ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Αγωγή αρ. 597/2021

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ

Ενάγων

ν.

 

1.    ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

2.    JOSEPHINE POWEL

Εναγόμενοι

 

Ημερομηνία: 02 Ιανουαρίου 2024

Εμφανίσεις:

Μ. Μιλτιάδου, για τον Ενάγοντα

Σ. Σωκράτους (κα) για Σωτηρούλα Σταυρή - Σωκράτους & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εναγόμενο

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Το πλαίσιο της διαφοράς

 

1.         Ο Ενάγων ισχυρίζεται πως είναι εργολάβος οικοδομών Ε’ τάξης, που διεξάγει εργασίες ξυλοτύπων, επεξεργασίας σιδήρου, τοποθέτησης μπετόν και άλλες παρεμφερείς εργασίες, και πως, περί την 05.07.2020, συμφώνησε προφορικά με τους Εναγόμενους να εκτελέσει εργασίες στην οικία τους, έναντι συμφωνηθέντος τιμήματος €1.666,00, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α.. Όντως, όπως αναφέρει, εκτέλεσε τις συμφωνηθείσες εργασίες και εξέδωσε σχετικό τιμολόγιο. Πλην όμως, οι Εναγόμενοι παρέλειψαν να καταβάλουν το συμφωνηθέν τίμημα, παρόλες τις ειδοποιήσεις. Αξιώνει το ποσό αυτό.

 

2.         Οι Εναγόμενοι αρνούνται το σύνολο των ισχυρισμών και την απαίτηση του Ενάγοντος, λέγοντας ότι δεν συνάφθηκε οποιαδήποτε συμφωνία με τον Ενάγοντα. Είχαν συμφωνήσει με την εταιρεία D. Efstathiou Constructions Ltd την κατασκευή εξωτερικών δαπέδων εμβαδού 140 τ.μ. περιμετρικά της ισόγειας κατοικίας τους, στην οποία είχαν αποστείλει σχετική επιστολή για κακοτεχνίες. Ζητούν την απόρριψη της αγωγής του Ενάγοντος.

 

3.         Επίδικο θέμα είναι εάν συνάφθηκε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ του Ενάγοντος, ως εργολάβου οικοδομών Ε’ τάξης, και των Εναγόμενων, για εκτέλεση εργασιών στην οικία των Εναγόμενων, έναντι συμφωνηθέντος τιμήματος €1.666,00, εάν οι εργασίες εκτελέστηκαν από τον Ενάγοντα, κι αν υπάρχει οποιοδήποτε οφειλόμενο ποσό βάσει τέτοιας συμφωνίας από τους Εναγόμενους προς τον Ενάγοντα.

 

 Διαδικασία

 

4.         Η αγωγή εκδικάστηκε με τη διαδικασία της ταχείας εκδίκασης, δηλαδή με έγγραφη μαρτυρία που προσκόμισε η κάθε πλευρά, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνει η Δ.30,κκ.6,7 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ). Για την απόδειξη της υπόθεσης του Ενάγοντος, παρουσιάστηκε μαρτυρία από τον ίδιο τον Ενάγοντα (ΜΕ1). Μαρτυρία προσκομίστηκε και από τον Εναγόμενο 1 (ΜΥ1). Δεν υπήρξε αντεξέταση ή προφορική μαρτυρία. Μετά την παρουσίαση του συνόλου της μαρτυρίας, οι δικηγόροι των δύο πλευρών αγόρευσαν. Είναι σε γνώση του Δικαστηρίου ό,τι αναφέρθηκε, ακόμα κι αν δεν γίνεται αυτούσια ή λεπτομερής ή ειδική μνεία.

 

Μαρτυρία

 

5.         Η αξιολόγηση της μαρτυρίας περιορίζεται στην έκταση των αμφισβητούμενων γεγονότων που προκύπτουν[1]. Σκοπεί στην εύρεση των πραγματικών γεγονότων επί των οποίων το Δικαστήριο μπορεί να βασιστεί. Αξιολογείται το περιεχόμενο της μαρτυρίας[2], από το οποίο δυνατόν να προκύπτουν και κρίσεις αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων. Λόγω και του τρόπου παρουσίασης της μαρτυρίας στις υποθέσεις ταχείας εκδίκασης, το πλέγμα των κλασικών νομολογιακών αρχών προσαρμόζεται ανάλογα, με προσεγγίσεις απαλλαγμένες από εξωτερικές εντυπώσεις εκ της άμεσης συμπεριφοράς ή των αντιδράσεων στο εδώλιο του μάρτυρα[3] ή αντίστοιχα που να παρεμβάλλουν εκ του ύφους, της έκτασης ή των εξωτερικών γνωρισμάτων της γραφής ή της αφηγηματικής ικανότητας του συγγράψαντος την κάθε κείμενη εκδοχή. Η πληρότητα και η σαφήνεια ή η ελλειμματικότητα και η αοριστία επί των αμφισβητούμενων γεγονότων, η αμεσότητα ή η υπεκφυγή, οι συμπτώσεις και η λογική ή η ύπαρξη ουσιωδών αντιφάσεων ή υπερβολών[4], εν τέλει η πειστικότητα ή όχι της εκδοχής, είναι κριτήρια περιεχομένου που μπορούν να εξετάζονται και να λαμβάνονται υπόψη, συναρτώμενα με το σύνολο της μαρτυρίας, ασχέτως του έγγραφου ή έμμεσου τρόπου του λόγου των μαρτύρων, την απουσία πλήρους ζωντανής ατμόσφαιρας και την απόσταση του Δικαστηρίου από τον μάρτυρα και τους τρόπους συμπεριφοράς του (demeanour) ή τα έκδηλα στοιχεία της προσωπικότητάς του.

 

6.         Για ορισμένα ζητήματα, το Δικαστήριο δεν αποκλείεται να χρειάζεται μαρτυρία ειδικής γνώμης, εάν αυτά βρίσκονται έξω από το πεδίο της κοινής γνώσης και εμπειρίας, και εμπειρογνώμονας, που διαθέτει κατάλληλα προσόντα, μπορεί να εκφέρει γνώμη γι’ αυτά, ώστε να βοηθήσει το Δικαστήριο ως προς την κρίση του. Το προσόν της εμπειρογνωμοσύνης μπορεί να προκύπτει από την εξειδικευμένη μόρφωση ή κατάρτιση ή και την επαγγελματική πείρα ή και την ικανότητα πρόσβασης σε δεδομένα μη προσιτά σε όλους και κατανόησης εξειδικευμένων εννοιών και ζητημάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η μαρτυρία γνώμης συνιστά μαρτυρία γεγονότων βάσει των οποίων σχηματίζεται συμπέρασμα ή γνώμη για ένα θέμα εξειδικευμένο. Σε κάθε περίπτωση, η ειδική γνώμη αξιολογείται ως προς τη βασιμότητα ή την εγκυρότητά της όπως και η μαρτυρία γεγονότων ως προς την αλήθεια τους, με κριτήρια που δεν δίδονται εξαντλητικά, όμως θα μπορούσαν να αναφέρονται στην πληρότητα της αιτιολογίας ή στον βαθμό μελέτης, και άλλα, έχοντας υπόψη και πως το καθήκον του εμπειρογνώμονα είναι, ενεργώντας κατά κανόνα με ανεξάρτητο και αντικειμενικό τρόπο, να εφοδιάσει το Δικαστήριο με όλες τις απαραίτητες επιστημονικές ή εξειδικευμένες πληροφορίες, για σκοπούς ελέγχου της ορθότητας των συμπερασμάτων του, και ούτως ώστε το Δικαστήριο να είναι σε θέση, εφαρμόζοντας τις πληροφορίες στα γεγονότα της υπόθεσης που αποδεικνύονται, να σχηματίσει την κρίση του[5].

 

7.         Ο ΜΕ1 ανέφερε ενόρκως όσα και την έκθεση απαίτησής του. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, προέβη στις εξής εργασίες: τοποθέτηση 140 τ.μ. καλούπι, τοποθέτηση νάιλον, τοποθέτηση σχάρας, και τοποθέτηση μπετόν. Για τις εργασίες αυτές, εξέδωσε το τιμολόγιο 616 ημερομηνίας 05.07.2020 για το συνολικό ποσό των €1.666,00, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α., που προσκομίζει (Τεκμήριο 1). Κάλεσε επανειλημμένα τους Εναγόμενους να καταβάλουν το συμφωνηθέν ποσό. Αντ’ αυτού, οι Εναγόμενοι, μέσω των δικηγόρων τους, την 05.10.2010, έστειλαν επιστολή (Τεκμήριο 2), ισχυριζόμενοι κακοτεχνίες, που ουδέποτε προηγουμένως είχαν θέσει. Η επιστολή τους απαντήθηκε με επιστολή του δικηγόρου του Ενάγοντος ημερομηνίας 11.01.2021 (Τεκμήριο 3), με την οποία είχαν απαντηθεί όλοι οι ισχυρισμοί των Εναγόμενων. Ότι η συμφωνία ήταν μόνο για την τοποθέτηση του μπετόν και ότι συμφωνήθηκε όπως οι αρμοί γίνουν ανάλογα με την τοποθέτηση των κεραμικών η οποία ήταν πρόσθετη εργασία. Ουδέποτε οι Εναγόμενοι είχαν φέρει κεραμικά για τοποθέτηση. Δεν υπάρχει εταιρεία D. Efstathiou Constructions Ltd και ο ισχυρισμός των Εναγόμενων ότι η συμφωνία ήταν με τέτοια εταιρεία δεν ευσταθεί. Σχετικά με το φινίρισμα, δεν συμφωνήθηκε η χρήση μηχανικών μέσων. Η συμφωνία ήταν μόνο για την τοποθέτηση μπετόν. Αναφορικά με τις κλίσεις, είχε γίνει η αναγκαία διαδικασία για την άνετη απορροή των νερών. Αναφορικά με τον λέβητα, είχε δοθεί προειδοποίηση δύο ημερών πριν από την τοποθέτηση του μπετόν, για τη μετακίνησή του, χωρίς να ληφθεί υπόψη από τους Εναγόμενους. Την 16.07.2021, μέσω του δικηγόρου του, απέστειλε επιστολή, απαιτώντας την καταβολή του ποσού των €1.660,00 (Τεκμήριο 4). Με απαντητική επιστολή, δια των δικηγόρων τους (Τεκμήριο 5), οι Εναγόμενοι απέρριψαν το περιεχόμενό της. Από την έγερση της αγωγής και μετέπειτα, δεν πληρώθηκε οποιοδήποτε ποσό.

 

8.         Ο ΜΥ1, στη δική του μαρτυρία, αναφέρει πως η συμφωνία συνάφθηκε με την εταιρεία D. Efstathiou Constructions Ltd στην οποία ανέθεσαν την κατασκευή εξωτερικών δαπέδων εμβαδού 140 τ.μ. περιμετρικά της ισόγειας κατοικίας. Ο Ενάγων τους ενημέρωσε πως είναι διευθυντής της εταιρείας αυτής, που ανέλαβε τις εργασίες. Έτσι τους συστήθηκε. Όντως, όπως φαίνεται μέσα από το ηλεκτρονικό αρχείο του Εφόρου Εταιρειών, η εταιρεία υφίσταται και διευθυντής της είναι ο Ενάγων (Τεκμήριο 6)[6]. Οι ίδιοι επιφύλαξαν το δικαίωμά τους να απαιτήσουν αποζημιώσεις για τυχόν κακοτεχνίες. Ουδέποτε, όπως αναφέρει, είχαν λάβει γνώση του Τεκμηρίου 1 πριν από την έγερση της αγωγής, λέγοντας, εμφατικά, ο ΜΥ1, πως δεν συμφώνησαν να εκτελέσει ο ίδιος ο Ενάγων, υπό την προσωπική του ιδιότητα, οποιαδήποτε εργασία. Ο Ενάγων, κατά τον ΜΥ1, γνώριζε πολύ καλά το πρόβλημα που είχαν οι Εναγόμενοι με τις κακοτεχνίες. Υπήρξε σχετική αλληλογραφία, που προσκομίζει και ο ΜΥ1 (Τεκμήριο 7). Στην επιστολή ημερομηνίας 16.07.2021, που ο Ενάγων έστειλε υπό την προσωπική του ιδιότητα, στάλθηκε απαντητική επιστολή ημερομηνίας 26.07.2021, που περιλαμβάνεται στο Τεκμήριο 7. Για τις ζημιές που προκλήθηκαν κατά την εκτέλεση των εργασιών, καταρτίστηκε έκθεση και υπάρχουν επίσης φωτογραφίες (Τεκμήριο 8). Θεωρεί, ο ΜΥ1, πως δεν έχουν υποχρέωση πληρωμής του Ενάγοντος προσωπικά, ενώ οποιαδήποτε απαίτηση της εταιρείας, με την οποία συνάφθηκε η συμφωνία, ή για τις εν λόγω εργασίες, εάν προβληθεί, υπόκειται στην ανταξίωση των Εναγόμενων για αποζημιώσεις. Συναφώς, οι Εναγόμενοι, κατά κάποιον τρόπο, θέτουν πως ο Ενάγων πρόβαλε απαίτηση υπό την προσωπική του ιδιότητα προκειμένου να αποφύγει τον λογισμό των εκατέρωθεν απαιτήσεων, παρουσιάζοντας τη συμφωνία ως μια αναμεταξύ τους συμφωνία, άσχετη με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα.

 

9.         Όταν η σύμβαση δεν είναι γραπτή αλλά προφορική, το ερώτημα εάν ένα πρόσωπο ενήργησε ως αντιπρόσωπος άλλου προσώπου ή προσωπικά έναντι στον τρίτο, προσδιορίζεται στο πλαίσιο του ιστορικού βάσει του οποίου συνάφθηκε η σύμβαση. Όταν ένας αντιπρόσωπος, κατά τη σύναψη μιας σύμβασης με τρίτο πρόσωπο, αποκαλύπτει την ύπαρξη (ή αυτή ευλόγως εικάζεται) ενός εντολέα για λογαριασμό του οποίου ενεργεί, συνηθέστερα, δεν ευθύνεται έναντι στον τρίτο, ακόμα κι αν δεν αποκάλυψε το όνομα του εντολέα του, αν και μπορεί να καταστεί υπεύθυνος ή να μην απαλλαχθεί από την προσωπική ευθύνη (not exonerated), για παράδειγμα, λόγω εμπορικής χρήσης ή και σε περίπτωση που αποκαλύψει και την ιδιότητά του και το όνομα του αντιπροσωπευόμενου, είναι δυνατόν υπό τις περιστάσεις να διατηρεί προσωπική ευθύνη. Κυρίως, το ζήτημα απασχολεί για σκοπούς ανάληψης ευθύνης έναντι στον τρίτο. Εξ ου και οι Εναγόμενοι δίδουν διάσταση σε αυτό, με γνώμονα τη δική τους απαίτηση, εναντίον της εταιρείας του Ενάγοντος. 

 

10.      Εάν εκτελέστηκαν οι εργασίες στην οικία των Εναγόμενων κακότεχνα ή καλότεχνα, δεν είναι ακριβώς επίδικο θέμα σε αυτή την υπόθεση, εφόσον οι Εναγόμενοι δεν βασίζουν την υπεράσπισή τους σε συγκεκριμένες κακοτεχνίες, βάσει των οποίων να αξιώνουν συμψηφισμό (set-off). Η θέση τους, όμως, ότι υπέστησαν ζημιές από εργασίες της εταιρείας τους ωθεί να αρνούνται την πληρωμή του ποσού που διεκδικεί ο Ενάγων υπό την προσωπική του ιδιότητα. Πέραν του ότι επειδή πιθανόν να θεωρούν πως ο Ενάγων το πράττει, δηλαδή ενάγει προσωπικά, για να τους αποστερήσει τη δυνατότητα του συνυπολογισμού τυχόν ζημιών ή κακοτεχνιών, που είναι συνήθης στις συμφωνίες για κατασκευαστικά έργα, δευτερευόντως, επειδή αρνούνται τη συμβατική υποχρέωση πληρωμής γενικά (στον Ενάγοντα ή στην εταιρεία του).

 

11.      Δεν προκύπτει από οπουδήποτε πως οι Ενάγοντες συνομίλησαν με κάποιο διαφορετικό πρόσωπο από αυτό του Ενάγοντος, για τη σύναψη της συμφωνίας εκτέλεσης των εργασιών. Αναφέρει, ο ΜΥ1, πως, πέραν του ότι ο ΜΕ1 τους συστήθηκε ως διευθυντής εργοληπτικής εταιρείας, κατά την εκτέλεση των εργασιών, είδαν στην οικία και μηχάνημα και αυτοκίνητο με το όνομα της εταιρείας. Ανεξαρτήτως της φαινόμενης αντιπροσωπείας, ο λόγος για προσωπική εταιρεία του Ενάγοντος, αποφάσεις για την οποία ευλόγως λαμβάνει ο ίδιος, και που περιέχει στην επωνυμία της το όνομά του, κατά τρόπο που εξωτερικεύει ταύτιση του προσώπου του Ενάγοντος με το πρόσωπο της εταιρείας του, ώστε, εάν ακόμα κι αν επρόκειτο για απλή εμπορική συμφωνία, το να αξίωνε πληρωμή ο Ενάγων, αντί το νομικό πρόσωπο της εταιρείας του, δεν θα ήταν, υπό το σύνολο των περιστάσεων, εκτός συμβατικού πλαισίου, όπως αντίστοιχα και εάν κάποια αξίωση των Εναγόμενων στρέφονται και εναντίον του Ενάγοντος προσωπικά. Εξάλλου, εάν είναι ο Εναγόμενος που είναι εργολάβος οικοδομών Ε’ τάξης, όπως δικογραφεί και μαρτυρεί, ευλόγως, θα εξέδιδε προσωπικά τιμολόγιο, διατηρώντας και την προσωπική ευθύνη, ασχέτως εάν συνέστησε και εταιρεία. Γι’ αυτό τον λόγο φαίνεται και στο Δικαστήριο η κίνηση του Ενάγοντος να ενάγει προσωπικά, παρά για να αποφύγει κάποια ανταξίωση. Εξάλλου, οι Εναγόμενοι θα μπορούσαν, σε κάθε περίπτωση, να προσεπικαλεστούν το νομικό πρόσωπο της εταιρείας ή να ανταπαιτήσουν και εναντίον της. Οι ΚΠΔ παρέχουν ανάλογες δυνατότητες. Άρα, γιατί να συναχθεί από το Δικαστήριο ότι υπάρχει δολοπλοκία και κακοβουλία πίσω από το διάβημα του Ενάγοντος να ενάγει προσωπικά τους Εναγόμενους;

 

12.      Το ζήτημα δεν είναι ακριβώς ή μόνον ποιος αξιώνει, ο Ενάγων και όχι η εταιρεία του. Περί αυτού, όμως, να παρεμβληθεί πως η μαρτυρία σε σχέση με τα γεγονότα κλόνισε την αξιοπιστία του Ενάγοντος. Γιατί προσκομίστηκε από αμφότερες τις πλευρές αλληλογραφία, που εκκίνησε από την πλευρά των Εναγόμενων, σε σχέση με κακοτεχνίες, και αναφέρεται σε εργασίες που εκτελέστηκαν από την εταιρεία του ΜΕ1. Η ανταπόκριση σ’ αυτήν, στον ανύποπτο χρόνο που συνέβη, δεν έθεσε ως ζήτημα πως ουδεμία συμφωνία συνάφθηκε με την εταιρεία, αλλά με τον Ενάγοντα, υπό την ατομική του ιδιότητα. Απεναντίας, φαίνονταν να διαπραγματεύεται το περιεχόμενο της συμφωνίας αναμεταξύ των Εναγόμενων και της εταιρείας και ο δικηγόρος, ενεργώντας ως δικηγόρος της εταιρείας, να καλεί σε πληρωμή ανταλλάγματος. Σχετική είναι η επιστολή ημερομηνίας 11.01.2021. Ενδεχομένως βέβαια να μην είχε απασχολήσει τότε ποιος είναι ο εργολάβος και κατά τον νόμο.

 

13.      Η θέση του ΜΕ1 όμως πως «δεν υπάρχει εταιρεία», προδήλως, δεν ευσταθεί, ούτε διατυπώθηκε για να εννοεί πως δεν είναι η εταιρεία του εγγεγραμμένη εργολήπτρια, αλλά ο ίδιος προσωπικά. Ο ΜΕ1 είχε αυτή την επίμονη και παράλληλα ανεξήγητη θέση, ότι δεν υφίσταται εταιρεία, που κρούει σε ό,τι, κατά την υπόλοιπη μαρτυρία, είναι προφανές. Παράλληλα, δεν προσκόμισε κάποιο πιστοποιητικό από τον Έφορο Εταιρειών για να καταδείξει τον ισχυρισμό του πως δεν υπάρχει εταιρεία με την επωνυμία D. Efstathiou Constructions Ltd, με την οποία, κατά τη θέση των Εναγόμενων, συνάφθηκε η συμφωνία και η οποία φαίνεται και στην αλληλογραφία που κοινώς προσκομίζεται. Επιπλέον, ο ΜΥ1, με τη δική του μαρτυρία, ακόμα και μη περιλαμβανομένου του Τεκμηρίου 6 για το οποίο η πλευρά του Ενάγοντος έχει ενστάσεις να γίνει αποδεκτό, αντικρούει επαρκώς τον ισχυρισμό, λέγοντας πως προέβη σε έλεγχο στο ηλεκτρονικό αρχείο του Εφόρου Εταιρειών στο οποίο υπάρχει καταχωρισμένη εταιρεία D. Efstathiou Constructions Ltd, με διευθυντή τον Ενάγοντα, ως τους συστήθηκε.  

 

14.      Όσον αφορά το Τεκμήριο 6, όπως εισηγείται ο συνήγορος του Ενάγοντος στην αγόρευσή του, δεν θα πρέπει να γίνει αποδεκτό από το Δικαστήριο, επειδή δεν έτυχε ένορκης αποκάλυψης έγκαιρα, αλλά περιλήφθηκε σε ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων εκτός του χρονοδιαγράμματος που είχε δοθεί από το Δικαστήριο και χωρίς οποιαδήποτε άδεια για επέκταση του χρόνου αυτού, και εφόσον ο Ενάγων είχε ήδη παρουσιάσει τη μαρτυρία του. Είναι γεγονός πως δεν είχε επεκταθεί ο χρόνος για την ένορκη αποκάλυψη εγγράφων από πλευράς Εναγόμενων, παρόλο που το καθήκον για ένορκη αποκάλυψη είναι συνεχές. Είναι καθήκον, που ασκείται στο πλαίσιο διεξαγωγής της ακροαματικής διαδικασίας, προς διασφάλιση των σκοπών της και της δίκαιης διεξαγωγής της, και όχι δικαίωμα που μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε, κατά τη δίκη, με επίκληση της συνέχειας του καθήκοντος. Ο Ενάγων είχε ήδη παρουσιάσει τη μαρτυρία του. Είναι έγγραφο που υπήρχε εκτυπωμένο, στην κατοχή των Εναγόμενων, όπως φαίνεται από την ημερομηνία εκτύπωσής του, όταν έγινε η αρχική αποκάλυψη, και δεν υπάρχει ασάφεια στο κείμενο της Δ.28,κ.3 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ).

 

15.      Η μαρτυρία που και ο Ενάγων προσκόμισε και οι Εναγόμενοι, εξαιρουμένου του Τεκμηρίου 6, διαψεύδουν τον ισχυρισμό του Ενάγοντος ότι δεν υπήρχε και «δεν υπάρχει εταιρεία D. Efstathiou Constructions Ltd». Διαψεύδοντάς τον, όπως προαναφέρθηκε, κλονίζουν και την αξιοπιστία του. Ο Ενάγων δεν κατέστησε σαφές γιατί θέλησε να προβάλει στο Δικαστήριο μια αναληθή εικόνα. Καθιστώντας ορατό πως δεν προσήλθε στο Δικαστήριο για να πει αλήθεια, ότι εκδηλώνεται με τρόπο ώστε να μεθοδεύσει την πληροφορία που φθάνει στο Δικαστήριο, τις εντυπώσεις, δημιούργησε και ανασφάλεια ως προς το να αποτελέσει η δική του μαρτυρία, στον βαθμό που αμφισβητείται, βάση για ευρήματα ως προς τα γεγονότα.

 

16.      Πέραν της προαναφερόμενης αναλήθειας, υπήρξε και μια προσπάθεια από μέρους του Ενάγοντος υποβάθμισης της σημασίας του έργου που ανέλαβε. Ενώ δικογραφεί πως είναι εργολάβος οικοδομών Ε’ τάξης, αναφορά που υιοθέτησε στη μαρτυρία του, δεν προσκόμισε κάποιο στοιχείο σχετικά με την εγγραφή του και την άδεια του. Αυτό παρόλο που οι Εναγόμενοι αμφισβήτησαν τη θέση του αυτή και τον κάλεσαν να αποδείξει τον ισχυρισμό του. Την ίδια στιγμή, αντιφατικά, αφήνει να νοηθεί ότι ανέλαβε μια μικροδουλειά, ως απλός κτίστης, που διεκδικεί την αμοιβή του, και οι Εναγόμενοι προσπαθούν να την αποφύγουν, βρίσκοντας επιπόλαιες δικαιολογίες. Αναφέρεται όμως στην τοποθέτηση καλουπιών 140 τ.μ., νάιλον, σχάρας και μπετόν, αποσπασματικά, ως να μην ήταν συγκεκριμένο έργο ή μέρος του. Στο τιμολόγιο που εξέδωσε και προσκόμισε (Τεκμήριο 1), επίσης, φέρεται ως «εργολάβος οικοδομών». Από τη λοιπή μαρτυρία, περιλαμβανομένης της αλληλογραφίας και των στοιχείων που προσκόμισαν αμφότερες οι πλευρές, προκύπτει πως ό,τι εργασία εκτελέστηκε, συνθέτει το έργο κατασκευής εξωτερικών δαπέδων εμβαδού 140 τ.μ. περιμετρικά της ισόγειας κατοικίας των Εναγόμενων ή άλλως πώς ακάλυπτης βεράντας. Ο ΜΕ1 παραλείπει να προβεί σε οποιαδήποτε αναφορά,  εάν πρόκειται για έργο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμου 97/1973 ή όχι. Παραλείπει και να προσκομίσει οποιοδήποτε στοιχείο πως ανέλαβε το έργο αυτό ως εγγεγραμμένος εργολάβος οικοδομών Ε’ τάξης, και αξιώνει αμοιβή υπό μια τέτοια ιδιότητα, για κατασκευαστικό έργο που εκτέλεσε στην οικία των Εναγόμενων, και που, με βάση τα δεδομένα, φαίνεται να συνιστά οικοδομικό έργο με την έννοια του εν λόγω νόμου. Αξιώνει ως να ήταν απλή παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση οποιωνδήποτε άλλων εργασιών. Με βάση το άρθρο 5 § 4 Ν.97/1973, ουδείς μη εγγεγραμμένος και μη κάτοχος ετήσιας αδείας εργολήπτης δικαιούται να αξιώσει δικαστικά από οποιοδήποτε πρόσωπο την είσπραξη αμοιβής για υπηρεσίες ή δαπάνες που αφορούν την εργοληψία οικοδομικών έργων. Δεν αρκεί η απλή αναφορά πως το πρόσωπο που ενάγει είναι γενικά εργολάβος οικοδομών, όταν το έργο που αναλαμβάνει φαίνεται να εμπίπτει στον Ν.97/1973, η εφαρμογή του οποίου εν προκειμένω, αντίστοιχα, δεν αποκλείεται, αλλά ενισχύεται με την αναφορά του ενάγοντος σε ιδιότητα εργολάβου οικοδομών Ε’ τάξης.

 

17.      Έπειτα, επειδή η βάση της υπεράσπισης των Εναγόμενων δεν είναι απλώς η έλλειψη συμφωνίας με τον Ενάγοντα προσωπικά, αλλά και η απουσία παροχής συμφωνημένου ανταλλάγματος από τον Ενάγοντα, που να του δίδει, υπό οποιαδήποτε ιδιότητά του ή συνθήκη, δυνατότητα να αξιώνει πληρωμή, δημιούργησε ερωτηματικά η όλη στάση του ΜΕ1. Ο ΜΕ1, στη μαρτυρία του, απέφυγε να τοποθετηθεί στους ισχυρισμούς αυτούς των Εναγόμενων με επαρκή λεπτομέρεια και στοιχεία, επιδεικνύοντας κάπως προκλητική αδιαφορία στα παράπονα των Εναγόμενων, που χρησιμοποίησαν τις εργασίες του, σχετικά με το αποτέλεσμα. Αναφέρει, γενικότροπα και διεκπεραιωτικά, πως εκτέλεσε τις εργασίες που αριθμεί στην παράγραφο 4 της γραπτής του δήλωσης, εκθέτει, με τάση υπεκφυγής, πως τις εκτέλεσε καλά, και απλώς βασίζει την υπόθεσή του στο γεγονός πως ο ίδιος εξέδωσε τιμολόγιο για το ποσό που διεκδικεί, επιβάλλοντας πως πρέπει να πληρωθεί, ασχέτως οποιωνδήποτε άλλων ζητημάτων. Δεν αναφέρεται κατάλληλα σε οποιουσδήποτε επιμέρους όρους ως προς την εκτέλεση των εργασιών, αν και δέχεται πως η συμφωνία ήταν να πληρωθεί για τις εργασίες μετά από την περάτωσή τους, λέγοντας και ότι υπήρχαν και πρόσθετες εργασίες. Λέει πως συμφωνήθηκε να γίνουν αρμοί ανάλογα με την τοποθέτηση των κεραμικών, αλλά θεωρεί πως περατώθηκε το έργο που ανέλαβε χωρίς να τοποθετηθούν κεραμικά και να γίνουν αρμοί, επικαλούμενος πως δεν υπήρξε σχετική προμήθεια ή ότι η τοποθέτηση των κεραμικών ήταν πρόσθετη εργασία, δημιουργώντας σύγχυση ως προς το εάν τελικά περάτωσε τις εργασίες που ανέλαβε ή όχι. Ή για τον λέβητα, ρίχνει την ευθύνη στους Εναγόμενους πως δεν τον μετακίνησαν πριν από την τοποθέτηση του μπετόν. Δεν προσκομίζει μαρτυρία από επιβλέποντα μηχανικό του έργου ή άλλη μαρτυρία που να πιστοποιεί την εκτέλεση των εργασιών, συγκεκριμένη αξίας, ούτε κάποιο πιστοποιητικό ή διατακτικό πληρωμής. Το τιμολόγιο (Τεκμήριο 1) δεν συνιστά πιστοποίηση εκτέλεσης εργασιών σε κατασκευαστικό έργο και, από μόνο του, δεν αποτελεί συμφωνία και δεν αποδεικνύει είτε συμφωνία είτε εκτέλεση των εργασιών από τον Ενάγοντα με βάση με ό,τι συμφωνήθηκε, ώστε να μπορεί ο Ενάγων να απαιτεί πληρωμή βάσει σύμβασης ή αποζημίωση για παράβαση σύμβασης, προτάσσοντας μόνο το τιμολόγιο. Θα μπορούσε να το έχει εκδώσει οποτεδήποτε ο Ενάγων, εφόσον η έκδοσή του είναι μια μονομερής ενέργεια από τον ίδιο.

 

Κατάληξη

 

18.      Τα προαναφερόμενα θα πρέπει να καθιστούν σαφές ότι η απαίτηση του Ενάγοντος εναντίον των Εναγόμενων δεν μπορεί να επιτύχει, γι’ αυτό απορρίπτεται.

 

19.      Τα έξοδα, ακολουθώντας το αποτέλεσμα αυτό, εφόσον δεν υφίσταται λόγος για κάποιο διαφορετικό χειρισμό, επιδικάζονται υπέρ των Εναγόμενων και εναντίον του Ενάγοντος, όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.) ………………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Courtis and Others v. Iasonides (1970) 1 CLR 180, Λεμονάρης ν. Πολεμίτη (1995) 1 ΑΑΔ 530.

[2] Γεώργιος & Σπύρος Τσαππή Λτδ ν. Πολυβίου (2009) 1 ΑΑΔ 339.

[3] Ηρακλέους ν. Πίτρου (1994) 1 ΑΑΔ 239, Joyce v. Yeomans [1981] 2 All E.R. 21.

[4] Αυξεντίου ν. Δίγκλη (2007) 1 ΑΑΔ 1367.

[5] Μελικίδης ν. Παπαγεωργίου (2013) 1 ΑΑΔ 832, Κοινοτικό Συμβούλιο Ομόδους ν. Κονναρή (2011) 1 ΑΑΔ 2298.

[6] Η αρίθμηση του τεκμηρίου δίδεται από το Δικαστήριο. Εάν θα γίνει αποδεκτό ή όχι κάποιο έγγραφο, λόγω του τρόπου διεξαγωγής της διαδικασίας, θα εξεταστεί στη συνέχεια.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο