ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

Αγωγή αρ. 1243/2021

 

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ (Κ.Ο.Α.Π.)

 

Ενάγοντες

 

ν.

 

 

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΦΑΝΗ

 

Εναγόμενη

 

________________________

Ημερομηνία: 02 Μαΐου 2024

Εμφανίσεις:

Α. Μαυρικίου (κα) για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου ΔΕΠΕ, για τον Ενάγοντα

Κ. Μενοίκου (κα) για Αλ. Χρ. Αλεξάνδρου, για την Εναγόμενη

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Το πλαίσιο της διαφοράς

 

1.        Ο Ενάγων, κατά τον ουσιώδη χρόνο, λειτουργούσε με βάση τον περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμο 64(Ι)/2003 και πλέον με βάση τον περί Κυπριακού Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμο 214(Ι)/2020.

 

2.        Στο πλαίσιο της λειτουργίας του, διαχειρίζονταν το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013, που περιλαμβάνει το Καθεστώς 2.3.6 «Αγροπεριβαλλοντικές υποχρεώσεις σε παραδοσιακές φυτείες δέντρων και θάμνων, με έμφαση στις μειονεκτικές περιοχές» του Μέτρου 2.3 «Αγροπεριβαλλοντικές υποχρεώσεις», για την προώθηση, μεταξύ άλλων, της εφαρμογής αγροπεριβαλλοντικών υποχρεώσεων αναφορικά με τα παραδοσιακά δέντρα, όπως περιγράφονταν στο Αναλυτικό Ενημερωτικό Έντυπο Ενιαίας Αίτησης Εκταρικών Επιδοτήσεων.

 

3.        Η Εναγόμενη, την 19.03.2009, υπέβαλε Ενιαία Αίτηση Εκταρικών Επιδοτήσεων, για συμμετοχή στο Καθεστώς 2.3.6, Δράση Ε (αμυγδαλιές, φουντουκιές, χαρουπιές, πολεμιδιές), για το έτος 2009, δεχόμενη όλους τους όρους συμμετοχής στο εν λόγω καθεστώς. Στη βάση της αίτησής της, δεσμεύτηκαν για το καθεστώς τα τεμάχια 6315-35/30-299-18 δεκάρια, για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Υπογράφθηκε σχετικό έγγραφο την 23.03.2009. Μετά την ολοκλήρωση των σχετικών ελέγχων, εγκρίθηκε η συμμετοχή της Εναγόμενης στο καθεστώς και ελήφθη το ποσό των €1.080,00 για το έτος 2009, με την επιφύλαξη τυχόν συμπληρωματικού ελέγχου.

 

4.        Το καθεστώς θα έπρεπε να τηρείται από την Εναγόμενη για όλη την πενταετία. Η δέσμευση θα έπρεπε να δηλώνονταν κάθε χρόνο με νέο αίτημα πληρωμής, για ολόκληρη την πενταετία. Ήταν όρος του εν λόγω καθεστώτος πως, εάν, κατά τους ελέγχους που θα διενεργούσε ο Ενάγων, που η Εναγόμενη υποχρεούνταν να δέχεται, διαπιστώνονταν παρατυπία, δηλαδή μη συμμόρφωση με οποιονδήποτε όρο, προϋπόθεση ή πρόνοια, δυνατόν να υπήρχαν αποκοπές ποσών ή επιστροφές ποσών από πληρωμές προηγούμενων ετών ή δημιουργία πολυετών ποινών. Σε περίπτωση διακοπής της δέσμευσης, μείωσης της επιλέξιμης έκτασης ή διαπίστωσης καταβολής επιδότησης χωρίς δικαίωμα, η Εναγόμενη θα έπρεπε να επιστρέψει ποσά που έλαβε από τον Ενάγοντα.

 

5.        Την 31.03.2010, υποβλήθηκε από την Εναγόμενη αίτηση για το έτος 2010. Την 25.10.2011, στο πλαίσιο ελέγχου, διαπιστώθηκε ότι η επιλέξιμη έκταση ήταν μηδενική, άρα μικρότερη από την ελάχιστη επιλέξιμη έκταση για συμμετοχή στο καθεστώς, όπως είχε καθοριστεί στο 1 δεκάριο. Ως εκ τούτου, το αίτημα πληρωμής για το έτος 2010 απορρίφθηκε και η δέσμευση για την πενταετία διακόπηκε, εφόσον η Εναγόμενη παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις πρόνοιες του καθεστώτος. Κατά τον Ενάγοντα, η Εναγόμενη οφείλει να επιστρέψει να επιστρέψει και το ποσό των €1.080,00, που έλαβε για το έτος 2009.

 

6.        Με επιστολή των Εναγόντων ημερομηνίας 03.05.2012, της ζητήθηκε επιστροφή της επιδότησης. Ενημερώθηκε πως, σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής, εντός 15 ημερών, θα επιβαρύνονταν με τόκο 5% επί της οφειλής, που ήταν τότε ο νόμιμος τόκος. Η απαίτηση για πληρωμή επαναλήφθηκε με επιστολή ημερομηνίας 15.10.2013, με προειδοποίηση λήψης μέτρων. Τέτοια απαίτηση για πληρωμή επαναλήφθηκε την 17.10.2019, καθώς και με επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντος ημερομηνίας 29.05.2020. Ακολούθησε η αγωγή, με την οποία ο Ενάγων αξιώνει το ποσό αυτό, πλέον τους τόκους.

 

7.        Η Εναγόμενη, με το δικόγραφό της, ισχυρίζεται πως το αγώγιμο του δικαιώματος του Ενάγοντος έχει παραγραφεί με βάση τον περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμο 66(Ι)/2012, εφόσον, σύμφωνα με τη θέση του Ενάγοντος, η Εναγόμενη κατέστη οφειλέτρια την 02.05.2012, και η αγωγή εγέρθηκε την 29.12.2021. Χωρίς βλάβη αυτής της θέσης, η Εναγόμενη αρνείται την αξίωση του Ενάγοντος, αν και παραδέχεται πως έλαβε την επιδότηση για το έτος 2009. Όπως, όμως, θέτει, την έλαβε γιατί πληρούσε τους όρους του καθεστώτος. Η έκταση που δεσμεύτηκε ήταν 18 δεκάρια και ουδέποτε μειώθηκε, ούτε μεταβιβάστηκαν τα τεμάχια σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο. Συνεπώς, απορρίπτει και τη δικαιολογία με την οποία ο Ενάγων απέρριψε την αίτησή της για το έτος 2010, εφόσον, σε κάθε ουσιώδη χρόνο, πληρούσε τις προϋποθέσεις του καθεστώτος. Επομένως, αρνείται και το γεγονός πως κατέστη οφειλέτρια, όπως ισχυρίζεται ο Ενάγων.

 

8.        Ο Ενάγων, με απαντητικό δικόγραφο, θέτει πως, ένεκα της ιδιότητάς του, δεν έχει παραγραφεί η αξίωσή του, αρνούμενος τον σχετικό ισχυρισμό της Εναγόμενης, όπως και τους υπόλοιπους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς της. Έπειτα, επαναλαμβάνει την εκδοχή του ως προς τα γεγονότα, χωρίς οποιαδήποτε διαφοροποίηση ή προσθήκη θετικού ισχυρισμού.

 

9.        Επίδικα θέματα, μέσα από τη δικογραφία, είναι τα εξής: εάν η Εναγόμενη κατέστη οφειλέτρια με βάση τους όρους που διέπουν το καθεστώς την 02.05.2012, κατά πόσο ο Ενάγων μπορεί να εγείρει αξίωση για είσπραξη τέτοιου χρέους το 2021 ή εάν η αξίωση έχει παραγραφεί. Σε περίπτωση που η αξίωση δεν έχει παραγραφεί, και μπορεί να προχωρήσει η εξέτασή της, τότε, θα πρέπει να αποφασιστεί κατά πόσο η Εναγόμενη παραβίασε οποιονδήποτε όρο του καθεστώτος ώστε να οφείλει, με βάση αυτό, επιστροφή επιδότησης.

 

Διαδικασία

 

10.    Η αγωγή εκδικάστηκε με τη διαδικασία της ταχείας εκδίκασης, ως προβλέπει η Δ.30,κκ.6-7 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ). Ο Ενάγων προσκόμισε μαρτυρία από λειτουργό του (ΜΕ1), ο οποίος δεν αντεξετάστηκε. Η Εναγόμενη δεν προσκόμισε μαρτυρία. Οι δικηγόροι των δύο πλευρών αγόρευσαν, με το επίκεντρο, στην αγόρευση της πλευράς της Εναγόμενης, να είναι στο θέμα της παραγραφής του αγώγιμου της αξίωσης του Ενάγοντος.

 

Μαρτυρία και εξέταση

 

11.    Δια της μαρτυρίας του, ο ΜΕ1, ανέφερε ενόρκως ό,τι και στην αγωγή του ο Ενάγων, και πρόσθετα, προσκόμισε τα εξής: το Αναλυτικό Ενημερωτικό Έντυπο, Ενιαίας Αίτησης Εκταρικών Επιδοτήσεων 2009, αποτελούμενο από 76 αριθμημένες σελίδες (Τ1), την αίτηση που υπέβαλε η Εναγόμενη για το 2009 (Τ2)· το Έντυπο Συμμετοχής στο Καθεστώς 2.3.6, του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013 (Τ3)· την επιστολή του Ενάγοντος προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 03.05.2012 με την οποία ο Ενάγων είχε ενημερώσει την Εναγόμενη πως η αίτηση για επιδότηση για το 2010 είχε απορριφθεί λόγω του ότι η προσδιορισθείσα έκταση ήταν μικρότερη από την ελάχιστη επιλέξιμη έκταση για συμμετοχή στο Καθεστώς, ότι διακόπτεται η επιδότηση και ότι πρέπει να επιστρέψει το ποσό των €1.080,00, εντός 30 ημερολογιακών ημερών (Τ4)· την επιστολή του Ενάγοντος προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 15.10.2013 με θέμα «καθυστερημένη οφειλή ύψους €1.080,00» (Τ5, Τ6)· την επιστολή του Ενάγοντος προς την Εναγόμενη ημερομηνίας 17.10.2019 με ίδιο θέμα «καθυστερημένη οφειλή ύψους €1.080,00», η οποία αναφέρεται ως η τελευταία προειδοποίηση, με αναφορά ότι θα ληφθούν δικαστικά μέτρα (Τ7)· η επιστολή των δικηγόρων του Ενάγοντος ημερομηνίας 29.05.2020 με ίδιο θέμα «καθυστερημένη οφειλή ύψους €1.080,00» με την οποία προστίθενται τόκοι και έξοδα της επιστολής (Τ8).

 

12.    Η πλευρά του Ενάγοντος προβάλλει πως δεν μπορεί το Δικαστήριο να εξετάσει το θέμα της παραγραφής καθότι δεν αιτήθηκε, η Εναγόμενη, να εξεταστεί προδικαστικά το θέμα αυτό, βάσει της Δ.27 ΚΠΔ.

 

13.    Η αγωγή εκδικάστηκε με τη διαδικασία της ταχείας εκδίκασης, χωρίς προδικασία, και δεν φαίνεται, από οπουδήποτε, να είχε εγκαταλειφθεί το νομικό σημείο που εγέρθηκε υπό τύπο προδικαστικής ένστασης, ούτε ότι δεν μπορεί το ζήτημα της παραγραφής να εξεταστεί προδικαστικά μετά και από την παρουσίαση της μαρτυρίας της υπόθεσης. Η Δ.27 ΚΠΔ δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο να αποφαίνεται επί προδικαστικών ενστάσεων πριν από την ακρόαση της αγωγής. Μπορεί να το πράξει αφού ακούσει και τη μαρτυρία, δίδοντας προτεραιότητα στην εξέταση τέτοιου ζητήματος. Ο Ν.66(Ι)/2012, επίσης, δεν επιτάσσει κανονικά δικογραφημένο θέμα παραγραφής να μην εξετάζεται από το Δικαστήριο, και να μην εφαρμόζεται ο νόμος, εάν δεν γίνει αίτηση για προδικαστική εξέταση. Προέχει, κατά την άποψή μου, η εξέταση του θέματος της παραγραφής, που προβάλλεται από την πλευρά της Εναγόμενης και δικογραφείται κατάλληλα.

 

14.    Η δικογραφημένη απάντηση του Ενάγοντος στο θέμα της παραγραφής, που ήγειρε η Εναγόμενη, είναι πως δεν υπήρξε παραγραφή, λόγω της ιδιότητάς του. Ο Ν.66(Ι)/2012 δεν εξαιρεί από την εφαρμογή του αγώγιμα δικαιώματα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που κινούνται στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου. Ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου δεν δικαιούται να ενάγει οποτεδήποτε θέλει, επικαλούμενο την ιδιότητά του, ενώ ο ιδιώτης να υφίσταται χρονικούς περιορισμούς, για ίδιας φύσης δικαίωμα. Το άρθρο 25 Ν.66(Ι)/2012 αναφέρεται σε δικαιώματα ή υποχρεώσεις δημοσίου δικαίου. Η ένδικη διαφορά δεν είναι διαφορά δημοσίου δικαίου, αλλά αστική διαφορά, που γι’ αυτό απασχολεί το Δικαστήριο αυτής της δικαιοδοσίας.

 

15.    Ειδικότερα, η διαφορά μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι βάσει σύμβασης, όπως και η πλευρά του Ενάγοντος δέχεται. Με βάση το άρθρο 7 Ν.66(Ι)/2012, τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 2 και 3 του ιδίου νόμου, καμία αγωγή που αφορά σύμβαση εγείρεται μετά την πάροδο 6 ετών από την ημέρα συμπλήρωσης της βάσης της αγωγής. Ο Ενάγων, όπως είναι η μαρτυρία του, διαπίστωσε την οφειλή την 02.05.2012, και την 03.05.2012 απέστειλε την επιστολή Τ4.

 

16.    Κατά την 03.05.2012, ήταν σε ισχύ ο περί Παραγραφής Νόμος Κεφ.15, σύμφωνα με το άρθρο 11 του οποίου, οι διατάξεις του ήταν σε αναστολή, μέχρι την 30.06.2012. Ήταν ένας νόμος που δέχθηκε αρκετές τροποποιήσεις με αντικείμενο την αναστολή της ισχύος του.  Συνάγεται πως μέχρι και την 30.06.2012, δεν ίσχυε κάποιος νόμος σχετικά με την παραγραφή.

 

17.    Την 01.07.2012, τέθηκε σε ισχύ ο Ν.66(Ι)/2012 ο οποίος κατήργησε ολόκληρο το Κεφ.15. Σύμφωνα με το άρθρο 3 Ν.66(Ι)/2012, ως είχε αρχικά δημοσιευθεί,  ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να τρέχει όταν συμπληρωθεί η βάση της αγωγής. Η βάση της αγωγής είναι το σύνολο των γεγονότων που θεμελιώνουν το αγώγιμο δικαίωμα. Όπως δέχεται και ο Ενάγων, η βάση αγωγής του, με βάση τον Ν.66(Ι)/2012, είχε συμπληρωθεί την 02.05.2012, όταν διαπίστωσε την κατ’ ισχυρισμό παράβαση, από την Εναγόμενη, του καθεστώτος, δηλαδή πριν από την έναρξη της ισχύος του Ν.66(Ι)/2012.

 

18.    Ο Ν.66(Ι)/2012, ως δημοσιεύθηκε, στο άρθρο 26, είχε μεταβατική διάταξη, σύμφωνα με την οποία καμιά αγωγή μπορούσε να εγερθεί μετά την εκπνοή ενός έτους από την ημερομηνία ισχύος του, δηλαδή μέχρι την 01.07.2013, αν η βάση της αγωγής συμπληρώθηκε οποτεδήποτε πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του εν λόγω νόμου. Η διάταξη αυτή, ως είχε, θα περιλάμβανε και τη βάση αγωγής του Ενάγοντος, που είχε συμπληρωθεί την 02.05.2012, να μπορούσε να εγερθεί μέχρι την 01.07.2013. Υπήρχε όμως μια λογική εξαίρεση. Ο χρόνος μέχρι την 01.07.2013, για τις συμπληρωμένες βάσεις αγωγής, θα ίσχυε μόνον εάν από τη συμπλήρωση της βάση της αγωγής μέχρι την 01.07.2013 μεσολαβούσε χρόνος μεγαλύτερος των 6 ετών, που ήταν ο προβλεπόμενος χρόνος παραγραφής για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Βασικά, το χρονικό διάστημα μέχρι την 01.07.2013 αφορούσε τις αξιώσεις που, με βάση τον νέο νόμο, θα θεωρούνταν ήδη παραγεγραμμένες. Δίδονταν επιπλέον χρόνος για να εγερθούν, οποτεδήποτε κι αν συμπληρώθηκε η βάση της αγωγής. Για τις μη παραγεγραμμένες αξιώσεις, θα ίσχυε απλώς ο χρόνος παραγραφής που προβλέπει ο νέος νόμος, δηλαδή τα 6 χρόνια από τη συμπλήρωση της βάσης της αγωγής, στην προκειμένη περίπτωση. Για τις τελευταίες, δεν άλλαζε και το χρονικό σημείο συμπλήρωσης της βάσης της αγωγής, να μετατίθεται σε κάποιαν άλλη ημερομηνία. Στην προκειμένη περίπτωση, που η βάση αγωγής είχε συμπληρωθεί την 02.05.2012 και δεν ήταν ήδη παραγεγραμμένη η αξίωση του Ενάγοντος, με βάση τον Ν.66(Ι)/2012, αρχικά, μπορούσε να εγερθεί μέχρι και την 02.05.2018, εκτός εάν μεσολαβούσε λόγος διακοπής ή αναστολής του χρόνου παραγραφής, σύμφωνα με τις λοιπές διατάξεις του νόμου.

 

19.    Με τον τροποποιητικό Ν.41(Ι)/2013, η μεταβατική διάταξη του άρθρου 26 τροποποιήθηκε, ώστε η επέκταση του χρόνου καταχώρισης για τις ήδη παραγεγραμμένες αξιώσεις να είναι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013. Δεν άλλαζε οτιδήποτε σχετικά με την παρούσα περίπτωση. Ακολούθησαν και άλλες τροποποιήσεις. Με τον τροποποιητικό Ν.159(Ι)/2013, η μεταβατική διάταξη του άρθρου 26 τροποποιήθηκε εκ νέου, ώστε η ημερομηνία 31.12.2013 να γίνει 31.12.2014. Με τον τροποποιητικό Ν.190(Ι)/2014, η μεταβατική διάταξη του άρθρου 26 τροποποιήθηκε εκ νέου, ώστε η ημερομηνία 31.12.2014 να γίνει 31.12.2015. Δια του τροποποιητικού Ν.190(Ι)/2014 εισήχθη, στο άρθρο 28, πρόνοια πως η διάταξη του άρθρου αυτού, που προβλέπει ότι η ισχύς του Ν.66(Ι)/2012 είναι από την 01.07.2012, «δεν παραγράφει και δεν επηρεάζει οποιαδήποτε δικαιώματα δίδονται με την προβλεπόμενη στο άρθρο 26 αναστολή». Αφέθηκε καλύτερα να νοηθεί πως ο νομοθέτης, τροποποιώντας κάθε τόσο τη μεταβατική διάταξη, έδιδε ενός είδους μεταβατική αναστολή στην ισχύ του Ν.66(Ι)/2012, δηλαδή για τις ήδη παραγεγραμμένες (με την εφαρμογή του) αξιώσεις. Να εγερθούν. Χωρίς, την ίδια στιγμή, να αναστέλλει την ισχύ του νόμου αυτού για όλες τις άλλες περιπτώσεις, που δεν ενέπιπταν στη μεταβατική αναστολή, περιλαμβανομένης της επίδικης περίπτωσης.

 

20.    Οι πιο πάνω τροποποιήσεις, της μεταβατικής διάταξης, δεν επηρέαζαν την έναρξη της ισχύος του Ν.66(Ι)/2012 για περιπτώσεις όπως και την επίδικη περίπτωση, ωστόσο, με τις συνεχείς αυτές μεταθέσεις της μεταβατικής αναστολής, δημιουργούνταν, εν τέλει, πρόσθετος αγώγιμος χρόνος για τις παραγεγραμμένες αξιώσεις, εις βάρος των μη παραγεγραμμένων αξιώσεων.

 

21.    Οπότε, με τον τροποποιητικό Ν.207(Ι)/2015, καταργήθηκε εντελώς η μεταβατική διάταξη του άρθρου 26, από την 01.01.2016. Αυτό σήμαινε πως ο νόμος ίσχυε πλέον για όλες τις περιπτώσεις με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή θα έπρεπε να αναζητείται ο χρόνος συμπλήρωσης της βάσης της αγωγής και να εφαρμόζεται η προβλεπόμενη σε αυτόν προθεσμία παραγραφής. Ωστόσο, προστέθηκε, στο άρθρο 3, και η εξής φράση: «Νοείται ότι, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των άρθρων 24 και 29, ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να προσμετράται από την 1η Ιανουαρίου 2016.». Παρενθετικά, τα άρθρα 24 και 29  αναφέρονται απλώς στις διατάξεις των νόμων που δεν επηρεάζονται, και στην κατάργηση άλλων νόμων. Το άρθρο 3, στο οποίο προστέθηκε η φράση αυτή, είναι το άρθρο που ορίζει πως ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να τρέχει όταν συμπληρωθεί η βάση της αγωγής. Η πρόσθετη φράση εισήχθη στο άρθρο 3 χωρίς διαγραφή της φράσης που προνοεί πως ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να τρέχει όταν συμπληρωθεί η βάση της αγωγής, που υπήρχε εξ αρχής.

 

22.    Στην ανάγνωσή του, το άρθρο 3, μέχρι και σήμερα, έχει ως εξής:

 

«Ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να τρέχει όταν συμπληρωθεί η βάση της αγωγής. Νοείται ότι, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των άρθρων 24 και 29, ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να προσμετρείται από την 1η Ιανουαρίου 2016».

 

23.    Να υπάρχει ροή χρόνου παραγραφής, από το σημείο της συμπλήρωσης της βάσης της αγωγής, όπου το να υπάρχει ροή του χρόνου (μη διακοπή ή μη αναστολή) σημαίνει και προσμέτρησή του, αλλά ο χρόνος παραγραφής να αρχίζει να προσμετρά από μεταγενέστερη ημερομηνία, προφανώς, οδηγεί σε ανάγκη ερμηνείας του συγκεκριμένου σημείου.

 

24.    Έχοντας υπόψη το ιστορικό των τροποποιήσεων του νόμου, σε συνάρτηση με τη μη τροποποίηση του χρόνου έναρξης της παραγραφής από τη συμπλήρωση της βάσης της αγωγής, και την ταυτόχρονη κατάργηση της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 26, ερμηνεύεται πως: εάν η βάση της αγωγής συμπληρώθηκε οποτεδήποτε πριν από την 01.01.2016, ασχέτως εάν άλλως πώς θα είχε παρέλθει ο χρόνος παραγραφής, ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να προσμετρά από την 01.01.2016. Εάν όμως η βάση της αγωγής συμπληρώθηκε μετά από την 01.01.2016, τότε ο χρόνος παραγραφής αρχίζει να προσμετρά από τον χρόνο συμπλήρωσης της βάσης της αγωγής.

 

25.    Αυτή η προσέγγιση συνάδει και με τον λόγο της Χριστοδουλίδης ν. Global Capital Securities and Financial Services Ltd (2012) 1 ΑΑΔ 636, την οποία επικαλείται και ο Ενάγων. Ότι η παραγραφή αποτελεί δικονομικό κανόνα δικαίου. Συνεπώς, εάν έχει παραγραφή μια αξίωση με βάση προγενέστερο χρόνο, δεν εξαφανίζεται το δικαίωμα. Μπορεί να προωθηθεί δικονομικά, να εγερθεί αξίωση βάσει αυτού, εάν νεότερος νόμος επεκτείνει τον χρόνο παραγραφής. Εν προκειμένω, ο τροποποιητικός Ν.207(Ι)/2015 έθεσε ένα κοινό σημείο αφετηρίας στην προσμέτρηση του χρόνου παραγραφής όσον αφορά τις περιπτώσεις όπου οι βάσεις αγωγής είχαν συμπληρωθεί οποτεδήποτε πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου που διέπει την παραγραφή, για να μπορούν να εγερθούν οι σχετικές αξιώσεις.  Αυτό το κοινό χρονικό σημείο είναι η 01.01.2016. Διατήρησε όμως το εξατομικευμένο σημείο αφετηρίας της προσμέτρησης του χρόνου, με βάση τον χρόνο συμπλήρωσης της κάθε αγωγής, για όλες τις άλλες βάσεις αγωγής που συμπληρώνονται μετά από την 01.01.2016.

 

26.    Συνακόλουθα, κρίνεται πως το αγώγιμο της αξίωσης του Ενάγοντος δεν έχει παραγραφεί, εφόσον ήγειρε την αγωγή του εντός των 6 ετών, αρχίζοντας την προσμέτρηση του χρόνου παραγραφής από την 01.01.2016, με βάση τον νόμο. Μπορεί να εξεταστεί και κατ’ ουσία.

 

27.    Η μαρτυρία του ΜΕ1 σε σχέση με τα γεγονότα είναι αναντίλεκτη. Ούτε αντικρουστική μαρτυρία υπάρχει, αλλά ούτε και στην αγόρευση των δικηγόρων της, η πλευρά της Εναγόμενης, προώθησε οποιοδήποτε άλλο θέμα. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν εξετάζεται το μαρτυρικό υλικό, για να ικανοποιηθεί το Δικαστήριο πως αποδεικνύει και την απαίτηση του Ενάγοντος.

 

28.    Σύμφωνα με την παράγραφο 1.1.15 του Τ1, σε περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι καταβλήθηκε σε αιτητή επιδότηση που δεν δικαιούται, τότε ο αιτητής είναι υπόχρεος να επιστρέψει το σχετικό ποσό. Σε περίπτωση όπου το επιπρόσθετο ποσό που καταβλήθηκε οφείλεται σε λανθασμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες που δόθηκαν από τον αιτητή, το επιπλέον ποσό επιστρέφεται επιβαρυνόμενο με το ύψος του επιτοκίου που προνοείται από την νομοθεσία, από την ημέρα αποστολής της γραπτής ειδοποίησης για καταβολή του ποσού. Για το καθεστώς 2.3.6, σύμφωνα με την παράγραφο 2.4.14, οι δικαιούχοι, μεταξύ άλλων, θα έπρεπε να πληρούν τον όρο 2: η ελάχιστη επιλέξιμη έκταση να είναι 1 δεκάριο (0,1 εκτάρια). Το δεκάριο είναι τα 1.000 τετραγωνικά μέτρα. Για την περίπτωση των φουντουκιών, ισχύει ως ελάχιστη έκταση το μισό δεκάριο. Ο ίδιος όρος αναφέρονταν και στο έντυπο συμμετοχής (Τ3). Με την αίτηση (Τ2), είχε δηλωθεί από την Εναγόμενη πως λήφθηκε γνώση όλων των όρων του Τ1, ενώ και το Τ3 είναι υπογεγραμμένο. Στην αίτηση (Τ1), αναφέρθηκαν 18 δεκάρια στη Φιλούσα, με χαρουπιές. Στην επιστολή (Τ4), αναφέρθηκε πως η προσδιορισθείσα έκταση ήταν μικρότερη από την ελάχιστη επιλέξιμη, δηλαδή μικρότερη από το 1 δεκάριο. Ο ΜΕ1, στη μαρτυρία του, ανέφερε, επίσης, πως ήταν μηδενική, όπως διαπιστώθηκε από τον έλεγχο που έγινε, στο πλαίσιο εξέτασης της αίτησης της Εναγόμενης για το 2010.

 

29.    Ο ΜΕ1 δεν εξηγεί βεβαίως περαιτέρω αυτή τη διαπίστωση, εάν δηλαδή έχει την έννοια πως δηλώθηκαν από την Εναγόμενη 18 δεκάρια για εκταρική επιδότηση, αλλά, κατόπιν ελέγχου, που δεν είχε γίνει εξ αρχής σε αυτή την έκταση, δεν εντοπίστηκε τέτοια επιλέξιμη έκταση, εξ ου η αναφορά σε «μηδενική έκταση», δηλαδή τι εννοεί με την αναφορά σε «μηδενική έκταση». Όπως προκύπτει και από τη μαρτυρία που προσκόμισε ο ΜΕ1, ειδικότερα το Τ1, η διαφορά που δικαιολογεί τη διακοπή της επιδότησης και την αναζήτηση της επιστροφής όλου του καταβληθέντος ποσού, είναι στο 100%, και η αναφορά σε ευρεθείσα «μηδενική έκταση», παραπέμπει σε διαπίστωση ανυπαρξίας της επιλεγείσας και επιλέξιμης έκτασης.

 

 

30.    Ο λόγος του ΜΕ1 δεν αμφισβητήθηκε με αντίστοιχη μαρτυρία της Εναγόμενης. Η Εναγόμενη δεν προσκόμισε μαρτυρία για να πει ότι ήταν, κατά τον ουσιώδη χρόνο, όντως, δικαιούχος για τα 18 δεκάρια που είχαν εγκριθεί και αναφορικά με τα οποία είχε επιδοτηθεί €1.080,00 για το έτος 2009. Ή ότι αιτήθηκε κάποια επανεξέταση της αίτησής της. Παρέμεινε αναντίλεκτος ο λόγος του ΜΕ1 και για το ότι διαπιστώθηκε έλλειψη δικαιώματος της Εναγόμενης για τα €1.080,00, που αναμφίβολα λήφθηκαν από την Εναγόμενη. Όπως και για το γεγονός ότι είχε σταλεί η σχετική ειδοποίηση την 03.05.2012 (Τ4), και οι υπόλοιπες που ακολούθησαν. Όλες φέρουν τα στοιχεία της Εναγόμενης και δεν υποδεικνύεται λόγος να κατασκευάστηκαν εκ των υστέρων. Με την ειδοποίηση του Τ4, έγινε αναφορά σε χρέωση νόμιμου τόκου μετά την πάροδο 15 ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης.

 

31.    Η μαρτυρία που προσκομίστηκε από τον Ενάγοντα επαρκεί για την απόδειξη της απαίτησής του.

 

Κατάληξη

 

32.    Για τους λόγους που εξηγήθηκαν προηγουμένως, εκδίδεται απόφαση υπέρ του Ενάγοντος και εναντίον της Εναγόμενης, ως οι παράγραφοι Α και Β του παρακλητικού της Έκθεσης Απαίτησης.

 

33.    Όσον αφορά τα έξοδα, εκ του αποτελέσματος, και εφόσον δεν προκύπτει οποιοσδήποτε λόγος για το αντίθετο, επιδικάζονται προς όφελος του Ενάγοντος και εναντίον της Εναγόμενης, στο ποσό των €1.500,00, πλέον Φ.Π.Α., πλέον νόμιμος τόκος ετησίως, από την 29.12.2021 μέχρι εξόφλησης.

 

 

(Υπ.) ……………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο