ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής:2574/14

Μεταξύ:

      Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από την     

                                                         Λευκωσία

                                                                                                              Αιτητές

                             

         Και

 

                   Ανδρέα Φράγκου με Α.Τ XXXXXX από τον XXXX XXXXX

 

                                                                                                          Καθ’ ου η Αίτηση

Και

 

     Αναφορικά με τον Περί Δόλιων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62

 

                                                                 Και

Αναφορικά με την Αίτηση :

 

     Κυπριακής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, από την Λευκωσία

                                                                                                              Αιτητές

                                                                Και

1.    Ανδρέα Φράγκου με Α.Τ XXXXXX από XXXX XXXXX

2.    Μυριάνθης Φράγκου από τον XXXX XXXXX

 

                                                                         Καθ’ ων η Αίτηση

 

Αίτηση ημερομηνίας 23/03/23 για ακύρωση δόλιας μεταβίβασης

 

Ημερομηνία: 23/01/24

Εμφανίσεις:

Για τους Αιτητές: Ομήρου & Oμήρου Δ.Ε.Π.Ε

Για τους Καθ’ ων η Αίτηση: Μέρκουρης Τελώνης και Γιολάντα Ζυμπουλάκη Δ.Ε.Π.Ε

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Εισαγωγή

 

Με την υπό κρίση Αίτηση οι Αιτητές αξιώνουν την έκδοση των ακόλουθων διαταγμάτων:

 

Α. Διάταγμα ακύρωσης οποιασδήποτε καταδολιευτικής μεταβίβασης, δωρεάς, παράδοσης, επιβάρυνσης, διακίνησης ή άλλης αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων ή διάθεσης τους από τον Καθ’ ου η αίτηση 1 στα οποία αυτός προέβη μετά τη δημιουργία ή τη γένεση αστικής ευθύνης, τα οποία, περιουσιακά στοιχεία δύνανται να διατεθούν για την πληρωμή του εξ’ αποφάσεως χρέους ή μέρους αυτού.

 

Β. Διάταγμα με το οποίο να κηρύσσονται ως άκυρες και ή να ακυρώνονται οι μεταβιβάσεις και ή αποξενώσεις ακίνητης περιουσίας που έγιναν από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ως καταδολιευτικές και ή δόλιες αναφορικά με τα ακίνητα που περιγράφονται στα σημεία Ι – XIV.

 

Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου που να διατάσσει την επανεγγραφή των ακινήτων που περιγράφονται στην παράγραφο Β πιο πάνω στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1.

 

Δ. Οποιοδήποτε άλλο διάταγμα το Δικαστήριο κρίνει δίκαιο και εύλογο.

 

Ε. Τα έξοδα της παρούσας αίτησης, πλέον Φ.Π.Α, πλέον έξοδα επίδοσης.

 

Η υπό κρίση Αίτηση καταχωρίστηκε την 23/03/23 και βασίζεται στον Περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62, στα άρθρα 12, 82 – 90, 91Α – 91Δ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6, στην Δ.48, Κ.2, 3 , 8  & 9 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκο δήλωση της Αντιγόνης Χριστοδούλου η οποία βρίσκεται στην υπηρεσία της εταιρείας Altamira η οποία όπως εξηγεί, ενεργεί και για λογαριασμό της Αιτήτριας καθότι έχει αναλάβει αριθμό χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων  δυνάμει σχετικής συμφωνίας διαχείρισης και ρύθμισης δανείων. Σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου μια από τις χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις είναι και η συμφωνία δανείου η οποία σχετίζεται με την υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή και τις συναφείς με το δάνειο αυτό εξασφαλίσεις. Ο Καθ’ ου η αίτηση 1 είναι σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου, ο εξ’ αποφάσεως οφειλέτης των Αιτητών στην πιο πάνω αγωγή αφού συνήψε δάνειο αρχικά με την Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Πωμού η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο αποτελούσε αναγνωρισμένο πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με την Κυπριακή Νομοθεσία.

Ακολούθως η κα. Χριστοδούλου παραθέτει επί της ενόρκου δηλώσεως της το ιστορικό για το πώς η πιο πάνω πιστωτική διευκόλυνση κατέληξε στους Αιτητές και για το πως οι τελευταίοι υποκαταστήσαν τους προκατόχους τους σε ότι αφορά τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 – Εναγόμενο στην υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή ως εξ’ αποφάσεως οφειλέτη σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων συμβατικών, νομικών και αγώγιμων δικαιωμάτων σε σχέση με τις επίδικες συμβάσεις και έγγραφα που αφορούν την αγωγή.

 

Σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου, την 28/03/22 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση στα πλαίσια της αγωγής με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο υπέρ της Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1 για το ποσό των 136,295.37 ευρώ πλέον τόκο προς 6,5 % το χρόνο επί του ποσού αυτού από 01/01/21 μέχρι εξόφλησης με κεφαλαιοποίηση των τόκων την 30η Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους, και επιπλέον για το ποσό των 8,241,00 ευρώ έξοδα της αγωγής και 77,00 ευρώ έκδοσης της απόφασης πλέον τόκο προς 5,5 % το χρόνο από 12/12/14 μέχρι 31/12/14 , πλέον τόκο προς 4% το χρόνο από 01/01/15 μέχρι 31/12/16 , πλέον τόκο προς 3,5%  το χρόνο από 01/01/17 μέχρι 31/12/18, πλέον τόκο προς 2% το χρόνο από 01/01/19 μέχρι εξόφλησης, πλέον ΦΠΑ το οποίο από τώρα και στο εξής θα αναφέρεται ως το «εξ’ αποφάσεως χρέος». Με βάση την απόφαση που εκδόθηκε συμφωνήθηκε ότι θα υπάρχει αναστολή εκτέλεσης της απόφασης για περίοδο 9 μηνών  από την έκδοση της ενώ μέχρι σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου αυτό δεν έχει εξοφληθεί. Το αντίγραφο της απόφασης αποτελεί το Τεκμήριο 8 ενώ το υπόλοιπο λογαριασμού κατά τις 16/02/23 συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων μέχρι 31/12/22 στο ποσό των 184,464,28 ευρώ. Η δε σχετική κατάσταση λογαριασμού επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 9.  

 

Επειδή λόγω του ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση ουδέν ποσό εξόφλησε από την ημερομηνία που εκδόθηκε η πιο πάνω απόφαση εναντίον του, η Αιτήτρια επιθυμώντας την εκτέλεση της πιο πάνω δικαστικής απόφασης προέβηκε σε έρευνα αναφορικά με την ακίνητη ιδιοκτησία του και έτσι διαφάνηκε ότι σύμφωνα με το πιστοποιητικό έρευνας που εξασφάλισε από το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Λευκωσίας ημερ. 24/01/23 ο Καθ’ ου η Αίτηση είχε προβεί σε μεταβιβάσεις και αποξενώσεις της ακίνητης περιουσίας του ως τα στοιχεία που αναφέρονται στα σημεία Ι – ΧΙV επί της ενόρκου δηλώσεως. Το πιστοποιητικό έρευνας του Καθ’ ου η Αίτηση 1 επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 10 και από αυτό προκύπτει σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου, ότι, ο Καθ’ ου η Αίτηση μεταβίβασε και αποξένωσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του δια μέσω δωρεάς προς την Καθ’ ης η Αίτηση 2 αφού η σχετική αίτηση για μεταβίβαση καταχωρήθηκε μία μόλις εβδομάδα πριν να εκδοθεί και η δικαστική απόφαση εναντίον του ενώ η μεταβίβαση ολοκληρώθηκε την 28/03/22, δηλαδή την ίδια ημέρα που εκδόθηκε και η απόφαση. Σύμφωνα με την έρευνα που προέβηκε η Αιτήτρια, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, άφησε μόνο 1 ακίνητο εγγεγραμμένο στο όνομα του, στο οποίο κατέχει το 1/3 μερίδιο.

 

Η κα. Χριστοδούλου ενόψει των πιο πάνω λεχθέντων, υποστηρίζει ότι η πιο πάνω μεταβίβαση είναι καταδολιευτική και έγινε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 με σκοπό και πρόθεση εκ μέρους του κατά τον χρόνο της μεταβίβασης την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση των Αιτητών από το να ανακτηθεί το εξ’ αποφάσεως χρέους του επιζητώντας έτσι την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. 

 

 

Η Αίτηση επιδόθηκε  στους Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 ενώ πριν από την καταχώρηση της ένστασης, οι Αιτητές, την 30/06/23 αποτάθηκαν στο Δικαστήριο με άλλη αίτηση επιζητώντας την έκδοση διατάγματος που να τους επιτρέπει την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της Αντιγόνης Χριστοδούλου με βάση το προσχέδιο που επισυνάφθηκε προς υποστήριξη της αίτησης για ακύρωση της καταδολιευτικής μεταβίβασης.  Μέσα από το προσχέδιο συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, η κα. Χριστοδούλου επιζητεί την κατάθεση στο Δικαστήριο του αντιγράφου του πιστοποιητικού έρευνας του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας αναφορικά με την ακίνητη περιουσία η οποία είναι εγγεγραμμένη στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Με βάση την ένορκο δήλωση της κας. Χριστοδούλου η παράλειψη της συμπερίληψης του πιο πάνω εγγράφου στην αίτηση ημερ. 23/03/23 οφειλόταν σε καλόπιστο λάθος.  Από την άλλη η πλευρά, οι  Καθ’ ων η Αίτηση αντιδρώντας  καταχώρησαν ένσταση την 15/09/23 και έτσι η αίτηση ορίστηκε για ακρόαση. Στο μεταξύ και πιο συγκεκριμένα την 12/10/23 οι Αιτητές ζήτησαν άδεια για απόσυρση της πιο πάνω αίτησης ημερ. 30/06/23 και τελικά η αίτηση για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης αποσύρθηκε. Η δε υπό κρίση αίτηση ορίστηκε για ακρόαση την 19/12/23. Σημειώνεται ότι αναφορικά με την παρούσα αίτηση, οι Καθ’ ων η Αίτηση καταχώρησαν ένσταση με την οποία προέβαλαν 18 συνολικά λόγους ένστασης. Οι εν λόγω λόγοι ένστασης παρατίθενται αυτούσιοι κατωτέρω για σκοπούς εύκολης αναφοράς:

 

(1)    Η νομική βάση της αίτησης είναι λανθασμένη και/ή ελλιπής.

(2)    Η αίτηση των Αιτητών είναι Νόμω και Ουσία αβάσιμη.

(3)    Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Κεφ. 62 για έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων.

(4)    Η Αίτηση των Αιτητών ημερ.23/03/2023 είναι κακόπιστη και καταχρηστική της δικαστικής διαδικασίας.

(5)    Η Αίτηση ημερ. 23/03/2023 επηρεάζει και προσβάλλει τα δικαιώματα των Καθ’ ων η αίτηση αρ.1 και αρ.2 με αρνητικές συνέπειες για τους ίδιους.

(6)    Οι Αιτητές δεν προσέρχονται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια αποκρύπτοντας ουσιώδη γεγονότα με αποτέλεσμα να εμποδίζονται από το να επικαλούνται την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ τους.

(7)    Η μεταβίβαση των μεριδίων του Καθ’ ου η αίτηση αρ.1 επί των επίμαχων ακινήτων εις το όνομα της Καθ’ ης η αίτηση αρ.2 έγινε καλόπιστα χωρίς καμία πρόθεση καταδολίευσης και/ή παρεμπόδισης και/ή καθυστέρησης ανάκτησης από τους Αιτητές του εξ αποφάσεως ποσού που τους οφείλεται.

(8)    Η καταχώρηση και προώθηση της παρούσης Αίτησης γίνεται για αλλότριο σκοπό και εν πάση περιπτώσει με σκοπό την αποκόμιση οφέλους/υπερκέρδους εις βάρος των Καθ’ ων η αίτηση αρ.1 και αρ.2.

(9)    Η καταχώρηση και προώθηση της Αίτησης καθώς επίσης και η έκδοση των αιτούμενων Διαταγμάτων συνιστά παραβίαση του συνταγματικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας των Καθ’ ων η αίτηση αρ.1 και αρ.2.

(10)    Το ισοζύγιο της ευχέρειας προστάζει όπως απορριφθούν τα αιτούμενα Διατάγματα και αυτό είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

(11)   Η Ένορκη Δήλωση γίνεται από πρόσωπο που δεν μπορεί να ορκισθεί θετικά για τα γεγονότα αφού είναι αναρμόδιο, αλλά από πρόσωπο το οποίο επικαλείται πληροφορίες και πεποίθηση σε σχέση με αυτά και/ή εξ ακοής μαρτυρία και/ή δίδει μαρτυρία η οποία δεν περιέχει τα απαραίτητα γεγονότα για τη θεμελίωση της απαίτησης, καθότι πουθενά δεν αναφέρεται εντός της Ενόρκου Δηλώσεως και της μαρτυρίας ότι η μεταβίβαση των επίμαχων ακινήτων δημιουργεί οποιαδήποτε ζημία στους Αιτητές καθότι αυτοί προσκόμισαν μαρτυρία αναφορικά μόνο με τις αποξενώσεις και όχι το τι πραγματικά έχει στην κατοχή του ο Καθ’ ου η αίτηση αρ. 1, αφού δεν προσκόμισαν παγκύπρια έρευνα του Κτηματολογίου αναφορικά με την περιουσία του Καθ’ ου η αίτηση αρ.1.

(12)    Τα επίμαχα ακίνητα που περιγράφονται στο Τεκμήριο 10 της Αίτησης των Αιτητών ημερ. 23/03/2023 ουδεμία επιβάρυνση φέρουν και ουδεμία σχέση έχουν με τον επίδικο λογαριασμό και/ή την επίδικη Υποθήκη υπ’ αριθμό Υ9940/03 η οποία περιγράφεται στην εκδοθείσα απόφαση ημερομηνίας 28/03/2022 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου.

(13)   Οι Καθ’ ων η αίτηση αρ.1 και αρ.2 ουδεμία ευθύνη φέρουν εάν η Υ9940/03, δηλαδή η εξασφάλιση δεν καλύπτει το εξ αποφάσεως χρέος, καθότι το γεγονός αυτό αποτελεί λανθασμένο χειρισμό και/ή ευθύνη των Αιτητών.

(14)   Τα πλείστα εκ των εγγράφων τα οποία συνοδεύουν την Ένορκη δήλωση των Αιτητών δεν είναι πρωτότυπα έγγραφα, και δεν δίδεται επαρκής αιτιολογία για την μη προσαγωγή των πρωτότυπων εγγράφων και/ή δεν προσκομίστηκε η καλύτερη δυνατή μαρτυρία.

(15)    Η Αίτηση ημερ.23/03/2023 είναι ασαφής ως προς τον επιδιωκόμενο σκοπό αυτής διότι νομική βάση της Αίτησης είναι μεταξύ άλλων τα Άρθρα 91Α, 91Β, 91Γ και 91Δ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συνυπάρχουν στην ίδια υπόθεση καθότι αυτά εφαρμόζονται σε διαφορετικές διαδικασίες

(16)    Η παρούσα υπό εκδίκαση αίτηση είναι πρόωρη καθότι οι Αιτητές ενώ έχουν το δικαίωμα να προχωρήσουν στην εκποίηση της υποθήκης υπ’ αριθμό Υ9940/03 και από την εκποίηση αυτή, να διαθέσουν το τίμημα της πώλησης για την κάλυψη του εξ αποφάσεως χρέους, εντούτοις σε ουδέν νομικό διάβημα τέτοιο έχουν προβεί. Περαιτέρω οι Αιτητές στην λήψη ουδενός νομικού μέτρου για είσπραξη του εξ αποφάσεως χρέους έχουν προβεί, και συνεπώς δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν εάν τελικά όντως υπόκεινται σε ζημία ή θα δυσκολευτούν να εισπράξουν το λαβείν τους.

(17)   Η μεταβίβαση των επίμαχων ακινήτων δεν έγινε με σκοπό την καταδολίευση των συμφερόντων των Αιτητών, αλλά αποτελούσαν μέρος της συμφωνίας μεταξύ των Καθ’ ων η αίτηση αρ.1 και αρ.2 προς επίλυση των μεταξύ των περιουσιακών διαφορών, ενόψει του γεγονός ότι τελούν σε διάσταση.

(18)   Η κλίμακα της Αγωγής είναι λανθασμένη και θα έπρεπε να τροποποιηθεί από τους Αιτητές, εφόσον το εξ αποφάσεως χρέος αφορά ποσό κατ’ ισχυρισμόν των Αιτητών ύψους €184.464,28, και θα έπρεπε η παρούσα υπό εκδίκαση αίτηση να εκδικαστεί από Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή.

Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση τόσο του Καθ’ ου η Αίτηση 1 όσο και της Καθ’ ου η Αίτηση 2. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παραδέχεται ότι ήταν ο Εναγόμενος στην υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή και ότι εναντίον του εκδόθηκε στης 28/03/22 δικαστική απόφαση για το ποσό των 136,295,37 ευρώ παρεμβάλλοντας όμως την θέση του, ότι κατά την έκδοση της πιο πάνω δικαστικής απόφασης ενσωματώθηκε και κανόνας Δικαστηρίου με βάση τον οποίο αναφερόταν ότι « οι Εναγόμενοι θα προβούν άμεσα σε όλες τις δέουσες ενέργειες εκποίησης της υποθήκης Υ 9940/03 περιλαμβανομένης της διαδικασίας πώλησης μέσω των Διατάξεων του μέρους VIA του Νόμου 9/65 και των τροποποιήσεων του», καθώς και ότι η κα. Χριστοδούλου παρέλειψε εσκεμμένα να αποκαλύψει το πιο πάνω γεγονός. Σε ότι αφορά το περιεχόμενο του συγκεκριμένου κανόνα Δικαστηρίου, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 προβάλει την θέση ότι στο λεκτικό του πιθανότατα να υπάρχει τυπογραφικό λάθος καθότι οι Εναγόμενοι δεν είναι δυνατόν να προβούν σε ενέργειες εκποίησης της υποθήκης αλλά αυτοί που θα μπορούσαν να το πράξουν ήταν οι Ενάγοντες οι οποίοι όχι μόνο δεν παρέλειψαν να προβούν σε δικονομικό διάβημα διόρθωσης του λεκτικού της απόφασης αλλά παρέλειψαν και να συμμορφωθούν με τον δικαστικό αυτό κανόνα. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ισχυρίζεται μάλιστα ότι το συγκεκριμένο λάθος στο λεκτικό του πιο πάνω δικαστικού κανόνα  επηρεάζει δυσμενώς τα δικαιώματα του και καμία αίτηση δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει η οποία θα είχε ως βάση του, την συγκεκριμένη εκδοθείσα απόφαση ημερ. 28/03/22.

 

Υποστηρίζεται μάλιστα εκ μέρους του Καθ’ ου η Αίτηση 1 η θέση ότι η υπό κρίση αίτηση, συνεπεία του ότι δεν προέβηκαν οι Αιτητές προηγουμένως στην εκποίηση της πιο πάνω υποθήκης, είναι πρόωρη και ως τέτοια θα πρέπει να απορριφθεί. Πιο συγκεκριμένα ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αναφέρει ότι οι Αιτητές θα έπρεπε πρωτίστως να επιχειρήσουν να ικανοποιηθούν από την εκποίηση της πιο πάνω υποθήκης και εφόσον μόνο εάν δεν θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η εκδοθείσα απόφαση τότε μόνο θα έπρεπε να κινηθούν με νομικά μέτρα εναντίον του. Επίσης ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 προβάλλει και την θέση ότι καμία απολύτως ζημιά υπόκεινται οι Αιτητές ενόψει των πιο πάνω μεταβιβάσεων στις οποίες προέβηκε επ΄ονομάτι της Καθ’ ης η Αίτηση 2, αφού οι ίδιοι δεν γνωρίζουν για το κατά πόσο θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν από την εκποίηση της πιο πάνω υποθήκης. Επίσης αναφέρει ότι, ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και η Καθ’ ης η Αίτηση 2 φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη αναφορικά με το αν η υποθήκη Υ9940/03 δεν καλύπτει το εξ’ αποφάσεως χρέος, καθότι το γεγονός αυτό αποτελεί λανθασμένο χειρισμό των Αιτητών.

 

Αναφορικά με την σχέση του με την Καθ’ ης η Αίτηση 2, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 παραδέχεται  ότι είναι σύζυγοι αναφέροντας όμως ότι από τον Νοέμβριο του έτους 2018 άρχισαν να παρουσιάζονται στον γάμο τους διαπροσωπικές διαφορές με αποτέλεσμα η Καθ’ ης η Αίτηση 2 περί το έτος 2020 να επιθυμεί την επίλυση τόσο του ίδιου του γάμου τους, όσο και των περιουσιακών τους διαφορών δια μέσω της δικαστικής οδού. Επειδή όμως ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 δεν ήθελε οι διαφορές που υπήρχαν μεταξύ τους, να επιλυθούν μέσω της δικαστικής οδού, και μετά την παρέμβαση και της θυγατέρας τους ως προς την επίλυση του ζητήματος αυτού, η Καθ’ ης η Αίτηση 2 μεταπείστηκε να μην προχωρήσει με την καταχώρηση αίτησης στο Οικογενειακό Δικαστήριο και έτσι να επιλύσουν μεταξύ τους και εξώδικα τις όποιες περιουσιακές διαφορές υπήρχαν μεταξύ τους. Προς υποστήριξη της εξωδικαστηριακής επίλυσης των Δικαστικών τους διαφορών τόσο ο Καθ’ου η Αίτηση 1 όσο και η Καθ’ ης η Αίτηση 2 επισυνάπτουν ως τεκμήριο έγγραφο με τίτλο «συμφωνία επίλυσης των περιουσιακών τους διαφορών».

 

Σύμφωνα με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, η περιουσία που έχει μεταβιβάσει στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 είναι δική του και την έχει αποκτήσει δια κληρονομιάς από τους γονείς του. Στον XXXXX XXXXXXX η Καθ’ ης η Αίτηση 2 ήταν ιδιοκτήτρια καφενείου στο οποίο και εργαζόταν για περίπου 15 χρόνια, όμως μετά από κάποιο σοβαρό οικογενειακό περιστατικό που έλαβε χώρα, η τελευταία σταμάτησε από την εν λόγω εργασία και άρχισε να απασχολείται στην εκκλησία της περιοχής ενώ ο ίδιος ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 εργαζόταν παράλληλα εκτός από το καφενείο και σε ξενοδοχείο. Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 2 συνέβαλε στην επαύξηση της περιουσίας του καθότι εργαζόταν συνεχώς και πρόσεχε και μεγάλωνε τα παιδιά τους. Ο ίδιος υποστηρίζει επιπλέον ότι επειδή χρωστούσε χρήματα στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 ως δεδουλευμένα τα οποία και δεν της κατέβαλε, ως αντάλλαγμα αποφάσισε να της μεταβιβάσει τα επίμαχα ακίνητα ενώ παράλληλα ο ίδιος θα είσπραττε χρηματικό αντάλλαγμα υπό την έννοια ότι θα παραιτείτο η Καθ’ ης η Αίτηση από οποιαδήποτε απαίτηση χρηματική είχε εναντίον του αναφορικά με τους μισθούς τους οποίους δεν της είχε καταβάλει.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 περαιτέρω ισχυρίζεται ότι, ένεκα του ότι τα επίμαχα ακίνητα ήταν ελεύθερα από εμπράγματα βάρη, ο ίδιος ουδέν μεμπτό έχει πράξει αφού άσκησε το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα απόλαυσης της ιδιοκτησίας του αλλά και της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι. Μάλιστα αναφέρει ότι την συμφωνία που συνήψε με την Καθ’ ης η Αίτηση 2, ο ίδιος θα έπρεπε να την τηρήσει πιστά καθότι σε αντίθετη περίπτωση η τελευταία έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει αποζημιώσεις και έτσι αυτός να βρεθεί σε δυσμενή θέση. Από το γεγονός αυτό προκύπτει σύμφωνα με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι ο ίδιος δεν προέβηκε σε οποιαδήποτε καταδολιευτική ενέργεια εις βάρος των Αιτητών αλλά ότι ο ίδιος έπραξε ότι έπραξε, με σκοπό να τηρήσει πιστά τις συμβατικές του υποχρεώσεις. Σημειώνει μάλιστα ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 2 δεν γνώριζε ούτε για την ύπαρξη του χρέους αλλά ούτε και για την έκδοση της δικαστικής απόφασης εναντίον του.

 

Σε ότι αφορά το ακίνητο που παρέμεινε στην ιδιοκτησία του, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 υποστηρίζει ότι αυτό με βάση την γενική εκτίμηση του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Πάφου ανέρχεται στο ποσό των 44,000 ευρώ και έτσι μαζί με την εκποίηση της υποθήκης, ως ο κανόνας Δικαστηρίου προνοούσε, θα μπορούσε να ικανοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος του εξ’ αποφάσεως χρέους.

 

Αναφορικά με τον χρόνο που έλαβε χώρα η μεταβίβαση των ακινήτων, ο Καθ’ ου η Αίτηση υποστηρίζει ότι είναι εντελώς τυχαία και συμπωματικά και ότι το γεγονός αυτό από μόνο του δεν αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο καταδολίευσης. Επίσης υποστηρίζει ότι  η κα. Αντιγόνη Χριστοδούλου η οποία έχει ορκιστεί προς υποστήριξη του αιτήματος των Αιτητών είναι πρόσωπο που δεν θα μπορούσε να ορκιστεί θετικά για τα γεγονότα καθότι βρίσκεται στην υπηρεσία των Αιτητών από το 2018 ενώ η αγωγή καταχωρήθηκε περί το έτος 2014. Η ενόρκως δηλούσα σύμφωνα με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, δεν έχει προσωπική γνώση και βασίζει την μαρτυρία της σε αναφορές άλλων προσώπων. Έτσι η υπόθεση δεν δύναται να στηριχθεί μόνο σε εξ’ ακοής μαρτυρία.

 

Καταληκτικά ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 υποστηρίζει για τους λόγους που εξηγεί ανωτέρω, ότι η παρούσα αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί .

 

Σημειώνεται ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 2 δια μέσω της δικής της ένορκης δήλωσης επαναλαμβάνει ουσιαστικά τα γεγονότα τα οποία μεσολάβησαν καθώς και του λόγους για τους οποίους ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 αποφάσισε να της μεταβιβάσει τα επίμαχα ακίνητα ενώ η ίδια τα αποδέχτηκε. Όπως η ίδια δηλώνει δεν γνώριζε για την ύπαρξη τόσο του χρέους όσο και της δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε. Υποστηρίζει μάλιστα ότι ο χρόνος σύναψης της συμφωνίας μεταξύ τους και συνεπακόλουθα της μεταβίβασης των ακινήτων ήταν περιορισμένος αφού αυτά έπρεπε να μεταβιβαστούν πριν την λήξη του ημερολογιακού έτους 2022 και ότι γενικά ήταν τυχαίος ο χρόνος που επιλέχθηκε. Η Καθ’ ης η Αίτηση 2 υποστηρίζει ότι η συμφωνία έγινε μεταξύ της ίδιας και του συζύγου της με σκοπό να της πληρώσει τα δεδουλευμένα της ενώ παράλληλα ισχυρίζεται ότι σε καμία περίπτωση δεν προέβηκε σε οποιαδήποτε καταδολιευτική ενέργεια εις βάρος των Αιτητών αλλά στην πιστή τήρηση της συμφωνίας που υπέγραψε. Θεωρεί και ή ίδια ότι η ενόρκως δηλούσα κα. Χριστοδούλου δεν είναι πρόσωπο που μπορεί να ορκιστεί θετικά και γενικά προβάλλει ισχυρισμούς, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά τα όσα έχουν προβληθεί από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 στην δική του ένορκη δήλωση με σκοπό την στήριξη των λόγων ένστασης που έχουν προβληθεί και την απόρριψη της αίτησης.

 

Οι δύο πλευρές δεν προχώρησαν με την αντεξέταση οποιουδήποτε από τους ενόρκως δηλούντες. Η διαδικασία προχώρησε με τις αγορεύσεις τους τις οποίες είχαν την καλοσύνη να παραδώσουν στο Δικαστήριο. Ανήγαγαν τα γεγονότα της υπόθεσης στη νομική τους διάσταση με ικανή παραπομπή τόσο στις νομοθετικές διατάξεις όσο και σε παραπομπή σε σχετική νομολογία.  Τις έχω μελετήσει με προσοχή και η βοήθεια που μου παρείχαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με τις ικανές επισημάνσεις τους στάθηκαν πολύ υποβοηθητικές. Όπου κριθεί αναγκαίο θα κάνω ιδιαίτερη αναφορά  σε αυτές όπως και σε παράθεση αποσπασμάτων από αυτές στο κατάλληλο σημείο.

   

Νομική Πτυχή

 

Ως προκύπτει από το ίδιο το αιτητικό της αίτησης, με αυτή αποσκοπείται η ακύρωση κατ’ ισχυρισμό δόλιας μεταβίβασης στην οποία προέβη ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 που είναι εξ αποφάσεως χρεώστης των Αιτητών και η οποία αίτηση βασίζεται μεταξύ άλλων στο μέρος VIII και IX του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Ως λέχθηκε και στη Χριστοφόρου ν. Σ.Π.Ε. Ακακίου (2008) 1 Α Α.Α.Δ. 708 ο σκοπός του Νόμου, «είναι η διασφάλιση της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, ύψιστο βέβαια ζήτημα που αφορά καίρια την απονομή της δικαιοσύνης γιατί αν οι αποφάσεις των Δικαστηρίων δεν εκτελούνται τότε η δικαιοσύνη θα απονέμεται επί ματαίω.».

 

Το άρθρο 82 (1) (γ) του Κεφ. 6 προνοεί ότι όταν το χρέος οφειλόμενο δυνάμει απόφασης ή διατάγματος του Δικαστηρίου παραμένει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει απλήρωτο, ο εξ αποφάσεως πιστωτής δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο και να ζητήσει την εξέταση του εξ αποφάσεως οφειλέτη αναφορικά «με οποιαδήποτε δωρεά, παράδοση ή μεταβίβαση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου ή με οποιαδήποτε επιβάρυνση, διακίνηση ή απόκρυψη οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, που είχε ως αποτέλεσμα να παρεμποδιστεί ο πιστωτής στην είσπραξη του εξ αποφάσεως χρέους ή μέρους αυτού». Σύμφωνα δε με το άρθρο 82 (2) με την εν λόγω αίτηση ο εξ αποφάσεως πιστωτής μπορεί να ζητήσει την διεξαγωγή έρευνας και για το πιο πάνω. Επιπλέον στη βάση του άρθρου άρθρο 87(1)(β) του Κεφ. 6 το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει, ανάλογα με την περίπτωση, διατάγματα μεταξύ των οποίων και διάταγμα ακύρωσης καταδολιευτικών μεταβιβάσεων ή επιβαρύνσεων.

 

Αποτελεί δε πράξη καταδολίευσης εξ αποφάσεως πιστωτή, η από ή εκ μέρους του εξ αποφάσεως οφειλέτη δωρεά, μεταβίβαση ή επιβάρυνση προς όφελος τρίτου οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη ή οποιαδήποτε μετακίνηση, απόκρυψη ή άλλη αποξένωση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, εφόσον αυτές γίνονται με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης των εξ αποφάσεως χρεών του οφειλέτη (άρθρο 91Α(1) Κεφ. 6). Το εδάφιο 2 του άρθρου 91Α δημιουργεί δε μαχητό τεκμήριο, «μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου», ότι οι πιο πάνω ενέργειες έγιναν με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή, ανεξαρτήτως αν έγιναν πριν ή μετά την καταχώρηση της αγωγής δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της οποίας επιδιώκεται η εκτέλεση. Ως δε επισημάνθηκε στην ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ΛΤΔ (ΣΕ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ) ΗΕ 106855 κ.α. ν. LAKIS GEORGIOU CONSTRUCTION LTD, ECLI:CY:AD:2018:A422, Πολιτική Έφεση Αρ. 214/2012, 28/9/2018, ECLI:CY:AD:2018:A422 « ..υπάρχει τεκμήριο το οποίο λειτουργεί υπέρ του πιστωτή με τον οφειλέτη να βαρύνεται με την απόδειξη του αντιθέτου. Απόδειξη που ικανοποιείται στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων (Ευαγγέλου ν. Κωστάκης Κουρέας και Υιός Λτδ (2005) 2 Α.Α.Δ. 415)». 

 

Τέλος το άρθρο 91Γ του Κεφ. 6, όπου καθορίζεται η εξουσία του Δικαστηρίου να κηρύξει άκυρη οποιαδήποτε καταδολιευτική μεταβίβαση, έχει ως ακολούθως:

 

«91Γ.-(1) Οποιαδήποτε καταδολιευτική μεταβίβαση, επιβάρυνση ή άλλη αποξένωση περιουσιακού στοιχείου η οποία γίνεται από οποιοδήποτε οφειλέτη δύναται να κηρυχθεί άκυρη από το Δικαστήριο κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε εξ αποφάσεως πιστωτή του εν λόγω οφειλέτη, λαμβανομένων προσηκόντως υπόψη των συμφερόντων οποιουδήποτε καλόπιστου τρίτου. Προς το σκοπό αυτό το Δικαστήριο δύναται, κατά την κρίση του, να διατάξει όπως η αίτηση επιδοθεί επίσης σ΄ οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο δυνατό να έχει οποιοδήποτε συμφέρον επί του περιουσιακού στοιχείου που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης.

 

(2) Το Δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται, εκδίδοντας το ακυρωτικό διάταγμα, να διατάξει όπως

 

(α) Το περιουσιακό στοιχείο κατασχεθεί και πωληθεί προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους, ή

 

(β) εάν το περιουσιακό στοιχείο υπόκειται δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης σε εγγραφή ή επιβάρυνση, ακυρωθεί η εν λόγω εγγραφή ή επιβάρυνση και επανεγγραφεί στο όνομα του οφειλέτη, ή

 

(γ) εάν το περιουσιακό στοιχείο είναι ακίνητη περιουσία, η ακύρωση της εγγραφής και επανεγγραφή στο όνομα του οφειλέτη συνοδεύεται ταυτόχρονα με εγγραφή του εξ αποφάσεως χρέους ως επιβάρυνσης επί της εν λόγω ακίνητης περιουσίας με τις ίδιες συνέπειες ως εάν επρόκειτο περί εγγραφής δυνάμει των Άρθρων 53 μέχρι 62

 

Το άρθρο 91Γ του Κεφ. 6 ερμηνεύθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστοφόρου ανωτέρω. Εκεί λέχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι σε αίτηση με την οποία ζητείται διάταγμα ακύρωσης καταδολιευτικών μεταβιβάσεων θα πρέπει να καθορίζεται επακριβώς το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο που έχει με οποιοδήποτε τρόπο μεταβιβαστεί από τον εξ αποφάσεως οφειλέτη με σκοπό να καταδολιεύσει τον εξ αποφάσεως πιστωτή.

 

Με βάση λοιπόν όλα τα πιο πάνω προκύπτει ότι για να θεωρηθεί μια πράξη ως καταδολιευτική πρέπει να έχει γίνει, με σκοπό την παρεμπόδιση ή καθυστέρηση ικανοποίησης των εξ αποφάσεως χρεών του οφειλέτη, μετά την δημιουργία ή γένεση της αστικής ευθύνης αυτού και δεν έχει σημασία το ότι έγινε πριν την καταχώρηση της αγωγής δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η απόφαση, της οποίας επιδιώκεται η εκτέλεση. Σημασία έχει λοιπόν το πότε δημιουργήθηκε ή γεννήθηκε η αστική ευθύνη σε βάρος του εξ αποφάσεως οφειλέτη και όχι το πότε καταχωρήθηκε η αγωγή στη βάση της οποίας εκδόθηκε η απόφαση εναντίον του. Με την απόδειξη λοιπόν της διενέργειας μιας δωρεάς, μεταβίβασης ή επιβάρυνσης προς όφελος τρίτου οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου του εξ αποφάσεως οφειλέτη, η οποία έγινε μετά τη δημιουργία ή γένεση της αστικής ευθύνης τεκμαίρεται, μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, ότι η πράξη έγινε με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή (βλ. Λουγκρίδης ν. Eurolife Limited (2004) 1Β Α.Α.Δ. 886).

 

Το αίτημα για ακύρωση καταδολιευτικών μεταβιβάσεων βασίζεται ουσιαστικά, στα άρθρα 91Α – Δ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου (Κεφ.6) καθώς και  στις πρόνοιες του Κεφαλαίου 62 μέσα από τις οποίες προκύπτει ότι η υπό κρίση διαδικασία είναι αυτόνομη διαδικασία.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι το άρθρο 3 και το άρθρο 4  του Κεφ. 62 προνοούν τα ακόλουθα:

 

 3.-(1) Κάθε δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση oπoιασδήπoτε κιvητής ή ακίvητης περιoυσίας πoυ γίvεται από oπoιoδήπoτε πρόσωπo με πρόθεση vα παρεμπoδίσει ή καθυστερήσει τoυς πιστωτές τoυ ή oπoιoδήπoτε από αυτoύς vα αvακτήσoυv από αυτόv, τα χρέη αυτoύ ή αυτώv, θα θεωρείται ότι είvαι δόλια, και θα είvαι άκυρη εvαvτίov τoυ εv λόγω πιστωτή ή πιστωτώv, και αvεξάρτητα από oπoιαδήπoτε τέτoια δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση, η περιoυσία πoυ φέρεται ότι μεταβιβάστηκε ή έτυχε μεταχείρισης κατά άλλo τρόπo δύvαται vα κατασχεθεί και vα πωληθεί πρoς ικαvoπoίηση oπoιoυδήπoτε χρέoυς από δικαστική απόφαση πoυ oφείλεται από τo πρόσωπo πoυ πρoβαίvει στη δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση.

 (2) Σε oπoιαδήπoτε αίτηση, βάσει τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ για ακύρωση μεταβίβασης ή εκχώρησης oπoιασδήπoτε περιoυσίας πoυ έγιvε σε oπoιoδήπoτε γovιό, σύζυγo, παιδί, αδελφό ή αδελφή τoυ δικαιoπάρoχoυ ή εκχωρητή, όχι με χρηματικό αvτάλλαγμα ή με αvτάλλαγμα άλλη περιoυσία ισoδύvαμης αξίας ή με καλή αvτιπαρoχή, τo βάρoς απόδειξης ότι αυτή η μεταβίβαση ή εκχώρηση έγιvε καλή τη πίστει και δεv έγιvε με πρόθεση vα παρεμπoδίσει ή καθυστερήσει τoυς πιστωτές τoυ θα έχει o δικαιoπάρoχoς ή εκχωρητής και τo πρόσωπo στo oπoίo έγιvε η εv λόγω μεταβίβαση ή εκχώρηση.

 (3) Καμιά πώληση, υπoθήκη, μεταβίβαση ή εκχώρηση πoυ γίvεται με αvτάλλαγμα χρημάτωv ή άλλης περιoυσίας ισoδύvαμης αξίας δεv θα είvαι ακυρώσιμη βάσει τωv διατάξεωv τoυ Νόμoυ αυτoύ, εκτός αv o αγoραστής, o εvυπόθηκoς δαvειστής, o δικαιoδόχoς ή εκδoχέας φαvεί ότι έχει απoδεχτεί αυτή εv γvώσει τoυ ότι η πώληση αυτή, υπoθήκη, μεταβίβαση ή εκχώρηση έγιvε από τov πωλητή, εvυπόθηκo oφειλέτη, δικαιoπάρoχo ή εκχωρητή με πρόθεση vα καθυστερήσει ή καταδoλιεύσει τoυς πιστωτές τoυ.

 4. Οπoιαδήπoτε δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση oπoιασδήπoτε κιvητής ή ακίvητης περιoυσίας πoυ θεωρείται ως δόλια βάσει τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 3 τoυ Νόμoυ αυτoύ η oπoία έγιvε πριv από ή μετά τηv έvαρξη αγωγής ή άλλης διαδικασίας στηv oπoία τo δικαίωμα για αvάκτηση τoυ χρέoυς έχει απoδειχτεί, δύvαται vα ακυρωθεί με διάταγμα τoυ Δικαστηρίoυ πoυ εξασφαλίζεται με αίτηση oπoιoυδήπoτε εξ απoφάσεως πιστωτή πoυ γίvεται στηv εv λόγω αγωγή ή άλλη διαδικασία, και στo Δικαστήριo εvώπιov τoυ oπoίoυ η αγωγή ή άλλη διαδικασία έχει ακoυστεί ή εκκρεμεί.

Στην υπόθεση Τζιέπρα v. Σάββα (2013) 1 ΑΑΔ, 2410, αποφασίστηκε ότι το Κεφ.62 και ειδικά το άρθρο 4 παρέχει την εξουσία στο Δικαστήριο να ακυρώσει μεταξύ άλλων, οποιαδήποτε μεταβίβαση ή διάθεση ακίνητης περιουσίας θεωρείται δόλια βάσει των διατάξεων του άρθρου 3 του Νόμου.

Εξέταση της υπό κρίση Αίτησης  

 

Πριν υπεισέλθω στην εξέταση της ουσίας της υπό κρίση Αίτησης κρίνω σκόπιμο να εξετάσω κατά λογική προτεραιότητα τους λόγους ένστασης 1 , 2 , 3 και 15 που προέβαλαν οι Καθ’ ων η Αίτηση ισχυριζόμενοι ότι, η νομική βάση της αίτησης είναι ελλιπής, λανθασμένη, νόμο και ουσία αβάσιμη καθώς και ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της αίτησης για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

 

Με κάθε σεβασμό προς την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση, η εν λόγω θέση δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνο.  Και αυτό διότι μέσα από το λεκτικό των προνοιών του  Κεφ.62 το οποίο και περιλαμβάνεται στην νομική βάση της αίτησης των Αιτητών, παρέχεται με βάση τα άρθρο 4 η εξουσία στο Δικαστήριο, να εκδίδει ακυρωτικά διατάγματα σε σχέση με περιουσιακό στοιχείο ( ακίνητη ιδιοκτησία) εξ’ αποφάσεως οφειλέτη το οποίο και μεταβιβάστηκε δόλια με βάση της διατάξεις του άρθρου 3 του εν λόγω Νόμου. Σε ότι δε αφορά τον ισχυρισμό των Καθ’ ων η Αίτηση ότι στην νομική βάση της αίτησης περιλαμβάνονται και τα άρθρα 12, 82 – 90, 91Α – 91Δ του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου Κεφ.6, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μέχρι την τροποποίηση του Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου με τον περί Πολιτικής Δικονομίας (Τροποποιητικό)(Αρ. 2) Νόμο του 1999 (Ν.134(Ι)/1999) το Κεφ. 6 δεν παρείχε εξουσία στο Δικαστήριο για να ακυρώσει δόλιες μεταβιβάσεις αλλά προνοούσε μόνο για τη φυλάκιση του χρεώστη σε περίπτωση που διαπιστωνόταν κάτι τέτοιο. Ενόψει όμως της ανάγκης για κατάργηση της εξουσίας φυλάκισης ενός χρεώστη για αστικά χρέη, η εν λόγω εξουσία αντικαταστάθηκε με την ακυρωτική εξουσία που ήδη παρείχετο από το Κεφ. 62. Παρά δε την τροποποίηση του Κεφ. 6 διατηρήθηκαν παράλληλα σε ισχύ και οι πρόνοιες του Κεφ. 62, το λεκτικό των οποίων είναι στην ουσία το ίδιο με αυτό των επίμαχων προνοιών του Κεφ. 6, με εξαίρεση κάποιες μικρές διαφορές, οι οποίες όμως δεν κρίνεται σκόπιμο να σχολιαστούν στο παρόν στάδιο. Ως δε έχει αναγνωριστεί νομολογιακά (βλ. ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ανωτέρω) οι πρόνοιες του Κεφ. 62 «..στοχεύουν προς την ίδια κατεύθυνση με το Μέρος ΙΧ του Κεφ. 6» και ως εκ τούτου φρονώ ότι είναι ασφαλές να θεωρηθεί ότι οι νομολογιακές αρχές που περιβάλλουν το Κεφ. 62 εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο και σε σχέση με τις πρόνοιες του Κεφ. 6.

 

Υπό το φως των πιο πάνω και με δεδομένο ότι και οι πρόνοιες του Κεφ. 6 παρέχουν πλέον εξουσία στο Δικαστήριο όπως και οι πρόνοιες του Κεφ.62 να εκδίδει ακυρωτικά διατάγματα σε σχέση με περιουσιακό στοιχείο εξ αποφάσεως οφειλέτη το οποίο δολίως μεταβιβάστηκε ή άλλως πως αποξενώθηκε καθώς και διατάγματα κατάσχεσης και πώλησης του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου δυνάμει του άρθρου 91Γ, κρίνω ότι, η συμπερίληψη των πιο πάνω άρθρων του Κεφ.6 πέραν από την συμπερίληψη των προνοιών του Κεφ. 62 στην νομική βάση της αίτησης, καμία επίπτωση επιφέρει στην υπό κρίση Αίτηση αφού εν πάση περιπτώση υπάρχει το αναγκαίο δικαιοδοτικό πλαίσιο στην βάση του οποίου το Δικαστήριο μπορεί να αντλήσει εξουσία και να προχωρήσει, εάν κρίνει τούτο πρέπον, στην έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.

 

Ως δε έχει αναγνωριστεί νομολογιακά (βλ. ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. ανωτέρω) οι πρόνοιες του Κεφ. 62 «..στοχεύουν προς την ίδια κατεύθυνση με το Μέρος ΙΧ του Κεφ. 6» και ως εκ τούτου φρονώ ότι είναι ασφαλές να θεωρηθεί ότι οι νομολογιακές αρχές που περιβάλλουν το Κεφ. 62 εφαρμόζονται με τον ίδιο τρόπο και σε σχέση με τις πρόνοιες του Κεφ. 6.

 

Συνεπώς οι λόγοι έντασης 1,2, 3 και 15 απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

Προχωρώντας στους λόγους ένστασης 4, 5, και 8 που αφορούν ουσιαστικά στον καταλογισμό κακοπιστίας και καταχρηστικότητας στους Αιτητές με το να προωθούν την παρούσα αίτηση, επίσης τις πιο πάνω θέσεις που προβλήθηκαν εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση, το Δικαστήριο δεν μπορεί να την συμμεριστεί. Σύμφωνα με τα γεγονότα που έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου και τα οποία ουσιαστικά η πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση δεν έχει αμφισβητήσει, εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση εκδόθηκε εκ συμφώνου δικαστική απόφαση για τα ποσά που ανωτέρω υποδείχθηκαν. Σύμφωνα μάλιστα με την μαρτυρία της κας. Χριστοδούλου, το εξ’ αποφάσεως χρέος του Καθ’ ου η Αίτηση μέχρι και την 16/02/23 δεν έχει εξοφληθεί με αποτέλεσμα να ανέρχεται συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων μέχρι την 31/12/22  στο ποσό των 184.464,28 ευρώ. Επίσης σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου η πλευρά των Αιτητών ενόψει της μη εξόφλησης των οφειλόμενων χρηματικών ποσών που προκύπτουν από την εκδοθείσα εκ συμφώνου απόφαση, προέβηκε σε έρευνα στο Κτηματολόγιο για να διαπιστωθεί κατά πόσο η ακίνητη περιουσία του φέρει οποιεσδήποτε επιβαρύνσεις ή αποξενώσεις. Το πιστοποιητικό έρευνας του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Λευκωσίας ημερ. 24/01/23 φανέρωσε, ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση είχε προβεί στις επίμαχες μεταβιβάσεις ακινήτων οι οποίες αναφέρονται στο εν λόγω πιστοποιητικό.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει με σαφήνεια ότι ο Καθ’ ου η Αίτηση δεν επέδειξε συμμόρφωση με την δικαστική απόφαση που εκδόθηκε εναντίον του ακόμη και μετά τον χρόνο της αναστολής που του είχε δοθεί, δηλαδή μετά την έλευση των 9 μηνών. Συνεπώς και δεν τήρησε την υποχρέωση που είχε έναντι των αντιδίκων του αλλά και του νόμου να εξοφλήσει την απόφαση. Από την άλλη ο Νόμος παρέχει την δυνατότητα στον εξ’ αποφάσεως πιστωτή να προβεί σε έρευνα στο Κτηματολόγιο και να εγγράψει την δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί και παραμένει ανεξόφλητη ως εγγύηση επί της ακίνητης περιουσίας του εξ’ αποφάσεως οφειλέτη στα γραφεία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου. Ο νόμος μάλιστα καθορίζει πέραν από το πιο πάνω μέτρο εκτέλεσης που δύναται να λάβει ο εξ’ αποφάσεως πιστωτής και άλλα μέτρα εκτέλεσης  τα οποία μάλιστα δύναται να λάβει ταυτόχρονα πέραν δηλαδή της λήψης μόνο του ενός μέσου εκτέλεσης.

 

Με βάση τα πιο πάνω προκύπτει ότι εν προκειμένω οι Αιτητές άσκησαν τα δικαιώματα που τους παρέχονται από τον νόμο για να λάβουν τα κατά την κρίση τους ενδεικνυόμενα μέτρα εκτέλεσης με σκοπό την ικανοποίηση τους από την εκδοθείσα δικαστική απόφαση υπέρ τους, και επομένως δεν διαπιστώνεται εκ μέρους τους να έχουν ενεργήσει καταχρηστικά ή κακόπιστα. Ο δε ισχυρισμός που προβλήθηκε από μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η καταχώρηση της υπό κρίσης αίτησης έγινε για αλλότριους σκοπούς και με σκοπό την αποκόμιση κέρδους και οφέλους τέθηκε γενικά αόριστα και ατεκμηρίωτα και συνεπώς απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Οι λόγοι ένστασης 4,5 και 8 απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

Σημειώνεται ότι αναφορικά με  την θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η κα. Χριστοδούλου απέκρυψε σκοπίμως ουσιώδη γεγονότα τα οποία και δεν αποκάλυψε ως διατείνονται δια μέσω του 6ου λόγου ένστασης που έχουν καταχωρήσει, κρίνω ότι ούτε και αυτός  ο λόγος αυτός μπορεί να κριθεί ως βάσιμος καθότι το Δικαστήριο, στην υπό εξέταση περίπτωση,  δεν έχει εκδώσει οποιοδήποτε διάταγμα στα πλαίσια μονομερούς αίτησης αφού η αίτηση που έχει καταχωρηθεί από τους Αιτητές ήταν δια κλήσεως.  Στην υπόθεση Μιχαήλ (Αρ. 3) (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1943, η οποία αφορούσε σε αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, κρίθηκε ότι η υποχρέωση ενός Αιτητή για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων υφίσταται μόνο στην περίπτωση μονομερούς αίτησης. Ειδικότερα στην εν λόγω απόφαση λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Διεξήλθα την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, προσεκτικά έχοντας συνέχεια κατά νου τις εκατέρωθεν θέσεις.  Για τους πιο κάτω λόγους είναι η διαπίστωσή μου ότι από το κείμενο της απόφασης αυτόματα αναδύεται νομικό σφάλμα εμφανές στην όψη του πρακτικού. Οι λόγοι είναι οι εξής:

 

1. Η υποχρέωση του αιτητή για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων υφίσταται μόνο στην περίπτωση μονομερούς αίτησης (Cyprus Trading Corporation Ltd v. Zim Israel Navigation Co. Ltd κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1168).

 

Στην παρούσα υπόθεση η μονομερής αίτηση επιδόθηκε στην άλλη πλευρά με οδηγίες του δικαστηρίου. Μετά την επίδοση της στην άλλη πλευρά η μονομερής αίτηση απώλεσε την υπόσταση της μονομερούς αίτησης και μετατράπηκε σε αίτηση δια κλήσεως (Μαρκιτανής ν. Μουτζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923 και Κώστας Σμυρνιός (2000) 1 A.A.Δ. 43). Ακολουθεί πως το πρωτόδικο δικαστήριο έχει εφαρμόσει τον κανόνα της υποχρέωσης αποκάλυψης όλων των ουσιωδών στοιχείων στην περίπτωση αίτησης δια κλήσεως ενώ σύμφωνα με τη νομολογία ο εν λόγω κανόνας εφαρμόζεται μόνο στις μονομερείς αιτήσεις. Αυτό αποτελεί σφάλμα που είναι εμφανές στην όψη του πρακτικού ως έχει προσδιορισθεί πιο πάνω.

 

2. Σύμφωνα με τη νομολογία ουσιώδη είναι εκείνα τα στοιχεία ή γεγονότα τα οποία επενεργούν στην άσκηση των εξουσιών του δικαστηρίου για την παροχή θεραπείας (Cobelfret κ.ά. ν. Cyprus Potato Marketing Board (1996) 1 A.A.Δ 733).  Ως εκ τούτου, στόχος του σχετικού κανόνα είναι να καταστήσει τον ίδιο τον Δικαστή που επιλαμβάνεται μονομερούς αίτησης, κοινωνό όλων των ουσιωδών γεγονότων.» (η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

 

Υπό το φως των πιο πάνω και ο 6ος λόγος ένστασης απορρίπτεται ως ανεδαφικός.

 

Ούτε και θα συμφωνήσω με την θέση των Καθ’ ων η Αίτηση η οποία και προβάλλεται μέσα από τους λόγους ένστασης 13 και 16 ότι η παρούσα αίτηση έχει υποβληθεί εκ μέρους των Αιτητών πρόωρα καθότι έπρεπε προηγουμένως να προχωρήσουν με την εκποίηση της υποθήκης Υ9940/03, ως προνοούσε και ο κανόνας Δικαστηρίου στην εκ συμφώνου δικαστική απόφαση που εκδόθηκε, και μετά να προχωρήσουν εφόσον δεν ικανοποιηθούν σε οποιαδήποτε άλλα μέτρα εκτέλεσης. Στην υπόθεση Ανδρέας Μιχαήλ Απαισιώτη και άλλη v. Στασούλας Ραγιά και άλλης Πολιτική Έφεση 8133, ημερ. 18/11/93 λέχθηκε ότι σύμβαση που δηλώνεται στο Δικαστήριο και καθίσταται κανόνας Δικαστηρίου δεν παύει από το να είναι μια απλή σύμβαση η οποία κατ’ ουδένα λόγο δεν μπορεί να μετατραπεί σε δικαστική απόφαση. Συνεπώς και η θέση των Καθ΄ ων η Αίτηση ότι είχαν υποχρέωση οι Αιτητές να τηρήσουν τον κανόνα Δικαστηρίου πρωτού προχωρήσουν σε οποιαδήποτε άλλα διαβήματα εναντίον τους  δεν βρίσκει οποιοδήποτε έρεισμα εφόσον σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ο εν λόγω κανόνας μέρος της απόφασης που έχει εκδοθεί αφού με βάση την ισχύουσα Νομολογία (βλ. Απαισιώτη ν. Ραγιά (1993) 1 ΑΑΔ 882, Μούχτου ν. Χείμαρου (2001) 1 ΑΑΔ, 1794 και Αίτηση Λευτέρη Μήλου κ.α.  Αίτηση (Certiorari) Αρ. 18/2008, ημερ. 14.3.2008). Συνεπώς και χρειάζεται η έγερση νέας αγωγής προς εφαρμογή της ή ακύρωσης της.

 

Υπό το φως των πιο πάνω και οι λόγοι ένστασης 13 και 16 απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

Αναφορικά με την θέση των Καθ’ ων η Αίτηση επί του 9ου λόγου ένστασης που προβάλλουν αναφορικά την κατ’ ισχυρισμό παραβίαση των Συνταγματικών δικαιωμάτων τους, θα πρέπει να επισημάνω ότι ο πιο πάνω λόγος ένστασης που έχει προβληθεί από μέρους τους, πάσχει τόσο από γενικότητα όσο και αοριστία. Και αυτό διότι εξετάζοντας το πλαίσιο της μαρτυρίας των Καθ’ ων η Αίτηση που έχουν προσκομίσει δια μέσω των ενόρκων δηλώσεων που καταχώρησαν, διαπιστώνεται ότι, σε καμία περίπτωση δεν εξειδικεύουν το πως παραβιάζεται το συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας τους και με ποιο τρόπο αυτό πλήττεται από την υποβολή του αιτήματος των Αιτητών.

 

Συνεπακόλουθα και ο 9ος λόγος ένστασης απορρίπτεται ως αβάσιμος και ανεδαφικός.

 

Ερχόμενος τώρα στον 11ο λόγο ένστασης που έχει προβληθεί, θα πρέπει να αναφέρω ότι η κα. Χριστοδούλου δια μέσω της Ε/Δ που έχει καταχωρήσει δίδει επαρκής εξηγήσεις αλλά και λεπτομέρειες ως προς την πηγή της γνώσης της αλλά και της πληροφόρησης της για τα όσα καταθέτει αφού άλλωστε ως έχει επισημανθεί και από την ίδια είναι μια από τις λειτουργούς που χειρίζονται τις δικαστικές υποθέσεις των Αιτητών καθώς και ότι έχει στην κατοχή της στα πλαίσια των καθηκόντων της όλα τα πρωτότυπα έγγραφα ή αντίγραφα εγγράφων που αφορούν τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 – εναγόμενο στην υπό τον άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή ο οποίος είναι ο εξ’ αποφάσεως οφειλέτης των Αιτητών. Άλλωστε οι πιο πάνω θέσεις της δεν έχουν ουσιαστικά αμφισβητηθεί με οιανδήποτε μαρτυρία περί του αντιθέτου, ούτε και η ενόρκως δηλούσα αντεξετάστηκε επί τούτου του ισχυρισμού, με αποτέλεσμα η πιο πάνω θέση που προβάλλεται να παραμένει σε επίπεδο γενικοτήτων.

 

Σε ότι αφορά την θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι δεν έχει προσαχθεί από μέρους της κας. Χριστοδούλου η καλύτερη δυνατή μαρτυρία καθότι τα πλείστα εκ των εγγράφων που παρουσιάζει και συνοδεύουν την ένορκο δήλωση που έχει καταχωρήσει δεν είναι πρωτότυπα αλλά αντίγραφα, θα πρέπει να αναφέρω ότι η κα. Χριστοδούλου μέσα από την ένορκο της δήλωση έχει δώσει επαρκή εξήγηση αναφορικά με τα έγγραφα αυτά που παρουσιάζει καθότι όπως αναφέρει τα  πρωτότυπα έγγραφα των Τεκμηρίων 1 -7 είναι απαραίτητα για το αρχείο των Αιτητών. Σε ότι αφορά τυχόν έγγραφα σχετικά με την ακίνητη περιουσία του Καθ’ ου η Αίτηση που έχει μεταβιβαστεί ή ακόμη και σε σχέση με το ακίνητο που εξακολουθεί να παραμένει ως ιδιοκτήτης ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, σημειώνεται ότι πρόκειται για μαρτυρία που όχι μόνο δεν έχει αμφισβητηθεί από την πλευρά των Καθ’ ων η Αίτηση, αλλά για μαρτυρία που και οι ίδιοι οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν παρουσιάσει στο Δικαστήριο για σκοπούς στοιχειοθέτησης της  δικής τους εκδοχής.

 

 

Συνεπώς και η πιο πάνω θέσεις που προβλήθηκαν δια μέσω του πιο πάνω λόγου ένστασης δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές, αφού πρόκειται για θέσεις γενικές και ατεκμηρίωτες. Ο 11ος λόγος ένστασης επίσης απορρίπτεται.  

 

 

Σε ότι αφορά τον 18ο λόγο ένστασης που προβλήθηκε και αφορά στο ότι η κλίμακα της αγωγής είναι λανθασμένη εφόσον το εξ’ αποφάσεως χρέος αφορά στο κατ’ ισχυρισμό ποσό των 184.464,28 ευρώ, τονίζεται ότι με βάση το άρθρο 4 του Κεφ.62 προβλέπεται ότι οπoιαδήπoτε δωρεά, πώληση, εvέχυρo, υπoθήκη ή άλλη μεταβίβαση ή διάθεση oπoιασδήπoτε κιvητής ή ακίνητης περιουσίας που θεωρείται ως δόλια, η οποία έγινε πριν από ή μετά από την έναρξη αγωγής ή άλλης διαδικασίας στην οποία το δικαίωμα για ανάκτηση του χρέους έχει αποδειχτεί, δύναται να ακυρωθεί με διάταγμα του Δικαστηρίου που εξασφαλίζεται με αίτηση οποιουδήποτε εξ’ αποφάσεως πιστωτή που γίνεται στην εν λόγω αγωγή ή άλλη διαδικασία και στο Δικαστήριο ενώπιον του οποίου η αγωγή ή άλλη διαδικασία έχει ακουστεί ή εκκρεμεί. Σχετική επί του ζητήματος τούτου είναι και η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου Φανούλλα Χατζηκυπρή v. Γεώργιου Γιωργάλλη και Ειρήνης Χατζηκυπρή ως διαχειριστές της περιουσίας του Ανδρέα Χατζηκυπρή (2007) 1 (β) Α.Α.Δ 1239.

 

Συνεπακόλουθα και ο 18ος λόγος ένστασης που έχει προβληθεί απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Στρεφόμενος τώρα στην ουσία της υπό κρίση αίτησης και εξετάζοντας τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου υπό την μορφή ενόρκων δηλώσεων, προκύπτει ότι υπάρχουν κάποια γεγονότα τα οποία παρέμειναν αδιαμφισβήτητα και συνεπώς συνιστούν κοινό έδαφος. Περαιτέρω, από τον φάκελο της υπόθεσης προκύπτουν επίσης κάποια γεγονότα όσον αφορά το ιστορικό της υπόθεσης αυτής, τα οποία κρίνω ότι είναι σκόπιμο να παρατεθούν. Όλα τα πιο πάνω παρατίθενται κατωτέρω με χρονολογική σειρά για σκοπούς κρίσης της υπό κρίση Αίτησης.

 

1.    Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή καταχωρίστηκε την 12/12/24 από τους Αιτητές ως  ήταν τότε, δηλαδή το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Πάφου Λτδ, εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1, ως Εναγόμενου. Ως δε προκύπτει από την Έκθεση Απαίτησης, η αξίωση των Αιτητών εγέρθηκε στη βάση χρεωστικού υπολοίπου στην βάση συμφωνίας παραχώρησης πιστωτικών διευκολύνσεων.

 

2.    Η Αγωγή επιδόθηκε στον Εναγόμενο και ο τελευταίος καταχώρησε εμφάνιση την 22/01/15 και στην συνέχεια την Υπεράσπιση του, δηλαδή την 30/01/15. Με βάση μάλιστα τα πρακτικά του Δικαστηρίου ημερ. 15/03/22 ενώ ήδη είχε ξεκινήσει η ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης την 28/03/22 δηλώθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ των Αιτητών και εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση 1 για το ποσό των 136,295.37 ευρώ πλέον τόκο προς 6,5 % το χρόνο επί του ποσού αυτού από 01/01/21 μέχρι εξόφλησης με κεφαλαιοποίηση των τόκων την 30η Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους, και επιπλέον δικηγορικά έξοδα όπως αυτά θα υπολογίζονταν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκρίνονταν από το Δικαστήριο, πλέον ΦΠΑ πλέον έξοδα επίδοσης. Μάλιστα δηλώθηκε ότι σε ότι αφορά το ποσό της απόφασης, εξαιρουμένων των δικηγορικών εξόδων, θα υπάρχει αναστολή εκτέλεσης της απόφασης για περίοδο 9 μηνών. Ως δε κανόνας Δικαστηρίου δηλώθηκε, ότι οι Ενάγοντες θα προβούν άμεσα σε όλες τις δέουσες ενέργειες για την εκποίηση της υποθήκης υπ. αρ. Υ.9940/03 περιλαμβανομένης μέσω της διαδικασίας πώλησης μέσω των Διατάξεων του Μέρους VIA του Νόμου 9/65 και των τροποποιήσεων τους.

 

3.    Μέσα από το σύνολο της μαρτυρίας που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου προκύπτει επίσης ότι η μεταβίβαση των επίμαχων ακινήτων ολοκληρώθηκε την 28/03/22 ενώ σχετική αίτηση για μεταβίβαση καταχωρήθηκε στις 21/03/22, δηλαδή 7 ημέρες πριν από την αποδοχή και δήλωσης της εκ συμφώνου απόφασης. Επίσης προκύπτει ότι το μοναδικό ακίνητο που παρέμεινε στο όνομα του Καθ’ ου η Αίτηση 1 μετά την μεταβίβαση του συνόλου της ακίνητης περιουσίας του με την μεταβίβαση- δωρεά προς την σύζυγο του, δηλαδή την Καθ’ ης η Αίτηση 2 , είναι το Τεμάχιο υπ. αρ.XXX, με αρ. εγγραφής 0/XXXX που βρίσκεται στην τοποθεσία XXXXX στο χωριό XXXXXXX της Επαρχίας Πάφου και του οποίου η εκτιμημένη αξία του κατά το έτος 2018 ανερχόταν στο ποσό των 44,100,00 ευρώ και από την οποία ο ίδιος κατέχει το 1/3 μερίδιο, συνεπώς η αξία του δικού του μεριδίου ανέρχεται στο ποσό των 14,700 ευρώ.

 

4.    Τέλος σημειώνεται ότι η μεταβίβαση των επίμαχων ακινήτων έγινε από τον Καθ’ ου η Αίτηση προς την σύζυγο του η οποία και δεν ήταν διάδικος στην υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή  και συνεπώς δεν είχε οποιαδήποτε εμπλοκή στο επίδικο χρέος.

Καταρχήν, κρίνω σκόπιμο να υποδείξω ότι με βάση τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι η επίδικη μεταβίβαση των ακινήτων, έλαβε χώρα δια μέσω δηλώσεως δωρεάς από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 προς την σύζυγο του, ένεκα της σχέσης τους ως ανδρόγυνο. Με βάση λοιπόν τις πρόνοιες του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του Κεφ.62 όταν η μεταβίβαση γίνει σε σύζυγο χωρίς χρηματικό αντάλλαγμα δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι η μεταβίβαση ήταν δόλια και το βάρος απόδειξης ότι αυτή έγινε με καλή πίστη, βρίσκεται στους ώμους του δικαιοπάροχου και του προσώπου στο οποίο έγινε η εν λόγω μεταβίβαση. Το εν λόγω τεκμήριο μπορεί να ανατραπεί στην βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων με την προσκόμιση αξιόπιστης μαρτυρίας (βλ. Πολιτική Έφεση Ε92/14, ημερ. 16/07/19 Φ. Ζίττη κ.α. και Αναφορικά με την Αίτηση της Εταιρείας Φθαρτεμπορική Α/φοι Α. Κατσαρής Π. Λτδ.).  

 

Ενόψει των ανωτέρω, τόσο σύμφωνα με το άρθρο 91Α(2) του Κεφ. 6 όσο και με βάση το άρθρο 4 του Κεφ.62 τεκμαίρεται ότι η εν λόγω μεταβίβαση έγινε με σκοπό την καταδολίευση του εξ αποφάσεως πιστωτή, ήτοι  εν προκειμένω των Αιτητών.

 

Υπό το φως των πιο πάνω το ερώτημα που προκύπτει και με το οποίο θα ασχοληθεί το Δικαστήριο, είναι το κατά πόσο οι Καθ’ ων η Αίτηση με την μαρτυρία που έχουν προσκομίσει ενώπιον μου, ανέτρεψαν το μαχητό τεκμήριο του Νόμου στην βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων καθότι διαπιστώνεται με βάση τα πιο πάνω ότι οι μεταβιβάσεις της ακίνητης περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1 προς την σύζυγο του, Καθ’ ης η Αίτηση 2, έγιναν μετά την γένεση της αστικής ευθύνης του η οποία δημιουργήθηκε στην βάση χρεωστικού υπολοίπου από σύμβαση παραχώρησης πιστωτικών διευκολύνσεων και ταυτόχρονα με την έκδοση της σχετικής δικαστικής εκ συμφώνου απόφασης εναντίον του, για την εν λόγω αστική ευθύνη την 28/03/22 ημέρα κατά την οποία και μεταβιβάστηκαν τα επίμαχα ακίνητα.

 

Προς τον σκοπό απόσεισης του βάρους απόδειξης ότι η μεταβίβαση των επίμαχων ακινήτων δεν έγινε με σκοπό την καταδολίευση, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 προβάλλει ουσιαστικά τα ακόλουθα.

 

Ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 υποστηρίζει ότι λόγω διαπροσωπικών διαφορών που προέκυψαν στον γάμο του μαζί με την Καθ’ ης η Αίτηση 2 από το έτος 2018 τελούσε σε διάσταση και δεν έχουν οποιαδήποτε επαφή. Επειδή σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, περί το έτος 2020 η Καθ’ ης η Αίτηση 2 επιθυμούσε την λύση του γάμου τους καθώς και των περιουσιακών τους διαφορών δια μέσω της δικαστικής οδού η τελευταία πείστηκε τόσο από τον ίδιο όσο και από την θυγατέρα τους να προβούν σε μεταξύ τους συμφωνία για επίλυση των περιουσιακών τους διαφορών, υπογράφοντας έτσι την συμφωνία επίλυσης περιουσιακών διαφορών ημερ. 12/12/21. Με βάση την συμφωνία αυτή, ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 ισχυρίζεται, ότι αναγκάστηκε να μεταβιβάσει τα επίδικα ακίνητα στην σύζυγο του παρά το γεγονός ότι αυτά αποτελούσαν δική του περιουσία λόγω κληρονομιάς από τους γονείς του, ένεκα του ότι της όφειλε χρήματα για την εργασία που παρείχε στο καφενείο με την ονομασία XXXXX στον XXXXX XXXXXXXX, δικής της ιδιοκτησίας. Ο ίδιος ισχυρίζεται μάλιστα ότι λόγω οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε χρωστούσε χρήματα στην Καθ’ ης η Αίτηση 2 ως δεδουλευμένα τα οποία και δεν της κατέβαλε και έτσι για αυτό τον λόγο της μεταβίβασε τα εν λόγω ακίνητα για να παραιτηθεί η ίδια από οποιαδήποτε χρηματική απαίτηση θα είχε εναντίον του για τους δεδουλευμένους της μισθούς. Επειδή ως ισχυρίζεται ο ίδιος η συμφωνία που συνήψε με την Καθ’ ης η Αίτηση 2 προνοούσε το δικαίωμα στο ανυπαίτιο μέρος για τυχόν παράβαση της να αξιώσει αποζημιώσεις, ο ίδιος επιθυμώντας να τηρήσει πιστά την πιο πάνω συμφωνία προέβηκε στην δωρεά των ακινήτων με την μεταβίβαση τους να λαμβάνει χώρα εντελώς τυχαία και συμπωματικά την ίδια ημέρα που εκδόθηκε η εκ συμφώνου απόφαση εναντίον του. 

 

Σε ότι αφορά την θέση της Καθ’ ης η Αίτηση 2, η ίδια μέσα από την μαρτυρία της αρνείται για την γνώση της τόσο αναφορικά με την ύπαρξη του χρέους και της αγωγής εναντίον του συζύγου της, όσο και για την έκδοση δικαστικής απόφασης. Η ίδια μάλιστα υποστηρίζει ότι μεταξύ τους υπογράφηκε η συμφωνία ημερ. 12/12/21 για την επίλυση των περιουσιακών τους διαφορών και ότι ο χρόνος μεταβίβασης της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1 θα έπρεπε να ολοκληρωθεί μέχρι την λήξη του ημερολογιακού έτους 2022 . Ισχυρίζεται επίσης ότι η ίδια όφειλε να τηρήσει πιστά τους όρους της σύμβασης καθότι η μη τήρηση από πλευράς της θα έδινε δικαίωμα στο ανυπαίτιο μέρος να διεκδικήσει από την ίδια με βάση τον όρο 5 της σύμβασης, αποζημιώσεις.

 

Σε ότι αφορά τα δεδουλευμένα της, η Καθ’ ης η Αίτηση 2 αναφέρεται σε συμψηφισμό του ποσού το οποίο της όφειλε ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 με την περιουσία του, πλέον την συνεισφορά για την επαύξηση της περιουσίας του ένεκα της δικής της συνεισφοράς. Η ίδια υποστηρίζει ότι ενήργησε καλή τη πίστη καθότι δεν γνώριζε οτιδήποτε αναφορικά με το χρέος και την απόφαση αφού δεν είχε οποιαδήποτε επικοινωνία με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1.

 

Έχοντας μελετήσει τους πιο πάνω ισχυρισμούς είμαι πεπεισμένος και θεωρώ ότι η πιο πάνω εκδοχή τόσο του του Καθ’ ου η Αίτηση 1 όσο και της Καθ’ ης η Αίτηση 2 που έχει προβληθεί, δεν μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο ως πειστική και αξιόπιστη γι’ αυτό και δεν μπορεί να γίνει αποδεχτή και απορρίπτεται για τους λόγους που θα εξηγήσω κατωτέρω.

 

Καταρχήν θα πρέπει να αναφέρω ότι τόσο ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 όσο και η  Καθ’ ης η Αίτηση 2 δεν έχουν προσκομίσει οποιαδήποτε επαρκή στοιχεία και ή αποδείξεις που να τεκμηριώνουν επαρκώς τις ουσιώδεις θέσεις καθώς και τους ισχυρισμούς που προέβαλαν. Η δε συμφωνία που επισυνάφθηκε ως Τεκμήριο και που ως απώτερο σκοπό είχε να υποστηρίξει και να τεκμηριώσει την εκδοχή τους, ότι δηλαδή η συμφωνία αυτή συνάφθηκε με σκοπό την επίλυση των περιουσιακών τους διαφορών, κρίνω ότι δεν αποτελεί καθόλου ένα πειστικό τεκμήριο που να μπορεί να υποστηρίξει με επάρκεια τους ισχυρισμούς τους καθότι εξετάζοντας το σύνολο της μαρτυρίας τους εντόπισα να ότι αυτή εμπεριέχει τέτοιες σοβαρές ελλείψεις και ασάφειες οι οποίες κλονίζουν τόσο την γνησιότητα της εκδοχής τους όσο και τις γνήσιες προθέσεις των Καθ’ ων η Αίτηση ως προς την σύναψη της εν λόγω σύμβασης. 

 

Πιο συγκεκριμένα, προκύπτει ότι ο βασικός ισχυρισμός που προβάλλεται από τους Καθ’ ων η Αίτηση αναφορικά με τα οφειλόμενα δεδουλευμένα της Καθ’ ης η Αίτηση 2 από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 προβάλλεται γενικά και αόριστα αφού καμία μαρτυρία δεν έχει προσκομιστεί στο Δικαστήριο σε σχέση με τα πραγματικά ποσά που αντιστοιχούσαν στα κατ’ ισχυρισμό ποσά που οφείλονταν αλλά και ούτε για το ποιο ήταν το ποσό αυτό που αντιστοιχούσε στην επαύξηση της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1 από την συνεισφορά που παρείχε στην οικογένεια η Καθ’ ης η Αίτηση 2, ούτως ώστε τα ποσά αυτά πράγματι να αντιστοιχούν στην περιουσία που της μεταβιβάστηκε ως δωρεά συμπεριλαμβανομένου και του ποσού που αντιστοιχεί στην επαύξηση της περιουσίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1. Κανένα αποδειχτικό στοιχείο ή έγγραφο δεν έχει παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου που να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς αυτούς. Ούτε και στην μεταξύ τους συμφωνία που επισυνάφθηκε γίνεται μια οποιαδήποτε τέτοια αναφορά σχετικά με τον υπολογισμό των ποσών αυτών. Τουναντίον προβάλλεται από μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση ένας αόριστος και γενικά απογυμνωμένος ισχυρισμός ο οποίος σε καμία απολύτως περίπτωση δεν μπορεί να γίνει και αποδεκτός και από το Δικαστήριο. Πέραν τούτου σημειώνεται ότι, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση στο Δικαστήριο και η θέση που προβλήθηκε από τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι παρά το γεγονός ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 1 ήταν η ιδιοκτήτρια της εν λόγω επιχείρησης στην οποία εργαζόταν και ο Καθ’ ου η Αίτηση 1, δηλαδή του καφενείου της, εντούτοις ως ο τελευταίος ισχυρίζεται αυτός ήταν και το πρόσωπο που της όφειλε τα χρήματα αναφορικά με τα δεδουλευμένα της,  κατά την στιγμή μάλιστα που ο ίδιος υποστηρίζει ότι λειτουργούσε το εν λόγω καφενείο εκ μέρους της. Με όλο τον σεβασμό προς τους Καθ’ ων η Αίτηση η πιο πάνω θέση που προβλήθηκε δεν είναι λογική καθότι ο ίδιος από την μια ενώ ισχυρίζεται ότι εργαζόταν στο εν λόγω καφενείο το οποίο λειτουργούσε ο ίδιος την ίδια στιγμή υποστηρίζει ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 2 συνέβαλε προς την επαύξηση και της περιουσίας του.

 

Πέραν των πιο πάνω ούτε και ο ισχυρισμός του Καθ’ ου η Αίτηση 1 ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα έχει τεκμηριωθεί αφού αυτός προβάλλεται κατά τρόπο ασαφή και γενικό χωρίς να διευκρινίζεται οτιδήποτε σχετικό προς τούτο ή να προσάγεται από μέρους του, οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και σε ότι αφορά τον ισχυρισμό που προβάλλει αναφορικά με την θέση του, ότι η Καθ’ ης η Αίτηση 2 επιθυμούσε να αποταθεί στο Δικαστήριο και ότι μάλιστα ότι η θυγατέρα τους επενέβηκε για να μεταπείσει την Καθ’ ης η Αίτηση 2 για να μην το πράξει. Καμία μαρτυρία εκ μέρους της θυγατέρας του δεν έχει παρουσιαστεί. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι τα σημεία αυτά της μαρτυρίας του Καθ’ ου η Αίτηση 1, τα οποία άπτονται των βασικών ισχυρισμών του, δεν υποστηρίζονται ούτε και από την μαρτυρία της Καθ’ ης η Αίτηση 2 η οποία αξίζει να σημειωθεί ότι δεν προβαίνει σε καμία απολύτως αναφορά στην μαρτυρία της σχετικά με τις συνθήκες που τους οδήγησαν, δηλαδή την πρόθεση της να αποταθεί προς την δικαιοσύνη και την αποτροπή της από την θυγατέρα της και τον Καθ’ ου η Αίτηση 1, στην υπογραφή της εν λόγω συμφωνίας διευθέτησης των περιουσιακών τους διαφορών.   

 

Η γενική δε βασική θέση που προβάλλεται από την Καθ’ ης η Αίτηση 2 ότι η μεταβίβαση των επίδικων ακινήτων θα έπρεπε να επιτευχθεί πριν το τέλος του ημερολογιακού έτους 2022 χωρίς να υποστηρίζεται από οποιαδήποτε σαφή, επεξηγηματική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία επίσης δεν με έχει πείσει. Καμία τεκμηρίωση ως προς τον ισχυρισμό τούτο που προβάλλεται δεν παρατίθεται στο Δικαστήριο από μέρους της, αλλά ούτε και από τον ίδιο τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ο οποίος σε καμία απολύτως περίπτωση δεν επιβεβαιώνει μέσα από την δική του μαρτυρία τον πιο πάνω ισχυρισμό. Το γεγονός και μόνο ότι το πιο πάνω καταγράφηκε στην συμφωνία επίλυσης περιουσιακών διαφορών δεν αποτελεί και επαρκή απόδειξη του πιο πάνω ισχυρισμού της.  Άλλωστε ως ήταν και η θέση του Καθ’ ου η Αίτηση 1, τα μεταξύ τους προβλήματα προέκυψαν περί το έτος 2018, ενώ η συμφωνία επίλυσης των προβλημάτων τους επήλθε 3 έτη αργότερα. Ούτε και καμία απολύτως εξήγηση έχει δοθεί προς το Δικαστήριο ως προς το ότι, ενώ η πρόθεση της Καθ’ ης η Αίτηση 2 να αποταθεί προς την Δικαιοσύνη για σκοπούς επίλυσης των κατ’ ισχυρισμό περιουσιακών διαφορών που προέκυψαν μεταξύ τους, ενώ γεννήθηκε περί το έτος 2020 η μεταβίβαση επετεύχθη εντελώς τυχαία και συμπωματικά 2 χρόνια αργότερα ήτοι την 28/03/22 ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε και η εναντίον του Καθ’ ου η Αίτηση εκ συμφώνου απόφαση. 

 

Εντύπωση θα πρέπει να αναφέρω ότι προκαλεί και η θέση της Καθ’ ης η Αίτηση 2 ότι η ίδια επιθυμώντας να μην παραβεί τους όρους της συμφωνίας που συνήψε με τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 τήρησε την εν λόγω συμφωνία πιστά για να αποτρέψει την τυχόν διεκδίκηση αποζημιώσεων εναντίον της από το ανυπαίτιο μέρος, δηλαδή τον Καθ’ ου η Αίτηση 1.  Με όλο τον σεβασμό προς την Καθ’ ης η Αίτηση 2 το Δικαστήριο αδυνατεί να αντιληφθεί την πιο πάνω θέση της αφού από το περιεχόμενο της συμφωνίας που έχει συνάψει δεν διαφαίνεται ότι η ίδια όφειλε να μεταβιβάσει οτιδήποτε προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 1 ο οποίος της μεταβίβαζε με βάση την εν λόγω συμφωνία τα περιουσιακά του στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 (α) – (ιδ). Συνεπώς και η εν λόγω συμφωνία μόνο προς όφελος της είχε συναφθεί και καμία απολύτως υποχρέωση ως η ίδια διατείνεται υπήρχε προς τον Καθ’ ου η Αίτηση 1.

 

Συνεπακόλουθα συνάγεται το συμπέρασμα, ότι ο πιο πάνω ισχυρισμός προβλήθηκε από μέρους της με απώτερο σκοπό να πειστεί το Δικαστήριο για την θέση της, ότι η ίδια βρισκόταν εν αγνοία τόσο για το χρέος του συζύγου της προς τους Αιτητές, όσο και για την απόφαση που είχε εκδοθεί. 

 

Υπό το φως όλων των πιο πάνω λοιπόν καταλήγω ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση 1 και 2 δεν έχουν παρουσιάσει πειστικά και επαρκή στοιχεία ούτως ώστε να καταδεικνύεται ότι  η θέση και εκδοχή τους είναι πιο πιθανή παρά όχι με αποτέλεσμα τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου από πλευράς τους να μην αρκούν για να ανατρέψουν αυτό που ο Νόμος θεωρεί ως δεδομένο υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις και γεγονότα της υπόθεσης, ότι δηλαδή ο Καθ’ ου η Αίτηση 1 προέβη στην επίδικη μεταβίβαση δολίως και με πρόθεση να παρεμποδίσει ή καθυστερήσει τους πιστωτές του.

 

Συνεπακόλουθα οι λόγοι ένστασης 4, 7, 10, 12 και 17 που έχουν προβληθεί αναφορικά με την μη ύπαρξης πρόθεσης καταδολίευσης εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση απορρίπτονται για τους λόγους που ανωτέρω έχω υποδείξει.

 

Κατάληξη

 

Επομένως για τους λόγους που προσπάθησα να αναπτύξω ανωτέρω κρίνω πως δικαιολογείται η έκδοση διαταγμάτων ως η παράγραφος Α , Β (των ακινήτων υπό σημεία  Ι – ΧΙV) και Γ της Αίτησης. Υπό το φως των πιο πάνω εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α , Β υπό σημεία Ι - ΧΙV και Γ της  Αίτησης.

 

Τα έξοδα της Αίτησης επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ' ων η Αίτηση 1 και 2, αλληλέγγυα και κεχωρισμένα μεταξύ των, ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.    

                                                                                   

 

 (Υπ.)……………………………….

                                                                                                Σ. Συμεού, Ε.Δ.

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο