου Ευρώ 34,00 σεντ το τετραγωνικό μέτρο πλέον Φ.Π.Α., ήτοι έναντι μηνιαίου ενοικίου Ευρώ 11.220,00 σεντ πλέον Φ.Π.Α..  Διευκρίνισε δε ότι για οποιαδήποτε παράταση της ενοικίασης πέραν της 30.6.23 ήταν απαραίτητη η γραπτή συγκατάθεση της Αιτήτριας.

 

Κατά τον Μάρτιο του 2023 η Αιτήτρια προειδοποίησε την Καθ’ ης η αίτηση επαναλαμβάνοντας ότι δεν προτίθετο να δώσει την συγκατάθεση της για οποιαδήποτε παράταση στην ενοικίαση και ότι η ενοικίαση θα έληγε στις 30.6.23 οπότε και η Καθ’ ης η αίτηση θα έπρεπε να παραδώσει ελεύθερη και κενή κατοχή του ορόφου.  Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 9 η επιστολή ημερομηνίας 31.3.23. 

 

Εν τέλει στις 16.5.23 η Καθ’ ης η αίτηση με επιστολή προς την Αιτήτρια - Τεκμήριο 10 - αναγνώρισε το περιεχόμενο της επιστολής της Αιτήτριας ημερομηνίας 31.3.23 και επανέλαβε την επιθυμία της για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης.  Δήλωσε δε ότι ξεκίνησε την διαδικασία εξεύρεσης νέου υποστατικού χωρίς, όμως, να προσδιορίσει την ημερομηνία εκκένωσης και παράδοσης του ορόφου. 

 

Με νέα επιστολή της ημερομηνίας 16.6.23 - Τεκμήριο 11 – η Αιτήτρια επανέλαβε το περιεχόμενο των θέσεων της προσθέτοντας ότι είχε ήδη ξεκινήσει τις ενέργειες για να αναλάβει την κατοχή του ορόφου από τις 30.6.23 έχοντας, μάλιστα, ήδη αναλάβει και υποχρεώσεις έναντι τρίτων.  Έθεσε, μάλιστα, υπόψη της Καθ’ ης η αίτηση ότι σε περίπτωση αποτυχίας εκκένωσης του ορόφου κατά την συμφωνηθείσα ημερομηνία η Αιτήτρια θα εκτίθετο σε αξιώσεις από τρίτους, απώλεια επιχείρησης (loss of business) και ταλαιπωρία.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση εν τέλει απάντησε στην τελευταία επιστολή της Αιτήτριας με επιστολή της ημερομηνίας 30.6.23 με την οποία επανέλαβε την πρόθεση της να παραδώσει ελεύθερη και κενή κατοχή του ορόφου και δηλώνοντας και πάλι ότι άρχισε την διαδικασία εξεύρεσης νέων υποστατικών χωρίς να προσδιορίσει, όμως, ούτε αυτή την φορά την ημερομηνία εκκένωσης και παράδοσης του ορόφου στην Αιτήτρια.  Η εν λόγω επιστολή επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 12.  Από τις 30.6.23 μέχρι και σήμερα η Αιτήτρια δεν έχει παραδώσει κενή κατοχή του ορόφου και συνεχίζει να επεμβαίνει παράνομα σε αυτό από την 1.7.23 και δεν έχει επιδείξει πρόθεση να το παραδώσει στην Αιτήτρια σύντομα ή σε καθορισμένο χρόνο.

 

Εν τω μεταξύ στις 21.4.23 η Αιτήτρια σύνηψε συμφωνία παραχώρησης χρήσης χώρου εμβαδού 150 τετραγωνικών μέτρων στον πέμπτο όροφο με την εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited τον οποίο η τελευταία θα αναλάμβανε να διαμορφώσει σύμφωνα με τις ανάγκες της με δυνατότητα χρήσης αίθουσας συνεδριάσεων και άλλες σχετικές υπηρεσίες που θα προσφέρει η Αιτήτρια με ημερομηνία έναρξης την 1.7.23 για αρχική περίοδο πέντε ετών και με δικαίωμα ανανέωσης έναντι μηνιαίου ποσού Ευρώ 12.000,00 σεντ πλέον Φ.Π.Α..  Η εν λόγω συμφωνία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 13.  Επιπλέον στις 30.6.23 η Αιτήτρια σύνηψε συμφωνία παραχώρησης χρήσης δύο γραφείων εμβαδού 30 τετραγωνικών μέτρων και πάλι στον 5ο όροφο με την εταιρεία ΧΧΧΧ Limited και την δυνατότητα χρήσης αίθουσας συνεδριάσεων και άλλων υπηρεσιών που θα προσφέρει η Αιτήτρια με ημερομηνία έναρξης την 1.7.23 για αρχική περίοδο δύο ετών με δικαίωμα ανανέωσης έναντι μηνιαίου ποσού Ευρώ 4.000,00 σεντ πλέον Φ.Π.Α..  Η εν λόγω συμφωνία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 14.

 

Η εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited με επιστολή της ημερομηνίας 4.7.23 που απέστειλε στην Αιτήτρια - Τεκμήριο 15 - εξέφρασε την δυσαρέσκεια της για την αποτυχία της Αιτήτριας να τηρήσει τις έναντι της συμβατικές της υποχρεώσεις και υποστήριξε ότι συνεπείας της εν λόγω αποτυχίας υφίσταται υπολογιζόμενες απώλειες κερδών που υπερβαίνουν τα Ευρώ 15.000,00 σεντ μηνιαίως.  Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι τυχόν συνέχιση της καθυστέρησης της Αιτήτριας να ανταποκριθεί στις συμβατικές της υποχρεώσεις θα την εξαναγκάσει να εξεύρει άλλο ακίνητο στο οποίο θα εγκατασταθεί αφότου υποβληθεί σε έξοδα ανακαίνισης σύμφωνα με τις ανάγκες της τα οποία θα απωλέσει και θα αναγκαστεί να επαναλάβει όταν η Καθ’ ης η αίτηση τελικά παραδώσει κενή και ελεύθερη κατοχή του ορόφου τα οποία υπολογίζει να είναι Ευρώ 100.000,00 σεντ περίπου.  Επιπλέον θα απωλέσει τα έξοδα μετακόμισης ύψους Ευρώ 5.000,00 σεντ  καθώς και Ευρώ 70.000,00 σεντ για διατάραξη των εργασιών της.  Η εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited επιφύλαξε το δικαίωμα να διεκδικήσει από την Αιτήτρια κάθε απώλεια και/ή ζημία ήθελε υποστεί εκ της παραβίασης των συμβατικών υποχρεώσεων της Αιτήτριας. 

 

Ο Διευθυντής ζητά την έκδοση συνοπτικής απόφασης ως ακολούθως:

  1. δήλωση του Δικαστηρίου ότι η Καθ’ ης η αίτηση κατέχει παράνομα τον πέμπτο όροφο (παράγραφος Α του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης)
  2. ανάκτηση κατοχής του ορόφου (παράγραφος Β του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης)    
  3. αποζημιώσεις ύψους Ευρώ 16.000,00 σεντ μηνιαίως από την 1.7.23 ως οι απώλειες της εκ της αδυναμίας εκτέλεσης των συμφωνιών παραχώρησης χρήσης - Τεκμήρια 13 και 14, ήτοι απώλεια των συμφωνημένων ανταλλαγμάτων, ήτοι των ποσών των Ευρώ 12.000,00 σεντ και των Ευρώ 4.000,00 σεντ μηνιαίως (παράγραφος Ε του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης) και/ή
  4. ενδιάμεσα κέρδη ύψους Ευρώ 16.500,00 σεντ μηνιαίως από την 1.7.23 ως η κατά τον χρόνο καταχώρισης της αγωγής ενοικιαστική αξία του ορόφου (παράγραφος Ε του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης)  
  5. δήλωση του Δικαστηρίου ότι η Καθ’ ης η αίτηση υποχρεούται να καλύψει και/ή αποζημιώσει την Αιτήτρια για κάθε ποσό αποζημίωσης που θα κληθεί να καταβάλει στην εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited για κάθε ζημιά και/ή απώλεια που θα υποστεί η τελευταία εκ της παράβασης των συμβατικών υποχρεώσεων της Αιτήτριας έναντι της την οποία προκάλεσε η Καθ’ ης η αίτηση και/ή την οποία θα κληθεί η Αιτήτρια να καταβάλει (παράγραφος Δ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης) και/ή
  6. απόφαση του Δικαστηρίου υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση για το συνολικό ποσό των Ευρώ 175.000,00 σεντ (Ευρώ 100.000,00 σεντ έξοδα ανακαίνισης και αναπροσαρμογής των γραφείων που η εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited θα αναγκασθεί να εξεύρει καθώς και έξοδα ανακαίνισης και αναπροσαρμογής του ορόφου όταν αυτός αδειάσει από την Καθ’ ης η αίτηση και η εν λόγω εταιρεία μετακομίσει σε αυτόν, Ευρώ 5.000,00 σεντ έξοδα μετακόμισης, Ευρώ 70.000,00 σεντ αποζημιώσεις για διατάραξη των εργασιών της) και Ευρώ 15.000,00 σεντ μηνιαίως ως αποζημιώσεις για απώλειες κερδών λόγω της καθυστέρησης, ποσά που καλείται η Αιτήτρια να καταβάλει και/ή θα καταβάλει στην εταιρεία ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited για κάθε ζημιά και/ή απώλεια που θα υποστεί η τελευταία εκ της παράβασης των συμβατικών υποχρεώσεων της Καθ’ ης η αίτηση έναντι της την οποία προκάλεσε η Καθ’ ης η αίτηση (παράγραφος Δ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης) 
  7. αποζημιώσεις ίσες με το 90% του κατά τον χρόνο λήξης και/ή τερματισμού συμβατικού ενοικίου, ήτοι προς Ευρώ 10.080,00 σεντ μηνιαίως και/ή προς Ευρώ 336,00 σεντ για κάθε μέρας καθυστέρηση (παράγραφος Στ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης) 
  8. έξοδα και Φ.Π.Α. (παράγραφος Θ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης).

 

Είναι η πεποίθηση του Διευθυντή ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν έχει υπεράσπιση στην αγωγή και ότι ο μόνος λόγος που καταχώρησε εμφάνιση είναι για να προκαλέσει καθυστέρηση.  Συνεπώς η Αιτήτρια δικαιούται σε έκδοση συνοπτικής  απόφασης υπέρ της και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση ως το ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα.

 

Οι λόγοι ένστασης παρατίθενται αυτούσιοι:

     

  1. Οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν καλή, γνήσια και/ή συζητήσιμη και/ή βάσιμη και/ή ουσιαστική υπεράσπιση με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης την οποία δικαιούνται να προβάλουν κατά τον δέοντα τρόπο κατά την ακρόαση της παρούσας αγωγής

 

  1. Προκύπτουν και/ή εγείρονται αρκετά και πολύπλοκα νομικά και/ή πραγματικά ζητήματα τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν από το Δικαστήριο μετά που θα καταχωρηθεί η Υπεράσπιση των Καθ’ ων η Αίτηση και/ή όταν προσκομιστεί η απαιτούμενη μαρτυρία και τα οποία όταν εξεταστούν, θα καταστήσουν ανεδαφικές και/ή ατεκμηρίωτες τις επίδικες αξιώσεις και/ή τις αιτούμενες θεραπείες των Αιτητών

 

  1. Δεν μπορεί να εκδοθεί συνοπτική απόφαση στην παρούσα υπόθεση, αφού προκύπτει σοβαρή και/ή αδιαμφισβήτητη διαφωνία μεταξύ των διαδίκων και/ή αντικρουόμενη μαρτυρία ως προς τα γεγονότα και/ή τα νομικά ζητήματα που εγείρονται

 

  1. Η παρούσα Αίτηση γίνεται κακόπιστα, καταχρηστικά και με απώτερο σκοπό να αποστερήσει από τους Καθ’ ων η Αίτηση το δικαίωμα τους να υπερασπιστούν την υπόθεση τους σε κανονική δίκη

 

  1. Οι Αιτητές δεν έχουν εγείρει την Αγωγή με βάση τη σωστή αξία του επίδικου ακινήτου και του μέρους αυτού που επιδιώκουν την έξωση με βάση την Δ.2, θ.10 και έχουν καθορίσει ψηλότερη κλίμακα από την αξία του επίδικου ακινήτου, με αποτέλεσμα να επηρεάσουν δυσμενώς τα δικαιώματα των Καθ’ ων η Αίτηση

 

  1. Η παρούσα Αίτηση προωθήθηκε καταχρηστικά και/ή δόλια αφού δεν προσδιορίζονται σε αυτήν και/ή στην ένορκη δήλωση που την συνοδεύει όλα εκείνα τα απαραίτητα γεγονότα και στοιχεία για την έκδοση συνοπτικής απόφασης και/ή ούτε εξειδικεύονται με επάρκεια και λεπτομέρεια, ούτως ώστε να παρέχεται η δυνατότητα αξιολόγησης τους από το Δικαστήριο στον απαιτούμενο βαθμό

 

  1. Τα γεγονότα που τέθηκαν στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου δεν συνηγορούν στην έκδοση συνοπτικής απόφασης και/ή δεν έχουν καταδειχθεί τέτοιοι λόγοι οι οποίοι να δικαιολογούν πέρα από κάθε λογική αμφιβολία και/ή να καθιστούν αναγκαία την έκδοση συνοπτικής απόφασης. Ουσιαστικά, η Αίτηση στερείται οποιουδήποτε νομικού και/ή πραγματικού ερείσματος και/ή δεν υποστηρίζονται τα αιτήματα της από την ένορκη δήλωση που την συνοδεύει 

 

  1. Δεν πληρούνται σε καμία περίπτωση οι νόμιμες και/ή απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, όπως έχουν καθοριστεί από την σχετική νομολογία και/ή τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας επί του θέματος

 

  1. Οι Αιτητές παρέλειψαν να αναφέρουν στην ένορκη δήλωση τους η οποία υποστηρίζει την παρούσα Αίτηση, όλα τα ουσιαστικά γεγονότα της υπόθεσης με σκοπό να παραπλανήσουν το Δικαστήριο και/ή δεν αποκάλυψαν όλα τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία συνιστούν τις πραγματικές συνθήκες της παρούσας υπόθεσης

 

  1. Οι Καθ’ ων η Αίτηση αποκαλύπτουν συγκεκριμένα γεγονότα και/ή λεπτομέρειες και/ή τέτοια μαρτυρία που να θεωρείται επαρκής ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα καταχώρησης υπεράσπισης και συνεπώς αποδεικνύουν ότι έχουν μια δίκαιη υπόθεση για υπεράσπιση και/ή εύλογους λόγους για να θέσουν υπεράσπιση και/ή έχουν δίκαιη πιθανότητα ότι έχουν μια καλόπιστη υπεράσπιση

 

  1. Είναι ορθό και δίκαιο όπως δοθεί στους Καθ’ ων η Αίτηση η ευκαιρία να προβάλουν την υπεράσπιση τους και να τύχουν δίκαιης δίκης. Διαφορετική αντιμετώπιση και αδικαιολόγητη αποστέρηση προβολής της υπεράσπισης τους και/ή να ακουστούν στην υπό τον ως άνω τίτλο αγωγή, συνιστά άρνηση και μη ορθή απονομή της δικαιοσύνης

 

  1. Σε περίπτωση που επιτύχει η παρούσα αίτηση, χωρίς δηλαδή να δοθεί το δικαίωμα στους Καθ’ ων η Αίτηση να ακουστούν και να καταχωρήσουν την Υπεράσπιση τους, θα υπάρξει παραβίαση των προνοιών του άρθρου 30 του Συντάγματος που διασφαλίζει το δικαίωμα κάθε προσώπου να προσφύγει στο Δικαστήριο και να παρουσιάσει τις θέσεις του κατά την ακρόαση της υπόθεσης όπως επίσης και του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ του δικαιώματος της δίκαιης δίκης 

 

  1. Οι Ενάγοντες/Αιτητές, δεν έχουν τερματίσει την από μήνα σε μήνα και/ή άλλη ενοικίαση, νόμιμα και/ή νομότυπα και/ή ορθά, αλλά αντιθέτως συνεχίζεται κανονικά και αδιάλειπτα μέχρι και σήμερα

 

  1. Οι Ενάγοντες/Αιτητές, κωλύονται να εγείρουν την παρούσα αγωγή και κατά συνέπεια την παρούσα Αίτηση λόγω εξ υποσχέσεως κωλύματος (promissory estoppel) και/ή κωλύματος λόγω συμπεριφοράς και/ή παραστάσεων (estoppel by conduct or representation ).

 

Ο ενόρκως δηλών αρνείται και απορρίπτει την ένορκη δήλωση του Διευθυντή στον βαθμό που αυτή είναι αντίθετη με το περιεχόμενο της δικής του ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση.  Συμφωνεί δε με το περιεχόμενο της ένστασης το οποίο και υιοθετεί πλήρως και υιοθετεί τους λόγους ένστασης ως ορθούς και βάσιμους.  Στην ένορκό του δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα. 

 

Το ποσό των Ευρώ 2.660.000,00 σεντ είναι πλασματικό και δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική αξία του ορόφου.  Καμία αναφορά δεν γίνεται από τον Διευθυντή αναφορικά με την πηγή πληροφόρησης των Αιτητών για το ζήτημα τούτο, ούτε και έχουν προσκομιστεί οι ισχυριζόμενες εκτιμήσεις από τις οποίες προκύπτει ότι η αξία του τετραγωνικού μέτρου ανέρχεται σε Ευρώ 8.721,31 σεντ!  Πλασματική είναι και η ισχυριζόμενη ενοικιαστική αξία του ορόφου – Ευρώ 16.500,00 σεντ μηνιαίως.  Επίσης ούτε αναφορικά με αυτό το ζήτημα έχει παρουσιαστεί εκ μέρους της Αιτήτριας έκθεση εμπειρογνώμονα ή οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία για σκοπούς τεκμηρίωσης.  Ο λόγος για τον οποίο η Αιτήτρια αύξησε την πραγματική αξία του ορόφου είναι για να επηρεάσει δυσμενώς την οικονομική ικανότητα της Καθ’ ης η αίτηση και, κατ’ επέκταση, να πλήξει την Καθ’ ης η αίτηση οικονομικά στην υπεράσπιση της αφού τα έξοδα στην κλίμακα της αγωγής όπως αυτή διαμορφώθηκε είναι υπέρογκα. 

 

Ο ενόρκως δηλών παραδέχεται ότι η πρώτη ενοικίαση με την Καθ’ ης η αίτηση ξεκίνησε με την υπογραφή της συμφωνίας ενοικίασης.  Όμως ο μόνος λόγος για τον οποίο η συμφωνία ενοικίασης είχε χρονική διάρκεια 6 ετών αντί τουλάχιστον 10 ήταν γιατί ο Διευθυντής ήθελε, όπως είχε αναφέρει τότε, να επαναδιαπραγματευτεί σε μεταγενέστερο στάδιο το ποσό του ενοικίου και δεν ήθελε να το καθορίσει από το 2016.  Από την πρώτη κιόλας συνάντηση με τον Διευθυντή και μέχρι την σύναψη της συμφωνίας ενοικίασης ήταν ξεκάθαρη η θέση της Αιτήτριας για την χρονική διάρκεια της ενοικίασης που ζητούσε η Καθ’ ης η αίτηση, ήτοι 10 έτη, όπως ξεκάθαρες ήταν και οι διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις που η Καθ’ ης η αίτηση έλαβε από τον Διευθυντή συνεπεία των οποίων η Καθ’ ης η αίτηση προέβη σε ανακαινίσεις και επιδιορθώσεις του ορόφου.  Άλλωστε η Καθ’ ης η αίτηση είχε αναφέρει ότι σε περίπτωση που οι Αιτητές δεν ήταν πρόθυμοι να επεκτείνουν την περίοδο της ενοικίασης, τότε, η Καθ’ ης η αίτηση δεν θα ενδιαφέρονταν να προχωρήσει στην ενοικίαση.  Ακόμη, όμως, και αν προχωρούσε στην ενοικίαση οι ανακαινίσεις και, γενικότερα, οι επενδύσεις στον όροφο θα ήταν πολύ πιο περιορισμένες.  Το κόστος των εν λόγω ανακαινίσεων και επιδιορθώσεων ανέρχονται σε πέραν των Ευρώ 115.000,00 σεντ.  Σχετική είναι η δέσμη εγγράφων η οποία επισυνάπτεται στην ένορκο δήλωση του ενόρκως δηλούντα και σημειώνεται ως Τεκμήριο 1.  Όλα τα πιο πάνω διατυπώνονται και γραπτώς με σαφή τρόπο στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 30.6.23 – Τεκμήριο 12 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή. 

 

Λόγω της «θέσης ισχύος» της Αιτήτριας, από την μια, και τις διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις του Διευθυντή αναφορικά με την επέκταση της περιόδου ενοικίασης, από την άλλη, η Καθ’ ης η αίτηση προέβη στην υπογραφή της συμφωνίας ενοικίασης αφού όπως και ο ίδιος ο Διευθυντής διαβεβαίωσε και υποσχέθηκε εκ μέρους της Αιτήτριας, κανένα πρόβλημα δεν θα υπήρχε στην επέκταση της περιόδου ενοικίασης ώστε αυτός να συνάδει με τα όσα αρχικά είχαν συμφωνηθεί.

 

Ο ενόρκως δηλών αρνείται ότι η Καθ’ ης η αίτηση έχει καθυστερήσει στην παράδοση του ορόφου.  Εν πάση περιπτώσει θέση της Καθ’ ης η αίτηση είναι ότι ο όρος 12 στην συμφωνία ενοικίασης είναι καταχρηστικός.

 

Ο Διευθυντής παρέλειψε να αναφέρει ότι στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 17.5.21 - Τεκμήριο 6 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή - γίνεται ρητή αναφορά στην συνάντηση μεταξύ των διαδίκων η οποία έλαβε χώρα στις 14.10.20 όπου και συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν προφορικά οι όροι της ανανέωσης της ενοικίασης.  Η εν λόγω συνάντηση έλαβε χώρα στον επίδικο ενοικιαζόμενο όροφο και σε αυτήν παρευρέθηκαν εκτός από τον ενόρκως δηλούντα, ο Διευθυντής και η ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ, η οποία είναι εκ των διευθυντών και γραμματέας της Καθ’ ης η αίτηση.  Κατά την συνάντηση συμφωνήθηκε η ανανέωση της ενοικίασης ως είχε αρχικά συμφωνηθεί, ήτοι για 10 έτη, και το ποσό των Ευρώ 30,00 σεντ ανά τετραγωνικό μέτρο ως ενοίκιο.  Μετά το πέρας της πιο πάνω συνάντησης η Καθ’ ης η αίτηση ανέμενε να λάβει τα σχετικά έγγραφα προς υπογραφή, πλην όμως αυτά ουδέποτε της στάλθηκαν παρά τις διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις του Διευθυντή.   

 

Συνεπεία της καθυστέρησης της αποστολής των πιο πάνω αναφερόμενων εγγράφων η κυρία Τριμιθιώτου απέστειλε εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση σωρεία ηλεκτρονικών μηνυμάτων προς τον Διευθυντή και συγκεκριμένα στις ημερομηνίες 4.11.20, 16.11.20, 25.11.20, 15.1.21, 24.2.21 και 27.4.21 χωρίς, όμως, να λάβει οποιαδήποτε απάντηση.  Εκεί ξεκίνησαν και οι ανησυχίες της Καθ’ ης η αίτηση για την πιθανότητα αθέτησης των υποσχέσεων και δεσμεύσεων της Αιτήτριας οι οποίες εν τέλει «ήρθαν και έδεσαν» με την σημερινή επικρατούσα κατάσταση.  Τα ηλεκτρονικά μηνύματα επισυνάπτονται ως δέσμη εγγράφων η οποία σημειώθηκε ως Τεκμήριο 3.  Η απόκρυψη των πιο πάνω γεγονότων από την πλευρά της Αιτήτριας έγινε σκόπιμα στην προσπάθεια της Αιτήτριας να παρουσιάσει μια διαφορετική εικόνα γεγονότων από αυτήν που ισχύει στην πραγματικότητα με απώτερο σκοπό να παραπλανηθεί το Δικαστήριο.  Η αναφορά στην θέση του ενόρκως δηλούντα όπως αυτή διατυπώνεται στην επιστολή ημερομηνίας 8.12.21 – Τεκμήριο 7 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή – περί σιωπηρής συγκατάθεσης της Αιτήτριας βασίζεται, μεταξύ άλλων, και στα συμφωνηθέντα κατά την συνάντηση της 14.10.20.  Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ουδέποτε η Αιτήτρια διέψευσε ή διαμαρτυρήθηκε με επιστολή προς την Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν επιτεύχθηκε προφορική συμφωνία για ανανέωση της ενοικίασης.   

Στις 24.1.22 έγινε εκ νέου συνάντηση με τον Διευθυντή, την κυρία ΧΧΧΧ και τον ενόρκως δηλούντα στον επίδικο ενοικιαζόμενο όροφο κατά την οποία έγινε πρόταση από πλευράς της Αιτήτριας όπως η επέκταση της ενοικίασης γίνει για το χρονικό μεν διάστημα που ζητούσε η Καθ’ ης η αίτηση, το οποίο ήταν αυτό που είχε συμφωνηθεί αρχικά μεταξύ των διαδίκων, πλην όμως η Καθ’ ης η αίτηση να μεταφερθεί στον 3ο όροφο του κτηρίου και οποιαδήποτε έξοδα δημιουργούνταν θα τα αναλάμβανε εξ’ ολοκλήρου και αποκλειστικά η Αιτήτρια.  Η Καθ’ ης η αίτηση ανέμενε να της δοθούν τα αρχιτεκτονικά σχέδια του 3ου ορόφου.  Η Αιτήτρια και πάλι αθέτησε τα όσα είχε προτείνει και ουδέποτε παραχώρησε τα εν λόγω σχέδια στην Καθ’ ης η αίτηση.  Για τα πιο πάνω γίνεται αναφορά στο Τεκμήριο 12 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή. 

 

Στο Τεκμήριο 11 υπάρχουν αντιφατικές δηλώσεις.  Ο Διευθυντής ισχυρίζεται ότι ήταν εξαρχής σε γνώση της Καθ’ ης η αίτηση ότι η Αιτήτρια ήθελε τον όροφο για δική της χρήση.  Η ενέργειά του, όμως, να προβεί σε συμφωνία άδειας χρήσης με τρίτους δεν συνάδει με την προσωπική χρήση που ο ίδιος ισχυρίζεται.  

 

Η Αιτήτρια συνεχίζει κανονικά και αδιάλειπτα μέχρι σήμερα να παραλαμβάνει το ενοίκιο αποδεχόμενη, ουσιαστικά, την συνέχιση και ισχύ της ενοικίασης. Συνεπώς με βάση τα πιο πάνω η ενοικίαση με την λήξη της αρχικής της διάρκειας μετατράπηκε αυτόματα σε ενοικίαση από μήνα σε μήνα και δεν έχει λήξει, ούτε έχει τερματιστεί νόμιμα και/ή νομότυπα και/ή ορθά, αντιθέτως, συνεχίζει κανονικά και αδιάλειπτα μέχρι σήμερα.  Είναι η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι με τα Τεκμήρια 9 και 11 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή η Αιτήτρια ουδέποτε τερμάτισε την ενοικίαση.  Απλά ενημέρωσε την Καθ’ ης η αίτηση για την πρόθεση της να μην ανανεώσει την περίοδο ενοικίασης.  Ο ισχυρισμός ότι η επιστολή ημερομηνίας 16.6.23 – Τεκμήριο 11 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή - αποτελεί επιστολή τερματισμού είναι λανθασμένος.  Ουδέποτε έχει αποσταλεί νόμιμη επιστολή τερματισμού στην Καθ’ ης η αίτηση.  Η Καθ’ ης η αίτηση παραμένει νόμιμος ενοικιαστής.  Για τον λόγο αυτό δεν είναι παράνομη επεμβασίας. 

Είναι, επίσης, η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι ο ισχυριζόμενος τερματισμός της ενοικίασης με την επιστολή της Αιτήτριας ημερομηνίας 16.6.23 - Τεκμήριο 11 - ήταν παράνομος και/ή μη νόμιμος και/ή καταχρηστικός και/ή η ενοικίαση δεν έχει τερματιστεί νομότυπα και/ή με τον ορθό τρόπο.

 

Περαιτέρω είναι θέση της πλευράς της Καθ’ ης η αίτηση ότι ο τερματισμός της ενοικίασης για σκοπούς ιδίας χρήσης δεν είναι γνήσιος και νόμιμος καθότι η Αιτήτρια δεν απαιτεί λογικά και αντικειμενικά την ανάκτηση της κατοχής του ενοικιαζόμενου ορόφου για τον πιο πάνω λόγο.  Επίσης δεν υφίσταται πραγματική ανάγκη για την ανάκτηση του.  Στην ένορκό του δήλωση ο Διευθυντής δεν έδωσε επεξηγήσεις και λεπτομέρειες ως όφειλε.  Αρκέστηκε σε γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς περί ανάγκης για ιδία χρήση.  Σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια κωλύεται να επικαλείται ιδία χρήση λόγω της συμπεριφοράς της, των υποσχέσεων και διαβεβαιώσεων της.  Είναι, επίσης, η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι μοναδικός σκοπός της Αιτήτριας είναι η εκδίωξη της Καθ’ ης η αίτηση από το ενοικιαζόμενο υποστατικό για να το ενοικιάσει σε τρίτους ενδεχομένως με πολύ υψηλότερο ενοίκιο αφού θεωρεί ότι το υφιστάμενο ενοίκιο είναι πολύ χαμηλό.  Συνεπώς, ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι επιθυμεί να το εκμεταλλευτεί για προσωπικούς λόγους δεν ευσταθεί και αποτελεί πρόσχημα στην προσπάθεια της να θεμελιώσει ένα λόγο έξωσης ώστε να κατοχυρωθεί από νομικής πλευράς.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση από το 2016 μέχρι σήμερα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της ως ενοικιαστής καταβάλλοντας εμπρόθεσμα το ενοίκιο και διατηρώντας το ενοικιαζόμενο ακίνητο σε πολύ καλή κατάσταση.  Λόγω της μακροχρόνιας ενοικίασης του ακινήτου ενδεχόμενη απομάκρυνση της Καθ’ ης η αίτηση από αυτό θα της προξενούσε ζημιές και απώλειες στην επιχείρηση της αλλά και μεγάλη ταλαιπωρία.

 

Ο Διευθυντής ακολουθώντας μια στρατηγική προσπάθεια θεμελίωσης λόγων έξωσης ώστε η Αιτήτρια να κατοχυρωθεί από νομικής πλευράς και προσπαθώντας να ασκήσει οικονομική πίεση προς την Καθ’ ης η αίτηση στις 27.3.23 προέβη στην σύσταση της εταιρείας ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited.  Επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 4 εκτύπωση από το Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών που αποδεικνύει ότι ο Διευθυντής είναι και Διευθυντής της ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited.  Η σύσταση της πιο πάνω εταιρείας έγινε με αποκλειστικό σκοπό να καταρτισθεί η Συμφωνία Άδειας Χρήσης ημερομηνίας 21.4.23 - Τεκμήριο 13 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή - την οποία ο Διευθυντής υπογράφει εκ μέρους και των δυο εταιρειών και παρά το γεγονός ότι γνώριζε για την πρόθεση της Καθ’ ης η αίτηση να παραμείνει στο ενοικιαζόμενο ακίνητο δυνάμει της προφορικής συμφωνίας, διαβεβαιώσεων και υποσχέσεων του Διευθυντή.  Αναφορικά με την υποτιθέμενη σύναψη της συμφωνίας Τεκμήριο 14 σημειώνεται ότι αυτή έλαβε χώρα στις 30.6.23, ήτοι σε ημερομηνία κατά την οποία και πάλι η Αιτήτρια γνώριζε ότι η Καθ’ ης η αίτηση ήταν εντός του ενοικιαζόμενου ακινήτου και θα παρέμεινε σε αυτό, μεταξύ άλλων, λόγω της συμπεριφοράς και των υποσχέσεων και διαβεβαιώσεων του ίδιου του Διευθυντή.  Η εταιρεία ΧΧΧΧ Limited δραστηριοποιείται στον 3ο όροφο του κτηρίου, πράγμα το οποίο διαπιστώνεται τόσο από το Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών – Τεκμήριο 5 στην ένορκο δήλωση του ενόρκως δηλούντα - όσο και από την ιστοσελίδα της η οποία είναι η ΧΧΧΧ – Τεκμήριο 6 στην ένορκο δήλωση του ενόρκως δηλούντα – στην οποία κάτω αριστερά αναγράφεται το εγγεγραμμένο γραφείο της εν λόγω εταιρείας.  Τα Τεκμήρια 13 και 14 στη ένορκη δήλωση του Διευθυντή καταρτίστηκαν από την πλευρά της Αιτήτριας με σκοπό την άσκηση οικονομικής και/ή άλλως πως πίεσης στην Καθ’ ης η αίτηση και την αξίωση πλασματικών αποζημιώσεων εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση. 

 

Η ισχυριζόμενη ζημία της εταιρείας ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited για την οποία γίνεται αναφορά στην παράγραφο 18 της ένορκης δήλωσης του Διευθυντή δεν είναι αποδεκτή από την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση και αποτελεί «προϊόν» της Αιτήτριας για τους λόγους που υποδείχθηκαν ανωτέρω.  Επίσης τα ποσά τα οποία αναφέρονται στην επιστολή ημερομηνίας 4.7.23 - Τεκμήριο 15 στην ένορκο δήλωση του Διευθυντή - δεν είναι τεκμηριωμένα ούτε στον ελάχιστο βαθμό.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση έχει καλή και/ή βάσιμη και/ή συζητήσιμη υπεράσπιση ή τουλάχιστον έχει προσκομίσει τέτοια μαρτυρία που θα πρέπει να θεωρηθεί επαρκής για να της δοθεί η δυνατότητα καταχώρησης υπεράσπισης.  Η Αιτήτρια απέκρυψε γεγονότα με σκοπό να παραπλανήσει το Δικαστήριο.  Γι’ αυτό και η υπό κρίση αίτηση υποβλήθηκε κακόπιστα με απώτερο σκοπό να αποστερήσει από την Καθ’ ης η αίτηση το δικαίωμα να υπερασπιστεί την υπόθεση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να εκδοθεί συνοπτική απόφαση καθότι προκύπτει «σοβαρή και αδιαμφισβήτητη διαφωνία και αντικρουόμενη μαρτυρία ως προς την πλειοψηφία των γεγονότων που παρουσιάστηκαν αλλά και σε σχέση με διάφορα νομικά και πραγματικά ζητήματα που ηγέρθηκαν».  Δεν θα ήταν σωστό το Δικαστήριο να εκδώσει απόφαση χωρίς να τα εξετάσει τα ζητήματα αυτά και, κατ’ επέκταση, χωρίς να δώσει το δικαίωμα στην Καθ’ ης η αίτηση να προβάλει τους ισχυρισμούς και τις θέσεις της πριν αποφασίσει επί της ουσίας.

 

Η Καθ’ ης η αίτηση ζητά την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης με έξοδα υπέρ της και εις βάρος της Αιτήτριας. 

 

Η ακρόαση της αίτησης διεξήχθη στη βάση των ενόρκων δηλώσεων που υποστηρίζουν την αίτηση και την ένσταση.  Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με τις αγορεύσεις τους υποστήριξαν ο καθένας την θέση του διαδίκου που εκπροσωπεί. 

 

Σύμφωνα με την πλευρά της Αιτήτριας αρμόδιο Δικαστήριο για να εκδικάσει την παρούσα αγωγή είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο και όχι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.  Και αυτό γιατί σύμφωνα με την σχετικά πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Φυσεντζίδης ν. K & C Snooker & Pool Entertainment, Πολιτική Έφεση 30/19, ημερομηνίας 1.6.20 ο όροφος δεν ήταν υπό ή προς ενοικίαση κατά την 31.12.99 αφού σύμφωνα με τον Διευθυντή από το 1984 μέχρι το 2007 τον όροφο τον κατείχε και τον χρησιμοποιούσε τρίτη εταιρεία που τον είχε αγοράσει το 1984.  Η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση δεν αμφισβήτησε τον πιο πάνω ισχυρισμό του Διευθυντή.  Και παρά το ότι κάνει κάποια νύξη για την περίοδο πριν το 1984, εντούτοις, δεν προώθησε οποιαδήποτε θέση αναφορικά με την κατοχή του ορόφου πριν το 1984 με αποτέλεσμα η θέση της Αιτήτριας αναφορικά με την δικαιοδοσία να μην έχει διασαλευθεί.  Υπό το φως, λοιπόν, της μοναδικής μαρτυρίας που παρουσιάσθηκε στην υπόθεση σύμφωνα με την οποία από το 1984 μέχρι το 2007 τον όροφο τον κατείχε και τον χρησιμοποιούσε η τρίτη εταιρεία που τον είχε αγοράσει το 1984 και της απόφασης Φυσεντζίδης, που πιο πάνω μνημονεύεται, προκύπτει πως το Επαρχιακό Δικαστήριο είναι το αρμόδιο Δικαστήριο να εκδικάσει την αγωγή.            

 

Η Δ.18, θ.1(α) των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας προνοεί τα ακόλουθα (σε ελεύθερη μετάφραση):

 

«Όταν ο εναγόμενος εμφανίζεται σε κλητήριο ένταλμα ειδικά οπισθογραφημένο σύμφωνα με την Διάταξη 2, Θεσμός 6, ο ενάγων δύναται με ένορκη δήλωση που θα κάνει ο ίδιος ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα, που να επιβεβαιώνει την αιτία της αγωγής και το ποσό που αξιώνεται (αν υπάρχει) και να αναφέρει ότι εξ’ όσων πιστεύει δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή, να αποταθεί για απόφαση για το ποσό που αξιώνεται μαζί με τόκο (αν υπάρχει) ή για την ανάκτηση ακίνητης ιδιοκτησίας (με ή χωρίς ενοίκιο) ή για την παράδοση συγκεκριμένου κινητού, αναλόγως της περίπτωσης, και για έξοδα.  Και μπορεί να δοθεί απόφαση υπέρ του ενάγοντα εκτός εάν ο εναγόμενος ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει καλή υπεράσπιση στην αγωγή ή αν αποκαλύψει τέτοια γεγονότα τα οποία ήθελε θεωρηθούν επαρκή για να του δώσουν το δικαίωμα να υπερασπισθεί».     

 

Στην υπόθεση Παναγιώτης Νεάρχου κ.α. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (2005) 1 ΑΑΔ 818 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Ο σκοπός της διαδικασίας για συνοπτική απόφαση είναι κυρίως η ταχύτητα, δηλαδή να λαμβάνει ο ενάγων έγκαιρα απόφαση εκεί που τα γεγονότα είναι τέτοια που δείχνουν ότι η απαίτηση του είναι τόσο καθαρή που να μην χρειάζεται κανονική δίκη, ενώ αντίθετα να δείχνουν ότι η υπεράσπιση δεν προβάλλεται καλόπιστα, αλλά απλώς για σκοπούς καθυστέρησης της υπόθεσης. Επειδή όμως η διαδικασία αυτή αποστερεί ουσιαστικά τον εναγόμενο από του να υπερασπίσει την υπόθεση σε κανονική δίκη, η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση συνοπτικής απόφασης ασκείται πολύ προσεκτικά, σπάνια και με βάση ορισμένα κριτήρια τα οποία περιέχονται στη Δ.18 κκ.1-5, όπως αυτά εξηγήθηκαν τόσο σε αγγλική νομολογία όσο και σε νομολογία του δικού μας Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. μεταξύ άλλων Robert v. Plant [1895] 1 Q.B.597, το Αγγλικό Σύγγραμμα The Annual Practice 1970 σελ. 126, Κυπριανίδης ν. Ιωάννου (1966) 1 Α.Α.Δ. 265, Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130, Hermes Insurance Co Ltd v. Joulios Theodorides (1983) 1 C.L.R. 333, Trans Middle East Trading (T.M.E.T) Limited v. Abdul Aziz Tlais (1991) 1 A.A.Δ. 239, Αθηνούλλα Δημητρίου ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 782, Rck Sports v. Persona Advertising Ltd. (1996) 1 A.A.Δ. 1074, Subotic v. Στυλιανίδη (1998) 1 Α.Α.Δ. 22, Ευάγγελος Λαζάρου και άλλος ν. Γιάννη Π. Μακεδόνα (1999) 1 Α.Α.Δ. 817 και πιο πρόσφατα Παναγιώτης Ζερβός ν. Euroinvestment & Finance Ltd., (2003) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1968 και Sigma Radio T.V. Ltd. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 1 A.A.Δ. 408).

 

Τα εν λόγω κριτήρια, όπως εξάγονται τόσο από το λεκτικό της Δ.18 όσο και από τις πιο πάνω αυθεντίες, περιληπτικά είναι τα εξής:-

 

(α) Το κλητήριο πρέπει να είναι ειδικά οπισθογραφημένο σε Δ.2, Κ.6.

(β) Ο εναγόμενος να έχει καταχωρήσει εμφάνιση στην αγωγή.

(γ) Η ένορκη δήλωση για υποστήριξη της αίτησης για συνοπτική απόφαση πρέπει να συμμορφώνεται προς ορισμένα κριτήρια π.χ. να είναι από τον ίδιο τον ενάγοντα ή άλλο πρόσωπο που να μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης και τη βάση της αγωγής και περαιτέρω να δηλώνει ρητά ότι απ’ ότι πιστεύει δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή. Εκεί που ο Αιτητής είναι νομικό πρόσωπο τότε μπορεί να ορκισθεί κάποιο άλλο πρόσωπο που εργοδοτείται από την εταιρεία το οποίο όμως να μπορεί να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα της υπόθεσης και να επιβεβαιώνει την βάση της αγωγής και το αιτούμενο ποσό και όχι τα όσα αναφέρει να είναι πληροφορίες που πήρε από άλλους ή να στηρίζεται απλώς στα όσα ο ίδιος πιστεύει. (Βλ. Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Banka S.A. πιο πάνω, σελ. 136-138 όπου γίνεται αναφορά και σε αγγλική νομολογία). Αυτές είναι βασικές προϋποθέσεις που θα πρέπει να ικανοποιήσει ο ενάγων-αιτητής προτού το Δικαστήριο ασκήσει την εξουσία αν θα εκδώσει ή όχι συνοπτική απόφαση.

 

Με το ίδιο θέμα δηλαδή το τι πρέπει να περιέχει μια ένορκη δήλωση για συνοπτική απόφαση, ιδιαίτερα εκεί που ο ενάγων είναι νομικό πρόσωπο, είναι και τα όσα αναφέρονται στη προαναφερθείσα υπόθεση Αθηνούλλα Δημητρίου ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ σελ. 790-794 (απόφαση πλειοψηφίας) όπου δίνονται και παραδείγματα (με αναφορά σε αγγλικές αποφάσεις) πότε μια ένορκη δήλωση κρίθηκε ικανοποιητική και πότε όχι.

 

Από πλευράς Εναγομένου (εκτός από το θέμα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου που μπορεί να εγερθεί σε όλες τις περιπτώσεις), και νοουμένου ότι ο ενάγων ικανοποιεί τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις, θα πρέπει και αυτός να ικανοποιήσει το Δικαστήριο με τα ακόλουθα:

 

(α) ότι έχει καλή υπεράσπιση στην αγωγή ή

(β) ότι αποκαλύπτονται τέτοια γεγονότα που του δίνουν το δικαίωμα να υπερασπισθεί ή τουλάχιστον η υπεράσπιση να μπορεί να περιγραφεί ως κάτι περισσότερο από σκιώδης αλλά λιγότερο από πιθανή. (Λαζάρου ν. Μακεδόνας, πιο πάνω).

 

Επίσης ο Εναγόμενος/καθ’ ου η αίτηση πρέπει να διευκρινίζει αν η υπεράσπιση του αφορά ολόκληρο ή μέρος της απαίτησης και αν αφορά μέρος, να καθορίζει ποιο μέρος από την απαίτηση του Ενάγοντα αμφισβητεί. (Βλ. γενικά τη Δ.18, Κ.3 και την υπόθεση Hermes Ins. Co Ltd v. Julios Theodorides πιο πάνω, σελ. 338-339 όπου φαίνονται με λεπτομέρεια τα κριτήρια τα οποία το Δικαστήριο θα πρέπει να έχει υπόψη του). Από τη στιγμή που ο Ενάγων/Αιτητής ικανοποιεί τα κριτήρια για να ζητήσει συνοπτική απόφαση τότε (όπως ήδη αναφέραμε) το βάρος μετατοπίζεται στον Εναγόμενο/καθ’ ου η αίτηση να αποδείξει ότι έχει καλή υπεράσπιση και/ή ότι υπάρχουν τέτοια γεγονότα που να του δίνουν το δικαίωμα να υπερασπιστεί. (Βλ. επίσης Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Ν. Χατζηνέστωρος, (1989) 1 A.A.Δ. 204, Καζαμίας ν. Ρωμαϊκά Κεραμουργεία (1990) 1 Α.Α.Δ., σελ. 752, Trans Middle East Trading (T.M.E.T.)) Limited v. Abdul Aziz Tlais (1991) 1 Α.Α.Δ., σελ. 239) …».

 

Συνοπτική απόφαση θα πρέπει να εκδίδεται με φειδώ και ως εξαίρεση στον βασικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο το Δικαστήριο πρέπει να ακούει και τις δύο πλευρές προτού καταλήξει στην ετυμηγορία του.  Για τον λόγο αυτό η υποχρέωση του ενάγοντα να ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις της Δ.18, θ.1(α) με την ένορκο δήλωσή του πρέπει να εξετάζεται αυστηρά και με απόλυτη σχολαστικότητα.  Ο ενάγων πρέπει, μεταξύ άλλων, να υποστηρίξει την αίτησή του για συνοπτική απόφαση με ένορκο δήλωση είτε του ιδίου, είτε κάποιου άλλου τρίτου ο οποίος μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα και με αυτή να επαληθεύει την αιτία της αγωγής και το αξιώμενο ποσό και να αναφέρει την πεποίθησή του ότι δεν υπάρχει υπεράσπιση στην αγωγή (Βλ. Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 CLR 130 και Hermes Insurance Co Ltd v. Joulios Theodorides (1983) 1 CLR 333). 

 

Ο λόγος που η προσέγγιση των Δικαστηρίων ως προς την επάρκεια της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει αίτηση για συνοπτική απόφαση είναι τόσο αυστηρή υποδείχθηκε από τον Άγγλο Δικαστή Buckley L.J. στην Αγγλική υπόθεση Symon and Co v. Palmers Stores (1912) 1 KB 259 όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα στην σελίδα 266:

 

«Trial as a rule must precede judgment.  Order 14 provides an extraordinary procedure in certain cases; it is a procedure in which instead of trial first and then judgment, there is judgment at once and never any trial.  Such a procedure must be strictly confined to the specific cases for which it is provided as set forth in the order».    

Σε ελεύθερη μετάφραση:

 

«Κατά κανόνα η δίκη προηγείται της απόφασης.  Η Διάταξη 14 προνοεί για μια εξαιρετική διαδικασία σε ορισμένες περιπτώσεις.  Είναι μια διαδικασία στην οποία αντί δίκης πρώτα και μετά απόφασης, υπάρχει αμέσως απόφαση και ουδέποτε δίκη.  Μια τέτοια διαδικασία πρέπει να περιορίζεται αυστηρά στις συγκεκριμένες περιπτώσεις που προνοούνται στην Διάταξη».     

 

Σύμφωνα με τον πιο πάνω Άγγλο Δικαστή αν η ένορκος δήλωση δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της (Αγγλικής) Διάταξης 14 το Δικαστήριο δεν κέκτηται δικαιοδοσίας να εκδώσει απόφαση.  Υποχρεούται να αφήσει την υπόθεση να οδηγηθεί σε δίκη κατά τον συνήθη τρόπο.  Το θέμα της επάρκειας της ένορκης δήλωσης είναι θέμα, λοιπόν, που άπτεται της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. 

 

Στην υπόθεση Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 CLR 130 λέχθηκε ότι η τήρηση των τριών προαναφερόμενων προϋποθέσεων σχετίζεται με την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και η μη ικανοποίησή τους στερεί από το Δικαστήριο την δικαιοδοσία να εκδώσει συνοπτική απόφαση.

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση το κλητήριο ένταλμα είναι ειδικά οπισθογραφημένο δυνάμει της Δ.2, θ.6 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας και η Καθ’ ης η αίτηση καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης.  Η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση δεν ήγειρε θέμα αναφορικά με την αρμοδιότητα του Διευθυντή να υπογράψει την ένορκο δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση.  Συναφώς στην Ειδοποίηση ένστασης δεν διατυπώνεται σχετικός λόγος ένστασης.  Παρόλα αυτά είμαι υποχρεωμένος να εξετάσω αν ο Διευθυντής είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης εν’ όψει της σημασίας του θέματος τούτου ως προς την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εξετάσει την υπό κρίση αίτηση επί της ουσίας ως πιο πάνω υποδείχθηκε.  Σημειώνεται ότι το ζήτημα του κατά πόσο ένα πρόσωπο είναι σε θέση να ορκισθεί θετικά εντός της έννοιας της Δ.18, θ.1 κρίνεται με βάση τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης καθώς και σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης.  Πολύ σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η φύση της αξίωσης (Βλ. Αθηνούλλα Γ. Δημητρίου ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1997) 1 ΑΑΔ 782). 

 

Στην προκειμένη περίπτωση το πρόσωπο που υπέγραψε την ένορκο δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση είναι ο Διευθυντής.  Ο Διευθυντής διαλαλεί ότι ως εκ της θέσης του στην Αιτήτρια και της προσωπικής του εμπλοκής στην υπόθεση γνωρίζει καλά τα γεγονότα της υπόθεσης, μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς αυτά και επιβεβαιώνει την αλήθεια και την ακρίβεια της Έκθεσης Απαίτησης συμφωνώντας, υιοθετώντας και επαναλαμβάνοντας το περιεχόμενό της.  Υποδεικνύεται ότι στην Αγγλική υπόθεση Pathe Freres Cinema Limited v. United Electric Theatres Limited [1914] 3 K.B. 1253 ένορκη δήλωση από υπάλληλο της ενάγουσας εταιρείας ο οποίος δήλωσε μόνο ότι τα γεγονότα ήταν εντός της προσωπικής του γνώσης του κρίθηκε ικανοποιητική.  Όπως και να χει η προσωπική εμπλοκή του Διευθυντή στην υπόθεση προκύπτει με ενάργεια και από τα έγγραφα που επισυνάπτει στην ένορκό του δήλωση ως τεκμήρια και τα οποία ως εκ της θέσης του στην Αιτήτρια έχει στην κατοχή του και δη τα Τεκμήρια 5, 8, 9 και 11.  Τέλος σημειώνεται ότι η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση δεν αμφισβήτησε ότι ο Διευθυντής είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης.     

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω έχω ικανοποιηθεί ότι ο Διευθυντής είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης πλην εκείνων τα οποία υποδεικνύονται σε κατοπινό στάδιο της απόφασης.  Ακολουθεί ότι αναφορικά με εκείνα τα γεγονότα για τα οποία ο Διευθυντής μπορεί να ορκισθεί θετικά το βάρος μετατοπίζεται στην Καθ’ ης η αίτηση να καταδείξει ότι έχει καλή ή συζητήσιμη υπεράσπιση στην αγωγή ή έστω υπεράσπιση που μπορεί να περιγραφεί ως κάτι περισσότερο από σκιώδης αλλά λιγότερο από πιθανή ή ότι συντρέχουν τέτοια γεγονότα που της δίνουν το δικαίωμα να υπερασπισθεί.

 

Η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση με την ένσταση της προώθησε, μεταξύ άλλων, την θέση ότι η Καθ’ ης η αίτηση κατέστη ενοικιαστής από μήνα σε μήνα και ότι δεν υπήρξε νόμιμος τερματισμός της περιοδικής αυτής ενοικίασης οπότε η Καθ’ ης η αίτηση εξακολουθεί να είναι νόμιμος ενοικιαστής.  Και, κατ’ επέκταση, ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται σε καμία από τις αιτούμενες θεραπείες και, επομένως, σε έκδοση συνοπτικής απόφασης.  Δεν θα συμφωνήσω με την θέση αυτή.  Τουναντίον σύμφωνο με βρίσκουν οι θέσεις που διατυπώθηκαν επί του ζητήματος τούτου από την ευπαίδευτη συνήγορο της Καθ’ ης η αίτηση στην γραπτή της αγόρευση.  Οι επιστολές με ημερομηνίες 31.3.23 και 16.6.23 - Τεκμήρια 9 και 11 αντίστοιχα - δεν είναι επιστολές τερματισμού.  Η Καθ’ ης η αίτηση δεν είχε παραβεί οποιοδήποτε όρο της συμφωνίας ενοικίασης και δη ουσιώδη για να δύναται η Αιτήτρια να προχωρήσει με τον τερματισμό της συμφωνίας ενοικίασης.  Με τις επιστολές Τεκμήρια 9 και 11 η Αιτήτρια, μεταξύ άλλων, υπενθύμιζε στην Καθ’ ης η αίτηση ότι η περίοδος ενοικίασης έληγε στις 30.6.23.  Υπενθύμιση δεν ήταν απαραίτητο να δοθεί.  Η Καθ’ ης η αίτηση γνώριζε πότε έληγε η περίοδος ενοικίασης και ότι με την λήξη της όφειλε να εγκαταλείψει τον όροφο.  Όμως με τις εν λόγω επιστολές εξυπηρετούνταν το εξής σημαντικό.  Μέσω τους η Αιτήτρια εκδήλωσε την έλλειψη συγκατάθεσης της στο να παραμείνει η Καθ’ ης η αίτηση στο ενοικιαζόμενο υποστατικό μετά τις 30.6.23.  Υπενθυμίζοντας στην Καθ’ ης η αίτηση ότι η περίοδος ενοικίασης τερματίζεται στις 30.6.23 και ζητώντας από αυτήν όπως την ημερομηνία εκείνη παραδώσει κενή κατοχή του ορόφου και προειδοποιώντας ότι σε περίπτωση που η Καθ’ ης η αίτηση δεν έπραττε όπως της ζητούνταν η Αιτήτρια θα λάμβανε μέτρα για την ανάκτηση του ορόφου χωρίς άλλη ειδοποίηση.  Είναι γι’ αυτό τον λόγο που διαφωνώ με την θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι αυτή μετά τις 30.6.23 κατέστη ενοικιαστής από μήνα σε μήνα.  Η κρινόμενη περίπτωση δεν είναι η περίπτωση που η περίοδος ενοικίασης έχει λήξει και ο ενοικιαστής παραμένει στο υποστατικό μετά την λήξη της περιόδου ενοικίασης με την συγκατάθεση του ιδιοκτήτη.  Σε μια τέτοια περίπτωση προκύπτει εξυπακουόμενα (by implication of the Law) σύμβαση περιοδικής ενοικίασης.  Στην κρινόμενη περίπτωση η ιδιοκτήτρια Αιτήτρια δεν συγκατατέθηκε στο να παραμείνει η Καθ’ ης η αίτηση στο ενοικιαζόμενο υποστατικό μετά τις 30.6.23.  Τουναντίον με τις επιστολές Τεκμήρια 9 και 11 εκδήλωσε πλέον ξεκάθαρα την επιθυμία της όπως η Καθ’ ης η αίτηση μετά τις 30.6.23 εγκαταλείψει το υποστατικό.  Το επιστέγασμα δε της εν γένει στάσης της ήταν το γεγονός ότι λίγες μέρες μετά και συγκεκριμένα στις 26.7.23, προτού ακόμα λήξει ο πρώτος μήνας της παράνομης επέμβασης, προέβη στην καταχώρηση της παρούσης αγωγής με την οποία ζητά, μεταξύ άλλων, την έκδοση διατάγματος ανάκτησης κατοχής!  Η παραλαβή δε των ενοικίων από την Αιτήτρια υπό το φως όλων των πιο πάνω αναφερόμενων συντρεχόντων παραγόντων σε καμία περίπτωση δεν υποδηλοί συγκατάθεση από μέρους της Αιτήτριας στο να παραμείνει η Καθ’ ης η αίτηση στο ενοικιαζόμενο υποστατικό και σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί τις πιο πάνω διαπιστώσεις.   

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι αυτή κατέστη ενοικιαστής από μήνα σε μήνα στερείται πειστικότητας.  Τουναντίον πειστική είναι η θέση της Αιτήτριας ότι από την 1.7.23 η Καθ’ ης η αίτηση είναι παράνομος επεμβασίας.  

 

Η υπόθεση S. Sergiou Real Estates Ltd v. Παρασκευής Μπεντεζή μέσω του πληρεξουσίου αντιπροσώπου της Άνθιμου Κωνσταντίνου (1995) 1 ΑΑΔ 889 την οποία ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ’ ης η αίτηση επικαλέσθηκε στην γραπτή του αγόρευση προς επίρρωση της θέσης του ότι στην προκειμένη περίπτωση προέκυψε ενοικίαση από μήνα σε μήνα στην πραγματικότητα δεν είναι υποστηρικτική της θέσης αυτής.  Στην εν λόγω υπόθεση δεν απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο το πότε δημιουργείται ενοικίαση από μήνα σε μήνα παρά μόνο το τι συνιστά έγκυρη ειδοποίηση τερματισμού σε περιοδική ενοικίαση και συγκεκριμένα «κατά πόσο, σε ενοικίαση από μήνα σε μήνα, η ειδοποίηση τερματισμού πρέπει να εκπνέει στο τέλος οποιασδήποτε πλήρους περιόδου της ενοικίασης, ήτοι στο τέλος κάθε μηνιαίας περιόδου της ενοικίασης».

 

Η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση προώθησε, επίσης, την θέση ότι στις 14.10.20 συνομολογήθηκε προφορική συμφωνία μεταξύ των διαδίκων για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης για άλλα 6 χρόνια από 1.7.22 με συμφωνημένο ενοίκιο Ευρώ 30,00 σεντ το τετραγωνικό μέτρο.  Η συνομολόγηση της πιο πάνω συμφωνίας δεν είναι, όμως, συμβατή με τα ακόλουθα:

 

  1. στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 17.5.21 – Τεκμήριο 6 – ζητείται από τον Διευθυντή να λάβει την γραπτή συγκατάθεση της Αιτήτριας για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης καθότι δυνάμει της «παραγράφου (3) και της παραγράφου (5) της συμφωνίας» απαιτείται η συγκατάθεση του ιδιοκτήτη για την επέκταση της περιόδου ενοικίασης.  Αναφύεται εύλογα κατά την κρίση μου το ερώτημα πώς είναι δυνατόν, από την μια, να υπάρχει ισχυρισμός περί συνομολόγησης συμφωνίας ανανέωσης και, από την άλλη, να ζητείται εκ μέρους της Καθ’ ης η αίτηση και, μάλιστα, γραπτώς από τον Διευθυντή η εξασφάλιση της συγκατάθεσης της Αιτήτριας για ανανέωση της συμφωνίας.  Επίσης αφού η συγκατάθεση της Αιτήτριας η οποία σύμφωνα με την συμφωνία ενοικίασης ήταν απαραίτητη δεν είχε ληφθεί με ποια λογική ο ενόρκως δηλών μιλούσε και μιλά για κατάρτιση συμφωνίας ανανέωσης μεταξύ των διαδίκων;    

 

  1. στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 8.12.21 – Τεκμήριο 7 – γίνεται αναφορά σε πρόθεση από μέρους της Καθ’ ης η αίτηση για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης από 1.7.22.  Αν έγινε συμφωνία ανανέωσης στις 14.10.20, όπως η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση διατείνεται, ο ενόρκως δηλών δεν θα έπρεπε να μιλάει για πρόθεση της Καθ’ ης η αίτηση για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης    

 

  1. η συμφωνία ενοικίασης ανανεώθηκε εν τέλει για ένα χρόνο, ήτοι από 1.7.22 μέχρι 30.6.23, γιατί μόνο για ένα έτος παράταση εν τέλει συγκατατέθηκε η Αιτήτρια.  Σχετική είναι η επιστολή του Διευθυντή ημερομηνίας 17.5.21 – Τεκμήριο 8.  Αυτό σημαίνει ότι και να υπήρχε συμφωνία ημερομηνίας 14.10.20 αυτή έπαυσε να ισχύει με την συνομολόγηση της συμφωνίας για παράταση ενός έτους.  Έτσι εξηγείται που και στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 16.5.23 – Τεκμήριο 10 - γίνεται αναφορά στην σφοδρή επιθυμία της Καθ’ ης η αίτηση να προχωρήσει με την ανανέωση της «υφιστάμενης» συμφωνίας, προφανώς εννοείται η συμφωνία ενοικίασης, και την προθυμία της για περαιτέρω συζήτηση και κατάληξη σε νέους όρους, προδήλως, ευνοϊκότερους για την Αιτήτρια   

 

  1. στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 16.5.23 – Τεκμήριο 10 – και στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 30.6.23 – Τεκμήριο 12 – γίνεται αναφορά στην πρόθεση της Καθ’ ης η αίτηση να εξεύρει νέα γραφεία.  Διερωτάται κανείς πώς συνάδει το ότι συνομολογήθηκε προφορική συμφωνία ανανέωσης της περιόδου ενοικίασης, από την μια, με το ότι η Καθ’ ης η αίτηση προσπαθεί να εξεύρει νέα υποστατικά για να εγκαταλείψει το ενοικιαζόμενο υποστατικό, από την άλλη

 

  1. στην επιστολή του ενόρκως δηλούντα ημερομηνίας 30.6.23 – Τεκμήριο 12 – δεν γίνεται αναφορά σε συνομολόγηση συμφωνίας ημερομηνίας 14.10.20.  Αναφέρεται ότι κατά την πιο πάνω ημερομηνία δόθηκε από την Αιτήτρια προφορική επιβεβαίωση της πρόθεσης της Αιτήτριας για ανανέωση της συμφωνίας ενοικίασης (verbal confirmation of your intention to renew the tenancy agreement ...).  Άλλο η συνομολόγηση συμφωνίας και άλλο η πρόθεση για συνομολόγηση συμφωνίας.  Τέλος

 

  1. το ότι και για την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση δεν ισχύει η προφορική συμφωνία ημερομηνίας 14.10.20 προκύπτει εναργέστατα και από την γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου της Καθ’ ης η αίτηση στην σελίδα 18, παράγραφος 54(β) της οποίας αναφέρεται ότι η συμφωνία που παραμένει σε ισχύ παράγοντας έννομα αποτελέσματα μέχρι και σήμερα είναι η «συμφωνία ενοικίασης ημερομηνίας 31/05/2016 όπως αυτή ανανεώθηκε την 26/12/2021 με το Τεκμήριο 8 της ΕΔ ΧΧΧΧ». 

 

Επίσης τα ηλεκτρονικά μηνύματα του Τεκμηρίου 3 κάθε άλλο παρά στην συμφωνία ημερομηνίας 14.10.20 παραπέμπουν.  Πρώτο, δεν κάνουν καμία αναφορά σε συμφωνία.  Δεύτερο, τα δυο τελευταία με ημερομηνίες 24.2.21 και 27.4.21 αναφέρονται ρητά σε addendum (παράρτημα) και invoices (τιμολόγια).  Τα υπόλοιπα τέσσερα αναφέρονται μεν σε documents, πλην όμως και τα έξι ηλεκτρονικά μηνύματα έχουν ως θέμα (subject) το παράρτημα και τα τιμολόγια (Subject: RE: Addendum + Invoices), έγγραφα που δεν παραπέμπουν σε συμφωνία και δη στην συμφωνία ημερομηνίας 14.10.20.     

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η θέση της πλευράς της Καθ’ ης η αίτηση για ύπαρξη δεσμευτικής προφορικής συμφωνίας ημερομηνίας 14.10.20, επίσης, στερείται πειστικότητας.     

 

Τα όσα ο ενόρκως δηλών αναφέρει στην ένορκό του δήλωση σε σχέση με το τι διαμείφθηκε και ποια ήταν η αντίληψη των διαδίκων και δη της Καθ’ ης η αίτηση πριν την υπογραφή του Τεκμηρίου 5 δεν αποτελούν υπεράσπιση.  Αυτό που έχει σημασία είναι ότι εν τέλει καταρτίσθηκε η συμφωνία ενοικίασης σύμφωνα με την οποία η συμφωνηθείσα περίοδος ενοικίασης ήταν 6 χρόνια και οποιαδήποτε παράταση της επαφίετο στην συγκατάθεση της Αιτήτριας.  Η συμφωνία των διαδίκων αντανακλάται στην συμφωνία ενοικίασης και, επομένως, ό,τι και να διαμείφθηκε πριν την υπογραφή της δεν μπορεί να επιφέρει έννομα αποτελέσματα.  Ό,τι διέπει την σχέση των διαδίκων είναι η συμφωνία ενοικίασης και όχι τα όσα διαμείφθηκαν πριν την υπογραφή της και τα οποία δεν συμπεριλήφθηκαν σε αυτήν.   Γι’ αυτό και η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι δημιουργήθηκε κώλυμα (estoppel) και, κατ’ επέκταση, ότι η Αιτήτρια κωλύεται να εγείρει την παρούσα αγωγή και να υποβάλει την υπό κρίση αίτηση λόγω εξ’ υποσχέσεως κωλύματος και/ή κωλύματος λόγω συμπεριφοράς και/ή παραστάσεων, επίσης, δεν κρίνεται πειστική.  

 

Θα συμφωνήσω με την ευπαίδευτη συνήγορο της Αιτήτριας ότι τα κάτωθι, επίσης, δεν αποτελούν υπεράσπιση:

 

  1. το ότι η υπό της Αιτήτριας επικαλούμενη αξία του ενοικιαζόμενου υποστατικού δεν ανταποκρίνεται σύμφωνα με την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση στην πραγματικότητα
  2. το ότι η Καθ’ ης η αίτηση υπέστη έξοδα ανακαίνισης και επιδιόρθωσης του ορόφου
  3. το ότι η απομάκρυνση της Καθ’ ης η αίτηση από το ενοικιαζόμενο υποστατικό θα προκαλέσει στην Καθ’ ης η αίτηση ταλαιπωρία, ζημιές και απώλειες στην επιχείρηση της
  4. το ότι η απομάκρυνση της Καθ’ ης η αίτηση από το ενοικιαζόμενο υποστατικό θα προκαλέσει στην Καθ’ ης η αίτηση μεγαλύτερη ταλαιπωρία από αυτήν που θα προκληθεί στην Αιτήτρια από την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης και δυσανάλογη προς αυτήν
  5. το ότι η Αιτήτρια επιδιώκει την έξωση της Καθ’ ης η αίτηση για να ενοικιάσει τον όροφο σε τρίτα πρόσωπα και όχι για ιδία χρήση  
  6. το ότι η Αιτήτρια εξακολουθεί να παραλαμβάνει το ενοίκιο από την Καθ’ ης η αίτηση.  Φρονώ πως η καταχώρηση της παρούσης αγωγής επισφραγίζει με τον πιο θετικό τρόπο την επιθυμία και πρόθεση της Αιτήτριας για απομάκρυνση της Καθ’ ης η αίτηση από το ενοικιαζόμενο υποστατικό
  7. η σύσταση της εταιρείας ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ Limited και ο σκοπός που αποδίδεται στην σύσταση της από την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση.  Όποια και αν είναι η θέση της Καθ’ ης η αίτηση αναφορικά με τον σκοπό της σύστασης της πιο πάνω εταιρείας υποδεικνύεται ότι δεν είναι η σύσταση της που νομιμοποιεί την Αιτήτρια σε ανάκτηση κατοχής αλλά τα ίδια τα γεγονότα της υπόθεσης.  Επομένως η θέση της Καθ’ ης η αίτηση όπως αυτή διατυπώνεται στην σελίδα 16, παράγραφος 44 της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου της ότι η εν λόγω εταιρεία συστάθηκε «επί σκοπώ έτσι ώστε οι Αιτητές να θεμελιώσουν λόγο έξωσης και αποζημιώσεις με την προσπάθειά τους να κατοχυρωθούν από νομικής πλευράς» δεν κρίνεται βάσιμη.     

 

Προκύπτει από όλα τα πιο πάνω ότι τίποτε από τα όσα η Καθ’ ης η αίτηση πρόβαλε δεν αποκαλύπτουν καλόπιστη ή συζητήσιμη υπεράσπιση.  Ούτε και γεγονότα που της δίνουν το δικαίωμα να υπερασπισθεί.  Η απαίτηση της Αιτήτριας δεν είναι περίπλοκη όπως η πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση διατείνεται.  Τουναντίον είναι καθαρή, φρονώ δε πως το μόνο που επιδιώκει η Καθ’ ης η αίτηση με την ένσταση της είναι την πρόκληση καθυστέρησης στην εκδίκαση της υπόθεσης.  Συνεπώς η θέση της Καθ’ ης η αίτηση ότι η υπό κρίση αίτηση είναι καταχρηστική, υποβλήθηκε με κακή πίστη και με απώτερο σκοπό να αποστερήσει την Καθ’ ης η αίτηση από το δικαίωμα να υπερασπισθεί την υπόθεση στερείται ερείσματος.   

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η Αιτήτρια δικαιούται σε έκδοση αναγνωριστικής δήλωσης και διαταγμάτων του Δικαστηρίου ως οι παράγραφοι Α, Β και Γ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης.  Στο διάταγμα εκκένωσης και παράδοσης ελεύθερης κατοχής υπό παράγραφο Β του Παρακλητικού θα πρέπει να προστεθεί χρόνος ώστε το διάταγμα να μπορεί να εφαρμοσθεί (Βλ. Έλλη Νικολαΐδου ν. Νίκου Αττίπα κ.α. (1999) 1 ΑΑΔ 1620).  Τόσος χρόνος ώστε να δοθεί η δυνατότητα στην Καθ’ ης η αίτηση να εξεύρει νέα γραφεία και να παραδώσει κενή κατοχή του ορόφου.  Για ευνόητους λόγους ο ίδιος χρόνος θα πρέπει να προνοείται και στο διάταγμα υπό παράγραφο Γ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης.

 

Αναφορικά με την αξίωση για το ποσό των Ευρώ 16.500,00 σεντ «ως η κατά το χρόνο καταχώρισης της αγωγής αυτής ενοικιαστική αξία του Ακινήτου» υποδεικνύονται τα ακόλουθα.  Η πλευρά της Αιτήτριας δεν αμφισβήτησε με ένα από τους τρόπους που προνοούν οι Θεσμοί της Πολιτικής Δικονομίας τον ισχυρισμό του ενόρκως δηλούντα ότι η Καθ’ ης η αίτηση καταβάλλει ανελλιπώς το ενοίκιο στην Αιτήτρια μέχρι και σήμερα.  Το οποίο λογικά και στην απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας περί του αντιθέτου εξακολουθεί να είναι αυτό που καταβάλλονταν για την περίοδο από 1.7.22 μέχρι 30.6.23.  Στην σελίδα 18, παράγραφος 44 της γραπτής της αγόρευσης η ευπαίδευτη συνήγορος της Αιτήτριας αναφέρει ότι ο ενόρκως δηλών δεν προσκόμισε απόδειξη είσπραξης ενοικίου.  Δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη αν αυτό υποδηλοί ότι η Καθ’ ης η αίτηση δεν καταβάλλει ενοίκια. Είναι σαφώς νομολογημένο ότι δηλώσεις δικηγόρων στα πλαίσια αγορεύσεων δεν αποτελούν μαρτυρία και γι’ αυτό πρέπει να αγνοούνται.  Επομένως και αφού καταβάλλεται ενοίκιο, έστω και μικρότερο του ποσού των Ευρώ 16.500,00 σεντ, απόφαση για ποσό ύψους Ευρώ 16.500,00 σεντ μηνιαίως ως ενδιάμεσα κέρδη (mesne profits) δεν μπορεί εκ προοιμίου να εκδοθεί. 

 

Αν η ενοικιαστική αξία του ορόφου είναι Ευρώ 16.500,00 σεντ μηνιαίως και η Καθ’ ης η αίτηση καταβάλλει μικρότερο ενοίκιο η Αιτήτρια δικαιούται στην διαφορά.  Το Δικαστήριο αδυνατεί, όμως, να εκδώσει συνοπτική απόφαση για την διαφορά.  Πρώτο γιατί δεν γνωρίζει με βεβαιότητα πόσο ενοίκιο καταβάλλεται.  Σε κανένα σημείο της ένορκής του δήλωσης δεν αναφέρει ο ενόρκως δηλών ρητά το ύψος του τρέχοντος ενοικίου.  Υπάρχει μια ένδειξη γι’ αυτό στην επιστολή ημερομηνίας 26.12.21 – Τεκμήριο 8 – όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να είναι βέβαιο για το ότι αυτό δεν μεταβλήθηκε στην πορεία.  Επίσης δεν μπορώ να δεχθώ ότι η ενοικιαστική αξία του ορόφου είναι το ποσό που υπέδειξε ο Διευθυντής.  Η ενοικιαστική αξία του ορόφου δεν είναι ζήτημα για το οποίο ο Διευθυντής μπορεί να ορκισθεί θετικά αφού αυτός στερείται της απαραίτητης εμπειρογνωμοσύνης.  Δεν είναι εκτιμητής ακινήτων και ούτε έχει την απαιτούμενη εμπειρία ώστε να μπορεί να θεωρείται εμπειρογνώμονας στο πεδίο αυτό.  Η γνώση του αναφορικά με το ζήτημα αυτό αντλείται, όπως ο ίδιος υποδεικνύει στην παράγραφο 5 της ένορκής του δήλωσης, από πληροφόρηση που έχει από «εκτιμήσεις που διενεργούνται από ανεξάρτητους επαγγελματίες εκτιμητές για σκοπούς των τραπεζών που έχουν χρηματοδοτήσει το Ακίνητο καθώς και τις άλλες μονάδες που ανήκουν σε οικογενειακές μου εταιρείες στο κτίριο Berengaria 25, καθώς και από το τρέχον επίπεδο των ενοικίων στο κτίριο».  Η γνώση, όμως, αυτή δεν είναι θετική γνώση για τους σκοπούς της Διάταξης 18, θεσμός 1 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας.  Επομένως, η τρίτη προϋπόθεση που η πλευρά της Αιτήτριας οφείλει να αποδείξει για να μπορεί το Δικαστήριο να εξετάσει την πτυχή αυτή της υπόθεσης επί της ουσίας δεν ικανοποιείται.  Υπό το φως όλων των πιο πάνω μοιραία η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί ως προς την υπό συζήτηση αξίωση/θεραπεία και το ζήτημα θα αφεθεί να αποφασισθεί στην δίκη.

   

Έκθετες σε απόρριψη είναι και οι υπόλοιπες θεραπείες που αξιώνονται.  Και αυτό γιατί αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του θεσμού 1 της Διαταγής 18 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας.  Ο Θεσμός δίδει την εξουσία στο Δικαστήριο να εκδώσει συνοπτική απόφαση για την ανάκτηση ακίνητης ιδιοκτησίας με ή χωρίς ενοίκιο.  Όχι για θεραπείες του τύπου που αξιώνονται με τις παραγράφους Δ, Ε και Στ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης οι οποίες αναλύονται με λεπτομέρεια στις σελίδες 6-7 της απόφασης και, αξίζει να σημειωθεί, περιλαμβάνουν την επιδίκαση αποζημιώσεων.  Να σημειωθεί ότι όταν στην παρούσα παράγραφο αναφέρομαι στην παράγραφο Ε του Παρακλητικού αναφέρομαι στην θεραπεία για αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση ύψους Ευρώ 16.000,00 σεντ.  Για τα ενδιάμεσα κέρδη ύψους Ευρώ 16.500,00 σεντ ισχύουν τα όσα έχουν αναφερθεί στις προηγούμενες παραγράφους. 

 

Σε περίπτωση που η πιο πάνω κρίση μου, ότι, δηλαδή, οι υπόλοιπες θεραπείες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του θεσμού 1 της Διαταγής 18 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας ήθελε κριθεί εσφαλμένη σημειώνεται για ό,τι αξίζει ότι αναφορικά με τα έξοδα ανακαίνισης και προσαρμογής καθώς και τα έξοδα μετακόμισης (παράγραφος Δ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης) ο Διευθυντής και πάλι δεν είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκισθεί θετικά.  Επομένως, η υπό κρίση αίτηση για τον λόγο αυτό θα ήταν έτσι κι αλλιώς έκθετη σε απόρριψη αναφορικά με αυτές τις αξιώσεις/θεραπείες της παραγράφου Δ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης. 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω μοιραία η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί και ως προς τις αξιώσεις/θεραπείες υπό παραγράφους Δ, Ε και Στ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης και, κατά συνέπεια, και ως προς την αξίωση/θεραπεία υπό παράγραφο Ζ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης (νόμιμος τόκος) και αυτές θα αφεθούν να αποφασισθούν στην δίκη.

 

Ακολουθεί ότι κανένας λόγος ένστασης δεν ευσταθεί αφού και στα σημεία που η υπό κρίση αίτηση απέτυχε η αποτυχία βασίσθηκε σε άλλους λόγους και όχι σε οποιοδήποτε από τους λόγους ένστασης. 

 

Ενόψει του ότι η υπό κρίση αίτηση πέτυχε μερικώς κρίνω ορθό και δίκαιο όπως τα έξοδα επιδικασθούν υπέρ της Αιτήτριας και εναντίον της Καθ’ ης η αίτηση κατά το ήμισυ. 

 

Έγινε λόγος από την πλευρά της Καθ’ ης η αίτηση ότι η αξία του ενοικιαζόμενου υποστατικού όπως αναφέρεται στην Έκθεση Απαίτησης και αντανακλάται στην κλίμακα της αγωγής είναι πολύ μεγαλύτερη από την πραγματική του αξία.  Ο ενόρκως, όμως, δηλών στην ένορκό του δήλωση που υποστηρίζει την ένσταση δεν παρέθεσε την θέση της Καθ’ ης η αίτηση αναφορικά με την αξία του επίδικου ακινήτου.  Ούτε και παρουσίασε έκθεση εκτίμησης προς αντίκρουση της μαρτυρίας που παρουσιάσθηκε επί του προκειμένου από την πλευρά της Αιτήτριας.  Υπό το φως των πιο πάνω αλλά και του ότι η υποχρέωση της Αιτήτριας σύμφωνα με την Δ.2, θ.10 των Θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας περιορίζεται στο να εκθέσει απλά την αξία του ακινήτου - και αυτό για σκοπούς καθορισμού και μόνο της κλίμακας της αγωγής - και όχι να την αποδείξει ορθό κατά την κρίση μου υπό τις περιστάσεις είναι όπως τα έξοδα της αίτησης επιδικασθούν στην κλίμακα της αγωγής. 

 

Συνακόλουθα εκδίδονται τα ακόλουθα διατάγματα και αναγνωριστική δήλωση του Δικαστηρίου:

 

     I.        Εκδίδεται αναγνωριστική δήλωση του Δικαστηρίου ότι η Εναγόμενη εταιρεία/Καθ’ ης η αίτηση κατέχει παράνομα τον πέμπτο όροφο του κτιρίου ΧΧΧΧ που βρίσκεται στην οδό ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ, ενορία ΧΧΧΧ στην Λεμεσό που ανήκει στην Ενάγουσα εταιρεία/Αιτήτρια και καλύπτεται με πιστοποιητικό εγγραφής Χ/ΧΧΧΧΧ, Φ/Σχ. ΧΧ/ΧΧΧΧΧΧ, τμήμα Χ, επί τεμαχίου ΧΧΧ

 

    II.        Εκδίδεται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο διατάσσεται η Εναγόμενη εταιρεία/Καθ’ ης η αίτηση και/ή οι υπηρέτες και/ή οι αντιπρόσωποι της να εκκενώσουν και παραδώσουν ελεύθερη κατοχή του πέμπτου ορόφου του κτιρίου ΧΧΧΧ που βρίσκεται στην οδό ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ, ενορία ΧΧΧΧ στη Λεμεσό που ανήκει στην Ενάγουσα εταιρεία/Αιτήτρια και καλύπτεται με πιστοποιητικό εγγραφής Χ/ΧΧΧΧΧ, Φ/Σχ. ΧΧ/ΧΧΧΧΧΧ, τμήμα Χ, επί τεμαχίου ΧΧΧ εντός 30 ημερών από την επίδοση πιστού αντιγράφου του παρόντος διατάγματος 

 

  III.        Εκδίδεται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο απαγορεύεται στην Εναγόμενη εταιρεία/Καθ’ ης η αίτηση και/ή στους υπηρέτες και/ή αντιπροσώπους της από του να επεμβαίνουν και/ή εισέρχονται και/ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο κατέχουν τον πέμπτο όροφο του κτιρίου ΧΧΧΧ που βρίσκεται στην οδό ΧΧΧΧ ΧΧΧΧ, ενορία ΧΧΧΧ στη Λεμεσό που ανήκει στην Ενάγουσα εταιρεία/Αιτήτρια και καλύπτεται με πιστοποιητικό εγγραφής Χ/ΧΧΧΧΧ, Φ/Σχ. ΧΧ/ΧΧΧΧΧΧ, τμήμα Χ, επί τεμαχίου ΧΧΧ.  Το εν λόγω διάταγμα θα τελεί υπό αναστολή εκτέλεσης από σήμερα και για περίοδο 30 ημερών από την επίδοση πιστού αντιγράφου του παρόντος διατάγματος. 

 

Η υπό κρίση αίτηση ως προς τις θεραπείες υπό παραγράφους Δ, Ε, Στ και Ζ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης απορρίπτεται.   

 

Η Εναγόμενη εταιρεία/Καθ’ ης η αίτηση να καταχωρήσει Υπεράσπιση μέχρι 23.9.24 αναφορικά με τις υπόλοιπες αξιώσεις υπό παραγράφους Δ, Ε, Στ και Ζ του Παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης. 

 

Τα έξοδα της αίτησης όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ της Ενάγουσας/Αιτήτριας και εναντίον της Εναγόμενης/Καθ’ ης η αίτηση κατά το ήμισυ και θα είναι άμεσα πληρωτέα.                                                

                                                              

                                                                              (Υπ.) …….…………………….…                                         

                                                                                            Π. Μιχαηλίδης Π.Ε.Δ.

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                               

 

 

 

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

 

 

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο