ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                       

   Αρ. Αίτησης ΠΣΑ: 18/2022 I-Justice

 

Αναφορικά με τον περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμο του 2015.

 

Αναφορικά με τον ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ (Α.Δ.Τ. χχχ) από την Πάφο, χχχ – Χρεώστης   

 

 

Αίτηση από: THEMIS PORTFOLIO MANAGEMENT HOLDINGS LIMITED,

από τη Λευκωσία – Πιστώτρια

 

          Αίτηση για απόκτηση άδειας που να επιτρέπει την

καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης

 

Ημερομηνία: 30.01.24

Εμφανίσεις:

Για Αιτήτρια - Πιστώτρια: κος Γ. Τσιέλεπος για κ.κ. Κούσιος Κορφιώτης

       Παπαχαραλάμπους Δ.Ε.Π.Ε.

Για Καθ’ ου η αίτηση - Χρεώστη: κα Σ. Δουρραχίδου για Soteroula Stavri-

        Socratous & Co L.L.C.

Για Ενδ/μενο Μέρος - Σύμβουλο Αφερεγγυότητας: κα Σ. Δουρραχίδου για

Soteroula Stavri-Socratous & Co L.L.C.

 

                               ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 04.04.22 εκδόθηκε προστατευτικό διάταγμα προς όφελος του Χρεώστη. Στην πορεία λήφθηκαν διάφορα δικονομικά διαβήματα από τα εμπλεκόμενα μέρη δυνάμει των προνοιών ου Ν.65(Ι)/2015 και των σχετικών Διαδικαστικών Κανονισμών του 2016 (5/2016). Ένα από αυτά είναι η καταχώρηση ένστασης ημερ. 05.09.22 από την Πιστώτρια Themis Portfolio Management Holdings Limited κατά της θέσης σε ισχύ του Προσωπικού Σχεδίου Αποπληρωμής (στο εξής «ΠΣΑ») του Χρεώστη στην παρούσα υπόθεση, το οποίο προτάθηκε στους καθορισμένους πιστωτές από τον Σύμβουλο Αφερεγγυότητας (στο εξής ο «ΣΑ») στις 05.08.22 και τέθηκε σε ψηφοφορία στη Συνέλευση Πιστωτών  που διεξήχθη στις 18.08.22 (στο εξής η «κυρίως αίτηση»).  

 

Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του κυρίου Παναγιώτη Ιωνά που είναι λειτουργός στην εταιρεία Themis Portfolio Management Limited, η οποία είναι θυγατρική της Πιστώτριας (στο εξής «ΕΔ ΠΙ»). Η ένορκη δήλωση υποστηρίζεται από διάφορα επισυνημμένα έγγραφα.

 

Ο Χρεώστης αντέδρασε στις 22.02.23 με την καταχώρηση «απαντητικής ένορκης δήλωσης». Ομοίως την ίδια ημέρα έπραξε και το Ενδιαφερόμενο Μέρος (στο εξής το «ΕΜ»).  

 

Στις 14.06.23 προωθήθηκε η παρούσα δια κλήσεως αίτηση με την οποίαν η Πιστώτρια ζητεί την άδεια του Δικαστηρίου για να καταχωρήσει συμπληρωματική ένορκη δήλωση. Η υπό κρίση αίτηση εδράζεται στους Κανονισμούς 4, 5, 10(β), 18(α)-(θ) & 28 του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2016, στη Δ.48 Θ.1-Θ.4 & Θ.7 των Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στη γενική πρακτική και σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.

 

Τα δε γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση αυτή και που σύμφωνα με την Πιστώτρια δικαιολογεί την παροχή της αιτούμενης άδειας, περιέχονται σε ένορκη δήλωση του κυρίου Χριστόδουλου Παπαλαμπριανού, επίσης λειτουργού στην εταιρεία Themis Portfolio Management Limited. στην οποία επισυνάπτονται δύο τρία τεκμήρια προς απόδειξη της, ανάμεσα στα οποία δείγμα του περιεχομένου της σκοπούμενης προς καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης (Τεκμήριο 3).

 

Αυτό που ουσιαστικά αναφέρεται στην ένορκη δήλωση είναι πως αποτελεί ανάγκη να αντικρουστεί η θέση που κοινώς προβάλλεται στην §28 της απαντητικής ένορκης δήλωσης του Χρεώστη και του ΕΜ στην οποίαν αμφότεροι αρνιούνται ότι είχε γίνει λάθος κατά τη διαδικασία διαχωρισμού του ακινήτου 8324 σε σχέση με την ορθή μεταφορά στα κτηματικά μητρώα της υποθήκης αρ. Υ2685/08 επί των νέων τίτλων. Σύμφωνα με τον ομνύοντα, η Πιστώτρια δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα τηρούσαν τέτοια στάση, με γνώμονα ότι η αρχική μεταφορά στα κτηματικά μητρώα της πιο πάνω υποθήκης μόνο 785/4464 μερίδια των νέων οικοπέδων με αρ. εγγραφής 0/8946 και 0/8947 παραπέμπει σε εξόφθαλμο λάθος, το οποίο είχε θέσει εις γνώση του ΕΜ από τις 09.05.22 όταν με ηλεκτρονικό μήνυμα της του κοινοποίησε έγγραφα που υποστηρίζουν τη θέση της. Το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 2.

 

Ο Χρεώστης μαζί με το ΕΜ καταχώρισαν στις 10.10.23 κοινή ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης επί 33 λόγους. Ορισμένοι από αυτούς επαναλαμβάνονται με κάποιους άλλους λόγους, ενώ άλλοι καλύπτονται μεταξύ τους. Δεν χρειάζεται να τους απαριθμήσω. Θα εξεταστούν κατά ομάδες. Σε κάθε περίπτωση κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν δικαιολογείται η παροχή της αιτούμενης άδειας.

 

Η ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης στηρίζεται, ανάμεσα σ’ άλλα, στη Δ.39, Δ.40 και Δ.48 Θ.1-3, Θ.4(2) & Θ.9 των Παλαιών Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, στο άρθρο 32 του Ν.14/60, στους Κανονισμούς 4, 5, 22-24 & 28 του Διαδικαστικού Κανονισμού του 2016 (5/2016), στο άρθρο 72 του Ν.65(Ι)/2015, στο δίκαιο επιείκειας, στη νομολογία, στην πρακτική και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου και στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.  

 

Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκες δηλώσεις του Χρεώστη και του ΕΜ, το περιεχόμενο των οποίων είναι πανομοιότυπο. Σ’ αυτές περιέχονται αναφορές, αρκετές από τις οποίες δεν σχετίζονται με τον σκοπό και τη φύση του αντικειμένου εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης. Παράλληλα υπάρχουν αναφορές που στην ουσία παραπέμπουν στους λόγους ένστασης.

 

Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης περιορίστηκε σε γραπτές αγορεύσεις. Το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων καθώς και τα επισυνημμένα σ’ αυτές τεκμήρια αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο.

 

Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους αμφότεροι συνήγοροι, με παραπομπή σε νομολογία, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κρίνεται ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Ένεκα της χρονολογίας που φέρει η καταχώρηση της, η εξέταση της υπό κρίση αίτησης διέπεται κατ’ εξοχήν από τους Παλαιούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Σχετικό δικονομικό υπόβαθρο είναι οι Κανονισμοί 4 & 5 του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2016 (5/2016) καθώς και η Δ.48(4)(2) των Παλαιών Θεσμών Πολιτική Δικονομίας, το οποίο περιλαμβάνεται στη νομική βάση της υπό κρίση αίτησης και παραπέμπω σ’ αυτό.   

 

Ερμηνεία των προνοιών της Δ.48(4)(2) μέσα από τη σχετική επί του θέματος νομολογία υποδεικνύει ότι η δυνατότητα καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης (στο εξής «ΣΕΔ») είναι ζήτημα που εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Για να ασκηθεί η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου υπέρ του αιτήματος ή της αίτησης, ανάλογα με τι ισχύει, θα πρέπει το Δικαστήριο να κρίνει ότι συντρέχει «καλός λόγος». Αυτό απαιτείται ακόμη και στην περίπτωση που ο αντίδικος δεν φέρει ένσταση (Αναφορικά με την Αίτηση του Φιλόκυπρου Ματθαίου κ.ά. (2008) 1Α Α.Α.Δ. 510).

 

Το τι συνιστά «καλό λόγο» δεν καθορίζεται μέσα από τις πρόνοιες των Θεσμών. Παράγοντες που να θεωρούνται εκ προοιμίου «καλός λόγος» δεν έχουν προσδιοριστεί. Άκαμπτος κανόνας δεν υπάρχει. Κάθε υπόθεση κρίνεται ξεχωριστά με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα που βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου με απώτερο στόχο την εξυπηρέτηση της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.

 

Μελετώντας κάποιος τη σχετική επί του θέματος νομολογία αντιλαμβάνεται ότι ο όρος «καλός λόγος» δεν έχει στενή έννοια αλλά ερμηνεύεται ευρέως. Ο «καλός λόγος» είναι άρρηκτα συνυφασμένος με τη φύση της υπό εξέταση περίπτωσης, με τα θέματα που προσδιορίζονται ως επίδικα καθώς και με το είδος των θεραπειών που επιδιώκονται (Μ. Κόκκινου v. Κ. Κόκκινου Έφεση Αρ. 29/14 ημερ. 03.11.16). Ο «καλός λόγος» είναι αλληλένδετος με τη σημασία που έχει η προτεινόμενη συμπληρωματική ένορκη δήλωση και την ανάγκη αντίκρουσης μαρτυρίας του αντιδίκου. Ειδικότερα το εάν μια εξήγηση που δίνεται θεωρείται «καλός λόγος» εξαρτάται από τα περιστατικά που την περιβάλουν και τα γεγονότα που τη συνθέτουν. Σε τελευταία ανάλυση, όπως λέχθηκε στην πιο πάνω υπόθεση Μ. Κόκκινου v. Κ. Κόκκινου, ‘«καλός λόγος» προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιας ανάγκης με απώτερο σκοπό την επίλυση των επίδικων ζητημάτων της ενδιάμεσης διαδικασίας και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης’.

 

Η καταχώρηση ΣΕΔ δεν απαγορεύεται όταν πρόκειται για απάντηση θέσεων ή ισχυρισμών που τέθηκαν για πρώτη φορά από τον καθ’ ου η αίτηση και με αυτή επιχειρείται η παρουσίαση ολοκληρωμένης και σφαιρικής εικόνας των γεγονότων. Στην περίπτωση δε που ένας διάδικος επιχειρεί να αντικρούσει θέσεις ή ισχυρισμούς που τίθενται σε ένορκη δήλωση του αντιδίκου του, οι οποίοι προφανώς έγιναν με βάση το περιεχόμενο της δικής του ένορκης δήλωσης, τότε αν δεν προκαλείται βλάβη στην άλλη πλευρά ή δεν συντρέχει θέμα κατάχρησης της διαδικασίας, θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να δοθεί σχετική άδεια. Ακόμη επιτρέπεται όταν πρόκειται για διευκρινίσεις επί ζητημάτων που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του αντιδίκου.

 

Από την άλλη, δεν αποτελεί «καλό λόγο» όταν ο αιτητής απλά αμφισβητεί θέσεις ή ισχυρισμούς του αντιδίκου χωρίς την παροχή λεπτομερειών. Περαιτέρω το Δικαστήριο δεν δίδει τέτοια άδεια όταν πρόκειται για επανάληψη αρχικών ισχυρισμών ή με το πρόσχημα της παρουσίασης ολοκληρωμένης εικόνας των στοιχείων επιχειρείται με συγκεκαλυμμένη μορφή η εισαγωγή γεγονότων με απώτερο στόχο την εύσχημη διόρθωση της παράλειψης του αιτητή να αποκαλύψει ευθύς εξ' αρχής όλα τα ουσιώδη γεγονότα παρουσιάζοντας πρόσθετη μαρτυρία. Επίσης δεν επιτρέπεται στις περιπτώσεις που επιδιώκεται η αναφορά αόριστων γεγονότων, γεγονότων που εκφεύγουν των επιδίκων θεμάτων της υπό εκδίκαση αίτησης καθώς επίσης γεγονότων που συνιστούν ανεπίτρεπτη μαρτυρία.

 

Διαφωτιστικό επί του σημείου αυτού είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση A. Messios & Sons Ltd κ.ά. v. Λεωνίδα (2010) 1Α Α.Α.Δ. 195:

“Θεωρούμε ότι η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στο δικαστήριο από τις σχετικές δικονομικές πρόνοιες, είναι ορθό και δίκαιο να ασκηθεί, στην προκείμενη περίπτωση υπέρ των εφεσειόντων-αιτητών. Κατά την εκτίμησή μας τα στοιχεία που επιθυμούν να θέσουν ενώπιον του δικαστηρίου, οι εφεσείοντες-αιτητές, με τις δύο ένορκες δηλώσεις για τις οποίες ζητούν την άδεια του δικαστηρίου να καταχωρήσουν, είναι στοιχεία που σχετίζονται με τους ισχυρισμούς και τις θέσεις που πρόβαλε ο εφεσίβλητος-καθ’ ου η αίτηση στην αρχική του ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης στην αίτηση επαναφοράς της έφεσης. Δεν πρόκειται, κατά την κρίση μας, για ανεπίτρεπτη μαρτυρία ούτε για επανάληψη των αρχικών ισχυρισμών των εφεσειόντων, αλλά για διευκρινίσεις και ισχυρισμούς που είναι επιθυμητό να επιτραπεί στους εφεσείοντες-αιτητές να προβάλουν, ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων.”

 

Το πνεύμα της πιο πάνω ερμηνείας καλύπτει και τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς 4 & 5 του ΔΚ 5/2016.

 

Καθοδηγούμενος από το προαναφερόμενο νομικό περίγραμμα στρέφομαι ευθύς να εξετάσω την παρούσα ενδιάμεση αίτηση υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων αμφοτέρων πλευρών. Θα εξετάσω τους προβαλλόμενους λόγους ένστασης κατά ομάδες. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί.

 

Θα ξεκινήσω την ενασχόληση μου από την πρώτη ομάδα λόγων ένστασης που άπτεται ισχυρισμού περί πρόκλησης καθυστέρησης στην εκδίκαση της κυρίως αίτησης για επικύρωση ή παραμερισμό διατάγματος επιβολής ΠΣΑ στους πιστωτές (λόγοι ένστασης αρ. 7 & 21).

 

Με κάθε σεβασμό στον Χρεώστη και στο ΕΜ δεν συμμερίζομαι τη θέση αυτή. Ουδεμία καθυστέρηση προκαλείται σε περίπτωση που εγκριθεί η παρούσα αίτηση αφού αν δοθεί τέτοια άδεια η ΣΕΔ θα μπορεί να καταχωριστεί εντός πολύ λίγων ημερών. Η δε παροχή απάντησης στην ΣΕΔ από μέρους του Χρεώστη ενδεχομένως να μην είναι απαραίτητη. Συνεπώς οι λόγοι αυτοί ένστασης απορρίπτονται ως ανεδαφικοί.

 

Ένας άλλος λόγος ένστασης που προωθείται είναι η θέση ότι η επίμαχη ΣΕΔ δεν συνάδει με τις πρόνοιες της Δ.39 (μέρος λόγου ένστασης αρ. 8).

 

Με κάθε σεβασμό στον Χρεώστη και στο ΕΜ θα πρέπει να λεχθεί ότι ουδεμία αναφορά υπάρχει που να εξηγεί το λόγο που κατά την άποψη τους η ΣΕΔ δεν συνάδει με πρόνοιες της Δ.39. Δεν εντοπίζονται τα μέρη εκείνα της ΣΕΔ που ο Χρεώστης μαζί με το ΕΜ θεωρούν ότι συγκρούονται ή δεν πληρούν τις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού και ουδεμία ανάλυση υποστηρίζει την επικαλούμενη θέση. Παράλληλα δεν έχω διαπιστώσει κανένα νομικό σχολιασμό μέσα από τη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου τους που να πραγματεύεται συγκεκριμένα το ζήτημα αυτό.

 

Εκλαμβάνω ότι η πλευρά του Χρεώστη και του ΕΜ έχουν εγκαταλείψει το μέρος αυτό του λόγου ένστασης, το οποίον τελικά δεν προωθούν. Σε κάθε περίπτωση παρέμεινε εκτεθειμένος και απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτος. Επαναλαμβάνω ότι η προσκόμιση απαντητικής μαρτυρίας επιτρέπεται εφόσον καταδειχτεί η ύπαρξη καλού λόγου που να τη δικαιολογεί.

Προχωρώ με την εξέταση της ομάδας ένστασης που αφορά ισχυρισμούς για το ότι η υπό κρίση αίτηση εδράζεται σε γενικούς και αόριστους λόγους αλλά και επί το ότι το περιεχόμενο της ΕΔ που τη συνοδεύει είναι, κατά τη γνώμη του Χρεώστη και του ΕΜ, αναληθές (λόγοι ένστασης αρ. 12, 18 & 28).

 

Με κάθε σεβασμό στον Χρεώστη και στο ΕΜ η αναφορά τους για το ότι η παρούσα αίτηση στηρίζεται σε γενικούς και αόριστους λόγους δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η υπό κρίση αίτηση προωθείται επί ενός συγκεκριμένου ζητήματος, το οποίο και επισημαίνεται. Ο λόγος που προωθείται εξηγείται στο Δικαστήριο. Επομένως δεν ευσταθεί οποιαδήποτε θέση για γενικότητα, αοριστία ή ασάφεια.

 

Σε ότι αφορά τη δεύτερη πτυχή της ομάδας, δηλαδή ότι το περιεχόμενο της ΕΔ είναι αναληθές, αυτό συνιστά συμπέρασμα. Στο στάδιο αυτό το Δικαστήριο δεν αξιολογεί την αξιοπιστία ολόκληρου του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον του επειδή το περιεχόμενο της μαρτυρίας που παρουσιάστηκε δεν περιορίζεται στον σκοπό και στη φύση της παρούσας διαδικασίας αλλά επεκτείνεται και στην κυρίως αίτηση αλλά και σε άλλες αιτήσεις που εκκρεμούν με διαφορετικό αντικείμενο εκδίκασης από την παρούσα. Αυτό ενδεχομένως να απασχολήσει το Δικαστήριο σε μεταγενέστερο στάδιο όταν θα εκδικαστεί η ουσία αυτών των άλλων αιτήσεων. Το Δικαστήριο τώρα ασχολείται μόνο με το μέρος του μαρτυρικού υλικού που θα το βοηθήσει και κατ’ επέκταση διαφωτίσει για να εξετάσει το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Σ’ αυτά δεν περιλαμβάνεται η διερεύνηση της ορθότητας και αλήθειας της ΕΔ της παρούσας αίτησης.

 

Συνεπώς τα πιο πάνω δεν αποτελούν λόγους που χρήζουν διερεύνησης.

      

Ολοκληρώνω με την εξέταση των υπολοίπων λόγων ένστασης, οι οποίοι ανήκουν στις ομάδες που εγείρουν θέσεις περί «κατάχρησης», ότι η Πιστώτρια «δεν προσέρχεται με καθαρά χέρια στο Δικαστήριο», ότι δεν «υφίσταται καλός λόγος» για να δικαιολογείται η έγκριση της παρούσας αίτησης και ότι «θα προκληθεί αδικία στην άλλη πλευρά». Θα εξεταστούν μαζί επειδή προβάλλουν κοινούς ισχυρισμούς που παραπέμπουν στις παραμέτρους που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο προτού αποφασίσει για την ουσία της υπό κρίση αίτησης.   

 

Όπως έχει ήδη λεχθεί, η παροχή άδειας έχει απώτερο στόχο την εξυπηρέτηση της ορθής απονομής της δικαιοσύνης. Η εκδίκαση των επιδίκων θεμάτων της κυρίως αίτησης στη βάση ολοκληρωμένης και σφαιρικής εικόνας των γεγονότων χωρίς να προκαλείται αδικία είναι το στοιχείο που κυριαρχεί στη σκέψη του Δικαστηρίου.

Στην προκειμένη περίπτωση η κυρίως αίτηση υπό τη μορφή ειδοποίησης περί πρόθεσης ένστασης ημερ. 05.09.22 δυνάμει των προνοιών του άρθρου 57(2) του Ν.65(Ι)/2015 βασίζεται σε διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς προωθεί τη θέση ότι το ΕΜ παράνομα, κακόπιστα και καταχρηστικά δεν ανέβαλε τη Συνέλευση Πιστωτών και κατ’ επέκταση δεν έγκρινε αίτημα της Πιστώτριας για παράταση χρόνου υποβολής της επαλήθευσης χρέους όταν, σύμφωνα με ισχυρισμό της Πιστώτριας, διαπιστώθηκαν επισήμως από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας τα κατά τη γνώμη της ορθά υποθηκευμένα μερίδια προς όφελος της επί των ακινήτων του Χρεώστη (λόγος αρ. 4). Ένας άλλος λόγος καταγράφει τη θέση ότι «το επίδικο ΠΣΑ περιέχει έκδηλα λανθασμένα και/ή ανακριβή στοιχεία επί ουσιαστικών γεγονότων και/ή στηρίζεται επί λανθασμένων στοιχείων και/ή ανακριβειών επί ουσιαστικών γεγονότων, τα οποία παραβλάπτουν ουσιωδώς τα συμφέροντα της Πιστώτριας» (λόγος αρ. 7). Επίσης προβάλλεται η θέση ότι το επίμαχο ΠΣΑ δεν καθορίζει ορθά τα εξασφαλισμένα και/ή μη εξασφαλισμένα χρέη με την περιγραφή τους να είναι έκδηλα λανθασμένη και να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα (λόγος αρ. 9).

 

Τόσο ο Χρεώστης όσο και το ΕΜ στις ξεχωριστές, αλλά πανομοιότυπες, μεταξύ τους Απαντητικές Ένορκες Δηλώσεις τους σημειώνουν τη δική τους εκδοχή, η οποία είναι εκ διαμέτρου αντίθετη από αυτή της Πιστώτριας. Συνεπώς διάφορα ζητήματα που σχετίζονται με τον επικαλούμενο διαχωρισμό του υποθηκευμένου ακινήτου αρ. 8324, νέα οικόπεδα που τυχόν προέκυψαν και τα εγγεγραμμένα μερίδια του Χρεώστη που ενδεχομένως να μεταφέρθηκαν σ’ αυτά ένεκα της υποθήκης αρ. Υ2685/08 του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου Πάφου, έχουν καταστεί επίδικα ένεκα των διαφορετικών εκδοχών που έχουν προβληθεί από τους διαδίκους.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την κυρίως αίτηση η πλευρά της Πιστώτριας παραθέτει το ιστορικό του ζητήματος μαζί με λεπτομέρειες που περιβάλλουν το συγκεκριμένο θέμα, όπως αυτή θεωρεί. Παράλληλα καταγράφει όλες τις ενέργειες που έχουν γίνει από μέρους της. Από τις τελευταίες ενέργειες της ήταν περί 11.08.22 η γραπτή ενημέρωση στο ΕΜ με βάση την οποίαν λέχθηκε ότι το Κτηματολόγιο είχε προβεί σε διόρθωση λάθους επί των μεριδίων που τελικά θα παρέμεναν υποθηκευμένα συνεπεία του διαχωρισμού του ακινήτου αρ. 8324 σε νέα οικόπεδα (§21 & §22 ΕΔ κυρίως αίτησης). Είχε προηγηθεί σχετικό αίτημα της Πιστώτριας προς το Κτηματολόγιο, το οποίο από ότι φαίνεται είχε εγκριθεί (Τεκμήριο 15 κυρίως αίτησης). Επιπλέον η Πιστώτρια είχε αιτηθεί από το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου την έκδοση πιστοποιητικού έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας σχετικά με το ιστορικό του ακινήτου 8324, το οποίο δεν κατέστη δυνατό να εξασφαλιστεί κατά την καταχώρηση της κυρίως αίτησης (05.09.22). Για το λόγο που εξηγείται στην §12 της ΕΔ που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση και δεν φαίνεται να οφείλεται στην Πιστώτρια, το εν λόγω έγγραφο εξασφαλίστηκε στις 25.05.23. Ενδεικτικά παραπέμπω στις §9(β), 11, 12, 13, 15, 16 & 20-23 της ΕΔ που συνοδεύει την κυρίως αίτηση. Με την αιτούμενη ΣΕΔ επιδιώκεται η κατάθεση του συγκεκριμένου εγγράφου ώστε να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου για σκοπούς εκδίκασης της κυρίως αίτησης.

 

Τα γεγονότα που περιβάλλουν το εν λόγω επίδικο ζήτημα καθώς και οι ενέργειες που έχουν ληφθεί αναφέρονται τόσο από τον Χρεώστη όσο και από το ΕΜ στην απαντητική ένορκη δήλωση τους, όπως αυτοί τα έχουν αντιληφθεί. Μέσα από το έγγραφο τους αμφισβητούν τη θέση της Πιστώτριας ότι υπάρχει εξόφθαλμο λάθος επικαλούμενοι την κατοχή δύο εγγράφων σε σχέση με τα υποθηκευμένα μερίδια για τα έτη 2008 και 2009 (§20 και Τεκμήρια Ε & ΣΤ απαντητική ένορκη δήλωση Χρεώστη και ΕΜ).

 

Να σημειωθεί ότι η Πιστώτρια αμφισβητεί την ορθότητα των δύο πιστοποιητικών που παρουσιάζονται από το Χρεώστη και το ΕΜ. Είναι γι’ αυτό που επικαλείται εξόφθαλμο λάθος μέσα από την κυρίως αίτηση του και γι’ αυτό αιτήθηκε για διόρθωση τους στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου ζητώντας την έκδοση πιστοποιητικού έρευνας ακίνητης ιδιοκτησίας σχετικά με το ιστορικό του ακινήτου 8324. Η Πιστώτρια αισθάνεται δικαιωμένη με την εκ των υστέρων εξασφάλιση του εν λόγω εγγράφου, το οποίο επιθυμεί να θέσει υπόψη του Δικαστηρίου.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ουσιαστικά η Πιστώτρια επιθυμεί να παρουσιάσει ενώπιον του Δικαστηρίου ένα νέο έγγραφο που παρόλο ότι είχε ζητήσει πριν την καταχώριση της κυρίως αίτησης εξασφάλισε μετά την καταχώρηση της για το λόγο που εξηγεί. Το εν λόγω έγγραφο δεν θα μπορούσε να είχε συμπεριληφθεί στην κυρίως αίτηση. Για το χρόνο δε που παρήλθε από τότε που είχε ζητηθεί μέχρι την εξασφάλιση του η Πιστώτρια ουδεμία ευθύνη φέρει. Ο δε λόγος που ζητείται να παρουσιαστεί με ΣΕΔ κρίνεται δικαιολογημένος.

Σε περίπτωση που δοθεί άδεια στην Πιστώτρια να καταθέσει το συγκεκριμένο έγγραφο κανένα δικαίωμα και/ή συμφέρον είτε του Χρεώστη είτε του ΕΜ επηρεάζεται δυσμενώς. Το συγκεκριμένο ζήτημα ήταν από την αρχή εις γνώση τους αφού η Πιστώτρια μέσω της κυρίως αίτησης το είχε προσδιορίσει, είχε επισημάνει το πρόβλημα που κατά τη γνώμη της είχε δημιουργηθεί, έδωσε λεπτομέρειες, κατέγραψε την εκδοχή της και ανάφερε ότι είχε αιτηθεί την έκδοση του εγγράφου που επιδιώκει τώρα να παρουσιάσει. Αντίθετα αν δεν δοθεί τέτοια άδεια θα προκληθεί ανεπανόρθωτη αδικία στην Πιστώτρια αφού δεν θα είναι σε θέση να προωθήσει και να υποστηρίξει ως θα ήθελε τους λόγους που περιέχουν θέσεις της για λανθασμένα στοιχεία, τις επικαλούμενες συνέπειες από αυτά και ισχυρισμό για παράνομη, καταχρηστική και κακόπιστη συμπεριφορά από μέρους του ΕΜ και κατ’ επέκταση του Χρεώστη στην αντιμετώπιση του ζητήματος στα πλαίσια της διαδικασίας ΠΣΑ, το οποίο είχε τεθεί εις γνώση τους από την Πιστώτρια στην κυρίως αίτηση. Ουσιαστικά η Πιστώτρια θα στερηθεί της ευκαιρίας να προωθήσει την κυρίως αίτηση της και να την εκδικάσει επί ίσης βάσης με την πλευρά του Χρεώστη.

 

Έχω αναγνώσει με προσοχή το περιεχόμενο της προτεινόμενης ΣΕΔ που επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης. Το περιεχόμενο της προτιθέμενης προς καταχώρηση ΣΕΔ πρέπει να αποκαλύπτεται προτού το Δικαστήριο επιτρέψει την παρουσίαση του (Παπακόκκινου και άλλης v. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (2012) 1Α Α.Α.Δ. 643). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως ήδη λέχθηκε, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση επισυνάπτεται το δείγμα της σκοπούμενης προς καταχώρηση ΣΕΔ της Πιστώτριας. Είναι φανερό ότι το γεγονός αυτό συνάδει με τη δικονομική πρακτική που υποδείχτηκε μέσα από τη νομολογία.

 

Εκείνο που έχω διαπιστώσει είναι ότι σ’ αυτήν γίνεται αναφορά στην ύπαρξη και κατοχή του επίμαχου πιστοποιητικού, για το οποίο επιθυμείται η κατάθεση του. Ακολουθεί επεξήγηση του περιεχομένου του καθώς και σε αναφορά σε σχετική επιστολή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που συνδέεται με το εν λόγω έγγραφο, τα οποία παρέχουν στο Δικαστήριο μια ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα των γεγονότων.

 

Δεν έχω εντοπίσει επανάληψη αρχικών ισχυρισμών, ούτε κακόπιστη και καταχρηστική προσπάθεια σκόπιμης συμπλήρωσης ελλείψεων, κενών και/ή παραλείψεων επί γνωστών γεγονότων που θα μπορούσαν να είχαν συμπεριληφθεί από την αρχή στην ΕΔ που συνοδεύει την κυρίως αίτηση. Επιπλέον δεν είναι η περίπτωση όπου με τον μανδύα της παρουσίασης όλων των γεγονότων επιδιώκεται συγκεκαλυμμένα προσθήκη αναφορών ως επιπρόσθετη μαρτυρία ώστε έντεχνα να διορθωθεί το περιεχόμενο της ΕΔ που θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί από την αρχή με την αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων. Εδώ το περιεχόμενο της σκοπούμενης ΣΕΔ περιέχει επιτρεπτή μαρτυρία που εξυπηρετεί τους σκοπούς της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.         

 

Υπό το φως των προαναφερόμενων και αφού συνεκτίμησα όλους τους παράγοντες και δεδομένα που περιβάλουν την υπό κρίση αίτηση, παρατηρώ ότι υπάρχει «καλός λόγος» που επιτρέπει τη χορήγηση άδειας για την καταχώρηση της αιτούμενης ΣΕΔ μαζί με τα δύο επισυνημμένα σ’ αυτήν τεκμήρια.

 

Επαναλαμβάνω ότι η χορήγηση άδειας δεν θα προκαλέσει δυσμενή βλάβη, ζημιά, αδικία ή δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων και/ή συμφερόντων των Καθ’ ων η αίτηση. Αντίθετα μη παροχή τέτοιας άδειας, όχι μόνο θα στερήσει από την Πιστώτρια την ευκαιρία να χειριστεί την κυρίως αίτηση ως θα ήθελε, αλλά επίσης θα στερήσει την ευκαιρία να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου όλα τα γεγονότα στην ολοκληρωμένη και σφαιρική τους μορφή. Η αναφορά αυτή καθιστά έκθετους σε απόρριψη όλους τους υπόλοιπους λόγους ένστασης. 

 

Συνακόλουθα η αίτηση εγκρίνεται. Κατά συνέπεια, ασκώντας τη διακριτική ευχέρεια μου δίδεται άδεια στην Πιστώτρια να καταχωρήσει εντός 10 ημερών από σήμερα την συμπληρωματική ένορκη δήλωση στην κυρίως αίτηση ημερ. 05.09.22 μαζί με τα δύο επισυνημμένα τεκμήρια, δείγμα της οποίας συνοδεύει την παρούσα αίτηση ως Τεκμήριο 3.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ της Πιστώτριας και εναντίον του Χρεώστη και του ΕΜ και θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας στην κυρίως αίτηση.

 

                                                          (Υπ.) …………….................................

                                                                            Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο