ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Αγωγή 238/23

Μεταξύ:

 

                               ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ QUEENS GARDENS

Ενάγουσας

και

 

1.    JEFF GREENWOOD

2.    JACQUI GREENWOOD

 

                                                                             Εναγόμενων

 

Ημερομηνία: 16/02/24

Για Αιτητές – Εναγόμενους: κ. Ευτύχιος Πίτρος & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε

Για καθ' ης η Αίτηση Ενάγουσα: Χριστοφή, Μερακλής & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε

                                               

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

(αίτηση ημερ. 23/05/23 για  παραμερισμό της επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος και διαγραφή της αγωγής)

 

Εισαγωγή

 

Η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή καταχωρήθηκε στις 17/03/23 και με αυτήν η Ενάγουσα αξιώνει το ποσό των €9,123,86 ως υπόλοιπο που αναλογεί στους Εναγόμενους για τα κατά καιρούς καθοριζόμενα ποσά των κοινοχρήστων και ή άλλες αναγκαίες δαπάνες για την ασφάλιση, συντήρηση, επιδιόρθωση, αποκατάσταση και διαχείριση της κοινόκτητης οικοδομής στην οποία διαμένουν αφού είναι ιδιοκτήτες του διαμερίσματος με αρ. χχχ που βρίσκεται  στην πολυκατοικία χχχχχχ Gardens στην οδό χχχχχ χχχ χχχχχχχ αρ.χ, χχχχ στην Πάφο. Η Ενάγουσα με την εν λόγω αγωγή αξιώνει επίσης και νόμιμο τόκο επί του οφειλόμενου ποσού από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής μέχρι εξόφλησης καθώς επίσης και ενδιάμεσα κοινόχρηστα ύψους 254 ευρώ μηνιαίως από 01/03/24 μέχρι την εκδίκαση της αγωγής και έξοδα πλέον Φ.Π.Α. Σημειώνεται ότι οι Εναγόμενοι καταχώρησαν εμφάνιση υπό διαμαρτυρία την 07/04/23 .

 

Στην συνέχεια και ενώ η Ενάγουσα είχε καταχωρήσει την 05/05/23 αίτηση για απόφαση εναντίον των Εναγόμενων λόγω μη καταχώρησης Υπεράσπισης, οι Εναγόμενοι, από τώρα και στο εξής «οι Αιτητές» καταχώρησαν την 23/05/23 την παρούσα αίτηση με την οποία αξιώνουν τα ακόλουθα :

 

Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να ακυρώνεται και ή παραμερίζεται η επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στους Εναγόμενους.

 

Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή να διαγράφεται (strike out) και η παραμερίζεται (set aside) και ή ακυρώνεται και ή απορρίπτεται ως καταχωρησθείσα υπό ανύπαρκτου προσώπου και ή ως καταχρηστικά και ή ως δόλια καταχωρησθείσα.

 

Γ. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να διαγράφεται (strike out) και ή παραμερίζεται (set aside) και η ακυρώνεται και ή απορρίπτεται κάθε διαδικασία στην υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή λόγω μη έγκυρης νομικής υπόστασης της Ενάγουσας και ή λόγω του ότι η Ενάγουσα δεν είναι εγγεγραμμένη στο Κτηματικό Μητρώο του Επαρχιακού Κτηματολογίου Πάφου και ή λόγω του ότι δεν τηρεί τις εκ του νόμου απαιτούμενες υποχρεώσεις της.

 

Δ. Διάταγμα του Δικαστηρίου δια του οποίου να διατάσσεται η απόρριψη της Αγωγής για τους Εναγόμενους/ Αιτητές καθ’ ότι η εν λόγω αγωγή δεν περιέχει κανένα λογικό αγώγιμο δικαίωμα εναντίον των Εναγόμενων/ Αιτητών και ή είναι μηδαμινή και ή ενοχλητική και ή καταχρηστική και ή νομικά και ή πραγματικά ανυπόστατη η αβάσιμη.

 

Ε. Οποιαδήποτε άλλη θεραπεία την οποία ήθελε το Δικαστήριο κρίνει εύλογη και δίκαια υπό τις περιστάσεις.

 

Στ. Έξοδα πλέον Φ.Π.Α, πλέον έξοδα επίδοσης.

 

Η Αίτηση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, Δ.9 Θ. – Δ.16.Θ3 και 9, Δ.27Θ.1,2 και 3, Δ.39, Δ.48 Θ1 – 4 , 7 και 9, Δ.64 στον Περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60 άρθρο 31, στον Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή , Εγγραφή και Εκτίμηση Νόμο) Κεφ. 224 Μέρος ΙΙΑ, άρθρα 38Α – 38Γ, καθώς και στις γενικές συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. 

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η Αίτηση, φαίνονται στον φάκελο του Δικαστηρίου και στην ένορκο δήλωση της κας. Ευαγγελίας Διαμέλα η οποία είναι συνεργάτης δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο που αντιπροσωπεύει τους Αιτητές και σύμφωνα με την ίδια, έχει πληροφορηθεί από τους δικηγόρους που χειρίζονται την παρούσα υπόθεση για τα γεγονότα που την περιβάλλουν ενώ έλαβε και γνώση της ι από τον φάκελο της υπόθεσης που διατηρείται στο γραφείο στο οποίο και εργάζεται.

 

Σύμφωνα με την Ένορκο Δήλωση της κας. Διαμέλα, την 17/03/24 η Καθ’ ης η Αίτηση – Ενάγουσα, καταχώρησε Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα εναντίον των Αιτητών – Εναγόμενων το οποίο και τους επιδόθηκε την 29/03/23 ενώ μετά από την επίδοση οι Αιτητές καταχώρησαν σημείωμα εμφάνισης υπό διαμαρτυρία την 07/04/23. Με βάση δε το οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα, η Καθ’ ης η Αίτηση- Ενάγουσα, αξιώνει από τους Αιτητές το ποσό των 9,123,86 ευρώ ως κοινόχρηστα καθώς και το ποσό των 254,23 ευρώ ως ενδιάμεσα κοινόχρηστα.

 

Η κα. Διαμέλα μέσα από την ένορκο της δήλωση προβάλλει ως βασικό της ισχυρισμό ότι η υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγή είναι καταχρηστική, ενοχλητική και νομικά και πραγματικά αβάσιμη καθότι έχει καταχωρηθεί από την Ενάγουσα η οποία δεν έχει κανένα απολύτως λογικό αγώγιμο δικαίωμα και καμία αιτία αγωγής για να μπορεί να ενάγει εν προκειμένω τους Αιτητές. Μάλιστα βασίζει την πιο πάνω θέση της στο γεγονός ότι, η Ενάγουσα δεν έχει συσταθεί και δεν έχει εγγραφεί στο Κτηματολόγιο σύμφωνα με την νομοθεσία και τους πρότυπους κανονισμούς με αποτέλεσμα να μην υφίσταται από πλευράς της, νομότυπη σύσταση και επομένως να στερείται δικαιώματος να ενεργεί ως Διαχειριστική Επιτροπή εναντίον των Αιτητών- Εναγομένων, οι οποίοι είναι ιδιοκτήτες μονάδας της πολυκατοικίας στην οποία και διαμένουν. Σε ότι αφορά την σύσταση της Διαχειριστικής Επιτροπής, η κα. Διαμέλα παραπέμπει στην σχετική επί του θέματος νομοθεσία και πιο συγκεκριμένα στις πρόνοιες του Κεφ. 224 οι οποίες και ρυθμίζουν την λειτουργία και διαχείριση των μονάδων σε κοινόκτητη οικοδομή. Υποστηρίζει μάλιστα ότι οι κανονισμοί που ρυθμίζουν τα πιο πάνω ζητήματα θα πρέπει να είναι καταχωρημένοι και εγγεγραμμένοι στο Κτηματολογικό Μητρώο του Επαρχιακού Κτηματολογίου Πάφου, κάτι το οποίο στην προκειμένη περίπτωση δεν συμβαίνει, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται νόμιμα συσταθείσα Διαχειριστική Επιτροπή.

 

Στην συνέχεια η ενόρκως δηλούσα, αναφέρεται στις υποχρεώσεις της Διαχειριστικής Επιτροπής που προνοούνται με βάση τον σχετικό νόμο υποστηρίζοντας ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση ούτε γενικές συνελεύσεις τηρούνταν αλλά ούτε και οποιεσδήποτε αποφάσεις λαμβάνονταν εφόσον αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι δεν καταχωρούνταν στο μητρώο αποφάσεων το οποίο εν προκειμένω η Ενάγουσα – Καθ’ ης η Αίτηση δεν έχει παρουσιάσει. Ούτε και έχουν παρουσιαστεί εκ μέρους της Καθ’ ης η Αίτηση - Ενάγουσας οποιαδήποτε πρακτικά τηρήθηκαν για οποιαδήποτε λήψη απόφασης ως οι εκ του Νόμου προβλεπόμενες υποχρεωτικές διαδικασίες προνοούν.

 

Υπό το φως των πιο πάνω η κα. Διαμέλα καλεί το Δικαστήριο να εκδώσει τα αιτούμενα Διατάγματα υπέρ των Αιτητών και εναντίον της Καθ’ ης η Αίτηση.

 

Από την άλλη η Ενάγουσα – Καθ’ ης η Αίτηση καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους ένστασης :

 

Οι συγκεκριμένοι λόγοι της ένστασης είναι οι ακόλουθοι:

1.    Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, των θεσμών και της νομολογίας ώστε να εκδοθούν τα αιτούμενα διατάγματα.

2.    Η παρούσα διαδικασία αποτελεί εξαιρετικό μέτρο και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος, διότι το αν η Ενάγουσα είναι νόμιμα συσταθείσα διαχειριστική επιτροπή δεν είναι νομικό σημείο, αλλά θέμα που άπτεται της ουσίας της αγωγής και το οποίο δεν πρέπει να προαποφασιστεί και να κρίνει όλη την πορεία της αγωγής σε προδικαστικό στάδιο αλλά θα πρέπει να προσκομιστεί μαρτυρία.

3.    Η αίτηση των Εναγομένων είναι νόμω και ουσία αβάσιμη.

4.    Η νομική βάση της αίτησης είναι ελλιπής και λανθασμένη.

5.    Το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίσει προδικαστικό αν η αγωγή είναι βάσιμη ή όχι, εκτός αν ακούσει μαρτυρία σε σχέση με το εγειρόμενο από τους Εναγόμενους ζήτημα.

6.    Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν περιέχει τα απαραίτητα γεγονότα προς θεμελίωση των αιτούμενων διαταγμάτων.

7.    Η Ενάγουσα-Καθ' ης η Αίτηση είναι νόνιμα συσταθείσα διαχειριστική επιτροπή σύμφωνα με το νόμο και τους κανονισμούς.

8.    Δεν παρουσιάζονται σοβαροί και/ή επαρκείς λόγοι για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων και/ή τη διαγραφή της αγωγής.

 

9.    Η αίτηση των Εναγόμενων είναι καταχρηστική και/ή επιπόλαιη και γίνεται μόνο για σκοπούς καθυστέρησης της διαδικασίας.

 

Η ένσταση βασίζεται στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.19 Θ.26, Δ.27 Θ.1 - 3, Δ.64, επί του Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας Νόμου (Διακατοχή, Εγγραφή, Εκτίμηση) Κεφ.224, επί των Αρχών του Δικαίου της Επιείκειας και επί των Συμφυών Εξουσιών και πρακτικής του Δικαστηρίου.

 

Τα δε γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η ένσταση εμφαίνονται στην ένορκη δήλωση της Σιμόνης Αγγελίδου η οποία εργάζεται ως υπάλληλος στην εταιρεία Qualitas Property Partners (Cyprus) Limited η οποία και ασχολείται με την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης σε πολυκατοικίες τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό. Σύμφωνα με την κα. Αγγελίδου η πιο πάνω εταιρεία στην οποία εργάζεται παρέχει  και υπηρεσίες στην Ενάγουσα. Αναφέρει μάλιστα ότι είναι εξουσιοδοτημένη από την Ενάγουσα να προβεί στην παρούσα ένορκο δήλωση καθώς και ότι η Ενάγουσα έχει συμβληθεί με την εταιρεία στην οποία εργάζεται δια της υπογραφής συμβολαίου παροχής υπηρεσιών το οποίο και επισυνάπτει ως Τεκμήριο.

 

Στην συνέχεια της ενόρκου δηλώσεως της,  η κα. Αγγελιδου αναφέρεται στην διαφωνία της με τα όσα ισχυρίζονται οι Αιτητές υποστηρίζοντας από πλευράς της ότι η Ενάγουσα έχει συσταθεί καθ’ όλα νόμιμα ως Διαχειριστική Επιτροπή με βάση τον Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Έγγραφή και Εκτίμηση Νόμο), Κεφ. 224 και των πρότυπων Κανονισμών. Υποστηρίζει μάλιστα την θέση, ότι κάθε χρόνο είχαν συγκληθεί συνελέυσεις και είχαν ειδοποιηθεί όλοι οι ιδιοκτήτες του επίδικου συγκροτήματος σε γενική συνέλευση για να ψηφιστεί και να συγκροτηθεί σε σώμα η διαχειριστική επιτροπή παρόλο που πράγματι δεν είναι εγγεγραμμένη στο Κτηματολόγιο καθότι αυτό δεν είναι απαραίτητο να γίνει. Προς υποστήριξη του πιο πάνω ισχυρισμού της επισυνάπτει ως Τεκμήριο 3 τα αντίγραφα πρακτικών της γενικής συνέλευσης των ιδιοκτητών του επίδικου κτηριακού συγκροτήματος  ημερ. 21/04/22 για τον διορισμό μεταξύ άλλων διαχειριστικής επιτροπής.

 

Αποτελεί εν κατακλείδι θέση της κας. Αγγελίδου ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει πρωτίστως κατά πόσο υπάρχει νόμιμη σύσταση της Ενάγουσας και μεταγενέστερα να αξιολογήσει την μη εγγραφή της στο Κτηματολόγιο, αμφισβητούμενα επίδικα ζητήματα που δεν δύναται να εξεταστούν επί του παρόντος αλλά κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας της υπόθεσης.

 

Η ακροαματική διαδικασία

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία, ουδείς εκ των ενόρκως δηλούντων αντεξετάστηκε και οι συνήγοροι των δύο πλευρών περιορίστηκαν στην καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων προς υποστήριξη των θέσεων τους.  Οι αγορεύσεις έχουν μελετηθεί και αναφορά στις θέσεις που υποστηρίχθηκαν μέσω αυτών, θα γίνει στα πλαίσια αξιολόγησης των εκατέρωθεν θέσεων, κατωτέρω, και στον βαθμό που χρειάζεται.

 

Νομική πτυχή και αξιολόγηση των εκατέρωθεν θέσεων

 

Ο συνήγορος των Αιτητών είναι φανερό ότι επικεντρώνεται στα πλαίσια της αγόρευσης του στην Δ.27 Θ.3 αφού αναφορικά με την Δ.16. Θ. 9 η μόνη αναφορά στην οποία προβαίνει έγκειται στην παράθεση του λεκτικού της εν λόγω διαταγής κατά την  γραπτή του αγόρευση ενόψει και του ότι δεν παρατίθεται επί της ενόρκου δηλώσεως που έχει καταχωρηθεί οτιδήποτε που να υποστηρίζει το αιτητικό υπό στοιχείο Α.

 

Καταρχήν θα πρέπει να  λεχθεί ότι στην υπόθεση Cyber Group Ltd v. Χαραλαμπίδης (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1852 αναφέρει ότι η διαγραφή δικογράφου, και είτε το αίτημα βασίζεται στη Δ.19 Θ.26 είτε στη Δ.27 Θ.3, συνιστά εξαιρετικό μέτρο το οποίο δικαιολογείται μόνο όταν αδιαμφισβήτητα το δικόγραφο στερείται νομικού ή πραγματικού ερείσματος ή είναι αναντίλεκτα ανυπόστατο. 

 

Με την παρούσα Αίτηση οι Εναγόμενοι - Αιτητές ζητούν την διαγραφή της αγωγής καθότι ισχυρίζονται ότι αυτή εγέρθηκε από ανύπαρκτο πρόσωπο ενώ η σχετική δικονομική βάση της αίτησης είναι η Δ.27 Θ.3 η οποία προνοεί τα εξής:

 

«The Court may order any pleading to be struck out on the ground that it discloses no reasonable cause of action or answer, and in any such case or in case of the action or defence being shown by the pleadings to be frivolous or vexatious, the Court may order the action to be stayed or dismissed, or judgment to be entered accordingly as may be just.»

 

Εξέταση της νομολογίας αποκαλύπτει ότι πράγματι σε περίπτωση που ο εναγόμενος επιθυμεί να αμφισβητήσει την εξουσία του ενάγοντος προς έγερση της αγωγής ή και αυτήν καθεαυτή την ύπαρξη του ενάγοντος, πρέπει να πράξει τούτο μέσω εγκαίρως καταχωρηθείσας αίτησης για διαγραφή της αγωγής με βάση τη Δ.27 Θ.3 η οποία παρέχει το δικονομικό πλαίσιο για την κίνηση του μηχανισμού για τη διαγραφή αγωγής εγερθείσας εκ μέρους ανύπαρκτου διαδίκου.  Στην απόφαση Ανδρονίκου ν. Επιτροπής του Σχεδίου Ταμείου Συντάξεων και Χορηγημάτων σε Υπαλλήλους της ΑΗΚ, Πολ. Έφ. 168/10, ημερ. 24.2.16, το Δικαστήριο υιοθέτησε την επί του θέματος προγενέστερη νομολογία:

 

«Η πορεία της αγωγής διεκόπη συνεπεία αίτησης που στις 11.2.2010 καταχώρισαν οι εφεσείοντες ζητώντας διαγραφή της αγωγής ως καταχρηστικής, ισχυριζόμενοι ότι η εφεσίβλητη στερείται νομικής προσωπικότητας και ότι είναι ανίκανη να δώσει διοριστήριο δικηγόρου.  .... Αυτά βέβαια τα ζητήματα δεν μπορούσαν να αποτελέσουν επίδικα θέματα στην αγωγή εφόσον, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Lioufis and Co Ltd v. Ανδρονίκου κ.α. (1996) 1 ΑΑΔ 773 :

 

"η ύπαρξη των εναγόντων δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αντιδικίας μέσω των δικογράφωνΟι έγγραφες προτάσεις έχουν ως λόγο τον προσδιορισμό των επιδίκων θεμάτων μεταξύ των διαδίκων.  Η αντιδικία προϋποθέτει την ύπαρξη των διαδίκων.  Αν ο ενάγων δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, δεν τίθεται, ούτε θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα αντιδικίας με τον εναγόμενο.  Αγωγή εκ μέρους ανύπαρκτου προσώπου συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.  Το μέσο για την αμφισβήτηση της οντότητας του ενάγοντα είναι αίτηση για τη διαγραφή της αγωγής.

 

Η θέση αυτή ευρίσκει έρεισμα στην απόφαση Russian Commercial and Industrial Bank v. Comptoir D'Escompte de Mulhouse [1925] A.C. 112 (ΗL). Στην υπόθεση εκείνη κρίθηκε ότι η αμφισβήτηση εξουσίας του ενάγοντα να κινήσει αγωγή εξ ονόματος της ενάγουσας εταιρείας δεν μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο αντιδικίας, με την έγερση του θέματος στην Υπεράσπιση.  Η θεραπεία έγκειτο στη λήψη μέτρων, σε αρχικό στάδιο της διαδικασίας, για τη διαγραφή του ενάγοντα και τον τερματισμό της διαδικασίας.  Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που αμφισβητείται η ύπαρξη του ενάγοντα - (βλ. Τhe Annual Practice 1958, σελ. 574 και 575)."

 

Τα παραπάνω υιοθετήθηκαν στην υπόθεση Βιομηχανία Χαρίλαος Αλωνεύτης Λτδ κ.α. ν. Alpha Bank Ltd (2003) 1 AAΔ 990 με παραπομπή και στα ακόλουθα από το Annual Practice 1958, σελ. 574, 575:

 

"αν ο εναγόμενος επιθυμεί να αμφισβητήσει την εξουσία έγερσης αγωγής στο όνομα του ενάγοντα πρέπει ν΄αποταθεί για διαγραφή του ονόματος του ενάγοντα στο αρχικό στάδιο. δεν μπορεί να αμφισβητεί την εξουσία με την υπεράσπιση του, ούτε μπορεί να κάμει κάτι τέτοιο στη δίκη."

 

Γενικότερα δε, όποτε τίθεται ζήτημα απόρριψης της αγωγής, η σχετική αίτηση πρέπει να κατατίθεται εγκαίρως. Kατά τη νομολογία τέτοια αίτηση:

 

"Παρόλο ότι μπορεί να κατατεθεί πριν την καταχώριση της υπεράσπισης, δεν μπορεί να κατατεθεί πριν την καταχώριση της έκθεσης απαιτήσεως (Βλ. A.G. of Duchy of Lancaster v. L. & N. W. Ry [1892] 3 Ch. 374 και Wright v. Prescot U.D.C. 115 L.T. 772). Μπορεί να καταχωρηθεί και μετά το κλείσιμο της δικογραφίας (Βλ. Tucker v. Collinson, 34 W.R. 354). Μετά που η αγωγή ορίζεται για ακρόαση η αίτηση απορρίπτεται (Βλ. Cross v. Earl Howe, 62 L.J. Ch. 342, Fletcher v. Bethom, 68 L.T. 438)."

 

(Mepa Underwriting Management Ltd κ.α. ν. Αγροτικής Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 ΑΑΔ 772).

 

Τα ίδια αναφέρονται, με παραπομπή ειδικότερα στις υποθέσεις Cross και Fletcher, στο Annual Practice 1958, σελ. 575.»

 

Η Δ.27 Θ.3 δίδει περαιτέρω στο Δικαστήριο τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει αγωγή, όταν η αγωγή δεν αποκαλύπτει καλή βάση αγωγής ή είναι επιπόλαιη ή παρενοχλητική (frivolous or vexatious) (Σιακόλας, ανωτέρω, σελ. 1344). 

 

Ανεξαρτήτως δε της Δ.27 Θ.3 το Δικαστήριο κέκτηται σύμφυτης εξουσίας να αναστείλει ή να απορρίψει αγωγή και να διαγράψει δικόγραφα όταν αυτά είναι καταπιεστικά, ενοχλητικά ή αποτελούν κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου (βλ. Annual Practice του 1958, σελ. 574, υπό τον τίτλο «Striking Out»).  Η ταυτόχρονη επίκληση της Δ.27 Θ.3 και της συμφυούς εξουσίας του Δικαστηρίου είναι, σύμφωνα με το ίδιο σύγγραμμα, επιτρεπτή. 

 

Σχετική επί του θέματος νομολογία και ειδικότερα ως προς την ιδιότητα μιας διαχειριστικής επιτροπής, είναι η υπόθεση  Χριστίνα Ταλιάνου - ν – Διαχειριστική Επιτροπή Belmar Complex (2002) 1 Α Α.Α.Δ σελ. 102όπου αποφασίσθηκαν τα ακόλουθα :

 

« Κάθε κοινόκτητη οικοδομή πρέπει να έχει Διαχειριστική Επιτροπή για τη ρύθμιση και διαχείρηση των υποθέσεών της. Η Διαχειριστική Επιτροπή συνίσταται και ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους αυτού και των Κανονισμών."

 

Ανάμεσα στις εξουσίες της Διαχειριστικής Επιτροπής είναι, σύμφωνα με το άρθρο 38ΚΗ(1)(δ) του νόμου, η ανάκτηση με αγωγή από κύριο μονάδας οποιουδήποτε ποσού χρημάτων που δαπανήθηκε σε σχέση με τις κοινόκτητες οικοδομές. ενώ με βάση το άρθρο 38ΚΣΤ (1) "η Διαχειριστική Επιτροπή θα ενεργεί από μέρους και για λογαριασμό των κυρίων ...........". Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο ΚΣΤ (2), η Διαχειριστική Επιτροπή μπορεί να ενάγει και να ενάγεται σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα αφορά την κοινόκτητη οικοδομή και να ενάγει σε σχέση με ζημιές ή βλάβες που προκλήθηκαν στην οικοδομή, να συνάπτει συμβάσεις και να ενάγει και ενάγεται σε σχέση με ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή του νόμου και των κανονισμών.

 

Προκύπτει λοιπόν από τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις ότι ο νομοθέτης θέλησε να προσδώσει στις προβλεπόμενες από το νόμο Διαχειριστικές Επιτροπές νομική υπόσταση και δικαιοπρακτική ικανότητα. Προκύπτει επίσης ότι οι Διαχειριστικές αυτές Επιτροπές έχουν δικαίωμα να εμφανίζονται στο Δικαστήριο ως διάδικοι, να ενάγουν και να ενάγονται. Η ανησυχία της εφεσείουσας ότι θα αποτελούσε έκπληξη για τους ιδιοκτήτες των μονάδων των κοινόκτητων οικοδομών να πληροφορηθούν ότι ο διαχειριστής τους δεν είναι το πρόσωπο που διόρισαν αλλά κάποιο πλασματικό πρόσωπο χωρίς κανένα αντίκρυσμα είναι ανεδαφική γιατί οι συγκεκριμένες διαχειριστικές επιτροπές, ενεργούν, σύμφωνα με το νόμο, από μέρους και για λογαριασμό των κυρίων των μονάδων κλπ. Επομένως, τα πρόσωπα που αποτελούν μια τέτοια Διαχειριστική Επιτροπή δεν εμφανίζονται προς τα έξω υπό την προσωπική τους ιδιότητα ούτε ενάγουν ή ενάγονται υπό την προσωπική τους ιδιότητα. Για τους σκοπούς του νόμου, τα πρόσωπα που αποτελούν τη Διαχειριστική Επιτροπή, αποτελούν ένα εκ του νόμου συγκροτημένο σώμα το οποίο εύλογα μπορεί να ονομάζεται Διαχειριστική Επιτροπή με την προσθήκη κάποιου άλλου διακριτικού ονόματος ή χαρακτηριστικού για σκοπούς προσδιορισμού ή διάκρισης από άλλες παρόμοιες Διαχειριστικές Επιτροπές. »

 

 

Στην Αγρόκτημα Λανίτη Λτδ & άλλοι - ν - Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας & άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 225, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

« στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται εκτενής αναφορά στη νομολογία η οποία διέπει τον καθορισμό και την επίλυση θέματος βάσει της Δ.27 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (Βλ. μεταξύ άλλων, Western S.S. Co v. Amaral Sutherland & Co[1914] 3 K.B. 55. Windsor Refrigerator Co Ltd. v. Branch Nominees Ltd [1961] Ch. 375. Isaacs and Sons Ltd. v. Cook [1925] 2 K.B. 886 Andreson v. Midland Railway [1902] 1 Ch. 374. Papamichael v. Haholiades (1970) 1 C.L.R. 360. Malachtou v. Armefti and another (1984) 1 C.L.R. 548)Ο,τι προκύπτει από τη νομολογία, είναι ότι η επίλυση θέματος προδικαστικά και, γενικότερα, η επίλυση θέματος έξω από το πλαίσιο της δίκης - το φυσιολογικό πεδίο για τη διαπίστωση των γεγονότων και τον καθορισμό των δικαιϊκών τους συνεπειών - αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, προσφυγή στο οποίο δικαιολογείται μόνο εφόσον τα γεγονότα είναι αδιαμφισβήτητα ή παραδεκτά. Δικαιολογείται, συνεπώς η επίκληση της Διάταξης 27 εφόσον το συζητούμενο θέμα αποκρυσταλλώνεται σε καθαρά νομικό θέμα, η λύση του οποίου μπορεί να επιδιωχθεί με την ίδια ευχέρεια σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας΄΄.

 

Αξιολόγηση Αίτησης και Ένστασης – Συμπεράσματα και Κατάληξη

 

Το Δικαστήριο, έχοντας κατά νου το πιο πάνω δικονομικό και νομολογιακό πλαίσιο που διέπει την εξέταση της υπό κρίση αίτησης καθώς και τα όσα έχουν θέσει ενόρκως και οι δύο πλευρές θα προχωρήσει στην αξιολόγηση των θέσεων που έχουν προβληθεί εκατέρωθεν.

 

Κύριος άξονας και πυρήνας της υπό εξέταση αίτησης, είναι αμφισβήτηση της νομιμότητας και της οντότητας αλλά και γενικά της σύστασης της Ενάγουσας ως Διαχειριστική Επιτροπή όπως αυτή καταγράφεται στο Κλητήριο Ένταλμα που έχει καταχωρηθεί. Σημειώνεται μάλιστα, ότι τα αιτητικά Β, Γ και Δ είναι αλληλένδετα αφού έχουν ως κοινό υπόβαθρο την διαγραφή και ή παραμερισμό της αγωγής αφής στιγμής η αγωγή σύμφωνα πάντοτε με τους ισχυρισμούς των Αιτητών καταχωρήθηκε από ανύπαρκτο πρόσωπο. Σε ότι αφορά το αιτητικό υπό στοιχείο Α, ως διαφάνηκε τόσο από την ένορκο δήλωση των Αιτητών όσο και μέσα από την γραπτή τους αγόρευση αυτό δεν έχει προωθηθεί ούτε με μαρτυρία αλλά ούτε και με επιχειρηματολογία, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι έχει εγκαταλειφθεί. Ως εκ τούτου το αιτητικό υπό στοιχείο Α δεν χρήζει οποιαδήποτε εξέτασης.

 

Προκύπτει λοιπόν ξεκάθαρα ότι αμφότερες οι πλευρές προβάλλουν εκ δια μέτρου αντίθετες τοποθετήσεις αναφορικά με το πιο πάνω ζήτημα και πιο συγκεκριμένα η πλευρά των Αιτητών - Εναγόμενων αμφισβητεί την ίδια την υπόσταση και γενικά το νόμιμο και νομότυπο της διαδικασίας που ακολουθήθηκε και που είχε ως επίκεντρο την σύσταση της Διαχειριστικής Επιτροπής για το επίδικο συγκρότημα κατοικιών στο οποίο διαμένουν. Από την αντίπερα όχθη η πλευρά της Καθ’ ης η Αίτηση - Ενάγουσας υπεραμύνεται στις πιο πάνω προβαλλόμενες θέσεις, υποστηρίζοντας από πλευράς της, τόσο το νόμιμο όσο και το νομότυπο της σύστασης της Διαχειριστικής Επιτροπής παραθέτοντας προς υποστήριξη των θέσεων της έγγραφα (αντίγραφα των πρακτικών της γενικής συνέλευσης των ιδιοκτητών της κοινόκτητης οικοδομής ημερ. 21/04/22 για των διορισμό της διαχειριστικής επιτροπής) καθώς το αντίγραφο του συμβολαίου παροχής υπηρεσιών μεταξύ της εταιρείας Qualitas Property Partners (Cyprus) Limited μαζί με την Ενάγουσα.

 

Αυτή εκ δια μέτρου αντίθετη τοποθέτηση και αμφισβήτηση των ισχυρισμών από κάθε πλευρά, κρίνεται από το Δικαστήριο ότι δεν παρέχει εκείνο το στέρεο μαρτυρικό υπόβαθρο για να αποφασίσει σε αυτό το στάδιο εάν υπήρχε νόμιμη σύσταση της Διαχειριστικής Επιτροπής και γενικά κατά πόσο υπάρχει ως οντότητα και συνεπώς ένα τέτοιο δραστικό μέτρο δεν προσφέρεται όταν υπάρχει ουσιαστική αμφισβήτηση του μαρτυρικού υποβάθρου που το υποστηρίζει. Θεωρώ λοιπόν ότι είναι σκόπιμο και πιο ασφαλές να μην γίνει για τους  λόγους που ανωτέρω έχω υποδείξει οποιαδήποτε περαιτέρω αξιολόγηση ως προς τα ζητήματα που έχουν τεθεί αφής στιγμής το ζήτημα αυτό είναι καταλληλότερο να κριθεί στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας.

 

Σε ότι τώρα αφορά το ζήτημα της εγγραφής της Διαχειριστικής Επιτροπής στο Κτηματικό Μητρώο του Επαρχιακού Κτηματολογίου Πάφου παρόλο που η Καθ’ ης η Αίτηση – Ενάγουσα δεν αρνείται την μη εγγραφή της στο Κτηματολόγιο, εντούτοις κρίνω ότι και το ζήτημα αυτό δεν δύναται να αξιολογηθεί σε αυτό το στάδιο αφής στιγμής και η Ενάγουσα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η μη εγγραφής της δεν ισοδυναμεί με μη νομότυπη σύσταση. Θεωρώ λοιπόν ότι η οποιαδήποτε τυχόν συνέπεια της μη εγγραφής της Ενάγουσας στο Κτηματολόγιο και κατά πόσο επηρεάζεται από την μη εγγραφή της η εγκυρότητα της νομικής της υπόστασης, ενόψει και του ισχυρισμού που προβάλλεται από πλευράς της Καθ’ ης η Αίτηση – Ενάγουσας περί του αντιθέτου, θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί στα πλαίσια τη ακροαματικής διαδικασίας ως ένα από τα αμφισβητούμενα επίδικα ζητήματα.

 

Δεν διαφεύγει βεβαίως της προσοχής του Δικαστηρίου ότι το ενδεδειγμένο δικονομικό διάβημα για να εξεταστεί η οντότητα ενός διαδίκου είναι με την καταχώρηση αίτησης στο στάδιο αυτό, όπως και πράγματι έγινε από πλευράς των Αιτητών στην παρούσα υπόθεση, όμως η εκ δια μέτρου αντίθετη θέση της κάθε πλευράς για τα ζητήματα που έχουν τεθεί, δεν παρέχει στο Δικαστήριο εκείνο το βέβαιο μαρτυρικό υπόβαθρο για να τα εξετάσει στο παρόν στάδιο. Το Δικαστήριο κρίνει ότι θα δεν θα ήταν ασφαλές να αποφασίσει και να αξιολογήσει το εγερθέν από πλευράς των Αιτητών της μη εγγραφής της Ενάγουσας στο Κτηματολόγιο στο παρόν στάδιο αφής στιγμής  θα πρέπει να κριθεί πρώτα κατά πόσο υπάρχει νόμιμη σύσταση της Ενάγουσας και ακολούθως να αξιολογηθεί το γεγονός της μη εγγραφής της στο Κτηματολόγιο που έπεται της σύστασης.

 

Υπό το φως των πιο πάνω η υπό κρίση Αίτηση απορρίπτεται. Σε ότι αφορά τα έξοδα αυτά επιδικάζονται υπέρ της Καθ’ ης η Αίτηση – Ενάγουσας και εναντίον των Εναγομένων – Αιτητών όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, καταβλητέα όμως  στο τέλος της διαδικασίας.   

 

 

                                                                 (Υπ.) ……………………..............

                                                                                Σ. Συμεού, Ε.Δ

 

ΠΙΣΤΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

 

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο