ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ

Ενώπιον: Γ. Κ. Βλάμη, Π.Ε.Δ.                                 

Αρ. Αγωγής: 938/2023 I-Justice

Μεταξύ:

                        GORDIAN HOLDINGS LIMITED, HE χχχ,

από χχχ, Πάφος

                                                                                                                         Εναγόντων

                                                και

1.            ΣΑΒΒΑ (ΣΑΜΗ) ΝΙΚΟΥ ΣΑΒΒΑ, Α.Δ.Τ. χχχ,

2.            ΕΛΕΝΗ ΣΑΒΒΑ, Α.Δ.Τ. χχχ,  

                                                                                                Εναγομένων

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 23.10.23 για έκδοση Συνοπτικής Απόφασης

 

 

Ημερομηνία: 05.07.24

Εμφανίσεις:

Για Ενάγοντες-Αιτητές: κος Χρ. Στρόππος για ΤΑΣΣΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ &

                                        ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε.

Για Εναγομένους 1 & 2-Καθ’ ων η αίτηση 1 & 2: κος Α. Χατζηκωνσταντής

                                     για Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης

 & Σία Δ.Ε.Π.Ε.

 

                                                  ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα δια κλήσεως αίτηση οι Ενάγοντες ζητούν την έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον των Εναγομένων 1 & 2.

 

Η υπό κρίση αίτηση εδράζεται, μεταξύ άλλων, στη Δ.18 Θ.1-Θ.9, στη Δ.39 και στη Δ.48 Θ.1-Θ.4 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, στο Ν.9/1965 και στις συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του κυρίου Αβραάμ Αδάμου, λειτουργού της εταιρείας Gordian Servicing Limited, στην οποίαν επισυνάπτονται διάφορα έγγραφα προς υποστήριξη της. Η ένορκη δήλωση αναφέρεται σε γεγονότα που σύμφωνα με τους Ενάγοντες δικαιολογούν την επιτυχία της παρούσας αίτησης.

 

Οι Εναγόμενοι 1 & 2 αντέδρασαν στις 31.01.24 με την καταχώρηση κοινής ειδοποίησης περί πρόθεσης ένστασης επί 21 λόγων. Ορισμένοι από αυτούς επαναλαμβάνονται, άλλοι σχετίζονται με κάποιους άλλους ενώ άλλοι καλύπτονται μεταξύ τους. Δεν χρειάζεται να τους απαριθμήσω. Αναφορά σ’ αυτούς θα γίνει στη συνέχεια. Κοινό σημείο τους είναι η εγειρόμενη θέση ότι δεν ικανοποιούνται τα κριτήρια που απαιτούνται για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, ως είναι το αντικείμενο εκδίκασης της υπό κρίση αίτησης.

 

Ο επιπρόσθετος λόγος αντισυνταγματικότητας του άρθρου 44ΙΑ του Ν.9/1965 που δεν περιλαμβάνεται στο σώμα της ένστασης αλλά εγείρεται στην ένορκη δήλωση που την υποστηρίζει, έχει αποσυρθεί από τον ευπαίδευτο συνήγορο των Εναγομένων.

 

Η ειδοποίηση περί πρόθεσης ένστασης των Εναγομένων στηρίζεται ουσιαστικά στην ίδια νομική βάση μ’ αυτήν της υπό κρίση αίτησης. Επιπλέον περιλαμβάνονται διάφορα άρθρα του Ν.9/1965 που απαριθμούνται,, στα άρθρα 25, 26, 28, 80 & 81 του Κεφ. 224, στους Κανονισμούς 1-18 των Περί Ακίνητου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Κανονισμών του 1956 και στα άρθρα 23, 26 & 30 του Συντάγματος.

 

Η ένσταση συνοδεύεται από πολυσέλιδη ένορκη δήλωση του Εναγομένου 1 (συνολικής έκτασης 22 σελίδων), στην οποία περιέχονται γεγονότα που κατά τη γνώμη του δικαιολογούν απόρριψη της παρούσας αίτησης. Προς ενίσχυση του περιεχομένου της ένορκης δήλωσης επισυνάπτονται έγγραφα. Η ένορκη δήλωση αναφέρεται σε γεγονότα και επικαλείται τους λόγους που οι Εναγόμενοι θεωρούν ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ώστε να δικαιολογείται η έκδοση συνοπτικής απόφασης εναντίον τους.

 

Δεν θεωρώ ότι θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε σκοπό η επαναδιατύπωση του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων των διαδίκων (αίτησης και ένστασης). Γι’ αυτό δεν προτίθεμαι να επαναλάβω αυτά που αναφέρουν. Ωστόσο εκεί και όπου κριθεί ότι χρειάζεται, θα αναφέρομαι σε αποσπάσματα τους.

 

Η ακρόαση της υπό κρίση αίτησης περιορίστηκε σε γραπτές αγορεύσεις. Το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων μαζί με τα επισυνημμένα έγγραφα αποτελούν το σύνολο του μαρτυρικού υλικού που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο.

Στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους αμφότεροι συνήγοροι, με παραπομπή σε νομολογία, υποστήριξαν τις εκατέρωθεν και παράλληλα εκ διαμέτρου αντίθετες νομικές θέσεις και ισχυρισμούς τους. Πλήρης ανάλυση της νομικής επιχειρηματολογίας των συνηγόρων είναι καταγραμμένη στα πρακτικά του Δικαστηρίου και δεν χρειάζεται να επαναδιατυπωθεί καθότι δεν θα εξυπηρετήσει οποιοδήποτε πρακτικό σκοπό. Εκεί και όπου κρίνεται ότι χρειάζεται θα γίνεται ειδική αναφορά σε νομικά επιχειρήματα των συνηγόρων.

 

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι ενόψει του χρονικού σημείου που καταχωρίστηκε η παρούσα υπόθεση διέπεται από τους Παλαιούς Διαδικαστικούς Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Κατ’ επέκταση η υπό κρίση αίτηση εκδικάζεται με βάση το παλαιό καθεστώς των διαδικαστικών κανονισμών.

 

Στρέφομαι ευθύς να εξετάσω την παρούσα αίτηση υπό το φως των λόγων ένστασης και στη βάση των θέσεων και επιχειρημάτων αμφοτέρων πλευρών. Κάποιοι λόγοι ένστασης θα εξεταστούν μαζί λόγω του κοινού στοιχείου τους, πάντοτε βέβαια υπό το πρίσμα του αντικειμένου εκδίκασης της παρούσας διαδικασίας. Προς το σκοπό αυτό έχω θέσει ενώπιον μου το περιεχόμενο των αγορεύσεων των συνηγόρων, το οποίο και μελέτησα με προσοχή. Έχω ακόμη μελετήσει ενδελεχώς όλο το μαρτυρικό υλικό που μου έχει παρουσιαστεί.

 

Με τους λόγους ένστασης αρ. 1 & 4 οι Εναγόμενοι παραπονιούνται ότι η υπό κρίση αίτηση είναι νομικά αβάσιμη, παράτυπη, αντικανονική και κατά παράβαση των Διαδικαστικών Θεσμών και της υφιστάμενης Νομοθεσίας επειδή οι Ενάγοντες δεν έθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου το αναγκαίο νομικό και πραγματικό υπόβαθρο επαρκούς αιτιολόγησης της. Επίσης οι Εναγόμενοι παραπονιούνται ότι η παρούσα αίτηση βασίζεται σε νομική βάση που είναι εσφαλμένη και ελλιπής και γι’ αυτό οι Ενάγοντες δεν δικαιούνται να την προωθούν.

 

Με κάθε σεβασμό στην πλευρά των Εναγομένων, τα πιο πάνω συνθέτουν ένα κράμα διαφόρων γενικών και αόριστων ισχυρισμών που κάθε άλλο παρά μόνο σύγχυση προκαλούν. Το αν η υπό κρίση αίτηση είναι ή όχι νομικά αβάσιμη και κατά πόσο ή όχι δικαιολογείται ένεκα του πραγματικού και νομικού υποβάθρου τους, είναι τοποθετήσεις που συνιστούν γενικά και αόριστα συμπεράσματα και όχι λόγο ένστασης με συγκεκριμένο και σαφή νόημα που χρήζει εξέτασης στα πλαίσια του αντικειμένου εκδίκασης της παρούσας διαδικασίας. Ως εκ τούτου το μέρος αυτό στερείται ερείσματος.

 

Οι Εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι η υπό κρίση αίτηση πάσχει από νομικά κενά, παρατυπίες και αντικανονικότητα. Ωστόσο ο εν λόγω ισχυρισμός τους παρέμεινε μετέωρος αφού δεν συγκεκριμενοποιούνται και δεν προσδιορίζονται ποια είναι αυτά τα νομικά ελαττώματα, παρατυπίες και αντικανονικότητα που επικαλούνται σε σχέση με τους Διαδικαστικούς Θεσμούς και την υφιστάμενη νομοθεσία. Τέτοιου είδους αναφορές στην ένορκη δήλωση είναι ανύπαρκτες. Στη νομική επιχειρηματολογία κανένας τέτοιος σχολιασμός υφίσταται. Είναι ισχυρισμοί που τελικά παρέμειναν χωρίς επεξήγηση και στερούνται θεμελίωσης. Εκλαμβάνω ότι οι Εναγόμενοι έχουν εγκαταλείψει τη θέση τους αυτή, η οποία σε κάθε περίπτωση, ως ατεκμηρίωτη που είναι, απορρίπτεται.

 

Πέραν όμως και ανεξαρτήτως των πιο πάνω, απλή ανάγνωση του περιεχομένου της νομικής βάσης της υπό κρίση αίτησης καθιστά σαφές ότι η θέση αυτή των Εναγομένων κρίνεται αβάσιμη και συνεπώς είναι έκθετη σε απόρριψη. Ειδικότερα παρατηρώ ότι η νομική βάση της παρούσας αίτησης περιλαμβάνει τη Δ.19 Θ.1-Θ.8, η οποία κατ’ εξοχήν συνιστά το δικαιοδοτικό υπόβαθρο της αίτησης. Παράλληλα η Δ.48 που επίσης καταγράφεται προδιαγράφει το δικονομικό πλαίσιο της υπό εξέταση αίτησης. Επομένως καταλήγω ότι η νομική βάση της αίτησης αυτής είναι νομικά ορθή και ολοκληρωμένη.

 

Κατά συνέπεια, οι λόγοι ένστασης αυτοί απορρίπτονται στην ολότητα τους ως απαράδεκτοι.

 

Έπεται η εξέταση των λόγων ένστασης αρ. 2, 10 & 19. Μέσα από αυτούς οι Εναγόμενοι προβάλλουν τον κοινό ισχυρισμό ότι η παρούσα αίτηση προωθείται καταχρηστικά και κακόπιστα επειδή, εξ’ όσο αντιλαμβάνομαι, αυτό γίνεται ενώ εκκρεμεί έφεση εναντίον της απόφασης ημερ. 08.03.22 του Ε.Δ. Πάφου και επειδή εκκρεμεί η εκδίκαση της Αίτησης-Έφεσης αρ. 56/23 του Ε.Δ. Πάφου.

 

Για σκοπούς εξέτασης του θέματος που εγείρεται θεωρώ χρήσιμο να θέσω τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην πραγματική τους διάσταση, όπως αυτά διαφαίνονται από το ενώπιον μου μαρτυρικό υλικό.

Εκείνο που παρατηρώ είναι ότι επειδή οι Ενάγοντες θεώρησαν ότι το ενυπόθηκο χρέος είχε καταστεί πληρωτέο, ενεργοποίησαν τις πρόνοιες του Μέρους VI του Κεφ. 9/1965 προκειμένου να εκποιήσουν μέσω πλειστηριασμού το ενυπόθηκο ακίνητο με αρ. εγγραφής 0/10680 στις 09.03.22 (Τεκμήριο 8 ΕΔ Σάββα). Προς τούτο απέστειλαν Ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» ημερ. 07.12.21. Ένεκα αυτής της εξέλιξης οι Εναγόμενοι μαζί με τον ενυπόθηκο οφειλέτη καταχώρισαν την Αίτηση-Έφεση αρ. 5/22 στην οποίαν ζητούσαν την έκδοση διατάγματος με το οποίο να παραμερίζεται η πιο πάνω Ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» και παράλληλα να ακυρώνεται ο προγραμματισμένος ηλεκτρονικός πλειστηριασμός του εν λόγω ενυπόθηκου ακινήτου (Τεκμήριο 9 ΕΔ Σάββα). Οι Ενάγοντες καταχώρισαν ένσταση (Τεκμήριο 10 ΕΔ Σάββα) και η υπόθεση ακολούθησε τον δρόμο της ακρόασης. Το Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 08.03.22 απέρριψε την αίτηση-έφεση των Εναγομένων (Τεκμήριο 12 ΕΔ Σάββα). Επί της απόφαση ημερ. 08.03.22 ασκήθηκε έφεση σε ανώτερο δικαστικό επίπεδο, η εκδίκαση της οποίας, εξ όσον γίνεται αντιληπτό, εκκρεμεί μέχρι σήμερα.

 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ημερ. 08.03.22 δεν έχει ανατραπεί και ως εκ τούτου εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ. Την ίδια στιγμή δεν υπάρχει σε ισχύ διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της απόφασης του Ε.Δ. Πάφου μέχρι την εκδίκαση της έφεσης με αποτέλεσμα οι Ενάγοντες να δικαιούνται να προβαίνουν στη λήψη δικαστικών διαδικασιών που αφορούν το ενυπόθηκο ακίνητο.

 

Περαιτέρω οι Εναγόμενοι καταχώρησαν την Αίτηση-Έφεση αρ. 56/23 στο Ε.Δ. Πάφου στην οποίαν ζητήθηκε η έκδοση διατάγματος με το οποίο να κηρύσσεται άκυρη η διανομή του προϊόντος πώλησης του πιο πάνω ενυπόθηκου ακινήτου και η σκοπούμενη με την ειδοποίηση επικύρωσης της προτεινόμενης διάθεσης αυτού του προϊόντος πώλησης (Τεκμήριο 15 ΕΔ Σάββα). Οι Ενάγοντες καταχώρισαν ένσταση (Τεκμήριο 16 ΕΔ Σάββα) και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση. Εξ όσον αναφέρει ο ενόρκως δηλών, εκκρεμεί μέχρι σήμερα η εκδίκαση της.

 

Προκειμένου να ενημερωθώ περισσότερο για την υπόθεση αυτή, ανάτρεξα στο περιεχόμενο του ηλεκτρονικού φακέλου στο οποίο έχω πρόσβαση μέσω της χρήσης του λογισμικού προγράμματος I-Justice, εφόσον υπήρχε τέτοια δυνατότητα (Γεωργίου v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου (1999) 1Γ Α.Α.Δ. 1938). Αυτό που έχω διαπιστώσει από την έρευνα του δικαστηριακού φακέλου είναι ότι η υπόθεση αυτή εκ συμφώνου αποσύρθηκε στις 21.03.24. Η απόσυρση της υπόθεσης έγινε σε χρόνο μεταγενέστερο της πιο πάνω αναφοράς από τον ενόρκως δηλών. Η απόσυρση της υπόθεσης εκμηδενίζει το ενδεχόμενο κατάχρησης της διαδικασίας και ύπαρξης κακοπιστίας από μέρους των Εναγομένων.

 

Εν πάση περιπτώσει, οι Εναγόμενοι οφείλουν να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξη κακοπιστίας, ως η πλευρά που το επικαλείται, στη βάση μαρτυρίας που θα προσκομίσουν. Στην υπόθεση Κώστας Παφίτης & Υιοί Λτδ v. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 745 λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής σε σχέση με την απόδειξη κακοπιστίας:   

«Η διαπίστωση κακοπιστίας είναι ζήτημα που ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όπου διαπιστωθεί ότι το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια. Για να αποδειχθεί κακοπιστία, χρειάζεται επαρκής μαρτυρία από την οποία να εξάγεται αβίαστα το σχετικό συμπέρασμα, εφόσον με τη διαπίστωση ύπαρξης κακοπιστίας, η αίτηση  συνήθως οδηγείται σε απόρριψη.»

 

Τα πιο πάνω βρίσκουν έρεισμα στη δική μας περίπτωση. Εδώ δεν έχω εντοπίσει στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη κακοπιστίας. Το γεγονός της εκκρεμούσας έφεσης από μόνο του δεν προσδίδει κακοπιστία στους Ενάγοντες επειδή προωθούν την υπό κρίση αίτηση. Το πράττουν ασκώντας το δικονομικό δικαίωμα που τους παρέχεται.

 

Στη βάση αυτών των δεδομένων, δεν διαπιστώνω την ύπαρξη κατάχρησης από μέρους των Εναγόντων στην προώθηση της υπό κρίση αίτησης. Ούτε διαπιστώνω ότι η παρούσα αίτηση διαπνέεται από κακοπιστία των Εναγόντων. Ως εκ τούτου, οι λόγοι αυτοί ένστασης δεν ευσταθούν και γι’ αυτό απορρίπτονται.

 

Ακολούθως θα ασχοληθώ μαζί με τους υπόλοιπους λόγους ένστασης επειδή άπτονται των κριτηρίων και γενικά παραμέτρων που πρέπει να ικανοποιούνται προκειμένου να δικαιολογείται η επιτυχία της υπό κρίση αίτησης. Είναι βασικά η θέση των Εναγομένων ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις ενώ αντίθετα οι Ενάγοντες θεωρούν ότι αυτές ικανοποιούνται.

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση συνοπτικής απόφασης διέπεται δικονομικά από τη Δ.18 Θ.1 των Διαδικαστικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και έχει διακριτικό χαρακτήρα. Σκοπός της διαδικασίας αυτής είναι η προστασία των διαδίκων από αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Επειδή πρόκειται για δραστική διαδικασία με ιδιαιτερότητα που παρακάμπτει τη διεξαγωγή δίκης, το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του εξουσία με πολλή φειδώ και με βάση τα καθορισμένα αυστηρά κριτήρια που περιέχονται στις πρόνοιες της πιο πάνω διάταξης και έχουν εξηγηθεί μέσα από τις αρχές της νομολογίας (Νικολάου Λίμιτεδ v. Adamco Construction Ltd (2005) 1Α Α.Α.Δ. 376). Η ανάγκη για γρήγορη απονομή της δικαιοσύνης δεν θα πρέπει να στερεί από τον εναγόμενο, στην κατάλληλη περίπτωση, το δικαίωμα να προβάλει την υπεράσπιση του (Deme Diary Ltd κ.α. v. Τραπέζης Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1347).

 

Για να έχει η αίτηση συνοπτικής απόφασης προοπτική επιτυχίας θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά και ταυτόχρονα να ικανοποιούνται σωρευτικά συγκεκριμένες επιτακτικές προϋποθέσεις.

 

Μία από αυτές είναι η αγωγή να έχει καταχωρηθεί σε ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα (MI Holdings Public Ltd v. Παναγή (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 298). Παρατηρώντας κάποιος το κλητήριο ένταλμα που έχει καταχωριστεί στην υπόθεση αυτή δεν δυσκολεύεται να αντιληφθεί ότι έχει τη μορφή που απαιτείται, δηλαδή αυτό του ειδικώς οπισθογραφημένου. Επομένως αυτή η προϋπόθεση ικανοποιείται.

 

Μία άλλη είναι να έχει καταχωριστεί σημείωμα εμφάνισης στην αγωγή. Ανατρέχοντας στον ηλεκτρονικό δικαστηριακό φάκελο της υπόθεσης παρατηρώ ότι στις 04.10.23 οι Εναγόμενοι καταχώρισαν σημείωμα εμφάνισης δια δικηγόρου. Συνεπώς πληρείται και αυτή η προϋπόθεση.

 

Επίσης η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του ενάγοντα ή ατόμου που είναι σε θέση να ορκιστεί θετικά και να πιστοποιήσει τα γεγονότα που αναφέρονται και που επαληθεύουν το αγώγιμο δικαίωμα ως και το ποσό που απαιτείται καθιστώντας έτσι την απαίτηση του ενάγοντα καθαρή (Αθηνούλλα Δημητρίου v. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 782, Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130). Με λίγα λόγια μέσα από την ένορκη δήλωση και τα τυχόν επισυνημμένα τεκμήρια (που δεν είναι αναγκαία να κατατίθενται) υπό το φως του δικογράφου της έκθεσης απαίτησης θα πρέπει να αναδύεται απαίτηση που να είναι αδιαμφισβήτητη και ξεκάθαρη.

 

Είναι η θέση των Εναγομένων ότι ο ενόρκως δηλών Αδάμου δεν έχει προσωπική γνώση των γεγονότων που αφορούν την υπόθεση και έτσι δεν μπορεί να ορκίζεται θετικά για τα γεγονότα της. Επίσης ισχυρίζονται ότι ο ενόρκως δηλών Αδάμου δεν αποκαλύπτει την πηγή των γνώσεων του αναφορικά με ουσιώδη γεγονότα. Αντίθετη είναι η θέση των Εναγόντων που θεωρούν ότι ο ενόρκως δηλών στην αίτηση είναι πρόσωπο που ικανοποιεί την προϋπόθεση αυτή.

 

Στην προκειμένη περίπτωση που οι Ενάγοντες είναι νομικό πρόσωπο, ενόρκως δηλών είναι άτομο το οποίο, όπως αναφέρεται στην §1 της ένορκης δήλωσης, ήταν πρώην λειτουργός στο Τμήμα Ανάκτησης Χρεών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λίμιτεδ για την περίοδο από 03/2013 μέχρι 01.01.20. Από 02.01.20 μέχρι 01.05.22 εργάστηκε στο αντίστοιχο τμήμα της Gordian Holdings Limited, η οποία, δυνάμει σχετικού πιστοποιητικού εγγραφής, είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επίμαχου ενυπόθηκου ακινήτου επί ολόκληρου του μεριδίου (Τεκμήριο 1 ΕΔ Αδάμου). Στη συνέχεια από 02.05.22 ο ενόρκως δηλών μεταφέρθηκε στο ίδιο τμήμα της Gordian Servicing Limited, η οποία δυνάμει σχετικής συμφωνίας με την Gordian Holdings Limited, ενεργεί δια λογαριασμό της τελευταίας αναλαμβάνοντας αριθμό χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συμφωνιών χρηματοδότησης – δανείων, εξασφαλίσεων, εγγυήσεων και άλλων σχετικών ζητημάτων. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι και η παρούσα υπόθεση.

 

Εκ της θέσεως του που κατείχε και κατέχει, ο ενόρκως δηλών γνωρίζει προσωπικά τα γεγονότα που αφορούν το επίδικο ακίνητο. Είναι σε θέση να γνωρίζει προσωπικά το ιστορικό του ακινήτου και τη σημερινή του κατάσταση. Επίσης ένεκα των καθηκόντων του, ο ενόρκως δηλών έχει πρόσβαση σε όλα τα πρωτότυπα έγγραφα της υπόθεσης. Έχει στην κατοχή του αντίγραφο κάθε έγγραφο που αφορά τα επίδικα θέματα της υπόθεσης. Όπως προκύπτει, εδώ και πέραν των 11 ετών, ένεκα της επαγγελματικής ενασχόλησης του, ο ενόρκως δηλών είναι προσωπικά γνώστης των γεγονότων που σχετίζονται με την πορεία του ακινήτου.   

 

Δεν διαφεύγει της προσοχής του Δικαστηρίου ότι η διαχείριση για την ανάληψη κατοχής του ακινήτου έχει ανατεθεί σε συγκεκριμένη εταιρεία, άλλη από αυτήν στην οποίαν εργάζεται ο ενόρκως δηλών. Αυτό όμως είναι άνευ σημασίας επειδή στην ένορκη δήλωση του ο Εναγόμενος 1 αποκαλύπτει ότι η οικογενειακή του στέγη, στην οποίαν διαμένει μαζί με την Εναγόμενη 2 που είναι η σύζυγος του, βρίσκεται εντός του επίμαχου ακινήτου (§16 ΕΔ Σάββα). Συνεπώς το κομμάτι αυτό όχι δεν αμφισβητείται από τους Εναγομένους αλλά αποτελεί κοινό έδαφος των διαδίκων. Δεν αποτελεί επίδικο θέμα και ούτε φαίνεται ότι θα απασχολήσει οποιονδήποτε. Ανεξάρτητα όμως αυτού, παρόλο ότι το κομμάτι αυτό δεν εμπίπτει στα καθήκοντα του ενόρκως δηλών Αδάμου, εντούτοις ο συγκεκριμένος ενόρκως δηλών είναι ενήμερος έχοντας πρόσβαση στα έγγραφα της υπόθεσης. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι μέρος των εγγράφων αυτών έχουν παρουσιαστεί από τον ενόρκως δηλών στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Η ενέργεια του αυτή καταδεικνύει ότι είναι γνώστης των γεγονότων που αφορούν το ακίνητο. Ανάμεσα στα έγγραφα που ο ενόρκως δηλών έχει καταθέσει είναι το πιστοποιητικό ιδιοκτησίας του ακινήτου (Τεκμήριο 1) και η επιστολή ημερ. 16.03.23 που η εταιρεία διαχείρισης του ακινήτου απέστειλε, εκ μέρους και για λογαριασμό των Εναγόντων (Τεκμήριο 2), αλλά και η επιστολή του δικηγόρου των Εναγόντων (Τεκμήριο 4) ζητώντας από τον Εναγόμενο 1 να παραδώσει κενή και ελεύθερη την κατοχή του επίμαχου ακινήτου.

 

Στη βάση των πιο πάνω, ο ομνύοντας είναι σε θέση να ορκιστεί θετικά και να πιστοποιήσει με βεβαιότητα τις αξιούμενες θεραπείες που απαιτούνται μέσα από την ενσωματωμένη έκθεση απαίτησης στο ειδικώς οπισθογραφημένο κλητήριο ένταλμα.

 

Επιπλέον ο ομνύοντας στην ένορκη δήλωση του δηλώνει πως είναι προφανές ότι οι Εναγόμενοι δεν έχουν υπεράσπιση στην παρούσα υπόθεση (§22 Ε/Δ Αδάμου).

 

Ακολούθως το κρίσιμο ζήτημα που εγείρεται είναι αν μέσα από τα γεγονότα που ο ομνύοντας Αδάμου εκθέτει στην ένορκη δήλωση του και τα έγγραφα που επισυνάπτει σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της έκθεσης απαίτησης, αξιώνεται μία ξεκάθαρη και αδιαμφισβήτητη απαίτηση, η φύση, το είδος και το ύψος της οποίας επαληθεύεται.

 

Η απαίτηση των Εναγόντων εδράζεται σε ισχυρισμό παράνομης κατοχής, χρήσης και εκμετάλλευσης από τους Εναγομένους, ως αποτέλεσμα των οποίων επικαλούνται ότι υπέστηκαν και συνεχίζουν να υφίστανται ζημιές. Μία από τις θεραπείες που οι Εναγόμενοι αξιώνουν είναι «Γενικές ή/και Ειδικές αποζημιώσεις για παράνομη επέμβαση ή/και παρέμβαση ή/και παράνομη εκμετάλλευση ή/και χρήση του Ακινήτου ή/και των κτιρίων ή/και καταστημάτων που βρίσκονται εντός του Ακινήτου ή/και για ζημιές ή/και απώλειες τις οποίες οι Ενάγοντες υπέστησαν ή/και υφίστανται συνεπεία της παράνομης επέμβασης ως ανωτέρω αναφέρεται.» Πρόκειται για την αξιούμενη θεραπεία υπό το σημείο ΙΑ του παρακλητικού της έκθεσης απαίτησης.

 

Σε σχέση με την θεραπεία αυτή οι Ενάγοντες επιδιώκουν την επιδίκαση αποζημιώσεων, επιπλέον της αξίωσης για επιδίκαση αποζημιώσεων συγκεκριμένου ύψους ως ενδιάμεσα οφέλη για τα οποία παρουσιάστηκε σχετικά πρόσφατη εκτίμηση εμπειρογνώμονα αναφορικά με την ενοικιαστική αξία του εν λόγω ακινήτου, χωρίς να παρέχουν οποιαδήποτε στοιχεία που να προσδιορίζουν το ύψος αυτής. Ενώ από τη μία επιθυμούν να τους αποδοθεί η θεραπεία που αξιώνουν ως το περιεχόμενο υπό το σημείο ΙΑ του παρακλητικού της έκθεσης απαίτησης (§22 ΕΔ Αδάμου & §62 σελίδα 48 γραπτή αγόρευσης συνηγόρου Εναγόντων), από την άλλη δεν καθορίζουν, με βάση στοιχεία και δεδομένα, τι ακριβώς τελικά επιδιώκουν και το ποσό που αξιώνουν να τους επιδικαστεί επειδή θεωρούν ότι το δικαιούνται. Το θέμα αυτό δεν διασαφηνίζεται μέσα από την ένορκη δήλωση Αδάμου. Παράλληλα κανένα στοιχείο έχει τεθεί ενώπιων μου που να ξεκαθαρίζει και να επαληθεύει το θέμα αυτό με αποτέλεσμα αυτό να παραμένει ασαφές και σε εκκρεμότητα.  

 

Από τα πιο πάνω δεν φαίνεται να αναδύεται μία ξεκάθαρη και αδιαμφισβήτητη εκδοχή για τους Ενάγοντες που να αφορά την απαίτηση τους. Τελικά οι Ενάγοντες θεωρούν ότι δικαιούνται αποζημιώσεις για παράνομη, επέμβαση εκμετάλλευση και χρήση του ακινήτου, των κτιρίων και των καταστημάτων που βρίσκονται εντός αυτού; Ή τελικά οι Ενάγοντες θεωρούν ότι δικαιούνται αποζημιώσεις για ζημιές και απώλειες που σύμφωνα μ’ αυτούς υπέστησαν και θα συνεχίσουν να υφίστανται; Ποιο από τα δύο ή και τα δύο μαζί; Τι θεωρούν ακριβώς ότι δικαιούνται και σε ποιο ύψος καθορίζουν το δικαίωμα τους.

 

Πρόκειται για θέματα που αναδεικνύονται ως συζητήσιμα και χρήζουν εκδίκασης αφού άπτονται των αιτουμένων θεραπειών της απαίτησης των Εναγόντων. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η προϋπόθεση αυτή δεν πληρείται.

 

Στη βάση των πιο πάνω οι λόγοι ένστασης αρ. 8 και 16 επιτυγχάνουν.

 

Η μη ικανοποίηση όλων των επιτακτικών προϋποθέσεων που απαιτούνται και αφορούν τους Ενάγοντες και την έκθεση απαίτησης τους, μοιραία καθορίζει την τύχη της παρούσας αίτησης. Ως εκ τούτου, παρέλκει η ενασχόληση μου με την ποιότητα της υπεράσπισης των Εναγομένων, κάτι που θα γινόταν εφόσον ικανοποιούνταν σωρευτικά τα πιο πάνω κριτήρια σχετικά με την πλευρά των Εναγόντων.

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω κρίνω ότι θα πρέπει να ασκήσω τη διακριτική μου εξουσία υπέρ της απόρριψης της παρούσας αίτησης. Συνακόλουθα η αίτηση απορρίπτεται.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα δεν βλέπω λόγο να παρεκκλίνω από τον γενικό κανόνα που διέπει την επιδίκαση τους. Κατά συνέπεια, τα έξοδα της παρούσας αίτησης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων 1 & 2 και εναντίον των Εναγόντων.

 

 

                                                                        (Υπ.)    .................................

                                                                                    Γ. Κ. Βλάμης, Π.Ε.Δ.

 

 

Πιστό Αντίγραφο

 

Πρωτοκολλητής

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο