ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. Συμεού Ε.Δ.

Αγωγή αρ. 216/21 Μεταξύ:

Z & Χ MECHANICAL INSTALLATIONS LIMITED (ΗΕ ΧΧΧΧΧ) από την Πάφο

Ενάγουσα και

SKY PREASURE INTERNATIONAL LTD (ΗΕ ΧΧΧΧΧ) από την Πάφο

Εναγόμενη

Ημερομηνία: 06/02/24

Εμφανίσεις :

Για Ενάγουσα: Λ. Λουκαΐδου Θεοφάνους Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγόμενη: κα. Σ. Δίγκα για Ν. Παπαθεοχάρους και Σία Δ.Ε.Π.Ε

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Δικόγραφα

Με το ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα που καταχωρήθηκε στις 02/04/21, η Ενάγουσα αξιώνει το ποσό ύψους Ευρώ 1,329,82 δυνάμει τιμολογίων και ή κατάστασης λογαριασμού και ή δυνάμει γραπτής και ή προφορικής συμφωνίας και στην βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού, πλέον νόμιμο τόκο, πλέον έξοδα ύψους 450 ευρώ πλέον Φ.Π.Α, πλέον έξοδα επίδοσης. Μέσα από τις δικογραφημένες θέσεις της Ενάγουσας προκύπτει ότι είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα την Πάφο και αναλαμβάνει μεταξύ άλλων την εγκατάσταση κλιματιστικών συσκευών. Η Εναγόμενη είναι επίσης εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα την Πάφο και κατά τον ουσιώδη χρόνο ήτο πελάτιδα της Εναγόμενης. Κατά η περί τον Ιούλιο του έτους 2019 η Ενάγουσα συμφώνησε να παρέχει ηλεκτρολογικές και ή μηχανολογικές υπηρεσίες ή την εγκατάσταση κλιματιστικών συσκευών στις εγκαταστάσεις της Εναγόμενης, πράγμα το οποίο και έπραξε, εκδίδοντας προς τούτο σχετικά τιμολόγια, από τώρα και στο εξής « τα τιμολόγια»  υπ. αρ. INV-38940 ημερ. 11/07/19 για το ποσό των 642,60 ευρώ και το τιμολόγιο INV-38941 για το ποσό των 4,432,75 ευρώ. Η Ενάγουσα παράλληλα με την έκδοση των τιμολογίων διατηρούσε και λογαριασμό αναφορικά με τις υπηρεσίες που παρείχε στην Εναγόμενη  ο οποίος και έδειχνε ως οφειλόμενο υπόλοιπο κατά τον μήνα Ιούλιο του 2019 το ποσό ύψους 5,075,35 ευρώ. Με βάση τα πιο πάνω τιμολόγια μάλιστα η Εναγόμενη είχε αποδεχτεί την οφειλή της και πλήρωσε περί την 15/07/19 το ποσό των 3,745,53 στην Ενάγουσα ως έναντι των πιο πάνω αναφερόμενων τιμολογίων και ή της κατάστασης λογαριασμού που διατηρούσε, αλλά εξακολουθεί να οφείλει το ποσό των 1,329,82 ευρώ το οποίο η Ενάγουσα ισχυρίζεται ότι δεν της έχει καταβάλει μέχρι σήμερα.

 

Με την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση που καταχωρήθηκε στις 20/12/21, η Εναγόμενη αρνείται ότι οφείλει οποιοδήποτε ποσό προς την Ενάγουσα ενώ παραδέχεται ότι περί το έτος 2019 της ανέθεσε την εγκατάσταση κλιματιστικών μονάδων. Ισχυρίζεται όμως ότι μετά από την εγκατάσταση τους διαπίστωσε ότι τα κλιματιστικά τοποθετήθηκαν αμελώς και με μη ικανοποιητικό τρόπο, με αποτέλεσμα να χρειαστεί η επιδιόρθωση τους. Ως εκ τούτου αποτελεί ισχυρισμό της Εναγόμενης ότι επικοινώνησε επανειλημμένα με την Ενάγουσα προκειμένου να διευθετηθεί επίσκεψη προς τις εγκαταστάσεις της με σκοπό η τελευταία να προβεί στην επιδιόρθωση των κλιματιστικών, αλλά η Ενάγουσα αρνείτο. Σύμφωνα επίσης με τις δικογραφημένες θέσεις της Εναγόμενης, συνεπεία των πιο πάνω προβλημάτων που προέκυψαν αναγκάστηκε να διαθέσει την επιδιόρθωση τους σε άλλο τρίτο πρόσωπο ο οποίος μάλιστα διαπίστωσε ότι υπήρχαν προβλήματα κατά τις αρχικές εργασίες αναφορικά με την εγκατάσταση των κλιματιστικών καθώς και στον μη επαρκή καθαρισμό τους. Περεταίρω ισχυρίζεται ότι συνεπεία των διαπιστώσεων τούτων, τα κλιματιστικά δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σωστά και έτσι έπρεπε να αποσυναρμολογηθούν μερικώς και να επανασυναρμολογηθούν προκειμένου να επιλυθούν τα όποια προβλήματα υπήρχαν, γεγονός το οποίο η Εναγόμενη έπραξε με αποτέλεσμα να επωμιστεί περαιτέρω έξοδα ύψους 700 ευρώ τα οποία και αξιώνει με την Ανταπαίτηση της, πλέον νόμιμο τόκο και έξοδα της διαδικασίας, πλέον Φ.Π.Α.  

Η Ενάγουσα, με την Απάντηση στην Υπεράσπιση της Εναγόμενης και με την Υπεράσπιση στην Ανταπαίτηση, αρνείται τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από την Εναγόμενη και την καλεί  σε αυστηρή απόδειξη των ισχυρισμών της. Υποστηρίζει μάλιστα ότι τα όσα η Εναγόμενη ισχυρίζεται περί επίδειξης αμέλειας εκ μέρους της, αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις και κατασκευάσματα της με σκοπό να αποφύγει την ευθύνη, δηλαδή την καταβολή του υπολοίπου ποσού το οποίο και οφείλει καθώς επίσης ότι οι όποιες εργασίες εκτελέστηκαν από την Ενάγουσα προς την Εναγόμενη έγιναν με τον πλέον δέοντα τρόπο και με επαγγελματισμό.  

Μαρτυρία

Σε υποθέσεις αστικής φύσεως, όπως η παρούσα, το βάρος απόδειξης βρίσκεται κατά κανόνα στους ώμους του Ενάγοντα να αποδείξει τους ισχυρισμούς του για την αξίωσή του, και του Εναγόμενου σε ότι αφορά την Ανταπαίτηση προσάγοντας επαρκή αποδεικτικά στοιχεία (βλ. ενδεικτικά Παπακόκκινου Βερεγγάρια Π. και άλλη ν. Δημήτρη Κυριακίδη (2010) 1 Α.Α.Δ. 789) Το επίπεδο απόδειξης είναι αυτό του ισοζυγίου των πιθανοτήτων Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος απόδειξης είναι «πιο πιθανή παρά η αντίθετη» αλλά το κατά πόσο, ο διάδικος ικανοποίησε το Δικαστήριο, με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση ή η εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (βλ. Μαρσέλ Μπούλος και Άλλοι ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ. (2001) 1 ΑΑΔ 1858). Το νομικό ή γενικό βάρος δεν πρέπει όμως να συγχέεται με το αποδεικτικό βάρος απόδειξης. Το πρώτο είναι πάντοτε στους ώμους του Ενάγοντα και δεν μεταφέρεται. Το ειδικό ή αποδεικτικό βάρος απόδειξης υποδηλώνει το βάρος που έχει ένας διάδικος να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία για την υποστήριξη ενός επίδικου θέματος ή ενός θέματος που είναι σχετικό, έτσι ώστε το Δικαστήριο να καλέσει την άλλη πλευρά να απαντήσει. Σε αντίθεση με το γενικό ή νομικό βάρος απόδειξης, το ειδικό ή αποδεικτικό βάρος απόδειξης δυνατόν να μετατοπίζεται στους ώμους του διαδίκου που εγείρει τον εκάστοτε ισχυρισμό (βλ. ΒΑΡΒΑΡΑ (ΡΙΤΣΑ) MASON ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΡΙΤΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΔΙΑΚΟΥ (ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ) ν. ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 273/2010, 8/4/2014).

Δυνάμει της Δ.30 0.6 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, η ακρόαση της αγωγής έλαβε χώρα στη βάση έγγραφης μαρτυρίας που καταχώρησαν οι διάδικοι. Προς υποστήριξη της αξίωσής του, η Ενάγουσα καταχώρησε στο Δικαστήριο την 29/03/23 ένορκη δήλωση ενώ η Εναγόμενη για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς της Υπεράσπισης και της Ανταπαίτησης της  καταχώρησε επίσης ένορκη δήλωση την 31/10/23. Ουδείς εκ των μαρτύρων αντεξετάστηκε από την άλλη πλευρά και οι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν γραπτές αγορεύσεις, το περιεχόμενο των οποίων υιοθέτησαν για σκοπούς της ακρόασης της αγωγής

Έχω μελετήσει προσεκτικά τα δικόγραφα και τις ένορκες δηλώσεις που έχουν καταχωρηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας και έχω λάβει υπόψη την επιχειρηματολογία στην οποία έχουν προβεί οι συνήγοροι των διαδίκων μέσω των γραπτών τους αγορεύσεων, ακόμη και εάν δεν αναπαράγεται λεπτομερώς το περιεχόμενο των κειμένων τους στην παρούσα Απόφαση. Σημειώνεται ότι στην παρούσα υπόθεση δηλαδή η Απαίτηση και η Ανταπαίτηση έχουν συνεκδικαστεί.

Έγγραφη μαρτυρία για την Ενάγουσα - Εξ Ανταπαιτήσεως Εναγόμενη

Προς υποστήριξη της αξίωσης της Ενάγουσας, δόθηκε μαρτυρία από τον διευθυντής της εταιρείας, Χρύσανθο Χρυσάνθου, ο οποίος όπως υποστήριξε γνωρίζει τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Ο Χρυσάνθου αναφέρεται μέσα από την ένορκο του δήλωση στο αντικείμενο με το οποίο απασχολείται η Ενάγουσα καθώς και στην συμφωνία που είχε συνάψει μαζί με την Εναγόμενη περί τον μήνα Ιούλιο του 2019 δυνάμει τιμολογίων που εκδόθηκαν αναφορικά με την παροχή ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών υπηρεσιών προς τις εγκαταστάσεις της και πιο συγκεκριμένα με την εγκατάσταση και εφαρμογή κλιματιστικών. Η επιστολή προσφοράς της Ενάγουσας προς την Εναγόμενη ημερ. 14/02/19 επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1. Σύμφωνα με τον Χρυσάνθου, η Ενάγουσα εκπλήρωσε τους όρους της συμφωνίας προς την Εναγόμενη, εκδίδοντας τα τιμολόγια υπ. αρ. INV-38940 ημερ. 11/07/19 για το ποσό των 642,60 ευρώ καθώς και το τιμολόγιο INV-38941 για το ποσό των 4,432,75 ευρώ. Επίσης ο Χρυσάνθου αναφέρει περαιτέρω, ότι η Εναγόμενη διατηρούσε λογαριασμό με την Ενάγουσα ο οποίος και έδειχνε περί τον μήνα Ιούλιο του 2019 ως οφειλόμενο υπόλοιπο το ποσό των 5 075,35 ευρώ. Σημειώνεται ότι μέσω της μαρτυρίας του ο Χρυσάνθου και προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, επισυνάπτει σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 11/07/19 το οποίο στάλθηκε από τους δικηγόρους της Εναγόμενης προς την Ενάγουσα το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται στην επιλογή του τύπου του επίδικου κλιματιστικού (Τεκμήριο 2), τα  δύο τιμολόγια ως αναφέρονται ανωτέρω (Τεκμήρια 3 και 4) καθώς και την κατάσταση λογαριασμού (Τεκμήριο 5).

Σύμφωνα μάλιστα με τον Χρυσάνθου, η Εναγόμενη βάση τόσο της κατάστασης λογαριασμού όσο και των τιμολογίων που εκδόθηκαν πλήρωσε έναντι προς την Ενάγουσα, το ποσό των 3,745,53 ευρώ αλλά εξακολουθεί να της οφείλει μέχρι σήμερα το ποσό των 1,329,83 ευρώ το οποίο και αρνείται να πληρώσει παρά της συνεχείς οχλήσεις τους. Η επιστολή ημερ. 18/01/21 από τον δικηγόρο της Ενάγουσας προς την Εναγόμενη αναφορικά με την οφειλή του ποσού αυτού επισυνάπτεται ως (Τεκμήριο 6). Επίσης υποστηρίζει ο Χρυσάνθου ότι, οι ισχυρισμοί που έχουν προβληθεί από την Εναγόμενη αναφορικά με την μη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων της Ενάγουσας είναι αναληθείς αφού άλλωστε η Εναγόμενη πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό έναντι των πιο πάνω τιμολογίων μετά την εγκατάσταση των κλιματιστικών και ουδέν παράπονο προέβαλε προ της επιστολής που της είχε αποσταλεί από την Ενάγουσα για είσπραξη του υπολοίπου ποσού που εξακολουθεί να τους οφείλει. Συνεπώς και ισχυρίζεται ότι τα όσα προβλήθηκαν από την Εναγόμενη περί ελαττωματικότητας των προϊόντων που της παραδόθηκαν, αποτελούν εκ των υστέρων σκέψεις της με απώτερο σκοπό να αποφευχθεί από μέρους της η καταβολή του υπολοίπου ποσού που της οφείλει. 

Έγγραφη μαρτυρία της Εναγόμενης -  Εξ’ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσας

Προς υποστήριξη της Υπεράσπισής αλλά και της Ανταπαίτησης της Εναγομένης, η Annete Kolak η οποία είναι η διευθύντρια και η γραμματέας της, δια μέσω της  ενόρκου δηλώσεως που έχει καταχωρήσει, αποδέχεται πράγματι ότι περί τον μήνα Ιούλιο του 2019 αποδέχθηκε την πρόταση της Ενάγουσας για να εγκαταστήσει η τελευταία στο υποστατικό της, κλιματιστικές μονάδες μεταξύ των οποίων και την κλιματιστική μονάδα μάρκας DAIKIN, δηλαδή την επίδικη, πράγμα που τελικά και έπραξε. Την 15 Ιουλίου του 2019, σύμφωνα με την Kolak η Εναγόμενη πλήρωσε το ποσό των 3,745,53 ευρώ προς την Ενάγουσα και σχετικά με το ποσό αυτό εκδόθηκε απόδειξη με αρ. 133751 η οποία και επισυνάπτεται ως (Τεκμήριο 2).

Το κλιματιστικό όμως σύμφωνα με την Kolak δεν είχε την απόδοση που έπρεπε παρά το γεγονός ότι ήταν καινούργιο. Επίσης αναφέρει η Kolak ότι η Ενάγουσα είχε αναλάβει την εκτέλεση και άλλων εργασιών στις εγκαταστάσεις της, όπως για παράδειγμα την τοποθέτηση και άλλων κλιματιστικών μονάδων πέραν του επίδικου καθώς και του καλύμματος της πισίνας για τα οποία επίσης διαπιστώθηκαν προβλήματα τα οποία και της είχαν γνωστοποιηθεί. Μάλιστα η Kolak προβάλλει τον ισχυρισμό ότι κάθε φορά που επικοινωνούσε τόσο η ίδια όσο και περισσότερο ο ιδιοκτήτης του ακινήτου Patrick Elmendorff μαζί με την Ενάγουσα αναφορικά με το επίδικο κλιματιστικό ουδέποτε η Ενάγουσα ανταποκρίθηκε με σκοπό να το επιδιορθώσει. Υποστηρίζει μάλιστα ότι περί τον μήνα Σεπτέμβριο του 2020 και επειδή η Ενάγουσα δεν ανταποκρινόταν στις συνεχείς οχλήσεις της, αναγκάστηκε να καλέσει άλλο συνεργείο, όπου ο κ. Ποζίδης ο οποίος κλήθηκε για να το ελέγξει, τους ενημέρωσε ότι το εν λόγω κλιματιστικό είχε διαρροή φρέον από τους χαλκοσωλήνες και αυτός ήταν και ο λόγος που δεν είχε την σωστή απόδοση. Ο Ποζίδης σύμφωνα με την Κοlak καθάρισε τους μύκητες και τις ακαθαρσίες που είχαν μαζευτεί στα φίλτρα του κλιματιστικού και πρόσθεσε φρέον.  Για τις εργασίες αυτές η Κolak εκ μέρους της Εναγόμενης κατέβαλε στον Ποζίδη το ποσό των 700 ευρώ. Σχετικό αντίγραφο τιμολογίου επισυνάπτεται ως (Τεκμήριο 4) καθότι το πρωτότυπο του εν λόγω τιμολογίου δεν ήταν δυνατό να ανευρεθεί. Πρωτότυπο τιμολόγιο ως απόδειξη της καταβολής του ποσού στον κ. Ποζίδη για των 700 ευρώ επισυνάπτεται στην μαρτυρία της Kolak ως (Τεκμήριο 5) στο οποίο και αναφέρονται οι εργασίες στις οποίες προέβηκε την 14/09/20.

Τέλος η Κolak επισυνάπτει και την επιστολή ημερ. 26/02/21 η οποία απευθύνεται προς τους δικηγόρους της Ενάγουσας αναφορικά με τα προβλήματα που υπήρξαν από την κατ’ ισχυρισμό πλημμελή παροχή υπηρεσιών προς την Εναγόμενη,( Τεκμήριο 6).

Αξιολόγηση μαρτυρίας

Σε αστικές υποθέσεις, όπως και η παρούσα, η απόδειξη κρίνεται με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, με το βάρος απόδειξης να βρίσκεται στους ώμους του Ενάγοντα να αποδείξει τους ισχυρισμούς τους για την αξίωσή του και του Εναγόμενου την Ανταπαίτηση του. Η απόσειση του βάρους αυτού, συναρτάται αποκλειστικά με τη μαρτυρία η οποία κρίνεται αξιόπιστη. Όπως αναφέρθηκε και στη Σοφοκλέους Κυριάκος ν. Γιώτας Κυριάκου (2010) 1ΑΑΔ 665:

«Το βάρος απόδειξης σε μια πολιτική δίκη το φέρει κατά κανόνα ο ενάγων ο οποίος και θα πρέπει να αποδείξει την υπόθεση του στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων. Έχει κατ' επανάληψη νομολογιακά καθορισθεί η έννοια του κριτηρίου αυτού, αλλά περαιτέρω βοήθεια μπορεί να αντληθεί από το σύγγραμμα του Murphy on Evidence, 8η εκδ. (2003), όπου αναφέρονται στις σελ. 80 - 83, τα βασικά κριτήρια του αποδεικτικού αυτού βάρους. Τονίζεται ιδιαίτερα στη σελ. 81 ότι:

"If the claimant bears the burden of proof, and fails to persuade the Court that this case has been proved on the balance of probabilities, judgment should be given for the defendant. Moreover, the test is not whether the claimant’s case is more probable than the defendant’s, but whether the claimant’s case is more probably true than not true, i.e. the claimant’s case is measured by reference to an objective standard of probability”.»

Τα ίδια κατ’ ουσίαν λέχθηκαν όσον αφορά το τι συνιστά απόδειξη στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων και στην Μπούλος Μαρσέλ κ.α. ν. Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 1858, όπου εξηγήθηκε στη σελ. 1868, ότι:

«Το κριτήριο δεν είναι αν η θέση ή η εκδοχή του διαδίκου που φέρει το βάρος της απόδειξης (onus of proof) είναι "πιο πιθανή παρά η αντίθετη”, εκείνης, δηλαδή, του αντιδίκου του. Το κριτήριο είναι κατά πόσο ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης ικανοποίησε το Δικαστήριο με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η θέση ή εκδοχή του είναι πιο πιθανή παρά όχι (is more probable than not). Αν απέτυχε να αποδείξει την θέση ή την εκδοχή του σε αυτό το επίπεδο (standard of proof), ο διάδικος που φέρει το βάρος της απόδειξης δεν θεωρείται ότι το απέσεισε έστω και αν η θέση ή η εκδοχή του είναι “πιο πιθανή παρά η αντίθετη”, εκείνης, δηλαδή, του αντιδίκου του. (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Phipson on Evidence, 14th edition, para. 4-38 και Αθανασίου ν. Κουνούνη (1997) 1 A.A.Δ. 614, όπου γίνεται και εκτενής ανασκόπηση της νομολογίας.).»

Η ουσία της απαίτησης θα πρέπει να κριθεί κατά κύριο λόγο από την αξιολόγηση της ποιότητας της δοθείσας μαρτυρίας και των σχετικών τεκμηρίων. Το Δικαστήριο οφείλει να αξιολογήσει την μαρτυρία που έχει ενώπιον του με σκοπό να μπορέσει να διαπιστώσει και να εξαγάγει ευρήματα επί πραγματικών γεγονότων ώστε να μπορεί τελικώς να καταλήξει κατά πόσον ο διάδικος που φέρει το βάρος απόδειξης έχει αποσείσει αυτό στον απαιτούμενο βαθμό.

Σε διαδικασίες ταχείας εκδίκασης, το Δικαστήριο, με δεδομένο ότι δεν έχει ενώπιον του ζώσα μαρτυρία, οφείλει με περισσή προσοχή να καταλήξει σε στερεά ευρήματα. Αυτό λαμβάνει χώραν μέσω της αξιολόγησης της μαρτυρίας με αντιπαραβολή των θέσεων των διαδίκων, αλλά και των τεκμηρίων που κατατέθηκαν στη διαδικασία. Νοείται βέβαια ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας γίνεται πάντοτε με κριτήριο τις δικογραφημένες προτάσεις των μερών αφού «Ο επακριβής προσδιορισμός των επίδικων θεμάτων συναρτάται άμεσα με το αντιπαραθετικό σύστημα δίκης που ισχύει στο δικαιϊκό μας σύστημα και απόρροια της φυσικής δικαιοσύνης που επιβάλλει τη διασφάλιση του δικαιώματος του αντιδίκου για ουσιαστική ευκαιρία απάντησης στις θέσεις και ισχυρισμούς του αντιδίκου του» (βλ. Παπαγεωργίου ν Κλάππας Investment Services Ltd (1991) 1 Α.Α.Δ. 24)

Τα ως άνω αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα σε υποθέσεις ταχείας εκδίκασης όπου η παρουσιασθείσα γραπτή μαρτυρία οφείλει να εξετάζεται σε αυστηρή συνάρτηση με τα γεγονότα που παρατίθενται στα δικόγραφα αφού εκλείπει από τη διαδικασία η ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης. Το Δικαστήριο οφείλει λοιπόν ασκώντας δικαστική κρίση να αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία βάσει του περιεχομένου αυτής, της ποιότητας αυτής αλλά και της πειστικότητας της (βλ. Ομήρου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 506)

Έχοντας κατά νου τις ανωτέρω αρχές, σημειώνεται ότι κάποια γεγονότα τα οποία εκ της δικογραφίας αλλά και μέσα από το σύνολο της προσφερόμενης μαρτυρίας προκύπτουν να συνιστούν κοινό και μη αμφισβητούμενο έδαφος μεταξύ των μερών.

Ειδικότερα προκύπτει ότι τόσο η Ενάγουσα όσο και η Εναγόμενη είναι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με έδρα την Πάφο και ότι κατά τον επίδικο χρόνο η πρώτη παρείχε υπηρεσίες προς την δεύτερη κατόπιν προφορικής συμφωνίας που συνήψαν μεταξύ τους για την εγκατάσταση αριθμού κλιματιστικών στο υποστατικό της Εναγόμενης, αφού η Ενάγουσα απασχολείται  με την παροχή ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών υπηρεσιών.  Σημειώνεται ότι την 14/02/19 η Ενάγουσα είχε αποστείλει επιστολή προσφοράς «QUATATION FOR SUPPLY AND INSTALLATION OF A/C UNITS FOR THE Basement room – next to swimming pool» προς την Εναγόμενη. Μετά την εγκατάσταση των ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών εγκαταστάσεων στο υποστατικό της  Εναγόμενης, η Ενάγουσα εξέδωσε δύο τιμολόγια την 11/07/19 , το ένα για το ποσό των 4,432,75 ευρώ και το δεύτερο για το ποσό των 642,60 ευρώ. Την 15/07/19 και αφού είχαν ήδη διενεργηθεί οι εργασίες εγκατάστασης των κλιματιστικών, μεταξύ των οποίων και του επίδικου από πλευράς της Ενάγουσας προς την Εναγόμενη, η τελευταία κατέβαλε το ποσό των 3,745,53 ευρώ έναντι των πιο πάνω οφειλόμενων τιμολογίων και ή της κατάστασης λογαριασμού που διατηρούσε η Ενάγουσα και η οποία μέχρι τότε, δηλαδή μέχρι τον Ιούλιο του 2019, παρουσίαζε υπόλοιπο για το ποσό των 5,075,35 ευρώ εκδίδοντας έτσι και σχετική απόδειξη πληρωμής. Συνεπακόλουθα παρέμεινε το υπόλοιπο ποσό της οφειλής το οποίο ανέρχεται στα 1,329.82 ευρώ.  Περί την 14/09/20 η Εναγόμενη κάλεσε στις εγκαταστάσεις της τον Αλέξανδρο Ποζίδη ο οποίος τοποθέτησε φρέον στο επίδικο κλιματιστικό και προχώρησε και στον καθαρισμό των φίλτρων του με ειδικό φάρμακο εκδίδοντας προς τούτο σχετικό τιμολόγιο για το ποσό των 700 ευρώ.

Υπό το φως των πιο πάνω, προκύπτει ότι τα επίδικα ζητήματα που θα απασχολήσουν εν προκειμένω στην παρούσα υπόθεση είναι το κατά πόσο η Εναγόμενη οφείλει πράγματι να πληρώσει στην Ενάγουσα το υπόλοιπο ποσό που παραμένει προς εξόφληση των τιμολογίων που εξέδωσε και ή της κατάστασης λογαριασμού που διατηρούσε, το οποίο και ανέρχεται εις το ποσό των 1,329,82 ευρώ, καθώς επίσης και το κατά πόσο με βάση την Ανταπαίτηση που έχει καταχωρηθεί από πλευράς της Εναγόμενης,  η Ενάγουσα οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 700 ευρώ που ισχυρίζεται ότι της κόστισε για να το επιδιορθώσει το επίδικο κλιματιστικό το οποίο είχε παρουσιάσει πρόβλημα για το οποίο και ευθύνη φέρει η Ενάγουσα.  

Έχοντας κατά νου τις ανωτέρω αρχές και στη βάση των επίδικων θεμάτων προχωρώ κατωτέρω στην αξιολόγηση της δοθείσας μαρτυρίας.

Η μαρτυρία που δόθηκε εκ μέρους της Ενάγουσας στο Δικαστήριο δια μέσω του διευθυντή της, χαρακτηρίζεται κατά την κρίση μου από σαφήνεια και πειστικότητα αφού τα όσα έχει παραθέσει έχουν λογική και συνέχεια.  Εξετάζοντας την μαρτυρία του Χρυσάνθου διαπίστωσα ότι όλοι οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από πλευράς του είναι τεκμηριωμένοι και υποστηρίζονται από τα τεκμήρια που έχει επισυνάψει, το περιεχόμενο των οποίων επιβεβαιώνει και την εκδοχή του. Εξ’ άλλου αξίζει να σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας του Χρυσάνθου δεν έχει αμφισβητηθεί από την Εναγόμενη και συνακόλουθα η εκδοχή του αναφορικά με το ύψος τους ποσού το οποίο και παραμένει ως υπόλοιπο από τις εργασίες στις οποίες προέβηκε η Ενάγουσα στις εγκαταστάσεις της Εναγομένης παραμένει αναντίλεκτο.  Πιο συγκεκριμένα δεν έχει αμφισβητηθεί από πλευράς της Εναγομένης ούτε η ύπαρξη της μεταξύ τους συμφωνίας, ούτε η παράδοση και εγκατάσταση των κλιματιστικών μονάδων μεταξύ των οποίων και του επίδικου αλλά ούτε γενικά και το τίμημα που κόστισε η όλη εγκατάσταση των κλιματιστικών το οποίο ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 5,075,35. Περαιτέρω σημειώνεται ότι η Εναγόμενη δεν αμφισβητεί ούτε και τον ισχυρισμό της Ενάγουσας  ότι η πρώτη δεν κατέβαλε όλο το τίμημα προς πλήρη εξόφληση του συνολικού ποσού των 5,075,35 αφού κατέβαλε μόνο το ποσό των 3,745,53 με αποτέλεσμα να παραμένει ως οφειλόμενο υπόλοιπο το ποσό των 1, 329,82 ευρώ το οποίο και αξιώνει.  

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω λοιπόν η μαρτυρία της Ενάγουσας γίνεται αποδεκτή για τους λόγους που έχω εξηγήσει.

Από την αντίπερα όχθη εξετάζοντας την μαρτυρία της Εναγόμενης διαπιστώνω ότι αυτή στερείται τόσο πειστικότητας όσο και λογικής, καθότι οι ισχυρισμοί που έχουν προβληθεί από πλευρά της δεν έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς, τόσο αναφορικά με την θέση της ότι το επίδικο κλιματιστικό δεν λειτουργούσε όπως θα έπρεπε όσο και για την θέση της ότι αναγκάστηκε να προβεί στην επιδιόρθωση του από άλλο τρίτο πρόσωπο το οποίο είχε καλέσει στις εγκαταστάσεις της για να το επιδιορθώσει, αφού η Ενάγουσα αδιαφορούσε να το πράξει παρά τις συνεχόμενες οχλήσεις της.  

Καταρχήν θα πρέπει να υποδείξω ότι καμιά απολύτως εξήγηση και ή δικαιολογία δεν παρέχεται από την Εναγόμενη για το πως ενώ είχε ήδη τοποθετηθεί το κλιματιστικό στις εγκαταστάσεις της και παρουσίαζε πρόβλημα, ως η Εναγόμενη διατείνεται, ταυτοχρόνως κατέβαλε προς την Ενάγουσα το μεγαλύτερο ποσό της οφειλής της αναφορικά με τις υπηρεσίες που της είχαν παρασχεθεί χωρίς να υποβληθεί από πλευράς της οποιοδήποτε παράπονο σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό δυσλειτουργία του επίδικου κλιματιστικού κατά την στιγμή της πληρωμής. Περαιτέρω τονίζω ότι σύμφωνα με την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου διαπιστώνω ότι δεν έχει δοθεί από πλευράς της Εναγομένης και οποιαδήποτε τεκμηριωμένη εξήγηση και ή δικαιολογία για ποιον ακριβώς λόγο ενώ το επίδικο κλιματιστικό παρουσίαζε πρόβλημα από την στιγμή της εγκατάστασης του και εν μέσω μάλιστα καλοκαιριού αφού δεν απέδιδε σωστά ως υποστηρίζεται από την Kolak δια μέσω της ενόρκου δηλώσεως της, εντούτοις ο Ποζίδης κλήθηκε για να το επιδιορθώσει ένα και πλέον χρόνο μετά από την εγκατάσταση, δηλαδή στις 14/09/20 αφού τα κλιματιστικά είχαν εγκατασταθεί περί τον μήνα Ιούλιο του 2019.  

Πέραν των πιο πάνω διαπιστώνεται επίσης ότι ενώ η Kolak από την μια ισχυρίζεται ότι τόσο η ίδια όσο και ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ενοχλούσαν συνεχώς δια μέσω τηλεφώνου την Ενάγουσα αναφέροντας το πρόβλημα που είχε προκύψει στο επίδικο κλιματιστικό και ότι μάλιστα η Ενάγουσα απέφευγε από πλευράς της να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια με σκοπό να το ελέγξει και ή να το επιδιορθώσει,  από την άλλη μέσω της μαρτυρίας που παρέθεσε στο Δικαστήριο δεν φαίνεται να τεκμηριώνει τους πιο πάνω ισχυρισμούς της οι οποίοι και προβλήθηκαν από πλευράς της γενικά και αόριστα. Τονίζεται ότι η Kolak σε καμία αναφορά δεν προβαίνει ούτε ώστε να διαφωτίσει το Δικαστήριο, αναφορικά με το πότε είχε αρχίσει  άρχισε να τηλεφωνεί προς την Ενάγουσα για να διαμαρτυρηθεί ως ισχυρίζεται αλλά ούτε και για το πόσο χρονικό διάστημα τηλεφωνούσε χωρίς να βρίσκει οποιαδήποτε ανταπόκριση. Η μη επαρκής αιτιολόγησή των πιο πάνω θέσεων που έχουν προβληθεί σε συνδυασμό με τον χρόνο που κάλεσε τον Ποζίδη να προβεί στην κατ’ ισχυρισμό επιδιόρθωση του κλιματιστικού, ένα και πλέον χρόνο μετά από την εγκατάσταση τους, θεωρώ ότι πλήττουν καίρια το αξιόπιστο της εκδοχής της και δημιουργούν σοβαρά ρήγματα στην αξιοπιστία της. Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι πέραν της επιστολής που επισυνάπτει κατά την μαρτυρία της και η οποία αποστάλθηκε προς την Ενάγουσα περί τον μήνα Φεβρουάριο του 2021 και μόνο αφότου είχε παραλάβει την δική της επιστολή με την οποία της δινόταν προθεσμία για την καταβολή της οφειλής του υπολοίπου ποσού, καμία άλλη προσπάθεια από πλευράς της σε ότι αφορά την αναφορά των προβλημάτων που κατ’ ισχυρισμό αντιμετώπιζε δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Περαιτέρω σημειώνεται ότι δεν έχει δοθεί από πλευράς της Ενάγουσας ούτε και οποιαδήποτε επαρκής εξήγηση γιατί ο Patrick, δηλαδή ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, δεν κλήθηκε στο Δικαστήριο για να προσφέρει την καλύτερη δυνατή μαρτυρία αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι τηλεφωνούσε συνεχώς προς την Ενάγουσα για να της αναφέρει το πρόβλημα που είχε παρουσιαστεί στο κλιματιστικό.

Σε ότι τον βασικό ισχυρισμό της Εναγόμενης ότι λόγω της μη επίδειξης ενδιαφέροντος από πλευράς της Ενάγουσας να επιδιορθώσει το επίδικο κλιματιστικό αναγκάστηκε να καλέσει άλλο τεχνικό, δηλαδή τον Ποζίδη, για να το επιδιορθώσει με αποτέλεσμα να καταβάλει και το χρηματικό ποσό των 700 ευρώ το οποίο και ζητά να της καταβάλει η Ενάγουσα, επίσης η πιο πάνω θέση της δεν με έχει πείσει. Καταρχήν θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ποζίδης ο οποίος είναι και το πρόσωπο που κατ’ ισχυρισμό της Εναγόμενης διαπίστωσε την ύπαρξη προβλήματος της λειτουργίας του εν λόγου κλιματιστικό, δεν κλήθηκε στο Δικαστήριο για να δώσει οποιαδήποτε μαρτυρία τόσο σε σχέση με την διαπίστωση του ισχυριζόμενου προβλήματος όσο και για την τυχόν σύνδεση του προβλήματος που διαπίστωσε σύμφωνα με την θέση της Εναγόμενης ότι υπήρχε που να καταδεικνύει ότι αυτό παρουσίαζε οποιοδήποτε ελάττωμα την λειτουργία του για το οποίο την ευθύνη της αποκατάστασης του θα έφερε η Ενάγουσα.  Προκύπτει εξ’ άλλου ότι με βάση το περιεχόμενο του εν λόγω τιμολογίου που η Εναγόμενη επισυνάπτει προς απόδειξη του πιο πάνω ισχυρισμού της καταγράφεται μόνο ότι σε αυτό τοποθέτησε συμπλήρωμα φρέον και ότι ο Ποζίδης ουσιαστικά προχώρησε στον γενικό καθαρισμό των φίλτρων του με ειδικό φάρμακο. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο.

Υπό το φως των πιο πάνω προκύπτει ότι το Δικαστήριο εν τη απουσία μαρτυρίας ειδικού που να συνδέει τα όσα έχουν καταγραφεί στο εν λόγω τιμολόγιο με την ύπαρξη προβλήματος για το οποίο να ευθύνεται η Ενάγουσα, αδυνατεί να εξάγει οποιοδήποτε συμπέρασμα ότι οι ενέργειες στις οποίες ο Ποζίδης είχε προβεί στο επίδικο κλιματιστικό συνηγορούν με τους ισχυρισμούς που έχουν προβληθεί από την Εναγόμενη για την απόδειξη της Ανταπαίτησης της. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι η Εναγόμενη ενώ μέσω του δικογράφου της Υπεράσπισης που έχει καταχωρήσει υποστηρίζει ότι τα κλιματιστικά έπρεπε να αποσυναρμολογηθούν μερικώς και να επανασυναρμολογηθούν προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα, εντούτοις κάτι τέτοιο δεν υποστηρίζεται από την τεθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία και συνεπώς οι πιο πάνω ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από πλευράς της Εναγομένης δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη καθότι στερούνται θεμελίωσης.

Με βάση τα πιο πάνω λεχθέντα, η μαρτυρία της Εναγόμενης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή για τους λόγους που εξήγησα και συνεπώς απορρίπτεται.

Πέραν τούτου αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι ενώ η Κolaκ, μέσα από την μαρτυρία της προβάλλει θετικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη των ισχυρισμών και θέσεων της  Εναγόμενης, εντούτοις, ως προέκυψε κατά το στάδιο της μαρτυρίας της οι θέσεις της, βασίζονται σε ισχυρισμούς προσώπων που δεν παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου ως μάρτυρες και πρόκειται στην ουσία για εξ ακοής μαρτυρία για την οποία το Δικαστήριο καθήκοντος έχει υπόψιν του, τους παράγοντες του άρθρου 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, στη βάση των οποίων την αξιολογεί.

Συνάγεται λοιπόν ότι το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας της και δη αυτό που αφορά τους βασικούς ισχυρισμούς της βασίζεται σε εξ ακοής μαρτυρία σχετικά με την οποία δεν δόθηκε οποιαδήποτε εξήγηση γιατί δεν έχουν παρουσιαστεί στο Δικαστήριο τα πρόσωπα που προέβηκαν στις ισχυριζόμενες αρχικές δηλώσεις και πιο συγκεκριμένα τόσο ο ιδιοκτήτης του ακινήτου όσο και ο Ποζίδης. Συνεπώς ακόμη και αν η κατάληξη του Δικαστηρίου να μη ήταν ως αυτή που ανωτέρω καταγράφεται σε σχέση με την αξιολόγηση της μαρτυρίας της Εναγόμενης, το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να προσδώσει ούτε και οποιαδήποτε βαρύτητα στην μαρτυρία της αναφορικά με τις θέσεις που προβλήθηκαν σε ότι αφορά ισχυρισμούς που αφορούν άλλα πρόσωπα καθότι η Εναγόμενη καμία απολύτως εξήγηση δεν έχει δώσει γιατί δεν έχει παρουσιαστεί στο Δικαστήριο η καλύτερη δυνατή μαρτυρία.  Δεν παραγνωρίζω ότι, με βάση τις πρόνοιες του περί Αποδείξεων Νόμου, Κεφ.9, κατ’ εξαίρεση του αναλλοίωτου κανόνα, επιτρέπεται η προσκόμιση εξ ακοής μαρτυρίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ένας διάδικος απαλλάσσεται από την ευθύνη του να ενεργεί σύμφωνα και με τον κανόνα απόδειξης που επιβάλλει την προσκόμιση της καλύτερης δυνατής μαρτυρίας εκεί που τούτο είναι ευχερές. Παραπέμπω δε στην ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΡΙΦΤΑΡΙΔΗΣ ν. XIAODAN LIU, Έφεση Αρ. 13/2015, 5/10/2016 όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Μπορεί εδώ, εν πόση περιπτώσει, να υπομγηνθεί ότι η πρωτογενής μαρτυρία, ιδιαιτέρως όπου αυτή μπορεί να προσφερθεί χωρίς πρόβλημα (και εδώ διαφάνηκε ότι ήταν ευχερής η κλήτευση και παρουσία της Έλενας Πέτρου), προσφέρει στο Δικαστήριο τη μοναδική ευκαιρία να την κρίνει υπό το φως της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα από την εξέταση και αντεξέταση όπου οι μάρτυρες δοκιμάζονται ως προς την αλήθεια των λόγων τους. Η αποδοχή εξ ακοής μαρτυρίας είναι και παραμένει η εξαίρεση στον κανόνα και η αποδοχή της επιτρέπεται μόνο για καλό λόγο και σ' αυτό στόχευε η τροποποίηση που επέφερε ο νομοθέτης με το Νόμο αρ. 32(Ι)/2004 στο Κεφ. 9, ώστε να άρει πιθανές αδικίες από την αυστηρή εφαρμογή των κανόνων απόδειξης(ΡαΚί3ί3η Cables Ltd ν. NBS General Trading (Overseas)Co.Ltd κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1711 (η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)

Στην υπόθεση A.L Mantovani & Sons Ltd ν. Christis Travel & Tourism Ltd (1999) 1 AAA 156, οι εφεσείοντες ήταν ταξιδιωτικοί και ναυτιλιακοί πράκτορες και οι εφεσίβλητοι ασχολούνταν με ταξιδιωτικές και τουριστικές επιχειρήσεις. Μεταξύ των διαδίκων υπήρξαν συναλλαγές μετά την διακοπή των οποίων είχε προκόψει η διαφορά, η οποία είχε αποτελέσει το αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας. Οι εφεσείοντες υποστήριξαν και με την αγωγή τους αξίωναν, ότι παρέμεινε υπόλοιπο, το οποίο οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να τους καταβάλουν. Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν την ύπαρξη οποιοσδήποτε οφειλής και με την υπεράσπισή τους πρόβαλαν, ότι οι μεταξύ τους λογαριασμοί είχαν διακανονισθεί. Η μόνη μαρτυρία, η οποία προσάχθηκε, προς υποστήριξη της απαίτησης, προήλθε από λογιστή των εφεσειόντων, ο οποίος κατέθεσε, ότι σύμφωνα με την κατάσταση των δοσοληψιών μεταξύ των διαδίκων, όπως απεικονίζονταν στον λογαριασμό, τον οποίο οι εφεσείοντες τηρούσαν, διεφάνη, ότι οι εφεσίβλητοι όφειλαν το ποσό, το οποίο οι εφεσείοντες διεκδικούσαν με την απαίτησή τους. Ο ίδιος δεν είχε, όμως, προσωπική γνώση για τις συναλλαγές των διαδίκων, ούτε μπορούσε να επιμαρτυρήσει το υπαρκτό των γεγονότων, τα οποία αντανακλούνταν στους λογαριασμούς. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή λόγω της αποτυχίας των εφεσειόντων να αποδείξουν την υπόθεσή τους. Στον βαθμό που οι λογαριασμοί αντανακλούσαν γεγονότα, η μαρτυρία του λογιστή για την ύπαρξή τους κρίθηκε απαράδεχτη ως εξ ακοής μαρτυρία. Με την έφεση προσβλήθηκε, μεταξύ άλλων, το εύρημα του Δικαστηρίου, ότι δεν είχε αποδειχθεί η υπόθεση των εφεσειόντων.

Ευρήματα

Τόσο η Ενάγουσα όσο και η Εναγόμενη είναι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης με έδρα την Πάφο και  κατά τον επίδικο χρόνο η Ενάγουσα παρείχε υπηρεσίες προς την Εναγόμενη κατόπιν προφορικής συμφωνίας που συνήψαν μεταξύ τους για την εγκατάσταση αριθμού κλιματιστικών στο υποστατικό της τελευταίας. Σημειώνεται ότι η Ενάγουσα απασχολείται  με την παροχή ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών υπηρεσιών.  Παρεμβάλλεται ότι την 14/02/19 η Ενάγουσα είχε αποστείλει επιστολή προσφοράς «QUATATION FOR SUPPLY AND INSTALLATION OF A/C UNITS FOR THE Basement roomnext to swimming pool» προς την Εναγόμενη την οποία και στην συνέχεια διαφάνηκε ότι αποδέχτηκε. Μετά την τοποθέτηση από την Ενάγουσα περί τον μήνα Ιούλιο του 2019 αριθμού κλιματιστικών μεταξύ των οποίων και του επίδικου στις εγκαταστάσεις της Εναγόμενης, η Ενάγουσα εξέδωσε δύο τιμολόγια την 11/07/19, το ένα για το ποσό των 4,432,75 ευρώ και το δεύτερο για το ποσό των 642,60 ευρώ. Στην συνέχεια και περί την 15/07/19 η Εναγόμενη κατέβαλε το ποσό των 3,745,53 ευρώ έναντι των πιο πάνω οφειλόμενων τιμολογίων και ή της κατάστασης λογαριασμού που διατηρούσε η Ενάγουσα και η οποία μέχρι τότε, δηλαδή μέχρι τον Ιούλιο του 2019, παρουσίαζε υπόλοιπο για το ποσό των 5,075,35 ευρώ εκδίδοντας προς τούτο η Ενάγουσα και σχετική απόδειξη πληρωμής αναφορικά με το ποσό που της είχε καταβληθεί από πλευράς της Εναγόμενης.  Ενώ τα κλιματιστικά είχαν λοιπόν τοποθετηθεί στις εγκαταστάσεις της Εναγόμενης από την Ενάγουσα, η Εναγόμενη την 14/09/20, δηλαδή 1 χρόνο και πλέον μετά από την εγκατάσταση τους, κάλεσε τον Αλέξανδρο Ποζίδη ο οποίος και προέβηκε σε εργασίες επί του επίδικου κλιματιστικού οι οποίες αφορούσαν την συμπλήρωση με φρέον και σε καθαρισμό των φίλτρων του με ειδικό φάρμακο. Παρεμβάλλεται ότι η Εναγόμενη ουδέποτε πριν από την 14/09/20, ημερομηνία κατά την οποία η Εναγόμενη είχε καλέσει τον Ποζίδη να τοποθετήσει φρέον και να καθαρίσει τα φίλτρα στο εν λόγω κλιματιστικό, παραπονέθηκε  προς την Ενάγουσα για την ύπαρξη οποιουδήποτε προβλήματος σε αυτό.  

Σημειώνεται ότι η Ενάγουσα λόγω της ύπαρξης της οφειλής του ποσού των 1,329.82 ευρώ που εξακολουθούσε να παρουσιάζει η κατάσταση λογαριασμού που διατηρούσε για την Εναγόμενη και ή το υπόλοιπο των τιμολογίων που είχε εκδώσει, πέραν του ότι ενοχλούσε συνεχώς την Εναγόμενη για να το εξοφλήσει χωρίς η τελευταία να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της, την 18/01/21 της απέστειλε και επιστολή με την οποία την πληροφορούσε για την εκκρεμότητα της οφειλής από μέρους της καλώντας την μάλιστα εντός 15 ημερών από την παράδοση της εν λόγω επιστολής να συμμορφωθεί αλλιώς θα προχωρούσε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού. Επειδή η Εναγόμενη δεν συμμορφώθηκε εντός του πιο πάνω χρονικού πλαισίου που της είχε δοθεί και δεν εξόφλησε την Ενάγουσα, η τελευταία καταχώρησε την 02/04/21 την παρούσα αγωγή.

Νομική Πτυχή/ Κατάληξη

Στην υπό κρίση υπόθεση προκύπτει ξεκάθαρα από το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαίτησης ότι η Ενάγουσα βασίζει την αγωγή της στην παράβαση σύμβασης που προέκυψε από προφορική συμφωνία πώλησης του επίδικου κλιματιστικού στην Εναγόμενη και στις αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού.

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 10 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ.149 (εφεξής Κεφ.149) μια σύμβαση για να είναι έγκυρη πρέπει να καταρτίζεται με την ελεύθερη συναίνεση των μερών ικανών προς το συμβάλλεσθαι1, ενώ αυτή μπορεί να καταρτιστεί «γραπτά, ή προφορικά, ή μερικώς γραπτά και μερικώς προφορικά, ή δύνανται να συνάγονται από τη συμπεριφορά των μερών».

Σύμφωνα δε με το Άρθρο 2(2)(δ) του Κεφ.149 η αντιπαροχή, στοιχείο απαραίτητο για την κατάρτιση έγκυρης σύμβασης, δεν απαιτείται να προέρχεται από τον αντισυμβαλλόμενο, ως είναι καθιερωμένο στο Αγγλικό δίκαιο, αλλά μπορεί να προέλθει από οποιοδήποτε τρίτο. Στην προκειμένη περίπτωση το αντάλλαγμα της Ενάγουσας θα ήταν το χρηματικό ποσό που θα λάμβανε από την Εναγόμενη κατά την παράδοση των κλιματιστικών που είχε μεταξύ τους συμφωνηθεί.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι αφής στιγμής υπάρχει σε ισχύ σύμβαση μεταξύ των διαδίκων η οποία μπορεί να αποτελέσει έρεισμα για την προώθηση της απαίτησης της Ενάγουσας, κρίνω ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Σημειώνω για σκοπούς πληρότητας ότι στην απόφαση Αρχιππέα Σύμβουλοι Επενδύσεων Λτδ κ.α ν Δημητρίου Κακαβού, Πολιτική Έφεση Αρ. 278/2010,15/10/2015, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Οι αρχές της αποκατάστασης και του αδικαιολόγητου πλουτισμού εξηγούνται με ενάργεια στο σύγγραμμα του Π.Γ. Πολυβίου: «Το Δίκαιο των Συμβάσεων» Τόμος 3, σελ. 799-810 όπου αναπτύσσεται η όλη σχετική νομολογία στο θέμα. Όπως εύστοχα συζητείται στο σχετικό κεφάλαιο, οι θεραπείες του αδικαιολόγητου πλουτισμού («unjust enrichment») και αποκατάστασης («restitution»), είναι στην ουσία εξωσυμβατικές. Ενώ, δηλαδή, μια σύμβαση ή συμφωνία βασίζεται στην αμοιβαία συναίνεση των μερών με αντιπαροχή να κινείται από το ένα μέρος προς το άλλο, η αποκατάσταση βασίζεται στον αδικαιολόγητο προσπορισμό οφέλους από πρόσωπο σε βάρος άλλου στην απουσία σύμβασης ή συμφωνίας Σκοπός της θεραπείας δεν είναι η κάλυψη της ζήριό στον ενάγοντα, αλλά στην αποστέρηση του οφέλους ή κέρδους από τον εναγόμενο.»

Συνακόλουθα, η αξίωση της Ενάγουσας βασίζεται στην συμφωνία που υπήρχε με την Εναγόμενη  η οποία και αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός. Στη βάση της συμφωνίας μεταξύ μερών, με την παράδοση των προϊόντων δηλαδή των κλιματιστικών, η Εναγόμενη είχε υποχρέωση να καταβάλει το ποσό της αξίας τους που συμφωνήθηκε. Παράληψή της να το πράξει αποτελεί παράβαση σύμβασης και ενεργοποιεί το δικαίωμα της Ενάγουσας να απευθυνθεί προς το Δικαστήριο και να ζητήσει αποζημιώσεις στη βάση του άρθρου 73 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 καθώς και στη βάση του άρθρου 56 του περί Πώλησης Αγαθών Νόμου του 1994 (10(Ι)/1994).

Σημειώνεται δε ότι το τιμολόγιο από μόνο του δεν έχει αυτοδύναμη αποδεικτική σημασία (βλ. Demil Imports Exports Ltd v. Ζήνων Η ΚΚωνσταντινίδης Λτδ (2011) 1 ΑΑΔ 462).

Σε σχέση με το θέμα των αποζημιώσεων (όχι όμως των γενικών) από παράβαση σύμβασης σχετικά είναι τα όσα χαρακτηριστικά αναφέρθηκαν στην Men Mar Ltd ως εμπορεύεται υπό την Εμπορική Επωνυμία Μ &Μ Caterhome ν. Clp Catering Ltd, 23 Ιανουάριου 2018, Πολιτική Έφεση Αρ. 27/2012:

«'Οπως αναφέρεται μεταξύ άλλων στο σύγγραμμα Ewan Mckendrick: Contract Law, 6η έκδ. στο Κεφάλαιο 20, που αφορά τις αποζημιώσεις για διάρρηξη σύμβασης, υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες στις οποίες ο ενάγων δύναται να εντάξει την αξίωση του για αποζημιώσεις. Η πρώτη αφορά το λεγόμενο «expectation interest» που έχει ως βάση την προσδοκία του ενάγοντα ότι ο εναγόμενος θα εκπληρώσει τις δικές του συμβατικές υποχρεώσεις και στην περίπτωση που δεν το πράττει, οι αποζημιώσεις θα πρέπει να τον αποζημιώνουν με το να τον θέσουν στην ίδια καλή κατάσταση που θα ήταν αν ο εναγόμενος εκπλήρωνε την υπόσχεση του. Η δεύτερη κατηγορία αφορά το λεγόμενο «reliance interest» στην οποία εμπίπτουν οι ενέργειες τις οποίες προς βλάβη του έχει υποστεί ο ενάγων στη βάση της υπόσχεσης του εναγομένου ότι θα εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις με αποτέλεσμα να υποστεί διάφορα έξοδα τα οποία ο εναγόμενος θα πρέπει να αποκαταστήσει. Ο σκοπός εδώ είναι να τεθεί ο ενάγων στην ίδια καλή κατάσταση ως θα ήταν πριν την υπόσχεση που έδωσε ο εναγόμενος. Τέλος, ο ενάγων μπορεί να αξιώσει το λεγόμενο «restitution interest», κατά το οποίο ο ενάγων δεν επιθυμεί να αποζημιωθεί για την απώλεια που έχει υποστεί, αλλά επιθυμεί να αποστερήσει από τον εναγόμενο το κέρδος το οποίο απεκόμισε σε βάρος του. Τα ίδια στην ουσία λέγονται και στο σύγγραμμα των Koffman & Macdonald: The Law of Contract, 6η έκδ., σελ. 547 κ.ε., σε σχέση με το «expectation loss».Στην προκειμένη περίπτωση, και με βάση τα ευρήματα μου, αφής στιγμής η μαρτυρία της Εναγόμενης για τους λόγους που έχω εξηγήσει δεν έχει γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο συνεπάγεται ότι και η Ανταπαίτηση της δεν μπορεί να επιτύχει και συνεπώς απορρίπτεται.

Από την άλλη η Εναγόμενη με την Ανταπαίτηση της αξιώνει το χρηματικό ποσό που ισχυρίζεται ότι κατέβαλε για την επιδιόρθωση του κλιματιστικού που αγοράστηκε από την Ενάγουσα, επικαλούμενη την μη καταλληλόλητα του ενός εκ των κλιματιστικών που της παραδόθηκαν από τον πωλητή, δηλαδή την Ενάγουσα, βασίζοντας έτσι ουσιαστικά την ανταπαίτηση της στον Περί της Πώλησης Αγαθών Νόμο 10 (Ι)/1994.

Στην υπόθεση Κυριάκου ν. Φιλή (2004) 1Γ Α.Α.Δ 1811, με την παρατήρηση ότι ο περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμος δεν είναι παρά μόνο μια ειδική πτυχή του περί Συμβάσεων Νόμου και των γενικών αρχών του, λέχθηκε ότι και στην περίπτωση πώλησης αγαθών ισχύουν οι ίδιες αρχές που ισχύουν ως προς το δικαίωμα ακύρωσης της συμφωνίας λόγω παράβασης ουσιώδους όρου.

Στο σύγγραμμα των Ε. Χατζηνέστορος και Γ. Χαραλάμπους Κυπριακό Δίκαιο Πώλησης Αγαθών και Προστασίας Καταναλωτή, 1η έκδοση, σελ. 204, με αναφορά στο σύγγραμμα Benjamin's Sale of Goods 7η έκδοση, καταγράφεται η θέση ότι :η καταλληλόλητα και η ποιότητα εξετάζονται κατά τον χρόνο που μεταβιβάζεται ο κίνδυνος στα αγαθά. Εάν ο κίνδυνος μεταβιβάστηκε στον αγοραστή, τότε  ο αγοραστής δεν μπορεί να παραπονεθεί ότι τα αγαθά έχουν καταστεί μη αποδεκτής ποιότητας.

Η ίδια περίπου θέση καταγράφεται και στην 10η έκδοση του συγγράμματος Benjamin's Sale of Goods, στο κεφάλαιο 11, στον τίτλο Quality and Fitness for Purpose, παράγραφος 11-044, με τίτλο Time element, ως ακολούθως :

«In view of the connections between the duties under s.14 and the passing of risk, it seems reasonable to say that the goods must be of the quality requisite under s.14 at the time of the passing of property, or, where property and risk are separated, at the time of the passing of risk, either of which may be at the time of delivery, unless there are other indications.»

Περαιτέρω, διαφωτιστική είναι η απόφαση στην υπόθεση Νεοφύτου ν. Στυλιανού (1992) 1 ΑΑΔ 541. Η πιο πάνω απόφαση κρίθηκε με βάση τον καταργηθέντα περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμο (ΚΕΦ.267). Εντούτοις, η πιο πάνω υπόθεση μπορεί να είναι διαφωτιστική, καθότι σε αυτή κρίθηκε το ζήτημα του κρίσιμου χρόνου που λαμβάνεται υπόψη για την κρίση περί ελαττωματικότητας. Συγκεκριμένα στην πιο πάνω απόφαση κρίθηκε ότι :

«η αγωγή θα έπρεπε να είχε απορριφθεί από το πρωτόδικο δικαστήριο, γιατί η μαρτυρία που είχε δοθεί στην υπόθεση, όχι μόνο δεν θα έπρεπε να είχε ικανοποιήσει το πρωτόδικο δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος / ενάγοντας είχε αποδείξει ότι η κακή κατάσταση του εμπορεύματος υφίστατο κατά την ώρα της μεταβίβασης της κυριότητας αλλά, αντίθετα, φαινόταν ως πολύ πιο πιθανό η αλλοίωση των σταφυλιών να είχε ακολουθήσει και επισυμβεί τις μέρες μετά την εξόφληση της τιμής και μέχρι την εκκοπή του εμπορεύματος.

( υπογράμμιση δική μου)

Στην περίπτωση που ο αγοραστής επικαλείται ελαττωματικότητα των αγαθών ή ότι δεν ανταποκρίνονται στη σύμβαση, έχει το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού του αυτού.

Στην υπόθεση Κώστας Στρατής v. Πεντέλης - Εταιρείας Μωσαϊκών Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1708 αναφέρθηκε ότι σε περίπτωση που αγοραστής προβάλει ισχυρισμό ότι τα εμπορεύματα ήταν ελαττωματικά και για το λόγο αυτό αρνήθηκε να πληρώσει την αξία τους, το βάρος απόδειξης της ελαττωματικότητας των εμπορευμάτων βρίσκεται στους ώμους του.

Προκύπτει, συνεπώς, ότι η Εναγόμενη είχε υποχρέωση να αποδείξει ότι η ακαταλληλότητα υφίστατο κατά τον χρόνο μεταβίβασης της κυριότητας των επίδικων στρωμάτων.

Με βάση τα ευρήματα του Δικαστηρίου καταλήγω ότι η Ενάγουσα έχει επιτύχει να αποδείξει την αξίωση της στην βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων και η Αγωγή επιτυγχάνει.  

Ως προς τον διεκδικούμενο τόκο κατέληξα πως η ορθή προσέγγιση  θα ήταν να επιδικαστεί νόμιμος τόκος από την καταχώριση της Αγωγής ήτοι από την  02/04/21 έχοντας υπόψη την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε από πλευράς της Ενάγουσας να αξιώσει οιοδήποτε ποσό από την Εναγόμενη προηγουμένως. Για την κατάληξη μου να επιδικάσω τον πιο πάνω τόκο έλαβα υπόψη τη σχετική νομολογία  και τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης (βλ. Φοινικαρίδης & άλλη ν. Γεωργίου & άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, 496 και Δρυάδης κ.α. ν. Καλησπέρα (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 881, 893).

Σε ότι αφορά την Ανταπαίτηση ενόψει της απόρριψης της μαρτυρίας της Εναγόμενης για τους λόγους που έχω εξηγήσει, αυτή απορρίπτεται.

Ως εκ τούτου εκδίδεται απόφαση υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης για το ποσό των 1,329,82 ευρώ, πλέον νόμιμο τόκο ετησίως από την καταχώρηση της αγωγής μέχρι πλήρους εξόφλησης, πλέον δικηγορικά έξοδα όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο πλέον έξοδα επίδοσης, πλέον Φ.Π.Α.

Σε ότι αφορά τα έξοδα της Απαίτησης και της Ανταπαίτησης αυτά επιδικάζονται υπέρ του Ενάγουσας και εναντίον του Εναγόμενης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο (1 σετ εξόδων) ενόψει της συνεκδίκασης Απαίτησης και Ανταπαίτησης.

                                                                                     

                                                                                          (Υπ.)…………………………

Πιστό Αντίγραφο

                                                                                Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Πρωτοκολλητής


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο