ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Κ. Κωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.

 

                                                               Γενική Αίτηση/Έφεση Αρ.: 194/2024

 

Αναφορικά με τον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο του 1965 (Ν. 9/65), ως τροποποιήθηκε

 

                                     - και -

 

Αναφορικά με τον Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο Κεφ. 224, ως τροποποιήθηκε

 

ΜΕΤΑΞΥ:

  1. ΜΑΚΗ (ΜΙΧΑΗΛ) ΣΑΒΒΙΔΗ

                               2.  ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΒΒΙΔΗ

                                          3.  ΦΕΙΔΙΑ ΣΑΒΒΙΔΗ

Εφεσειόντων - Αιτητών

 

                                          - και -

 

                                  CAC CORAL LTD

  Εφεσίβλητων - Καθ’ ων η αίτηση

--------------------------------

Ημερομηνία: 5/8/2024 

 

Εμφανίσεις:

Για εφεσείοντες 1 μέχρι 3: ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ & ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.

Για εφεσίβλητους: ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.

 

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η εταιρεία Μ.Σ. (ΣΚΥΡΑ) ΒΑΣΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ «στο εξής «εταιρεία» προς εξασφάλιση των πιστωτικών διευκολύνσεων που της είχαν παραχωρηθεί από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ (στο εξής «τράπεζα»), με την υποθήκη [ ] (στο εξής «επίδικη υποθήκη») υποθήκευσε προς όφελος της τράπεζας συγκεκριμένο ακίνητό της (στο εξής «επίδικο ακίνητο») το οποίο βρίσκεται σε χωριό τής επαρχίας Λεμεσού. Τις εν λόγω πιστωτικές διευκολύνσεις εγγυήθηκαν προσωπικά και οι τρεις εφεσείοντες. Οι εφεσείοντες 2 και 3 είναι αδέλφια και ο εφεσείων 1 πατέρας τους, ενώ και το τρεις είναι διευθυντές της εταιρείας.

 

Οι εφεσίβλητοι - οι οποίοι υποκατέστησαν την τράπεζα, σ’ όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις πιο πάνω πιστωτικές διευκολύνσεις - τροχοδρομώντας τις σχετικές διαδικασίες πώλησης του επίδικου ακινήτου, δυνάμει του Μέρους VIA των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμων του 1965 μέχρι 2014 (στο εξής «Νόμος») - το οποίο διαλαμβάνει για την πώληση ενυπόθηκου ακινήτου από τον ενυπόθηκο δανειστή - στις 23/5/2024 εξέδωσαν την προβλεπόμενη στο άρθρο 44Γ(2) του Νόμου, δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση, κατά τον Τύπο «ΙΑ» (στο εξής «επίμαχη ειδοποίηση») την οποία επέδωσαν στους τρεις εφεσείοντες, με ιδιωτική επίδοση, στις 20/6/2024. Με αυτή, τους ειδοποιούν ότι το ενυπόθηκο και εξασφαλιζόμενο με την επίδικη υποθήκη - προς όφελός τους - χρέος, έχει καταστεί πληρωτέο από τις 24/10/2022 και γι’ αυτό προτίθενται να προχωρήσουν σε πώληση του επίδικου ακινήτου με τη διαδικασία πλειστηριασμού, όπως προβλέπεται στο Μέρος VIA του Νόμου, στις 4/9/2024 και ώρα 10:00 π.μ.

 

Οι εφεσείοντες καταχώρησαν την υπό κρίση έφεση με την οποία ζητούν τον παραμερισμό και/ή την ακύρωση και/ή την αναστολή της επίμαχης ειδοποίησης.

 

Η έφεση αποτελείται από 9 λόγους και υποστηρίζεται από δυο ένορκες δηλώσεις. Στη μία προέβη ο εφεσείων 3 - κατ’ εξουσιοδότηση και των εφεσειόντων 1 και 2 - και στην άλλη, ο Κωνσταντίνος Χατζηκωστή.

 

Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν ένσταση στην έφεση. Αποτελείται από 13 λόγους και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση στην οποία προέβη η Βάσω Νικολάου.

 

Η ακρόαση της έφεσης διεξάχθηκε στη βάση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων. Δεν προτίθεμαι να το επαναλάβω και το ίδιο ισχύει και για το περιεχόμενο των εκατέρωθεν γραπτών αγορεύσεων, καθώς και όσων συμπληρωματικά/διευκρινιστικά ανάφεραν προφορικά οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των διαδίκων κατά την ημέρα της ακρόασης. Στη συνέχεια και στο βαθμό που κριθεί αναγκαίο, θα διαφανεί - με αναφορά, τόσο στη μαρτυρία όσο και στις αγορεύσεις - ποιες από τις θέσεις κάθε πλευράς αποδέχομαι και ποιες απορρίπτω.

 

Με τον 1ο λόγο έφεσης υποβάλλεται ότι οι επίμαχες ειδοποιήσεις (Τύπου «ΙΑ») καθώς και οι ειδοποιήσεις υπό τον Τύπο «Ι» και «Θ» είναι κατά το Νόμο και όσον αφορά τα γεγονότα και/ή το περιεχόμενό τους εσφαλμένες και/ή παράτυπες και/ή άκυρες.

 

Ως εκ της διατύπωσης του συγκεκριμένου λόγου, είναι σαφές, ότι με αυτόν, οι εφεσείοντες ζητούν τον παραμερισμό και των επίμαχων ειδοποιήσεων, επικαλούμενοι τον πρώτο λόγο για τον οποίο μπορεί να συμβεί αυτό σύμφωνα με το άρθρο 44Γ(3) του Νόμου (Η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις).

 

Όσα ακολουθούν αφορούν μόνο στις επίμαχες ειδοποιήσεις.

 

Αντιπαραβάλλοντας τις επίδικες ειδοποιήσεις (κατά τον Τύπο «ΙΑ») με το νενομισμένο Τύπο «ΙΑ» διαπιστώνω ότι οι πρώτες πληρούν όλες τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις. Το γεγονός ότι οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα του περιεχομένου των επίμαχων ειδοποιήσεων, με αναφορά στο ακριβές ποσό του ενυπόθηκου χρέους που αναγράφεται σ’ αυτές θεωρώ ότι αποτελεί στοιχείο αδιάφορο, υπό την έννοια ότι δεν καλύπτεται από το πεδίο εφαρμογής του υπό εξέταση λόγου παραμερισμού, επομένως, δεν μπορεί να ελεγχθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Ό,τι αποτελεί αντικείμενο δικαστικού ελέγχου κατά την εξέταση του συγκεκριμένου λόγου παραμερισμού είναι κατά πόσο η ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» είναι σύμφωνη με το νενομισμένο τύπο και περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα πρέπει να περιέχει σύμφωνα και πάλιν με το νενομισμένο τύπο, κάτι που στην προκειμένη περίπτωση συμβαίνει.

 

Ακολουθεί ότι ο 1ος λόγος έφεσης - σε σχέση με τις επίμαχες ειδοποιήσεις - είναι αβάσιμος.

 

Καθώς ήδη έχει αναφερθεί με τον ίδιο λόγο έφεσης, ό,τι υποβάλλεται για τις επίμαχες ειδοποιήσεις υποβάλλεται και για τις προηγηθείσες ειδοποιήσεις (κατά τον Τύπο «Θ» και «Ι»). Σε συνάφεια με αυτές είναι και οι λόγοι έφεσης 3 μέχρι 7. Ο τελευταίος λόγος είναι σε συνάφεια και με την επίμαχη ειδοποίηση. Τους συνοψίζω:

 

Με τον 3ο λόγο υποβάλλεται ότι οι ειδοποίησες Τύπου «Ι» είναι πρόωρες και/ή δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος, καθώς δεν συνοδεύτηκαν από αναλυτική κατάσταση λογαριασμού, ως προνοεί ο Νόμος. Ο 4ος λόγος αφορά στο λογαριασμό που καταγράφεται στις ειδοποιήσεις Τύπου «Ι» και υποβάλλεται - μεταξύ άλλων - ότι είναι παντελώς άγνωστος στους εφεσείοντες. Με τον 5ο λόγο υποβάλλεται ότι η απόφαση των εφεσίβλητων να αρχίσουν  τη διαδικασία πώλησης του επίδικου ακινήτου, βάσει της επίδικης υποθήκης λήφθηκε με την ταυτόχρονη επίδοση των ειδοποιήσεων κατά τον Τύπο «Θ» και «Ι», χωρίς να τηρηθούν οι πρόνοιες της σχετικής Νομοθεσίας και/ή χωρίς να ακουστούν οι εφεσείοντες. Με τον 6ο λόγο υποβάλλεται ότι οι ειδοποιήσεις Τύπου «Θ» πάσχουν και/ή είναι λανθασμένες, καθώς δεν εμπεριέχουν τυποποιημένη πληροφόρηση στην οποία αναφέρονται ρητά τα στοιχεία του άρθρου 44Β του Νόμου. Τέλος, με τον 7ο λόγο έφεσης υποβάλλεται ότι το συνολικό χρέος που εξασφαλίζεται με την επίδικη υποθήκη και/ή το συνολικό ενυπόθηκο χρέος που απαιτείται με τις ειδοποιήσεις Τύπου «Ι» και «ΙΑ» είναι αυθαίρετο και/ή εσφαλμένο και/ή διαμορφώθηκε μονομερώς και/ή κατά το δοκούν από τους εφεσίβλητους και/ή αποτελεί προϊόν παράνομων και/ή καταχρηστικών και/ή αδικαιολόγητων χρεώσεων και/ή τόκων.

 

Μια ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ» μπορεί να παραμεριστεί στο πλαίσιο έφεσης - όπως η υπό κρίση - μόνο για τους διαλαμβανόμενους στο άρθρο 44Γ(3) του Νόμου, 8 λόγους. Το συγκεκριμένο άρθρο έχει ως ακολούθως:

 

«(3) Ο ενυπόθηκος οφειλέτης καθώς και οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος δύναται, εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) να καταχωρίσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παραμερισμό της ειδοποίησης της σκοπούμενης πώλησης μόνο, για τους ακόλουθους λόγους:

 

(α) Η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις˙

 

(β) η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί˙

 

(γ) η ειδοποίηση έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή˙

 

(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου˙

 

(ε)  ο ενυπόθηκος οφειλέτης είναι επιλέξιμος οφειλέτης και το αδειοδοτημένο ίδρυμα, παρά το ότι είχε υποχρέωση δυνάμει του περί της Σύστασης και Λειτουργίας Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου, δεν έχει προσέλθει σε διαμεσολάβηση δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VIA του εν λόγω Νόμου.

 

(στ) έχει εκδοθεί προστατευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διατάγματα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου ή εκκρεμεί ενώπιον Δικαστηρίου αίτηση για έκδοση τέτοιου προστατευτικού διατάγματος˙

(ζ) ο ενυπόθηκος οφειλέτης του οποίου η συμμετοχή εγκρίνεται  στο σχέδιο “ΕΣΤΙΑ για αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων”  ή σε οποιαδήποτε άλλο κυβερνητικό σχέδιο επιδότησης πιστωτικής διευκόλυνσης, νοουμένου ότι αυτός αποδέχεται και τηρεί τη συμφωνία και τις πιστωτικές του υποχρεώσεις όπως προκύπτουν από το εν λόγω σχέδιο ή εκκρεμεί σχετική αίτηση.

 

(η) (i) η ειδοποίηση αφορά ακίνητο το οποίο αποτελεί κύρια κατοικία, ως αυτή ορίζεται στο Σχέδιο, σε σχέση με το οποίο, έχει εγκριθεί αίτηση για ένταξη στο Σχέδιο. ή

 

(ii) η ειδοποίηση αφορά ακίνητο το οποίο αποτελεί κύρια κατοικία, ως αυτή ορίζεται στο Σχέδιο, σε σχέση με το οποίο, έχει υποβληθεί και εκκρεμεί αίτηση ή ένσταση για ένταξη στο Σχέδιο, αναφορικά με την οποία-

 

(αα) ο αιτητής για ένταξη στο Σχέδιο ή οποιοδήποτε μέλος της οικογένειάς του, ως αυτή ορίζεται στο Σχέδιο, πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στον όρο 2.2.2 του Σχεδίου. Ή

 

(ββ) ο αιτητής για ένταξη στο Σχέδιο, πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στον όρο 2.5 του Σχεδίου:

 

Νοείται ότι, για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, ο όρος “Σχέδιο” σημαίνει το σχέδιο “Ενοίκιο Έναντι Δόσης”, το οποίο εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμόν 95.054 Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 12 Ιουλίου 2023, ως αυτό εκάστοτε τροποποιείται.»

 

Όσο διασταλτικά και να ερμηνεύσω τους παραπάνω λόγους, είναι σαφές, ότι κανένας από τους υπό εξέταση λόγους έφεσης μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής οποιουδήποτε νόμιμου λόγου παραμερισμού της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ».

 

Ακολουθεί ότι και αυτοί οι λόγοι έφεσης (3 μέχρι 7 και ο 1ος κατά τα λοιπά) είναι αβάσιμοι.

 

Με τον 8ο λόγο έφεσης υποβάλλεται ότι η προωθούμενη διαδικασία διενεργείται καταχρηστικά, αφού ο ενυπόθηκος δανειστής (δηλαδή οι εφεσίβλητοι) αξιώνει αναφορικά με την πώληση του επίδικου ακινήτου, ποσό το οποίο δεν του οφείλεται και/ή ποσό το οποίο ο ίδιος αμφισβητεί και/ή το οποίο δεν δικαιούται και/ή είναι μεγαλύτερο από το ποσό που πραγματικά δικαιούται. Τέλος, με τον 9ο λόγο υποβάλλεται ότι η προωθούμενη διαδικασία πώλησης συνιστά κατάχρηση των δικαστικών διαδικασιών, αφού το κατ’ ισχυρισμόν, δυνάμει της αγωγής με αριθμό 1106/2014, οφειλόμενο ποσό αμφισβητείται από τους ίδιους τους εφεσίβλητους στην Πολιτική Έφεση 323/2022.

 

Και αυτοί οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι, για τον ίδιο ακριβώς λόγο που κρίθηκαν αβάσιμοι και οι προηγούμενοι λόγοι.

 

Προτού συνεχίσω θα ήθελα να τοποθετηθώ επί μερικών από τις θέσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων των εφεσειόντων - σύμφωνα με το περιεχόμενο της γραπτής αγόρευσής τους -, οι οποίες αποβλέπουν σε στοιχειοθέτηση των προηγούμενων λόγων έφεσης. Ειδικότερα:

 

Η ιδιωτική διαδικασία εκποίησης ακινήτου με τις αποστολές των διαφόρων ειδοποιήσεων (Τύπου «Θ», «Ι», «ΙΑ» και «ΙΒ») αποτελεί μια σύνθετη-αλυσιδωτή διαδικασία με διάφορα στάδια. Το γεγονός ότι αυτοτελώς, εφέσιμη είναι μόνο η ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ», ουδόλως δύναται να αλλοιώσει τη μεταξύ τους αλληλεξάρτηση. Η νομιμότητα της μιας δίνει ζωή στην άλλη, καθώς και το αντίθετο. Η μολυσματικότητα της μιας, οπωσδήποτε θα επιφέρει το μολυσμό στην άλλη. Υπάρχει σωρεία πρωτόδικων αποφάσεων σε σχέση με την υπό κρίση διαδικασία. Εντούτοις, σε ορισμένες εξ αυτών παρατηρείται να γίνεται λόγος εσφαλμένα περί αδυναμίας των Δικαστηρίων να προβούν σε έλεγχο της νομιμότητας και εγκυρότητας των ειδοποιήσεων Τύπου «Θ» και «Ι» και της επισυναφθείσας στη δεύτερη, κατάστασης λογαριασμού, καθώς και σε έλεγχο της εγκυρότητας και ορθότητας του ενυπόθηκου χρέους, συνήθως, με την αιτιολογία ότι δεν περιλαμβάνονται στους λόγους έφεσης που αναφέρονται «εξαντλητικά» στο άρθρο 44Γ(3).

 

Η δυνατότητα ελέγχου της ειδοποίησης Τύπου «Θ», προστίθεται, πολύ περισσότερο της ειδοποίησης Τύπου «Ι» - η νομιμότητα και εγκυρότητα της οποίας, θα έπρεπε πάντα να εκλαμβάνεται ως αναγκαίο συστατικό στοιχείο για τη νομιμότητα της ειδοποίησης Τύπου «ΙΑ» - όσο και της κατάστασης λογαριασμού, αλλά και η ορθότητα και εγκυρότητα του χρέους (εκεί όπου τίθεται η αμφισβήτηση με επαρκή μαρτυρία) ως ζητήματα ουσίας, όχι μόνο είναι θεμιτό να καθίστανται αντικείμενο δικαστικής αξιολόγησης, αλλά και επιβάλλεται, πρωτίστως για σκοπούς επιτήρησης και προστασίας της σύνθετης αυτής διαδικασίας. Αυτός είναι ο σκοπός του Νομοθέτη. Η όλη ιδιωτική διαδικασία εκποίησης ενυπόθηκου ακινήτου (μαζί με τις λοιπές ειδοποιήσεις) να συνελέγχεται κατά τον έλεγχο της ειδοποίησης Τύπου «ΙΑ» υπό το πρίσμα των όσων διαλαμβάνει το άρθρο 44Γ(3).

 

Δεν συμφωνώ ότι σε περίπτωση που οι εφεσείοντες επιθυμούν να αμφισβητήσουν οτιδήποτε αφορά όσα προηγήθηκαν της επίδοσης της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ», σύμφωνα με τη νομολογία των πρωτόδικων Δικαστηρίων, δεν μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας, είτε ακόμη, ότι όλα τα παραπάνω και όλα τ’ άλλα που αναφέρονται από τους δικηγόρους τους στη γραπτή αγόρευσή τους στο ίδιο πλαίσιο και αφορούν στη διαδικασία εκποίησης ενυπόθηκου ακινήτου δυνάμει του Μέρους VIA του Νόμου, μπορούν να εξεταστούν ή συνεξεταστούν στο πλαίσιο έφεσης, όπως είναι η υπό κρίση, η οποία - για να επαναλάβω - κατά νομοθετική επιταγή, μπορεί να καταχωρηθεί με μόνο αίτημα τον παραμερισμό της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ», για τους 8 μόνο λόγους που αναφέρονται πιο πάνω.

 

Κάθε πρόσωπο στο οποίο επιδίδεται ειδοποίηση κατά τον Τύπο «ΙΑ», για όσα προηγήθηκαν της έκδοσης και επίδοσης μιας τέτοιας ειδοποίησης, ασφαλώς και δικαιούται να προσφύγει στη δικαιοσύνη και να ζητήσει δικαστική προστασία, εάν θεωρεί ότι χρήζει τέτοιας προστασίας. Αυτό έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει, όχι όμως στο πλαίσιο έφεσης κατά το άρθρο 43Γ(3) του Νόμου, αλλά αγωγής.

 

Το άρθρο 41 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 παρέχει στα Δικαστήρια - κατά την άσκηση της πολιτικής τους δικαιοδοσίας - εξουσία έκδοσης αποφάσεων αναγνωριστικών δικαιώματος. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η διαλαμβανόμενη στο άρθρο 32 του ίδιου Νόμου, εξουσία έκδοσης από τα Δικαστήρια απαγορευτικού, ενδιάμεσου, διηνεκούς, ή προστακτικού διατάγματος. Μάλιστα, ειδικά για τον ενυπόθηκο οφειλέτη, η έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος,  αποτελεί ένα από τους 8 νόμιμους λόγους παραμερισμού της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» σύμφωνα με το άρθρο 44Γ(3) του Νόμου. Τέλος - χωρίς να χρειάζεται να αναφερθώ και σε σχετική Νομολογία -, το δικαίωμα κάθε πολίτη να ζητήσει έννομη δικαστική προστασία σε σχέση με τα διαλαμβανόμενα στο Μέρος 2 του Συντάγματος, θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά του διασφαλίζεται απευθείας από το ίδιο το Σύνταγμα. Όμως, ότι οι εφεσείοντες είχαν τη δυνατότητα να προσφύγουν στο Δικαστήριο και να ζητήσουν έννομη προστασία σε σχέση με όσα προηγήθηκαν της αποστολής από τους εφεσίβλητους και της επίδοσης στους ίδιους της επίμαχης ειδοποίησης, προκύπτει και από τη μαρτυρία που έχουν θέσει ενώπιόν μου οι ίδιοι. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την παράγραφο 5 της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «Θ» (μέρος του τεκμ. 4 στην ένορκη δήλωση του εφεσείοντα 3) την οποία, καθ’ ομολογία τους οι εφεσείοντες παρέλαβαν και είναι απολύτως σύμφωνο με το νενομισμένο Τύπο «Θ»:

 

«Εάν έχετε επαρκείς λόγους να πιστεύετε ότι δεν οφείλετε στον δανειστή σας το απαιτούμενο ποσό ή εάν έχετε επαρκείς λόγους να πιστεύετε ότι ο δανειστής σας δεν έχει ενεργήσει σύμφωνα με το νόμο, ενδεχομένως να έχετε το δικαίωμα να προσφύγετε στο Επαρχιακό Δικαστήριο αμφισβητώντας το δικαίωμα του ενυπόθηκου δανειστή να προχωρήσει στην απαίτηση του χρέους˙ οποιαδήποτε πράξη πρέπει να αρχίσει πριν την επίδοση της ειδοποίησης σε εσάς για πώληση του ενυπόθηκου ακινήτου σας σύμφωνα με το άρθρο 44Γ(2) του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2014.   [Ν. 142(Ι) του 2014]» (τόσο η υπογραμμίσεις όσο και η έμφαση είναι δικά μου).

 

Των παραπάνω λεχθέντων, όλες οι παραπάνω θέσεις των εφεσειόντων είναι αβάσιμες.

 

Ό,τι απομένει είναι εξέταση του 2ου λόγο έφεσης με τον οποίο - στο βαθμό που  έχει προωθηθεί - υποβάλλεται ότι οι επίμαχες ειδοποιήσεις δεν έχουν επιδοθεί δεόντως και/ή ως προνοεί ο Νόμος.

 

Δεδομένου ότι η μη δέουσα επίδοση της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ», δυνάμει του άρθρου 44Γ(3) του Νόμου αποτελεί αναγνωρισμένο λόγο παραμερισμού της εν λόγω ειδοποίησης, το κρίσιμο ερώτημα που χρήζει απάντησης στην παρούσα υπόθεση είναι κατά πόσο η επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης στους εφεσείοντες έχει επιδοθεί δεόντως.  

 

Το άρθρο 44ΙΕ του Νόμου προνοεί ότι:

 

         «Για σκοπούς του παρόντος Μέρους –

 

          ……….

 

         «επίδοση» σημαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας με συστημένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραμμένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται, ή στη σχετική διεύθυνση που είναι καταχωρισμένη σε μητρώο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό,  την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:

 

          Νοείται ότι η ιδιωτική επίδοση δύναται να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης με διάταγμα Δικαστηρίου κατόπιν γενικής αίτησης:

 

          ……….»

 

Από την παραπάνω διάταξη, ως θέμα ερμηνείας - για ό,τι μας ενδιαφέρει - προκύπτουν τα εξής:

 

Η επίδοση της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ», θα πρέπει σε κάθε περίπτωση (δηλαδή υποχρεωτικά, ως πρώτη επιλογή) να γίνεται με παράδοσή της με συστημένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας του προσώπου στο οποίο απευθύνεται. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό (δηλαδή, να γίνει επίδοση της ειδοποίησης με συστημένη επιστολή), τότε, η ειδοποίηση μπορεί να επιδοθεί με ιδιωτική επίδοση.

 

Απ’ εκεί και πέρα, σύμφωνα με τη Δ.5 Θ.Θ. 1 και 2:

 

«1.    Κάθε κατονομαζόμενος εναγόμενος στο κλητήριο ένταλμα, πρέπει, εκτός αν διατάξει διαφορετικά Δικαστής, να του γίνει επίδοση με τον τρόπον που προνοείται στον κανονισμό 2 αυτής της Διάταξης, ενός επισήμου αντιγράφου του κλητηρίου εντάλματος και τέτοια επίδοση, θα θεωρείται σαν καλή επίδοση του κλητηρίου εντάλματος.

 

2.      (1) Η επίδοση πρέπει όταν είναι πρακτικό να γίνεται διά της αφέσεως του αντιγράφου στο πρόσωπο που θα γίνει η επίδοση, αλλά αν δεν βρεθεί στο σπίτι του ή στον συνήθη τόπο εργασίας του, η επίδοση θα θεωρείται ότι έγινε αν αντίγραφο αφεθεί:

 

          (Ι) Σε ένα μέλος της οικογένειάς του, που να φαίνεται ότι είναι 16 ετών και άνω, και είναι στην πόλη ή το χωριό του ή εντός της περιοχής του ή:

 

          (ΙΙ) Σε οιονδήποτε πρόσωπο τέτοιας ηλικίας και που να είναι υπεύθυνο του τόπου εργασίας του ή:

 

          (ΙΙΙ) Στον αφέντη του στην περίπτωση υπηρέτη που ζει με τον αφέντη του.

 

          Όταν γίνει η επίδοση δια της αφέσεως αντιγράφου σε πρόσωπο διαφορετικό από το προς επίδοση πρόσωπο, η ένορκη δήλωση επίδοσης πρέπει να αναφέρει ότι το προς επίδοση πρόσωπο δεν βρέθηκε στο σπίτι του ή στον συνήθη τόπο εργασίας του (Τύπος 5)».

 

Από τους παραπάνω Θεσμούς και πάλιν, ως θέμα ερμηνείας - για ό,τι μας ενδιαφέρει - τηρουμένων των αναλογιών, προκύπτουν τα εξής:

 

Η επίδοση πρέπει να γίνεται με άφεση πιστού αντιγράφου της επίμαχης ειδοποίησης στο πρόσωπο που αυτή αφορά. Όταν είναι πρακτικά δυνατό/εφικτό πρέπει, να γίνεται με άφεση πιστού αντιγράφου στο πρόσωπο που αφορά η ειδοποίηση, είτε στο σπίτι του είτε στο συνήθη τόπο εργασίας του. Αν δεν βρεθεί είτε στο ένα μέρος είτε στο άλλο, η επίδοση θα θεωρείται ότι έγινε, εάν το πιστό αντίγραφο της ειδοποίησης αφεθεί (α) σ’ ένα μέλος της οικογένειάς του, που να φαίνεται ότι είναι άνω των 16 ετών και βρίσκεται στην πόλη ή το χωριό του ή εντός της περιοχής του, ή (β) στον υπεύθυνο του τόπου εργασίας του ή (γ), στον εργοδότη του. Εάν η επίδοση δεν γίνει προσωπικά στο πρόσωπο που αφορά η ειδοποίηση, η ένορκη δήλωση επίδοσης πρέπει να αναφέρει ότι το πρόσωπο στο οποίο θα πρεπε να γίνει η επίδοση δεν βρέθηκε στο σπίτι του ή στον συνήθη τόπο εργασίας του.

 

Συναφώς με το θέμα, στην εντελώς πρόσφατη υπόθεση ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ v. ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΤΕΛΑ, Πολ. Έφ. Αρ. 159/2021, ημερ. 1/12/2023 επισημαίνονται τα εξής:

 

«Στην προκειμένη περίπτωση ο σκοπός του Νομοθέτη είναι ξεκάθαρος. Θέλησε να ιεραρχήσει τον τρόπο επίδοσης, δίδοντας επιτακτικό προβάδισμα στη συστημένη επιστολή. Μόνον όταν η επίδοση με αυτόν τον τρόπο είναι ανέφικτη, διανοίγεται ο δρόμος εναλλακτικά για ιδιωτική επίδοση, συμφώνως των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης, κατόπιν βεβαία σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου.

 

Πέραν της συνήθους και φυσικής έννοιας των επιμέρους λέξεων του νομοθετήματος, επιβεβαιωτικό εργαλείο διάγνωσης του σκοπού του Νομοθέτη αποτελεί η πρότερη κατάσταση πραγμάτων.

 

Συγκεκριμένα, πριν τη θέσπιση του τροποποιητικού Ν87(Ι)/2018 η ερμηνευτική αναφορά της «επίδοσης» ήταν η ακόλουθη:

 

«επίδοση» σηµαίνει την παράδοση οποιασδήποτε ειδοποίησης ή επικοινωνίας µε συστηµένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραµµένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται ή µε ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:

 

(οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας)

 

Δηλαδή, με τον τροποποιητικό Ν87(Ι)/2018 ο Νομοθέτης, μεταξύ άλλων, επέλεξε να απαλείψει το διαζευκτικό «ή» και να το αντικαταστήσει με τη φράση «και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό». Τούτο άρει την όποια εναπομείνασα αμφιβολία περί του σκοπού του Νομοθέτη.

 

Όπως αναφύεται από τη Νομολογία, η αποστολή των Δικαστηρίων, σε ξεκάθαρες περιπτώσεις, περιορίζεται στο να διαγιγνώσκουν, μέσα από τη συνήθη και φυσική έννοια των λέξεων, τον δεδηλωμένο σκοπό του Νομοθέτη.

 

Η υποκειμενική άποψη του Δικαστηρίου επί του ορθολογισμού ή μη του δεδηλωμένου σκοπού, δεν δικαιολογεί ερμηνευτική εκτροπή. Συνεπώς, το γεγονός ότι με την προσωπική επίδοση, ο παραλήπτης/ενδιαφερόμενος μιας ειδοποίησης, επικοινωνίας ή εγγράφου, σαφέστατα λαμβάνει γνώση και δύναται να υπερασπιστεί ή να ασκήσει τα όποια ένδικα μέσα του παρέχονται, όπως εξάλλου έχει επισυμβεί στην προκειμένη περίπτωση, δεν δικαιολογεί ερμηνεία άλλη απ’ εκείνη που είναι κρυστάλλινα καθαρή στο μάτι.

 

Εναπόκειται στον Νομοθέτη – εν τη σοφία του – να νομοθετεί κατά τρόπο που διευκολύνει, παρά να δυσχεραίνει διαδικασίες και καταστάσεις.

 

….

….

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η εφεσείουσα όφειλε να επιχειρήσει να επιδώσει την επίμαχη ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» με συστημένη επιστολή και μόνον αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρήσει με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης. Την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης τη φέρει ασφαλώς ο ενυπόθηκος δανειστής, ο οποίος συνακόλουθα φέρει και το βάρος να αποδείξει το «ανέφικτο» της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης. Στην προκειμένη περίπτωση κανένα τέτοιο στοιχείο προσκομίστηκε από πλευράς εφεσείουσας.

 

Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι ένας από τους βασικούς λόγους βάσει του οποίου ενδιαφερόμενο πρόσωπο δικαιούται δυνάμει του άρθρου 44Γ να καταχωρήσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο και να πετύχει παραμερισμό της ειδοποίησης, είναι ακριβώς ότι «η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί» (άρθρο 44Γ(3)(β)).»

 

Ο εφεσείων 3, στην ένορκη δήλωσή του που υποστηρίζει την υπό κρίση έφεση, για σκοπούς στοιχειοθέτησης του υπό εξέταση λόγου έφεσης, αναφέρει τα εξής:

 

Όπως τον πληροφορούν οι δικηγόροι του δεν έχει γίνει ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες του Νόμου, επίδοση των επίμαχων ειδοποιήσεων (Τύπου «ΙΑ»). Συγκεκριμένα, σε σχέση με τους εφεσείοντες 1 και 2, η επίδοση έλαβε χώρα στο λατομείο εκεί όπου η εταιρεία ασκεί τις δραστηριότητές της και όχι στον τόπο διαμονής τους, ως αναγράφεται σχετικά στις επίμαχες ειδοποιήσεις, ενώ στον ίδιο, η επίμαχη ειδοποίηση τού παραδόθηκε με απλό ταχυδρομείο, κατά ή περί τις 8/6/2024. Ιδιωτική επίδοση έλαβε χώρα στο λατομείο, στις 20/6/2024 και σε σχέση με την πρωτοφειλέτιδα και ενυπόθηκο οφειλέτη/εταιρεία.

 

Οι επιδόσεις πρέπει να λαμβάνουν χώρα στις ορθές διευθύνσεις και όχι να αφήνονται κάθε φορά στο έλεος και στις επινοήσεις του εκάστοτε ενυπόθηκου δανειστή. Το γεγονός ότι εν τέλει έλαβαν γνώση του επερχόμενου πλειστηριασμού, ουδόλως δύναται να θεραπεύσει τις συγκεκριμένες παρανομίες. Πέραν τούτου, οι εφεσίβλητοι όφειλαν να επιδώσουν τις επίμαχες ειδοποιήσεις με συστημένη επιστολή και ακολούθως, μόνο αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρούσαν με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης και πάλιν όμως, στις ορθές διευθύνσεις. Το ζήτημα αυτό είναι καθοριστικό, καθότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο σκοπός του Νομοθέτη είναι ξεκάθαρος. Θέλησε να ιεραρχήσει τον τρόπο επίδοσης, δίδοντας επιτακτικό προβάδισμα στη συστημένη επιστολή. Μόνο όταν η επίδοση με αυτό τον τρόπο είναι ανέφικτη διανοίγεται εναλλακτικά ο δρόμος για ιδιωτική επίδοση σύμφωνα με τους Κανονισμούς Πολιτικής Δικονομίας.

 

Έναντι  των παραπάνω θέσεων και ισχυρισμών του εφεσείοντα 3, η ενόρκως δηλούσα για τους εφεσίβλητους, στη δική της ένορκη δήλωση (βλ. τις παραγράφους 17 και 25 - 28) μεταξύ άλλων αναφέρει τα εξής:

 

Οι εφεσίβλητοι, στις 30/5/2024 προχώρησαν με την αποστολή, μέσω συστημένου ταχυδρομείου, των επίμαχων ειδοποιήσεων, σ’ όλα τα πρόσωπα στα οποία θα πρεπε να σταλούν σύμφωνα με το Μέρος VIA του Νόμου. Οι διευθύνσεις στις οποίες στάλθηκαν οι ειδοποιήσεις είναι οι ορθές διευθύνσεις για κάθε πρόσωπο. Για τους εφεσείοντες είναι οι διευθύνσεις διαμονής τους, ως ήταν γνωστές και καταγεγραμμένες στα αρχεία των εφεσίβλητων, από αρχεία, έγγραφα και πληροφόρηση που τους δόθηκαν από την τράπεζα. Οι διευθύνσεις τους είναι ίδιες με τις διευθύνσεις που αναγράφονται και στο ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο τής αγωγής 1106/2014 (τεκμ. 7 στην ένορκη δήλωση του εφεσείοντα 3), όμως, σε κάθε περίπτωση, αυτό φαίνεται και από τις διευθύνσεις που αναγράφηκαν στο έγγραφο εγγυήσεως και αποζημιώσεως που υπογράφτηκε ως εξασφάλιση για την παραχώρηση της πίστωσης που εξασφαλίζει η επίδικη υποθήκη. Η σφραγισμένη απόδειξη κατάθεσης συστημένων αντικειμένων στην οποία φαίνονται μεταξύ άλλων και οι διευθύνσεις για κάθε πρόσωπο επισυνάπτονται ως τεκμ. 8.

 

Ακολούθως, οι εφεσείοντες κλήθηκαν να παραλάβουν τις επιστολές από το ταχυδρομείο. Ο εφεσείων 3, την παρέλαβε, ενώ οι εφεσείοντες 1 και 2, αν και ειδοποιήθηκαν να τις παραλάβουν δεν πήγαν. Συνεπεία αυτού, οι εφεσίβλητοι προχώρησαν σε επίδοση των επίμαχων ειδοποιήσεων, οι οποίες ήταν καθ’ όλα νόμιμες και νομότυπες, ως ακολούθως: Στον εφεσείοντα 1, στο γιο του - εφεσείοντα 3 και στον εφεσείοντα 2 και  πάλιν στον εφεσείοντα 3 - αδελφό του. Ο τελευταίος είναι ενήλικας και η επίδοση έγινε στο χώρο εργασίας και των τριών, δηλαδή στο λατομείο ΣΚΥΡΑ ΒΑΣΑΣ.

 

Παρατηρώ τα εξής:

 

Οι εφεσίβλητοι, οι οποίοι, υπό την ιδιότητά τους ως ενυπόθηκων δανειστών είχαν υποχρέωση να επιδώσουν την επίμαχη ειδοποίηση στους εφεσείοντες με συστημένη επιστολή και για όσους από αυτούς την επέδωσαν με ιδιωτική επίδοση, είχαν το βάρος να αποδείξουν το «ανέφικτο» της επίδοσης με συστημένη επιστολή απέδειξαν με απόλυτη πειστικότητα και τεκμηρίωση πρώτον, την επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης στον εφεσείοντα 3 με συστημένη επιστολή και δεύτερο, ότι ο λόγος για τον οποίο την επέδωσαν στους άλλους δυο με ιδιωτική επίδοση ήταν επειδή ήταν ανέφικτο να την επιδώσουν και σ’ αυτούς με συστημένη επιστολή.

 

Προκαταρκτικά θα ήθελα να προβώ σε δυο νομικής φύσεως παρατηρήσεις. Η πρώτη είναι ότι δεν είναι ορθό ότι για να ήταν ορθή η επίδοση των επίμαχων ειδοποιήσεων, αυτές θα έπρεπε να είχαν επιδοθεί στη διεύθυνση διαμονής των εφεσίβλητων. Το άρθρο 44ΙΕ του Νόμου (ανωτέρω) επιβάλλει στον ενυπόθηκο δανειστή την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης, με παράδοσή της με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας του προσώπου στο οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση και όχι στον τόπο διαμονής του, όπως εσφαλμένα υποβάλλεται από τους εφεσείοντες. Και η δεύτερη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, σε περίπτωση που δεν είναι εφικτή η επίδοση της ειδοποίησης με συστημένη επιστολή, αυτή μπορεί να γίνει με ιδιωτική επίδοση με οποιοδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Δηλαδή, με οποιοδήποτε τρόπο προνοείται στη Δ.5 Θ.Θ.1 και 2 (ανωτέρω). Από την προηγηθείσα - σχετική - ανάλυση, η θέση του ευπαίδευτου δικηγόρου των εφεσίβλητων - την οποία διατύπωσε προφορικά την ημέρα της ακρόασης της έφεσης - ότι η επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης στους εφεσείοντες 1 και 2 με ιδιωτική επίδοση, πάσχει, με μόνο λόγο ότι έγινε σε άλλο πρόσωπο αντί προσωπικά στους ίδιους και στον τόπο διαμονής τους δεν έχει νομικό έρεισμα. Προς τούτο παραπέμπω και πάλιν στην ερμηνεία της Δ.5.Θ.Θ.1 και 2.

 

Οι εφεσίβλητοι θεωρώ ότι απέδειξαν με απόλυτα πειστικό και τεκμηριωμένο τρόπο την τελευταία γνωστή διεύθυνση κατοικίας και των τριών εφεσειόντων και  για να επαναλάβω, ότι στον εφεσείοντα 3 επέδωσαν την επίμαχη ειδοποίηση με συστημένη επιστολή στη συγκεκριμένη διεύθυνση και τέλος, ότι στους εφεσείοντες 1 και 2 την επέδωσαν με ιδιωτική επίδοση, επειδή δεν ήταν εφικτό να τους την επιδώσουν με συστημένη επιστολή.

 

Όσα ακολουθούν - υπό μορφή επανάληψης - είναι από την ένορκη της  ενόρκως δηλούσας για τους εφεσίβλητους και δεν επιδέχονται αμφισβήτησης, καθώς, συν τοις άλλοις, επιβεβαιώνονται και από αριθμό εγγράφων/τεκμηρίων:

 

Οι διευθύνσεις στις οποίες αποστάλθηκαν οι επίμαχες ειδοποίησες είναι οι διευθύνσεις διαμονής των εφεσειόντων, ως ήταν γνωστές και καταγραμμένες στα αρχεία των εφεσίβλητων, από τα αρχεία, έγγραφα και πληροφόρηση που τους δόθηκαν από την τράπεζα. Είναι γεγονός, ότι οι εν λόγω διευθύνσεις, που είναι αυτές που αναφέρονται για κάθε εφεσείοντα και στις επίμαχες ειδοποιήσεις είναι ίδιες με τις διευθύνσεις που αναγράφονται και στο ειδικά οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα της αγωγής 1106/2014 που έχει άμεση σχέση με την επίδικη υποθήκη και το επίδικο ακίνητο. Πρόκειται για την αγωγή στην οποία αναφέρεται ο εφεσείων 3 στην παράγραφο 11 της ένορκης δήλωσής του η υπό αναφορά και το κλητήριο ένταλμά της επισυνάπτεται σ’ αυτήν ως  τεκμ. 7. Από τον τίτλο του εν λόγω κλητηρίου επιβεβαιώνεται ο παραπάνω ισχυρισμός της μάρτυρος. Το ίδιο ισχύει και για τον ισχυρισμό της ότι οι ίδιες διευθύνσεις αναγράφηκαν και στο έγγραφο εγγύησης και αποζημίωσης (τεκμ. 3 στην ένορκη  δήλωσή της που υποστηρίζει την ένσταση στην υπό κρίση έφεση). Να πω και πάλιν ότι πρόκειται για τη σύμβαση με την οποία οι τρεις εφεσείοντες εγγυήθηκαν τις υποχρεώσεις της πρωτοφειλέτιδας εταιρείας που απορρέουν από τις πιστωτικές διευκολύνσεις που της είχαν παραχωρηθεί από την τράπεζα, τις οποίες εξασφαλίζει και η επίμαχη υποθήκη. Απ’ εκεί και πέρα, το τεκμ. 8 στην ίδια ένορκη δήλωση αποτελεί απόδειξη κατάθεσης συστημένων αντικειμένων. Από το περιεχόμενό του εν λόγω εγγράφου σε συνδυασμό και με τη δέσμη εγγράφων που επισυνάπτονται ως τεκμ. 9 στην ίδια ένορκη δήλωση προκύπτουν τα εξής - μεταξύ άλλων -: οι επίμαχες ειδοποιήσεις κατατέθηκαν στο ταχυδρομείο για να επιδοθούν στην εταιρεία, στο διαχειριστή της περιουσίας της, στο τμήμα φορολογίας και στους τρεις εφεσείοντες, στις 30/5/2024. Σ’ ό,τι αφορά στους τρεις εφεσείοντες που μας ενδιαφέρει, η αναφερόμενη στο τεκμ. 8, διεύθυνση για κάθε ένα από αυτούς είναι αυτή που αναγράφεται και στα τεκμ. 3 και 7 (ανωτέρω) καθώς και στο τεκμ. 2 στην ένορκη δήλωση της κυρίας Νικολάου που είναι η απόδειξη κατάθεσης συστημένων αντικειμένων και συγκεκριμένα, των ειδοποιήσεων Τύπου «Θ» και «Ι». Ο εφεσείων 3 παρέλαβε την επίμαχη ειδοποίηση, στις 6/6/2024, ενώ οι εφεσίβλητοι 1 και 2 μολονότι αυτή τους είχε σταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας τους και ειδοποιήθηκαν σχετικά, δεν την παρέλαβαν.

 

Ό,τι απομένει να εξεταστεί είναι κατά πόσο η επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης στους εφεσείοντες 1 και 2 με ιδιωτική επίδοση είναι δέουσα. Αναφορικά με τον εφεσείοντα 3, δεν τίθεται τέτοιο θέμα, καθώς, στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσής του που υποστηρίζει την υπό κρίση έφεση ομολογεί ότι η επίμαχη ειδοποίηση του επιδόθηκε με ιδιωτική επίδοση στο λατομείο, στις 20/6/2024. Και αυτό αχρείαστα - προσθέτω με τη σειρά μου, καθώς, προηγουμένως, του είχε επιδοθεί κανονικά με συστημένη επιστολή.

 

Από το περιεχόμενο των σχετικών ενόρκων δηλώσεων επίδοσης (τεκμ. 10 στην ένορκη  δήλωση της κυρίας Νικολάου) προκύπτουν τα εξής: η επίμαχη ειδοποίηση επιδόθηκε στον εφεσείοντα 3, τόσο για τον εφεσείοντα 1 και πατέρα του όσο και για τον εφεσείοντα 2 και αδελφό του, στις 20/6/2024. Ο εφεσείων 3 είναι ενήλικας και η επίδοση έγινε στο χώρο εργασίας και των τριών. Ως τέτοιος, αναγράφεται σε παρένθεση η φράση (Λατομεία Σκύρα Βάσας).

 

Στο ερώτημα, εάν η επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης στους εφεσείοντες 1 και 2 με τον τρόπο που είχε γίνει είναι δέουσα, απαντώ αρνητικά. Και τούτο, επειδή, ενώ σύμφωνα με τη Δ.5 Θ.2 όταν είναι πρακτικά δυνατό, η επίδοση θα πρέπει (δηλαδή υποχρεωτικά) να γίνεται προσωπικά στο πρόσωπο στο οποίο αφορά ειδοποίηση και σε περίπτωση που επιδοθεί σε κάποιο ενήλικο μέλος της οικογένειάς του, στη σχετική ένορκη δήλωση επίδοσης, θα πρέπει να αναφέρεται ότι το πρόσωπο στο οποίο θα πρεπε να είχε γίνει η επίδοση, δεν βρέθηκε στο σπίτι του ή στο συνήθη τρόπο εργασίας του, στην προκειμένη περίπτωση, που η επίδοση έγινε σε άλλο πρόσωπο εκτός από τους δυο εφεσείοντες, στη σχετική ένορκη δήλωση επίδοσης, δεν αναφέρεται ότι ο λόγος, ήταν επειδή οι εφεσείοντες 1 και 2 δεν βρέθηκαν στο σπίτι τους ή στο συνήθη τρόπο εργασίας τους, ιδιαίτερα, αν ληφθεί υπόψη ότι και οι δυο κατά το χρόνο που έγινε η επίδοση εργάζονταν στο ίδιο μέρος που εργαζόταν και εφεσείων 3 και έπειτα, ίχνος μαρτυρίας υπάρχει ότι ο λόγος για τον οποίο η επίδοση της επίμαχης ειδοποίησης έγινε στον τελευταίο ήταν γιατί δεν ήταν πρακτικά δυνατό/εφικτό να γίνει προσωπικά στους πρώτους.

 

Από τα παραπάνω είναι σαφές, πως δεν τηρήθηκαν τα διαλαμβανόμενα στη Δ.5 Θ.Θ.1 και 2, γεγονός το οποίο καθιστά την επίδοση των επίμαχων ειδοποιήσεων και στους δυο εφεσείοντες, κακή και μη δέουσα.

 

Έπεται ότι ο υπό εξέταση, 2ος λόγος έφεσης είναι βάσιμος.

 

Κατ’ ακολουθία όλων των παραπάνω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων μου, η έφεση επιτυγχάνει.

 

Εκδίδεται διάταγμα, ως οι παράγραφοι Α, Β και Γ της έφεσης.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αναφορικά με τα έξοδα δεν βλέπω για ποιο λόγο μπορώ να αποστώ του κανόνα ότι ακολουθούν το αποτέλεσμα. Με αυτό δεδομένο, τα έξοδα της έφεσης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων 1, 2 και 3 και σε βάρος των εφεσίβλητων.

 

 

 

 

                                                           (Υπ.)   ….…………………………..

                                                                         Κ. Κωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 

/ΚΚ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο