ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                 

Αρ. Αγωγής: 320/2020

Μεταξύ:

1.    KHARIMA LIMITED (Αρ. Εγγραφής HE xxx) εκ Πάφου

2.    JACK HAO (Αρ. Κυπ. Διαβ. xxx) εκ Πάφου

3.    FENGGUANG HAO εκ Κίνας

                                                                                                                         Εναγόντων

                                                            και

1.   A.C. PROSPECTA HOMES SERVICES LTD (Αρ. Εγγ: ΗΕ χχχ)

2.   ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

3.   ΝΙΚΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

                                                                                                Εναγομένων

 

Αίτηση ημερομηνίας 11.10.23 για έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος

 

Ημερομηνία: 15.03.24

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες 1-3/Αιτητές 1-3: κα Ε. Λεμονιάτη μαζί με κα Μ. Στεφάνου για Έμιλυ Α.

     Λεμονιάτη Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγομένους 1 – 3/Καθ’ ων η αίτηση 1 - 3: κος Α. Χαβιαράς για Χαβιαράς &

        Φιλίππου Δ.Ε.Π.Ε.

 

                                                ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Στις 16.03.20 καταχωρίστηκε η παρούσα αγωγή στην οποίαν οι Ενάγοντες 1-3 αξιώνουν την ακύρωση συμφωνιών και την επιδίκαση αποζημιώσεων εναντίον των Εναγομένων 1-3 λόγω κατ’ ισχυρισμό κατάρτισης εγγράφων χωρίς την ελεύθερη συναίνεση τους και επικαλούμενου δόλου, απάτης, κλοπής, ψευδείς παραστάσεις, αδικαιολόγητο πλουτισμό, παράβαση συμφωνιών, υπέρβαση σχέσης, αποστέρηση χρηματικών ποσών που σύμφωνα με τους ιδίους τους ανήκουν, ενέργειες τις οποίες αποδίδουν στους Εναγομένους. Τα δικόγραφα της παρούσας αγωγής συμπληρώθηκαν με την καταχώρηση έκθεσης απαίτησης στις 30.07.20, υπεράσπισης & ανταπαίτησης στις 17.11.20 και απάντησης στην υπεράσπιση & υπεράσπισης στην ανταπαίτηση στις 06.10.21. Έκτοτε η υπόθεση προετοιμάστηκε για ακρόαση.

 

Παράλληλα την ίδια ημερομηνία οι Ενάγοντες προώθησαν μονομερώς ενδιάμεση αίτηση στην οποίαν ζητούσαν την έκδοση διαφόρων προσωρινών διαταγμάτων. Κατόπιν μελέτης του μαρτυρικού υλικού που τέθηκε ενώπιον του το Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) στις 03.04.20, εξέδωσε ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο:

«ΔΙΑΤΑΤΤΕΙ όπως εκδοθεί και δια του παρόντος εκδίδεται διάταγμα το οποίο απαγορεύει στους Εναγόμενους στους διοικητικούς σύμβουλους και/ή αντιπροσώπους και/ή Επιτρόπους και/ή καταπιστευματοδόχους και/ή πληρεξούσιους τους και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει εξουσία να διαχειρίζεται και/ή να υπογράφει για οποιαδήποτε περιουσία αυτών κινητή και ακίνητη, να αποσύρουν και/ή μεταφέρουν και/ή να πωλήσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και/ή μεταβιβάσουν και/ή αποξενώσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή δεσμεύσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή άλλως πως διαθέσουν οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία συμπεριλαμβανομένων κινητών και ακινήτων και/ή αυτοκινήτων και/ή άλλων μεταφορικών μέσων, άμεσα ή έμμεσα, αυτών και/ή από του να επιτρέψουν και/ή να ανέχονται να διεξάγονται οι πράξεις αυτές αναφορικά με τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία και/ή λογαριασμούς αυτών:

  1. Τεμάχιο το οποίο ανήκει κατά 100% στην εναγόμενη αρ. 1 και το οποίο αποτελεί αντικείμενο της συμφωνίας ημερομηνίας 5/8/2019 με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Τμήμα 01, Φύλλο 51, Σχέδιο 030403, Τεμάχιο [ ], στην Πάφο, περιοχή Άγιος Θεόδωρος, συνολικού εμβαδού 7498 τετραγωνικά μέτρα και εκτιμημένης αξίας κατά την 1/1/2018 Ευρώ 2,048,400.00=(δυο εκατομμύρια σαράντα οκτώ χιλιάδες και τετρακόσια ευρώ),
  2. Τεμάχιο το οποίο ανήκει κατά 100% στην εναγόμενη αρ. 1 και το οποίο αποτελεί αντικείμενο της συμφωνίας ημερομηνίας 5/8/2019 με αριθμό εγγραφής 0/[ ], Τμήμα 01, Φύλλο 51, Σχέδιο 030403, Τεμάχιο [ ], στην Πάφο, περιοχή  Άγιος Θεόδωρος, συνολικού εμβαδού 510 τετραγωνικά μέτρα και εκτιμημένης αξίας κατά την 1/1/2018 Ευρώ 232.700=(διακόσιες τριάντα δύο χιλιάδες και επτακόσια ευρώ)
  3. Τραπεζικό λογαριασμό της ASTRO BANK LTD με αριθμό CY [ ], μέχρι του ποσού των €3.000.000,00.»

 

Σε σχέση με τις υπόλοιπες αιτούμενες ενδιάμεσες θεραπείες το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για την επίδοση τους στους Εναγομένους.

 

Μετά από ακρόαση το Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 10.07.20 οριστικοποίησε τα ενδιάμεσα διατάγματα που εξέδωσε μονομερώς με την τροποποίηση ότι το ποσό χρημάτων, για το οποίο απαγορεύεται η απόσυρση ή μεταφορά του, μειώνεται από €3.000.000 σε €2.969.000. Σε ότι αφορά τις υπόλοιπες αιτούμενες ενδιάμεσες θεραπείες, αυτές απορρίφθηκαν.

 

Η πιο πάνω ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου εφεσιβλήθηκε από τους Εναγομένους, ως ήταν δικαίωμα τους. Για τους λόγους που εξηγεί στο κείμενο της απόφασης του ημερ. 12.10.22 (Πολιτική Έφεση Αρ. Ε118/2020), το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε το περιεχόμενο της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τους δικαστηριακούς φακέλους τους οποίους ανάτρεξα για καλύτερη αντίληψη του ιστορικού της υπόθεσης εφόσον υπήρχε τέτοια δυνατότητα (Γεωργίου v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου (1999) 1Γ Α.Α.Δ. 1938), στις 12.04.22 οι Ενάγοντες αποτάθηκαν εκ νέου μονομερώς στο Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) για έκδοση νέων ενδιάμεσων διαταγμάτων. Μετά την άρνηση του Δικαστηρίου να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα μονομερώς, οι Ενάγοντες απέσυραν την αίτηση εκείνη άνευ βλάβης και προχώρησαν με νέα (τρίτη ενδιάμεση αίτηση).    

 

Πράγματι στις 20.04.22 καταχωρίστηκε τρίτη ενδιάμεση αίτηση των Εναγόντων που όμως προωθήθηκε δια κλήσεως, στην οποίαν ζητήθηκε η έκδοση των εξής διαταγμάτων:

            «A: Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει σε όλους τους εναγόμενους προσωπικά και/ή στους διοικητικούς σύμβουλους και/ή αντιπροσώπους και/ή Επιτρόπους και/ή καταπιστευματοδόχους και/ή πληρεξούσιους και/ή υπηρέτες και/ή υπαλλήλους αυτών και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει εξουσία να διαχειρίζεται την και/ή να υπογράφει για την οποιαδήποτε περιουσία αυτών:

1.       Να αποσύρουν και/ή να μεταφέρουν και/ή να πωλήσουν καθ' οιονδήποτε τρόπο και/ή μεταβιβάσουν και/ή να  δωρίσουν και/ή εκχωρήσουν και/ή  μεταφέρουν και/ή ξοδέψουν και/ή αποξενώσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή δεσμεύσουν και/ή άλλως πως διαθέσουν οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία τους και/ή από του να επιτρέψουν και/ή να ανέχονται να διεξάγονται οι πράξεις αυτές αναφορικά με  οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία τους μέχρι ποσού ύψους  €2.969.000,00=, και/ή

2.       Να υπογράφουν οποιοδήποτε έγγραφο και/ή οποιαδήποτε εντολή και/ή να διενεργήσουν οποιαδήποτε πράξη και/ή να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια και/ή να επιτρέψουν να διεξαχθεί και/ή διαπραχθεί οποιαδήποτε ενέργεια και/ή πράξη αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία και/ή τις υποχρεώσεις και/ή το ενεργητικό και/ή τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους μέχρι ποσού ύψους €2.969.000,00=, και/ή

3.     Να εξουσιοδοτήσουν οποιοδήποτε άλλο τρίτο πρόσωπο να ενεργεί εκ μέρους τους αναφορικά με οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία αυτών, και/ή

 

 

4.     Να μεταβιβάσουν και/ή μεταφέρουν και/ή αποξενώσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή δεσμεύσουν και/ή προσφέρουν ή παράσχουν ως εξασφάλιση (security) και/ή διαθέσουν και/ή ενεχυριάσουν και/ή εκχωρήσουν και/ή άλλως πως αποξενώσουν, άμεσα ή έμμεσα, μετοχές και/ή  τα οποιαδήποτε δικαιώματα και/ή οφέλη, συμπεριλαμβανομένων, χωρίς περιορισμό, αγοραπωλητήριων εγγράφων και/ή ασφάλειες ζωής και/ή οποιωνδήποτε μερισμάτων και/ή ενδιάμεσων μερισμάτων σε/ή σχέση με οποιεσδήποτε μετοχές κατέχουν, και/η οποιαδήποτε ακίνητης περιουσίας κατέχουν και/ή μελλοντικά αποκτήσουν μέχρι ποσού ύψους €2.969.000,00=, μέχρι τελείας αποπερατώσεως της υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Σεβαστού Δικαστηρίου.

 

B. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να παγοποιεί και/η να δεσμεύει τους οποιουσδήποτε τραπεζικούς λογαριασμούς και/ή όλα τα περιουσιακά στοιχεία όλων των Εναγομένων μέχρι ποσού ύψους €2.969.000,00= μέχρι τέλειας αποπερατώσεως της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Σεβαστού Δικαστηρίου.

Γ. Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει ειδικότερα,  αλλά χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των πιο πάνω διαταγμάτων, στους Εναγόμενους στους διοικητικούς σύμβουλους και/ή αντιπροσώπους και/ή Επιτρόπους και/ή καταπιστευματοδόχους και/ή πληρεξούσιους τους και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει εξουσία να , διαχειρίζεται και/ή να υπογράφει για οποιαδήποτε περιουσία αυτών κινητή και ακίνητη,  να αποσύρουν και/ή να μεταφέρουν και/ή να πωλήσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και/ή μεταβιβάσουν και/ή αποξενώσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή δεσμεύσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή  άλλως πως διαθέσουν οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία συμπεριλαμβανομένων κινητών και ακινήτων και/ή αυτοκινήτων και/ή άλλων μεταφορικών μέσων, άμεσα ή έμμεσα, αυτών και/ή από του να επιτρέψουν και/ή να ανέχονται να διεξάγονται οι πράξεις αυτές αναφορικά με τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία και/ή λογαριασμούς αυτών:

1.   Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς στην Τράπεζα Κύπρου (ΒΑΝΚ OF CYPRUS PUBLIC CΟΜΡΑΝΥ LIΜΙΤΕD, Αριθμός Εγγραφής ΗΕ 165):

i)              Όλων των Εναγόμενων

 

2.   Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς στην EUROBANK CYPRUS LTD,

ι) όλων των Εναγόμενων

 

       3. Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΤΔ,

              i) όλων των Εναγόμενων

       4. Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς στην ASTRO BANK LTD,

              i) όλων των Εναγόμενων

5. Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς σε οποιεσδήποτε άλλες τράπεζες και/ή τραπεζικά ιδρύματα τα οποία είναι αδειοδοτημένα από την Κυπριακή Δημοκρατία να παρέχουν τραπεζικές εργασίες στην Κύπρο, που έχουν και/ή θα αποκτήσουν όλοι οι εναγόμενοι.

 

Δ.  Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να διατάζει κάθε τράπεζα εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας ή  άλλο πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο θα επιδοθεί  και/ή λάβει γνώση του Διατάγματος όπως:

1.       Εντός επτά (7) ημερών είτε από την ημερομηνία επίδοσης είτε από την ημερομηνία λήψης γνώσης του Διατάγματος, οποιοδήποτε εκ των δύο επισυμβεί πρώτο, πληροφορήσει την Δικηγόρο των Αιτήτων γραπτώς, κατά πόσο έχει δεσμεύσει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και/ή τραπεζικό λογαριασμό δυνάμει των πιο πάνω εκδοθέντων διαταγμάτων και να δώσει στην Δικηγόρο των  Αιτητών τα στοιχεία των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων ή και τους αριθμούς των δεσμευμένων τραπεζικών λογαριασμών καθώς και τα ονόματα των προσώπων επ’ονόματι των οποίων διατηρούνται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία και λογαριασμοί.

 

2.     Εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών είτε από την ημερομηνία επίδοσης είτε την ημερομηνία λήψης γνώσης του Διατάγματος, οποιοδήποτε εκ των δύο επισυμβεί  πρώτο, ετοιμάσει, καταχωρήσει και επιδώσει στους Δικηγόρους των Αιτητών ένορκη δήλωση από εξουσιοδοτημένο αξιωματούχο και/ή υπάλληλo των πιο πάνω αναφερόμενων Τραπεζικών Ιδρυμάτων με την οποία να αναφέρει ενόρκως:

i)        Κατά πόσο έχει δεσμεύσει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και/ή τραπεζικό λογαριασμό δυνάμει των πιο πάνω εκδοθέντων διαταγμάτων.

 

ii)     Τα στοιχεία των δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων και/ή τους αριθμούς των δεσμευμένων τραπεζικών λογαριασμών και τα υπόλοιπα αυτών καθώς και τα  ονόματα των προσώπων επ' ονόματι των οποίων διατηρούνται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία και λογαριασμοί

 

Νοείται ότι σε περίπτωση που τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει δεσμεύσει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο και/ή τραπεζικό λογαριασμό δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων ανωτέρω, δεν έχει υποχρέωση να πληροφορήσει τους Δικηγόρους των Αιτητών.

Νοείται περαιτέρω ότι οι  Αιτητές  θα καταβάλουν τα οποιαδήποτε εύλογα έξοδα που οποιαδήποτε τράπεζα ή άλλο πιστωτικό Ίδρυμα θα υποστεί για σκοπούς της συμμόρφωσης του με τις πρόνοιες της παρούσας παραγράφου, ως αυτά θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Ε. Διάταγμα και/ή Οδηγίες του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο και/ή οποίες να καθορίζει/καθορίζουν ότι για τους σκοπούς εκτέλεσης των ανωτέρω διατακτικών:

1.     Ο όρος «τραπεζικοί λογαριασμοί» περιλαμβάνει όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς των Εναγόμενων είτε αυτοί είναι επ' ονόματι τους, είτε κατέχονται από κοινού με άλλους (JOINT), είτε οι εναγόμενοι διατείνονται ότι έχουν ωφέλιμο συμφέρον (BΕNEFICIAL INTEREST) επί αυτών, είτε έχουν δικαίωμα να υπογράφουν είτε από μόνοι τους είτε από κοινού με άλλους σε σχέση με αυτούς και περιλαμβάνει θυρίδες ασφαλούς φύλαξης (SAFE DEPOSIT BOXES).

2.     Ο όρος «περιουσιακά στοιχεία» και «περιουσία» θα περιλαμβάνει, χωρίς περιορισμό της συνήθους έννοιας που αποδίδεται στους όρους αυτούς ακίνητα, μετρητά, μετοχές ή άλλους τίτλους τα οποία κατέχουν όλοι οι Εναγόμενοι σε εταιρείες και/ή άλλες οντότητες και ανήκουν και/ή ελέγχονται από τους Εναγόμενους και οποιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία και/ή  η δικαίωμα διανομής τα οποία ανήκουν και/ή ανήκουν τελικώς (beneficiary owned) και/ή ελέγχονται από ή μέσω εταιρειών και/ή εμπιστευμάτων (trusts) που ανήκουν και/ή ελέγχονται κάτω από τις οδηγίες και/ή προς όφελος και/ή για λογαριασμό των όλων των  Εναγόμενων, είτε αυτά είναι επ' ονόματι των είτε κατέχονται από έναν εκ των Εναγόμενων από κοινού με άλλους».

 

Όπως παρατηρώ με την τρίτη αίτηση τους οι Ενάγοντες αξίωσαν την έκδοση πανομοιότυπων διαταγμάτων μ’ αυτά που επιδιώχτηκαν στην προαναφερόμενη δεύτερη ενδιάμεση αίτηση τους που τελικά απέσυραν άνευ βλάβης.

 

Με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 04.08.22 το Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) έκρινε ότι υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας και γι’ αυτό απέρριψε την αίτηση. Καταγράφω αυτούσια το σκεπτικό του Δικαστηρίου που περιέχεται στη σελίδα 10 του κειμένου της απόφασης του:

«Με βάση τις πιο πάνω νομικές αρχές καθώς και τα πραγματικά γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση κρίνεται ότι πράγματι υπάρχει κατάχρηση της διαδικασίας. Και αυτό για τους ακόλουθους λόγους. Όλες οι αιτούμενες με την παρούσα αίτηση θεραπείες επιδιώκονταν και με την πρώτη αίτηση, με μόνη διαφοροποίηση το ποσό του οποίου ζητείτο η δέσμευση και το οποίο στην πρώτη αίτηση ήταν μεγαλύτερο από της παρούσας. Επανέρχονται δηλαδή οι ενάγοντες με νέα αίτηση ζητώντας ουσιαστικά τις ίδιες θεραπείες όπως και με την πρώτη αίτηση, η οποία εκδικάσθηκε από το Δικαστήριο και στην οποία εκδόθηκε απόφαση.

 

Παρά την απόφαση αυτή του Δικαστηρίου με την οποία αποφασίσθηκαν τα ίδια ακριβώς ζητήματα και με βάση τα ίδια ουσιώδη γεγονότα, οι ενάγοντες έχουν επανέλθει, καταχωρώντας την υπό κρίση αίτηση και όχι αίτηση για τροποποίηση του διατάγματος που έχει καταστεί απόλυτο μετά από ακροαματική διαδικασία, αιτούμενοι και πάλι τις ίδιες ουσιαστικά θεραπείες, επιδιώκοντας με έμμεσο τρόπο την εξασφάλιση διαταγμάτων που το προηγούμενο Δικαστήριο έχει απορρίψει μετά από ακροαματική διαδικασία, γεγονός ανεπίτρεπτο.

 

Σημαντικό επίσης είναι ότι όπως προβάλλεται από τους εναγόμενους τα ίδια επίδικα ζητήματα που εγείρονται στα πλαίσια της παρούσας αγωγής, αλλά και της υπό κρίσης αίτησης αποτελούν αντικείμενο διαιτησίας σύμφωνα με το Κεφ.4. Ισχυρισμός που εκτός του ότι συνάγεται από την επιστολή ημερομηνίας 24/2/20 που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 10 στην αίτηση των εναγόντων ημερομηνίας 16/3/20, έχει παραμείνει αναντίλεκτος από τους ενάγοντες.

 

Όπως λέχθηκε και στην υπόθεση Αναφ. με την Αίτηση της Εταιρείας Αρκτίνος Λτδ, κ.α. (2006) 1Β ΑΑΔ 1013,

«Ο κ. Χριστοφόρου δεν αντεξετάστηκε πάνω στο περιεχόμενο της ένορκής του δήλωσης και έτσι οι ισχυρισμοί του οι οποίοι παρέμειναν ακλόνητοι δεν μπορούν παρά να γίνουν αποδεκτοί. (Βλ. Phipson “On Evidence”, 12th Edition, para 1593, p. 657, Adrian Keane “The modern law of evidence” 1985 Edition, p.125, P. Murphy “On evidence”, Fifth Edition, p.468)».

 

Έτσι λοιπόν και στην παρούσα περίπτωση, ο πιο πάνω ισχυρισμός των εναγομένων παρέμεινε αναπάντητος και συνεπώς αναντίλεκτος και ως εκ τούτου δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτός, καταταδεικνύοντας ακόμα ένα στοιχείο που υποδεικνύει την ύπαρξη κατάχρησης των διαδικασιών εκ μέρους  των εναγόντων οι οποίοι χρησιμοποιούν παράλληλες και επαναλαμβανόμενες διαδικασίες για επιδίωξη του ίδιου σκοπού. Μετά την πιο πάνω κατάληξη μου, που είναι καταλυτική για την τύχη της αίτησης, η εξέταση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος καθίσταται περιττή

.

Συνακόλουθα η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εναγόμενων 1-3/καθ’ ων η αίτηση και εναντίον των εναγόντων 1-3/αιτητών όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο και τα οποία να είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας της αγωγής.»

 

Ακολούθησε η υπό κρίση ενδιάμεση αίτηση ημερ. 11.10.23 που είναι η τέταρτη στη σειρά στην οποίαν οι Ενάγοντες 1-3 αιτούνται τα πιο κάτω που θεωρώ χρήσιμο να καταγράψω αυτούσια:

«Α: Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο τροποποιεί το Διάταγμα ημερομηνίας 3/4/2020 και το οποίο οριστικοποιήθηκε στις 10/7/2020 με την αντικατάσταση της πιο κάτω φράσης στην παράγραφο 3 του Διατάγματος Α μετά το σημείο που αναφέρεται στο Α 3 του Διατάγματος CY [ ], ήτοι στο τέλος του αναφερόμενου αριθμού:

«μέχρι του ποσού των 450.000,00=»,

και να  προστεθεί μετά από αυτό το ακόλουθο κείμενο:

Β.   Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου το οποίο να απαγορεύει στους Εναγόμενους στους διοικητικούς σύμβουλους και/ή αντιπροσώπους και/ή Επιτρόπους και/ή καταπιστευματοδόχους και/ή πληρεξούσιους τους και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει εξουσία να, διαχειρίζεται και/ή να υπογράφει για οποιαδήποτε περιουσία αυτών κινητή και ακίνητη, να αποσύρουν και/ή μεταφέρουν και/ή να πωλήσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και/ή μεταβιβάσουν και/ή αποξενώσουν και/ή επιβαρύνουν και/ή δεσμεύσουν και/ή υποθηκεύσουν και/ή αναπτύξουν και/ή διαφημίσουν προς πώληση και/ή παραχωρήσουν δικαίωμα αγοράς και/ή άλλως πως διαθέσουν οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία συμπεριλαμβανομένων κινητών και ακινήτων και/ή αυτοκινήτων και/ή άλλων μεταφορικών μέσων, άμεσα ή έμμεσα, αυτών και/ή από του να επιτρέψουν και/ή να ανέχονται να διεξάγονται οι πράξεις αυτές αναφορικά με τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία και/ή λογαριασμούς αυτών συμπεριλαμβανομένων των πιο κάτω ακινήτων και τραπεζικών λογαριασμών:

1.         Αριθμός Εγγραφής: 2/[ ], Φυλ/Σχ 45/58W1, Τμήμα 2, Τεμάχιο [ ], συνολικού εμβαδού 3.679μ., Χλώρακα, Πάφος του οποίου ιδιοκτήτης κατά ½ είναι η εναγόμενη αρ. 1 και αξίας Ευρώ 590.000=

2.         Αριθμός Εγγραφής: 2/[ ], Φύλ/Σχ 45/58W1, Τμήμα 2, συνολικού εμβαδού 3.512μ., Χλώρακα, Πάφος, του οποίου ιδιοκτήτης είναι κατά 100% η εναγόμενη αρ. 1 και αξίας Ευρώ 254.000=

3.         Αριθμός Εγγραφής: 0/[ ], Φυλ/Σχ 45/52, Τεμάχιο [ ], συνολικού εμβαδού 6197μ., του οποίου ιδιοκτήτης κατά ½ είναι η εναγόμενη αρ. 1 και αξίας Ευρώ 329.000=

4.         Οποιουσδήποτε Τραπεζικούς Λογαριασμούς όλων των εναγόμενων στην Τράπεζα Κύπρου (BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LIMITED, Αριθμός Εγγραφής ΗΕ 165), και/ή EUROBANK CYPRUS LTD και/ή ASTRO BANK LTD και/ή ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΛΤΔ μέχρι του συνολικού ποσού των Ευρώ 1.420.000,00= (ένα εκατομμύριο τετρακόσιες είκοσι χιλιάδες ευρώ):»

 

Νομική βάση της αίτησης είναι, ανάμεσα σ’ άλλα, το άρθρο 32 του Ν.14/60, στα άρθρα 4 & 5 του Κεφ.9, στη Δ.48 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας που ίσχυαν πριν την 01.09.23, στα άρθρα 36, 39 & 42 του Κεφ.148,  στις νομικές αρχές που διέπουν την έκδοση διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal & Mareva, στις αρχές επιείκειας, συμφυείς εξουσίες και γενική πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα, πάνω στα οποία στηρίζεται η αίτηση αυτή και που σύμφωνα με τους Ενάγοντες δικαιολογούν την έκδοση του αιτουμένων ενδιάμεσων διαταγμάτων, περιέχονται σε πολυσέλιδη ένορκη δήλωση της Ενάγουσας 3, μεταφρασμένης στην ελληνική γλώσσα, στην οποίαν επισυνάπτονται διάφορα έγγραφα προς υποστήριξη της.

 

Στην ένορκη δήλωση καταγράφεται το ιστορικό της υπόθεσης και γίνεται επίκληση γεγονότων που την περιβάλλουν, όπως τα αντιλαμβάνονται οι Ενάγοντες. Επίσης σημειώνονται στοιχεία, τα οποία σύμφωνα με τους Αιτητές πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την επιτυχία της υπό κρίση αίτησης.

 

Οι Εναγόμενοι 1-3 αντέδρασαν στις 08.11.23 με την καταχώρηση κοινής ειδοποίησης περί πρόθεσης ένστασης επί 11 λόγων. Δεν χρειάζεται να τους απαριθμήσω. Αναφορά σ’ αυτούς θα γίνει στη συνέχεια. Κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν δικαιολογείται η έγκριση της υπό κρίση αίτησης.

 

Η ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης των Εναγομένων στηρίζεται, ανάμεσα σ’ άλλα, στη Δ.48 Θ.1-4 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας που ίσχυαν πριν την 01.09.23, στα άρθρα 4-9 του Κεφ.6, στο άρθρο 32 του Ν.14/60 και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. 

 

Η ένσταση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της Εναγομένης 3, στην οποίαν περιέχονται γεγονότα και επισυνάπτονται έγγραφα που κατά τη γνώμη της τεκμηριώνουν τους λόγους ένστασης και κατ’ επέκταση δικαιολογούν απόρριψη της παρούσας αίτησης.  

  

Στην ουσία μέσα από την ένορκη δήλωση αναλύονται και επεξηγούνται οι λόγοι ένστασης.

 

Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η επαναδιατύπωση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων (αίτησης και ένστασης). Γι’ αυτό δεν προτίθεμαι να επαναλάβω αυτά που αναφέρουν. Ωστόσο εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται, θα αναφέρομαι σε αποσπάσματα τους.

 

Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης περιορίστηκε σε γραπτές αγορεύσεις. Το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων μαζί με τα επισυνημμένα έγγραφα αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο.

 

Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους αμφότεροι συνήγοροι, με παραπομπή σε νομολογία, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κρίνεται ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Στρέφομαι ευθύς να εξετάσω την παρούσα αίτηση υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων αμφοτέρων πλευρών. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί.

 

Εξ’ όσον μπορεί να γίνει αντιληπτό με την υπό κρίση αίτηση ζητούνται ουσιαστικά δύο ενδιάμεσες θεραπείες. Η παρούσα αίτηση περιλαμβάνει δύο πτυχές που χρήζουν εξέτασης. Η ύπαρξη δύο σκελών που συγκροτούν την αίτηση αυτή προκύπτει έκδηλα από το λεκτικό που χρησιμοποιείται στο σώμα της παρούσας αίτησης.  

 

Συγκεκριμένα ζητείται τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος υπό τη μορφή μείωσης του ύψους χρημάτων που απαγορεύεται η ανάληψη, μεταφορά, δαπάνη και γενικά η αποξένωση τους από τον τραπεζικό λογαριασμό που λειτουργεί προς όφελος και εις το όνομα των Εναγομένων (§Α της υπό κρίση αίτησης). Ενώ το υφιστάμενο διάταγμα απαγορεύει τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης στον τραπεζικό λογαριασμό των Εναγομένων με αριθμό CY [ ] στην Astro Bank Limited μέχρι ποσού €2.969.000, με την αίτηση αυτή επιδιώκεται μείωση σε €450.000.

 

Περαιτέρω ζητείται η έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος απαγορευτικής φύσεως. Ειδικότερα ζητείται να απαγορευτεί στους Εναγομένους και/ή εκπροσώπους αυτών να προβαίνουν σε οποιαδήποτε δοσοληψία που αφορούν τα τρία ακίνητα που περιγράφονται στην §Β της αίτησης, των οποίων ιδιοκτήτης είναι η Εναγόμενη 1. Επίσης ζητείται δέσμευση κάθε λογαριασμού όλων των Εναγομένων που λειτουργεί είτε στην Τράπεζα Κύπρου είτε στην Eurobank είτε στην Astro Bank είτε στην Ελληνική Τράπεζα μέχρι του συνολικού ποσού των €1.420.000,00.

 

Το ζήτημα της τροποποίησης υφιστάμενου ενδιάμεσου διατάγματος εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, βάση της οποίας πηγάζει η εξουσία του να διαφοροποιεί το περιεχόμενο διατάγματος που βρίσκεται σε ισχύ, βρίσκεται στο άρθρο 32 του Ν.14/60 που αποτελεί το γενικό δικαιοδοτικό πλαίσιο αλλά και στην κυπριακή νομολογία σχετική επί του θέματος καθώς και στις συμφυείς εξουσίες.

 

Ο διάδικος έχει δικαίωμα να αποταθεί στο Δικαστήριο και να ζητήσει την τροποποίηση ενός εν ισχύ  ενδιάμεσου διατάγματος. Για να δικαιολογείται όμως διαφοροποίηση του περιεχομένου του ή μέρος αυτού θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένος βάσιμος λόγος. Ένα διάταγμα τροποποιείται όταν υπάρχει ανάγκη. Παρατηρείται συχνά σε περιπτώσεις διαταγμάτων τύπου Mareva. Το κυπριακό νομικό σύγγραμμα ‘Διατάγματα’ των Ερωτοκρίτου & Αρτέμη που πραγματεύεται το συγκεκριμένο ζήτημα αναφέρει πότε είναι αναγκαία η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της τροποποίησης υφιστάμενου διατάγματος με παραπομπή μάλιστα σε κυπριακή και αγγλική νομολογία. Σχετικές είναι οι σελίδες 175-176 & 231-233, στις οποίες παραπέμπω.

 

Μελέτη του πιο πάνω νομικού συγγράμματος καθιστά σαφές ότι η έκδοση διατάγματος που να διαφοροποιεί άλλο σε ισχύ διάταγμα, δικαιολογείται όταν:

(α)       υπάρχει αλλαγή στις περιστάσεις από τότε που εκδόθηκε το υπό εξέταση διάταγμα,

(β)       προέκυψαν νέα γεγονότα τα οποία δεν ήταν σε γνώση του αιτητή και τα οποία επηρεάζουν ουσιωδώς τη διατήρηση της ισχύος του διατάγματος,

(γ)        το υφιστάμενο διάταγμα δεν είναι σαφές (Mansour v. Mansour, Forbes Cases Reports (FCR) 17),

(δ)        το υφιστάμενο διάταγμα είναι αόριστο,

(ε)        το υφιστάμενο διάταγμα δεν περιέχει επαρκείς όρους,

(στ)      το διάταγμα περιέχει αυστηρούς ή καταπιεστικούς όρους, όπως για παράδειγμα δεν επιτρέπεται η χρησιμοποίηση μέρος των παγοποιηθέντων κεφαλαίων για να πληρωθούν δικηγόροι του επηρεασμένου διαδίκου, πληρωμή υπαλλήλων του, καταβολή ενοικίων ή άλλα τρέχοντα έξοδα επιβίωσης, νοουμένου ότι δεν αποτελούν αντικείμενο αγωγής ώστε να δικαιολογείται η παραμονή των χρημάτων σε κατάσταση παγοποίησης (Seamark Consultancy Services Ltd κ.α. v. Joseph P. Lasala κ.α. (2007) 1Α Α.Α.Δ. 162, ABP Holdings Ltd v. Κιταλίδη κ.α. (Αρ.2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694, Global Maritime Services Ltd κ.α. v. Bulcom Ltd, Πολιτική Έφεση Αρ. 6/10 ημερ. 21.03.13),

(ζ)        υπάρχει ανάγκη για επιβολή περιορισμών ή εξαιρέσεων, όπως για παράδειγμα όταν δικαιολογημένα ζητείται από τρίτο πρόσωπο (Iraqi Ministry of Defence v. Arcepey Shipping Co SA, The Angel Bell [1984] 1 All ER 480),

(η)        με το διάταγμα δεσμεύεται πλήρως ολόκληρος ο λογαριασμός του διαδίκου με αποτέλεσμα αυτός να μην είναι δυνατή η επιβίωση του ή αν πρόκειται για επιχείρηση να μην μπορεί να λειτουργήσει.

 

Στην προκειμένη περίπτωση σαφώς και δεν υπάρχει αλλαγή στις περιστάσεις της κατάστασης που υπήρχε όταν εκδόθηκε το ενδιάμεσο διάταγμα, του οποίου ζητείται τροποποίηση. Ενώπιον μου δεν έχουν τεθεί οποιαδήποτε νέα γεγονότα που να έχουν δημιουργήσει καινούργιες συνθήκες και να επηρεάζουν ουσιωδώς τη διατήρηση της ισχύος του διατάγματος. Όλα τα γεγονότα που ήταν εις γνώση των Εναγόντων αποκαλύφθηκαν στο Δικαστήριο, το οποίο αφού τα εξέτασε στα πλαίσια ακρόασης οριστικοποίησε το διάταγμα που είχε εκδώσει μονομερώς με τη διαφοροποίηση που έχει επισημανθεί προηγουμένως. Είναι γεγονός ότι στην ένορκη δήλωση της η Ενάγουσα 3 επικαλείται ορισμένα γεγονότα που σύμφωνα με την ίδια περιήλθαν εις γνώση των Εναγόντων μετά την οριστικοποίηση της ισχύς του διατάγματος. Ωστόσο πρόκειται για αναφορές που δεν επηρεάζουν τη συνέχιση της ισχύς του ενδιάμεσου διατάγματος. Ενδεικτικά αναφέρω την αναφορά ότι μεταξύ αρχές Απριλίου 2020 και 10.07.20 μεταφέρθηκαν από τον δεσμευμένο λογαριασμό μεγάλα ποσά. Με κάθε σεβασμό η πληροφορία αυτή δεν επιδρά δυσμενώς στην απρόσκοπτη ισχύ του οριστικοποιημένου διατάγματος ώστε να χρήζει τροποποίησης.

 

Η Ενάγουσα 3 δηλώνει πως το υφιστάμενο διάταγμα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί επειδή στον δεσμευμένο λογαριασμό δεν υπάρχει το ποσό των €2.969.000 που έχει παγοποιηθεί. Η αναφορά αυτή, με κάθε σεβασμό, στερείται λογικής. Δεν βλέπω πως η προτεινόμενη τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος με την μείωση του δεσμευμένου λογαριασμού σε €450.000 θα οδηγήσει σε ικανοποίηση του για να χρήζει έτσι διαφοροποίηση το περιεχόμενο του.

 

Δεν έχω αντιληφθεί που έγκειται η αναγκαιότητα και/ή χρησιμότητα της αιτούμενης τροποποίησης στο υφιστάμενο διάταγμα. Επίσης δεν μπορώ να καταλάβω πως επηρεάζεται η διατήρηση της ισχύς του υφιστάμενου διατάγματος αν αυτό δεν διαφοροποιηθεί στη μορφή που οι Ενάγοντες εισηγούνται. Θα πρέπει να λεχθεί ότι αυτό που οι Ενάγοντες ζητούν να τροποποιήσουν καλύπτεται από το ήδη υφιστάμενο διάταγμα. Η απαγόρευση διενέργειας πράξης στον συγκεκριμένο λογαριασμό μέχρι ποσού €450.000 ήδη περιλαμβάνεται στο εν ισχύ ενδιάμεσο διάταγμα όπου παγοποιήθηκε ποσό μέχρι €2.969.000. Η υφιστάμενη δέσμευση είναι για μεγαλύτερο ποσό προς όφελος πάλι των Εναγόντων και αφορά τον ίδιο λογαριασμό που περιέχει περιουσιακά στοιχεία της Εναγομένης 1 με σκοπό την αποτροπή του ιδίου κινδύνου. Επομένως η επικαλούμενη τροποποίηση είναι άνευ σημασίας αφού δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Οι Εναγόμενοι όχι μόνο δεν παραπονιούνται γι’ αυτό αλλά αντίθετα θεωρούν ότι η αιτούμενη τροποποίηση είναι κενού περιεχομένου. Η θέση τους αυτή με βρίσκει σύμφωνο.

 

Σε ότι αφορά το υφιστάμενο διάταγμα, αυτό είναι σαφή νόημα και συγκεκριμένο περιεχόμενο που δεν δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την επάρκεια των προνοιών του. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι το υφιστάμενο διάταγμα δεν περιέχει αυστηρούς ή καταπιεστικούς όρους. Εξάλλου οι Ενάγοντες ουδέποτε ισχυρίστηκαν κάτι τέτοιο. Παράλληλα ουδέποτε τέθηκε θέμα είτε από τους Ενάγοντες είτε από τους Εναγομένους ότι η επικαλούμενη τροποποίηση χρειάζεται για σκοπούς εύρυθμης λειτουργίας της Εναγομένης  1 στην οποίαν ανήκει ο επίμαχος λογαριασμός, ως νομικό πρόσωπο που είναι. Σε κάθε περίπτωση δεν έχω πειστεί για την αναγκαιότητα και/ή χρησιμότητα της αιτούμενης τροποποίησης.  

Στη βάση του σκεπτικού που έχω εξηγήσει, καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η τροποποίηση του υφιστάμενου διατάγματος όπως εισηγούνται οι Ενάγοντες. Το εν ισχύ διάταγμα δεν χρήζει διαφοροποίησης ως η αιτούμενη τροποποίηση. Έπεται ότι ο 1ος λόγος ένστασης κρίνεται βάσιμος.

 

Προχωρώ με την εξέταση της δεύτερης πτυχής που αφορά την αιτούμενη θεραπεία για έκδοση διατάγματος απαγορευτικής φύσεως (§Β υπό τα σημεία (1) μέχρι (4) της υπό κρίση αίτησης).

 

Σε σχέση με το ζήτημα που εγείρεται μέσα από το δεύτερο σκέλος της παρούσας αίτησης θα ασχοληθώ με τον 6ο λόγο ένστασης με τον οποίον οι Εναγόμενοι παραπονιούνται ότι οι Ενάγοντες δεν προσήλθαν στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και δεν προέβησαν σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων της υπόθεσης.

 

Προς υποστήριξη της θέσης τους οι Εναγόμενοι εκθέτουν τα κατ’ ισχυρισμό ουσιώδη γεγονότα που θεωρούν ότι οι Ενάγοντες δεν έχουν αποκαλύψει. Τα γεγονότα που επικαλούνται περιέχονται στην ένορκη δήλωση ημερ. 06.05.20 της Εναγομένης 3 που συνοδεύει την ένσταση των Εναγομένων στην αίτηση ημερ. 16.03.20 η οποία εκδικάστηκε με αντικείμενο κατά πόσο το μονομερώς εκδοθέν ενδιάμεσο διάταγμα ημερ. 03.04.20 θα έπρεπε να οριστικοποιηθεί ή όχι. Στην αίτηση εκείνη προβλήθηκε ακριβώς ο ίδιος λόγος ένστασης. Τα εν λόγω γεγονότα επαναλαμβάνονται στην υπό κρίση αίτηση με παραπομπή στην ένορκη δήλωση ημερ. 06.05.20, το περιεχόμενο της οποίας υιοθετήθηκε.

 

Η πλήρης αποκάλυψης όλων των ουσιωδών γεγονότων τα οποία, αντικειμενικά κρινόμενα, μπορούν να επενεργήσουν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να παράσχει θεραπεία που αφορά την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος απαγορευτικής φύσεως, αποτελεί υποχρέωση του αιτητή που καταφεύγει στην χορήγηση θεραπείας με μονομερή αίτηση (Γρηγορίου κ.α. v. Χριστοφόρου κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 248, The Timberland of USA v. Evans & Sons Ltd κ.α. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1179, Demstar Ltd v. Zim Israel Navigation Co Limited (1996) 1 Α.Α.Δ. 597 και Δήμος Πάφου v. Βοσκού (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1168). Τούτο επειδή το Δικαστήριο στην απουσία του άλλου μέρους, εναντίον του οποίου ζητείται μονομερώς η αξιούμενη θεραπεία, προχωρεί στη λήψη απόφασης βασιζόμενο μόνο στα στοιχεία και γεγονότα που περιέχονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση. Γι’ αυτό, στα πλαίσια εξέτασης αίτησης όπου ο καθ’ ου η αίτηση δεν λαμβάνει μέρος και δεν έχει την ευκαιρία στο στάδιο εκείνο να ακουστεί κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης, η ένορκη δήλωση του αιτητή πρέπει να αποκαλύπτει όλα τα ουσιώδη γεγονότα που είναι σχετικά και μπορούν να επηρεάζουν την κρίση του Δικαστηρίου, το οποίο καλείται να αποφασίσει χωρίς παραπλάνηση και παραπληροφόρηση.

 

Σε αντίθεση με το διάταγμα ημερ. 03.04.20 που είχε εκδοθεί μονομερώς δυνάμει αίτησης που προωθήθηκε μονομερώς, η προκειμένη περίπτωση αφορά αίτηση που καταχωρίστηκε δια κλήσεως. Αυτό σημαίνει ότι η εν λόγω αίτηση επιδόθηκε στους Εναγομένους, οι οποίοι από την αρχή έλαβαν γνώση της αίτησης αυτής και του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης που τη συνοδεύει. Με αυτόν τον τρόπο οι Εναγόμενοι αμέσως συμμετείχαν στην παρούσα διαδικασία και προωθώντας την ένσταση τους παρουσίασαν τις δικές τους θέσεις προτού το Δικαστήριο αποφασίσει για την τύχη της παρούσας αίτηση. Με βάση το δεδομένο αυτό δεν τίθεται ζήτημα εξέτασης υποχρέωσης για αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων και κατ’ επέκταση απόκρυψης στοιχείων επειδή οι Εναγόμενοι προστατεύονται από τέτοια τυχόν παραπλάνηση με την ευκαιρία που έχουν από την αρχή να παραθέσουν τις δικές τους θέσεις, γεγονότα και στοιχεία στο Δικαστήριο προτού κριθεί κατά πόσο δικαιολογείται ή όχι η έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων.

 

Κατά συνέπεια, ο λόγος αυτός ένστασης δεν ευσταθεί και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Όπως έχει ήδη λεχθεί, με την δεύτερη πτυχή της παρούσας αίτησης οι Ενάγοντες επιδιώκουν την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος απαγορευτικής φύσεως. Μπορεί οι Ενάγοντες να ισχυρίζονται ότι η αξίωση αυτή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος τροποποίησης του υφιστάμενου διατάγματος, στην ουσία όμως πρόκειται για εντελώς νέο και ξεχωριστό διάταγμα πανομοιότυπο μ’ αυτό που βρίσκεται σε ισχύ με συγκεκαλυμμένο μανδύα της τροποποίησης. Στην πραγματικότητα το αξιούμενο διάταγμα ιδίας ακριβώς φύσεως με το υφιστάμενο οχυρώνεται πίσω από αίτημα μείωσης ποσού που είναι δεσμευμένο σε συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό που όμως είναι άνευ χρησιμότητας και αναγκαιότητας στη βάση του σκεπτικού που έχει αναλυθεί πιο πάνω.

 

Αυτά που με την παρούσα αίτηση επιδιώκονται υπό το πρόσχημα της τροποποίησης ξεφεύγουν του πνεύματος της τροποποίησης και δημιουργούν ένα νέο αλλά πανομοιότυπο διάταγμα. Το ερώτημα που εγείρεται είναι αν η επιδίωξη της έκδοσης σχεδόν ιδίου διατάγματος συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας.

 

Η νομολογία υποδεικνύει πως το ζήτημα της κατάχρησης δικαστικής διαδικασίας εξετάζεται στη βάση συμφυών εξουσιών που το Δικαστήριο διαθέτει και μπορεί ανά πάσα στιγμή να ασκήσει. Η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές και το όλο ζήτημα εξετάζεται πάντοτε υπό το φως των συγκεκριμένων γεγονότων.

 

Στην υπόθεση Διευθυντής των Φυλακών ν. Τζεννάρο Περέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217 σημειώθηκαν τα ακόλουθα:

«Η δικαιοδοσία για την παρεμπόδιση, περιστολή, απόρριψη ή αναστολή διαδικασίας που συνιστά κατάχρηση των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου, εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που έχει ως λόγο το δίκαιο και μέσο τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του.  Γι' αυτό, η δικαιοδοσία για τη χρήση πρόσφορων μέσων για την παρεμπόδιση κατάχρησης των δικαιοδοσιών είναι σύμφυτη, ενυπάρχει σε κάθε Δικαστήριο, απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης.  Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δε συναρτούνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα, μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου.              (βλ. επίσης Αίτηση της Beograska ΔΔ (1996) 1 Α.Α.Δ. 911).»

 

Επίσης στην Αίτηση της Beogradska (1996) 1Β Α.Α.Δ. 911 στην οποίαν γίνεται εκτεταμένη αναφορά σε αγγλική νομολογία σημειώνονται τα εξής:

«Η επιδίωξη όμοιων σκοπών με την υιοθέτηση παράλληλων ένδικων μέσων ελέγχεται από το Δικαστήριο όπως και γενικότερα η πολλαπλότητα των διαδικασιών για την επίτευξη του ίδιου στόχου…

 

Η σύμφυτη δικαιοδοσία του δικαστηρίου να απορρίπτει αγωγές οι οποίες αποτελούν κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας έχει αναγνωριστεί στην Αγγλία από τα πολύ παλιά χρόνια.»

 

Στην υπόθεση Εμπεδοκλή κ.α. v. (Αρ.3) (2009) 1 Α.Α.Δ. 529 λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα πιο κάτω:

«Το Δικαστήριο διατηρεί πάντοτε τη γενική εποπτεία και έλεγχο όλων των διαδικασιών ενώπιον του με αποτέλεσμα την καταστολή καταχρηστικών διαδικασιών. Ο έλεγχος της διαδικασίας επιβάλλει όπως διασφαλίζεται απρόσκοπτη δικονομική και ουσιαστική τάξη στην όλη διαδικασία με ενιαία προσέγγιση. Η κατάχρηση της διαδικασίας του Δικαστηρίου μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές και δεν υπάρχουν εκ προοιμίου συμπεριφορές που μπορούν να καταταχθούν ως καταχρηστικές. Το όλο ζήτημα εξετάζεται πάντοτε υπό το φώς των συγκεκριμένων γεγονότων (δέστε Ηλία (Αρ. 3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 786 και Διευθυντής των Φυλακών ν. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 A.A.Δ. 217).»

 

Στο δε κυπριακό νομικό σύγγραμμα "Κατάχρηση Διαδικασίας στο Κυπριακό Δίκαιο" του κ. Π. Γ. Πολυβίου, έκδοση 2021, σελίδα 19, που πραγματεύεται το εν λόγω υπό κρίση θέμα καταγράφονται τα εξής:

«Μια γνωστή μορφή κατάχρησης διαδικασίας είναι η έγερση διαφόρων αγωγών ή αξιώσεων επί των ίδιων γεγονότων…

 

Η αρχή αυτή δεν περιορίζεται σε κυρίως αγωγές και αξιώσεις αλλά εκτείνεται σε όλο το φάσμα των αστικών υποθέσεων. Όπως δεν θα επιτραπεί η έγερση διαδοχικών αγωγών και άλλων αξιώσεων επί τη βάσει των ίδιων γεγονότων, έτσι τα Δικαστήρια θα θεωρήσουν ότι η διαδοχική έγερση ενδιάμεσων ή άλλων αιτήσεων (συμπεριλαμβανομένων αιτήσεων για καταφρόνηση του Δικαστηρίου) συνιστά κατάχρηση διαδικασίας.»      

 

Αυτό που αναδύεται χωρίς αμφιβολία είναι ότι όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει κατάχρηση της διαδικασίας προχωρεί σε ανακοπή της και απόρριψη, ανάλογα με το τι εκκρεμεί, της υπόθεσης ή της ενδιάμεσης αίτησης.

 

Καθοδηγούμενος από το πιο πάνω νομικό πλαίσιο και έχοντας υπόψη μου τα γεγονότα που αποτελούν κοινό έδαφος των διαδίκων παρατηρώ ότι με την υπό κρίση αίτηση ζητούνται οι ίδιες ακριβώς θεραπείες μ’ αυτές που είχαν ζητηθεί στην πρώτη αίτηση ημερ. 16.03.20 όταν στις 03.04.20 εκδόθηκε μονομερώς το ενδιάμεσο διάταγμα απαγορευτικής φύσεως και ακολούθως κατόπιν ακρόασης οριστικοποιήθηκε στις 10.07.20. Μάλιστα η απόφαση του Δικαστηρίου κατέστη τελεσίδικη αφού επικυρώθηκε από το Εφετείο. Επίσης εδώ ζητείται η έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος πανομοιότυπου και ιδίας φύσεως μ’ αυτό που είχε ζητηθεί στην δεύτερη αίτηση ημερ. 12.04.22 αλλά αποσύρθηκε από τους Ενάγοντες. Ομοίως εδώ επιδιώκεται η εξασφάλιση προσωρινού διατάγματος ιδίας φύσεως και με πανομοιότυπες θεραπείες όπως σ’ αυτό που αξιώθηκε στην τρίτη αίτηση ημερ. 20.04.22 στην οποίαν το Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) αποφάσισε ότι υπήρχε κατάχρηση στη διαδικασία με αποτέλεσμα η εν λόγω αίτηση να απορριφθεί.

 

Η παρούσα είναι η τέταρτη αίτηση στη σειρά. Ο στόχος που επιδιώκεται εδώ είναι ο ίδιος με τον σκοπό των τριών προηγούμενων αιτήσεων. Επιδιώκεται εκ νέου η ίδια θεραπεία με τη μόνη διαφορά ότι τα επιπλέον τρία ακίνητα που ζητούνται να μην αποξενωθούν είναι προφανώς διαφορετικά και οι τραπεζικοί λογαριασμοί που ζητούνται να παγοποιηθούν στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς αφορούν συγκεκριμένο πλέον χρηματικό ποσό. Οι Ενάγοντες επανήλθαν για τέταρτη φορά επιδιώκοντας τις ίδιες αξιώσεις όπως και στις τρεις προηγούμενες περιπτώσεις τη στιγμή που στην πρώτη αίτηση το Δικαστήριο (υπό διαφορετική σύνθεση) αποφάσισε αυτά που έκρινε κατόπιν ακρόασης και ακολούθως η απόφαση του επικυρώθηκε στο ανώτερο δικαστικό επίπεδο του Εφετείου ενώ στην τρίτη αίτηση το Δικαστήριο (υπό άλλη σύνθεση) κατέληξε ότι υπήρχε κατάχρηση διαδικασίας, επίσης κατόπιν ακρόασης, εκδίδοντας προς τούτο σχετική απόφαση.

 

Το παρόν Δικαστήριο αντιλαμβάνεται την ανησυχία των Εναγόντων, την οποίαν και σέβεται απόλυτα. Ωστόσο σε τελευταία ανάλυση οι Ενάγοντες επανήλθαν προωθώντας την υπό κρίση αίτηση αξιώνοντας την ίδια θεραπεία και επιδιώκοντας ουσιαστικά με συγκεκαλυμμένο τρόπο να πετύχει την έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων που δεν κατάφερε να το πράξει προηγουμένως στο βαθμό και στην έκταση που ήθελαν. Σε κάθε περίπτωση τα ίδια επίδικα ζητήματα έχουν εξεταστεί στο παρελθόν και το Δικαστήριο αποφάσισε γι’ αυτά.

 

Με κάθε σεβασμό στους Ενάγοντες δεν είναι διαφορετικό γεγονός το ότι οι Εναγόμενοι κατάφεραν να μεταφέρουν ένα πολύ μεγάλο ποσό από τον δεσμευμένο λογαριασμό τους στην Astro Bank. Επρόκειτο για ένα ενδεχόμενο κίνδυνο που πάντοτε υπήρχε από την αρχή και μπορούσε ανά πάσα στιγμή να συμβεί πριν από την επίδοση του ενδιάμεσου απαγορευτικού διατάγματος ημερ. 03.04.20 στους Εναγομένους και στον εν λόγω τραπεζικό οργανισμό. Ο κίνδυνος αυτός ήταν πάντοτε εις γνώση των Εναγόντων.   

 

Κάτω από αυτά τα δεδομένα διαπιστώνω ότι υπάρχει κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.

 

Έπεται ότι οι λόγοι ένστασης αρ. 1 και 11 ευσταθούν.

 

Ενόψει της προδιαγραφόμενης κατάληξης παρέλκει η περαιτέρω εξέταση κριτηρίων και παραμέτρων που πρέπει να συντρέχουν για να δικαιολογείται η έκδοση του αιτουμένου προσωρινού διατάγματος, ως απαιτούνται από τη σχετική επί του θέματος νομοθεσία και νομολογία. Παράλληλα καθίσταται αχρείαστη η ενασχόληση μου με τους υπόλοιπους λόγους ένστασης των Εναγομένων.

 

Υπό το φως των πιο πάνω στοιχείων και δεδομένων η υπό κρίση αίτηση δεν έχει προοπτική επιτυχίας. Για τους λόγους που έχω εξηγήσει κρίνω ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης κλίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της απόρριψης της υπό κρίση αίτησης. Συνακόλουθα η παρούσα ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των Εναγoμένων 1, 2 & 3/Καθ’ ω η αίτηση 1, 2 & 3 και εναντίον των Εναγόντων 1, 2 & 3/Αιτητών 1, 2 & 3.

  

 

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                    Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο