ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ:  Σ. Συμεού, Ε.Δ.                                            

                                                                                               i–Justice

                                        Αίτηση/Έφεση: 2/24

Επί τοις αφορώσι τον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9/65 και επί τοις αφορώσι και τον Περί Ακινήτου Περιουσίας Διακατοχή Νόμο Κεφ. 224 ως και τις τροποποιήσεις τους.

 

Μεταξύ:

 

1.    ΑΝΔΡΕΑΣ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ, από την Πάφο

2.    ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ, από την Πάφο

 

      Αιτητές – Εφεσείοντες

                                                       και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ

ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ, από την Λευκωσία

 

Καθ’ ων η αίτηση - Εφεσίβλητοι

 

Ημερομηνία: 05/03/24

Εμφανίσεις :

Για τους  Εφεσείοντες – Αιτητές : κα. Γ. Παπασάββα

Για Εφεσίβλητους-Καθ΄ ων η αίτηση: κα Μαριάννα Κωνσταντινίδου δια Ε & M Κωνσταντινίδου Δ.Ε.Π.Ε 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

Με την υπό το άνω αριθμό και τίτλο Αίτηση – Έφεση οι Αιτητές ζητούν από το Δικαστήριο την έκδοση διαταγμάτων για τον παραμερισμό της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ» ημερομηνίας 01/11/23 και την ακύρωση του σκοπούμενου πλειστηριασμού ο οποίος είναι ορισμένος στις 12/03/24 και ώρα 10:00 π.μ. στην ιστοσελίδα Ηλεκτρονικού πλειστηριασμού της www.auction-cy.com.

 

Η Αίτηση – Έφεση

 

Η αίτηση/έφεση στηρίζεται στον Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο 9(Ι)/65 ως έχει τροποποιηθεί και ειδικότερα στα άρθρα 2, 4, 21 και 27, και στο Μέρος VIA, ειδικότερα στα άρθρα 44Α – 44 ΚΖ στο άρθρο 51 και στο Δεύτερο Παράρτημα του εν λόγω Νόμου, στους Περί Πώλησης Ενυπόθηκων Ακινήτων μέσω Ηλεκτρονικού Συστήματος Πλειστηριασμού Διάταγμα του 2019 – ΚΠΔ 346/2019, Στον Περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμο Κεφ. 224, άρθρα 80 και 81, στους Περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμούς του 1956, Κ.2, στον Περί Δικαστηρίων Νόμο 14/60, άρθρα 2, 3, 21, 29, 30 και 32, 61 – 64, στις αρχές του Κοινοδικαίου και του Δικαίου της Επιείκειας, στην σχετική Νομολογία και στις εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η υπό κρίση Αίτηση - Έφεση αφορούν καταρχήν  στην μη δέουσα επίδοση της ειδοποίησης «Τύπου Ι» και στην μη δέουσα επίδοση της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ». Ανάμεσα στους λόγους Έφεσης που έχουν προβληθεί υποστηρίζεται μάλιστα η θέση ότι τόσο ο τύπος όσο και περιεχόμενο της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ» δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο προϋποθέσεις, εφόσον το ποσό που αναγράφεται στην ειδοποίηση αυτή είναι ανύπαρκτο γεγονός αφής στιγμής δεν επιδόθηκε ή αποστάλθηκε η σχετική κλήση για πληρωμή του ποσού δηλαδή η ειδοποίηση «Τύπου Ι» τόσο προς όλους τους Αιτητές και ή προς όλους ενυπόθηκους οφειλέτες όσο και προς όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, διότι οι Ειδοποιήσεις «Τύπου Ι» δεν αποστάλθηκαν δεόντως και ή νομότυπα αλλά και διότι δεν οφείλονται τα ποσά που απαιτούν οι Καθ’ ων η Αίτηση ή και διότι, τα ποσά που  απαιτούν είναι παράνομα και διογκωμένα. Επίσης οι Αιτητές προβάλλουν ανάμεσα στους λόγους Έφεσης, το γεγονός ότι, το ποσό του τόκου και ή το ποσό του επιτοκίου που αναφέρεται στην ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» είναι λανθασμένο και ή παράνομο, ότι δεν νομιμοποιούνται να προωθούν την παρούσα εκποίηση της επίδικης υποθήκης καθότι αυτή είναι άκυρη και ή παράνομη αλλά και ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν νομιμοποιούνται να εκδώσουν την ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» λόγω του ότι οι ίδιοι δεν είναι ο ενυπόθηκος δανειστής. Προβάλουν επίσης ως λόγο Έφεσης ότι η διαδικασία πλειστηριασμού έχει ξεκινήσει καταχρηστικά και ότι ουδέποτε επιδόθηκε και ή γνωστοποιήθηκε το «Δελτίο Α». Επίσης ότι ο σκοπούμενος πλειστηριασμός είναι αντισυνταγματικός και τέλος, ότι οι Αιτητές ουδέποτε έχουν προσέλθει σε διαδικασία αναδιάρθρωσης των δανείων των Αιτητών παρά τις εκκλήσεις και προτροπές τους.

 

Η Αίτηση - Έφεση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Ανδρέα Θεοχάρους, δηλαδή του Αιτητή υπ. αρ. 1, με την οποία επαναλαμβάνει και υποστηρίζει τους πιο πάνω λόγους έφεσης. Δεν κρίνεται αναγκαία η επανάληψη του περιεχομένου της και θα αναφερθώ στο περιεχόμενο της όταν και εφόσον κριθεί απαραίτητο.

 

Από την άλλη, οι Καθ’ ων η Αίτηση αντιδρώντας καταχώρησαν ένσταση με την οποία προβάλλουν 17 λόγους ένστασης . Πιο συγκεκριμένα υποστηρίζουν ότι η υπό κρίση Έφεση είναι πραγματικά και νομικά αβάσιμη και ότι δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις ούτως ώστε να επιτραπεί από το Δικαστήριο η έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Επίσης υποστηρίζουν ότι οι Αιτητές ερμήνευσαν λανθασμένα τις διατάξεις του Περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου 9/1965 και ειδικότερα του μέρους VIA, ότι δεν αποκαλύπτονται ικανοποιητικοί λόγοι για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν περιέχει την αναγκαία τεκμηρίωση εφόσον είναι γενική και αόριστη με αποτέλεσμα οι λόγοι έφεσης να είναι μετέωροι, οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται να εγείρουν θέμα επίδοσης των ειδοποιήσεων τύπου Θ, ΙΒ και Ι διότι οι εν λόγω ειδοποιήσεις δεν είναι εφέσιμες, ότι δεν νομιμοποιούνται να εγείρουν θέμα επίδοσης της υπό κρίση ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ»  αφής στιγμής τους έχει επιδοθεί δεόντως η πιο πάνω ειδοποίηση καθότι ακολουθήθηκε η δέουσα και η εκ του νόμου προβλεπόμενη διαδικασία επίδοσης της τόσο στους Αιτητές όσο και σε όλα τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν είχαν υποχρέωση να αποστείλουν ειδοποίηση «Τύπου Θ» καθότι κατά τον εν λόγω χρόνο δεν ήταν αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ενώ έχουν εξασφαλίσει διαιτητική απόφαση εναντίον των Εφεσειόντων – Αιτητών, ότι η Αίτηση – Έφεση είναι ενοχλητική, εκβιαστική και καταχρηστική με απώτερο σκοπό να καθυστερήσει την διαδικασία, ότι τυχόν έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων θα παραβιάσει το δικαίωμα των Καθ’ ων η Αίτηση να πωλήσουν το ενυπόθηκο ακίνητο προς εξασφάλιση του λαβείν τους εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ότι οι Αιτητές κωλύονται να αμφισβητούν την ορθότητα του υπολοίπου του ενυπόθηκου χρέους του επιτοκίου καθώς και να εγείρουν ζητήματα παράνομων χρεώσεων καθώς και παράνομων και μη έγκυρων υποθηκών και εν πάση περίπτωση ότι το Δικαστήριο στερείται εξουσίας να εξετάσει τέτοια ζητήματα στα πλαίσια της υπό εξέτασης της Αίτησης – Έφεσης, ότι η αναγραφή του ποσού του χρέους καθώς και των οφειλόμενων τόκων και εξόδων είναι σε πλήρη συμμόρφωση με τον νόμο, ότι ή ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν προσφέρει οποιαδήποτε ουσιαστική και θετική μαρτυρία αλλά επανάληψη των λόγων έφεση, και τέλος ότι, οι Καθ’ ων οι Αίτηση – Εφεσίβλητοι είναι οι ενυπόθηκοι δανειστές εν την έννοια του Ν. 9/1965.  

 

Η ένσταση

 

Η ένσταση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της κας Αντιγόνης Χριστοδούλου δια της οποία επαναλαμβάνονται και αναπτύσσονται οι πιο πάνω αναφερόμενοι λόγοι ένστασης. Σύμφωνα με την κα Χριστοδούλου η διαδικασία ενεργοποίησης εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου ξεκίνησε περί το έτος 2021 όπου δεν υπήρχε υποχρέωση από τους Καθ’ ων η Αίτηση να επιδώσουν ειδοποίηση του τύπου Θ καθότι δεν ήταν αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα.  Περαιτέρω η κα. Χριστοδούλου  αναφέρει ότι σε προγενέστερο χρόνο είχε εξασφαλιστεί η εγγραφή της διαιτητικής απόφασης με το Διάταγμα ημερ. 08/03/12. Προς τον σκοπό αυτό οι Καθ’ ων η Αίτηση απέστειλαν γραπτή ειδοποίηση στον πρωτοφειλέτη Αιτητή υπ. αρ. 1 και στην ενυπόθηκη οφειλέτιδα δηλαδή την  Αιτήτρια υπ. αρ.  2. Οι εν λόγω επιστολές συνοδευόντουσαν από την ειδοποίηση «Τύπου Ι» ημερ. 22/09/21 (Τεκμήριο Δ) συνοδευόμενη από σχετική κατάσταση λογαριασμού του οφειλόμενου ενυπόθηκου χρέους, των τόκων και το εξόδων. Μετά τη επιτυχή επίδοση της ειδοποίησης τύπου Ι και ενόψει της μη ανταπόκρισης των Αιτητών στην 1η ειδοποίηση, οι Καθ’ ων η Αίτηση απέστειλαν την ειδοποίηση «Τύπου ΙΒ» περί  την 10/07/23 για τον διορισμό δικού τους εκτιμητή αν και εφόσον το επιθυμούσαν. Οι εν λόγω ειδοποιήσεις αποστάλθηκαν αρχικά με ταχυδρομείο την 13/07/23 αλλά ενόψει της μη ανταπόκρισης των Αιτητών προωθήθηκαν μέσω ιδιώτη δικαστικού επιδότη όπου και τελικά  επιδόθηκαν. Ακολούθως την 01/11/23 ετοιμάστηκαν και αποστάλθηκαν στους Αιτητές οι ειδοποιήσεις «Τύπου ΙΑ» με την συνημμένη ειδοποίηση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Οι εν λόγω ειδοποιήσεις αρχικά αποστάλθηκαν μέσω συστημένου ταχυδρομείου την 04/12/23  αλλά λόγω της μη ανταπόκρισης των Αιτητών προωθήθηκαν με ιδιώτη δικαστικό επιδότη (Τεκμήριο ΣΤ). Η αποστολή των εν λόγω ειδοποιήσεων σύμφωνα με την κα. Χριστοδούλου έγινε σύμφωνα με το λεκτικό του νόμου ενώ αναφορικά με τους ισχυρισμούς των Αιτητών περί μη νομότυπης επίδοσης αυτοί απορρίπτονται κατηγορηματικά αφού η ειδοποίηση « Τύπου ΙΑ» αποστάλθηκε μετά την λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής που έθετε η ειδοποίηση «Τύπου Ι». Εν κατακλείδι η κα. Χριστοδούλου υποστηρίζει την θέση ότι η υπό κρίση ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» και γενικότερα η διαδικασία που ακολουθήθηκε είναι ορθή και νομότυπη, ενώ οι Αιτητές από πλευράς τους δεν έχουν προσκομίσει οποιαδήποτε θετική μαρτυρία περί του αντιθέτου, που να πληρείται δηλαδή κάποια εκ των εξαντλητικά προβλεπόμενων προϋποθέσεων του άρθρου 44(Γ)(3) για παραμερισμό της υπό κρίση ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ».

 

Οι συνήγοροι των διαδίκων υποστήριξαν τις θέσεις τους με τις γραπτές τους αγορεύσεις, οι οποίες έχουν μελετηθεί και λήφθηκαν υπόψη χωρίς να υφίσταται αναγκαιότητα για επανάληψη του περιεχομένου τους.

 

 

 

 

Νομική Πτυχή

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση – Εφεσίβλητοι επέλεξαν να προωθήσουν τη διαδικασία εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου δυνάμει του Μέρους VIA του Νόμου 9(Ι)/1965, ως αυτή έχει εισαχθεί με τον τροποποιητικό Νόμο 142(Ι)/2014.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 44Β, σε περίπτωση υπερημερίας για περίοδο που δεν είναι μικρότερη των 120 ημερών, ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να προχωρήσει σε διαδικασία εκποίησης του ενυπόθηκου ακινήτου εκτός εάν η προώθηση της διαδικασίας αναγκαστικής πώλησης ανασταλεί, με βάση τις διατάξεις οποιωνδήποτε άλλων Νόμων ή Κανονισμών. Συγκεκριμένα, επιδίδεται δυνάμει του άρθρου 44Β(2), η ειδοποίηση «Θ» ως προς την παρατηρηθείσα υπερημερία και η ειδοποίηση υπό τον τύπο «I» δυνάμει του άρθρου 44Γ(1), με την οποία ενυπόθηκος οφειλέτης, καλείται εντός 45 ημερών να εξοφλήσει το ενυπόθηκο χρέος. Στην εν λόγω ειδοποίηση, επισυνάπτεται κατάσταση λογαριασμού, αναφορικά με το ενυπόθηκο χρέος.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 44Γ(2), στην περίπτωση που ο ενυπόθηκος οφειλέτης δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της ειδοποίησης τύπου «Ι», ο ενυπόθηκος δανειστής δύναται να του επιδώσει δεύτερη έγγραφη ειδοποίηση κατά τον τύπο «ΙΑ», στην οποία να αναφέρεται ότι το ενυπόθηκο ακίνητο πρόκειται να πωληθεί με πλειστηριασμό. Η εν λόγω ειδοποίηση θα πρέπει να επιδίδεται εντός περιόδου όχι μικρότερης των 30  ημερών από την καθορισμένη ημέρα και ώρα πώλησης του ενυπόθηκου ακινήτου.

 

Με την παραλαβή της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ», ο ενυπόθηκος οφειλέτης και οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος, δύναται, δυνάμει του άρθρου 44Γ(3), εντός σαράντα (45) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης τύπου «ΙΑ», να καταχωρήσει έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο για τον παραμερισμό της ειδοποίησης της πώλησης, για συγκεκριμένους και περιοριστικούς λόγους ως αυτοί περιλαμβάνονται στο άρθρο 44Γ και είναι οι ακόλουθοι, οι οποίοι είναι αυτοτελείς, χωρίς να απαιτείται η συνύπαρξή τους:

 

(α)  η επιδοθείσα ειδοποίηση δεν πληροί τις απαιτούμενες κατά τον προβλεπόμενο τύπο και περιεχόμενο, προϋποθέσεις,

 

(β)  η ειδοποίηση δεν έχει δεόντως επιδοθεί,

 

(γ)  η ειδοποίηση έχει αποσταλεί πριν τη λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή,

 

(δ) έχει εκδοθεί παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη σύμφωνα με το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου,

 

(ε)  ο ενυπόθηκος δανειστής στην περίπτωση που είναι αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή αγοραστής κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, εφεξής καλούμενος «αγοραστής», αρνήθηκε να προσέλθει ως όφειλε, σε διαδικασία αναδιάρθρωσης πιστωτικών διευκολύνσεων κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις του Μέρους VIA του περί Σύστασης και Λειτουργίας Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου ή τέτοια διαδικασία εκκρεμεί κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2019,

 

(στ)  έχει εκδοθεί προστατευτικό διάταγμα υπέρ του ενυπόθηκου οφειλέτη δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διατάγματα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου ή εκκρεμεί ενώπιον Δικαστηρίου αίτηση για έκδοση τέτοιου διατάγματος,

 

(ζ)  ο ενυπόθηκος οφειλέτης του οποίου η συμμετοχή εγκρίνεται στο σχέδιο «ΕΣΤΙΑ για αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων» ή σε οποιαδήποτε άλλο κυβερνητικό σχέδιο επιδότησης πιστωτικής διευκόλυνσης, νοουμένου ότι αυτός αποδέχεται και τηρεί τη συμφωνία και τις πιστωτικές του υποχρεώσεις όπως προκύπτουν από το εν λόγω σχέδιο ή εκκρεμεί σχετική αίτηση.

 

Εξέταση των λόγων Έφεσης που προωθούνται από τους Αιτητές

 

Θεωρώ καταρχήν σκόπιμο και ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας να ξεκινήσω με την εξέταση των λόγων έφεσης 1 – 8, 12, 15 και 16 τους οποίους και επιζητείται ο παραμερισμός της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ» καθότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Αιτητών  οι ειδοποιήσεις Τύπου «I» και «ΙΑ» δεν έχουν επιδοθεί με τον δέοντα τρόπο ως ο σχετικός νόμος προνοεί και άρα η διαδικασία που ξεκίνησε δεν είναι ορθή και νομότυπη.

Στρεφόμενος λοιπόν στην μαρτυρία των Αιτητών η οποία έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου δια μέσω της ενόρκου δηλώσεως του Αιτητή υπ. αρ. 1 και η οποία τείνει να υποστηρίξει τους λόγους έφεσης που προωθούνται με την υπό κρίση Αίτηση – Έφεση, διαπιστώνω ότι ένα από τα κυριότερα παράπονα που προωθούνται από την πλευρά τους, είναι η παράτυπη και η μη νομότυπη έναρξη της διαδικασίας η οποία προβλέπεται στο Μέρος VIA του Ν. 9/1965.  Προς υποστήριξη μάλιστα του πιο πάνω λόγου έφεσης που προωθούν οι Αιτητές επικαλούνται ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει επιδοθεί νομότυπα και συμφώνως με τις διατάξεις του πιο πάνω νόμου η ειδοποίηση «Τύπου Ι»  την οποία και οι Καθ’ ων η Αίτηση όφειλαν να επιδώσουν πριν από την  ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» (παραπέμπω στην ένορκο δήλωση του Θεοχάρους, παράγραφος 5.1) Συνακόλουθα προκύπτει από τα πιο πάνω λεχθέντα ότι εκ μέρους των Αιτητών αμφισβητείται ότι η ειδοποίηση « Τύπου Ι» έχει επιδοθεί κατά τον προβλεπόμενο και δέοντα κατά τον Νόμο τρόπο, ούτως ώστε ούτως ώστε να ξεκινά ο υπολογισμός των 45 ημερών για πληρωμή της απαίτησης όπου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης θα νομιμοποιούντο οι Καθ’ ων η Αίτηση να εκδώσουν και να αποστείλουν την ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υποδείξω ότι εξετάζοντας την μαρτυρία που έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αναφορικά με τον τρόπο επίδοσης αυτής της τελευταίας ειδοποίησης, δηλαδή της «Τύπου ΙΑ» διαπιστώνεται μέσα από τα έγγραφα που έχουν επισυναφθεί επί της ενστάσεως των Καθ’ ων η Αίτηση και δεν έχουν στην ουσία τους αμφισβητηθεί (Τεκμήριο ΣΤ) ότι η ειδοποίηση αυτή έχει αποσταλεί με συστημένο ταχυδρομείο στις 04/12/23 και στους δύο Αιτητές ένεκα της μη ανταπόκρισης των τελευταίων, τότε μόνο προωθήθηκαν και επιδόθηκαν μέσω δικαστικού ιδιώτη επιδότη. Συνεπακόλουθα προκύπτει ότι  οι Καθ’ ων η Αίτηση έχουν τεκμηριώσει την θέση τους ότι πράγματι η επίδοση της ειδοποίησης « Τύπου ΙΑ» έγινε με τον δέοντα και κατά τον προβλεπόμενο από τον Νόμο τρόπο αφού αποστάλθηκε αρχικά στους Αιτητές με συστημένο ταχυδρομείο και εφόσον αυτό δεν ήταν εφικτό τότε και μόνο επέδωσαν την εν λόγω ειδοποίηση μέσω της ιδιωτικής επίδοσης την 19/12/23 και πάντοτε σύμφωνα με το λεκτικό του Νόμου.  

 

Αυτό που παραμένει λοιπόν να εξεταστεί από το Δικαστήριο είναι το κατά πόσο η επίδοση των ειδοποιήσεων «Τύπου Ι»  στους Αιτητές, οι οποίες ως από την μαρτυρία που τέθηκε διαφάνηκε ότι έλαβαν χώρα μόνο μέσω ιδιωτικής επίδοσης, κάτι που ούτε και οι Καθ’ ων η Αίτηση αμφισβητούν, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακύρωση της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ» αφού αυτή είναι και η μόνη ειδοποίηση που μπορεί να προσβληθεί.   

 

Σύμφωνα με το άρθρο 44ΙΕ του Νόμου για σκοπούς του Μέρους VIA επίδοση σημαίνει:

 

«"επίδοση" σηµαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας µε συστηµένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραµµένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται, ή στη σχετική διεύθυνση που είναι καταχωρισµένη σε µητρώο του Τµήµατος Κτηµατολογίου και Χωροµετρίας, και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:

 

Νοείται ότι η ιδιωτική επίδοση δύναται να γίνει µε οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται στους Θεσµούς Πολιτικής ∆ικονοµίας, περιλαµβανοµένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης µε διάταγµα ∆ικαστηρίου κατόπιν γενικής αίτησης: Νοείται περαιτέρω ότι η επίδοση εκτός δικαιοδοσίας δυνατόν να γίνει µε οποιονδήποτε τρόπο προβλέπεται σε Κανονισµό, διεθνή σύµβαση, νόµο, δευτερογενή νοµοθεσία ή διαδικαστικό κανονισµό ισχύει στη ∆ηµοκρατία:..»

 

Στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ v. ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΝΤΕΛΑ, Πολιτική Έφεση Αρ. 159/2021, 1/12/2023, εξετάστηκαν οι πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου, σε σχέση με τον τρόπο επίδοσης των ειδοποιήσεων ως επιτάσσει ο Νόμος, όπου λεχθήκαν τα εξής:

 

«Στην προκειμένη περίπτωση ο σκοπός του Νομοθέτη είναι ξεκάθαρος. Θέλησε να ιεραρχήσει τον τρόπο επίδοσης, δίδοντας επιτακτικό προβάδισμα στη συστημένη επιστολή. Μόνον όταν η επίδοση με αυτόν τον τρόπο είναι ανέφικτη, διανοίγεται ο δρόμος εναλλακτικά για ιδιωτική επίδοση, συμφώνως των Κανονισμών  Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης, κατόπιν βεβαία σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου. 

 

Πέραν της συνήθους και φυσικής έννοιας των επιμέρους λέξεων του νομοθετήματος, επιβεβαιωτικό εργαλείο διάγνωσης του σκοπού του Νομοθέτη αποτελεί η πρότερη κατάσταση πραγμάτων. 

 

Συγκεκριμένα, πριν τη θέσπιση του τροποποιητικού Ν87(Ι)/2018 η ερμηνευτική αναφορά της «επίδοσης» ήταν η ακόλουθη:

 

«επίδοση» σηµαίνει την παράδοση οποιασδήποτε ειδοποίησης ή επικοινωνίας µε συστηµένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραµµένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται ή µε ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:

 

Δηλαδή, με τον τροποποιητικό Ν87(Ι)/2018 ο Νομοθέτης, μεταξύ άλλων, επέλεξε να απαλείψει το διαζευκτικό «ή» και να το αντικαταστήσει με τη φράση «και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό». Τούτο άρει την όποια εναπομείνασα αμφιβολία περί του σκοπού του Νομοθέτη. 

 

 Όπως αναφύεται από τη Νομολογία, η αποστολή των Δικαστηρίων, σε ξεκάθαρες περιπτώσεις, περιορίζεται στο να διαγιγνώσκουν, μέσα από τη συνήθη και φυσική έννοια των λέξεων, τον δεδηλωμένο σκοπό του Νομοθέτη.

 

Η υποκειμενική άποψη του Δικαστηρίου επί του ορθολογισμού ή μη του δεδηλωμένου σκοπού, δεν δικαιολογεί ερμηνευτική εκτροπή. Συνεπώς, το γεγονός ότι με την προσωπική επίδοση, ο παραλήπτης/ενδιαφερόμενος μιας ειδοποίησης, επικοινωνίας ή εγγράφου, σαφέστατα λαμβάνει γνώση και δύναται να υπερασπιστεί ή να ασκήσει τα όποια ένδικα μέσα του παρέχονται, όπως εξάλλου έχει επισυμβεί στην προκειμένη περίπτωση, δεν δικαιολογεί ερμηνεία άλλη απ' εκείνη που είναι κρυστάλλινα καθαρή στο μάτι.»

 

Έχοντας λοιπόν υπόψη τα πιο πάνω λεχθέντα και σε συνάρτηση πάντοτε με την θέση που προβάλλουν οι Καθ’ ων η Αίτηση στην γραπτή τους αγόρευση ότι δηλαδή στην πιο πάνω απόφαση είναι εμφανής η απουσία οποιαδήποτε αναφοράς και ή νύξης αναφορικά με τον τρόπο επίδοσης των προηγούμενων ειδοποιήσεων δηλαδή αυτών του Τύπου Ι και ΙΒ, με όλο τον σεβασμό προς τους των Καθ’ ων η Αίτηση, δεν μπορώ να συμφωνήσω με την πιο πάνω θέση τους. Καταρχήν θα πρέπει να αναφερθεί ότι πράγματι η πιο πάνω απόφαση αφορούσε τον τρόπο επίδοσης μόνο της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ». Το γεγονός αυτό όμως από μόνο του, δεν θεωρώ ότι υποδηλώνει και ότι ο προβλεπόμενος τρόπος επίδοσης που καθορίζεται από τον Νόμο σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 44ΙΕ αφορά μόνο τον τρόπο επίδοσης της ειδοποίησης « Τύπου ΙΑ» αλλά τουναντίον θεωρώ ότι αφορά όλες τις ειδοποιήσεις που προβλέπονται στον εν λόγω Νόμο. Έχοντας λοιπόν υπόψη μου το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου και αφής στιγμής δεν καθορίζεται ρητά στον νόμο ότι η έννοια της λέξης επίδοση αφορά μόνο την ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» , τα όσα έχουν λεχθεί στην πιο πάνω υπόθεση σχετικά με τον τρόπο επίδοσης περιλαμβάνουν και την επίδοση της ειδοποίησης «Τύπου Ι» αλλά και οποιασδήποτε άλλης ειδοποίησης για σκοπούς εφαρμογής του Μέρους VIA .

 

Σε ότι αφορά τώρα την εισήγηση της πλευράς των Καθ’ ων η Αίτηση ότι η ειδοποίηση « Τύπου Ι» όσον αφορά το τύπο αλλά και το περιεχόμενο της δεν μπορεί να προσβληθεί, δεν μπορώ να διαφωνήσω. Από την άλλη όμως θα πρέπει να λεχθεί ότι αυτό που ουσιαστικά έχει ιδιαίτερη σημασία στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι το ότι η αποστολή της ειδοποίησης «Τύπου Ι» είναι αυτή που σηματοδοτεί την έναρξη της διαδικασίας του πλειστηριασμού δίνοντας έτσι στον χρεώστη χρονικό περιθώριο 45 ημερών για να καταβάλει το χρέος του ενώ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του χρεώστη αυτός ενημερώνεται ότι η τράπεζα θα προχωρήσει με τον προγραμματισμένο πλειστηριασμό. Όπως έχω υποδείξει ανωτέρω με βάση την υπόθεση Παντέλα (βλ. ανωτέρω) η επίδοση της ειδοποίησης «Τύπου Ι» προβλέπεται κατά τον ίδιο τρόπο όπως προβλέπεται για όλες τις υπόλοιπες ειδοποιήσεις περιλαμβανομένης και της ειδοποίησης «Τύπου ΙΑ» με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κριθεί ως ορθή η επίδοση με της ειδοποίησης «Τύπου Ι» απευθείας με ιδιωτική επίδοση, όπως και εν προκειμένω έχει συμβεί, χωρίς να προηγηθεί η προσπάθεια επίδοσης της με συστημένο ταχυδρομείο.

 

Υπό το φως των πιο πάνω κρίνεται ότι η μη δέουσα επίδοση της ειδοποίησης «Τύπου Ι», καθιστά αυτή ως μη γενόμενη, συμπαρασύροντας την ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» σε ακυρότητα, εφόσον ο χρόνος που προβλέπεται των 45 ημερών για ικανοποίηση της απαίτησης προτού σταλεί η ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» ουδέποτε ενεργοποιήθηκε. Συνεπακόλουθα οι Αιτητές κατέδειξαν ότι η ειδοποίηση «Τύπου ΙΑ» έχει σταλεί πριν από την λήξη της προθεσμίας για καταβολή της πληρωμής προς τον ενυπόθηκο δανειστή σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 44Γ(3)(γ) του Νόμου 9(Ι)/65.

 

Η πιο πάνω κατάληξη μου αδιαμφισβήτητα σφραγίζει και την τύχη της υπό κρίση Αίτησης - Έφεσης και συνεπώς δεν κρίνεται σκόπιμη η εξέταση οποιον­δήποτε άλλων λόγων έχουν προβληθεί.

Υπό το φως των πιο πάνω εκδίδεται διάταγμα δια του οποίου παραμερίζεται η Ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» και ως αποτέλεσμα αυτού του παρα­μερισμού ο ορισμένος στις 12/03/24 και ώρα 10:00 π.μ πλειστηριασμός του επίδικου ακινήτου που ορίστηκε με την ειδοποίηση αυτή ακυρώνεται.

Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ των Αιτητών και εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.                          

(Υπ.)                                      

                                                                                     Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο