ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

 

 

 

Αγωγή αρ.  33/2024

 

 

 

 

 

TNS MEDICAL CARE LTD

 

 

Ενάγουσα

 

 

 

 

 

ν.

 

 

 

 

 

YULIANA ASENOVA PESHEVA

 

 

Εναγόμενη

 

 

 

 

_____________________

 

 

Ημερομηνία: 03 Ιουλίου 2024

 

Εμφανίσεις:

 

Ειρ. Θεοχάρους για Σωτήρης Αργυρού & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Ενάγουσα/Αιτήτρια

 

Η. Ηλία, για την Εναγόμενη/Καθ’ ης η αίτηση

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 31.05.2024 για απόφαση ερήμην (παράλειψη καταχώρισης Έκθεσης Υπεράσπισης)

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

1.        Η Ενάγουσα, με την απαίτησή της, αξιώνει €2.693,76 που ισχυρίζεται πως κατέβαλε στην Εναγόμενη χωρίς αντάλλαγμα, €13.884,18 ως απώλεια εισοδήματος, λόγω αντισυμβατικής συμπεριφοράς της Εναγόμενης, €1.400,00 ως οφειλόμενα ενοίκια για τους μήνες Απρίλιο 2023 έως Ιούλιο 2023 για τη διαμονή της Εναγόμενης σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας της Ενάγουσας, €746,48 για την κατανάλωση του ηλεκτρικού ρεύματος κατά τη διαμονή της Εναγόμενης στο διαμέρισμα της Ενάγουσας, €840,00 που αναλώθηκαν για τη διαμονή της Εναγόμενης σε ξενοδοχείο από την 22.03.2023 μέχρι την 05.04.2023, €773,50 ως δικηγορικά έξοδα για την προδικασία και για τη μετάφραση του συμβολαίου εργασίας της Εναγόμενης καθώς και για τα έξοδα αποστολής.

 

2.        Τα γεγονότα που περιβάλλουν την απαίτηση της Ενάγουσας είναι τα εξής: Η Ενάγουσα είναι ημεδαπή εταιρεία που παρέχει ιατρικές υπηρεσίες σε διάφορα ιατρικά κέντρα στην Πάφο. Η Εναγόμενη είναι ιατρός με ειδίκευση στην παθολογία και είναι συμβεβλημένη με το ΓεΣΥ. Η Ενάγουσα ενδιαφέρθηκε να απασχολήσει ιατρό παθολόγο και η Εναγόμενη έδειξε ενδιαφέρον. Συμφωνήθηκε πως η απασχόληση της Εναγόμενης θα ήταν για ένα έτος, αρχίζοντας από την 01.04.2023, με δυνατότητα ανανέωσης και θα λάμβανε μεικτό μισθό ή αμοιβή €4.000,00 μηνιαίως, που θα καταβάλλονταν κατά την τελευταία ημέρα κάθε μήνα. Η απασχόλησή της θα ήταν σε όλα τα ιατρικά κέντρα της Ενάγουσας, από την 09:00 έως την 17:00 ή από την 08:00 έως την 16:00, από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή. Η Εναγόμενη θα ασκούσε τα καθήκοντα ιατρού παθολόγου και θα ακολουθούσε τις πρακτικές της Ενάγουσας, περιλαμβανομένων των χρονοδιαγραμμάτων εργασίας και των ετήσιων αδειών. Η Ενάγουσα συνέταξε έγγραφο σύμβασης εργασίας στα Αγγλικά γιατί είχε πληροφορηθεί πως ήταν γλώσσα που γνώριζε η Εναγόμενη. Κατά τη συνάντηση για την υπογραφή της, η Εναγόμενης ισχυρίστηκε πως δεν γνώριζε καλά την Αγγλική γλώσσα και η Ενάγουσα επωμίστηκε έξοδα μετάφρασής της στα Ελληνικά, ύψους €476,00. Στη συνέχεια, η Εναγόμενη αμέλησε να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης. Η Ενάγουσα κατέστησε σαφές στην Εναγόμενη ποιες πράξεις αποτελούσαν αντιεπαγγελματική συμπεριφορά και θα στοίχιζαν την απασχόλησή της. Η Εναγόμενη, αποδεχόμενη τους όρους απασχόλησής της στην Ενάγουσα, προέβη σε εγγραφή της στο ΓεΣΥ περί την 25.05.2023 και σε μεταφορά του πελατολογίου της Ενάγουσας στο όνομά της. Η Εναγόμενη απουσίαζε από την εργασία της συστηματικά χωρίς εξασφάλιση άδειας, δεν τηρούσε το ωράριο εργασίας, καθυστερούσε στα ραντεβού των ασθενών ή ζητούσε την τελευταία στιγμή την ακύρωση και τον επαναπρογραμματισμό τους, καθυστερούσε να εκδίδει παραπεμπτικά ή φαρμακευτικές αγωγές ή συνταγογραφήσεις, είχε συμπεριφορά αγενή, απρεπή, επιθετική και υποτιμητική προς το προσωπικό, αδιαφορούσε για τις κλήσεις της από το προσωπικό ή τους ασθενείς ώστε να μην εντοπίζεται. Η Ενάγουσα σχημάτισε το συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά της αυτή, σε συσχετισμό με την άρνησή της να υπογράψει τη σύμβαση απασχόλησής της, φανέρωνε αλλότρια κίνητρα, την άγρα των πελατών της Ενάγουσας και την εξασφάλιση οικονομικού οφέλους. Παρά τη σταδιακή αύξηση των εγγραφών ασθενών στην Εναγόμενη, δια της Ενάγουσας, η συμπεριφορά αυτή της Εναγόμενης εν τέλει έβλαψε την Ενάγουσα, τη φήμη και την πελατεία της. Παρά το γεγονός ότι η Ενάγουσα κάλεσε την Εναγόμενη να τηρεί τα συμφωνηθέντα, η Εναγόμενη δεν το έπραξε, με αποτέλεσμα η Ενάγουσα, την 02.08.2023, να τερματίσει την απασχόληση της Εναγόμενης. Στο πλαίσιο της απασχόλησης της Εναγόμενης, είχε συμφωνηθεί η Ενάγουσα να παραχωρήσει διαμέρισμα ιδιοκτησίας της στην Εναγόμενη έναντι συμβολικού ενοικίου €350,00, ενώ τους λογαριασμούς που θα προέκυπταν από τη χρήση, θα πλήρωνε η Εναγόμενη. Η Εναγόμενη, από τον Απρίλιο 2023 μέχρι τον Ιούλιο 2023, είχε λάβει την αποκλειστική κατοχή και χρήση του διαμερίσματος, χωρίς να έχει καταβάλει το συμφωνηθέν ενοίκιο, με αποτέλεσμα τη σώρευση οφειλόμενων ενοικίων €1.400,00. Περαιτέρω, η Εναγόμενη είχε αμελήσει να καταβάλει τα τέλη για το ηλεκτρικό ρεύμα που κατανάλωσε κατά την ίδια περίοδο, ώστε να οφείλει €746,48, ποσό ως προς το οποίο η Ενάγουσα ουδέποτε εξέφρασε χαριστική πρόθεση. Επιπλέον, η Ενάγουσα είχε αναγκαστεί να πληρώσει τα έξοδα της Εναγόμενης ενόσω διέμενε σε ξενοδοχείο από την 22.03.2023 μέχρι την 05.04.2023, που ανέρχονται σε €840,00, εφόσον είχε αμελήσει να τα πληρώσει. Πριν από την αγωγή, είχε επιδοθεί προδικαστικό πρωτόκολλο, στο οποίο η Εναγόμενη παρέλειψε να ανταποκριθεί, με οποιονδήποτε τρόπο. Η Ενάγουσα υπέστη δικηγορικά έξοδα €297,50. Έπειτα, η Ενάγουσα υπολογίζει πως, με τη συμπεριφορά της Εναγόμενης, απώλεσε εισοδήματα €13.884,18, από πελάτες της Ενάγουσας που είχαν εγγραφεί στην Εναγόμενη, λόγω της απασχόλησής της στην Ενάγουσα.

 

3.        Η Εναγόμενη, την 16.04.2024, καταχώρισε σημείωμα εμφάνισης Έντυπο 10, με βάση τον Κ.10.1(3) των νέων Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠΔ), δια δικηγόρου, όπου δήλωσε, με ανάλογη σήμανση επί του εγγράφου, πως δεν θα αμφισβητήσει την απαίτηση της Ενάγουσας. Παράλληλα, επί του ιδίου Εντύπου 10, η Εναγόμενη δήλωσε και ότι προτίθεται να αμφισβητήσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

 

4.        Συναφώς, σύμφωνα και με τον Κ.9.2(1) ΚΠΔ, όταν επιδίδεται στον εναγόμενο έκθεση απαίτησης, ο εναγόμενος δύναται να καταχωρίσει ή επιδώσει παραδοχή σύμφωνα με το Μέρος 15, για όλη ή μέρος της απαίτησης, ή να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης σύμφωνα με το Μέρος 10 και στη συνέχεια να καταχωρίσει έκθεση υπεράσπισης. To σημείωμα εμφάνισης (acknowledgment of service) δεν είναι υποχρεωτικό, όταν δεν υπάρχει πρόθεση αμφισβήτησης της απαίτησης, σε αντίθεση με την περίπτωση όπου θα αμφισβητηθεί η απαίτηση ή και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

 

5.        Στο Έντυπο 10, το σημείο όπου υπάρχει η δήλωση μη αμφισβήτησης της απαίτησης, παραπέμπει στο Μέρος 15. Σύμφωνα με τον Κ.15.1 ΚΠΔ, διάδικος σε αιτία ή θέμα δύναται να δώσει ειδοποίηση με δικόγραφο ή διαφορετικά γραπτώς ότι παραδέχεται το αληθές του συνόλου ή μέρους της υπόθεσης οποιουδήποτε άλλου διαδίκου. Τέτοια δήλωση, μπορεί να γίνει και δια του σημειώματος εμφάνισης. Με βάση τον Κ.15.5, το Δικαστήριο δύναται, σε οποιονδήποτε χρόνο, να επιτρέψει σε διάδικο να τροποποιήσει ή να αποσύρει παραδοχή η οποία έγινε, με τέτοιους όρους ως κρίνεται δίκαιο. Εάν λανθασμένα έχει γίνει δήλωση στο σημείωμα εμφάνισης ότι δεν υπάρχει πρόθεση αμφισβήτησης της απαίτησης, η οποία με αυτόν τον τρόπο δηλώνεται στο σύνολό της ως παραδεκτή, και δεν τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί, κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, όπως ορίζει και ο Κ.10.2(4)(5), τέτοια δήλωση απαλλάσσει τον ενάγοντα από την υποχρέωση να προσκομίσει μαρτυρία για την απόδειξη της απαίτησής του· εκτός εάν δοθούν οδηγίες από το Δικαστήριο για κάτι τέτοιο.

 

6.        Σύμφωνα με τον Κ.12.1 ΚΠΔ, ο εναγόμενος ο οποίος επιθυμεί να αμφισβητήσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να εκδικάσει την απαίτηση ή να ισχυριστεί ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του,  μπορεί να αιτηθεί από το Δικαστήριο την έκδοση διατάγματος το οποίο να αναγνωρίζει ότι στερείται τέτοιας δικαιοδοσίας ή δεν θα πρέπει να ασκήσει οποιαδήποτε δικαιοδοσία δυνατόν να έχει. Για τον σκοπό αυτό, πρώτα θα πρέπει να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης σύμφωνα με το Μέρος 10 και να σημειώσει την κατάλληλη επιλογή η οποία υποδηλώνει την πρόθεση αυτή. Τέτοια αίτηση, υποβάλλεται εντός 14 ημερών από την καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης. Εάν ο εναγόμενος δεν υποβάλει τέτοια αίτηση, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, θεωρείται ότι έχει αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και δεν δύναται να ισχυριστεί ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να ασκήσει τη δικαιοδοσία του. Σε κάθε περίπτωση, η αποδοχή από διάδικο δικαιοδοσίας δεν συνεπάγεται ανάληψη δικαιοδοσίας από Δικαστήριο εκεί όπου αυτό στερείται δικαιοδοσίας δυνάμει Νόμου.

 

7.        Τις ημέρες που ακολούθησαν το προαναφερόμενο σημείωμα εμφάνισης της Εναγόμενης, η Εναγόμενη δεν έπραξε οτιδήποτε. Η προθεσμία των 14 ημερών, για την καταχώριση αίτησης για αμφισβήτηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, παρήλθε, την 30.04.2024.

 

8.        Σε κάθε περίπτωση, επί του θέματος της δικαιοδσοίας, έχοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την Toni & Guy Limassol Ltd v. Θεοδώρου (2008) 1 ΑΑΔ 496, το Επαρχιακό Δικαστήριο, με τα επί του παρόντος δεδομένα, δεν φαίνεται να στερείται δικαιοδοσίας, υπό τις περιστάσεις της απαίτησης της Ενάγουσας, για αποζημιώσεις από παράβαση σύμβασης εργασίας που δεν διήρκησε πέραν των 26 εβδομάδων, σύμφωνα με το δίκαιο των συμβάσεων. Λεπτομερέστερη ανάλυση της διάκρισης των δικαιοδοσιών του Επαρχιακού Δικαστηρίου και του ειδικού Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων είχε την ευκαιρία, το Δικαστήριο, με αυτή τη σύνθεση, να κάνει στη Μονιάτης ν. A. Tsokkos Hotels Public Ltd, αγωγή αρ. 1475/2018 Ε.Δ. Πάφου, ημερομηνίας 15.01.2024.

 

9.        Η Εναγόμενη, ενώ δεν αμφισβήτησε τελικά τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου, δεν προέβη και σε οποιοδήποτε άλλο διάβημα. Την 31.05.2024, η Ενάγουσα καταχώρισε αίτηση για την έκδοση απόφαση εναντίον της Εναγόμενης, ερήμην. Επικαλέστηκε τόσο την παράλειψη καταχώρισης Έκθεσης Υπεράσπισης, εντός 28 ημερών από την καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης, αναφέροντας πως ουδέποτε συμφωνήθηκε με την Εναγόμενη η επέκταση της προβλεπόμενης προθεσμίας, αλλά και τη δήλωση της Εναγόμενης πως δεν προτίθεται να αμφισβητήσει την απαίτηση, λόγος για τον οποίο δεν θα μπορούσε να αναμένεται ούτως ή άλλως και οποιαδήποτε υπεράσπιση.

 

10.    Συναφώς, σύμφωνα με τον Κ.17.2(1) ΚΠΔ, εναγόμενος που επιθυμεί να υπερασπιστεί το σύνολο ή μέρος μιας απαίτησης οφείλει να καταχωρίσει υπεράσπιση, ενώ κατά τον Κ.17.3, εάν παραλείψει να καταχωρίσει υπεράσπιση, ο ενάγων δύναται να εξασφαλίσει απόφαση ερήμην, εάν το Μέρος 13 το επιτρέπει. Σύμφωνα με τον Κ.17.4, ο γενικός κανόνας είναι ότι η περίοδος καταχώρισης της υπεράσπισης είναι 28 ημέρες από την καταχώριση του σημειώματος εμφάνισης. Το Δικαστήριο μπορεί να παρατείνει τον χρόνο καταχώρισής της. Με βάση τον Κ.17.5, ο εναγόμενος και ο ενάγων μπορούν, χωρίς να υποχρεούνται σε κάτι τέτοιο, να συμφωνήσουν όπως η περίοδος καταχώρισης υπεράσπισης, η οποία καθορίζεται στον Κ.17.4 παραταθεί μέχρι και 42 ημέρες. Ο αριθμός των ημερών οποιασδήποτε παράτασης ή παρατάσεων δεν μπορεί να ξεπερνά συνολικά τις 42 ημέρες. Όταν ο εναγόμενος και ο ενάγων συμφωνήσουν να παρατείνουν την περίοδο καταχώρισης υπεράσπισης, ο εναγόμενος οφείλει να ενημερώσει αμέσως μετά γραπτώς το Δικαστήριο.

 

11.    Η αίτηση της Ενάγουσας είχε υποβληθεί χωρίς ειδοποίηση προς την Εναγόμενη. Το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της αίτησης την 17.06.2024, εξ αντιδιαστολής του Κ.13.4(5) ΚΠΔ, εφόσον υπήρχε καταχωρισμένο σημείωμα εμφάνισης, έστω με τη δήλωση πως δεν υπάρχει πρόθεση αμφισβήτησης της απαίτησης, έδωσε οδηγίες να επιδοθεί η αίτηση στη διεύθυνση επίδοσης της Εναγόμενης, για να λάβει γνώση της αίτησης.

 

12.    Εντωμεταξύ, την 28.06.2024, δηλαδή αμέσως πριν από τη δικάσιμο, η Εναγόμενη, ενεργώντας αντίθετα προς τη δήλωσή της πως δεν προτίθεται να αμφισβητήσει την απαίτηση, καταχώρισε υπεράσπιση και ανταπαίτηση, χωρίς οποτεδήποτε να έχει επεκταθεί η σχετική προθεσμία.

 

13.    Έπειτα, την 01.07.2024, που ήταν ορισμένη η αίτηση της Ενάγουσας για απόφαση ερήμην, εμφανιζόμενος ενώπιον του Δικαστηρίου, ο δικηγόρος της Εναγόμενης, κύριος Ηλία, μαζί με την Εναγόμενη, ανέφερε πως, εκ παραδρομής του γραφείου του, είχε σημειωθεί, στο Έντυπο 10, πως δεν θα αμφισβητείτο η απαίτηση. Όσον αφορά τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, και πάλι, εκ παραδρομής δεν καταχωρίστηκε αίτηση, αλλά, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να εξεταστεί, λόγω της φύσης της απαίτησης της Ενάγουσας. Εκ παραδρομής δεν καταχωρίστηκε και η υπεράσπιση της Εναγόμενης. Ζήτησε προφορικά να υπάρξει θεραπεία από το Δικαστήριο, για όλα, δηλώνοντας την πρόθεση αποζημίωσης της Ενάγουσας για τα έξοδα που υπέστη λόγω αυτών των λαθών, και επικαλούμενος την πρόσφατη εισαγωγή αυτών των διαδικαστικών κανονισμών.

 

14.    Από την άλλη, η πλευρά της Ενάγουσας ζήτησε από το Δικαστήριο να προχωρήσει και να εκδώσει απόφαση με βάση την αίτησή της, αναφέροντας, η κυρία Θεοχάρους, πως το ζήτημα άπτεται και της συνέπειας που πλέον πρέπει να υφίσταται στην εφαρμογή των νέων ΚΠΔ. Εξάλλου, όπως τόνισε, η Εναγόμενη δεν αιτήθηκε την επέκταση οποιασδήποτε προθεσμίας με αίτηση ή οποιαδήποτε θεραπεία πριν από το διάβημα της Ενάγουσας, και γενικότερα υπάρχει αμέλεια από την πλευρά της Εναγόμενης, σε πολλαπλά επίπεδα, όπως υπήρξε και στην προδικαστική φάση. Η Ενάγουσα, όπως ήταν η έμφασή της, απλώς αναμένει από το Δικαστήριο την εφαρμογή των ΚΠΔ και δεν αποδέχεται απλώς να αποζημιωθεί για τα έξοδα της αίτησης για απόφαση. Κατ’ αυτήν, δεν θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικόγραφο της Εναγόμενης, όπως καταχωρίστηκε.

 

15.    Έχω ακούσει ό,τι αναφέρθηκε και από τις δύο πλευρές.

 

16.    Το σημείωμα εμφάνισης της Εναγόμενης καταχωρίστηκε την 16.04.2024, όπως λέχθηκε, με δήλωση της Εναγόμενης ότι δεν υπάρχει πρόθεση αμφισβήτησης της απαίτησης. Χωρίς άρση της δήλωσης αυτής, η Εναγόμενης εμποδίζεται από το καταχωρίσει υπεράσπιση, εν τέλει, αμφισβητώντας την απαίτηση.

 

17.    Έπειτα, ακόμα κι αν θεωρούνταν πως δεν έχει οποιαδήποτε σημασία τέτοια δήλωση της Εναγόμενης, και ότι η Εναγόμενη θα μπορούσε, απλώς αλλάζοντας γνώμη, να καταχωρίσει υπεράσπιση, ασχέτως της δήλωσης αυτής, τότε, από την ημερομηνία καταχώρισης του σημειώματος εμφάνισής της και υπολογιζόμενης της περιόδου του Πάσχα, σύμφωνα με τον Κ.59.2(γ) ΚΠΔ, από την 02.05.2024 μέχρι και την 12.05.2024, περιλαμβανομένων των δύο ημερομηνιών, η υπεράσπιση θα έπρεπε να καταχωριστεί μέχρι την 25.05.2024 (Σάββατο), που με βάση τον Κ.2.8(4)(ii), επειδή κατά τις 25.05.2024 και 26.05.2024 το Πρωτοκολλητείο ήταν κλειστό, θα μπορούσε να καταχωριστεί μέχρι και την 27.05.2024. Δεν καταχωρίστηκε η υπεράσπιση, αλλά ούτε και οποιαδήποτε αίτηση για επέκταση της προθεσμίας καταχώρισής της. Σε κάθε περίπτωση, κατά την 31.05.2024, που καταχωρίστηκε η υπό εξέταση αίτηση, υπήρξε παράλειψη καταχώρισης υπεράσπισης, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 28 ημερών. Η Ενάγουσα κινήθηκε σχεδόν άμεσα.

 

18.    Κατά τον Κ.13.1 ΚΠΔ, «ερήμην απόφαση» σημαίνει απόφαση χωρίς εκδίκαση και μπορεί να εκδοθεί και σε περίπτωση παράλειψης καταχώρισης υπεράσπισης. «Παράλειψη» σημαίνει παράλειψη καταχώρισης πριν από τη λήξη της προθεσμίας, αλλά και πριν από την έκδοση απόφασης. Εκ της διατύπωσης του Κ.13.1 ΚΠΔ, ως ήταν η επιλογή να εισαχθεί στις εγχώριες διαδικασίες, σε περίπτωση καταχώρισης υπεράσπισης πριν από την έκδοση απόφασης, θα μπορούσε να θεωρηθεί πως δεν υφίσταται παράλειψη, βάσει της οποίας μπορεί να εκδοθεί απόφαση ερήμην. Ο Κ13.1, όμως, προφανώς αναφέρεται σε έγκυρα καταχωρισμένο δικόγραφο υπεράσπισης· κατ’ επέκταση, προϋποθέτει να έχει αρθεί οποιαδήποτε αντικανονικότητα σχετικά με αυτό, πριν από την έκδοση απόφασης. Με άλλα λόγια, με την καταχώριση εκπρόθεσμης υπεράσπισης πριν από την έκδοση απόφασης, δεν αίρεται αυτομάτως η συνέπεια της παράβασης της προβλεπόμενης προθεσμίας, και δεν αναχαιτίζεται οπωσδήποτε η διαδικασία έκδοσης απόφασης. Θα πρέπει να μεσολαβήσει άρση της παρατυπίας[1].

 

19.    Σύμφωνα με τον Κ.3.1(2) ΚΠΔ, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στους ΚΠΔ, το Δικαστήριο δύναται, μεταξύ άλλων, να παρατείνει προθεσμία συμμόρφωσης με οποιονδήποτε Κανονισμό, ακόμη και αν αίτηση για παράταση υποβάλλεται μετά από τη λήξη της προθεσμίας συμμόρφωσης. Το Δικαστήριο μπορεί να πραγματοποιεί και οποιοδήποτε άλλο βήμα ή να εκδίδει οποιοδήποτε άλλο διάταγμα με σκοπό τη διαχείριση της υπόθεσης και την προαγωγή του πρωταρχικού σκοπού, που κατά τον Κ.1, είναι ο χειρισμός των υποθέσεων κατά τρόπο δίκαιο και με αναλογικό κόστος. Οι διάδικοι οφείλουν να επικουρούν την προαγωγή του πρωταρχικού σκοπού από το Δικαστήριο.

 

20.    Δεν υποβλήθηκε στο Δικαστήριο γραπτώς αίτηση αφενός για διόρθωση του σημειώματος εμφάνισης ή και για άρση της παραδοχής που περιλήφθηκε σε αυτό, εξηγώντας ενόρκως τους λόγους, αφετέρου για επέκταση του χρόνου καταχώρισης της υπεράσπισης της Εναγόμενης, είτε πριν είτε μετά τη λήξη της, και δεν εξηγήθηκαν, επίσης, παράλληλα με την καταχώριση του εκπρόθεσμου δικογράφου, ενόρκως, οι λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να αρθεί η παρατυπία, με αναφορά κυρίως στη φύση της υπόθεσης ή και σε ιδιαίτερες περιστάσεις που απέτρεψαν την εφαρμογή των ΚΠΔ. Η συμπλήρωση του Εντύπου 10 είναι μια απλή διαδικασία. Έπειτα, τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφο της Ενάγουσας, αντικειμενικά, θα μπορούσαν να απαντηθούν, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 28 ημερών.

 

21.    Το γεγονός ότι ο δικηγόρος της Εναγόμενης δέχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι υπήρξε αμέλεια ως προς την τήρηση της προθεσμίας και γενικότερα της διαδικασίας, και αυτή είναι ο μοναδικός λόγος μη εφαρμογής των ΚΠΔ, αλλά ότι δεν ευθύνεται και δεν θα πρέπει να τιμωρηθεί η Εναγόμενη γι’ αυτήν, δεν επαρκεί, μεμονωμένα. Με την έννοια ότι δεν είναι δυνατόν να γίνεται επίκληση αμέλειας δικηγόρων, προκειμένου να επιδεικνύεται εύνοια προς τους εκπροσωπούμενους διαδίκους, δια της μη εφαρμογής των διαδικαστικών κανονισμών. Ούτε είναι δυνατόν να εκληφθεί πως υπάρχει η δυνατότητα να καταβάλλονται χρήματα, ως αποζημιώσεις για έξοδα, για να μην εφαρμόζονται οι ΚΠΔ ή για να εφαρμόζονται στον χρόνο και με τον τρόπο που επιλέγει ο διάδικος που έχει τη δυνατότητα να καταβάλλει τέτοια έξοδα. Ενδιαφέρουν τα δεδομένα της υπόθεσης.

 

22.    Η Ενάγουσα καταχώρισε άμεσα αίτηση για απόφαση, δηλώνοντας ότι δεν συμφωνεί στην επέκταση της προθεσμίας καταχώρισης της υπεράσπισης, ενώ επικαλέστηκε και τη δήλωση της Εναγόμενης ότι δεν προτίθεται να αμφισβητήσει την απαίτησή της. Ουδεμία προσπάθεια αναφέρθηκε από την Εναγόμενη στο να επιτευχθεί κάποια συμφωνία με την άλλη πλευρά, ως προς τη διαδικασία. Είχε  χρόνος κάποιων ημερών στην Εναγόμενη, στο μεταξύ, με την ειδοποίησή της σχετικά με την αίτηση, να προβεί σε ανάλογο διάβημα, πριν το Δικαστήριο επιληφθεί της αίτησης της Ενάγουσας.

 

23.    Έχοντας επισημάνει όλα τα προαναφερόμενα, από την άλλη πλευρά, μέχρι στιγμής, δεν εκδόθηκε απόφαση. Το Δικαστήριο έχει ενώπιον του ένα έγγραφο, που παρουσιάζεται ως η σκοπούμενη υπεράσπιση της Εναγόμενης, από το περιεχόμενο του οποίου φαίνεται πως η Εναγόμενη έχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπεράσπιση έναντι στην απαίτηση της Ενάγουσας και η απαίτηση της Ενάγουσας δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρη, ιδίως όσον αφορά τις αναφορές της σε απώλεια εσόδων και σε ασθενείς (ως πελάτες της) που εγγράφηκαν στην Εναγόμενη και τη συσχέτιση με το γεγονός ότι δεν είχαν ιδία βούληση και επιλογή και απλώς μεταφέρθηκαν από τον έναν προσωπικό ιατρό στον άλλον, υπό τη σκεπή της Ενάγουσας. Έτσι, το ερώτημα επανατίθεται, εάν βασικά το Δικαστήριο θα πρέπει να αγνοήσει το έγγραφο αυτό, που η Εναγόμενη παρουσιάζει ως υπεράσπισή της. Σε τέτοια περίπτωση, και εάν εκδοθεί απόφαση χωρίς εκδίκαση, ερήμην, θα αφορά σε απαίτηση αξίας άνω των €10.000,00, και θα είναι ενδεχομένως μια λανθασμένη απόφαση, δια της οποίας δεν θα απονέμεται το δίκαιο (implied sanction)· συνθήκη που θα ωθήσει το Δικαστήριο στο να αποκλίνει τελικά από τον πρωταρχικό του σκοπό. Μια τέτοια ερήμην απόφαση πιθανότατα θα υπόκειτο σε παραμερισμό[2], με βάση το πλέγμα των αρχών που εφαρμόζονται για τον παραμερισμό αποφάσεων που εκδίδονται ερήμην.

 

24.    Η πλευρά της Ενάγουσας ζήτησε προφορικά την άρση της παρατυπίας, δεχόμενη να αποζημιώσει την Ενάγουσα, ως προς την εκδίκαση της υπόθεσης της οποίας δεν προκύπτει, από οπουδήποτε, πως θα προκληθεί καθυστέρηση. Η αίτηση της Ενάγουσας, και αντίστοιχα η αδράνεια της Εναγόμενης ως προς άλλο διάβημα, υποβλήθηκε εντός περιόδου που θα μπορούσε και να είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων κάποια επέκταση. Οι λόγοι για τους οποίους δεν ήταν εφικτό να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση και συμφωνία αναμεταξύ των δύο πλευρών, όπως αφέθηκε να διαφανεί, τροφοδοτείται από την ουσιαστική διαφορά των διαδίκων, παρά κινείται ξεκάθαρα σε επίπεδο δικαίου της διαδικασίας. Η μη πρόκληση καθυστέρησης στην εκδίκαση της υπόθεσης της Ενάγουσας διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στην απόφαση του Δικαστηρίου, σε συνάρτηση και με το συζητήσιμο περιεχόμενο της σκοπούμενης υπεράσπισης της Εναγόμενης, που, σε συνδυασμό και με τα προαναφερόμενα, και λαμβάνοντας υπόψη και την σχετικά πρόσφατη θέση σε ισχύ αυτών των διαδικαστικών κανονισμών, δεν δεικνύει πρόθεση κωλυσιεργίας, περιφρόνησης της διαδικασίας από την Εναγόμενη, ή άλλως πώς κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας.

 

25.    Πιθανόν διαφορετική να ήταν η κατάληξη του Δικαστηρίου, εάν δεν διακρίνονταν αυτά τα χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο του δίκαιου χειρισμού, της όλης εξισορρόπησης, η αυστηρή τήρηση των προθεσμιών είναι μεν σημαντική, και δείκτης αξιοπιστίας του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης και η εκτροπή από αυτές δυνατόν να απολήγει σε σοβαρή παράβαση, αλλά, την ίδια στιγμή, υπάρχει συγκράτηση στην χρησιμοποίηση των διαδικαστικών κανονισμών κατά τρόπο που να προκαλείται με ευκολία ουσιαστική αδικία, σε οποιαδήποτε διάδικη πλευρά, και υπονόμευση της ανάγκης απονομής της δικαιοσύνης.

 

26.    Η δυνατότητα αποζημίωσης της Ενάγουσας και γενικότερα η θέση οικονομικού όρου, με την ανάλογη βαρύτητα, που μπορεί σε αυτή την υπόθεση να προσεγγιστεί, εξαντλεί και τη διαδικαστική αυστηρότητα που αρμόζει στην αδικαιολόγητη αμέλεια που επιδείχθηκε από την πλευρά της Εναγόμενης, της έκτασης που προαναφέρθηκε, από οποιονδήποτε κι αν προέρχεται (δικηγόρο ή εκπροσωπούμενο διάδικο), χωρίς παράλληλα να επιτρέπει την άντληση πιθανόν αδικαιολόγητου ουσιαστικού οφέλους της Ενάγουσας, εκ της διαδικαστικής παράλειψης της Εναγόμενης.

 

27.    Κάθε υπόθεση κρίνεται στη βάση των δικών της δεδομένων. Στην προκειμένη περίπτωση, εξυπηρετεί καλύτερα τον σκοπό της απονομής της δικαιοσύνης το να αρθεί η διαδικαστική παράλειψη της Εναγόμενης και να της δοθεί η ευκαιρία ακρόασης στην αγωγή.

 

28.    Για τους λόγους που εξηγήθηκαν, εκδίδεται διάταγμα δια του οποίου επιτρέπεται η άρση της παραδοχής στο σημείωμα εμφάνισης της Εναγόμενης και η τροποποίησή του. Δίδονται οδηγίες: Τροποποιημένο/διορθωμένο σημείωμα εμφάνισης να καταχωριστεί μέχρι την 05.07.2024 ώρα 12:00.

 

29.    Εκδίδεται διάταγμα δια του οποίου ο χρόνος καταχώρισης της υπεράσπισης της Εναγόμενης επεκτείνεται μέχρι και την 28.06.2024, ημερομηνία καταχώρισής της, και θεωρείται εμπρόθεσμη, υπό τον οικονομικό όρο της πληρωμής των πιο κάτω εξόδων από την Εναγόμενη στην Ενάγουσα, εντός της καθορισμένης προθεσμίας.

 

30.    Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Ενάγουσας και εναντίον της Εναγόμενης, που καθορίζονται στο ποσό των €833,00, πλέον Φ.Π.Α. επί του ποσού των €798,00.

 

31.    Οικονομικός όρος: Τα έξοδα αυτά να πληρωθούν στο σύνολό τους στην Ενάγουσα μέχρι την 09.07.2024 ώρα 08:30, τοις μετρητοίς. Να αναρτηθεί η σχετική απόδειξη πληρωμής στον ηλεκτρονικό φάκελο της υπόθεσης. Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης με αυτόν τον οικονομικό όρο, εντός της καθορισμένης προθεσμίας, το δικόγραφο της Εναγόμενης δυνατόν να διαγραφεί.

 

32.    Ο φάκελος της υπόθεσης να τεθεί για έλεγχο ενώπιον του Δικαστηρίου την 09.07.2024 ώρα 09:00.

(Υπ.) …………………….

Χρ. Μίτλεττον, Ε.Δ.

Πιστό Αντίγραφο

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΗΤΗΣ



[1] Governor and Company of the Bank of Ireland v. Rafiq [2013] EWHC 348, Billington v. Davies [2016] EWHC 1919 (Ch), McDonald & McDonald v. D&F Contracts Ltd [2018] EWHC 1600 (TCC).

[2] Βλ. και Clements Smith v. Berrymans Lace Mawer Service Co. & Anor [2019] EWHC 1904 (QB).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο