ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Αρ. Αγωγής: 118/22

(i - justice)

Μεταξύ:

Andysan Investments Ltd, από την Λεμεσό

Ενάγοντες  

                                                             και

1.    GLNY FIND YOUR SPACE LTD, από την Πάφο

2.    D & G BEAUTY BAR LTD, από την Πάφο

3.    Γεώργιος Αθανάσιος Λούτος, από την Πάφο

4.    Δόξα Κωνσταντινίδου, από την Πάφο

Εναγόμενων

Αίτηση ημερομηνίας 09/12/22 για παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων

Ημερομηνία: 05/06/24

Εμφανίσεις:

Για τους Ενάγοντες - Αιτητές : κ. Νικόλας Μάντης για  Mantis & Athinodorou LLC

Για τους Εναγόμενους - Καθ’ ων η Αίτηση : κα. Σ. Ζαχαρία για Λ. Λουκάίδου Θεοφάνους Δ.Ε.Π.Ε

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι Ενάγοντες - Αιτητές, με το Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα το οποίο καταχώρησαν στις 21/03/22 αξιώνουν εναντίον των Εναγόμενων – Καθ’ ων η Αίτηση  απόφαση για το ποσό των €5,300 ευρώ ως οφειλόμενα ενοίκια για την οφειλή των οποίων υπογράφηκε συμφωνία αναγνώρισης χρέους από τις Εναγόμενες 1 και 2 τις οποίες εγγυήθηκαν οι Εναγόμενοι 3 και 4. Την 26/09/22 τόσο οι Εναγόμενοι 1 και 2 όσο και οι Εναγόμενοι 3 και 4, καταχώρησαν Υπεράσπιση με τις οποίες εγείρουν προδικαστικές ενστάσεις ισχυριζόμενοι ότι η αγωγή που έχει καταχωρηθεί δεν έχει ως βάση της αυτοτελή αιτία αγωγής καθώς αλλά και ότι ενώ οι Ενάγοντες από την μια ισχυρίζονται ότι οι επίδικες ενοικιάσεις είναι ενοικιοστασιακές από την άλλη προωθούν την παρούσα αγωγή για την είσπραξη των κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενων ενοικίων.

Στην συνέχεια και πιο συγκεκριμένα την 09/12/22, καταχωρήθηκε εκ μέρους των Εναγόντων η υπό κρίση αίτηση με την οποία και επιζητείται η έκδοση διατάγματος παραπομπής της υπό τον άνω αριθμό και τίτλο αγωγής από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου προς το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Πάφου.

Την αίτηση των Εναγόντων - Αιτητών υποστηρίζει η ένορκος δήλωση της Φάνης Θεμιστοκλέους ημερ. 09/12/22 στην οποία και επεξηγούνται οι λόγοι για τους οποίους οι Ενάγοντες ζητούν την έκδοση του πιο πάνω διατάγματος. Σύμφωνα με την κα. Θεμιστοκλέους εκ παραδρομής καταχωρήθηκε η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, καθότι οι Δικηγόροι που χειρίζονται την υπόθεση είχαν την εντύπωση ότι η συμφωνία αναγνώρισης χρέους αποτελεί ξεχωριστή βάση αγωγής ενώ κατόπιν νέας μελέτης της υπόθεσης, διαπιστώθηκε, ότι έπρεπε με βάση τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση περίπτωση η υπόθεση να καταχωρηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Πάφου το οποίο είναι το καθ’ ύλην αρμόδιο. Σύμφωνα με τους Ενάγοντες, την 28/05/21 υπογράφηκε έγγραφο αναγνώρισης χρέους κατόπιν συμφωνίας με τους δικηγόρους της πλευράς των Εναγομένων – Καθ’ ων η Αίτηση δια του οποίου οι Εναγόμενες 1 και 2 αναγνώρισαν ότι όφειλαν το συνολικό ποσό των 18,900 ευρώ που αφορούσε την περίοδο από Μάρτιο του 2020 μέχρι και Μάιο του 2021 για τα τρία καταστήματα που ενοικίαζαν οι Εναγόμενες 1 και 2 από τους Ενάγοντες. Οι δε Εναγόμενοι 3 και 4 δήλωσαν ότι εγγυήθηκαν προσωπικά την τήρηση της συμφωνίας ημερ. 28/05/21.  Το ποσό της οφειλής των επίδικων ενοικίων αφορούν παλιές οφειλές σύμφωνα με τους Ενάγοντες οι οποίες προκύπτουν από ενοικίαση καταστημάτων που βρίσκονται εντός των ορίων του Δήμου Πάφου ενώ τα επίδικα ακίνητα κατασκευάστηκαν και τέθηκαν προς ενοικίαση πριν από το έτος 2000.

Οι Ενάγοντες σύμφωνα με την κα. Θεμιστοκλέους είναι μέχρι και σήμερα οι ιδιοκτήτες και των τριών καταστημάτων με αρ. 6, 7 και 8 και άρ. εγγραφής 0/6010, 0/6011 και 0/6012 αντίστοιχα, τα οποία βρίσκονται επί της λεωφόρου Ποσειδώνος την Κάτω Πάφο. Τα αντίγραφα των τίτλων ιδιοκτησίας των καταστημάτων επισυνάπτονται ως τεκμήρια.  Προς υποστήριξη μάλιστα των πιο πάνω ισχυρισμών της η κα. Θεμιστοκλέους επισυνάπτει και αντίγραφα συμφωνιών ενοικίασης που είχαν συνάψει οι Ενάγοντες τόσο με την Εναγόμενη 1 όσο και με την Εναγόμενη 2 ( Τεκμήρια Β και Γ αντίστοιχα).

Σύμφωνα με την κα. Θεμιστοκλέους, το ακίνητο που ενοικιαζόταν από την Εναγόμενη 1 ήταν τα καταστήματα 7 και 8 και η συμφωνία ενοικίασης υπογράφτηκε περί τον Μάιο του 2016 για περίοδο ενός έτους με ημερομηνία έναρξης του συμβολαίου την 01/06/16 μέχρι και την 31/05/17. Η δε πιο πάνω σύμβαση ενοικίασης έχει λήξει ενώ η ενοικιάστρια, δηλαδή η Εναγόμενη 1 εξακολουθεί να βρίσκεται στα ακίνητα χωρίς την ανανέωση του συμβολαίου της. Σε σχέση με το κατάστημα υπ. αρ 6 το οποίο ενοικιαζόταν από την Εναγομένη 2, η συμφωνία ενοικίασης υπογράφηκε περί τον μήνα Νοέμβριο του 2017 για περίοδο ενός έτους και θα άρχιζε την 02/12/17 και θα είχε ισχύ μέχρι και την 01/12/10 ενώ και πάλι το συμβόλαιο σήμερα έχει λήξει ενώ η ενοικιάστρια συνέχισε να παραμένει εντός αυτού χωρίς την υπογραφή της ανανέωσης συμβολαίου.

Την 03/02/23 οι Εναγόμενοι - Καθ’ ων η Αίτηση αντιδρώντας στην καταχώρηση της πιο πάνω Αίτησης καταχώρησαν με την σειρά τους ειδοποίηση περί προθέσεως ένστασης στο σώμα της οποίας και περιλαμβάνουν συνολικά 13 λόγους ένστασης οι οποίοι στηρίζονται καταρχήν στην θέση ότι η υπό κρίση αίτηση που έχει καταχωρηθεί είναι νομικά και πραγματικά αβάσιμη και αστήρικτη, ότι αυτή στηρίζεται σε λανθασμένη νομική βάση και ή η νομική της βάση είναι ελλιπής, ότι οι Αιτητές προωθούν την παρούσα αγωγή για οφειλή ενοικίων στην βάση αναγνώρισης χρέους ενώ ταυτόχρονα προωθούνται και οι υποθέσεις Ε4/2022 και Ε5/2022 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως Λεμεσού - Πάφου, Τμήμα Πάφου,  για κατ’ ισχυρισμό οφειλή ενοικίων για τα επίδικα ακίνητα χωρίς να περιλαμβάνει την περίοδο ενοικίων που αφορούν την επίδικη αναγνώριση χρέους, ότι η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στις 21/09/2022 ενώ οι Αιτήσεις Ενοικιοστασίου Ε4/2022 και Ε5/2022 στις 23/09/2022, ECLI:CY:AD:2022:D12 και επομένως από μόνοι τους οι Αιτητές αναγνώρισαν ότι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει τα επίδικα θέματα εφόσον προώθησε πρώτα διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου για κατ' ισχυρισμό οφειλόμενα ενοίκια, ότι η επίδικη συμφωνία αναγνώρισης χρέους δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή βάση αγωγής και ως εκ τούτου η παρούσα αγωγή θα έπρεπε να κινηθεί και ή προωθηθεί εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση κατόπιν απόδειξης της κατ’ ισχυρισμό οφειλής των ενοικίων για την περίοδο Μαρτίου 2020 μέχρι Μάιο του 2021, ότι τα επίδικα ακίνητα δεν εμπίπτουν εντός της έννοιας και ερμηνείας του άρθρου 2 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983 καθότι δεν τέθηκαν για ενοικίαση πριν το 2000 και ή η παρούσα αίτηση προωθείται πρόωρα και ή πριν το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως εξετάσει το θέμα της δικαιοδοσίας και ότι η παρούσα αγωγή δεν μπορεί να παραπεμφθεί στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως εφόσον τα ακίνητα και η ενοικίαση τους δεν διέπετε από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο αφού η ενοικίαση των ακινήτων πριν από το 2000 δεν έχει αποδειχθεί από την Αιτήτρια και ή τα επίδικα ακίνητα δεν έχουν ενοικιαστεί ή τεθεί προς ενοικίαση πριν από το έτος 2000, ότι επίσης η παραπομπή της παρούσας υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως δεν θα εξυπηρετήσει το συμφέρον της δικαιοσύνης στο παρόν στάδιο καθότι δεν έχει αποφασιστεί η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως και σε περίπτωση που το εκεί Δικαστήριο κρίνει ότι δεν έχει αρμοδιότητα η υπόθεση θα πρέπει και πάλι να παραπεμφθεί πίσω στο Επαρχιακό Δικαστήριο προκαλώντας αχρείαστη πολυπλοκότητα και σύγχυση αλλά και  έξοδα στους διαδίκους και ή με την παραπομπή της υπόθεση δεν θα διορθωθεί το λάθος των Αιτητών ως αυτοί ισχυρίζονται στην υπό κρίση αίτηση, ότι επίσης οι  Καθ’ ων η αίτηση 3 και 4 ενάγονται στην παρούσα υπόθεση δια την ιδιότητα τους ως εγγυητές στην επικαλούμενη συμφωνία αναγνώρισης χρέους και η Αιτήτρια ουδέν αγώγιμο δικαίωμα έχει εναντίον τους δυνάμει του Περί Ενοικιοστασίου Νόμου και ή δεν παρουσιάζεται μαρτυρία για το κατ’ ισχυρισμό αγώγιμο δικαίωμα της Ενάγουσας εναντίον των Εναγόμενων 3 και 4 εφόσον ως φαίνεται και από τα Τεκμήρια Β και Γ που επισυνάπτονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση οι Εναγόμενοι 3 και 4 δεν έχουν σχέση με την ενοικίαση δυνάμει της οποίας εγείρονται οι Αιτήσεις στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως και άρα η παρούσα αγωγή προωθείται εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση 3 και 4 πρόωρα αφού δεν αποδειχθεί η δήθεν οφειλή για την οποία οι Καθ’ ων η αίτηση 3 και 4 υπέγραψαν την συμφωνία αναγνώρισης και ως εκ τούτου η παραπομπή των Καθ’ ων η αίτηση 3 και 4 είναι ανυπόστατη και έτσι η παραπομπή της υπόθεσης εναντίον τους στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως θα τους φέρει σε δυσμενή θέση και σε αχρείαστα δικηγορικά έξοδα και  θα τους προκαλέσει ταλαιπωρία, ότι επίσης η υπό κρίση αίτηση είναι ανεπαρκής, γενική και αόριστη και ουδόλως παρουσιάζει οιονδήποτε λόγο για τον οποίο θα πρέπει να εκδοθούν τα αιτούμενα Διατάγματα, ότι η τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στους Καθ’ ων η Αίτηση, ότι η αίτηση έχει καταχωρηθεί κακόπιστα,  κακόβουλα και καταχρηστικά και επιδιώκει αλλότριο σκοπό εφόσον εάν ο πραγματικός λόγος που η Αιτήτρια επιθυμούσε να προωθήσει την υπόθεση της εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση ήταν η ορθή απονομή της δικαιοσύνης, ότι επίσης η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι ελαττωματική και περιέχει μη ικανοποιητικά στοιχεία, αοριστίες και  αναληθείς ισχυρισμούς και τέλος ότι η ενόρκως δηλούσα δεν  αποκαλύπτει όλα τα γεγονότα και μάλιστα τα αληθινά γεγονότα.

Την ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση υποστηρίζει η ένορκως δήλωση του κ. Γεώργιου Λούτου ο οποίος είναι ο Καθ’ ου η αίτηση 3 και διευθυντής των Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2 στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή.  Καταρχήν ο κ. Λούτος μέσα από την ένορκο του δήλωση αναφέρεται στο ιστορικό της καταχώρησης της αγωγής στις 21/03/2022 με βάση την οποία και οι Αιτητές αξιώνουν το ποσό των €5.300 ως κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενο ποσό δυνάμει συμφωνίας αναγνώρισης χρέους. Ακολούθως αναφέρεται στην καταχώρηση της Υπεράσπισης των Εναγόμενων 1 και 2 και της Υπεράσπισης των Εναγόμενων 3 και 4 την 26/09/2022, στις οποίες και εγείρονται  προδικαστικές ενστάσεις αναφορικά με το ότι οι Ενάγοντες κωλύονται να εγείρουν και να προωθήσουν περαιτέρω την αγωγή που καταχώρησαν, αφού επικαλούνται την κατ’ ισχυρισμό επίδικη αναγνώριση χρέους ενοικίων για την περίοδο Μάρτιο του 2020 μέχρι Μάιο του 2021 για ενοίκια που κατ’ ισχυρισμό οφείλονται για τα ακίνητα που αναφέρουν στην έκθεση απαίτησης τους, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται να προωθούν εναντίον των Εναγόμενων 1 και 2 με τις αιτήσεις ενοικιοστασίου Ε4/2022 και Ε5/2022 αξίωση για ενοίκια άλλης περιόδου για τα εν λόγω ακίνητα. Ως Τεκμήριο 1 ο κ. Λούτος επισυνάπτει το αντίγραφο της Αίτησης Ε4/2022 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως και ως Τεκμήριο 2 το αντίγραφο της Αίτησης Ε5/2022 επίσης του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως.

Με βάση τα πιο πάνω μέσα από την ένορκο του δήλωση ο κ. Λούτος υποβάλει το  ερώτημα πως από την μια οι Αιτητές μπορούν να ισχυρίζονται ότι οι επίδικες ενοικιάσεις είναι ενοικιοστασιακές ενώ από την άλλη να προωθούν την παρούσα αγωγή για την είσπραξη των κατ’ ισχυρισμό ενοικίων, τα οποία δεν αξιώνουν με τις αιτήσεις Ενοικιοστασίου Ε4/2022 και Ε5/2022 και χωρίς να έχουν οποιαδήποτε απόφαση ότι οφείλονται τα εν λόγω ενοίκια. Σύμφωνα με τον κ. Λούτο, οι Ενάγοντες δεν μπορούν να προωθούν την είσπραξη των ισχυριζόμενων οφειλόμενων ενοικίων με τη προώθηση της παρούσας αγωγής εναντίον και των Εναγόμενων 3 και 4 ενώ αυτοί ταυτόχρονα προωθούν διαδικασίες είσπραξης ενοικίων για τα εν λόγω ακίνητα από τους Εναγόμενους 1 και 2 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, χωρίς να περιλαμβάνεται στην αξίωση τους η κατ’ ισχυρισμό οφειλή των Εναγόμενων 1 και 2 για την περίοδο Μαρτίου 2020 μέχρι Μάιο του 2021.

Περαιτέρω ο κ. Λούτος ανατρέχει στο ιστορικό της καταχώρησης τόσο της αγωγής όσο και των δύο αιτήσεων στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, αναφέροντας ότι η  Αίτηση Ε4/2022 καταχωρήθηκε στις 23/03/2022 εναντίον της Εναγόμενης - Καθ’ ης η αίτηση 1 και η Αίτηση Ε5/2022 καταχωρήθηκε επίσης στις 23/03/2022, ECLI:CY:AD:2022:D12 εναντίον της Εναγόμενης - Καθ’ ης η αίτηση 2, μετά από την καταχώρηση της παρούσας αγωγής και με τις οποίες αξιώνονται από τους Καθ’ ων η αίτηση 1 και 2, μεταξύ άλλων, κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενα ενοίκια για την περίοδο από το μήνα Νοέμβριο 2021 μέχρι και τον μήνα Φεβρουάριο 2022 χωρίς καμία απολύτως αναφορά στην κατ’ ισχυρισμό οφειλή των Καθ’ ων η αίτηση για την περίοδο του Μαρτίου 2020 μέχρι τον Μάιο 2021. Στην συνέχεια ο κ. Λούτος αναφέρει ότι στα Απαντητικά δικόγραφα που έχουν καταχωρηθεί εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση, στις πιο πάνω αναφερόμενες υποθέσεις στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως, η θέση των τελευταίων ήταν ότι το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως δεν έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει τις εν λόγω Αιτήσεις λόγω του ότι τα επίδικα καταστήματα δεν τέθηκαν προς ενοικίαση πριν από το έτος 2000 και για αυτό δεν καλύπτονται από τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο και ότι δεν οφείλεται κανένα ποσό στους Αιτητές ως οφειλόμενα ενοίκια αναφορικά με τις περιόδους που επικαλούνται τόσο στην παρούσα αγωγή όσο και στις αιτήσεις Ενοικιοστασίου. Επιπλέον υποστηρίζει, ότι οι Αιτητές μέχρι στιγμής δεν απεκάλυψε αλλά ούτε και έχουν παρουσιάσει οποιαδήποτε μαρτυρία που να αποδεικνύει ότι τα επίδικα ακίνητα ήταν υπό ενοικίαση πριν το έτος 2000. Σύμφωνα με τον κ. Λούτο, η κα. Θεμιστοκλέους προβάλλει εντελώς γενικευμένα τον ισχυρισμό, ότι τα επίδικα ακίνητα ενοικιάζονταν πριν το 2000, χωρίς όμως η θέση της αυτή να υποστηρίζεται από κάποιο έγγραφο ή περαιτέρω πληροφορία.

Επί του ζητήματος τούτο ο κ. Λούτος αναφέρει ότι τα επίδικα ακίνητα δεν είχαν τεθεί προς ενοικίαση πριν το έτος 2000 και έτσι η εν λόγω περίπτωση δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του περί Ενοικιοστασίου Νόμου 1983-2003 αφού τέθηκαν προς ενοικίαση μεταγενέστερα του 2000 και μάλιστα οι ίδιοι οι Αιτητές αποδέχθηκαν ότι δικαιοδοσία έχει το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εφόσον για τα κατ’ ισχυρισμό οφειλόμενα ενοίκια του επίδικου ακινήτου για τους μήνες Μάρτιο του 2020 μέχρι τον Μάιο του 2021, κινήθηκαν εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση με την παρούσα Αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου και όχι με αξίωση για πληρωμή των εν λόγω οφειλόμενων ενοικίων με Αίτηση Ενοικιοστασίου. Συνεπώς ο κ. Λούτος αναφέρει ότι οι Αιτητές κωλύονται στην προώθηση της παρούσας αίτησής για παραπομπή της Αγωγής στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως πριν το τελευταίο Δικαστήριο αποφασίσει το ζήτημα που έχει εγερθεί αναφορικά με την έλλειψη της δικαιοδοσίας του.  Οι Αιτητές σύμφωνα με τον ομνύοντα, προωθούν την παρούσα αγωγή για οφειλή ενοικίων στην βάση αναγνώρισης χρέους ενώ ταυτοχρόνως φαίνεται να προωθούν και τις υποθέσεις Ε4/2022 και Ε5/2022 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως Λεμεσού - Πάφου, Τμήμα Πάφου για κατ’ ισχυρισμό οφειλή ενοικίων για τα επίδικα ακίνητα, χωρίς να περιλαμβάνει την περίοδο ενοικίων που αφορούν την εδώ επίδικη αναγνώριση χρέους.

Ο κ. Λούτος επίσης αναφέρει ότι στην περίπτωση που η παρούσα αγωγή παραπεμφθεί στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως Ενοικιάσεως το γεγονός αυτό δεν θα εξυπηρετήσει το συμφέρον της δικαιοσύνης στο παρόν στάδιο καθότι δεν έχει αποφασιστεί η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως και σε περίπτωση που το εκεί Δικαστήριο κρίνει ότι δεν έχει αρμοδιότητα, η υπόθεση θα πρέπει και πάλι να παραπεμφθεί πίσω στο Επαρχιακό Δικαστήριο, προκαλώντας αχρείαστη πολυπλοκότητα, σύγχυση, ταλαιπωρία και έξοδα στους διαδίκους και με την παραπομπή της υπόθεση δεν θα διορθωθεί το λάθος  των Αιτητών ως αυτοί ισχυρίζονται. Περαιτέρω υποστηρίζει ότι  τόσο ο ίδιος υπό την ιδιότητα του ως ο Καθ’ ου η Αίτηση 3, όσο και η Καθ’ ης η αίτηση 4 ενάγονται υπό την ιδιότητα τους ως εγγυητές στην επικαλούμενη συμφωνία αναγνώρισης χρέους ενώ οι Αιτητές ουδέν αγώγιμο δικαίωμα έχουν εναντίον τους δυνάμει του Περί Ενοικιοστασίου Νόμου αφού δεν ήταν συμβαλλόμενοι στις συμφωνίες ενοικίασης των δύο επίδικων καταστημάτων, με αποτέλεσμα η παρούσα αγωγή να προωθείται εναντίον τόσο του ίδιου όσο και της Καθ’ ης η αίτηση 4 πρόωρα αφού δεν έχει αποδειχθεί η δήθεν οφειλή για την οποία υπογράφτηκε η συμφωνία αναγνώρισης και για αυτό η παραπομπή τόσο του ίδιου όσο και της Καθ’ ης η αίτηση 4 είναι ανυπόστατη και η παραπομπή υπόθεσης εναντίον τους στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως θα τους φέρει σε δυσμενή θέση, θα τους προκαλέσει αχρείαστα δικηγορικά έξοδα και θα τους προκαλέσει ταλαιπωρία.  Το αντίγραφο της συμφωνίας αναγνώρισης χρέους επισυνάπτεται στην ένορκο δήλωση του κ. Λούτου ως Τεκμήριο 3.

Τέλος αποτελεί θέση του ομνύοντα ότι η τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στους Καθ’ ων η Αίτηση, εφόσον θα πρέπει να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους δια των δικηγόρων τους σε δύο διαφορετικά Δικαστήρια εξ’ υπαιτιότητας των Αιτητών και των δικηγόρων τους και ότι για τους λόγους που ανωτέρω ήδη εξήγησε η επίδικη αίτηση έχει καταχωρηθεί κακόπιστα, κακόβουλα, καταχρηστικά και επιδιώκει αλλότριο σκοπό. Σε ότι δε αφορά την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ο ομνύοντας υποστηρίζει ότι αυτή είναι ελαττωματική, αντικανονική, γενική και παραπλανητική, και περιέχει μη ικανοποιητικά στοιχεία, αοριστίες, ανακρίβειες και αναληθείς ισχυρισμούς εφόσον η Ενόρκως δηλούσα δεν αποκαλύπτει όλα τα γεγονότα και δεν αποκαλύπτει τα αληθινά γεγονότα.

 

Νομική Πτυχή

 

Καταρχήν το άρθρο 4(1) του Περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983(Ν.23 1983) με το οποίο με το οποίο καθιδρύθηκαν τα Δικαστήρια Ελέγχου Ενοικιάσεων για την εκδίκαση προνοεί ότι «των εις αυτά αναφερομένων διαφορών των αναφυομένων επί οιουδήποτε θέματος εγειρομένου κατά την εφαρμογήν του παρόντος Νόμου συμπεριλαμβανομένου παντός παρεμπίπτοντος ή συμπληρωματικού θέματος».

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου «ακίνητο» σημαίνει κτίριο υπό ή προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα που βρίσκεται μέσα στα όρια ελεγχόμενης περιοχής και συμπληρώθηκε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1999·

Το δε άρθρο 64 (α) (1) του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 14/60 προνοεί τα ακόλουθα:

Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 22, 61, 62, 63 και 64 σε περίπτωση που αγωγή, αίτηση ή υπόθεση που εμπίπτει στην καθ’ ύλην δικαιοδοσία δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας καταχωριστεί ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου, το Επαρχιακό Δικαστήριο, διακόπτει την ενώπιόν του τεθείσα διαδικασία και παραπέμπει την αγωγή ή την αίτηση ή την υπόθεση στο καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας προς  εκδίκαση.

(2)  Κάθε  δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας εφόσον διαπιστώσει ότι δεν είναι καθ’ ύλην αρμόδιο να εκδικάσει αγωγή ή αίτηση ή υπόθεση που καταχωρίστηκε ενώπιόν του, διακόπτει την ενώπιόν του διαδικασία και παραπέμπει την αγωγή ή την αίτηση ή την υπόθεση στο καθ’ ύλην αρμόδιο Επαρχιακό Δικαστήριο ή άλλο δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας προς  εκδίκαση.

(3) Σε περίπτωση παραπομπής, δυνάμει του παρόντος άρθρου, αγωγής ή αίτησης ή υπόθεσης σε καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο, το δικαστήριο αυτό σε διάστημα τριάντα ημερών από την παραπομπή εκδίδει οδηγίες για διόρθωση των δικογράφων σε κάθε περίπτωση που αυτό απαιτείται.

(4)  Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος «δικαστήριο ειδικής δικαιοδοσίας» περιλαμβάνει το Εμπορικό Δικαστήριο, το Ναυτοδικείο, το Οικογενειακό Δικαστήριο, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών και το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.

Προκειμένου να καταδειχθεί το κατά πόσο το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει μια τέτοια υπόθεση, θα πρέπει να αποδειχθεί η συνδρομή των πιο κάτω προυποθέσεων :

1.    Οι Αιτητές να είναι οι ιδιοκτήτες των μισθίων

2.    Οι Καθ’ ων η Αίτηση να είναι θέσμιοι ενοικιαστές του μισθίων

3.    Το μίσθιο να είναι ενοικιοστασιακό, δηλαδή να έχει συμπληρωθεί πριν την 31/12/99 και να βρίσκεται εντός ελεγχόμενης από τον Νόμο περιοχής.

Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ΦΥΣΕΝΤΖΙΔΗ v. Κ & C SNOOKER & POOL ENTERTAINMENT Πολ. Έφεση 30/19, ημερ. 01/06/20, ECLI:CY:AD:2020:A171 η πρωτόδικη κρίση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας περί ελλείψεως δικαιοδοσίας και παραπομπής της υπόθεσης στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων ανατράπηκε κατ’ έφεση εφόσον το Ανώτατο Δικαστήριο συμφώνησε με την διαφωνία  που είχε διατυπωθεί εκ μέρους του Εφεσείοντα αναφορικά με την ερμηνεία που προσδόθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στην ερμηνεία του άρθρου 2 του Νόμου αναφορικά με το τι συνιστά ακίνητο, όπως αυτό τροποποιήθηκε με τον Περί Ενοικιοστασίου Νόμο 20(Ι)/2001 το οποίο προνοεί ότι  «ακίνητο σημαίνει κτίριο υπό ή προς ενοικίαση για κατοικία ή κατάστημα που βρίσκεται μέσα στα όρια ελεγχόμενης περιοχής και συμπληρώθηκε μέχρι και την 31/12/99». Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο το ρήμα «βρίσκεται» χρησιμοποιήθηκε στον ενεστώτα χρόνο γιατί συνιστά βασική προϋπόθεση εφαρμογής του Νόμου το ακίνητο να βρίσκεται εντός ελεγχόμενης περιοχής, όπως αυτές ισχύουν κατά τον χρόνο επίκλησης των δικαιωμάτων που αναφύονται από το Νόμο και όχι κατά την 31.12.1999 ή οιαδήποτε άλλη καθορισμένη ημερομηνία.  Το Ανώτατο Δικαστήριο περαιτέρω υπέδειξε ότι οι ελεγχόμενες περιοχές μπορούν να αλλάξουν και οποιαδήποτε περιοχή της Κύπρου μπορεί να κηρυχθεί ως τέτοια µε διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου ενώ ένα ακίνητο που δεν βρισκόταν εντός ελεγχόμενης περιοχής την 31.12.1999, μπορεί να βρεθεί εντός ελεγχόμενης περιοχής, εφόσον η περιοχή στην οποία βρίσκεται κηρυχθεί ως τέτοια. Περαιτέρω υπέδειξε την διαπίστωση του, ότι η ερμηνεία που προσδόθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο περιοριζόταν στην απόδοση σημασίας στην φράση «υπό  ενοικίαση» και δεν προσέφερε καμιά εξήγηση για την παρουσία στο κείμενο του νόμου της φράσης «ή προς ενοικίαση».  Το Ανώτατο Δικαστήριο στην εν λόγω απόφαση υπέδειξε ακόμη ότι η φράση «υπό ή προς ενοικίαση» είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά στο Ν.36/1975 ενώ ο Ν.17/1961, που περιοριζόταν σε υποστατικά εργασίας, με σαφές λεκτικό, δεν περιλάμβανε αυτά που είχαν συμπληρωθεί και ενοικιαστεί για πρώτη φορά μετά την ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ ο Νόμος.  Απέκλειε δηλαδή ο Νόμος ακίνητα τα οποία ήταν μεν συμπληρωμένα αλλά όχι ενοικιασμένα πριν την έναρξη της ισχύος του, έτσι διαχρονικά για την εφαρμογή του νόμου του ενοικιοστασίου, που περιορίζει τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη, η ενοικίαση ή διάθεση του ακινήτου προς ενοικίαση κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος των περιορισμών ήταν προϋπόθεση.

 

Συνακόλουθα με γνώμονα το σκεπτικό της πιο πάνω απόφασης προϋπόθεση αποτελεί  και το ότι το ακίνητο θα πρέπει να ήταν υπό ενοικίαση είτε προς ενοικίαση κατά την 31/12/99.

 

Για να εξεταστεί προδικαστικά εν προκειμένω η αίτηση που έχει καταχωρηθεί θα πρέπει να είναι παραδεκτό τόσο το ιδιοκτησιακό καθεστώς του επίδικου ακινήτου όσο και το γεγονός ότι αυτό εμπίπτει εντός της έννοιας του ακινήτου όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 του Ν. 23/83. Αυτό επιβάλλει η Νομολογία και σχετική επί αυτού του ζητήματος είναι η υπόθεση Αγρόκτημα Λανίτη Λτδ κ.α v. Γενικού Εισαγγελέα κ.α (1991) 1 ΑΑΔ 225 στην οποία και λέχθηκαν τα ακόλουθα :

"Στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται εκτενής αναφορά στη νομολογία η οποία διέπει τον καθορισμό και την επίλυση θέματος βάσει της Δ.27 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας (Βλ. μεταξύ άλλων, Western S.SCo vAmaral Sutherland & Co[1914] 3 K.B. 55. Windsor Refrigerator Co Ltd. v. Branch Nominees Ltd [1961] Ch. 375. Isaacs and Sons Ltd. v. Cook [1925] 2 K.B. 886 Andreson v. Midland Railway [1902] 1 Ch. 374. Papamichael v. Haholiades (1970) 1 C.L.R. 360. Malachtou v.Armefti and another (1984) 1 C.L.R. 548). Ο,τι προκύπτει από τη νομολογία, είναι ότι η επίλυση θέματος προδικαστικά και, γενικότερα, η επίλυση θέματος έξω από το πλαίσιο της δίκης - το φυσιολογικό πεδίο για τη διαπίστωση των γεγονότων και τον καθορισμό των δικαιϊκών τους συνεπειών - αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, προσφυγή στο οποίο δικαιολογείται μόνο εφόσο τα γεγονότα είναι αδιαμφισβήτητα ή παραδεκτά. Δικαιολογείται, συνεπώς η επίκληση της Διάταξης 27 εφόσο το συζητούμενο θέμα αποκρυσταλλώνεται σε καθαρά νομικό θέμα, η λύση του οποίου μπορεί να επιδιωχθεί με την ίδια ευχέρεια σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Τα γεγονότα, άλλωστε, τα οποία στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου είναι, όπως υποδεικνύεται στη Sevegep LtdvUnited Sea Transport LtdAnd others (1989) 1 A.A.Δ. (Ε) 729 εκείνα τα οποία συνθέτουν την απαίτηση, και αποκλειστική πηγή αναζήτησής τους είναι η έκθεση απαιτήσεως. "

Εξέτασης της υπό κρίση Αίτησης

Στην προκειμένη περίπτωση δεν αμφισβητείται από τους Καθ’ ων η Αίτηση ότι τα επίδικα ακίνητα είναι ιδιοκτησίας των Αιτητών, ότι ενοικιάζονταν από τους Καθ’ ων η Αίτηση και ότι αυτά βρίσκονται εντός ελεγχόμενης από τον Νόμο περιοχής αλλά και ότι είχαν ήδη συμπληρωθεί πριν από την 31/12/99. Αυτό που αμφισβητείται όμως με τον 6ο λόγο ένστασης που έχει προβληθεί εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση στην ένσταση που έχει καταχωρηθεί, είναι το ότι δεν έχει καταδειχθεί από πλευράς των Αιτητών , ότι  τα επίδικα ακίνητα την 31/12/99 ήταν υπό ενοικίαση είτε προς ενοικίαση. Από την αντιπέρα όχθη η θέση που προβλήθηκε εκ μέρους των Αιτητών και η οποία έχει ως ανωτέρω υπέδειξα αμφισβητηθεί, υποστηρίζει την θέση ότι τα επίδικα ακίνητα κατασκευάστηκαν και τέθηκαν προς ενοικίαση πριν από το έτος 2000.  

Υπό το φως των πιο πάνω διαφαίνεται ότι δεν είναι παραδεκτό κατά πόσο τα ακίνητα εμπίπτουν εντός της έννοιας του ακινήτου του Νόμου. Εφόσον λοιπόν εξακολουθεί να αμφισβητείται η ιδιότητα του ακινήτου οι ισχυρισμοί των Αιτητών περί έλλειψης δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου θα πρέπει να εξεταστούν εντός του πλαισίου της δίκης με την παρουσίαση όλης της μαρτυρίας των διαδίκων και την αξιολόγηση της από το Δικαστήριο.

Συνεπακόλουθα η Αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση και εναντίον των Αιτητών (1 σετ εξόδων) όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

(Υπ.)……………………………….

                                                                                                    Σ. Συμεού, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

 

 

Πρωτοκολλητής

 

 

                                                                               


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο